ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΑΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΕΠΟΠΤΕΥΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΒΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ (1915-1920)
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΦΩΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ
ΤΟΜΟΣ Α'
ΑΘΗΝΑ 2005
ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ Α.Υ. Ε. Αρχεία Υπουργείου Εξωτερικών «10 άρθρα»: Ιων ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, 10 άρθρα του στο Νουμά, τακτοποιημένα και φροντισμένα υπό Λ/7. Ταγκόπουλου, Εκδ. Ι. Ταχαρόπουλου, Αθήνα 1920. «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ»: Ιων ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, Ελληνικός πολιτισμός, Αθήνα, Εστία 1927. «Ε.Λ.Ι.Α.»: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. «Κοινότης, έθνος και κράτος»: ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, Κοινότης, έθνος και κράτος, Γνώμαι του Ιωνος Δραγούμη 1907-1919, Εκτ. Τεύχος «Πολιτικής Επιθεωρήσεως» (Απρίλιος 1923). «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα», Αθήνα 1914. «Ο ελληνισμός μου και οι Ελληνες»: Ιων Σ. ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες, Αθήνα, Εστία , 1927. «Οσοι ζωντανοί...»: Ιων ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, Οσοι ζωντανοί, Αθήνα 1926. «Προγραμματικοί Πολιτικοί στοχασμοί», Ιων Δραγούμης, Προγραμματικοί Πολιτικοί στοχασμοί, εκτ. Τεύχος Πολιτικής Επιθεωρήσεως, Απρίλιος 1923. «Σαμοθράκη» : Ιων Σ.ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, Σαμοθράκη, Αθήνα 1926. «Σταμάτημα» : Ιων Σ. ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ,
Σταμάτημα, Πρόλογος Φιλίππου
Δραγούμη, Αθήνα 1927. «Φύλλα Ημερολογίου»: Αρχείο Ιωνος Δραγούμη, Φύλλα Ημερολογίου τ.Α' (1895-1902), Επιμέλεια έκδοσης Θ.Ν. Σωτηρόπουλος, Αθήνα , Ερμής 1988. Φύλλα Ημερολογίου, τ.Δ' (1908-1912), Επιμ. Έκδοσης Ο. Βερέμης - Ι. Κολλιόπουλος, Αθήνα, Ερμής , 1985. Φύλλα Ημερολογίου, τ.Ε' (1913-1917), Επιμ. Έκδοσης, Θ.Ν. Σωτηρόπουλος, Αθήνα, Ερμής, 1986. Φύλλα
Ημερολογίου,
τ.
ΣΤ
(1918-1920),
Σωτηρόπουλος, Αθήνα, Ερμής, 1987.
Επιμ.
Έκδοσης, Θ.Ν.
2
Β.Ε.Β.: Βίβλος Ελευθερίου Βενιζέλου, Η εκτενής βιογραφία του . Οι λόγοι του προς τον λαόν. Αι αγορεύσεις του. Η αρθρογραφία του . Αι προσωπικοί του περιπέτειαι. Η αλληλογραφία του. Αι υποθήκαι του, τ.τ. Αθήναι. Α.Β.Ρ.Π.Κ.: Αγορεύσεις Ελ. Βενιζέλου, Ρέπουλη, Πολίτου, Καφαντάρη, Ράλλη και Στράτου επί του πολιτικού ζητήματος (συνεδριάσεις 10-13 Αυγούστου 1917), Αθήναι 1917. Κ.Ε.Ι.Ν.Ε.: Κέντρο Έρευνας της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού.
3
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η εργασία αυτή ανιχνεύει την πολιτική δραστηριότητα του Ιωνα Στ. Δραγούμη κατά την περίοδο 1915-1920. Η περίοδος αυτή είναι από τις πλέον πολυτάραχες και αμφιλεγόμενες της νεοελληνικής Ιστορίας. Η έκρηξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, οι παλινωδίες της εξωτερικής πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων της περιόδου αυτής, ο Εθνικός Διχασμός που εκδηλώθηκε εμπράκτως με τη δημιουργία δύο κρατών, του κράτους των Αθηνών και της Προσωρινής Κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης του Κινήματος της Εθνικής Αμυνας, η έξοδος της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Συνεννόησης (1917-1918), η υπογραφή των συνθηκών ειρήνης μετά το τέλος του .Μεγάλου πολέμου (1918-1920) και η συνακόλουθη προσπάθεια
διευθετήσεως
των
εκκρεμών
εθνικών
ζητημάτων
του
ελληνισμού, εκκρεμοτήτων που δεν είχαν ρυθμιστεί με τους Βαλκανικούς πολέμους, χαρακτηρίζουν την περίοδο αυτή. Η δεκαετία του 1910-1920 χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη δυναμική. Το κίνημα του 1909 στο Γουδί, σηματοδοτεί την αφετηρία μιας νέας εποχής για την Ελλάδα. Δρομολογούνται πλέον μια σειρά μετασχηματισμών στο επίπεδο της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Η μεταβατική αυτή περίοδος οριοθετείται χρονικά από το 1909 έως τη Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών (1923). Η δράση του Δραγούμη κατά την εποχή της όξυνσης του Μακεδόνικου ζητήματος, καθώς και η συμμετοχή του στην Οργάνωση Κων/πόλεως έχουν γίνει αντικείμενο πολλών σχετικών μελετών, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι έχουν εξαντληθεί και δεν χρήζουν περαιτέρω έρευνας. Η περίοδος όμως που μας απασχόλησε (1915-1920) έχει ελάχιστα μελετηθεί, σε σχέση με τη δράση του Δραγούμη. Από την άλλη μεριά, η έντονη παθολογία της εποχής και οι προεκτάσεις της επιβάλλουν τη μεγαλύτερη δυνατή νηφαλιότητα στην προσέγγιση των πρωταγωνιστών της.
4
Η μελέτη αυτή διαιρείται σε τρία μέρη. Στο Πρώτο Μέρος αναλύονται οι πολιτικές θέσεις του Ιωνα Δραγούμη. Οι απόψεις του για την αποτελεσματική διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής, ο ρόλος του Κράτους στην εθνική ολοκλήρωση, η Ανατολική θεωρία του, οι θέσεις του για την οικονομική, αγροτική, δημοσιονομική πολιτική, η στάση του απέναντι στον σοσιαλισμό, οι προτάσεις του για τη δημόσια διοίκηση, την τοπική αυτοδιοίκηση, την εκπαίδευση και άλλα θέματα εσωτερικής πολιτικής, εξετάζονται στο Α' Μέρος. Στο Β' Μέρος μας απασχόλησε η θέση του Δραγούμη για τον ενδεδειγμένο προσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η δριμεία κριτική του τόσο απέναντι στις κυβερνήσεις των ετών 1915-1917, για την αναποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής της ουδετερότητας, όσο και κυρίως απέναντι στη βενιζελική παράταξη και τον Βενιζέλο προσωπικά για την ανάμειξη των Δυνάμεων στην εσωτερική πολιτική της χώρας. Στο Γ Μέρος, το Α' Κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στα χρόνια της εξορίας του Ι. Δραγούμη, στην Κορσική και τη Σκόπελο (1917-1919), και τη μυστική ή φανερή πολιτική δράση του (αποστολή υπομνημάτων, διαμαρτυριών κ.α.) στο βαθμό βέβαια που μας επέτρεψε το διαθέσιμο υλικό. Το Β' Κεφάλαιο καλύπτει τη περίοδο 1919-1920, την πολιτική δραστηριότητα δηλαδή του Δραγούμη, από την επιστροφή του από την εξορία, μέχρι τη δολοφονία του, τις άοκνες προσπάθειες του για την ενοποίηση όλων των αντιπολιτευομένων δυνάμεων απέναντι στη βενιζελική Κυβέρνηση, καθώς και τις προτάσεις του, για την αποτελεσματικότερη διεκδίκηση των εθνικών
ζητημάτων
του
ελληνισμού κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης Ειρήνης (1919-1920). Οπως ήταν ευνόητο, το κύριο μέρος του αδημοσίευτου πρωτογενούς υλικού αντλήθηκε από το προσωπικό Αρχείο του Ιωνος Δραγούμη, καθώς και από τα Αρχεία άλλων μελών της οικογένειας Δραγούμη, όπως του Στέφανου, του Φίλιππου και της Μαρίκας Δραγούμη. Τα Αρχεία του Ιωνος και των υπολοίπων μελών της οικογένειας Δραγούμη καθώς και το Αρχείο
5
του Αθ. Σουλιώτη
Νικολαίδη βρίσκονται στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της
Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών. Το Αρχείο Ελ. Βενιζέλου στο Μουσείο Μπενάκη, το Αρχείο Γ. Στρέιτ και το Αρχείο Πάλλη (Δημοτικιστών) στο Ε.Λ.Ι.Α., τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών, Τα Αρχεία του Public Record Office, οι μικροταινίες εγγράφων του Quai α" Orsay στο Κ.Ε.Ι.Ν.Ε. της Ακαδημίας Αθηνών αποτέλεσαν σημαντικές πηγές άντλησης πρωτογενούς υλικού γΓ αυτή την εργασία. Παράλληλη έρευνα σε άλλα ιδιωτικά Αρχεία πρωταγωνιστών
της
περιόδου αυτής δεν έφερε στην επιφάνεια κάποια αξιόλογα στοιχεία για το έργο και τη δράση του Ιωνα Δραγούμη κατά την υπό εξέταση περίοδο. Τα Αρχεία του Γ. Μπούσιου, το Αρχείο Γούναρη, το Αρχείο Κανελλόπουλου, το Αρχείο Ζαβιτσιάνου, το Αρχείο Μιχαλακόπουλου, το Αρχείο Πεσματζόγλου, το Αρχείο Κουντουριώτη, το Αρχείο Λάμπρου, το Αρχείο Ι. Μεταξά δεν αποκάλυψαν στην έρευνα μας κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Φαίνεται εξάλλου ότι έχει χαθεί οριστικά το Α'μέρος του Τετραδίου των Σημειώσεων του Δραγούμη από την Κορσική κατά την περίοδο 1917-1918 , ενώ, όπως μας πληροφορεί, ο Α. Σουλιώτης - Νικολαϊδης κατέστρεψε τις επιστολές που του είχε στείλει ο Δραγούμης από το 1914 και εξής, μετά τη δολοφονία του Ιωνα το 1920. Ιδιαίτερα διαφωτιστική υπήρξε η έρευνα στον αθηναϊκό και επαρχιακό Τύπο απ' όπου αντλήθηκαν άρθρα του Ιωνα Δραγούμη ή ακόμη και άρθρα επώνυμα ή ανώνυμα σχολιαστικά για το πρόσωπο, τη δράση και τα κείμενα του. Πολλές πληροφορίες ήρθαν στο φως από τις καταγραφές στο προσωπικό του ημερολόγιο ανέκδοτες ή δημοσιευμένες, ενώ για τις πολιτικές του θέσεις καθοριστική υπήρξε η μελέτη των έργων του λογοτεχνικών πολιτικών κοινωνικών κ.α. δημοσιευμένων ή μη, καθώς και των άρθρων του στον «Νουμά». θα επιθυμούσα να ευχαριστήσω την Αρχειονόμο και το προσωπικό των Αρχείων της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, της Αμερικανικής
Σχολής
Κλασσικών Σπουδών, το προσωπικό των Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη,
6
των
Γενικών
Αρχείων
του
Κράτους, του Αρχείου
του
Υπουργείου
Εξωτερικών, των Αρχείων του Ε.Λ.Ι.Α., του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, καθώς επίσης και το προσωπικό της Βιβλιοθήκης της Βουλής και της Μπενακείου Βιβλιοθήκης. Ξεχωριστές
ευχαριστίες οφείλω στο
καθηγητή κ.
Κωνσταντίνο
Σβολόπουλο τόσο για την αρχική σύλληψη του θέματος, όσο και για τις πολύτιμες υποδείξεις του στη φάση της σύνθεσης αυτής της εργασίας, καθώς επίσης και για την τελική εισήγηση αυτής της διατριβής. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τους καθηγητές κ.κ. Ιωάννη Δημάκη και Ιωάννη Μουρέλο για το ενδιαφέρον τους για την εργασία αυτή και τις τελικές υποδείξεις τους. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ήταν οι συζητήσεις και οι προβληματισμοί που αντάλλαξα με τον πρέσβυ κ. Θεόδωρο Σωτηρόπουλο, επιμελητή των εκδόσεων
των
Ημερολογίων
του
Δραγούμη,
καθώς
και
με
τον
εθνομουσικολόγο κ. Μάρκο Δραγούμη, ο οποίος μου χορήγησε άδεια έρευνας στο μη προσβάσιμο μέχρι το 2000 Αρχείο του Ιωνος Δραγούμη. Δεν θα πρέπει τέλος να παραλείψω την έκφραση ευχαριστιών στον κ. Σπύρο Μπρέκη για τη διάθεση αδημοσίευτου υλικού από το Αρχείο Νικ. Λεβίδη.
7
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο Ιων Δραγούμης γεννήθηκε στις 2/14 Σεπτεμβρίου του 1878 στην Αθήνα. Καταγόταν από οικογένεια με μακρά πολιτική παράδοση. Ο παππούς του, Νικόλαος Δραγούμης, διετέλεσε γραμματέας σε δύο Εθνοσυνελεύσεις μετά το 1821, καθώς και του πολιτικού γραφείου του Ι. Καποδίστρια και Υπουργός Εξωτερικών κατά την έξωση του Οθωνα. Ο πατέρας του, Στέφανος Δραγούμης, εθνικός αγωνιστής στη Μακεδονία, υπήρξε Υπουργός Εξωτερικών του Χαρίλαου Τρικούπη και πρωθυπουργός μετά το κίνημα του 1909. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στα 1899 εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών. Στα 1902 με αίτηση του τοποθετήθηκε στο Προξενείο Μοναστηρίου, όπου άρχισε να οργανώνει τις ελληνικές κοινότητες της Δυτικής Μακεδονίας εναντίον των βουλγαρικών κομιτάτων. Εκτοτε και μέχρι το 1905 υπηρέτησε ως πρόξενος στον Πύργο Βουλγαρίας, στις Σέρρες και τη Φιλιππούπολη. Αργότερα μετατέθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και από 'κει τον ίδιο χρόνο στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη), όπου συνέχισε το έργο της αναδιοργάνωσης των ελληνικών κοινοτήτων. Μια νέα φάση στη ζωή του Ίωνα ξεκίνησε στα 1907, οπότε τοποθετήθηκε στην Πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης. Εκεί το 1908 ίδρυσε μαζί
με
τον
Αθανάσιο
Σουλιώτη
-
Νικολαίδη
την
«Οργάνωση
Κωνσταντινουπόλεως» με σκοπό τη συνεννόηση όλων των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για ισοπολιτεία και ειρήνη, ενώ παράλληλα ξεκίνησε μαζί με τον Σουλιώτη και τον Μπούσιο την έκδοση της «Πολιτικής Επιθεώρησης». Στα 1909 θα οργανώσει στο Υπουργείο Εξωτερικών το Β' Πολιτικό Τμήμα Ανατολικών Υποθέσεων, θα εκδώσει τη «Σαμοθράκη»
και θα
8
τοποθετηθεί διαδοχικά στις πρεσβείες της Ρώμης και του Λονδίνου, ενώ θα συμμετάσχει ενεργά στην ετοιμασία του στρατιωτικού κινήματος του 1909. Στα 1910, τοποθετημένος εκ νέου στο Υπουργείο Εξωτερικών, θα συντάξει Υπόμνημα με τον τίτλο «Γενικόν Εθνικόν Πρόγραμμα» στο οποίο θα εκθέσει τις απόψεις του για το σύστημα συμμαχιών που θα πρέπει να συνάψει η Ελλάδα με κάθε μία Ευρωπαϊκή δύναμη ξεχωριστά για την επίλυση των εκκρεμών εθνικών της ζητημάτων. Το 1911 μετά την κατάληψη των Δωδεκανήσων από τους Ιταλούς έστειλε κρυφά στην
Πάτμο τον αξιωματικό Αλέξανδρο
Γαβαλά, που
οργάνωσε συνέδριο των Δωδεκανησίων. Τα Μέλη του Συνεδρίου, πριν το διαλύσουν οι Ιταλοί, ζήτησαν ένωση με την Ελλάδα ή αυτονομία. Το ίδιο έτος εξέδωσε και το βιβλίο του «Όσοι ζωντανοί» . Όταν κηρύχθηκε ο Α' Βαλκανικός πόλεμος, κατατάχθηκε ως δεκανέας, συμμετέσχε στη μάχη των Γιαννιτσών, διαπραγματεύτηκε με τους Β. Δούσμανη και Ι. Μεταξά την παράδοση της Θεσσαλονίκης και ανήρτησε ο ίδιος την πρώτη ελληνική σημαία στην αρχιεπισκοπή της πόλης. Ο Βενιζέλος τον κράτησε στο Υπουργείο Εξωτερικών. Τον έπαψε όμως προσωρινά, γιατί είχε διατάξει την κατάληψη του Καστελόριζου με γνώση του Υπουργού Εξωτερικών Λάμπρου Κορομηλά, που ωστόσο το αρνήθηκε. Στα 1913 στάλθηκε από τον Βενιζέλο στην Κωνσταντινούπολη, για διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, και διορίσθηκε επιτετραμμένος στην Πετρούπολη. Ένα χρόνο αργότερα διορίσθηκε ως επιτετραμμένος στη Βιέννη και κατόπιν στο Βερολίνο απ' όπου όμως ζήτησε να ανακληθεί αρνούμενος να εκτελέσει την εντολή του Βενιζέλου να διαπραγματευτεί ανταλλαγή των ελληνικών πληθυσμών Θράκης και Δυτικής Μικρασίας με τους Τούρκους της Μακεδονίας. Έπειτα, διορίσθηκε πρεσβευτής στην Πετρούπολη, όπου διαπραγματεύτηκε με επιτυχία το ζήτημα του Αγίου Όρους και οργάνωσε τις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας. Παράλληλα, εξέδωσε το βιβλίο «Ελληνικός Πολιτισμός».
9
To 1915 θα εγκαταλείψει οριστικά την καριέρα του διπλωμάτη και θα κάνει το μεγάλο άλμα στη πολιτική. Έτσι λοιπόν θα θέσει υποψηφιότητα στον τόπο καταγωγής της οικογένειας του, στο Νομό Φλώρινας - Καστοριάς (η οικογένεια του καταγόταν από το Βογατσικό της Καστοριάς). Την πρώτη φορά θα αποτύχει, αλλά στις επαναληπτικές εκλογές θα κατορθώσει τελικά να εκλεγεί βουλευτής. Στη Βουλή θα τηρήσει αντιβενιζελική στάση, αλλά δε θα ενταχθεί σε κανένα κόμμα, προτιμώντας να μείνει ανεξάρτητος. Οι αγορεύσεις του στη Βουλή περιστρέφονται γύρω από διάφορα ζητήματα, στηλιτεύοντας τις συνεχείς επεμβάσεις των Δυνάμεων στα ελληνικά πράγματα. Ταυτόχρονα όμως θα ασκήσει αυστηρή κριτιή και στους ατυχείς χειρισμούς των ελληνικών κυβερνήσεων της εποχής εκείνης που έχουν ως αποτέλεσμα τη μεγιστοποίηση των παρεμβάσεων των εμπολέμων Δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας. Μεταξύ των άλλων αξιομνημόνευτη είναι και η αγόρευση του της 23 ης Μαίου 1916, όπου στηλιτεύει τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης μετά την κατάληψη του οχυρού Ρούπελ από τα Γερμανο-βουλγαρικά στρατεύματα. Κατά τα έτη 1916-1917 ο Δραγούμης θα προβεί στην επανέκδοση της «Πολιτικής Επιθεώρησης»
μαζί με τον Αλ. Καραπάνο.
εβδομαδιαία βάση την «Εξωτερική
Επιθεώρηση»,
Επιμελείται σε
όπου καταθέτει τις
απόψεις του για τα ακανθώδη ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Στην «Πολιτική
Επιθεώρηση»
θα
δημοσιεύσει
επίσης
και
πάρα
πολλά
μεμονωμένα άρθρα, όπου θα επικρίνει δριμύτατα την ολέθρια τακτική των Ελλήνων πολιτικών που ευνόησαν με τις πράξεις τους ή τις παραλείψεις τους τις επεμβάσεις
των
Δυνάμεων στην
Ελλάδα, (π.χ.
«Ξενομανία και
λεβαντινισμός», «Τα θαύματα της Αγγλογαλλίας στην Ελλάδα», κ.α.). Την ίδια εποχή ο Δραγούμης θα δημοσιεύσει αρκετά άρθρα στον Αθηναϊκό και επαρχιακό Τύπο σχετικά με τους χειρισμούς των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής, αλλά και σχετικά με καίρια ζητήματα εσωτερικής πολιτικής. Η πολιτική δράση του Δραγούμη την περίοδο αυτή θα συμπληρωθεί και με τη δημοσίευση του κειμένου «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί»,
10
το 1916. To κείμενο αυτό θα αποτελέσει μια συστηματική παράθεση και ανάλυση των πολιτικών απόψεων του Ίωνα πάνω σε όλα τα καίρια ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Τον Ιούνιο του 1917 ο Δραγούμης θα δημοσιεύσει στη «Πολιτική Επιθεώρηση»
άρθρο με τίτλο «Το
Μάθημα των
Πραγμάτων».
Το
ενυπόγραφο αυτό άρθρο αποτελεί μια έγγραφη διαμαρτυρία για την επέμβαση των Δυνάμεων της Entente στα εσωτερικά της χώρας και την επακόλουθη έξωση του Κωνσταντίνου. Το άρθρο αυτό θα αποτελέσει την αφορμή για την εξορία του στην Κορσική και την αναστολή έκδοσης της «Πολιτικής Επιθεώρησης». Στην Κορσική θα μείνει ως το Μάιο του 1919. Εκεί θα γράψει και το «Σταμάτημα»,
έργο φιλοσοφικού περισσότερο
προσανατολισμού. Στα 1919 υπέβαλε στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης το πρώτο Υπόμνημα του για τις ελληνικές εθνικές βλέψεις και διεκδικήσεις. Εκτοπίστηκε στη Σκόπελο . Από 'κει υπέβαλε το Β' Υπόμνημα του για το δίκαιο και την ειρήνη στην Ανατολή, δείχνοντας πως δεν ενέκρινε την πολιτική του Βενιζέλου, για τη μικρασιατική
εκστρατεία. Στα τέλη του 1919 αφέθηκε ελεύθερος,
επέστρεψε στην Αθήνα, όπου εργάσθηκε για το συμβιβασμό
των 16
αντιβενιζελικών πολιτικών αρχηγών και τη σύμπραξη τους στις εκλογές, με στόχο την ανάκτηση των εσωτερικών ελευθεριών και της εθνικής κυριαρχίας. Τον Ιούνιο του 1920 επανεξέδωσε την «Πολιτική
Επιθεώρηση».
Ταυτόχρονα δημοσίευε πύρινα άρθρα πολιτικού περιεχομένου στον Τύπο, στα οποία καυτηρίαζε την εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Βενιζέλου και της κυβέρνησης του. Δύο μέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών στις 30 Ιουλίου/12 Αυγούστου 1920 , έγινε ανεπιτυχής δολοφονική απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου στο σιδηροδρομικό σταθμό της Lyon του Παρισιού. Την επόμενη μέρα, ο Ίων Δραγούμης, δολοφονήθηκε από άνδρες της σωματοφυλακής του Βενιζέλου (αρχηγός ο Παύλος Γύπαρης) στα Ιλίσια, απέναντι από το ξενοδοχείο «Χίλτον» , σε ηλικία μόλις 42 ετών.
Il
H περίοδος της ενεργού πολιτικής δράσης του Δραγούμη καλύπτει μια ιδιαίτερα σύντομη, αλλά και ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο. Είναι η περίοδος του Εθνικού Διχασμού. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί μέρος της κρίσιμης για την εσωτερική πολιτική και τη διεθνή θέση της Ελλάδας δεκαετίας του 1910. Ο Δραγούμης δεν ήταν δυνατό να μείνει ανεπηρέαστος από τα πολιτιστικά και πολιτικοκοινωνικά πράγματα του καιρού του. Στον πολιτιστικό τομέα ήθελε να θεμελιώσει τις βάσεις για τη δημιουργία νεοελληνικού πολιτισμού . Το όραμα του νεοελληνικού πολιτισμού περιέγραψε σε όλα τα βιβλία του. Ήθελε, πρωταρχικά, το έθνος να ξεφύγει από το λογιοτατισμό του 19 ου αι. Ήθελε ο νεοελληνικός πολιτισμός να βασισθεί στη γλώσσα, στα έθιμα, στους τρόπους ζωής του απλού ελληνικού λαού. Θα επικρίνει δριμύτατα την τάση για αρχαϊσμό, η οποία ξεκινά από μια έντονη διάθεση ξενομανίας. Πολλοί ήταν εκείνοι οι λόγιοι, οι οποίοι στρέφονταν στον αρχαϊσμό για να γίνουν αρεστοί στους Ευρωπαίους φιλέλληνες κλασσικιστές, που ήθελαν τη νέα Ελλάδα ως απλή συνέχεια της αρχαίας. Η έμφαση στα πολιτισμικά δρώμενα των απλών ανθρώπων θα αποτελέσει την ζύμη για το πλάσιμο στερεής εθνικής συνείδησης και θα ενδυναμώσει το νεοελληνικό πολιτισμό, καθιστώντας τον διυλιστήριο όλων των ξενικών πολιτισμικών επιρροών. Θα προτείνει άλλωστε στα 1916 την ίδρυση ενός Μουσείου Λαϊκού Νεοελληνικού Πολιτισμού και ενός Πολυτεχνείου Λαϊκής Τέχνης1. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ήταν και οι ιδέες του για τον κοινοτισμό. Πίστευε ότι ο υπόδουλος ελληνισμός είχε επιζήσει, γιατί είχε διατηρήσει τις παμπάλαιες κοινοτικές παραδόσεις του. Θεωρούσε θεμελιώδες πολιτιστικό στοιχείο την άμεση ενεργή συμμετοχή των πολιτών σ' όλα τα ζητήματα της κοινωνίας τους. Μέμφεται λοιπόν την κατάργηση του θεσμού των κοινοτήτων και την μεταφύτευση στην Ελλάδα των βαυαρικών διοικητικών προτύπων με το Δημοτικό Νόμο του 1833.
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 27, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
•PO
\ •-<·
I
•
.
-
Ο κοινωνικός προβληματισμός επίσης δεν άφησε ασυγκίνητο τον Ίωνα Δραγούμη. Το κοινό στοιχείο του με τους σοσιαλιστές είναι η πίστη του στη δύναμη των απλών ανθρώπων του λαού. Διαφωνεί όμως με τη βασική προβληματική των σοσιαλιστών, την αταξική κοινωνία. Όσο υπάρχουν κοινωνίες, θα υπάρχουν και κοινωνικές τάξεις. Από την άλλη μεριά είναι απαραίτητος ο ανταγωνισμός μεταξύ των ατόμων, αλλά και μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, από τον οποίο θα προκύψει η «αρχή των αρίστων». Δεν είναι δυνατή λοιπόν
η απόλυτη
εξομοίωση των
ανθρώπων, όπως
ευαγγελίζεται ο σοσιαλισμός. Έπειτα ο σοσιαλισμός δεν έχει καθολική εφαρμογή σ' όλα τα έθνη και όλες τις εποχές, αλλά η πρακτική του εφαρμογή εντάσσεται σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Έτσι οι σοσιαλιστικές ιδέες θα εφαρμοστούν στην ελληνική περίπτωση με εντελώς διαφορετικό τρόπο από το σοβιετικό μοντέλο. Ο Δραγούμης προτείνει το «συνεργατισμό», ο οποίος είναι
«ελληνικότατο προϊόν»,
και
θα πρέπει
να
γίνει
προσπάθεια
συμβιβασμού και συγκερασμού του σοσιαλισμού με τον εθνικισμό και την ανατολική ιδέα. Η ανατολική ιδέα υπήρξε η πεμπτουσία της δραγουμικής σκέψης. Η βασική του σκέψη ήταν η δημιουργία του συνασπισμού των ανατολικών εθνών της Μικρός Ασίας και της Χερσονήσου του Αίμου υπό τον τύπο Ανατολικής Ομοσπονδίας, Συμπολιτείας ή Συνομοσπονδίας, που θα ήταν ένα είδος αναβίωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέσα σε σύγχρονα πλαίσια. Το κράτος αυτό θα ξεκινούσε από την Αδριατική θάλασσα, θα περιλάμβανε τις νότιες επαρχίες της Αλβανίας, θα περνούσε από το Μοναστήρι έως το Μελένικο και τη Μεσημβρία και από την Ανατολική Θράκη θα έφθανε έως τα βάθη της Συρίας με κύριους φορείς δύο παράγοντες, Ελληνες και Τούρκους και δευτερότερους συντελεστές Αλβανούς και Αρμένιους, με κέντρο την Κωνσταντινούπολη. Το κράτος που σχεδίασε ο Ίων Δραγούμης, το ονόμαζε «Κράτος Ανατολικόν» . Οι Ελληνες θα ήταν συγκυρίαρχοι μαζί με τους Τούρκους και, ως ισότιμοι πολίτες, θα είχαν το δικαίωμα να εκλεγούν βουλευτές και να
13
καταλάβουν δημόσια αξιώματα. Η Μικρά Ασία και η Εγγύς Ανατολή ήταν οι μεγάλες κοιτίδες του ελληνισμού. Η καθ' ημάς Ανατολή αποτελούσε το μέλλον του Εθνους. Οι Ελληνες στη Μικρά Ασία και τη Μέση Ανατολή δεν ήταν μειονοτικοί, ούτε επήλυδες. Ο ελληνισμός θα κυριαρχούσε οικονομικά και πνευματικά. Το μικρό Ελληνικό Κράτος ο Δραγούμης το έβλεπε ως οδηγό και δάσκαλο του Ανατολικού κράτους,**με την προϋπόθεση όμως ότι η παιδεία του, η πολιτική του, η εσωτερική οργάνωση του και ο πολιτισμός θα εξοβέλιζαν τη μίμηση, την αντιγραφή ξένων προτύπων και την πνευματική αδράνεια 2 ^ Η ανατολική ιδέα στρέφει τον Δραγούμη εναντίον της Δύσης, αλλά και τον κάνει να προβληματιστεί για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής της Μεγάλης Ιδέας που κυριάρχησε στην Ελλάδα κατά το 19° αι. και το πρώτο τέταρτο του 20ου αι. Κατά τον Ίωνα, η πολιτική εκείνη που απέβλεπε στην εδαφική επέκταση του ελληνικού κράτους θα απέβαινε
μακροπρόθεσμα
καταστροφική για τα συμφέροντα του ελληνισμού, αφού θα ισχυροποιούσε το σλαβικό στοιχείο στο Βαλκανικό χώρο και θα κατέστρεφε το οικοδόμημα της ειρηνικής συνύπαρξης διευρυμένο ενδεχομένως
ελλαδικό
ελληνικού και τουρκικού στοιχείου. Επειτα, ένα κράτος, με τη στενή
μετακινήσεις
και
ανταλλαγές
έννοια,
θα
πληθυσμών
προκαλούσε με
τελικό
αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ελληνισμού. Ο Δραγούμης θα βιώσει έντονα και την περίοδο του Εθνικού Διχασμού (1916-1917) . Κατά τη χρονική
περίοδο αυτή είχε εκλεγεί βουλευτής
Φλώρινας - Καστοριάς με ανεξάρτητη όμως κοινοβουλευτική παρουσία. Οι αγορεύσεις του στη Βουλή, αλλά και η πολιτική του αρθρογραφία μέσα από
Βασ. Λαούρδας, «Ο Ίων Δραγούμης και η εποχή του» στο: Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη. Τετράδια Ευθύνης , αρ. 7, Αθήνα, Δεκέμβριος 1978, σ. 50.
14
την «Πολιτική Επιθεώρηση» φανερώνουν την έντονη αγωνία του για τις συνεχείς επεμβάσεις των Δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας. Αξίζει να μνημονεύσουμε
εδώ μερικά ενυπόγραφα άρθρα του στην
«Πολιτική
Επιθεώρηση» όπως: «Ξενομανία και Λεβαντινισμός», «Τα Θαύματα της Αγγλογαλλίας στην Ελλάδα», «Το Μάθημα των Πραγμάτων» κ.α. Με τα άρθρα αυτά ο Δραγούμης καταφέρεται στις ωμές επεμβάσεις των Δυνάμεων στα εσωτερικά της Ελλάδας. Παρεμφερές περιεχόμενο έχουν και τα δύο Υπομνήματα του προς τη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης του 1919, στα οποία εκθέτει και τις απόψεις του για τη δίκαιη και βιώσιμη επίλυση των εκκρεμών ελληνικών εθνικών ζητημάτων. Μνημειώδης υπήρξε και η αγόρευση του στη Βουλή της 23 η ς Μαίου 1916, με αφορμή την κατάληψη του οχυρού του Ρούπελ. Στην αγόρευση του αυτή, αφού αναλύσει τη θέση της Ελλάδας ως ουδέτερου κράτους σε σχέση και με τα άλλα ουδέτερα κράτη, θα επικρίνει δριμύματα τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης που αφ' ενός ανέχθηκε την επίθεση των Γερμανών εναντίον του Ρούπελ, αφ' ετέρου δεν εμπόδισε την είσοδο βουλγαρικών στρατευμάτων στο ελληνικό έδαφος. Η περίοδος της διπλωματικής δράσης του Δραγούμη θα συμπέσει και με μια από τις καθοριστικότερες περιόδους για τον
βίο
του
ελληνικού
έθνους. Τα εθνικά ζητήματα βρίσκονταν σε κρίσιμη καμπή. Ο Δραγούμης λοιπόν βρέθηκε στη πρώτη γραμμή, εξαιτίας τόσο των καθηκόντων που ασκούσε, όσο και των πεποιθήσεων του. Σημαντική υπήρξε η δράση του στο Μακεδόνικο, στο ζήτημα των νησιών του Αιγαίου, στο ζήτημα της αυτοδιοίκησης ή μη του Αγίου Ορους, στο ζήτημα της πιθανής ανταλλαγής των μικρασιατικών ελληνικών πληθυσμών με τους Τούρκους της Μακεδονίας το 1914, στο Βορειοηπειρωτικό. Σε κάθε περίπτωση προσπάθησε να εντάξει κατάλληλα τα ελληνικά εθνικά ζητήματα στη διεθνή διπλωματική κονίστρα . Κατά τον Δραγούμη, η μόνη ζωντανή δύναμη είναι το Εθνος. Το έθνος αποτελεί την πρωταξία της πίστης του και τον γνώμονα της πολιτικής του κατεύθυνσης και δράσης. Είναι η κύρια πηγή της έμπνευσης και της πνευματικής του δημιουργίας. Μολαταύτα δεν προβάλλει το ερώτημα , δεν
15
προβληματίζεται για το τι είναι εθνική ιδέα, για το τι χαρακτηρίζει το έθνος και τον εθνικισμό. Η εξήγηση δεν είναι εύκολο να διατυπωθεί. Ισως ο αυταρχικός του χαρακτήρας, η περιφρόνηση του για την επιστημονική έρευνα γενικά και ειδικότερα για τη πνευματική - κοινωνιολογική καλλιέργεια της Δύσης, να μην τον άφηνε να ασχοληθεί σοβαρά με τα ζητήματα αυτά. Πίστευε ότι η αγάπη για το έθνος είναι τόσο ισχυρή που υπερβαίνει την ανάγκη για επιστημονική μελέτη του εθνικισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μοναδικές σχετικές παραπομπές που βρίσκονται στο έργο του προέρχονται από τον φίλο του Περικλή Γιαννόπουλο. Παρ' όλα αυτά δεν είναι εντελώς άμοιρος επιρροών
από τα
ιδεολογήματα των Ευρωπαίων εθνικιστών. Ο ίδιος ο Δραγούμης θα χωρίσει τη πολιτική του δράση σε δύο περιόδους. Την πρώτη από το 1902 ως το 1914, δηλαδή έως την έναρξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου και μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, αποκαλεί εθνικιστική, ενώ την περίοδο 1914 έως το 1920 αποκαλεί ανθρωπιστική. Και αυτή είναι η εποχή που αρχίζει να σκέφτεται, όχι μόνο σαν αντίμαχος, αλλά και σαν πιθανός προσήλυτος, τον σοσιαλισμό. Για την πρώτη περίοδο, ο ίδιος λέγει ότι τον επηρέασαν περισσότερο οι ιδέες του Νίτσε και του Μπαρρές, ενώ, για τη δεύτερη, του Ρουσσώ, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Κροπότκιν3. Η πίστη του Δραγούμη στην αναγκαιότητα δημιουργίας νεοελληνικού πολιτισμού θα τον ωθήσει σε συμπαράταξη με τον κύκλο των Δημοτικιστών. Θα γίνει μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου μαζί με τον Α. Πάλλη , τον Κ. Παλαμά, τον Αλ. Δελμούζο κ.α. Φρονεί ότι η χρησιμοποίηση της λαϊκής γλώσσας και ο προσανατολισμός της εκπαίδευσης στις ανάγκες του απλού λαού θα αποτελέσουν τις βάσεις, πάνω στις οποίες θα στηριχθεί ο νεοελληνικός πολιτισμός. Ο Δραγούμης έδρασε σε μια εποχή κατά την οποία η Ελλάδα ως περιφερειακή χώρα προσπαθούσε να ενσωματωθεί στο διεθνές οικονομικό
«Φύλλα Ημερολογίου» , τ.ΣΤ Κορσική 6 Απρίλη 1919, σ. 73.
16
σύστημα. Εκεί θα αναζητήσουμε και την αιτία για τις θεσμικές δυσλειτουργίες που παρατηρούνται στην Ελλάδα, τις οποίες επιθυμεί να άρει ο Δραγούμης μέσα από την πολιτική του δράση. Το πελατειακό σύστημα και τα δίκτυα πατρωνείας
είναι
δύο
χαρακτηριστικές θεσμικές δυσλειτουργίες του
νεοελληνικού πολιτικού συστήματος. Ο Ν. Μουζέλης υποστηρίζει ότι παρά την πλήρη ενσωμάτωση της χώρας στο διεθνές καπιταλιστικό περιβάλλον, οι προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής παρέμειναν κυρίαρχοι. Κατά συνέπεια, τα πολιτικά προβλήματα δεν προέκυπταν μέσα από ταξικές αντιθέσεις, αλλά και από τις προσωπικές διαμάχες για την κατανομή θέσεων4. Ο Γ. Δερτιλής επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στο θέμα της αυτονομίας της πολιτικής από τις ταξικές διαμάχες. Θεωρεί ότι το αστικό καθεστώς της Ελλάδας δεν ήταν γέννημα ενός καθαρά ταξικού αγώνα και ότι η διακυβέρνηση
του νέου
ελληνικού κράτους βρισκόταν στα χέρια μιας ολιγαρχίας καθορισμένης με κριτήρια όχι κοινωνικά
αλλά πολιτικά5. Ο Κ. Τσουκαλάς θεωρεί τις
πελατειακές σχέσεις σαν το κύριο μηχανισμό διατήρησης και αναπαραγωγής της πολιτικής δύναμης των προυχόντων
και
οπλαρχηγών. Μάλιστα η
υπερδιόγκωση του Κράτους διεύρυνε το πελατειακό σύστημα, αφού όσο μεγαλύτερο είναι το κοινωνικό και οικονομικό βάρος αποσπώμενων
πόρων
των
κρατικών
σε σχέση με το συνολικό οικονομικό πλεόνασμα
τόσο και ευρύτερη θα είναι και η οικονομικοκοινωνική βάση των πελατειακών πλεγμάτων που κανονίζουν τον επιμερισμό των πόρων αυτών6. Ο Μοσκώφ συνδέει απόλυτα την πολιτική ολιγαρχία με τη θέση της στο οικονομικό
Ν. Μουζέλης. «Ταξική δομή και σύστημα πολιτικής πελατείας. Η περίπτωση της Ελλάδας» στο: Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Επιμ. Γ. Κοντογιώργη, Αθήνα, Εξάντας 1977, σ. 136-150. 5 Γ.Δερτιλής, Κοινωνικός μετασχηματισμός και Στρατιωτική επέμβαση 1880-1909, Αθήνα Εξάντας 1985, σ. 85-88, Βλ. επίσης Γ.Δερτιλή, «Η Αυτονομία της Πολιτικής από τις κοινωνικές αντιθέσεις στην Ελλάδα του 19ou αι.» στο: Κοινωνικές και Πολιτικές Δυνάμεις..., σ. 46-47. Κ. Τσουκαλάς, Κοινωνική ανάπτυξη και Κράτος, Αθήνα, Θεμέλιο 1986, σ. 395.
17
επίπεδο και την εξαρτά από τη πολιτική των μεγάλων Δυνάμεων συνδέοντας την οικονομική και πολιτική κυρίαρχη τάξη με τη μεταπρατική ιδεολογία . Ο προκαπιταλιστικός και μεταπρατικός χαρακτήρας της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας θα έχει τον αντίκτυπο της και στην οργάνωση και ιδεολογία του σοσιαλιστικού
κινήματος. Στην ελληνική περίπτωση οι
καπιταλιστικές σχέσεις προηγήθηκαν της πλήρους εκβιομηχάνισης και η διαδικασία της προλεταριοποίησης άρχισε πριν από το ακούσιο πέρασμα του τεχνίτη από το εργαστήριο στο εργοστάσιο.^Το αποτέλεσμα ήταν να μην υπάρχει ταξική συνοχή και συνειδητοποίηση στα μέλη της εργατικής τάξης, ενώ από τη μεριά του το ελληνικό κράτος δεν είχε ασχοληθεί με την εργατική νομοθεσία πριν από το 1909^? Οι ιδιομορφίες αυτές του ελληνικού πολιτικού,
κοινωνικού
και
οικονομικού συστήματος θα παρακινήσουν τον Δραγούμη να αναζητήσει λύσεις σε ένα δρόμο ξεχωριστό που απέκλινε τόσο από τους βενιζελικούς όσο
και
από
τους
αντιβενιζελικούς
πολιτικούς
σχηματισμούς.
Θα
προσπαθήσει ο Δραγούμης να συζεύξει την ανανεωτική ιδεολογία του κινήματος του 1909, την αντιβενιζελική και φιλοβασιλική του τοποθέτηση, και το ιδεώδες του Ανατολισμού που τον χαρακτηρίζει σε όλη τη διάρκεια της εθνικής, διπλωματικής και πολιτικής του δράσης. Μάλιστα, μετά την εξορία του στην Κορσική και τη λήξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου , θα στρέψει την προσοχή του
στον
σοσιαλισμό, τον
οποίο
μέχρι εκείνη τη στιγμή
αποστρεφόταν. Όπως προκύπτει μάλιστα από το Ημερολόγιο του, μελετούσε σ' αυτή τη φάση της ζωής του το έργο του Kropotkin «Mutual aid». Ετσι θα οδηγηθεί σε μια μορφή ηθικού σοσιαλισμού. «Ζητώ τη συνείδηση» θα γράψει στο Ημερολόγιο του, καθώς η «βαθειά συνείδηση δείχνει στον άνθρωπο πως δεν
Κ. Μοσκώφ , Εθνική και κοινωνική συνείδηση στην Ελλ.άδα. Η ιδεολογία του Μεταπρατικού χώρου, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή 1978, σ. 92-99. Γ. Λεονταρίτης, «Το Ελληνικό εργατικό κίνημα και το αστικό κράτος (1910-1920)» στα: Μελετήματα γύρω από το Βενιζέλο και την εποχή του, εκδ. Φιλιππότη , Αθήνα 1980, σ. 49-50.
18
είναι άτομο παρά έχει μίαν αλληλεγγύη με τους άλλους ανθρώπους... Αυτή η εικόνα της αλληλεγγύης, αποτέλεσμα της συνείδησης, έχει απάνω του αγαθοποιά δύναμη προς τους άλλους και ηθοπλαστική δύναμη για τον εαυτό του, του
οργανώνει
μία
ηθική
ανθρώπινη χωρίς ανάγκη
επιβολής
θρησκευτικής. Αυτή η ίδια η αλληλεγγύη καταντά για τους απλοϊκότερους θρησκεία»9 και καταλήγει: «από άνθρωπος
μιας τάξης, με ορισμένα
συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής με την πλατιά έννοια και θέλω μια καινούργια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών. Από στενός πατριώτης γίνομαι εθνικιστής με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των εθνών γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν ... Από άτομο γίνομαι άνθρωπος»10. Κατά τον Δραγούμη, οι νεοέλληνες στρέφονται είτε σε παλιότερα ελληνικά πρότυπα, στην αρχαία Ελλάδα ή στη βυζαντινή Ελλάδα, δηλαδή στην Ανατολή ή καταφεύγουν σε νέα ανύπαρκτα πρότυπα, στον σοσιαλισμό, στον αναρχισμό. Αυτό συμβαίνει γιατί έγινε στρεβλή εφαρμογή επείσακτων θεσμών στο νεώτερο Ελληνικό κράτος. Αντίθετα οι Ρώσοι επιχειρούν να δημιουργήσουν κάτι πρωτότυπο, τη σοσιαλιστική δημοκρατία. Βέβαια η ιδέα αυτή ανήκει στο Μαρξ. Ωστόσο, είναι αυτοί που πρώτοι την εφαρμόζουν κι είναι έτοιμοι για κάθε πρωτοπορία. Για τους Ελληνες θα γράψει στο Ημερολόγιο του: «Εγώ βλέπω στους Ελληνες την κρυμμένη
δύναμη, γυρεύοντας καινούργια
καλούπια,
να
φτιάνουν στην Ανατολή, ανατολικό κράτος ή ανατολική ομοσπονδία από κράτη εθνικά όπου, στο καθένα μέσα, να μπορεί να ζει αυτόνομα η αλλόφυλη ανατολική κοινότητα. Εγινε εν μέρει και γίνεται ολοένα η αποκατάσταση των ανατολικών εθνών σε κράτη ανεξάρτητα, πρώτο στάδιο, σύμφωνα με το σύγχρονο δόγμα των εθνικοτήτων. Επειτα αυτονόμηση
9 10
θα 'ρθουν
καταποδιαστά η
των περιφερειών σε καθένα από τα εθνικά κράτη, και η
«Φύλλα Ημερολογίου», τ. Σ Τ , Κορσική 18 Μαρτίου 1919, σ. 59. Όπ. παρ.
19
αυτονόμηση των κοινοτήτων σε κάθε περιφέρεια . Θα κολλήσει απάνω σ' αυτή την οργάνωση της Ανατολής, η οργάνωση των εργατών προς κάποια καθολικότερη κατανομή του πλούτου (νέα οικονομική οργάνωση της κοινωνίας
χωρίς
συγκέντρωση
του
κεφαλαίου στα
χέρια
μερικών,
συνεργατικοί συνεταιρισμοί πίστης, παραγωγής και κατανάλωσης) και θα βγει απ' όλα αυτά η μεταμόρφωση του κράτους, με δύο βάσεις: α) την κοινότητα αυτόνομη και β) τους συνεργατικούς συνεταιρισμούς (Κράτος = ομοσπονδία αυτόνομων κοινοτήτων , περιφερειακών εθνολογικών , των τωρινών κρατών, εθνικών , μικτών, με σύνδεσμο οικονομικών συμφερόντων, συνεργατικών)»11, ενώ σαν θεμέλια βασικά της σκέψης του και της πολιτικής του ενέργειας θα θέσει τα εξής: «1) κοινότητες -
αυθυπαρξία και
αυτοδιοίκηση, ελεύθερη ανάπτυξη, 2) συνεργατισμός - συμφέρον του καταναλωτή που
είναι όλος ο κόσμος, 3) ανατολή - ανεξάρτητος
συνασπισμός της Ανατολής μέσα στην Ευρώπη»12.
Όπ. παρ. Σκόπελος 14 Αυγούστου 1919, σ. 116. Όπ. παρ. Σκόπελος 14 Αυγούστου έως 25 Αυγούστου 1919, σ. 117.
20
ΜΕΡΟΣ
Α':
ΟΙ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
ΘΕΣΕΙΣ
ΤΟΥ
ΙΩΝΑ
ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α': ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ α)
Ο
οόλος
του
Κράτους
Ελληνισυου: Ο Δρανουυικός
στην
εθνική
ολοκλήρωση
του
εθνικισυός
Κατά τον Δραγούμη, το ελληνικό κράτος οφείλει να ακολουθήσει πολιτική πρωτίστως «φυλετική», διότι τα γεωγραφικά του σύνορα δεν συμπίπτουν ακόμη με τα γεωγραφικά σύνορα της ελληνικής φυλής, όπως συμβαίνει σε άλλα έθνη, και δευτερευόντως κρατική. Σκοπός του συνεπώς πρέπει να είναι: «η πολιτική αποκατάστασις ή ένωσις της φυλής - όχι όμως ιμπεριαλισμός - και η ευημερία και προκοπή της κοινωνίας και των ατόμων όχι όμως δΓ ακράτου και ακράτητου κρατισμού. Η πολιτική αποκατάστασις της φυλής ημπορεί να γίνη υπό μορφήν ενός ή περισσοτέρων ελληνικών κρατών έως ότου φθάση μίαν ημέραν η φυλή εις το ένα και μέγα κράτος της . Εξυπηρετεί δε η πολιτική αποκατάστασις της φυλής τον πολιτισμό της φυλής, ο οποίος είναι το κορύφωμα της ζωής της»1. Ο Δραγούμης φρονεί ότι ένα μεγάλο «ατύχημα» της ελληνικής φυλής είναι ότι απελευθερώθηκε τμήμα της μόνο, ότι με το σχηματισμό του ανεξάρτητου ελληνικού βασιλείου διασπάσθηκε η ενότητα της και ότι, όσοι κατοικούσαν σ' αυτό, συνταύτισαν το ελληνικό κράτος με το ελληνικό έθνος και λησμόνησαν πως τα όρια του έθνους και της φυλής είναι πολύ ευρύτερα από τα όρια του βασιλείου. Ετσι δημιουργήθηκε μία ειδική νοοτροπία, ο ελλαδισυός, ο οποίος αντιμαχόταν τον ελληνισμό. «Οι Ελληνες της Ελλάδος
«Προγραμματικοί πολιτικοί στοχασμοί», σ. 4-5.
21
συνταύτισαν στο μυαλό τους το ελληνικό κράτος, το ελληνικό βασίλειο, τη μικρή Ελλάδα με το ελληνικό έθνος. Ξέχασαν το ελληνικό έθνος , τη Ρωμιοσύνη, τον Ελληνισμό. Ξέχασαν πως το κράτος, το βασίλειο, είναι προσωρινό και το φαντάσθηκαν , πώς θα ήταν, αν ήταν τέλειο»2. Ο ρόλος, όμως, του πρώτου ελληνικού βασιλείου δεν όφειλε να είναι αυτός. «Το κράτος, η ελεύθερη Ελλάδα, έγινε για να μπορούν ελεύθερα οι Ελληνες εκεί να στήνουν το εργαστήριο της ένωσης τους, δηλαδή να γυμνάζονται ελεύθερα στα όπλα, και να φτιάνουν ανθρώπους που θα διευθύνουν την εργασία για την ένωση της φυλής και θα γίνουν όργανα αυτής της εργασίας»3. Κατά τον Δραγούμη, το κράτος υποχρεούται να μεριμνά για την εθνική ανάπτυξη, την ταύτιση των πολιτικών και γεωγραφικών συνόρων του ελληνικού έθνους και γενικότερα για το μεγάλο άνθισμα του έθνους και του πολιτισμού του 4 . Το ιδεώδες της ένωσης της φυλής είναι επικρατέστερο από το ίδιο το κράτος, αφού η ελληνική φυλή είναι μεγαλύτερη ποιοτικά και ποσοτικά από το ελληνικό κράτος. Αποτελεί επίσης ζήτημα επιβίωσης και σταθερότητας του ίδιου του κράτους. «Οσο δεν ενώνεται η φυλή κανένα κράτος ελληνικό δεν θα είναι τελειωτικό, ούτε θα 'χει ησυχία από εξωτερικά ζητήματα. Τα εξωτερικά ζητήματα της Ελλάδας ,δεν είναι σαν τα εξωτερικά ζητήματα της Αγγλίας, αλλά είναι εσωτερικά ζητήματα»5, θα τονίσει ο Δραγούμης. Η εδαφική καχεξία αποτελεί και την αιτία της κακοδαιμονίας του ελληνικού κράτους. Κατά τον Δραγούμη, «το ελληνικό κράτος δε ζει φυσιολογικά γιατί δεν μπόρεσε να περιμαζέψει όλο το έθνος, ούτε να λάβη καλά - καλά συνείδηση, ως που απλώνεται η φυλή»6. Η μεγάλη έμφαση που δίνει ο Δραγούμης στον ρόλο του κράτους στην εθνική ολοκλήρωση πηγάζει από την πεποίθηση του για τον προορισμό και
«Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 108. Όπ. παρ. σ. 111. «Ελληνικός πολιτισμός», σ. 15-16. Ι. Δραγούμης,«Το έθνος, οι τάξεις και ο ένας», στα: 10 άρθρα , σ. 31, πρβλ. «Ο ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 110,118 και «Στρατός και άλλα Γ' προκήρυξη» στα 10 άρθρα, σ. 74. «Οσοι ζωντανοί», σ. 75.
22
την αποστολή των εθνών
στη δημιουργία πολιτισμού. «Να η δικαιολογία
των εθνών. Να, πώς τα έθνη είναι χρήσιμα στην ανθρωπότητα. Να πώς είναι όμορφα τα έθνη και να πού έσφαλε ο Χριστός και ο Μαρξ πολεμώντας τα έθνη»7. Η πολιτισμική ιδιαιτερότητα και η πολιτική αυτονομία του έθνους συσχετίζονται
απόλυτα.
Ο συγκερασμός πολιτισμικών αναφορών και
πολιτικών στόχων διαφαίνεται σε όλο το φάσμα των πρακτικών φροντίδων που υπαγορεύει ο εθνικισμός. Η διασφάλιση της πολιτικής ελευθερίας του έθνους, η υπογράμμιση των συνεκτικών στοιχείων του εθνικού σώματος, η ενίσχυση της εσωτερικής ενότητας και ομοψυχίας του έθνους, η ενοποίηση των μελών του εθνικού σώματος, η επέκταση (εδαφική,
οικονομική,
πολιτισμική) του εθνικού χώρου σε περιοχές που δικαιωματικά θεωρούνται τμήματα του έθνους, η εξασφάλιση οικονομικής ολοκλήρωση
της πολιτικής
ανεξαρτησίας
αυτάρκειας για την
και την κατοχύρωση
της
πολιτισμικής αυτοτέλειας του έθνους αποτελούν στοχοθεσίες ενδεικτικές της αρχέτυπης σύζευξης πολιτισμικών αρχών και πολιτικών προσταγμάτων στην εθνικιστική ιδεολογία8. Ο εθνικισμός, του οποίου ο Δραγούμης υπήρξε ο σημαντικότερος θιασώτης, αποτελεί σημαντικό στοιχείο της ιδεολογίας του. «Ζωντανά πράγματα για τον άνθρωπο είναι μόνον δύο, ο εαυτός του και το έθνος του. Μ' αυτά τα δύο υπάρχουν όλα τ' άλλα. Μ' αυτά τα δύο ο άνθρωπος είναι ΑΝΘΡΩΠΟΣ»9. ΓΓ αυτούς τους λόγους το έθνος ανάγεται σε ιδανικό. «Το εθνικό ιδανικό μπορεί να γίνει στα χέρια ενός εξαιρετικού όργανο γΓ άλλους σκοπούς και για το ανέβασμα των πολλών σ' άλλο ηθικό επίπεδο και για το λαγάριασμα των λίγων, των εξαιρετικών που μόνο αξίζουν»10. Το έθνος αποτελεί
8
τη
συλλογική
εκείνη
οντότητα
μέσα
από
«Ελληνικός πολιτισμός», σ. 14-15. Πρβλ. F. Hertz, Nationality in History and Politics, New York, 1950, σ. 51. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 45. «Οσοι ζωντανοί», σ. 171.
την
οποία
23
αυτοπροσδιορίζεται και καταξιώνεται το άτομο. Μέσα στην εθνική του ομάδα αναπτύσσει και ενεργοποιεί ο άνθρωπος τη δύναμη του11. Εκφραση πολιτική του έθνους είναι το κράτος, που ο μόνος στόχος της δημιουργίας του είναι η φύλαξη της ζωής του έθνους. Το κράτος λειτουργεί ως ρυθμιστής της πολιτικής
του
έθνους,
φύλακας των
πολιτών,
θεματοφύλακας της
αυθυπαρξίας, της κυριαρχίας και του μεγαλείου του έθνους. «Τα κράτη χάνονται, τα έθνη πολύ σπάνια. Κάποτε τα κράτη είναι αδύνατα, ό,τι και να τους κάμεις, ενώ τα έθνη τα αντίστοιχα είναι ζουμερά , γερά και δυνατά»12. Το έθνος, κατά τον Δραγούμη, είναι βασικά οι άνθρωποι που μιλούν την ίδια γλώσσα, έχουν την ίδια θρησκεία, ανήκουν στην ίδια φυλή, έχουν τους ίδιους θεσμούς (ιδιαίτερα κοινοτικούς) και ζουν χωριστά, σκορπισμένοι σε διαφορετικά κράτη
ή,
εάν έχουν και ένα κράτος δικό τους,αυτό δεν
τους περιλαμβάνει όλους μέσα στα σύνορα του. Τα άτομα έχουν το συναίσθημα της κοινής υπαγωγής και η θέληση της κοινής ζωής είναι ο συνδετικός κρίκος των ανθρώπων που αποτελούν το έθνος. Το Εθνος όμως το αντιλαμβάνεται και σαν οργανισμό, φυσική ενότητα, ξεχωριστή μονάδα που μπορεί να έχει και οργανικές ιδιότητες. Μια απ' αυτές είναι και η δύναμη, η ορμή της δημιουργίας. Η οργανική αντίληψη του Εθνους συνδυάζεται στον Δραγούμη και με το γνωστό στοιχείο της δυτικής εθνικής ιδέας, της επιδίωξης του σχηματισμού δικής του ανεξάρτητης κρατικής οργάνωσης. «Ένα έθνος άξιο θα πασχίζει πάντα να περιμαζωχτεί σ' ένα κράτος δικό του για να ζήσει και να κυριαρχήσει, όπως κάθε άλλος ζωντανός οργανισμός το θέλει...» 13 , θα τονίσει. Θα μπορούσε, λοιπόν, να υποστηριχτεί ότι όλα τα στοιχεία της εθνικής ιδέας δυτικού τύπου βρίσκονται διάχυτα στην αντίληψη του Δραγούμη για το έθνος. Δικό του στοιχείο όμως είναι ότι ο σύνδεσμος τους δεν είναι αποτέλεσμα ελεύθερης θέλησης, αλλά «οργανικής ανάγκης». Οι άνθρωποι «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελλ.ηνες», σ. 73. «Ελληνικός πολιτισμός», σ. 14. «ΕλληνικόςΠολιτισμός», σ. 13.
24
που ανήκουν στο έθνος συνδέονται μεταξύ τους αναγκαστικά, είτε το θέλουν, δηλαδή, είτε δεν το θέλουν. Είναι υποχρεωμένοι να ζουν στο έθνος. Αλλά ο σύνδεσμος τους αυτός, η οργανική ανάγκη, κάποτε φαίνεται να μεταβάλλεται και σε θέληση κοινής ζωής. «Δεν μπορεί κανείς να αλλάξη έθνος κι αν θέλη»14, θα τονίσει ο Δραγούμης. Αντίθετα με την επιστημονική αντίληψη της εθνικής ιδέας δυτικού τύπου,
ιδίως του γαλλικού εθνικισμού, που τονίζει τη σημασία της
υποκειμενικής βούλησης για την ένταξη στην εθνική κοινότητα, ο Δραγούμης πιστεύει ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να διαλέξει ή να αλλάξει το έθνος του . Κατά τον Δασκαλάκη,Λαυτό οφείλεται στο ότι ταυτίζει την έννοια του έθνους με την έννοια της φυλής , που ασφαλώς δεν μπορεί να την αλλάξει κανένας 1 ^ Στο «Όσοι ζωντανοί», που αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τη φυλή, δίνει την εντύπωση ότι ξεχωρίζει τη φυλή από το έθνος. Εξετάζει τη σύνθεση, την αγνότητα των φυλών, τη διαφοροποίηση τους σε ιστορικές ή τεχνητές, με κατώτερο ή ανώτερο πολιτισμό. Για την ελληνική φυλή τονίζει ότι «δεν έμεινε αμόλυντη και καθάρια από τον αρχαίο καιρό ίσαμε σήμερα και αν το εγώ της, η ψυχή της, τα στοιχεία που τη διατηρούν έθνος ξεχωριστό από τα άλλα έθνη έμειναν, όμως τα μόρια της ανακατώθηκαν με άλλων φυλών μόρια και άλλαξαν τη σύσταση της. ΓΓ αυτό και δεν μπορεί κανείς να πει πως γέρασε η φυλή, γιατί ποτέ δεν έμεινε η ίδια ..., ταυτόχρονα όμως ... όσο και να ανακατώθηκε με άλλες φυλές δεν έχανε το εγώ της, γι' αυτό έμεινε ελληνικό έθνος από τον παμπάλαιο καιρό μέχρι σήμερα»16 Διαπιστώνουμε, κατά συνέπεια, ότι το φυλετικό ιδανικό του Δραγούμη δεν στηρίζεται στη ρατσιστική θεωρία της καθαρότητας της φυλής. Σύμφωνα μ' αυτόν,
οι
αναγκαστικές κατά τους αιώνες φυλετικές προσμείξεις που
«Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 112. Γ.Δ. Δασκαλάκης: «Αυταρχικός εθνοκεντρισμός» στο: Επιτάφια Στήλη στον Ίωνα Δραγούμη, Τετράδια Ευθύνης, αρ. 7, Αθήνα, Δεκέμβριος 1978, σ. 23. 1 «Οσοι ζωντανοί», α. 159-160.
25
υπέστη η ελληνική φυλή όχι μονάχα δεν την εκφύλισαν, αλλά αντίθετα τη διατήρησαν νεαρή και σφριγηλή. Αυτό συνέβη γιατί η ζωογόνος επίδραση του ελληνικού κλίματος, της ελληνικής γης και προπάντων του ελληνικού πολιτισμικού υπόβαθρου διύλισε όλα αυτά τα ξενικά φυλετικά στοιχεία, διατηρώντας αλώβητη την ελληνική ψυχή. Γράφει χαρακτηριστικά: «Μα η σμίξη των αιμάτων που γίνεται στα ελληνικά τα χώματα αιώνες τώρα δεν είναι σημάδι απελπιστικό για την καινούργια φυλή που βγήκε από το ανακάτωμα τούτο. Την ψυχή την ελληνική, με όλα τα σμιλέματα, την διατήρησαν αρκετά όμοια τα χώματα τα ελληνικά και τα κλίματα, που ακατάπαυστα επηρεάζουν με τον ίδιο τρόπο τους ανθρώπους που κατοικούν επάνω και μέσα τους, γιατί τους υποτάσσουν στις ίδιες ανάγκες17». Στο άρθρο του «Η Φυλή», ο Π. Βλαστός υιοθετεί απόλυτα τις απόψεις του Δραγούμη για το έθνος και το κράτος, προβάλλοντας ένα νέο στοιχείο, ως παράγοντα της ιστορίας: την ανισότητα των φυλών. Κατά τον Βλαστό «οι οικονομικές ανάγκες που προκαλούν τις κοινωνικές αλλαγές έχουν φυλετικά αίτια»18. Στο κείμενο του μεταφέρει τα κυριότερα στοιχεία των φυλετικών θεωριών, που διαμορφώνονταν στην Ευρώπη και οι οποίες με αφετηρία το βιβλίο
του Α.
Γκομπινώ
και τις μεταγενέστερες αναλύσεις του
Χ.
Τσάμπερλαιν αποτέλεσαν τα ιδεολογικά υπόβαθρα του γερμανικού ναζισμού. Ο Βλαστός υπογραμμίζει δύο σημεία: την υπεροχή της Αρίας φυλής, εκπροσωπημένης από τα γερμανικά φύλα, και τη σημιτική απειλή. Ερμηνεύει το πολιτικό αδιέξοδο στην Ελλάδα με τη σημιτική αλλοίωση της ελληνικής φυλής. Ο
ρατσισμός του Βλαστού έχει μια βρετανική
αποικιοκρατική
απόχρωση. Στρέφεται κυρίως εναντίον των εγχρώμων και ειδικότερα των ασιατικών λαών, στους οποίους δεν αναγνωρίζει κανένα πολιτισμό. Ο Δραγούμης, αντίθετα, δεν εμφορείται από ρατσιστικά αισθήματα. Ο Βλαστός Όπ. παρ. σ. 165-167. 1S
Ρ. Σταυρίδη - Πατρικίου, Δημοτικισμός και κοινωνικό πρόβλημα, Αθήνα, Ερμής, 1976, σ.36.
26
συμφωνεί με τον Δραγούμη ότι οι εθνικοί αγώνες αποτελούν προτεραιότητα για το ελληνικό κράτος και θα προτείνει, όπως και ο Δραγούμης, την ενίσχυση μιας πατριωτικής κινητοποίηση
ιδεολογίας ως κυριότερου μέσου για την
του ελληνικού λαού προς την κατεύθυνση της εθνικής
αποκατάστασης19. Χαρακτηριστικά, όταν αναφέρεται στην παράδοση ο Ιων Δραγούμης, υπογραμμίζει ότι «είναι ο σύνδεσμος των ατόμων μιας φυλής, τωρινών και περασμένων , που τα κάνει έθνος»20. Η ελληνική πολιτική πρέπει να είναι φυλετική (εθνική), το κράτος έχει «απόλυτον ανάγκην πρωτίστως ισχυρής φυλετικής συνειδήσεως των αποτελούντων αυτό ατόμων»21. Η ένωση της φυλής, η αποκατάσταση, ο πολιτισμός της φυλής είναι καρποί του κράτους που περιγράφονται συχνότερα και σαν ένωση, αποκατάσταση, εξωτερική πολιτική του έθνους. Φυλετική πολιτική στην έννοια της ρατσιστικής πολιτικής τύπου π.χ. εθνικοσοσιαλισμού ή μποερισμού, δεν υπάρχει πουθενά στην πολιτική ιδεολογία του Δραγούμη. Γι' αυτό κάποτε χρησιμοποιεί και τον παραδοσιακό όρο «γένος» για να εκφράσει με άλλες λέξεις το έθνος και τη φυλή. Και οι τρεις λέξεις σημαίνουν γΓ αυτόν ουσιαστικά το ίδιο πράγμα. Η έννοια του λαού είναι σχεδόν ανύπαρκτη στη πολιτική του θεωρία. Λαός γΓ αυτόν είναι οι Ελληνες, οι κάτοικοι του ελληνικού κράτους. Ο λαός έχει «ζωή απλή, πολλά πράγματα δεν της χρειάζονται»22. Ο λαός σα στοιχείο της πολιτείας ή σαν πολιτική δύναμη αγνοείται σχεδόν ολοκληρωτικά. Εθνος, φυλή, γένος, λαός συνδέονται στην έννοια της πατρίδας. Κατά τον Δραγούμη, που στο σημείο αυτό ακολουθεί πιστά την αντίληψη του καιρού του, η υλοποίηση των εννοιών αυτών συγκεκριμενοποιείται και γίνεται πιο απτή, όταν παίρνει «γήϊνη μορφή». «Πατρίδα είναι η γη της πατρίδας», θα υποστηρίξει, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στο χωρικό στοιχείο για την εικόνα
Οπ. παρ. «Ελληνικός πολιτισμός», σ. 27. «Οσοι ζωντανοί», σ. 117. «Ελληνικός πολιτισμός», σ. 18.
27
της πατρίδας. Οι Ελληνες, το ελληνικό έθνος, βρίσκεται στην ανώτατη κλίμακα των αξιών του. «Είναι ο μόνος δημιουργός». Φτιάχνει το Κράτος, που είναι «παιδί του έθνους». Το έθνος εξ άλλου είναι η ζωή. «Θέλει να δημιουργήσει. Μονάχα το έθνος μπορεί να δημιουργεί, αυτό έχει τη χάρη αυτή, απόδειξη που δημιουργεί και τους πολιτικούς οργανισμούς
που
23
λέγονται Κράτη» . Ο γήϊνος αυτός εθνικισμός του Δραγούμη
παραπέμπει
στον
εθνικιστικό λόγο του Barrés, ο οποίος δεν μπορεί να κατανοηθεί, εάν δεν προσεγγισθεί από τη σκοπιά της απέραντης μυστικιστικής του αγάπης προς τη γη απ' όπου αντλεί την καταγωγή του και τους προγόνους, των οποίων συνιστά την άμεση βιολογική προέκταση και εξέλιξη. «Δεν μπορώ να ζήσω παρά μόνο σύμφωνα με τους νεκρούς μου. Αυτοί και η γη μου, μου προκαθορίζουν
μια
ορισμένη
δραστηριότητα24».
Οι
νεκροί
πρόγονοι
μεταφέρουν στους συγχρόνους τις εθνικές επιταγές μέσω μιας πολιτιστικής κληρονομικότητας. Η σφραγίδα της ρίζας, της προσωπικής καταγωγής ακολουθεί πιστά, ανεξίτηλα τον καθένα, είτε ζει στον τόπο των προγόνων του, είτε δραστηριοποιείται έξω απ' αυτόν. Η θεωρία της Γης και των Νεκρών του Barres φέρνει στον νου αυτό το «γήϊνο εθνικισμό» του Δραγούμη και τη λατρεία της πατρώας γης. Επίσης, ο «ντετερμινισμός» της καταγωγής του Barres παραπέμπει στη δραγουμική αντίληψη
για τη σημασία
ανθρώπινου
του περιβάλλοντος
στη διαμόρφωση
του
χαρακτήρα. Η απόλυτη υποταγή του ατόμου στο εθνικό
συμφέρον συνδέει τη Δραγουμική με τη Μπαρεσσιανή ιδεολογία. Η αγάπη για το έθνος είναι πιο δυνατή από κάθε ανθρώπινο συναίσθημα , ακόμα και από τον έρωτα, κατά την άποψη του Δραγούμη. «Αλλο βάραθρο ζωντανό είναι ο έρωτας. Μα τον έχω ξεπεράσει αυτόν και τον βρήκα μικρότερο από το έθνος ,...»25. Όπ. παρ. σ. 14. Maurice Barrés: Scènes et Doctrines du Nationalisme, Paris, Librairie Plan 1925, σελ.17. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 152.
28
Μερικές φορές η στάση του Δραγούμη απέναντι στο έθνος φαίνεται να μοιάζει με τη διαδικασία του nation building (δημιουργία έθνους όταν δεν υπάρχουν τα στοιχεία του) της σημερινής εποχής. Η άποψη όμως αυτή δεν είναι σωστή. Η προσπάθεια του είναι να «ξυπνήσει» ή να ζωντανέψει τα εθνικά στοιχεία - μόρια - που υπάρχουν ανενεργά στον εθνικό οργανισμό. Να τα ενεργοποιήσει για «γόνιμη ενέργεια»26. Ο εθνικισμός είναι μία από τις ιδεολογίες που επανεντάσσουν το άτομο στο κοινωνικό σύνολο. Η πράξη γέννησης του εθνικισμού ταυτίζεται με την ανατροπή του παλαιού καθεστώτος στη Γαλλία και τη μεταμόρφωση του γαλλικού κράτους. Η κατοπινή εξάπλωση του ιδεολογικού υιού που ξεκίνησε από τη Γαλλία δεν άφησε κανένα ευρωπαϊκό κράτος ανέγγιχτο. Στο επίκεντρο της ιδεολογίας βρισκόταν η νέα αρχή που νομιμοποιούσε το μεταλλαγμένο κράτος. Το έθνος, ως πηγή κάθε εξουσίας, αντικατέστησε τη θεϊκή βούληση στην επικύρωση του εξουσιαστικού χρίσματος. Το έθνος γεννιέται όταν καθίσταται νομιμοποιητικός παράγων του κοσμικού κράτους, και το περιεχόμενο του είναι κυρίως πολιτικό. Η εθνότητα έχει πολιτισμικό χαρακτήρα, αλλά είναι δυνατόν να αναβαθμιστεί πολιτικά σε έθνος, αν το κράτος την προαγάγει σε σύμβολο της νομιμότητας του 27 . Η είσοδος της εθνότητας στην εθνική ιδεολογία φύτεψε τους σπόρους των μελλοντικών αναμετρήσεων ανάμεσα στα έθνη- κράτη, καθώς τα δύο αυτά εγγενή στοιχεία του εθνικισμού, το πολιτικό και εδαφικό αφενός και το εθνοτικό και οργανικό αφετέρου, θα αποτελέσουν έκτοτε τις όψεις του ίδιου νομίσματος28. Στην Νοτιοανατολική Ευρώπη, η διάλυση της Οθωμανικής και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας πρόσφερε στις πιο
πολυάνθρωπες
Γ.Δ. Δασκαλάκης, όπ. παρ. σ. 97. Α. Smith, National Identity, Λονδίνο, Princeton 1991, σ. 8. Βλ. επίσης Π. Λέκκα, Η εθνικιστική ιδεολογία. Πέντε υποθέσεις εργασίας στην ιστορική κοινωνιολογία, Αθήνα, Μνήμων 1992. 28 A.Smith, οπ,παρ., σ. 13. 7
29
εθνότητες νέες κρατικές οντότητες, μέσα στις οποίες εγκλωβίστηκαν τα απομεινάρια των παλαιών αρχόντων, αλλά εθνότητες χωρίς προσβάσεις στην εξουσία. Οι εγκλωβισμένοι αναζήτησαν ανεξαρτησία κεντρίζοντας τις αλυτρωτικές φιλοδοξίες ομόδοξων δυνάμεων ή προσφέροντας έδαφος για τη διεύρυνση της επιρροής δυτικοευρωπαϊκών κρατών. Σε περιπτώσεις κληρονόμησε
μια
όπως η ελληνική, το νέο κράτος του 19 ου αι.
παράδοση
με επιτεύγματα δυσανάλογα
προς
τις
περιορισμένες δυνατότητες του κράτους. Η ελληνική γλώσσα, η Ορθόδοξη Εκκλησία, η αμφισβήτηση της «συνέχειας» του ελληνικού έθνους στον χρόνο (π.χ.Φαλμεράυερ), η πνευματική και οικονομική υπεροχή του Ελληνισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε συνδυασμό με την αποτυχία του 1897 και την έξαρση των βαλκανικών εθνικών κινημάτων έθεσαν τη δική τους σφραγίδα στον
νεοελληνικό εθνικισμό. Οι
Σπυρίδων Ζαμπέλιος
και
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος αποκαθιστούν την ενότητα του ελληνισμού στον χρόνο, ενώ ο Ι. Κωλέττης εκφράζει τη Μεγάλη Ιδέα σε πολιτικό επίπεδο. Ο εθνικισμός αυτός βασιζόταν στην πολιτισμική κι όχι τη φυλετική συγγένεια. Η δηλωμένη εξάλλου αντίθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς τον
«εθνοφυλετισμό»
εναρμονιζόταν
με
τις
αντιλήψεις
του
Παπαρρηγόπουλου. Η ανοιχτή άποψη για την ελληνική ταυτότητα που δεν ανταγωνιζόταν
τις εθνοτικές ομάδες των αλυτρωτικών
περιοχών δεν
μεταβάλλεται ούτε στην περίοδο του Μακεδόνικου Αγώνα (1903-1908), όταν η ένταξη των αντιμαχόμενων στον ελληνισμό ή στον βουλγαρικό εθνικισμό προσδιοριζόταν από τις επιλογές κι όχι από την εθνοτική τους καταγωγή29. Κατά τον Π. Κιτρομηλίδη, ο ρόλος του κράτους στη διαμόρφωση της εθνικής
ιδεολογίας είναι
αποφασιστικός.
Στις
ορθόδοξες βαλκανικές
κοινότητες η διαπλοκή των σχέσεων Ορθοδοξίας και εθνικισμού , από την αντιπαλότητα ως τη σύζευξη, αποτελεί κοινό τόπο. Ετσι ο Διαφωτισμός, που
Βλ. Ι. Κολιόπουλος, Λεηλασία φρονημάτων. Το μακεδόνικο ζήτημα στην κατεχόμενη Δυτική Μακεδονία 1941-1944, Θεσσαλονίκη 1994.
30
υπήρξε σημείο εκκίνησης των βαλκανικών εθνικισμών, κατατροπώνεται από τον αντίπαλο βυζαντινισμό. Στο δεύτερο μισό του 19 ου αι. ο ρομαντικός βυζαντινισμός είναι κύρια πηγή έμπνευσης του ελληνικού αλλά και των άλλων βαλκανικών αλυτρωτισμών30. Ο Ιων Δραγούμης αντιπροσώπευε καλύτερα απ' όλους τη γενιά που δοκίμασε την ταπείνωση του 1897 και την απειλή του 1903. Αποτελεί φορέα ενός ιδιόμορφου εθνικισμού. Θιασώτης της νιτσεϊκής εξέγερσης κατά του ορθολογισμού, ο Δραγούμης αναφέρεται συχνά στα ημερολόγια του στον Ιππόλυτο Ταιν, τον Χέρμπερτ Σπένσερ και τον Μωρίς ΜπαρρέςϊΗ λατρεία του άτομου, ο σεβασμός προς τη θέληση και τη δύναμη, ο αρχέγονος αγώνας για επιβίωση και οι μυστικές ιδιότητες του εδάφους και του κλίματος αποτελούν στοιχεία τα οποία δανείστηκε από τους δυτικούς μέντορες του. Εδινε έμφαση στη δύναμη του πολιτισμού ως πρωταρχικού παράγοντα που καθόριζε τη συμπεριφορά μιας κοινότητας, ενώ απουσιάζει από το έργο του ο ρατσιστικός τόνος του Μπαρρές και των συγχρόνων του 31 Ο μελετητής του Δραγούμη ίσως θεωρήσει ότι αυτός εκφράζει έναν «τριτοκοσμικό εθνικισμό» τον οποίο αντιπαραθέτει στον δυτικό - ευρωπαϊκό. Η αλήθεια, όμως, βρίσκεται αλλού. Δεν θα πρέπει να συγχέουμε τον δυτικο ευρωπαϊκό με τον κεντρικοανατολικό - ευρωπαϊκό εθνικισμό. Ο εθνικισμός δυτικό - ευρωπαϊκού τύπου, είναι εδραιωμένος σε πολιτικές διαμάχες που περιστρέφονται γύρω από την έννοια της κατοχύρωσης των ατομικών δικαιωμάτων και της αποτίναξης της απολυταρχίας. Είναι επηρεασμένος από το κίνημα του Διαφωτισμού και τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και δίνει έμφαση στην κατοχύρωση των σχέσεων «κοινωνία - πολίτης - κράτος» και «άτομο - πολίτης - κράτος». Αυτό είναι το θεωρητικό σχήμα του αγγλικού εθνικισμού. Στη Γαλλία η έννοια της εξασφάλισης των ατομικών δικαιωμάτων
Π. Κιτρομηλίδης, «Νοερές κοινότητες και οι απαρχές του εθνικού ζητήματος στα Βαλκάνια», στο Εθνική ταυτότητα και εθνικισμός στη Νεώτερη Ελλάδα, Επιμ. Θ. Βερέμης, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ. 1997, σ. 53-131. 31 Θ. Βερέμης, «Από το εθνικό κράτος στο έθνος δίχως κράτος», οπ.παρ. , σ. 33.
31
και των ατομικών ελευθεριών, δεν παίζει σημαντικό ρόλο στην έννοια του εθνικισμού . Στη Γαλλία, έντονα επηρεασμένη και από τον Ρουσώ, η έννοια πολίτης αποκτά πλήρη υπόσταση μόνο μέσα από την πλήρη ένταξη και ταύτιση με την έννοια «έθνος - κράτος»32. Στην Κεντρική Ευρώπη και ιδίως σιη Γερμανία έχουμε ουσιαστική διαφοροποίηση από τη Δυτική Ευρώπη. Το έθνος προηγείται του κράτους και η κοινωνία των πολιτών είναι ασθενέστερη απ' ό,τι στη Δύση. Στη Κεντρική Ευρώπη δεν δίνεται έμφαση στο άτομο, αλλά στο σύνολο, στην έννοια Volk.
Το κράτος δεν έχει υποχρέωση να εξασφαλίζει τις ατομικές
ελευθερίες έναντι της εσωτερικής απολυταρχίας. Ο γερμανικός εθνικισμός είναι εδραιωμένος όχι σε πολιτικές διαμάχες, αλλά στο παρελθόν, σ' ένα παρελθόν
ρομαντικά
ιδωμένο
και
αναμορφωμένο, γεγονός που
του
προσδίδει όχι μια πολιτική διάσταση, αλλά μια εντονότατη πολιτισμική διάσταση, στην οποία ο ρομαντισμός, το παρελθόν, η ιστορία διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο. Η Ανατολική Ευρώπη, σαν τρίτος χώρος, έχει πολλά σημεία στα οποία επηρεάζεται
από
την
Γερμανία. Εδώ έχουμε
Κεντρική
Ευρώπη και ειδικότερα από
τη
ένα φαινόμενο διάθλασης, εκείνο το οποίο
έρχεται στην Ανατολική Ευρώπη σαν εθνικισμός, είναι μια διαθλασμένη εικόνα της δυτικό - ευρωπαϊκής εμπειρίας περασμένης μέσα από το γερμανικό πρίσμα. Το έθνος προηγείται του κράτους, η
κοινωνία
πολιτών είναι ασθενής, υπάρχει εντονότατο στοιχείο αλυτρωτισμού και χαρακτηρίζεται από
μια έντονη πολιτισμική
χροιά. Στην Ελλάδα,
λοιπόν, η διαδικασία δημιουργίας έθνους προηγείται της διαδικασίας δημιουργίας
κράτους,
ο
ελληνικός
εθνικισμός
αποκτά
έντονες
πολιτισμικές
διαστάσεις, η κοινωνία των πολιτών είναι αδύναμη και
Ν.Π. Διαμαντούρος, «Ελληνισμός και Ελληνικότητα» στο: Ελληνισμός - Ελληνικότητα, επιμ. Δ.Γ. Τσαούση, Εστία, Ελληνική Κοινωνία 1, Αθήνα, 1983, σ. 52-55.
32
υπάρχει έντονο το στοιχείο του αλυτρωτισμού. Έτσι λοιπόν στο θέμα της σχέσης κοινωνία - έθνος - κράτος, η ελληνική εμπειρία βρίσκεται πλησιέστερα στην ανατολικό- ευρωπαϊκή. Ο
ελληνικός
εθνικισμός
εμφανίζει κατά
συνέπεια
σημαντικές
ομοιότητες με τον γερμανικό, αλλά και τον ιταλικό εθνικισμό. Μια σημαντική διαφοροποίηση όμως των χωρών αυτών απορρέει από το γεγονός ότι τόσο η Ιταλία, όσο και η Γερμανία είναι κράτη, τα οποία στον 19° αιώνα, ιδίως μετά το 1848, που ξεπερνιέται η ταύτιση «εθνικισμός - φιλελευθερισμός» και περνάμε στην περίοδο της Realpolitik, χρησιμοποιούν τη βία και τον πόλεμο για να μπορέσουν να επιφέρουν την εθνική ολοκλήρωση. Στην Ελλάδα αυτό δεν είναι εφικτό και γιατί το κράτος είναι μικρό και γιατί δεν υπάρχει η πολιτική δύναμη. Το γεγονός ότι τον 19° αι. η Ελλάδα δεν είχε τη δυνατότητα να ακολουθήσει παρόμοια πολιτική αποτελεί ειδοποιό διαφορά μεταξύ ελληνικού εθνικισμού από τη μια μεριά και γερμανικού και ιταλικού από την άλλη 33 . Ο
Δραγούμης
δέχτηκε
σοβαρές επιδράσεις από
Ευρωπαίους
διανοητές, όπως τον Nietzsche, τον Maurass και το Barrés. Η στενότατη σχέση μεταξύ Δραγούμη και Barrés φαίνεται και από το γεγονός ότι ο Δραγούμης ζήτησε από τον αδελφό του Φίλιππο να στείλει αντίτυπα του Β' Υπομνήματος του για τα εθνικά ζητήματα σε σημαντικές ξένες εφημερίδες όπως στη «Manchester Quardian», στη «Revue Politique et Parliamentaire», στη «Herald» του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης, στους «Times» του Λονδίνου, στη «Journal de Geneve», αλλά και στον «Maurice Barrés»34. Ο δραγουμικός εθνικισμός όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως "παράρτημα" του Ευρωπαϊκού εθνικισμού. Ο Δραγούμης διοχετεύει τον εθνικισμό του σε μια
Περισσότερες λεπτομέρειες για το θέμα βλ. Stuart Woolf, Ο Εθνικισμός στην Ευρώπη. Πρόλογος: Αντώνης Λιάκος, Μετ. Εφη Γαζή, Αθήνα, Θεμέλιο 1995, σ. 41-57. Βλ. επίσης Ιω. Δημάκη: Φιλελευθερισμός, Σοσιαλισμός και Εθνικισμός στην νεώτερη Ευρώπη. Ιστορικό δοκίμιο, Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1983. Αρχ.Ίωνα Δραγούμη , Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
33
νοτιοανατολική Ευρωπαϊκή χώρα που
βρίσκεται στην περιφέρεια του
διεθνούς συστήματος μ' ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο Bert Hoselitz θα υποστηρίξει ότι «η ιδεολογία του εθνικισμού φαίνεται πως είναι μια από τις απαιτήσεις για την επίτευξη αναπτυξιακών στόχων στις κοινωνίες που έχουν σχετικά χαμηλό επίπεδο οικονομικής εξέλιξης»35. Ο Roupert Emerson θα τονίσει ότι ο εθνικισμός παίζει τον ρόλο μιας
συνεκτικής
δύναμης
μέσα
στις
διαδικασίες
ανασυγκρότησης,
αναδιάρθρωσης και αναπροσαρμογής σε νέες συγχρονισμένες μορφές κοινωνίας και οικονομίας36. Από τη σκέψη των ελλήνων διανοουμένων της γενιάς του 1897, η ευρύτερη σύλληψη της ανθρωπότητας ως έκφρασης μιας υπερεθνικής κοινότητας του ανθρώπινου είδους και της κοινωνικής ουσίας του ανθρώπου απουσιάζει εντελώς, όπως ακριβώς απουσιάζει και από τις θεωρίες των δυτικών εμπνευστών τους (M. Barres, κ.α.). Ετσι, η αντιδιαστολή εθνικισμός -
διεθνισμός στο επίπεδο της ιδεολογίας λαμβάνει μια μονοδιάστατη
ιδεολογική μορφή που αποκτά κάποια διαλεκτικότητα μόνο μέσα στις παρελθοντικές εκφράσεις του ελληνισμού. Καταλήγουμε έτσι σ' έναν πολιτισμικό
εθνικισμό
συνδυασμένο
με μια αντίδραση
εναντίον
του
σύγχρονου ευρωπαϊκού πνεύματος και γενικά του εκμοντερνισμού. Ο Γ. Β. Λεονταρίτης προχωρεί ακόμη πιο πέρα από την αποκλειστική προσήλωση στις πνευματικές και ιδεολογικές πηγές του εθνικισμού. Κατά τη γνώμη του, «ο ελληνικός εθνικισμός υπέστη έναν ποιοτικό μετασχηματισμό, ο οποίος προκλήθηκε όχι μόνο από το πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας και των αναγκών της αλυτρωτικής πολιτικής, αλλά προπαντός από την αποτυχία του ελληνικού κράτους και γενικά της ελληνικής κοινωνίας να αντισταθεί αποτελεσματικά και να ανταποκριθεί δημιουργικά στις εκσυγχρονιστικές
Bert Hoselitz: lcNationalism, Economic Development and Democracy" στο: Otto Feinstem, Two Worlds of Change , New York 1964, σ. 250. Roupert Emerson, "Nationalism and Political Development" στο: Journal of Politics , (1960), σ. 3-28.
34
πιέσεις των καιρών»-3 . Αποτέλεσμα είναι το αντιφατικό φαινόμενο της ύπαρξης από τη μια μεριά φορέων ιδεολογικής αναπροσαρμογής και κοινωνικής
κριτικής γαλουχημένων
με τα σύγχρονα δυτικοευρωπαϊκά
νεορομαντικά και αντιορθολογιστικά ρεύματα και από την άλλη τη στροφή των λογίων αυτών προς τις πολιτισμικές μορφές του παρελθόντος. Διανοούμενοι όπως ο Ίων Δραγούμης, ο Περικλής Γιαννόπουλος κ.α. αποτελούν έκφραση της ιδεολογικής ζύμωσης της εποχής. Κοινό σημείο των διανοούμενων αυτών είναι η δριμύτατη κριτική τους κατά της παρακμής και αποτελμάτωσης της κοινωνίας τους στον ηθικό και πνευματικό τομέα και ότι δεν έβλεπαν γύρω τους τίποτε περισσότερο από μια πολιτισμική στειρότητα. Η αποφυγή της στείρας μίμησης θα αναδείξει την εθνική ιδιαιτερότητα και τον οργανικό δυναμισμό του έθνους 3 ^ Η ανάγκη για ενίσχυση μιας θεωρίας του εθνικισμού καθιστά κομβικό σημείο του ιδεολογικού προβληματισμού το δίλημμα «ευρωπαϊσμός
-
ελληνοκεντρισμός». «Επί του παρόντος», γράφει το 1913 ο Γεώργιος Παπανδρέου «μας ενδιαφέρει μόνο η γνώσις του δρόμου, του οποίου ακολούθησαν ως σήμερον τα ευρωπαϊκά κράτη, επειδή τον ίδιον δρομον θα βαδίσωμεν και ημείς»39. Ο σοσιαλιστής Ν. Γιαννιός γράφει το 1914: «Και το πνεύμα του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού, που ως τώρα είχαμε παραδεχθεί υποχρεωτικά με τον επιστημονισμό, θα κομίσει και σε μας τα τελευταία του αποτελέσματα»40. Ο Ιων Δραγούμης αντιμετωπίζει σαρκαστικά την Ευρώπη. «Οι τέλειοι κορσέδες γίνονται στο Παρίσι, τα τέλεια κράτη πάλι εκεί κατασκευάζονται»41 και παρακάτω, για ελληνικό εθνικό ιδανικό που πρέπει να έχουν οι Ελληνες, «μολονότι πάσκισε με τα όλα του το φραγκοντυμένο ταπεινό και πρόστυχο Γ.Β. Λεονταρίτης, «Εθνικισμός και Διεθνισμός: Πολιτική ιδεολογία» στο: Ελληνισμός Ελληνικότητα , Εστία, Αθήνα, 1983, σ. 29. 38 Όπ. παρ. σ. 29-30. 59 Γ. Παπανδρέου, «Ελληνικόν Μέλλον» στο Κείμενα 1913-1942, τ. Α', Αθήνα 1963, σ.17. Ν. Γιαννιός, Ο φυσικός δρόμος προς την αυριανήν Ελλάδα, Αλεξάνδρεια 1919, σ. 106. 1 «Ελληνικός Πολιτισμός», σ. 30.
35
κράτος να τους δώσει άλλο ιδανικό, μπακάλικο - ένα Βέλγιο μττουρζουαζικό, μια ουδέτερη ευνούχα γελαδοτρόφα Ελβετία» θα σημειώσει42. Ο Αμίλκας Αλιβιζάτος, καθηγητής του Πανεπιστημίου
Αθηνών,
παρατηρεί το 1913: «Ο νέος πολιτιομός, ο Ευρωπαϊκός, φέρει μεθ' εαυτού ιδέας, όχι μόνον 43
αναρχικός» .
αντιθρησκευτικάς, αλλά και αντεθνικός και γενικώς
Ακόμη
ο
Γρηγόριος
Παπαμιχαήλ,
καθηγητής
του
Πανεπιστημίου Αθηνών και μετέπειτα πρύτανης και ακαδημαϊκός, γράφει επίσης το 1913 «Ημείς έχομεν ίδιον πολιτισμόν, τον πολιτισμόν Ελληνοχριστιανικόν,
εφάμιλλον
του
οποίου
δεν
παρήγαγεν
τον η
ανθρωπότης»44. Η συσπείρωση διανοουμένων που προκάλεσε το «Κοινωνικόν μας ζήτημα» του Γεωργίου Σκληρού (1907) υπήρξε, ως προς αυτό το σημείο, καθοριστικότερης σημασίας από άλλες περίπου σύγχρονες σοσιαλιστικού περιεχομένου συσσωματώσεις διαφορετικής έμπνευσης, όπως ήταν η δράση του Πλάτωνα Δρακούλη ή η ίδρυση της «Κοινωνιολογικής Εταιρείας» (1907) με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Η ιδεολογική αντιπαραθετική δυάδα, που αναδύθηκε με αφορμή το έργο του Σκληρού ήταν: «σοσιαλισμός - εθνικισμός», «κοινωνικοί αγώνες - εθνικοί αγώνες». Κατά την Ρ. Σταυρίδη - Πατρικίου^ αντιπαράθεση ευρωπαϊστών ελληνοκεντριστών εντάσσεται στην ανάγκη ενός θεωρητικού διαγράμματος που θα πλαισίωνε την ιδέα του εθνικισμού. Τη μια φορά επειδή γίνεται αντιληπτή η απειλή του σοσιαλιστικού διεθνισμού σε έναν χώρο όπου οι συνειδήσεις των ανθρώπων δεν έχουν ξεπεράσει το εθνικό ζήτημα. Την άλλη φορά επειδή το ελληνικό κράτος, μετά τους Βαλκανικούς πολέμους πραγματώνει ως ένα σημείο τη Μεγάλη Ιδέα, με αποτέλεσμα στο μεν ιδεολογικό
επίπεδο
να
πρέπει
να
αναπροσαρμοσθεί
προς
κάποια
" Οπ.παρ. ,σ. 50. Α. Αλιβιζάτος, Απάντηση στην έρευνα για τις μελλοντικές κατευθύνσεις της φυλής, Αλεξάνδρεια 1919, σ. 88. 4 Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, Ελληνικά Προβλήματα, Αλεξάνδρεια 1915. 4:1
36
κατεύθυνση η επίσημη ιδεολογία, στο δε
κοινωνικοπολιτικό επίπεδο να
κινητοποιηθούν οι δυνάμεις, οι οποίες δεν συμφωνούν με την πολιτική των «προσθηκών», όπως την αποκαλούσαν, και επιθυμούν άλλου είδους αντιμετώπιση των αλυτρωτικών ζητημάτων, όπως π.χ. ανασύσταση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας (Ιων Δραγούμης, Α. Σουλιώτης - Νικολαίδης)Ν,, Λ'Εναν ωραίο συμβολισμό των ιδεολογικών τάσεων εκείνης της περιόδου αποτελεί η ίδρυση των Γενικών Αρχείων του Κράτους και του Βυζαντινού Μουσείου το 1914, δύο θεσμών που θα διαφυλάξουν τα νομιμοποιητικά τεκμήρια της κρατικής υπόστασης του έθνους και τα αποδεικτικά στοιχεία της ιστορικής του συνέχειας4.;. Σ' αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο εντάσσεται και η πρόταση του Δραγούμη για την ίδρυση ενός Πολυτεχνείου Λαϊκής Τέχνης46. Η πορεία αυτή θα κρατήσει έως τις αρχές της δεκαετίας του 1920. Τα μεγάλα
πολιτικά
γεγονότα,η
παρέμβαση
του
αναπτυσσόμενου
κομμουνιστικού κινήματος στον χώρο των ιδεών και οι σοβαρές πολιτειακές αλλαγές της δεκαετίας αυτής, θα επενεργήσουν αποφασιστικά στο ιδεολογικό πλαίσιο της ελληνικής κοινωνίας. Ο Δραγούμης φρονεί ότι τα άτομα οφείλουν να υποτάσσονται στο Κράτος, το οποίο με τη σειρά του αποτελεί την κατ' εξοχήν πολιτική έκφραση του έθνους και μοχλό για την πλήρη ολοκλήρωση του. Από την καθολική εθνική στράτευση δεν εξαιρούνται ούτε και οι διανοούμενοι, οι οποίοι οφείλουν να διανοούνται για την ανάπτυξη του έθνους και του πολιτισμού του. Σ' έναν δραματοποιημένο φανταστικό διάλογο που βρίσκουμε στο Αρχείο του ανιχνεύουμε τις απόψεις του για το ζήτημα αυτό: «Διανοούμενος είναι όποιος ζη με τη σκέψη, όποιος έχει την ικανότητα να διανοείται για όλα τα πράγματα, χωρίς όμως να καταντά ξερίζωτος, κοντόφθαλμος, που νομίζει πως μ' ένα παίξιμο του χεριού, με σειρές επιχειρημάτων, συλλογισμών και
Ρ. Σταυρίδη - Πατρικίου, «Ιδεολογικές αναζητήσεις» στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ\ σ. 42. 46 ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φακ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη].
37
συζητήσεων μπορεί να λύση όλα τα ζητήματα του κόσμου» . Αντίθετα, θα πρέπει να γίνεται φορέας ενός εθνικού πολιτισμού που να χαρακτηρίζεται από πνευματικότητα και ηθικότητα και να μην ξεπέφτει στον άκρατο υλισμό48. Ο Δραγούμης οραματίζεται τους φορείς και τους δημιουργούς του νέου ελληνικού πολιτισμού σαν κάτι ξεχωριστό. Οι φορείς αυτοί θα είναι οι γνήσιοι και ξάστεροι και καθαροί, όχι παρδαλοί και μπογιατισμένοι και ψεύτικοι, εσωτερικοί και όχι εξωτερικοί... αυτόφωτοι και όχι ετερόφωτοι ... με αυτοπεποίθηση , αυτογνωσία, αυτοβουλία... θα είναι ξυπνητοί και δεν θα νυστάζουν, ελεύθεροι κι όχι μουδιασμένοι, πλημμυρισμένοι από αγάπη για τη ζωή, για τη φύση, για τους ανθρώπους, και όχι ξεροί και κρυσταλλωμένοι»49. Οι θέσεις αυτές του Δραγούμη μαρτυρούν σημαντικές επιρροές από την ιδεολογία του Maurrass, ο οποίος φρονούσε ότι κατά την περίοδο του Διαφωτισμού οι διανοούμενοι είχαν επιβάλει «φιλολογική δικτατορία» , ενώ κατά το 19° αι., οι διανοούμενοι μπαίνουν κι αυτοί στο χορό του κέρδους που επιβάλλει
η ταχεία άνοδος του καπιταλισμού
και του εντεινόμενου
ανταγωνισμού σε όλες τις εκφάνσεις της παραγωγής. «Η Διανόηση έτσι γίνεται δούλη της πλουτοκρατίας. Ο χρυσός έρχεται να μεταχειρισθεί το διανοούμενο ως εμπορεύσιμο αγαθό και να τον πληρώσει....»50. Ετσι όμως, οι διανοούμενοι δεν επιτελούν την εθνική τους αποστολή. Ο αντιατομικισμός και η απόλυτη υποταγή του ατόμου στη βούληση του έθνους αποτελεί για τους μωρρασσικούς μια επιπλέον πηγή - μήτρα του εθνικισμού, στο βαθμό που η απόρριψη των ατομικιστικών βάσεων του φιλελευθερισμού βρίσκεται σε σύμπνοια με τις ανάγκες συλλογικότητας της εθνικιστικής ιδεολογίας και του εθνικιστικού κράτους. Ετσι ο εθνικισμός και ο αντιφιλελευθερισμός
συμμαχούν απέναντι στον κοινό τους εχθρό: το
«Πολιτισμός και διανοούμενοι», Αρχ. Ι. Δραγούμη, Β' σειρά, φάκ. 17, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Οπ. παρ. »Ελληνικός Πολιτισμός», σ. 31-32. 50 Charles Maurrass, Οι διανοούμενοι και το Μέλλον, Ελεύθερη Σκέψις, 1988, σ. 49
38
ατομικιστικό αστικό κράτος. Για τον εθνικισμό, «κάθε προσωπικό προνόμιο, που αποτιμάται με απώλεια για την πατρίδα, φαίνεται πλάνη και σφάλμα. Και κάθε πολιτικό πρόβλημα που δεν έχει επιλυθεί σε σχέση με τα γενικότερα συμφέροντα της πατρίδας, φαίνεται ως ένα πρόβλημα ημιτελώς λυμένο»51. Οι απόψεις του Barres και του Maurass θα επηρεάσουν καθοριστικά τη δραγουμική εθνικιστική ιδεολογία. Ο «γήινος» εθνικισμός, ο αντιατομικισμός, η αναγκαιότητα της απόλυτης υποταγής του ατόμου στην εθνική βούληση, αποτελούν
συστατικά στοιχεία της δραγουμικής ιδεολογίας.
Αλλωστε το ίδιο το Κράτος οφείλει, κατά τον Δραγούμη, να θέτει ως πρώτιστο στόχο την επέκταση του έθνους και την ολοκλήρωση της εθνικής του αποστολής. Συνεπώς, η άσκηση της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής οφείλει να συγκεντρώνει το αμέριστο ενδιαφέρον και να αποτελεί την πρωταρχική μέριμνα των κρατικών λειτουργών. β. Η αποτελεσματικότερη άσκηση της εξωτερικής πολιτικής Κατά τον Δραγούμη, πρώτιστος στόχος του ελληνικού κράτους οφείλει να είναι η ένωση της φυλής. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, απαιτείται εκπόνηση συστηματικού σχεδίου εξωτερικής πολιτικής, το οποίο θα διακρίνει τους μακροπρόθεσμους και τους βραχυπρόθεσμους στόχους, θα ιεραρχεί τις προτεραιότητες, θα προδιαγράφει την οργάνωση άσκησης πολιτικής, θα προβλέπει την ψήφιση κατάλληλης νομοθεσίας και θα αποβλέπει στην κατάρτιση διπλωματικής
υπηρεσίας
αντάξιας του ονόματος
και της
αποστολής της. Υποστηρίζει ο Δραγούμης: «Το σχέδιον της εξωτερικής πολιτικής θα διακρίνη τα απώτερα σκοπούμενα από τα αμεσώτερα, θα προδιαγραφή τας οργανώσεις, αίτινες διά να φθάσουν εις αποτελέσματα θα χρειάζωνται μακροχρόνιον επίμονον και συστηματικήν εργασίαν, και θα
51
Le Nationalisme Français - Anthologie 1871-1914, σ. 201.
39
προϋποθέτη
και νομοθετήματα, αλλά και θέλησιν προς
καταρτισμόν
υπηρεσίας εξωτερικής , αξίας του ονόματος»52. Ο Δραγούμης πιστεύει ότι η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας οφείλει να προσαρμοστεί στη θέση της Ελλάδας ως κράτους, αφ' ενός ναυτικού και μεσογειακού - κυρίου του Αιγαίου, βάσεως αμύνης και επικοινωνίας της περιοίκου Ελλάδος - αφ' ετέρου δε Βαλκανικού και Ανατολικού53. Στη συνέχεια θα καταθέσει κάποιες προτάσεις για την αποτελεσματικότερη προστασία των δικαίων του Ελληνισμού από το Ελληνικό κράτος. Η προσέγγιση της Ελλάδας προς τις ναυτικές Δυνάμεις θα εξυπηρετήσει τα εθνικά πολιτικά και εμπορικά συμφέροντα. Η διατήρηση σχέσεων καλής γειτονίας προς τα όμορα και περίοικα κράτη, με βάση το διακανονισμό των ορίων του κράτους, σύμφωνα με τα ιστορικά και εθνολογικά δίκαια του Ελληνισμού σε συνδυασμό και προς τις οικονομικές και στρατηγικές ανάγκες του Ελληνικού Βασιλείου, η καλλιέργεια στενότερων σχέσεων προς τα κράτη της Εγγύς Ανατολής στη βάση της εξασφάλισης ελεύθερης και αυτόνομης διαβίωσης και ανάπτυξης των εκεί ομοφύλων, η προσπάθεια συμφιλίωσης και προσέγγισης των βαλκανικών και ανατολικών εθνών και η πλήρης ελευθερία στις εμποροβιομηχανικές και οικονομικές ευρύτερα σχέσεις της Ελλάδας είναι μερικές από τις προτάσεις που θα καταθέσει ο Δραγούμης για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας σε ένα αδημοσίευτο Μανιφέστο Προγραμματικών Αρχών κατά το 192054. Ως γνώμονα στη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής πρέπει να έχει το Ελληνικό κράτος τα συμφέροντα του Εθνους στην Ανατολή και προπάντων στη Θράκη και την Τουρκία, διότι εκεί απομένει το μεγαλύτερο μέρος του αλύτρωτου Ελληνισμού, ενώ πρέπει να εξασφαλίζει σ' αυτόν όρους ζωής άνετης σε συνδυασμό και με τη διατήρηση της εθνικής του υπόστασης55.
«Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 6. Αρχ.Ίωνος Δραγούμη,Σειρά Α' φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 6.
40
Ταυτόχρονα, οφείλει ο Ελληνισμός της Διασποράς να οργανωθεί κοινοτικά και οικονομικά, έτσι ώστε η εθνική του συνείδηση να συντηρείται και από συμφεροντολογικούς λόγους. Θα τονίσει χαρακτηριστικά: «Δεν χρειάζονται μόνον σχολεία, εκκλησίες νοσοκομεία, κοινότητες και εφημερίδες, αλλά και οικονομική εξάρτησις από το κέντρον, προπάντων δε αύτη. Να γίνουν Ελληνικαί επιχειρήσεις και συνεταιρισμοί με κέντρον την Ελλάδα και με ακτίνα τον Ελληνισμόν. Να δημιουργηθή τακτική υπηρεσία διά την προστασίαν των Ελλήνων μεταναστών εις την αλλοδαπήν .... να ληφθή πρόνοια όπως διά την Ελλήνων του εξωτερικού διαδίδωνται τα Ελληνικά προϊόντα εις τρόπον ώστε ο κάθε Ελλην εις το εξωτερικόν να είναι οιονεί πράκτωρ του Ελληνικού εμπορίου. Να ιδρυθούν εμπορικά επιμελητήρια μικτά, διά την ανάπτυξιν των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ ξένων κρατών και της Ελλάδος»56. Προκύπτει, λοιπόν, ότι ο Δραγούμης θεωρεί την οικονομική πολιτική μιας χώρας ως άρρηκτα δεμένη με την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της. Επίσης η αποτελεσματικότητα της εξωτερικής πολιτικής εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τη συνεπή άσκηση της διακρατικής οικονομικής πολιτικής και του διεθνούς εμπορίου. Εμφανής είναι εξάλλου η πεποίθηση του Δραγούμη για την αναγκαιότητα λειτουργίας του ελληνικού κράτους ως πραγματικού
εθνικού κέντρου συσπείρωσης
του αλύτρωτου
και του
παροικιακού Ελληνισμού. Για να επιτευχθούν, όμως, όλα αυτά χρειάζεται η διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου των Εξωτερικών «... να ποτισθή με ολόκληρον σύστημα νέων ιδεών και να ανατραφούν με αυτές οι νεώτεροι».57 Στο Μανιφέστο των Προγραμματικών Αρχών που θα υπογράψει μαζί με τον Γ. Μπούσιο και τον Map. Αντωνάκη το 1920, θα προτείνει την ελάττωση της στρατιωτικής
θητείας
με
εφαρμογή προπονήσεως
και
συστήματος
σκοπευτηρίων και ιματισμού κατά το ελβετικό πρότυπο, την εφαρμογή ενός συστήματος τάχιστης επιστράτευσης κατά περιφέρειες, καθώς επίσης και την
56
Όπ. παρ. σ. 7.
57 -~
υπ. παρ.
41
εκπόνηση ναυτικού προγράμματος που
θα μπορούσε αυτοτελώς να
εξασφαλίσει την άμυνα της χώρας και τις συγκοινωνίες.58 Ταυτόχρονα, θα προτείνει τη συγκρότηση του μέγιστου μέρους του στόλου από μοίρες καταδρομικών, αντιτορπιλλικών
και υποβρυχίων, τη δημιουργία νέων
ναυτικών βάσεων και σημείων στηρίξεως και την εγκατάσταση βιομηχανιών για όλα τα είδη της άμυνας της χώρας, κρατικών ή ημικρατικών.59 Αλλωστε, σε κάθε ευκαιρία θα τονίζει ο Δραγούμης τον καθοριστικό ρόλο του στρατού μέσα στο κράτος και την κοινωνία. «Μεταξύ των υγιέστερων στοιχείων του Εθνους είναι και ο Στρατός, ιδίως μετά την ίδρυση της Γενικής Διοικήσεως αυτού, οπότε κατέστη ανεξάρτητος στα φρονήματα του»60. Η στρατιωτική ισχύς αποτελούσε, κάτω από τις ειδικές συνθήκες της εποχής τη συνισταμένη της διπλωματικής δύναμης, της οικονομικής αντοχής και της πολιτικής σταθερότητας της χώρας. Η προπαρασκευή όφειλε να διενεργηθεί και να ολοκληρωθεί στο πεδίο τόσο του έμψυχου όσο και του άψυχου υλικού. Η κυβέρνηση Δημ. Ράλλη και κυρίως η κυβέρνηση Θεοτόκη μερίμνησε για την αναδιοργάνωση του στρατού και του στόλου. Οι θεσμοί του Γενικού Διοικητή και των Γενικών Επιτελών μαζί με τον οργανισμό του στρατού
του
1904 αποτελούν
συνεπή προσπάθεια
εισαγωγής του
συστήματος οργανώσεως του γερμανικού στρατού στον ελληνικό. Η στρεβλή προσαρμογή τους στην ελληνική πραγματικότητα οδήγησε σε απογοητευτικά αποτελέσματα και δημιούργησε μια «αυλική καμαρίλα» που κλόνισε την πειθαρχία στο στράτευμα. Η μετάκληση ξένης στρατιωτικής αποστολής για την κατάλληλη εκπαίδευση των στελεχών και την πληρέστερη οργάνωση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας είχε οριστικά ληφθεί από την κυβέρνηση Στεφ. Δραγούμη. Η εκλογή όμως των Γάλλων εκπαιδευτών για τον στρατό και των Αγγλων για το ναυτικό είχε ξεσηκώσει σοβαρές αντιδράσεις στους κόλπους Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ. Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
42
της Αυλής, προσανατολισμένης στη μετάκληση Γερμανών ή Αυστριακών οργανωτών. Ο Βενιζέλος περιέλαβε την απόφαση των προκατόχων του με το κύρος της δικής του ακλόνητης πεποίθησης
για την ανάγκη στενής
συνεργασίας με τις δυνάμεις της Συνεννόησης. Παράλληλα επιχείρησε να αποθαρρύνει μελλοντική ανάμειξη των στρατιωτικών στην πολιτική ζωή της χώρας και, παρά την αντίδραση των μελών του Στρατιωτικού Συνδέσμου, επανέφερε στη Διοίκηση του στρατού τον διάδοχο Κωνσταντίνο θεωρώντας ότι: «το άμεσον συμφέρον αυτής της χώρας και των στρατιωτικών ημών πραγμάτων
απήτει, όπως αι γνώσεις, η εμπειρία του αντιστράτηγου
Διαδόχου του θρόνου, η στρατιωτική, μη μείνη εντελώς αχρησιμοποίητος δια την χώραν....»61. Η απόφαση αυτή θα έχει σημαντικές συνέπειες για τις μετέπειτα
εξελίξεις
στην
πολιτική
κατάσταση
της
χώρας,
αφού
ο
Κωνσταντίνος θα γίνει πόλος συσπείρωσης μιας μερίδας αξιωματικών που αναζητούσαν την πηγή της εξουσίας όχι στο πρόσωπο του υπεύθυνου και εκλεγμένου πρωθυπουργού της χώρας αλλά στο πρόσωπο του διαδόχου. Εξάλλου ο διάδοχος και οι πρίγκηπες θα αποτελέσουν δίαυλο διείσδυσης της γερμανικής Αυλής στα ελληνικά πράγματα, όπως δείχνει και η απαίτηση του αυτοκράτορα
Γουλιέλμου για την
επαναφορά τους στις τάξεις του
62
στρατεύματος . Στα πλαίσια των θέσεων του για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής, θα υποστηρίξει την ίδρυση Υπουργείου Εμπορίου και Γεωργίας για την υποστήριξη της επέκτασης του ελληνικού εμπορίου στην Ανατολή, την επάνδρωση
της Υπηρεσίας του Υπουργείου
των
Εξωτερικών με ένα τριμελές Συμβούλιο επί των Ανατολικών πραγμάτων για την πλήρη μελέτη και διαγραφή σταθερής εξωτερικής πολιτικής , την αύξηση των
κονδυλίων
εξωτερικών
δαπανών, την
αγαστή συνεργασία
των
Υπουργείων Εξωτερικών και Γεωργίας και Εμπορίου, καθώς επίσης και την 1
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1911. Συνεδρίασις της 14 Ιουνίου, σ. 117131. 62 Πολ. Ενεπεκίδης, Η δόξα και ο Διχασμός (1908-1916), Αθήνα 1962, σ. 57-59.
43
ίδρυση τμήματος εξωτερικού εμπορίου.
Η αγορά γης στις αλύτρωτες
ελληνικές επαρχίες από Ελληνες, η οικονομική ενίσχυση του στρατού και του στόλου, εκπαιδευτική πολιτική οργανωμένη στις αλύτρωτες περιοχές, η θωράκιση
της
οικονομίας,
του
ίδιου
του
ελληνικού
κράτους
θα
συμπληρώσουν τις προτάσεις του για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής64. y. Η Μεγάλη Ιδέα και το Ανατολικό ιδεώδες του Δραγούμη Ο Δραγούμης, όπως και ο στενός του συνεργάτης Αθανάσιος Σουλιώτης - Νικολαίδης, ήταν θιασιώτης της ελληνο-οθωμανικής αντίληψης. Ο ελληνοοθωμανισμός, ως στρατηγική μέθοδος προστασίας των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θα ξεκινήσει μετά την αποτυχία της Κρητικής Επανάστασης του 1866-1869 και την εμφάνιση του σλαβικού παράγοντα στη Βαλκανική μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας (1870) και
τη
Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (1878)65. Αξίζει να θυμηθεί κανείς το
σχέδιο Ζαρίφη, το οποίο πρόβλεπε την ένωση της Ελλάδας και της Τουρκίας και την ίδρυση αυτοκρατορίας κατά το πρότυπο της Αυστρο-Ουγγαρίας. Η Θεσσαλία, η Ηπειρος και η Μακεδονία θα ενώνονταν με την Ελλάδα και θα αποτελούσαν ένα διευρυμένο «Ελληνικό Βασίλειο» υπό το σκήπτρο του σουλτάνου. Το βασίλειο αυτό θα είχε τους δικούς του θεσμούς και θα συμμετείχε στη διαχείριση των υποθέσεων της αυτοκρατορίας. Η σημασία της πρότασης Ζαρίφη έγκειται όχι τόσο στην πραγματοποίηση της ή μη, αλλά στην επιβεβαίωση του πόσο ριζωμένη ήταν στη συνείδηση ενός σημαντικού τμήματος της ηγεσίας του Ελληνισμού η άποψη ότι η Μεγάλη Ιδέα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μονάχα με τη σύμπραξη των Τούρκων66.
Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. «Α' Προκήρυξη στους σκλαβωμένους και ελευθερωμένους Ελληνες», σ. 9-11. 65 Περισσότερα βλ. Ελλη Σκοπετέα, Το Πρότυπο Βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέα (1830-1880) , Θεσσαλονίκη 1984, σ. 309-324. 66 Κωφός Ευαγγ., Ο Ελληνισμός στην περίοδο 1869-1881, Αθήνα 1981, σ. 16.
44
Η
ίδρυση
του ανεξάρτητου ελληνικού
κράτους το
1830 θα
σηματοδοτήσει την ύπαρξη εκατομμυρίων Ελλήνων αλύτρωτων πλέον στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η έναρξη του αγώνα της Ανεξαρτησίας και η σύσταση του ελληνικού βασιλείου συνέβαλαν αποφασιστικά στην επικράτηση αυτόνομης «εθνικής» συνείδησης. Οι αδυναμίες όμως του ελληνικού κράτους να ανταποκριθεί στους φιλόδοξους στόχους της Μεγάλης Ιδέας, της απαλλαγής, δηλαδή, από τον ξενικό ζυγό όλων των αλύτρωτων ομοεθνών, παρακίνησαν
έναν μεγάλο αριθμό επιφανών αλύτρωτων να
αντιμετωπίζει θετικά το ενδεχόμενο ισχυροποίησης του ελληνικού στοιχείου στον χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Χαρακτηριστικά ο «Νεολόγος», δημοσιογραφικό όργανο αντιπροσωπευτικό των τάσεων που κυοφορούνταν στους κόλπους των Ελλήνων της Πόλης, πρόβαλλε ως Μεγάλη Ιδέα του ελληνισμού τη διάδοση της ελληνικής παιδείας και του ελληνικού πολιτισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία υπό την αιγίδα της οθωμανικής ισχύος67. Η παραχώρηση του «Τανζιμάτ» το 1856 αναζωπύρωσε τις ελπίδες των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι προσέβλεπαν στον ελληνοοθωμανισμό ακόμη και μετά την «καταγγελία» των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων από τον Αβδούλ Χαμίτ το 1877. Μονάχα μετά τη διάψευση των ελπίδων που γέννησε το κίνημα των Νεότουρκων (1908) η ιδέα της ένταξης όλων των αλύτρωτων στους κόλπους του διευρυμένου ελληνικού εθνικού κράτους άρχισε να κερδίζει σημαντικό έδαφος στους κύκλους των αλύτρωτων Ελλήνων. CcH απλουστευτική διάκριση μεταξύ της Ελληνικής Μεγάλης Ιδέας και της «φαναριωτικής» αντίληψης για την ευρύτερη αποστολή του Γένους στον χώρο της Εγγύς Ανατολής δεν ανταποκρινόταν ουσιαστικά στην ύπαρξη δύο πραγματικοτήτων
στεγανά διαφοροποιημένων.
Ανεξάρτητα
από
τους
δημαγωγικούς μύδρους που τροφοδοτούσαν τον κομματικό ανταγωνισμό η
Κ. Σβολόπουλος, Κωνσταντινούπολη (1856-1908). Η ακμή του ελληνισμού, Αθήνα 1994, σ.22.
45
ελλαδική πολιτική ηγεσία, αντιμετώπιζε στο δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα δύο εναλλακτικές προοπτικές: τη συσπείρωση σε ενιαίο μέτωπο με τα αλύτρωτα σλαβικά έθνη, προκειμένου να αποτινάξει την οθωμανική κυριαρχία από τη βαλκανική χερσόνησο ή, αντίθετα, τη συνεννόηση με την Πύλη, προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα και να ενισχύσει τη θέση του Ελληνισμού στους κόλπους
της Οθωμ. Αυτοκρατορίας. Από
την
άλλη πλευρά
εκδηλωνόταν η παράλληλη ροπή της Αθήνας προς μια διμερή συνεννόηση με την Τουρκία, η οποία, εφόσον αποδεικνυόταν εφικτή, θα προσφερόταν να αποτελέσει ανασχετικό έρεισμα απέναντι στην εντεινόμενη σλαβική πίεση®®. Με την επανάσταση των Νεότουρκων, το 1908, θα ξανατεθεί, και μάλιστα εντονότερα από πριν, το ζήτημα της προτεραιότητας του σλαβικού κινδύνου. Η ήττα του οθωμανικού ancient regime, που επιτελέστηκε με τη νεοτουρκική
επανάσταση,
αναστάτωσε
τις
ισορροπίες
που
είχαν
διαμορφωθεί στη Βαλκανική και κλόνισε γι' άλλη μια φορά τα δεδομένα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Επιπλέον, έφερε και πάλι στην επιφάνεια το ζήτημα του ρόλου των Ελλήνων της Οθωμ. Αυτοκρατορίας ως προς τον προσανατολισμό του εθνικού ζητήματος69. Μέσα σ'αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε από τον Ίωνα Δραγούμη και τον Αθαν. Σουλιώτη - Νικολαϊδη η «Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως», η οποία ανέλαβε να παίξει τον ρόλο του συνδέσμου ανάμεσα στο νεοτουρκικό καθεστώς και στο ελλαδικό κράτος. Οι Δραγούμης και Σουλιώτης, όπως θα αναλύσουμε, είχαν ενστερνισθεί την άποψη ότι η Αυτοκρατορία έπρεπε να αλωθεί από τα μέσα και ότι φυσικά θα εξελληνιζόταν. Δήλωναν μάλιστα ρητά την περιφρόνηση της προς το «κρατίδιον», όπως αποκαλούσαν το ελληνικό κράτος. Εθεταν όμως ένα σημαντικό δίλημμα στην εξωτερική πολιτική του «κρατιδίου»: Την επιλογή ανάμεσα στη φιλική εκσυγχρονισμένη
Κ. Σβολόπουλος, Κωνσταντινούπολη (1856-1908). Η Ακμή του Ελληνισμού, Αθήνα 1994, σ.31-32. 69 Λίνα Λουβή «Το Εθνικό Ζήτημα, Σλαβικός κίνδυνος και ελληνική εξωτερική πολιτική», στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. 5, Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα 2004, σ.39.
46
και πολλά υποσχόμενη Τουρκία και τη σλαβική φυλή που «σφετερίστηκε» τη Μακεδονία70. Το Ελληνοτουρκικό όμως ιδεώδες ήρθε στην επιφάνεια εντονότερα κατά την πρώτη δεκαετία του 20ου αι., ιδίως μετά το κίνημα των Νεότουρκων και τις προοπτικές που αυτό άφηνε να φανούν, στην αρχή τουλάχιστον. Κύριοι εκπρόσωποι του ιδεώδους αυτού υπήρξαν οι Αθαν. Σουλιώτης Νικολαϊδης και Ίων Δραγούμης. Η ιδεολογία των Σουλιώτη - Δραγούμη δεν είναι
ούτε ο εξελιγμένος βυζαντινοοθωμανισμός
του
Ρήγα
και
των
Νεότουρκων, ούτε ο εθνικισμός της Μεγάλης Ιδέας. Πρόκειται για μια ιδεολογία που συνδυάζει και τα δύο και θεμελιώνεται στην πολιτιστική ταυτότητα της Ανατολικής Μεσογείου και των εθνών που απαρτίζουν την περιοχή αυτή. Ο Δραγούμης δεν πιστεύει σ' ένα βυζαντινό ή οθωμανικό έθνος, αλλά σε πολλά χωριστά έθνη, όπως το ελληνικό έθνος ή το τουρκικό έθνος,
τα
οποία
πρέπει
να
συνεννοηθούν
στους
κόλπους
μιας
συνομοσπονδίας , για να διαφυλαχθεί η βασική πολιτιστική ταυτότητα του κόσμου του Αιγαίου. Αργότερα, μετά την υλοποίηση της συνομοσπονδίας, θα ήταν δυνατή η μετάβαση σ' ένα δεύτερο στάδιο, υπερεθνικό, με τη δημιουργία μιας «ανατολικής φυλής»71. Επικαλείται μάλιστα σαν παράδειγμα τον βασιλιά Αλέξανδρο που κατέκτησε την Ανατολή και νυμφεύτηκε την κόρη του Δαρείου72. Πώς νοείται όμως η «Ανατολή»; Ο Α. Σουλιώτης θα δώσει την απάντηση: «και λέμε Ανατολή το μέρος της γης... όπου ο άνθρωπος πρωτοδημιούργησε θρησκείες και φιλοσοφίες και πολιτείες, όπου ήταν η Βαβυλώνα, η Αλεξάνδρεια, η Νινευή, η Μέκκα, η Ιερουσαλήμ, η Αθήνα, η Πόλη που μπορούσα να το ορίσω στα μαθηματικά αλλά μου φαίνεται να το
«Ο αντισλαβισμός» ενισχύθηκε ιδιαίτερα μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας (1871) και τη Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου (1878). Περισσότερα βλ. Παρ. Ματάλας, Εθνος και Ορθοδοξία. Οι περιπέτειες μιας σχέσης. Από το «ελλαδικό» στο βουλγαρικό σχίσμα, Ηράκλειο, 2002. « Όσοι ζωντανοί», σ. 128. 72 Όπ. παρ. σ. 85.
47
ορίζω πιο βαθιά, λέγοντας Ανατολή, όπου γης πήγε ο Μέγα Αλέξανδρος»73. Κατά τον Δ. Κιτσίκη, τόσο ο Σουλιώτης όσο και ο Δραγούμης ανήκαν σε εκείνο το ανατολικό αντιλατινικό κόμμα, το οποίο ξεκινώντας από τον Μεσαίωνα,
περνά
από
τον
Γεώργιο Τραπεζούντιο,
την
ελληνική
αριστοκρατία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Φαναριώτες) και συνεχίζεται πέρα από τον Σουλιώτη και τον Δραγούμη με τους αντιβενιζελικούς και τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά7);. Η ανατολική θεωρία του Ίωνα Δραγούμη θα βρει την αναλυτικότερη έκφραση της στο περίφημο άρθρο του με τίτλο «Αυτοκρατορία και Ανατολή» που θα δημοσιευθεί στην «Πολιτική Επιθεώρηση» στις 6 Αυγούστου 1916. Το άρθρο αυτό είναι μια κριτική της μελέτης του βουλευτή Κερκύρας Κ.Σ. Σοκόλη με τον τίτλο, «Αυτοκρατορία»75. Ο Σοκόλης υποστηρίζει ότι η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρξε κοσμοπολίτικο κράτος, αφού επιδίωξε τον εκχριστιανισμό, δηλαδή τον εκπολιτισμό της ανθρωπότητας μέσω της θρησκείας. Το έργο της Αυτοκρατορίας, υπήρξε πολυσύνθετο, λογοτεχνική παραγωγή, θρησκευτική μεταρρύθμιση, διπλωματία, εμπόριο, ενώ η μεγαλύτερη υπηρεσία της Αυτοκρατορίας προς την ανθρωπότητα υπήρξε η συνύπαρξη και διοίκηση πολλών λαών υπό την ιδέα της αδελφότητας. Η Επανάσταση του 1821 έγινε με κίνητρο την αυτοκρατορική ιδέα . Η Επανάσταση στρεφόταν εναντίον των Μουσουλμάνων κατακτητών και έγινε από ολόκληρο το Γένος των Ρωμαίων. Κανείς δεν Επανάσταση
σκέφθηκε
την
ως απλό φυλετικό αγώνα με σύμμαχους τους ορθόδοξους
Αλβανούς. Η αρχή των εθνικοτήτων όμως, έθεσε την ταφόπλακα στην
Αθαν. Σουλιώτης - Νικολαϊδης, Η Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως (επιμ.- εισαγ. Θ. Βερέμης-Κ. Μπούρας), Αθήνα 1984, σ. 103. Δ. Κιτσίκης, Συγκριτική Ιστορία Ελλάδας και Τουρκίας στον 20ο αι., Εστία, Αθήνα 1978, σ.92. Ο Κωνσταν. Σοκόλης, γιατρός, γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1872 και πέθανε το 1918. Διετέλεσε Βουλευτής Κερκύρας από το 1912 έως το 1918 (αρχικά θεοτοκικός και τελικά βενιζελικός).
48
αυτοκρατορική
ιδέα.
Η
αρχή
των
εθνικοτήτων
εισήχθη
από
τους
ιταλοσπουδασμένους νέους, κατά παρότρυνση και της ξένης διπλωματίας, με αποτέλεσμα η αυτοκρατορική ιδέα να εκπέσει σε ένα μεγαλοιδεατισμό κατακτητικού τύπου, που απέβλεπε μονάχα στην επέκταση των συνόρων του ελληνικού κράτους. Η Αυτοκρατορία είχε ως βάση την πίστη και όχι τη φυλή, τη γλώσσα , το έθνος. Ο νέος ελληνισμός θα έχει ως βάση την αδελφότητα. Ο ρόλος του ελληνισμού στη διαδικασία αυτή θα είναι καθοριστικός. Οι Ελληνες είναι αυτοί που πρώτοι θα λάβουν συνείδηση του ανατολικού πολιτισμού τους και θα συνεγείρουν και τους άλλους. «Και ούτω το πνεύμα του ελληνισμού θα επικράτηση της ύλης και θα μαλάξη και θα ενώση την Ανατολήν»76. Η εμβάθυνση στις ρίζες του νεοελληνικού πολιτισμού θα φανερώσει στους Ελληνες την ανατολικότητά τους . Είναι
γεγονός
«οικουμενικού»
ότι
η
ιδεολογικού
αντιπαραβολή
του
«εθνικού»
και
του
ρεύματος ανάγεται στις παραμονές
της
Επανάστασης του 1821. Η «οικουμενική» ιδέα συμφωνούσε με το πνεύμα της βυζαντινής παράδοσης και πρόβλεπε οικονομική και πνευματική, ενδεχομένως και πολιτική κυριαρχία του ελληνισμού μέσα στα πλαίσια της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Φορείς της αντίληψης αυτής υπήρξαν οι κύκλοι των Φαναριωτών και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η εθνική ιδέα αποσκοπούσε στην ίδρυση εθνικού κράτους που θα διέκοπτε κάθε επαφή με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και θα διακρινόταν σαφώς από τον χώρο των λοιπών υποδούλων λαών της Βαλκανικής. Εξοχος πνευματικός εκπρόσωπος
του ελληνικού εθνικισμού υπήρξε ο Αδάμ.
Κοραής. Η εθνική ιδέα τονώθηκε ιδιαίτερα μετά τη Γαλλική Επανάσταση και τον ιδεολογικό της αντίκτυπο στους υπόδουλους Ελληνες. Ο Ρήγας Φεραίος από τη μεριά του επιχείρησε να συνθέσει τα δύο αντιμαχόμενα ρεύματα στην
76
Ι. Δραγούμη , «Αυτοκρατορία και Ανατολή», Πολιτική Επιθεώρησις , περίοδος Β', Ετος Α', 6 Αυγούστου 1916, σελ. 1087.
49
«Ελληνική
Δημοκρατία»
που
παρουσίασε
ως
όραμα ενδεδειγμένης
μελλοντικής πολιτειακής συγκρότησης του Ελληνισμού. Το όραμα του Ρήγα διαπνεόταν από τις ιδέες της Δημοκρατίας της Γαλλικής Επανάστασης, όπως διαφαίνεται από τις προτάσεις του για την πολιτειακή οργάνωση του νέου σχήματος, ενώ ο βυζαντινορθόδοξος οικουμενισμός είναι εμφανής στα εκτεταμένα όρια και την πολυεθνική σύσταση του νέου κράτους77. Ο Δραγούμης διαφωνεί με την άποψη του Σοκόλη ότι η αντίληψη των Ελλήνων για την φυλή και την πατρίδα υπό στενή έννοια αποτελεί μίμηση ευρωπαϊκών
αντιλήψεων.
Οι
Ελληνες,
ως
προοδευτικοί
άνθρωποι,
εγκολπώθηκαν κι αυτοί τη νέα ιδέα. Οφείλουν, όμως, να ξεπεράσουν το αρχικό στάδιο πρόσληψης αυτής της νέας ιδέας. Οι άλλοι ανατολικοί λαοί, μιμούμενοι
τους Ελληνες απέκτησαν
συνείδηση
της φυλετικής τους
υπόστασης με τη στενή έννοια, με αποτέλεσμα τις μεταξύ τους συγκρούσεις και την απώλεια της αυτοκρατορικής ιδέας. Ηρθε όμως η στιγμή οι Ελληνες να συνειδητοποιήσουν την ελληνική καταγωγή τους, παρά τις ποικίλες δυτικές επιρροές που έχουν δεχθεί και να κινητοποιήσουν
προς την
κατεύθυνση αυτή και τους άλλους ανατολικούς λαούς, «διότι είναι αναμφισβήτητον ότι υπάρχει μέγιστη διαφορά και αντίθεσις μεταξύ Ανατολής και Δύσης και ότι αν τυγχάνωμεν λεπτότεροι και ασθενικότεροι των δυτικών λαών οφείλεται εις την ανατολικότητά μας»78. Πώς θα επιτευχθεί όμως η ένωση της Ανατολής; Σίγουρα όχι με πολεμικές μεθόδους. Ο Αλέξανδρος και οι Ρωμαίοι κατέκτησαν την Ανατολή με τα όπλα . Οι Νεοέλληνες όμως ούτε θα θελήσουν, ούτε και θα μπορέσουν να κατακτήσουν την Ανατολή με τα όπλα. Η επιδιωκόμενη ένωση λοιπόν θα γίνει με την ομοσπονδία των ανατολικών κρατών. Ιδιαίτερα σημαντικός οφείλει να είναι και ο ρόλος του Οικουμενικού
Δίον. Ζακυνθινός, Η Τουρκοκρατία, Εισαγωγή εις την νεωτέραν Ιστορίαν του Ελληνισμού, Αθήναι 1957, σ. 93-94. Ι. Δραγούμη, «Αυτοκρατορία και Ανατολή», οπ.παρ. σ. 1088.
50
Πατριαρχείου στην πραγμάτωση του Ανατολικού ιδανικού. Καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος των Ελλήνων και του Πατριαρχείου στην σύμπηξη του κόμματος των εθνικοτήτων στην Οθωμανική Βουλή, με κοινό πρόγραμμα την επιδίωξη
ισοπολιτείας των λαών της αυτοκρατορίας, την κατάργηση
φυλετικών και θρησκευτικών διακρίσεων, το σεβασμό της γλώσσας και της εθνικής αυτονομίας όλων των φυλών, χωρίς όμως τοπικές ή γεωγραφικές αυτονομίες. Υπό την ηγεσία των Ελλήνων της Αυτοκρατορίας εργάζονταν Σέρβοι, Βούλγαροι, Βλάχοι, Αρμένιοι και Αλβανοί, και φιλελεύθεροι Τούρκοι και Αραβες και Κιρκάσιοι τείνοντες όλοι στον κοινό σκοπό της αναδιοργάνωσης της Αυτοκρατορίας. Η συνεργασία των εθνοτήτων στην
Οθωμανική
Αυτοκρατορία υπήρξε η αφετηρία και η βάση της συμμαχίας των βαλκανικών κρατών, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να υπάρχει, χωρίς τη σερβική και βουλγαρική αντίληψη για εδαφικές προσαρτήσεις. Σύμφωνα με τον Δραγούμη , η βαλκανική συμμαχία όφειλε να κινηθεί στη κατεύθυνση της ομοσπονδιοποίησης των βαλκανικών κρατών και όχι στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 και 1913, οι οποίοι επιδίωξαν εντελώς αντίθετο σκοπό, δηλαδή τη διάλυση της Αυτοκρατορίας και την εξ ίσου ενίσχυση
των ήδη υπαρχόντων κρατών της Βαλκανικής με το
αμφιβόλου αξίας δόγμα της μεταξύ τους ισορροπίας. Ο γεωγραφικός διπλασιασμός της Ελλάδας, σήμαινε ταυτόχρονα και διπλασιασμό της Σερβίας και της Βουλγαρίας και μεγέθυνση της Ρουμανίας και μείωση της Αυτοκρατορίας, η οποία όφειλε να είναι η μόνη αληθινή και μέγιστη δύναμη του Ελληνισμού79. Το Ελληνικό κράτος λοιπόν θα πρέπει να προετοιμάζεται για την πραγματοποίηση του συνασπισμού Τουρκίας, Ρουμανίας, Σερβίας , Μαυρο βουνίου και Αλβανίας, για να εξαναγκάσει αφ' ενός τη Βουλγαρία σε παραδοχή του σχεδίου, αφ' ετέρου να επιβάλει το σεβασμό της Ανατολής εκ Ί9
Όπ.παρ.σ.
1091.
51
μέρους της Ευρώπης και της Ρωσίας. Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί με την εφαρμογή εκπολιτιστικών μεθόδων για τις εντός του ελληνικού κράτους μειονότητες. Αλλά και στο ζήτημα της Εκκλησίας, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να
επιδιώξει
τη
χειραφέτηση των
μητροπόλεων
του
Οικουμενικού
Πατριαρχείου που απελευθερώθηκαν με τους Βαλκανικούς πολέμους, αλλά να
υπαγάγει
και
την
ίδια
την
Αυτοκέφαλη Ελλαδική Εκκλησία στο
Πατριαρχείο. Η ευθύνη, όμως, πρώτιστα βαρύνει τους διανοούμενους, οι οποίοι θα πρέπει
να ενισχύσουν
τις ρίζες του νεοελληνικού ελληνοανατολικού
πολιτισμού και να σφυρηλατήσουν τη νέα πνευματική ένωση των ανατολικών λαών που έχουν κοινές παραδόσεις και συνθήκες ζωής και κοινό τρόπο 80
σκέψης . Το
«Ανατολικό
Ιδεώδες»
του
Ίωνα
Δραγούμη,
ως
πολιτικό
πρόγραμμα, θα αποτελέσει τον κύριο άξονα του προγράμματος της «Πολιτικής Επιθεώρησης», όπως αυτό θα διατυπωθεί τον Απρίλιο του 1920. Η «Πολιτική Επιθεώρησις» εργάζεται για ένα ορισμένο πολιτικό ιδανικό. «Το ιδανικόν αυτό είναι ο συνασπισμός των Ανατολικών Εθνών της Μικράς Ασίας και της Βαλκανικής Χερσονήσου υπό τίνα τύπο Ανατολικής Ομοσπονδίας , ή Συμπολιτείας, προς
τον
σκοπόν
να
περισώσωμεν
τα
κοινά
ημών
συμφέροντα, να διατηρήσωμεν τον ιδιαίτερον ημών χαρακτήρα και να αναπτύξωμεν εις την καθ' ημάς Ανατολή το αρμόζον εις ημάς και την φύσιν αυτής είδος πολιτισμού»81. «Το Ανατολικό ιδανικό του Δραγούμη θα ικανοποιούσε ανθρώπους που θάβλεπαν με δυσπιστία κάθε ιδεολογία πολιτική κρυσταλλωμένη σε φόρμουλα και που θα πίστευαν ότι η Δύση δεν μπορεί πια να δώση παρά στεγνούς και υλιστικούς τρόπους ζωής, και ότι τον τύπο της πολιτικής του ζωής ο Ελληνας θα τον εύρη κ' εκείνον εδώ στην Ανατολή» θα σημειώσει ο °Όπ. παρ.σ. 1090-1091. Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35 υποφάκ.1 , Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
52
Αθαν.
Σουλιώτης
-
Νικολαίδης εκφράζοντας ταυτόχρονα
πικρόχολο
παράπονο για την οικειοποίηση της Ανατολικής Ιδέας από τον Δραγούμη, μιας ιδέας καθαρά προσωπικής του.82 Στο θέμα αυτό ο Σουλιώτης μάλλον δικαιολογημένα διατυπώνει αυτό το παράπονο, αφού σε μια προσωπική ανέκδοτη καταγραφή του θα σημειώσει ο Δραγούμης: «Υπάρχουν τρία ιδανικά ή μάλλον τρεις αντιλήψεις: α) Το Ελλαδικό κράτος (Τσιριμώκος), β) η Μεγάλη Ιδέα (Ανατολική Αυτοκρατορία) Σουλιώτης, γ) Οι Ελληνες να γίνουν καλύτεροι (Εγώ)»83 Η ανατολική θεωρία του Ίωνα Δραγούμη θα ασκήσει σοβαρές επιρροές και στην Μεγάλο -ιδεατική αντίληψη του. Πίσω από την αντίληψη αυτή υπήρχε συχνά η ιδέα, ιδιαίτερα στους κύκλους του Φαναριού, πως οι Ελληνες και οι Τούρκοι θα μπορούσαν να κυριαρχήσουν από κοινού στις υπόλοιπες εθνότητες και έθνη της Αυτοκρατορίας και να διασφαλίσουν την επιβίωση
της
και
στη
συνέχεια
ο ελληνισμός,
σφριγηλότερος, θα
υποκαθιστούσε τους ξεπεσμένους Οθωμανούς στην ηγεμονία αυτής της νέας αυτοκρατορίας. Γι' αυτό και ο εχθρός, κατά τον Ίωνα Δραγούμη, ήταν ο σλαβισμός και οι επεκτατικές του διαθέσεις έναντι του ελληνισμού κι όχι η Τουρκία. «Οι πιο χειρότεροι μας εχθροί δηλαδή, οι πιο επικίνδυνοι είναι οι Σλάβοι. Και Σλάβοι είναι οι Ρώσοι, Σέρβοι, Μαυροβουνιώτες, Βούλγαροι και άλλοι ... Κοντά σ' όλους αυτούς είναι και οι Τούρκοι. Μα οι Τούρκοι είναι ξένοι κατακτητές, ήρθαν και θα φύγουν πάλι. Αυτοί τουλάχιστον δεν θέλησαν ή δεν κατάφεραν ποτέ να πάρουν τη θρησκεία, τη γλώσσα, τον εθνισμό μας. Ενώ οι άλλοι, οι λαοί που μας περιτριγυρίζουν και το θέλουν και το καταφέρνουν. ΓΓ αυτό και είναι πιο επικίνδυνοι από τους Τούρκους84», θα τονίσει. Ως στόχους του ελληνισμού θα θέσει την ένωση της φυλής, τον πόλεμο εναντίον των περιοίκων που επιζητούν την ελάττωση της φυλής
83
Αρχ. Σουλιώτη - Νικολαϊδη, Σειρά Α', φάκ. 14, υποφάκ. 1, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη , Σειρά Α', φάκ. 28. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Ι. Δραγούμη «Α' Προκήρυξη στους σκλαβωμένους και ελευθερωμένους Ελληνες», σ. 4.
53
(Σλάβων), την έγερση του εθνικού φρονήματος, τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας, αλλά και των ελληνικών προϊόντων, τη διαφώτιση της
κοινής
γνώμης των ξένων και τη συνεννόηση των Ελλήνων με τους Αραβες, τους Αρμένιους και τους Αλβανούς, προτείνοντας μάλιστα και την ίδρυση Αραβικών, Αρμενικών και Αλβανικών κέντρων στην Ελλάδα.85 Η άποψη
για την ανασύσταση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας
συνεπιφέρει ορισμένες θέσεις ως προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνισμού, του ελλαδικού κράτους και των σχέσεων του με τα περιβάλλοντα έθνη: α) θεωρείται δεδομένη η ανωτερότητα της ελληνικής φυλής, που θα υποκαταστήσει τους Τούρκους στην κεφαλή της Αυτοκρατορίας, β) οι Σλάβοι αποτελούν τον κατ' εξοχήν εχθρό, γ) υπάρχει δυσπιστία και περιφρόνηση απέναντι στο ελλαδικό κράτος, ακόμη και όταν διπλασιάζεται η έκταση του, μετά τους Βαλκανικούς,
δ) υπάρχει
η πεποίθηση
σχετικά
με την
αναποτελεσματικότητα, αν όχι την ολέθρια συνέπεια, που θα μπορούσε να έχει ο πόλεμος με τους Τούρκους. Ο Δραγούμης έτεινε να πιστεύει στην υπεροχή του ελληνικού πολιτισμικού στοιχείου και άρα στην «ελληνικότητα», ως προοπτική μιας τέτοιας Αυτοκρατορίας, ενώ ο Α. Σουλιώτης - Νικολαϊδης προσέβλεπε στις πιθανότητες δημιουργίας ενός καθαρά «ανατολικού» λαού, που θα περιείχε τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά όλων των εθνοτήτων της Αυτοκρατορίας. Ο Δραγούμης σε μια σειρά άρθρων του στον «Νουμά» κατά τις παραμονές των Βαλκανικών πολέμων, θα υποστηρίξει, ότι για να σωθεί η Τουρκία οφείλει να ασχοληθεί πρωτίστως με τα εσωτερικά της ζητήματα που αφορούν στις σχέσεις μεταξύ των ανταγωνιζομένων εθνοτήτων που διαβιούν στο εσωτερικό της, να αποδεχθεί την απώλεια της Λιβύης από την Ιταλία και την προσάρτηση της Κρήτης στην Ελλάδα.86
Ι. Δραγούμη «Ελληνική Συμμαχία», Κωνσταντινούπολις 1908, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Ι. Δραγούμης , «Η θέση της Τουρκίας», Β' Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. α',Γεννάδειος Βιβλιοθήκη , βλ. επίσης Νουμάς, αρ. 460 , 18-12-19Π, σ. 690-91.
54
Απαραίτητη θεωρεί επίσης την εσωτερική ισορροπία και καλοδιοίκηση στην Τουρκία και την εξασφάλιση ελεύθερης και αυτόνομης διαβίωσης για τις εθνότητες που συναποτελούν το Οθωμανικό Κράτος, κατά το πρότυπο της Αυστροουγγρικής δυαδικής Μοναρχίας87. Από τη μεριά τους, οι Ελληνες της Τουρκίας οφείλουν να εκμεταλλευτούν τις νέες ευνοϊκές θεσμικές συνθήκες που παρουσιάστηκαν στη Τουρκία μετά το Σύνταγμα του 1908 και να εργαστούν
γύρω
από
το
πρόβλημα
της
αυτόνομης εθνικής τους
ανάπτυξης και της προβολής των ιδεωδών τους και στους άλλους λαούς της Τουρκίας, με κορυφαίο άξονα αυτής της προσπάθειας το Οικουμενικό Πατριαρχείο88. Οι Ελληνες επίσης έχουν συμφέρον να συνεργαστούν με τους Αρβανίτες για να εμποδίσουν την εξάπλωση των Σλάβων στα Βαλκάνια. Αλλά και οι Αλβανοί έχουν συμφέρον να συνεργαστούν με τους Ελληνες για να αναχαιτίσουν τα ύπουλα σχέδια των Αυστριακών και των Ιταλών, που απλά θέλουν να χρησιμοποιήσουν τους Αλβανούς για τα δικά τους σχέδια στη περιοχή. Η Ελλάδα μάλιστα πρέπει να επιδιώξει ή τη δυαδική οργάνωση Ελλάδας και Αλβανίας ή τη δημιουργία ανεξάρτητου Αλβανικού κράτους89. Ανάλογες απόψεις θα εκφράσει ο Δραγούμης στο «Πρόγραμμα Εξωτερικής Πολιτικής», το 1911. Στην έκθεση του αυτή καταγράφει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που θα προκύψουν για το ελληνικό έθνος από τη διατήρηση της ακεραιότητας της Τουρκίας, ή τη διάλυση της. Σε περίπτωση διατήρησης της Τουρκίας οι Ελληνες διεισδύουν διοίκηση
του
Κράτους,
βαθμηδόν στη
διαβιούν ευκολότερα υπό τη Τουρκία παρά υπό
τα άλλα Βαλκανικά κράτη και διατηρούν την ελπίδα ότι οι ελληνικές χώρες δεν
7
θα αποβάλουν
εντελώς τον
ελληνικό
χαρακτήρα.
Ταυτόχρονα
Ι. Δραγούμης, «Η θέση της Τουρκίας», Γ' Αρχείο Ιωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Νουμάς αρ. 463,21-1-1912, σ. 41-42. Ι. Δραγούμης, «Νέα πολιτική στη Τουρκία», Αρχείο Ίωνος Δραγούμη , όπ. παρ. και Νουμάς, αρ. 471, 17-3-1912, σ. 171-172. 59 1 . Δραγούμης, «Αρβανιτιά» , Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Νουμάς, αρ. 468, 252-1912, σ. 119-121.
55
ελλοχεύουν οι κίνδυνοι κρυφής διείσδυσης Σλάβων γεωργών στο Αιγαίο καθώς
και
περιθωριοποίησης
του
Χριστιανικού
στοιχείου
από
το
Μουσουλμανικό. Σε περίπτωση διάλυσης της Ευρωπαϊκής Τουρκίας προκύπτουν τα πλεονεκτήματα της εδαφικής επέκτασης του Ελληνικού Κράτους και της ίδρυσης ενός φιλικού Αλβανικού
κράτους και ταυτόχρονα το μεγάλο
μειονέκτημα της καθόδου των Σλάβων στο Αιγαίο, «Συμφέρει άρα εις το Ελληνικόν Εθνος να μη συντέλεση εις την κατάλυσιν του Τουρκικού Κράτους εν Ευρώπη και ταις Νήσοις , αλλά τουναντίον εις την διατήρησιν αυτού, υπό τον όρον να οργανωθή η εργασία του έθνους ώστε να ενισχύηται η θέσις αυτού εν Τουρκία»90 και στο συμπέρασμα της εισηγητικής του έκθεσης θα τονίσει: «Αφού η κατάλυσις του εν Ευρώπη και ταις Νήσοις κράτους των Τούρκων δεν εξαρτάται από μόνον ημών και αφού εξ άλλου συμφέρει ημίν να διατηρηθή η Οθωμανική Αυτοκρατορία , απαιτείται να υποστηρίζωμεν οι Ελληνες το Τουρκικόν Κράτος μέχρις οργανώσεως ημών και πλήρους ημών συνεννοήσεως
μετά άλλων τινών εθνών εκ των διαβιούντων
εν τη
Αυτοκρατορία»91. Την ανάγκη ελληνοαλβανικής σύμπραξης εναντίον της σλαβικής διείσδυσης θα υπογραμμίσει και στο «Υπόμνημα περί Ελληνοαλβανικής Συνεννοήσεως», στις 15 Φεβρουαρίου 1911: «Μόνον μετά του Αλβανικού έθνους συνδεδεμένη η Ελλάς διά στενωτέρου τινός πολιτικού οργανισμού θα δυνηθή να αντεπεξέλθη αποτελεσματικώς κατά των περιστοιχούντων αυτήν κινδύνων»92. Ανάλογες αντισλαβικές απόψεις θα εκφράσει ο Δραγούμης και στο άρθρο του «Τιμή και Ανάθεμα» στον «Νουμά» το 1912, όπου δε διστάζει να επικρίνει το Βενιζέλο για τη πολιτική του στους Βαλκανικούς πολέμους.
Ίων Δραγούμης, «Πρόγραμμα εξωτερικής πολιτικής», Αρχείο Γ. Στρέιτ, φάκ. 6, υποφάκ.21, Ε.Λ.Ι.Α. 91 -
οπ. παρ. Ίων Δραγούμης, Υπόμνημα περί της Ελληνοαλβανικής Συνεννοήσεως , 15-2-1911, Αρχείο Γ. Στρέιτ , φάκ. 6, Υποφάκ. 2, Ε.Λ.Ι.Α.
56
Στηλιτεύει την κοντόφθαλμη πολιτική των εδαφικών προσαρτήσεων του ελληνικού κράτους με τίμημα την κάθοδο των Βουλγάρων στο Αιγαίο καταλήγοντας: «Ως τόσο τα 2Λ της Μακεδονίας , όλη η Θράκη, εχτός από την Πόλη, θα είναι Βουλγαρία και ο Αρβανίτης θα αρπάξει στο δικό του κράτος τη μισή Ηπειρο»93. Η ανατολική
ελληνο-οθωμανική
αντίληψη
του
Δραγούμη
παρουσιάζεται ως η διαιώνιση της υπερκρατικής αντίληψης του ελληνισμού, που έμενε στο γένος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αντίληψη την οποία συμμεριζόταν το Πατριαρχείο για το οποίο το πρόβλημα ήταν ακριβώς η απόσπαση των ορθοδόξων σλαβικών πληθυσμών από την επιρροή του κι όχι οι αλλόδοξοι Οθωμανοί Τούρκοι. Όμως, η λογική του έθνους-κράτους είχε πλέον
διεισδύσει στα Βαλκάνια και οι αντιμαχόμενοι
δημιουργούσαν
μια
αυξανόμενη
ροπή προς
την
εθνικισμοί
εθνοκάθαρση, τις
ανταλλαγές πληθυσμών, τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με βάση τις εθνικές ταυτότητες. Ισως τελευταία ευκαιρία θα μπορούσε να αποτελέσει κάποια μορφή ομοσπονδιακής συγκρότησης. Όμως, ακόμη και αυτή η εκδοχή θα προϋπέθετε την ήττα της άρχουσας τουρκικής ελίτ, η οποία, μετά την επανάσταση των Νεότουρκων, επιδίωκε τη δημιουργία κράτους εθνικά καθαρού. Επιπλέον, στα Βαλκάνια, είχαν ήδη διαμορφωθεί εθνικά κράτη των χριστιανικών λαών και η τάση των αλύτρωτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της πλειοψηφίας των Ελλήνων, σε αντίθεση με το Φανάρι, ήταν μάλλον να στρέφονται προς τις εθνικές εστίες τους. Γι' αυτό και το όραμα του Ίωνα Δραγούμη μπορεί σήμερα να φαντάζει περισσότερο ελκυστικό, διότι θα απέτρεπε την καταστροφή του μικρασιατικού και θρακιώτικου ελληνισμού, αν υλοποιούνταν, αλλά στις συνθήκες της εποχής προσέκρουε σε ήδη δρομολογημένες αντίστροφες διαδικασίες. Απ' αυτήν την άποψη, η κριτική του Γεωργίου Σκληρού και του Δημήτρη Γληνού στις απόψεις του Δραγούμη σε σχέση με το ανατολικό
Ίων Δραγούμης, «Τιμή και Ανάθεμα», στα: 10 άρθρα, σ. 115.
57
ζήτημα ήταν μάλλον εύστοχη, έστω κι αν υποτιμούσε τις ενδοχριστιανικές αντιθέσεις. Ο Σκληρός, στο κείμενο του «το Ζήτημα της Ανατολής», επιτίθεται στη λογική του Ίωνα Δραγούμη θεωρώντας τη ανεδαφική και άκαιρη και προβλέπει «ότι η αναγέννηση της τουρκικής ισχύος είναι αναπόφευκτη προτείνοντας μια γενική ένωση όλων των μη τουρκικών στοιχείων (Ελλήνων, Βουλγάρων, Αλβανών Σέρβων, Βλάχων κλπ), σε ένα πολιτικό συνασπισμό και μια ανάλογη παμβαλκανική συμμαχία και επιμαχία των κρατών του Αίμου»94. Ο Γληνός, από την άλλη πλευρά, υποστηρίζει ότι η Τουρκική αστική τάξη που αποτελεί το υπόβαθρο της νεοτουρκικής επανάστασης, θα επιδιώξει την ομογενοποίηση της Τουρκίας και θα καταπολεμήσει κάθε αποκεντρωτική τάση, και θα προτείνει τη συνεννόηση και συμμαχία μεταξύ Ελλάδας, Βουλγαρίας, Σερβίας και Μαυροβουνίου95. Ο Ελληνοτουρκισμός του Δραγούμη εντάσσεται στο γενικότερο πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας στη σύγχρονη ελληνική εθνική συνείδηση. Οι παραστάσεις της εθνικής ταυτότητας συμφύρονται στη σύγχρονη ελληνική συνείδηση με διάφορες παραστάσεις «υπερεθνικής ταυτότητας». Υπάρχει μια αντίθεση μεταξύ τους, που βιώνεται σαν έντονο άγχος «υπέρβασης» της εθνικής ταυτότητας και «διάλυσης» της μέσα στην «υπερεθνική». Η γνωστή αντιδικία για το «πού ανήκωμεν»
ανάγεται στην ύπαρξη μιας τέτοιας
«διπλής» ταυτότητας. Η διπλή ταυτότητα εμφανίζεται με τόσες παραλλαγές, όσες
και
οι
παραδόσεις
-
συνιστώσες
του
νεοελληνικού
εθνικού
σχηματισμού. Οι κυριότερες απ' αυτές είναι : α) η δυτική παράδοση, η οποία ξεκινάει από
τους «ενωτικούς»
του Βυζαντίου , περνάει από τους
«λατινελληνες» και φτάνει στους σημερινούς «ευρωπαϊστές» , β) η ρωμανική παράδοση, που εκπροσωπείται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο κι έχει σαν κύριο σημείο αναφοράς τη βυζαντινή παράδοση, γ) η ανατολική παράδοση, στην οποία ανήκει και ο Δραγούμης. Οι θιασώτες της παράδοσης αυτής είχαν 94
Γ. Σκληρός , «Το Ζήτημα της Ανατολής», Νουμάς , 4-10-1909, αρ. 360, 362 - 364, σ.1-3. Δημήτρης Γληνός , «Η Τουρκική Μεταπολίτευσις και αι συνέπειαι αυτής», 1909, στο: Δ. Γληνού , Απαντα, τομ. Α ' , 1898-1910, σ. 171-188.
58
σαν όραμα την ελληνο -τουρκική κρατική οντότητα ομοσπονδιακού ή ne
συνομοσπονδιακού τύπου. Η Ανατολική
αυτή Συμπολιτεία είναι απαραίτητη προκειμένου να
εξαλειφθούν τα περιθώρια παρεμβάσεων των Μεγάλων Δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή
των
Βαλκανίων
και της Μ.Ασίας.
Η
«Ανατολική
Ομοσπονδία» δεν κινείται με διαθέσεις εχθρότητας εναντίον οιασδήποτε ξένης δύναμης, αλλά έχει ως πρώτιστο στόχο την προστασία των εθνών της ευρύτερης περιοχής
από
τις διαλυτικές επεμβάσεις των
Δυνάμεων.
Απαραίτητη λοιπόν είναι η συνειδητοποίηση από μέρους των λαών της Βαλκανικής και της Μικρασίας των κοινών πολιτισμικών στοιχείων και η περιθωριοποίηση όλων εκείνων των στοιχείων που χωρίζουν προς όφελος εκείνων που ενώνουν τους λαούς της καθ' ημάς Ανατολής97. Η «Ανατολική Ομοσπονδία» θεωρείται «ως το μόνο μέσον υπάρξεως και ημών των Ελλήνων ως ελευθέρου έθνους, διά τούτο πάσαν πολιτικήν μη τείνουσαν προς τον σκοπόν αυτόν θεωρούμεν ως πολιτικόν κομπογιανιτισμόν»98, θα διακηρύξει ο Δραγούμης. Η «Ανατολική θεωρία» του Δραγούμη θα επηρεάσει καθοριστικά τους προσανατολισμούς του σχετικά με την αποτελεσματικότερη προάσπιση των Θεοδ. Ζιάκας , Εθνος και παράδοση , Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 1993, σ.11-13. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, υποφάκ. γ ' , Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ. Ανάλογες είναι και οι αντιλήψεις του Σουλιώτη για την πολιτική οργάνωση των λαών της καθ' ημάς Ανατολής . Γράφει χαρακτηριστικά «Σε μικρά έθνη και κράτη είμαστε χωρισμένοι εμείς που ανέκαθεν κατοικούμεν τη γεωγραφική μονάδα που συναποτελούν η Βαλκανική και η Μικρά Ασία. Αλλ' οι δύο αυτές χερσόνησοι κρατούν δύο από τα πιο σπουδαία, τα πιο επίζηλα σταυροδρόμια του κόσμου. Βρισκόμαστε γι' αυτό συνεχώς κάτω από την πίεση την πολιτική, την οικονομική, και μαζί κάθε άλλη των Μεγάλων Δυνάμεων, κρατών και εθνών δηλαδή πολύ μεγαλύτερων απ' ό,τι είναι το καθένα από εμάς ... Ετσι κανένα από τα κράτη της Βαλκανικής και της Μικρός Ασίας δεν μπορεί να ορθοποδήσει ... και κανένα έθνος από εμάς δεν μπορεί να αναπτύξει το ιδιαίτερο του είδος πολιτισμού, πράγμα που είναι βέβαια δυστυχία , γιατί κάθε έθνος έχει κάποιο δικό του τρόπο να σκέφτεται, να αισθάνεται, να ενεργεί και όσο περισσότερο ζει και δημιουργεί κατά τον δικό του τρόπο, τόσο είναι πιο χαρούμενο». Αθ. Σουλιώτη - Νικολαϊδη , όπ. παρ. πρβλ. επίσης και το εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του Diogenis Xanalatos , "The Greeks and the Turks on the Eve of the Balkan Wars", Balccm Studies , vol. 3, No 2, Thessaloniki 1962 , p. 277-296. 97
59
ελληνικών εθνικών ζητημάτων και ιδιαίτερα του Μικρασιατικού ζητήματος, τόσο κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου όσο και κυρίως κατά την υπογραφή των συνθηκών ειρήνης, κατά την κρίσιμη περίοδο 1918-1920. Τις απόψεις του για τα θέματα αυτά θα εξετάσουμε στα οικεία κεφάλαια. Ο ανατολισμός του Δραγούμη δεν σχετίζεται μόνο με την έντονη σλαβοφοβία του, αλλά αποτελεί και μια αγωνιώδη κραυγή για την ωμή παρέμβαση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στον ευρύτερο βαλκανικό
και μικροασιατικό χώρο.
Φρονούσε ότι η
ισχυροποίηση του γεωπολιτικού συστήματος της Εγγύς Ανατολής υπό την ηγεσία του Ελληνισμού δεν θα ωφελούσε μόνο τα ελληνικά συμφέροντα, αλλά θα συντελούσε στην ειρήνευση της περιοχής, περιστέλλοντας τις διαλυτικές επεμβάσεις των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Ο Γ. Κ. Σκαλιέρης, σε ομιλία του στην Αλεξάνδρεια τον Δεκέμβριο του 1925 θα αποτίσει φόρο τιμής στον Δραγούμη, τον οποίο θεωρεί κατά κάποιο τρόπο συνεχιστή της πολιτικής του Μ. Αλεξάνδρου: «... Ο Ίων Δραγούμης, λάτρης της Μακεδόνικης εποχής και θαυμαστής της Βυζαντιακής εργάσθη και ηγωνίσθη προς αναβίωσιν
της Ανατολικής Ελληνικής
Ιδέας. Είχε την
πεποίθησιν ότι διά της κοινοπραξίας των Αρίων φυλών και δη των ανηκουσών εις την Αρίαν Φρυγοπελασγικήν ή Φρυγοελληνικήν Ομοφυλίαν, θα επιτευχθώσι πολλά και μεγάλα ως επετεύχθησαν τοιαύτα υπό τας αυτάς αντιλήψεις επί
της Μακεδόνικης εποχής
και της εφάμιλλου ταύτης
Βυζαντιακής...»99, ενώ ο αδελφός του Φίλιππος θα τονίσει: «... Ηταν ο μόνος που είχε την ικανότητα πληρέστερα από κάθε άλλον να έκφραση την ψυχή του νεώτερου ελληνικού έθνους και να δώση ώθηση προς τη σωστή για τούτο κατεύθυνση προς αληθινά ανώτερο, πρωτότυπο και γόνιμο για την Ανατολή και την ανθρωπότητα πολιτισμό...»100 Ο Γ. Θεοτοκάς θα αντιδράσει στην ανατολική αντίληψη του Δραγούμη,
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη,Σειρά Α', φάκ. 29, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
60
υποστηρίζοντας ότι οι νεώτεροι Ελληνες αγαπούν τη Δύση σαν μια μεγάλη πατρίδα και αποχτούν συνείδηση Ευρωπαίων, ενώ κάθε προσπάθεια που τείνει να χωρίσει την Ελλάδα από την Ευρώπη, για να τη στρέψει ξανά προς την Ασία, είναι καταδικασμένη να συναντήσει μονάχα εχθρότητα,»01 Ο ανατολισμός, όμως, του Δραγούμη δεν έρχεται σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή
πλευρά του ελληνικού πολιτισμού. Αλλωστε ο ίδιος θα
καταγράψει στο Ημερολόγιο του ότι θεμέλιο κάθε προγράμματος πολιτικής ενέργειας πρέπει να είναι ο «ανεξάρτητος συνασπισμός της Ανατολής μέσα στην Ευρώπη»102.
01
Γ. Θεοτοκάς, «Ενας νέος Δραγούμης», Αναγέννηση, Ετος Β', φυλ. 11-12, Ιούνης 1928, σ. 476. 102 «Φύλλα Ημερολογίου» , τ. Σ Τ , 25 Αυγούστου 1919, σ. 117.
61
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
σ) Οι απόψεις του νια το πολίτευυα, τη δηυόσια διοίκηση και τη δικαιοσύνη Το πρόβλημα του εκσυγχρονισμού των δομών, κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών του νεοελληνικού κράτους απασχολούσε πολλούς λόγιους, διανοούμενους και πολιτικούς της εποχής. Δεν ήταν δυνατό να αδιαφορήσει γΓ αυτό ο Δραγούμης. Στην πληθώρα των πολιτικών και κοινωνιολογικών του έργων προβαίνει σε σημαντικές αναλύσεις γύρω από το πρόβλημα του «εκσυγχρονισμού»
των νεοελληνικών δομών, βρίσκοντας συγχρόνως την
ευκαιρία να ασκήσει κριτική στις κοινωνικές και πολιτικές δομές που απλά μεταλαμπαδεύονται από την Ευρώπη, χωρίς να γίνεται προσπάθεια προσαρμογής τους στα δεδομένα της νεοελληνικής πραγματικότητας. Ο Δραγούμης ασχολήθηκε με τη μελέτη όλων των προβλημάτων του έθνους, θεωρητικών και πρακτικών
και εκπόνησε λεπτομερές και συγκεκριμένο
πολιτικό πρόγραμμα ήδη από το 1909 (Στρατός και άλλα , Γ προκήρυξη) , το οποίο συμπλήρωσε και ολοκλήρωσε το 1916 (Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί) . Στόχος του κράτους πρέπει να είναι η ευημερία και η προκοπή της κοινωνίας και των ατόμων . «Κράτος σημαίνει οργανωμένη
υπηρεσία
πολιτικών , δικαστικών και κοινωφελών εξουσιών. Κάθε πολιτικόν κόμμα και κάθε κυβέρνησις θα έχει ως πρόγραμμα, υποτίθεται, να λειτουργούν καλώς όλαι αι υπηρεσίαι , επομένως δεν είναι θέμα ή αντικείμενον προγράμματος η καλή λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών, διότι αυτή προϋποτίθεται . Υπάρχουν
μερικά ελαττώματα εις την
διοίκησιν
συμφυή προς τας
ανθρωπίνους
αδυναμίας, αλλά υπάρχουν και άλλα προερχόμενα
από
παραγνώρισιν
του αληθούς σκοπού των δημοσίων λειτουργιών ή από
62
ανειλικρινή ή αμελή εφαρμογήν των τεθειμένων νόμων. Αυτά πρέπει να *
103
κτυπηθούν. Μαζί μ' αυτά και ο κομπογιαννιτισμος» Ποιο είναι όμως το περιεχόμενο του κομπογιαννιτισμού; Κατά τον Δραγούμη, «κομπογιανιτισμός» είναι η εύκολη εργασία της αντιγραφής και μετάφρασης νόμων της αλλοδαπής προκειμένου να
προσαρμοσθούν
πρόχειρα στις καθημερινές ανάγκες. Για να καταπολεμηθεί κομπογιανιτισμός, πρέπει
όμως
ο
«να αρχίσει διά του συμβουλίου του κράτους ή
άλλως η δύσκολος αλλά και μόνη σκόπιμος εργασία της εκ του πλησίον παρατηρήσεως των σημερινών ελληνικών αναγκών, της μελέτης και της γνώσεως των εις άλλας εποχάς ισχυόντων εις τα Ελληνικά μέρη θεσμών και της υποβοηθήσεως αυτοφυούς αναπτύξεως ιθαγενών νεωτέρων θεσμών, προσηρμοσμένων εις τας σημερινός περιστάσεις και συνθήκας, που είναι βέβαια κατ' ανάγκην επηρεασμένοι και από την νεωτέραν περί κράτους αντίληψιν. Πολύ σπουδαιότερον
όμως, διά τους λαούς και από τα
νομοθετήματα είναι η κατάλληλη εφαρμογή των νόμων και ιδίως το πνεύμα της εφαρμογής, και γενικώτερον, η αγαθή και χρηστή
άσκησις της
κυβερνητικής και διοικητικής εργασίας»104. Σε σχέση με το πολιτειακό ζήτημα ο Δραγούμης πρεσβεύει το συνταγματικό πολίτευμα, το οποίο θεωρεί σύμφωνο με τις εθνικές αντιλήψεις των Ελλήνων. Θεωρεί το κοινοβουλευτικό πολίτευμα «προϊόν ελληνικότατο», το οποίο όμως έχει αποτύχει στη σύγχρονη Ελλάδα, αφού «Το σύνταγμα θέλησε να δώσει στο έθνος αντιπροσώπους
και είπε να υπάρχουν
βουλευτές. Επρόκειτο αυτοί οι βουλευτές να αντιπροσωπεύσουν Αλλά
η
πραγματικότητα
τα
το έθνος.
χάλασε όλα και οι βουλευτές βρέθηκαν
αντιπρόσωποι μιας μικρής επαρχίας και δεν είχαν κανένα συμφέρον να καταγίνουν με το έθνος» 105 . Ετσι ο Δραγούμης προτείνει τη μείωση του αριθμού των βουλευτών , τη δημιουργία ενιαίας εκλογικής περιφέρειας σ' όλη «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 7. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 137-138. Ίων Δραγούμης, «Στρατός και άλλα. Γ προκήρυξη» στα: 10 άρθρα, σ. 81.
63
την επικράτεια και τη καθιέρωση της διπλής ψηφοφορίας με το σύστημα των εκλεκτόρων106. Η έννοια του βασιλέως επίσης είναι βαθειά ριζωμένη στη λαϊκή ψυχή του Ελληνα , όπως και η λαϊκή αντιπροσωπεία. Γι' αυτό και πρέπει να βρεθεί το πολίτευμα εκείνο που θα συνδυάσει αυτά τα δύο στοιχεία και τέτοιο πολίτευμα είναι η βασιλευομένη δημοκρατία. Επίσης, προκειμένου να περιοριστεί η τάση προς την πρωθυπουργική
δικτατορία, οφείλει να
μεταρρυθμιστεί το εκλογικό σύστημα επί το αναλογικώτερον, ώστε να αντιπροσωπεύονται
και
οι
μειοψηφίες. «Εν
γένει το
συνταγματικόν
πολίτευμα, όταν εφαρμόζεται ειλικρινώς και αισίως από όλους, άνωθεν και κάτωθεν, έχει εις την Ελλάδα την καλυτέραν από τα άλλα πολιτεύματα προσαρμογήν»107, θα καταλήξει. Ο
Δραγούμης
προτείνει
το
πολίτευμα
της
Συνταγματικής
Βασιλείας, με ταυτόχρονη εξασφάλιση της κανονικής λειτουργίας του συνταγματικού πολιτεύματος υπό την κοινοβουλευτική του μορφή. Θα προτείνει επίσης την υποβοήθηση του έργου της νομοθετικής εξουσίας με την ίδρυση αιρετικών τεχνικών συμβουλίων που θα εκπροσωπούν τις αντιλήψεις ναυτιλιακών,
επιστημονικών, αγροτικών,
οικονομικών, εργατικών
και
εμπορικών, λοιπών
βιομηχανικών,
οργανώσεων,
την
απαγόρευση εκδόσεως νομοθετικών διαταγμάτων, τον περιορισμό της εφαρμογής του Στρατιωτικού Νόμου, την άμεση έναρξη της λειτουργίας του Συμβουλίου Επικρατείας, καθήκον του οποίου θα είναι η εκκαθάρισις και κωδικοποίησις της υφισταμένης νομοθεσίας108. Κυρίαρχο ρόλο στην πολιτειακή σκέψη του Δραγούμη διαδραματίζει ο Βασιλιάς, παρά το κοινοβουλευτικό επίχρισμα
του ιδεατού γΓ αυτόν
πολιτειακού σχήματος. Αποδοκιμάζει κάθε παρασκηνιακή πολιτική από παράγοντες που δεν αναφέρονται ρητά στο πολίτευμα ή που δεν μπορούν Ίων Δραγούμης, «Στρατός και άλλα. Γ' προκήρυξη» στα 10 άρθρα , σ. 81. «Προγραμματικοί πολιτικοί στοχασμοί», σ. 16. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
64
να είναι υπεύθυνοι απέναντι στον λαό και τους νόμιμους αντιπροσώπους του. Δεν πρέπει όμως να εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο ανώτατος κληρονομικός άρχων δεν δικαιούται καθόλου άποψης. Το Στέυυα όγι uòvo δικαιούται , αλλά και επιβάλλεται να έγει άποιχιπ109. Μάλιστα, όταν δεν υπάρχει σύμπτωση γνωμών , το Στέμμα έχει το δικαίωμα να απομακρύνει την κυβέρνηση και να ενεργήσει εκλογές. Αλλά και πάλι δεν θα πρέπει να υποκύπτει τυφλά στη λαϊκή ετυμηγορία, εάν πιστεύει ότι η γνώμη του είναι σωστική για το έθνος. «Αλοίμονο, οι λαϊκές ετυμηγορίες έχουν τόση λίγη αξία και οι δημαγωγοί πάντα μεγάλη πέραση. Ποτέ όμως το Στέμμα δεν πρέπει να επηρεάζεται στην ενάσκηση του βασιλικού αυτού προνομίου από αντιπάθεια σε ορισμένα πολιτικά πρόσωπα, ούτε από άλλες αιτίες άσχετες προς το συμφέρον της χώρας, ούτε να κάνει κομματικές επιλογές. Μόνος του γνώμονας πρέπει να είναι το συμφέρον του κράτους του. Αλλά και το Σύνταγμα πρέπει να αντιμετωπίζει όλα τα ζητήματα ευκρινώς ώστε να μη γίνεται υπέρβαση εξουσιών»110, θα υποστηρίξει. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι το ιδεώδες Δραγουμικό πολιτειακό σχήμα παραπέμπει
στο
πολίτευμα
της
Βασιλευομένης
Δημοκρατίας
κοινοβουλευτικού βέβαια τύπου με τη ρυθμιστική παρουσία του Ανώτατου Αρχοντα, στην προκειμένη περίπτωση του Βασιλιά. Φαίνεται καθαρά η δυσπιστία του Δραγούμη απέναντι στις λαϊκές μάζες και το ρόλο των «δημαγωγών πολιτικών». Ταυτόχρονα όμως απαιτεί από τον Ανώτατο Αρχοντα αμεροληψία, ακεραιότητα και αποχή από την κομματική αρένα. Ο
Δραγούμης
βασιλευομένης ομαδοποιήσεις,
κατά συνέπεια,
υποστηρίζει
Δημοκρατίας.Με εξαίρεση ίσως το
πολίτευμα
της
το πολίτευμα της
κάποιες σοσιαλιστικές
βασιλευόμενης
Δημοκρατίας
δεν
αμφισβητήθηκε σοβαρά από κανέναν. Κατά τον 19° αι. ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος στα αιτήματα του δεν στράφηκε εναντίον αυτής καθεαυτής της
1
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη,Σειρά Α , φάκ. 11. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη,Σειρά Α', φάκ. 11, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
65
Δυναστείας, αλλά εναντιώθηκε στις διαλυτικές παρεμβάσεις της στον Στρατό και τη διοίκηση. Ωστόσο, υπήρχαν στους κόλπους του αρκετοί ριζοσπαστικοί αξιωματικοί που θα επιθυμούσαν την έκπτωση της Δυναστείας. Ο Βενιζέλος δεν έθεσε πολιτειακό ζήτημα και επέμεινε στη σύγκληση Αναθεωρητικής κι όχι Συντακτικής Βουλής. Στην πρώτη δημόσια εμφάνιση του στον αθηναϊκό λαό στην πλατεία Συντάγματος στις 5 Σεπτεμβρίου 1910 θα ξεκαθαρίσει: «Καίπερ βαθέως εμφορούμενος από τας δημοκρατικός Αρχάς της φυλής μας έχω ακράδαντον την πεποίθησιν, ότι η Βασιλευομένη Δημοκρατία, οποίον είναι κατ' ουσίαν το πολίτευμα ημών, είναι ο τύπος του πολιτεύματος, όστις προσαρμόζεται άριστα προς την πολιτικήν μόρφωσιν του
Ελληνικού
λαού
και
εξυπηρετεί
προσφορότερον
111
συμφέροντα....» . Στη συνεδρίαση της Βουλής της 14
ης
τα
εθνικά
Ιουνίου 1911
σχετικά με το νομοσχέδιο «περί επαναφοράς εις τον στρατόν και αναθέσεως της Διοικήσεως αυτού εις τον διάδοχον Κωνσταντίνο ν», ο Βενιζέλος θα τονίσει: «η γνώμη του ελληνικού λαού αλλά και αυτή η εθνική ψυχή, τον θεσμό της Βασιλείας, τον συνδέει εις τα βαθύτατα έγκατα της ψυχής του προς την ιδιότητα του Βασιλέως, ως στρατιώτου Βασιλέως...»112. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Βενιζέλος δεν έκρινε κατάλληλη τη στιγμή για να απομακρυνθεί η βασιλική οικογένεια από την Ελλάδα επειδή είχε αρκετά ερείσματα στον παλιό πολιτικό κόσμο, αλλά και στις ξένες Δυνάμεις. Επομένως η έξωση της θα προκαλούσε πρόσθετα προβλήματα σε μια κρίσιμη
περίοδο, 113
εκκρεμούσαν .
Ο
επαναστάσεως
είχε
φιλογλυξβουργείων,
όπου
το Κρητικό και το Μακεδόνικο ζήτημα
Φιλάρετος υποστηρίζει προσχωρήσει
εις
ότι το
οίτινες, ενθαρρυνθέντες εκ
«ο
εντολοδόχος της
στρατόπεδον τούτου,
των
δραστηρίως
" Βίβλος Ελευθερίου Βενιζέλου, χ. Α", σ.364 κ.εξ. " Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1911, Συνεδρίασις της 14ης Ιουνίου, σ. 117-131. 113 Γ. Βεντήρης, Η Ελλάς του 1910-1920. τ. Α", Αθήνα 1970. σ.62.
66
ειργάζοντο προς διάσωσιν της κινδυνεύουσας δυναστείας»114, ενώ ο Αλ. Σβώλος θεωρεί ότι ο Βενιζέλος χρειαζόταν τη βασιλεία ως σύμβολο στην επιδίωξη της εθνικής του πολιτικής115. Ο Δραγούμης τονίζει παράλληλα τον κυρίαρχο ρόλο του Στέμματος στην πολιτική ζωή. Θεωρεί τον Βασιλιά ως κατεξοχήν αρμόδιο για ζητήματα ιδιαίτερα εξωτερικής πολιτικής. Στα γνήσια δημοκρατικά πολιτεύματα όμως ο Βασιλιάς ως ανώτατος άρχων βασιλεύει και δεν κυβερνά. Η πεμπτουσία του πολιτεύματος της βασιλευόμενης Δημοκρατίας είναι ο σεβασμός της λαϊκής κυριαρχίας από το Στέμμα, η σαφής διάκριση των εξουσιών, η εκπόρευση όλων των εξουσιών από το έθνος και προπαντός η αναγνώριση του κοινοβουλευτικού χαρακτήρα του πολιτεύματος, όπου η διακυβέρνηση ασκείται από το κόμμα που διαθέτει την «δεδηλωμένη» πλειοψηφία της Βουλής: Σε διαφορετική περίπτωση ο ανεύθυνος και απαραβίαστος ανώτατος άρχων καθίσταται όχι πολιτειακός αλλά πολιτικός παράγων. α Από τη στιγμή που το Φεβρουάριο του 1915 ο βασιλιάς ουσιαστικά επέλεξε, μεταξύ πολλών υποψηφίων, τον Δ. Γούναρη ως ηγέτη της αντιβενιζελικής
παράταξης,
αναθέτοντας
του
την
πρωθυπουργία,
διαμορφώθηκε μια πολιτική πρακτική δεκαετιών: Το στέμμα επιλέγει τον αρχηγό της συντηρητικής παράταξης και η λαϊκή βάση επικυρώνει την εκλογή 1 ^. Η πρακτική αυτή όμως παγίωσε την de Facto παρέμβαση του άνακτα στα πολιτικά πράγματα . Σύμφωνα με τον Γ. Μαυρογορδάτο,Λο Ελευθέριος
Βενιζέλος
υπήρξε
χαρισματικός
ηγέτης.
Αντίθετα
στην
αντιβενιζελική παράταξη, το χαρισματικό στοιχείο δεν το έδωσε πολιτικός ηγέτης, αλλά ο Κωνσταντινισμός, που προήλθε από την ιδιότυπη σύγκλιση και σύνθεση του θεσμικού, απρόσωπου χαρίσματος του θρόνου με το
" 4 Γ. Φιλάρετος, Εκλογή πολιτεύματος, Αθήναι 1974, σ. 16-17. Αλ. Σβώλος, Τα ελληνικά Συντάγματα, Αθήναι 1972, σ. 46. Πρβλ. επίσης Γ. Ασπρέας , Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, τ. Β\ Αθήναι 1930, σ. 133-134. Θαν. Διαμαντόπουλος, Η ελληνική συντηρητική παράταξη: Ιστορική προσέγγιση και πολιτικά χαρακτηριστικά, Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1994, σ. 35.
67
χάρισμα του Στρατηλάτη - Βασιλιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, η κληρονομιά του Κωνσταντινισμού έμεινε χωρίς γενικά αναγνωρισμένο
διάδοχο
ή
θεματοφύλακα σ'
όλη
τη
διάρκεια του
Μεσοπολέμου"7. Ο
Δραγούμης
εμφανίζεται
δύσπιστος
απέναντι
στη
γνήσια
Δημοκρατία. Ισως αυτό να οφείλεται στην φαναριώτικη αριστοκρατική καταγωγή του, ίσως στις παντοειδείς δυσλειτουργίες και ατασθαλίες του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος της εποχής
του, ίσως
στη νιτσεικής
επίδρασης λατρεία του ατομικού και του εξαιρετικού που αποτελεί κομβικό στοιχείο στην ιδεολογική του συγκρότηση. Κατά τη γνώμη μας, οι αντιλήψεις του για τη Δημοκρατία αποτελούν συνισταμένη και των τριών παραγόντων που αναφέραμε. Οι σοβαρότατες δυσλειτουργίες της διοικητικής μηχανής και του κρατικού μηχανισμού, απασχόλησαν ιδιαίτερα τον Δραγούμη. Ο Δραγούμης θα επικρίνει την πληθώρα
και την πολυπλοκότητα
πολυνουίαν. η οποία θα φέρει την ανουία118.
Πρέπει
των νόμων, την να
επιδιωχθεί
ο
αυστηρότερος έλεγχος των προσόντων και της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων , ενώ τα προσόντα και η μονιμότητα να εφαρμόζονται κατά κανόνα και στους νομάρχες και γενικούς γραμματείς . «Αλλ' οι διαγωνισμοί και η μονιμότης ανάγκη
να
δεν αρκούν .... Ινα βελτιωθή το ποιόν των υπαλλήλων ιδρυθή,
1)
σχολή
δημοσίων
υπαλλήλων,
όπου
θα
προπαρασκευάζονται ειδικώς διά τας δημοσίας υπηρεσίας με μαθήματα κοινωνιολογικά
και
δημοσιονομικά
και
μαθήματα
τρόπων
και
καθηκοντολογίας, 2) δικαστήριον υπαλλήλων, 3) δρακόντειος υπηρεσία επιθεωρήσεως...»119. Οι δημόσιοι υπάλληλοι οφείλουν να μεριμνούν για την εξισορρόπηση των δημοσίων και ιδιωτικών συμφερόντων και να αποβάλουν
Γ. Μαυρογορδάτος, Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1982, σ. 22. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 8. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 8.
68
από τις δημόσιες υπηρεσίες κάθε γραφειοκρατικό πνεύμα, καλύπτοντας όλες τις ανάγκες των πολιτών. Ετσι θα καταπολεμηθεί ο σχολαστικισμός, η αναβλητικότητα και ο κοτσαμπασισμός που βασιλεύουν στα γεμάτα από χαρτιά, κονιορτό και αποτσίγαρα γραφεία του δημοσίου. «Αμα βελτιωθή το ποιόν των υπαλλήλων, θα λείψη πλέον και η στρεβλή αντίληψις ότι όσον αυξάνεις τον αριθμό των και τον αριθμόν των υπηρεσιών, τόσο καλυτερεύει η διοίκησις. Κατά γενικόν
κανόνα λοιπόν
όχι αύξησιν
υπηρεσιών
και
υπαλλήλων, προκαλούσαν σπατάλην δημοσίου χρήματος, αλλά βελτίωσιν του ποιου και εν ανάγκη της θέσεως των υπαλλήλων»120. Απαραίτητη κρίνει επίσης ο Δραγούμης την ελάττωση του αριθμού των Βουλευτών σε 100 το πολύ, τη μεγέθυνση των εκλογικών περιφερειών, την γενναία ελάττωση του αριθμού των υπαλλήλων χωρίς περικοπή μισθών, την σύμπτυξη των νομών του κράτους σε 10 το πολύ, τη συγχώνευση αστυνομίας και χωροφυλακής για την απαλλαγή του στρατού από τα αστυνομικά του καθήκοντα121. Ταυτόχρονα θα προτείνει την βελτίωση της δημόσιας και αγροτικής ασφάλειας, την χειραφέτηση της αστυνομίας και της χωροφυλακής από το κυρίως στράτευμα, την οργάνωση αγροφυλακής και την ανασύσταση της έφιππης χωροφυλακής122. Από τα παραπάνω διαπιστώνει κανείς τη διαρκή προσπάθεια του Δραγούμη να ανακαλύψει δρόμους για τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της διοίκησης. Ο Δραγούμης υπηρετεί το ελληνικό κράτος της καμπής του 19 ου αι και των αρχών του 20ου αι. Στην Ελλάδα του 19 ου αι., η διείσδυση των ευρωπαϊκών θεσμικών και ιδεολογικών προτύπων υπήρξε το αναγκαίο επακόλουθο της ενσωμάτωσης της στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και όχι το αποτέλεσμα της βαθμιαίας κρυστάλλωσης
καπιταλιστικών
παραγωγικών σχέσεων στο πλαίσιο της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας. Το σύνολο περίπου των πολιτειακών και οργανωτικών θεσμών που αποτέλεσε 120 }-,
η
υπ. παρ. σ. 9. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 11, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
69
το ελληνικό κράτος βασίστηκε στο φιλελεύθερο αστικό πρότυπο των ανεπτυγμένων δυτικών κοινωνιών. Από την άλλη μεριά, ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής
παρέμεινε
προβιομηχανικός
με αποτέλεσμα να
υπάρχει
αναντιστοιχία ανάμεσα στο κοινωνικο-οικονομικό υπόβαθρο και στο θεσμικό εποικοδόμημα με όλα τα συνακόλουθα φαινόμενα δυσλειτουργίας123. Ο διοικητικός υδροκεφαλισμός χαρακτηρίζει το νεοελληνικό κράτος από την επομένη της συστάσεως του. Η ποσοτική υπερδιόγκωση του δημόσιου τομέα σε σχέση με την υποτονικότητά του ιδιωτικού οδηγεί σε μια διαφορετική άρθρωση ανάμεσα στις δύο αυτές «περιοχές». Ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί όχι απλά ως εγγύηση των κυρίαρχων
ταξικών
σχέσεων, αλλά σαν δημιουργός των σχέσεων αυτών. Ακόμη, εξαιτίας της έλλειψης σαφούς οριοθέτησης ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα δεν μπορεί να υπάρξει μία «μη διεφθαρμένη» διοίκηση. Μόνο από τη στιγμή που αρχίζουν και αναπτύσσονται από μόνες τους οι ιδιωτικές διαδικασίες συσσώρευσης της καπιταλιστικής διαδικασίας, φτάνουμε στη δυνατότητα μιας νέας αστικής πολιτικής, μιας νέας εκλογικευτικής πολιτικής. Ο Τρικούπης επιχείρησε να
εξορθολογίσει τη δημόσια διοίκηση με
διοικητικές και εκλογικές μεταρρυθμίσεις. Το 1875 ευθυγραμμίστηκαν οι εκλογικές περιφέρειες με τις διοικητικές ενότητες , αντικαταστάθηκε η στενή από την ευρεία εκλογική περιφέρεια και μειώθηκε ο αριθμός των βουλευτών. Το 1883 ψηφίστηκε ο νόμος ΑΚΑ71883 «περί προσόντων δημοσίων υπαλλήλων» και το 1884 ο νόμος ΑΡΜΑ71884 με τον οποίο θεσπίστηκε το ακατάσχετο του μισθού των δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών124. Το
κίνημα
του
1909
δρομολόγησε
τις
διαδικασίες για
τον
εξορθολογισμό της διοίκησης και τον αστικό μετασχηματισμό του κράτους. Η οργάνωση και η εμπέδωση του κράτους Δικαίου σε συνδυασμό με την
Κων. Τσουκαλάς: Κοινωνική ανάπτυξη και Κράτος. Η συγκρότηση τον δημόσιου χώρου στην Ελλάδα. Ιστορική Βιβλιοθήκη, Θεμέλιο, Αθήνα 1986, σ. 27. Κ.Τσουκαλάς, «Πολιτική των Κυβερνήσεων και προβλήματα από το 1887 έως το 1895», στο Ι.Ε.Ε. , τ. ΙΔ", Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977,σ.44.
70
παγίωση
των
αρχών
του φιλελεύθερου
δημοκρατικού πολιτεύματος,
αποτέλεσε τον καθοριστικό γνώμονα των πρωτεργατών της αναθεώρησης του 1911. Ενίσχυση και προστασία των ατομικών ελευθεριών της ιδιοκτησίας και της ελευθεροτυπίας, καθιέρωση της δωρεάν υποχρεωτικής στοιχειώδους εκπαιδεύσεως (άρθρο 16) αναγκαστική απαλλοτρίωση ιδιοκτησιών για την αποκατάσταση ακτημόνων
(άρθρο 17), εισαγωγή καλύτερου εκλογικού
συστήματος (άρθρο 66), απομάκρυνση των στρατιωτικών από την ενεργό πολιτική και καθιέρωση του ασυμβίβαστου του βουλευτικού αξιώματος, και των ιδιωτικών έργων (άρθρο 71), εξέλεγξη του κύρους των βουλευτικών εκλογών από ειδικό δικαστήριο (άρθρο 73), κατοχύρωση της μονιμότητας των διοικητικών υπαλλήλων και της ισοβιότητας των δικαστών (άρθρα 88, 90, 102), επανίδρυση
του Συμβουλίου
της Επικρατείας (άρθρο 82)
αποδεικνύουν τις προθέσεις του Συντάγματος του 1911. (e Οι βενιζελικές κυβερνήσεις του πρώτου μισού της δεκαετίας του 1910 εισήγαγαν με την πρακτική τους για πρώτη φορά την ως τότε άγνωστη στην Ελλάδα έννοια του κράτους δικαίου. Οι κυριότερες εκδηλώσεις της πρακτικής αυτής ήταν οι εξής: α) ο νομός άρχισε να εφαρμόζεται ουσιαστικά και έναντι πάντων β) εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις γενικοί και απρόσωποι κανόνες δικαίου γ) γίνεται πραγματικότητα η εσωτερική ασφάλεια ακόμη και στη ληστοκρατούμενη ύπαιθρο δ)
κατοχυρώθηκαν
συνταγματικά
και
απέκτησαν
ουσιαστικό
περιεχόμενο η αμεροληψία της διοίκησης και η προσωπική ανεξαρτησία των δημοσίων υπαλλήλων1^5. Στη Δύση, το αστικό κράτος αναπτύχθηκε και ανδρώθηκε μέσα από ορισμένες συγκεκριμένες διαδικασίες, που συμβάλλουν και αντιστοιχούν με
Θαν. Διαμαντόπουλος. Οι πολιτικής δυνάμεις της Βενιζελικής περιόδου,τ. Ι. Ο Βενιζελισμύς της Ανόρθωσης, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1985, σ. 36.
71
την ανάπτυξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Το κράτος αυτό εισήχθη στην Ελλάδα μέσα από ορισμένες διαδικασίες πολιτισμικής και ιδεολογικής
όσμωσης
του
αρτισύστατου
ελληνικού
κοινωνικού
μετασχηματισμού με τη Δύση. Όμως, η λειτουργία των επείσακτων κρατικών θεσμών μέσα στην ελληνική κοινωνία δεν υπορούσε παρά να είναι εντελώς διαφορετική από την αντίστοιχη λειτουργία των κρατικών μηχανισμών στις δυτικές . Ci Το βασικό χαρακτηριστικό του ελληνικού κρατικού μηχανισμού είναι ότι δεν λειτουργούσε ορθολογιστικά, δεν λειτουργούσε με κριτήριο τα Βεμπεριανά πρότυπα της γραφειοκρατίας. Στην Ελλάδα δεν συνδεόταν η μεγιστοποίηση των επιδιωκόμενων
στόχων με την ελαχιστοποίηση του
κόστους. Οι δημόσιες υπηρεσίες επεκτείνονταν απεριόριστα ,χωρίς κανένα λειτουργικό περιεχόμενο. Αυτό οφειλόταν στην ανυπαρξία μιας συμπαγούς, διαρθρωμένης και συνειδητοποιημένης αστικής τάξης που να θέτει φραγμούς στην αλόγιστη επέκταση του κρατικού μηχανισμού.?2,6 Η εξυγίανση της Δικαιοσύνης απασχόλησε επίσης σοβαρά τον Ίωνα Δραγούμη. Πρώτιστο μέλημα η «ανύψωσις της Δικαστικής εξουσίας σε αληθινή τρίτη εξουσία εντελώς ανεξάρτητη από την εκτελεστική»127. Για την επίτευξη του στόχου αυτού θα προτείνει την εξύψωση της ειρηνοδικειακής δικαιοσύνης, τη σημαντική ελάττωση των σχετικών φόρων και τελών, την επιτάχυνση της σύνταξης και της εφαρμογής του Αστικού Κώδικα και γενικά την συστηματοποίηση των νόμων με εξοβελισμό της πολυνομίας, την ξεκάθαρη και καθορισμένη αιτιολόγηση των δικαστικών αποφάσεων, τη βελτίωση των δικονομικών νόμων με απλοποίηση των τύπων, την ίδρυση τοπικών
δικαστηρίων για την εξασφάλιση της αγροτικής περιουσίας, τη
διάπλαση
ιδιαίτερου ανακριτικού κλάδου και τη μόρφωση του, τον
«ανακαινισμό» του ποινικού νόμου, τη μερική ελάφρυνση των δικαστικών 126
Κων. Τσουκαλάς: «Κράτος και Κοινωνία στην Ελλάδα του 19ου αι.» στο: Οψεις της Ελληνικής κοινωνίας του 19°" αι. , Εστία, Αθήνα 1983, σ. 40. 27 ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
72
τελών.128 Κατά τον Δραγούμη, η Δικαιοσύνη «εκπληρώνει καλύτερα από την διοίκησιν τον προορισμό της». Γι' αυτό είναι απαραίτητη η βελτίωσις του ποιου των δικαστών από την άποψη της κοινωνιολογικής τους μόρφωσης και η
φυγάδευση
του
πνεύματος
της
ρουτίνας,
αναβλητικότητας
σχολαστικότητας και τυπικότητας από το δικαστικό σώμα129. Μεγάλη έμφαση δίνει ο Δραγούμης στην εξάλειψη της τάσης για την αντιγραφή ξένων νόμων και θεσμών, ιδίως στον τομέα της Δικαιοσύνης . Θα προτείνει,
κατά
συνέπεια
κοινωνιολογική
μόρφωση
των
δικαστών,
ουσιαστική κι όχι τυπική ερμηνεία του δικαίου, διαμόρφωση ιδιαίτερου ανακριτικού κλάδου, ανανέωση του αστικού νόμου και του Ποινικού Κώδικα κ.α. Πάνω απ' όλα, όμως, απαιτείται μελετημένη νομοθετική εργασία κι όχι απρόσεκτη εφαρμογή των ξένων νόμων, τίμια εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, πρακτικό πνεύμα και χρηστή άσκηση της νομοθετικής εξουσίας. Η άκριτη μίμηση ξένων νόμων και θεσμών θα δεχθεί σφοδρή επίθεση από τον Ίωνα Δραγούμη στην εφαρμογή του Δημοτικού Νόμου, ο οποίος κατάργησε τις Κοινότητες, που είχαν συνδεθεί με την ίδια την επιβίωση του ελληνικού έθνους.
β.
Οι
απόιυεκ
του
νια
την
τοπική
αυτοδιοίκηση.
Ο
κοινοτισυός του Δοανούυη Στις 3/15 Απριλίου 1833 η Αντιβασιλεία κατένειμε το Βασίλειο σε δέκα Νομαρχίες, που με τη σειρά τους διαιρέθηκαν σε 47 επαρχίες,ενώ οι δήμοι αποτέλεσαν την πρώτη βαθμίδα. Κοινότητες δεν προβλέφθηκαν. Το σχήμα αυτό απέβλεψε καταρχήν τουλάχιστον να συνδυάσει το συγκεντρωτικό σύστημα, που είχε βρει την τέλεια έκφραση του την εποχή του Καποδίστρια και το σύστημα της τοπικής αυτοδιοίκησης , που είχε εξυπηρετήσει τον ελληνισμό την εποχή της Τουρκοκρατίας. Στην πραγματικότητα όμως το
Όπ. παρ. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 15.
73
σύστημα αυτό ήταν από τα πλέον συγκεντρωτικά,αφού τόσο η ανάδειξη των τοπικών αρχόντων, όσο και οι αρμοδιότητες τους ελέγχονταν αποκλειστικά από την κεντρική εξουσία. Σύμφωνα με τον Μάουρερ, στο παλαιό σύστημα ενυπήρχαν τάσεις προς την αυθαιρεσία, πράγμα που έγινε περισσότερο αισθητό στη διάρκεια του Αγώνα, όταν η ελληνική ολιγαρχία είχε κατορθώσει να το αλώσει 130 . Αλλωστε και ο Ι.Καποδίστριας χρησιμοποίησε το συγκεντρωτικό σύστημα για να συντρίψει την πολιτική δύναμη των προυχόντων και των οπλαρχηγών. Ο Finlay
θεώρησε
συστήματος τοπικής
ολέθρια την
εγκατάλειψη του
αυτοδιοίκησης επικρίνοντας
προεπαναστατικού
τον Καποδίστρια
ότι
πρώτος έδωσε το θανάσιμο κτύπημα στον παραδοσιακό θεσμό των κοινοτήτων131. Όμως,
οι αρχές του συγκεντρωτισμού είχαν εγκαθιδρυθεί
κατά τη διάρκεια του Αγώνα ως αντίβαρο στον άκρατο τοπικισμό και στις έντονες τοπικιστικές διαφορές. Αλλωστε τοπική αυτονομία δεν σήμαινε απαραίτητα και δημοκρατία. Ο Δημοτικός
Νόμος έμεινε ακλόνητος τόσο με τις διοικητικές
μεταρρυθμίσεις του Χαρ. Τρικούπη, όσο και με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Νικ. Θεοτόκη του 1899. Το 1912 η κυβέρνηση Βενιζέλου με τον νόμο ΔΝΖ' κατάργησε τον Δημοτικό Νόμο του 1833 και στη θέση των παλαιών Δήμων συστάθηκαν κοινότητες. Μετά την προσάρτηση των Νέων Χωρών οι κοινότητες ως πρωτοβάθμια τοπική εξουσία επεκτάθηκαν και στα νεοαπελευθερωθέντα εδάφη. Η άρρηκτη εξάρτηση τους όμως από την κεντρική εξουσία διέψευσε τις προσδοκίες όσων είχαν θεωρήσει πανάκεια την κατάργηση του Δημοτικού Νόμου. Την κατάργηση του κοινοτισμού από την βαυαρική Αντιβασιλεία είχε καταγγείλει, το 1879, σε ήπια γλώσσα, ο Γεώργιος Αγγελόπουλος, υφηγητής τότε του Διοικητικού Δικαίου, ψέγοντας τον «περί δήμων νόμων του 1831 ως Βλ. περισσότερα στο G.Maourer, Ο Ελληνικός Λαός, Μετάφρ. Ολγα Ρουμπάκη, εισαγωγή,επιμέλεια, σχολιασμός Τ. Βουρνά, Αθήναι 1976. 131 Γ. Φίνλεϋ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ.Α', Αθήνα 1953, σ.200-20 !.
74
τεχνητόν, επιπόλαιον και ανελεύθερον κατασκεύασμα, το οποίον υπό άγαν συγκεντρωτικόν
σύστημα
απεμάκρυνε
την
αρχαίαν
ζωτικότητα
και
πρωτοβουλίαν του ελληνικού λαού»132. Ο Νικ. Μοσχοβάκης, στην υφηγετική του διατριβή «Το
Δημόσιον
Δίκαιον επί Τουρκοκρατίας», εκθέτει τα
επιτεύγματα του κοινοτισμού, ενώ ο λόγιος Ι. Κοκκώνης πρότεινε στο δίτομο έργο του «Περί Πολιτειών» (1828-1829) συγκερασμό του αρχαιοελληνικού, αμερικανικού και ελβετικού συντάγματος. Ο Ίων Δραγούμης, πρώτος, διεύρυνε περισσότερο τον προβληματισμό σχετικά με μια δυνατή πολιτειακή συγκρότηση με επίκεντρο τον κοινοτικό θεσμό. Ο κοινοτισμός του Δραγούμη απορρέει από την αγάπη του για την ύπαιθρο και τους ανθρώπους της. Κρίνει τις αξίες του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας και της κοινωνίας ως αξιολογικά ανώτερες. Βλέπει τις κοινότητες και τη ζωή τους στατικά, δεν θέλει ο σύγχρονος πολιτισμός να διαταράσσει τις προαιώνιες ισορροπίες της αγροτικής ζωής. Ο δημοτικισμός του συνδέεται με την κοινοτική του αντίληψη, αφού η ζωντανή γλώσσα παράγεται και αναπαράγεται αυθόρμητα στα πλαίσια της κοινωνικής ζωής. Η κοινότητα μπορεί να εξασφαλίσει την επιβίωση του έθνους, εάν χειραφετηθεί από
την
φθοροποιό επίδραση
του εθνικού κέντρου
και
αποκτήσει
αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Στα χρόνια του Μακεδόνικου Αγώνα, ο Δραγούμης επιδίωξε την συνεννόηση και συνεργασία των Κοινοτήτων της Μακεδονίας. Δημιούργησε την μυστική εταιρεία «Αμυνα», κατά το πρότυπο της Φιλικής Εταιρείας για να δημιουργήσει ένα δίκτυο συντονισμού και πειθαρχίας των
μακεδόνικων
κοινοτήτων και να ιδρύσει με βάση τις κοινότητες, ένα κράτος του εκτός των ελλαδικών ορίων Ελληνισμού. Η δεύτερη απόπειρα του Δραγούμη να αξιοποιήσει τον δυναμισμό των κοινοτήτων χάριν ευρύτερων εθνικών σκοπών ήταν η «Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως», την οποία ίδρυσε από
132
Ν. Πανταζόπουλος, «Ο Κ. Καραβίδας και ο σχεδιασμός της κοινοτικής δημοκρατίας», Νέα KoivoìvioXoyia, τ. 16(1992).
75
κοινού με τον Αθανάσιο Σουλιώτη- Νικολαϊδη στην Κωνσταντινούπολη,στις αρχές του 1908 133 . Κατά τον Δραγούμη, κύτταρο του διοικητικού συστήματος οφείλει να είναι η κοινότης, ενώ το κράτος θα πρέπει να οικοδομηθεί στο θεμέλιο της κοινότητας από κάτω προς τα άνω134. Απορρίπτει την προγραμματισμένη οικονομική ανάπτυξη και τοποθετεί τον κοινοτισμό του σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο οικονομίας της αγοράς. Κατά τη γνώμη του, ο καίριος τομέας στον οποίο πρέπει να αρχίσει η ανοικοδόμηση των κοινοτήτων είναι ο οικονομικός. Οι κοινότητες πρέπει να αναζητούν την αυτονομία τους εξασφαλίζοντας ίδιους πόρους και χειραφετούμενες από το κράτος, ενώ το νεοελληνικό πολίτευμα έπρεπε να οικοδομηθεί με βάση τις κοινοτικές παραδόσεις. Κατά τον Δραγούμη, υπήρξε μέγα ατύχημα το γεγονός ότι, όταν η Ελλάδα έγινε κράτος ανεξάρτητο, κατάργησε την τοπική αυτοδιοίκηση, τις κοινότητες, «που ήσαν αποτέλεσμα ζωής ελληνικής πολλών ετών, ήσαν τύπος ελληνικής υπάρξεως, όπως στον αρχαίο καιρό ήταν οι μικρές πολιτείες, δημοκρατίες, κρατίδια»135. Φρονεί ότι, «φυσική διοίκηση στο ρωμαίικο
από
τότε που
φανερώθηκε στον
κόσμο
είναι
η
τοπική
αυτοδιοίκηση»136. «Ο κοινωνικός οργανισμός, που έπλασε τη φυλή τέτοια που είναι και τη βάσταξε αιώνες τώρα είναι η τοπική αυτοδιοίκηση»137. «Ετσι διοίκησαν τους Ελληνες ως τώρα όλοι οι ξένοι καταχτητές... Μονάχα, όταν ήρθαν
οι
νέοι Ελληνες καταχτητές, οι πολιτικοί και νομοθέτες του
νεοελληνικού κράτους, τότε καταργήθηκαν οι κοινότητες, σβήστηκε η τοπική αυτοδιοίκηση με μια μονοκοντυλιά, μ' ένα νόμο»138.
" Μ. Μελεχόπουλος, Οι Κοινοτικές Ιδέες στη σύγχρονη Ελλάδα, (δακτ. διατριβή), Αθήνα 2001, σ. 37-38. 134 «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελλ.ηνες», σ. 12. 135 «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 1 1. 136 Ίων Δραγούμης, «Στρατός και άλλα , Γ" προκήρυξη», Νουμάς, αρ. 361, 11-10-1909 , σ. 7 και στα 10 άρθρα, σ. 76. " «Ελληνικός Πολιτισμός», σ. 24. 138 «Σαμοθράκη», σ. 42.
76
Η γενεσιουργός αιτία της κατάργησης των κοινοτήτων εντοπίζεται και σ' αυτή την περίπτωση στην έντονη ξενομανία του ελληνικού κράτους από τα πρώτα του βήματα. Οι κοινότητες καταργήθηκαν επειδή δεν υπήρχαν στη Βαυαρία και οι Ελληνες νομοθέτες ήταν «φραγκομαθημένοι»139. Γιατί, όμως, είναι απαραίτητη η λειτουργία των κοινοτήτων; Οι κοινότητες ανταποκρίνονται απόλυτα στην ελληνική φύση. «Οι Ελληνες ζουν πάντα αυτόνομοι ή ιδιοκυβέρνητοι, όσο και να είναι πολιτικώς σκλάβοι των δυνατότερων τους λαών... Οπου κι αν βρεθούν δέκα Ελληνες φτιάνουν ο καθένας πρώτα την καλύβα τους και έπειτα την κοινότητα τους κανονίζοντας τη ζωή τους με τρόπο ελληνικό ... Και έτσι, είτε υπάρχει, είτε λείπει η πολιτική ανεξαρτησία στους Ελληνες , οι πολιτείες τους μένουν κάπως αυτόνομες και αυτοδιοίκητες . Αυτό πάντα γλίτωσε την ελληνική φυλή από την τελειωτική καταστροφή και
πάλι
θα τη
γλιτώσει»140
και
θα διαπιστώσει: «αφ'
ότου η Ελλάδα κατάργησε τις κοινότητες και συγκέντρωσε όλες τις δουλειές στο κράτος, που το διαίρεσε σε δήμους, πάει κατά διαόλου»141. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι προτάσεις του Δραγούμη για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης. «Οσον αφορά την τοπικήν διοίκησιν απαραίτητον είναι την σημερινήν αποκέντρωσιν ν' αντικαταστήση πραγματική περιφερειακή αποκέντρωσις»142.
Ο Δραγούμης
επιθυμεί πραγματική
αποκέντρωση
αποκέντρωση
κι όχι
επιφανειακή
υπηρεσιών που απλά εξαρτώνται από την αντίστοιχη κεντρική υπηρεσία. Ο νομός θα είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με δικό του ταμείο και περιουσιακά στοιχεία, τα οποία θα τροφοδοτούνται από τους τοπικούς φόρους, ενώ το πλεόνασμα θα αποστέλλεται στο δημόσιο ταμείο. Με τον τρόπο αυτό η κεντρική διοίκηση θα απαλλαγεί από τη διευθέτηση των
«Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 13. «Σαμοθράκη», σ. 47-48. 41 Ίων Δραγούμης, «Στρατός και άλλα , Γ' προκήρυξη», στα «10 άρθρα», σ. 78. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 10.
77
τοπικών ζητημάτων , ενώ η τοπική διοίκηση θα λειτουργεί ταχύτερα και αποτελεσματικότερα.143 Εκτός από τους νομούς, θα ιδρυθούν και ανώτερες διοικητικές περιφέρειες, οι γενικές διοικήσεις, καλώς νοουμένων
«εξυπηρετικοί και των βαθύτερων και
συμφερόντων του κράτους και της πλέον αβίαστου
αναδείξεως Ελληνικού πολιτισμού διά της αναπτύξεως εναμμίλων τοπικών πολιτισμών»144 . Οι γενικές αυτές διοικήσεις θα στηρίζονται στις οικονομικές, γεωγραφικές
ή
ιστορικές
περιφέρειες
της
Ελλάδας
(Επτάνησα,
Πελοπόννησος, Κρήτη, Στερεά Ελλάδα, Μακεδονία, Θεσσαλία, Ηπειρος). Οι διοικήσεις αυτές θα έχουν και ανάλογο διοικητικό συμβούλιο αιρετό. Στο Μανιφέστο Προγραμμικών Αρχών του 1920 θα προτείνει για την τοπική αυτοδιοίκηση: «Περιφερειακή αποκέντρωση συστάσεως αιρετών νομαρχιακών
της όλης διοικήσεως μετά
συμβουλίων
και παροχής
αναλόγου
δικαιοδοσίας εις τας κατά τόπους Αρχάς προς βαθμιαίαν απαλλαγήν από της συγκεντρωτικής γραφειοκρατίας και πλήρης κοινοτική Αυτοδιοίκησις»145. Σύμφωνα με τον Δραγούμη, το «γνησιότερον κύτταρο της Ελληνικής κοινωνίας μετά την οικογένειαν είναι η κοινότης ή ο δήμος». «Επί της κοινότητος ως θεμελίου έπρεπεν εξ αρχής να κτισθή το οικοδόμημα του κράτους και τότε μόνον θα ήτο φυσιολογικούς οργανωμένον το κράτος»146. Η κοινότητα, όμως, δεν πρέπει να έχει το χαρακτήρα διφυούς οργανισμού, αφ' ενός ως τελευταίου κρίκου της κρατικής διοίκησης, αφ' ετέρου ως οργάνου της τοπικής αυτοδιοίκησης. Μεταξύ δήμου ή κοινότητος και νομού θα υπάρχει ενδιάμεση περιφερειακή
υποδιαίρεση για την εκτέλεση των
διοικητικών λειτουργιών του κράτους. «Η δε κοινότης ή ο δήμος, αστικός ή αγροτικός, θα αντιπροσωπεύουν μόνον
την θέλησιν του λαού περί
«Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 9. Όπ. παρ. σ. 10 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί» , σ. 10.
78
αυτοδιοικήσεως»147. Οι κοινότητες και οι δήμοι θα έχουν τον χαρακτήρα συνεταιρισμών για τη θεραπεία ποικίλων οικονομικών κυρίως, αλλά και πνευματικών συμφερόντων τοπικών. Η αποκέντρωση και η αυτοδιοίκηση, η ανάδειξη της κοινότητας ως δημοτικής μονάδας, η διαρρύθμιση του δημοτικού νόμου για την άρση της υφιστάμενης αδιάλειπτης σύγκρουσης μεταξύ δήμων και κοινοτήτων, η ανάληψη από τις κοινότητες πολλών από τα έξοδα του Κράτους, είναι μερικές ακόμα από τις προτάσεις του για την εύρυθμη λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης148. Ποια θα είναι τα αποτελέσματα στη διοίκηση από την εφαρμογή των νόμων για την τοπική αυτοδιοίκηση και την επαναφορά του κοινοτικού συστήματος; Κατά τον Δραγούμη, με το κοινοτικό σύστημα θα υπάρξει περιστολή του πελατειακού συστήματος, αφού η οικογενειοκρατία και η ευνοιοκρατία θα περιορισθούν και θα λειτουργήσουν στα πλαίσια της κοινότητας κι όχι στη κεντρική διοίκηση. Η αριστοκρατική του σκέψη φαίνεται και από την ακόλουθη άποψη του για τη σπουδαιότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης: «Με την τοπική αυτοδιοίκηση-όταν ο καθένας θα κυβερνά το χωριό του-το κράτος θα έχει να σκεφθεί και να φροντίσει για τα γενικότερα συμφέροντα του έθνους. Και έτσι, επειδή περισσότεροι θα κυβερνούν τα χωριά τους, λιγότεροι θα καταπιάνονται να κυβερνήσουν το κράτος και ίσως καλύτερα»149. Ο σπουδαιότερος όμως λόγος για την επαναφορά του
κοινοτικού
συστήματος είναι η ελληνική του φύση και καταγωγή. Ο Δημοτικός Νόμος του 1833 «μπορεί να έχει πολλά προσόντα, μα του λείπει ένα, δεν είναι ελληνικός», και προχωρεί ο Δραγούμης: «όταν μου λένε, πως ένας νόμος είναι καλός ή κακός, ρωτώ πάντα <για ποιους> και με κοιτάζουν περίεργα οι διάφοροι μαστόροι του απολύτου, οι νομοθέτες της Ρωμιοσύνης»150
Όπ.παρ., σ. 10. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Ίων Δραγούμης, «Στρατός και άλλα, Γ' προκήρυξη», στα 10 άρθρα, σ. 75-79. «Ο νόμος πλακώνει έναν ελληνικότατο ανθό», Νουμάς, αρ. 192, 2 Απριλίου 1906 σ.2.
79
Η άποψη ότι οι κοινότητες έλκουν την καταγωγή τους στην ελληνική αρχαιότητα έχει δεχθεί σοβαρή κριτική. Ενώ η ύπαρξη του κοινοτικού θεσμού κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας είναι αναμφισβήτητη, το θέμα της καταγωγής των ελληνικών κοινοτήτων, που ξεφύτρωσαν κάτω από το διοικητικό μηχανισμό και παρεμβλήθηκαν
στη λειτουργία του σαν να
αποτελούσαν μέρος της διοικητικής του οργανώσεως, παρουσιάζει πολλές δυσχέρειες. Πολλοί υποστηρίζουν την άποψη, ότι οι ελληνικές κοινότητες της τουρκοκρατίας ανάγουν την καταγωγή τους στην αυτονομία των αρχαίων ελληνικών πόλεων.151 Μια δεύτερη κατηγορία συγγραφέων υποστηρίζει ότι η φοροείσπραξη ήταν η αιτία γένεσης των κοινοτήτων. Πρώτος ο D. Urquhart διατύπωσε την άποψη ότι οι κοινότητες ήσαν προϊόν της διανεμητικής φορολογίας που ίσχυε, αλλά και των διαφόρων προνομίων που παρείχε η οσμανική εξουσία στους υπό κατοχήν λαούς, προνομίων που τους εξασφάλιζαν ως ένα βαθμό ορισμένες ελευθερίες, με αντιστάθμισμα την καταβολή φόρων152.
Ο Σ.
Αντωνιάδης δέχεται και αυτός ότι το φορολογικό σύστημα προκάλεσε τη γένεση των κοινοτήτων, στις οποίες αποδίδει και την προπαρασκευή του εθνικού
απελευθερωτικού
αγώνα
των
Ελλήνων153.
Σχετικά
ο
Π.
Αργυρόπουλος κρίνει πως παράλληλα προς τους φορολογικούς λόγους, το κοινοτικό φαινόμενο ήταν προϊόν του καταπιεστικού δεσποτικού συστήματος, για την αντιμετώπιση του οποίου οι υπόδουλοι Ελληνες, παρακινούμενοι μάλλον από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και αυτοάμυνας, συγκρότησαν τοπικές κοινότητες.154 Μια τρίτη κατηγορία συγγραφέων υποστηρίζει
151
153 154
ότι οι ελληνικές
Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ιστορικαι Πραγματείαι, Αθήναι 1858, σ. 188-255. D. Urguhart, La Turkie et ses resseources, 1836, σ. 24 κ. εξ. Σ.Αντωνιάδης , Τα Δημοτικά , Αθήναι 1866, σ. 134-135. Περ. Αργυρόπουλος, Δημοτική Διοίκησις εν Ελλάδι, Εν Αθήναις 1858, σ. 28.
80
κοινότητες στην οθωμανική περίοδο είχαν βυζαντινή προέλευση.155 Ο Ν. Σαρρής υποστηρίζει ότι η κοινότητα είχε ως κύριο στόχο την επίτευξη με τον πλέον άνετο τρόπο εκ μέρους της εξουσιαστικής στρατό- γραφειοκρατίας της αφαίμαξης του υπερπροϊόντος από τους εξουσιαζόμενους ραγιάδες. Οι κοινότητες δεν ασκούσαν πρωτογενή εξουσία, ενώ η εικόνα μιας αυτάρκους πολιτειακής οντότητας που εμφάνιζαν είναι απατηλή156. Ανεξάρτητα από τη διαμάχη γύρω από το θέμα της καταγωγής των Κοινοτήτων
της Τουρκοκρατίας είναι γεγονός ότι αυτές υπήρξαν
και
παρουσίασαν εκπληκτική αίγλη και ανάπτυξη συμβάλλοντας στην εθνική επιβίωση του ελληνισμού157. Ο κοινοτισμός του Δραγούμη μας φέρνει σε επαφή με τον κοινοτισμό του Καραβίδα. Τον Καραβίδα και το έργο του διατρέχει «το πάθος για αποκέντρωση». Η αποκέντρωση του Καραβίδα δεν είναι απλή τροπολογία στον τρόπο άσκησης της εξουσίας, αλλά συνιστά τη βάση για τη μεταβολή των
θεμελίων
επανειλημμένα
της παραγωγικής τονίζει
ο
οργάνωσης
ίδιος, ο κοινοτισμός
της και
κοινωνίας. ο
Οπως
ρεζιοναλισμός
μεταβάλλουν τα θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται ο συγκεντρωτικός και παρασιτικός ελληνικός καπιταλισμός, καθόσον υποδηλώνουν μεταβολές στη παραγωγική βάση της κοινωνίας και όχι απλώς στη νομοποιούσα κορυφή. Στο σημείο αυτό, ο Καραβίδας ξεπερνά τον ιστορικισμό και την απαισιοδοξία του Ίωνα Δραγούμη. Με εφόδιο την κοινωνιολογική και οικονομική ανάλυση στο διοικητικό συγκεντρωτισμό
του νεοελληνικού
Την άποψη ότι οι ελληνικές κοινότητες της Τουρκοκρατίας είχαν βυζαντινή προέλευση, υποστήριζε πρώτος ο Ν. Μόσχοβάκης στο έργο του, Το εν Ελλάδι Δημόσιον δίκαιον επί Τουρκοκρατίας Αθήνα 1882 σ. 68-81 , και ο Δ. Ζακυνθινός στο άρθρο: «Η ενότης της ελληνικής ιστορικής παραδόσεως», Νέα Εστία, Τόμ. 38, τευχ.441, Αθήναι 1945 σ. 949-956 και στο έργο, Η Τουρκοκρατία. Εισαγωγή εις την νεωτέραν Ιστορίαν του ελληνισμού, Αθήναι 1957, σ. 35. 156 Ν. Σαρρής, Οσμανική Πραγματικότητα, Τ.Π., Η. Δοσιματική Διοίκηση, Εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα 1990,σ.341-342. 157 Βασ. Ανδρονόπουλος /Μ. Μαθιουδάκης, Νεοελληνική Διοικητική Ιστορία , Αθήνα 1992, σ.34.
81
περιφερειακού καπιταλισμού αντιτάσσει μια εκσυγχρονισμένη οργάνωση των παραγωγών, με σκοπό όχι την αδύνατη πλέον επιστροφή στο παρελθόν, αλλά την αναζωογόνηση της σύγχρονης οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Στον Ίωνα Δραγούμη, η κοινότητα θεμελιώνεται με μια διαχρονική ιστορική ανάλυση, ενώ στον Καραβίδα η κοινότητα αναδεικνύεται σαν μια μοντέρνα λύση των αντιφάσεων της αστικής κοινωνίας158. Ακόμη και η τελική στροφή του Δραγούμη προς τον σοσιαλισμό δεν είναι παρά ένα μέσο στην προσπάθεια του να διασώσει την κοινότητα μέσα στη σύγχρονη εποχή. Αυτό εξηγείται από το ότι ο Δραγούμης έχει μόνον την ιστορική έννοια της κοινότητας, όχι τη λειτουργική, όπως ο Καραβίδας. Ο τελευταίος δεν διστάζει, με βάση την κοινότητα, να διατυπώνει τις προϋποθέσεις ενός ολοκληρωμένου συστήματος-του κοινοτισμού-το οποίο αντιπαραθέτει τόσο στον καπιταλισμό , όσο και στον σοσιαλισμό. Κατά τον Καραβίδα, ο προεξάρχων χαρακτήρας της κοινότητας δεν είναι ο διοικητικός, αλλά ο παραγωγικός. Από την άλλη μεριά στον Δραγούμη, ο κοινοτισμός θεμελιώνεται στη σημασία του θεσμού για την επιβίωση του ελληνισμού κατά την Τουρκοκρατία. Ο
δραγουμικός
κοινοτισμός
είναι
συντηρητικός,
ρομαντικός,
προβιομηχανικός και καθόλου επαναστατικός. Ο Δραγούμης και οι επίγονοι του Κ.Καραβίδας
και Ντ. Μαλούχος πρότειναν
μια επιστροφή στον
κοινοτισμό με την διαφορά ότι ο πρώτος, κατά την μακεδόνικη του θητεία,έζησε και έδρασε στα πλαίσια των κοινοτήτων και βίωσε την έμπρακτη καθοριστική συμβολή τους στην επιβίωση του χειμαζόμενου Ελληνισμού, καθώς και τις αδυναμίες τους. α Ο Δραγούμης είδε στον κοινοτισμό ένα σύστημα κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης που θα καθήλωνε ή θα επανέφερε την ελληνική κοινωνία στην παραδοσιακή της δομή, με περιορισμένο τον ρόλο του
Για τον κοινοτισμό του Καραβίδα βλ. Κ. Καραβίδας, Γεωοικονομία και Κοινοτισμός, Πρόλογος , Αδ. Πεπελάσης, Εισαγωγή Β. Καραποστόλης, Αθήνα, Μ.Ι.Α.Τ.Ε., 1980.
82
κράτους και ενισχυμένο
τον ρόλο της Εκκλησίας. Οι Μαλούχος και
Καραβίδας είδαν τον κοινοτισμό ως μοχλό διάλυσης του παλαιοκομματικού σκηνικού
και ως μια πραγματική πολιτικο-οικονομική
αναγέννηση της
Ελλάδος πιο κοντά στο αρχαιοελληνικό πρότυπο. Ο Δραγούμης εντάσσει τον κοινοτισμό σε ένα συνολικότερο όραμα για τον Ελληνισμό της εποχής του και θεωρεί την Εκκλησία στυλοβάτη και κεντρικό μηχανισμό του κοινοτικού συστήματος, ενώ οι Καραβίδας - Μαλούχος απορρίπτουν διαρρήδην την βυζαντινή θεοκρατία1^9. Ο Κων. Καραβίδας και ο Ντίνος Μαλούχος υπήρξαν θιασώτες των κοινοτικών ιδεών του Ι.Δραγούμη. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι τόσο ο Μαλούχος
όσο
και
ο
Καραβίδας
πρωτοεμφανίστηκαν
μέσω
της
αρθρογραφίας τους στο περιοδικό που ίδρυσε ο Δραγούμης, την «Πολιτική Επιθεώρηση». Συνδέονταν στενά με τον Φίλιππο Δραγούμη, τον αδελφό του Ίωνα. Στο έργο των Μαλούχου - Καραβίδα είναι φανερή η επίδραση των ιδεών του Δραγούμη. Αν όμως στο δραγουμικό έργο ο κοινοτισμός εμφανίζεται με βιωματικό, ενίοτε και λογοτεχνικό ύφος, στον Καραβίδα οι ιδέες εμφανίζονται ως επιστημονικά πορίσματα συστηματικής έρευνας, ενώ στον
Μαλούχο
ως
ιστορικά
τεκμηριωμένο
πολιτικό
πρόγραμμα
με.
συγκεκριμένες πρακτικές εφαρμογές. Εξάλλου η πεποίθηση του Δραγούμη ότι η επαναφορά του θεσμού των κοινοτήτων θα εξαλείψει τα φαινόμενα νεποτισμού και ευνοιοκρατίας ελέγχεται. Είναι γνωστές οι προσπάθειες του Χαρίλαου Τρικούπη για την υιοθέτηση της ευρείας εκλογικής περιφέρειας (νομός αντί της επαρχίας), που κατέληξαν στη διοικητική αναδιάρθρωση του 1887, που απ' τη μια μεριά θα άνοιγε το δρόμο σε μια πραγματική διοικητική αποκέντρωση και από την άλλη θα μείωνε τις δυνατότητες προσωπικής συναλλαγής. Στα πλαίσια αυτά προβλεπόταν η κατάργηση των Επαρχείων και η αντικατάσταση τους από τα
Μ. Μελετόπουλος, οπ. παρ., σ. 303.
83
Νομαρχιακά Συμβούλια
με ευρείες αρμοδιότητες ελέγχου της τοπικής
αυτοδιοίκησης160. Θα πρέπει λοιπόν να επισημάνουμε ότι δεν αρκεί η εφαρμογή της κοινοτικής αυτοδιοίκησης για την εξάλειψη της ευνοιοκρατίας και του νεποτισμού, αλλά επιβάλλεται μια αναδιάρθρωση των διοικητικών δομών σε συνδυασμό με την εξυγίανση τους, έτσι ώστε να υπάρξει ταυτόχρονος εκσυγχρονισμός κοινωνικών, οικονομικών , παραγωγικών και διοικητικών δομών του νεοελληνικού κράτους. Ο Δραγούμης συνέλαβε ότι η ουσία του προβλήματος βρίσκεται στην εφαρμογή των διαφόρων πολιτικών πρακτικών. Θα προβληματιστεί ιδιαίτερα για τον ρόλο της πολιτικής και των πολιτικών ανδρών, του κοινοβουλευτισμού και της υιοθέτησης και εφαρμογής των πολιτικών συστημάτων. y. Η πολιτική και ο κοινοβουλευτισμός Μέχρι την άφιξη στην ελεύθερη Ελλάδα του Ελ. Βενιζέλου και τη συγκρότηση
του
κόμματος
των
Φιλελευθέρων
η
μόνη
πολιτική
πραγματικότητα που υπήρχε στο ελεύθερο βασίλειο ήταν η ύπαρξη των λεγόμενων «προσωπικών» κομμάτων. Ωστόσο η φόρμουλα αυτή κάλυπτε δύο πραγματικότητες αρκετά διάφορες μεταξύ τους . Πρώτον, τα πραγματικά προσωπικά κόμματα που συγκροτούνταν από τις πολιτικές πελατείες κάποιων τοπαρχών, όπως το κόμμα του Ζαίμη ή του Μαυρομιχάλη. Δεύτερον, τα ολιγαρχικά κόμματα προυχόντων (όπως του Θεοτόκη ή του Ράλλη) που στην ουσία ήταν συμμαχίες τοπικών αρχηγών υπό την αρχηγία ενός απ' αυτούς που έδινε και το όνομα του στο κόμμα. Φυσικά δεν μπορεί να γίνει λόγος για σοβαρή επεξεργασία κοινών ιδεολογικών αρχών.
Κ. Τσουκαλάς, «Πολιτική των Κυβερνήσεων, και προβλήματα των ετών 1881-1895», στο Ιστορία τον Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΔ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1978, σ. 30-31.
84
c
< Στην καμπή του 19 ου αι. στην
αποτελούσαν
ουσιαστικά
γεωγραφικής προέλευσης
ένα
σύνολο
Ελλάδα τα πολιτικά ανθρώπων
κοινής
και προσωπικά προσκείμενων
κόμματα συνήθως
σε
κάποιον
τοπάρχη με προσβάσεις στον κρατικό μηχανισμό ο οποίος προσπαθούσε να προωθήσει τα προσωπικά ή τοπικά συμφέροντα της εκλογικής του βάσης1,^1* Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού τέτοιων αντίθετων και ανταγωνιστικών συμφερόντων,
τοπικιστικού
και
προσωπικού
χαρακτήρα
εξηγεί
την
ψευτοϋπερπολιτικοποίηση του νεοέλληνα, που ήταν εντελώς αντίθετη προς την πραγματική υποπολιτικοποίησή του1^2. Η ιστορία του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα ξεκινά με το Σύνταγμα του 1864, ενώ η ταχεία εισαγωγή της καθολικής ψήφου με το Σύνταγμα του 1864 αντανακλούσε σε μεγάλο βαθμό την προυχοντική
φροντίδα να
επιβάλουν με τα τοπικά πελατειακά τους δίκτυα την διαρκή παρουσία τους στα δημόσια αξιώματα. Η σπουδαιότητα του ελληνικού κράτους στη ζωή των ιδιωτών, η γενικότερη υπανάπτυξη της ιδιωτικής κοινωνίας και οικονομίας στη νεώτερη Ελλάδα, ο μαζικός προσανατολισμός του ελληνικού αγροτικού πληθυσμού στη δημοσιοϋπαλληλία και η μεγάλη πολιτική δύναμη των τοπικών προυχόντων ενίσχυσαν τον ρόλο των πελατειακών δικτύων που με τη σειρά τους ερμηνεύουν τις «ιδιοτυπίες» του ελληνικού κοινοβουλευτισμού. Ο Χαρ. Τρικούπης υπήρξε ο μόνος που πριν το 1909 προσπάθησε να περιορίσει την παντοδυναμία των πολιτικών τοπαρχών. Η καθιέρωση της «αρχής της δεδηλωμένης» και του δικομματικού συστήματος κατά το αγγλικό υπόδειγμα απέβλεπε στην τιθάσευση των βασιλικών «πρωτοβουλιών» και την εξυγίανση του κοινοβουλίου. Το εγχείρημα όμως απέτυχε ολοκληρωτικά. Η «ομάδα των Ιαπώνων» υπήρξε η πρώτη φωνή που υψώθηκε για να καταγγείλει την πολιτική πρακτική των παλιών κομμάτων. Η ομάδα αυτή
Θ. Διαμαντόπουλος, Οι πολιτικές δυνάμεις της Βενιζελικής περιόδου, τ. Ι01·, ο Βενιζελισμός, τ.α', Ο Βενιζελισμός της Ανόρθωσης , Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1985, σ.15. 162 Οπ. παρ. ,σ.16.
85
αποτελούνταν από τους Π. Πρωτοπαπαδάκη, Ε. Ρέπουλη, Α. Αλεξανδρή, Κ. Βοζίκη, και Στ. Δραγούμη, ενώ ψυχή της υπήρξε ο Δημ. Γούναρης. ("^Διακρίθηκε πράγματι για το ρηξικέλευθο της πολιτικής κριτικής που ασκούσε, αλλά ουδέποτε αμφισβήτησε τις ίδιες τις ρίζες του πελατειακού συστήματος που διασφάλιζαν τη μονοκρατορία της πολιτικής ολιγαρχίας^3. Το κίνημα του 1909 άνοιξε τον δρόμο προς την «Ανόρθωση». Το χαρακτηριστικό του κινήματος όμως υπήρξε η σύγχυση των προοπτικών της και η αμφισημία του χαρακτήρα της. Στο μέτρο που το Γουδί ευνόησε τον οικονομικοπολιτικό εκσυγχρονισμό κανείς δεν μπορεί να του αρνηθεί και τον αστικό του χαρακτήρα. Ωστόσο δεν προκάλεσε ριζική τομή με το παρελθόν, έφερε απλά στο φως την αντίθεση ανάμεσα στο εκσυγχρονίσιμο και το παραδοσιακό τμήμα της μεσαίας τάξης. Ο Δραγούμης υπήρξε βουλευτής σε μια ιδιαίτερα ταραχώδη περίοδο της κοινοβουλευτικής ιστορίας της χώρας. Η συνταγματική κρίση του 1915, η πολιτική αστάθεια, το κίνημα της Εθνικής Αμυνας στη Θεσσαλονίκη και ο Διχασμός, η εξαφάνιση ουσιαστικά του Κοινοβουλίου από το προσκήνιο κατά την περίοδο 1916-1917, η παράταση της θητείας της Βουλής των Λαζάρων, παρά την πίεση που ασκούσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με ταυτόχρονη ισχύ του Στρατιωτικού Νόμου δημιούργησαν ένα πλαίσιο καταλυτικό για τη λειτουργία του κοινοβουλευτισμού. Κατά τον Δραγούμη, το πολιτεύεσθαι δεν είναι θεωρία, ούτε φιλοσοφική, ούτε επιστημονική. Είναι τέχνη που πρέπει να παρακολουθεί την αδιάκοπη κίνηση της ομαδικής ζωής και των ζωτικών της συμφερόντων. Ακόμη και σε φυλετικώς αποκατεστημένα και οικονομικώς εξελιγμένα κράτη βλέπουμε πολιτικούς, που, ενώ πιστεύουν φανατικά σε μια μονοκομματική πολιτική ιδεολογία, όταν έλθουν να κυβερνήσουν, η πραγματικότητα τους αναγκάζει όχι μόνο να νοθεύουν στη πράξη την ιδεολογία τους, αλλά και πολλές φορές να ενεργούν διαφορετικά.
Θ. Διαμαντόπουλος, οπ.παρ. , σ.31.
86
Αν όλα αυτά συμβαίνουν
σε κράτη αποκατεστημένα σε ομαλές
περιόδους ειρήνης, πόσο μάλλον αυτό θα συμβαίνει εκεί όπου τα εθνικά ζητήματα παραμένουν ανοιχτά και δικαιολογημένα η εξωτερική πολιτική απασχολεί την κυβερνητική μέριμνα και επηρεάζει όλες τις παραμέτρους της εσωτερικής πολιτικής. Στις χώρες αυτές οι ετικέτες των κομμάτων μπορεί να μην είναι πραγματικές. Οι ετικέτες των κομμάτων πολλές φορές δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές πολιτικές διαθέσεις και υπάρχουν για λόγους πολιτικών εντυπώσεων και εκλογικής πρακτικής.164 Στην Ελλάδα τα πολιτικά προγράμματα είναι αντιγραφή το ένα του άλλου. Καταρτίζονται τις παραμονές των εκλογών. Μάλιστα πολλές φορές γίνεται και αντιγραφή προγραμμάτων της αλλοδαπής, με ακόμη χειρότερα αποτελέσματα.
Στις
οικονομικά
εξελιγμένες
χώρες
της
Ευρώπης
παρατηρείται κάποια ομοιομορφία στα οικονομικά φαινόμενα που αφορούν τη σχέση κεφαλαίου και εργασίας. Η ομοιότητα αυτή βέβαια είναι τεχνητή, αφού, παρά τον δογματισμό των μαρξιστικών και νεομαρξιστικών θεωριών, παρουσίασε αρκετές εκτροπές εξαιτίας φυλετικών διαφορών, οικονομικής ιστορίας, γεωγραφικών και κλιματολογικών συνθηκών.
Παρ' όλα αυτά,
υπάρχουν κάποιες αναλογίες στα οικονομικά φαινόμενα που επιτρέπουν σε ορισμένα κόμματα να εμφανίζονται με ομοιογενή προγράμματα. Όμως, η ζωή των ανθρώπων και των κοινωνιών είναι ένα αδιάκοπο γίγνεσθαι, μια δημιουργία συνεχής. Αν αυτά είναι βάσιμα για τις προχωρημένες ευρωπαϊκές κοινωνίες, τότε ποια εφαρμογή θα έχουν στον ελληνικό ασταθή και άμορφο οργανισμό; Αν στην Ευρώπη υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στο αγγλικό, το γαλλικό και το γερμανικό εργατικό κόμμα, τότε οι διαφορές αυτές θα είναι ακόμη μεγαλύτερες σ' εμάς. Ποια προσόντα πρέπει να διαθέτει ο πολιτικός, κατά τον Δραγούμη; Ο πολιτικός δεν πρέπει να είναι μόνο επιστήμονας . Θα πρέπει να είναι άριστος γνώστης των ιδιαίτερων επιτόπιων συνθηκών της χώρας του και να κατανοεί
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α' , φάκ. 11, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
87
συγκριτικά τα ζητήματα της χώρας του. Πρέπει να έχει την ικανότητα να βρίσκει λύσεις ειδικές για το κάθε ζήτημα και να έχει το ταλέντο ως κυβερνήτης,
να
εφαρμόζει αποτελεσματικά
και
σκόπιμα
τα
ειδικά
νομοθετήματα, πάλι σπουδαιότερο για το λαό από τα προγράμματα είναι η εφαρμογή των νόμων και γενικότερα η άσκηση της κυβερνητικής και δικαστικής εξουσίας. Εγγύηση γι' αυτό είναι η ικανότητα, η επιμέλεια και η αγαθή προαίρεση του κυβερνήτη, και περισσότερο το κυβερνητικό και διοικητικό ταλέντο του πολιτικού,
που
φαίνονται στην
άσκηση
της
κυβερνητικής εξουσίας165. «Για όλους τους παραπάνω λόγους νομίζουμε ότι ένας ειλικρινής πολιτικός, αντί να εξαγγέλει γενικά προγράμματα περιεκτικά πολλών ζητημάτων, καλύτερα είναι να αναφέρει ορισμένα θέματα που να ενδιαφέρουν τον τόπο και να εξηγεί πως θα τα χειριστεί νομοθετικώς και διοικητικώς. Να αποφεύγεται η ενασχόληση με όλα ανεξαίρετα τα ζητήματα, αφού ο πολιτικός δεν είναι ταχυδακτυλουργός», θα τονίσει ο Δραγούμης , 1 6 6 Ο αληθινός πολιτικός οφείλει να συμβιβάζει τις ανάγκες του κράτους με τις απαιτήσεις της φυλής. Κανένα από τα δύο δεν έχουμε δικαίωμα να θυσιάζουμε για χάρη του άλλου στα πλαίσια μιας πολιτικής μονομέρειας. Πρέπει λοιπόν να γίνεται συμβιβασμός, ώστε την πρωτεύουσα σημασία να έχουν τα εξωτερικά ζητήματα κι έπειτα να ακολουθούν τα εσωτερικά (πολιτικά - κοινωνικά). Το μέτρο και τη διακύμανση του συμβιβασμού αυτού θα τα δίνει ο ίδιος ο πολιτικός. Η προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στα φυλετικά ζητήματα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ολόκληρες θεωρητικές πολιτικές (δημοσιονομικές, εκπαιδευτικές, γεωργικές κ.α.) θα κανονίζονται μόνο από τη φυλετική. Ο πολιτικός επίσης οφείλει να κατέχει καλά τα εθνικά ζητήματα, την ιστορία τους, το παρόν, τις μελλοντικές τάσεις τους κ.α.167 Ο καθοριστικός γνώμονας στις επιλογές ενός πολιτικού οφείλει να είναι η συνειδητοποίηση της άρρηκτης σχέσης μεταξύ των συνθηκών και 165 166
Όπ. παρ. Όπ. παρ. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 11, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
88
αναγκών μιας κοινωνίας και των διαφόρων πολιτικών προγραμμάτων. «Τα πολιτικά συνθήκας
προγράμματα ωρισμένης
γίνονται διά να αντιμετωπίσουν εποχής.
Ή
μάλλον
είναι
ανάγκας και
απαυγάσματα
αντανακλάσεις ωρισμένης εποχής και ωρισμένης χώρας.
και
Ευρίσκονται
δηλαδή τεθειμένα εν τόπω και χρόνω, απείρως μεταμορφώσιμα, όχι απόλυτα, ουδ' ισχύοντα εις αιώνα τον άπαντα» και συνεχίζει «τα πολιτικά προγράμματα, συνεπώς, θα ήσαν περιττά, εάν ήσαν μόνον θεωρητικώς λογικά, εάν δεν ελάμβανον υπ' όψη την γύρω πραγματικότητα, και εάν είχαν την αξίωσιν να παραμείνουν αιώνια και αναλλοίωτα, πεπρωμένα και αποκρυσταλλωμένα, και να εξαντλούν όλας τας δυνατάς προβλέψεις168. Αλλωστε το «πολιτικόν πρόγραμμα δεν είναι άλλο ή η καταγραφή των σημείων εκείνων επί των οποίων εννοεί ο πολιτικός να συγκέντρωση το ενδιαφέρον και την προσοχήν του»169. Ο Δραγούμης έχει ενδόμυχα την επιθυμία να πολιτευθεί. Η εσωτερική περιπέτεια του έρχεται να συναντήσει την μεγάλη εθνική περιπέτεια του ελληνισμού, τον εθνικό Διχασμό. Και είναι μέσα στη πολυτάραχη χρονιά του 1915 που αποφασίζει να πολιτευτεί: «Μάης 1915. Από πρέσβυς στη Πετρούπολη έκαμα πέντε μέρες και πέντε νύχτες σιδηρόδρομο για να πάω υποψήφιος βουλευτής στη Φλώρινα»170. Η επιθυμία της πολιτικής τον διακατέχει, είναι όμως μια σχέση αγάπης και μίσους. Θέλει να έχει εξουσία, αλλά απεχθάνεται την καθημερινή ρουτίνα, τους μικροσυμβιβασμούς της πολιτικής. Τον Σεπτέμβριο του 1915, θα καταγράψει στο Ημερολόγιο του: «θέλω κι αυτό να το δοκιμάσω; Δηλαδή την κοινοβουλευτική πολιτική; Ή μάλλον θέλω να δοκιμάσω τον εαυτό μου και στην πολιτική αυτή; Πόσο αντέχω. Επειτα είναι και τούτο, ότι νομίζω πως με την πολιτική χώνομαι βαθύτερα σ' όλα τα στρώματα της κοινωνίας και του κράτους τα μπερδέματα και νοιώθω «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί» , σ. 3. Όπ. παρ. σ. 4. «Φύλλα Ημερολογίου» τ.Ε\ Φλώρινα - Μάης 1915, σ. 93.
89
βαθύτερα, αληθινότερα, τι θα πει έθνος, κράτος κοινωνία ... θα μετρήσω έτσι τη δύναμη της αντοχής μου και την ικανότητα μου για επικράτηση»171. «Δεν ξέρω, αν είμαι άξιος εγώ να είμαι αρχηγός, μα θα κάμω ό,τι είναι σωστό κι ας γίνει ό,τι θέλει. Νομίζω πως δεν αντέχω τους κοινοβουλευτικούς αγώνες και τους βαριέμαι, ακριβώς επειδή δεν αντέχω»172, θα γράψει στον αδελφό του Φίλιππο.
Οταν
μάλιστα ο Πέτρος Βλαστός απορρίπτοντας
πρόταση
συνεργασίας εκ μέρους του Δραγούμη για την «Πολιτική Επιθεώρηση» τον ρώτησε: «βρίσκεις ακόμη πως η αλήθεια είναι στη πολιτική;» ο Δραγούμης απάντησε: «Δεν το έβρισκα ποτέ. Τι σχέση έχει η αλήθεια με την πολιτική»173. Οι αντιλήψεις του Δραγούμη για τον κοινοβουλευτισμό είναι ιδιαίτερα αρνητικές και ακραίες ορισμένες φορές. «Η βουλή είναι όχλος και οι χειρότεροι, δηλαδή εκείνοι που έχουν σε ανώτερο βαθμό τις ιδιότητες του άλλου, αυτοί είναι οι καλύτεροι εκεί μέσα. Αν τύχει να βρίσκεται κανένας καλός, δηλαδή διαφορετικός από τον όχλο άνθρωπος, εκεί μέσα, αυτός δεν είναι τίποτε εκεί, οι άλλοι είναι νικητές του πάντα»174,
θα γράψει με
αποστροφή. Η καθημερινή πολιτική πρακτική ενοχλεί ιδιαίτερα τον Δραγούμη, αφού τη θεωρεί ασυμβίβαστη με τον χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία του. «Μου είναι τόσο ξένα και η βουλή και οι ρητορικές και οι λόγοι και οι βουλευτές και οι εκλογές και όλα τα άλλα που αποτελούν μαζί το πολιτικό παζάρι ... Επειδή από μικρός έχω δει εκλογές και βουλές - γιατί ο πατέρας μου σ' αυτά καταγίνονταν - μου φαίνονται πολύ γνώριμα πράματα, μα και ανέκαθεν πολύ αντιπαθητικά ... Τώρα βλέπω τις καθημερινές απαιτήσεις των επαρχιωτών και την επέμβαση των βουλευτών στα υπουργεία για να τελειώνουν οι 171
Όπ. παρ. σ. 111, Σεπτέμβριος 1915. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Ίων προς Φίλιππο Δραγούμη, Σκόπελος 9 Ιουλίου 1919. Αρχείο Ιωνος Δραγούμη, Αλληλογραφία, φάκ. 2, υποφάκ. 1, Πέτρος Βλαστός προςίωνα Δραγούμη, 22/2/1916. 174 «Φύ)1α Ημερολογίου» , τ.Ε', Οκτώβριος 1915, σελ. 114.
90
δουλειές των ανθρώπων που έπρεπε χωρίς καμία επέμβαση να γίνονται, και το μεγάλο ζήτημα της θεσιθηρίας. Τώρα όμως βλέπω και αγγίζω χειροπιαστά και τις πληγές της διοίκησης και της κακοδιοίκησης ... τώρα βλέπω και τα συμφέροντα του βουλευτή και τον καταρτισμό των συνδυασμών και του κομματισμούς των αρχηγών των κομμάτων, τις χάρες, τα ρουσφέτια και τους κομματάρχες .. Κοντά σ' αυτά που μαθαίνω, κάνω και ένα άλλο, δηλαδή δοκιμάζω τον εαυτό μου, γίνομαι μαθητευόμενος για να καταφέρω να παίξω και γω το πρόσωπο του πολιτευόμενου, αφού κι αυτό είναι απαραίτητο για να είμαι πολιτικός ... Μα καμιά φορά απελπίζομαι γιατί αισθάνομαι πως εγώ δεν είμαι καμωμένος για να πολιτεύομαι, δεν αντέχω σ' όλα αυτά τα παζαρλίκια ... δεν είμαι ρήτορας, δεν είμαι κόλακας ούτε λαού, ούτε βασιλιά... δεν είμαι έτοιμος σε κάθε στιγμή να προσαρμόζομαι στις περιστάσεις»175. Μάλιστα θα ειρωνευτεί πικρόχολα έναν υποψήφιο βουλευτή Λευκάδας χαρακτηρίζοντας τον αστείο μαθητευόμενο, συστηματοποιημένο, μεθοδικό μικροπολιτικό με πολύ ή λίγο μέλλον.176 Πολλές φορές επιχειρεί να εξηγήσει γιατί δεν είναι κατάλληλος για κοινοβουλευτική πολιτική. «Δημοκοπίες δεν κάνω και δεν μπορώ να γίνω δημοφιλής»177. Σ' έναν προσωπικό του απολογισμό στο Ημερολόγιο του θα γράψει: «Μου φαίνεται ότι η καλύτερη και αρμονικότερη εποχή της ζωής μου ήταν, όταν ήμουν πρέσβυς στη Πετρούπολη. Και η χειρότερη, όταν γύρισα εδώ και έγινα βουλευτής»178. Ο Δραγούμης από την αρχή της πολιτικής του σταδιοδρομίας προσπαθεί να μείνει ανεξάρτητος, αγωνίζεται να ανοίξει έναν «τρίτο δρόμο». Κατέρχεται για πρώτη φορά στον εκλογικό στίβο στις εκλογές της 3 1 η ς Μαίου 1915, ως υποψήφιος στο νομό Φλωρίνης - Καστοριάς, λαμβάνει 10.152 ψήφους, αλλά αποτυγχάνει να εκλεγεί. Θα κατορθώσει τελικά να εκλεγεί στις
Όπ. παρ. σ. 115, Νοέμβρης 1915. Όπ. παρ. σ. 116. Όπ. παρ. σ. 151, 24 Σεπτέμβρη 1916. Όπ. παρ. σ. 162, Γενάρης 1917.
91
εκλογές του Αυγούστου 1915,179 και θα ακολουθήσει τον δικό του δρόμο, παραμένοντας ανεξάρτητος. Σε επιστολή του προς τον Βλάσση Γαβριηλίδη, το διευθυντή της «Ακρόπολης»,
θα
διακηρύξει
ότι
«πολλοί
Μακεδόνες εκτεθήκαμε
ανεξάρτητοι, επειδή από το βενιζελικό κόμμα μας εχώριζεν προπάντων η εξωτερική πολιτική ,ενώ από το Γουναρικό η εσωτερική»180. Η θέση του αυτή φαίνεται και από την προσωπική αλληλογραφία του με τον αδελφό του Φίλιππο,
στον οποίο
θα γράψει στις 7 Απριλίου 1915 «Σας έγραψα ότι
προτιμώ να μείνουμε ανεξάρτητοι και από το Βενιζέλο και από το Γούναρη και να βοηθήσουμε όποια κυβέρνηση φανεί καλύτερη με όρους στη σύμπραξη μας. Εγώ θα προτιμούσα να βοηθήσουμε κυβέρνηση Βενιζέλου, αν έλθει πάλι αυτός στα πράγματα, γιατί ο Βενιζέλος αντιπροσωπεύει τις ημέτερες ιδέες, τις μεταεπαναστατικές»181. Στην επιστολή αυτή διακρίνουμε καθαρά την αποδοχή από μέρους του Δραγούμη των ιδεών που ενέπνευσαν το κίνημα του 1909 και την αποστροφή του για την εσωτερική πολιτική των αντιβενιζελικών
κυβερνήσεων
τις οποίες
θεωρεί συνοδοιπόρους
του
παλαιοκομματισμού. Από τον Βενιζέλο τον χωρίζει η εξωτερική πολιτική κυρίως , όπως θα αναλύσουμε στα οικεία κεφάλαια, γΓ αυτό και τον Απρίλιο του 1917 θα γράψει: «πρώτα να χτυπήσω τη βενιζελική φάρα, ακουμπώντας απάνω στο εαυτό μου και βοηθούμενος από τους άλλους αντιβενιζελικούς ή βοηθώντας τους και έπειτα να χτυπήσω και τους αντιβενιζελικούς όσοι είναι υπεύθυνοι κι αυτοί (παλιά κόμματα) για την πολιτική αχρειότητα που βασιλεύει στην Ελλάδα. Δεν μπορεί κανείς να τα κάνει όλα μαζί. Πρώτα το ένα και ύστερα το άλλο. Φτάνει νάχω δύναμη»182.
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 10, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη,Σειρά Α', φάκ. 35, υποφάκ. β, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και «Ακρόπολις» 1 Σεπτεμβρίου 1915. 181 ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 1 2 «Φύλλα Ημερολογίου», τ. Ε', Αθήνα - Απρίλης 1917, σ. 168. 180
92
Οι ακραίες θέσεις του Δραγούμη εναντίον του κοινοβουλευτισμού δεν τον εμποδίζουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός, όταν μιλάει στο Κοινοβούλιο και οι Βενιζελικοί να τον ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους αντιπάλους τους. Η αποστροφή του Δραγούμη για το κοινοβούλιο οφείλεται σε σημαντικό βαθμό και στην κακή λειτουργία του θεσμού στην Ελλάδα*Η λειτουργία του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν από μια σειρά αντινομιών που στην ουσία αποτελούν επι μέρους εκφράσεις του τρόπου συνάρθρωσης του επείσακτου αυτού αστικού θεσμού με τις προκαπιταλιστικές δομές της ελληνικής κοινωνίας. Στις αντινομίες αυτές που οφείλονται στη δυσαρμονική σύζευξη των υποδομών της προκαπιταλιστικής ελληνικής κοινωνίας με τους αστικούς θεσμούς, εντάσσονται και οι ιδιοτυπίες της λειτουργίας του κοινοβουλευτισμού
στο
νεοελληνικό
κράτος1,8,3.
Η
λειτουργία του
κοινοβουλευτικού συστήματος κατά τα τέλη του 19ου αι. και πιο συγκεκριμένα οι
μηχανισμοί
εκμαίευσης
των
εκλογικών
πλειοψηφιών
και
του
μετασχηματισμού τους μέσα στη Βουλή αναγράφονται με ενάργεια στο περίφημο άρθρο του Χαρ. Τρικούπη «Τις πταίει», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καιροί» το 1874 184 . Η αποστροφή του Δραγούμη για τον κοινοβουλευτισμό εξηγείται και από την έντονη νιτσεϊκή επίδραση στην σκέψη του, ιδίως κατά την προ του 1914 περίοδο. Θα γράψει σε μια διάθεση προσωπικής εξομολόγησης στον Πέτρο Βλαστό στις 9 Ιουλίου 1907: «Βλέπεις η ιδιοσυγκρασία μου είναι τέτοια, είμαι αυταρχικός, πρέπει να ζήσω ή νικητής των ανθρώπων ή μοναχός. Το πρώτο θέλει περισσότερη δύναμη. Το δεύτερο είμαι πάντα σε
Ν.Π. Διαμαντούρος: «Η εγκαθίδρυση του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα και η λειτουργία του κατά το 19° αι.» στο: Οψεις της ελλ.ηνικής κοινωνίας του 19° αι., Επιμ. Δ. Τσαούση, Εστία, Αθήνα 1984, σ. 70. Περισσότερα για τη συναρμογή κοινωνικό οικονομικών δομών και κοινοβουλευτικού συστήματος στο Νικ. Μουζέλη. Κοινοβουλευτισμός και εκβιομηχάνιση στην ημιπεριφέρεια, Ιστορική Βιβλιοθήκη, Θεμέλιο, Αθήνα 1987. 184 Γρηγόριος Δαφνής, Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα , 1821-1961, Αθήνα, Γαλαξίας 1961, σ.72-73.
93
καιρό να το κάνω»185. Ο Δραγούμης λατρεύει τον άνθρωπο, αλλά τον ξεχωριστό άνθρωπο. Ο άνθρωπος κατά τη γνώμη του, μόνο όταν είναι εξαιρετικό και ισχυρό ον έχει αξία. Και η μάζα μόνο ως μήτρα κυήσεως των εξαιρετικών είναι ανεκτή. «Είναι τυφλοί οι άνθρωποι και οι περισσότεροι γεννήθηκαν για να είναι και μικροί»186. «Δεν αγαπώ τους ανθρώπους ... Για μένα η κοινωνία δεν είναι παρά μαγειρείο για να βγάλη εξαιρετικούς ανθρώπους, είναι ο στυλοβάτης των μεγάλων. Μόνο αυτοί αξίζουν»187, θα τονίσει ο Δραγούμης και θα ξεκαθαρίσει «Αλλά πιστεύω πως οι κοινωνίες τίποτε άλλο δεν χρησιμεύουν, παρά για να ξεφυτρώσουν από μέσα τους εξαιρετικοί άνθρωποι»188. Κατά τον Δραγούμη, πραγματικός άνθρωπος είναι αυτός που συνδυάζει τη θεωρία και τη πράξη «Δεν είναι άνθρωπος ο θεωρητικός, είναι κάποιο άλλο ζώο. Ανθρωπος θα πει κάτι που κινείται και στοχάζεται κι όχι κάτι που μονάχα στοχάζεται»189. «Απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει όμορφη η ζωή πρέπει να έχη μέσα της και την ενέργεια - δεν αρκεί η γνώση και η σκέψη»190. «Η ενέργεια είναι ανάγκη να μην χάνωμαι, είναι ανάγκη να μην στερεύη η σκέψη μου»191. Η ενέργεια όμως - πρέπει να είναι τέτοια που να
ανεβάζη
τον
άνθρωπο
σε
στυλοβάτη
νικητή
ανάμεσα
στους
ανθρώπους»192. Ποιος όμως πρέπει να είναι ο στόχος του ξεχωριστού ανθρώπου; Ενας οφείλει να είναι ο στόχος του δυνατού ανθρώπου : η νίκη, η δεσποτεία επί των άλλων. «Δεν γυρεύω να κάμω τους άλλους ανθρώπους να μου μοιάζουν , όπως πασκίζουν να κάμουν οι σοσιαλιστές με τους ανθρώπους,
Αρχείο Πάλλη (δημοτικιστών) , Επιστολή Ι. Δραγούμη προς Π. Βλαστό, Νεοχώρι (Βόσπορος) 9 Ιουλίου 1907, Ε.Λ.Ι.Α. «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα...», σ. 3. 1 7 «Οσοι ζωντανοί» , σ. 77. 138 Όπ. παρ. σ. 171. «Σαμοθράκη», σ. 97. 9 «Οσοι ζωντανοί», σ. 66 «Σαμοθράκη», σ. 112. «Οσοι ζωντανοί», σ. 68.
94
θέλοντας να τους ισοπεδώσουν με τον εαυτό τους, γυρεύω μονάχα να νικήσω και να ορίζω τους ανθρώπους»193, θα διακηρύξει. Η λατρεία αυτής της δύναμης και της νίκης οδηγεί τον Δραγούμη στην αυταρχικότητα και την απέχθεια για το πλήθος και τη λαϊκή μάζα. Ετσι θα εξηγήσουμε την σοσιαλισμό.
αποστροφή του για τον κοινοβουλευτισμό
«Ενας άνθρωπος
και τον
μπορεί ν' αξίζει από τα πλήθη
των
ανθρώπων. Μ' αρέσει ο άνθρωπος, δεν μ' αρέσουν τα πλήθη με τη χοντροκοπιά τους» 194 , θα διακηρύξει ο Δραγούμης. Το πεδίο εκείνο στο οποίο θα αναδειχθεί και θα ξεχωρίσει ο Ανθρωπος θα είναι η άσκηση της εξουσίας και του νομοθετικού έργου, καθώς «Ο ξεχωριστός νομοθέτης νομοθετεί, μα τις περισσότερες φορές για τον εαυτό του και τους όμοιους του, τους λιγοστούς. Ούτε θέλει να γίνεται ο νόμος ο δικός του γενικός κανόνας, γιατί είναι περήφανος . Τις δικές του πράξεις τις κάνει θεωρία για τον εαυτό του, για τους λίγους διαλεχτούς ,όχι γενική θεωρία. Αυτός παίρνει τα δικαιώματα που του αρέσουν ή του ταιριάζουν μα δεν αξίζει να δίνη τα ίδια δικαιώματα και στους άλλους όλους, γιατί όλοι δεν είναι άξιοι τα δικά του δικαιώματα να χαίρονται»195, θα τονίσει. Οι απόψεις αυτές παραπέμπουν στη θεωρία του Υπεράνθρωπου του Νίτσε. Η λατρεία του Εγώ και της Δύναμης αποτελούν την πεμπτουσία της νιτσεϊκής σκέψης, που οδηγεί και στη θέωση του Υπεράνθρωπου.
«Το
συναίσθημα της δύναμης, Ανταγωνισμός όλων των «Εγώ» για να βρεθεί η ιδέα που οδηγεί πάνω από την ανθρωπότητα. Το Εγώ είναι ένα «primum mobile»196. «Οι πιο δυνατοί στο σώμα και την ψυχή είναι οι καλύτεροι - ένα αξίωμα για τον Ζαρατούστρα»197. Ο Νίτσε κάνει λόγο για τον διαρκή αγώνα του Ανθρώπου για τη χρησιμοποίηση της Δύναμης του. «Ο Ζαρατούστρα
«Σταμάτημα», σ. 151. «Οσοι ζωντανοί», σ. 77. «Σταμάτημα», σ. 157. Fr.Nietzshce, Τάδε έφη Ζαρατούστρας, Μετάφρ. Αρης Δυααίος, Εκδ. Καλφάκη, Αθήναι 1958, σ. 296. Όπ., παρ. σ. 299.
95
προσκαλεί
στον
Αγώνα,
για
τη χρησιμοποίηση της Δύναμης
που
198
παρουσιάζεται μέσα στην ανθρωπότητα» . Η έντονη λατρεία του Εγώ από μέρους του Δραγούμη είναι φυσική απόρροια των αντιλήψεων του για τον ξεχωριστό Ανθρωπο και της συνακόλουθης αγωνιώδους προσπάθειας του για προσωπική τελειοποίηση. «Το δυνατότερο αίσθημα μου είναι ότι είμαι άτομο, ότι ζω, ότι είμαι εγώ, ότι είμαι το κέντρο και ο δημιουργός του κόσμου, ότι δεν έχω χρέος προς κανέναν άνθρωπο και ότι το μόνο μου χρέος στρέφεται προς τον εαυτό μου, να είμαι γερός, να απλωθώ όσο μου είναι δοσμένο πιο τέλεια, ώσπου να πάρω την τελειοτικότερη, την πιο πλέρια μορφή, που έχω δυναμικά μέσα μου»199, θα εκμυστηρευθεί. Η αγωνία του για την προσωπική του τελείωση, οι νιτσεικές επιδράσεις στη βιοθεωρία και κοσμοθεωρία του, οι αριστοκρατικές του αντιλήψεις, και οι έντονες δυσαρμονίες και «ιδιοτυπίες» στη λειτουργία του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος στην Ελλάδα του 19 ου αι. συνετέλεσαν στη διαμόρφωση
μιας
κοινοβουλευτισμό.
αρνητικής
αντίληψης
του
Δραγούμη
Οπως είδαμε όμως, θεωρούσε το
για
τον
κοινοβουλευτικό
πολίτευμα ως το πλέον ταιριαστό για την ψυχοσύνθεση του ελληνικού λαού και υπέβαλλε διαρκώς προτάσεις για την αναμόρφωση και την εξυγίανση του. δ. Οι απόιυεκ του για την εκπαίδευση και τον δηυοτικισυό Στην καμπή του
19 ου αι. παρατηρούνται
διαφοροποιήσεις και
αντιθέσεις στον πνευματικό, πολιτιστικό τομέα, όπου το βασικό πρόβλημα, που είναι ο καθορισμός της ταυτότητας του Ελληνισμού και των όρων της ανέλιξης του, συγκεκριμενοποιείται
Όπ. παρ. σ.296. «Σταμάτημα», σ. 170.
όλο και περισσότερο στο γλωσσικό
96
ζήτημα. Παρά
την
ανάπτυξη
προοδευτικών
τάσεων
και
ιδεολογιών
προεπαναστατικά, με την ίδρυση του ελληνικού κράτους κυριάρχησε το «παραδοσιακό»
ιδεολογικό ρεύμα με κύριο χαρακτηριστικό την τάση
επανασύνδεσης αποκλειστικά με την κλασσική Ελλάδα και φυσικά άμεσα συνδεδεμένα με την αρχαΐζουσα γλώσσα. Από το τελευταίο τέταρτο του 19 ου αι. αρχίζει έντονη αμφισβήτηση του παραδοσιακού ιδεολογικού ρεύματος και οξεία κριτική της κρατούσας κατάστασης, η οποία εντείνεται περισσότερο με την ισχυροποίηση της αστικής τάξης. Με τη δημοσίευση του έργου του Φ. Φωτιάδη «Το γλωσσικό ζήτημα και η εκπαιδευτική μας αναγέννηση» ο δημοτικισμός συμβατικά περνά στον εκπαιδευτικό δημοτικισμό, που έχει για «σύμβολο του επαναστατικό και ιδανικό σκοπό την αναγέννηση της ελληνικής παιδείας»200. Οι αντιλήψεις για την αναγέννηση της ελληνικής παιδείας με τη χρήση της δημοτικής γλώσσας αποτελούν τον στόχο της Εταιρείας «Η εθνική γλώσσα» που ιδρύθηκε το 1905, παρά τη λυσσώδη
αντίδραση των γλωσσαμυντόρων
που στο
πρόσωπο του Μιστριώτη, σημαιοφόρου του αντιδημοτικισμού υποστηρίζουν ότι το γλωσσικό ζήτημα είναι μείζον του Μακεδόνικου ακόμη 201 . Μετά το κίνημα στο Γουδί (1909) ο εκπαιδευτικός δημοτικισμός αρχίζει την «ορμητική» του φάση. Η ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1910), που έχει ως σκοπό να βοηθήσει την αναγέννηση της παιδείας στην Ελλάδα, συσπειρώνει την πλειοψηφία των δημοτικιστών, που, παρά τις ιδεολογικές διαφορές τους, συμφωνούν με τις προγραμματικές διακηρύξεις του. Ο Εκπαιδευτικός Ομιλος θα διατυπώσει τη γνώμη του και γενικά για τους σκοπούς της εκπαίδευσης και για τη διαρρύθμιση της και ειδικά για τη γλώσσα του σχολείου που προτείνει να είναι η «κοινή ομιλούμενη» νέα ελληνική γλώσσα 202 . Η πρόταση της εισηγητικής έκθεσης των εκπαιδευτικών 200 201 202
Δ. Γληνού, «Η κρίση του δημοτικισμού» στο Εκλεκτές σελίδες II, εκδ. Στοχαστής, σ. 15. Γ. Κορδάτος, ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος, Μπουκουμάνης, Αθήνα 1973, σ.160. Χ. Λέφας, Ιστορία της εκπαιδεύσεως, Ο.Ε.Σ.Β., Εν Αθήναις 1942, σ. 447.
97
νομοσχεδίων του Ι. Τσιριμώκου του 1913 να γίνεται η διδασκαλία στις τέσσερις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου στην απλή γλώσσα και η μετάβαση στην καθαρεύουσα να γίνεται σταδιακά, καθώς και γενικότερα το πρόγραμμα
σπουδών
που
προτείνουν
τα
νομοσχέδια
Τσιριμώκου
σχετίζονται με τον Ομιλο 203 . Χρειάσθηκε να περάσουν τρία ακριβώς χρόνια από τις εκλογές της 28 Νοεμβρίου 1910 για να κατατεθεί στη Βουλή μια σειρά από νομοσχέδια που αποτελούσαν πλήρες σχέδιο, για την «εκπαιδευτική ανόρθωση». Τα νέα σχολικά προγράμματα δεν εγκατέλειπαν την αρχαιογνωσία, αλλά πρόβλεπαν μια στροφή προς την πραγματικότητα και τις ανάγκες της ζωής. Η μέριμνα για τους αναλφάβητους, τα κορίτσια και την ικανοποίηση των εκπαιδευτικών αναγκών των αγροτικών περιφερειών συνιστούν τα «προοδευτικά» στοιχεία της μεταρρύθμισης του 1913. Οι αντιδράσεις εμπόδισαν
την ψήφιση
ουσιαστικών διατάξεων του νομοσχεδίου. Η Προσωρινή Κυβέρνηση
της
Θεσσαλονίκης θα καθιερώσει την δημοτική γλώσσα και θα διορίσει τους πρωτεργάτες του Εκπαιδευτικού
Ομίλου Α. Δελμούζο, Δ. Γληνό, Μ.
Τριανταφυλλίδη στην κορυφή της εκπαιδευτικής ιεραρχίας204. Ο Δημήτρης Γληνός, από τους κύριους συνεργάτες του Τσιριμώκου στη σύνταξη των νομοσχεδίων του 1913 συνόψισε αργότερα τους στόχους τους: «Λαϊκό σχολειό
εξάχρονο, χτύπημα της προγονοπληξίας,
του
ψευτοκλασσικισμού και της μονομέρειας της Μέσης Παιδείας, εισαγωγή των πρακτικών σχολείων, οργάνωση της επαγγελματικής παιδείας, λύση του γλωσσικού ζητήματος» 205 . Ο Δραγούμης το 1905 συμμετέχει στην Ιδρυση της «Εταιρείας της Εθνικής Γλώσσας», ενώ ενεργό συμμετοχή θα έχει και στο «Αδελφάτο της Πόλης». Ο Φ.Φωτιάδης στην αλληλογραφία του με τον Π.Βλαστό αναφέρει τον Δραγούμη ως «οδηγό»
για την έκδοση της
" Ν. Τερζής, Η παιδαγωγική του Αλέξανδρου Π. Δελμούζου, Συστηματική εξέταση του έργου και της δράσης του, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 87. Αλ. Δημαράς. Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε. τ.2, Αθήνα. Ερμής , σ. 121. 05 Δ. Γληνός, «Τα Εκπαιδευτικά Νομοσχέδια». Ακρόπολις, 10 Ιουνίου 1929.
98
εφημερίδας του «Αδελφάτου»
. Το 1909 ο Μ. Τριανταφυλλίδης καταρτίζει
ένα προγραμματικό σχέδιο για την ίδρυση ενός συλλόγου με το όνομα «Αδελφάτο της Αθήνας», του οποίου η σύσταση δεν έγινε ποτέ. Ο Ι. Δραγούμης
αναφέρεται
ως
μέλος
της
«κριτικής»
επιτροπής207.
Παρακολουθούσε από κοντά το έργο που συντελούνταν στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο στον Βόλο από τον Α. Δελμούζο, ενώ τον Μάϊο του 1910 υπογράφει μαζί με άλλους τριάντα επτά πολιτικούς την ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Ο Αλ. Πάλλης σε γράμμα του προς την Π. Δέλτα το 1911 γράφει «Ο,τι λείπει του Ομίλου είναι ο αρχηγός ... ο φυσικός αρχηγός είναι οίων....» 208 . Στις εκλογές της 28 Νοεμβρίου 1914 εκλέγεται σύμφωνα με το καταστατικό στη Διοικητική επιτροπή του Ομίλου209 και την 1 Νοεμβρίου 1916 είναι ένας από τους εκπροσώπους του Ομίλου στη σύμβαση με την Εκπαιδευτική Επιτροπή, που αναλαμβάνει με συγκεκριμένους στόχους να υλοποιήσει το γενικό σκοπό του Ομίλου210. Θεωρεί τον Εκπαιδευτικό Ομιλο ως «κίνημα κοινωνικό»211, ενώ τον Απρίλιο του 1920 θα γράψει: «Είναι ενωρίς να κρίνει κανείς ασφαλώς τι εκέρδισε η ιδέα της δημοτικής από τον Εκπαιδευτικόν Ομιλον, αλλά βέβαια κάτι εκέρδισε, κατά την γνώμην μου, αδιάφορον αν μερικά μέλη του ολίγα ή πολλά, εχρησιμοποίησαν τον Ομιλον ως στυλοβάτην δΓ ατομικήν ανάδειξιν....»212, αναφερόμενος προφανώς στην δραστηριότητα μελών του Ομίλου μετά το κίνημα της θεσσαλονίκης. Ο Ίων Δραγούμης θεωρεί πως ένα από τα κύρια προβλήματα του ελληνισμού είναι η προετοιμασία μιας νεότερης γενιάς καλύτερης απ' αυτήν
Γ. Παπακώστας, Ο Φώτης Φωτιάδης και το Αδελφάτο της Εθνικής Γλώσσας, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1985, σ. 307. 207 Αλληλογραφία της Π.Σ. Δέλτα, επιμ. Σ. Λευκοπαρίδη. Αθήναι, Εστία 1956, σ. 306. 20 Αλληλογραφία της Π.Σ.Δέλτα , οπ. παρ., σ. 79. 209 Δ.Ε.Ο., τ. 4, σ. 338. " Α. Φωτιάδου, Ίων Δραγούμης. Οι απόψεις τοο για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και τον Εκπαιδευτικό Δημοτικισμό, Εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1986, σ. 47. m Οπ. παρ. "'" Ι. Δραγούμης, «Η Εταιρεία πολιτικών μελετών», Η Καθημερινή, 5 Απριλίου 1920.
99
που υπάρχει. Αυτό μπορεί να γίνει, αν οι Ελληνες δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στην ανατροφή και την παιδεία213. Πως όμως αντιλαμβάνεται την ανατροφή; Ο άνθρωπος - πιστεύει ο Δραγούμης - είναι από δύο συστατικά καμωμένος: α) από κάποια δύναμη που του δίνει το σπέρμα που τον γέννησε (σπόρος) και β) από την πίεση του γύρω κόσμου. Η πρώτη δύναμη ενεργεί από τα μέσα προς τα έξω. Η δεύτερη δύναμη ενεργεί από τα έξω προς τα μέσα»214. Ο στόχος στην ανατροφή των παιδιών πρέπει να είναι: «αυτή η δεύτερη δύναμη να ξυπνάει, να αναπτύσσει, ό,τι υπάρχει από τη φύση, αν υπάρχει»215. Η αγωγή πρέπει να ανταποκρίνεται στη φύση του συγκεκριμένου ανθρώπου, για να μπορέσει φυσικά και αβίαστα να λειτουργήσει, να είναι αποτέλεσμα φυσικών αναγκών και όχι σκοπός που καθορίζεται εξωτερικά, γιατί τότε δεν θα είναι αποτελεσματική216. Ακόμη, για να είναι αποτελεσματική, δεν πρέπει να ασκείται θεωρητικά με ηθικές διδασκαλίες, αλλά με την άμεση επίδραση του περιβάλλοντος και με το παράδειγμα αυτού που ανατρέφει ένα παιδί217. Οι
απόψεις
του
για
την
αγωγή
των
Ελληνόπουλων
ειδικά
κυριαρχούνται από την ιδέα του εθνικισμού. Στα Ελληνόπουλα πρέπει πρώτα απ' όλα να μεταδοθεί το εθνικό ιδανικό και ανάλογα να διαμορφωθεί και η υπόλοιπη ιδεολογία τους, έτσι ώστε «να γίνουν άτομα αυτάρκη, που δεν χρειάζονται κανενός είδους στήριγμα, γεμάτα ζωή, πρωτοβουλία και αυτοπεποίθηση»218. Ο Δραγούμης, χωρίς να έχει άμεση σχέση με την εκπαίδευση - αφού είναι πολιτικός - συχνά αναφέρεται σ' αυτήν, γιατί πιστεύει πως αυτή είναι ο
« Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 110. Όπ. παρ. σ. 98. «Σαμοθράκη», σ. 119. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 35. Α. Φωτιάδου, 7ων Δραγούμης, Οι απόψεις του για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και τον Εκπαιδευτικό δημοτικισμό, Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 65. Ι.Δραγσύμης,«0 ευγενικώτερα πολιτισμένος λαός», στο: Κοινότης, Εθνος, Κράτος, σ. 46.
100
κύριος μοχλός που θα κινήσει την ελληνική κοινωνία προς μίαν άλλη κατεύθυνση, γΓ αυτό άλλωστε και κατατάσσεται από τους πρώτους στις τάξεις του εκπαιδευτικού δημοτικισμού. Εχει την πεποίθηση πως αποτελεί έλλειψη επιστημονικής σκέψης να πιστεύει κανείς πως μπορεί ποτέ η εκπαίδευση να είναι ολοκληρωμένη και σταθερή. Η εκπαίδευση οφείλει να αλλάζει, όπως αλλάζει αλλάζουν
η
γλώσσα, όπως
αλλάζουν
οι
ιδέες,
όπως
οι συνήθειες και οι ανάγκες ενός έθνους, καθώς η εκπαίδευση
είναι κάτι ζωντανό, όπως και το έθνος. Τις αλλαγές στην εκπαίδευση επιβάλλουν οι φυσικές αλλαγές που σημειώνονται στην
παιδαγωγική
επιστήμη σε ποικίλους τομείς «Παιδαγωγικές μέθοδες, ύλη διδασκαλίας, κύκλος μαθημάτων, προγράμματα, εθνικές βλέψεις και ανάγκες, όλα αυτά και άλλα ακόμη μπορούν
και πρέπει να εξετάζονται ατελείωτα για να
προσαρμόζεται η εκπαίδευση του έθνους στις σύγχρονες ανάγκες της κάθε εποχής»219. Κατά τον Δραγούμη, η εκπαίδευση συνδέεται άμεσα με τις ανάγκες
μιας συγκεκριμένης κοινωνίας
και γΓ αυτό θα πρέπει
να
παρακολουθεί τις αλλαγές της. Ο Δραγούμης θα ασκήσει δριμεία κριτική στο εκπαιδευτικό σύστημα του καιρού του. Θεωρεί ότι τα ελληνικά σχολεία παραμορφώνουν την εθνική συνείδηση με την προγονολατρεία, την προσκόλληση στη λογιώτατη και εκκλησιαστική παράδοση, τον παπαγαλισμό ξερών και κούφιων πατριωτικών λόγων, την ουσιαστική άγνοια της νεώτερης εθνικής ιστορίας από τους μαθητές. Βρίσκει πως «τα σχολεία στη Ρωμιοσύνη πασκίζουν να διαιωνίσουν την ξεραίλα της λογιώτατης παράδοσης»220.
Επικρίνει
επίσης τον
υπερβολικό κλασσικισμό και τη μονομερή έμφαση στη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας,
και εκφράζει τη θλίψη του που
«δε
μεταχειριζόμαστε αυτή τη γλυκιά, την ποιητική, τη χαριτωμένη (ενν. τη λαϊκή γλώσσα), μόνο τη λερώνομε με τη βρώμα που τη λεν καθαρεύουσα»221. 219
221
Ιδα, «ένα φυλλάδιο», Δ.Ε.Ο., χ. Ι., σ. 149-150. «Οσοι ζωντανοί», σ. 147. «Το Μονοπάτι», σ. 26.
101
Επίσης, θα εναντιωθεί στον στείρο τταπαγαλισμό και λογιωτατισμό των ελληνικών σχολείων που δεν προσφέρουν τίποτε στα παιδιά ούτε στον νοητικό, ούτε στον γνωστικό, ούτε στον συναισθηματικό τομέα και επικρίνει την υπερβολική ροπή προς την εγκύκλια γυμνασιακή παιδεία, «γιατί τα γυμνάσια βγάζουν ανθρώπους όχι της δουλειάς, αλλά ακαμάτες που γυρεύουν θέσεις» 222 , εξαπολύοντας αιχμηρά βέλη για την παντελή έλλειψη υπόβαθρου τεχνικό - επαγγελματικής εκπαίδευσης. Ο Δραγούμης προτείνει να ιδρυθούν σχολεία στις περιοχές του υπόδουλου ελληνισμού, στην Τουρκία «όχι με χτίρια μεγαλόπρεπα, παρά απλά, παστρικά και αερικά»223, ούτε υψηλής βαθμίδας σχολικές μονάδες, αλλά δημοτικά και νηπιαγωγεία με όχι πολλούς, αλλά καλοπληρωμένους
δασκάλους
καλούς
και
και δασκάλες που να αγαπούν τα παιδιά
και τη δουλειά τους και να ξέρουν τι περιμένει το έθνος απ' αυτούς και τα σχολεία του. Η ανάγκη για τέτοια σχολεία είναι μεγαλύτερη στις περιοχές που οι Ελληνες δε μιλούν ακόμη καλά τα ελληνικά παρά ανακατώνουν και τουρκικά και σλαβικά»224. Τα σχολεία που χρειάζεται ο ελληνισμός είναι σχολεία πρακτικά, επαγγελματικά που
δε θα μεταδίδουν άχρηστες γνώσεις.
Κατά τον
Δραγούμη, τα ελληνικά σχολεία «πρέπει να είναι για δυο σκοπούς: α) ν' ανοίξουν το μυαλό και β) να φουσκώσουν το παιδί με τον εθνισμό του». 225 Το
πρώτο
λειτουργικών
θα
γνώσεων
επιτευχθεί: 1) με τη που
συνδέονται
μετάδοση συστηματικών
άμεσα
με
τη
νεοελληνική
πραγματικότητα και θα βοηθήσουν το παιδί να προσδιορίσει τη θέση του και τη στάση του απέναντι στη ζωή, στο περιβάλλον του και την ιστορία του, 2) με την αφύπνιση της παρατηρητικότητας του και 3) με την πρακτική επαγγελματική εκπαίδευση. Το δεύτερο θα επιτευχθεί με την εγχάραξη του
«Α' Προκήρυξη στους σκλαβωμένους .. στο: Κοινότης, έθνος, κράτος» , σ. 61. Ίων Δραγούμης, «Ελληνική Πατρίδα , Β' προκήρυξη...», όπ. παρ. σ. 69. Όπ. παρ., σ. 70. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 71.
102
εθνικού ιδανικού στις ψυχές των Ελληνόπουλων: 1) με ουσιαστική γνώση της εθνικής ιστορίας, 2) με τη γνωριμία, κατανόηση και τον σεβασμό της ζωντανής παράδοσης και 3) την άμεση σύνδεση των γνώσεων με το παρόν για το παρόν και το μέλλον226. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πρόγραμμα σπουδών που προτείνει για το Εθνικό Σχολείο, την ίδρυση του οποίου εισηγείται από τον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας το 1904: «Φοίτησις τριετής, Σκληραγωγία Σωμάτων, Συγκίνησις των νέων διά της συνδέσεως της Ελληνικής γης προς την ιστορίαν των Ελλήνων, Συντάραξις των νέων διά της μουσικής και των άλλων τεχνών, ουδέποτε όμως κατά κόρον»227. Προτείνει επίσης διδαχή των εξής μαθημάτων: Γλώσσα Ελληνική, Ανάγνωσις της Γραφής και πλείστων Ελλήνων συγγραφέων Αρχαίων και Βυζαντινών τινών και ολίγων νεωτέρων, Εκθέσεις, Ιστορία ελληνική, αρχαία, βυζαντινή, νεωτέρα, ιδίως σε σχέση με την ιστορίαν των περιοίκων
εθνών, Εκκλησιαστική
Ιστορία, Ιστορική
Γεωγραφία, Κοινωνιολογία, Φυσική, Γυμναστική, Μουσική φωνητική και ενόργανη, Ψαλτική, Παιδαγωγικά, Γαλλικά, Ανατολική γλώσσα228. Στους «Προγραμματικούς Πολιτικούς Στοχασμούς», που δημοσιεύει το 1916 στην «Πολιτική Επιθεώρηση», θα σημειώσει για την εκπαίδευση: «Η παιδεία να στήση τα θεμέλια της επάνω εις τας πηγάς της νεοελληνικής ζωής. Η ομιλούμενη δημοτική γλώσσα να εισαχθεί κατ' αρχάς, εις το δημοτικόν εξατάξιον σχολείον. Η καθαρεύουσα να διδάσκεται μόνον εις την τελευταίαν τάξιν της δημοτικής εκπαιδεύσεως229. Αυτοτέλεια της δημοτικής εκπαιδεύσεως. Χωρισμός της αστικής εκπαιδεύσεως (εννεαταξίου) από την γυμνασιακήν, ούτως ώστε να είναι αυτοτελής, πλήρης και ανεξάρτητος ο «Οσοι ζωντανοί», σ. 155. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη , Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 228 '/~\
υπ. παρ. Στην απάντηση του στον Μπουντώνα, (βλ. Ιδα, «ένα φυλλάδιο» ΑΕΟ, τ.1 σ. 156 και επ.-) απορρίπτει τη διδασκαλία της καθαρεύουσας στο δημοτικό, γιατί έτσι συνεχίζεται η διγλωσσία, ωστόσο, επειδή άλλοι και ο Ομιλος, πιστεύουν ότι πρέπει οι απόφοιτοι δημοτικού να κατανοούν την καθαρεύουσα, προτιμά τη διδασκαλία της καθαρεύουσας από την Ε' τάξη διαβάζοντας το Ευαγγέλιο, όπως πρότεινε ο Α.Δελμούζος. 29
103
κύκλος των μαθημάτων της αστικής με τάσιν προς τας θετικάς εττιστήμας»
.
Θα προτείνει επίσης τον χωρισμό των γυμνασίων σε κλασσικά και πρακτικά, ανάλογα με τις ανάγκες του πληθυσμού, την ίδρυση επαγγελματικών σχολών, που θα στηρίζονται στη στοιχειώδη, την αστική και γυμνασιακή εκπαίδευση, την ιδιαίτερη μέριμνα για την εκπαίδευση των ξενόγλωσσων πληθυσμών, ενώ το όλο εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να διακατέχει «Τάσις προς ανάπτυξιν της υγείας του σώματος και του χαρακτήρος και μέθοδος προς μόρφωσιν του νου όχι διά πληθύος, αλλά διά συστήματος γνώσεων και αφυπνίσεως της παρατηρητικότητος»231. Στο αδημοσίευτο Μανιφέστο των Προγραμματικών Αρχών, που θα υπογράψει μαζί με τον Γ. Μπούσιο και τον Map. Αντωνάκη το 1920, θα προτείνει τη βελτίωση και επέκταση της δημοτικής εκπαίδευσης, την άρση κάθε φορολογικής επιβάρυνσης σ' αυτή και την υποστήριξη των απόρων μαθητών, την προσαρμογή των λοιπών σχολών γενικής εκπαίδευσης προς τις σημερινές εκπαιδευτικές ανάγκες με περίοδο δωδεκαετή σε τρεις αυτοτελείς κύκλους, δημοτική, αστική
και γυμνασιακή
(κλασσική
και
πρακτική) - με σκοπό την εξύψωση του εθνικού φρονήματος και την επίγνωση των δικαιωμάτων και των καθηκόντων του πολίτη, την ευρεία επαγγελματική μόρφωση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, την υποστήριξη
των
ιδιωτικών
σχολών,
την
ίδρυση
σχολής
Πολιτικών
Επιστημών, τη σύνδεση του Πανεπιστημίου με τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας232. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, όμως, πρέπει να αρχίσει από τη γλώσσα. Οι Ελληνες πρέπει «να πάρουν τη φυσική τους γλώσσα, τη ζωντανή, όργανο διδασκαλίας και να γράφουν και να μιλούν ελεύθερα και πάντα, χωρίς ντροπή να μη τους κατονομάσει κανείς αγράμματους»233.
2
«Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 15. Όπ.παρ. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α\ φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Ι. Δραγούμης, «Στρατός και άλλα, Γ' προκήρυξη» στο: Κοινότης,Εθνος,Κράτος, σ.72-73.
104
Ο
Δραγούμης
είναι
συνεπής
θιασώτης
και
εκφραστής του
εκπαιδευτικού δημοτικισμού. Ο δημοτικισμός, κατά τον Δραγούμη, αποτελεί τη μόνη διέξοδο από τη μετριότητα και τη στασιμότητα της εποχής του, εκφράζει «την τάσιν του συγχρόνου Ελληνος προς λήψιν συνειδήσεως του πραγματικού εαυτού του και προς αναδρομήν διά τούτο εις τας πηγάς της νεοελληνικής ζωής - τάσιν αντίθετον και προς την αρχαιομανίαν και προς την ξενολατρείαν»234. Με τον δημοτικισμό οι Ελληνες απαλλάσσονται απ' τη στείρα προγονολατρεία και τη δουλική ξενολατρεία, απαλλάσσονται απ' την αντίληψη της μικρής Ελλάδας που ορίζει τα σύνορα της με τα αρχαία σύνορα της Ελλάδας, κατά την αντίληψη του φιλελληνισμού και της αρχαιομανίας, αλλά κι απ' το όνειρο της αναβίωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τη Μεγάλη Ιδέα κ.α. «Ούτε η Ελλάδα η αρχαία είναι το πρότυπο της τωρινής, ούτε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, μα μια Ελλάδα που νάχει σύνορα τα σύνορα της φυλής. Εκεί πηγαίνομε»235. Ο δημοτικισμός λοιπόν, κατά τον Ίωνα Δραγούμη, είναι σύστημα αρχών που αναφέρονται στην πολιτική και τη φιλοσοφία του σύγχρονου ελληνισμού, χωρίς να είναι ούτε πολιτικό κόμμα, ούτε φιλοσοφικό σύστημα, αλλά είναι ένα πλατύ πνευματικό κίνημα που αγκαλιάζει όλους τους τομείς του νεότερου ελληνικού έθνους πολιτικούς, πνευματικούς, «Ο δημοτικισμός είναι για τους Ελληνες ζήτημα ανθρώπινο... Πολλοί δημοτικιστές με το να έτυχε να είναι και θετικιστές και άλλοι
σοσιαλιστές, νόμισαν
πως
δημοτικισμός θα πει θετικισμός και άλλοι σοσιαλισμός, ενώ δημοτικισμός θα πει κάτι πολύ πλατύτερο, βαθύτερο και πλουσιότερο»236. Ο δημοτικισμός, κατά τον Δραγούμη, δεν αποτελεί μόνο γλωσσικό ζήτημα, αλλά και κοινωνικό ζήτημα237.
Ι. Δραγούμης, «Η Εταιρεία πολιτικών μελετών» . Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Η Καθημερινή, 4 Απριλίου 1920. «Ο ΕλληνισμόςμοΌ και οι Ελληνες», σ. 113. 236 «Ελληνικός Πολιτισμός», σ. 18. 57 «Στρατός και άλλα , Γ' Προκήρυξη», Νουμάς, αρ. 361, 11 Οκτώβρη 1909, σ. 11.
105
Η
δηλωμένη
πίστη
στον
δημοτικισμό
και
η
αντίθεση
στην
προσκόλληση στο κλασσικό παρελθόν δεν σημαίνουν και αντίθεση προς την παράδοση. Η παράδοση είναι σημαντική για την ενότητα ενός έθνους, και αποφασιστική για την περαιτέρω πορεία και εξέλιξη του πολιτισμού του. Η ζωντανή παράδοση θεωρείται από τον Δραγούμη ζωτικό στοιχείο της νεοελληνικής ζωής, μοναδικός δρόμος που οδηγεί στον σωστό δημοτικισμό. Αυτή ακριβώς η παράδοση πρέπει να διαποτίζει το εκπαιδευτικό ιδεώδες του ελληνικού έθνους, το οποίο θα πρέπει να ανακαλύψει τη λυγερή ισορροπία, μεταξύ παράδοσης και δημιουργίας, προοδευτικότητας και συντηρητικότητας. «Ο χυμός του δέντρου είναι η δημοτική παράδοση: ... «Ο γνησιότερος κρίκος που μας συνδέει με τους παλιότερους ελληνικούς πολιτισμούς όλους» 238 , θα τονίσει. Κατά τον Δραγούμη, η γλώσσα είναι ένα στοιχείο που ακολουθεί την εσωτερική και εξωτερική ζωή του ανθρώπου. Επικρίνει όσους κατηγορούν τη λαϊκή δημοτική γλώσσα ως γλώσσα βάρβαρη, πρόστυχη και δουλική και θεωρεί ότι πρέπει να αποτελεί το κύριο όργανο της εκπαιδευτικής διαδικασίας τουλάχιστον στη δημοτική εκπαίδευση. Ο Δραγούμης στα πλαίσια της αναμόρφωσης του εκπαιδευτικού συστήματος, επανειλημμένα θα τονίσει την ανάγκη δημιουργίας ενός Διδασκαλείου που θα βγάλει «δασκάλους με καθαρό μυαλό και δυνατό χαρακτήρα»239, για τη μόρφωση των Ελληνοπαίδων. Το ενδιαφέρον του για την ίδρυση του Διδασκαλείου φανερώνει πέρα από τις συχνές αναφορές που κάνει σ' αυτό στα έργα του και η δράση που πραγματοποίηση
ανέλαβε για την
αυτού του σκοπού στα πλαίσια του Αδελφάτου της
Πόλης240. Οσον αφορά στα σχολικά βιβλία, ο Δραγούμης θα προτείνει «να είναι τέτοια που να τα καταλαβαίνει χωρίς δυσκολία το παιδί και να του
«Ελληνικός Πολιτισμός», σ. 19. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 106. Α. Φωτιάδου, όπ. παρ. σ. 43.
106
παρουσιάζουν τη ζωή ολόκληρη»
. Το περιεχόμενο του παραθέματος
αυτού σε συνδυασμό με τη συμμετοχή του Δραγούμη στις δραστηριότητες του Εκπαιδευτικού Ομίλου μας επιτρέπει να πιστέψουμε ότι υιοθετεί τις απόψεις του Ομίλου για βιβλία αρχικά και παιδικά γραμμένα σε γλώσσα δημοτική, με λογοτεχνική αξία αλλά και περιεχόμενο σχετικό με την εθνική ζωή και τον γύρω φυσικό κόσμο242. Την άποψη αυτή ενισχύει και μια επιστολή της Εκπαιδευτικής Επιτροπής243,
με την οποία ο Δραγούμης
υπέγραψε σχετική σύμβαση εκπροσωπώντας τον Εκπαιδευτικό Ομιλο 244 . Ολες αυτές οι δραστηριότητες τον κατατάσσουν σ' έναν από τους πρωτοπόρους του κινήματος του Εκπαιδευτικού Δημοτικισμού της εποχής του. Ωστόσο αγωνίζεται για τον Εκπαιδευτικό Δημοτικισμό στο μέτρο που το κίνημα εκφράζει τον αγώνα της ανερχόμενης αστικής τάξης να εξουδετερώσει τις κρατούσες προαστικές δυνάμεις και να επιβληθεί. Η υιοθέτηση της δημοτικής γλώσσας, η αυτοτέλεια του δημοτικού σχολείου, η
άμεση
χρησιμότητα και η κοινωνική λειτουργικότητα των γνώσεων, η σύνδεση του σχολείου με τη ζωή, η καθιέρωση των πρακτικών και επαγγελματικών σχολείων, η αντίθεση στις ηθικολογίες και τις θεοκρατικές αντιλήψεις για τον κόσμο αποτελούν χαρακτηριστικά της αστικής ιδεολογίας, που
με τη
μόρφωση του λαού στοχεύει στη. στήριξη του νέου καθεστώτος245. Επιχειρώντας να διακρίνουμε τους δημοτικιστές σε επιμέρους ομάδες θα διαπιστώσουμε την ύπαρξη δύο τέτοιων σημαντικών κατηγοριοποιήσεων, τους εθνικιστές και τους σοσιαλιστές. Ανάμεσα στους θιασώτες των εθνικιστικών αντιλήψεων, η μορφή που βαραίνει περισσότερο είναι ο Ίων
«Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», α. 107. Δ.Ε.Ο.τ. 3, 1913, σ. 335. 243 Ν. Τερζή, «Εκπαιδευτική Επιτροπή (1916-1920): Εισαγωγή, ένα γράμμα με το πρόγραμμα της για το 1917-18 και τα πρακτικά των συνεδρίων της». Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1984, σ. 585. Ν. Τερζή, Η παιδαγωγική του Α. Δελμοϋζου, Συστηματική εξέταση του έργου και της δράσης του, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 173. Α. Φραγκουδάκη, Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και φιλελεύθεροι διανοούμενοι, Άγονοι αγώνες, και ιδεολογικά αδιέξοδα στον μεσοπόλεμο, Αθήνα , Κέδρος 1977, σ. 31, κ. εξ.
ιη
107
Δραγούμης. Εκτός από τον Δραγούμη στους εθνικιστές κατατάσσονται οι Μ.Τσιριμώκος,
Πέτρος
Βλαστός,
Γιάννης
Χατζής
και
Αριστοτέλης
Πουλημένος. Στους σοσιαλιστές θα εντάξουμε τους Γ. Σκληρό, Αλ. Δελμούζο, Δ. Γληνό, Κ. Χατζόπουλο, Ν. Γιαννιό, Μ. Ζαβιτσιάνο. Μέσα στις αλλεπάλληλες συγκρούσεις που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της συζήτησης και παρά τις βαθιές τομές που η ιδεολογική διαφοροποίηση χαράζει στην αρχικά συμπαγή δημοτικιστική αντίληψη, πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχει ένα κοινό σημείο, στο οποίο όλοι συμπίπτουν: στο ότι το δημοτικιστικό ακολουθήσει πολιτική πρακτική.
κίνημα
πρέπει
απαραίτητα ν'
Για τους σοσιαλιστές η δημοτική γλώσσα
συνδέεται με ταξικά συμφέροντα και θα επικρατήσει μέσα από την πολιτική ενεργοποίηση των καταπιεζόμενων τάξεων και ειδικότερα της εργατικής, ενώ για τους εθνικιστές θα συμβάλει στην τόνωση του εθνικού αισθήματος. Η ταξική ανάλυση των σοσιαλιστών, τους οδηγεί στην επιλογή ενός εργατικού κόμματος, που θα λειτουργεί στα πλαίσια ενός συστήματος πολιτικών κομμάτων αρχών. Η άρνηση της ταξικής δομής της κοινωνίας οδηγεί τους εθνικιστές στην επιλογή ενός «λαϊκού κόμματος» με ασαφή κοινωνικά χαρακτηριστικά, που θα υπερασπίζεται τον ελληνικό λαό, ο οποίος υποφέρει από την κακή πολιτική και διοίκηση246. Οι ιδεολογικές και πολιτικές αντιθέσεις που εμφανίστηκαν στους κύκλους των δημοτικιστών είναι βαθιές. Οι εθνικιστές βλέπουν στη δημοτική την απόδειξη της εθνικής συνέχειας και ενότητας και τον δημοτικισμό σαν μοχλό για την ώθηση του εθνικού αγώνα. Οι σοσιαλιστές, αντίθετα, βλέπουν στη δημοτική το πνευματικό όπλο της εργατικής τάξης στους κοινωνικούς αγώνες και το κίνημα του δημοτικισμού ως τον φορέα διάδοσης των σοσιαλιστικών ιδεών. Ο Δραγούμης εκφράζει καθαρότερα απ' όλους τον ρόλο του λαού και
Ρ.Σταυρίδη - Πατρικίου, Δημοτικισμός και κοινωνικό πρόβλημα, Αθήνα, Ερμής, 1976, Εισαγωγή, σ. πβ-πγ'.
108
της γλώσσας του μέσα στην προβληματική της εθνικής αποκατάστασης. Ο νεοελληνικός πολιτισμός αποτελεί μοναδικό ιδεολογικό θεμέλιο για την εμπέδωση της εθνικής συνείδησης και την ανάπτυξη των εθνικών αγώνων και βασίζεται κυρίως στη λαϊκή προφορική παράδοση και την δημοτική γλώσσα. Επιθυμεί τη δημιουργία μεγάλων εκσυγχρονισμένων επιχειρήσεων, στηριγμένων στο ελληνικό κεφάλαιο, σε αντίθεση με τον Στ. Ραμά, ενώ, όπως και ο Κ. Χατζόπουλος, πιστεύει πως ο τόπος έχει τις αναγκαίες πλουτοπαραγωγικές πηγές για την οικονομική ανάπτυξη. Στο
πολιτικό
επίπεδο
οι
περισσότεροι
δημοτικιστές
θα
συμπαραταχθούν με τον Βενιζελισμό. Η τάση για ένταξη, συνεργασία, ή υποστήριξη του βενιζελισμού είναι εντονότερη στην ομάδα των σοσιαλιστών και μάλιστα στους βασικούς εκφραστές της, τον Σκληρό , τον Χατζόπουλο, τον Γιαννιό. Η κίνηση προς τον βενιζελισμό είναι ασθενέστερη στην πλευρά των εθνικιστών συζητητών. Απ' αυτούς μόνον ο Μάρκος Τσιριμώκος θα ακολουθήσει το κόμμα των φιλελευθέρων κι αργότερα θα τοποθετηθεί σε υψηλές θέσεις. Αντίθετα, ο Δραγούμης θα συγκρουσθεί έντονα με τον Βενιζέλο. Ο Δραγούμης ενδιαφέρεται για τον λαό, γενικά και απροσδιόριστα, και την καθοδήγηση και προκοπή του αναθέτει στους λίγους, τους εξαιρετικούς, στην «αριστοκρατία» γιατί πιστεύει πως «όχι από κάτω αλλά από πάνω θα αρχίσει ο ξαναγεννημός»247. Π' αυτό άλλωστε και δεν εγκρίνει την ανώτερη μόρφωση για τα παιδιά των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Πιστεύει πως «τιμή είναι η δουλειά και ούτε το γυμνάσιο, ούτε το επάγγελμα, κάνουν τον άνθρωπο. Ανθρωπος είναι εκείνος που παίρνει τη δουλειά του πατέρα του και την
καλυτερεύει. Του χωριάτη ο γιος πρέπει να μείνει χωριάτης,
του παπουτσή, παπουτσής, του φούρναρη, φούρναρης. Και πάλι του εμπόρου ο γιος έμπορος και του τραπεζίτη, τραπεζίτης. Και μόνον έτσι
«Ελληνικός Πολιτισμός», σ. 3 Ι.
109
καλυτερεύει η εργασία του καθενός»
. Πρεσβεύει λοιπόν τη διατήρηση της
συγκεκριμένης ταξικής δομής περιορίζοντας την κοινωνική κινητικότητα. Αυτή η αντίληψη τον φέρνει σε αντίθεση με τους σοσιαλιστές δημοτικιστές που στη θέση του απρόσωπα ονομαζόμενου «λαού» βλέπουν κοινωνικές τάξεις και με την εκπαίδευση στοχεύουν στη βελτίωση της εργατικής τάξης, ώστε να συνειδητοποιήσει τη θέση της και να αναλάβει κοινωνικούς αγώνες για την 249
προκοπή της.
Ι.Δραγούμης,«Μικρή Πατρίδα. Β προκήρυξη», στο: Κοινότης, Εθνος, Κράτος, σ. 67. Για τις ουσιαστικές διαφορές, μεταξύ εθνικιστών - σοσιαλιστών , βλ. Ρ. Σταυρίδη Πατρικίου, Δημοτικισμός και Κοινωνικό Πρόβλημα, Ερμής, Αθήνα 1976.
110
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Η ΚΑΙ Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ
α. Οικονομική
πολιτική
Αναλύσαμε διεξοδικά στα προηγούμενα κεφάλαια την πεποίθηση του Δραγούμη ότι η επιλογή των πολιτικών προγραμμάτων και η εφαρμογή τους βρίσκονται ή πρέπει να βρίσκονται σε απόλυτη συνάφεια με τις ανάγκες των κοινωνιών στις οποίες εφαρμόζονται και τις οποίες αφορούν. Αυτή μάλιστα η σύζευξη και συναρμογή οφείλουν να αποτελούν το πρώτιστο μέλημα ενός πολιτικού κατά την επιλογή του προγράμματος δράσης του. Οι αντιλήψεις αυτές βρίσκουν εφαρμογή και στις προτάσεις του για την αντιμετώπιση ζητημάτων
οικονομικής
και κοινωνικής
πολιτικής
και
δημοσιονομικής
λειτουργίας. Η είσοδος του 20 ο υ αι. βρίσκει την ελληνική οικονομία μπροστά σε προβλήματα που ανάγονται στον προηγούμενο αιώνα. Το σταφιδικό, το αγροτικό, το νομισματικό
και το πρόβλημα
του αστικοδημοκρατικού
μετασχηματισμού συγκαταλέγονται στα σοβαρότερα απ' αυτά. Σε νέα τροχιά η ελληνική οικονομία και κοινωνία θα μπουν ουσιαστικά μετά το 1914 όταν, με τους Βαλκανικούς πολέμους, θα έχουμε μια νέα εδαφική επέκταση αφενός και αφετέρου, θα αρχίσουν
να πραγματοποιούνται
ισχυρές κρατικές
παρεμβάσεις στην οικονομία. Την εποχή αυτή παρατηρείται μια αναπτυξιακή ώθηση, συνδεδεμένη, κατά κύριο λόγο,με τη μετακίνηση του πλεονάζοντος αγροτικού πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα ή το εξωτερικό και την εισροή ξένου και παροικιακού ελληνικού κεφαλαίου στη χώρα. Η ελληνική οικονομία εντάσσεται όλο και περισσότερο στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, καθώς η διαμόρφωση νέων όρων για τη ροή της νομισματικής κυκλοφορίας και η προσαρμογή της
Ill
εργασίας στις απαιτήσεις του εργοστασιακού συστήματος διαμορφώνουν ένα νέο σκηνικό. Μετά την ήττα του 1897 επιβάλλεται το 1898 στην Ελλάδα ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος με τις μεγάλες Δυνάμεις της εποχής να παίζουν καταλυτικό ρόλο στις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη
χώρα.
Επιπρόσθετα, η ήττα του 1897 οδήγησε σε επαχθέστερο διακανονισμό του εξωτερικού χρέους της Ελλάδας, σε σχέση με τις πρώτες διαπραγματεύσεις που είχαν ξεκινήσει αμέσως μετά το 1893, όταν κηρύχθηκε η εξωτερική χρεωκοπία του ελληνικού κράτους250. Η ελληνική βιομηχανία υπέφερε από την έλλειψη κεφαλαίων και τη διασπορά των υπαρχόντων σε πλήθος δραστηριοτήτων, από την ασφυκτικά περιορισμένη - εδαφικά και πληθυσμιακά - βάση οικονομικής εξάπλωσης, από την έλλειψη πρώτων υλών και τη χρόνια έλλειψη εργατικών χεριών. Στα πρώτα χρόνια του 20 ο υ αι. δημιουργήθηκε ένα βιομηχανικό δυναμικό σχετικά σταθερό, πολυδιάστατο, με τάσεις ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας, της μεταλλουργίας, της ναυπηγικής και της τσιμεντοβιομηχανίας. Η ευνοϊκή συγκυρία
εισροής
κεφαλαιουχικών
πόρων
και
πλούσιων
αγροτικών
συγκομιδών συντέλεσε στην επέκταση της εσωτερικής κατανάλωσης, ενώ την ίδια στιγμή συντελέστηκε η απόσπαση της βιομηχανικής εργασίας από τη γεωργία και ενισχύθηκε έτσι ο αστικός τομέας με την εισροή φθηνού εργατικού δυναμικού, που είχε αποδεσμευτεί από τον τομέα της γεωργίας. Η δεκαετία του 1910-1920 χαρακτηρίζεται έντονα από τα φαινόμενα των νομισματικών κρίσεων. Το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, η ισοτιμία της δραχμής και ο δείκτης των λιανικών τιμών επιδεινώνονται με δραματικό τρόπο μεταξύ 1911-1918. Παράλληλα, οι αυξανόμενες επισιτιστικές ανάγκες, ο περιορισμός των εισαγωγών σε είδη διατροφής και ένδυσης, η έλλειψη εξειδικευμένου 10
Για την κατάσταση των δημοσιονομικών του Ελληνικού κράτους στα τέλη του 19ου αι., μετά την πτώχευση του 1893 βλ. Georgiades Demetrius. La Grece économique et Financière en 1893; réponse a E.F.C. Law, deleque du gouvernement anglais, Paris, Guillaumin 1893.
112
προσωπικού για τη βαριά βιομηχανία, αλλά και οι εύκολες προτιμήσεις των Ελλήνων επενδυτών δίνουν τη στροφή προς την ανάπτυξη της ελαφρός βιομηχανίας, που
κυριαρχείται από επιχειρήσεις κυρίως οικογενειακής
μορφής251. Ο προστατευτισμός αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής βιομηχανίας στις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα. Στην Ελλάδα, όπου επικρατούσε η παραδοσιακή οικονομία, η παραγωγή δεν συμβάδιζε υ.ε την αύξηση του πληθυσμού και επομένως περιόριζε τα περιθώρια του παραγωγικού πλεονάσματος, ττου θα μπορούσε να διατεθεί στην αγορά άλλων αγαθών ή να επενδυθεί σε εγγειοβελτιωτικά έργα και στην ανάπτυξη της βιομηχανίας. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, η αγροτική οικονομία, που ποτέ δεν υπήρξε αυτάρκης, δεν επέτρεπε την απαραίτητη για επενδύσεις συσσώρευση κεφαλαίων. Κατά τον Γ. Β. Λεονταρίτη, δεν ήταν τόσο η έλλειψη κεφαλαίων που εμπόδιζε την ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας, αλλά κυρίως ο τρόπος εκμετάλλευσης των διαθέσιμων κεφαλαίων. Η ελληνική κοινωνία παρουσίαζε όλες τις ανασταλτικές συνέπειες του εμπορικού καπιταλισμού. Εξαιτίας της αδιαφοροποίητης δομής, που χαρακτήριζε τον μη αγροτικό τομέα της χώρας από τον
18°
αι., η Ελλάδα εξαρτήθηκε από τον
δυτικοευρωπαϊκό
καπιταλισμό, σε βαθμό που ισοδυναμούσε με νέο-αποικιακή εξάρτηση 252 . Ο εμπορικός καπιταλισμός εμπόδιζε την ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας, γιατί τα μεγαλύτερα κέρδη προέρχονταν από εξωτερικά προσανατολισμένες οικονομικές σχέσεις. Ο
Α'
Παγκόσμιος
πόλεμος
δημιούργησε
έναν
φυσιολογικό
προστατευτισμό, που ευνόησε ορισμένους τομείς της ελληνικής βιομηχανίας. 251
Θαν. Καλαφάτης, «Εκσυγχρονισμός και Μεγάλη Ιδέα» στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο Η Ελλλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ' , σ. 103. Περισσότερα για την εκβιομηχάνιση βλ. Χρ. Αγριαντώνη, Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19" αι., Αθήνα, Ι.Α.Ε.Τ., 1986, και Μιχ. Ταλιδόπουλος (επιμ.) Κείμενα για την ελληνική βιομηχανία τον 19" αι. Φυσική εξέλιξη και προστασία, Αθήνα, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ιδρυμα Ε.Τ.Β.Α. Χ.Χ. 252 Γ. Β. Λεονταρίτης, «Οικονομία και κοινωνία από το 1914 έως το 1918», στην Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΕ', Αθήνα, 1977, σ.77.
113
Οι δυσχέρειες στις θαλάσσιες επικοινωνίες, η διακοπή του διεθνούς εμπορίου, η συγκέντρωση πολυάριθμων στρατευμάτων στη Μακεδονία και τέλος ο συμμαχικός
αποκλεισμός, αύξησαν τη ζήτηση
βιομηχανικών
προϊόντων και συνέβαλαν στην προστατευτική πολιτική της βιομηχανίας που ευνόησε
την
ανάπτυξη.
Στην
ευρύτερη
προσπάθεια
του
αστικού
μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας θα αντιδράσει και μια μερίδα του τραπεζικού κεφαλαίου. Στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού ξεσπά η σύγκρουση μεταξύ Ελ. Βενιζέλου και Εθνικής Τράπεζας το 1914. Το 1918 βρίσκει την Ελλάδα σε αρκετά καλή οικονομική κατάσταση, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται έξη χρόνια σε πόλεμο253. Οι παράγοντες που συνέλαβαν σ' αυτό είναι: α) ο διπλασιασμός της χώρας σε έκταση από το 1914, και μάλιστα η ενσωμάτωση της Μακεδονίας και Θράκης με εδάφη εύφορα για τη γεωργική παραγωγή, β) η συνεχής εισροή μεταναστευτικών εμβασμάτων και ναυτιλιακών κερδών στη χώρα ακόμα και μετά την αρχή των εχθροπραξιών254,
γ) η ένταση των παραγωγικών
προσπαθειών
στην
κωνσταντινική Ελλάδα, όσο είχε επιβληθεί ο αποκλεισμός στο νότιο τμήμα της χώρας από τους συμμάχους, δ) η αυξημένη ζήτηση που προκαλούνταν από την παραμονή ξένων στρατευμάτων στη χώρα από το 1917 και μετά και ε) η συνεχής κρατική ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες. Ετσι, παρά τον τριπλασιασμό της νομισματικής κυκλοφορίας, η ισοτιμία της δραχμής με τα ξένα νομίσματα που είχε επιτευχθεί από το 1910, έμεινε σταθερή. Τον Φεβρουάριο του 1918 δίνονται από τους συμμάχους, πιστώσεις ύψους 850.000.000 δρχ. (12.000.000 λίρες από Αγγλία, 50.000.000 δολλάρια από Η.Π.Α. και 300.000.000 φράγκα από Γαλλία) στην Ελλάδα, που οδηγούν σε μια ισόποση έκδοση χαρτονομίσματος255. Ο προεξοφλητικός τόκος πέφτει
Για τα δημόσια οικονομικά κατά τον πόλεμο, βλ. Θ. Λεκατζάς, Τα οικονομικά της Ελλάδος κατά τον πόλεμον, Αθήνα 1919. Για την εξέλιξη των μεταναστευτικών εμβασμάτων, βλ. Γ. Χαριτάκης, Οικονομική Επετηρίς της Ελλάδος του 1939, τ.β', Αθήνα, 1940, σ.203. 5 Μπερνάρης Α: Η διάρθρωσις και αι πμυσπάθειαι προσαρμογής της Ελληνικής οικονομίας, Αθήνα 1933, σ. 32.
114
τον Σεπτέμβριο του 1918 σε 5,5% στο χαμηλότερο σημείο που έφθασε ποτέ256. Η οικονομία προχωρεί καθώς οι αυξήσεις των τιμών και τα ξένα στρατεύματα λειτουργούν ήδη από το 1916 σαν κίνητρο για τις επιχειρήσεις και τους εισαγωγείς. Ολο το 1919 είναι χρονιά καλών προσδοκιών για τους επιχειρηματίες, που μπορούν να έχουν φθηνές πιστώσεις και να μετακυλούν με ήπιες ανόδους τιμών όλα τα στοιχεία του κόστους που ανέρχονται. Καθώς και οι τελευταίοι περιορισμοί στο εξωτερικό εμπόριο που είχαν επιβληθεί εξαιτίας του πολέμου αίρονται, η αξία του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου φτάνει σε τρομερά ύψη 257 . Ταυτόχρονα, αρθρώνεται και μια πρώτη αντιδικία, μεταξύ βιομηχάνων και εισαγωγέων. Ο Ε. Χαρίλαος ζητά, εκ μέρους των πρώτων, προστασία της εγχώριας βιομηχανίας και χάραξη μιας βιομηχανικής πολιτικής από το κράτος, που κατά τη γνώμη του δεν χρησιμοποιούσε καθόλου τις δυνατότητες που είχε, για να εμψυχώνει την εθνική παραγωγή258. Ο Δραγούμης δεν επιθυμεί κρατισμό στην οικονομική πολιτική και κράτος παντοδύναμο απέναντι στην ατομική πρωτοβουλία. «Δεν νομίζομεν ότι, δια το καλόν του πολιτισμού, ή τάσις αυτή, η άκρατος κοινωνιστική και επεμβατική, πρέπει να επικράτηση.... διότι <ευρίσκουν και μόνα τους τα άτομα τον δρόμον προς την ευτυχίαν, δια συνεταιρισμών και συνασπισμών που είναι αποτέλεσμα της συνειδήσεως των τάξεων»
259
. Βέβαια, το κράτος
έχει υποχρέωση να μην επιτρέπει την εκμετάλλευση από μια ομάδα ή άτομο των άλλων ομάδων ή ατόμων, «διότι το κράτος είναι υπέρ όλων και αποτελεί την έκφραση ή την επιχείρησιν και επιβολήν της κοινωνικής αλληλεγγύης»260.
Α. Λοβέρδος, Τα επιτόκια εν τη ελληνική χρηματαγορά, Αθήνα, 1936, σ. 36. Μιχ. Ψαλιδόπουλος, Η κρίση του 1929 και οι Ελληνες οικονομολόγοι, Ι.Ε.Π.Ε.Τ., Αθήνα, 1989, σ.77. ' 8 Αναστασόπουλος Γ., Ιστορία της ελληνικής βιομηχανίας 1885-1940 (τόμοι Β' και Γ') , Αθήναι 1947, σ.77. «Προγραμματικοί πολιτικοί στοχασμοί», σ. 10-11 Όπ. παρ. σ. 11
257
115
Διαπιστώνουμε, συνεπώς, σε μια πρώτη προσέγγιση ότι ο Δραγούμης επιφυλάσσει στο κράτος τον ρόλο του ρυθμιστή των κοινωνικών σχέσεων, χωρίς να του αναγνωρίζει το δικαίωμα της ενεργού παρέμβασης στην οικονομική δραστηριότητα μεταξύ των ατόμων και των συνεταιρισμών. Αντιμετωπίζει
μάλιστα σχετλιαστικά την συνεχή επανάληψη ως
πολιτικού στόχου της ανάπτυξης των πλουτοπαραγωγικών πηγών, γιατί κάτι τέτοιο θεωρείται αυτονόητο και αποδίδει αυτή την επανάληψη στη μέχρι εκείνη τη στιγμή μονομερή έμφαση σε θέματα στενά πολιτικά και διοικητικά. Το σημείο στο οποίο πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση είναι ο συμφερότερος τρόπος επέμβασης του κράτους στην οικονομική ζωή: «πρέπει να προσέχωμεν
ίνα το κράτος, ουχί δι' επιχορηγήσεων και
προνομίων ή δι' αναμίξεως απ' ευθείας εις την εκμετάλλευσιν του ιδιωτικού πλούτου, αλλά δια δημοσίων έργων, δημοσίας ασφαλείας καλής και υποδειγματικής διδασκαλίας ενθαρρύνει και υποστηρίζει την τελειοτέραν εκμετάλλευσιν των πλουτοπαραγωγικών δυνάμεων του τόπου»
261
. Η
υποστήριξη της γεωργίας και του εμπορίου αποτελεί, κατά τον Δραγούμη, απαραίτητο όρο μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης. Κρίνει απαραίτητη επίσης και την υποστήριξη της ναυτιλίας σε συνδυασμό με τη γεωργική, εμπορική
και
ναυτιλιακή ανάπτυξη
και την
εφαρμογή πραγματικής
προστατευτικής πολιτικής για την ελληνική βιομηχανία262. Πώς θα επιτευχθεί, όμως, ο στόχος της οικονομικής ανάπτυξης και της πλήρους αξιοποίησης των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας; Στο Μανιφέστο του 1920, θα προτείνει ο Δραγούμης: την πλήρη εκμετάλλευση του μεταλλευτικού πλούτου ιδιαίτερα του σιδήρου, του λιγνίτη και των υδρογονανθράκων και τη χρησιμοποίηση
των υδάτινων πτώσεων, τη
σύσταση εμπορικών πρακτορείων στις πρεσβείες και τα προξενεία, τη σύσταση ημικρατικής εμπορικής και ταχυδρομικής ατμοπλοίας, της οποίας τα
2
«Προγραμματικοί πολιτικοί στοχασμοί», σ. 11 ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη
116
πλοία θα αποτελέσουν τον εθελοντικό στόλο του κράτους, την ανάπτυξη της γεωργοκτηνοτροφικής παραγωγής με τάση προς αυτάρκεια της χώρας και της βιομηχανικής με σκοπό εξαγωγής ιδιαίτερα στην Ανατολή 263 . Ο Δραγούμης θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη ουσιαστικής βελτίωσης της υλικοτεχνικής υποδομής με την κατασκευή έργων υποδομής. Ας παρακολουθήσουμε, τη σκέψη του για τα δημόσια έργα. «Κι όσον μεν αφορά τα δημόσια έργα, ιδίως τους δρόμους, θα βελτιωθεί η εκτέλεσις και συντήρησις αυτών δια της τοπικής διοικητικής αποκεντρώσεως. Δεν αποκλείεται η παραχώρησις
εκτελέσεως δημοσίων
κεφάλαια και εταιρείας Ελληνικός
έργων εις ιδιωτικά
ή ξένας»264. Επίσης, προτείνει οι
σιδηρόδρομοι να μην ανήκουν στο κράτος, αλλά κι αν ακόμη ανήκουν, η εκμετάλλευση τους να αφήνεται σε ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες θα τους διαχειρίζονται επιμελέστερα και οικονομικότερα265. Εννοείται βέβαια ότι οι στρατιωτικές γραμμές θα παραμένουν στα χέρια του κράτους. Ακόμη, επειδή υπάρχει
έλλειψη
κατάλληλης εγχώριας
καύσιμης
ύλης, πρέπει
να
ενθαρρυνθούν τα έργα τα χρήσιμα για την παραγωγή υδραυλικής πιέσεως ως κινητήριας δύναμης266. Οσον αφορά στη δασμολογική πολιτική, θα προτείνει ουσιαστική δασμολογική προστασία
για τις βιώσιμες
βιομηχανίες
και άρση του
προστατευτικού συστήματος στις μη βιώσιμες βιομηχανίες267, ενώ για το τελωνειακό
δασμολόγιο
προτείνει
«να
μεταρρυθμιστεί
κατά
τρόπον
ελαφρύνοντα α) τα είδη πρώτης ανάγκης, β) τας πρώτας ύλας δια τας βιομηχανίας,
τας βιώσιμους...
ή αντί του δασμολογίου δύνανται να
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη «Προγραμματικοί πολιτικοί στοχασμοί», σ. 11 Προτείνει επίσης τη συμπλήρωση του σιδηροδρομικού δικτύου με τις Νέες χώρες και την ένωση του με επαρχιακές οδούς με τα μικρά τοπικά κέντρα. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 11 267 ΑρχείοΊωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη
117
αναθεωρηθούν εμπορικαί τίνες συμβάσεις υπό το ανωτέρω πνεύμα, ως προς τα συμβατικά διαφορικά δασμολόγια»268. Στην υπηρεσία της οικονομικής ανάπτυξης θα θέσει ο Δραγούμης και την εντατική μέριμνα του κράτους για τη δημόσια ασφάλεια. Κρίνει λοιπόν απαραίτητη την αναμόρφωση της χωροφυλακής και της αστυνομίας με την ίδρυση σχολής χωροφυλάκων, αξιωματικών και υπαξιωματικών χωριστά, την γενίκευση του κρητικού συστήματος οργάνωσης της αγροφυλακής και την ιδιαίτερη μέριμνα για την οργάνωση της δασοφυλακής και της δασικής υπηρεσίας269 . Επίσης, θα πρέπει να δοθεί μια κατεύθυνση προς τη συνεταιριστική οργάνωση της κοινωνίας, δεδομένου ότι το πνεύμα του συνεταιρισμού προσιδιάζει στους Ελληνες. Οι συνεταιρισμοί των Αμπελακίων, του Πηλίου, οι κτηνοτροφικοί και τυροκομικοί συνεταιρισμοί της Μακεδονίας και της Ηπείρου, τα κρητικά κινιάτα αποτελούν τους αψευδέστερους μάρτυρες. Είναι ανάγκη, λοιπόν, «να ενισχυθή και κατευθυνθή καταλλήλως η δοθείσα ήδη νέα ώθησις εις το συνεταιρικόν πνεύμα των Ελλήνων, αστικόν, γεωργικόν και κτηνοτροφικόν»270. Δεν θα διστάσει ο Δραγούμης να προτείνει την αποστολή ελλήνων δασκάλων ή αγρονόμων στα Βαλκανικά κράτη, ιδίως στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, όπου οι συνθήκες ομοιάζουν με τις Ελληνικές για να μελετήσουν τα συστήματα γεωργικών συνεταιρισμών και τραπεζών των χωρών αυτών και να τα εφαρμόσουν και στα ελληνικά χωριά, προσαρμοζόμενα βέβαια στις συνθήκες271. Η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας αποτελεί, κατά τον Δραγούμη, ζωτική ανάγκη για την εθνική επιβίωση και ανάπτυξη, αφού με αυτήν θα ανακοπεί το μεταναστευτικό ρεύμα που αποψιλώνει
«Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 13. Όπ. παρ. σ. 12 Όπ. παρ. Όπ. παρ. σ. 12-13
I 18
δημογραφικά
και παραγωγικά
την
ύπαιθρο,
Πρέπει
οι
Ελληνες
να
συνειδητοποιήσουν πως «το ξενίτευμα δεν είναι καλό πράμα, όσο έμεινε αδούλευτος ο τόπος μας και το έθνος μας δεν έγινε δυνατό και μεγάλο .... Ολη η ελληνική γη θέλει δούλεμα γερό. Της λείπουν τα χέρια, γιατί τα παιδιά της την αφήνουν και φεύγουν και γιατί τα ελληνικά κεφάλαια μένουν τα περισσότερα νεκρά. Αν εξακολουθήσει να γίνεται αυτό θα' ρθουνε σίγουρα, σήμερα αύριο, ξένοι να εκμεταλλευτούν τον τόπο μας» 272 . Φέρνει μάλιστα το παράδειγμα των Γερμανών που εκμεταλλεύονται το έδαφος της Μικρασίας και διαπιστώνει «αφού οι ξένοι έρχονται στον τόπο μας, θα πει πως ο τόπος έχει αξία και πλούτο και δουλειά για να θρέψει πολλούς ανθρώπους»273. Πρέπει επίσης να γίνουν επιχειρήσεις γεωργικές, βιομηχανικές, εμπορικές, ναυτικές για να γίνει καλύτερη και σιγουρότερη η καλλιέργεια και η σοδειά. «Ο τόπος μας έχει να μας θρέψει, δουλειές»274, θα καταλήξει.
φτάνει
να
ξέρουμε
ν'
ανοίγουμε
Ο Δραγούμης επιδιώκει να βρει τρόπο να
κινητοποιήσει «τα κεφάλαια προς τη κατεύθυνση των επιχειρήσεων», για να «φουντώσει η βιομηχανία και το εμπόριο»275. Το πρώτο μεταναστευτικό ρεύμα ξεκινά στα τέλη του 19 ου αιώνα και φθάνει στις αρχές της δεκαετίας 1920-1930. Επισήμως την περίοδο 18911920 μετανάστευσαν από την Ελλάδα στις Η.Π.Α. 368.699 και σε άλλες υπερπόντιες χώρες 17.912 άτομα. Μεταξύ 1890-1910 το ένα δέκατο του πληθυσμού της χώρας μετανάστευσε στην Αμερική. Οι μετανάστες ανήκαν, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, στην αγροτική τάξη ή ήταν κάτοικοι των πόλεων άνεργοι ή απασχολούμενοι κάτω από απαράδεκτες συνθήκες. Κατά την Ηρα Πουλοπούλου^η
μετανάστευση είναι αποτέλεσμα
σύμπτωσης αντικειμενικών και υποκειμενικών παραγόντων: α) παράγοντες
Ι. Δραγούμης, «Α' προκήρυξη στους σκλαβωμένους και τους ελευθερωμένους Ελληνες, στο: Κοινότης, Εθνος, Κράτος, όπ. παρ. σ. 61-62. Όπ. παρ. ' Όπ. παρ. α. 61 75 1 . Δραγούμης «Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία». Νουμάς. αρ. 295, 11 Μάη 1908, σ. 3.
I 19
απώθησης - οι επικρατούσες στη χώρα πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, β) παράγοντες προσέλευσης στις χώρες υποδοχής, γ) τα κοινωνικά και ψυχολογικά κίνητρα που καλλιεργούν την προδιάθεση για μετανάστευση2,7^. Είναι βέβαιο ότι η μετανάστευση θεωρήθηκε πρωταρχική αιτία της γεωργικής καθυστέρησης. Με την πάροδο του χρόνου ωστόσο, τα εμβάσματα
των
μεταναστών
ισχυροποίησαν
τη
μικρή
οικογενειακή
καλλιέργεια ως οικονομική μονάδα, τόνωσαν τον εκχρηματισμό της αγροτικής οικονομίας, συνέτειναν στη μείωση των τόκων, απέτρεψαν την πώληση της γης και συνέβαλαν στην αύξηση της αξίας της, παρά τον αρχικό τους στόχο που ήταν η κάλυψη των αναγκών της οικογένειας. Από την άλλη μεριά, η έλλειψη εργατικών χεριών είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των μισθών και των ημερομισθίων των αγρεργατών και των εργαζομένων στον αστικό τομέα της οικονομίας που παρέμειναν στη χώρα. Ενδεικτικές
για
τις
αντιλήψεις
του
Δραγούμη
για
την
αποτελεσματικότερη οικονομική πολιτική του κράτους και για τη συναρμογή αποτελεσματικής
διοίκησης
και οικονομικής ανάπτυξης
είναι κάποιες
πολιτικές του Σημειώσεις για τη Βουλή, οι οποίες δεν έλαβαν τη μορφή αγόρευσης, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της Βουλής, και φυλάσσονται αδημοσίευτες στο προσωπικό του Αρχείο. Στις Σημειώσεις αυτές επικρίνει την απαγόρευση της ελεύθερης υλοτομίας στη Μακεδονία και τονίζει ότι στη Μακεδονία το κλίμα είναι ηπειρωτικό και κρύο. Υποστηρίζει την ανάγκη για επέκταση του νόμου περί αγροφυλακής στη Νέα Ελλάδα και το δικαίωμα της πρότασης αγροφυλάκων να το έχει το δημοτικό συμβούλιο ή να εγκρίνει ο υποδιοικητής και ο νομάρχης. Επίσης, οι αγροφύλακες θα πρέπει να κυνηγήσουν τα άγρια ζώα που καταστρέφουν τα σπαρτά και τα κατοικίδια και ποιμενικά ζώα 277 .
Ηρα Εμκε - Πουλοπούλου, «Η μεγάλη έξοδος» , στο Επτά. Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή, με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ\ σ. 51-52. Περισσότερα βλ. στης ίδιας. Προβλήματα μετανάστευσης - παλ.ιννόστησης, Αθήνα, 1986. 77 ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
120
Επικρίνει την αναποτελεσματικότητα της διοίκησης, την άγνοια, την έλλειψη κατεύθυνσης από μέρους της, την κάκιστη δημόσια ασφάλεια, τον χρηματισμό
του χωροφύλακα που
υποστηρίζει τους ενοικιαστές των
κτημάτων απέναντι στους χωρικούς που καταπιέζονται, την ακρίβεια του ψωμιού, την κακή δικαστική διαίρεση που αναγκάζει τους χωρικούς να αφήνουν τις δουλειές τους για μέρες για να μεταβούν στα δικαστήρια, την αναβλητικότητα
της
δικαιοσύνης,
την
αναποτελεσματικότητα
της
ειρηνοδικειακής δικαιοσύνης (π.χ. Ειρηνοδικείο Πρεσπών) κ.α. 278 . Μέμφεται την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας που δεν φρόντισε να δώσει μερικούς ψεκαστήρες στους αμαξουργούς για να αντιμετωπίσουν την καταστροφή των αμπελιών από τον περονόσπορο. Προτείνει λοιπόν τη δωρεάν υποδειγματική διδασκαλία των αγροτικών εργασιών
από
το
Υπ.
Εθνικής
Οικονομίας.
Προτείνει, επίσης,
τη
χρησιμοποίηση μέρους των εσόδων από τη φορολογία της δεκάτης στη Μακεδονία για τη κατασκευή δρόμων και για την αγορά και το μοίρασμα στους χωρικούς σιδερένιων αρότρων σε αντικατάσταση των ξύλινων, τη δωρεάν διανομή χημικών λιπασμάτων, την ίδρυση Αγροτικής και Κτηματικής Τράπεζας και συμπεραίνει: «οι θυσίες που το κράτος θα κάνει τώρα θα του επιφέρουν αργότερα μεγάλα κέρδη και θα κάνει τους αγρότες να αγαπήσουν την ελληνική διοίκηση»279. Επιπρόσθετα, τονίζει την ανάγκη για βελτίωση του συγκοινωνιακού δικτύου και ιδιαίτερα στις δυσπρόσιτες περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας. «Ανάγκη
να
ξαναγίνει
ο
δρόμος
Καστοριάς-Κλεισούρας-Σόροβιτς,
Καστοριάς- Βογατσικού - Σιάτιστας, Φλώρινας - Μπρένιτσας- Κορυτσάς και Μπρένιτσας - Καστοριάς»280. Ο Δραγούμης προσέδιδε ιδιαίτερη έμφαση στην αγροτική πολιτική και θεωρούσε την διευθέτηση του χρόνιου 278 279
Όπ. παρ. Όπ. παρ.
280 η
ϋπ. παρ.
αγροτικού ζητήματος καίριας
121
σημασίας προϋπόθεση
για την οικονομική ανάπτυξη της κατ' εξοχήν
αγροτικής Ελλάδας. Δεν έφτασε βέβαια στο σημείο να προτείνει την πλήρη απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και τη διανομή τους στους ακτήμονες, αλλά πρότεινε «δια τα τσιφλίκια Θεσσαλίας, Ηπείρου και Μακεδονίας να κάμη νόμον το κράτος, καθ' ον ό,τι κτήμα δεν καλλιεργείται από τον ιδιοκτήτη του, θα απαλλοτριώνεται από το κράτος υπέρ των χωρικών»281. Πίστευε ο Δραγούμης ότι βλέποντας οι μεγάλοι γαιοκτήμονες τον κίνδυνο της απαλλοτρίωσης θα συναντηθούν και θα αναλάβουν την εντατική καλλιέργεια των κτημάτων τους και την εκτέλεση όλων των αναγκαίων αρδευτικών και αποξηραντικών έργων. Με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί: α) βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας, β) απαλλοτρίωση μέρους της μεγάλης γαιοκτησίας, γ) μείωση του μεταναστευτικού ρεύματος, δ) βαθμιαία απαλλαγή των χωρικών από τους τοκογλύφους. Επίσης, με τα μέτρα αυτά οι γαιοκτήμονες ίσως προτιμήσουν την εντατική καλλιέργεια έστω και μέρους των κτημάτων τους, η οποία θα τους αποφέρει πολύ μεγαλύτερα κέρδη από την προηγούμενη ενοικίαση ολόκληρων των κτημάτων τους 282 . Με τις προτάσεις του αυτές ο Δραγούμης θέλει να αντιπολιτευθεί την πολιτική της εξαγοράς των τσιφλικιών που είχε εξαγγείλει ο Βενιζέλος από το κράτος και τη διανομή τους στους ακτήμονες, γιατί ο χωρικός δε θα μπορούσε ποτέ να πληρώσει το δάνειο. «Ξέρουμε πως, όταν ένα τσιφλίκι γίνεται κεφαλοχώρι, έρχεται ο τοκογλύφος ή ο έμπορος και το εκμεταλλεύεται και αναγκάζει το χωρικό να φύγει στην Αμερική. Ετσι, όμως, ούτε η τύχη των χωρικών βελτιώνεται , ούτε ο τρόπος της καλλιέργειας, η οποία μένει ίδια και δε γίνεται ούτε εκτατική, ούτε εντατική»283, θα επιχειρηματολογήσει. Το
κράτος πρέπει
να
χτυπήσει
την
κατηγορία εκείνων
των
τσιφλικούχων που δεν καλλιεργούν τα κτήματα τους και τα νοικιάζουν για βοσκοτόπια. Δεν είναι δίκαιο να πλουτίζουν κάποιοι χωρίς κόπο. Εάν λοιπόν «Προγραμματικοί πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 13 282 »-ι
υπ. παρ. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ.
122
εφαρμοσθούν οι παραπάνω προτάσεις οι γαιοκτήμονες θα αναγκασθούν να καλλιεργήσουν τη γη τους, να οργανώσουν ένα συνδικάτο γαιοκτημόνων και με κοινά κεφάλαια να καλλιεργήσουν εντατικά έστω ένα μέρος των κτημάτων τους. Ο,τι μέρος μένει ακαλλιέργητο θα το παίρνει το κράτος και θα το μοιράζει στους χωρικούς με τοκοχρεωλύσιο. Οι αγροτικοί αυτοί συνεταιρισμοί θα χορηγούν
μικρά
δάνεια στους χωρικούς
για τη
βελτίωση
και
εντατικοποίηση των καλλιεργειών. Στη περίπτωση που οι συνεταιρισμοί δεν μπορούν να χορηγήσουν αυτό το δάνειο, κρίνει σκόπιμη την ίδρυση Αγροτικής Τράπεζας284. Η οικονομική βάση της ελληνικής κοινωνίας ήταν ανέκαθεν η γη, η κυριότητα και καλλιέργεια της, καθώς και οι σχέσεις που πηγάζουν από μια αγροτική κοινωνική δομή. Τις παραμονές του Α' Παγκοσμίου πολέμου, το 65% του όλου πληθυσμού είχε σχέση με τη γεωργία. Όμως, ενώ τα γεωργικά προϊόντα αντιπροσώπευαν περίπου το 70% της όλης ελληνικής παραγωγής, η γεωργία παρέμεινε μια από τις πιο οπισθοδρομικές της Ευρώπης. Η ποιοτική και ποσοτική στασιμότητα της ελληνικής γεωργίας μπορεί να αποδοθεί στη δομή της γαιοκτησίας. Στη νότια Ελλάδα, και κυρίως στην Πελοπόννησο, η διανομή της γης του 1871 επέβαλε τη μικρή οικογενειακή ιδιοκτησία ως τυπική μορφή έγγειας κτήσεως. Οι καλλιεργητές επιδίδονταν στην παραγωγή
εμπορεύσιμων
προϊόντων (π.χ. σταφίδας) που υπόκεινταν στις διακυμάνσεις της διεθνούς αγοράς. Στον βορρά και ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία η επικρατούσα μορφή ιδιοκτησίας ήταν τα τσιφλίκια. Τα τσιφλίκια παρήγαν σχεδόν αποκλειστικά δημητριακά, ενώ η ελληνική προστατευτική πολιτική που είχε επιβάλει τους υψηλότερους δασμούς στην Ευρώπη καθιστούσε την παραγωγή τους ένα είδος μονοπωλίου. Αυτή η πολιτική, ενώ δεν ενθάρρυνε την αύξηση της παραγωγής, προκαλούσε αύξηση των ενοικίων από μέρους των ιδιοκτητών των τσιφλικιών, που μεγάλωνε παράλληλα με την ταχεία
Όπ. παρ.
123
άνοδο της τιμής του σιταριού και του ψωμιού. Εξάλλου η σταφιδική κρίση εξαιτίας της υπερπαραγωγής και της πτώσεως των τιμών στην παγκόσμια αγορά επηρέασε αρνητικά το ισοζύγιο πληρωμών της Ελλάδας και τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος με δυσμενείς επιπτώσεις στο εισαγωγικό εμπόριο προς όφελος των μεγαλογαιοκτημόνων. Μετά το 1909, με την εμφάνιση των νέων μεσαίων τάξεων άρχισε να γίνεται συνείδηση η ανάγκη της μικροϊδιοκτησίας. Ο Βενιζέλος και το κόμμα των
Φιλελευθέρων υπήρξαν
υποστηρικτές
της
μικρής οικογενειακής
ιδιοκτησίας, πράγμα που ανταποκρινόταν στις επιθυμίες και την πολιτική μιας ανερχόμενης τάξης επιχειρηματιών που ευνοούσε έναν καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Ως την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου, η κυβέρνηση δεν είχε διαμορφώσει ολοκληρωμένο πρόγραμμα αγροτικών μεταρρυθμίσεων. Μετά την προσάρτηση της Μακεδονίας όμως, το πρόβλημα έγινε περισσότερο πιεστικό. Η αγροτική μεταρρύθμιση της Προσωρινής Κυβερνήσεως διαμορφώθηκε κυρίως από τον Ανδρέα Μιχαλακόπουλο και τον Αλέξανδρο Μυλωνά, που ήταν μέλη της. Τα μέτρα απαλλοτρίωσης θεσπίσθηκαν στις 20 Μαίου 1917. Η μεταρρύθμιση αποσκοπούσε στην αναγκαστική απαλλοτρίωση των κτημάτων που ξεπερνούσαν τα 1000 στρέμματα. Κανένα όμως από τα μεγάλα τσιφλίκια δεν απαλλοτριώθηκε το 1917 και μόνο ένα το 1918. Η μεταρρύθμιση δεν μετέβαλε ποιοτικά τον τρόπο παραγωγής παρόλο που άλλαξε σε κάποιο βαθμό τις σχέσεις παραγωγής. Ο κατατεμαχισμός της γης, ενώ έκανε πιο εντατική την καλλιέργεια,δεν απελευθέρωσε τον χωρικό από τα παραδοσιακά υπέρογκα χρέη του. Αντίθετα, τα χρέη των χωρικών αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό τις επόμενες δεκαετίες, με τη διαφορά όμως ότι ο παλιός καταπιεστικός τοκογλυφικός δανεισμός των μεγαλογαιοκτημόνων αντικαταστάθηκε από μια λιγότερο επαχθή και ορθολογικότερη παρέμβαση του χρηματικού κεφαλαίου στις βασικές σχέσεις της αγροτικής παραγωγής. Η αγροτική μεταρρύθμιση συνοδεύτηκε από αύξηση επενδύσεων στην αγροτική παραγωγή με τη μορφή πιστώσεων και από την ταχεία εξέλιξη του
124
συνεταιριστικού κινήματος, που αποσκοπούσε αφενός στην προστασία των μικρών
παραγωγών
και
αφετέρου
στη
μεγαλύτερη ασφάλεια
των
επενδύσεων στην αγροτική οικονομία. Ο Αλ. Μυλωνάς (γεν. γραμματέας ΥΠΕΘΟ) και οι συνεργάτες του θα προωθήσουν την οριστική θεσμοθέτηση των συνεταιρισμών με το ν. 602/1914. Τα προβλήματα στη διακίνηση προϊόντων, η έλλειψη κεφαλαίων, η εκμετάλλευση των αγροτών από τους μεσάζοντες, οι τοκογλυφικοί όροι δανειοδότησης κατέστησαν αισθητή την ανάγκη της συλλογικής ασφάλειας που πρόσφεραν οι συνεταιρισμοί. Το συνεταιριστικό κίνημα ενθαρρύνθηκε τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την Εθνική Τράπεζα, παρά την γνωστή «άπωση»285 των τραπεζών προς κάθε επέκταση των αγροπιστωτικών τους λειτουργιών. Το 1915 υπήρξε σταθμός στη γρήγορη αύξηση της παροχής πιστώσεων από την Εθνική Τράπεζα. Η ίδρυση του Υπουργείου Γεωργίας τον Ιούνιο του 1917, αμέσως μετά την επάνοδο του Βενιζέλου στην Αθήνα, στάθηκε η απαρχή της άμεσης κρατικής παρέμβασης στην οργάνωση και καθοδήγηση της γεωργικής παραγωγής. Η αγροτική μεταρρύθμιση διευκόλυνε τον προστατευτισμό του κράτους που ευνοούσε την αύξηση της εμπορευματοποίησης των γεωργικών προϊόντων και την επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων. Ανάμεσα στο 1915 και 1918, ο αριθμός των συνεταιρισμών αυξήθηκε από 150 σε 790, αριθμός που διπλασιάστηκε το 1920. Ωστόσο, οι συνεταιρισμοί αυτοί γρήγορα συρρικνώθηκαν
και σταδιακά μετατράπηκαν
σε μια μορφή
εγγυητικού μηχανισμού για την ομαλή εκπλήρωση των υποχρεώσεων των αγροτών προς την Ε.Τ.Ε.286 Βέβαια, οι συνεταιρισμοί συνέβαλαν στην περιστολή της τοκογλυφίας και στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής
Γ. Δερτιλής, Το ζήτημα των Τραπεζών (1871-1873), Αθήνα 1980, σ.259. Δημ. Καπογιάννης, «Αγροτικοί συνεταιρισμοί», στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ\ σ. 105.
125
δύναμης των μικροκαλλιεργητών ιδίως κατά τη διαδικασία του «έμμεσου αλυσιδωτού δανεισμού»287. Διαπιστώνουμε
συνεπώς, ότι ο Δραγούμης ενδιαφέρεται για μια
αγροτική μεταρρύθμιση, η οποία θα λάμβανε σοβαρά υπόψη την πραγματική μελλοντική ανακούφιση των χωρικών και τη βελτίωση της θέσης τους. Μια μεταρρύθμιση η οποία θα επεδίωκε την αύξηση της αγροτικής παραγωγής και συνεπώς τη μείωση της τιμής των αγροτικών εξάλειψη
της
προϊόντων
μέχρι την
εγγείου προσόδου ουδεμία βελτίωση θα επέφερε στις
συνθήκες ζωής των χωρικών. Μια τέτοια μεταρρύθμιση θα λειτουργούσε απλά προς όφελος του αστικού Καπιταλισμού, ο οποίος εξασφάλιζε έτσι την 288
προσφορά αγροτικών προϊόντων σε φθηνότερες τιμές . Ο Δραγούμης στηλιτεύει την απόλυτα αντιπαραγωγική νοοτροπία των περισσοτέρων τσιφλικούχων, οι οποίοι ενοικίαζαν τα κτήματα τους στους νομάδες κτηνοτρόφους. Πραγματικά, όπως διαπίστωσε και ο Καραβίδας, στη Βόρεια Ελλάδα η γεωγραφική ανάπτυξη του τσιφλικιού επέφερε μια παράλληλη άνθηση της νομαδικής ποιμενικής οικονομίας με κύριο φορέα της το τσελιγκάτο289. Τα τσελιγκάτα αυτά, όμως, απέφεραν σημαντικά κέρδη στους τσιφλικούχους από τα ενοίκια. Μια ακόμη
ένδειξη της σημαντικής
ανάπτυξης
της νομαδικής
ποιμενικής οικονομίας ήταν η έκταση των καλλιεργούμενων ζωοτροφών. Κατά τα έτη 1914-1919, οι επαρχίες της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας εξασφάλιζαν την παραγωγή πάνω από 75% της εθνικής παραγωγής ζωοτροφών290. Μετά την αγροτική μεταρρύθμιση
κηρύχθηκαν
ως απαλλοτριωτέα 11,9 εκατομμύρια στρέμματα τσιφλικιών, από τα οποία τα 5,2 εκατομμύρια ήταν βοσκές, δηλαδή το 43,7%. Μπορούμε να
Θ. Καλαφάτης, Αγροτική πίστη και οικονομικός μετασχηματισμός στη Β. Πελοπόννησο, τ. Γ, Αθήνα 1990, σ.50. Κ. Βεργόπουλος, Το Αγροτικό Ζήτημα στην Ελλάδα, Η Κοινωνική Ενσωμάτωση της Γεωργίας, Αθήνα, Εξάντας, 1975, σ. 168. 289 Κ. Καραβίδας, Αγροτικά, 1931, σ. 6. 290 Κ. Βεργόπουλος, όπ., παρ. σ. 138.
126
συνανάγουμε ότι το Vz της επιφανείας των τσιφλικιών είχε μετατραπεί σε βοσκοτόπια291. Στα 1896, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ερεύνης διαπίστωνε ότι πολλοί τσιφλικούχοι προτιμούσαν να νοικιάζουν τα κτήματα τους, ως φυσικούς λειμώνες292. Οι περισσότεροι τσιφλικούχοι προτιμούσαν να κερδίζουν από την εκμίσθωση των τσιφλικιών τους και δεν συμμετείχαν στην ευρύτερη αγροτική παραγωγή . Οι περισσότεροι είχαν αγοράσει τη γη τους με πολύ ευνοϊκούς όρους από το ελληνικό δημόσιο ή από τους τούρκους γαιοκτήμονες. Οχι μόνο οι ετερόχθονες, αλλά και πολλοί ιθαγενείς δεν έμεναν συνήθως στις ιδιοκτησίες τους, δεν είχαν την άμεση εποπτεία της εκμετάλλευσης και η οικονομική νοοτροπία τους δεν απείχε πολύ από την κυρίαρχη μεταπρατική ιδεολογία^Γι' αυτό και οι γαιοκτήμονες τελικά συμβιβάστηκαν με τη λύση των αποζημιώσεων διανοίγοντας για την τάξη τους την προοπτική να παίξουν κυριαρχικό ρόλο μέσα στην ίδια την εγχώρια αστική τάξη, με το να γίνουν το ισχυρότερο τμήμα της, το χρηματιστικό293^ Αυτή
η
συμπληρωματικότητα
των
συμφερόντων
αστών
και
γαιοκτημόνων φανερώνει ακριβώς την έλλειψη ταξικής συνείδησης των γαιοκτημόνων
και
τον
προσανατολισμό τους
πρωτογενούς
παραγωγής.
Ο
Δραγούμης,
εκτός λοιπόν,
του τομέα της επιδιώκει
τον
αναπροσανατολισμό των βλέψεων των γαιοκτημόνων στην πρωτογενή παραγωγή και την πραγματική βελτίωση της θέσης των αγροτών. Από την άλλη μεριά, ο Δραγούμης πιστεύει στην ανάγκη συνύπαρξης γαιοκτημόνων και χωρικών στους ίδιους συνεταιρισμούς, κάτι που δεν φαίνεται άμεσα εφικτό, παρά μόνον εφόσον απομονωθεί η πρωτογενής παραγωγή από την εξελισσόμενη δευτερογενή μεταποιητική παραγωγή. Σε μια
291
αστικοποιημένη
κοινωνία
οι αστοί
και
οι
γαιοκτήμονες
έχουν
Μ. Αλιβιζάτος, Η αγροτική Ελλάς και η εξέλιξη της, Αθήναι 1939, σ. 34. Κ. Βεργόπουλος, οπ. παρ. σ. 139. 293 Γ. Δερτιλής, Κοινωνικός Μετασχηματισμός και Στρατιωτική Επέμβαση 1880 - 1909, Αθήνα, Εξάντας 1977, σ. 126-127. 292
127
αντιμαχόμενα συμφέροντα, ενώ οι μικροκαλλιεργητές ωφελούνται από την πολιτική των αστών για απαλλοτρίωση των τσιφλικιών, διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς και μείωση της τιμής των γεωργικών προϊόντων. Ο Δραγούμης προτείνει επίσης να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη της μικροαστικής τάξης που βρίσκεται σε οργασμό294, η οποία, κατά τη γνώμη του, έχει τον δυναμισμό να δημιουργήσει καινούργιες δουλειές. β. Δημοσιονομική πολιτική Για να εφαρμοστεί οικονομική πολιτική κατάλληλη για την οικονομική ανάπτυξη πρέπει να υιοθετηθεί και μια δημοσιονομική πολιτική τέτοια που να εγγυάται την αποτελεσματική και κρυστάλλινη διαχείριση των δημοσίων εσόδων, κατά την άποψη του Δραγούμη. Το κράτος πρέπει να εκμεταλλεύεται τα δημόσια κτήματα μάλλον με εργολαβία ή με αυτεπιστασία, διότι με τον τρόπο αυτό δεν αυξάνεται ο αριθμός των
δημοσίων
υπαλλήλων
και η επέμβαση
της πολιτικής
(συναλλαγή). Επίσης μερικά δημόσια κτήματα πρέπει να χρησιμοποιηθούν από το κράτος για εγκαταστάσεις χρήσιμες για την υποδειγματική διδασκαλία των ιδιωτών, ενώ κάποια άλλα να δοθούν για εκμετάλλευση σε γεωργικούς -29S
συνεταιρισμούς για την ενίσχυση του πνεύματος του συνεργατισμού
.
Επίσης, το δημόσιο με την περιουσία του, πρέπει να κατορθώσει σιγά - σιγά να αποκτήσει δημόσια κτίρια, για τις διοικητικές και δικαστικές υπηρεσίες και να μην ξοδεύει σε ενοίκια ακατάλληλων για δημόσια γραφεία οικημάτων τόσα χρήματα όσα θα επαρκούσαν για την απόκτηση τουλάχιστον του διπλάσιου αριθμού των αναγκαίων για το κράτος δημόσιων κτιρίων. Εξάλλου, θα πρέπει τα δημόσια οικήματα να είναι συγκεντρωμένα, για να μη γίνεται σπατάλη δημοσίου χρήματος296.
«Προγραμματικοί πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 13. Όπ. παρ. σ. 14. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
128
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι προτάσεις του για τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος: «Ως προς το φορολογικόν σύστημα να επιδιωχθή κατά το δυνατόν όπως η νόμιμος ή άλλη επίπτωσις των φόρων μην είναι τοιαύτη ώστε να προκαλεί πίεσιν των φορολογουμένων και μείωσιν εκ τούτου της γενικής ευημερίας. Επίσης, όπως η φορολογία παρέχη εις την κοινωνίαν την εντύπωσιν δικαίας οπωσδήποτε κατανομής των βαρών .... Η κατανομή του φόρου επί του εισοδήματος να είναι αναλογική και ελαφρώς προοδευτική ώστε να μη φυγαδεύεται το κεφάλαιον. Αι μη καρποφόροι περιουσίαι μόνον επιβάλλεται να επιβαρύνονται περισσότερον, δια φόρου επί της περιουσίας γενικού. Η επί των ειδών πρώτης ανάγκης έμμεση φορολογία επί της καταναλώσεως να μη είναι πιεστική, η επί των αντικειμένων γενικής χρήσεως αλλ' όχι απαραιτήτων κάπως βαρύτερα, η δε επί των ειδών πολυτελείας ακόμη βαρύτερα. Να επιδιωχθή
η φορολογική αφομοίωσις των νέων
επαρχιών ή τουλάχιστον η ελάφρυνσις αυτών από το μέγα βάρος της τουρκικής φορολογίας επί της εγγείου ιδία προσόδου»297, θα προτείνει. Στις αδημοσίευτες Πολιτικές του Σημειώσεις για τη Βουλή του 1915, θα διατυπώσει
κάποιες
σκέψεις
για
την
ορθότερη,
δικαιότερη
και
αποτελεσματικότερη εφαρμογή της Δεκάτης, με αφορμή τα παράπονα των χωρικών της Μακεδονίας. Οι χωρικοί της Μακεδονίας διαμαρτύρονται για την εφαρμογή της φορολογίας της Δεκάτης στη περιοχή τους. Δεν πληρώνουν 10%, αλλά 13% γιατί μαζί με τη Δεκάτη λογαριάζονται και κάτι πρόσθετα ποσοστά για το φόρο της Τρίπολης της Βαρβαριάς κ.λ.π. Αλλά και 7% ή 6% να πλήρωναν πάλι θα διαμαρτύρονταν, γιατί ο τρόπος που βεβαιώνεται και εισπράττεται ο φόρος από το Δημόσιο είναι επιβαρυντικός, για τους γεωργούς. Εφαρμόζεται ο τούρκικος Νόμος της Δεκάτης, καλός νόμος, αν εφαρμόζονταν καλά.
Προβλέπει αυτός ο νόμος προστατευτικά μέσα για
τον αγρότη απέναντι στο δεκατιστή, μα δεν εφαρμόζεται, είτε από άγνοια των χωρικών, είτε από αδιαφορία και ενοχή των οικονομικών εφόρων που δεν
«Προγραμματικοί πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 14.
129
ενδιαφέρονται παρά μόνο για τα άμεσα και πρόσκαιρα συμφέροντα του Δημοσίου,
χωρίς
να
λογαριάζουν
καθόλου
τα
συμφέροντα
φορολογούμενου. Γενικά, οι οικονομικοί έφοροι αποβλέπουν εκμετάλλευση
του
φορολογούμενου, όσο
μπορούν
του
μόνο στην
καλύτερα
χωρίς
πρόβλεψη για τα γενικότερα και τα έμμεσα συμφέροντα του δημοσίου, που δεν είναι η καταστροφή των αγροτών. Μια από τις σπουδαιότερες αποστολές του κράτους είναι να προβλέπει και να προστατεύει το φορολογούμενο, γιατί, αν καταστραφούν τα συμφέροντα του φορολογούμενου, καταστρέφονται για το μέλλον και τα συμφέροντα του Δημοσίου298. Κατά τον Δραγούμη, δεν ευθύνεται ο φόρος της Δεκάτης, αλλά ο κάκιστος τρόπος είσπραξης του φόρου αυτού. Ο φόρος της Δεκάτης, μπορεί και να μην είναι βαρύτερος από τον κτηματικό ή στρεμματικό φόρο ή από το φόρο των αροτριώντων κτηνών. Ωστόσο παράπονα διατυπώνονταν, όταν εφαρμόστηκε ο νόμος (Ελλάδα, Κρήτη, Βενετοκρατούμενα Επτάνησα κ.α.), «Δε ζητούμε όμως για την ώρα την άρση του φόρου της Δεκάτης, αλλά την ακριβή εφαρμογή του νόμου και την εξασφάλιση του χωρικού. Ισως μπορεί να γίνει σκέψη για τροποποίηση του τουρκικού Νόμου, όσο γΓ αυτό το σημείο, δηλαδή να έχει η κοινότητα το δικαίωμα να ορίζει τη δεκάτη επί τη βάσει του μέσου όρου της εσοδείας των 5 τελευταίων ετών και ο ορισμός να γίνεται από κοινού μεταξύ κοινότητας και δεκατιστή και ο διαιτητής να είναι το πρωτοδικείο ή ο ειρηνοδίκης. Να εφαρμόζονται δε καλά οι προθεσμίες για τη βεβαίωση και την είσπραξη της δεκάτης»299, θα προτείνει. Επίσης, κατά τον Δραγούμη, πρέπει να αρχίσει το ταχύτερο η σύνταξη κτηματολογίου, για να καταστεί δυνατή μετά την παρέλευση κάποιων ετών η μεταρρύθμιση της φορολογίας επί της εγγείου προσόδου. Ακόμη ως προς το τρόπο καθορισμού της αξίας του φορολογητέου πλούτου, να ακολουθείται κατά το δυνατόν σύστημα
καθορισμού της αξίας των φορολογητέων
Αρχείο'ΐωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ.
130
αντικειμένων στη βάση της αμοιβαίας συνδρομής των φορολογουμένων και των πρακτόρων του δημοσίου. «Κατ' ανάγκην όμως ενίοτε θα γίνεται καταφυγή και εις τας ενδείξεις και τα νόμιμα τεκμήρια της αξίας των φορολογητέων αντικειμένων»300, θα καταλήξει. Είναι γεγονός ότι το ελληνικό φορολογικό σύστημα, πέρα από την απαρχαιωμένη
δομή του, δεν ανταποκρινόταν
στις νέες οικονομικές
συνθήκες της Ελλάδος του 20 ο υ αιώνα και στις ανάγκες του ελληνικού κράτους για τη χρηματοδότηση μιας σειράς έργων και δραστηριοτήτων που εξασφάλιζαν τις υλικές προϋποθέσεις παραγωγής. Το φορολογικό σύστημα, όσον αφορά τους άμεσους φόρους (23% των συνολικών εσόδων το 1919)
301
στηριζόταν: α) στους φόρους «εγγείου
παραγωγής», κυρίως την δεκάτη, και τον φόρο «αροτριώντων κτηνών», β) στους φόρους «επιτηδεύματος», γ) στη φορολογία κινητών αξιών302. Ο Χαρ. Τρικούπης κατέστησε άξονα της φορολογικής πολιτικής του την αύξηση των έμμεσων φόρων και των τελωνειακών δασμών ενισχύοντας τον ταμιευτικό χαρακτήρα της φορολογίας. Ακόμα, είχε επιβληθεί με τον Ν. 1043 της 6 η ς Νοεμβρίου 1917, έκτακτη φορολογία των κερδών του πολέμου. Σύμφωνα με τον Α. Αγγελόπουλο το φορολογικό σύστημα που ίσχυε πριν το 1917, παραβίαζε όλες τις αρχές που θα έπρεπε να σέβεται. Στερούνταν γενικότητας και καθολικότητας και δεν επιβάρυνε ομοιόμορφα όλους τους πολίτες. Χαρακτηριζόταν από ανελαστικότητα, υψηλά έξοδα είσπραξης και αντιοικονομικότητα (μέσω της φορολογίας όχι του καθαρού rC
αλλά του ακαθάριστου εισοδήματος). Με τον τρόπο αυτό συνεχιζόταν μια παράδοση στην Ελλάδα που ήθελε το φορολογικό σύστημα να μην είναι αντικειμενικό όργανο συλλογής εσόδων, με βάση ένα θεσμοποιημένο
((Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 14. Α. Αγγελόπουλος, Η άμεσος φορολογία εν Ελλάδι, Αθήνα 1933, σ. 19. Το ποσοστό αυτό ήταν 37,7% το 1917. 3 2 Για περιγραφή του φορολογικού συστήματος της Ελλάδος πριν και μετά το 1919 βλ.Ανδ. Ανδρεάδης, Δημόσια Οικονομία και Στατιστική. Μέρος 2°, εκδ. Χ.Λαδά. Αθήνα 1920, σ.232. 301
131
απρόσωπο και ουδέτερο πλαίσιο, αλλά ένα συνονθύλευμα νομοσχεδίων με στενό
ταμιευτικό
προορισμό,
χωρίς
μια
συνισταμένη
παρεμβατική
303
φιλοσοφία . Ηδη από το 1909 γίνονταν σκέψεις για μια μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος προς την κατεύθυνση της προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Μετά από επανειλημμένες διακηρύξεις προθέσεων ψηφίστηκαν το 1919 τρεις νόμοι: α) ο 1640 περί φορολογίας καθαρών προσόδων β) ο 1641 περί φορολογίας κληρονομιών γ) ο 1642 περί φορολογίας αυτομάτου υπερτιμήσεως ακινήτων. Δυστυχώς, η καθυστέρηση
της εφαρμογής μιας
προοδευτικής
φορολογίας σε παλαιότερο χρόνο οδήγησε σε μια ριζοσπαστικότητα του νόμου σε σχέση με το προϋπάρχον σύστημα. Η εισαγωγή της φορολογίας καθαρών προσόδων έγινε ξαφνικά, και όχι τμηματικά και βαθμιαία, ενώ παράλληλα δεν υπολογίστηκε το επίπεδο της φορολογικής ηθικής στη χώρα, η σύνθεση της οικονομίας και η δυνατότητα της κρατικής γραφειοκρατίας για σύλληψη, βεβαίωση και είσπραξη της φορολογητέας ύλης304. Η φορολογική μεταρρύθμιση του 1919 πέρασε από πολλές φάσεις, από τις οποίες όμως περισώθηκε η ιδέα της προοδευτικότητας του φόρου 305 . Ο Κοφινάς, ως Υπουργός το 1923 επέβαλε δύο νέες φορολογίες: α) εφ'άπαξ φορολογία κινητής και ακίνητης περιουσίας (3/3/1923), β) φορολογία κύκλου εργασιών. Ο Πάγκαλος επανέφερε τη φορολογία του επιτηδεύματος και της δεκάτης,ενώ η Οικουμενική συνέστησε το 1927 συμβουλευτικές επιτροπές για την εκκαθάριση των εκκρεμών φορολογικών διαφορών του παρελθόντος μεταξύ φορολογουμένων - κράτους και τροποποίησε τη
" Μιχ. Ψαλιδόπουλος, Η κρίση του 1929 και οι ΕλΑηνες οικονομολόγοι, Ι.Ε.Π.Ε.T., Αθήνα, 1989, σ.59. 304 Α. Αγγελόπουλος, οπ.παρ., σ.87 305 Περιγράφονται πολύ συνοπτικά από τον Σμπαρούνη στο έργο: Ο φόρος του εισοδήματος εν Ελλάδι, Αθήνα 1935, σ.87.
132
φορολογία
της
δεκάτης. Το
1931
συστήθηκε
«Συμβούλιο
Αμεσης
Φορολογίας» για να προτείνει στον Υπ. Οικονομικών συνεχείς μετατροπές και μεταρρυθμίσεις ενώ από το 1932 και μετά η δασμολογική πολιτική χρησιμοποιείται συνειδητά σαν όργανο προστατευτισμού και πορισμού εσόδων. Ο Δραγούμης επικρίνει τη σπατάλη του δημοσίου χρήματος με την παράλογη
αύξηση
διαπιστώνοντας κρατισμός,
των
υπηρεσιών
και
των
δημοσίων
θέσεων,
ότι την περισσότερη σπατάλη προκαλεί ο άκρατος
δηλαδή
η
απεριόριστη
επεμβατική
ροπή
του κράτους,
προτείνοντας νοικοκυροσύνη στη διαχείριση του δημοσίου χρήματος και στη διοίκηση γενικότερα. Το κράτος οφείλει πάντοτε να καλύπτει τις τακτικές του δαπάνες με τακτικά έσοδα, έτσι ώστε η πίστη του κράτους να είναι πάντοτε ακέραια και να διευκολύνεται η σύναψη δανείων σε έκτακτες περιπτώσεις. «Δι' εκτάκτας δαπανάς να επιβάλλωνται έκτακτοι φόροι και να συνάπτωνται τα δάνεια. Τα δια παραγωγικός αιτίας δάνεια είναι τα συμφερώτερα δια τους πολίτας και το κράτος, αλλ' όχι και τα μόνα δυνατά δια χώραν ως την Ελλάδα, που δεν συνεπλήρωσεν ακόμη την εθνική της αποστολήν, την πολιτικήν αποκατάστασιν της φυλής (και όχι ιμπεριαλιστικά σχέδια)306». Προτείνει επίσης την ενοποίηση των δανείων, τον διακανονισμό του γενικού ελέγχου, τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών, την καταστολή της
σπατάλης
υπαλλήλων προϋπολογισμού
και
και
της
υπηρεσιών, και
πολυτελούς την
απολογισμού
εμφάνισης των δημοσίων
αυστηρή
εφαρμογή των
συνταγματικών
διατάξεων,
περί την
απλοποίηση της άμεσης φορολογίας, τη βαθμιαία ελάττωση της έμμεσης φορολογίας και την αναθεώρηση του δασμολογίου για ελάφρυνση των ειδών πρώτης ανάγκης και την αφομοίωση των «Νέων χωρών» ως προς τη φορολογία307.
«Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 14-15. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
133
Από τις προτάσεις που κατέθεσε ο Δραγούμης για την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική, φαίνεται η προσπάθεια του για την κινητοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας. Εξαπολύει μύδρους εναντίον της υπερτροφίας του κρατικού μηχανισμού και της διόγκωσης του, εναντίον της μεταπρατικής αντίληψης των τσιφλικούχων, εναντίον μιας φορολογικής πολιτικής που θα έχει μόνο ταμιευτικό χαρακτήρα, εναντίον μιας δασμολογικής πολιτικής που θα λειτουργεί προστατευτικά για μη βιώσιμες αντιπαραγωγικές επιχειρήσεις, και ενδιαφέρεται για την εξυγίανση όλων των θεσμών,
που
σχετίζονται
άμεσα
ή έμμεσα
δημοσιονομική πολιτική. Προπάντων
με την
οικονομική
όμως, ενδιαφέρεται
για
και τη
μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των αγροτών στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Μακεδονία. Σε μια απ' τις πρώτες συνεντεύξεις του, στην εφημερίδα «Εμπρός», μετά την εκλογή του ως βουλευτής στις 30 Αυγούστου 1915, θα τονίσει ότι το φορολογικό σύστημα που
ισχύει
στη Μακεδονία είναι μικτό, αποτελούμενο
από
νομοθετήματα Τουρκικά και Ελληνικά και δεν μπορεί να έχει τέλεια και απρόσκοπτη εφαρμογή και θα καταλήξει: «Εκ των πρώτων μελημάτων οιασδήποτε κυβέρνησης έπρεπε να είναι η ίδρυσις της Γεωργικής Τραπέζης, ήτις θα προήγε τα αγροτικά συμφέροντα της Μακεδονίας, όπως εις την Βουλγαρίαν, ένθα το γεωργικόν ζήτημα θεωρείται ανέκαθεν ως το πρώτον εις την εσωτερικήν πολιτικήν του κράτους. Επρεπε επίσης να ληφθεί από της αρχής
η
μέριμνα
προς
παρασκευήν
του
κτηματολογίου,
διότι
το
κτηματολόγιον, είναι η βάσις επί της οποίας πρέπει να στηρίζεται η φορολογική πολιτική του κράτους εν Μακεδονία»308. Κατά την εφαρμογή όμως της οικονομικής, αγροτικής, δημοσιονομικής πολιτικής
ενδέχεται
να
υπάρξουν
κοινωνικές
συγκρούσεις
και
ανακατατάξεις. Ο εξαστισμός της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας θα
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α*, φάκ. 35. υποφάκ. β, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Εμπρός, 30 Αυγούστου 1915.
134
κινητοποιήσει τις υποκείμενες δυνάμεις της κοινωνίας (εργατική τάξη, αγροτιά, μικροαστούς), στην κατεύθυνση της αναδιανομής του εθνικού εισοδήματος
και
της αναδιάρθρωσης των
παραγωγικών
δομών. Ο
Δραγούμης προβληματίστηκε ιδιαίτερα για τα ζητήματα της ύπαρξης κοινωνικών τάξεων και για τη σοσιαλιστική ιδεολογία γενικότερα. γ. Οι
προβληματισμοί
του Δραγούμη για
την κοινωνική
οργάνωση. Οι αντιλήψεις του για τον σοσιαλισμό. Η στάση του Δραγούμη απέναντι στον σοσιαλισμό, όπως προκύπτει απ' τα κείμενα του, δεν είναι σταθερή, αλλά παρουσιάζει μια σταδιακή εξελικτικότητα. Ενώ αρχικά είναι ολότελα αντίθετος προς τη σοσιαλιστική ιδεολογία, την απορρίπτει και τη μάχεται, έπειτα την ανέχεται, τη συζητά και την κατανοεί, εκφράζοντας τη διαφωνία του στις πρακτικές των σοσιαλιστών της εποχής του. Ετσι, όταν διαβάζει το έργο του Γ. Σκληρού: «Το Κοινωνικόν μας ζήτημα», που κυκλοφορεί στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1907 , η αντίδραση του είναι απορριπτική. Θα γράψει στα έργα του: «Οσο υπάρχει ανθρωπότητα, θα γεννιούνται και άρχοντες και αρχόμενοι και θα βρίσκονται κοινωνικές τάξεις, αλλού πιο ξεχωρισμένες η μια από την άλλη, αλλού λιγότερο ξεχωριστές και πότε θα παλεύουν λιγότερο αναμεταξύ τους, πότε περισσότερο, πότε και καθόλου, γιατί θα έχουνε φτάσει σε μιαν ισορροπία που δικαιώματα και χρέη θα είναι κανονισμένα και θα εμποδίζουν τα αλληλοφαγώματα ... Κι από τις τάξεις όλες άλλες διοικούν και άλλες υποτάσσονται και κάποτε τούτες ρίχνουν κάτω τις άλλες και διοικούν αυτές»309. Ο Δραγούμης θεωρεί απόλυτα φυσιολογική την ύπαρξη κοινωνικών τάξεων, τις οποίες θεωρεί συστατικό στοιχείο της κοινωνικής οργάνωσης. Διαφωνεί όμως με τη σοσιαλιστική άποψη για την αναγκαστική προοδευτικότητα της πάλης των τάξεων. «Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις τάξεις που προκαλείται και από οικονομικές και άλλες αιτίες υπάρχει σ' όλες τις κοινωνίες, όταν όμως ο ανταγωνισμός αυτός
Ι. Δραγούμης, «Το έθνος , οι τάξεις και ο Ενας», Νονμάς. αρ. 271, 25 Νοέμβρη 1907, σ.3.
135
γίνεται πόλεμος εμφύλιος, δεν είναι καλό σημάδι για την κοινωνία, όπου φανερώνεται, κάθε πάλη δε σημαίνει και πρόοδο .... κάθε τάξη δε φέρνει και προοδευτική εξέλιξη, όπως και κάθε ισορροπία από δυνάμεις κοινωνικές δε σημαίνει και στάση στον πολιτισμό»310, θα υποστηρίξει. Ο σοσιαλισμός, κατά τον Δραγούμη, είναι «ένα από τα φαινόμενα του σύγχρονου και κάθε γερασμένου πολιτισμού. Και η πολύ απλοϊκή αυτή ιδεολογία
φέρνει
καταποδιαστά
και
άλλες παράλληλες
ιδέες,
τον
αντιστρατιωτισμό, τον διεθνισμό, την έχθρα για το τωρινό κράτος, την οχλοκρατία, τον αναρχισμό»311.
Ο Δραγούμης φρονεί ότι ο σοσιαλισμός
ταιριάζει σε ανθρώπους δουλικούς και κουρασμένους, οι οποίοι βρίσκουν κάποιους δυνατότερους απ' αυτούς ανθρώπους, για να τους κυβερνήσουν οργανώνοντας ένα ισχυρό και τυραννικό κράτος που θα μοιράζει τα αγαθά σε ίσα μερίδια. Δεν μπορεί ο Δραγούμης να διανοηθεί την ύπαρξη απόλυτης ισότητας μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας. Για ποιους λόγους, ο Δραγούμης αποστρέφεται τον σοσιαλισμό ως κοινωνικό σύστημα; Μια πρώτη απλή απάντηση θα ήταν ότι η καταγωγή και η οικογενειακή του προέλευση τον τοποθέτησαν αναγκαστικά σε μια κοινωνική τάξη που δε θα μπορούσε να συμπορευτεί με τους σοσιαλιστές, αφού είχε διαφορετικά κοινωνικο-οικονομικά συμφέροντα. Η μελέτη, όμως, των έργων του, αλλά και της προσωπικής του πορείας μας οδηγούν βαθύτερα για την αναζήτηση των αιτίων της αντισοσιαλιστικής του τάσης. Στην πάλη των τάξεων, που υιοθετούν ως καίριο ιστορικό παράγοντα οι σοσιαλιστές, ο Δραγούμης αντιτάσσει έναν άλλο: το έθνος και την αναγκαία κρατική του υπόσταση. Εκείνο που έχει σημασία γι' αυτόν, δεν είναι οι τάξεις και οι συγκρούσεις τους, αλλά το έθνος και η επιβίωση του. Ενα έθνος απογυμνωμένο από κάθε κοινωνική συνιστώσα: «Εγώ για βάση της σκέψης μου βάζω το salus populi, τη σωτηρία, τη ζωή όλου του έθνους που με
310 311
«Οσοι ζωντανοί», σ. 102-103. Όπ. παρ., σ. 98.
136
γέννησε. Αγαπώ όλες τις τάξεις του έθνους μου και κάποτε δεν τις ξεχωρίζω. Τα παλέματα των ατόμων καθώς και των ομάδων της κοινωνίας μου δεν τα πολυλογαριάζω, παντού και πάντα υπάρχουν»312. Κινητήρια δύναμη των εθνών είναι το κράτος. Ενα κράτος, που το βλέπει να λειτουργεί πέρα και πάνω από κοινωνικές τάξεις και τα συγκρουόμενα συμφέροντα τους: «Πρέπει
λοιπόν
να θυσιαστούν τα συμφέροντα της κάθε τάξης, οι
προλετάριοι πρέπει ν' αρρωστήσουν, να μείνουν δίχως ψωμί, γυμνοί, χωρίς σπίτια, να χαντακωθούν, να χαθούν ολότελα, να πεθάνουν;...» και με αρκετή δόση κυνισμού θα δώσει την απάντηση: «Ναι, αν είναι ανάγκη, να ζήσουν έτσι οι εργάτες, αν το κράτος έχει γενικώτερες δουλειές να κυτάξη, αν δεν είναι σοβαρός κίνδυνος για το κράτος - ας ζήσουν ακόμα έτσι» 313 . Ωστόσο, είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ υποστηρίζει ότι μπροστά στα γενικότερα συμφέροντα πρέπει να θυσιάζονται τα συμφέροντα της κάθε τάξης, τελικά, της μόνης τάξης που αναφέρει ότι τα συμφέροντα πρέπει να θυσιαστούν, είναι της εργατικής. Η έντονη αγωνία του για την εθνική ολοκλήρωση του ελληνισμού τον ωθεί σε υπερσυντηρητικές αντιλήψεις, οι οποίες με τη σειρά τους δεν τον αφήνουν να ενσκύψει στα προβλήματα των ασθενέστερων κοινωνικά και οικονομικά τάξεων. Ο Δραγούμης ζει στην καμπή του 19 ου αι. και στην πρώτη δεκαετία του 20 ο υ αι. Μια σειρά αιτίων θα αποτελέσει τροχοπέδη για τη διάδοση και την υιοθέτηση σοσιαλιστικών αντιλήψεων στην Ελλάδα του 19 ου αι. Η απουσία στοιχείων κοινωνικής
ρήξης, η ενσωμάτωση των διανοούμενων στους
εξουσιαστικούς μηχανισμούς, το έντονο εθνικό αλυτρωτικό πρόβλημα του ελληνισμού που ερχόταν σε αντιπαράθεση με τα δημοκρατικά κινήματα της Ευρώπης, η σύγκρουση με τους βαλκανικούς εθνικισμούς και η αίσθηση υπεροχής του ελληνικού εθνικισμού σε συνδυασμό με την απουσία του ανάλογου κοινωνικο-οικονομικού και ιδεολογικού υπόβαθρου οδήγησε στη
Ι. Δραγούμης, «Το Εθνος, οι τάξεις και ο Ενας», όπ. παρ. 313 *-,
υπ. παρ.
137
διάσταση των εθνικών και κοινωνικών αιτημάτων και σε μια πόλωση, που εμπόδιζε τις μάζες που ριζοσπαστικοποιηθούν
επηρεάζονταν από την εθνική ιδεολογία να
κοινωνικά
και παράλληλα οδήγησε τις μικρές
σοσιαλιστικές ομάδες, που άρχισαν να εμφανίζονται, να θεωρούν ως εντελώς ξένα και ξεπερασμένα τα εθνικά αιτήματα31^. Ο έντονος νιτσεϊσμός του Δραγούμη και η συνακόλουθη λατρεία της ισχύος
ήταν
ακόμη
ένας παράγοντας
που
τον απομάκρυνε από τον
σοσιαλισμό. Στη θεωρητική προσέγγιση του κοινωνικού προβλήματος που επιχειρεί ο Δραγούμης, η νιτσεϊκή επιρροή είναι ευδιάκριτη: «Ο αληθινά σκληρός είμαι εγώ» 315 , γράφει στο άρθρο του, θυμίζοντας την ιδιαίτερη σημασία που έχει στη νιτσεϊκή σκέψη, η έννοια του σκληρού και την ενθουσιώδη υιοθέτηση της από ένα ορισμένο κλίμα Ελλήνων λογίων. Η αντιμετώπιση του καθοριστικού ρόλου που διαδραματίζει το άτομο μέσα στην ιστορία σαν συσσωρευτής όλων των αναγεννητικών δυνάμεων φανερώνουν την ίδια. πηγή: «Μ' αρέσει ο άνθρωπος, δε μ' αρέσουν τα πλήθη με τη χοντροκοπιά τους» 316 . Οσο για τις κοινωνίες, πιστός πάλι στον Νίτσε, θεωρεί πως «τίποτε άλλο δε χρησιμεύουν παρά για να ξεφυτρώνουν από μέσα τους εξαιρετικοί άνθρωποι»317. Ο Δραγούμης δεν συμφωνεί καθόλου με το διεθνιστικό ιδεώδες που προβάλλουν
οι
σοσιαλιστές.
«Τα
σοσιαλιστικά
ιδανικά
περπατούν
παράλληλα με τα αντιστρατιωτικά και με τα κοσμοπολίτικα ιδανικά, που χαντακώνουν τα σημερινά κράτη και πάνε να σμίξουν τα τωρινά έθνη. Τούτο όμως δεν παύει να πει πως θα πάψουν να ξαναγίνονται κράτη και έθνη. Μπορεί τα ιδανικά αυτά να προετοιμάζουν τη δημιουργία άλλης λογής κρατών, πιο μεγάλων, πιο δυνατών, μα θα είναι τα κράτη αυτά τα νέα,
|4
" Α.Λιάκος, «Οι δυνατότητες πρόσληψης του μαρξισμού στην Ελλάδα τον 19° αιώνα» στα: ς Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας 18" - 20'"' αι., Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1991, σ. 414. 315 Ι. Δραγούμης, «Το έθνος, οι τάξεις και ο ένας», όπ. παρ. .116 *->
υπ. παρ. 317 r-,
υπ. παρ.
138
καλλίτερα για την ανάπτυξη του ατόμου ;»
, θα αναρωτηθεί. Επικρίνει τις
idées modernes του σύγχρονου κοσμοπολιτισμού που ισοπεδώνουν τους ανθρώπους και τα έθνη. «Αυτού του σύγχρονου πολιτισμού η εισβολή μας πιέζει και μας μολύνει και πάγει να μας διάλυση. Αυτός είναι ο πολιτισμός που μας κάνει ζώα κοπαδιού, καθώς λέγει ο Nietzche. Και αυτού του πολιτισμού
την επίδραση
πρέπει
να πολεμήσουμε,
αν θέλουμε να
ζήσουμε»319. «Οι άνθρωποι δεν είναι ίσοι μεταξύ τους, γιατί δεν είναι όμοιοι, ούτε μπορούν να γίνουν, ούτε και θα άξιζε ποτέ να γινόταν»320, θα διακηρύξει. Ο Δραγούμης, δεν ενστερνίζεται τα σοσιαλιστικά ιδεώδη του καιρού του, πιστεύοντας ότι δεν είναι εφαρμόσιμα στην ελλαδική κοινωνία της εποχής του, η οποία βρισκόταν σ' ένα στάδιο εξέλιξης εντελώς διαφορετικό και είχε ανάγκη από
εντελώς διαφορετικές κοινωνικές
και πολιτικές
προσεγγίσεις και λύσεις. Το ζήτημα αυτό θα θίξει με ιδιαίτερη έμφαση στο άρθρο του με τίτλο: «Κοινωνισμός δημοσιευθεί
και
Κοινωνιολογία»,
που
θα
στον «Νουμά» στις 11 Μαίου 1908, ως απάντηση στο άρθρο
του Γ. Σκληρού που είχε τίτλο: «Οι σοσιαλιστάδες στους νατσιοναλίστες» και δημοσιεύτηκε στον «Νουμά» σε τρεις συνέχειες στις 13, 20 και 27 Απριλίου του 1908. θα γράψει λοιπόν: «Παντού ίσως βρίσκονται σοσιαλιστές, αλλιώς όμως αισθάνονται και αλλιώς πολιτεύονται στη Γαλλία, διαφορετικά στη Γερμανία και αλλιώτικα στην Αγγλία ή στη Ρωσία ή όπου αλλού. Αλλά και τα αποτελέσματα του σοσιαλισμού στα διάφορα έθνη είναι διαφορετικά»321. Οι έντονες ευαισθησίες του Δραγούμη για την εθνική ιδέα τον οδηγούν στην αδιαφορία για την τύχη των προλετάριων. Ωστόσο αφήνει και κάποια περιθώρια για μελλοντική του συμφιλίωση με την ιδέα του σοσιαλισμού. «Δεν
«Οσοι ζωντανοί», σ. 78. 9 " «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 78. 320 «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα.. », σ. ] 04. 12 ' Ίωνας Δραγούμης, «Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία», Νουμάς, Αρ. 295, 11 Μάη 1908, σ. 3-4.
139
τα αποκλείνω κι αυτό (το ξεσήκωμα των εργατικών τάξεων εναντίον του κεφαλαίου) ως καλό μέσο, μα μου φαίνεται πως για τώρα πιο γρήγορα μπορεί να πιάσει το άλλο (η κινητοποίηση με την ελπίδα να γλυτώσουν από την κακοπέραση)... Δε φοβάμαι τις νέες ιδέες ούτε το αίσθημα του σοσιαλισμού ... Νομίζω όμως πως ακόμα δεν ήρθε φυσικά η ώρα του» 322 . Ακόμη ο Ν. Γιαννιός μαρτυρεί ότι ο Ι. Δραγούμης «ήτανε ο μόνος που δεχόταν να μπαίνουν και σοσιαλιστικά άρθρα στον «Λαό»323 , πείθοντας και τους άλλους324. Και στο έργο του «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες» το 1909 διαβάζουμε «Αποπάνω από τις εθνικότητες είναι μια αλληλεγγύη άλλη, η αλληλεγγύη των εργατικών όλων των κρατών της Ευρώπης. Το ένοιωσα δυνατά σήμερα. Μα αυτό δε θα πει πως θαυμάζω τον σοσιαλισμό. Παρατηρώ μονάχα»325. Κατά την πρώτη περίοδο της σοσιαλιστικής σκέψης στην Ελλάδα τα προβλήματα
της συνδικαλιστικής
και της πολιτικής
οργάνωσης
των
εργαζομένων αντιμετωπίζονται μεμονωμένα, χωρίς την αναγκαία σύζευξη και η σύλληψη του σοσιαλισμού δεν περιορίζεται στην ιστορική αποστολή μιας και μόνο τάξης. Στο χρονικό όμως διάστημα από το 1907 ως το 1925, δηλαδή από την πρώτη αρτιωμένη προσέγγιση του κοινωνικού ζητήματος στην Ελλάδα ως την «μπολσεβικοποίηση» του Κ.Κ.Ε. η σύζευξη οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης αναδεικνύεται σε κεντρικό πρόβλημα. Η συζυγία δημοτικισμού και σοσιαλισμού δεν υπήρξε, κατά την εκδίπλωση
της πολυτάραχης δεκαετίας του ΊΟ
κάποια ευθύγραμμη
διεργασία. Οι αποστάσεις που κρατήθηκαν σηματοδοτούν τις δυνατότητες μιας εναλλακτικής πρότασης στην κυρίαρχη στρατηγική του Βενιζελισμού.
Ι. Δραγούμης, «Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία», ο.π. παρ. Ο Λαός ήταν η πρώτη δημοτικιστική πολιτική εφημερίδα που εξέδιδε το «Αδελφάτο» στην Πόλη και το πρώτο φύλλο κυκλοφόρησε στις 28-1 1-1908. 324 Ν. Γιαννιός, «ο Δραγούμης και ο σοσιαλισμός». Νέα Εστία, τευχ. 342, 15-3-1941, σ. 260. «Ο Ελληνισμός μου και οι Ελληνες», σ. 158. 32
140
Από
τη μια πλευρά
συνωθούνται
όσοι αντιπολιτεύονται
το
Κόμμα
Φιλελευθέρων, υπογραμμίζοντας τη χθόνια παράδοση του κοινοτισμού που αντιμάχεται τον «ξενισμό» και τοποθετώντας ως αντίβαρο στη διεθνικιστική σκέψη τον εθνικισμό του Περικλή Γιαννόπουλου326. Ο Δραγούμης, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω, θα συναινέσει στην υβριδιακή διαμόρφωση ενός «εθνικού
σοσιαλισμού».
Χαρακτηριστικά
ο Αλ.
Βαμβέτσος αντλούσε
εμφανώς από το σοσιαλιστικό οπλοστάσιο για να αποδοκιμάσει τον κρατικό έλεγχο που ασκούνταν στο Εργατικό Κέντρο Αθηνών327. Από
την άλλη όχθη κινούνται σοσιαλιστικές ομάδες, όπως η
«Φεντερασιόν» και οι Αθηναίοι συνοδοιπόροι της που συμφώνησαν σε εκλογική σύμπραξη,
το 1915, με τον «ουδετερόφιλο» αντιβενιζελικό
σχηματισμό του Γούναρη. Η στάση της ελληνικής κατεστημένης τάξης απέναντι στη δυσπραγία της εργατικής τάξης ήταν στάση αδιαφορίας. Ως το 1909 η εργατική νομοθεσία ήταν ανύπαρκτη. Μόνο κατά τη διάρκεια της βενιζελικής εποχής (1910-20) το αστικό
κράτος αναγνωρίζοντας
τον αυξανόμενο ταξικό
ανταγωνισμό και θέλοντας να εξουδετερώσει τη ριζοσπαστική κοινωνική πρωτοπορία αντιμετώπισε την αναγκαιότητα της εργατικής νομοθεσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 1917 συστάθηκε ξεχωριστό τμήμα Εργασίας στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Οι συνθήκες εργασίας ήταν φρικτές και τα ημερομίσθια απελπιστικά. Δεν
υπήρχε
ίχνος
κοινωνικής
ασφάλισης
και
ιατροφαρμακευτικής
περίθαλψης. Η ισχύουσα οικονομική και πολιτική κρίση και η επιδείνωση της θέσης των εργατών κατέστησαν αναγκαία την πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης. Η οργανωτική προσπάθεια για τη δημιουργία εθνικής εργατικής ένωσης και την ενοποίηση του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος προωθήθηκε από τη Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης και τη Σοσιαλιστική 26
Ι. Δραγούμης, «Για το βιβλίο του Γιαννόπουλου», Νουμάς, 15 Οκτώβρη 1906, σ.5. Π. Νούτσος, Η Σοσιαλιστική σκέψη στην Ε)1άδα από το 1875 ως το 1974, τ.Β', Α&ήνα, Γνώση, 1990, σ. 40-41. 7
141
Εργατική Οργάνωση της Αθήνας, των οποίων στόχος υπήρξε η δημιουργία σοσιαλιστικού κόμματος, που θα αποτελούσε το πολιτικό όργανο του εργατικού κινήματος Η Κυβέρνηση από την πλευρά της εξέταζε και αυτή το ενδεχόμενο ενοποίησης του εργατικού κινήματος της χώρας, αλλά φυσικά για λόγους αντίθετους
προς
εκείνους των
σοσιαλιστών.
Ανησυχώντας
για
την
αυξανόμενη ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης και επιθυμώντας να εντάξει το συνδικαλιστικό κίνημα στις αστικές διαδικασίες, η κυβέρνηση αποφάσισε να αναγνωρίσει τη νομική υπόσταση των εργατικών ενώσεων, μέσω ενός νομικού οργάνου, το οποίο θα έδινε τη δυνατότητα στο κράτος να ελέγχει τις εργατικές ενώσεις (πχ. ν.281/1914). Η πατερναλιστική πολιτική της κυβέρνησης δεν μπορούσε όμως να αναχαιτίσει τη ριζοσπαστικοποίηση του εργατικού κινήματος. Οι ταλαιπωρίες της επιστράτευσης, η δυσμενής διεθνής συγκυρία, οι στερήσεις από τον συμμαχικό αποκλεισμό, η εμπειρία της ρωσικής Επανάστασης αποξένωσαν πολλούς εργάτες από τις δύο συνιστώσες μερίδες του Διχασμού. Ετσι τον Νοέμβριο του 1918 συγκλήθηκε στον Πειραιά το Α' Πανελλαδικό Σοσιαλιστικό Συνέδριο που απέληξε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος (Σ.Ε.Κ.Ε.) . Το Σ.Ε.Κ.Ε. αρχικά τήρησε ενδιάμεση θέση στο ζήτημα που δίχαζε τότε το παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα, την έγκριση δηλαδή του τρόπου, με τον οποίο επικράτησε ο σοσιαλισμός στη Ρωσία. Τον Απρίλιο του 1920, το Σ.Ε.Κ.Ε. θα προσχωρήσει στη Γ' Διεθνή και θα μετονομαστεί σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.), ενώ τον Οκτώβριο του 1918 είχε δημιουργηθεί η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.) που συγκέντρωσε στις τάξεις της τα σημαντικότερα και πολυμελέστερα εργατικά σωματεία της χώρας. Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος άσκησε συγκλονιστική επίδραση στην
' Γ. Β. Λεονταρίτης, «Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο», στα Μελετήματα .... οπ. παρ. ,σ. 76-77.
142
κοσμοθεωρία
του
Δραγούμη
και
επηρέασε
σε
ανθρωπιστικότερες
κατευθύνσεις τις αντιλήψεις του. «Αισθάνομαι τώρα συμπάθεια, δηλαδή συμπόνοια, σαν πόνο για τους ανθρώπους που εργάζονται με μεροδούλι για να ζήσουν .... Νιώθω καλά την ανάγκη του συνασπισμού των εργατών και των εργατισσών, για να επιτύχουν μεγαλύτερα μεροδούλια και λιγότερες ώρες δουλειάς. Αλλοτε η αντιπάθεια μου για τον ευδαιμονισμό και τα ιδανικά του σοσιαλισμού του θεωρητικού, μ' έκαναν να κλείνω τα μάτια στη δυστυχία των ανθρώπων μα τώρα ξέρω καλύτερα τον κόσμο.... τώρα βλέπω πόσο είναι ανάγκη ο σοσιαλισμός, προπάντων χωρίς θεωρίες»329. Στη μεταστροφή αυτή συνετέλεσε και η εξορία του στην Κορσική και η κακή μεταχείριση που του επιφύλαξαν οι Γάλλοι, «Ο τρόπος που με μεταχειρίστηκαν και με μεταχειρίζονται οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας .... μ' έκαμαν να συμπαθήσω τους σοσιαλιστές που αποδοκιμάζουν τα κράτη, όπως είναι τώρα οργανωμένα, στηριζόμενα στην κεφαλαιοκρατία και τους αναρχικούς που δε θέλουν κράτη καθόλου
και μου' ρχεται να
330
συμμαχήσω μαζί τους» , θα εξομολογηθεί. Τον Μάρτιο του 1919 θα γράψει στο Ημερολόγιο του: «Τί είμαι; Εθνικιστής; Κοινωνιστής; Ολα αυτά, αλλά προπάντων άνθρωπος... Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Ολες οι τάξεις της κοινωνίας πρέπει να ζήσουν, όλες είναι καταναλώτριες .... Είμαι σοσιαλιστής κατά τούτο, ότι γυρεύω κι εγώ μια καινούργια τάξη πραγμάτων,
μια
καινούργια οικονομία κοινωνική που να βοηθεί όλους, τους λιγότερους και τους περισσότερους, να ζουν καλά και να υψώνονται ηθικά. Δεν είμαι σοσιαλιστής, όσο ο σοσιαλισμός ενεργεί για το ισοπέδωμα των ανθρώπων προς τα κάτω. Είμαι σοσιαλιστής, όσο ενεργεί ο σοσιαλισμός για το λυτρωμό των ανθρώπων από τα τωρινά κράτη, από τους κεφαλαιοκράτες, όσο ενεργεί
«Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ, Κορσική 13 Οκτωβρίου 1918, σ. 7-8. «Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ, Κορσική 13 Φεβρουαρίου 1919, σ. 43.
143
για την ελευθερία του κάθε ατόμου να μπορεί να ανέβει όχι κοινωνικά, μα ηθικά»331. Ο Δραγούμης δεν θέλει οι εργάτες να γίνουν εργοδότες ή κεφαλαιούχοι ή επιχειρηματίες, αλλά να νιώθουν την καταγωγή τους την εθνική, να ανέβουν σε υψηλότερο επίπεδο, ηθικά, να νιώθουν την αλληλεγγύη με τις άλλες κοινωνίες των ανθρώπων332. Σε άλλη καταγραφή θα εκφράσει τις σκέψεις του για τη βάση του πολιτικού προγράμματος του: «Να βρω και να σημειώσω το συμβιβασμό του εθνικισμού με το σοσιαλισμό και του εθνικισμού με την ανατολική ιδέα»333. «Να συμβιβαστή ο εθνικισμός, ο σοσιαλισμός και ο ανατολισμός. Να βρεθή ο ρυθμός τους ο ενιαίος. Ούτε ο εθνικισμός, ούτε ο ανατολισμός, ούτε ο σοσιαλισμός με ικανοποιούν ο καθένας τους ολοκληρωτικά. Τους αισθάνομαι και τους τρεις και τους ξεπερνώ»334. Κατά τον Δραγούμη, ο σοσιαλισμός δεν είναι απλά προσπάθεια για βελτίωση της θέσης των εργατών, αλλά είναι ολόκληρο ιδεολογικό και οικονομικό σύστημα, το οποίο διαβλέπουν ιδίως οι εργατικές και οι διανοητικές τάξεις ότι πρέπει να επικρατήσει μια μέρα για να προσαρμοστούν τα νεώτερα μέσα παραγωγής στην κατάσταση της κοινωνίας. Από τον Μαρξισμό, κατά τον Δραγούμη, εκπορεύτηκαν τρεις
τάσεις
μεταξύ
των
εργατών
και των
διανοουμένων,
ο
μεταρρυθμιστικός σοσιαλισμός, ο συνδικαλισμός και η σοσιαλιστική δημοκρατία. Κατά τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό, ζητείται κυρίως επέμβαση του Κράτους για να περιέλθουν βαθμηδόν τα μέσα παραγωγής και ανταλλαγής στην κυριότητα της κοινωνίας, αντί να ανήκουν στο κεφάλαιο. Επίσης ζητείται και η βαθμιαία κατάκτηση των
331
333 334
Όπ. παρ. Κορσική 18 Μαρτίου 1919, σ. 57-59. Όπ. παρ. Όπ. παρ. Κορσική 27 Αυγούστου 1919, σ. 120. Όπ. παρ. Κορσική 29 Σεπτεμβρίου 1919, σ. 130.
144
Δημόσιων Αρχών με την καθολική ψηφοφορία . Ετσι, όμως, φτάνουμε στον κρατικό σοσιαλισμό και ενίοτε στον άκρατο κρατισμό. Κατά τον συνδικαλισμό,
επιδιώκεται η βαθμιαία απορρόφηση της πολιτικής
εξουσίας με την αυτόνομη ανάπτυξη των εργατικών συνδικάτων έστω και με επαναστατικές μεθόδους. Στη Σοσιαλδημοκρατία επιδιώκεται η κατάκτηση του Κράτους με το προλεταριάτο, οργανωμένο σε πολιτικό κόμμα και, μετά την κατάκτηση, η μεταμόρφωση της σημερινής κοινωνίας σε μεγάλη οικονομική cooperative με τη συγκέντρωση των μέσων παραγωγής. Ο Δραγούμης κατευθύνει τη σκέψη του περισσότερο προς τον συνεργατικό συνεταιρισμό, όπως τον αποκαλεί. «Αν εις την Ελλάδα ήταν αρκετοί κατ' αριθμόν οι εργάται, θα ενόμιζα ότι η προτιμότερα πορεία των, θα ήτο η ακολούθησις της τρίτης τάξεως. Αλλ' επί του παρόντος, έχω την γνώμην ότι οι εργάται εις την Ελλάδα είνε ενδεδειγμένον, οργανωμένοι εις συνδικάτα, να μην αποδίδουν ιδιότητας πανάκειας εις τα συνδικάτα αυτά, αλλά να στρέφουν ιδίως την μεγαλυτέραν προσοχή των εις την σύστασιν συνεργατικών
συνεταιρισμών
του
τούτου
των
cooperatives»335,
θα
υποστηρίξει. «Φρονώ ότι ο συνεργατισμός πάσης μορφής, γεωργικός, κτηνοτροφικός, εμπορικός, βιομηχανικός, ναυτιλιακός ή και άλλως ο συνεργατισμός της παραγωγής, της καταναλώσεως και της πίστεως δύναται επιτυχώς να εφαρμοσθή εις τας ελληνικός χώρας και να λάβη σημαντικήν ανάπτυξιν. Νομίζω δε προς τούτοις ότι ο συνεργατισμός, μη περιοριζόμενος εις τας εργατικός και αγροτικός τάξεις, εξυπηρετεί γενικότατον συμφέρον της κοινωνίας, διότι αποβλέπει εις το συμφέρον όλων των τάξεων διότι όλες οι τάξεις είνε ο καταναλωτής των ειδών πρώτης ανάγκης»336, θα καταλήξει.
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, υποφάκ. γ, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Ιωάννου Δραγούμη, «Τί είναι Σοσιαλισμός», Αθηναϊκή, 29 Νοεμβρίου 1919. 336 όπ.παρ.
145
Τις παραπάνω απόψεις θα διατυπώσει ο Δραγούμης στο άρθρο του «Τί είναι Σοσιαλισμός» στην «Αθηναϊκή», ως απάντηση στις δηλώσεις του Βενιζέλου για το εργατικό ζήτημα.
Στις
19 Απριλίου θα δημοσιεύσει
στην «Αθηναϊκή» άρθρο με τίτλο «Η Σοσιαλιστική Πρωτομαγιά», με αφορμή τον εορτασμό από τους Ελληνες σοσιαλιστές της εργατικής Πρωτομαγιάς στις 18 Απριλίου, προκειμένου να ευθυγραμμιστούν με τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές, που ακολουθούσαν το Γρηγοριανό Ημερολόγιο. Συγκεκριμένα,
το
σοσιαλιστικό
εργατικό
κόμμα
της
Ελλάδας
δημοσίευσε προκήρυξη προς τους προλετάριους όλης της Ελλάδας όπου, αφού διεκτραγωδούσε με χρώματα πολύ ζωηρά την εκμετάλλευση τους από το
αστικό
«παγκόσμιας
καθεστώς, τους
κάλεσε να
ζητωκραυγάσουν
υπέρ
της
σοβιετικής δημοκρατίας», καλώντας τους ταυτόχρονα να
διατρανώσουν τη θέληση τους για την κατάργηση του στρατιωτικού νόμου και να εκφράσουν την αξίωση τους για συνομολόγηση ειρήνης με τη Ρωσία. Ο Δραγούμης θα συμφωνήσει με τις δύο τελευταίες διεκδικήσεις των σοσιαλιστών, αφού θεωρεί ανάγκη την κατάργηση του στρατιωτικού νόμου και δίκαια και συμφέρουσα τη συνθηκολόγηση με τη Ρωσία. Διαφωνεί, όμως, με την ανάγκη παγκόσμιας επικράτησης του σοβιετικού προτύπου και διερωτάται: «Ο σοσιαλισμός, ως σύστημα έχει άραγε την εφαρμογήν του παντού εις κάθε χώραν, εις κάθε κοινωνίαν ομοίως; Δεν υπάρχουν άραγε δύο παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη από τους θεωρητικούς του σοσιαλισμού πριν επιδιωχθή η εφαρμογή αυτού εις ένα τόπον: α) ο κληρονομικός εθνικός χαρακτήρας ενός λαού και β) αι οικονομικοί συνθήκαι υπό τας οποίας ζη;»337. Αλλά κι αν ακόμη δεχθεί κανείς την υλιστική μαρξιστική ανάλυση του κοινωνικού γίγνεσθαι που δέχεται την πανομοιότυπη οικονομική εξέλιξη όλων των κοινωνιών σ' όλες τις εποχές, δεν μπορούν να παραγνωρισθούν η ξεχωριστή υπόσταση των εθνών και οι διαφορές των εθνικών χαρακτήρων,
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
146
ούτε να παροραθεί το γεγονός, ότι οι οικονομικές συνθήκες υπό τις οποίες ζει κάθε κοινωνία δεν είναι ίδιες με τις συνθήκες άλλων κοινωνιών ή τουλάχιστον ότι δεν είναι δυνατόν συγχρόνως να παρουσιάζονται, έστω και σε δυο κοινωνίες της γης, απαράλλακτες συνθήκες. Ο ρυθμός της οικονομικής εξέλιξης των κοινωνιών μπορεί να είναι ενιαίος και ομοιόμορφος, αλλά δεν είναι ποτέ σύγχρονος σ' όλες τις κοινωνίες και απευθυνόμενος προς τους Ελληνες σοσιαλιστές θα τονίσει: «Θα ήθελα οι σοσιαλιστές της Ελλάδας να ήταν πλέον πρωτότυποι ή πλέον πρακτικοί. Να κατεγίνοντο περισσότερον με την άνευ προκαταλήψεων
δογματικών μελέτην των όρων της ζωής εις την
Ελλάδα και εις τον Ελληνισμόν, παρά με την εξαγγελίαν των πορισμάτων παρατηρήσεων των ξένων επί του ιδανικού των κοινωνικού εδάφους ή αξιωμάτων και δογμάτων ωραιοφανών μεν, αλλ' εκτός τόπου και χρόνου ευρισκομένων»338. Ο Δραγούμης αντιδρά επίσης σ' όσους επιδιώκουν να εφαρμόσουν τις σοσιαλιστικές
ιδέες,
μόνο
και
μόνο
από
τάση
μίμησης
ανάλογων
Ευρωπαϊκών προτύπων. Στο β' μέρος του άρθρου του επικρίνει την πεποίθηση των Ελλήνων σοσιαλιστών για την παγκόσμια επικράτηση του Σοβιετικού προτύπου, επισημαίνοντας ότι η εφαρμογή του σοσιαλισμού εξαρτάται από το κληρονομικό εθνικό χαρακτήρα κάθε λαού και τις οικονομικές συνθήκες υπό τις οποίες διαβιοι. Ακόμη κι αν υποτεθεί ότι ο ρυθμός της οικονομικής ανάπτυξης των εθνών είναι παντού ομοιόμορφος, ανεξάρτητα από τις εθνικές τους διαφορές, δεν είναι όμως δυνατό να είναι ταυτόχρονος. Οφείλουν, λοιπόν, οι Ελληνες σοσιαλιστές να στρέφουν την προσοχή τους στη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στους όρους ζωής των Ελλήνων, των Τούρκων, των Βουλγάρων για να διαπιστώσουν ότι είναι σχεδόν ταυτόσημοι. Πιο κοντά στη ζωή και τη νοοτροπία του Ελληνα είναι ο συνεργατισμός. Προτείνει, κατά συνέπεια, ο Δραγούμης την κατάργηση των
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Ι. Δραγούμη «Η σοσιαλιστική «Αθηναϊκή» 19 και 20 Απριλίου 1920.
Πρωτομαγιά»
147
επαγγελματικών σωματείων με τη μορφή που έχουν και τη δημιουργία νέων που
θα δώσουν
συνεργατισμό
στα
μέλη
τους σταθερή κατεύθυνση
προς
τον
.
Κοινό στοιχείο της οικονομικής ζωής των λαών της Ανατολής είναι η οικονομική εξάρτηση από τα Δυτικοευρωπαϊκά κεφάλαια, η οποία συχνά καταλήγει σε πολιτική υποδούλωση. Επιβάλλεται, λοιπόν, ο σοσιαλισμός να αντιτίθεται πρωτίστως στην κυριαρχία των ξένων κεφαλαίων κι όχι τόσο των εγχωρίων. Ο καταλληλότερος τρόπος γΓ αυτό είναι ο συνασπισμός πολλών μικρότερων κρατών που γειτονεύουν μεταξύ τους και χαρακτηρίζονται από ίδιες γεωοικονομικές συνθήκες. Στο πνεύμα αυτό κινείται και η ίδρυση του βαλκανικού σοσιαλιστικού συνδέσμου, η οποία όμως, για να είναι πλήρης, θα πρέπει να περιλάβει και τα μικρασιατικά έθνη, Ελληνες, Τούρκους, Αρμένιους και Κούρδους. Στον σύνδεσμο αυτό οι Ελληνες σοσιαλιστές θα έχουν εξέχουσα θέση, διότι θα προέρχονται και από τη βαλκανική και από τη μικρασιατική χερσόνησο. Από την άλλη μεριά, κάθε αλλαγή θα πρέπει να γίνεται βαθμιαία και όχι απότομα. Η κοινωνικοποίηση κεφαλαίου είναι κάτι που αντιβαίνει
στα
ανθρώπινα
του ιδιωτικού
αισθήματα
και
αδυναμίες, γΓ αυτό και πρέπει να γίνει βαθμιαία . Συνεπώς, οι προτάσεις, του Δραγούμη συνοψίζονται στα εξής: α) εθνικός σοσιαλισμός με την έννοια ότι η εφαρμογή του θα είναι ανάλογη με το έθνος και την κατάσταση της εξελίξεως του, β) ανατολικός σοσιαλισμός με συνασπισμό όχι μόνο των προλεταρίων, αλλά και των κρατών της καθ' ημάς Ανατολής, γ) κατεύθυνση της οικονομικής εξέλιξης προς τον συνεργατισμό, ο οποίος συμβιβάζεται με τον εθνικό χαρακτήρα του λαού μας και μπορεί να διαπαιδαγωγήσει τους Ελληνες βαθμηδόν στη μεταβολή της κοινωνίας και του κράτους. Ακόμη, θα αποτελούσε μεγάλο σφάλμα να επιδιώξει κανείς την παγκόσμια επικράτηση της σοβιετικής λαϊκής δημοκρατίας, όταν δεν έχει γίνει δυνατή η εξασφάλιση της οικονομικής και πολιτικής ανεξαρτησίας της καθ'
339
Όπ. παρ.
148
ημάς Ανατολής και της Ελλάδας από την εκμετάλλευση των μεγάλων κεφαλαίων της Δύσης. Για τους Ελληνες σοσιαλιστές, στόχος πρέπει να είναι ο σύνδεσμος των εργατών και των κεφαλαίων της καθ' ημάς Ανατολής και η υποβοήθηση και η κατεύθυνση της βαθμιαίας εσωτερικής εξέλιξης προς ένα νέο οικονομικό καθεστώς με τη βοήθεια του συνεργατισμού340. Ο Δραγούμης αντιτίθεται στην άποψη του Γ. Σκληρού που υποστηρίζει ότι οι λαοί του κόσμου καταλήγουν σ' έναν κοινό πολιτισμό, και ότι αυτό είναι ευκταίο, διότι η βιομηχανική και κοινωνική ανάπτυξη είναι παντού του αυτού τύπου, πράγμα που κάνει τις κοινωνίες να τείνουν προς την ομοιομορφία. Ο Σκληρός τονίζει για την ελληνική περίπτωση:«άμα σαρωθεί κάτω, σκοτωμένο τελειωτικά το αναχρονιστικό τέρας, που εκατό χρόνια τώρα εμποδίζει την κοινωνία μας να συγχρονισθεί και να εξευρωπαϊσθεί, τότε θα μπορεί πια το εργατικό σοσιαλιστικό κόμμα να αφεθεί ελεύθερο στον ομαλό του αγώνα με το αστικό καθεστώς και τα αστικά πλουτοκρατικά κόμματα»341. Ο Σκληρός υποστήριξε ότι η «δυτικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας με τη δημιουργία <κομμάτων αρχών> θα περιόριζε την ως το κόκκαλο ανατολική ψυχολογία μας»342. Ερχόταν σε αντίθεση με τον εθνικισμό του Δραγούμη και τον λαϊκισμό του Σοκόλη που περιφρονούσαν τον φράγκικο πολιτισμό και επιθυμούσαν έναν στενά νεοελληνικό πολιτισμό. Κατά τη γνώμη του, ο καθ' αυτό πολιτισμός πάντοτε είναι ένας, αυτός που δημιουργούν τα εκάστοτε πιο πολιτισμένα έθνη και που επιβάλλεται μοιραία σε όλους τους λαούς 343 . Σύμφωνα με τους σιδερένιους νόμους της εξέλιξης των κοινωνιών, τόνιζε ο Σκληρός, μόνο ο πλήρης εξαστισμός και εξευρωπαϊσμός είναι σε θέση να
340 y-,
Οπ. παρ. Γ. Σκληρός, Τα σύγχρονα προβλήματα του Ελλ,ηνισμού, Αλεξάνδρεια 1919. Λ. Αξελός, Γ. Σκληρός, σταθμοί και όρια στη διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, Αθήνα 1976, σ. 44 κ.εξ. 343 /-,
υπ. παρ.
149
προετοιμάσει αντικειμενικά τις υλικές συνθήκες για τη μετάβαση στον σοσιαλισμό344. Αντίθετα, όπως αναφέραμε παραπάνω, ο Δραγούμης προσβλέπει σ' έναν σοσιαλισμό απόλυτα συμβατό με τον εθνικισμό και την ανατολική φύση των Ελλήνων και προπάντων συμβατό με τις πραγματικές κοινωνικο οικονομικές συνθήκες του νεοελληνικού κράτους. Είναι φανερή η αμετακίνητη προτίμηση
του για τον εθνικισμό, τον ανατολισμό και τον συνεργατισμό,
αλλά και η αποδοχή του σοσιαλισμού κάτω από προϋποθέσεις. Επιπρόσθετα, ο Σκληρός θα συνδέσει απόλυτα το γλωσσικό ζήτημα και τον δημοτικισμό με ταξικά συμφέροντα και θα θεωρήσει ότι η μόνη πρακτική λύση είναι ο ταξικός αγώνας για την επικράτηση της κοινωνικής τάξης, με της οποίας τα συμφέροντα είναι συνυφασμένα και το πνεύμα του δημοτικισμού. Ο δρόμος του δημοτικισμού είναι, κατά τον Σκληρό, ο δρόμος του σοσιαλισμού. Ο Κ. Χατζόπουλος, από τη μεριά του, θαυμάζει απεριόριστα τον Σκληρό
και θεωρεί ότι εκείνος είναι που
μπορεί
να διαδραματίσει
αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη του σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Θα γράψει στον Ν. Γιαννιό: «Ο κ. Ιδας δεν καταδέχτηκε να συζητήσει σοβαρά μαζί μου κι αν ο Σκληρός είχε καιρό να του απαντήσει ο ίδιος, εγώ ούτε θα τούριχνα τους πόντους που τούριξα»
345
θέλοντας να
εκφράσει την αποστροφή του για τον Δραγούμη. Αλλά και ο Δραγούμης αποφασίζει να συζητήσει «σοβαρά» με τον Σκληρό κι όχι με τον «παραμορφωτή» όπως αποκαλεί τον Χατζόπουλο, τον οποίο θέλει να υποβαθμίσει. «Ο ριζοσπάστης αυτός μόλις έφτασε να ξεστομίσει τη λέξη <επανάσταση> βιάστηκε να βάλει από κάτω μια
Πρβλ. Κ. Βεργόπουλος, Εθνισμός και οικονομική ανάπτυξη. Η Ελλάδα στο Μεσοπόλεμο, Αθήνα 1978, σ. 118-120. «Πενήντα ανέκδοτα γράμματα του Κ.Χατζόπουλου προς τον σοσιαλιστή Ν. Γιαννιό και τη γυναίκα του Αθηνά Γαϊτάνου- Πανιού», Νέα Εστία, τ.62, 1957, σ. 1338.
150
σημειωσούλα
για να
ερμηνέψει τον
κατατρομαγμένο
κοσμάκη
πως
επανάσταση δε θα πει ν'αδράξει τα τουφέκια»346, θα γράψει. Η
επίδραση
του Σκληρού
στη σοσιαλιστική
διαμόρφωση του
Δελμούζου εκείνης της εποχής είναι καθοριστική. Ωστόσο, ο Δελμούζος παραμένει κυρίως δημοτικιστής και ταλαντεύεται ανάμεσα στον δημοτικισμό και τον σοσιαλισμό, ενώ αποφεύγει στο έργο του να χρησιμοποιήσει τους όρους «μαρξισμός» και «σοσιαλισμός»347. Ριζική αντίθεση με τον Σκληρό σχετικά με τους κοινωνικούς αγώνες και την εργατική τάξη θα εκφράσει ο Σ.Ραμάς. Κατά τον Ραμά, στην Ελλάδα όχι μόνο δεν υπάρχει εργατική τάξη, αφού δεν είναι ανεπτυγμένη η βιομηχανία, αλλά πολύ περισσότερο δεν χρειάζεται να αναπτυχθεί αυτή η βιομηχανία, εφ'όσον «ο πλουτολογικός παράγοντας στην Ελλάδα, είνε και πρέπει να είνε η γεωργία κι η κτηνοτροφία μας». Με τις παρατηρήσεις αυτές δεν αποκρούει μόνο τον σοσιαλισμό, αλλά και κάθε μετατροπή των κοινωνικών και οικονομικών δομών και κάθε μέτρο που θα έτεινε στην εγκαθίδρυση ενός φιλελεύθερου οικονομικού και πολιτικού καθεστώτος. Η επιρροή του Πλεχάνωφ στον Σκληρό έχει επανειλημμένα σημειωθεί από τους μελετητές κι εκδότες του. Ο ίδιος άλλωστε περιγράφει πόσο θαύμασε και επηρεάστηκε από το έργο του ρώσου μαρξιστή στο άρθρο του «Ο Πλεχάνωφ και η εποχή του», που καθιέρωσε τον Σκληρό σαν μαθητή του Πλεχάνωφ348. Για τους εθνικιστές τα βασικότερα στοιχεία της κοινωνίας, στην οποία αποβλέπουν
είναι τα εξής: στο οικονομικό
επίπεδο,
η άρνηση της
βιομηχανικής ανάπτυξης και η εμμονή στην αγροτική οικονομία. Στο πολιτικό, η απορριπτική
στάση απέναντι στους δημοκρατικούς θεσμούς και η
υιοθέτηση ολογαρχικής μορφής εξουσίας (πχ Σ. Ραμάς, Π. Βλαστός). Οι οικονομικές και πολιτικές αντιλήψεις τους συνδυάζονται με μια ισχυρή 346 347
Ι. Δραγούμης, «Το έθνος, οι τάξεις και ο ένας», οπ.παρ., σ.5. Α.Δελμούζος, Μελέτες και πάρεργα, τ. Α', Αθήνα. 1958, σ. 442. Γ.Σκληρος, «Ο Πλεχάνωφ και η εποχή του», Γράμματα, τ.5, Αλεξάνδρεια 1919,σ.69-78.
151
προσήλωση στην εθνική παράδοση και το εθνικό παρελθόν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ερεθισμός που έχει προκαλέσει σ'όλους ο χαρακτηρισμός της Επανάστασης ως αστικής από τον Σκληρό. Η άποψη του Α. Πουλημένου για τον «από καταβολής κόσμου» ελληνικό πατριωτισμό είναι από τις 349
χαρακτηριστικότερες
.
Οι σοσιαλιστές αντίθετα πιστεύουν ότι είναι απαραίτητη η βιομηχανική ανάπτυξη: «Μόνο μια μεγάλη οικονομική και βιομηχανική ζωντανέψει
το δυστυχισμένο
350
τόπο» ,
θα γράψει
εξέλιξη θα
ο Σκληρός. Ο
Χατζόπουλος πιστεύει όχι μόνο στην αναγκαιότητα της βιομηχανίας και την προτεραιότητα που πρέπει να πάρει στην ελληνική οικονομία,αλλά και στην ύπαρξη όλων των σχετικών δυνατοτήτων351. Η σοσιαλιστική συσπείρωση γύρω από τον Σκληρό έχει όλα τα χαρακτηριστικά της μαρξιστικής ορθοδοξίας, όπως την έχουν εκφράσει στο διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα κυρίως ο Κάουτσκυ και ο Πλεχάνωφ και που μεταφέρεται στην Ελλάδα βασικά από τον δρόμο Σκληρού - Πλεχάνωφ κι επικουρικά από τον δρόμο Χατζόπουλου-γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κινήματος352. Οι σημαντικότεροι σοσιαλιστές συζητητές του Δραγούμη στους κόλπους των δημοτικιστών και του «Νουμά» ακολούθησαν τον δρόμο της σοσιαλδημοκρατίας. Ένα σοσιαλιστικό κόμμα, όμως, κατά το υπόδειγμα των αντίστοιχων δυτικοευρωπαϊκών,
δεν δημιουργείται μέσα στις ελληνικές
συνθήκες. Από την άλλη μεριά, συγκρούονται από την πρώτη στιγμή με το κομμουνιστικό κίνημα. Ετσι, ακολουθώντας τις σοσιαλδημοκρατικές τους αντιλήψεις, προσκολλώνται λιγότερο ή περισσότερο στον βενιζελισμό, για τον οποίο πιστεύουν όχι μόνο ότι ανταποκρίνεται στις επιδιώξεις των
Α.Πουλημένος, «Η Ελλάς και ο Κοινωνισμός: α) Ιστορική εισαγωγή», Νουμάς, αρ. 311, 28 Σεπτέμβρη 1908, σ.5-6. Γ.Σκληρός, «Οι σοσιαλιστάδες στους νατσιοναλίστες», Νουμάς, αρ.222, 20 Απρίλη 1908, σ.2. 351 Πέτρος Βασιλικός, «Το Κοινωνικό μας ζήτημα», Νουμάς, αρ. 267, 28 Οκτώβρη 1907, σ.3. 352 Ρ. Σταυρίδη - Πατρικίου, οπ.παρ. , Εισαγωγή,σ.πε'.
152
προοδευτικών αστών αλλά κι ότι, θα οδηγήσει την ελληνική κοινωνία στο προχωρημένο εκείνο καπιταλιστικό στάδιο που θα επιτρέψει την περαιτέρω σοσιαλιστική αλλαγή. Ο Δραγούμης, πιστός στην αντιβενιζελική του τοποθέτηση, θα αρθρογραφήσει στον «Ριζοσπάστη», το επίσημο όργανο του Κ.Κ.Ε. Η στάση του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος απέναντι στον Σκληρό και την ομάδα του είναι απορριπτική, ενώ ο Γ. Κορδάτος, ενώ στέκεται ευνοϊκά απέναντι στον Δραγούμη θεωρεί τον Σκληρό «απολογητή του βενιζελισμού και του σοσιαλπατριωτισμού»353. Αν επιχειρούσε κανείς να προσδιορίσει με ακρίβεια και να κατατάξει το σοσιαλισμό που τελικά φαίνεται να αποδέχεται ο Δραγούμης, δύσκολα θα κατέληγε σε ασφαλές συμπέρασμα, γιατί, όπως συμβαίνει και με πολλές άλλες έννοιες που περνούν μέσα από το έργο του, οι αναφορές του στο συγκεκριμένο θέμα είναι αποσπασματικές,
ασυστηματοποίητες, συχνά
αντικρουόμενες και ανταποκρίνονται πιο πολύ στη συνηθισμένη γλωσσική χρήση παρά σε πειθαρχημένη και ειδική επιστημονική ορολογία. Είναι γνωστή άλλωστε η περιφρόνηση του για την επιστήμη και την έρευνα. Σίγουρο είναι ότι προσεγγίζει τον σοσιαλισμό μέσα από το πρίσμα του έθνους «Βαρέθηκα όλους τους ιμπεριαλισμούς και τα επιχειρήματα τους, βαρέθηκα όλους τους διπλωμάτες και τα διανοητικά τους. Είμαι πιο κοντά στους λαούς και τα αισθήματα τους, είτε εθνικιστικά, είτε σοσιαλιστικά. Μ' αρέσει να θέλουν να κρατήσουν τη διαφορά, που ο καθένας αισθάνεται πως έχει από τους άλλους λαούς. Μ' αρέσει να συλλογίζονται και το ψωμί τους. Είναι αληθινά αισθήματα»354, θα καταγράψει στο Ημερολόγιο του. Κύριο αίτημα του από τον σοσιαλισμό είναι η ηθική ανέλιξη του ατόμου και η δημιουργία πολιτισμού. «Με τον κοινωνισμό που εγκαταστάθηκε στη Ρωσία, καταστρέφεται βέβαια ένας πολιτισμός, μα ίσως γεννηθεί άλλος. Αν Γ.Κορδάτος, «Ο Σκληρός και το έργο του», Νέα Επιθεώρηση, τ.Β', Γενάρης 1929, σ.2023. 4 «Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ' , Κορσική 10 Φεβρουαρίου 1919, σ. 41.
153
όμως ο κοινωνισμός καταστρέψει κάθε πολιτισμό, δε μ' αρέσει, όσο και αν θα ήταν δίκαιος .... Ελπίζω ο κοινωνισμός (αν έχει ανθρωπιστικό ιδανικό) να μη φθάσει σε δογματισμό, σε obscurantisme (φωτοσβεσιά), σε σκότωμα της έρευνας της επιστημονικής και της ελευθερίας της συνείδησης. Ελπίζω να μην καταντήσει στο <πίστευε και μη ερεύνα> και να μην περιορίσει τους ανθρώπους στο <να ερευνούν τας γραφάς του Καρόλου Μαρξ»355. Παρόλο που
σε άλλο σημείο του ημερολογίου του αναφέρεται σε
μελλοντική οργάνωση των απανταχού εργατών προς κάποια καθολικότερη κατανομή του πλούτου (νέα οικονομική οργάνωση της κοινωνίας, χωρίς συγκέντρωση του κεφαλαίου στα χέρια μερικών, συνεργατικοί συνεταιρισμοί πίστης, παραγωγής και καταναλώσεως)»356, η εμμονή του στην ηθική ανέλιξη του ατόμου, που την αντιδιαστέλλει προς την κοινωνική του, και η άρνηση της ταξικής πάλης κάνουν πιθανή την υπόθεση πως ο σοσιαλισμός τον οποίο αποδέχεται ο Δραγούμης είναι ο ηθικός σοσιαλισμός που έλκει την καταγωγή του από τον ιδεαλισμό του Kant
και αντιτίθεται σ' εκείνον της
μαρξιστικής ορθοδοξίας. Η επικριτική στάση που τηρεί ο Δραγούμης απέναντι σε όσους πιστεύουν ότι μπορεί σε όλες τις κοινωνίες να εφαρμόζεται το σοβιετικό σοσιαλιστικό μοντέλο αφορμάται και από τη δυσπιστία του σχετικά με την έμπρακτη
απρόσκοπτη εφαρμογή του θεωρητικού μοντέλου
προβάλλουν
οι
σοσιαλιστές.
Με αφορμή την
επιτυχή έκβαση
που της
Οκτωβριανής Επανάστασης, θα γράψει: «Εάν οι κουμμουνισταί ήλθαν εις την επιφάνειαν δια να εφαρμόσουν τας οικονομικός αρχάς του θεωρητικού σοσιαλισμού, η αποστολή αυτών θα ήτο απλούστατη και εύκολη. Ο θεωρητικός σοσιαλισμός διδάσκει ότι το μέσον, δια του οποίου θα φθάση το προλεταριάτο να πραγματοποίηση τα ιδανικά του είναι η δι' ανατροπής του
Όπ. παρ. Κορσική 19 Μαρτίου 1919, σ. 61. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και «Κοινοβουλευτισμός και Σοβιετισμός», Ριζοσπάστης, 13 Απριλίου 1920. 356
154
καθεστώτος
κατάληψις της εξουσίας και η υπό
των
εργαζομένων
357
αναγκαστική απαλλοτρίωσις των μέσων της παραγωγής» . Παράλληλα, διερωτάται ο Δραγούμης αν τελικά υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής των νέων οικονομικών αρχών του σοσιαλισμού αφήνοντας άθικτο το πρώην αστικό πολιτειακό
σύστημα
και προσαρμογής
του νέου
οικονομικού σοσιαλιστικού συστήματος στην παλιά κρατική μηχανή. Με αφορμή
αυτά
τα
ερωτήματα,
θα
επιχειρήσει
μια
ανατομία
του
κοινοβουλευτισμού και του μεταρρυθμιστικού σοσιαλισμού, για να καταδείξει τη συμβατότητα τους. Το σημερινό αστικό πολίτευμα στηρίζεται στον κοινοβουλευτισμό, ο οποίος είναι γέννημα της γαλλικής επαναστάσεως του 1789 και φαίνεται με την πρώτη ματιά ότι είναι το δημοκρατικότερο, αφού σ' αυτό πρυτανεύει η αρχή τΠζ λαϊκής κυριαρχίας. Στην πραγματικότητα όμως, ο κοινοβου λευτισμός δεν προασπίζει τη λαϊκή κυριαρχία, αφού πολλές φορές οι βουλευτές και η δράση τους δεν είναι γνωστή στον λαό. Από την άλλη μεριά, οι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές πίστεψαν στην οικονομική σοσιαλιστική μεταρρύθμιση στο πλαίσιο του αστικού κρατικού πολιτεύματος, στην εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τη διοίκηση και διαχείριση τους από το κράτος. Με τον τρόπο αυτό, όλοι οι πολίτες θα μεταβάλλονταν σε δημόσιους υπαλλήλους και το κράτος θα γινόταν ένας μεγάλος επιχειρηματίας. Η συμβατότητα, λοιπόν, των πολιτειακών αυτών σχημάτων είναι αμφίβολη και επισφαλής. Ετσι ο Δραγούμης καλεί τους Ρώσους «να ανατρέψουν το παλαιό αστικό καθεστώς και να μην στηρίζουν την κοινωνία τους σ' ένα ψεύδος», λαμβάνοντας βέβαια σοβαρά υπ' όψη τους τις οικονομικές, κοινωνικές και ψυχολογικές συνθήκες του ρωσικού λαού. Ενώ σε κάθε ευκαιρία ο Δραγούμης επέκρινε τη νοοτροπία για γενίκευση του σοβιετικού σοσιαλιστικού μοντέλου, τονίζει ότι «ουδείς δύναται να ισχυρισθεί
Όπ. παρ.
ότι αι γενικαί αρχαί, επί των
οποίων εστηρίχθη το
155
κομμουνιστικόν σύστημα της Ρωσίας, δεν θα χρησιμεύσουν ως πρότυπον δια πάσας τας σοσιαλιστικός πολιτείας του μέλλοντος. Διότι τούτο αποτελεί την πρώτην έμπρακτον εφαρμογήν επιτυχή των σοσιαλιστικών θεωριών»358. Ο Δραγούμης δεν θεωρεί την ενδεχόμενη σοσιαλιστική μεταβολή της κοινωνίας ως πανάκεια, ούτε ως κάτι στατικό και με διηνεκή ισχύ. «Δε λέω, μα στις κοινωνίες δεν μπορούν να μείνουν πάντα οι ίδιες αντιλήψεις. Παλιώνουν, όσο σωστές , όσο ωραίες κι αν είναι και χρειάζεται ο λαός κάτι καινούργιο να πιστέψει....»359. Θεωρεί ότι οι λαοί στρέφονται στον σοσιαλισμό εξαιτίας της ανικανότητας και της κακοδιοίκησης των αστικών κυβερνήσεων και της χρεωκοπίας των κοινοβουλευτικών καθεστώτων. Πιστεύει, όμως, ότι «θα πέσουν τα τωρινά κράτη και θα γίνουν άλλα με βάση και θεμέλιο τις εθνικές κοινότητες, ολότελα ανθρώπινες, που θα κυτάζουν τα συμφέροντα των
πολλών
κι
όχι
των
λίγων
εκμεταλλευτών»360. Ο
σοσιαλισμός
αντιμετωπίζεται από μερικούς σαν μια νέα θρησκεία. Ωστόσο «κάθε νέα οργάνωση της κοινωνίας θα έφερνε μετατόπιση συμφερόντων, καλοπέρασης και υποφερτής ζωής κι όχι πανάκεια. Το ίδιο και κάθε νέα θρησκεία»361, και σε άλλο σημείο των ανέκδοτων σημειώσεων του, θα αναρωτηθεί: «Μα κάθε θρησκεία δεν είναι αντίληψη κοινωνική, ταιριασμένη με την ανάγκη κάθε εποχής; Π' αυτό σήμερα ο λαός στρέφεται προς τον σοσιαλισμό»362. Η κριτική στάση του Δραγούμη απέναντι στη σοσιαλιστική ιδεολογία και την εφαρμογή της στην πολιτική πρακτική δεν στερεί από την οπτική του γωνία την αποστροφή του για τα φαινόμενα οικονομικής και κοινωνικής εκμετάλλευσης και αδικίας που παρατηρούνται στην κοινωνία της εποχής του. Σε άρθρο του στην «Εσπερινή» με τίτλο «Το Οικονομικόν Πρόβλημα», που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 1920, θα επικρίνει την εκπληκτική αύξηση
" 5 Όπ. παρ. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 27, Υποφάκ. β' Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 360 Όπ. παρ. 361 Όπ. παρ. 362 Όπ. παρ.
156
αγοραίων και ιδιωτικών αυτοκινήτων, την υπερπλήρωση των τροχιοδρομικών αμαξών και αδιάκοπη συγκέντρωση ομάδων ανθρώπων στις στάσεις των τραμ, την ακρίβεια της ζωής ιδίως στα είδη πρώτης ανάγκης, τη μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίων στα χέρια λίγων, τη μείωση της πραγματικής αγοραστικής αξίας του χρήματος, τη σπανιότητα ειδών πρώτης ανάγκης, την επιδειξιομανία και την τρυφηλή ζωή των κεφαλαιούχων και θα προτείνει την αναλογική είσπραξη της άμεσης φορολογίας επί του εισοδήματος, την ελάττωση της έμμεσης φορολογίας, την αναθεώρηση του δασμολογίου και την άρση του προστατευτικού συστήματος για τις βιώσιμες βιομηχανίες363. Θα προτείνει επίσης, «να συσταθούν αιρετά τεχνικά συμβούλια εκπροσωπούντα τις αντιλήψεις των βιομηχανικών, ναυτιλιακών, αγροτικών, εργατικών, βιοτεχνικών οργανώσεων, μετέχοντα της νομοθετικής εξουσίας» και
επανερχόμενος
στο
θέμα
των
συνεταιρισμών
θα τονίσει:
«Αι
επαγγελματικοί οργανώσεις πρέπει να λάβουν σταθεράν κατεύθυνσιν προς τον Συνεργατισμόν. Οι εργάται θα διαφωτίζονται ως προς την ανάγκην της οργανώσεως
της παραγωγής
και της καταναλώσεως προς
όφελος
ολοκλήρου της κοινωνίας και οφείλουν να μην περιορίζουν την δράσιν των μόνον εις απεργίας και αξιώσεις περί αυξήσεως μισθών. Η δε οργάνωσις της παραγωγής και της καταναλώσεως θα γίνη καλλίτερα δια των συνεργατικών συνεταιρισμών, οι οποίοι άλλωστε είναι και σύμφωνοι με την φύσιν του Ελληνα»364. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ιδιαίτερα διεισδυτική του διαπίστωση ότι από το σοσιαλιστικό κόμμα θα προέλθει και η δημιουργία άλλων
κομμάτων
αρχών. Κατά τον Δραγούμη, ο σχηματισμός ταξικών κομμάτων θα προέλθει κατ' ανάγκην από τη συνειδητοποίηση του κοινού ταξικού συμφέροντος ανάμεσα στα μέλη των κοινωνικών τάξεων. «Προς το παρόν βλέπω το
' Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Ι. Δραγούμη, «Το Οικονομικόν Πρόβλημα», Εσπερινή, 6 Απριλίου 1920. ϋπ. παρ.
157
σχηματισμόν μόνο ενός τοιούτου κόμματος, του σοσιαλιστικού. Η ύπαρξις αυτού θα συνεπιφέρη τον σχηματισμόν και άλλων κομμάτων αρχών» Πράγματι, μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους, το εργατικό κίνημα βρισκόταν σε εμβρυακή κατάσταση. Η εργατική τάξη, έως το 1910 , δεν κατόρθωσε να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στις κοινωνικές εξελίξεις του τόπου. Η συνδικαλισπκή
της οργάνωση παρέμεινε συντεχνιακή. Η
έλλειψη σαφών και προσδιορισμένων
στόχων, οι διενέξεις μεταξύ των
σοσιαλιστών καθώς και το εχθρικό πολιτικό κλίμα μέσα στο οποίο έδρασαν οι πρώτοι
έλληνες
σοσιαλιστές
δε
συνέβαλαν
στην
ανάπτυξη
ενός
οργανωμένου εργατικού κινήματος. Στη μειωμένη επιρροή των εργατών συνέβαλε και η βιομηχανική υπανάπτυξη της χώρας. Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, όμως, η ενσωμάτωση
της
Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα με το βιομηχανικό της υπόβαθρο και τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της αποτέλεσε σημείο αναφοράς για το εργατικό κίνημα. Η μεγάλη πολυεθνική εργατική οργάνωση της πόλης, η Φεντερασιόν, με πρωτεργάτες σοσιαλιστές από την ανοιχτή σε νέες ιδέες εβραϊκή κοινότητα της πόλης αποτέλεσε σημαντικό δίαυλο για τη διάδοση της σοσιαλιστικής ιδεολογίας στη χώρα366. Το εργατικό κίνημα αναπτύχθηκε ιδιαίτερα με την επιτυχία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Η κοινωνική ολοκλήρωση στην Ελλάδα εμφανίζει ιδιοτυπίες. Η χώρα μας παρουσιάζει στοιχεία αλληλογένεσης ταξικής συνείδησης, αστών και εργατών. Η αστική συνείδηση δεν προέρχεται από την πάλη των αστών ενάντια στα φεουδαρχικά στοιχεία , αλλά από την πίεση των εργατικών
Όπ. παρ. Για τη σημασία της Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης στην ταξική συνειδητοποίηση των ελλήνων εργατών βλ. Κ. Μοσκώφ, Ιστορία του Κινήματος της Εργατικής Τάξης, Εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1985 και Α. Λιάκος, Η Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης και η Σοσιαλιστική Νεολαία, Θεσσαλονίκη (Παρατηρητής) 1985.
158
δυνάμεων πάνω στη διαμορφούμενη αστική τάξη . Στο Μανιφέστο Προγραμματικών Αρχών του 1920 θα επαναλάβει την πρόταση του για διάδοση και επικράτηση του συνεταιριστικού πνεύματος και συνεργασία
των
επαγγελματικών
οργανώσεων
βιοτεχνών,
αγροτών,
εργατών. Επιπρόσθετα, θα προτείνει, φιλεργατικότερη νομοθεσία, υγιεινές εργατικές κατοικίες, βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας των εργατών και εξασφάλιση επαρκών συντάξεων. Κρίνει απαραίτητη την ίδρυση ειδικών δικαστηρίων
για την
εκδίκαση
των
διαφορών μεταξύ εργατών και
εργοδοτών368. Επίσης, δίνει έμφαση στα έργα «τα απαραίτητα προς αποκατάστασιν της δημοσίας υγείας και ιδίως τα προς καταπολέμησιν της ελονοσίας και της φθίσεως, ασθενειών που εκφυλίζουν την φυλήν»369. Η συνεχής έμφαση του Δραγούμη στην ανάγκη της συνεταιριστικής οργάνωσης των εργατών, των αγροτών, των επαγγελματικών τάξεων γενικότερα, μας παραπέμπει με πρώτη ματιά στο κίνημα του κορπορατισμού. Ωστόσο, σε μια δεύτερη διεισδυτική προσέγγιση διαπιστώνουμε ότι η κορπορατιστική ιδεολογία με τα κλασσικά της χαρακτηριστικά απουσιάζει από την ελληνική διανόηση πριν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και ο Δραγούμης αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση.
Ο Θεόδωρος Δεληγιάννης με την
κρατικιστική του πάντα γλώσσα εξέφραζε κάποιες κορπορατιστικές ιδέες 370 . Τα ιδεολογήματα, όμως, περί της έλλειψης ταξικής πάλης και ταξικών διαφορών, η έλλειψη διαφοροποίησης των κοινωνικών ρόλων, η ισχύς του
Αλκής Ρήγος, HB' Ελληνική Δημοκρατία (1924-1935), Αθήνα, Θεμέλιο 1986, σ. 145149. Γενικότερα για το πρόβλημα της διαμόρφωσης του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού βλ. Δ. Δανιηλίδη, Νεοελληνική κοινωνία και οικονομία, Αθήνα 1934, Β. Κρεμμυδά , Εισαγωγή στην ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας, Αθήνα 1976, Κ. Μοσκώφ, Η Εθνική και κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα 1830-1909, Θεσσαλονίκη 1962, Β. Φίλια, Κοινωνία και εξουσία στην Ελλάδα. Η νόθα αστικοποίηση (1800-1864), Αθήνα 1985(3) και Ομίλου Α. Παπαναστασίου, Οι κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Αθήνα 1966. 8 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. «Προγραμματικοί Πολιτικοί Στοχασμοί», σ. 11. Νίκος Οικονόμου, «Τα ελληνικά πολιτικά ρεύματα πριν από τον Ελευθέριο Βενιζέλο», στο: Μελετήματα γύρω από το Βενιζέλο...», επιμ. Θ. Βερέμης / Ο. Δημητρακόπουλος, Αθήνα 1980, σ. 353-354.
159
πελατειακού συστήματος, η ιδιότητα συνάρθρωσης κράτους και κοινωνίας, καθιστούσαν
περιττούς
τους
κορπορατιστικούς
θεσμούς
για
την
επανενσωμάτωση της κοινωνίας στο κράτος371. Κορπορατιστικές
επιδράσεις
στους
έλληνες
διανοούμενους
συναντούμε από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και εξής, οπότε διατυπώνονται και
προτάσεις
προβάλλεται
για
σαν
μια
επαγγελματική
εναλλακτική
λύση
Γερουσία. Ο
τόσο
κορπορατισμός
απέναντι στο φιλελεύθερο
Κοινοβούλιο, όσο και απέναντι στον Κομμουνισμό, αλλά σ' ένα πλαίσιο που περιλαμβάνει τη συνεργασία των τάξεων, τη διεύθυνση της οικονομίας, τον e<
κρατικό παρεμβατισμό ή την υποχρεωτική οργάνωση στα συνδικάτα. Ωστόσο η λύση αυτή προβλήθηκε ως «υποταγμένος» στους Κοινοβουλευτικούς θεσμούς κορπορατισμός3!2. Η πρόωρη δολοφονία του Δραγούμη δεν επέτρεψε την πολιτική του δραστηριοποίηση κατά τη διάρκεια της κυρίως μεσοπολεμικής περιόδου. Ο νεαρός Γιώργος Θεοτοκάς αμφιταλαντεύεται να πάρει οριστική θέση. «Ο Δραγούμης, μετά το 1920, θα οδηγούσε τη δράση του στον υπέρτατο βαθμό της έντασης της και θα έδειχνε όλες τις δυναμικότητες του. Ισως έσωζε τη δυναστεία, μα ίσως να την έριχνε αυτός πριν προφτάσει να τη ρίξει ο κ. Παπαναστασίου. Δεν αποκλείεται να περιοριζότανε με πείσμα στο στείρο ρόλο του αντιδραστικού, μα δεν αποκλείεται και να αισθανότανε καλύτερα από κάθε άλλον τις ανάγκες της μεσοπολεμικής Ελλάδας και ν' άνοιγε τους δρόμους μιας νέας εποχής .... ενώ κανείς δεν μπορεί να ξέρει σε ποιες ανεξερεύνητες και επικίνδυνες περιοχές της δεξιάς ή της αριστεράς θα έσερναν σήμερα τον Δραγούμη οι διάφορες συχνά αντικρουόμενες ζωικές ορμές του και η ανησυχία του πνεύματος του»373. Α. Λιάκος, Εργασία και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, Ι.Ε.Π.Ε.Τ. Αθήνα 1993, σ. 353-354. 372 Όπ. παρ. σ. 355 Για τα ζητήματα αυτά βλ. επίσης, Γ. Θεοτοκάς, Εμπρός στο Κοινωνικό πρόβλημα, Αθήνα 1932, σ. 54 και Α. Λιάκος «Ζητούμενα ιδεολογίας της γενιάς του '30», Κοινωνία και Θεωρία 3 (1990), σ. 7-22. 373 Γιώργος Θεοτοκάς, Ελεύθερο Πνεύμα, Αθήνα 1972, σ. 71.
160
Σε μια τηλεοπτική εκπομπή αφιερωμένη στον Δραγούμη, ο Αλκής Ρήγος θα τον χαρακτηρίσει «ξεκομένο από τις κοινωνικές διεργασίες» και θα αναρωτηθεί: «μήπως θα προχωρούσε σε μια εθνικοσοσιαλιστική απάντηση, όπως οι μέχρι τότε πολιτικές του ιδέες; ,...»374. Είναι σίγουρο ότι οι έντονες επιρροές του Nietzche και του Barrés στη σκέψη του, η λατρεία του Εγώ και της Δύναμης, η «αντιεξισωτική» του ιδεολογία, η ατομοκρατία, ο αυταρχικός εθνοκεντρισμός του, η αντιπάθεια του προς το κοσμοπολίτικο ιδεώδες που το θεωρεί σαχλό, ο αντισημιτισμός του, η έντονη αποστροφή του για τον σοσιαλισμό, η αντίληψη του για την ανάγκη κοινωνικής στατικότητας και αδιαπερατότητας
375
και ταξικής
στα προ του 1914 γραπτά του μπορούν
να οδηγήσουν στη σκέψη ότι προσέγγιζε και τον εθνικοσοσιαλισμό. Μια προσεκτικότερη, όμως, ματιά στα κείμενα του της περιόδου από το 1915 έως το 1920 φανερώνει έναν άνθρωπο ευαισθητοποιημένο στα προβλήματα της κοινωνίας και οικονομίας της εποχής του, έναν πολιτικό που επιθυμεί τη σύζευξη του ιδεώδους του εθνισμού με την ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη (ό,τι κι αν σημαίνει ο όρος), σύζευξη που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται να πετύχουν ποικίλα ιδεολογικά ρεύματα και όχι βέβαια οι προπολεμικοί εθνικοσοσιαλιστές. Ο Δραγούμης μάλιστα, όπως είπαμε, προχωρεί ακόμη περισσότερο επιδιώκοντας τη σύζευξη του εθνικού και κοινωνικού ιδεώδους με την ανατολική φύση των Ελλήνων376, μια σύζευξη που την θεωρεί απαραίτητη, αφού κάθε πολιτικό πρόγραμμα οφείλει να συνάδει με τις υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες του χώρου και του χρόνου εφαρμογής του. Επιχειρεί να τοποθετήσει τον σοσιαλισμό στην ευρύτερη θεωρία του για τον 374
ΕΤ2, Νοέμβρης 1987. Μαρία Σακαλάκη, «Οι κοινωνικές τάξεις στην Ιδεολογία τουΊωνα Δραγούμη - Ο μύθος του εξαιρετικού και της μάζας» Πολίτης, τ. 59, (Απρίλιος 1983), σ. 51-55. Ο Κ. Βεργόπουλος θεωρεί τον Δραγούμη σαν έναν από τους κύριους αντιπροσώπους του λαϊκού εθνισμού που προσπάθησε να παρουσιάσει μια καινούργια θεωρητική σύνθεση εμπνευσμένη από τρεις πηγές : τον εθνισμό, τον σοσιαλισμό και τον ανατολικό χαρακτήρα του ελληνικού λαού. Βλ. Κ. Βεργόπουλος. Εθνισμός και οικονομική ανάτττυξη. Αθήνα, Εξάντας 1978, σ. 114-118.
161
ανατολισμό των Ελλήνων. Επιθυμεί την ένταξη οιασδήποτε προσπάθειας εφαρμογής του μέσα σ' αυτό το ιδιότυπο ελληνικό βαλκανικό και ανατολικό περιβάλλον. Είναι βέβαιο ότι στα κείμενα της περιόδου που μας απασχολεί, η αρχικά έντονη πολεμική του απέναντι στη σοσιαλιστική ιδεολογία έχει αμβλυνθεί σημαντικά. Η μεσοπολεμική περίοδος, που ξεκινούσε, θα αποτελούσε ένα άριστο πεδίο εφαρμογής των δραγουμικών αντιλήψεων, ενώ ο μονόδρομος των ευρωπαϊκών επιλογών της μεσοπολεμικής Ελλάδας (ιδίως μετά το 1923), θα προκαλούσε τον Δραγούμη να λάβει πιο σαφή θέση στο ερώτημα, εάν η σύζευξη εθνισμού, σοσιαλισμού και ανατολισμού ήταν εφικτή στα νέα δεδομένα. Εξάλλου, η θέση που θα λάβαινε ο Δραγούμης απέναντι στα ολοκληρωτικά καθεστώτα της μεσοπολεμικής περιόδου και στη σοβιετική εκδοχή του σοσιαλισμού , θα ξεκαθάριζε ακόμη περισσότερο το τοπίο. Ο Δραγούμης, όμως, δε βρισκόταν στη ζωή κι έτσι οποιαδήποτε προσπάθεια απάντησης στα παραπάνω ερωτήματα είναι επισφαλέστατη.
162
ΜΕΡΟΣ Β':Η Ε Λ Λ Α Δ Α Σ Τ Ο Ν Α ' Π Α Γ Κ Ο Σ Μ Ι Ο
ΠΟΛΕΜΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ Ε Μ Π Ο Λ Ε Μ Ο Υ Σ α. Τα διλήυυατα της ελληνικής εξωτεοικής πολιτικής και η θέση του Δοανούυη Από την εποχή των βαλκανικών πολέμων, όταν η Ελλάδα αποτέλεσε χώρο εκδήλωσης του γαλλογερμανικού ανταγωνισμού, διαμορφώθηκαν διαφορετικοί προσανατολισμοί
στην
ελληνική εξωτερική πολιτική. Το
καλοκαίρι του 1913 φάνηκαν οι πρώτες ενδείξεις της διάστασης μεταξύ του Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου που επιθυμούσε, όπως και ο γερμανόφιλος κύκλος του, την προσχώρηση της Ελλάδας στη Συμμαχία των Κεντρικών Αυτοκρατοριών. Οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν με την Ευρωπαϊκή κρίση, το καλοκαίρι του 1914, κατέστησαν ωστόσο αναπόφευκτη την πολιτική κρίση στην Ελλάδα που οδήγησε στον Εθνικό Διχασμό. Ετσι, ενώ η κυβέρνηση Βενιζέλου αποφάσισε στις 21-7/2-8 την τήρηση ευμενούς ουδετερότητας προς τη Σερβία, με την οποία συνδεόταν η Ελλάδα βάσει της συνθήκης συμμαχίας του 1913, ο υπουργός των εξωτερικών Γ. Στρέϊτ υποστήριξε στο υπουργικό συμβούλιο τέσσερις μέρες αργότερα την πολιτική της διαρκούς ουδετερότητας ερχόμενος σε αντίθεση με την άποψη που είχε διαμορφωθεί1. Ο Βενιζέλος πριν από την πρώτη κυβερνητική κρίση, στα τέλη Αυγούστου / αρχές Σεπτεμβρίου, όταν υπέβαλε την παραίτηση του που δεν έγινε δεκτή από το βασιλιά, είχε προβεί σε τρεις προσπάθειες εγκατάλειψης της
ουδετερότητας. Το
φθινόπωρο,
όμως,
κατέστη
επιφυλακτικός,
' George Leon, Greece and the Great Powers 1914-1917, Thessaloniki 1974, σ. 32.
163
προσανατολιζόμενος
στον
σχηματισμό
ενός
ελληνο-ρουμανοσερβικού
μπλοκ. Ετσι όταν οι Σύμμαχοι προσέφεραν τη Βόρειο Ηπειρο, εκτός Αυλώνας, και εξασφάλιση από τον βουλγαρικό κίνδυνο, επέμεινε στη ρουμανική εγγύηση. Τον
Ιανουάριο του 1915, ο sir Edward Grey, υπουργός
των
εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, πρότεινε στον Βενιζέλο να υποστηρίξει τη Σερβία με αντάλλαγμα παραχωρήσεις στη Μικρά Ασία. Η προσφορά αυτή κατέστησε τον Ελληνα πρωθυπουργό αποφασιστικότερο στο ζήτημα της εξόδου από την ουδετερότητα. Χωρίς να έχει προκαθορισμένες ιδέες για τα ακριβή εδαφικά όρια της Ελλάδας, ο Βενιζέλος κατηύθυνε τη φιλοδοξία του προς τη δυτική Μικρά Ασία, για την οποία ήταν διατεθειμένος να προβεί σε θυσίες, παραχωρώντας
ακόμη και την Καβάλα. Αντιλαμβανόταν
την
επέκταση στο Αιγαίο ως απαραίτητη για να καταστεί η Ελλάδα ισχυρότερη ναυτική δύναμη από την Τουρκία2. Οταν όμως στις 2/15 Φεβρουαρίου οι Σύμμαχοι πρότειναν στον Βενιζέλο να βοηθήσει τη Σερβία προσφέροντας του τη συμμετοχή δύο μεραρχιών, μιας αγγλικής και μιας γαλλικής, δίστασε θεωρώντας την περίσταση επικίνδυνη μετά την άρνηση της Ρουμανίας να συμμετάσχει χωρίς τη Βουλγαρία. Ο Βενιζέλος, τον Ιανουάριο του 1915 είχε θέσει ως όρους εξόδου από την ουδετερότητα υπέρ της Entente την ταυτόχρονη έξοδο της Βουλγαρίας και την έξοδο της Ρουμανίας στον πόλεμο σε περίπτωση ουδετερότητας της Βουλγαρίας. Παράλληλα, θεωρούσε απαραίτητη την εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας και την παροχή οικονομικής βοήθειας από τους Συμμάχους3. Οι Σύμμαχοι αποφάσισαν κατόπιν τη δημιουργία βαλκανικού μετώπου στα Δαρδανέλλια και τη
2
D.G. Portolos . Greek Foreign policy from Sept 1916 to Oct. 1918, D. Ph. Thesis, Ανεκδ. Διδακτορ. Διατριβή, London 1974, p. 17. 3 A.Y.E. A 15A/1914, Venizelos to the Greek Legations in Paris, London and Petersburg.
164
χερσόνησο της Καλλίπολης που αποσκοπούσε στην αποκοπή της Τουρκίας από τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες και τη δημιουργία ενός αντιγερμανικού βαλκανικού μετώπου4. Η βαθειά επιθυμία του Κωνσταντίνου να μπει νικητής στην πόλη των Παλαιολόγων, τον ώθησε στην αντιμετώπιση του ενδεχομένου της εισόδου στον πόλεμο κατά της Τουρκίας, μετά τη συνάντηση με τον Βενιζέλο στις 17 Φεβρουαρίου / 2 Μαρτίου 1915. Εξάλλου, στο πρώτο Συμβούλιο του Στέμματος μόνον ο Γεώργιος Θεοτόκης ήταν αντίθετος στο σχέδιο του Βενιζέλου για συμμετοχή στις επιχειρήσεις με μια μεραρχία. Η Ελλάδα, μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, εντάχθηκε πλέον στο διεθνές σύστημα. Οταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, η Ελλάδα δεν ήταν δυνατόν να μείνει ανεπηρέαστη. Οι δυνατότητες της απέκλειαν την οργάνωση ενός συστήματος ασφαλείας, που θα μπορούσε αυτοδύναμα να αποτρέψει εξωτερικούς κινδύνους. Ετσι, η ασφάλεια της εξαρτιόταν, σε μεγάλο βαθμό, από μια ισορροπία δυνάμεων που καθόριζαν εξωγενείς παράγοντες, όπως π.χ. σύστημα συμμαχιών που θα μπορούσε να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην εξασφάλιση της ακεραιότητας της, στην προώθηση των εθνικών της στόχων και την αποτροπή κάθε ξένης επιβολής. Θα έπρεπε, δηλαδή, να αναπτύξει συμμαχίες ή συνασπισμούς που θα μπορούσαν να προσφέρουν τη μέγιστη ασφάλεια με τον ελάχιστο βαθμό κινδύνου και κόστους5. Η Ελλάδα αμέσως μετά την έκρηξη του πολέμου διακήρυξε ότι θα παρέμενε ουδέτερη και θα επενέβαινε μόνο σε περίπτωση βουλγαρικής επίθεσης κατά της Σερβίας . Η γενίκευση του πολέμου και ο αντίκτυπος του στα Βαλκάνια αμέσως επηρέασαν τη θέση της Ελλάδας. Η συμμετοχή των
4
G. Leon, όπ. παρ. σ. 98-103. Επίσης Yannis G. Mourelos, L ' Intervention de la Grèce dans la Grande Guerre (1916-1917). Collection de 1' Institut Français d' Athènes, 1983, σ. 22. G. Leon, όπ. παρ. σ. 3-4.
165
Δυνάμεων στον πόλεμο αναγκαστικά σήμαινε ότι κάθε ουδέτερη βαλκανική χώρα δεν μπορούσε πλέον να καθορίσει την πολιτική της, χωρίς να λάβει υπόψη τα γενικά στρατιωτικά και πολιτικά δεδομένα του Ευρωπαϊκού πολέμου. Ηταν επίσης φανερό ότι η ανάπτυξη των Μεγάλων Δυνάμεων ουσιαστικά
αχρήστευε
την
αρχή
της
βαλκανικής
ισορροπίας
ως
προσδιοριστικού παράγοντα της εξωτερικής πολιτικής των βαλκανικών χωρών που παρέμεναν ακόμη ουδέτερες6. Ο Δραγούμης, ως διπλωμάτης, έλαβε θέση στο καίριο αυτό πρόβλημα. Από την Πετρούπολη, όπου υπηρετούσε, με μυστικό του τηλεγράφημα προς τον Βενιζέλο και τον Βασιλιά το Φεβρουάριο του 1915, εισηγήθηκε την έξοδο της Ελλάδας στο πλευρό της Entente7. Μετά την παραίτηση του από τη διπλωματική υπηρεσία, σε άρθρο του στην «Πολιτική Επιθεώρηση» κατέληγε ως εξής: «Ως προς το μέλλον δεν πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο συμμετοχής της Ελλάδας και εις τον Ευρωπαϊκόν πόλεμον. Θα υπάρξουν ίσως μέχρι το τέλος του πολέμου λόγοι, δι ους θα επιβάλλεται η συμμετοχή μας εις αυτόν (λόγοι εθνικοί, επεκτάσεως των ορίων της Ελλάδας ή συντηρήσεως των κεκτημένων συντρεχόντων και λόγων οικονομικών ως και της ανάγκης συμπαραστάσεως της Ελλάδας εις το συνέδριον της ειρήνης). Η συμμετοχή αυτή της Ελλάδας, αν παρουσιαστεί περίπτωσις, θα γίνει κατ' ανάγκην παρά το πλευρόν των Δυνάμεων της Συνενοήσεως, αλλά θα πρέπει να έχει ως προϋπόθεσιν την ύπαρξιν καταλλήλων στρατιωτικών συνθηκών, δεν θα είναι αποτέλεσμα κανενός εκβιασμού, αλλά απόρροια ελευθέρας κρίσεως και αποφάσεως»8.
Περισσότερες λεπτομέρειες στο G. Leon, όπ. παρ. σ. 16-59. 1 . Δραγούμης προς το Υπουργείο Εξωτερικών, απόρρητο. Α.Υ.Ε. 1915, α/15/ιε. 8 «Ανασκόπησις των εξωτερικών γεγονότων εν σχέσει προς την Ελλάδα από της εκρήξεως του ευρωπαϊκού πολέμου», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', έτος Α', Αρ. 2, 9 Ιανουαρίου 1916, σ. 56. 7
166
Αμέσως μετά την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, φάνηκαν οι διαφορετικές οπτικές και αντιθέσεις της κάθε πλευράς. Η Βενιζελική πλευρά έκλινε προς την πλευρά των Δυτικών συμμάχων και επιθυμούσε την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο με το μέρος της Entente. Πίστευε ότι η Ελλάδα, χώρα ναυτική, έπρεπε να βασιστεί στις Δυτικές δυνάμεις και κυρίως στην Αγγλία για να προωθήσει τα εθνικά της συμφέροντα καθώς την εποχή εκείνη τα συμφέροντα της Αγγλίας και της Ελλάδας στην
Εγγύς Ανατολή
συνέπιπταν. Η Αγγλία είχε ανάγκη από ένα σταθερό σύμμαχο στην περιοχή, κι αυτός έπρεπε, κατά τον Βενιζέλο, να είναι η Ελλάδα. Εάν νικούσαν οι Δυνάμεις της Entente θα προέκυπτε το θέμα του διαμελισμού της Οθωμ. Αυτοκρατορίας. Ο Βενιζέλος πίστευε ότι με τον πόλεμο αυτό δινόταν η τελευταία ευκαιρία στην Ελλάδα για την εθνική της ολοκλήρωση. ΓΥ αυτό και αποδέχτηκε
την
παραχώρηση
της Καβάλας στους
Βούλγαρους, με
αντάλλαγμα εδάφη στη Δυτική Μικρά Ασία9. Αντίθετα, ο Κωνσταντίνος και το Επιτελείο πίστευαν στη νίκη της Γερμανίας και διακήρυσσαν την ανάγκη τήρησης αυστηρής ουδετερότητας10. Ο Υπουργός Εξωτερικών Γ. Στρέϊτ, που επηρέαζε την πολιτική του Βασιλιά, πίστευε στην ανάγκη καταπολέμησης του πανσλαβισμού με έναν ελληνορουμανο-τουρκικό
συνασπισμό. Ακόμη
φρονούσε ότι στο μελλοντικό
Ευρωπαϊκό χάρτη, η Αυστρο-Ουγγαρία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα παρέμεναν ακέραιες11. Ο Δραγούμης επιθυμούσε οπωσδήποτε τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο. Φρονούσε, όμως, ότι η συμμετοχή αυτή έπρεπε να γίνει, όταν
«Α' Υπόμνημα του Ελευθερίου Βενιζέλου προς τον βασιλιά Κωνσταντίνο (11/24 Ιανουαρίου 1915)», Β.Ε.Β., τ. 3, σ. 195-200 και Βεντήρης, Η Ελλάς του 1910-1920, τ. 1, σ. 268 κ.εξ. 10 Κ. Ζαβιτσιάνου, Αναμνήσεις εκ της διαφωνίας Κωνσταντίνου - Βενιζέλου τ.Α', (19141922), Αθήνα 1946-47, σ. 81-82. 11 Γ. Στρέϊτ, Ημερολόγιον - Αρχείον, τ. Α', Αθήνα 1964, σ. 74-75.
167
θα ωρίμαζαν οι συνθήκες κι όχι κάτω από καθεστώς εκβιασμού. Δεν συμμεριζόταν την άποψη της διαρκούς ουδετερότητας που πρέσβευε η φιλοανακτορική πλευρά. Πίστευε ότι κάποια στιγμή θα εξαναγκαζόταν η Ελλάδα να εισέλθει στον πόλεμο και ίσως τότε να μην μπορούσε να διαπραγματευθεί σωστά τους όρους συμμετοχής της. Ο Δραγούμης δεν συμμεριζόταν την κατηγορηματική αντίθεση των φίλων και συνεργατών του για την ενδεχόμενη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Entente. Εξ αρχής συνηγορούσε για την έξοδο της Ελλάδας με το μέρος της Entente, αλλά ως κράτους ανεξάρτητου και ενωμένου
σε κατάλληλη στιγμή
και χωρίς
να θυσιάσει εδάφη
που
ελευθέρωσε με τους πολέμους του 1912-1913, απεναντίας με την «ει δυνατόν εξασφάλιση των κεκτημένων και με ορισμένες εδαφικές επεκτάσεις, όπως στη Βόρειο Ηπειρο, στη Θράκη και τα Δωδεκάνησα και χωρίς να μπούνε σε κίνδυνο κατά το δυνατόν οι ελληνικοί πληθυσμοί στην Τουρκία»12. Επανειλημμένα ο Δραγούμης από τη διπλωματική του υπηρεσία θα επιστήσει την προσοχή της Κυβέρνησης στο ζήτημα των ανταλλαγμάτων για πιθανή έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Η Ιταλία και η Ρουμανία δεν ζήτησαν ανταλλάγματα για την ουδετερότητα τους, διαπραγματεύτηκαν όμως τα ανταλλάγματα της συμμετοχής τους στον πόλεμο. Αντίθετα η Βουλγαρία επιχείρησε να λάβει ανταλλάγματα για την ουδετερότητα της απειλώντας έξοδο στο πλευρό είτε του ενός είτε του άλλου συνασπισμού. Τα Βουλγαρικά αυτά ανταλλάγματα προϋπέθεταν οικειοθελείς παραχωρήσεις από μέρους της Ρουμανίας, της Σερβίας και της Ελλάδας προς τη Βουλγαρία. Η Σερβία ίσως υποχωρήσει, επειδή βρίσκεται σε κίνδυνο. Η Ελλάδα όμως δεν θα πρέπει να ακολουθήσει τη λογική των ανταλλαγμάτων προς τη Βουλγαρία, όπως ίσως πράξει η Ρουμανία. Κατά τον Δραγούμη, η Ρουμανία έχει δύο
2
Φίλιππος Δραγούμης, Ημερολόγιο (1916-1919), Αθήνα 1984, σ. 102.
168
μέτωπα: ένα Ευρωπαϊκό με την Αυστροουγγαρία (Τρανσυλβανία, Βανάτο) κι ένα Βαλκανικό με την Βουλγαρία (Δοβρουτσά). Εχει λοιπόν το περιθώριο να θυσιάσει το βαλκανικό της μέτωπο για να κερδίσει στο Ευρωπαϊκό. Από την άλλη μεριά, η Ρωσία
δεν θα πιέσει ενδεχομένως τη Ρουμανία να
παραχωρήσει τη Δοβρουτσά στη Βουλγαρία, για να εξουδετερώσει πιθανή απαίτηση της Ρουμανίας για παραχώρηση της Βεσσαραβίας σ' αυτή. Κατά συνέπεια, «η Ελλάς μη έχουσα ει μη εν μέτωπον δεν δύναται να υπείκει πάντοτε εις τας εκ Βουκουρεστίου εμπνεύσεις ουδέ να παρακολουθή εν παντί την Ρουμανικήν
πολιτικήν»13,
θα συμπεράνει. Αποτελεί εδραία
πεποίθηση του ο βαλκανικός προσανατολισμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής για την οποία πρώτιστη προτεραιότητα οφείλει να είναι η διασφάλιση της ακεραιότητας της Μακεδονίας. Κατά τον Δραγούμη, θα έπρεπε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο ο πόλεμος της Ελλάδας με την Τουρκία, διότι θα είχε σαν συνέπεια τον μέχρι εξοντώσεως διωγμό του ελληνισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η σύμπραξη της Ελλάδας με την Entente εγκυμονούσε τον άμεσο κίνδυνο ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, εξέλιξη η οποία θα έπρεπε να αποφευχθεί, «και δια τούτο λοιπόν, αλλά και δι' άλλους λόγους, πολιτικούς και στρατιωτικούς, θα ενεδεικνύετο η υπό της ελληνικής πολιτικής επιδίωξις εντοπισμού του πολέμου, κατά το ιταλικόν παράδειγμα»14. Σ' ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον Υπόμνημα προς τον όπως
ο
ίδιος
σημειώνει , δεν
Βασιλιά
που,
επιδόθηκε ποτέ, θα τονίσει: «Εάν η
ουδετερότης δύναται να είναι εις τινας περιστάσεις εθνοσωτήριος πολιτική ως ανταποκρινόμενη προς το συμφέρον της αυθυπαρξίας ή αυτοσυντηρίας κράτους τινός, νομίζω ότι δια την Ελλάδα υπό τας ενεστώσας συνθήκας η
Α.Υ.Ε. Α 15/Θ 1914. Ι. Δραγούμης προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών, 12 Νοεμβρίου 1914, Αρ. 2170. 1 «Ανασκόπησις », όπ. παρ. σ. 57.
169
ουδετερότης δε δύναται να είναι άλλο τι ει μη πολιτική μεταβατική, πολιτική ανάγκη της παρούσης στιγμής μη προδικάζουσα ή μη αποκλείνουσα μέλλουσας διαφόρους αποφάσεις»15. Μετά την παραίτηση του Βενιζέλου, έπρεπε να ανέλθει στην εξουσία μία κυβέρνηση που θα προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί κατά το καλύτερο δυνατό τρόπο την ουδετερότητα . «Πάντες συμφωνούμεν υποθέτω περί του ότι αποκλείεται η εν πολέμω ημετέρα σύμπραξις προς την Γερμανίαν, Βουλγαρίαν και Τουρκίαν. Αποκλείεται δε επίσης και η εις το διηνεκές ουδετερότης. Εφ' όσον νομίζομεν ότι συμφέρει ημιν κατ' ανάγκην θα τηρούμεν ουδετερότητα. Η ουδετερότης αύτη θα είναι ευμενής προς τας Δυνάμεις τούτας, και διότι σύμμαχος αυτών τυγχάνει και η υμετέρα σύμμαχος Σερβία, αλλά και διότι από της ενάρξεως του Ευρωπαϊκού πολέμου εκδηλώσαμεν απεριφράστως ότι η ουδετερότης της Ελλάδας θα έχει χαρακτήρα απολύτου φιλίας προς αυτές. Απομένουν λοιπόν κατ' ανάγκην δύο δύναται πολιτικαί κατευθύνσεις ήτοι: α) η προσωρινή και ευμενής υπέρ των Δυνάμεων της Συννενοήσεως ουδετερότης και β) η μετά την παρέλευσιν χρόνου τινός σύνταξις ημών προς το Στρατόπεδον των Δυνάμεων της Entente, ήτοι η ημετέρα συμμετοχή εις τον πόλεμον παρά το πλευρόν αυτών
»16. Τη θέση του για την ευμενή προς τους Συμμάχους ουδετερότητα θα
εκφράσει και προς τον Αλ. Πάλλη «.... Οσο για τα πολιτικά βέβαια δεν μπορούμε να πάμε με το μέρος των κεντρικών αυτοκρατοριών, αλλά, για την ώρα, ίσως είναι ανάγκη να μείνουμε ουδέτεροι με ευμενή ουδετερότητα για τους Συμμάχους....»17.
15
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Ι. Δραγούμη, Υπόμνημα προς τον βασιλιά που δε δόθηκε ποτέ. Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 16 «ο
υπ. παρ. Ι. Δραγούμης προς Α. Πάλλη 29-8-1915. Αρχείο Πάλλη (δημοτικιστών). Αυτόγραφα Ι. Δραγούμη προς Α. Πάλλη, Αρ. 105, Ε.Λ.Ι.Α. 17
170
Σε μια άκρως ενδιαφέρουσα απαντητική επιστολή του Δραγούμη προς τον Δόσιο που δημοσιεύτηκε στην «Πολιτική Επιθεώρηση», εκτίθενται οι προϋποθέσεις με βάση τις οποίες συμβούλευε ο Δραγούμης την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο υπέρ της Entente
και την εγκατάλειψη της
ουδετερότητας της 18 . Οι
οδηγίες
της
επίσημης
κυβέρνησης
για
το
ζήτημα
των
παραχωρήσεων στην Βουλγαρία από την αρχή του πολέμου ήταν οι ίδιες: να μη δεχόμαστε καμία παραχώρηση. Επειδή, όμως, η διπλωματία της Entente επέμενε ιδιαίτερα στο ζήτημα αυτό, ίσως θα ήταν ισχυρότερη η θέση της Ελλάδας, εάν συμμαχούσε με την Entente, παρά, εάν έμενε ουδέτερη ως το τέλος ή μέχρι τη λήψη αποφάσεων από μέρους της Βουλγαρίας. Επειτα, με την πολιτική
αυτή, θα εμφανιζόταν περισσότερο ισχυροποιημένος
ο
ελληνοσερβικός άξονας, στον οποίο θα προσέκρουαν οι βουλγαρικές απαιτήσεις. Αυτή ήταν η πρώτη προϋπόθεση. Δεύτερη προϋπόθεση ήταν ότι οι Αγγλογάλλοι θα έμπαιναν στην Πόλη σε τρεις εβδομάδες από την πρώτη επίθεση στα Δαρδανέλλια και ότι τότε θα έμπαιναν και οι Ρώσοι από το Βόσπορο. Κατά τον Δραγούμη, δε θα έπρεπε να απουσιάσουν οι Ελληνες από την Πόλη, αφού μάλιστα τους καλούσαν και οι Αγγλοι. Πίστευε ο Δραγούμης ότι συνέφερε στην Ελλάδα να λάβει μέρος στην συνδιάσκεψη ή στο συνέδριο της ειρήνης. Για όλους τους λόγους αυτούς θα προτείνει την έξοδο της Ελλάδας από την ουδετερότητα υπέρ της Entente19. Στην περίπτωση, όμως, που δεν ίσχυαν οι προϋποθέσεις αυτές, ήταν
επιβεβλημένη
η
πολιτική
της
ευμενούς
προς
την
Entente
ουδετερότητας.
18
Αλληλογραφία, Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β', τ. Α', Αρ. 4, 23 Ιανουαρίου 1916, σ. 140142. 19 Όπ. παρ. ο. 141.
171
Στο αδημοσίευτο σχέδιο Υπομνήματος του προς τον Βασιλιά θα υποστηρίξει ότι ήταν δυνατόν να νικήσουν οι Γερμανο-αυστριακοί όχι ολοκληρωτικά, αλλά μερικώς, στα άλλα τρία μέτωπα, χωρίς να νικήσουν αναγκαστικά και στο Βαλκανικό μέτωπο. Ετσι, την Ελλάδα θα ενδιέφερε πρώτιστα η νίκη των Συμμάχων της στο Βαλκανικό μέτωπο και μάλιστα θα την συνέφερε ακόμη και η αμφίρροπη νίκη των εμπολέμων πλευρών στα λοιπά μέτωπα. Ποιο είναι λοιπόν το συμφέρον της Ελλάδας; «Ημείς οφείλομεν να σκεφθώμεν εάν και υπό τινας όρους θα συνέφερεν ημιν να εκμεταλλευθώμεν την Entente προς μείωσιν της Βουλγαρικής υπεροχής εν τω Αίμω. Εχομεν επίσης συμφέρον ίνα δια της συμπολεμήσεως ημών δειχθώμεν πρόθυμοι να προσφέρωμεν εκδούλευσιν εις τας Δυνάμεις της Entente, ίνα διανοίξωμεν μείζον το χάσμα μεταξύ αυτών και της Βουλγαρίας παραμενούσης, δια της επεμβάσεως ημών, ασφαλέστερον εις το αντίθετον στρατόπεδον. Εχομεν τέλος συμφέρον να μην απομακρυνθώμεν εκ της Σερβίας ανεξαρτήτως της ισχύος της ελληνοσερβικής συνθήκης συμμαχίας, ίνα μη παράσχωμεν
ευκαιρίαν εις την Βουλγαρίαν να επιδίωξη τυχόν
συνθηκολόγησιν ή ίσως συμμαχίαν μετά της Σερβίας εις βάρος ημών τη επινεύσει και συμπράξει της Αγγλίας και Ρωσίας»20, θα απαντήσει ο Δραγούμης. Πώς θα πρέπει, στις συνθήκες αυτές να πολιτευθεί η Ελλάδα; Κατά τη γνώμη του Δραγούμη η απομάκρυνση του Βενιζέλου από την πρωθυπουργία θέτει την Ελλάδα σε καλύτερη θέση για διαπραγμάτευση, διότι αφενός της επιτρέπει να επικοινωνεί καλύτερα με τις Κεντρικές Δυνάμεις, αφετέρου επιβάλλει στις Δυνάμεις της Entente να την αντιμετωπίσουν προσεκτικότερα, και καταλήγει: «Τούτων ούτως εχόντων φρονώ ότι η παρούσα κυβέρνησις δεν πρέπει να επαναπαύεται εις την ουδετερότητα, αλλά να χρησιμοποιή την
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
172
ουδετερότητα προς παντοίας διαπραγματεύσεις και όχι μόνον προκαλούμενη υπό της μιας ή της άλλης των εμπολέμων ομάδων να διαπραγματεύεται τα ζητήματα, αλλά και αυτή προκαλούσα, όταν είναι ανάγκη, και συνδυάζουσα τα πράγματα και υποδεικνύουσα λύσεις»21. Στη συνέχεια του Υπομνήματος του καταθέτει τις προτάσεις του που είναι οι εξής: α) Αφετηρία της σκέψης και των αποφάσεων της ελληνικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η νίκη της Ελλάδας επί των Βουλγάρων στο Βαλκανικό μέτωπο, β) κάθε διαπραγμάτευση να γίνεται από την υπεύθυνη Κυβέρνηση, γ) όχι μόνο να μη σταματήσει η επαφή της Ελλάδας με τις Δυνάμεις της Entente, αλλά και να επιδιώκεται ακόμη και η συνομολόγηση γραπτής συνθήκης συμμαχίας με την Entente που θα περιέχει τα πολιτικά ανταλλάγματα της ελληνικής συμμετοχής στον πόλεμο, δ) οφείλει να διεξάγεται συνεχώς διαπραγμάτευση ειδικών θεμάτων και προς την ομάδα των Κεντρικών Δυνάμεων, εφόσον ακόμη η Ελλάδα βρίσκεται σε ειρήνη και να διατηρηθούν οι καλές σχέσεις με αυτές και μετά την ενδεχόμενη κήρυξη του ελληνοβουλγαρικού πολέμου. προλάβωμεν να παράσχωμεν
Κατά τον Δραγούμη
«πρέπει
να
εκουσίως την ημετέραν συμμαχίαν πριν ή
ασκήσωσιν αι Δυνάμεις της Entente πίεσιν επί της Ελλάδας και πριν ή κατασυντριβωσιν οι Σέρβοι, διότι εννοείται ότι τα παρασχεθησόμενα υπ' αυτών ωφελήματα εις την Ελλάδα θα είναι κατ' ευθείαν ανάλογα προς την ανάγκην ην θα έχωσιν της ημετέρας συμπράξεως οι σύμμαχοι ως και προς την στιγμήν καθ' ήν θα προσφέρει η Ελλάς τας υπηρεσίας αυτής. Είναι κατάδηλον ότι της συμπολεμήσεως ημών θέλομεν προτάξει όρους σοβαρούς α) πολιτικούς, β) στρατιωτικούς»22. Εάν οι σύμμαχοι δεν εκπληρώσουν τους στρατιωτικούς όρους, η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να είναι ουδέτερη. Μάλιστα η κατάσταση δεν
2
Όπ. παρ. Όπ. παρ.
173
κωλύεται από την είσοδο της Ρουμανίας στο πόλεμο. Επειδή, όμως, οι Αγγλο-Γάλλοι δεν είναι εύκολο να στείλουν στρατό, ίσως συμφέρει την Ελλάδα να δείξει προθυμία συμμετοχής στον πόλεμο από τη στιγμή αυτή και υπογραφής συνθήκης συμμαχίας με τις Δυνάμεις της Entente23. Διαπιστώνουμε, κατά συνέπεια, ότι ο Δραγούμης θεωρεί περισσότερο ενδεδειγμένη την τήρηση πολιτικής ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στις Δυνάμεις της Entente. Μάλιστα συνιστούσε έξοδο από την ουδετερότητα στο πλευρό της Entente, εφ' όσον βέβαια ικανοποιούνταν οι πολιτικοί και κυρίως οι στρατιωτικοί όροι που όφειλε να θέσει η Ελλάδα στη Συμμαχία. Διαφωνούσε όμως με την άσκηση της πολιτικής αυτής τόσο από την κυβέρνηση Βενιζέλου, όσο και από τις κυβερνήσεις Γούναρη και Σκουλούδη, θεωρώντας ότι η άστοχη εφαρμογή της έπληξε θανάσιμα το διεθνές κύρος της χώρας .
β. Η κριτική του Δοανούυη στην εφαοίΐονή της πολιτικής ουδετερότητας. Οταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε λάβει ακόμη αποφάσεις και βρισκόταν σε κατάσταση αναμονής. Στις 11/24 Ιουλίου 1914, ο Στρέϊτ τηλεγράφησε στον Βενιζέλο, που βρισκόταν στη Τεργέστη, την άποψη που διοχετεύτηκε από τη γερμανική κυβέρνηση, πως στο ενδεχόμενο γενικότερου πολέμου η Ελλάδα δεν έπρεπε να συνδράμει τη Σερβία στρατιωτικά24. Ταυτόχρονα σχεδόν, η Σερβία προσπάθησε να προκαθορίσει τη στάση της Ελλάδας σε περίπτωση προσβολής της από την Αυστρία ή τη Βουλγαρία25. Η απάντηση του Βενιζέλου από το Μόναχο ήταν
"' Όπ. παρ. ~ Δ.Ε.Υ.Ε. αριθ. 11, σ. 36. G. Leon. όπ. παρ. σ. 16, Ch. Theodoulou, Greece and the Entente Aug. 1 1914-Sept 25, 1916, Thessaloniki 1971. σ. 10 κ. ες. " Δ.Ε.Υ.Ε., αριθ. 12, σ. 37.
174
πολύ
διπλωματική:
η
Ελλάδα
επιφυλασσόταν
σε
ενδεχόμενη
σερβοαυστριακή ρήξη να μελετήσει την εφαρμογή της συνθήκης, αν όμως αναμιγνυόταν η Βουλγαρία, τότε θα πολεμούσε26. Ο Βενιζέλος εκτιμώντας σωστά την κατάσταση, πίστευε πως η χώρα θα έπρεπε να επιστρατευθεί, μόνον αν προηγούνταν
η βουλγαρική
επιστράτευση. Αλλωστε και η σερβική πλευρά είχε τηρήσει ανάλογη στάση κατά την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Καθόριζε όμως ρητά πως η Ελλάδα ήταν αδύνατο να ταχθεί στο αντίθετο προς την Entente στρατόπεδο, δίνοντας σχετικά ανταντικό κι όχι απόλυτα ελληνικό χαρακτήρα στην εξωτερική του πολιτική2,,·
Στη συνεδρίαση της Βουλής της 17ης Σεπτεμβρίου
1914, ο Βενιζέλος δήλωνε ότι η Ελλάδα θα παρέμενε ουδέτερη στον πόλεμο αυτό και διευκρίνιζε: «εφ' όσον από της πρωτοβουλίας της Ελλάδας εξαρτάται, δύνανται να είναι πάντες βέβαιοι ότι επέκτασις της πολεμικής πυρκαϊάς δεν θα επέλθη εις την βαλκανικήν χερσόνησον» και διαβεβαίωνε τους αντιπροσώπους του έθνους πως «η κυβέρνησις προσεπάθησε και προσπαθεί όπως εκπληρώσει όσον ένεστι πληρέστερον τας πολλαπλός αυτής υποχρεώσεις, τας επιβαλλομένας εκ της ουδετερότητας»28. Ο Βενιζέλος, όμως, απέφυγε να μιλήσει για τις συνεχείς παραβιάσεις της ελληνικής ουδετερότητας στη Ζάκυνθο αρχικά, όταν είχαν γίνει ενέργειες για την εγκαθίδρυση εκεί ναυτικών βάσεων και σταθμού ανεφοδιασμού, έπειτα από παρουσία αγγλικών καταδρομικών
και τορπιλλοβόλων. Ο
Αυστριακός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη κατάγγειλε ότι Σέρβοι αξιωματικοί οργάνωναν
εκεί τον ανεφοδιασμό των σερβικών
διέρρευσαν πληροφορίες πως
στρατευμάτων, ενώ
αναμενόταν στη Θεσσαλονίκη γαλλικό
" Δ.Ε.Υ.Ε., αριθ. 14, σ. 39, Επίσης G. Leon, όπ. παρ. σ. 16-59 και Theodoulou, όπ. παρ. σ. 47-69. 27 Π. Πετρίδης, Ξενική εξάρτηση και εθνική πολιτική 1910-1918, Θεσσαλονίκη 1981, σ. 237. 28 Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1914, Συνεδρίασις της 17ης Σεπτεμβρίου, σ. 232-233.
175
ατμόπλοιο από τη Μασσαλία με πολεμοφόδια για τη Σερβία. Ο Βενιζέλος υποσχέθηκε αναστολή του ανεφοδιασμού της Σερβίας από τη Θεσσαλονίκη, χωρίς όμως να σταματήσει η τακτική της παρασκηνιακής εξυπηρέτησης των Σέρβων. Τον Οκτώβριο του 1914, ο Τουρκικός στόλος βομβάρδισε τα ρωσικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, γεγονός που οδήγησε στην κήρυξη πολέμου εναντίον της Τουρκίας από την Entente29, μεγιστοποιώντας έτσι τον ρόλο της Βουλγαρίας, η οποία έπρεπε να «κερδηθεί» με κάθε τρόπο από τις εμπόλεμες πλευρές. Οι παραβιάσεις της ελληνικής ουδετερότητας συνεχίστηκαν και στις αρχές του 1915. Η αυστριακή πρεσβεία κατάγγειλε την παρουσία Αγγλων στρατιωτών
στη Θεσσαλονίκη. Τον
Ιανουάριο του 1915, η Entente
εγκαινίασε τη φόρμουλα των αντιπαροχών, προσφέροντας στην Ελλάδα ανταλλάγματα στη Δυτική Μικρά Ασία για να συνδράμει τη Σερβία30, καθώς επίσης και το νησί της Κύπρου31. Μάλιστα ο Βενιζέλος είχε προτείνει και αγγλογαλλική απόβαση στη Θεσσαλονίκη, σε συνδυασμό με την είσοδο της Ρουμανίας στον πόλεμο, η οποία δεν πραγματοποιήθηκε32. Η
επιχείρηση
στα
Δαρδανέλλια, τον
Φεβρουάριο του 1915,
λειτούργησε καταλυτικά, αφού προκάλεσε την παραίτηση του Βενιζέλου και τον σχηματισμό της κυβέρνησης Δημ. Γούναρη, η οποία διατήρηση
της ουδετερότητας και αποχή από
Δαρδανελλίων.
Εθεσε ως στόχο
την
υποσχέθηκε
επιχείρηση
των
της την εξασφάλιση της εδαφικής
ακεραιότητας της χώρας από τη Βουλγαρία σε ενδεχόμενο σύμπραξης με την
' Α. Στεφανοπούλου, Η πολιτική της Ρωσίας δια την Κων/πολιν και τα Στενά κατά τον Α ' Παγκόσμιο πόλεμο, Αθήνα 1975, σ. 22-29. 30 Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, Φ. 173/11, Μουσείο Μπενάκη. 31 Γ. Πικρός, «Ο Βενιζέλος και το Κυπριακό» στα: «Μελετήματα....», όπ. παρ. σ. 186-187. 32 Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, Φ. 173/11, Μουσείο Μπενάκη.
176
Entente.
H Entente ταυτόχρονα προσέγγιζε και την Ελλάδα και τη
Βουλγαρία. Τον Αύγουστο του 1915, η κυβέρνηση Γούναρη παραιτήθηκε και ο Βενιζέλος σχημάτισε εκ νέου κυβέρνηση. Τότε λοιπόν τέθηκε το οξύτατο πρόβλημα της μετάκλησης ξένων στρατευμάτων στην Ελλάδα, την οποία είχε υποστηρίξει ο Βενιζέλος, πριν η Βουλγαρία επιτεθεί κατά της Σερβίας. Η υπόθεση
της
απόβασης
των
αγγλο-γαλλικών
στρατευμάτων
στη
Θεσσαλονίκη υπήρξε ουσιαστικά και η αφορμή για την πρώτη εμφάνιση του Δραγούμη στο βήμα του Κοινοβουλίου. Στη συνεδρίαση της 21 η ς Σεπτεμβρίου 1915, ο Βενιζέλος ανακοίνωσε στο Σώμα τη διαμαρτυρία της Κυβέρνησης του προς την Entente για την παραβίαση της ελληνικής ουδετερότητας, αλλά καθησύχασε τους βουλευτές διαβεβαιώνοντας τους ότι δε θα βλάψει τα ελληνικά συμφέροντα η παρουσία των ξένων στρατευμάτων33. Λαμβάνοντας τον λόγο ο Δραγούμης, θα χαρακτηρίσει την απόβαση ξένων στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη ως «απλή και φυσική απόρροια της αισθηματικής
μάλλον
πολιτικής της Κυβερνήσεως από της αρχής του
Ευρωπαϊκού
πολέμου»34.
Κατά
τον
Δραγούμη,
η
απόβαση
των
Αγγλογάλλων στη Θεσσαλονίκη γεννούσε τρία ζητήματα. Πρώτο ζήτημα συνιστούσε η δυνατότητα απρόσκοπτης επιστράτευσης των ελληνικών στρατευμάτων, εάν η Βουλγαρία διεξήγαγε επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Η απόβαση 40.000 - 200.000 ανδρών σε μια πόλη 160200.000
κατοίκων
θα
σήμαινε
αναγκαστικά
διατάραξη
οικονομικών
συνθηκών και όρων του τόπου αυτού, επιτάξεις οικιών, κτηνώ^ αμαξών, τηλεγραφικών και τηλεφωνικών συγκοινωνιών κ.α. Επίσης, ήταν ενδεχόμενο
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1915, Συνεδρίασις της 21 η ς Σεπτεμβρίου, σ. 142. 34 Όπ. παρ. σ. 142-143.
177
να καταληφθούν φρούρια, να τοποθετηθούν τορπίλλες και γενικά να παρεμβληθούν προσκόμματα σε πιθανή μελλοντική επιστράτευση. Το
δεύτερο ζήτημα ήταν η πιθανή
απόβαση
αγγλο-γαλλικών
στρατευμάτων σε άλλα σημεία εκτός της Θεσσαλονίκης, καθώς επίσης και η χρησιμοποίηση από τους Συμμάχους όχι μόνο της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης - Σκοπίων - Νύσσης, αλλά και των γραμμών Θεσσαλονίκης Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης - Οξιλάρ. Το τρίτο ζήτημα είχε σχέση με τις μελλοντικές προθέσεις της Βουλγαρίας και συγκεκριμένα με τα σχέδια για ελάττωση των ελληνικών εδαφών (ενν. τη περιοχή της Καβάλας), στη περίπτωση που η Βουλγαρία αποδεσμευόταν
από
τις Κεντρικές Δυνάμεις
και προσχωρούσε
στο
στρατόπεδο της Entente35. Κατά τον Δραγούμη, «το πνεύμα της Συνθήκης είναι αποκλειστικώς Βαλκανικόν, δηλαδή σύμμαχοι ημών είναι μόνον οι Σέρβοι, κατά το πνεύμα της συνθήκης, εχθροί δε ενδεχόμενοι μόνον οι Βούλγαροι. Αλλ' εάν η Σερβία έχη Συμμάχους, οι οποίοι θέλουν να υποκαταστήσουν
αυτήν εις τον όρον της συνθήκης περί αποστολής
στρατευμάτων προς αντιμετώπισιν του κοινού εχθρού, εν τοιαύτη περιπτώσει νομίζω ότι δεν έχομεν ουδεμίαν υποχρέωσιν πλέον απέναντι αυτής. Εν η περιπτώσει πάντως η Βουλγαρία δεν επιτεθή μόνη εναντίον της Ελλάδας ή της Σερβίας, πάλιν ημείς δεν φαίνεται να έχωμεν υποχρέωσιν απέναντι της Σερβίας»36. Ο Βενιζέλος απάντησε μόνο στο πρώτο ερώτημα του Δραγούμη διαβεβαιώνοντας
τον
ότι δε θα παρενοχληθεί
η
πιθανή
επιστράτευση από την αγγλογαλλική παρουσία στη Θεσσαλονίκη37.
Το κείμενο της Συνθήκης στα Δ.Ε.Υ.Ε. , αρ. 2, σ. 6-9. Εφημερίς οπ. παρ, σ. 143. Όπ. παρ.
ελληνική
178
Όπως προκύπτει από εμπιστευτικό τηλεγράφημα του Βενιζέλου προς τον Αντιστράτηγο Μοσχόπουλο δεν υπήρχε επίσημη συγκατάθεση της Ελληνικής Κυβέρνησης στην απόβαση αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, εκείνη τη δεδουένη χρονική στινυή. Αρνείται ο πρωθυπουργός να χαρακτηρίσει ως εχθρική ενέργεια την απόβαση θεωρώντας την ως απλή παρεξήγηση σχετικά με την ενδεδειγμένη χρονική στιγμή για την απόβαση και συνεχίζει: « ουδετερότητα
Μολονότι δε επιθυμούντες να διατηρήσωμεν εισέτι την μας δεν
ημπορούμεν
να
συναινέσωμεν
εις
απόβασιν
αγγλογαλλικού στρατού και θα διαμαρτυρηθώμεν κατ' αυτής, είμεθα όμως εξ άλλου αποφασισμένοι να μην αντιτάξωμεν αντίστασιν και να παράσχωμεν τουναντίον πάσας ευκολίας προς αυτούς δια την διέλευσιν και μεταφοράν των εις Σερβίαν, τας δυναμένας να συμβιβασθούν με τας ιδικάς μας ανάγκας της συγκεντρώσεως»38. Συνεχίζοντας ο Βενιζέλος συνιστά την αποφυγή περαιτέρω αποβατικών επιχειρήσεων των ξένων στρατευμάτων, χωρίς όμως να προτρέπει σε δυναμική αντίσταση. «Κατά πάσης τοιαύτης ενεργείας (ενν. αποβατικής) θα δηλώσητε ότι έχετε διαταγήν ν' αντιστητε και θα λάβητε όλα τα αναγκαία μέτρα όπως εμβληθή η πεποίθησις ότι θα προβήτε πράγματι εις αντίστασιν, αλλά κατά την τελευταίαν στιγμήν θ' αποφύγετε την χρήσιν των όπλων, θα προσπαθήσητε ν' αντιστητε εις τα επιχειρούμενα δι' αδρανούς αντιστάσεως και θα διαμαρτυρηθήτε εγγράφως αναφερόντες εις την Κυβέρνησιν τα γενόμενα39
».
Ο Δραγούμης σε κάθε ευκαιρία στηλίτευε τον Βενιζέλο για τη στάση που τήρησε η Ελλάδα απέναντι στους εμπολέμους. Τον επέκρινε για άκρατο φιλο-ανταντισμό και τον θεωρούσε ως αποκλειστικό υπεύθυνο για τις διαρκείς επεμβάσεις των Δυνάμεων στην Ελλάδα, όπως θα αναλύσουμε στο
Αρχείο Γ. Στρέϊτ, Φακ. 14, Υποφακ. 2, Ε.Λ.Ι.Α. Αποστολή Στρατού Συμμάχων εις Μακεδονίαν, Βενιζέλος προς Α/γον Μοσχόπουλον, 18 Σεπτεμβρίου 1915. 39 οπ. παρ.
179
επόμενο κεφάλαιο διεξοδικά. Ομοια επέκρινε και την εφαρμογή από τον Βενιζέλο της πολιτικής της ευμενούς ουδετερότητας της Ελλάδας απέναντι στην Entente. Σε αδημοσίευτο άρθρο του με τίτλο «Ευμενής Ουδετερότης», θα επαναλάβει την αρχική του πρόταση για είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Entente όχι μόνο για να παρασύρουμε τη Βουλγαρία, όπως υποστηρίζει, αλλά και για να μην υποχρεωθούμε σε παραχωρήσεις και να βρεθούν οι Ελληνες στην Πόλη, τον καιρό που θα έμπαιναν οι Ρώσοι. Αλλ' αυτό προϋπέθετε ότι θα έμπαιναν οι Σύμμαχοι και μαζί τους οι Ρώσοι στην Πόλη,
πράγμα
γνωματεύσουν γνωμάτευσαν
που
μόνο
οι
ότι θα γίνονταν ότι μόνο από
στρατιωτικοί
μπορούσαν
ή δεν θα γίνονταν.
ξηράς μπορούσαν
να
έγκυρα
να
Οι στρατιωτικοί καταληφθούν τα
Δαρδανέλλια. Ο Βενιζέλος έκρινε ότι έπρεπε να εισέλθουμε στον πόλεμο στο πλευρό της Entente: α) για να παρασύρουμε και τους Βούλγαρους και τους Ρουμάνους και τους Ιταλούς, β) για να έχουμε μεγαλύτερα ωφελήματα και γ) για να έχουμε δικαίωμα να μετάσχουμε στη διάσκεψη της ειρήνης40. Κατηγορεί τον Βενιζέλο ότι έκανε ατομική πολιτική κι ότι είχε δώσει στους Αγγλους να καταλάβουν πως η Ελλάδα θα συνεργάζονταν μαζί τους έναντι οιουδήποτε τιμήματος. Επικρίνει την επιμονή του Βενιζέλου για συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων με το δέλεαρ της εισόδου των Ελλήνων στην Κων/πολη και την εξηγεί ως προσπάθεια του Κρητικού πολιτικού να παρασύρει την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αγγλίας, για να αποσείσει από πάνω του την αγγλική δυσμένεια. «....Το λάθος του κ. Βενιζέλου ήταν που δυο φορές θέλησε να παίξη την τύχη του και την τύχη του έθνους μες στα όλα. Γιατί και τον Σεπτέμβριο το ίδιο περίπου φαινόμενο
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Ίωνας Δραγούμης, «Ευμενής Ουδετερότης», σ. 1.
180
παρουσιάστηκε.... Τη δεύτερη φορά, δηλαδή τον Σεπτέμβριο, έδωσε θάρρος στους Αγγλογάλλους να αποβιβαστούν στη Μακεδονία
»41, θα τονίσει.
Πράγματι στις 21 Σεπτεμβρίου 1915, η Βουλγαρία κήρυξε μερική επιστράτευση. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Βενιζέλος ζήτησε τη συγκατάθεση του βασιλιά για άμεση κήρυξη μερικής επιστράτευσης. Ο βασιλιάς και το Γενικό Επιτελείο αντιτάχθηκαν στα μέτρα αυτά, καθώς και στην εφαρμογή της ελληνοσερβικής συμμαχίας, γιατί ήταν αδύνατο να αναπτύξει η Σερβία στα βουλγαρικά σύνορα της 150.000 άνδρες, όπως όριζε η συνθήκη. Ο Βενιζέλος τότε πρότεινε να συμπληρωθεί το έλλειμμα από τους Συμμάχους, από τους οποίους θα ζητούσε να στείλουν 150.000 άνδρες στα Βαλκάνια. Η ακριβής αντίδραση του βασιλιά στην πρόταση του Βενιζέλου δεν είναι γνωστή. Φαίνεται όμως ότι ο βασιλιάς έδωσε στον Βενιζέλο μια σιωπηρή συγκατάθεση να βολιδοσκοπήσει τους Συμμάχους, αλλά, αργότερα την ίδια μέρα, επηρεασμένος από τον Στρέϊτ, άλλαξε γνώμη και ζήτησε από τον Βενιζέλο να μην προτείνει στους Συμμάχους το σχέδιο του. Ηταν όμως αργά, γιατί ο Βενιζέλος είχε ήδη υποβάλει την πρόταση του στους Συμμάχους42. Οι Βρετανοί αποδέχτηκαν, καταρχήν την πρόταση του Βενιζέλου, είχαν όμως μεγάλες επιφυλάξεις για τον αριθμό των δυνάμεων και τον χρόνο της αποβάσεώς τους. Αντίθετα, οι Γάλλοι βιάστηκαν να υποσχεθούν στον Βενιζέλο αποστολή των δυνάμεων που τους ζητούσε με διπλό κίνητρο να τον βοηθήσουν να παραμείνει στην εξουσία και να δεσμεύσουν την Ελλάδα στον πόλεμο43. Το ζήτημα της απόβασης των αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, οδήγησε στην παραίτηση Βενιζέλου και τον σχηματισμό Όπ. παρ. σ. 5. G. Leon, Greece and the Great Powers, Thessaloniki 1974, σ. 207-244. 43 G. Abbott, Greece and the Allies, σ. 53, κεφ. E. Driault- M. Lheritier, Histoire diplomatique de la Grèce, T.V σ. 198 κ.εξ. 42
181
κυβέρνησης από τον Αλεξ. Ζαίμη, τον μετριοπαθέστερο αντιβενιζελικό πολιτικό. Η απόβαση αυτή δυσχέρανε την εσωτερική κατάσταση και επέτεινε την εχθρότητα των Συμμάχων απέναντι στον βασιλιά Κωνσταντίνο και τις φιλοβασιλικές κυβερνήσεις. Κατά το τέλος Σεπτεμβρίου, ο ενθουσιασμός του λαού προς την Entente είχε ελαττωθεί σε μεγάλο βαθμό, λόγω της πολιτικής των Συμμάχων προς τη Βουλγαρία, που την εκμεταλλεύτηκε η ουδετερόφιλη γερμανόφιλη προπαγάνδα. Ο αντιβενιζελικός τύπος, επίσης, στράφηκε εναντίον της Συμμαχικής απόβασης στη Θεσσαλονίκη και προσπάθησε να καταστήσει την ελληνική επιστράτευση αντιπαθή στα μάτια του λαού, στρέφοντας έτσι την κοινή γνώμη εναντίον του Βενιζέλου που η πολιτική του είχε οδηγήσει στη λήψη των δύο αυτών μέτρων. Στο μεταξύ, τα αγγλο-γαλλικά στρατεύματα που είχαν αποβιβαστεί στη Θεσσαλονίκη προσπάθησαν με κάθε τρόπο να συνδράμουν τη Σερβία εναντίον της οποίας είχαν προωθηθεί τα αυστρογερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα. Ο στρατηγός Sarrail, αρχηγός της στρατιάς της Ανατολής που αποβιβάστηκε στη Θεσσαλονίκη, έχοντας στις διαταγές του μία γαλλική και μία αγγλική μεραρχία έδειξε την αποφασιστικότητα του σχετικά με την επιμονή της Γαλλίας κυρίως να πιέσει την Ελλάδα να συνδράμει τη Σερβία, έστω και με συνεχείς παραβιάσεις της ελληνικής ουδετερότητας44. Είναι γεγονός ότι η εκστρατεία της Θεσσαλονίκης, σχεδιασμένη για να εξωθήσει την Ελλάδα να λάβει μέρος στον πόλεμο ώστε να σωθεί η Σερβία, ήταν από την αρχή καταδικασμένη, ούτε σοβαρό στρατιωτικό σχέδιο υπήρχε, ούτε και καμιά προκαταρκτική συνεννόηση μεταξύ των Βρετανών και των Γάλλων είχε γίνει για τις άμεσες επιχειρήσεις των δυνάμεων τους μετά την άφιξη τους στη Μακεδονία. Εκείνο όμως που είχε μεγαλύτερη σημασία στην περίπτωση αυτή
ήταν
η αγγλογαλλική διαφωνία
Α.Υ.Ε. Φ. Α/4, 5 1915 και G. Leon, όπ. παρ. σ. 256-269.
σχετικά με
την
182
εκστρατεία, που εκδηλώθηκε από την αρχή. Από το ξεκίνημα της η γαλλική πολιτική καθορίστηκε από καθαρά πολιτικούς λόγους, τόσο εσωτερικούς όσο και εξωτερικούς. Ως ένα βαθμό, αυτό ίσχυε και για τους Βρετανούς, αλλά στην περίπτωση τους οι στρατιωτικοί παράγοντες βάραιναν περισσότερο από τους καθαρά πολιτικούς. Ωστόσο, σ' αυτό το στάδιο, οι πολιτικοί λόγοι ήταν εξίσου σοβαροί: μια άρνηση να σταλούν δυνάμεις, θα ισοδυναμούσε με εγκατάλειψη όλης της Βαλκανικής χερσονήσου.
Η πλειοψηφία της βρετανικής πολιτικής και
στρατιωτικής ηγεσίας εξαρτούσε τις επιχειρήσεις της Μακεδονίας από την ανάληψη της υποχρέωσης από την Ελλάδα να πολεμήσει και έβλεπε το όλο εγχείρημα με μεγάλη επιφυλακτικότητα, που δεν την συμμερίζονταν οι Γάλλοι. Τελικά, οι Βρετανοί υπέκυψαν στις πολιτικές πιέσεις, ακολούθησαν τους Γάλλους, αλλά η τύχη της Σερβίας είχε κριθεί, αφού την 1 η Νοεμβρίου, ο βουλγαρικός στρατός εισχώρησε βαθιά στο σερβικό έδαφος. Στο μεταξύ, ο Ζαίμης ακολουθούσε την πολιτική του βασιλιά και διακήρυξε την εμμονή της χώρας στην ένοπλη ουδετερότητα υπό την επιφύλαξη
της
προσαρμογής
της ανάλογα
προς
την
εξέλιξη
των
γεγονότων45. Η κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη, που διαδέχτηκε τον Ζαίμη, ανεχόταν τις παραβιάσεις της ελληνικής ουδετερότητας, αφού ουσιαστικά η Μακεδονία είχε μεταβληθεί σε θέατρο επιχειρήσεων. Τον Ιανουάριο του 1916, οι Γάλλοι κατέλαβαν την Κέρκυρα, χωρίς τη συγκατάθεση της ελληνικής
κυβέρνησης,
ενώ
ο σερβικός
στρατός
μεταφέρθηκε στη
Μακεδονία. Στα σύνορα γίνονταν διαρκώς συμπλοκές μεταξύ Αγγλο-Γάλλων και Γερμανο-Βουλγάρων. Ο Δραγούμης θα ασκήσει σφοδρή κριτική στους χειρισμούς της κυβέρνησης
Στ. Σκουλούδη. Η κυβέρνηση Σκουλούδη υποσχέθηκε στους
Δ.Ε.Υ.Ε., αριθ. 33, σ. 59-60.
183
Συμμάχους ευμενή ουδετερότητα και φιλική στάση απέναντι στις Συμμαχικές Δυνάμεις στη Μακεδονία46. Όμως πριν προλάβουν
οι Σύμμαχοι να
σταθμίσουν την πολιτική τους απέναντι στην κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός πληροφόρησε τους πρεσβευτές των Συμμάχων πως σε περίπτωση που οι σερβικές και αγγλογαλλικές δυνάμεις θα υποχωρούσαν στο ελληνικό έδαφος, η Ελλάδα θα ήταν υποχρεωμένη να εφαρμόσει τους όρους της συνθήκης της Χάγης που πρόβλεπαν ότι ένα ουδέτερο κράτος έπρεπε να αφοπλίσει και να θέσει σε περιορισμό τις δυνάμεις του εμπόλεμου κράτους που είχαν εισχωρήσει στο έδαφος του. Αν δεν γινόταν αυτό, η Ελλάδα διακινδύνευε την ουδετερότητα της και έδινε αφορμή στη Βουλγαρία να εισβάλει στο έδαφος της47. Θορυβημένος από τον πιθανό αντίκτυπο των δηλώσεων του, ο Σκουλούδης προσπάθησε να εξηγήσει ότι είχαν παρανοηθεί48. Ο πρωθυπουργός δεν περίμενε οι Σύμμαχοι να αντιδράσουν τόσο έντονα στις δηλώσεις του και προσπάθησε, χωρίς επιτυχία, να απαλύνει τον αντίκτυπο. Οι Σύμμαχοι ήταν πολύ ανήσυχοι και αγανακτισμένοι και ήταν έτοιμοι να λάβουν αυστηρά μέτρα για να προλάβουν πιθανές περιπλοκές με την Ελλάδα και να εξασφαλίσουν την ασφάλεια των στρατευμάτων τους. Ταυτόχρονα, ο στρατηγός Sarrail, διοικητής των Συμμαχικών δυνάμεων στη Μακεδονία, πίεζε την κυβέρνηση να λάβει δραστικά μέτρα, επειδή ήταν πολύ δύσπιστος απέναντι στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο και τους πράκτορες του στη Μακεδονία49. Οι Σύμμαχοι έδωσαν στους Ελληνες να καταλάβουν ότι ήταν έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν βία και ότι θα ικανοποιούνταν μόνο με επίσημη ανοικτή
Α.Υ.Ε. Α/5/1915, Skouloudis to Greek Legations in London, Paris, Petrograd, Rome, 8 November 1915. A.Y.E. A/5/1915, Skouloudis to Greek Legations in London, Paris, Petrograd, Rome, 8 November 1915. G. Leon, Greece and the Great Powers, σ. 271. 49 M. Sarrail, Mon Commandement en Orient, 1915-1917 Paris 1920, σ. 55-65.
184
δήλωση από την ελληνική κυβέρνηση πως δεν θα προσπαθούσε να αφοπλίσει ή να θέσει σε περιορισμό τις Συμμαχικές Δυνάμεις. Η απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης στις αρχικές προτάσεις των Συμμάχων ήταν αόριστες και ελάχιστα ικανοποιητικές.
Επειδή
ο Κωνσταντίνος
ήταν
δεσμευμένος με υποσχέσεις απέναντι στη Γερμανία, η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να κάνει ανοικτή δήλωση. Ο βασιλιάς ήταν βέβαιος για την τελική νίκη της Γερμανίας. Κατά τη γνώμη του ο πόλεμος θα τερματιζόταν με δύο πιθανούς τρόπους: ή τη συντριπτική νίκη της Γερμανίας ή μια τελμάτωση, που θα απέβαινε προς όφελος της. Πάντως η Ελλάδα δεν θα εγκατέλειπε την ουδετερότητα της. Και πραγματικά, ο απέκλεισε κάθε περίπτωση συνεννόησης,
Κωνσταντίνος
μην αφήνοντας έτσι στους
Συμμάχους, άλλη επιλογή από τον καταναγκασμό50. Η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε επανειλημμένα να καθησυχάσει τις ανησυχίες των Συμμάχων υποσχόμενη ότι δεν είχε πρόθεση να εμποδίσει τις κινήσεις τους στη Μακεδονία. Εκείνο όμως που κυρίως ενδιέφερε την Ελλάδα δεν ήταν τόσο η είσοδος των Συμμαχικών δυνάμεων στο έδαφος της, καθώς
υποχωρούσαν
απο
τη
Σερβία,
όσο
το
ενδεχόμενο
να
χρησιμοποιήσουν το ελληνικό έδαφος σαν βάση για μελλοντικές επιχειρήσεις. Στις
10 Δεκεμβρίου
1915 αποφασίστηκε η εγκατάσταση ενός
περιχαρακωμένου στρατοπέδου στη Θεσσαλονίκη, που εξελίχθηκε σε πηγή συνεχών προστριβών μεταξύ Ελλάδος και Συμμάχων. Στην Αθήνα τότε επήλθε συμβιβασμός για να αποσυρθεί το 5ο Σώμα Στρατού απο τη Θεσσαλονίκη, εκτός απο μια μεραρχία, αφήνοντας έτσι το πεδίο ελεύθερο στις εμπόλεμες δυνάμεις για την περίπτωση που οι επιχειρήσεις θα εκτείνονταν σε ελληνικό έδαφος51. Η αμοιβαία καχυποψία όμως μεταξύ G. Leon, οπ. παρ., σ. 272-277. Α.Υ.Ε. Α/5/1915, Skouloudis to Greek Legations in London, Paris, Petrograd, Rome, 10 December 1915, no 12948. 51
185
Ελλάδας και Συμμάχων εντάθηκε, αφού τόσο ο βασιλιάς όσο και το Γενικό Επιτελείο φαίνεται πως είχαν αποφασίσει να υπονομεύσουν τις συμμαχικές δυνάμεις της Θεσσαλονίκης και άρχισαν να προσβλέπουν σε γερμανική εισβολή στην Ελλάδα σαν απελευθερωτική ενέργεια. Στα μέσα Φεβρουαρίου 1916, οι ελληνοσυμμαχικές σχέσεις έφθασαν σε σημείο ανοικτής ρήξης εξαιτίας της αυθαιρεσίας των γαλλικών αρχών. Η κατάληψη της Κέρκυρας από τους Συμμάχους στις 10 Ιανουαρίου με στόχο τη συγκέντρωση και αναδιοργάνωση των καταλοίπων του σερβικού στρατού, η καταστροφή της γέφυρας του Σιδηροκάστρου, η κατάληψη του οχυρού του Καραμπουρνού που δέσποζε στον κόλπο της Θεσσαλονίκης, η αδέξια και αδιάκριτη συμπεριφορά του Γάλλου πρεσβευτή στην Αθήνα διεύρυναν ακόμη περισσότερο το χάσμα52. Η παρουσία των Συμμάχων στη Μακεδονία αποτέλεσε, μετά τις αρχές Δεκεμβρίου το επείγον πρόβλημα για τις ελληνογερμανικές σχέσεις. Οι Γερμανοί πρόσφεραν στον Κωνσταντίνο άμεσα δάνειο 40 εκατομμυρίων μάρκων, ενώ ένα δεύτερο δάνειο παρασχέθηκε αργότερα. Ο Κωνσταντίνος πληροφόρησε το Βερολίνο ότι εφόσον οι Σύμμαχοι είχαν αρνηθεί να εκκενώσουν τη Μακεδονία δεν θα είχε αντίρρηση για μια αυστρογερμανική επίθεση εναντίον των Συμμάχων στη Μακεδονία. Επέμενε, όμως, να μη συμμετάσχουν
στην
επιχείρηση
βουλγαρικές δυνάμεις. Το
Γερμανικό
Επιτελείο από τη μεριά του δεν δέχτηκε να συζητήσει την πιθανότητα μη συμμετοχής βουλγαρικών δυνάμεων σε μελλοντική επίθεση. Τελικά, ο Κωνσταντίνος δέχτηκε τη συνδυασμένη γερμανοβουλγαρική επίθεση, υπό ορισμένους όρους, όπως την αναγνώριση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, την εκχώρηση του Μοναστηρίου και της γραμμής Γευγελής Δοϊράνης στην Ελλάδα, τη συγκατάθεση της Γερμανίας για την επέκταση της
G. Leon, οπ. παρ., σ. 306-333.
186
Ελλάδας στη Βόρεια Ηπειρο και την υποστήριξη της στην εξασφάλιση της τουρκικής συγκατάθεσης για την παραχώρηση των Δωδεκανήσων53.
Το
Βερολίνο απέρριψε τους περισσότερους απ' αυτούς τους όρους, αλλά γρήγορα αντιλήφθηκε ότι ο βασιλιάς ήταν διατεθειμένος για ακόμη μεγαλύτερες παραχωρήσεις. Ο Μεταξάς μάλιστα έφθασε στο σημείο να πληροφορήσει το Βερολίνο, ότι η Αθήνα θα ανεχόταν ακόμη και την κατάληψη της Καβάλας καθώς και άλλων παραθαλάσσιων περιοχών54. Ωστόσο, η Γερμανία δεν ήθελε να εμπλακεί περισσότερο στα Βαλκάνια, τις παραμονές της επίθεσης στο Βερντέν. Στη συνεδρίαση
της 14 ης Μαρτίου 1916 στο Κοινοβούλιο, ο
Δραγούμης θα ελέγξει την κυβέρνηση για τα γεγονότα στη Μακεδονία. Θα τονίσει χαρακτηρισπκά: «Από ημερών γίνονται συμπλοκαί εις τα σύνορα μεταξύ Αγγλογάλλων και Γερμανοβουλγάρων μεθ' ων συμπράτευσαν και οι κομιτατζήδες, είναι δε ανάγκη να περί
δηλώση
η
κυβέρνησις, αν
πρόκειται
συμπτωματικών συμπλοκών ή περί ενάρξεως του γενικού πολέμου εν
Μακεδονία. Διότι, εάν πρόκειται περί συμπτωματικών συμπλοκών, είναι άπορον πως οι Γερμανοί εβομβάρδισαν πόλιν Ελληνικήν και πληθυσμούς Ελληνικούς. Αν όμως περί πολέμου , τότε η κυβέρνησις ή πρέπει να σκεφθεί πως θα μετάσχη εις αυτόν ή άλλως να εκκένωση την Θεσσαλονίκην»55. Στη συνεδρίαση της 18ης Μαρτίου 1916, ο Δραγούμης θα καταθέσει επερώτηση στη Βουλή για τις βιαιοπραγίες των Βουλγάρων και τις ευθύνες της κυβέρνησης Σκουλούδη. Ανακοινώνει τηλεγραφήματα των προσφύγων από τη Γευγελή που είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη, μετά την κατάληψη της πόλης τους από
τους Σέρβους το 1912, τονίζοντας
χαρακτηριστικά: «Οι πληθυσμοί αυτοί πολλά πάσχουν δεινά, όχι μόνον εντός 53
G. Leon, οπ. παρ., σ. 342-349. Οπ. παρ., σ. 350. 55 Εφημερίς των συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 14ης Μαρτίου, σ. 581. 54
187
του ελληνικού εδάφους, αλλά και εντός του βουλγαρικού. Είναι δύο ειδών τα δεινοπαθήματα, τα οποία πάσχουν οι Ελληνες εκεί, τα δεινοπαθήματα, τα οποία υφίστανται ούτοι εντός του Βουλγαρικού εδάφους εκ μέρους των Βουλγαρικών
αρχών και Βουλγάρων
κομιτατζήδων,
και δεύτερον, τα
δεινοπαθήματα, τα οποία πάσχουν οι Ελληνες της Μακεδονίας, της παραμεθορίου ζώνης, εκ μέρους των Βουλγάρων κομιτατζήδων, οίτινες εισέρχονται εις τα διάφορα σημεία των συνόρων, σημεία της ζώνης, ήτις αφέθη
υπό
του
ελληνικού
στρατού
ελευθέρα
διά
πολεμικός
επιχειρήσεις...».56 Στη συνέχεια, αναφέρει συγκεκριμένα γεγονότα, ως αποδείξεις των προηγουμένων
ισχυρισμών
του.
Καταγγέλλει
ότι
στο
Κρούσοβο
δολοφονήθηκαν τρεις Ελληνες από τους Βουλγάρους στη μέση της αγοράς, ενώ ο αρχιερατικός επίτροπος Γευγελής Ανανιάδης απήχθη από τους Βούλγαρους προς άγνωστη κατεύθυνση. Ακόμη και εντός του ελληνικού εδάφους, οι Βούλγαροι ασκούν πιέσεις στους κατοίκους διαφόρων χωριών, όπως π.χ.
στο Σέχοβο, ενώ τα
Γερμανικά αεροπλάνα έριξαν βόμβες εναντίον ελληνικών
κατασκηνώσεων.
Για όλα αυτά εγκαλεί την κυβέρνηση Σκουλούδη και την καλεί να λάβει τα προσήκοντα μέτρα.57 Στις αρχές Μαίου 1916, η γερμανική στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε να προωθήσει τις γραμμές της μέσα στο ελληνικό έδαφος για να βελτιώσει τις αμυντικές της θέσεις σε περίπτωση Συμμαχικής επίθεσης. Η Αθήνα, από φόβο για τις επιπτώσεις μιας βουλγαρικής επίθεσης, ζήτησε από το Βερολίνο να εγκαταλείψει το σχέδιο για την κατάληψη του Ρούπελ και των στενών του Δεμίρ - Χισσάρ
(Σιδηροκάστρου). Ο Κωνσταντίνος
φοβόταν ότι μια
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 18ης Μαρτίου, σ. 345. Όπ. παρ., σ. 346.
188
ενδεχόμενη μερική προέλαση, ενώ θα έφερνε τους Βουλγάρους στην Ελλάδα, δεν θα συνεπαγόταν την εκδίωξη των Συμμάχων, προκαλώντας έτσι συμμαχικά αντίποινα, όπως τον αποκλεισμό και την παραίτηση Σκουλούδη, καθώς και μια πιθανή εξέγερση. Ικανοποιητική κρινόταν μονάχα μια γενική επίθεση, που θα έδιωχνε τους Συμμάχους από τη Μακεδονία. Το Γερμανικό όμως Επιτελείο θεώρησε την κατάληψη του Ρούπελ απαραίτητη και στις 23 Μαίου, η Αθήνα πληροφορήθηκε την επικείμενη προέλαση. Οι Κεντρικές Δυνάμεις αναγνώρισαν την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας και υποσχέθηκαν να σεβαστούν την κυριαρχία της Ελλάδας πάνω στις κατεχόμενες περιοχές, χωρίς όμως να συζητούν τους άλλους όρους που είχε θέσει ο Κωνσταντίνος58. Στις 26 Μαίου, μια βουλγαρική δύναμη 26.000 ανδρών, έχοντας επικεφαλής μια γερμανική διμοιρία, πέρασε τα ελληνικά σύνορα και προχώρησε προς το Ρούπελ. Εκεί προβλήθηκε μικρή αντίσταση, που ήταν αποτέλεσμα συνδυασμού λαθών, παρεξηγήσεων
και άλλων
απρόβλεπτων συνθηκών. Έτσι, η κατάληψη του οχυρού παρουσιάσθηκε από την Αθήνα ως αιφνιδιασμός, χωρίς να έχει προηγηθεί συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Κεντρικών Δυνάμεων. Κανένας όμως από τους Βενιζελικούς ή τους Συμμάχους δεν έλαβε υπόψη τις διαμαρτυρίες του Σκουλούδη. Ο Δραγούμης θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία, για να επικρίνει την κυβέρνηση για την πολιτική της. Ταυτόχρονα, θα προβεί σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ανάλυση για τη θέση και το ρόλο των ουδέτερων κρατών κατά τον πόλεμο, στη μνημειώδη αγόρευση του στη Βουλή στις 23 Μαΐου 1916, εξαιτίας της κατάληψης του οχυρού Ρούπελ, «κλειδός της Ελλάδας», από
G. Leon, οπ.παρ., σ. 357. Για την εισβολή των Γερμανοβουλγάρων στη Μακεδονία και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε, βλ. F.O. 371/3151. Ministère des Affaires Entrangéres. Documents Diplomatiques 1913-1917, Invasion Germano-Bulgare en Macedonie, Athènes 1917. Για τις εγγυήσεις από μέρους των Κεντρικών Δυνάμεων βλ. Α.Υ.Ε. Α/9/1916, Στ. Σκουλούδη προς Κόμητα Μιρμπαχ, πρεσβευτήν Γερμανίας 11/24 Μαίου 1916, χ.αρ.
189
τους Γερμανοβούλγαρους. Τα Ουδέτερα κράτη μπορούν να διαιρεθούν σε δύο κατηγορίες, στην κατηγορία κρατών, τα οποία είχαν εκπληρώσει την εθνική τους αποστολή και στην άλλη κατηγορία των κρατών, που δεν είχαν εκπληρώσει την ιστορική τους αποστολή. Στην πρώτη κατηγορία μπορούμε να κατατάξουμε την Ολλανδία, τη Δανία, τη Νορβηγία, ενώ στην άλλη κατατάσσονται τα Βαλκανικά κράτη και η Σερβία και ίσως μερικά άλλα. Οσα ουδέτερα κράτη κατατάσσονται στη δεύτερη κατηγορία προσπάθησαν , μόλις ξέσπασε
ο
πόλεμος, να επωφεληθούν από την κατάσταση και διαπραγματεύονταν τα συμφέροντα τους με όλες τις εμπόλεμες πλευρές, για να λάβουν ό,τι μπορούσαν
περισσότερο από την ουδετερότητα τους (π.χ.
Ρουμανία,
Τουρκία, Βουλγαρία). Η Ελλάδα, όμως, ενώ βρισκόταν στην ίδια κατηγορία με τις χώρες αυτές, δεν πολιτεύτηκε ανάλογα. Για την Ελλάδα θα ήταν συμφέρουσα η πολιτική της απόλυτης ουδετερότητας, που δε θα την εξέθετε σε κίνδυνο άμεσης συμμετοχής στον πόλεμο. Αντ' αυτού, όμως, η Ελλάδα έσπευσε να δηλώσει
ευμενή
ουδετερότητα υπέρ
των
Συμμάχων
της
Entente,
επικαλούμενη τη συμμαχία της με τη Σερβία. Επιπρόσθετα, με τη δήλωση της 4 η ς Αυγούστου 1914, δήλωσε ότι θα ήταν πρόθυμη να εξέλθει από την ουδετερότητα υπέρ της Entente με την απλή εγγύηση της ακεραιότητας του εδάφους της από μέρους της Δυτικής Συμμαχίας59. Είναι πράγματι άξιον απορίας το γεγονός ότι, ενώ ο Δραγούμης αρχικά δεν διαφωνούσε με την πολιτική ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στην Entente, αργότερα επικρίνει την πολιτική αυτή. Για τη μεταστροφή αυτή συνετέλεσε
και
η απόβαση
των
αγγλογαλλικών
στρατευμάτων
στη
θεσσαλονίκη, το φθινόπωρο του 1915 . Η απόβαση αυτή, αφενός προξένησε Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916, Συνεδρίασις της 23 967.
ης
Μαίου , σ.
190
τριβές στις σχέσεις Ελλάδας και Συμμάχων, αφετέρου σηματοδότησε την επίσημη κατάλυση της ουδετερότητας της Ελλάδας. Την Ελλάδα, όμως, δε συνέφερε η βίαιη απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων από το έδαφος της .... «Θα ήτο τουλάχιστον δυνατόν απέναντι των υπηρεσιών τας οποίας εις τας Δυνάμεις ταύτας προσεφέραμεν, να ζητήσωμεν ανταλλάγματα, πράγμα το οποίον δεν γνωρίζω τουλάχιστον εγώ, εάν εγένετο. Το γεγονός όμως είναι ότι η ουδετερότης της Ελλάδας δεν υπάρχει πλέον σήμερον
Το γεγονός είναι ότι, αντί, όπως η Ολλανδία ή η
Ρουμανία, να κατορθώσωμεν σεβαστήν την ουδετερότητα μας εις όλους, δεν είναι πλέον δυνατόν να την καταστήσωμεν σεβαστήν εις κανέναν»60. Ο Δραγούμης φρονούσε ότι θα ήταν δυνατό να αποφευχθεί η είσοδος των Γερμανοβουλγάρων στο ελληνικό έδαφος. Ο αντικειμενικός στόχος των Γερμανών
ήταν
το
άνοιγμα
του
δρόμου
μεταξύ
Βερολίνου
-
Κωνσταντινουπόλεως και Βαγδάτης διαμέσου Βουλγαρίας και Σερβίας. Αυτό είχε επιτευχθεί από το Νοέμβριο. Ούτε η Γερμανία , ούτε η Αυστρία είχαν κάποιο συμφέρον να χτυπήσουν τη Θεσσαλονίκη, ούτε μπορούσαν να χτυπήσουν τους Αγγλογάλλους με τον διαθέσιμο στρατό τους, ούτε ο ελληνικός στρατός θα ανελάμβανε επιχείρηση εναντίον της Κρέσνας και του Δεμίρ Καπού. Ο αντικειμενικός λοιπόν στόχος των Γερμανών ήταν η κάθοδος προς την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη61. Ο Δραγούμης κατακεραυνώνει τον τρόπο που χειρίστηκε η ελληνική κυβέρνηση το ζήτημα της κατάληψης του Ρούπελ. Θα μπορούσε, κατά τη γνώμη του, να δηλώσει στους Γερμανούς ότι θα επέτρεπε να γίνη
πάλη
μεταξύ των εμπολέμων δυνάμεων μέσα στο ελληνικό έδαφος, αφού έτσι κι αλλιώς είχε καταλυθεί επίσημα η ουδετερότητα μετά την απόβαση των Αγγλογάλλων στη Θεσσαλονίκη, με την προϋπόθεση όμως της μη ύπαρξης w
61
Όπ. παρ. σ. 969. Όπ. παρ. σ. 971.
191
Βουλγάρων στις Γερμανικές Δυνάμεις. Επιπρόσθετα, ακόμη και μετά την κατάληψη του οχυρού του Ρούπελ από τους Γερμανούς, θα μπορούσε η ελληνική κυβέρνηση να επιμείνει ώστε να απομακρυνθούν τα βουλγαρικά στρατεύματα, όπως ακριβώς κατώρθωσε να μην εισέλθουν Σέρβοι στο ελληνικό έδαφος. Θα μπορούσε επίσης να εκμεταλλευτεί τις υπηρεσίες που προσέφερε προς τις Κεντρικές Δυνάμεις με την ουδετερότητα της και να ζητήσει
εδαφικά ανταλλάγματα γΓ
αυτές,
Μοναστηρίου και Δοϊράνης - Γευγελής. Οχι
κυρίως
στην περιφέρεια
όμως μόνο αυτά δεν έκανε η
Ελληνική Κυβέρνηση, αλλά επέτρεψε να καταλάβουν ελληνικά εδάφη οι Βούλγαροι και να βιαιοπραγούν εναντίον των ελληνικών πληθυσμών. Στην κατακλείδα της αγόρευσης του θα τονίσει χαρακτηριστικά: «Νομίζω ότι δια της πολιτικής, την οποία ηκολούθησαν αι διάφοραι κυβερνήσεις από της αρχής του πολέμου μέχρι σήμερον, θα καταντήσωμεν να μείνωμεν απομονωμένοι κατά τον χρόνον της ειρήνης... Οι μεν της Ομάδας της Συννενοήσεως, οι φίλοι ημών σιγά - σιγά κοντεύουν να καταστώσιν
εχθροί, οι δε της άλλης ομάδας έχουν άλλους Συμμάχους, εις
των οποίων τα συμφέροντα θα θυσιάσουν νομίζω τα δικά μας. Η Ελλάς είναι τώρα δεμένη χειροπόδαρα, διότι βρίσκεται μεταξύ όλων των ξένων των πατούντων το έδαφος της, είναι δε απείρως λυπηρόν ότι, ενώ θα ηδύνατο εξ αρχής, αν εξ αρχής του πολέμου είχε κηρύξει απόλυτον και ειλικρινή ουδετερότητα απέναντι πάντων, να ήτο τώρα εις καλυτέραν μοίραν, είναι λυπηρόν ότι ευρίσκεται εις την δεινήν θέσιν να μην δύνανται να καταστήση πλέον σεβαστή την ουδετερότητα της εις κανένα»62. Απολογούμενος ο πρωθυπουργός Στ. Σκουλούδης σε όσους τον κατηγορούσαν
για εσχάτη
προδοσία,
επέκρινε
τις προκάτοχες
του
κυβερνήσεις ότι πρώτες ανέχτηκαν την απόβαση των αγγλογάλλων στη
Όπ. παρ. σ. 973.
192
Θεσσαλονίκη, προκαλώντας την επέμβαση αυτή των Κεντρικών Δυνάμεων, την οποία θεώρησε «αμυντική»63. Ο Αλ. Πάλλης, σε επιστολή του προς τον Δραγούμη, τον επικρίνει για τη μετριοπαθή στάση που κράτησε στην αγόρευση του απέναντι στην κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη.
«Από ένα Μακεδόνα και Μακεδονομάχο σαν
εσένα περιμέναμε να πης ξάστερα ότι η εισβολή Βουλγάρων στο ελληνικό έδαφος, έπρεπε να θεωρηθεί ως casus belli, οποιεσδήποτε κι αν ήταν οι συνέπειες. Το να κατηγορήσει κανείς την κυβέρνηση Σκουλούδη απλώς ότι έπρεπε με διαπραγματεύσεις να εμποδίσει τους Βούλγαρους να μπουν δε μας λέει τίποτε, γιατί η κυβέρνηση Σκουλούδη θα σου πει-και το λέει άλλωστε - ότι δεν μπορούσε να πείσει τη Γερμανία να μη μπουν Βούλγαροι και επομένως αμέσως ετίθετο το ζήτημα της εξόδου. Ισα-ίσα το πιο σπουδαίο το αποσιωπάς-δηλ. τι προτείνεις να κάνει η κυβέρνηση δεδομένου ότι οι Κεντρικές Δυνάμεις δεν εδέχοντο να εμποδίσουν τους Βούλγαρους να μπουν»64 και καταλήγει: «Ανθρωποι σαν εσένα και τον Κοντογούρη που έχετε αγωνισθεί για να
γίνει η Μακεδονία Ελληνική αντί Βουλγαρική, αν
θέλετε να φανείτε συνεπείς με το παρελθόν σας, μόνο μια πολιτική μπορείτε να ασπασθείτε, την πολιτική του Βενιζέλου... Δεν μπορούμε σήμερα να πούμε ότι έχουμε εμπιστοσύνη σ' αυτούς, όπως και δεν μπορούμε να το πούμε για τη Γερμανία και την Αυστρία. Ετσι το βλέπουν το πράμα και εύχομαι να το ιδής και συ, γιατί φρονώ ότι απ' εκεί κρίνεται το πολιτικό σου μέλλον»65. Αναφέραμε την άποψη του Αλ. Πάλλη, ενός βενιζελικού διανοουμένου και παλιού συναγωνιστή του Δραγούμη στον Εκπαιδευτικό Ομιλο. Μια κριτική, που, εκτός από τη βενιζελική άποψη, φανερώνει και τις προσδοκίες 63
Σ. Σκουλούδη Σημειώσεις, Αθήναι 1921, σ. 38. Επιστολή Αλεξ. Πάλλη προς Ίωνα Δραγούμη, Θεσσαλονίκη 20 Ιουνίου 1916, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Αλληλογραφία, φάκ. 5, υποφάκ. 5, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ. 64
193
που έτρεφαν από το πρόσωπο του πολλοί βενιζελικοί, θεωρώντας ότι δεν θα ταυτιζόταν απόλυτα με την αντιβενιζελική πλευρά. Μετά την κατάληψη του οχυρού Ρούπελ, οι Δυνάμεις της Entente κήρυξαν μερικό αποκλεισμό της χώρας από τη θάλασσα και ζήτησαν την αποστράτευση της Ελλάδας, την κατάργηση της βασιλικής δικτατορίας και την επάνοδο στον κοινοβουλευτισμό. Ο Σκουλούδης παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον Αλ. Ζαΐμη. Στο μεταξύ, οι Βούλγαροι εισέβαλαν στην Ανατολική Μακεδονία, ενώ οι Ιταλοί, σύμμαχοι πλέον της Entente, κατέλαβαν τη Βόρεια Ηπειρο. Υπό την πίεση των γεγονότων αυτών, στις 17/30 Αυγούστου εκδηλώθηκε από φιλοβενιζελικούς αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη το κίνημα της Εθνικής Αμυνας που έθεσε ως στόχο την έξοδο της Ελλάδας από την ουδετερότητα και τη συμμετοχή της στο πλευρό της Entente. y. Ο Δραγούμης και η πολιτική της ουδετερότητας μετά την εκδήλωση του κινήματος της Εθνικής Αμυνας. Η εκδήλωση του κινήματος της Εθνικής Αμυνας στη Θεσσαλονίκη θα σηματοδοτήσει και τυπικά πλέον τον Εθνικό Διχασμό, αφού θα υπάρχουν ουσιαστικά δύο αντιμαχόμενα μεταξύ τους ελληνικά κράτη με διαμετρικά αντίθετες απόψεις για τη στάση που θα έπρεπε η Ελλάδα να τηρήσει απέναντι στους εμπολέμους. Το κίνημα της Αμυνας, όπως ήταν άλλωστε εύλογο, επέτεινε την αντιβενιζελική διάθεση του Δραγούμη. Στα περισσότερα
κείμενα του
επιρρίπτει ευθύνες στον Βενιζέλο και στον τρόπο που η κυβέρνηση του πολιτεύτηκε . Ταυτόχρονα, όμως, δεν παραλείπει να στηλιτεύσει και τις αντιβενιζελικές φιλοβασιλικές κυβερνήσεις για την πολιτική τους. Σε μια ανέκδοτη επιστολή του προς τον αδελφό του Φίλιππο θα γράψει ότι είναι ώρα να βγει η Ελλάδα στο πόλεμο στο πλευρό της Entente,
194
ενώ, ταυτόχρονα, θα πρέπει με κάθε τρόπο να προστατευθεί ο ελληνισμός της Τουρκίας με αποφυγή, όσο είναι δυνατό , ελληνοτουρκικού πολέμου66. Για να αποφύγει, όμως, οποιαδήποτε σύγχυση για τις σχέσεις του με το κίνημα της Αμυνας, θα τονίσει σε μια άλλη του επιστολή προς τον Φίλιππο: «... Λέω έξοδο μα δεν πηγαίνω με το κίνημα του Βενιζέλου το γαλλικό που το αποδοκιμάζω
και σαν γαλλικό και σαν διαλυτικό του
κράτους.... Οι Αγγλοι θέλουν και Βασιλιά και Βενιζέλο. Οι Γάλλοι σαν να θέλουν να φύγει ο Βασιλιάς, αν δεν συμφωνήσει με το κίνημα του Βενιζέλου. Οι Αγγλοι και οι Ρώσοι δεν θα υποστηρίξουν την έξωση, μα θα αφήσουν τους Γάλλους να κάνουν τα δικά τους. Δηλαδή βλέπω ή αναγνώριση του Βενιζέλου με όλες τις ενδεχόμενες συνέπειες ή απόφαση του βασιλιά και της Ελλάδας να πολεμήσει. Προτιμώ το δεύτερο και δεν έχομε πολύ καιρό για να αποφασίσομε»67.
Φρονεί μάλιστα ότι ο Βασιλιάς, αν προχωρήσει
σε
διαπραγματεύσεις , θα λάβει πιο θετικά και πιο ειδικευμένα ωφελήματα, και καταλήγει: «Δεν πρέπει να αργήσουμε, αλλιώς θα ξεφτύσει το κράτος και θα γίνουν τα πιο δυσάρεστα για την Ελλάδα»68. Μάλιστα στην αντίδραση του βασιλιά από τον φόβο πιθανής μελλοντικής ήττας θα τονίσει: «Μα εγώ προτιμώ να πολεμήσουμε και να νικηθούμε, παρά να μένουμε σε μια λιμνοθάλασσα και να σαπίζουμε»69. Τον Οκτώβριο του 1916 θα διαπιστώσει για την ουδετερότητα: «Για να φυλάξωμεν τώρα την ουδετερότητα, χρειάζεται να τη φυλάξωμεν έναντι όλων,
και των
Βουλγάρων
ακόμη. Αλλιώς
δεν έχομε δικαίωμα
αντισταθούμε στους Αγγλογάλλους, ό,τι και να
μας κάνουν.
να
Η θα
αντισταθούμε σ' όλους ή σε κανένα». Επικρίνει γι' άλλη μια φορά την
Ίων Δραγούμης προς Φίλιππο Δραγούμη, Αθήνα, 24 Σεπτεμβρίου 1916, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 67 5ο
Οπ. παρ. 68
r\
Οπ. παρ. 69 y-v
Οπ. παρ.
195
κυβέρνηση Σκουλούδη, γιατί επέτρεψε την είσοδο των Βουλγάρων στο ελληνικό έδαφος, και διατυπώνει την άποψη ότι δεν είχαν κάποιο ανυπέρθετο συμφέρον οι Γερμανοί να διώξουν τους Γάλλους από τη Θεσσαλονίκη. Οι ευθύνες μάλιστα του Βενιζέλου για την αγγλογαλλική απόβαση στη Θεσσαλονίκη δεν εξιλεώνουν τα ασυγχώρητα λάθη των φιλοουδέτερων αντιβενιζελικών κυβερνήσεων, που, κατά τη γνώμη του Δραγούμη, εξέθεσαν ανεπανόρθωτα το παλάτι με τη πολιτική τους. Γιατί, όταν είναι κανείς φιλοουδέτερος,
πρέπει να είναι τέτοιος προς όλους ειλικρινά και να μη
παρέχει τις ίδιες ευκολίες προς εκείνους που τους δήλωσε συστηματική ευμενέστατη ουδετερότητα και προς εκείνους στους οποίους δήλωσε απλή ουδετερότητα70. «Καταντήσαμε το παίγνιο όλων των εθνών εμπολέμων και ουδετέρων, με το να μη θελήσουμε να συμμορφωθούμε με την ηθική που διδάσκει το διεθνές δίκαιο.... Αλλωστε το διεθνές δίκαιο ωφελεί προπάντων τους μικρούς και έπρεπε να το σεβόμαστε προπάντων εμείς περισσότερο από τους μεγάλους που είναι πάντα έτοιμοι να το καταπατήσουν»71, θα τονίσει χαρακτηριστικά. Με την εσφαλμένη ερμηνεία της ελληνοσερβικής συνθήκης, η Ελλάδα κατάφερε να μετατρέψει το έδαφος της σε πραγματικό θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτό συνέβη, γιατί δεν υπερασπισθήκαμε σθεναρά την ουδετερότητα μας και φανήκαμε ανάξιοι να διατηρήσουμε την ανεξαρτησία μας, τη κυριαρχία μας, το κράτος μας, την αυθυπαρξία μας. «Εμείς τα καταφέραμε έτσι ελεεινά, έτσι ώστε αντί να έχει το δικαίωμα να διαμαρτύρεται η Ελλάδα κατά της Αγγλίας και της Γαλλίας, να την έχουν τυλίξει την Ελλάδα η Αγγλία και η Γαλλία, έτσι ώστε αυτές να φαίνονται ότι έχουν το δικαίωμα να διαμαρτύρονται και να φωνάζουν κατά της Ελλάδας. Και τόσο ανόητοι
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Ίωνος Δραγούμη, Σημειώσεις για την ουδετερότητα, 11 Σεπτεμβρίου 1916, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
196
φανήκαμε, ώστε να μη μας σέβονται και να μη μας εκτιμούν ούτε οι άλλοι. Γιατί βέβαια δεν μας εχτιμούν ούτε οι Γερμανοί, ούτε οι Βούλγαροι»72, θα υποστηρίξει. Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Δραγούμης επικρίνει τόσο την κυβέρνηση Βενιζέλου για την αγγλογαλλική απόβαση στη Θεσσαλονίκη, όσο και την κυβέρνηση Σκουλούδη για την παράδοση του οχυρού του Ρούπελ στους Γερμανο-βούλγαρους. Ο Δραγούμης δεν θα διστάσει να χαρακτηρίσει ως εσφαλμένη την αποπομπή του Βενιζέλου από τον Βασιλιά, γιατί είχε γόητρο στο εξωτερικό. Επικρίνει επίσης, τις δημόσιες αντεγκλήσεις Βενιζέλου και Βασιλιά και τις αθυροστομίες των δύο παρατάξεων και διευκρινίζει: «τη συμμετοχή μας στο πόλεμο την υποστήριξα ακριβώς για να μην υποχρεωθούμε αργότερα να κάνουμε καμία παραχώρηση στη Βουλγαρία και επειδή αναγνωρίζω τον Σλαβικό κίνδυνο ζήτησα να πάμε μαζί με τους Ρώσους ... δεν πιστεύω σε καμία δύναμη, ούτε σ' όλες μαζί. Οι Γερμανο-Αυστριακοί μας γελούν. Υπόσχονται σε μας την ακεραιότητα της Μακεδονίας ή στους Βούλγαρους τη Θεσσαλονίκη.
Και
μεις τους πιστεύουμε»
και
καταλήγει: «Ας
μην
υποστηρίξουμε τούτον ή εκείνον, τον Βασιλιά ή τον Βενιζέλο, ή τον Δούσμανη ή τον εαυτό μας. Ας κοιτάξουμε πάντα και μόνο το σκοπό μας, το έθνος»73. Αλλωστε η κυβέρνηση Γούναρη δεν μπορούσε να προβεί σε δήλωση τήρησης αυστηρής ουδετερότητας, αν ληφθεί υπόψη ότι ο Βενιζέλος είχε σπεύσει να δηλώσει την ευμενή ουδετερότητα της Ελλάδας απέναντι στην Entente, γιατί μια τέτοια μεταστροφή της ελληνικής πολιτικής θα έθετε την Ελλάδα στην εχθρότητα της Συννενοήσεως, η οποία είχε ήδη χρησιμοποιήσει
Όπ. παρ. Ίων Δραγούμης προς Φίλιππο Δραγούμη, 26 Απριλίου 1915, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 3
197
Ελληνικά λιμάνια και προέβαινε στην κατάληψη των νησιών στην είσοδο των Δαρδανελλίων74. Στις 27 Φεβρουαρίου 1917, σε μια επιστολή του προς τον Φίλιππο, ο Ιων θα τον πληροφορήσει για ένα τηλεγράφημα του προς τον Βασιλιά, στο οποίο διατυπώνει την άποψη ότι, αν δεν εισέλθει η Ελλάδα στον πόλεμο, θα χάσει ολότελα τη Μικρασία. Ο Δραγούμης θεωρεί αναπότρεπτο τον πόλεμο (δηλ. την είσοδο της Ελλάδας). Π' αυτό έπρεπε ο πόλεμος να γίνει εκείνη τη στιγμή, για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι Βούλγαροι και να μη προλάβει να αναμιχθεί η Ιταλία που ανταγωνιζόταν την Ελλάδα στη Μικρά Ασία75. Εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα
ανάλυση
της
ιδιότυπης
ελληνικής
ουδετερότητας θα κάνει ο Δραγούμης στο άρθρο του: «Η ακολουθούμενη πολιτική», που θα δημοσιευθεί σε δύο συνέχειες στην εφημερίδα «Πρόοδος», στις 14 και 15 Μαίου 1917. «.... Οτι άσχημα και ελεεινά τα καταφέραμε δεν υπάρχει αμφιβολία, αδιάφορον ποιοί είναι οι πρωταίτιοι. Η αλήθεια είναι ότι το κράτος και η κοινωνία ευρίσκονται διχασμένα και αλληλοσπαράσσονται σε δύο μέρη Το
»76, θα διαπιστώσει. ελληνικό
κράτος
ορθώς
ουδετερότητας απέναντι στην Entente
εφάρμοσε
πολιτική
ευμενούς
και έδειξε μάλιστα και διάθεση να
συμπολεμήσει με τις Δυνάμεις αυτές, εφόσον οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές για την Ελλάδα. «Η βάσις της ήταν καλή, η ουδετερότης δεν σήμαινε εχθρότητα προς την Συννενόησιν, τουναντίον εσήμαινε φιλικωτάτην διάθεσιν, αφού μάλιστα ήθελε να είναι και ευμενής.... Η συμπολέμησις βέβαια θα ήτο πλέον
«Ο κ. Γούναρης και η πολιτική της ουδετερότητας», Ελληνικά Χρονικά, Ετος Α', τευχ. 5, 15 Αυγούστου 1916. 75 Ίων προς Φίλιππο, 27 Φεβρουαρίου 1917, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 76 1 . Δραγούμης «Η ακολουθούμενη πολιτική» Μέρος Α', Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, καιΠρόοδος, 14 Μαίου 1917.
198
ευπρόσδεκτος εις την Συννενόησιν, αλλά και ευμενής ουδετερότης δεν της ήταν άχρηστη. Ο τρόπος, όμως, της διαχείρισης της πολιτικής της ουδετερότητας εξ αιτίας των πολιτικών παθών και αντεγκλήσεων, ίσως δε και εξαιτίας παρεκτροπών
μερικών ιδιωτών ή και κακής πολιτείας μερικών
οργάνων του κράτους, έφερε το αποτέλεσμα ώστε η ακολούθησις της πολιτικής αυτής να φαίνεται δυσμενής στάσις της Ελλάδος απέναντι των Δυνάμεων της Συννενοήσεως»77. Η μία πλευρά πλειοδοτούσε σε φιλοαντλαντισμό και συνταύτιζε τα συμφέροντα του Εθνους με τα συμφέροντα της Entente, ενώ η άλλη πλευρά υποστήριζε τη μέχρι εσχάτων ουδετερότητα. Η Entente, από τη πλευρά της, θεωρούσε γερμανόφιλους οποιουσδήποτε είχαν μία ειρηνόφιλη πολιτική και παράλληλα ο Βενιζέλος υπέθαλπτε αυτή τη δυσπιστία. Αυτή η συνεχώς αυξανόμενη δυσπιστία μεταξύ της Entente και της Ελληνικής Κυβέρνησης οδήγησε στη σημερινή κατάσταση. Η πολιτική που οφείλει να ακολουθήσει η Ελλάδα στη δεδομένη στιγμή είναι η αποκατάσταση των
διπλωματικών
σχέσεων με τις Δυνάμεις της Entente. «Αν επρόκειτο να πολεμήσωμεν και ημείς κατά το διάστημα τούτο του πολέμου, θα επολεμούσαμεν εις το πλευρόν των Δυνάμεων της Συννενοήσεως. Αν πρόκειται έως το τέλος του πολέμου να κρατήσωμεν ουδετερότητα, θα την κρατήσωμεν φιλική και ευμενή προς αυτήν την εμπόλεμον ομάδα»78. Διαφωνούσε επίσης ο Δραγούμης με όσους επιθυμούσαν έξοδο στο πλευρό της Γερμανίας, όχι μόνο γιατί η Γερμανία είναι σύμμαχος της Τουρκίας, αλλά κυρίως γιατί η Ελλάδα πλέον δεν είχε άλλη επιλογή, αφού από την αρχή χάραξε πολιτική ευμενούς ουδετερότητας προς την Entente και ανέλαβε υποχρεώσεις που δεν
Όπ. παρ. Όπ. παρ.
μπορούσε να παραθεωρήσει έπειτα.
199
Πώς θα μπορούσε όμως να πολιτευθεί η Ελλάδα; Η Ελλάδα θα μπορούσε να αντιτάξει άμυνα επικαλούμενη την ίδια την ύπαρξη της ως ανεξάρτητου κράτους. Ο Δραγούμης διαφωνεί με όσους υποστηρίζουν ότι μια
ενδεχόμενη
βίαιη
απάντηση
ουδετερότητας από την Entente
στις
παραβιάσεις
της
ελληνικής
θα εσήμαινε αναγκαστικά εισδοχή στο
αντίθετο στρατόπεδο. «Η άμυνα μας εις αυτήν την περίπτωσιν δεν θα εσήμαινε κατ' ανάγκην ότι τασσόμεθα εις τον πλευρόν της αντιθέτου ομάδας των εμπολέμων, όσο και αν η στάσις μας αυτή θα υποβοηθούσε τα πολεμικά συμφέροντα της ομάδας αυτής»79. Στη συνέχεια, θέτει το ερώτημα αν θα πρέπει η Ελλάδα να εισέλθει στον πόλεμο ή να κρατήσει την ουδετερότητα μέχρι το τέλος. Επαναλαμβάνει τη θέση του ότι ουδέποτε υποστήριξε τη μέχρις εσχάτων ουδετερότητα. Μέχρι
την
εκδήλωση
του κινήματος
της Εθνικής
Αμυνας
υπήρξαν
περιστάσεις όπου εγνωμάτευσε υπέρ του πολέμου. Αλλά το βενιζελικό κίνημα παρόξυνε τα πάθη και περιέπλεξε τα πράγματα. Κατά τον Δραγούμη, ο Βενιζέλος επιδιώκει όχι μόνο εσωτερικούς, αλλά και εξωτερικούς στόχους. «Και δια μεν τους εξωτερικούς σκοπούς εμπορώ να συμφωνήσω, αν, εως το τέλος
του
πολεμήσωμεν.
πολέμου
παρουσιασθή
κατάλληλη
περίστασις
δια
να
Αλλά δια τους εσωτερικούς δεν συμφωνώ. Δεν θέλω
ανατροπήν του καθεστώτος, ούτε διώξιμον βασιλέως, ούτε δημοκρατίαν άλλην από εκείνην που έχουμε»80. Τί θα σήμαινε όμως για την Ελλάδα έξοδος από την ουδετερότητα; Εξοδος της Ελλάδας από την ουδετερότητα μετά τη διάσπαση του κράτους και την αδιαλλαξία του προϊσταμένου της τριανδρίας θα σήμαινε βίαιη εγκατάσταση του Βενιζέλου στην Αθήνα με επακόλουθα: α) την έκπτωση του Βασιλέως και της δημοκρατίας και β) την αναγνώριση από τους Ελληνες Ι. Δραγούμη, «Η ακολουθούμενη πολιτική», Μέρος Β', όπ. παρ. 15 Μαΐου 1917. Όπ. παρ.
200
ξενικού προτεκτοράτου στην Ελλάδα, ενδεχόμενα που δε θα ήθελα να συμβούν. Κατά τον Δραγούμη, «πρέπει να επιδιωχθή να κατασιγασθούν οπωσδήποτε τα πάθη μεταξύ των Ελλήνων, να λείψη η αμοιβαία δυσπιστία της Ελλάδας και των Συμμάχων και να πολεμήσωμεν ακόμη αν είναι εθνική ανάγκη, αλλ' ως ένα έθνος κι όχι ως κόμματα και μερίδες και άτομα. Αλλά και αν μείνωμεν ουδέτεροι έως το τέλος, πάλιν δεν έχουν να βλαφτούν οι Σύμμαχοι διότι από ημάς δεν έχουν να τρέξουν κανέναν απολύτως κίνδυνο, και τουναντίον θα εξακολουθήσωμεν να τους παρέχωμεν κάθε ευκολίαν συμβιβαζομένην με τα δικαιώματα του Κράτους»81. Η κυβέρνηση Ζαΐμη θα πρέπει να μεριμνήσει για την ειλικρινή εκτέλεση
των
υποχρεώσεων
που
ανέλαβε
με
την
αποδοχή
των
τελεσιγράφων του Δεκεμβρίου, την ειλικρινή διαχείριση των σχέσεων με τις Δυνάμεις της Entente
αλλά και την ειλικρινή δήλωση προς αυτές ότι θα
αντιταχθεί δυναμική αντίσταση σε περίπτωση επιβολής με τη βία του κινήματος της Αμυνας. Καλεί επίσης ο Δραγούμης τους Συμμάχους να μην εισακούσουν τις διαβολές που προέρχονται από στελέχη του κινήματος της Θεσσαλονίκης. Το άρθρο αυτό δημοσίευσε ο Δραγούμης ως απάντηση στο κύριο άρθρο της «Προόδου» με τίτλο «η Ακολουθούμενη Πολιτική». Η εφημερίδα «Πρόοδος» ανήκε στο βενιζελικό στρατόπεδο και παίρνοντας αφορμή από άρθρο του Δραγούμη στην εφημερίδα «Εμπρός» , στο οποίο ο τελευταίος καλεί για εφαρμογή της ακολουθούμενης πολιτικής, θέτει το ερώτημα ποια είναι «η ακολουθούμενη πολιτική». «Ημείς δεν βλέπομεν καμίαν. Ούτε είχομεν ποτέ, ούτε έχομεν τώρα πολιτικήν σαφή, που να βαδίζει ίσα ή στραβά εις ένα σκοπόν ωρισμένον» και κλείνοντας καλεί τον Δραγούμη να εξηγήσει
1
Όπ. παρ.
τι
ακριβώς
εννοεί
λέγοντας
«ακολουθούμενη
πολιτική»
201
χαρακτηρίζοντας τον ως άνθρωπο που «ομιλεί με ελεύθερον πνεύμα»
Η
«Εστία» μάλιστα υποστηρίζει ότι «η πολιτική μας υπήρξεν άρνησης πάσης πολιτικής»83. Ετσι λοιπόν, ο Δραγούμης δημοσίευσε σε δύο συνέχειες το άρθρο που αναλύσαμε το οποίο, όπως ήταν εύλογο, προκάλεσε την απάντηση του Ιωάννη Ζαφειρίου μέσα από τα φύλλα της «Προόδου». Ο Ζαφειρίου κατηγορεί τον Δραγούμη ότι αποσιωπά την προπαγάνδα της φιλογερμανικής μερίδας, την απαγόρευση κατά τη διάρκεια της εννεάμηνης επιστράτευσης της ανάγνωσης φιλογερμανικών εφημερίδων, τον φιλογερμανισμό ορισμένων φιλοβασιλικών υπουργών, και επικρίνει τον Δραγούμη ότι δεν έχει δώσει απάντηση στο ζήτημα της ένωσης των δύο ελληνικών κρατών στον τρόπο δηλαδή, που θα επιτευχθεί αυτή η ένωση84. Ο Δραγούμης αποδεχόταν τη λύση της κυβέρνησης Ζαΐμη, την οποία θεωρούσε ως λύση αναγκαστικής αποδοχής της αξίωσης των Δυνάμεων για παραίτηση
της κυβέρνησης
Σπ.
Λάμπρου.
«Απ'
αυτά συνάγεται το
συμπέρασμα ότι κύριος σκοπός της παρουσίας του κ. Ζαίμη εις τα πράγματα είναι ο τελειότερος κατευνασμός των Δυνάμεων της Συννενοήσεως και ιδιαιτέρως των
δύο Δυτικών» και συνεχίζει:
«Το
καλόν το
οποίον
προσμένεται από την κυβέρνησιν Ζαίμη είναι η αποκατάστασις ομαλών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Συννενοήσεως»85. Ο Δραγούμης θεωρούσε ότι ο Βενιζέλος λειτουργούσε ως όργανο των Δυνάμεων της Entente και, κατά κάποιο τρόπο, συκοφαντούσε σ' αυτούς την πολιτική της ουδετερότητας
που
ακολουθούσαν
οι αντιβενιζελικές
«Η Ακολουθούμενη Πολιτική» Πρόοδος 12 Μαΐου 1917. Εστία, 11 Μαΐου 1917. «Μερικαί απορίαι εξ αφορμής των άρθρων του κυρίου Δραγούμη», Πρόοδος, 17 Μαίου 1917. 85 1 . Δραγούμης «Πειθαρχία εις την Λογικήν», Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη] και Εμπρός, 11 Μαΐου 1917. 83
202
κυβερνήσεις. Κατά τη διάρκεια της εξορίας του στην Κορσική, θα συγγράψει λογοτεχνικό έργο με θεατρικούς δραματοποιημένους διάλογους, στο οποίο θα δώσει τον τίτλο «Ελληνική Τραγωδία», αναφερόμενος στη περίοδο 19151917. Το έργο αυτό φυλάσσεται ανέκδοτο στο προσωπικό του Αρχείο και είναι γραμμένο στα γαλλικά. Η «τραγωδία» αυτή βέβαια δεν μπορεί να λειτουργήσει αυστηρά ως τεκμήριο ιστορικών
γεγονότων, είναι όμως
ενδεικτική των μύχιων προσωπικών απόψεων του. Σ' ένα τέτοιο φανταστικό διάλογο εμφανίζεται ο Βενιζέλος να ομολογεί: «την κοινή γνώμη έχω γραμμένη στα παλιά μου τα παπούτσια» και σχετικά με την ουδετερότητα της Ελλάδας
θα
αυτοεξομολογηθεί:
«Εγώ
έκανα
να
ναυαγήσουν
οι
διαπραγματεύσεις. Φαντάσθηκες πως θ' άφηνα στους αντιπάλους μου το κέρδος να βγάλουν την Ελλάδα από την ουδετερότητα; Εδούλεψα τόσο καλά ώστε να πειστούν οι Σύμμαχοι ότι οι προτάσεις αυτές δεν ήταν ειλικρινείς Αφησα να καταλάβη η Entente πως η πολιτική αυτή είναι γερμανόφιλη Δεν μπορεί να γελαστεί κανείς. Είναι πια βεβαιωμένο στα μάτια των ανθρώπων της Συννενοήσεως, πως εγώ μόνο μπορώ να τους υπηρετώ πιστά και ειλικρινά»86. Ανάλογες απόψεις θα εκφράσει και στα «Εργα και Ημέρες», που θα γράψει στη Σκόπελο, τον Ιούλιο του 1919. Αποδέχεται την τήρηση της ευμενούς ουδετερότητας από τις κυβερνήσεις της εποχής, αλλά επικρίνει τον Βενιζέλο για σκόπιμες παρεμβάσεις ανατροπής της πολιτικής αυτής ή για προσπάθεια διαβολής της87. Πολλές φορές ο Δραγούμης στην
«Πολιτική
Επιθεώρηση» θα
δημοσιεύσει άρθρα σχετικά με την εφαρμογή της πολιτικής ουδετερότητας
' «Ελληνική Τραγωδία», Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 27, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. «Εργα και Ημέρες», Σκόπελος, Ιούλιος 1919, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 26. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
203
ασκώντας κριτική, τις περισσότερες φορές, στην πολιτική του Βενιζέλου, αλλά και των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων. Στις 8 Ιουλίου 1916, στην «Εξωτερική Επιθεώρηση», θα δημοσιεύσει κάποιες απόψεις σχετικά με τη Ρουμανική στάση. Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη θέση της Ρουμανίας, επειδή από την αρχή η Ελλάδα είχε εξαρτήσει τη θέση της απέναντι στους εμπολέμους από την αντίστοιχη Ρουμανική. Επικροτεί τη στάση της Ρουμανίας , η οποία, αν και ουδέτερη, κατάφερε να προσπορισθεί αρκετά ωφελήματα. Η Ρουμανία απέκτησε σταδιακά τη δύναμη να διαπραγματεύεται τη θέση της απέναντι στους εμπόλεμους με επιτυχία. «Ευρίσκεται συνεπώς η Ρουμανία εις θέσιν βελτίονα
της
κατά
την έναρξιν του πολέμου και παρίσταται ως έχουσα ήδη εξησφαλισμένην παρ'
εκτός της
περί
συμπεριλαμβανομένης
πλήρους
εδαφικής ακεραιότητας εγγυήσεως,
και της δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου
κτηθείσης Δοβρουτσάς και την κατά το δυνατόν οικονομικήν αυτής ζωήν, τουτέστιν έχει παράκαμψη και τον οικονομικόν πόλεμον, όστις συνέχεται ήδη τω στρατιωτικώ, χωρίς να εξάρτηση τα οικονομικά αυτής συμφέροντα εκ πολιτικής υποδουλώσεως»88, θα συμπεράνει. Με την πολιτική της η Ρουμανία κατάφερε να επαυξήσει την επιρροή της στους υπόδουλους στην Αυστροουγγαρία ρουμανικούς πληθυσμούς και να αποδείξει ότι με την ακμαία στρατιωτική της δύναμη είναι σε θέση να μην επιτρέψει την ξενική επέμβαση. Από την άλλη, δεν είναι δυνατόν η Ρουμανία να παραβλέψει το δικαιολογημένο ενδιαφέρον της για τα Βαλκανικά πράγματα εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης, απαντώντας έτσι έμμεσα σε όσους επέκριναν την Ελλάδα για κοντόφθαλμη βαλκανικού τύπου πολιτική89.
«Εξωτερική Επιθεώρησις», Πολιτική Επιθεώρησις, Ετος Α', Αριθ. 28 9 Ιουλίου 1916, σ. 950-951. υπ. παρ.
204
Ιδιαίτερα επαινετικός είναι ο λόγος του για την ελβετική ουδετερότητα. Σε σχετικό δημοσίευμα του στην «Πολιτική Επιθεώρηση», θα παραθέσει αποσπάσματα από μια δημόσια ομιλία του προέδρου της Ελβετικής Ομοσπονδίας, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: «Η Ελβετία οφείλει το πολύτιμο πλεονέκτημα του να διατήρηση τα αγαθά της ειρήνης εν μέσω των εμπολέμων κρατών, εις το γεγονός ότι είνε έτοιμη δι' όλας τας θυσίας, αρκεί να διατήρηση την ουδετερότητα της. Η σταθερά και ομόθυμος απόφασις του Ελβετικού λαού είναι να υπεράσπιση την ουδετερότητα του και να την διατήρηση ακεραίαν απέναντι όλων των εμπολέμων. Η Ελβετία ουδέν σχέδιον επεκτάσεως τρέφει. Είμεθα και θέλομεν να μείνωμεν μικρός λαός. Θέλομεν όμως να εξασφαλίσωμεν εις το μικρόν κράτος μας, εις το εμπορικόν και διανοητικόν πεδίον, θέσιν υπό τον ήλιον μετά τον πόλεμον. Προς τούτο απαιτείται απόλυτος εθνική συνοχή και ομόνοια. Απαιτείται επίσης κοινή γνώμη προσανατολιζόμενη μόνον όπως το εθνικό συμφέρον επιβάλλει»90. Ο
Δραγούμης
επισημαίνει την απόλυτη αδιαφορία τόσο των
Γαλλοελβετών, όσο και των Γερμανοελβετών στα κελεύσματα της Γαλλίας και της Γερμανίας αντίστοιχα για σύμπραξη της Ελβετίας με τον συνασπισμό τους, και την επίδειξη μιας αξιοθαύμαστης Ελβετικής αλληλεγγύης. Γράφει χαρακτηριστικά: «Και εις την αρχήν του ευρωπαϊκού πολέμου και πολλάς φοράς έπειτα, διαβεβαίωσε η ελβετική κυβέρνησις όλους τους εμπολέμους ότι θα κράτηση ουδετερότητα, αλλ' ότι εννοεί συγχρόνως και να υπεράσπιση ενόπλως την ουδετερότητα της χώρας» 91 . Μάλιστα, ενώ η Γαλλία και η Γερμανία δήλωσαν ότι θα σεβαστούν την απόφαση της Ελβετίας για ουδετερότητα, η Ελβετία πραγματοποίησε επιστράτευση για να στήριξη αυτή της την απόφαση ενόπλως, αν χρειαζόταν. Επίσης, επειδή η γερμανική
«Εξωτερική Επιθεώρησις», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', έτος Β', Αριθ. 55, 14 Ιανουαρίου 1917, σ. 65. 91 Όπ. παρ. σ. 66.
205
κυβέρνηση απαγόρευσε την εξαγωγή μερικών ειδών στην Ελβετία, η ελβετική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε εναντίον του μέτρου αυτού στις 9/22 Ιανουαρίου 1915 ως αντίθετου προς τους όρους πρόσφατης γερμανο-ελβετικής εμπορικής συνθήκης και απείλησε ως αντίποινα την απαγόρευση της εξαγωγής στη Γερμανία τυριών, γάλακτος και ζώων92. Η κήρυξη αποκλεισμού των πλοίων της Entente
από τη Γερμανία
προκάλεσε διακοπή διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στη Γερμανία και τις Η.Π.Α. Οι ουδέτερες Η.Π.Α. θα μπορούσαν μέχρι εκείνη τη στιγμή να χρησιμεύσουν, κατά τον Δραγούμη, ως η ηγέτιδα δύναμη μεταξύ των ουδέτερων κρατών, η δύναμη υπό την αιγίδα της οποίας θα μπορούσε να επέλθει συνεννόηση των ουδετέρων κρατών Ευρώπης και Αμερικής. Η διακοπή όμως των Γερμανο-αμερικανικών σχέσεων περιπλέκει τα πράγματα. Οι Η.Π.Α. κάλεσαν κι άλλα ουδέτερα κράτη να ακολουθήσουν το παράδειγμα τους. Ο Δραγούμης είχε προβλέψει στην «Πολιτική Επιθεώρηση» ότι τα ουδέτερα κράτη της Ευρώπης και της Νότιας Αμερικής δεν θα συμμερίζονταν το διάβημα των Η.Π.Α. και δεν θα διέκοπταν τις σχέσεις τους με τη Γερμανία. «Και πραγματικά διεμαρτυρήθησαν βέβαια προς την Γερμανίαν δια τους κινδύνους των ουδετέρων πλοίων από τον εντεινόμενο
υποβρυχιακόν
πόλεμον, συνεπεία του γερμανικού αποκλεισμού των ακτών των Συμμάχων της Συννενοήσεως, αλλά δεν ηθέλησαν ούτε να διακόψουν τις σχέσεις τους με την Γερμανίαν και ακόμη ολιγώτερον να της κηρύξουν πόλεμον» και επισημαίνει: «Δεν ακολούθησαν το παράδειγμα και την πρόσκλησιν των Η.Π.Α., διότι η διακοπή των σχέσεων θα άνοιγε τον κατήφορον προς την
Όπ. παρ.
206
έξοδον από την ουδετερότητα και κανένας λαός, έστω και αμερικανικός, δεν είχε φαίνεται όρεξιν να ευρεθή εις πόλεμον με την Γερμανίαν»93. Από την άλλη μεριά, ούτε οι Η.Π.Α. φαίνονταν εκείνη τη στιγμή διατεθειμένες να λάβουν μέρος στον πόλεμο και η υποστήριξη προς την Entente ήταν καθαρά ηθική. Κατά τον Δραγούμη, η στιγμή εκείνη κρινόταν κατάλληλη για μια συννενόηση των ουδέτερων κρατών της Ευρώπης, έστω και χωρίς τις Η.Π.Α., προκειμένου να μεσολαβήσουν δυναμικά για την επίτευξη της ειρήνης. Στην κίνηση αυτή των ουδετέρων θα είχε η Ελλάδα τον δικό της ρόλο94. Εξαίρει, λοιπόν, ο Δραγούμης τη στάση των ουδέτερων κρατών και κυρίως τις ιδιαίτερα λεπτές και προσεκτικές κινήσεις τους σε αντιδιαστολή με την
«παράλογη»,
κατά
τον
χαρακτηρισμό
του,
ελληνική
πολιτική
ουδετερότητας. Συχνά ο Δραγούμης έκανε αναφορές στη πολιτική άλλων ουδέτερων κρατών, την οποία αντιδιέστελλε προς την ελληνική πολιτική. Επέκρινε την αρχική δήλωση περί ευμενούς ουδετερότητας προς την Entente, όχι βέβαια γιατί ήταν αντιανταντικός (άλλωστε αρχικά ήταν υπέρ της εξόδου στο πλευρό της Entente), αλλά γιατί έγινε τη στιγμή της έναρξης του πολέμου και δεν άφηνε
περιθώρια
μελλοντικής
αναδίπλωσης.
Επίσης,
επέκρινε
την
κυβέρνηση Σκουλούδη ότι χειρίσθηκε το θέμα της ευμενούς υπέρ της Entente ουδετερότητας με τρόπο τέτοιο που γέννησε ποικίλες προστριβές και καχυποψίες από την Entente . Ενώ ο Δραγούμης αρχικά υποστήριζε την ευμενή προς την Entente ουδετερότητα, η αγγλογαλλική απόβαση στη Θεσσαλονίκη, η κατάληψη του Ρούπελ από τους Γερμανοβούλγαρους και η εκδήλωση του κινήματος της
Αρχ. Ι.Δραγούμη, Σειρά Α', φακ.35, Υποφακ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β', έτος Β', Αρ. 58, 4 Φεβρουαρίου 1917, σ. 163. 94 Όπ. παρ. α. 164.
207
Εθνικής Αμυνας θα τον καταστήσουν ιδιαίτερα σκεπτικιστή απέναντι στην ανεπιφύλακτη έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Entente. Η εξ αρχής δήλωση περί ευμενούς προς την Entente ουδετερότητας απέκλεισε μελλοντική τήρηση αυστηρής ουδετερότητας εξ ίσου προς όλες τις πλευρές. «Αλλ' άν αποκλείεται πλέον απολύτως η πολιτική αντίληψις περί της τηρήσεως αυστηρός και απολύτου ουδετερότητας απέναντι όλων των εμπολέμων, εξ ίσου αποκλείεται και η ορθότης της πολιτικής αντιλήψεως περί αναπόφευκτου ανάγκης τυφλής προσδέσεως της Ελλάδας εις το άρμα της Συννενοήσεως με αντί κει μενικόν σκοπόν την συμμετοχήν ημών εις τον πόλεμον, οπωσδήποτε, οποτεδήποτε και όπως όπως»95. «Τα λάθη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής κατόρθωσαν ώστε η Ελλάς να είναι και να μην είναι ουδέτερο κράτος. Το κίνημα μάλιστα της Εθνικής Αμυνας εμπέρδευσε περισσότερον τη διεθνή μας θέση, αφού γίναμε δύο κράτη και ο στρατός του κ. Σαρράϊγ έχει έτσι διπλήν αιχμήν, μίαν κατά των Βουλγάρων και μίαν κατά τας ουδετέρας Ελλάδος»96. Το κίνημα, συνεπώς, της Εθνικής Αμυνας συνετέλεσε ώστε όχι μόνο να καταλυθεί οριστικά η ελληνική ουδετερότητα, όχι μόνο να δημιουργηθούν δύο ελληνικά κράτη, αλλά και να υπάρξει πραγματική κατοχή της Ελλάδας από τα στρατεύματα της Entente. Ο Δραγούμης στηλίτευσε τον Βενιζέλο ότι δεν δίστασε να διχάσει το έθνος για να εξέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Entente. Η εκδήλωση του κινήματος της Αμυνας συνέτεινε στη μετακίνηση του Δραγούμη από την αρχική του θέση για την ανάγκη ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στην Entente, σε μια περισσότερο ουδετερόφιλη στάση. Βασική πεποίθηση του
Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. Β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β', Ετος Α', Αρ. 46, 21 Μαΐου 1916, σ. 730. 96 Οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β', Ετος Α', Αρ. 46, 11 Νοεμβρίου 1916, σ. 1525.
208
Δραγούμη υπήρξε η ανάγκη εξόδου της Ελλάδας από την ουδετερότητα ως κράτους ενωμένου και με απόλυτα αποσαφηνισμένο τον μελλοντικό ρόλο της στη Συμμαχία. Είναι πρόδηλο ότι η στρατηγική επιλογή του κορυφαίου Ελληνα πολιτικού,
του
Ελ.
Βενιζέλου,
υπέρ
της
εμπλοκής
στον
πόλεμο
εναρμονιζόταν τόσο με το κυρίαρχο διεθνώς πολιτικό πρότυπο του επεκτατικού ιμπεριαλισμού όσο και με την κατά παράδοση αλυτρωτική πολιτική της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, οι επεκτατικές βλέψεις διόλου δεν συνιστούσαν παρέκκλιση από την παγκόσμια τάξη πραγμάτων της εποχής εκείνης. Δεδομένου μάλιστα ότι η εκ προοιμίου μειονεκτική διεθνής θέση της Ελλάδας δεν άφηνε παρά στενό περιθώριο στρατηγικών επιλογών, ο Βενιζέλος αναπόφευκτα αντίκρυσε τον πόλεμο όχι
μόνο ως έσχατο
αμυντήριο, αλλά και ως μέσο επιθετικής πολιτικής συντελεστικό στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εξάλλου, είναι γεγονός ότι η Ελλάδα ως ναυτική χώρα όφειλε να συνδέσει τα συμφέροντα της με τις ναυτικές δυνάμεις της Entente. Ακόμη, η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που εμφανιζόταν περισσότερο ρεαλιστική από ποτέ παρείχε στην Ελλάδα την τελευταία ευκαιρία για την εθνική της ολοκλήρωση. Ο
Βενιζέλος, όμως,
προβάλλοντας
υποτυπώδεις
έσπευσε
να
πολεμικούς
συμμετάσχει στόχους
στον και
πόλεμο
χωρίς
αποσαφηνίσει τον ρόλο της χώρας στη Συμμαχία. Ευελπιστούσε
να πως
Βρετανοί και Γάλλοι θα τον υποστήριζαν συνεχώς, καθώς δεν διέβλεπε τα δικά τους παντοία συμφέροντα, με αποτέλεσμα να προσδοκά από τη φιλία τους πολύ περισσότερα απ' όσα θα μπορούσε αυτή να του αποφέρει. Καθώς φαίνεται, δεν αντιλαμβανόταν πλήρως ότι η ευόδωση των επιδιώξεων του δεν εξαρτιόταν μόνο από την εκάστοτε ισορροπία δυνάμεων εντός του ιμπεριαλιστικού συστήματος υπό συνθήκες κρίσης, αλλά και από τις ανάγκες της εσωτερικής πολιτικής την επαύριο της παγκόσμιας κρίσης. Κατά τον Γ.Β.
209
Λεονταρίτη: «η αντίληψη του Βενιζέλου για τη διεθνή θέση της χώρας δεν ανταποκρινόταν επαρκώς στις επιταγές του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Επιπλέον, η πολιτική του προϋπέθετε κάποια σχετικά σταθερή τάξη πραγμάτων, υποβιβάζοντας το ενδεχόμενο μεταβολών υπό τις τότε ρευστές διεθνείς
και
εσωτερικές
συνθήκες
στους
κόλπους
των
αντίπαλων
συνδυασμών, ενδεχόμενο ικανό να ανατρέψει την πολιτική του»97. Η ανάμειξη της Ελλάδας στον πόλεμο, το καλοκαίρι του 1917, επιβαλλόταν για λόγους αμυντικούς, αφού τμήμα της ελληνικής Μακεδονίας βρισκόταν ήδη στα χέρια των εχθρών. Σε τελική όμως ανάλυση, τη μαξιμαλιστική πολιτική του Βενιζέλου την κατέστησε αναπόδραστη ο εθνικός Διχασμός και τα αποτελέσματα που δημιούργησε. Η ανάλυση των δημοσιευμάτων
και των ευρύτερων πολιτικών
παρεμβάσεων του Δραγούμη πιστοποιεί την ύπαρξη συγκεκριμένων αξόνων στην τοποθέτηση του για τη θέση της Ελλάδας απέναντι στους εμπόλεμους. Πιστός στην άποψη του για την επιβαλλόμενη προσέγγιση της Ελλάδας με τις ναυτικές Δυνάμεις
θα κρίνει
απαραίτητη
την
τήρηση
ευμενούς
ουδετερότητας απέναντι στην Entente. Δεν απέκλεισε ποτέ ο Δραγούμης την έξοδο υπέρ της Entente με τον όρο ότι η Ελλάδα θα έθετε όρους και ανταλλάγματα για τη συμμετοχή της στον πόλεμο. Δεν συμφωνούσε με την πολιτική της διαρκούς ουδετερότητας που πρέσβευε η φιλογερμανική ανακτορική πλευρά. Διαφωνούσε με την α priori δήλωση του Βενιζέλου περί ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στην Entente, γιατί έγινε με την έναρξη του πολέμου και δεν άφηνε περιθώρια μελλοντικής αναδίπλωσης. Αντιτίθεται στη «διαρκή» ουδετερότητα του φιλοβασιλικού Γενικού Επιτελείου, παράλληλα διαφωνεί με την άποψη του Βενιζέλου ότι όφειλε η Ελλάδα να εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία για να πετύχει την εθνική της ολοκλήρωση. Ο
Γ. Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο 1917-1918, Μετάφρ. Βασίλης Οικονομίδης, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., 2000, σ. 15.
210
Δραγούμης, πιστός στην Ανατολική του αντίληψη, θα επικρίνει οιαδήποτε σκέψη για ελληνοτουρκικό πόλεμο, αφού κάτι τέτοιο θα εγκυμονούσε σοβαρούς
κινδύνους
για την επιβίωση του ελληνισμού
της Οθωμ.
Αυτοκρατορίας. Φρονούσε ότι η Ελλάδα όφειλε να εξέλθει από την ουδετερότητα ως κυρίαρχο ανεξάρτητο κράτος κι όχι κάτω από πιέσεις και εκβιασμούς. Το Κίνημα της Εθνικής Αμυνας ουσιαστικά κατέλυσε την ελληνική ουδετερότητα. Έτσι θα ερμηνεύσουμε τη σφοδρή κριτική που άσκησε ο Δραγούμης τόσο στον Βενιζέλο, όσο και στην Entente, εμφανιζόμενος να ευθυγραμμίζεται περισσότερο
με την ουδετερόφιλη φιλοβασιλική πλευρά.
Η σφοδρά
αντιβενιζελική στάση του που οφείλεται στην ανάμειξη των Αγγλο-Γάλλων στα ελληνικά ζητήματα δεν θα τον εμποδίσει να επικρίνει σφοδρότατα και την κυβέρνηση Σκουλούδη για την παρέμβαση των Γερμανο-Βουλγάρων στη Μακεδονία. Η ακλόνητη πεποίθηση του στην ανάγκη πλήρους εξασφάλισης της ελληνικής εδαφικής ακεραιότητας θα τον ωθήσει στην απόρριψη της πολιτικής Βενιζέλου που αντάλλασσε την περιοχή Δράμας-Καβάλας με εδάφη της Δυτικής Μικρασίας. Ο Βενιζέλος στον λόγο που εκφώνησε στο Κοινοβούλιο στις 13 Αυγούστου 1917 για να υποστηρίξει την προηγούμενη στάση του έναντι της Βουλγαρίας, φαίνεται υπέρμαχος της σύμπηξης μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας εναντίον της Τουρκίας στην περίοδο πριν την έκρηξη των Βαλκανικών πολέμων98. Δεν θα διστάσει, συνακόλουθα, να προτείνει εκχώρηση της Καβάλας στην Βουγλαρία, προκειμένου η τελευταία να προσχωρήσει στη Δυτική Συμμαχία εναντίον της Τουρκίας που είχε ταχθεί στο πλευρό υπέρμαχος
των
Κεντρικών
Αυτοκρατοριών. Αντίθετα, ο Δραγούμης
της ελληνοτουρκικής συνεργασίας
και με αντί βουλγαρικό
προσανατολισμό θα αντιταχθεί τόσο σε οικειοθελείς παραχωρήσεις στη
Ελ. Βενιζέλου, Πολιτικαί Υποθήκαι, επιμ. Στ. Στεφάνου, τομ. 2ος, Αθήναι 1969, σ.5.
211
Βουλγαρία, όσο και στην ενδεχόμενη κήρυξη ελληνοτουρκικού πολέμου και εδαφική επέκταση της Ελλάδας στη Μικρά Ασία. Ο Δραγούμης πίστευε ότι η Ελλάδα όφειλε να ακολουθήσει πολιτική βαλκανική και ανατολική και έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην ικανοποίηση όρων και ανταλλαγμάτων που όφειλε να θέσει για την έξοδο της στον πόλεμο. Μετά την επέκταση της προς την είσοδο της Αδριατικής, την πλήρη επικράτηση της στο Αιγαίο και την εδαφική της επέκταση στη Μακεδονία, η παλαιά αντίληψη ότι η Ελλάδα αποτελούσε αμελητέα ποσότητα ανατράπηκε και η νέα αντίληψη για την Ελλάδα βασιζόταν σε μια αμφίδρομη σχέση εκμετάλλευσης. Μια τέτοια σχέση είχε κατά νου ο Ίων Δραγούμης στο σχέδιο που οραματιζόταν στην εισηγητική του έκθεση για ένα «Γενικόν
Εθνικόν
Πρόγραμμα» το 1910 και που περιείχε τις ακόλουθες σκέψεις σχετικά με τα συμφέροντα και τις βλέψεις των Δυνάμεων. «Επειδή ο Ελληνισμός εκτείνεται εφ' όλης σχεδόν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, υπαρχόντων και εις τας εσχατιάς αυτής Ελληνικών συμφερόντων, κατ' ανάγκην συμπίπτουσιν ή συγκρούονται συχνάκις τα Ελληνικά συμφέροντα προς τα των Μεγάλων Δυνάμεων
άτινα
και
ταύτα κατά τας περιστάσεις
συγκρούονται ή
συμπίπτουσι προς άλληλα ανά δύο ή τρία ή πλείονα. Εκ τούτων εξάγεται ότι εις ουδεμιάς των Μ. Δυνάμεων το άρμα δυνάμεθα να προσδεθώμεν προς απόκτησιν της γενικής υποστηρίξεως αυτής εν τη επιδιώξει απάντων των εν Τουρκία συμφερόντων του έθνους - πλην ίσως της Γαλλίας εάν και εφ' όσον ενεργή εν Ανατολή κεχωρισμένη από των συμμάχων αυτής, όπερ δεν συμβαίνει πάντοτε. Επομένως μάλλον μεμονωμένοι συνεννοήσεις είναι δύναται και σκόπιμοι, συνεννοήσεις κατά τόπους και κατά συμφέροντα»99. Στην συνέχεια ο Δραγούμης θα προτείνει ελληνορωσική συνεννόηση στην Ηπειρο κατά των Αυστριακών και Ιταλών, ελληνοαυστριακή συνεννόηση
Α.Υ.Ε. Α/6/χ.α. 1911,1. Δραγούμη, «Γενικόν Εθνικόν Πρόγραμμα», 9/22 Απριλίου 1910.
212
στη
Μακεδονία
κατά
της
μονομερούς
επικράτησης
των
Σλάβων,
ελληνογερμανική συνεννόηση στην Τουρκία κατά των Σλάβων, ελληνοιταλική και ελληνογερμανική σύμπραξη κατά των Αγγλων στην Κρήτη 100 . Μπορεί οι απώτεροι στόχοι του προγράμματος αυτού να ματαιώθηκαν από τις βαλκανικές εξελίξεις, είναι όμως, ενδεικτικό το υπόμνημα αυτό των θέσεων του Δραγούμη για τις σχέσεις που όφειλε η Ελλάδα να δομήσει με τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις. Ετσι θα εξηγήσουμε και την αποφυγή πλήρους και μονομερούς
υποστήριξης
από
τον
Δραγούμη
κάποιου
από
τους
Συνασπισμούς του πολέμου κατά την κρίση του 1914, αλλά και τη σφοδρή πολεμική που θα εξαπολύσει εναντίον του Βενιζέλου μετά την εκδήλωση του Κινήματος της Αμυνας για τη μονομερή προσήλωση του στη Γαλλία ιδιαίτερα.
δ. Τα εθνικά ζητήνατα του Ελληνισυού και η πολιτική των κυβερνήσεων των ετών 1915-1917. Η κριτική τουΔοσνούυη. Ο Ιων Δραγούμης κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, προβληματίστηκε έντονα για τα ζητήματα του ελληνισμού, κυρίως του αλύτρωτου, μέσα σε μια εποχή έντονων ζυμώσεων και διπλωματικών ανακατατάξεων, όπως ήταν το α' τέταρτο του 20 ο υ αιώνα. Επιδιωκόμενος στόχος για τον Δραγούμη ήταν η ένταξη των εθνικών προβλημάτων του ελληνισμού στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων με τρόπο τέτοιο ώστε να επέλθουν οι μέγιστες δυνατές ωφέλειες γι' αυτόν. Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ξεσπά σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από τις εκκρεμότητες που προέκυψαν από την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου, που σηματοδότησε τη λήξη των Βαλκανικών πολέμων, παραχώρησε στην Ελλάδα τη Μακεδονία, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, την Κρήτη, την Ηπειρο.
100
οπ. παρ.
213
Το τέλος των βαλκανικών πολέμων και η υπογραφή των συνθηκών δεν επέφεραν και τη λύση
όλων των εθνικών ζητημάτων. Στο Ανατολικό
Αιγαίο, η Τουρκία δε δεχόταν την παραχώρηση των νησιών στην Ελλάδα. Επιδίωκε να γίνουν τα νησιά αυτόνομα υπό τουρκική κυριαρχία. Οι σχέσεις των δύο χωρών οξύνθηκαν ακόμη περισσότερο εξαιτίας των διωγμών που είχαν αρχίσει οι Νεότουρκοι εναντίον των ελληνικών πληθυσμών της Μ. Ασίας και της Ανατολικής Θράκης101. Στη Β. Ηπειρο η κατάσταση παρέμεινε συγκεχυμένη. Η ελληνική κυβέρνηση, για να της παραχωρηθούν τα νησιά του Ανατολ. Αιγαίου, είχε δεχθεί να αποσύρει τα ελληνικά στρατεύματα από την περιοχή αυτή, που προσαρτήθηκε στο ανεξάρτητο αλβανικό κράτος, με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας. Οι Ελληνες, όμως, της Βορείου
Ηπείρου
δημιούργησαν αντάρτικα σώματα που είχαν ως στόχο την αυτονόμηση της περιοχής. Τα Δωδεκάνησα, ήδη από το 1912, κατέχονταν από τους Ιταλούς, οι οποίοι τα κατέλαβαν κατά τη διάρκεια του ιταλοτουρκικού πολέμου του 19111912. Μετά το πέρας των Βαλκανικών πολέμων, το Δωδεκανησιακό ζήτημα παρέμεινε άλυτο, διότι οι
Ιταλοί απέρριψαν οποιαδήποτε συζήτηση του
ζητήματος αποσυνδέοντας το από το γενικότερο βαλκανικό πρόβλημα. Η έκρηξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου ανέσυρε στην επιφάνεια όλες αυτές τις εκκρεμότητες, ενώ τα διλήμματα ενώπιον των οποίων έθεσε την ελληνική εξωτερική πολιτική σχετίζονταν σε μεγάλο βαθμό με τη διευθέτηση εκκρεμών εθνικών προβλημάτων ή τη διατήρηση των ήδη κεκτημένων. Η Βουλγαρία, για παράδειγμα, χαρακτηριζόταν από μια έντονη αναθεωρητική διάθεση σχετικά με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Ετσι, όταν ξέσπασε ο πόλεμος, άρχισε να διαπραγματεύεται τη συμμετοχή της σ' αυτόν στο πλευρό του ενός ή του άλλου συνασπισμού με ανταλλάγματα σε
G. Leon, όπ. παρ. σ. 12-13.
214
εδάφη της σερβικής και ελληνικής Μακεδονίας. Ο Δραγούμης διέβλεψε τον κίνδυνο αυτό και επανειλημμένα σε άρθρα του στην «Πολιτική Επιθεώρηση» προσπαθούσε να ευαισθητοποιήσει το κοινό προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι γνωστή η ευαισθησία του Δραγούμη για τη Μακεδόνικη γη, από την οποία άλλωστε έλκει την καταγωγή του και στις επάλξεις της οποίας υπηρέτησε ως πρόξενος για πολλά χρόνια. Η ευαισθησία του αυτή εξηγεί και τον αντιβουλγαρικό του προσανατολισμό. Εγραφε το 1903: «Οι Βούλγαροι επιτίθενται έμμεσα κατά των Οθωμανών και άμεσα κατά των Ελλήνων, οι οποίοι με τη σειρά τους πρέπει να αμυνθούν. Δεν είναι λοιπόν δυνατό οι Ελληνες να διατηρήσουν απόλυτη ουδετερότητα στη Μακεδονία, αφού απειλούνται τόσο από τους Τούρκους, όσο και από τους Βούλγαρους, οι οποίοι <είναι λαός αρριβιστών»102. Μετά το πέρας του Μακεδόνικου Αγώνα, ο Δραγούμης παραθέτει στον Κανονισμό Εργασίας των εν Ηπείρω, Μακεδονία και Θράκη προξένων (1908), που δημοσιεύτηκε από την Ελένη Μπελιά, ολόκληρη τη διαδικασία της αμυντικής οργάνωσης των υπόδουλων σε στενή συνεργασία και υπό την εποπτεία των Ελλήνων προξένων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι βασικές κατευθύνσεις του κανονισμού είναι: α) οικονομική ανάπτυξη των ακριτικών περιοχών, β) αξιοποίηση των βλαχόφωνων
πληθυσμών της
Θράκης, της μείζονος Μακεδονίας, της Βουλγαρίας, της Βόρειας Ηπείρου, γ) παροχή
παιδείας
στους
ξενόφωνους
ελληνικούς
πληθυσμούς,
δ)
συγκρότηση οροφυλακής στις ακριτικές ελληνικές περιοχές103. Ευνόητη είναι, κατά συνέπεια, η ευαισθησία του για τη Μακεδόνικη γη
Η Μονή του Προδρόμου και το χωριό Λάκκος των Σερρών. Απάντηση του Ίωνα Στ. Δραγούμη, γραμμένη γαλλικά τον Οκτώβρη του 1903 από τις Σέρρες σε γράμμα φίλου του από το Παρίσι. Μετάφραση του Φιλίππου Δραγούμη 31 Ιουλίου / 13 Αυγούστου 1920. Ανάτυπο από τα Σερραϊκά Χρονικά , τ. Δ'. (1961-1963), σ. 19. 103 Ελένη Δ. Μπελιά, «Ελληνική Αμυνα στην Ηπειρο, Μακεδονία και Θράκη, Προτάσεις Ίωνα Δραγούμη 1904, 1908» Μνημοσύνη 11 (1988-1990), σ. 377 κ. εξ.
215
και κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Σε κάθε ευκαιρία στηλίτευε την πολιτική του Βενιζέλου για παραχώρηση της περιοχής Καβάλας στους Βούλγαρους με ανταλλάγματα εδαφικά στη Δυτική Μικρά Ασία. Στηλίτευσε, όπως είδαμε, επίσης και την κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη, όχι μόνο γιατί επέτρεψε την κατάληψη του φρουρίου του Ρούπελ από τους Γερμανοβουλγάρους, αλλά κυρίως γιατί επέτρεψε την είσοδο Βουλγάρων στο ελληνικό έδαφος. Ο Δραγούμης τόνιζε την ανάγκη της ακεραιότητας του ελληνικού εδάφους, φοβούμενος ιδιαίτερα την πιθανότητα παραχώρησης ελληνικών εδαφών στη Βουλγαρία ως δέλεαρ για την είσοδο της τελευταίας στον πόλεμο. Θα τονίσει χαρακτηριστικά: «Απαιτείται διατήρησις, κατά το δυνατόν, αγαθών σχέσεων προς όλας μεν τας Μεγάλας Δυνάμεις, ιδιαίτερα δε προς τας της Συννενοήσεως... Επίσης άρσις των επιπροσθούντων (sic) εις την αποκατάστασιν ομαλών σχέσεων προς την Οθωμανικήν Αυτοκρατορίαν ζητημάτων. Ακόμη δε ενδείκνυται συννενόησις και προσέγγισις στενότερα προς την Ρουμανίαν». Επίσης, «όριον πέραν του οποίου δεν δύναται να υποχωρήσει η Ελλάς είναι η είσοδος των Βουλγάρων εις το έδαφος της, περί τούτων δε εν πάση ειλικρίνεια θα έπρεπε να εκθέσωμεν την άποψίν μας και προς τας Κεντρικάς Αυτοκρατορίας»104. Σταθερή είναι η πεποίθηση του Δραγούμη για τους επιβεβλημένους βαλκανικούς προσανατολισμούς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής «Η ελληνική πολιτική πρέπει να μένη σταθερώς βαλκανική και ανατολική, μη ταρασσόμενη από ξένας προς την βαλκανικήν και ανατολικήν άποψιν των πραγμάτων εμπνεύσεις, εισηγήσεις ή σχέσεις τρίτων»105. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής θα υποστηρίξει τη συννενόηση με τη Ρουμανία, η οποία, κατά 104
Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Α', Ετος Α', Αρ. 15, 15 Απριλίου 1916, σ. 532. οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β", Ετος Α', Αρ. 15, 9 Απριλίου 1916, σ. 532.
216
τη γνώμη του, είναι επιβεβλημένη και θα πρέπει να γίνει ανεξάρτητα από τη σύμπραξη ή όχι με την μία ή την άλλη ομάδα των εμπολέμων Μεγάλων Δυνάμεων
και πρέπει
να αποβλέπει στην εξυπηρέτηση αποκλειστικά
βαλκανικών και ανατολικών συμφερόντων. Η ελληνορουμανική συννενόηση θα
συγκρατήσει
και
τη
βουλιμία
της Βουλγαρίας. Στην
«Πολιτική
Επιθεώρηση», επανειλημμένα θα επικρίνει την πρακτική των Βούλγαρων κομιτατζήδων, οι οποίοι, μετά την είσοδο των Βουλγαρικών στρατευμάτων στο ελληνικό έδαφος, θα προσπαθήσουν να εκβουλγαρίσουν με τη βία τους κατοίκους της Μακεδονίας. «Το εκ των ενεργειών των
κομιτατζήδων
ιδιαιτέρως υποφέρον τμήμα των συνόρων, είναι το περιλαμβανόμενον εις την ζώνην των πολεμικών επιχειρήσεων, το αφεθέν ελεύθερον δια τας κινήσεις των Αγγλογάλλων»106.
Θα καλέσει λοιπόν
την κυβέρνηση
να λάβει
διπλωματικά και στρατιωτικά μέσα για να προστατεύσει τα συμφέροντα του Μακεδόνικου ελληνισμού. Η
Ελλάδα
επίσης,
κατά
τον
Δραγούμη,
οφείλει
να
ζητήσει
ανταλλάγματα για την ουδέτερη στάση της «Ανταλλάγματα δια την ουδετέραν στάσιν μας ηδυνάμεθα και ωφείλομεν να επιδιώξομεν επί παραδείγματι: α) την, εν περιπτώσει παραμονής της Βουλγαρίας εις την Σερβικήν Μακεδονίαν, παραχώρησιν
εις ημάς της περιφερείας Μοναστηρίου και του τομέως
Γευγελής - Δοϊράνης μέχρι των Σιδηρών Πυλών, β) την παύσιν των διωγμών των Ελλήνων εν Τουρκία και Βουλγαρία και την αποκατάσταση των παθόντων»107, θα υποστηρίξει. Η σταθερή αντίδραση του Δραγούμη σε πιθανή παραχώρηση της Καβάλας και της περιοχής της στη Βουλγαρία, προκειμένου η τελευταία να εισέλθει στο πόλεμο στο πλευρό των Δυνάμεων της Entente, τονίζεται σε πολλά κείμενα του.
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β', Ετος Α', Αρ. 11, 12 Μαρτίου 1916, σ.381. οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β\ Ετος Α', Αρ. 13, 26 Μαρτίου 1916, σ. 455.
217
Ο Δραγούμης, που υπηρετούσε το Μάίο του 1915 ως πρεσβευτής της Ελλάδας στην Πετρούπολη, στις ιδιαίτερες συνομιλίες που είχε με τον Ρώσο Υπουργό Εξωτερικών Sazonow, εξέφρασε την κατηγορηματική άρνηση του σ' αυτές τις προτάσεις. Θα πληροφορήσει ο Δραγούμης, σε εμπιστευτικό του τηλεγράφημα, το Υπουργείο Εξωτερικών για τις συνομιλίες αυτές: «Ο κ. Sazonow
δεν
μου αρνήθηκε το γεγονός ότι υπάρχει
σκέψη να
παραχωρηθούν στη Βουλγαρία ανταλλάγματα (αποζημιώσεις) εις βάρος μας και ανέφερε την Καβάλα. Σε ερώτηση μου, αν η Τριπλή Συννενόηση σκόπευε να κάνει τις παραχωρήσεις αυτές στη Βουλγαρία χωρίς να προειδοποιήσει σχετικά, ο κ. Sazonow απάντησε αόριστα αφήνοντας να υπονοηθεί ότι δεν είχε αποφασισθεί ποια μέσα θα χρησιμοποιούνταν.
Τόνισε την ανάγκη
κυρίως να κάνουν όλοι θυσίες, καθώς και την αναπόδραστη ανάγκη να συμμετάσχουν
όλοι στον πόλεμο. Πρόσθετε ότι σε ανταπόδοση
των
παραχωρήσεων που θα κάνει η Ελλάδα στη Βουλγαρία, θα αποκτήσουμε σημαντικά ανταλλάγματα στη Μ. Ασία. Σε όλες αυτές τις ερωτήσεις απάντησα, όπως ταίριαζε»108. Παρόμοιες απόψεις θα εκφράσει ο Δραγούμης και στον Γάλλο πρεσβευτή στη Πετρούπολη, ο οποίος επιβεβαίωσε το σχέδιο εδαφικών
παραχωρήσεων
στη
Βουλγαρία
(περιοχή
Καβάλας),
με
αντιστάθμισμα σημανικά ανταλλάγματα της Ελλάδας στη Μ. Ασία. Ο Δραγούμης θα αποκαλέσει άδικα τα σχέδια αυτά 109 . Δεν θα παραλείψει επίσης ο Δραγούμης να στηλιτεύσει και τον Σερβικό σωβινισμό, ο οποίος επιδιώκει τη δημιουργία της Μεγάλης Σερβίας που θα εκτείνεται από την Τεργέστη μέχρι το Αγ. Ορος και θα περιλαμβάνει όλες τις Σλαυικές επαρχίες της Αυστροουγγαρίας αλλά και τη Μακεδονία. Οι προσδοκίες των Σέρβων ότι μετά τη λήξη του πολέμου η χώρα τους θα
Α.Υ.Ε., Α/5/4 1915, Ι. Δραγούμης προς το Β. Υπουργείον επί των Εξωτερικών Πετρούπολη, 18 Μαΐου 1915. 109
οπ.παρ.
218
επεκταθεί προς την Αυστροουγγαρία προσαρτώντας τη Βοσνία, Ερζεγοβίνη, Κροατία, Σλοβενία, Σλαβωνία, Δαλματία και μέρος της Αλβανίας κέντρισαν τον σωβινισμό τους ώστε να ισχυρίζονται πως μετά το τέλος του πολέμου το Σερβικό κράτος θα διαβρέχεται από την Αδριατική και τον Θερμαϊκό κόλπο και θα φθάσει μέχρι το Δυρράχιο και τη Θεσσαλονίκη. «Είναι τω όντι λυπηρόν ότι η ιδέα της ανάγκης της Ελληνοσερβικής συμμαχίας δεν έχει εισδύσει, ως παρ' ημιν, εις το πνεύμα και την ψυχήν πάντων των Σέρβων από του πρώτου μέχρι του τελευταίου, αλλά μόνον εις τους ιθύνοντας κύκλους, εν ω αφ'ετέρου οι κατώτεροι κύκλοι, ιδίως δε οι στρατιωτικοί, αφίενται ανερμάτιστοι να σπείρωσιν τον σπόρον του ακράτου σωβινισμού και της διχόνοιας μεταξύ των δύο εθνών»110 θα υπογραμμίσει ο Δραγούμης. Τονίζει τον ρόλο του Ρώσου Προξένου, ο οποίος επιδιώκει την αναβίωση της σερβοβουλγαρικής συμμαχίας του 1912 και την προσέγγιση Σέρβων και Βουλγάρων για να προστατευτούν οι Σλάβοι που ζουν στην Ελλάδα. Μνημονεύει επίσης την σκαιή συμπεριφορά του συνταγματάρχη Ματιάσιτς απέναντι
στους Ελληνες και τους Βλάχους της περιοχής
Μοναστηρίου. Δριμύτατη γλώσσα χρησιμοποιεί ο Δραγούμης εναντίον της Ιταλίας για τον ρόλο της στο Βορειοηπειρωτικό. «Η ανάμιξη της Ιταλίας εις τα ελληνικά πράγματα είναι πάντοτε μεν ύποπτος εις τους Ελληνας, λόγω των επικρατούντων
εις την χώραν εκείνη ιμπεριαλιστικών
ιδεωδών, άτινα
εκδηλούνται πολλαχού εις βάρος και των ελληνικών συμφερόντων»111. Η Ελληνική Κυβέρνηση οφείλει να διαμαρτυρηθεί προς τις Δυνάμεις της Συννενοήσεως για τα δικαιώματα που αποκτά ολοένα και περισσότερο η Ιταλία χάρη στη δική τους έγκριση στην Αλβανία. Επικρίνει επίσης την 110
Α.Υ.Ε. Α/5/Η 1914. Ι. Δραγούμης προς το Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 18 Σεπτεμβρίου 1914, Αρ. 518. 111 Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αρ. 26, 24 Ιανουαρίου 1916, σ. 886.
219
κυβέρνηση του Βενιζέλου για τον εσφαλμένο χειρισμό του ζητήματος αμέσως μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων , αφού δεν προέβη στην κατάληψη του Αυλώνα και του Βερατίου, έτσι ώστε να έχει ανταλλάξιμα εδάφη η Ελλάδα, τη στιγμή των διαπραγματεύσεων ειρήνης112. Το σφάλμα των χειρισμών ομολογήθηκε από τον ίδιο τον Κορομηλά στον Βρετανό πρέσβη στην Αθήνα, στις 17 Ιουνίου 1913113. «Οι Ιταλοί σκοπούν να καταλάβουν τουλάχιστον ολόκληρον την Βόρειον Ηπειρον»114, θα γράψει ο Δραγούμης στην «Πολιτική Επιθεώρηση». Η Ιταλία χρησιμοποίησε ως πρόφαση για την κατάληψη της Αλβανίας το γεγονός ότι οι αλβανικές ακτές χρησιμοποιούνταν ως πομπός σημάτων προς τα αυστριακά και γερμανικά υποβρύχια115. Όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος, το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου παρέμενε σε εκκρεμότητα. Η Ιταλία υποστήριζε τα σχέδια για τη δημιουργία ανεξάρτητης Αλβανίας, ελαυνόμενη κυρίως από την ανάγκη να κρατήσει οποιαδήποτε εχθρική δύναμη μακριά από τα αλβανικά παράλια στην Αδριατική, και ιδίως από τον Αυλώνα, που δέσποζε στα Στενά του Οτράντο. Στις 26 Οκτωβρίου 1914, τα ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στους
Αγίους
Σαράντα
και προωθήθηκαν
για να καταλάβουν το
Αργυρόκαστρο, επεκτείνοντας σταδιακά τον έλεγχο τους στη νότια Αλβανία. Παράλληλα, οι Ιταλοί κατέλαβαν τον Αυλώνα και την ενδοχώρα του 116 . Με τη Συνθήκη του Λονδίνου (26 Απριλίου 1915) επικυρώθηκε ο διαμελισμός
της Αλβανίας και η κατοχή του Αυλώνα απο τους Ιταλούς.
Ωστόσο, η Ρώμη θεωρούσε προσωρινή την κατάληψη της νότιας Αλβανίας
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περ. Β', Ετος Α', Αρ. 34, 20 Αυγούστου 1916, σ. 1142. 113 Βασ. Κόντης, «Το Ηπειρωτικό Ζήτημα και η διευθέτηση των συνόρων» στο: Η συνθήκη του Βουκουρεστίου και η Ελλάδα, Ι.Μ.Χ.Α. Θεσσαλονίκη 1990, σ. 61. 114 «Εξωτερική Επιθεώρησις», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αρ. 34, 20 Αυγούστου 1916, σ. 1141. Οπ. παρ. 116 G. Leon, Greece and the Great Powers, Thessaloniki 1974, σ. 66 κ. εξ.
220
από τα ελληνικά στρατεύματα το φθινόπωρο του 1914. Ο Sonnino συναίνεσε μόνο για λόγους σκοπιμότητας στον διαμελισμό της Αλβανίας με βάση τη Συνθήκη
του Λονδίνου, ενώ απέρριπτε
κατηγορηματικά την ελληνική
1 1
στρατιωτική παρουσία στη νότια Αλβανία , /. Από
τις αρχές του 1916, η πολιτική της Ρώμης είχε έντονα
ανθελληνικό προσανατολισμό, στον οποίο συνέβαλαν ασφαλώς τα συχνά συνοριακά επεισόδια στη Βόρεια Ηπειρο, καθώς και η εχθρική στάση του ελληνικού τύπου απέναντι στην Ιταλία. Η προώθηση των Γάλλων στην Κορυτσά, η υποστήριξη που παρείχαν στο βενιζελικό κίνημα και κυρίως η ανάληψη της διοίκησης της Κορυτσάς από βενιζελικές αρχές μετά την εγκαθίδρυση της προσωρινής Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης επέτειναν τις ανησυχίες της Ρώμης για πιθανή χρησιμοποίηση του βενιζελικού κινήματος από τους Γάλλους με στόχο τη ματαίωση των ιταλικών σχεδίων στην Αλβανία.
Ο οξυνόμενος γαλλοιταλικός ανταγωνισμός
στη Μ.Ασία, ο
αποκλεισμός της Ιταλίας από τη Συμφωνία Σάϊκς - Πικό, η στενή σχέση ανάμεσα στη Γαλλία και το βενιζελικό κίνημα ενέπλεξαν τις ελληνοιταλικές σχέσεις στη δίνη της γαλλοιταλικής αντιπαλότητας. Με άλλα λόγια τα ελληνικά συμφέροντα στη νότια Αλβανία, τη Μ.Ασία και τα Δωδεκάνησα συνδέθηκαν αδιάρρηκτα με ευρύτερες ιμπεριαλιστικές διενέξεις118. Η
δυσπιστία
του Δραγούμη
για
τον
ρόλο της
Ιταλίας στο
Βορειοηπειρωτικό ζήτημα επιβεβαιώνεται και από μία αναφορά του Αγγλου πρεσβευτή στην Αθήνα Elliot προς το Foreign Office. Σύμφωνα με την αναφορά αυτή, ο Ιταλός πρεσβευτής συνέστησε στον Αγγλο συνάδελφο του να διαμαρτυρηθούν από κοινού οι πρεσβευτές των τεσσάρων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Η.Π.Α.) προς την Ελληνική Κυβέρνηση για τα 117
Γ.Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο 1917-1918, Μετάφρ. Βασ. Οικονομίδης, Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα 2000, σ. 386. 11 Περισσότερα για την πορεία των ελληνο-ιταλικών σχέσεων βλ. «Memorandum on Greco -Italian Relations», 19 Αυγούστου 1918, F.O. 371/3156/158242.
221
μέτρα που έλαβε στη Βόρειο Ηπειρο σαν να επρόκειτο για δικό της έδαφος, αποσκοπώντας στην τελική προσάρτηση της στην Ελλάδα119. Η απάντηση του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών υπήρξε ιδιαίτερα «φιλελληνική» , αφού αναφέρει ότι αναμφίβολα η Βόρεια Ηπειρος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του Ελληνικού Βασιλείου120. Μια ακόμη αφορμή να επικρίνει τις Δυνάμεις της Entente για την εύνοια τους προς τους Αλβανούς θα βρει με την ανακήρυξη της Κορυτσάς ως αυτόνομης αλβανικής επαρχίας από τους Γάλλους, που την κατείχαν στρατιωτικά, στις 10 Δεκεμβρίου 1916. Επίσης, παραθέτει την πληροφορία ότι στις 17 Ιανουαρίου, ο αυστριακός διοικητής της Αλβανίας δημοσίευσε προκήρυξη για ιην αυτοδιοίκηση της. Καλεί λοιπόν την ελληνική κυβέρνηση να δραστηριοποιηθεί προς την κατεύθυνση της προστασίας της Βόρειας Ηπείρου121. Για το ζήτημα του ελληνισμού της Θράκης, αλλά και τη γενικότερη θέση του ελληνισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άκρως διαφωτιστική για τις αντιλήψεις του Δραγούμη υπήρξε η απάντηση του, ως πρεσβευτή της Ελλάδας στο Βερολίνο, στις επικρίσεις του Γερμανού Υπουργού Εξωτερικών Von Zagow.
Συγκεκριμένα, σε συνάντηση του με τον Zagow
και στις
επικρίσεις του Γερμανού Υπουργού ότι οι Ελληνες της Τουρκίας λειτουργούν ως απόστολοι του πανελληνισμού επιδεινώνοντας έτσι τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο Δραγούμης απάντησε ότι τόσο ο Ελληνισμός της Τουρκίας, όσο και το Ελληνικό Βασίλειο επιθυμούν την ακεραιότητα της Τουρκίας και τη σύναψη φιλικών σχέσεων μ' αυτήν. Προσπαθεί να αποδείξει στον Γερμανό Υπουργό ότι η παρουσία του Θρακικού Ελληνισμού αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να μην πέσει
119
F.O. 371/2681, sir Fr. Elliot to Foreign Office 13/3/1916, εγγρ. 223. Η Βόρειος Ηπειρος είχε ανακαταληφθεί από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1914. 120 F.O. 371/2681, Foreign Office to sir Fr. Elliot 21/3/1916, εγγρ. 241. 121 Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. Υποφ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Β', Αρ. 56, 20 Ιανουαρίου 1917, σ. 97-98.
222
ποτέ η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Σλάβων. Οι Τούρκοι ακολουθούν μυωπική πολιτική, εάν δεν εννοούν ότι, εκδιώκοντας τον Θρακικό Ελληνισμό, ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες σε κάθε λογής εχθρούς. Είναι μάλιστα παλιά πλάνη των Τούρκων να εκδιώκουν τους Ελληνες και να εγκαθιστούν Μουσουλμάνους στη Θράκη και την Κωνσταντινούπολη. Με τον τρόπο αυτό, όμως, ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες για τη Σλαβική διείσδυση, αφού οι Μουσουλμάνοι αισθάνονται προσωρινοί στις περιοχές αυτές, ενώ οι Ελληνες ριζώνουν, όπου εγκαθίστανται. Δεν παραλείπει επίσης να τονίσει ότι για το ζήτημα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου θα συμβεί ό,τι και με το Κρητικό ζήτημα, που οι Τούρκοι εξαναγκάστηκαν να αποδεχθούν τα τετελεσμένα122. «Εν τέλει επανέλαβαν τω κ. Υπουργώ - γράφει ο Δραγούμης - όσα και προ ημερών τω είχον είπει, ότι δηλαδή και αιρομένου δια μαγικής ράβδου του ζητήματος των νησιών οι Τούρκοι θα εύρωσιν άλλας προφάσεις προς καταδίωξιν του ελληνικού στοιχείου εν Τουρκία, μη εννοούντες το ίδιον αυτών συμφέρον, όπερ είναι η αναγνώρισις της εθνικής υποστάσεως των Ελλήνων και ειλικρινής εφαρμογή ισοπολιτείας δι' όλους τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας»123. Αλλά και τα Δωδεκάνησα δεν άφησαν αδιάφορο τον Δραγούμη . Οταν οι Ιταλοί την άνοιξη του 1912 κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα, ο Δραγούμης υπηρετούσε στο α' πολιτικό τμήμα ανατολικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών
και σκέφθηκε να αναλάβει την πρωτοβουλία
οργάνωσης
συνεδρίου των νησιωτών στην Πάτμο για να διακηρύξουν την ένωση τους με την Ελλάδα ή τουλάχιστον να κηρύξουν την αυτονομία τους. Πραγματικά, το Συνέδριο οργανώθηκε και την 1 η Ιουνίου οι αντιπρόσωποι
των νησιών
διακήρυξαν την ελευθερία και την ελληνικότητα τους και την ανακήρυξη τους
122
Α.Υ.Ε., Α/5/α 1914, Ίων. Δραγούμης προς το Β. Υπουργείο των Εξωτερικών, Βερολίνο 7 Απριλίου 1914. 123 sn
υπ. παρ.
223
σε αυτόνομη πολιτεία, ενώ, ταυτόχρονα εξέφρασαν τον προαιώνιο πόθο τους για ένωση με τη μητέρα Ελλάδα124. Ο Δραγούμης πάντοτε έβλεπε με μεγάλη δυσπιστία το ρόλο των Ιταλών στο Δωδεκανησιακό ζήτημα. Θα γράψει χαρακτηριστικά στον Αλ. Πάλλη: «Είδατε που τα νησιά μας τα παίρνουν οι Ιταλοί, όχι βέβαια για πάντα. Οι δικοί μας χωρίς σπρώξιμο φάνηκαν πρόθυμοι στο δέσιμο των Ιταλών. Μου φαίνεται όμως πως το σωστό είναι να μείνουν ουδέτεροι και να ζητήσουν ελληνική αυτοδιοίκηση ή τουλάχιστον να δώσουν στους Ιταλούς να καταλάβουν πως δεν τους θέλουν για πάντα και πως, αν ευχαριστήθηκαν με την παρουσία τους, τούτο έγινε, επειδή ανάσαναν που ξεφορτώθηκαν τους Τούρκους. Κάτι τέτοιο θα κάνουν οι νησιώτες ελπίζω»125.
Σε μια άλλη του
επιστολή θα γράψει: «Θυμούμαι που εδώ και τρεις μήνες, στην αρχή της κατοχής της Ιταλικής, στα νησιά μας λέγανε να περιποιηθούμε τους Ιταλούς. Ετσι και κάναμε , μα δεν ήταν ανάγκη να ξεχάσουμε και την αξιοπρέπεια μας σαν έθνος ξεχωριστό και με δικαιώματα στη ζωή
Η Ιταλία δεν είναι και
παντοδύναμη , αφού μπορεί να αναγκασθεί να δώσει τα νησιά πίσω στην Τουρκία χωρίς όρους, αφού τα πήρε μόνο και μόνο για ενέχυρο για την Τρίπολη»126. Εξίσου πιο δύσπιστος αποκαλύπτεται μέσα από το Ημερολόγιο του για την Ιταλία και τον ρόλο της. Οσο καιρό η Ιταλία τηρούσε ουδετερότητα, προσπαθούσε να εμπλέξει την Ελλάδα σ' ένα block α" neuters υπό την αιγίδα της . Ετσι, παραδέχτηκε να αφήσει τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα εκτός από τη Ρόδο, για να εξασφαλίσει τον Αυλώνα και εδάφη στη Δυτική Μικρασία. Επίσης, δεν θα είχε αντίρρηση να λάβει η Ελλάδα τη Βόρεια Ηπειρο και την
«Από την εθνική δράση του Ίωνα Δραγούμη», Δημοσίευμα Φιλίππου Στ. Δραγούμη Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Δ', Ετος Α', αρ. 5-6, 5-15 Ιουνίου 1945. 125 Ι. Δραγούμης προς Αλ. Πάλλη 6/19 Μαΐου 1912, Αρχείο Αλ. Πάλλη (δημοτικιστών) Αυτόγραφα Ι. Δραγούμη προς Αλ. Πάλλη, Αρ. 101, Ε.Α.Ι.Α. 126 1 . Δραγούμης προς Αλ. Πάλλη 30-7/12-8-1912, αρ. 102, όπ. παρ.
224
Κεντρική Αλβανία, αρκεί να λάβει αυτή τον Αυλώνα, το Δυρράχιο και την παραλία της Αλβανίας127. Ενώ παρασκηνιακά η Ιταλία υποσχόταν αυτά στην Ελλάδα, την ίδια στιγμή έθετε όρους για να εισέλθει στον πόλεμο. Ανάμεσα στους όρους αυτούς περιλαμβανόταν η διαρρύθμιση των γαλλο-ιταλικών συνόρων, η παραχώρηση της Τύνιδας, του Νότιου Τυρόλου, της Τεργέστης, της Δαλματίας, της Αυλώνας και η εντολή επί της ανεξάρτητης Αλβανίας και της Ν.Δ. Μικρασίας συμπεριλαμβανομένης και της Σμύρνης καθώς επίσης και η ευνοϊκή γΓ αυτήν ρύθμιση του ζητήματος των Στενών128. Οι όροι αυτοί συνάντησαν την πλειοδοσία της Γαλλίας και την αντίδραση της Ρωσίας για τα ζητήματα
της
Δαλματίας, της
Αλβανίας
και
των
Στενών, τα
οποία έπρεπε να διεκδικήσουν οι Ρώσοι για τις μεταφορές τους, επειδή το λιμάνι του Αρχάγγελου είναι μόνιμα παγωμένο129. Ευαισθητοποιήθηκε επίσης ο Δραγούμης και για το ζήτημα του Αγ. Ορους. Κατηγορεί το Βενιζέλο ότι απεμπόλισε τα δικαιώματα της Ελλάδας στο Αγιον Ορος και συμφώνησε να μείνει αυτοδιοίκητο και αυτόνομο στην πνευματική δικαιοδοσία του πατριαρχείου και υπό την προστασία όλων των ορθοδόξων κρατών. Η λύση αυτή θα εξυπηρετούσε ιδιαίτερα τη Ρωσία, που ήθελε να επηρεάζει την Ιερή κοινότητα. Ο Βενιζέλος επιδιώκοντας να πετύχει την υποστήριξη της Ρωσίας στα ανοικτά διεθνή ζητήματα της Ελλάδας, όπως ήταν το Βορειοηπειρωτικό και εκείνο των νησιών του Αιγαίου, ήταν διατεθειμένος να υποχωρήσει στο Αγειοριτικό. Ο Δραγούμης φρονούσε ότι έπρεπε η Αθωνική χερσόνησος να περιέλθει στην ελληνική κυριαρχία κι όχι να ουδετεροποηθεί, γιατί στην περίπτωση αυτή θα παρέβαινε και η Αυστρο ουγγαρία εξαιτίας των ορθόδοξων μονών των αρχιεπισκοπών Καρλοβικίου, Τσερνοβικίου και Ερμανστάτης. Η Ρωσία ήθελε να λυθεί το ζήτημα για να
Αρχ. Ι. Δραγούμη,Σειρά Α',φάκ.16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Ημερολόγιο, Φεβρ.1915. Όπ. παρ. Μάρτιος 1915. Όπ. παρ. Φεβρουάριος 1915.
225
προλάβει την Αυστριακή επέμβαση, αλλά και την ενδεχόμενη επέμβαση της Αγγλίας, εξαιτίας του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Κύπρου, που είχαν συμφέροντα στην περιοχή130. Οταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος , ρωσικά και γαλλικά στρατεύματα κατέλαβαν τη χερσόνησο του Αθω. Η ελληνική κυβέρνηση όφειλε να διαμαρτυρηθεί για την κατοχή αυτή.ιΣτην πραγματικότητα, η Ρωσία απέβλεπε στον εκρωσισμό της χερσονήσου και σε στρατιωτικά οφέλη, δεδομένου μάλιστα ότι η γειτονική Καβάλα είχε ήδη καταληφθεί κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο από την προστατευόμενη της Ρωσίας Βουλγαρία. Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, με την καθεστωτική μεταβολή που επέφερε, απομάκρυνε τη Ρωσία από το ενδιαφέρον για το Αγιο Ορος. Η συνθήκη του Νεϊγύ επιβεβαίωσε την περιέλευση της αθωνικής χερσονήσου στην ελληνική επικράτεια και κρατική κυριαρχία131. Το συνεχές και αμείωτο ενδιαφέρον του Δραγούμη για την επίλυση των εκκρεμών εθνικών ζητημάτων του ελληνισμού φαίνεται και από τις συνεχείς παραινέσεις του για την πραγματοποίηση διπλωματικών ελιγμών της Ελλάδας ανάμεσα στις εμπόλεμες πλευρές με την
ταυτόχρονη
αποφασιστική διεκδίκηση ανταλλαγμάτων για την είσοδο της στον πόλεμο. Ο Δραγούμης θα δείξει δυσπιστία απέναντι στη Ρωσία για τον ρόλο της στο Αγειορίτικο ζήτημα, και
κυρίως για την κρυφή επιδίωξη της να
καταλάβει την Πόλη. «Οι Ρώσοι προσπαθούν να βγάλουν τη Ρουμανία από την ουδετερότητα και της ζητούν ν' αφήσει τους Ρώσους να περάσουν από το έδαφος
της. Οι
Ρώσοι
δεν
θέλουν να χτυπήσουν μόνο τους
Βούλγαρους, αλλά να καταλάβουν την Πόλη. Αυτός είναι ο στόχος τους.
1
Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Β', Αρ. 55, 14 Ιανουαρίου 1917, σ. 67. 131 Χαράλαμπος Παπαστάθης, «Το Καθεστώς του Αγίου Ορους και της Εκκλησίας στη Μακεδονία μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου» στο: Η Συνθήκη τον Βουκουρεστίου και η Ελϊ,άδα Ι.Μ.Χ.Α. Θεσσαλονίκη 1990, σ. 199-200.
226
Υπόσχονται μάλιστα και στη Ρουμανία, εάν καταλάβουν την Πόλη και τα Στενά, να υπάρχει πάντα ρουμανικός στρατός στα φρούρια»132. Επίσης, στέκεται επιφυλακτικός ο Δραγούμης στην υποστήριξη που παρέχει η Ρωσία στους Σλάβους της Αυστρο-ουγγαρίας με σημαία την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών. Κάτι τέτοιο δε συμφέρει την Ελλάδα, αφού πάγια πολιτική των πανσλαβιστικών κύκλων είναι η δημιουργία αυτόνομου σλαβικού κράτους στη Μακεδονία. Επικρίνει
την Ρωσική πολιτική ότι
υποστηρίζει παραχώρηση στη Βουλγαρία της Φλώρινας, της Καστοριάς και των Βοδενών, με το αιτιολογικό ότι οι κάτοικοι των περιοχών αυτών είναι Σλάβοι. Παράλληλα, το ελΛηνικό εθνικό συμφέρον επιτάσσει να μην αναθεωρηθεί η Συνθήκη του Βουκουρεστίου, και να μην παρεμβληθεί Βουλγαρικό έδαφος ανάμεσα στην Ελλάδα και την Σερβία, όπως ίσως ενδόμυχα επιθυμεί η Ρωσική πολιτική. Ισως μάλιστα οι Ρώσοι να ωθούν σκόπιμα τους Βούλγαρους στη διεκδίκηση
της Μακεδονίας και της
Δοβρουτσάς για να τους απομακρύνουν από τη Θράκη και τη Πόλη133. Επιπρόσθετα στα σχέδια των Ρώσων είναι να γίνει το Πατριαρχείο ορθόδοξο κι όχι Ελληνικό και να βρίσκεται υπό την προστασία του Τσάρου με ταυτόχρονη κατάργηση όλων των Αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Εξάλλου, στο Ημερολόγιο του ο Δραγούμης δίνει την πληροφορία ότι η Ρωσία
ανέλαβε την υπεράσπιση
των συμφερόντων της Βουλγαρίας,
εγγυήθηκε την ικανοποίηση των Βουλγαρικών αξιώσεων στη Μακεδονία και τη Δοβρουτσά, πρότεινε την παραχώρηση
όλης της Μακεδονίας στη
Βουλγαρία, εάν η Ελλάδα δεν πήγαινε με το μέρος της Entente, ενώ για τη Θεσσαλονίκη πρότεινε ελληνο-σερβο-βουλγαρικό condominium134.
U2
Τετράδιο Ημερολογίου, Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ρωσία, 30-12-1915, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 133 Ημερολόγιο Πετρούπολης 1914-1915, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 1 4 Ημερολόγιο Πετρούπολης 1915, Μάρτιος 1915, όπ. παρ.
227
Από την εποχή της διπλωματικής υπηρεσίας του στην Πετρούπολη ο Δραγούμης γνώριζε πολύ καλά τις απώτερες Ρωσικές βλέψεις για τον μελλοντικό ρόλο της Βουλγαρίας στα Βαλκάνια με άμεσο βέβαια αντίκτυπο στον Μακεδόνικο γεωγραφικό χώρο. Σε εμπιστευτικό του τηλεγράφημα προς τον Βενιζέλο, ο Δραγούμης θα παραθέσει συνομιλία του με τον Τρούμπσκόϊ, διευθυντή Βαλκανικών υποθέσεων του Ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών. Στη συνάντηση αυτή, ο Ρώσος αξιωματούχος ξεκαθάρισε ότι η Ρωσία μεταξύ άλλων θα διεκδικούσε για λογαριασμό της Βουλγαρίας το Μοναστήρι, τη ζώνη Γευγελής-Δοϊράνης και ίσως την εδαφική ζώνη Φλώρινας-Βοδενών (Εδεσσας), αναγνωρίζοντας παράλληλα πιθανή ελληνική επέκταση στα νησιά του Ανατολ. Αιγαίου, τα Δωδεκάνησα, τη δυτική Μ. Ασία και τη Βόρεια Ηπειρο135. Λίγους μήνες αργότερα, κατά την προετοιμασία της εκστρατείας των Δαρδανελλίων, η Ρωσία έθεσε όρους για την συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία αυτή, μεταξύ των οποίων θα μνημονεύσουμε την απαγόρευση εισόδου και απόβασης της Ελλάδας στην Πόλη και την Ανατολική Θράκη 136 . Διαφαίνεται, επιπρόσθετα, βούληση της Ρωσίας για την κατοχή της Ιμβρου, της Τενέδου, της Λήμνου και πιθανώς της Σαμοθράκης για την ασφάλεια των Στενών που η ίδια διεκδικούσε137, και για την προσάρτηση των οποίων πίεζαν οι «εξτρεμιστές» πανσλαβιστές της Πετρούπολης, σύμφωνα με τις αναφορές του Δραγούμη
.
Ο Βενιζέλος, από την πλευρά του, δήλωσε ότι θα μπορούσε να αποδεχθεί πιθανή επέκταση της Βουλγαρίας στην Σερβική Μακεδονία, υπό τον όρο της αποζημίωσης της Σερβίας στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, εξασφάλισης της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας και αποφυγής επέκτασης της 135 136
138
Α.Υ.Ε. Α/5/1914, Δραγούμης προς Βενιζέλο. Α.Υ.Ε. Α/4/1915, Dragoumis to Foreign Office, 7 Μαρτίου 1915. G. Leon, Greece and the Great Powers, οπ. παρ., σ. 135. Α.Υ.Ε. A/5/1914, Βενιζέλος προς Ι.Γεννάδειο, 19 Δεκεμβρίου 1914, αρ. 44584.
228
Βουλγαρίας στην Ανατολ. Θράκη, προκειμένου να μην καταργηθεί στην πράξη η αρχή της ισορροπίας δυνάμεων των Βαλκανικών κρατών που πρυτάνευσε κατά την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου (1913)139. Στο Ημερολόγιο του ο Δραγούμης καταγράφει μια συνομιλία του με τον Αγγλο πρόξενο (Curringham), στην οποία ο Αγγλος επίσημος έκανε υπαινιγμούς ότι ενδέχεται η Entente να παραχωρήσει στη Βουλγαρία την Ανατολική Μακεδονία, αν αυτή συμμαχήσει μαζί της και ότι μπορεί να παραχωρήσει τη Θεσσαλονίκη στη Σερβία140. Ο φόβος του Δραγούμη για
τις βουλγαρικές διεκδικήσεις στη
Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία ευρύτερα διαφαίνεται και από την απροθυμία του να συμμερισθεί την αισιοδοξία του Δούσμανη ότι δεν θα εισέβαλλαν οι Βούλγαροι στη Μακεδονία. Ο Δραγούμης θεωρούσε ότι οι Βούλγαροι θα έλθουν και θα μείνουν στη Θεσσαλονίκη, ότι θα εισέλθουν στη Μακεδονία από τη Φλώρινα, το Οξιλάρ και το Δεμίρ Χισσάρ και ότι είναι επισφαλής η υπόσχεση της Entente
για παραχώρηση της περιφέρειας Γευγελής -
Δοϊράνης στην Ελλάδα, μετά την ενδεχόμενη είσοδο των Βουλγάρων στη Θεσσαλονίκη141. Επίσης, η Βουλγαρία ανάμεσα στους όρους που έθεσε για την έξοδο της από την ουδετερότητα προς τις Κεντρικές Δυνάμεις ήταν και η παραχώρηση σ' αυτή των Σερρών, της Δράμας και της Καβάλας , καθώς και της Ανατολικής Θράκης στη γραμμή Αίνου - Μήδειας142. Το ενδιαφέρον του για την ακεραιότητα της Μακεδόνικης γης, αλλά και την επέκταση της στα εδάφη της Ανω Μακεδονίας φαίνεται και από τη συνέντευξη του στην εφημερίδα «Ελλάς» Θεσσαλονίκης, στις 28 Αυγούστου 1915, προκειμένου να δικαιολογήσει την κάθοδο του στον εκλογικό στίβο ως
l3V
Α.Υ.Ε. Α/5/1914, Βενιζέλος προς Αλεξανδρόπουλο, 20 Νοεμβρίου 1914. Πολιτικό Ημερολόγιο 1916. 25 Ιανουαρίου 1916, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 141 Τετράδιο Ημερολογίου, όπ. παρ. Δεκέμβριος 1915. 14 Πολιτικό Ημερολόγιο 1916, όπ. παρ. 140
229
ανεξάρτητος.
«Ως κόμμα μίαν ιδέαν υποστηρίζομεν προ παντός, την
ακεραιότητα της Μακεδονίας! Λέγων δε ακεραιότητα δεν εννοώ το σημερινό υπάρχουν καθεστώς της ελευθέρας τοιαύτης. Το κόμμα μας θεωρεί ως τελείως ελληνικός έτι τας πέραν της Φλωρίνης χώρας ως το Μοναστήριον, το Μορίχοβον, Δοϊράνην, Γευγελήν κ.λ.π. Αι χώραι αυταί θεωρούνται από ημάς ως
τελείως ελληνικαί
και
ανήκουσαι
εις την
μίαν
και αδιαίρετον
Μακεδονίαν»143. Δε θα παραλείψει επίσης να επικρίνει δριμύτατα τον Βενιζέλο, γιατί επέτρεψε να γίνεται συζήτηση για παραχώρηση
της Καβάλας και της
Ανατολικής Μακεδονίας στους Βούλγαρους και γιατί επέτρεψε με ευθύνη του να γίνει η Μακεδονία πεδίο διεθνούς πάλης με άμεσο κίνδυνο για την εδαφική της ακεραιότητα. Τον κατηγορεί επίσης, ότι δεν ενδιαφέρθηκε, όσο έπρεπε, για την απόκτηση της Θράκης κατά το Β' Βαλκανικό πόλεμο. Προτείνει, για τη σωτηρία της Μακεδονίας, την κινητοποίηση κυβέρνησης και λαού ενάντια στη βουλγαρική κατοχή, τον παραμερισμό των κομματικών ραδιουργιών και αντιζηλιών
και τη συμμαχία
της Ελλάδας με τη Ρουμανία
για την
αντιμετώπιση του κοινού βουλγαρικού κινδύνου, τώρα που ο αγώνας δεν είναι πια βαλκανικός, αλλά πανευρωπαϊκός144. Οι συνεχείς παραχώρησης
επικρίσεις του Δραγούμη
ενάντια στην
ιδέα της
της Καβάλας στους Βούλγαρους με αόριστα εδαφικά
ανταλλάγματα στη Δυτική Μικρά Ασία δεν θα πρέπει να
οδηγήσει στην
άποψη ότι το ενδιαφέρον για το Μακεδόνικο ελληνισμό μείωνε το αντίστοιχο ενδιαφέρον του για τον Μικρασιατικό Ελληνισμό. Μάλιστα φαίνεται ότι δε συμμεριζόταν την άποψη του Επιτελείου και κυρίως του Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος φρονούσε ότι θα ήταν καταδικασμένη οποιαδήποτε στρατιωτική
J
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35, Υποφάκ. β' , Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Ελλάς Θεσσαλονίκη 26 Αυγούστου 1915. 144 Ίωνα Δραγούμη «Ανδρισμόν και όχι θρηνωδίας». Ακρόπολις 16 Αυγούστου 1916.
230
επιχείρηση των Ελλήνων στη Μικρασία εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσεως145. Αδιάψευστα τεκμήρια των καθαρά προσωπικών του απόψεων γι' αυτά τα ζητήματα είναι κάποιες αδημοσίευτες επιστολές του προς τον αδελφό του Φίλιππο. «Οσο για τις ανοησίες που λέει το Επιτελείο για τη Μικρασία δεν τις λογαριάζω καθόλου. Αφού η γεωγραφική θέση του ελληνισμού είναι τέτοια που έχει θάλασσες πολλές και σκορπισμένα νησιά και χώρες που τις χωρίζουν θάλασσες, θα έπρεπε να βρει τρόπο να υπερασπίσει αυτές τις χώρες. Οι Ιάπωνες και οι Αγγλοι γεννήθηκαν σε νησιά. Κι όμως καταχτούν και κρατούν χώρες ηπειρωτικές και εμείς δεν είμαστε ικανοί να φυλάξουμε όχι καταχτημένες χώρες, αλλά χώρες ελληνικές;», θα αναρωτηθεί. Στη συνέχεια εκφράζει την άποψη ότι οι Γερμανοί δεν πρόκειται να συνδράμουν την Ελλάδα στη μικρασιατική υπόθεση, αφού είναι φίλοι και των Τούρκων και των Βουλγάρων. Αφήνει μάλιστα να εννοηθεί ότι θα στήριζε υπό όρους τον Βενιζέλο στις μικρασιατικές του διεκδικήσεις και ότι δε συμμερίζεται τους φόβους του Βασιλιά, του Γούναρη και του Δούσμανη για τη μικρασιατική εμπλοκή της Ελλάδας146. Οσον αφορά στην πιθανή μελλοντική αλληλεξάρτηση των ζητημάτων της Ανατολικής Μακεδονίας και της Μικρασίας, ο Δραγούμης θα τονίσει: «Βέβαια δεν είπα εγώ, ούτε σκέφτηκα ποτέ να δώσουμε το παραμικρό κομμάτι από τη Μακεδονία για να πάρουμε Μικρασιατικά κομμάτια. Νιώθω καλύτερα από
κάθε άλλον ότι πρέπει να είμαστε στερεωμένοι στην
ηπειρωτική Ελλάδα. Λέω μόνο ότι μπορούσαμε με επιτήδεια πολιτική και
Περισσότερα βλ. Ιωάννη Μεταξά, Το Προσωπικόν μου Ημερολόγιον, τ. Β', Αθήναι 1952/62, σ. 386-390. 146 Ίων Δραγούμης προς Φίλιππο, 7 Απριλίου 1915, ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
231
χωρίς καμία παραχώρηση στη Βουλγαρία, να μπούμε στο χορό και να παίρναμε τα Μικρασιατικά μέρη»147. Αφού
τονίσει ότι αυτός είναι ένας από
τους πρώτους
που
ασχολήθηκαν συστηματικά με το Μικρασιατικό ζήτημα ήδη από το 1910, όταν εισήλθε στο Ανατολικό Τμήμα του ΥΠΕΞ, πραγματοποιώντας την πρώτη εθνολογική μελέτη της περιοχής, συσχετίζει απόλυτα το Μικρασιατικό ζήτημα με το ζήτημα της Πόλης. «Δεν ξέχασα τη Πόλη, όπως ίσως νομίζει ο Θανάσης (ενν. το Σουλιώτη), ίσια-ίσια για να πάρουμε τη Πόλη έκαμα και δούλεψα το σχέδιο εκείνο της Μικρασίας για να περισφίξουμε τη Πόλη με ελληνικά κράτη γύρω - γύρω και με το ελεύθερο κράτος στη Πόλη την ίδια και μια μέρα να κάμουν αυτά τα ελληνικά κράτη το μεγάλο ελληνικό κράτος με την Πόλη
και καταλήγει: «Δε θα πάμε από τη Θράκη στη Πόλη, θα πάμε
από τη Μικρασία»148. Το ζήτημα της Κωνσταντινούπολης συνδέεται άρρηκτα με το ζήτημα των Στενών και των διεθνών περιπλοκών που αυτό προκαλεί. Είναι γνωστή η άκρατη επιθυμία
των
Ρώσων για κυριαρχία
Κωνσταντινούπολη. Τα ρωσικά σχέδια για
τα
στα Στενά και την
Στενά
μπορούν
να
διαιρεθούν σε τρεις κατηγορίες: α) των άκρων σωβινιστών πανσλαβιστών που εποφθαλμιούν ολόκληρο τον Βόσπορο και τα Δαρδανέλλια με την Κωνσταντινούπολη
και ζώνη κυριαρχίας στην Ευρώπη μέχρι τη γραμμή
Αίνου - Μήδειας, στην Ασία μέχρι του Αδραμυτινού Κόλπου και της Ποντοηρακλείας, β) των μετριώτερων σωβινιστών που ήθελαν μόνο τον Βόσπορο και τη Κωνσταντινούπολη και αφοπλισμό και ουδετεροποίηση των Δαρδανελλίων,
γ)
των
ακόμη
μετριώτερων
που
ήθελαν
την
Κωνσταντινούπολη ελεύθερη πόλη . Επειδή μάλιστα δεν μπορούσε η Ρωσία
Ίων Δραγούμης προς Φίλιππο, 26 Απριλίου 1915, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 32, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 148
^
υπ. παρ.
232
να επικαλεσθεί το εθνολογικό κριτήριο, οι Ρώσοι προβάλλουν αξιώσεις στην περιοχή
για λόγους ελεύθερης διεξόδου στις θερμές θάλασσες και
στρατηγικούς λόγους, για ασφάλεια της Ρωσίας από κάθε προσβολή από τον νότο 149 . Στα Στενά συμφέροντα έχουν η Βουλγαρία και η Ρουμανία, η Ιταλία και βέβαια η Αγγλία. Ολες αυτές οι χώρες επιδιώκουν τη διεθνοποίηση των Στενών. Η Ελλάδα οφείλει να στηρίξει τη διεθνή παρουσία στα Στενά και να αποκλείσει τη πιθανότητα υπαγωγής τους σ' ένα μόνο κράτος. Τα ελληνικά συμφέροντα στη περιοχή
είναι στρατηγικά, εμπορικά
και εθνολογικά.
Στηρίζονται στην ελευθεροπλοϊα στη περιοχή των Στενών, αλλά και στην πεποίθηση ότι το δυναμικό ελληνικό στοιχείο της ευρύτερης περιοχής και της Πόλης θα μεγαλουργήσει μέσα σ' ένα μελλοντικό διεθνοποιημένο «Κράτος των Στενών»150. Αξίζει να υπενθυμίσουμε τις συνεχείς αναφορές που διαβίβαζε ο Δραγούμης στο Υπουργείο Εξωτερικών από την πρεσβεία στην Πετρούπολη. Εφιστά την προσοχή της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη βούληση των Ρωσικών Πανσλαυϊστικών κύκλων να καταλάβουν την Πόλη και τα Στενά και να υπαγάγουν
το Οικουμενικό
Πατριαρχείο στο Ρωσικό Πατριαρχείο.
Αποτελεί άμεση γεωστρατηγική και οικονομική αναγκαιότητα η έξοδος της Ρωσίας στο Αιγαίο από τα Στενά, αφού τα Ρωσικά λιμάνια στη Βαλκανική και τη Μαύρη Θάλασσα ουσιαστικά δεν μπορούν Βλαδιβοστόκ στον
Ειρηνικό
να χρησιμεύσουν,
είναι απομακρυσμένο
το
και το λιμάνι του
Αρχάγγελου είναι μόνιμα παγωμένο151.
Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 20, 14 Μαίου 1916, σ. 695. 150 Όπ. παρ. σ. 697. 151 Α.Υ.Ε. Α/5/Θ/1914, Ι. Δραγούμης προς Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 7 Νοεμβρίου 1914, αρ.2131.
233
Παρουσιάζει έπειτα τα Ρωσικά σχέδια για τη μελλοντική κυριαρχία στην περιοχή. Τα σχέδια αυτά πρόβλεπαν α) πλήρη υπαγωγή της Πόλης, του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων στην Ρωσία ή β) κυριαρχία της Ρωσίας στο βόρειο τμήμα του Βοσπόρου (Ρούμελη Ισσάρ - Ανατολού Ισσάρ) και ουδετεροποίηση της Κωνσταντινούπολης με τα Δαρδανέλλια ή γ) Ανακήρυξη της Πόλης σε ελεύθερο λιμάνι, όπως το Αμβούργο152. Προτείνει, κατά συνέπεια, ο Δραγούμης, την ίδρυση ουδέτερου ανεξάρτητου κράτους των Στενών με εδάφη στην Ανατολική Θράκη και τη Δυτική Μικρασία στο οποίο θα αναγνωρίζονταν ιδιαίτερα δικαιώματα στη Ρωσία153. Η λύση αυτή θα μπορούσε να άρει τις επιφυλάξεις της Αγγλίας, εάν εξασφαλιζόταν η ελευθεροπλοϊα στα Στενά δεδομένου ότι και η Βουλγαρία δήλωσε ότι δεν ενδιαφέρεται για μονομερή κατοχή της περιοχής, αφού εξασφάλισε την έξοδο στο Αιγαίο154. Την πρόταση του για ίδρυση ανεξάρτητου Κράτους των Στενών υπό την εγγύηση των Δυνάμεων της Entente θα επαναλάβει ο Δραγούμης και στον Αγγλο πρεσβευτή στην Πετρούπολη155. Σε εμπιστευτική συνομιλία που είχε ο Δραγούμης με τον Γάλλο συνάδελφο του στην Πετρούπολη ο τελευταίος άφησε να εννοηθεί ότι η Γαλλία θα ευνοούσε πιθανή επέκταση της Βουλγαρίας στη γραμμή ΜηδείαςΡαιδεστού
και
διατήρηση
της
Τουρκίας
στην
ασιατική
ακτή
των
Δαρδανελλίων προκειμένου να αποσοβηθεί ο πλήρης Ρωσικός έλεγχος στην περιοχή των Στενών. Τονίζει, επιπρόσθετα, ότι η Γαλλία δεν θα είχε αντίρρηση για την ουδετεροποίηση των Στενών και προτρέπει την Ελλάδα να 152
Α.Υ.Ε. Α/5/Θ/1914, Ι. Δραγούμης προς Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 8 Νοεμβρίου 1914, αρ.2149. 153 Α.Υ.Ε. οπ.παρ., αρ. 2131. 154 Α.Υ.Ε. Α/5/ιε 1915. Ι. Δραγούμης προς Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 8 Φεβρουαρίου 1915, αρ. 2277. 155 Α.Υ.Ε. Α/11/19 1915. Ι.Δραγούμης προς Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 13 Ιανουαρίου 1915, αρ. 1670.
234
εξωθήσει τις Βουλγαρικές αξιώσεις προς την Ανατολική Θράκη δεδομένου ότι δεν ήταν πρόθυμη για παραχωρήσεις ανταλλαγμάτων προς τη Βουλγαρία σε μακεδόνικα εδάφη. (π.χ. Καβάλα)156. Στην ίδια αναφορά του ο Δραγούμης θα υπομνήσει την επιθυμία των ακραίων εθνικιστικών κύκλων στην Πετρούπολη όχι μόνο να καταλάβουν ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή των Στενών του Βοσπόρου και του Μαρμαρά, αλλά και να διακρατήσουν
τρία νησιά
στην
έξοδο των
Δαρδανελλίων157. Φαίνεται επίσης ότι στο Αλβανικό ζήτημα
η Ρωσία υποστήριζε
αναφανδόν τις ελληνικές διεκδικήσεις σε βάρος της Αλβανίας, εφόσον η Ελλάδα συμμετείχε στον πόλεμο στο πλευρό της Σερβίας. Ο Sazonov είχε δηλώσει προφορικά ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να επεκταθεί μέχρι τον Γενούσο ποταμό στην Κεντρική Αλβανία. Παρ' όλα αυτά, ο Δραγούμης εφιστούσε την προσοχή της Ελληνικής Κυβέρνησης θεωρώντας ότι η Ρωσική αυτή πρόταση
υποκρύπτει
διάθεση αναθεώρησης της Συνθήκης του
Βουκουρεστίου προς όφελος της Βουλγαρίας. Με τη ρύθμιση αυτή οι Βούλγαροι θα αποκτούσαν Μακεδόνικες περιοχές που ανήκαν είτε στη Σερβία (Μοναστήρι, Γευγελή κ.α.), είτε στην Ελλάδα (Φλώρινα, Βοδενά), ενώ οι δύο χώρες θα αποζημιώνονταν διαμελίζοντας την Αλβανία. Με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα και η Σερβία θα αποκτούσαν κοινά σύνορα δυτικά των λιμνών Πρεσπών και Αχρίδος σε Αλβανικά εδάφη 158 . Η πρόταση αυτή αντανακλά το ενδιαφέρον της Ρωσίας για επέκταση της Βουλγαρίας στη Μακεδονία. Άλλωστε η φυσική ροπή της Βουλγαρίας είναι προς τη Μακεδονία κι όχι προς
Α.Υ.Ε. Α/5/ιε 1915. Ι. Δραγούμης προς το Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 6 Ιανουαρίου 1915, αρ. 1317. 157 οπ. παρ. 158 Α.Υ.Ε. Α/5/θ 1914. ΐ. Δραγούμης προς το Β.Υπουργείον Εξωτερικών, 1 Δεκεμβρίου 1914, αρ. 2331.
235
τη Δοβρουτσά, δεδομένου ότι αρκετά στελέχη της Βουλγαρικής intelligentia έλκουν την καταγωγή τους από τη Μακεδονία159. Σε άρθρο του, το οποίο δεν είδε τελικά το φως της δημοσιότητας με τον τίτλο «Βαλκανική Σύμπνοια», προσπαθεί να διερευνήσει τη δυνατότητα πραγματοποίησης του σχεδίου μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας, στην οποία θα είχε τη θέση της και η Ελλάδα και μέσα από την οποία θα προωθούσε τα εθνικά της συμφέροντα. Κάτι τέτοιο θα ήταν ευκταίο, αλλά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί τη παρούσα στιγμή. «Βαλκανική Ομοσπονδία δε βλέπω να είναι δυνατό ή πιθανό να γίνη πολύ σύντομα. Ισως και να μην μπορεί να γίνη ποτέ ολοκληρωτικά. Ισως και να μην είναι ανάγκη να την επιδιώκουμε, γιατί το συμφέρον μας μπορεί να είναι διαφορετικό, ενόσω η εθνική μας υπόσταση δεν έγινε ολοκληρωτικά και εφόσον μερικοί από τους άλλους λαούς του Αίμου δεν είναι ώριμοι για τέτοια ιδέα. Μια βαλκανική σύμπνοια, έστω και μόνο
αναγκαστικά,
μπορεί
και
πρέπει
να
επιδιωχθεί
με
κάποιες
προϋποθέσεις»160, θα τονίσει. Κάτω από ποιες προϋποθέσεις όμως θα μπορούσε να επιτευχθεί πραγματική Βαλκανική σύμπνοια, χωρίς να τρωθεί το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας; Ο Δραγούμης καταθέτει τις σκέψεις και τις προτάσεις του με πραγματικά αριστοτεχνική λογική δομή που προδίδει μια άρτια προβληματική γύρω από τα Βαλκανικά ζητήματα. Κατά τον Δραγούμη, η Σερβία δεν πρέπει να καταλυθεί, έστω κι αν δεν υπάρχουν κοινά ελληνοσερβικά σύνορα. Η Σερβία είναι χρήσιμη και απαραίτητη για την Ελλάδα απέναντι στους Ιταλούς και τους Βούλγαρους. Από τη μεριά τους, οι Κεντρικές Δυνάμεις δεν θα διαμελίσουν τη Σερβία, αλλά θα της δώσουν διέξοδο στην Αδριατική για να αναχαιτίσουν τους Ιταλούς. 159
Α.Υ.Ε. Α/5/Θ 1914.1. Δραγούμης προς το Β. Υπουργείον Εξωτερικών, 7 Νοεμβρίου 1914. Ίωνα Δραγούμη, «Βαλκανική Σύμπνοια», 1915, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
236
Εάν η Σερβία παραχωρήσει τη Μακεδονία στους Βούλγαρους, τότε θα πρέπει να λάβει τη Βοσνία, την Ερζεγοβίνη, την Κροατία, τη Σλαβωνία και τη Δαλματία, και θα γίνει έτσι Αδριατική δύναμη. Στην περίπτωση αυτή, η Βουλγαρία θα διευρυνθεί και θα παρεμβληθεί μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Σερβίας και Ρουμανίας161. Στη συνέχεια, ο Δραγούμης παραθέτει το σχέδιο του χάρτη της περιοχής, όπως ο ίδιος προϋπολογίζει, σε περίπτωση νίκης του ενός ή του άλλου συνασπισμού. Σε περίπτωση νίκης των Κεντρικών Δυνάμεων, η Σερβία θα περιορισθεί σε κάποιο λιμάνι της Αδριατικής, η Ρουμανία
θα λάβει
τη
Βεσσαραβία και
εξασφάλιση
σχολικής
αυτονομίας στη Τρανσυλβανία, το Βανάτο και τη Μπουκοβίνα, ενώ η Ελλάδα θα λάβει τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τα Δωδεκάνησα. Αντίθετα, σε περίπτωση νίκης της
Entente
και συμμετοχής της
Βουλγαρίας στο Δυτικό στρατόπεδο, η Σερβία θα διπλασιαστεί με την προσάρτηση
Κροατίας, Σλοβενίας, Σλαβωνίας, Δαλματίας, Βανάτου,
Βοϊβοδίνας, Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, η Ρουμανία θα λάβει τη Μπουκοβίνα και την Τρανσυλβανία, ενώ η Βουλγαρία θα ενισχυθεί λαμβάνοντας τη Σερβική Μακεδονία, την Ανατολική Θράκη (γραμμή Αίνου - Μήδειας) και ίσως την Ανατολική Μακεδονία, αν η Ελλάδα αποζημιωθεί με εδάφη στη Δυτική Μικρασία. Κλείνοντας, ο Δραγούμης θα προτείνει η Ελλάδα να αξιώσει την παραχώρηση των διαμερισμάτων Γευγελής - Δοϊράνης ως το Δεμίρ - Καπού και την περιφέρεια Μοναστηρίου, το σεβασμό της Αλβανικής ανεξαρτησίας απ' όλους και το σεβασμό της εθνικής αυτονομίας των Ρωμιών 162
στη Τουρκία κατά τα προνόμια της Μεγάλης Εκκλησίας . Οι προβλέψεις του Δραγούμη δικαιώθηκαν αναφορικά με τη Σερβία και τη Ρουμανία.Η πιστή σύμμαχος της Entente,Σερβία, διπλασιάστηκε εδαφικά και μετασχηματίστηκε σε Βασίλειο των Σέρβων,των Κροατών και Όπ. παρ. Όπ. παρ.
237
των Σλοβένων λαμβάνοντας από την Αυστρία την Καρνιόλα, την Καρινθία, τη Δαλματία με τη χερσόνησο της Ιστρια, τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη (Συνθήκη Αγ. Γερμανού 1919) και από την Ουγγαρία την Κροατία, Σλαβωνία, Σλοβενία και Βοϊβοντίνα (Συνθήκη τουΤριανόν 1919), εξασφαλίζοντας την πολυπόθητη διέξοδο στην Αδριατική. Με μεγάλη δυσκολία οι Νοτιοσλάβοι κατάφεραν να πραγματοποιήσουν
το όνειρο της ενωμένης Νοτιοσλαβίας. Οι ιταλικές
διεκδικήσεις στη Δαλματία και στο Φιούμε βασίζονταν στη μυστική Συνθήκη του Λονδίνου (26 Απριλίου 1915), όμως ο Πρόεδρος Wilson υποστήριξε τις θέσεις των Νοτιοσλάβων. Τελικά, με τον διακανονισμό της Ιστριας τον Σεπτέμβριο του 1920, η Ιταλία έλαβε την Τεργέστη και εγκατέλειψε τις περισσότερες απαιτήσεις της στη Δαλματία163. Η
επιτυχία
εκμεταλλεύτηκε
της
άριστα
Ρουμανίας την
ξεπέρασε
ουδετερότητα
κάθε προσδοκία. της
και
Αφού
εξασφαλίζοντας
ανταλλάγματα για την είσοδο της στον πόλεμο υπέρ της Entente ύστερα από μακρές διαπραγματεύσεις του πρωθυπουργού Bratiannu, η Ρουμανία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τριπλής Συμμαχίας τον Αύγουστο του 1916. Οι Ρουμάνοι ηττήθηκαν από τους Γερμανούς και τον Μάιο του 1918, μετά την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο, η Ρουμανία αναγκάσθηκε να υπογράψει συμφωνία με τους Γερμανούς με την οποία θα παραχωρήσει τη Δοβρουτσά στη Βουλγαρία κερδίζοντας όμως τη ρωσική Βεσσαραβία. Με το τέλος του πολέμου, η Ρουμανία θα βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών. Έτσι θα ανακτήσει
τη
Ν.Δοβρουτσά
από
Βεσσαραβία, και θα προσαρτήσει Τρανσυλβανία
τη Βουλγαρία, θα διακρατήσει τη από
την
ηττημένη Ουγγαρία την
και το Βανάτο (Συνθήκη Τριανόν), καθώς και τη Bop.
Ivo Banac, The National Question in Yugoslavia, Cornell, University Press, 1993, σ.141225.
238
Βουκοβίνα από την Αυστρία για την οποία είχε λάβει υπόσχεση από την Entente το 1916 164 . Η
Βουλγαρία βρέθηκε στο στρατόπεδο των
ηττημένων. Έτσι
αναγκάσθηκε να εκχωρήσει τη Ν. Δοβρουτσά στη Ρουμανία, την περιοχή της Στρώμνιτσας στο Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων και τη Δυτική Θράκη στους Συμμάχους της Entente, (Συνθήκη του Νεϊγύ 1919), οι οποίοι την εκχώρησαν στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920). Από την άλλη μεριά τα σχέδια διαμελισμού της Αλβανίας, όπως είχαν προβλεφθεί με τη μυστική Συνθήκη του Λονδίνου (1915) ματαιώθηκαν από τον Αμερικανό Πρόεδρο Wilson. Ετσι η Αλβανία διατηρήθηκε ως ανεξάρτητο κράτος με τα σύνορα που όριζε το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (Δεκέμβριος 1913). Η οικονομική της καχεξία όμως την κατέστησε εξαρτημένη από τους εγγυητές της γεγονός που οδήγησε στην απώλεια της ανεξαρτησίας της το 1939165. Η Ελλάδα όπως θα αναλύσουμε παρακάτω, κέρδισε την Ανατολική και Δυτική Θράκη και μια μικρή ενδοχώρα γύρω από την Σμύρνη. Η εμπλοκή της όμως στη Μικρά Ασία θα αποδειχθεί καταστροφική. Το 1923, έχασε οριστικά τη Μ.Ασία και την Ανατολική Θράκη και ανέλαβε την αποκατάσταση 1.300.000 Ελλήνων προσφύγων από τη Μ.Ασία, ενώ καμία πρόβλεψη δεν υπήρξε για τη ζώνη Μοναστηρίου- Γευγελής - Δοϊράνης, την προσάρτηση της οποίας ζητούσε ο Δραγούμης. Διαπιστώσαμε
από
την
ανάλυση
μας,
ότι
ο
Δραγούμης
ευαισθητοποιήθηκε για όλα σχεδόν τα εθνικά ζητήματα του ελληνισμού που εκκρεμούσαν κατά την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου. Συναρτούσε την
Για τις διαδικασίες δημιουργίας των Βαλκανικών κρατών βλ. Charles and Barbara Jelavich, The Establishement of the Balkan National States 1804-1920, London, University of Washington Press, 1977 και L.S. Stavrianos, The Balkans since 1453, New York 1965. 165 Θ. Βερέμης, Θ. Κουλουμπής, Η. Νικολακόπουλος, Ο ελληνισμός της Αλβανίας, Αθήνα, Σιδερής 1995, σ. 19-22. Πρβλ. επίσης Θ. Βερέμης, Βαλκάνια από τον 19° ως τον 21° αι. Δόμηση και αποδόμηση κρατών, Αθήνα, Πατάκης, 2004, σ. 51-56.
239
επιτυχή έκβαση των
ζητημάτων αυτών από την κατάλληλη εφαρμογή
της πολιτικής ουδετερότητας, που ακολουθούσε επίσημα η Ελλάδα κατά την περίοδο 1915-1917, και από την αξίωση ανταλλαγμάτων για την πιθανή της έξοδο στον πόλεμο. Αλλωστε για κάθε ένα ξεχωριστό ζήτημα και την επίλυση του έπρεπε να υπερνικηθούν σοβαρότατες αντικειμενικές δυσχέρειες που σχετίζονταν
με τις διαπλοκές των ποικιλώνυμων συμφερόντων
των
εμπολέμων πλευρών. Ετσι η, κατά τη γνώμη του,ορθή πολιτική της Ελλάδας απέναντι στους εμπολέμους θα προσέφερε περισσότερα εχέγγυα εθνικά συμφέρουσας επίλυσης όλων των εθνικών ζητημάτων. Η είσοδος της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Entente το 1917 και η λήξη του πολέμου το 1918 βρίσκουν τον Δραγούμη εξόριστο. Τις άοκνες προσπάθειες του για την προώθηση των ελληνικών εθνικών ζητημάτων, αλλά και τη δριμεία κριτική του στους βενιζελικούς χειρισμούς θα παρακολουθήσουμε στο επόμενο Μέρος αυτής της εργασίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΟΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ α. Από την απόβαση των Αννλονάλλων
στη
Θεσσαλονίκη
υέγρι την εκδήλωση του κινήιιατος rncAuuvac (Οκτώβριος 1915 Σεπτέυβοιος 1916). Μετά την απόβαση των Αγγλογάλλων στη Θεσσαλονίκη, η Entente σκλήρυνε βαθμιαία τη στάση της απέναντι στην Ελλάδα. Κατά την πάγια και παραδοσιακή τακτική της απειλούσε τώρα την Ελλάδα με αποκλεισμό των ακτών και κατάληψη της Κρήτης. Ο Κωνσταντίνος δεχόταν πιέσεις να μη στραφεί εναντίον των συμμαχικών δυνάμεων στη Μακεδονία και να μην προχωρήσει, σε περίπτωση οπισθοχώρησης, στο βίαιο αφοπλισμό των ξένων στρατευμάτων. Οι στρατιωτικοί ιθύνοντες των μεγάλων Δυτικών Δυνάμεων φέρονταν αποφασισμένοι να ενισχύσουν οπωσδήποτε τη θέση τους στη Θεσσαλονίκη, αλλά ο Κωνσταντίνος δήλωσε ότι θα υπεράσπιζε την ελληνική ουδετερότητα. Στα πλαίσια των πιέσεων της η Entente απαίτησε από την ελληνική κυβέρνηση το δικαίωμα της χρησιμοποίησης των ελληνικών σιδηροδρόμων, των δρόμων και των τηλεπικοινωνιακών μέσων της Θεσσαλονίκης και της γύρω περιοχής και τέλος, την εγκατάλειψη της ουδετερότητας, αν οι βουλγαρικές δυνάμεις διάβαιναν τα ελληνικά σύνορα. Στις 30 Νοεμβρίου 1915 ο βασιλιάς δήλωνε κατηγορηματικά στον ρώσο πρεσβευτή πως η εσωτερική και εξωτερική πολιτική της χώρας αποτελούσε δική του υπόθεση, ενώ ταυτόχρονα με μυστικές διαβουλεύσεις προετοίμαζε την εκδίωξη των Αγγλογάλλων από τη Θεσσαλονίκη με τη
241
στρατιωτική
συμπαράσταση
της Βουλγαρίας, της Αυστρίας
και της
Γερμανίας. Από την άλλη μεριά, η Entente θεωρούσε φέουδο της την Ελλάδα και δυστυχώς είχε συμβάλλει σημαντικά σ' αυτό και η εξυπηρετική προς την Entente πολιτική που είχε χαράξει ο Βενιζέλος από τις πρώτες κιόλας μέρες του πολέμου. Τα ελληνικά νησιά καταλαμβάνονταν το ένα μετά το άλλο, χωρίς να ερωτηθούν καν οι ελληνικές αρχές. Στα μέσα του 1915 είχαν καταληφθεί η Λήμνος, η Τένεδος, ενώ προετοιμαζόταν η δημιουργία ναυτικών βάσεων στη Μυτιλήνη, τη Μήλο και το Καστελλόριζο. Τα επιχειρήματα των
Δυνάμεων ήταν συντριπτικά.
Η Μεγάλη Βρετανία
θεωρούσε τα νησιά ως Τουρκικά εδάφη και επομένως δεν ανέκυπτε θέμα παραβίασης της ελληνικής ουδετερότητας166. Παράλληλα, ενίσχυε τη θέση της στη Θεσσαλονίκη και από εκεί που θα χρησιμοποιούσε την περιοχή αυτή για τη προώθηση των στρατευμάτων της προς ενίσχυση της Σερβίας, τώρα οχύρωνε πυρετωδώς την πόλη, δημιουργώντας εκεί μια ισχυρή βάση στρατιωτικών επιχειρήσεων. Από τη πλευρά τους, οι Κεντρικές Δυνάμεις απείλησαν πως θα αντιμετώπιζαν το κατεχόμενο από την Entente ελληνικό έδαφος ως εχθρικό. Οσο η κυβέρνηση προσπαθούσε να απομακρύνει το πεδίο των στρατιωτικών συγκρούσεων από την ελληνική επικράτεια, τόσο η Entente ισχυροποιούσε τη θέση της στη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία. Σημαντικά προβλήματα εξάλλου ανέκυπταν από την άσκηση κυρίαρχης εξουσίας στη Θεσσαλονίκη από το στρατηγό Sarrail, ο οποίος, μετά τον βομβαρδισμό της πόλης από γερμανική αεροπορική επιδρομή, συνέλαβε τους εκεί προξένους των Κεντρικών Δυνάμεων, με το επιχείρημα πως η Θεσσαλονίκη αποτελούσε ήδη
Th. Ion., "The Hellenic Crisis From the point of view of Constitutional and International Law". The American Journal of international Law 11 (1917), σ. 563 κ.εξ.
242
πεδίο πολεμικών επιχειρήσεων. Μ' αυτή τη μέθοδο εκβίαζε την Ελλάδα να συμπράξει στον πόλεμο167. Εξαιτίας της ανευθυνότητας της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, αλλά και του ίδιου του Μονάρχη, η Ελλάδα είχε μεταβληθεί σε «ξέφραγο αμπέλι», όπου συγκρούονταν ξένα συμφέροντα. Η ενίσχυση του μετώπου στη Μακεδονία αποτελούσε αμετάκλητη απόφαση των στρατιωτικών ιθυνόντων της Entente. Αν
η Ελλάδα δε συνέπραττε με τη θέληση της, θα
εξαναγκαζόταν να συμμορφωθεί με την πείνα. Την ίδια εποχή περίπου, οι Αγγλοι και οι Γάλλοι συζητούσαν το ενδεχόμενο της αποβίβασης και άλλων στρατευμάτων
στην
Ελλάδα, την
κατάληψη της
Καβάλας
και
την
εγκατάσταση ενός ανώτατου διοικητή των συμμαχικών στρατευμάτων, ώστε να ενισχυθεί η θέση τους στα Βαλκάνια και να επηρεαστεί η ελληνική κυβέρνηση να συμπράξει, εξυπηρετώντας τα γενικότερα στρατηγικά σχέδια τους168. Στις 6/19 Δεκεμβρίου 1915 διεξήχθησαν οι εκλογές με αποχή του κόμματος των Φιλελευθέρων και ο Κωνσταντίνος έπαιρνε «νόμιμα» την εξουσία στα χέρια του εμφανιζόμενος ως υπέρμαχος της ειρήνης και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας169.
Η Entente
σκλήρυνε
ακόμη
περισσότερο τη στάση της και ζήτησε την αποβίβαση και άλλων αγγλικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη απαιτώντας από την Ελλάδα τη ρητή εξασφάλιση των νώτων της στρατιάς του Sarrail. Στο βασιλικό περιβάλλον είχε ωριμάσει η ιδέα της μετάκλησης βουλγαρογερμανικών
Sarrail,. Mon Commandement en Orient, Paris 1920, σ. 74-75 και A. Frangulis, La Grèce et la crise mondiale, τ. 1, Paris 1926, σ. 301 κ.εξ. 168 Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 319, Πρβλ. Ενεπεκίδης, όπ. παρ. σ. 235 κ. εξ. Γ. Δάφνης, Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, σ. 130 και Γ. Καρέλλας, Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδας, σ. 163.
243
στρατευμάτων για την εκκαθάριση της χώρας από τα αγγλογαλλικά στρατεύματα και συνομολόγησε μάλιστα και δάνειο από τη Γερμανία170. Ο Δραγούμης, με σειρά άρθρων του στην «Πολιτική Επιθεώρηση» αλλά και στον Τύπο, επικρίνει δριμύτατα τις επεμβάσεις των Δυνάμεων της Entente
στα εσωτερικά της χώρας και καταλογίζει σοβαρότατες ευθύνες
στον Βενιζέλο για την ενθάρρυνση και την καθοδήγηση αυτής της επεμβατικής πολιτικής των Δυτικών Δυνάμεων. Θα στηλιτεύσει με κάθε τρόπο την τακτική της επέμβασης των ξένων στην Ελλάδα, αλλά και την «ξενομανία» των Ελλήνων, λαού και ηγεσίας που ενθαρρύνουν αυτή την πρακτική. «Αρκεί να εκδηλωθούν ξενικοί στοχασμοί και αλλοδαπά συμφέροντα δια να χάνεται εκ του μέσου η ελληνική υπόστασις, να εξαφανίζεται πάσα συνείδησις, να λησμονείται το δικό μας ομαδικό συμφέρον»171. Επικρίνει τους ξενοσπουδαγμένους Ελληνες, οι οποίοι αισθάνονται περισσότερο Αγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί παρά Ελληνες. Πολλοί ερμηνεύουν το φαινόμενο της ξενομανίας ως αποτέλεσμα εισροής ξένων κεφαλαίων στην Ελλάδα. Αλλοι την αποδίδουν
στην
πολιτική
εμπάθεια, που με τη σειρά της προκαλεί την εκμετάλλευση των ξένων επιρροών για την εκμετάλλευση κομματικών συμφερόντων. Η ξενότροπη παιδεία, ο υπερβολικός
κλασσικισμός
στα πλαίσια
του
ευρωπαϊκού
φιλελληνισμού, η μεταλαμπάδευση ξένων εκπαιδευτικών προτύπων χωρίς την κατάλληλη αφομοίωση, η εσφαλμένη αντίληψη των Νεοελλήνων για την ανωτερότητα των Ευρωπαίων, ο μεταπρατικός ρόλος των ελλήνων αστών των παροικιών, είναι μερικά από τα αίτια της «ξενομανίας»172, κατά τον Δραγούμη.
Βλ. εκτενέστερα στη Β.Ε.Β., τ. 3, σ. 410-417 για τα μέσα που μετήλθε η Αυλή για να εξυπηρετήσει τις Κεντρικές Δυνάμεις κατά το 1915. 171 Ι. Δραγούμης, «Ξενομανία και Λεβαντισμός», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αρ. 10, 5 Μαρτίου 1916, σ. 341. 172 Όπ. παρ. σ. 343-344.
244
Από τον ανταγωνισμό των τριών Δυνάμεων που «εγγυήθηκαν» την ανεξαρτησία της Ελλάδας, καθώς η μια προσπαθούσε να υποσκελίσει την άλλη, γεννήθηκαν τα τρία ξενικά κόμματα, το Αγγλικό, το Γαλλικό, το Ρωσικό. Ο μεταξύ των κομμάτων ανταγωνισμός και οι συνεχείς επεμβάσεις των δυνάμεων
έφεραν
την
Ελλάδα σε έσχατο
σημείο
κατάπτωσης
με
αποκορύφωμα την Αγγλογαλλική κατοχή κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου. Η επέμβαση των Δυνάμεων συνεχίζεται και στην εποχή του Δραγούμη με αποκορύφωμα τον Εθνικό Διχασμό. Ο Δραγούμης αντιτίθεται στην πολιτική του συνδυασμού
δεν
των Ελληνικών συμφερόντων
με τα Ευρωπαϊκά. Αντιθέτως, αυτό επιβάλλεται πάντοτε, ενώ αντίθετα η διεθνής απομόνωση βλάπτει. Οι έλληνες πολιτικοί άνδρες πρέπει να μεριμνούν για τη διατήρηση των σχέσεων της Ελλάδας με τα ξένα κράτη με σκοπό την επιδίωξη των μεγαλύτερων δυνατών ωφελημάτων για την Ελλάδα. Οι Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Χαρίλαος Τρικούπης αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων πολιτικών ανδρών. Το παράδειγμα των πολιτικών αρχηγών που συνδέουν την τύχη τους με κάποια ξένη πρεσβεία μιμούνται βέβαια και οι οπαδοί τους. Με τον τρόπο αυτό, όμως, καταντούμε ανδράποδα των ξένων, οι οποίοι όχι μόνο δεν μας εκτιμούν, αλλά «μας περιφρονούν βαθύτατα και δικαίως».
Οι ξένοι
καραδοκούν και εκμεταλλεύονται συστηματικά τη διανοητική και ηθική αυτή εκτροπή των Ελλήνων για το δικό τους συμφέρον. «Εχουν συμφέρον οι ξένοι να μας έχουν διηρημένους, εφ' όσον όλοι δεν είμεθα ηνωμένοι υπέρ αυτών». Οι ξένες Δυνάμεις έχουν προσεταιρισθεί την ιθύνουσα τάξη της χώρας, η οποία με τη σειρά της κατέστησε τη χώρα παίγνιο και όργανο των ξένων173. Σημαντικότατες επιπτώσεις έχει η άκρατη ξενομανία στην κοινωνική σύνθεση της χώρας. Τρεις είναι εκείνες οι κοινωνικές ομάδες που ρέπουν
Όπ. παρ. σ. 347.
245
προς την ξενομανία, οι ελαφρόμυαλοι, οι εμπαθείς, οι αργυρώνητοι. Το αποτέλεσμα είναι η ιθύνουσα τάξη της χώρας να διέπεται από εθνική αναξιοπρέπεια και δουλοπρέπεια προς τις ξένες Δυνάμεις. Ο αρριβισμός, η ασυνειδησία, η αναξιοπρέπεια και η δουλοφροσύνη διέπουν την ελληνική 174
κοινωνία, εξαιτίας της διαρκούς επέμβασης των ξένων . Για ποιους λόγους οι Δυνάμεις της Entente
πραγματοποίησαν
απόβαση στη Μακεδονία, τον Σεπτέμβριο του 1915; Ποια στρατηγικά τους συμφέρονα εξυπηρετούσαν; Ποιες πιθανές κινήσεις των αντιπάλων τους ήθελαν να προλάβουν; Μια ανατομική εξέταση των λόγων της παρουσίας των Δυνάμεων στη Μακεδονία θα επιχειρήσει ο Ιων Δραγούμης στην «Πολιτική Επιθεώρηση». Συγκεκριμένα, οι Γάλλοι επιμένουν να κατέχουν τη Θεσσαλονίκη: «α) διότι απασχολούν και εξουδετερώνουν αριθμόν τίνα γερμανικών δυνάμεων, β) δια να μη χάσουν την επαφή των με την χερσόνησον του Αίμου, της οποίας θέλουν να επηρεάσουν δια της παρουσίας των τα υπολειφθέντα ουδέτερα κράτη, Ελλάδα και Ρουμανίαν αλλά και αυτήν την Βουλγαρίαν, ίνα μη εξαλειφθή εντελώς από την συνείδησιν των ανατολικών λαών η πίστις εις την ισχύν της Συννενοήσεως, αν μη όπως παρασύρουν την Ελλάδα και την Ρουμανίαν εις πόλεμον ή να εξαναγκάσουν την Βουλγαρίαν εις μεταστροφή, γ) δια να βαστούν κάτι εις το χέρι δια την ημέραν της ομολογήσεως της ειρήνης, οπότε θα δυνηθούν να επιβάλλουν όρους τινας εις την Γερμανίαν και Βουλγαρίαν εν σχέσει προς την αποκατάστασιν της Σερβίας και του Μαυροβουνίου και δ) δια λόγους εσωτερικής γαλλικής πολιτικής»175, θα υποστηρίξει.
Ι. Δραγούμης «Τα θαύματα της Αγγλογαλλίας στην Ελλάδα», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Β', Αρ. 55, 14 Ιανουαρίου 1917, σ. 77-83. 175 «Εξωτερική Επιθεώρησις» Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αρ. 7, 13 Φεβρουαρίου 1916, σελ. 219.
246
Οι Αγγλοι, οι οποίοι έχουν λιγώτερα συμφέροντα στη Μακεδονία, προσπάθησαν επανηλειμμένα να πείσουν τους Γάλλους για το άσκοπο της επιχείρησης αυτής και την άμεση και επιτακτική ανάγκη απεμπλοκής τους. Από την άλλη μεριά, η Ιταλία παρακινήθηκε μυστικά από τους Γάλλους να συμμετάσχει στη «μακεδόνικη» εκστρατεία . Είναι όμως σχεδόν απίθανο να δεχθεί η Ιταλία να μετάσχει, γιατί αφενός βρίσκεται στον Αυλώνα, αφετέρου δεν θα ήθελε να βρεθεί αντιμέτωπη με τη Γερμανία. Για τους Γερμανούς αντικειμενικός στόχος της βαλκανικής επιχείρησης υπήρξε το άνοιγμα δρόμου προς την Κων/πολη. Από στρατιωτική άποψη, η Γερμανία δεν θα είχε κανένα συμφέρον να επιτεθεί κατά των Αγγλογάλλων στη Θεσσαλονίκη, αφού δε
θα αντιμετώπιζε απειλή η
«βουλγαρική»
λεωφόρος, που δημιούργησε η Γερμανία. Η Γερμανία, όμως, θα είχε πολιτικά συμφέροντα να εκδιώξει τους Αγγλογάλλους από τα Βαλκάνια, προκειμένου να ισχυροποιήσει τη θέση της, ιδίως στο ζήτημα της επιρροής που θα μπορούσε να ασκήσει στις ουδέτερες χώρες, Ελλάδα και Ρουμανία176. Από την πλευρά τους, οι Ελληνες οφείλουν να δώσουν στους ξένους να «εννοήσουν ότι υπάρχουν και όρια εις την ανοχήν της Ελλάδας. Εάν δεν επιζητούν
την
ουδετερότηταν
ή την
συμμετοχή
αυτής, πρέπει να
φανερώνονται προς αυτήν ως εις κράτος ανεξάρτητον, έχον ίδια συμφέροντα 177
και εις ιδίαν περί αυτών κρίσιν και απόφασιν δικαιούμενον» . Όμως, η «ξενομανία» και η διχόνοια των ελληνικών πολιτειακών παραγόντων προκάλεσαν τις συνεχείς επεμβάσεις των Δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας. «Ο φιλογαλλισμός και ο φιλοαγγλισμός των μεν έφερε τον φιλογερμανισμό των δε. Η ξενομανία των κυβερνώντων έφερε την ξενομανία των αντιφρονούντων, με αποτέλεσμα η στάση αυτή των Ελλήνων να προκαλέσει την καθημερινή επέμβαση των ξένων». Η επικρατούσα Όπ. παρ. σ. 221. Όπ. παρ. σ. 223.
247
φαυλοκρατία, η εμπάθεια συντελεί ώστε όλα τα εθνικά προβλήματα να κατεβαίνουν στους δρόμους. Από τη μεριά τους, οι ξένοι επιτείνουν αυτή τη φαυλότητα για να μπορούν να παρεμβαίνουν ελεύθερα. Επιβάλλεται λοιπόν άμεσα, κατά τον Δραγούμη, κυβέρνησης κυβέρνησης
και
η πραγματική
ανακτόρων
από
νέους 178
παλαιοκομματισμού .
πολιτευτές
ή
και διαρκής
ομογνωμία
ο σχηματισμός Οικουμενικής χωρίς
την
παράδοση
του
Κατά τον Δραγούμη, η κυριότερη αιτία για τις
συνεχείς επεμβάσεις των Δυνάμεων είναι η διχόνοια των Ελλήνων πολιτικών. Αποκαλυπτικά είναι όσα
καταγράφει στο ανέκδοτο προσωπικό του
Ημερολόγιο: «Η Ελλάδα θυμίζει τη Τουρκία. Εκεί κάνουν κουμάντο οι Γερμανοί, εδώ οι Αγγλογάλλοι»179. «Οι Γάλλοι αποβίβασαν στρατεύματα στη Μυτιλήνη. Δύο γαλλικά πολεμικά πήγαν στο Καστελλόριζο και το κατέλαβαν με 700 άνδρες. Κι όταν έφτασε το δικό μας το θωρηκτό Ελλη, βρήκε το νησί πιασμένο από τους Γάλλους»180. Επίσης, την ίδια εποχή οι Γάλλοι κατέλαβαν τη Κέρκυρα. Θα σημειώσει
στο Ημερολόγιο του: «Ο
Γ. Αβέρωφ, πρώην βουλευτής,
βενιζελικός, πρόδωσε στους Αγγλογάλλους ότι οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν ως βάση υποβρυχίων τον Παγασητικό κόλπο, γΓ αυτό και οι Αγγλογάλλοι έριξαν δίχτυα στη περιοχή. Επίσης ο Τρουμπσκόϊ με ρώτησε μήπως οι Γερμανόφιλοι στην Ελλάδα ανεφοδιάζουν τα Γερμανικά υποβρύχια. Μου έδωσε να καταλάβω ότι γΓ αυτό επήραν και την Κέρκυρα οι Σύμμαχοι»181. Οι συνεχείς αλληλοαιτιάσεις των πολιτικών παραγόντων της χώρας ενίσχυαν τις υποψίες των επιτελείων των Δυνάμεων περί γαλλοφιλίας της
Ι. Δραγούμης «Χάριν του Εθνους», ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Εμπρός, 15 Σεπτεμβρίου 1915. 179 Τετράδιο Ημερολογίου, 31-12-1915, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16,. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 180 Όπ. παρ. 16 Δεκεμβρίου 1915. 181 Όπ. παρ. 25 Ιανουαρίου 1916.
248
μιας πλευράς και γερμανοφιλίας της άλλης, εντείνοντας έτσι τις επεμβατικές διαθέσεις τους. Η συνεχής
παρουσία
φιλοβασιλικών ουδετερόφιλων
κυβερνήσεων στη διετία 1915-1917 και η αντιβενιζελική πολιτική τοποθέτηση του Δραγούμη θα συντελέσουν στο να επικρίνει διαρκώς τις επεμβάσεις των Δυνάμεων της Entente στην Ελλάδα αποδίδοντας τες κυρίως στη φίλαρχη πολιτική του Βενιζέλου. «Κατά θετικές βενιζελικές πληροφορίες, οι Βενιζελικοί προτίθενται να προκαλέσουν ταραχές στην Αθήνα για να προκαλέσουν Αγγλογαλλική παρέμβαση για επιστροφή του Βενιζέλου στην εξουσία»182, θα σημειώσει ο Δραγούμης. Τον Απρίλιο του 1916,
25.000 ρωσικός στρατός θα έρθει στη
Μακεδονία για να δείξει την αποφασιστικότητα των Συμμάχων, ενώ η κυβέρνηση Σκουλούδη φοβάται τυχόν παρενέργειες στο ζήτημα του Αγ. Ορους183, θα σημειώσει ο Δραγούμης στο Ημερολόγιο του, όπου θα βρει την ευκαιρία να στηλιτεύσει την επεμβατική πολιτική των Δυνάμεων στην Ελλάδα και τις προσπάθειες τους να κινήσουν πολιτειακό ζήτημα και να εξαναγκάσουν τη χώρα να εγκαταλείψει την ουδετερότητα της. «Κατά τον Αγγλογαλλικό Τύπο, οι διαμαρτυρίες της Ελλάδας λογαριάζονται σαν τυπικές και οι σύμμαχοι επίτηδες κάνουν παραβιάσεις της ουδετερότητας μας, για να μας μπλέξουν κάθε μέρα περισσότερο και επίτηδες φέρνουν τους Σέρβους στην Ελλάδα, ώστε να προκαλέσουν και τους Βούλγαρους να μπουν στο <έδαφός μας»184. Αλλωστε, «η Entente
παραβίασε μέχρι τώρα την
ουδετερότητα των δύο κρατών, της Ελλάδας και της Περσίας και επιχείρησε να παραβιάσει την ουδετερότητα και της Ολλανδίας, αλλά αυτή απείλησε με ένοπλη απάντηση»185,θα καταγράψει.
Όπ. παρ. 30 Δεκεμβρίου 1915. Όπ. παρ. 5 Απριλίου 1916. Όπ. παρ. 12 Ιανουαρίου 1916. Όπ. παρ. 14 Μαίου 1916.
249
Από τη μεριά τους, οι Αγγλοι στη Θεσσαλονίκη διαδίδουν ότι θα γίνει αυτονομία στη Μακεδονία. «Γίνονται ενέργειες στη Μακεδονία να μείνουν εκεί οι Αγγλογάλλοι . Ο Quillemin επιμένει να αλλάξει ο πρωθυπουργός και ο κ. Γούναρης. Ζητούν τον Ζαΐμη, αλλά δέχονται και τον Ράλλη»186. Η λύση της αυτονόμησης της Μακεδονίας επανήλθε την άνοιξη του 1918, όταν ο Βούλγαρος σοσιαλδημοκράτης Μπομπόλωφ προσέγγισε την αμερικανική διπλωματική αντιπροσωπεία στη Δανία, εκθέτοντας καταλεπτώς τα σχέδια του για ήπια επανάσταση στη Βουλγαρία, με απώτερο στόχο την υπογραφή χωριστής ειρήνης με την Entente. Στα βουλγαρικά αιτήματα περιλαμβάνονταν η βουλγαρική επέκταση στη Δοβρουτσά, στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία και η αυτονόμηση της Μακεδονίας υπό την προστασία των Η.Π.Α. και της Μεγ. Βρετανίας. Η Σερβία θα αποζημιώνονταν
με τη Βοσνία -
Ερζεγοβίνη, ενώ η Αλβανία θα διαμελιζόταν μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας187. Οι προτάσεις αυτές βρήκαν ευνοϊκή απήχηση τόσο στο Υπουργείο Εξωτερικών όσο και στο Υπουργείο Στρατιωτικών της Μεγ.Βρετανίας. Η Γαλλία εναντιωνόταν σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση θα απέβαινε σε βάρος της Ελλάδας και της Σερβίας188. Οι Βαλκάνιοι σύμμαχοι απέρριπταν τα σχέδια
αυτά, ο
Βενιζέλος αντέκρουσε το επιχείρημα
της εκούσιας
παραχώρησης της Καβάλας στη Βουλγαρία το 1915, ισχυριζόμενος ότι τότε και οι δύο χώρες τελούσαν σε ουδετερότητα, ενώ το 1918 η Βουλγαρία ήταν σύμμαχος των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, και η Ελλάδα είχε συμμαχήσει με την Entente189. Η Μεγ. Βρετανία δεν απέρριπτε την ιδέα της αυτονόμησης της Μακεδονίας, θεωρώντας τη ως πρόσφορη λύση και πρότεινε στον Βενιζέλο
180 r\
υπ. παρ. F.O. 371/3148/102820, Makdona to Harding, 8 Ιουνίου 1918. 188 Ministère des Affaires Entrangeres. Archives Diplomatiques, Serie Paix, τ. 150. Πισόν προς Γαλλικές αντιπροσωπείες σε Αθήνα και Κέρκυρα, 29 Ιουνίου 1918, αρ. 320. 189 F.O. 371/3152/113064, Granvill to Foreign Office. 25 Ιουνίου 1918. 187
250
ως αντάλλαγμα την Κύπρο για να αποδεχθεί την αυτονόμηση της Μακεδονίας190, ενώ ο Nicolson θα τονίσει: «Δεν μπορώ να σκεφθώ παρά δύο μόνο πιθανές λύσεις στο βαλκανικό ζήτημα: 1) τη βουλγαρική λύση, 2) την διεθνοποίηση
της
Μακεδονίας, δηλαδή
τη
δημιουργία
«αυτόνομης
Μακεδονίας» και καταλήγει: «Εφόσον η Βουλγαρία είναι η μόνη ισχυρή δύναμη στα Βαλκάνια, οποιαδήποτε λύση την αφήνει ανικανοποίητη αλλά ακόμη κυρίαρχη, θα διαιωνίσει την εξάρτηση της Βουλγαρίας και της Τουρκίας από τις Κεντρικές Δυνάμεις, καθιστώντας έτσι την Εγγύς Ανατολή πολύ πιο εύφλεκτη παρά πριν από τον πόλεμο»191. Ο Δραγούμης επικρίνει κάποιες συνωμοτικές κινήσεις των Δυνάμεων που επιδιώκουν την πρόκληση επεισοδίων, τα οποία θα χρησιμεύσουν ως εφαλτήριο για δυναμική στρατιωτική προπαγάνδα
επέμβαση
τους. «Η αγγλογαλλική
έχει βάλει έναν Κεφαλονίτη στο Πειραιά να γεμίσει ασκιά με
λάδι να τα ρίξουν στη θάλασσα για να φανεί ότι οι Ελληνες τροφοδοτούν τα γερμανικά υποβρύχια. Ετοιμάζουν επίσης και μια συμμορία για να πιάσει το αυτοκίνητο που κάνει τη συγκοινωνία Κοζάνης - Φλώρινας»192. Αλλά και για το ζήτημα της κατάληψης του Καραμπουρνού από τους Γάλλους, είναι ενδεικτικά για τη στάση της Γαλλίας όσα γράφει ο Σουλιώτης - Νικολαϊδης στον Δραγούμη: «Ενώ ο Σαρράϊγ είπε ότι δεν χωρεί συζήτηση και απεδέχθη να μην καταλάβη το Καραμπουρνού, ειδοποίησε τελικά ότι πρόκειται να το καταλάβη και εμφάνισε την επιχείρηση ως καθαρά ναυτική. Δήλωσε μάλιστα ότι θα γίνη κανονική απόβαση στρατευμάτων από θαλάσσης, ενώ τα στρατεύματα, εξ ενός συντάγματος Πεζικού, ιππικού και πυροβολικού μετέβησαν δια ξηράς»193.
190
F.O. 371/3148/114251, Σέσιλ προς Μπάλφουρ, 28 Ιουνίου 1918. F.O. 371/3148/117931, Σημείωμα του Νίκολσον, 5 Ιουλίου 1918. 192 Τετράδιο Ημερολογίου, 13 Μαίου 1916, Αρχ. Ι.Δραγούμη, οπ.παρ. 193 Α. Σουλιώτης - Νικολάϊδης προς'Ιωνα Δραγούμη 1916, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 191
251
Για την προκλητική αυτή στάση των Δυνάμεων, ο Δραγούμης θα επιρρίψει ευθύνες στον Βενιζέλο που με την πολιτική του ενθάρρυνε τις επεμβάσεις
των
Δυνάμεων.
αποβάσεως
εν
Θεσσαλονίκη
«Ο
χαρακτηρισμός
της αγγλογαλλικής
ως γεγονότος ωφειλομένου δήθεν εις
παρεξήγησιν είναι ανάξιος της αξιοπρέπειας της κυβερνήσεως, εάν δεν είναι
προσπάθεια
προς
συγκάλυψιν γεγονότος, το οποίον ανέμενεν η
κυβέρνησις. Επρεπε δε, να αναμένη τοιαύτην παραβίασιν της ελληνικής ουδετερότητας ο κ. Βενιζέλος, διότι η πολιτική αυτού ήτο πολιτική φανατικής προσκολλήσεως εις το άρμα της Entente»194, θα γράψει στη «Νέα Ημέρα Τεργέστης», τον Σεπτέμβριο του 1915. Η προϊούσα σκλήρυνση της στάσης της Entente, την άνοιξη του 1916, όξυνε
ακόμα
περισσότερο
την
πόλωση
μεταξύ
αντιβενιζελικών. Τον Απρίλιο του 1916, η Entente
φιλοβασιλικών
και
πίεζε με απειλητικούς
υπαινιγμούς για ναυτικό αποκλεισμό και οικονομική καταπίεση και απαιτούσε τη μέσω ελληνικού εδάφους μεταφορά Σέρβων στρατιωτών μέχρι τη Θεσσαλονίκη, ζητώντας παράλληλα να της επιτραπεί η περίφραξη του Αργοστολίου. Η κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε, ενώ ο Βενιζέλος και οι συνεργάτες του μετατράπηκαν σε απολογητές της πολιτικής της Entente. Ο Π. Πετρίδης παραθέτει την πληροφορία ότι σύμφωνα με έκθεση του Ρώσου πρεσβευτή στην Αθήνα, η γαλλική κυβέρνηση διέθεσε 2.000.000 φράγκα στον Βενιζέλο για την εξαπόλυση φιλοανταντικής προπαγάνδας
στον
ελληνικό στρατό 195 . Στο
μεταξύ,
σημειώθηκαν
αρκετά
κρούσματα
δωροδοκίας
εφημερίδων από ξένους για αντίστοιχη προπαγάνδα (π.χ. «Νέα Ημέρα»), τόσο
στο
βασιλικό
όσο
και
στο
βενιζελικό
στρατόπεδο,
όπου
Αρχείο Στέφανου Δραγούμη, φ. 226, υποφάκ. 2, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Νέα Ημέρα Τεργέστης, 19 Σεπτεμβρίου 1915. 1 5 Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 327.
252
δραστηριοποιήθηκαν πράκτορες της Entente. Την ίδια στιγμή, τα μεγάλα εσωτερικά προβλήματα του τόπου, το εργατικό, το αγροτικό, το οικονομικό, το
εκπαιδευτικό,
παραγνωρίστηκαν
στο
βωμό
του
εξωτερικού
προσανατολισμού της χώρας, με παράλληλη προέκταση στο πολιτειακό και τις συνταγματικές ελευθερίες του λαού196. Ο Γ. Στρέϊτ, ίσως ο πρώτος «διδάξας» στα φαινόμενα εξαγοράς του Τύπου, εξουσιοδοτημένος από την κυβέρνηση και τον Βασιλιά καθησύχασε τις βουλγαρικές αρχές πως, αν αναλάμβαναν τις επιχειρήσεις τους σε ελληνικό έδαφος, δεν θα είχαν τίποτε να φοβηθούν. Ετσι μεθοδεύτηκε βαθμιαία και παρασκηνιακά, με την ανάμιξη και των Γερμανών, η παράδοση του οχυρού Ρούπελ στους Βουλγάρους για την εκδίωξη των Αγγλογάλλων, που πραγματοποιήθηκε στις 13/26 Μαίου 1916197, όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Τον Ιούνιο του 1916, ο Σκουλούδης διαβεβαιώνει τη Βουλή πως η εισβολή των
Γερμανοβουλγάρων
στρατιωτικό χαρακτήρα
στο ελληνικό έδαφος είχε καθαρά
και ουδόλως εξέθετε σε κίνδυνο τα εθνικά
συμφέροντα της χώρας και την εδαφική της ακεραιότητα198. Η Entente, όμως, σκλήρυνε ακόμη περισσότερο τη στάση της. Στις 21 Μαίου 1916, ο Sarrail κήρυξε στη Θεσσαλονίκη στρατιωτικό νόμο, δύο μέρες αργότερα, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία προχώρησαν στον αποκλεισμό των ελληνικών παραλίων και έθεσαν υπό κράτηση τα ευρισκόμενα στα λιμάνια τους
Για τα ζητήματα που αφορούν στον Τύπο και τα πολιτικά φυλλάδια της εποχής, βλ. Δέσποινα Παπαδημητρίου, Ο Τύπος και ο Διχασμός (ανέκδ. Διδακτορική διατριβή), Αθήνα 1997 και Γ. Πλουμιδης, «Αντιβενιζελικά φυλλάδια και η πολεμική τους" , στα: Μελετήματα .... όπ. παρ. σ. 606 κ. εξ. 197 Για το ζήτημα αυτό, βλ. εκτενέστερα, Γ. Βεντήρης, Η Ελλάς του 1910-1920, τ. 2 Αθήνα 1970, σ. 106-131 και Cosmin , L ' Entente et la Grece pendant la Grande Querre, v. 2, Paris 1921. 198 Στην απολογία του ο Σκουλούδης ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να αποτρέψει την εισβολή των Γερμανοβουλγάρων σε ελληνικό έδαφος, Στ,. Σκουλούδη, Απολογία επί των απαγγελθεισών κατηγοριών, Αθήναι 1919, σ. 10-34 κ. ες.
253
ελληνικά πλοία. Μετά από κοινή συννενόηση των μελών της, η Entente επέδωσε στην ελληνική κυβέρνηση διακοίνωση, στις 8/21 Ιουνίου 1916, με την οποία απαίτησε: 1) την ολοσχερή αποστράτευση του ελληνικού στρατού, 2) την άμεση αντικατάσταση της κυβέρνησης Σκουλούδη, 3) τη διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια εκλογών και 4) την απόλυση των αστυνομικών οργάνων που υπάκουαν στις οδηγίες των Κεντρικών Δυνάμεων199. Η πρωτοφανής αυτή επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας στηρίχθηκε, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία των ιθυνόντων των Δυτικών Δυνάμεων, στην πρόθεση τους ν' αποκαταστήσουν τη συνταγματική τάξη, ενεργώντας δυνάμει των τριών συνθηκών εγγυήσεως του εσωτερικού καθεστώτος της Ελλάδας (της 7 η ς Μαίου 1832, της 13 ης Ιουλίου 1863 και της 26 η ς Μαρτίου 1864). Οι Συνθήκες αυτές, όμως, δεν περιελάμβαναν διατάξεις που επέτρεπαν ξένη επέμβαση, αποτελούσαν συνθήκες που δημιουργούσαν υποχρεώσεις για τις εγγυήτριες Δυνάμεις, χωρίς κανένα δικαίωμα επέμβασης σ' αυτές. Αλλωστε, η Ελλάδα με το πρωτόκολλο της 3 ης Φεβρουαρίου 1830 είχε αναγνωρισθεί και από τις τρεις «εγγυήτριες» Δυνάμεις ως πλήρως ανεξάρτητο κράτος200. Στο Συμβούλιο του Στέμματος, που συγκλήθηκε στις 29 Μαίου 1917, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω, ο Νικ. Δημητρακόπουλος υποστηρίζοντας την απόρριψη του τελεσιγράφου της Κωνσταντίνου,^πρώτος
Entente για την εκθρόνιση του
επεσήμανε τη σημασία του ορού «Προστάτιδες
Δυνάμεις» και τις σοβαρές νομικές συνέπειες της χρήσης του! 01 . Στην επιχειρηματολογία
του υποστήριζε ότι ο θεσμός της
«προστασίας»
Αρχείο Στεφάνου Δραγούμη, φάκ. 228, Υποφάκ. 1, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Γ. Τενεκίδη, Θέματα Κοινωνιολογίας των Διεθνών Σχέσεων, Αθήνα 1976 σ. 64-68 και Γ. Ζωτιάδη, Η δι ' ειδικής συμβάσεως προβλεπομένη επέμβασις ως πρόβλημα διεθνούς νομιμότητας, Θεσσαλονίκη 1965, σ. 80-84. 1 Κ. Γαρδίκα, Προστασία και erp/υήσεις: Στάδια και μύθοι της ελληνικής εθνικής ολοκλήρωσης (1821-1920), Αθήνα 1999, σ. 104. 200
254
συνιστούσε περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας, αλλά η Ελλάδα δεν υπαγόταν σε τέτοιου είδους σχέση με τις δυνάμεις. Η χώρα δεν αποτελούσε προτεκτοράτο, επομένως δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή οποιαδήποτε επέμβαση στα εσωτερικά της2,?,2. Ο πιο έμπιστος συνεργάτης του Βενιζέλου Εμμ. Ρέπουλης είχε δικαιολογήσει «ηθικά», μιλώντας στη Βουλή των Ελλήνων, έναν περίπου χρόνο αργότερα την κυνική επέμβαση της Entente ισχυριζόμενος «... και αν ουδεμία συνθήκη υπήρχε καθιστώσα τας εγγυήσεις των
προστάτιδων
Δυνάμεων υπέρ του ελευθέρου πολιτεύματος της χώρας ταύτης είχαν (οι Δυνάμεις) υποχρέωσιν επεμβάσεως, υποχρέωσιν ηθικήν, πηγάζουσαν εξ αυτής της αλληλεγγύης των ελευθέρων λαών»203.
Αλλά και ο Βενιζέλος
παραδέχτηκε σαφώς τη νομιμότητα των ξενικών επεμβάσεων στα εσωτερικά της χώρας: στη συνεδρίαση
της Βουλής, τον Αύγουστο του 1917,
χαρακτήρισε ως απόλυτα νόμιμη την επέμβαση της Entente στα εσωτερικά της χώρας και αναφέρθηκε στην «ευεργετική» προστασία που
είχαν
παράσχει οι φίλες Δυτικές Δυνάμεις στην Ελλάδα κατά το παρελθόν204. Η διακοίνωση της 8 η ς /21 η ς Ιουνίου 1916 οδήγησε στην παραίτηση της κυβέρνησης
Σκουλούδη
και τον σχηματισμό
κυβέρνησης Ζαίμη, που
αναγκάσθηκε να αποδεχθεί τους όρους της διακοίνωσης για εξευμενισμό της Entente. Οι ιθύνοντες των δύο μεγάλων Δυτικών Δυνάμεων άρχισαν να προσανατολίζονται
βαθμιαία
προς
τη
λύση
της
εκθρόνισης
του
Κωνσταντίνου. Για την ώρα όμως, όπως σημειώνει ο Δραγούμης στο Ημερολόγιο του, η Entente επιθυμούσε, σε περίπτωση εκλογικής αποτυχίας
Γ. Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, σ. 61-62. Α.Β.Ρ.ΠΚ. , σ. 54-55. Όπ. παρ. σ. 178-179.
255
του Βενιζέλου, κυβέρνηση Ζαΐμη και δεν ήθελε να αναθέσει ο Βασιλιάς την εντολή στον Γούναρη ή τον Σκουλούδη205. Η ανοχή της βασιλικής κυβέρνησης στη βαθμιαία προώθηση των γερμανοβουλγαρικών στρατευμάτων σε ελληνικά εδάφη συνέβαλε στην εκτόξευση και νέων απειλών από την Entente για κατάληψη ακόμη και της Αθήνας206. Ο Βενιζέλος από τη μεριά του ενέκρινε, σε περίπτωση εκλογικής αποτυχίας, τα σχέδια του Κονδύλη για αθρόα κατάταξη «των ομοφρόνων αξιωματικών εις τον γαλλικόν στρατόν όπως, συγκροτουμένου δι' εθελοντών αξιόλογου Ελληνικού σώματος μετάσχει τουλάχιστον η χώρα «δι' αυτού εις τον αγώνα, όστις πρόκειται να κρίνη περί της τύχης της Βαλκανικής»207. Ο Δραγούμης διαρκώς μέσα από τις στήλες της «Πολιτικής Επιθεώρησης», στηλίτευε όλο και δριμύτερα τον ιταμό τρόπο με τον οποίο η Entente επενέβαινε στις ελληνικές υποθέσεις. Η ανάπαυλα των μέσων του καλοκαιριού του 1916 που επήλθε μετά την παραίτηση της Κυβέρνησης Στ. Σκουλούδη και την αποδοχή του τελεσιγράφου της 8/21 Ιουνίου από τον διάδοχο του Σκουλούδη Αλεξ. Ζαΐμη, τερματίσθηκε με την ξαφνική γερμανοβουλγαρική επίθεση στη Μακεδονία που αιφνιδίασε τους Συμμάχους. Ο Sarrail μπόρεσε να αναχαιτίσει τη βουλγαρική επίθεση και κατόρθωσε να αμυνθεί ως τα μέσα Σεπτεμβρίου, αλλά η Ανατολική Μακεδονία περιήλθε στους Βουλγάρους. Ο Κωνσταντίνος που
προσδοκούσε
πολλά
από
τη
Γερμανοβουλγαρική
επίθεση
απογοητεύτηκε όχι μόνο εξαιτίας της περιορισμένης κλίμακας της επίθεσης, αλλά και εξαιτίας της αναξιοπιστίας των Γερμανών και των Βουλγάρων. Οι
Τετράδιο Ημερολογίου, Ιούνιος 1916, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 206 Α.Υ.Ε., Φ Α/4/ 1916, Διαμαρτυρία των Κεντρικών Δυνάμεων προς την ελληνική κυβέρνηση (27 Ιουνίου / 10 Ιουλίου 1916). 207 Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, Φ. 173/266, Επιστολή Ε. Βενιζέλου προς Γ. Κονδύλη, 1 Αυγούστου 1916, Μουσείο Μπενάκη.
256
Βούλγαροι άρχισαν αμέσως συστηματικό έλεγχο του ελληνικού πληθυσμού της ανατολικής Μακεδονίας που αποσκοπούσε στην εκδίωξη του ελληνικού στοιχείου. Χάρη κυρίως στις ενέργειες της Γερμανίας αποσοβήθηκε ο κίνδυνος
ολοκληρωτικής
πληθυσμού.
εκδίωξης
και εξολόθρευσης του ελληνικού
Στο μεταξύ, τα γεγονότα στη Μακεδονία οδήγησαν σε
περαιτέρω αντίποινα από την πλευρά των Συμμάχων. Σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τους Συμμάχους, έστω και αργά, ο Κωνσταντίνος απέπεμψε το Γενικό Επιτελείο του. Γινόταν επίσης φανερό ότι ο Βενιζέλος ετοιμαζόταν για επαναστατικές λύσεις. Ηταν βέβαια ακόμη διστακτικός ελπίζοντας σε κάποιο συμβιβασμό αλλά η Εθνική Αμυνα τον ανάγκασε, όπως θα αναλύσουμε, να εγκαταλείψει τους δισταγμούς του με το κίνημα της 17/30 Αυγούστου στη Θεσσαλονίκη208. Κατά τους κρίσιμους μήνες του καλοκαιριού του 1916 ο Δραγούμης θα αντιδράσει σφοδρά στις επεμβατικές κινήσεις των Δυνάμεων μέσα από τα πολιτικά του δημοσιεύματα αφού ουσιαστικά το Κοινοβούλιο τέθηκε στο περιθώριο. Στις 24 Μαίου 1916, ο αρχηγός του συμμαχικού
στόλου στη
Θεσσαλονίκη διακήρυξε επίσημα ότι κανένα ελληνικό πλοίο δεν θα μπορεί εφεξής να εισπλεύσει ή να εκπλεύσει. Συγχρόνως απαγορεύτηκε από τον συμμαχικό στόλο κάθε ναυτιλιακή κίνηση μεταξύ άλλων ελληνικών λιμένων. Ποια είναι όμως η αιτία γι' αυτόν τον αποκλεισμό ή την επίσχεση των πλοίων; Η αγγλική κυβέρνηση δικαιολόγησε τον αποκλεισμό ως προσπάθεια λήψης προφυλάξεων για να μη περιέλθουν εφόδια στον εχθρό. Αλλοι αιτιολόγησαν τον αποκλεισμό επικαλούμενοι την κατάληψη του Ρούπελ από τους Γερμανο-βούλγαρους. Οι Γάλλοι δικαιολόγησαν τον αποκλεισμό με το επιχείρημα της νομιμότητας επέμβασης τους, εξαιτίας της ρήτρας της
G. Leon, Greece and the Great Powers, Thessaloniki 1974, σ. 381-384.
257
«εγγύησης» των συνθηκών του 1827 και του 1863 (παράδοση των Ιονίων Νήσων)
ισχυριζόμενοι
ότι «η
ουδετερότης δεν
συνίσταται
εις την
εξυπηρέτησιν των εχθρών «των προστάτιδων» της Ελλάδας»209. Θέτει λοιπόν ο Δραγούμης τα εξής ερωτήματα: Μήπως οι Σύμμαχοι θέλουν να αποσοβήσουν πιθανή προσχώρηση της Ελλάδας στο στρατόπεδο των Κεντρικών Δυνάμεων; Μα η αποστράτευση της Ελλάδας δεν αφήνει περιθώρια για τέτοιες υπόνοιες. Μήπως επιδιώκουν, χωρίς να το ομολογούν την εκβίαση της εξόδου της Ελλάδας στο πλευρό τους; Μα, από το Νοέμβριο του 1915, οι Δυνάμεις δήλωσαν ότι δεν επιζητούν την έξοδο της Ελλάδας από την ουδετερότητα, αλλά μόνο τη διευκόλυνση των κινήσεων των συμμαχικών στρατευμάτων. Μήπως βασίζονται στις φήμες για κατάλυση των συνταγματικών θεσμών στην Ελλάδα και θεωρούν αρμοδιότητα τους να επέμβουν για να ανατρέψουν την παρούσα
κυβέρνηση
ή και τη Δυναστεία και να
επαναφέρουν τον Βενιζέλο με την ελπίδα της εξόδου της Ελλάδας στον πόλεμο με το μέρος τους; Δεν έχουν, όμως, κανένα δικαίωμα επέμβασης στα εσωτερικά ελεύθερου, ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους του οποίου την ανεξαρτησία εγγυήθηκαν, ούτε και ο ελεύθερος ελληνικός λαός θα αποδεχόταν ποτέ μια ξένη επέμβαση, έστω και φίλων δυνάμεων, στη χώρα του. «Αλλά τα ασκούμενα κατά της Ελλάδας πιεστικά μέτρα δύνανται απλώς να είναι και τιμωρία .... δια την μη ακολούθησιν της πολιτικής ην επεθύμουν αύται να γίνη παραδεκτή εν Ελλάδι, τιμωρία άσκοπος μηδέν επιδιώκουσα δια το μέλλον και αποδεικνύουσα μόνον τον θυμόν διπλωματίας αποδειχθείσης ανικάνου να επιτυχή από της ενάρξεως του Ευρωπαϊκού πολέμου το παραμικρόν, όχι μόνον εν Ελλάδι αλλά και εις ολόκληρον τον
Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φακ. 35, Υποφάκ. β' , Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 23, 4 Ιουνίου 1916, σ. 790.
258
Αίμον. Είναι πιθανόν ότι δι' εσωτερικούς λόγους οι Γάλλοι και οι Αγγλοι πολιτικοί και διπλωμάται λαμβάνουν τα κατά της Ελλάδος μέτρα προς ικανοποίησιν της κοινής εν τω τόπω των γνώμης, επιρρίπτοντες επί των Ελλήνων τας ευθύνας των ιδίων των σφαλμάτων και αποτυχιών εν τη βαλκανική των πολιτική»210, θα καταλήξει ο Δραγούμης. Μετά την προκλητική διακοίνωση των Δυνάμεων της 8/21 Ιουνίου, ο Δραγούμης θα επιχειρήσει να ανασκευάσει τα επιχειρήματα της Entente αναφορικά με το δικαίωμα τους για επέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. «Εις την διακοίνωσιν ταύτην των Δυνάμεων ειμπορεί να είπη τις ότι συνεργάσθησαν εναμίλλως όλοι οι πολιτικοί άνδρες της Ελλάδος, οι κυβερνήσαντες την χώραν από του 1914 από τον κ. Βενιζέλον μέχρι τον κ. Σκουλούδη. Ο κ. Βενιζέλος ενέχεται εις αυτήν περισσότερον δια την πολιτικήν ην διεξήγαγε διατελών δήθεν εν αποχή, παρά δια την ην διεξήγεν ως κυβερνήτης του τόπου»211, θα τονίσει. Η επέμβαση των Δυνάμεων και η διακοίνωση της 8/21 Ιουνίου 1916 αντιβαίνουν στην αναγνώριση της εγγύησης της ανεξαρτησίας της Ελλάδας με βάση τις συνθήκες του 1827 και του 1863. «Αι συνθήκαι ουδέν παρέχουν εις αυτή δικαίωμα επεμβάσεως εις τα εσωτερικά της Ελλάδος, ανεξαρτήτου και κυρίαρχου κράτους, ως αυταί εγγυήθησαν, όπως δεν παρέχουν δικαίωμα επεμβάσεως εις τα εσωτερικά της Βουλγαρίας αι διατάξεις της συνθήκης του Βερολίνου, δι ης αι Μεγάλαι Δυνάμεις ηγγυήθησαν την ανεξαρτησίαν της χώρας ταύτης. Εξ άλλου, η δια των συνθηκών δικαιολογία τυγχάνει επισφαλής και δι' άλλον λόγον, διότι τας συνθήκας ταύτας, τουλάχιστον μίαν εξ αυτών, παρέβησαν καταφώρως αποβιβάσασαι στρατεύματα εις την Κέρκυραν
και παραβιάσασαι
ούτω
την
υπό
της συνθήκης ταύτης
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, οπ. παρ., σ. 791. οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 24, 11 Ιουνίου 1916, σ. 824.
211
259
κηρυχθείσαν εις το διηνεκές ουδετερότητα της νήσου»
Η απόβαση των
συμμαχικών στρατευμάτων στη Κέρκυρα ουσιαστικά παραβιάζει τη συνθήκη περί παραχωρήσεως των Επτανήσων στην Ελλάδα του 1863, με την οποία αναγνωριζόταν η διηνεκής ουδετερότητα της Κέρκυρας, όπως και του Βελγίου το 1831. Αδικαιολόγητη, εξάλλου,
υπήρξε η αγγλογαλλικη απόβαση στον
Πειραιά κατά τις 14 Μαίου 1854, η οποία έγινε όχι μόνο χωρίς τη συγκατάθεση της Ρωσίας, αλλά και για την παρεμπόδιση της Ελλάδας να κάνει αντιπερισπασμό υπέρ της Δύναμης αυτής, παραβιάζοντας κατάφωρα το πρωτόκολλο της 3 π ς Φεβρουαρίου 1830. Ετι ίσης, κανένα δικαίωμα δεν έχουν οι Δυνάμεις να παρεμβαίνουν στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα με το πρόσχημα της επιβολής και του σεβασμού του συνταγματικού χάρτη της χώρας, αφού κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα της Ελλάδας, όπως ρητά αναγράφεται στο Κρητικό Σύνταγμα του 1898 για την Κρητική Πολιτεία. Εξάλλου, ο καταστατικός χάρτης της χώρας δεν μνημονεύει τίποτε για επέμβαση ξένων στα εσωτερικά, ενώ για τη διέλευση και παραμονή ξένων στρατών στο ελληνικό έδαφος ορίζει ότι: «Ανευ νόμου στρατός ξένος δεν είναι δεκτός εις την Ελληνικήν υπηρεσίαν, ουδέ δύναται να διαμένη εις το κράτος ή να διέλθη δι' αυτού»213. Στηλιτεύει, επίσης, την οποιαδήποτε σύνδεση της πολιτικής της Entente
με το πολιτικό πρόγραμμα του Βενιζέλου. Ο Βενιζέλος έχει
περιπλέξει τα πράγματα και έχει κατορθώσει να εμφανίσει τους Ελληνες διαιρεμένους σε φίλους και αντιπάλους της Entente.
Ομως, «εάν η
διπλωματία της Συννενοήσεως συνταύτιση την τύχη της με τον κ. Βενιζέλο, δεν έχει τίποτε να κερδίση, μειούται τουναντίον το κύρος της, διότι ο πολιτικός
οπ. παρ. και Πολιηκή Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 25, 18 Ιουνίου 1916, σ. 855. 1 οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, οπ. παρ., σ. 856.
260
αυτός θέλει το αποτέλεσμα των εκλογών να φανή σημαίνον την επικράτησιν των φίλων ή των εχθρών της Συννενοήσεως, καθ' όν χρόνον τη αληθεία δεν υπάρχουν εν Ελλάδι παρά μόνον φίλα προς αυτήν φρονούντες, όσον και αν εθίχθη η εθνική φιλοτιμία από το τελευταίον της διάβημα και από τους αδέξιους πράξεις τίνων εκ των αντιπροσώπων της. Δεν συμφέρει, νομίζομεν, εις την Συννενόησιν να φανεί εκείνο που θέλει ο Πολιτικός ούτος, ήτοι ότι αι εκλογαί γίνονται υπέρ ή κατά των τριών Δυνάμεων, διότι δεν γίνονται τω όντι υπέρ ή κατ' αυτών, όπως δεν γίνονται ούτε υπέρ του πολέμου ή της ειρήνης»
«Η ανάμιξις των τριών Δυνάμεων εις τα εσωτερικά μας, όχι
μόνον κανέν όφελος δεν παρέχει εις βλάπτει, έστω
κι
αυτάς,
αλλά
τουναντίον
τας
αν επιτυχή εκλογικώς ο κ. Βενιζέλος και ότι επομένως
διαβήματα ως το της 8/21 Ιουνίου, και από απόψεως σκοπιμότητας είναι επιβλαβή και επικίνδυνα, επιδεκτικά εκμεταλλεύσεως εκ μέρους πολιτικών τίνων ανδρών υπέρ ή κατά των Δυνάμεων προς βλάβην των συμφερόντων και ημών και αυτών ομοίως»214, θα επισημάνει. Το κείμενο της διακοίνωσης αυτής εκμεταλλεύτηκε κατάλληλα και η Ιταλία, η οποία αξίωσε την αποστράτευση της Βορείου Ηπείρου, αν και δεν είχε υπογράψει τις συνθήκες εγγύησης της ελληνικής ανεξαρτησίας. Το πραγματικό νόημα, όμως, της ιταλικής αυτής αξίωσης είναι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της για τη Βόρεια Ηπειρο και την Ηπειρο γενικότερα215. Πώς μπορεί, η Ελλάδα να αμυνθεί από τη προϊούσα αύξηση των περιστατικών επέμβασης των Δυνάμεων στα εσωτερικά της, με στόχο να εκβιαστή η συμπεριφορά της στη διεθνή σκηνή; Σε άρθρο του στην «Πολιτική Επιθεώρηση»,
ο Δραγούμης θα
προτείνει κάποια μέτρα σχετικά. Συγκεκριμένα κρίνει απαραίτητη την
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 26, 25 Ιουνίου 1916, σ. 886-887. 215 οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, οπ. παρ., σ. 888.
261
παρουσία στις θέσεις τους όλων των ελληνικών πολιτικών, δικαστικών Αρχών καθώς και της χωροφυλακής, έτσι ώστε με την παρουσία τους να διατρανώνουν
την ύπαρξη
του
ελληνικού κράτους. «Προκειμένου περί
του υπάρχοντος στρατού εις τα καταληφθείσας επαρχίας, είναι ζήτημα αν συμφέρη μάλλον η παραμονή του εκεί, της συγκεντρώσεως του εις ελεύθερον ξενικής κατοχής έδαφος, επί τη προβλέψει στρατιωτικών ή πολιτικών ενδεχομένων αποφάσεων δια το μέλλον»216. Θεωρεί ότι επιβάλλεται η αναβολή της διάλυσης της Βουλής και των εκλογών, των οποίων η διενέργεια είχε καταστεί δυσχερής, εξαιτίας της παρουσίας των Αγγλογάλλων σε πολλές επαρχίες του Κράτους και καθίσταται ιδιαίτερα προβληματική με την πανσπερμία των εθνών που κατακλύζουν
τη Μακεδονία. Εξάλλου, η παρουσία
των
Μακεδόνων
βουλευτών θα αποτελεί πρόσθετη διαμαρτυρία για την εισβολή στα Μακεδόνικα εδάφη και επιδίωξη για την αποκατάσταση της ακεραιότητας της Μακεδονίας. «Επίσης ενδείκνυται, νομίζομεν, να περιορισθή κατά το δυνατόν η επέκτασις των εισβολέων εις άλλας επαρχίας του Κράτους, πλην των
απαραιτήτως
δε εις αυτούς χρησίμων
προς
διεξαγωγήν
των
στρατιωτικών των επιχειρήσεων»217. Ευθύνη για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί φέρουν όλες οι πολιτικές πλευρές. «Τους
άλλους πολιτικούς της
Ελλάδος βαρύνουν
άλλαι ευθύναι, η των προκλήσεων προς τους προσκληθέντας ξένους και η είσοδος των Βουλγάρων εις την Ελλάδα. Ομως η ευθύνη της προώρου συναντήσεως της τύχης μας με την Συννενόησιν και της προσκλήσεως των ξένων εις την Ελλάδα και της επεμβάσεως αυτών εις τα εσωτερικά μας, ανήκει εις τον κ. Βενιζέλο, είτε εν τη κυβερνήσει διατελούντα, είτε εν τη
216
Οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 33, 13 Αυγούστου 1916, σ. 1112. 217 Όπ. παρ.
262
αντιπολιτευθεί νομίμω ή παρανομώ»
,θα υποστηρίξει ο Δραγούμης.
Αλλωστε και στο Ημερολόγιο του θα σημειώσει: «Ο Σκουλούδης προκάλεσε τους ξένους, ο Βενιζέλος τους προσκάλεσε»219. β. Το Κίνηυα τηςΑυυνας και οι επευβάσεκ των Δυνάμεων. Στις 17 Αυγούστου 1916 εκδηλώθηκε στη Θεσσαλονίκη το κίνημα της Εθνικής Αμυνας. Η «Εθνική Αμυνα», ως οργάνωση με σκοπό τη διατήρηση της Μακεδονίας υπό ελληνική κυριαρχία, ξεκίνησε όταν οι σύμμαχοι αξίωσαν την εκκένωση της Θεσσαλονίκης από τα ελληνικά στρατεύματα ευνοώντας την εγκατάσταση του αρχηγείου του Σέρβου βασιλιά στην πόλη, γεγονός που θα σήμαινε την ουσιαστική έξωση των ελληνικών Αρχών της Μακεδονίας. Επικεφαλής της κίνησης φέρονταν οι Αλ. Ζαΐμης, Περ. Αργυρόπουλος, Δημ. Δίγκας και άλλοι. Ο Περ. Αργυρόπουλος, πρώην νομάρχης Θεσσαλονίκης, βρισκόταν από το 1915 σε επαφή τόσο με τη γαλλική διοίκηση όσο και με το Βενιζέλο. Ο Θ. Βερέμης παραθέτει στοιχεία για τη πρόθεση του Βενιζέλου, στα τέλη Μαίου 1916, να σχηματίσει στη Θεσσαλονίκη, με τη σύμπραξη του στρατηγού Δαγκλή και τη βοήθεια των Αγγλογάλλων, κυβέρνηση φιλική προς την Entente. Η κυβέρνηση θα επανδρωνόταν από βουλευτές που είχαν εκλεγεί τον Μάϊο του 1915, με κύριο στόχο την οργάνωση του ελληνικού στρατού για να προστατευθεί η Μακεδονία από τη βουλγαρική προέλαση. Τελικά, η αρνητική στάση των Αγγλων ανάγκασε τον Βενιζέλο να αναθεωρήσει τα σχέδια του, αφού όμως έδωσε τη συγκατάθεση του για τη
Οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 35, 27 Αυγούστου 1916, σ. 1176. 219 Τετράδιο Ημερολογίου, Σεπτέμβριος 1916, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
263
στρατολόγηση εθελοντών από τη Μακεδονία με ευθύνη των γαλλικών στρατιωτικών αρχών220. Το κίνημα της Θεσσαλονίκης δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία γιατί οι περισσότεροι αξιωματικοί και στρατιώτες της 11 ης μεραρχίας στη Θεσσαλονίκη εκδηλώθηκαν εναντίον του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, αν ο Sarrail παρέμενε ουδέτερος, η εξέγερση της Θεσσαλονίκης θα είχε συντριβεί. Στην Παλαιά Ελλάδα το κίνημα της Θεσσαλονίκης καταδικάσθηκε και από πολλούς Βενιζελικούς ακόμα. Ο ίδιος ο Βενιζέλος κατέκρινε τη βιαστική ενέργεια της Αμυνας σαν πρόωρη και ανεύθυνη. Πιθανόν οι τοπικές συνθήκες συνηγορούσαν για παρόμοια ενέργεια, η κριτική όμως του Βενιζέλου ήταν σωστή. Πρώτον, ο Βενιζέλος προτιμούσε ένα γενικό κίνημα με πολιτική βάση που θα κέρδιζε την υποστήριξη της πλειοψηφίας των ελληνικών δυνάμεων στη Μακεδονία, με σκοπό τον πόλεμο κατά των Βουλγάρων. Δεν είχε την πρόθεση απλώς να στραφεί κατά του Κωνσταντίνου. Ήθελε ακόμη να εξασφαλίσει την αμέριστη υποστήριξη της Αγγλίας, πριν αναλάβει το σοβαρό έργο της εγκατάστασης μιας προσωρινής επαναστατικής κυβέρνησης, πρόβλημα που δεν είχε ξεκαθαρισθεί ως το τέλος Αυγούστου. Ετσι πέρασαν περισσότερο από τρεις εβδομάδες, πριν αποφασίσει ο Βενιζέλος να αναλάβει την ηγεσία της Επανάστασης. Από τη μεριά της και η επίσημη κυβέρνηση φαίνεται ότι δεν ήταν διατεθειμένη να αντιτάξει βία. Σύμφωνα με διαταγή του Υπουργού Ναυτικών, Δούσμανη, τα πληρώματα των πλοίων όφειλαν να διαμαρτυρηθούν στην περίπτωση που ξένοι αξιωματικοί εξωθούσαν σε στάση τα πληρώματα ή αξίωναν την παράδοση κάποιου πλοίου σε αυτούς και να απευθυνθούν στην Κυβέρνηση για περαιτέρω διαταγές. «Τέλος - κατέληγε η διαταγή - εάν θέλουσι να μεταχειρισθώσι την βίαν οι ξένοι, χωρίς να δώσωσι υμίν τον Θ. Βερέμης , Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική (1916-1936), Αθήνα 1977, σ. 52-54.
264
καιρόν να συννενοηθήτε μεθ' υμών, θέλετε διαμαρτυρηθή εντόνως, δεν θα αντιτάξητε βίαν, αλλά θέλετε αποβιβασθή μεθ' απάντων των υφ' υμάς αξιωματικών, υπαξιωματικών και ναυτών»221. Η βουλγαρική προέλαση και η ταυτόχρονη υποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων συνέβαλε ώστε ο Βενιζέλος, που δίσταζε αρχικά, να δώσει τη συγκατάθεση του στην επιτροπή της Εθνικής Αμυνας να συγκεντρώσει αξιωματικούς και οπλίτες. Η πτώση της Καβάλας 1916
έπεισε
τον
Βενιζέλο
στις
11
Σεπτεμβρίου
να πραγματοποιήσει το σχέδιο του. Στις 26
Σεπτεμβρίου με τη βοήθεια της γαλλικής πρεσβείας εγκατέλειψε την Αθήνα, στις 9 Οκτωβρίου σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη και στις 14 και 17, απεύθυνε στους προξένους της Entente
αίτημα για
διπλωματική αναγνώριση222. Ηταν φανερό πως ο αρχηγός των Φιλελευθέρων δεν θα ανελάμβανε δράση, αν δεν είχε την υποστήριξη των μεγάλων Δυτικών Δυνάμεων. Ωστόσο, η Γαλλία μόνο ουσιαστικά είχε αναγνωρίσει την προσωρινή Κυβέρνηση
Εθνικής Αμυνας. Οι κυβερνήσεις του Λονδίνου
και της
Πετρούπολης δίσταζαν αρχικά, ενώ μόνο μετά τη διαβεβαίωση του Βενιζέλου ότι το κίνημα του δεν ήταν αντιδυναστικό, αναγνώρισαν την κίνηση του223. Η Ιταλία συμπαθούσε και το καθεστώς των Αθηνών. Για την Αγγλία, η δημιουργία αναταραχών στην Ελλάδα καθιστούσε περίπλοκα τα προβλήματα σε μια περιοχή από την οποία επιθυμούσε να αποσύρει τις δυνάμεις τηςΛΗ Ιταλία και η Ρωσία δεν επιθυμούσαν την άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία
Αρχείο Δούσμανη, φάκ. 7, υποφάκ. 5, Ε.Λ.Ι.Α. Γ. Μουρέλος, «Η προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης και οι σχέσεις της με τους Συμμάχους (Σεπτέμβριος 1916 - Ιούνιος 1917)», Μνήμων, τ. 8 (1980-1982), σ. 153-154. Για τη στρατιωτική οργάνωση του κινήματος βλ. Ν. Γρηγοριάδης, Η Εθνική Αμυνα Θεσσαλονίκης του 1916, Αθήνα 1960, σ. 18 κ. εξ. Για το διπλωματικό παρασκήνιο, βλ. G. Leon, όπ. παρ. σ. 361-395 και 416-420. 223 Για την πολιτική του κινήματος στο καθεστωτικό, βλ. Β.Ε.Β., τ. 3, σ. 684-685. 12
265
για να μην αναζωπυρωθεί η Μεγαλο-ιδεατική πολιτική του 22 . Ετσι λοιπόν, οι Δυνάμεις της Entente δεν είχαν αποκλείσει τις επαφές τους με το Στέμμα. Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών δεν δίστασε μάλιστα να δηλώσει επίσημα ότι οποιαδήποτε αντιδυναστική πολιτική έπρεπε να αποκλεισθεί από την Αγγλία και από την Entente225. Από τη μεριά της η Γαλλία επανειλημμένα είχε προειδοποιήσει ότι η Ελλάδα έπρεπε να ενωθεί και να συνταχθεί με το μέρος της Entente προκειμένου να προλάβει ενδεχόμενο μελλοντικό της παραγκωνισμό από την Ιταλία. Μετά την παράδοση της Καβάλας στους Γερμανούς οι υποψίες της Συμμαχίας για την πραγματική στάση της Ελλάδας ενισχύθηκαν. «Ούτως αι Κυβερνήσεις της Συνεννοήσεως έφθασαν εις το συμπέρασμα, ότι αντί της επανειλημμένως
δηλωθείσης <ευμενούς ουδετερότητος> η Ελλάς δεν
μετήλθεν έναντι της Συνεννοήσεως πραγματικούς ή πολιτικήν <εχθρικής ουδετερότητος»226, θα υπογραμμίσει σε εμπιστευτική αναφορά του προς το Υπουργείο
Εξωτερικών
ο
Ελληνας
πρεσβευτής
στο
Παρίσι,
στην
προσπάθεια του να μεταφέρει το κλίμα που επικρατούσε στη Γαλλική πρωτεύουσα απέναντι στην Ελλάδα και τις πραγματικές διαθέσεις των Γαλλικών διπλωματικών κύκλων. Στις 15 Νοεμβρίου αποφασίστηκε η δημιουργία μιας ουδέτερης ζώνης στα βόρεια σύνορα της Θεσσαλίας. Η ζώνη αυτή, βάθους 3 ως 10 χλμ., ακολουθούσε τη γραμμή Λιτόχωρου - Σερβίων - Γρεβενών μέχρι τα υψώματα του Λεσκοβικίου α Η εκκένωση της ζώνης από τις δυνάμεις του βασιλικού
στρατού
και των
τμημάτων
της Εθνικής
Αμυνας
και η
αντικατάσταση τους από συμμαχικό στρατό πραγματοποιήθηκε στις 26 και 27 Νοεμβρίου. Η Ελλάδα ήταν πια χωρισμένη στα δύο 227 . 224 225 226
Γιάννης Μουρέλος, όπ. παρ. σ. 155. D. Portolos, όπ. παρ. σ. 68 κ.εξ. Α.Υ.Ε. Α/5/ΙΧ(2) 1916, Μεταξάς προς Ε. Ζαλοκώσταν, 15/28 Οκτωβρίου 1916, αρ.851. Γ. Μουρέλος, όπ. παρ. σ. 157.
266
Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι μετά την εκδήλωση του κινήματος της Εθνικής Αμυνας στις 17 Αυγούστου 1916 περιήλθε υπό τον έλεγχο των κινηματιών η περιοχή της δυτικής και κεντρικής Μακεδονίας και όταν στις 26 Σεπτεμβρίου του 1916 ο Βενιζέλος σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη είχαν προσχωρήσει στο κίνημα του τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και η Κρήτη, ενώ η Κέρκυρα, έδρα της εξόριστης Σερβικής κυβέρνησης βρισκόταν υπό συμμαχική κατοχή από τον Δεκέμβριο του 1915. Στο μεταξύ μέχρι τα τέλη Αυγούστου του 1916 οι Γερμανοβούλγαροι είχαν καταλάβει ολόκληρη την Ανατολική Μακεδονία και τις περιοχές Φλώρινας και Κορυτσάς. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1916-1917 η εξουσία της προσωρινής Κυβέρνησης
Θεσσαλονίκης
επεκτάθηκε σε περιοχές του
«Κράτους των Αθηνών», όπως τα υπόλοιπα Επτάνησα, οι Κυκλάδες, οι Βόρειες Σποράδες και η Πιερία. Συγχρόνως οι Σύμμαχοι ανακατέλαβαν τη Φλώρινα
και
την
Κορυτσά
και
οι
Ιταλοί
κατέλαβαν
την
περιοχή
Αργυροκάστρου. Συγκεκριμένα στις 29 Δεκεμβρίου 1916 η προσωρινή κυβέρνηση επέκτεινε την εξουσία της στη Σκύρο, ενώ τον Ιανουάριο του 1917 έγιναν προσπάθειες επέκτασης του κινήματος της Αμυνας στη Σκόπελο, τη Σκιάθο και την Αλόννησο228, ενώ, σύμφωνα με αναφορά του Ενωμοτάρχη Ζακύνθου1 Παναγιώτη Χρυσούλη, Γαλλικά οχήματα κατέλαβαν το νησί και εκδίωξαν τον Ενωμοτάρχη στη Γαστούνη229. Τον Δεκέμβριο του 1915 επίσης οι Γάλλοι κατέλαβαν το Καστελλόριζο, εγκατέστησαν γαλλικές Αρχές και απαγόρευσαν στο αντιτορπιλικό «Ελλη» να προσορμισθεί στο λιμάνι επιβάλλοντας τον στρατιωτικό Νόμο. Ο Πρόξενος μάλιστα της Γαλλίας διέδιδε ότι η Γαλλία θα
228
Α.Υ.Ε. Α/4/Χ 1916-1917, Α' Πολιτική. Τζένος προς Υπουργεία Στρατιωτικών, Εσωτερικών, Κύμη 30/12/1916 και Κριεζής προς Υπουργεία Στρατιωτικών, Εσωτερικών, 2 Ιανουαρίου 1917, αρ. 43, και αρ. 28. 229 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, φάκ. 12, Υποφάκ. η, Σειρά Α', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
267
καταλάβει τη Σάμο, τη Χίο, τη Λέσβο
Σκαιή υπήρξε η συμπεριφορά
Γάλλων στρατιωτικών ακόμη και εντός της ουδέτερης ζώνης Λιτόχωρου Σερβίων - Γρεβενών231. Τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου θεωρούνταν από τις Δυνάμεις της Entente εδάφη της Τουρκίας κι επομένως δεν υφίοτατο θέμα παραβίασης της ελληνικής ουδετερότητας, αφού τα νησιά κατέχονταν de facto από την Ελλάδα από την εποχή του Α' Βαλκανικού πολέμου. Όμως οι Βόρειες Σποράδες αποτελούσαν ελληνικό έδαφος ήδη από το 1832. Ετσι οι ναυτικές δυνάμεις της Entente,
που επιδίωκαν τον απόλυτο έλεγχο του Αιγαίου,
προέκριναν τη λύση της επέκτασης του κινήματος της Αμυνας στις Σποράδες και τις Κυκλάδες με την ενθάρρυνση τους. Πώς αντιμετώπισε όμως ο Δραγούμης όλα αυτά τα γεγονότα ; Στην εβδομαδιαία τακτική στήλη του στην «Πολιτική Επιθεώρηση», επανειλημμένα κατηγορεί τον Βενιζέλο ότι προκάλεσε με τη στάση του τις επεμβάσεις των ξένων Δυνάμεων και ότι ουσιαστικά προσκάλεσε τους ξένους να επέμβουν για την
εξυπηρέτηση
των
πολιτικών
και
κομματικών
του στόχων.
Ταυτόχρονα, συνεχώς στηλιτεύει την καιροσκοπική στάση των Δυνάμεων, οι οποίες
επενέβησαν
χρησιμοποιώντας
τον
Βενιζέλο και καταλύοντας
οποιαδήποτε έννοια ανεξάρτητου κράτους. Οταν εκδηλώθηκε το κίνημα της Αμυνας, στο ελληνικό βασίλειο ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Νικ. Καλογερόπουλος μετά την παραίτηση του Στεφ. Σκουλούδη. Στην κυβέρνηση Καλογερόπουλου μετείχε ως υπουργός των Εξωτερικών ο βουλευτής Αρτας Α. Καραπάνος, συνεργάτης ως τότε της «Πολιτικής Επιθεώρησης». Ο βενιζελικός Τύπος και κυρίως η «Εστία» προσπάθησε να παρουσιάσει τον Καραπάνο και την ομάδα της «Πολιτικής
Οπ. παρ., Υποφάκ. β. Αρχείο Γ.Μπούσιου, φάκ. 1, Υποφάκ. 3, Σπ.Ευθυμιάδης προς Γ. Μπούστο, 1916 Ε.Λ.Ι.Α. Θεσσαλονίκη.
231
268
Επιθεώρησης» ως εχθρικώς διακείμενη προς τις Δυνάμεις της Entente. Ως απάντηση, η «Πολιτική Επιθεώρηση» δημοσίευσε στην «Εστία» της 4 η ς Σεπτεμβρίου την ακόλουθη δήλωση: «Επειδή εφημερίδες τινές, κρίνουσαι την εκ της ομάδας της Πολιτικής Επιθεωρήσεως πρόσληψιν του κ. Καραπάνου ως υπουργού, κακώς ερμηνεύουν την μέχρι τούδε υπό της ομάδας ταύτης τηρηθείσαν κοινοβουλευτικήν και δημοσιογραφικήν πορείαν ως προς το εξωτερικον ζήτημα, αναγκάζεται η <Πολιτική Επιθεώρησις> να δηλώση ότι ανέκαθεν υποστήριξε την πολιτικήν της εν ευθέτω χρόνω εξόδου εκ της ουδετερότητας, παρά το πλευρόν των Δυνάμεων της Συννενοήσεως, ώρισε δε και τας προϋποθέσεις της τοιαύτης πολιτικής. Οσάκις δε έψεξε τας μεθόδους που μεταχειρίζονται ενίοτε αι Δυνάμεις απέναντι της Ελλάδος, το έπραξε, διότι εφρόνει ότι αι μέθοδοι αύται δεν ήσαν εξυπηρετικοί του σκοπουμένου
και
έτειναν
να
φέρουν αντίθετα των
επιδιωκομένων
αποτελέσματα. Ουδ' είναι επίσης αληθές το εν τω λεγόμενον ότι η ομάς της <Πολιτικής Επιθεωρήσεως>, παρά τας αρχάς της, υπεστήριξε
σταθερώς
και
μέχρι
τέλους
την
κυβέρνησιν του κ.
Σκουλούδη»232. Θα μεμφθεί ο Δραγούμης τους βενιζελικούς για την πτώση της κυβέρνησης Ζαΐμη, για την πολιτική και κομματική εκμετάλλευση της νότας της 8/21 Ιουνίου 1916, για την κατασυκοφάντηση των πολιτικών τους αντιπάλων ως γερμανόφιλων και για τη διαιρετική τους πολιτική. «Πολύς τω όντι λόγος γίνεται κατ' αυτάς περί δημιουργίας ανεξαρτήτου κράτου δι' αποσπάσεως των Νήσων και της Μακεδονίας από την λοιπήν Ελλάδαν. Το ολέθριον τούτο σχέδιον δεν γνωρίζωμεν αν εμπνέεται από τους ξένους, αλλά διαδίδεται από τους βενιζελικούς»233. Κατά τον Δραγούμη, «πρέπει η Ελλάς,
" Εστία, 4 Σεπτεμβρίου 1916. 233 Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφ. β", Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 37, 10 Σεπτεμβρίου 1916, σ. 1239.
269
προλαμβάνουσα τα πράγματα, να καθορίση την στάσιν της σαφέστερον, ίνα μη ευρεθή αιφνιδίως ημέραν τίνα εσωτερικώς μεν εστερημένη κράτους, εξωτερικώς δε ψιλή φίλων και συμμάχων. Αμφότερα τα ζητήματα, εξωτερικόν και εσωτερικόν, θα λυθούν δια της λύσεως του εξωτερικού»234. Η κατάληψη της Καβάλας από τους Βούλγαρους τον Σεπτέμβριο του 1916 θα παρακινήσει «Δεδομένου
το Δραγούμη
ότι η Ελλάς παραμένει
να συστήσει
στην
Κυβέρνηση:
ουδέτερα, επιβάλλεται εις την
Κυβέρνησιν να αξιώση παρά της Γερμανίας την άμεσιν απόδοσιν των αιχμαλωτισθέντων επί ελληνικού εδάφους στρατευμάτων μας, ων τους αρχηγούς
μόνη
αρμοδία να
τιμωρήση,
εάν τυχόν παρέβησαν
τας
υποχρεώσεις των ως ουδετέρων, είναι αυτή η Ελληνική Κυβέρνησις, εκτός εάν η Γερμανία θεωρή την Ελλάδαν ήδη ως εκτός της ουδετερότητας διατελούσαν»235. Η παραίνεση
του αυτή θα καρποφορήσει, αφού θα
σταλεί τελικά διάβημα προς τη Γερμανία, η οποία θα προθυμοποιηθεί να αποδώσει τους αιχμαλώτους υπό τον όρο ότι δεν θα συλληφθούν από τους Συμμάχους της Entente και ότι δεν θα τιμωρηθούν για την πράξη τους 236 . Οι Δυνάμεις της Entente επιθυμούν την άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία και περισσότερο η Γαλλία. Αλλά το παράδοξο είναι ότι γνωρίζει ο Βενιζέλος το εθνικά ασύμφορο της ελεύσεώς του στην εξουσία διότι, εξαιτίας των μεγάλων αντιθέσεων και παθών ούτε η επιστράτευση μπορεί να συντελεστεί απ' αυτόν ούτε καμία άλλη κυβέρνηση μπορεί να τύχει χάριτος από τη Συννενόηση, αφού έχει κατασυκοφαντηθεί. Τώρα, όμως, είναι ευκολότατο να καταλάβει την εξουσία χωρίς εκλογές και κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες και χωρίς βασιλική έγκριση, αρκεί να αναγνωρισθεί από την Entente ως νόμιμος κυβερνήτης. «Οτι αι διαθέσεις τουλάχιστον των Γάλλων 234
οπ. παρ. " οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, οπ. παρ., σ. 1241. 236 οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 39, 17 Σεπτεμβρίου 1916, σ. 1271-1272.
270
κλίνουν υπέρ αναγνωρίσεως ταύτης της κυβερνήσεως είναι αναμφισβήτητον , και απόδειξις τούτου η επίσκεψις των εν Χανίοις προξένων προς τον κ. Βενιζέλον εις ον εξέφρασαν τα συγχαρητήρια των κυβερνήσεων των»237, θα υποστηρίξει. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, ο Δραγούμης τηρεί μια στάση ακραιφνώς φιλοβασιλική και αντιβενιζελική: «Αφού εκ των πραγμάτων εβεβαιώθη ήδη ότι ο κ. Βενιζέλος εξέπεσεν εντελώς από την λαϊκήν εμπιστοσύνην, ότι συνεπώς είναι ανίκανος να προσφέρη εις τους Συμμάχους καμμίαν χρησιμότητα, ούτε συμφέρον έχουν, ούτε συνταγματικήν πλέον δικαιολογίαν, προσπαθούντες να μας επιβάλλουν δι' αυτού να πολεμήσωμεν. Ο μόνος ο οποίος εμπνέει πίστιν και δύναται τελεσφόρως να καλέση τον λαόν εις τα όπλα είναι σήμερον ο Βασιλεύς. Ο μόνος ο οποίος θα γέννηση δυστπστίαν και θα αποσύνθεση το κράτος ερχόμενος εις την κυβέρνησιν είναι ο κ. Βενιζέλος»238. Οι επεμβάσεις των Δυνάμεων κατέλυσαν εντελώς το διεθνές καθεστώς της ανεξάρτητης και ουδέτερης Ελλάδας. «Η Ελλάς κατήντησεν σχεδόν
αδέσποτος
χώρα»239.
Η ατυχής διαχείριση
της πολιτικής
ουδετερότητας που ακολούθησε η Ελλάδα συνετέλεσε ώστε, αντί να έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο να διαμαρτύρεται και να αμύνεται κατά της Αγγλίας και Γαλλίας, την έχουν «τυλίξει» η Αγγλία και η Γαλλία τόσο καλά, ώστε αυτές να φαίνονται ότι έχουν το δικαίωμα να διαμαρτύρονται κατά της Ελλάδας και να την πιέζουν παντοιοτρόπως. «Φοβούμεθα δε τώρα μήπως οι ισχυροί της γης, κατέχοντες την ημετέραν χώραν, μας είπουν ημέραν τίνα ότι είμεθα ανάξιοι να διατηρώμεν κράτος ανεξάρτητον και
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 40, 24 Σεπτεμβρίου 1916, σ. 1303. 238 «Αι Δυνάμεις να προσέξουν την πραγματικότητα», όπ. παρ. σ. 1311. 239 Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 42, 15 Οκτωβρίου 1916, σ. 1368.
271
κυρίαρχον .... Και ούτω πλησιάζει η ώρα του προτεκτοράτου»
, θα
καταλήξει ο Δραγούμης. Το ελληνικό ζήτημα έχει περιπλακεί με τη διχοτόμηση της Ελλάδας. Οι ξένοι ελπίζουν συνένωση των δύο κρατών, έστω και με την εκθρόνιση του Βασιλιά. Χθες ζήτησαν τα ταχυδρομεία και τους τηλέγραφους. Σήμερα ζητούν τον στόλο και τους σιδηροδρόμους, αύριο την αστυνομία και τον στρατό και μεθαύριο τον Βασιλιά. Πώς μπορεί όμως να αμυνθεί η Ελλάδα; Αν ήταν δυνατό, θα προτείναμε την αντίταξη άμυνας κατά του Βενιζέλου και των Βουλγάρων που κατέχουν τη Μακεδονία. Αυτές οι δύο κινήσεις, όμως, δεν μπορούν να
συνδυαστούν.
Κατά τον Δραγούμη:
«Οπωσδήποτε οι
κυβερνώντες οφείλουν ν' αποφασίσουν ταχέως πως θα αντιμετωπίσουν την συνέχισιν της ξενικής κατά του κράτους επιβολής, της συνδυαζόμενης προς το βενιζελικόν στασιαστικόν κίνημα»241. Ο
Δραγούμης δεν
θα
συμμερισθεί
τους ενθουσιασμούς του
αντιβενιζελικού Τύπου για τη συμφωνία του Βασιλιά με τους πρεσβευτές της Entente στη Boulogne. Η Γαλλία, τονίζει, θα επιθυμούσε να λάβει ριζικώτερα μέτρα εναντίον της Ελλάδας (π.χ. έξωση του Βασιλιά), αλλά απέχει από τέτοιες ενέργειες, εξαιτίας της διαφωνίας της Αγγλίας και της Ρωσίας που δεν επιθυμούν δυναμική έξωση του Κωνσταντίνου και της Ιταλίας που δεν θέλει την επικράτηση της πολιτικής του Βενιζέλου, η οποία τείνει σε έξοδο της χώρας από την ουδετερότητα με ανταλλάγματα σε βάρος των υπεσχημένων προς την Ιταλία. Επειτα, σύμφωνα με τηλεγράφημα του πρακτορείου Ρώϋτερ, «Θεωρείται αδύνατος η αναγνώρισις δύο κυβερνήσεων εις τον αυτόν τόπον (in the same place). Ως εκ τούτου, οι Σύμμαχοι ήλθον εις σχέσεις με το υπουργείον Λάμπρου των Αθηνών, ταυτοχρόνως δε ήλθον εις σχέσεις μετά της προσωρινής κυβερνήσεως Βενιζέλου της Θεσσαλονίκης,
Όπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, οπ. παρ., σ. 1369. Όπ. παρ. σ. 1370.
272
της Κρήτης και των άλλων νήσων του Αιγαίου των κηρυχθεισών υπέρ του κινήματος»242. Το ανακοινωθέν αυτό δείχνει φανερά ότι η Entente
θα
αναγνωρίσει έστω και de Facto την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης. Ο Δραγούμης θα σχολιάσει τον λόγο του Αγγλου υφυπουργού Εξωτερικών στο Κοινοβούλιο αποδεικνύοντας την πρόθεση της Αγγλίας να εγκαταστήσει προτεκτοράτο στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα ο λόρδος Sesil θα δηλώσει ότι «παν ό,τι τείνει εις το να χωρίση την Ελλάδα εκ των Δυτικών Δυνάμεων θα φέρη αυτήν είς καταστροφήν και θα δημιουργήση σοβαράν κατάστασιν πραγμάτων,
ήτις θα έχη αντίκτυπον
επί πολύ μετά τον
πόλεμον.... Προ ημερών εις την συνδιάσκεψιν της Βουλώνης υπήρξεν απόλυτος συμφωνία μεταξύ της Αγγλικής και Γαλλικής Κυβερνήσεως επί της ακολουθητέας εν Ελλάδι πολιτικής, πάσα δε δήλωσις ότι η πολιτική μας επί του αντικειμένου τούτου διαφέρει της των συμμάχων είνε απολύτως αβάσιμος. Οσον αφορά την στάσιν μας απέναντι του κ. Βενιζέλου, θα περιορισθώ λέγων ότι πανταχού όπου ευρίσκομεν μέρος της πραγματικής Ελλάδος υπό την διεύθυνσιν του κ. Βενιζέλου ή της Προσωρινής αυτού Κυβερνήσεως, όπου η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού τον αναγνωρίζει ως αρχηγόν, θα τον αναγνωρίζομεν και ημείς ως τον πραγματικόν αρχηγόν της περιφερείας ταύτης»243.
Οι λόγοι αυτοί, κατά τον Δραγούμη,
αποδεικνύουν ότι η Αγγλία δε θα διστάσει να εγκαταστήσει προτεκτοράτο στην Ελλάδα, αν η ελληνική κυβέρνηση φανεί ότι ακολουθεί πολιτική που την απομακρύνει από τις Δυνάμεις της Entente. Η παθητική αντίσταση της Ελλάδας στις προσπάθειες κατάλυσης της κυριαρχίας της και τερματισμού της ουδετερότητας της από την Entente θα σημάνει την τελική «υποδούλωση» της από τον Βενιζέλο. Ο Βενιζέλος ήταν
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 41, 8 Οκτωβρίου 1916, σ. 1465. 243 Όπ. παρ. σ. 1466.
273
αρχηγός κόμματος που θέλησε να επιβάλει στο Κράτος να εξέλθει με κάθε τρόπο από την ουδετερότητα. Επρεπε, λοιπόν, να του δοθεί ένα τμήμα ελληνικού εδάφους για να δραστηριοποιηθεί. Ετσι, ενώ το κόμμα του Βενιζέλου ήταν πριν μόνο ένα τμήμα του ελληνικού λαού δίχως εξουσία που είχε εξέλθει από την ουδετερότητα, εξελίχθηκε τώρα σε ένα τμήμα της ελληνικής χώρας με εξουσία δική του, που βγήκε από την ουδετερότητα. Κι ενώ στην αρχή πολύ δειλά χωριζόταν από το άλλο κράτος, σιγά - σιγά το μετέτρεψε ο Βενιζέλος με τους Συμμάχους σε χωριστό ελληνικό κράτος ξενοκρατημένο και βγαλμένο από την ουδετερότητα. «Ωστε υπάρχουν τώρα δύο κράτη ελληνικά, το ένα ουδέτερον θυσιάζον τα πάντα, ως και την κυριαρχίαν του χάριν της ουδετερότητας (σχήμα οξύμωρον), και το άλλο εμπόλεμον θυσιάζον τα πάντα, ως και την εθνικήν υπόστασιν, χάριν του πολέμου υπέρ της Αγγλογαλλίας (σχήμα μικρόν ή κακόηθες). Και υπάρχουν τα δύο κράτη αυτά εκεί που προ ολίγου υπήρχε μόνον ένα κράτος ουδέτερον (όσον και αν ήταν παραβιασμένη η ουδετερότης του και ελαττωμένη η κυριαρχία του από τους εμπολέμους και των δύο συνδυασμών) με ένα πολιτικόν κόμμα βγαλμένο προ πολλού από την ουδετερότητα»244, συμπεραίνει ο Δραγούμης. Ο Δραγούμης εμμένει στην άποψη ότι τα σύνορα μεταξύ των δύο κρατών είναι προσωρινά, αφού οι Δυνάμεις θα επιδιώξουν με κάθε τρόπο την επέκταση της κυβέρνησης της Αμυνας σ' ολόκληρο το ελληνικό έδαφος. Αμεσος αντικειμενικός σκοπός του Βενιζέλου και των Συμμάχων του είναι η επέκταση της κατοχής με κάθε θυσία. Δε θα διστάσει, συνεπώς, να προτείνει την αντίταξη βίας στις επιταγές της Entente για αφοπλισμό. «Επομένως όχι μόνον εις την παράδοσιν των όπλων, αλλά και εις τας οποιασδήποτε νέας καταλήψεις ελληνικών εδαφών και νέας επεμβάσεις πρέπει να αντιταχθώμεν
" «Εξωτερική Επιθεώρησις», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 47, 19 Νοεμβρίου 1916, σ. 1562.
274
δια
της
βίας.
αναγκάζομεν
και
Υπερασπιζόμενοι τους δύο
αποφασιστικά
συνδυασμούς
των
την
κυριαρχίαν
εμπολέμων
να
μας μας
λογαριάζουν και τώρα και την ώραν της ειρήνης»245. ν. Η κορύφωση του Διγασυού (Noeußpioc 1916- AwpiAioc 1917) Ενώ η προσωρινή κυβέρνηση σταθεροποιούσε σταδιακά τη θέση της στη Μακεδονία και τα νησιά του Αιγαίου, στην Αθήνα οι Σύμμαχοι πίστεψαν προς στιγμή ότι θα μπορούσαν να έλθουν σε κάποια συμφωνία με τον Κωνσταντίνο. Στα μέσα Οκτωβρίου, ο Κωνσταντίνος φαινόταν διατεθειμένος να αποστρατεύσει μέρος των δυνάμεων του και να αποσύρει τις μονάδες που είχαν συγκεντρωθεί στη Θεσσαλία. Θα κρατούσε μόνο μια μεραρχία στη Θεσσαλία για λόγους εσωτερικής τάξης και πρόληψης
ενδεχόμενου
ξεσηκωμού των αγροτών εναντίον των γαιοκτημόνων μετά την απομάκρυνση του ελληνικού στρατού. Σε αντάλλαγμα ζήτησε την κατάπαυση συμμαχικών πιέσεων προωθούνταν
και την εγγύηση των
των
Συμμάχων ότι δεν θα
οι δυνάμεις της Εθνικής Αμυνας εναντίον της Παλαιάς
Ελλάδας. Μάλιστα ήλθε σε συμφωνία με τον Γάλλο απεσταλμένο Benazet, για απόσυρση των ελληνικών δυνάμεων από τη Θεσσαλία και παράδοση μεγάλων ποσοτήτων
στρατιωτικού και ναυτικού πολεμικού
υλικού με
αντάλλαγμα τον σεβασμό της ελληνικής ουδετερότητας από την Γαλλική κυβέρνηση και την παρεμπόδιση της εξάπλωσης του Κινήματος της Αμυνας σε περιοχές που ήλεγχε η κυβέρνηση των Αθηνών. Το
διαλλακτικό
Κωνσταντίνου
-
κλίμα,
Benazet
που δεν
ήταν
απόρροια
κράτησε πολύ.
των
συμφωνιών
Η αντίδραση
που
δημιουργήθηκε εναντίον του αφοπλισμού από παράγοντες του κύκλου του «Εξωτερική Επιθεώρησις», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 47, 19 Νοεμβρίου 1916, σ. 1563.
275
Κωνσταντίνου και οι πιέσεις από τους στρατιωτικούς της Αθήνας, έπεισαν τον Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει τις συμφωνίες με τον Benazet. Η κατάληψη της Κατερίνης από τους Αμυνίτες με τη συγκατάθεση του Sarrail, τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου θεωρήθηκε ως το πρώτο βήμα για τη βίαιη κατάληψη περιοχών που ελέγχονταν από τον Κωνσταντίνο. Ως τα μέσα Νοεμβρίου, είχε αναπτυχθεί υπό την αιγίδα των Μεταξά και Δούσμανη μια κίνηση μεταξύ των κατωτέρων αξιωματικών που ήταν αποφασισμένοι να αντισταθούν στον αφοπλισμό και την παράδοση πολεμικού υλικού. Στις 3/16 Νοεμβρίου ο ναύαρχος Fournet επέδωσε στην ελληνική κυβέρνηση διακοίνωση βασισμένη στη συμφωνία Κωνσταντίνου - Benazet, που απαιτούσε την παράδοση μεγάλης ποσότητας πολεμικού υλικού 246 . Ο Κωνσταντίνος και η κυβέρνηση του Σπυρ. Λάμπρου απέρριψαν τις αιτήσεις του ναυάρχου για λόγους εσωτερικούς και εξωτερικούς. Η παράδοση πολεμικού υλικού θα μπορούσε να ήταν δυνατό να οδηγήσει σε πόλεμο με τη Γερμανία. Εξάλλου, οι ανένδοτοι μέσα στο στρατό ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν παρά να αφοπλισθούν. Με τη βεβαιότητα ότι οι Ελληνες τελικά δεν θα αντιστέκονταν και θα υπέκυπταν σε μια επίδειξη δύναμης συμμαχική
μονάδα 3000 ανδρών
αποβιβάστηκε στο Φάληρο και τον Πειραιά με διαταγή να καταλάβει ορισμένες στρατηγικές θέσεις και στην περιοχή των Αθηνών. Τα Συμμαχικά αγήματα προχώρησαν προς τις θέσεις αυτές και για ένα διάστημα και οι δύο πλευρές απέφυγαν τη σύγκρουση, αλλά προς το μεσημέρι ξέσπασε η μάχη. Η συμμαχική ναυτική μοίρα στο Φάληρο βομβάρδισε τμήματα της πόλεως, κυρίως γύρω στο Στάδιο και κοντά στο Παλάτι. Τελικά επήλθε συμβιβασμός αργά το απόγευμα και ο Κωνσταντίνος συμφώνησε να παραδώσει μέρος του πολεμικού υλικού που είχε ζητηθεί αρχικά. Αποτέλεσμα της μάχης ήταν 194
Για το παρασκήνιο των όρων του Fournet, βλ. Α.Υ.Ε. ΦΑ/4/Χ 1916.
276
νεκροί και τραυματίες Σύμμαχοι και 82 Ελληνες, χωρίς να υπολογίζονται τα θύματα του άμαχου πληθυσμού. Μετά την απομάκρυνση των συμμαχικών δυνάμεων
ξέσπασε
κύμα
τρομοκρατίας στην
πόλη
με στόχο
τους
Βενιζελικούς από ομάδες Επιστράτων247. Μετά τα γεγονότα αυτά, η κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης ανέπτυξε μια έντονη διπλωματική
δραστηριότητα γύρω από το θέμα της επίσημης
αναγνώρισης της. Η γαλλική κυβέρνηση πρότεινε την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου και την επίσημη αναγνώριση της προσωρινής κυβέρνησης, ενώ το γενικό επιτελείο επιθυμούσε δυναμική επέμβαση στη νότια Ελλάδα. Οι Αγγλοι φρονούσαν ότι μια πρόωρη αναγνώριση του κινήματος της Αμυνας θα προκαλούσε τη σφαγή των βενιζελικών στην πρωτεύουσα. Η ρωσική κυβέρνηση δήλωσε ότι η εκθρόνιση του Κωνσταντίνου δεν θα γινόταν ευνοϊκά δεκτή από τους συντηρητικούς κύκλους της αυτοκρατορίας . Η πρόταση για αναγνώριση του Βενιζέλου προκάλεσε την έντονη αντίδραση της κυβέρνησης της Ρώμης248. Αμέσως μετά τα «Νοεμβριανά» οι Δυνάμεις της Entente αναγνώρισαν την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης (25 Νοεμβρίου) επιβάλλοντας ναυτικό αποκλεισμό του «κράτους των Αθηνών», ενώ στις 18 Δεκεμβρίου νέα διακοίνωση της Entente απαίτησε όχι μόνο να συγκεντρωθεί ο στρατός του Κωνσταντίνου
στην
Πελοπόννησο
συγκέντρωση Επιστράτων
αλλά
και
να
απαγορευθεί κάθε
βόρεια του Ισθμού. Παράλληλα, κύκλοι της
Γαλλικής Κυβέρνησης επέκριναν τον Briand για αδικαιολόγητη μετριοπάθεια απέναντι στην Ελλάδα θεωρώντας ότι οι κινήσεις καλής θέλησης της βασιλικής
κυβέρνησης
δεν αντανακλούν
ουσιαστική
μεταστροφή των
Για τον ρόλο των Επιστράτων, βλ. Γ. Μαυρογορδάτος, Εθνικός Διχασμός και Μαζική Οργάνωση Ι.Οι Επίστρατοι του 1916, Εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1996. 248 Γ. Μουρέλος, όπ. παρ. σ. 159.
277
διαθέσεων του «Κράτους των Αθηνών» απέναντι στην Entente, αλλά προήλθαν από την πίεση των γεγονότων249. Πρώτη συνέπεια των Νοεμβριανών υπήρξε ο ειρηνικός αποκλεισμός της,
ο
οποίος
θα
εκτεινόταν
σ'
όλες
τις
ακτές
της
χώρας,
συμπεριλαμβανομένων των νήσων Ευβοίας, Λευκάδας και Ζακύνθου. Η κυβέρνηση επέδιδε έγγραφο διαμαρτυρίας στις ουδέτερες χώρες, καθώς και στις τέσσερις Δυνάμεις της Entente, με το οποίο ζητούσε τη σύσταση μικτής ανακριτικής επιτροπής για την εξέταση των γεγονότων. Επίσης, η Κυβέρνηση προθυμοποιήθηκε να αποσύρει τα ελληνικά στρατεύματα από τη Θεσσαλία στη Βοιωτία και δέχτηκε τη στάθμευση ενός συμμαχικού αντιτορπιλλικού στην
Κόρινθο και τη Χαλκίδα για τον έλεγχο των '
σιδηροδρομικών
250
γραμμών Κατά
τον
Δραγούμη,
κακώς
έγιναν
οι παραχωρήσεις
αυτές.
«Οπωσδήποτε δια να εξευμενίσωμεν τας Δυνάμεις και να άρωμεν την δυσπιστίαν των, παρεχωρήσαμεν εις αυτάς κατά δόσεις το μεγαλύτερον μέρος της κυριαρχίας μας. Κακώς επράξαμεν , αλλά το εκάμαμεν φοβούμενοι την βίαν και την δύναμιν των και μη θέλοντες συνάμα να φθάσωμεν εις ρήξιν με
Δυνάμεις
προς
τας οποίας
είχαμεν
πατροπαράδοτους
σχέσεις
251
ευγνωμοσύνης και φιλίας» . Σήμερα, όμως, η κατάσταση είναι διαφορετική. Η Entente έχει καταλύσει την κυριαρχία της Ελλάδας, επιχειρεί να ανεβάσει πραξικοπηματικά
τον
προτεκτοράτο στην
Βενιζέλο
στην
εξουσία
και
να εγκαταστήσει
Ελλάδα. Οφείλει, κατά συνέπεια,
η Ελλάδα να
αναθεωρήσει τη στάση της 252 . 24y
Α.Υ.Ε. Α/4/Χ (14) 1917, Μεταξάς προς Ε. Ζαλοκώσταν 13/26 Ιανουαρίου 1917, Αρ. 540. Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φακ. 35, Υποφακ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Εττιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 49, 3 Δεκεμβρίου 1916, σ. 1621-1622. 251 οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 50, 10 Δεκεμβρίου 1916, σ. 1654. 252 Όπ. παρ. σ. 1655. 250
278
Κατά τον Δραγούμη, η Entente έχει κακό σύμβουλο, τον Βενιζέλο, ο οποίος εισηγείται στα επιτελεία των Δυνάμεων πρωτοβουλίες που τελικώς θα βλάψουν τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα τους, κυρίως της Αγγλίας και της Γαλλίας, ενώ αξιοσημείωτη κρίνεται η διαφοροποίηση της Ρωσίας και της Ιταλίας στο ζήτημα της άμεσης αναγνώρισης του Βενιζέλου253. Στις
ανέκδοτες καταγραφές στο
προσωπικό
του
Ημερολόγιο
διακρίνουμε τον προβληματισμό του για το μέλλον των σχέσεων Ελλάδας και Entente, αλλά και τη δυσπιστία του για τον πραγματικό ρόλο του Βενιζέλου. «Οσο αποτυχαίνει το κίνημα του Βενιζέλου ως στρατολογικό, τόσο θα ανακατώσει ο Βενιζέλος, περισσότερο το αντιδυναστικό στοιχείο για να διευρύνει τη στρατολογία του. Ο Βενιζέλος από αρχηγός ενός κόμματος που ήθελε έξοδο από την επικεφαλής
ενός
ουδετερότητα κι έμεινε στην αντιπολίτευση, έγινε
ξεχωριστού
ελληνικού
κράτους
εμπόλεμου
και
254
ξενοκρατούμενου» . Ο Δραγούμης θεωρεί ακατανόητη την μετριοπαθή πολιτική του βασιλιά που αποδέχτηκε να μετασταθμεύσει ο στρατός από τη Θεσσαλία στη Βοιωτία και παραχώρησε στους Συμμάχους το δικαίωμα να στείλουν από έναν αξιωματικό με αντιτορπιλλικό στην Κόρινθο και τη Χαλκίδα για να ελέγχουν τις κινήσεις των σιδηροδρόμων255. «Ο Βενιζέλος και οι Αγγλογάλλοι κάνουν
μαζί
επιχειρήσεις
στην
Ανατολή.
Πρώτα
προσπάθησαν
να
ξαναφτιάξουν μαζί τη Βαλκανική Ομοσπονδία ή μάλλον τον συνασπισμό του 1912. Επειτα κύταξαν να παρασύρουν τη Βουλγαρία. Υστερα τη Ρουμανία. Την Ελλάδα την είχαν στην τσέπη του κ. Βενιζέλου. Ετσι μοιράστηκε η Ελλάδα στα δύο. Μα πρέπει όμως να εκδιωχθεί και ο Βασιλιάς. Οι Γάλλοι
οπ. παρ. καν Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 51, ΠΔεκεμβρίου 1916, σ. 1686-1687. 254 Τετράδια Ημερολογίου, 11 Νοεμβρίου 1916, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 255 Όπ. παρ. 29 Νοεμβρίου 1916.
279
θέλουν το Γεώργιο που έχει Γαλλίδα γυναίκα. Πρέπει να εκδιώξουν τον Κων/νο πριν προλάβουν να τον σώσουν οι Γερμανοί»256, θα σημειώσει στο Ημερολόγιο του. Διερευνώντας τα μελλοντικά σχέδια της Ρωσίας και της Αγγλίας θα γράψει στο Ημερολόγιο του: «Ο Τσάρος της Ρωσίας επιμένει στην άρση του αποκλεισμού της Ελλάδας»257. Για τη στάση των Αγγλων διαφωτιστική είναι η μαρτυρία του Teigny που παραθέτει ο Δραγούμης. «Ο Teigny έλεγε, πριν πάρουν οι Αγγλογάλλοι τις Κυκλάδες, πως θα γίνονταν τρία ελληνικά κράτη, ένα η Επτάνησος με ξενική κατοχή, χωρίς Βενιζελική διοίκηση, άλλο η Ελλάδα με την Ηπειρο και τρίτο η Μακεδονία με τα Νησιά. Ετσι κι έγινε»258, ενώ εκφράζει τον φόβο ότι οι Αγγλοι θα προσπαθήσουν να επιβάλουν τον Βενιζέλο στην Ελλάδα με το δέλεαρ όχι μόνο της ενοποίησης των δύο ελληνικών κρατών αλλά και της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα259. Στο Ημερολόγιο του ο Δραγούμης παραθέτει κάποιες ανεπίσημες συνομιλίες που είχε με την κα. Kenneth Brown και με κάποιον υψηλόβαθμο Αγγλο, τον οποίο δεν κατονομάζει, που δείχνουν την οπτική των Αγγλων για τους Ελληνες. Κατά τον υψηλόβαθμο Αγγλο αξιωματούχο, η Αγγλία δεν υπολήπτεται την Ελλάδα γιατί διέπραξε τρεις ατιμίες: «1) ενώ αρνήθηκε δύο φορές επί Βενιζέλου να πολεμήσει με το λόγο όχι πως δεν υπήρχε συνθήκη συμμαχίας με τη Σερβία, αλλ' ότι εσύμφερε καλύτερα και στη Σερβία και την Ελλάδα να μείνει η τελευταία ουδέτερη κι ενώ η Ελλάδα αναλάμβανε υποχρέωση να βοηθήσει τη Σερβία, αν τη χτυπούσε η Βουλγαρία, όταν ήρθε η στιγμή αυτή, αρνήθηκε την υποχρέωση αυτή, ερμηνεύοντας, όπως ήθελε, τη Συνθήκη. 2) ειδοποίησε προκαταβολικά τη Βουλγαρία ότι, αν χτυπούσε τη Σερβία, η Ελλάδα δε θα πρόσβαλε τη Βουλγαρία και 3) ότι στο 256 257 258 259
Όπ. παρ. 18 Δεκεμβρίου 1916. Όπ. παρ. 5 Φεβρουαρίου 1917. Όπ. παρ. 1 Ιανουαρίου 1917. Όπ. παρ. 27 Φεβρουαρίου 1917.
280
μεταξύ έπαιρνε δάνεια από την Entente για να βαστά την επιστράτευση, ενώ δεν είχε κανένα σκοπό να πολεμήσει με την Entente
ενάντια στη
260
Βουλγαρία» . Σε μια άλλη καταγραφή, βρίσκουμε συνομιλία του Δραγούμη με την Kenneth Brown, στην οποία η τελευταία ισχυρίζεται ότι ο Βενιζέλος εμφανίζεται αδιάλλακτος στην επιδίωξη του για έκπτωση του Βασιλιά, ότι ο Ρέπουλης επιμένει να μη χυθεί αίμα αδελφικό, αλλά να πάει ο στρατός της Αμυνας
να πολεμήσει
τους Βούλγαρους, ενώ πολλοί
Αμυνίτες
τον
261
συμβούλευαν να επιτεθεί αμέσως στη Νότια Ελλάδα . «Η χώρα διατελεί υπό
ιεράν εξέτασιν» θα γράψει στην «Πολιτική
Επιθεώρηση». Η στάση των Συμμάχων της Entente και προ πάντων των δύο δυτικών απέναντι στην Ελλάδα είναι καθαρά εχθρική. Καταλαμβάνουν εδάφη ελληνικά ή επεκτείνουν την κατοχή τους, όπως οι Ιταλοί στην Ηπειρο, οι Ρώσοι στον Αθω, οι Αγγλογάλλοι στα Νησιά, χωρίς κανένα λόγο στρατιωτικό που θα μπορούσε να θεωρηθεί τουλάχιστον ως πρόσχημα, αν και δε θα δικαιολογούσε διόλου την πράξη τους. Κακομεταχειρίζονται τους Ελληνες
όλους, όσοι
δεν
είναι
βενιζελικοί. Τους
βενιζελικούς τους
δωροδοκούν και τους κατατάσσουν στη μυστική τους αστυνομία για να προδίδουν το κράτος. Κάνουν επίσχεση, επίταξη, αγγάρευση των ελληνικών εμπορικών πλοίων, όχι μόνο σε λιμάνια δικά τους, αλλά και σε λιμάνια ελληνικά και μάλιστα ελληνικά που δεν κατέχονται ούτε από επαναστάτες του Βενιζέλου ούτε από στρατιωτικές δυνάμεις της Entente, και ονομάζουν την αυθαίρετη πράξη τους ναύλωση262.
' Πολιτικό Ημερολόγιο 1917. 25 Απριλίου , Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 261 Όπ. παρ. 262 Αρχ. Ι. Δραγούμη, Σειρά Α', φακ. 35, Υποφακ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Β', Αριθ. 58, 4 Φεβρουαρίου 1916, σ. 161.
281
Πώς θα πρέπει όμως να αντιδράσει η Ελλάδα; «Η φυσική θέσις ενός ατόμου ή ενός κράτους που δεν σέβονται την οντότητα του οι άλλοι, είναι η άμυνα
Αν όμως αμυνόμεθα, όπως αμυνόμεθα, χωρίς να έχωμεν τίποτε εις
τον νουν, κανέναν σχέδιον, καμίαν πρόβλεψιν, τότε πηγαίνομεν ασφαλώς εις καταστροφήν του <Κράτους των Αθηνών> και εις επικράτησιν του <Κράτους των Νήσων>263, θα τονίσει ο Δραγούμης και θα συνεχίσει: «Η Ελλάδα δε θέλει τον πόλεμο εναντίον κανενός, ούτε εναντίον της Συννενόησης, αν αναγκασθούμε όμως να πολεμήσουμε κατά της Entente θα το κάνουμε όχι διότι συμμαχήσαμε με τους εχθρούς της, αλλά διότι ως κράτος ανεξάρτητο και κυρίαρχο έχουμε το δικαίωμα να υπερασπίσουμε την κυριαρχία και ανεξαρτησία
μας και απέναντι της»264,
θα τονίσει
ο Δραγούμης,
επικαλούμενος τη στάση του Βελγίου. Είναι προτιμότερο να κυριευθεί η Ελλάδα, όπως το Βέλγιο, αγωνιζόμενη για την κυριαρχία της, γιατί θα έχει αποδείξει ότι θέλει να ζήσει ως ελεύθερο κράτος και την ώρα της ειρήνης θα αποκατασταθεί ασφαλής εις το ακέραιον. Διότι, κι αν ακόμη μπορεί να θέλουν να προκαλέσουν την ρήξη οι Αγγλογάλλοι, για να κατέχουν την Ελλάδα δικαίω πολέμου ως αντιστάθμισμα, δεν είναι δυνατόν να αποφασίσουν μόνοι τους για την τύχη των εθνών, όταν έλθει η ώρα της ειρήνης. Με τη στάση της η Ελλάδα, χωρίς να έχει συμμαχήσει με τη Γερμανία, θα την έχει ωφελήσει, όπως την ωφέλησε και έως τώρα με την ουδετερότητα της. Επομένως θα δικαιούται να ζητήση και να λάβη τη συναντίληψίν της. «Η πραγματική και σταθερά αμυντική στάση της Ελλάδος θα έμπνευση και εις την Αγγλίαν σεβασμόν, αλλά και εις την Γερμανίαν διάθεσιν να βοηθήση, Θα εξύψωση δε συγχρόνως και εις τα
οπ. παρ. και Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αριθ. 54, 7 Ιανουαρίου 1917, σ. 34. 264 j ~
υπ. παρ.
282
όμματα των ουδετέρων ένα κράτος, που δείχνει ότι επάνω απ' όλα αγαπά την ελευθερίαν του» 265 . Στο μεταξύ, μετά τη μάχη των Αθηνών του Νοεμβρίου 1916, μεταβλήθηκαν τα σχέδια και οι προσανατολισμοί των πολιτικών ιθυνόντων της Entente σχετικά με την όλη εξέλιξη του ελληνικού εσωτερικού ζητήματος, των ενεργειών δηλαδή του βασιλιά που εμπόδιζαν την έξοδο της χώρας από την ουδετερότητα. Ετσι, ενώ ως το
Νοέμβριο
του
1916 ο
Βενιζέλος
διαβεβαίωνε την Αγγλία και τη Γαλλία για την άσκηση της πολιτικής του, «εντός του πλαισίου της βασιλευούσης δυναστείας» μερικές μέρες αργότερα με διάγγελμα του προς τον ελληνικό λαό, διεκήρυσσε την έκπτωση του βασιλιά Κωνσταντίνου από τον θρόνο, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα πως η έκπτωση αφορούσε προσωπικά τον Κωνσταντίνο κι όχι τη δυναστεία266. « Λίγες μέρες προηγουμένως ο Briand είχε προλειάνει παρασκηνιακά το έδαφος για την απομάκρυνση
του Ελληνα μονάρχη από τον θρόνο,
προσκαλώντας και τα υπόλοιπα μέλη του συνασπισμού της Entente
να
συνδράμουν την απόφαση του 267 . Οι ίδιες Δυνάμεις που είχαν επιβάλει, αγνοώντας τη θέληση του ελληνικού λαού τον θεσμό της βασιλείας αποφάσιζαν τώρα - που για πρώτη φορά το Στέμμα δεν ήταν υποχείριο τους - την προσωρινή απομάκρυνση του Βασιλιά. Η προσωρινή κυβέρνηση ακολουθούσε βήμα προς βήμα τις ξενικές αυτές επιλογές χωρίς να θίγεται από το γεγονός ότι οι αποφάσεις για τα εσωτερικά ζητήματα της χώρας λαμβάνονταν από φορείς ξένους προς τον ελληνικό λαό. Ωστόσο, το πολίτευμα δεν θα έπρεπε να αλλάξει μορφή. Μάλιστα, όταν στην Κρήτη και τη Μυτιλήνη, μετά τα Νοεμβριανά, οι αξιωματικοί και οι οπλίτες αφαίρεσαν τα βασιλικά στέμματα από τα πηλίκιά
Όπ. παρ. σ. 34-35. Γ. Βεντήρης, όπ. παρ. τ. 2, σ. 288-289. Γ, Ασπρέας, όπ. παρ. τ. 2, σ. 459 κ. εξ. Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 356.
283
τους, ο Βενιζέλος διέταξε να ξαναρραφούν, αφού δεν καταργήθηκε ο θεσμός 268
της βασιλείας . Οι
αξιωματικοί,
ττου
είχαν
προσχωρήσει
στο Κίνημα της
Θεσσαλονίκης, προσέδωσαν στο κίνημα της Αμυνας δημοκρατικό χαρακτήρα που προσέκρουσε
269
στην αντίδραση του Βενιζέλου ,
ο οποίος δεν
αντιδρούσε στο θεσμό της μοναρχίας. Ο Βενιζέλος, βλέποντας ότι ο Κωνσταντίνος παρέμενε ανυποχώρητος στις θέσεις του, θα αναθεωρήσει τη θέση του για τη μοναρχία και θα δεχθεί κατάλυση της δυναστείας, υποστηρίζοντας
παράλληλα
τη
διατήρηση
του
πολιτεύματος
της
συνταγματικής μοναρχίας με άλλη δυναστεία από το βασιλικό Οίκο της Αγγλίας. «Αλλ' εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, τότε δεν νομίζω ότι υπολείπεται άλλη λύση παρά η Δημοκρατία, δια την οποίαν θεωρώ ώριμον τον Ελληνικόν Λαόν και την οποίαν εκ διεθνών μόνον λόγων απέστεργα εφ' όσον πάσαι αι Μεγάλαι Δυνάμεις, πλην μιας, είχον μοναρχικήν μορφήν πολιτεύματος2»0. Ομως ο Βενιζέλος προσπάθησε να εναποθέσει το πολιτειακό ζήτημα στα χέρια των Δυνάμεων. Θα παραγγείλλει στον Ρωμάνο: «παρακαλώ να φροντίσετε να μάθετε τι σκέπτεται η σημερινή γαλλική κυβέρνησις επί του ζητήματος τούτου και να προσπαθήσετε να πείσετε αυτάς ότι συμφέρον αυτών και των Δυτικών Δυνάμεων είναι να συντελέσουν όπως το εσωτερικόν Ελληνικόν ζήτημα λυθή όσο το δυνατόν ταχύτερα και επομένως ότι αναμένομεν όχι μόνον να μη παρεμβάλλουν προσκόμματα κατά της περαιτέρω επεκτάσεως του κινήματος μας, αλλά παντί τρόπω να ευνοήσουν αυτό» 271 . Επίσημα ο Βενιζέλος δεν λάμβανε θέση για το πολιτειακό. Σε μια
Γνώμαι Ελ. Βενιζέλου σ. 21. " Θ. Βερέμης, Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική (1916-1936), σ.57 και Γ. Βεντήρης, όπ. παρ. τ. 2, σ. 328, Αθήνα 1977. 270 Α.Υ.Ε. Αρχείο προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης, Φ A/VI 1917, Πολίτης προς Ρωμάνο 9/22 Απριλίου 1917. 271 j ~
υπ. παρ.
284
παλιότερη συνέντευξη του προς την εφημερίδα «New York Globe», είχε δηλώσει πως το κίνημα του αγωνιζόταν για την επανεγκαθίδρυση στην Ελλάδα ενός φιλελεύθερου, αλλά όχι και αβασίλευτου καθεστώτος272. Την άνοιξη, όμως, του 1917, μια σειρά γεγονότων δημιούργησε τελικά τις προϋποθέσεις για τον τερματισμό του παρατεταμένου αδιεξόδου στο ελληνικό ζήτημα. Συγκεκριμένα, τρία γεγονότα ενθάρρυναν όσους επιδίωκαν ριζική λύση διαμέσου της εκθρόνισης του Κωνσταντίνου: πρώτον, η Ρωσική Επανάσταση, η οποία στέρησε από τον βασιλιά την υποστήριξη του τσάρου, δεύτερον, τον Μάρτιο του 1917, η πτώση του Γάλλου πρωθυπουργού Briand που ακολουθούσε μετριοπαθή πολιτική και τέλος, η είσοδος των Η.Π.Α. στον πόλεμο, αφού, μολονότι η Ουάσιγκτον δεν είχε αναμειχθεί μέχρι τότε στο ελληνικό ζήτημα, οι Σύμμαχοι υπολόγιζαν την άποψη των Αμερικανών αναφορικά με τα δικαιώματα των ουδέτερων χωρών. Αμεσότερες ακόμη επιπτώσεις είχε το γεγονός ότι, την άνοιξη του 1917, οι πολιτικές και στρατιωτικές ανάγκες των Συμμάχων επέβαλλαν να στρατευτεί η Ελλάδα ενωμένη στο πλευρό τους, πράγμα απίθανο όσο παρέμενε στον θρόνο ο Κωνσταντίνος. Από τα μέσα Ιανουαρίου του 1917, οι Σύμμαχοι είχαν ανακόψει την επέκταση του βενιζελικού κινήματος, θέλοντας να αποφύγουν ανοιχτή ρήξη με την Αθήνα και ελπίζοντας σε συμφιλίωση με τον Κωνσταντίνο. Τον Μάρτιο ο Βενιζέλος άσκησε εκ νέου πίεση, επειδή πίστευε ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση όφειλε να προβεί σε κάποια επίδειξη ισχύος. Η Προσωρινή Κυβέρνηση εμφάνιζε αδυναμία να επιστρατεύσει υπολογίσιμες δυνάμεις γεννώντας ερωτηματικά για την πραγματική της συμβολή στον συμμαχικό αγώνα. Εύστοχα σημείωνε ο Αλέξανδρος Διομήδης, ειδικός απεσταλμένος της Προσωρινής Κυβέρνησης στις δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες, σε ' Β. Παπακοσμάς, «Ο Βενιζέλος και το ζήτημα του Αβασίλευτου πολιτεύματος (1916-1920)», στα: Μελετήματα,,,, όπ. παρ. σ. 490.
Δημοκρατικού
285
επιστολή του προς τον Βενιζέλο κατά τα τέλη Ιανουαρίου του 1917: «Το γόητρον του ονόματος υμών είναι εδώ μέγιστον. Εκπροσωπεί μίαν ιδέαν, ατυχώς δε και μίαν γαλλικήν αποτυχίαν»273. Ο Βενιζέλος θεωρούσε επιτακτική την ανάγκη εδαφικής επέκτασης του κινήματος του για τη συγκρότηση μεγάλης στρατιωτικής δύναμης. Γνώριζε ότι η Γαλλία και η Αγγλία δεν θα αντιδρούσαν στην επέκταση του ελέγχου της Προσωρινής Κυβέρνησης σε νέες περιοχές, δεν μπορούσαν όμως και να παραβιάσουν απροκάλυπτα τους όρους τους τελεσιγράφου που είχαν στείλει στις αρχές Ιανουαρίου 1917 στην Αθήνα. Τότε αξίωναν την απόσυρση όλων των ελληνικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο και την εγκατάσταση συμμαχικού ελέγχου στην Πάτρα και τον Ισθμό για την επίβλεψη όλων των στρατιωτικών κινήσεων
με αντάλλαγμα την αποτροπή
Αμυνιτών σε περιοχές που
επέκτασης των
ελέγχονταν από τους βασιλόφρονες. Το
τελεσίγραφο αυτό ακολούθησε τον αυστηρό αποκλεισμό που επέβαλαν οι Δυνάμεις στην Παλαιά Ελλάδα στις 25 Νοεμβρίου/8 Δεκεμβρίου 191 δ2.7,4. Παρά τη σοβαρότητα της κατάστασης, ο Κωνσταντίνος ακολούθησε καταστροφική πολιτική. Ο αργός ρυθμός της απόσυρσης του στρατιωτικού υλικού και των δυνάμεων από τον βορρά, η ενθάρρυνση αντισυμμαχικών εκδηλώσεων, το ανάθεμα κατά του Βενιζέλου από τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο τα Χριστούγεννα του 1916 και κυρίως η προώθηση αντάρτικων ομάδων με την υποστήριξη των Γερμανών για την αποτροπή της εξάπλωσης της
εξουσίας της
Προσωρινής
Κυβέρνησης
όξυναν
περαιτέρω
την
κατάσταση. Ενώ είχε αρχίσει η οργάνωση των ομάδων, ο Κωνσταντίνος και οι σύμβουλοι του σκέφθηκαν προς στιγμή την πιθανότητα επίθεσης από τα νώτα εναντίον του Sarrail σε συνδυασμό με ταυτόχρονη γερμανοβουλγαρική επίθεση από τον βορρά. Το Γερμανικό Επιτελείο δεν υλοποίησε αυτόν τον
Διομήδης προς Βενιζέλο, 13/26 Ιανουαρίου 1917, Αρχείο Ελ. Βενιζέλου, φακ. 313. Γ.Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον Α ' Παγκόσμιο πόλεμο, οπ.παρ., σ.28.
286
σχεδιασμό με αποτέλεσμα όλες οι προσπάθειες να συγκεντρωθούν στην οργάνωση αντάρτικων ομάδων στην Ηπειρο και τη Θεσσαλία. Έτσι μέχρι την άνοιξη η τεταμένη κατάσταση ελάχιστα βελτιώθηκε μετά την αποδοχή και των νέων απαιτήσεων των Συμμάχων τον Ιανουάριο του 1917, παρόλο που η χώρα βρισκόταν πια στο τέλος των Συμμάχων^5. δ. Η έξωση του Κωνσταντίνου (Απρίλιος - Ιούνιος 1917). Η Ρωσική Επανάσταση ενθάρρυνε τα σχέδια του Βενιζέλου για μια ευνοϊκή λύση της εσωτερικής κρίσης και διευκόλυνε την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου, για την οποία ο Βενιζέλος πίεζε τους Συμμάχους, όπως και την πιθανή έξωση της δυναστείας. Το ζήτημα της δυναστείας πάντα έπαιζε ανασταλτικό ρόλο στον χειρισμό της εσωτερικής κρίσης από μέρους του Βενιζέλου. Επειδή οι δυναστικές σχέσεις είχαν διαδραματίσει στο παρελθόν σοβαρό ρόλο στην εξωτερική πολιτική, ο Βενιζέλος ήταν αναγκασμένος να λαμβάνει υπόψη του τις ευαισθησίες του βρετανικού και του ρωσικού βασιλικού οίκου, καθώς και του συντηρητικού κατεστημένου των δύο αυτών χωρών. Η πτώση της δυναστείας των Ρωμανώφ και η ενίσχυση των δημοκρατικών
δυνάμεων
στην
Ευρώπη τον ενθάρρυναν να ασκήσει
εντονότερη πίεση για την εκθρόνιση του βασιλιά και να σκεφθεί ακόμα το ενδεχόμενο αβασίλευτης δημοκρατίας. Η επιστολή του Βενιζέλου προς τον πρεσβευτή της Ελλάδας στο Παρίσι Αθω Ρωμάνο με ημερομηνία 22 Απριλίου 1917 αποκαλύπτει καθαρά τη θέση του πάνω στο ζήτημα της δυναστείας: «.... Καίτοι δε η εν Ρωσία επανάστασις με κάμνει ν' αποκρούω ολιγώτερον παρά πριν την ιδέαν της δημοκρατίας και φρονώ μάλιστα ότι αν η Ρωσία αποδεχθή το δημοκρατικόν πολίτευμα ουδέν θα παρουσιάζει δι' ημάς
Οπ.παρ. ,σ.29.
287
κίνδυνον
η αποδοχή
της δημοκρατικής
μορφής του πολιτεύματος,
εξακολουθώ ουχ ήττον φρονών, ότι αρίστη διά τα συμφέροντα ημών λύσις θα ήτο η διατήρησις του σημερινού πολιτεύματος με βασιλέα λαμβανόμενον εκ του βασιλικού οίκου της Αγγλίας. Αλλ' εάν τούτο δεν είνε δυνατόν, τότε δεν νομίζω ότι υπολείπεται άλλη λύσις παρά η δημοκρατία, δια την οποίαν θεωρώ ώριμον τον ελληνικόν λαόν και την οποίαν εκ διεθνών μόνον λόγων απέστεργα, εφ' όσον πάσαι αι Μεγάλαι Δυνάμεις πλην μιας είχον μοναρχικήν μορφήν πολιτεύματος, αλλ' ήτις μετά τον πνέοντα σήμερον δημοκρατικόν άνεμον ουδεμίαν εκ διεθνών λόγων ουσιώδη αντένδειξιν παρουσιάζει...»276. Η επιστολή αυτή δείχνει την αδικαιολόγητα μεγάλη σημασία που απέδιδε ο Βενιζέλος στις δυναστικές σχέσεις, όσον αφορά στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Το πρώτο αποφασιστικό βήμα για την τελική λύση του ελληνικού προβλήματος έγινε στη συνδιάσκεψη στο Saint Jean de Maurienne στις 6/19 Απριλίου. Κύρια μέριμνα των κυβερνήσεων Αγγλίας και Γαλλίας ήταν να εξασφαλιστεί από μέρους της Ιταλίας η αναγνώριση των προηγούμενων αγγλογαλλικών συμφωνιών, που καθόριζαν τις σφαίρες επιρροής των Δυνάμεων
στην Εγγύς Ανατολή. Σε αντάλλαγμα οι Δυτικοί
Σύμμαχοι
συμφώνησαν να δοθεί στην Ιταλία αρκετά μεγάλη σφαίρα επιρροής στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία, συμπεριλαμβανομένης και της Σμύρνης277. Στη Διάσκεψη
την πρωτοβουλία
για συζήτηση
του ελληνικού
ζητήματος ανέλαβε ο Ribot, ο οποίος επέμενε ότι οι Σύμμαχοι θα έπρεπε, αφενός να θεωρήσουν πως απαλλάσσονται από κάθε προγενέστερη δέσμευση και αφετέρου να παραχωρήσουν στους Γάλλους ελευθερία δράσης προς εκθρόνιση του Ελληνα βασιλιά, άμεση κατάληψη της Θεσσαλίας και
Α.Υ.Ε.., Αρχείο Προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης A/VII/1917, Βενιζέλος προς Ρωμάνο 22 Απριλίου 1917, σ. 2311. 277 C. Seton -Watson, Italy from Liberalism to Fascism, 1870-1925, London 1967, σ.464.
288
κατάσχεση
της γεωργικής παραγωγής,
ώστε να
εξοικονομηθούν οι
απαραίτητες προμήθειες για τα στρατεύματα της Θεσσαλονίκης. Ο Lloyd George και ο Sonnino συμφώνησαν στην απομάκρυνση του Κωνσταντίνου μόνο στην περίπτωση διωγμών των βενιζελικών στην Αθήνα και με την προϋπόθεση μεταβίβασης του θρόνου σ' έναν από τους βασιλόπαιδες και αποφυγής
κάθε πρόκλησης
από
την
πλευρά
των
Συμμάχων και
βομβαρδισμού της Αθήνας. Η απόφαση για το θέμα της Θεσσαλίας αναβλήθηκε ως την εαρινή επίθεση του Sarrail, με την προοπτική να εξεταστεί στην αγγλογαλλική διάσκεψη των Παρισίων278. Στη διάσκεψη αυτή οι Γάλλοι επέμεναν σε δυναμικές λύσεις, ενώ το βρετανικό Γενικό Επιτελείο επιθυμούσε να μειώσει τις συμμαχικές δυνάμεις στα επίπεδα του 1915 και να περιορίσει τον ρόλο τους στη φρούρηση της περιχαρακωμένης Θεσσαλονίκης. Η τελική συμφωνία όριζε ότι οι Σύμμαχοι θα
αγόραζαν
και
θα έλεγχαν την παραγωγή
της Θεσσαλίας, ως
αντιστάθμισμα για την άρση του αποκλεισμού που είχε επιβληθεί στη βασιλική Ελλάδα από τον Δεκέμβριο του 1916 και ότι θα δίνονταν οδηγίες στον στρατηγό Sarrail «να προχωρήσει, με τον ειρηνικότερο δυνατό τρόπο, στην εγκατάσταση στρατιωτικών φυλακίων ελέγχου και να πράξει το κατά δύναμη,ώστε να αποφευχθεί, η εμφύλια σύρραξη»279. Μ' άλλα λόγια η επιχείρηση δεν πρόβλεπε απευθείας κατάληψη της Θεσσαλίας, ούτε απόσχιση της από τη βασιλική Ελλάδα. Τυχόν επέκταση της βενιζελικής επικράτειας θα επιτρεπόταν μόνο σε περιπτώσεις «αυθόρμητων» λαϊκών κινημάτων υπέρ της Προσωρινής Κυβερνήσεως. Επιπλέον η προς κατάσχεση συγκομιδή θα μοιραζόταν δίκαια μεταξύ της βασιλικής και της
Ministère des Affaires Etrangères, Serie Guerre 1914-1918. Operations stategiques militaires.Conferences, τ.994: Conference de Saint Jean de Maurienne. 279 Οπ.παρ., τ.994: Conference interallié de Paris (4-5 Μαίου 1917).
289
βενιζελικής Ελλάδας αφενός και των συμμαχικών δυνάμεων αφετέρου Κατά τη συνάντηση που είχε στο Λονδίνο ο Γεννάδειος με τον Barroys, ο τελευταίος του εξήγησε ότι οι Σύμμαχοι είχαν θέσει τους ποικίλους όρους και προϋποθέσεις της συμφωνίας για να παρακάμψουν τις δεσμευτικές τους υποσχέσεις προς την Ιταλία. Σε ό,τι αφορούσε το ζήτημα της Θεσσαλίας ο Βενιζέλος όφειλε να ενθαρρύνει τοπικές εξεγέρσεις των οπαδών του με αίτημα την απόσχιση από το «Κράτος των Αθηνών»281. Ο Δραγούμης στα διάφορα άρθρα του και τα πολιτικά του δημοσιεύματα επέκρινε δριμύτατα τον Βενιζέλο ότι με την πολιτική που άσκησε ενθάρρυνε τις διαρκείς επεμβάσεις των ξένων Δυνάμεων για την εξυπηρέτηση των ιδικών του πολιτικών και προσωπικών στόχων και για την εκθρόνιση του βασιλιά. Είναι γεγονός ότι ο Βενιζέλος από τον Μάϊο του 1916, όταν ακόμη βρισκόταν στην Αθήνα, είχε τονίσει στον Guillemin «την πρόθεση του να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη και να τεθεί επικεφαλής μιας προσωρινής κυβερνήσεως που θα επεξέτεινε την εξουσία της στη Μακεδονία, την Ηπειρο και τα νησιά του Αιγαίου» 282 ,
ενώ
καθορίζοντας
την
πολιτική
της
κυβέρνησης του έγραφε στον Ρακτιβάν: «... Αλλά νομίζω ότι η πολιτική κατεύθυνσις του κινήματος είναι σαφέστατη . Ζητούμεν να συγκροτήσωμεν στρατόν όπως ανακτήσωμεν τα καταληφθέντα υπό του μισητού εχθρού εδάφη και όπως εκπληρώσωμεν τας συμμαχικός μας υποχρεώσεις προς την Σερβίαν εξαλείφοντες από του εθνικού μετώπου το εγκαταλειφθέν εις αυτό στίγμα»283.
Α.Υ.Ε. Αρχείο Προσωρινής Κυβερνήσεως, Φ. A/VU (1917) Πολίτης προς Ρωμάνο 17/30 Απριλίου 1917, αρ. 2510 και Πολίτης προς Γεννάδειο, 20 Απριλίου 13 Μαίου 1917, αρ.2580. 281 Αρχείο Ι. Γενναδείου, Μπάρροους προς Γεννάδειο, 1 Ιουνίου 1917. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 282 G. Leon, Greece and the Great Powers, Thessaloniki 1974, σ.62. 283 Αρχείο Ελ. Βενιζέλου, Φ. 266, 1915-1916. Βενιζέλος προς Ρακτιβάν, 6 Οκτωβρίου 1916.
290
(L Γνώριζε όμως καλά ο Βενιζέλος ότι, αν και τον ενθάρρυναν οι Γάλλοι, δεν θα κατόρθωνε όσα προσδοκούσε αν δεν εξασφάλιζε προηγουμένως την υποστήριξη των Βρετανών. Ούτε είχε εξάλλου την ευχέρεια να αγνοήσει τη διχοστασία μεταξύ των επιτετραμμένων των Συμμάχων στην Ελλάδα. Η τακτική των Γάλλων είχε διευρύνει εμφανώς το χάσμα Παρισίων - Λονδίνου κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1917. Ο εκπρόσωπος της Βρετανίας και της Ρωσίας στην Αθήνα, ο σερ Φράνσις Ελλιοτ και ο πρίγκηπας Ντεμίντωφ αντίστοιχα, δήλωναν πεπεισμένοι
ότι <είναι αδύνατη η αποκατάσταση
ομαλών σχέσεων με την Ελλάδα ενόσω ασκούν την υψηλή εποπτεία οι Γάλλοι»284. Μάλιστα ο Ελλιοτ επέμενε να αναλάβει η χώρα του τη διαχείριση του ελληνικού ζητήματος, να ανακληθεί ο Sarrail και να ανατεθεί σε Βρετανό ναύαρχο η ηγεσία του στόλου της Μεσογείου. Τα αποτελέσματα της αγγλο-γαλλικής διάσκεψης του Απριλίου δεν ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες του Βενιζέλου ούτε για τα στρατιωτικά ούτε για το καθεστώς που επιθυμούσε να εγκαθιδρύσει στην Ελλάδα. Ανησυχούσε ιδιαίτερα για τα επακόλουθα ορισμένων τάσεων συμφιλίωσης που παρατηρούνταν σε πολιτικούς κύκλους των Αθηνών και υποστηρίζονταν θερμά από τους Βρετανούς. Πίστευε ότι η εκθρόνιση του βασιλιά αποτελούσε απαράβατο ελάχιστο όρο και θεωρούσε απεχθή τη συμφιλίωση πρότειναν
τα συντηρητικότερα στοιχεία
της βρετανικής
που
κυβέρνησης.
Χαρακτηριστικά, ο Νικ. Πολίτης, Υπουργός Εξωτερικών της Προσωρινής Κυβέρνησης έγραφε στις 12 Απριλίου στους εκπροσώπους της στο Παρίσι και το Λονδίνο: «...
Εφόσον διακυβεύεται το δημοκρατικό μέλλον του
Ελληνισμού, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να το θέσουμε σε κίνδυνο για χάρη ενός συμβιβασμού που θα επιτρέψει στον εξουθενωμένο τώρα
Γ.Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον πρώτο Παγκόσμιο πöL·μo , όπ. παρ., σ. 29.
291
απολυταρχισμό να διατηρήσει ρίζες ικανές να αναβλαστήσουν επικίνδυνα αργότερα....»285. Η στάση των Συμμάχων στο δυναστικό ζήτημα θορύβησε αρκετά τον Βενιζέλο
και
τους
ριζοσπαστικότερους
συνεργάτες
του,
οι
οποίοι
εναντιώνονταν σφοδρά στην αντικατάσταση του Κωνσταντίνου από τον διάδοχο και θα προτιμούσαν οπωσδήποτε να εγκαθιδρυθεί αβασίλευτο δημοκρατικό πολίτευμα. Έχουμε αναφερθεί στην επιστολή του Βενιζέλου προς τον Αθω Ρωμάνο της 9/22 Απριλίου 1917, ενδεικτική των νέων ιδεολογικοπολιτικών θεωρήσεων του Βενιζέλου σχετικά με το δυναστικό ζήτημα. Ο ίδιος επέμενε στην άμεση κατάληψη της Θεσσαλίας και προσφερόταν για τον σκοπό αυτό να θέσει υπό τις εντολές του Sarrail δύο από τις μεραρχίες του. Μετά την κατάκτηση της Θεσσαλίας, οι δυνάμεις του θα μπορούσαν να προωθηθούν νοτιότερα και να σταθμεύσουν στα σύνορα Αττικής - Βοιωτίας και Φθιώτιδας - Φωκίδας. Υπολόγιζε ότι αυτή η επέκταση θα του επέτρεπε να συγκροτήσει στρατιά έξι έως επτά μεραρχιών. Αν κατόρθωνε έτσι να περιορίσει τη βασιλική επικράτεια στην Αττική και την Πελοπόννησο η βασιλική κυβέρνηση θα κατέρρεε χωρίς πρόσθετα βίαια μέτρα286. Χαρακτηριστικά, οι ριζοσπαστικότεροι συνεργάτες του παρότρυναν τον Βενιζέλο να αναλάβει καθοριστικές πρωτοβουλίες για τις μελλοντικές εξελίξεις, φοβούμενοι πως περαιτέρω καθυστερήσεις θα ενίσχυαν
την
εντύπωση ότι το βενιζελικό κίνημα δεν διέθετε την απαραίτητη εσωτερική
Α.Υ.Ε. Αρχείο Προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης, Πολίτης προς Ρωμάνο 30 Μαρτίου/12 Απριλίου 1917, αρ. 2076 και Ministère des Affaires Entrangeres. Archives Diplomatique. Serie Guerre 1914-1918, Balkans, Grece, τ.293, Ρωμανός προς Ribot, Σημείωμα της 21 η ς Απριλίου 1917, Kftì Γ. ζ . Λ ί Ο Ν Τ ο ρ ' , ^ , On. flap . * . 5(ί " } 7 286 Α.Υ.Ε. Α/νΠΙ/Χ 1917, Αρχείο Προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης, Πολίτης προς Ρωμάνο 17/30 Απριλίου 1917, αρ. 2510, Βλ. επίσης Ministère des Affaires Entrangeres. Archives Diplomatique, τ.292, Μπιγί προς Ribot, 17 Απριλίου 1917, αρ. 107 και F.Ο. 371/2878/93661/αρ. 220, Granvill to Foreign Office, May 8th 1917, f \ £ /)<|t>>)TOp'*^
292
ισχύ
. Εκείνο τον καιρό με την ενθάρρυνση της Προσωρινής Κυβερνήσεως
έγιναν διαδηλώσεις υπέρ της Δημοκρατίας. Παράλληλα, εκπρόσωποι των ελληνικών παροικιών στην Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική συναντήθηκαν στο Παρίσι και ζήτησαν την εγκαθίδρυση αβασίλευτου δημοκρατικού πολιτεύματος ενώ αρκετοί μητροπολίτες των Νέων Χωρών τάχθηκαν με το μέρος του Βενιζέλου και ζήτησαν τη συνδρομή του για τη σύσταση χωριστής Ιεράς Συνόδου στη Θεσσαλονίκη. Βεβαίως ανάλογες διαδηλώσεις εναντίον του βενιζελικού κινήματος έγιναν στην Παλαιά Ελλάδα, όπου ήταν μεγάλη η δημοτικότητα του Κωνσταντίνου288. Ο Δραγούμης θα εκφράσει την κατηγορηματική του αντίθεση στην ήπια πολιτική που ακολουθούσε η Κυβέρνηση των Αθηνών απέναντι στην Entente, ενώ στηλιτεύει τις παρεμβάσεις της Συμμαχίας υπέρ του Βενιζέλου για τη ρύθμιση του καθεστωτικού ζητήματος. Σε ανέκδοτο άρθρο του με τίτλο «Χωρίς προκατάληψη»
με χρονολογία 1917, θα επικρίνει δριμύτατα
τις πιέσεις των Δυνάμεων της Entente
για τον αναπροσανατολισμό της
ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, την κατάλυση της ελληνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, τη λογοκρισία που είχαν επιβάλλει, την παρέμβαση τους στα εσωτερικά της Ελλάδας με αποτέλεσμα την κορύφωση της διχόνοιας και του Διχασμού στον ελληνικό λαό και την παρασκηνιακή τους προσπάθεια για δυναμική έξωση του Βασιλιά289. Ενα πύρινο άρθρο κατά του Βενιζέλου θα δημοσιεύσει ο Δραγούμης στην «Πολιτική Επιθεώρηση» με τίτλο: «Δεν θέλομεν». Παράλληλα, σ' αυτό το άρθρο βλέπουμε έναν Δραγούμη εξόχως φιλοβασιλικό, αφού συνδέει το 287
Αρχ. Ελευθερίου Βενιζέλου, Φ. 149, Διομήδης προς Βενιζέλο, 3 και 9 Μαίου 1917, χ. αρ. Ministère des Affaires Entrangeres. Archives diplomatiques, τ. 279, Guillemin a Ribot, 22 Απριλίου 1917, αρ. 801 και A.Y.E. Αρχείο Προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης, Guillemin a Grayer 22 Απριλίου 1917, χ. αρ. Βλ. Επίσης Y. Mourelos, L ' Intervention de la Grece, οπ. παρ., σ.79-81. 289 Ι. Δραγούμης, «Χωρίς προκατάληψη», Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 288
293
πρόσωπο του Κωνσταντίνου με την ανεξαρτησία και την κυριαρχία του ελληνικού κράτους. Σε οποιαδήποτε απόπειρα είτε Ελλήνων είτε ξένων να μας πάρουν Βασιλέα, δυναστεία ή πολίτευμα θα αντιτάξουμε ένα «Δεν θέλομεν. Κι αν χρειαστεί αγών για να διατηρήσουμε όσα αποκτήσαμε, θα τον αναλάβουμε... Ημείς δεν θέλομεν ούτε αλλαγήν Βασιλέως, ούτε αλλαγήν δυναστείας, ούτε αλλαγήν πολιτεύματος. Δεν θέλομεν δημοκρατίαν άλλην από εκείνην που έχομεν. Ημείς δεν θέλομεν ούτε κατάλυσιν της κυριαρχίας του Κράτους, ούτε ξενικόν Προτεκτοράτον. Επειδή ο Βενιζέλος τυχαίνει να συμβολίζη όλα αυτά, ημείς δεν τον θέλομεν»290,θα
καταλήξει. Εάν ο
Βενιζέλος ήθελε επανάσταση ας την έκανε μόνος του χωρίς τη συνδρομή των ξένων. Από την άλλη μεριά, η Entente οφείλει να μην παρασυρθεί από τις κακές συμβουλές του Βενιζέλου και να μην αθετήσει τις υποσχέσεις της για προστασία της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών. «Εάν προσπαθήσουν να επιβάλουν τον Βενιζέλο στην Ελλάδα θα γεννήσουν πολιτική και κοινωνική αναρχία 291 », θα σημειώσει. Ολες αυτές τις επεμβάσεις της Entente
ο Δραγούμης τις αποδίδει
κυρίως στη γαλλική πολιτική, η οποία απέτυχε στην προσπάθεια της να εκδιώξει τον Κωνσταντίνο από την Ελλάδα κατά τα Νοεμβριανά. «Και οι Σύμμαχοι ακολούθησαν την Γαλλίαν εις την πολιτικήν της απέναντι της Ελλάδας. Επειδή όμως η πολιτική αυτή ήταν κατά βάσιν λανθασμένη, επέφερε
την
αποτυχίαν
της
18πς
Νοεμβρίου,
και
έδιδε
συνεχώς
απογοητεύσεις εις την κοινήν γνώμην της Γαλλίας και των συμμαχικών της χωρών
η 18η Νοεμβρίου υπήρξε κυρίως αποτυχία γαλλική την οποίαν
Ι. Δραγούμης, «Δεν θέλομεν», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Α', Αρ. 71, 6 Μαίου 1917, σ. 589. 291 so
υπ. παρ.
294
επλήρωσε ως εξιλαστήριον θύμα η Ελλάς. Ητο αδύνατον η Γαλλία μιαν ιδικήν της αποτυχία να την συγχώρηση εις την Ελλάδα»292. Τον Απρίλιο του 1917 ο Καραπάνος πρότεινε τη διακοπή της έκδοσης της «Πολιτικής Επιθεώρησης», με την απειλή ότι σε διαφορετική περίπτωση θα αποχωρούσε. Πρότεινε επίσης την απάλειψη από το εξώφυλλο ονομάτων ιδρυτών και την προσθήκη εφεξής μονάχα ονομάτων συνεργατών293. Φαίνεται ότι ο Καραπάνος διαφωνούσε με την ακραιφνή αντιβενιζελική γραμμή του περιοδικού, επιθυμώντας ένα περισσότερο διαλλακτικό ύφος κυρίως απέναντι στις Δυνάμεις της Entente. Επικαλούμενος
το παράδειγμα της Ρωσίας ο Δραγούμης θα
ερμηνεύσει τις επαναστατικές κινήσεις του 1917 από τη σκοπιά της ξενικής παρέμβασης. Φρονεί λοιπόν ότι οι Αγγλοι υποστήριξαν τα φιλελεύθερα στοιχεία που πρωταγωνίστηκαν στην επανάσταση του 1905 εναντίον του Παλατιού που θεωρούνταν ως φωλιά ειρηνόφιλης γερμανικής προπαγάνδας. Ενθάρρυναν λοιπόν οι Αγγλοι την εξέγερση εναντίον του παλατιού. Ομως η ιδιόρρυθμη κατάσταση της ρωσικής κοινωνίας, η εξαθλίωση του ρωσικού λαού, η σιτοδεία, η διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών οδήγησαν τα πράγματα σε ριζοσπαστικότερες κατευθύνσεις που αποδεικνύουν ότι η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχο των ανταντικών κύκλων. «Μ' αυτό θέλω να είπω ότι, όσον θόρυβον και αν κάμνουν περί την επελθούσαν εν Ρωσία μεταβολήν οι ανταντικοί κύκλοι παριστάνοντες την μεταβολήν του καθεστώτος ως ενδεικτικήν της θελήσεως του έθνους περί συνεχίσεως του πολέμου μέχρις εσχάτων, φαινομενική είνε μάλλον η νίκη της αγγλικής πολιτικής, η οποία κανείς δεν δύναται να συναγάγη ασφαλώς αν θα έχη συνέχειαν και παρεπόμενα επωφελή δια τον αγώνα των Δυνάμεων της Συννενοήσεως ή αν
«Εξωτερική Επιθεώρησις», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Β', Αριθ. 66, 1 Απριλίου 1916, σ. 417. 293 ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α, φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
295
θα συνεπιφέρη αντιθέτους συνεπείας. Και των Νεότουρκων την επικράτησιν ενθυμούμαι
ότι παρουσίασαν
ως ιδικήν των νίκην οι Αγγλοι και όμως
πόσο γρήγορα ήλλαξαν οι ίδιοι γνώμην»294, θα υποστηρίξει ο Δραγούμης. Τα γεγονότα στη Ρωσία μπορούν να χρησιμεύσουν σύγκρισης με όσα συμβαίνουν
στην Ελλάδα, αλλά και των
ως μέτρα μεθόδων
παρέμβασης της αγγλικής πολιτικής στη χώρα. Στην Ελλάδα, η αγγλική πολιτική με το πρόσχημα κινδύνου επικρατήσεως δήθεν απολυταρχικών θεσμών, υπέθαλψε το κίνημα του Βενιζέλου με το αιτιολογικό ότι η ουδετερόφιλη πολιτική οφειλόταν σε γερμανικές ραδιουργίες και εισηγήσεις. Στη Ρωσία με το πρόσχημα ότι οι απολυταρχικοί θεσμοί υποστηριζόμενοι από την ειρηνόφιλη μερίδα των συντηρητικών αντιδραστικών και παλατιανών που υποθάλπτονταν από την Γερμανία, κινδύνευαν να οδηγήσουν τη χώρα σε πρόωρη ειρήνευση, υπέθαλψε την φιλελεύθερη κίνηση που έτεινε σε τελειωτική επικράτηση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος θεωρώντας ότι συνδράμοντας τους φιλελεύθερους θα εμπόδιζε την τελική συνθηκολόγηση της Ρωσίας με τη Γερμανία. Η διαφορά, όμως μεταξύ Ρωσίας και Ελλάδας είναι, ότι στη Ρωσία επικρατούσε στυγνή απολυταρχία, ενώ στην Ελλάδα φιλελεύθεροι δημοκρατικοί θεσμοί που δεν κινδύνευσαν ποτέ295. Στις 28 και 29 Μαίου, η βρετανική κυβέρνηση συγκάλεσε στο Λονδίνο νέα αγγλογαλλική διάσκεψη με αποκλειστικό αντικείμενο το ελληνικό ζήτημα. Πρωταρχικό μέλημα της διάσκεψης ήταν να ρυθμιστεί το ελληνικό ζήτημα με την εκθρόνιση του βασιλιά και το ελάχιστο δυνατό κόστος. Η διάσκεψη κατέληξε σε συμβιβαστική συμφωνία που απηχούσε σε μεγάλο βαθμό τις βρετανικές θέσεις, που κατέτειναν στο να αποσοβηθεί κατά το δυνατόν η πολεμική σύγκρουση με τη φιλοβασιλική Ελλάδα. Ο στρατηγός Sarrail όφειλε
Ι. Δραγούμης, «Η επανάστασις της Ρωσίας, το πραγματικόν βάθος των αιτιών της». Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
296
να προβεί αμέσως στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να εξασφαλίσει προχωρημένες θέσεις στη Θεσσαλία με σκοπό τον έλεγχο και τελικά την αγορά της θεσσαλικής αγροτικής παραγωγής. Έπειτα, ο Jonnart, ενεργώντας ως ύπατος αρμοστής των Συμμάχων, θα απαιτούσε την παραίτηση και αποχώρηση του Κωνσταντίνου. Ο στρατηγός Sarrail θα καταλάμβανε τον Ισθμό της Κορίνθου μόνο εφόσον οι βασιλικές δυνάμεις μετακινούνταν από την Πελοπόννησο με σκοπό να προβάλουν αντίσταση στους Συμμάχους στη Θεσσαλία296. ce Η Συμφωνία του Λονδίνου προκάλεσε διαμαρτυρίες από την πλευρά των Ιταλών και των Ρώσων. Ο Sonnino κατήγγειλε ότι οι αποφάσεις του Λονδίνου παραβίαζαν τη Συμφωνία του Saint Jean de Maurriene, σύμφωνα με την οποία ο Κωνσταντίνος θα απομακρυνόταν μόνο αν μεσολαβούσε διωγμός
βενιζελικών
στην
Αθήνα.,»Ο
Ιταλός Υπουργός
Εξωτερικών
ανησυχούσε για τα σχέδια των Γάλλων ως προς την Αλβανία και τα Βαλκάνια γενικότερα2,9/. Η Ρωσική κυβέρνηση φοβόταν ότι η επιχείρηση μπορούσε να οδηγήσει σε εμφύλιο σπαραγμό και πόλεμο με την Ελλάδα, πράγμα που θα είχε αντίκτυπο στο μέτωπο της Μακεδονίας. Έτσι, τόσο η Ιταλία όσο και η Ρωσία αρνήθηκαν αρχικά να αναγνωρίσουν την αποστολή Jonnart. Η κατάσταση περιπλέχτηκε ακόμη περισσότερο με την απόφαση της Ιταλίας να επεκτείνει την κατοχή της στην ελληνική Ηπειρο. Φοβούμενοι οι Ιταλοί πως η συμμαχική κατοχή της Θεσσαλίας θα οδηγούσε σε προώθηση των βενιζελικών δυνάμεων και στην Ηπειρο, με τη συγκατάθεση και ενθάρρυνση του Κωνσταντίνου και της κυβέρνησης του προωθήθηκαν αμέσως στην Ηπειρο και κατέλαβαν τα Γιάννενα στις 26 Μαίου/8 Ιουνίου. Κύριος στόχος της Ιταλίας ήταν η βελτίωση της διαπραγματευτικής της θέσης για να μπορέσει, αργότερα, να αρνηθεί την επέκταση της Ελλάδας στη Υ. Mourèlos, L ' Intervention de la Grece, οπ. παρ., σ. 93-94. Γ.Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οπ.παρ., σ. 49.
297
Βόρεια Ηπειρο. Η Ρώμη ήθελε ακόμη να αναχαιτίσει την προώθηση γαλλικών δυνάμεων μέσα στην Αλβανία, για να προλάβει γαλλική ανάμιξη στο μέλλον σε ζητήματα σχετικά με τη χώρα αυτή. Ταυτόχρονα, η Ιταλία κήρυξε μονομερώς την Αλβανία αυτόνομο κράτος κάτω από ιταλική προστασία298. Στο μεταξύ στις 21 Απριλίου/4
Μαίου η κυβέρνηση Λάμπρου
αντικαταστάθηκε από κυβέρνηση υπό την προεδρία του Αλ. Ζαίμη, ο οποίος διατήρησε και το Υπουργείο Εξωτερικών. Αυτή ήταν η κατάσταση στην Ελλάδα όταν έφθασε ο Jonnart ως ύπατος Αρμοστής των Συμμάχων. Το απόγευμα της 28 Μαίου/10 Ιουνίου 1917 ο Jonnart επέδωσε στον Ζαΐμη δύο χωριστές διακοινώσεις με τις οποίες του γνωστοποιούσε αφενός την απόφαση των Συμμάχων να θέσουν υπό την κατοχή τους τη θεσσαλική συγκομιδή, ώστε να μοιραστεί ακριβοδίκαια σε όλες τις επαρχίες και αφετέρου την επικείμενη απόβαση στον Ισθμό με στόχο την προσωρινή ενίσχυση των φρουρών που είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλία.
Ο
Ζαίμης
αποδέχθηκε
ανεπιφύλακτα
τους
όρους
των
299
Συμμάχων . Οι συμμαχικές
επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν
χωρίς σοβαρά
προβλήματα. Η κατάληψη του Ισθμού συντελέσιηκε ειρηνικά και μετά τη διακοπή της τηλεγραφικής επικοινωνίας, ο κύριος όγκος των βασιλικών δυνάμεων στην Πελοπόννησο απομονώθηκε ουσιαστικά. Η συμμαχική προέλαση συνεχίστηκε μέχρι τις 13/26 Ιουνίου, οπότε και ολοκληρώθηκε η κατάληψη της κεντρικής Ελλάδας. Για ν' αποφευχθούν αναταραχές, ο Sarrail είχε διαταγές να μην επιτρέψει προς το παρόν στις βενιζελικές στρατιωτικές
Στην πραγματικότητα, την κατάληψη των Ιωαννίνων είχε ζητήσει η Κυβέρνηση των Αθηνών ώστε να μην φθάσει ως εκεί το βενιζελικό κίνημα, καθώς εξαπλωνόταν στην Ηπειρο. Βλ. Γ.Β.Λεονταρίτης, οπ. παρ., σ. 402. 299 Ministère des Affaires Entrangeres. Archives diplomatiques, τ.294, Jonnart a Ribot, 11 Ιουνίου 1917, αρ. 7 και A.Y.E. A/4/X 1917 Αποστολή Ζωννάρ.... Ζοννάρ προς Ζαΐμη 10 Ιουνίου 1917, αρ. 3532-3533.
298
δυνάμεις να εισέλθουν στη Θεσσαλία. Το πρωί της 29 Μαίου/11 Ιουνίου, ενώ εκτυλισσόταν η συμμαχική προέλαση στη Θεσσαλία, ο Jonnart επέδωσε στον Ζαίμη το τελεσίγραφο με το οποίο απαιτούσε την παραίτηση του Κωνσταντίνου υπέρ ενός από τους γυιούς του, εκτός του διαδόχου300. Γνωρίζοντας τις διαφωνίες μεταξύ των Συμμάχων, ο Ζαίμης προσπάθησε την τελευταία στιγμή να ματαιώσει την εκτέλεση του τηλεσίγραφου, ελπίζοντας ότι η πίεση εκ μέρους των Βρετανών και των Ιταλών θα ανάγκαζε τους Γάλλους να αναθεωρήσουν τη στάση τους. Οι προσπάθειες του όμως έπεσαν στο κενό. Ο Elliot συμβούλευσε ο ίδιος τον Κωνσταντίνο να παραιτηθεί301. Το μεσημέρι της 1 1 π ς Ιουνίου συνήλθε το Συμβούλιο του Στέμματος που εξέτασε το θέμα της παραίτησης του βασιλιά πάνω από δύο ώρες. Το Συμβούλιο του Στέμματος αποτελούσαν οι Αλέξανδρος Ζαίμης, Δημήτριος Γούναρης, Στέφανος Δραγούμης, Στέφανος Σκουλούδης, Σπυρ. Λάμπρος, Δημ. Ράλλης, Νικ. Καλογερόπουλος, Νικ. Δημητρακόπουλος, Νικ. Στράτος ενώ την προεδρία ασκούσε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος. Ο Ζαίμης συμβούλευε τον
Κωνσταντίνο
να
παραιτηθεί
υπέρ
του δευτερότοκου γιου του
Αλέξανδρου, αλλά η πλειονότητα των παρόντων προέκρινε την απόρριψη του τελεσιγράφου. Τα πιο αδιάλλακτα μέλη του ανακτοβουλίου, όπως ο Μεταξάς, πρότειναν να διαφύγει ο βασιλιάς στην Τρίπολη, απ' όπου θα μπορούσε να προβάλει αντίσταση με τη βοήθεια των στρατευμάτων του. Οι πολέμιοι της παραίτησης εξακολουθούσαν να ελπίζουν ότι η Μεγάλη Βρετανία και η Ιταλία θα εξασφάλιζαν τελικά την τροποποίηση των όρων του τελεσιγράφου. Δεν επικροτούσαν όμως την ένοπλη αντίσταση. Τελικά ο
Ministère .... οπ.παρ. Jonnart a Ribot, 14 Ιουνίου 1917, αρ. 33 και Αρχείο Ελ. Βενιζέλου, Φ. 149, Ρέπουλης προς Βενιζέλο, 30 Μαίου/12 Ιουνίου 1917.Κ«» Γ. f. / l i o v f c t f »eit> on, 301 F.O. 371/2878/134036/αρ. 242, sir Fr. Elliot to Foreign Office. ' <Γ
299
Κωνσταντίνος τάχθηκε με την άποψη του Ζαΐμη και του Στράτου που συνέστησαν την αποδοχή του τελεσιγράφου30)2. Μετά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου του Στέμματος, ο Ζαίμης μετέβη στη Βρετανική Πρεσβεία και ρώτησε τον Elliot αν επιτρεπόταν στον Κωνσταντίνο, αντί να παραιτηθεί, να διορίσει έναν από τους γιους του αντιβασιλέα μέχρι το τέλος του πολέμου. Ο Elliot ξεκαθάρισε ότι οι όροι του Jonnart ήταν αδιαπραγμάτευτοι, κατ'ιδίαν όμως εξέφρασε την άποψη ότι οι Σύμμαχοι δεν θα εναντιωνόνταν στην επάνοδο του Κωνσταντίνου, αν ήταν επιθυμία του ελληνικού λαού 303 . Στο διάγγελμα της αποχώρησης του ο Κωνσταντίνος δεν αναφέρει πουθενά τη λέξη «παραίτηση» αφήνοντας ουσιαστικά ανοιχτό τον δρόμο για μελλονική επιστροφή του. Η ιδέα αυτή απηχούσε τις απόψεις τόσο της Βρετανίας όσο και της Ιταλίας που ακολουθούσαν τη «μέση λύση» και επιδίωκε να εξευμενίσει την ελληνική κοινή γνώμη. Δημιούργησε όμως την εντύπωση ότι η αποχώρηση του Κωνσταντίνου ήταν προσωρινή και ότι ο Αλέξανδρος τον αναπλήρωνε απλώς στον θρόνο μέχρι να επιστρέψει304. Στην Αθήνα η κατάσταση παρέμεινε ήρεμη, λιγοστοί μόνο αξιωματικοί, μαζί με τους Επιστράτους, αποπειράθηκαν να προκαλέσουν αναταραχή, ενώ πληροφορίες ανέφεραν ότι οι καταστηματάρχες είχαν λάβει εντολή από τους Επιστράτους να κλείσουν τα καταστήματα τους «εις ένδειξιν πένθους»305. Το βράδυ της 12 ης Ιουνίου η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε τα ανάκτορα και κατέφυγε στο Τατόι', ενώ τα συμμαχικά συντάγματα αποβιβάστηκαν στον Πειραιά χωρίς επεισόδια. Σχεδόν ταυτόχρονα με την εκθρόνιση του βασιλιά,
Γ.Β. Λεονταρίτης, οπ. παρ., σ. 60 και Y. Mourelos, L ' Intervention de la Grece, οπ. παρ., σ.136-138. 303 F.O. 371/2878/134036/αρ. 242, sir Fr. Elliot to Foreign Office, 16 Ιουνίου 1917. 304 A.Y.E. A14/X 1917, Αρχείο Προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης, Ρέπουλης προς Βενιζέλο 31 Μαίου/13 Ιουνίου 1917, *>«Λ Γ \ β . / H * * T t t i M " * * * > , ° Π . ^ B f . 0- £ j 305 F.O. 371/2878/13036, αρ. 242, sir Fr. Elliot to Foreign Office, 16 Ιουνίου 1917.
300
θέλοντας να κατευνάσει την κοινή γνώμη, ο Jonnart διέταξε την άρση του αποκλεισμού, που είχε καταταλαιπωρήσει τον πληθυσμό και υποσχέθηκε ότι σύντομα θα μοιράζονταν στους πολίτες ένα φορτίο σιτηρών και άλλα αγαθά. Εξ ονόματος των Προστάτιδων Δυνάμεων εξέδωσε επίσης διακήρυξη με την οποία δεσμευόταν ότι οι Σύμμαχοι θα σέβονταν την εθνική κυριαρχία και την ενότητα της χώρας, θα αποκαθιστούσαν το Σύνταγμα, το οποίο είχε παραβιάσει κατάφωρα ο τέως βασιλιάς, ενώ δεν είχαν πρόθεση να υποχρεώσουν την Ελλάδα να κηρύξει επιστράτευση306. Στη δίνη των γεγονότων εκείνης της εποχής ο Δραγούμης θα δημοσιεύσει στην «Πολιτική Επιθεώρηση» ιδιαίτερα σημαντικό άρθρο με τίτλο: «Το Μάθημα των Πραγμάτων». Στο άρθρο αυτό τονίζει ότι «η Ελλάς κατάντησε
προτεκτοράτο
τριών
ξένων
Δυνάμεων»307.
Κατηγορεί τη
Βενιζελική παράταξη ότι με την πολιτική της συμπεριφορά ενθάρρυνε την παρέμβαση
των
ξένων
στα εσωτερικά της χώρας,
συνδέοντας τα
συμφέροντα των Δυνάμεων στην Ελλάδα με τα στενά κομματικά της συμφέροντα, «Η Ελλάδα έχανε έτσι την πολιτική της ανεξαρτησία. Το λυπηρόν είναι ότι οι αντιπρόσωποι των τριών Δυνάμεων δεν διέγνωσαν μεταξύ των Ελλήνων τους
ειλικρινείς
τους
φίλους
από
τους
φραγκολεβαντίνους και ραγιάδες πράκτορες», θα τονίσει. Συνεχίζοντας, ο Δραγούμης προβαίνει σε παραινέσεις προς τους Ελληνες. «Ούτε ένας Ελλην πολίτης δεν πρέπει να αγνοεί πλέον ότι .... αι
Για το κείμενο της διακήρυξης του Jonnart, καθώς και τα γεγονότα της διαδικασίας παραίτησης του βασιλιά, βλ. Mourelos, L ' Intervention de la Grece dans la Grande Guerre (1916-1917), Αθήνα 1983, σ. 127 και εξ. 247-248, 250-255. Ακόμη περισσότερα για την αποστολή του Jonnart βλ. Y.Mourelos, La Mission Jonnart et la deposition de Constantine et 1er Grece (Juin 1917), Paris -Sorbonne 1978. Ο Γ. Μουρέλος έχει συμβουλευτεί το προσωπικό Αρχείο του Charles Jonnart. Πρβλ. επίσης Κ. Γαρδίκα, Προστασία και εγγυήσεις: στάδια και μύθοι της ελληνικής εθνικής ολοκλήρωσης (1821-1920), Αθήνα 1999, σ. 103-104. 307 Ι. Δραγούμη, «Το Μάθημα των Πραγμάτων», Πολιτική Επιθεώρησις, περίοδος Β', Ετος Β', Αρ. 75, 3 Ιουνίου 1917, σ. 705.
301
τρεις Δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία
κατέλυσαν επισήμως
την
κυριαρχίαν και ανεξαρτησίαν του Ελληνικού Κράτους και κανείς Ελλην δεν πρέπει να απομείνη που να μην εννοή ότι από την στιγμήν ταύτην έχει να αναλάβη η Ελλάς δεινόν και μακρόν ίσως αγώνα προς αποκατάστασιν των πολιτικών της ελευθεριών και της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας του Κράτους, χωρίς τούτο να σημαίνη και εχθρότητα προς τας τρεις Δυνάμεις». Οφείλουν λοιπόν οι Ελληνες πολιτικά να κατανοήσουν «ότι μόνη η συνένωσις των εθνών της Εγγύς Ανατολής είναι δυνατόν να σώση και την Ελλάδα και την Ανατολήν από την εκάστοτε εκδηλούμενη επιβολήν εκ μέρους του ενός ή του άλλου συνδυασμού των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Εγγύς Ανατολή, δια του ομοσπονδιακού συνασπισμού των εθνών της, πρέπει και αυτή να καταστή Μεγάλη Δύναμις προς εξασφάλισιν της ανεξαρτησίας της» 308 . Η κοινή μοίρα των λαών της Ανατολής φαίνεται και από την πανομοιότυπη των
Δυνάμεων
πολέμους,
απέναντι
απέφυγαν
συμπεριφορά
τους. Ενώ δηλαδή, κατά τους Βαλκανικούς
να αναμιχθούν
προσπαθώντας
παράλληλα
ωφεληθούν από τις συγκρούσεις τους, όταν άρχισαν να πολεμούν τους, εξανάγκασαν
με
να
μεταξύ
τη βία τα Βαλκανικά έθνη να προσχωρήσουν σ'
ένα από τα δύο στρατόπεδα. Με αφορμή τα γεγονότα αυτά, ο Δραγούμης δημοσίευσε το παραπάνω άρθρο το οποίο κατέληγε ως εξής : «Η Βουλή των Ελλήνων δεν ενόμισε ότι άξιζε τον κόπον να διαμαρτυρηθή, ούτε την 8 η ν Ιουνίου 1916, ούτε την 26 η ν Μαίου 1917 δια την καταπάτησιν της κυριαρχίας της Ελλάδας. Εγώ, ως μέλος της Εθνικής Αντιπροσωπείας, των
διαμαρτύρωμαι και δια τον
υπό
ξένων χαρακτηρισμόν του Βασιλέως Κωνσταντίνου ως παραβάτου του
Συντάγματος
και δια την δικαιολογίαν με την
Όπ. παρ. σ. 707.
οποία
περιεκάλυψαν
302
συγχρόνως και τον εξαναγκασμόν Αυτού εις αποχώρησιν και την επιβουλήν κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Κράτους»309. Η αντίδραση του Jonnart δεν άργησε. Θα γράψει ο ύπατος Αρμοστής στον Ζαίμη: «Ο
κύριος Ίων Δραγούμης, δημοσίευσε στην <Πολιτική
Εττιθεώρηση> ένα άρθρο προορισμένο να συντηρήσει την αναστάτωση, πράγμα το οποίο τον εντάσσει στη λίστα των προσώπων προς αποπομπή από την Ελλάδα. Θα πρέπει επομένως να τεθεί στη διάθεση του στρατηγού Regnault και μέσα σε τρεις ημέρες από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής να φύγει (....). Εξάλλου, θα ήταν φρόνιμο να ενημερωθεί όλος ο πληθυσμός ότι κάθε άτομο, ακόμα κι αν δεν αναφέρεται στις λίστες αποπομπής ή παρακολούθησης, και το οποίο θα αντιταχθεί στις επίσημες προειδοποιήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, θα προστίθεται στη μία ή την άλλη από τις λίστες, εκτός κι αν υπόκειται σε άλλο μέτρο περισσότερο άμεσο»310. Έτσι ο Δραγούμης θα εκτοπισθεί στην Κορσική. Πριν από το παράδειγμα
του
Δραγούμη,
είχε προηγηθεί
στην
Πάτρα από
τον
αρχισυντάκτη της εφημερίδας «Πελοπόννησος» Μιχάλη Σακελλαρίου ένα άρθρο δημοσιευμένο στις 2/15 Ιουνίου με τίτλο: «Η Ελλάδα, γαλλικό πριγκηπάτο». Θα γράψει ο Σακελλαρίου: «Η Ελλάδα μετατράπηκε, όπως και το 1205, σε γαλλική ηγεμονία. Τότε ήταν οι Villeardouin, σήμερα είναι η σειρά του Jonnart.... Ο Jonnart αναγνωρίστηκε από την κυβέρνηση Ζαΐμη μέσα από τη λειτουργία του ως Υπάτου Αρμοστή των δυνάμεων στην Ελλάδα. Εφόσον αυτός ο Αρμοστής επιστρατεύει εθελοντές με μεσολαβητή τον Βενιζέλο και καλεί τον λαό σε μάχη, δεν κηρύσσει έτσι τον πόλεμο εξ ονόματος της Ελλάδας εναντίον της Γερμανίας; Ποιες θα είναι οι συνέπειες
Ι. Δραγούμη, «Το Μάθημα των Πραγμάτων», οπ.παρ. , σ. 708. Α.Υ.Ε. Α/4/Χ 1917, Αποστολή Ζοννάρ. Jonnart προς Ζαΐμη, 19 Ιουνίου 1917 και Υ. Mourèlos, L ' Intervention ...., οπ.παρ., σ. 163-164. 310
303
αυτού του μέτρου; Ο Κ. Ζαίμης τις έχει εκτιμήσει; Ο Θεός ας φυλάει την φτωχή μας χώρα!»311. Η εφημερίδα διέκοψε τη λειτουργία της, το όνομα του Σακελλαρίου προστέθηκε στις 19 Ιουνίου στις λίστες των διωχθέντων, ενώ ο διευθυντής και άλλοι συντάκτες τέθηκαν υπό παρακολούθηση σε κατοικίες στα νησιά του Αιγαίου312. Ο Μ. Σακελλαρίου, εκτοπίσθηκε στην Κορσική και, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω, ο Δραγούμης αρκετές φορές επιχείρησε να τον υπερασπισθεί απέναντι στις Γαλλικές Αρχές. Επιθυμώντας ο Jonnart
να δικαιολογήσει τα έκτακτα μέτρα που
λήφθηκαν μετά την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου θα γράψει στον Ribot: «Δεν είναι καθόλου αμφίβολο πως αυτά τα καίρια μέτρα τα οποία αναστέλλουν τις αντιδράσεις των πιο ενεργών και επικίνδυνων αρχηγών τους και που εκφράζουν καθαρά την σταθερή μας θέληση να μην ανεχθούμε καμία αναταραχή θα έχουν ένα επιτυχές αποτέλεσμα και θα συμβάλλουν ώστε να διατηρήσουμε ήρεμα τα πνεύματα
και τον σεβασμό των αποφάσεων της
Entente313. Η
ειρηνική
επίλυση
του ελληνικού ζητήματος έγινε δεκτή με
ανακούφιση στις συμμαχικές πρωτεύουσες. Ο Ribot έγραφε στον Jonnart στις 12 Ιουνίου: «Κατά πρώτον, σας συγχαίρω για τον χειρισμό της όλης υπόθεσης. Το ευτυχές αποτέλεσμα που εξασφαλίσατε θα υπονομεύσει τις διαμαρτυρίες της βρετανικής κυβέρνησης ... Η επιτυχία σας δικαίωσε, και η βρετανική κυβέρνηση θα όφειλε να σας ευχαριστήσει....»314. Ο ενθουσιασμός στο Παρίσι και το Λονδίνο ήταν εύλογος. Η Συμμαχία είχε μόλις ξεπεράσει
3
«Η Ελλάδα, Γαλλικό Πριγκηπάτο», Πελοπόννησος, 15 Ιουνίου 1917. Y. Mourèlos, οπ. παρ., σ. 164. 3,3 Ministère des Affaires Entrangeres. Archives diplomatiques, τ. 294: Jonnart a Ribot, 20 Juin 1917 καν Y. Mourelos, οπ. παρ., σ. 164. Jl4 Ministère des Affaires Entrangeres. Archives Diplomatiques, τ. 294, Ribot a Jonnart, 12 Ιουνίου 1917. Λα» Γ. Ç. /\ÎO\jTttfc'aV» S, bfl . [ ) α ρ , <Γ . £,Ç 312
304
μια σοβαρή διπλωματική κρίση. Σε γενικές γραμμές η έκβαση της υπόθεσης ευχαρίστησε τους Ιταλούς, δίχως όμως να μετριάσει την καχυποψία τους ως προς τις γαλλικές βλέψεις, ενώ οι αντιδράσεις της Ρωσίας στα γεγονότα της Ελλάδας υπαγορεύτηκαν κυρίως από αναγκαιότητες εσωτερικής πολιτικής παρά από κάποια σαφή γραμμή απέναντι στην Ελλάδα, εδραζόμενη σε συγκεκριμένους διεθνείς παράγοντες, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ιταλίας. Η Πετρούπολη αγωνιούσε μήπως θα κινδύνευε η επικείμενη ρωσική επίθεση εξαιτίας της στρατιωτικής ανάμειξης των Συμμάχων στην Ελλάδα και της περαιτέρω μείωσης των στρατιωτικών δυνάμεων στη Μακεδονίαί*Έτσι ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών δεν αναγνώρισε ούτε την αποστολή Jonnart ως εκπροσώπου όλων των Προστάτιδων Δυνάμεων, ούτε τη μεταβίβαση του ελληνικού στέμματος στον πρίγκηπα Αλέξανδρο με το αιτιολογικό ότι συνιστούσαν παραβίαση του ελληνικού Συντάγματος και καταπάτηση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης του ελληνικού λαούτ ο Δραγούμης σ' όλα σχεδόν τα άρθρα του επέκρινε τις Δυνάμεις της Entente ότι υιοθέτησαν την τακτική της ωμής επέμβασης στα εσωτερικά της Ελλάδας με στόχο την εκθρόνιση του βασιλιά και την επιβολή του Βενιζέλου για την εξασφάλιση της εξόδου της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Συμμαχίας και συνακόλουθα την προάσπιση των συμφερόντων τους στα Βαλκάνια και την Εγγύς Ανατολή. c t
Είναι γεγονός ότι ο εξαναγκασμός του Κωνσταντίνου σε παραίτηση
εξυπηρετούσε τρεις στόχους της Συμμαχίας: α) την ενοποίηση της Ελλάδας υπό την ηγεσία του Βενιζέλου και τη συνακόλουθη άρση του επικίνδυνου αδιεξόδου, το οποίο απέβαινε επιζήμιο για την πολιτική και στρατιωτική παρουσία των Συμμάχων στην Ελλάδα, β) τον τερματισμό της διάστασης που ταλάνιζε την πολιτική Βρετανών και Γάλλων στη χώρα και όξυνε τις
315
F.O. 371/2886/118721, Buckanan to Foreign Office, 14 Ιουνίου 1917. KüU
f,
β.
305
στρατηγικές διαφωνίες τους ως προς το βαλκανικό θέατρο του πολέμου, γ) την ενεργό συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο με το μέρος των Συμμάχων, ώστε να εξασφαλισθούν οι απαραίτητες στρατιωτικές μονάδες για τη Μακεδονία και να αντιμετωπισθούν
οι δεινές ελλείψεις ναυτικών
δυνάμεων. Κανένας όμως από τους παραπάνω στόχους δεν επιτεύχθηκε στην εντέλεια. Η ενοποίηση της Ελλάδας αποδείχθηκε πράξη εντελώς τυπική, οι σχετικές με την Ελλάδα διαφορές μεταξύ των Συμμάχων κατεστάθησαν στο εξής λιγότερο εμφανείς, αλλά οι συγκρουόμενες τάσεις στην πολιτική τους δεν ήταν δυνατόν να εναρμονιστούν απόλυτα, αφού ανάγονταν στα αντικρουόμενα συμφέροντα τους στην Εγγύς Ανατολή. Διαψεύστηκαν ακόμη και οι προσδοκίες τους για ταχεία αποστολή ορισμένων ελληνικών μεραρχιών στο μακεδόνικο μέτωπο, πράγμα οφειλόμενο, με τη σειρά του στις ανεπούλωτες εσωτερικές πληγές της Ελλάδος αφενός και στην αδυναμία των Συμμάχων να εξοικονομήσουν έγκαιρα τα απαραίτητα εφόδια αφετέρου^ 6 . Η έντονη διαμαρτυρία του Δραγούμη για τις διαρκείς ωμές επεμβάσεις των Δυνάμεων
στην
Ελλάδα αντικατοπτρίζει ανάγλυφα την
πολιτική
ιδεολογία του. Απομακρύνεται εμφανώς και από την φιλοανταντική και τη φιλογερμανική μερίδα της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Προτείνει την
ομοσπονδιακή ένωση των λαών της καθ' ημάς Ανατολής ως αποτρεπτικό μέσο για τις επεμβάσεις των Δυνάμεων. Θεωρεί, σύμφωνα με την Ανατολική αντίληψη του, ότι η ένωση των Ανατολικών λαών θα καταστήσει την περιοχή ικανή να αποκρούσει τις επεμβάσεις των Ευρωπαίων. Στοχεύει, όπως θα αναλύσουμε στο επόμενο Μέρος, στην ομοσπονδιακή συσσωμάτωση της νοτιοανατολικής Ευρώπης, αναδεικνύοντας έτσι και τη γεωπολιτική της σημασία.
31
Γ.Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, οπ. παρ., σ. 69.
306
ε. Η κριτική του Δοονούυη νια την επισιτιστική πολιτική Οι Δυνάμεις της Entente, όπως είδαμε, προκειμένου να πιέσουν την Ελλάδα να συμπολεμήσει μαζί τους, προέβησαν σε κινήσεις καταλυτικές για την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους. Οι σημαντικότερες ήταν, η απόβαση των αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη του 1915 και οι
θεσσαλονίκη
τον
Σεπτέμβριο
διαδοχικοί αποκλεισμοί που επέβαλαν στα λιμάνια του
ελληνικού βασιλείου, μετά τη δημιουργία της προσωρινής κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης. Επόμενο ήταν να ανακύψει οξύτατο πρόβλημα επισιτισμού στη χώρα. Ο Δραγούμης, με άρθρα του στον Τύπο, αλλά και με αγορεύσεις στο Κοινοβούλιο, θα προτείνει διάφορα μέτρα για την επίλυση του οξύτατου επισιτιστικού προβλήματος της χώρας ασκώντας ταυτόχρονα κριτική στις εκάστοτε κυβερνήσεις για την πολιτική τους στο ζήτημα αυτό. Στη συζήτηση που διεξήχθη στη Βουλή στις 10 Φεβρουαρίου 1916 για τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες της Επιτροπής των Προμηθειών, ο Δραγούμης θα καταθέσει τις προτάσεις του σχετικά με τον ενδεδειγμένο ρόλο του Κράτους στη διεξαγωγή του εμπορίου ενώ ταυτόχρονα θα μεμφθεί την κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη για την ολιγωρία της αναφορικά με τον επισιτισμό. Κατά τον Δραγούμη, «το ελεύθερον εμπόριον
είναι το μόνον
ενδεδειγμένον διά Κράτος ευνομούμενον και ιδίως μετά την σημερινήν τεραστίαν ανάπτυξιν των συγκοινωνιών εις όλον τον κόσμον»317. Αποτελεί επίσης και το μόνο μέσο περιορισμού της κερδοσκοπίας. Ο Δραγούμης θεωρεί ότι σε περιόδους ειρήνης το κράτος νομιμοποιείται να περιστέλλει το ελεύθερο εμπόριο στις προμήθειες των πολεμικών ειδών και όλων των αγαθών κοινής ωφέλειας, καθώς και στις περιπτώσεις
πάταξης της
κερδοσκοπίας.
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της Φεβρουαρίου 1916, σ. 239.
10ης
307
Οι εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες έχουν δημιουργηθεί από τον ναυτικό αποκλεισμό που έχουν επιβάλει οι Δυνάμεις της Entente στην Ελλάδα, διαφοροποίησαν σημαντικά τις ανάγκες παρέμβασης του Κράτους στη διεξαγωγή του εμπορίου. Η κυβέρνηση Σκουλούδη, κατά τον Δραγούμη, έχει τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί με τις Δυνάμεις της Entente την αύξηση του ποσού της εισαγωγής προϊόντων πρώτης ανάγκης. «Και νομίζω, ότι η κυβέρνησις καθήκον έχει να διαπραγματευθή το ζήτημα από της εξής απόψεως: ότι το Κράτος πρέπει να έχη απόθεμα αρκετόν διά τον τόπον, διότι τούτο
θα
δώση
ευκολίαν
να
αφίση
κάποιαν
ελευθερίαν εις το
εμπόριον....»318, θα τονίσει ο Δραγούμης. Ο Δραγούμης δέχεται την αποταμίευση ειδών πρώτης ανάγκης από το Κράτος, κυρίως για την αποκατάσταση της ελευθερίας των συναλλαγών. Το Κράτος πρέπει να παρεμβαίνει, εφόσον δεν υπάρχει η επάρκεια των εισαγομένων με το ελεύθερο εμπόριο. Σημειώνει, παράλληλα, ότι η φράση: «και εν ελλείψει επάρκειας των εισερχομένων εκ του ελευθέρου εμπορίου» στο άρθρο 2 της εισηγητικής έκθεσης για τον σκοπό και το έργο της Επιτροπής συμπεριλήφθηκε με δική του επίνευση319, και καταλήγει: «δεν έχω τίποτε εναντίον του Κράτους, αλλ' είμαι της γνώμης, ότι το κράτος είναι ο χειρότερος έμπορος. Οιανδήποτε εμπορικόν κατάστημα είναι ανώτερον αυτού. Το Κράτος είναι ακατάλληλον υπό την άποψιν αυτήν»320. Ο Δραγούμης επικαλείται το παράδειγμα της Ολλανδίας, όπου το Κράτος
δεν
ανέλαβε
ως
έμπορος
την
προμήθεια
και
εισαγωγή
εμπορευμάτων στη χώρα, αλλά λειτουργεί ως απλός μεσάζων και ρυθμιστής του εμπορίου. Επιπρόσθετα, στην Ολλανδία λειτουργεί και μία άλλη Επιτροπή κυβερνητική, η Επιτροπή της διανομής των προϊόντων.
Όπ.παρ. Όπ.παρ. Όπ.παρ.
Η
308
Επιτροπή αυτή είναι απόλυτα αναγκαία τόσο για τα ουδέτερα όσο και για τα εμπόλεμα
κράτη, που
δυσκολεύονται να εισαγάγουν τα απαραίτητα
προϊόντα. «Διά τούτο νομίζω, ότι το κέντρον του βάρους της επιτροπής, την οποίαν συζητούμεν τώρα, πρέπει να τεθή εις το ζήτημα της διανομής μάλλον παρά εις το ζήτημα της προμηθείας, δηλαδή, η επιτροπή να μεριμνά μόνον περί της προμηθείας, να ρυθμίζη την προμήθειαν, να υποδεικνύη τας αγοράς, να κινή το ενδιαφέρον των εμπόρων υπέρ ωρισμένων αγορών, αναλόγως των αναγκών του Κράτους, αλλά να μη αναλαμβάνη αυτό την μεταφοράν, εφόσον δεν είναι απόλυτος ανάγκη και δεν θα υπάρχη ανάγκη, εφόσον υπάρχουν αποθέματα»321, θα καταλήξει ο Δραγούμης. Όταν ο Δημ. Γούναρης, Υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη, απάντησε στον Δραγούμη ότι δεν είναι δυνατόν να ρυθμιστεί το θέμα των προμηθειών από την Αμερική ή την Αγγλία πριν παρέλθουν τουλάχιστον δύο μήνες, εξαιτίας της μεγάλης απόστασης, ο τελευταίος τόνισε ότι το κέντρο βάρους της Επιτροπής πρέπει να είναι η διανομή, ενώ η εξασφάλιση της προμήθειας θα επιτευχθεί με την ελευθερία του εμπορίου και ο περιορισμός της εκμετάλλευσης θα ανατίθεται στη νόμιμη δικαστική Αρχή322. Ο Δραγούμης φρονεί ότι η μεταφορά των προϊόντων πρέπει να γίνεται με τα επίτακτα πλοία και επισημαίνει ότι στο άρθρο 6 προστέθηκε το εξής εδάφιο με δική του παρέμβαση: «Η επίταξις δύναται να αφορά ή ολόκληρον πλοίον ή και μέρος αυτού, επί επιβατικών δε πλοίων δύναται να επιταχθή και μόνος ο διά φορτίον προωρισμένος χώρος του πλοίου ή και μέρος αυτού, είτε διά λογαριασμόν της Επιτροπής, είτε ιδιωτών, Ελλήνων υπηκόων»323. Κατά τον Δραγούμη, πρέπει να αφεθεί κάποια ελευθερία στις εργασίες της
Όπ.παρ., σ. 241. Όπ.παρ. Όπ.παρ.
309
Επιτροπής μέσα στα όρια των Νόμων βέβαια με σεβασμό στην ιδιωτική πρωτοβουλία . Ο Υπουργός πρέπει να διαθέτει κάποια ελευθερία ως προς την εκλογή των αντιπροσώπων των Υπουργείων. Ως προς τη συμμετοχή των ιδιωτών στην Επιτροπή, ο Δραγούμης θεωρεί ότι δεν αρκεί η συμμετοχή εφοπλιστών, εμπόρων, τραπεζιτών, αλλά θα ήταν σκόπιμη και η συμμετοχή των αντιπροσώπων των Συντεχνιών, προκειμένου να αρθεί κάθε αμφιβολία και κάθε δυσπιστία του απλού λαού για την αποτελεσματική διάθεση των αποθεμάτων και την άμεμπτη δραστηριότητα της Επιτροπής324. Ιδιαίτερη έμφαση θα δώσει στο ζήτημα του επισιτισμού της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Μακεδονίας. Οι προτάσεις του θα αφορούν κυρίως την περιοχή αυτή. Στις 26 Απριλίου 1916, θα δημοσιεύσει κάποιες σκέψεις και προτάσεις του στην εφημερίδα «Νέα Αλήθεια» Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα θα προτείνει: α) Να συσταθούν τοπικές επιτροπές κατά υποδιοικήσεις από δημόσιους υπαλλήλους και έγκριτους ιδιώτες, β) Να απαγορευτεί η εξαγωγή των σιτηρών όχι μόνο από Νομό αλλά και από υποδιοίκηση, έτσι ώστε να παραμένουν τα τυχόν υπάρχοντα τρόφιμα στον τόπο τους για κάλυψη αναγκών, γ) τα ελλείμματα των κατά τόπους αποθεμάτων να αναπληρώνονται με προμήθειες σιτηρών από τη Θεσσαλονίκη, όπου θα υπάρχει μία γενική κεντρική
επιτροπή
για την προμήθεια ειδών πρώτης ανάγκης σ' όλη τη
Μακεδονία. Ειδικώς για τη Δυτική Μακεδονία και την Κορυτσά, θα πρέπει ο ανεφοδιασμός να γίνεται επικουρικά και μέσω Θεσσαλονίκης, γιατί δεν επαρκούν τα τοπικά αποθέματα. Επίσης για τον καλύτερο συντονισμό, θα πρέπει να συννενοηθούν οι τοπικές επιτροπές Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας, ενώ για τον ανεφοδιασμό από τη Θεσσαλία μπορούν να διατεθούν τα
Όπ.παρ. σ. 242.
310
στρατιωτικά αυτοκίνητα μέχρι το Σόροβιτς. δ) Να καταστρωθεί αμέσως «Πίναξ εμφαίνων κατά χωρία τας εβδομαδιαίας και μηνιαίας ανάγκας εκάστης υττοδιοικήσεως», έτσι ώστε να είναι γνωστές οι ανάγκες για τον κατάλληλο ανεφοδιασμό, ο οποίος θα γίνεται, είτε από τις ίδιες τις επιτροπές, είτε από ειδικούς πληρεξούσιους εμπόρους των κατά τόπους κοινοτήτων. ε) Να αρθούν οι αστυνομικές διατιμήσεις για τα υπάρχοντα ελλείμματα σε κάθε υποδιοίκηση, αλλά να διατηρηθούν στις προμήθειες που γίνονται από τη Θεσσαλονίκη. στ) Να γίνει έγκαιρα για το μέλλον η καταγραφή της νέας σοδειάς, ζ) Η Κεντρική Επιτροπή Θεσσαλονίκης να παράσχει στο Γαλλικό Στρατηγείο κάθε αναγκαία πληροφορία για τις τοπικές ανάγκες, με βάση τον πίνακα που θα καταρτισθεί και να συννενοείται μαζί της για την αποφυγή οιασδήποτε παρεξηγήσεως . Επίσης θα πρέπει να παταχθή αυστηρά το λαθρεμπόριο325. Στο ζήτημα του επισιτισμού θα εστιάσει την προσοχή του και στο άρθρο του με τίτλο «Τα ζητήματα της επαρχίας μας», στην τοπική εφημερίδα «Φλώρινα», φύλλο της ιδιαίτερης εκλογικής του περιφέρειας. Το βασικότερο πρόβλημα της επαρχίας, κατά τον Δραγούμη, είναι η έλλειψη σιτηρών και αλεύρων, η οποία οφείλεται σε τρεις λόγους: α) στον αποκλεισμό που έχουν επιβάλλει οι Σύμμαχοι όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλα σχεδόν τα ουδέτερα κράτη, β) στην κατακράτηση από τους Συμμάχους των σιτοφορτίων που προορίζονται για την Ελλάδα στη Μάλτα, την Αλγερία, το Γιβραλτάρ, γ) στη μη διάθεση από τους Συμμάχους των βαγονιών για την Φλώρινα λόγω δήθεν λαθρεμπορίου. Το λαθρεμπόριο θα πρέπει ασφαλώς να παταχθή και να τιμωρηθούν οι λαθρέμποροι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι νομιμοποιούνται
«Αι Σκέψεις του κ. Ι. Δραγούμη δια τον επισιτισμόν της χώρας», Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α, φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Νέα Αλήθεια Θεσσαλονίκης, 26 Απριλίου 1916.
311
οι σύμμαχοι να δεσμεύουν τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης Φλώρινας, η οποία εξυπηρετεί όλη τη Δυτική Μακεδονία και την Κορυτσά, καταδικάζοντας σε ασιτία αθώους ανθρώπους. Κατά τον Δραγούμη, θα πρέπει να συσταθεί η κατά τον Νόμον 703 τοπική επιτροπή για τη διανομή των τροφίμων, που θα μελετήσει, το ταχύτερο δυνατό, τις ανάγκες του νομού της Φλώρινας και θα αποστείλει στη Θεσσαλονίκη πίνακα σχετικό για την αποστολή των ανάλογων βαγονιών, και θα πρέπει να συσταθεί ανάλογη επιτροπή για τους άλλους νομούς της Μακεδονίας και την Κορυτσά. Οσο για την υπερβολική κερδοσκοπία, αυτή θα μπορούσε να καταπολεμηθεί αφενός με Αστυνομική Διατίμηση, αφετέρου με την ελευθερία των συναλλαγών, η οποία θα κανόνιζε το νόμιμο κέρδος και θα προλάμβανε την υπερβάλλουσα κερδοσκοπία326. Το επισιτιστικό πρόβλημα της χώρας θα απασχολήσει τον Δραγούμη και ως βουλευτή Φλωρίνης - Καστοριάς. Στη συνεδρίαση της 6 η ς Μαίου, ο Δραγούμης θα μεμφθεί την Κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη για την επισιτιστική της πολιτική. Αφού εκφράσει τη διαφωνία του για τη διεξαγωγή μιας τέτοιας συζήτησης εκτός ημερησίας διατάξεως θα αναγνωρίσει ότι είναι ιδιαίτερα δυσχερής ο καταλογισμός ευθυνών για την παντελή έλλειψη τροφίμων σε αρκετές επαρχίες της χώρας. Πρωταρχικά βέβαια ευθύνονται οι θαλασσοκράτειρες Δυνάμεις της Entente, οι οποίες παρεμποδίζουν την αθρόα και ανεξέλεγκτη εισαγωγή σιτηρών και άλλων ειδών ευρείας κατανάλωσης σε όλα τα ουδέτερα Κράτη, που συνορεύουν με εμπόλεμα αντίπαλα Κράτη, από τον φόβο πιθανής μεταβίβασης τους σε αντίπαλες χώρες327. Εκτός όμως από τα εμπόδια αυτά, παρατηρείται βραδύτητα στην περιέλευση των ειδών αυτών στην Ελλάδα
Ι. Δραγούμη, «Τα ζητήματα της επαρχίας μας», Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Φλώρινα, 23 Απριλίου 1916. 327 ης Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 6 Μαΐου, σ.939.
312
εξαιτίας της παρακράτησης των σιτοφορτίων στο Γιβραλτάρ και τη Μάλτα, καθώς και εσωτερικά προσκόμματα με την απαγόρευση απόπλου πλοίων. «Εις αυτό το ζήτημα, το δεύτερον, νομίζω, ότι μία λεπτότερα διαχείρισις των σχέσεων μας προς τας Δυνάμεις της Συνεννοήσεως, ίσως θα ήρε τας δυσχέρειας και τας εκ παρεξηγήσεων
προστριβάς,
αι οποίαι
τυχόν
328
υπάρχουν» , θα τονίσει ο Δραγούμης. Κατά τον Δραγούμη, η ειλικρινής διαπραγμάτευση
με
την
Entente,
θα
μπορούσε
να
μετριάσει
την
ανελαστικότητα του αποκλεισμού. Επισημαίνει, συνεπώς, ο Δραγούμης την ευθύνη της Κυβέρνησης και προτείνει την εισαγωγή σιτηρών από τη Βουλγαρία329. Ο Δημ. Γούναρηςθα αποδώσει τις ελλείψεις σιτηρών στην κατακόρυφη αύξηση της κατανάλωσης τους τελευταίους μήνες και στην
άρνηση
ικανοποίησης από την Entente του αιτήματος της ελληνικής Κυβέρνησης για αύξηση των εισαγωγών σίτου έστω και για τον τελευταίο μήνα330. Ο Δραγούμης προτείνει εναλλακτικά την εισαγωγή σικάλεως και αραβόσιτου,
σε περίπτωση
έλλειψης αποθεμάτων
σίτου, ενώ
στην
παρέμβαση του Υπουργού Συγκοινωνιών Δημ. Ράλλη, ότι οι Σύμμαχοι κατέλαβαν τη Φλώρινα για να εμποδίσουν την εξαγωγή σιταριού στη Βουλγαρία, ο Δραγούμης θα απαντήσει κατηγορώντας την Κυβέρνηση ότι ανέχεται με την αδιαφορία της το λαθρεμπόριο ζάχαρης και άλλων ειδών, καλώντας την ταυτόχρονα να το πατάξει331. Παράλληλα στην τοποθέτηση του Δημ. Ράλλη ότι ο αποκλεισμός θα γίνεται όλο και ασφυκτικότερος με στόχο την τελική έξοδο της Ελλάδας από την ουδετερότητα, ο Δραγούμης θα αποσαφηνίσει τη θέση του ισχυριζόμενος ότι : «Αναμφισβητήτως, δεν θα μας εξαναγκάση κανείς να εξέλθωμεν της 328 329 330 331
Όπ.παρ., σ.939. Όπ.παρ. Όπ.παρ. Όπ.παρ.
313
ουδετερότητος, εφ' όσον δεν το θέλομεν. Εάν τα γενικά συμφέροντα του Κράτους το απαιτούν, θα το κάμωμεν, όπως πρέπει. Αλλ' είναι άλλο ζήτημα. Εγώ νομίζω ότι και χωρίς να εξέλθωμεν από την ουδετερότητα, εάν φερθώμεν κατ' άλλον τρόπον απέναντι των Δυνάμεων της Συνεννοήσεως, θα τας αναγκάσωμεν και αυτάς να φερθούν απέναντι μας κατ' άλλον τρόπον»332. Στη συνέχεια ο Δραγούμης, προτείνει την ίδρυση Τοπικών Επιτροπών για τις προμήθειες και τον επισιτισμό, οι οποίες θα λειτουργούν κατά επαρχίες κι όχι κατά Νομούς. Διαφωνεί, ωστόσο, με τον τρόπο σχηματισμού των Επιτροπών αυτών. Θεωρεί ότι οι Επιτροπές αυτές δεν πρέπει να απαρτίζονται μόνο από δημόσιους Υπαλλήλους, αλλά σε κάποιο ποσοστό πρέπει να συμμετέχουν και ιδιώτες. «Εκτός τούτου, νομίζω, ότι είναι δυνατόν να γίνωσι στατιστικοί πίνακες επί τη βάσει των οποίων να εμφαίνηται η ανάγκη η εβδομαδιαία της καταναλώσεως εκάστου χωρίου και εκάστης οικίας ακόμη, και επί τη βάσει αυτών να αποστέλληται ωρισμένον ποσόν εις πάσαν Κοινότητα» για να καταλήξει : «Αυτό ήρχισε να γίνεται ήδη εις την Μακεδονίαν. Δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας ή δύο . Αλλ' ως βλέπετε, η ύπαρξις αυτής της ελλείψεως των τροφίμων διαρκεί δύο έτη περίπου και ημπορεί να διαρκέση και άλλα δύο έτη ακόμη. Η πρώτη βάσις είναι και αφετηρία του έργου της Επιτροπής, η λήψις και συγκέντρωσις πληροφοριών παντός είδους» 333 . Ο Δημ. Γούναρης απάντησε στον Δραγούμη ότι οι Επιτροπές έχουν συγκροτηθεί, αλλά υπάρχει στατιστικών στοιχείων
μεγάλη δυσκολία στη συγκέντρωση
των
.
Στη δευτερολογία του ο Δραγούμης θα αναγνωρίσει την ύπαρξη των προβλημάτων
Όπ.παρ., σ. 941. Όπ.παρ., σ. 942. Όπ.παρ.
αυτών,
αλλά
ταυτόχρονα
θα
στηλιτεύσει
την
314
αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης ως προς τη διανομή των τροφίμων για να καταλήξει: «Ο κ. Υπουργός των Εσωτερικών εις την αγόρευσίν του εζωγράφισεν ένα τύπον εμπορίου επιτυχόντος και έναν τύπον εμπόρου αποτυχόντος. Δεν υπάρχει ουδείς λόγος το Κράτος αφ' ης έγινεν έμπορος, να γίνη έμπορος αποτυχών. Ας γίνη επιτυχών έμπορος»335. Τον Απρίλιο του 1917, η Κυβέρνηση Αλεξ. Ζαίμη προχώρησε στην ίδρυση
ξεχωριστού
Υπουργείου,
του
Υπουργείου
Επισιτισμού
και
Αυτάρκειας, αρμόδιου για τα θέματα σιτάρκειας της χώρας. Με αφορμή την ίδρυση του συγκεκριμένου Υπουργείου, ο Δραγούμης θα δημοσιεύσει στην «Πολιτική Επιθεώρηση» σχετικό άρθρο με τίτλο: «Δέκατον Υπουργείον». Στο άρθρο αυτό θα υποστηρίξει ότι «επί δύο αναγκών εστήριξε η Κυβέρνησις την απόφασίν της δια την ίδρυσιν και δέκατου Υπουργείου : 1) εις την ανάγκην να ξεγελάση την δυσφορίαν του λαού κατά της αποτυχούσης επιτροπής των προμηθειών και 2) εις την ανάγκην όπου ευρισκόμεθα μήτε να ελέγχωμεν μήτε να κατακρίνωμεν τας πράξεις της Κυβερνήσεως επειδή, λόγω των εξωτερικών και εσωτερικών περιστάσεων, δεν αρμόζει να καθιστώμεν δυσκολωτέραν την θέσιν της»336. Η προσπάθεια της Κυβέρνησης να ξεγελάσει τη λαϊκή δυσφορία για την αναποτελεσματικότητα της επιτροπής προμηθειών με το να τη διαλύσει και να αναθέσει τα καθήκοντα της σε νέο υπουργείο δεν θα πετύχει απόλυτα. Αν υποθέσει κανείς ότι μπορεί να πετύχει καλύτερα από την Επιτροπή Προμηθειών το αρτισύστατο υπουργείο, θα μπορούσε και η Επιτροπή με λίγη καλή θέληση να είχε πετύχει, διότι δεν σημαίνει ότι η μετονομασία της επιτροπής και η αναβάθμιση της σε Υπουργείο θα καταστήσει τους διαχειριστές των προμηθειών ικανότερους . Αν μάλιστα αποτύχει το νέο
335
Όπ.παρ. Ι. Δραγούμης «Δέκατον Υπουργείον» , Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φακ,. 35, Υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
336
315
Υπουργείο, τότε η διαμαρτυρία της κοινής γνώμης θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη. Ο Τύπος ομόφωνα επικρότησε τη σύσταση του Δέκατου Υπουργείου, με το σκεπτικό ότι η φροντίδα για την επάρκεια της χώρας δεν πρέπει να εξαρτάται από την άρση του αποκλεισμού, διότι, κι αν ακόμη αρθεί ο αποκλεισμός, ουσιαστικά θα εξακολουθεί να υφίσταται, αφενός αφού οι Σύμμαχοι έχουν κατάσχει τον ελληνικό εμπορικό στόλο και αφετέρου οι Γερμανοί έχουν προκαλέσει μεγάλη έλλειψη μεταφορικών μέσων για τους Συμμάχους από τους οποίους και η Ελλάδα περιμένει τον ανεφοδιασμό της . Αλλωστε το ζήτημα της επάρκειας της χώρας δεν πρέπει να θεωρείται πρόσκαιρο και επουσιώδες, αλλά ζήτημα από το οποίο εξαρτάται η ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους. Ο Δραγούμης συμφωνεί με το παραπάνω σκεπτικό, διαφωνεί, όμως, με την αναγκαιότητα ίδρυσης νέου υπουργείου χωρίς ταυτόχρονη, κατά την άποψη του, εξυγίανση ανθρώπων και θεσμών. Επειτα, θα μπορούσαν, οι αρμοδιότητες για τον επισιτισμό και τη σιτάρκεια της χώρας να εκχωρηθούν στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Με τον τρόπο αυτό θα περιστέλλονταν οι δημόσιες δαπάνες και δεν θα υπήρχε σύγκρουση αρμοδιοτήτων337. Θα υποστηρίξει ο Δραγούμης: «Ιδρυσις νέου υπουργείου εις την Ελλάδα, ίσως και εις άλλας χώρας, σημαίνει ενοικίασιν οικήματος, αύξησιν υπαλλήλων και θέσεων, επιβάρυνσιν του προϋπολογισμού του Κράτους χωρίς ανάλογα αντισταθμίσματα ... Σημαίνει επίσης η σύστασις νέου Υπουργείου πολλαπλασιασμόν
γραφικής ύλης, φωτισμού, θερμάνσεως,
συντηρήσεως γραφείων, υπηρετών, θυρωρών κ.λ.π. Σημαίνει ακόμη και πολλαπλασιασμόν της γραφειοκρατίας και ενίσχυσιν της θεσιθηρίας. Νέον Υπουργείον θα ειπη σπατάλην δημοσίου χρήματος και πολλαπλασιασμόν
' Όπ. παρ.
316
της γραφειοκρατίας»338, βρίσκοντας ταυτόχρονα την ευκαιρία να στηλιτεύσει τις ανεπαρκείς διοικητικές δομές του νεοελληνικού κράτους και την υπερδιόγκωση του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα. Ο Δραγούμης δεν θα διστάσει να προτείνει την εισαγωγή σιτηρών και από τη Νότια Αμερική 339 , ενώ απαραίτητη για τη σωστή διανομή των σιτηρών θα κρίνει την βελτίωση της οδοποιίας, και ιδίως την κατασκευή της οδού Κορυτσάς - Φλώρινας340. Οι προτάσεις του Δραγούμη για την επίλυση του επισιτιστικού προβλήματος της χώρας σχετίζονται άμεσα με την οξύτατη κριτική του για τις επεμβάσεις των Δυνάμεων στην Ελλάδα. Παράλληλα, καταθέτει, όπως είδαμε, τις προτάσεις του για ορισμένα ζητήματα οικονομικής πολιτικής, όπως τον ρόλο του Κράτους στη διεξαγωγή του εμπορίου. Όπως, όμως, αναφέραμε, μετά τη δημοσίευση του άρθρου: «Το Πραγμάτων»
Μάθημα
στην «Πολιτική Επιθεώρηση», ο Δραγούμης διέκοψε
την πολιτική του σταδιοδρομία παίρνοντας
των βίαια
τον δρόμο της αναγκαστικής
εκτόπισης στην Κορσική.
/
<»
- ^*s 338
Όπ. παρ. Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 12ης Φεβρουαρίου 1916, σ. 283. ìi0 Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 26 ης Μαίου 1916, σ. 1033. 339
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΕΠΟΠΤΕΥΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΒΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ (1915-1920)
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΦΩΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ
ΤΟΜΟΣ Β'
ΑΘΗΝΑ 2005
317
ΜΕΡΟΣ Γ' : Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1917-1920 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α': Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ (1917-1919) σ. Ο Δραγούμης στην Κορσική Μετά τη δημοσίευση του άρθρου: «Το Μάθημα των Πραγμάτων», με το οποίο ο Δραγούμης επιτίθετο σφοδρά εναντίον της Entente, ο στρατηγός Zonnart συμπεριέλαβε τον Δραγούμη στον κατάλογο των εξόριστων μαζί με τα
ονόματα
των
Γούναρη,
Δούσμανη,
Μεταξά.
Μερκούρη,
Σαγιά,
Πεσμαζόγλου κ.α. Η προκήρυξη για την απέλαση του δημοσιεύτηκε στις 5 Ιουνίου 1917. Οι Γάλλοι απαίτησαν από την Ελληνική Κυβέρνηση να εκτοπίσει "aussi loin que possible de leur de meure normale"1 και να επιτηρεί διαρκώς
με απειλή
αυστηρότερων
μέτρων
πολιτικούς υπαλλήλους και αξιωματικούς
πλήθος
άλλους ιδιώτες,
και μεταξύ αυτών τον Στ.
Δραγούμη, τον Σκουλούδη, τον Λάμπρο κ.λ.π. Το όνομα του Ι. Δραγούμη περιλαμβάνεται χειρόγραφο στον κατάλογο των προσώπων εκείνων που θα εκτοπίζονταν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον κατάλογο αυτό ο Δραγούμης αναφέρεται ως δημοσιογράφος κι όχι ως βουλευτής2. Ο Δραγούμης ειδοποίησε με τον αδελφό του Φίλιππο τον Αλ. Ζαΐμη πως, σύμφωνα με μία πληροφορία που είχε, είχε οργανωθεί συνωμοσία από Βενιζελικούς στην Ελβετία για να δολοφονήσουν τον Κωνσταντίνο πριν ή αφού φθάσει εκεί. Ζητούσε λοιπόν από τον Ζαΐμη να τηλεγραφήσει αυτή την
«Οσο το δυνατόν μακρύτερα από τον τόπο της κανονικής τους διαμονής» Ο κατάλογος αυτός φυλάσσεται στα Αρχεία του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών. Βλ. MAE Grèce 1914-1918/295-296. Liste des personages expulsés.
318
είδηση για να ληφθούν έγκαιρα μέτρα προφύλαξης3. Στο μεταξύ, ο Δραγούμης είχε διαβεβαιώσει τον βασιλιά ότι θα εργαστεί για την ταχεία επιστροφή του λίγο πριν την αναχώρηση του από το Τατόϊ, ενώ, στις 7 Ιουνίου 1917 μαζί με τους άλλους συνεξορίστους του αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά 4. Έτσι διακόπηκε βίαια μία ιδιαίτερα ενεργής πολιτική δραστηριότητα που, όπως διαπιστώσαμε από την προηγούμενη ανάλυση μας, δοκιμάστηκε στον δημοσιογραφικό κυρίως στίβο. Επιβεβαίωση της εκτίμησης που έχαιρε ο Ίων Δραγούμης στον χώρο των αντιβενιζελικών πολιτικών παραγόντων αποτελεί και η πληροφορία που μας δίνει ο Φιλ. Δραγούμης πως ο Γ. Στρέϊτ σε μία συνάντηση
του με τον Στ. Δραγούμη δέχτηκε, σε περίπτωση
αντικατάστασης του Ζαΐμη από τον τελευταίο στην πρωθυπουργία,
να
αναλάβει το Υπουργείο Εξωτερικών ο Ίων5. Στο μεταξύ, η «Εστία» δημοσίευσε είδηση, κατά την οποία ο Κάιζερ, όταν πληροφορήθηκε την εκθρόνιση του
Κωνσταντίνου, απειλούσε να
τιμωρήσει τους υπεύθυνους, καθώς και την πληροφορία ότι ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να σχηματίσει κυβέρνηση στο εξωτερικό5. Κατόπιν τούτου οι Σύμμαχοι αποφάσισαν να μην επιτρέψουν τη μετάβαση των εξόριστων στην Ελβετία, όπως αρχικά είχε αποφασισθεί, αλλά να μεταφερθούν στη Γαλλία, όπου θα μπορούσαν ελεύθερα να εκλέξουν τόπο διαμονής στο Γαλλικό έδαφος εκτός από το Παρίσι 7 . Ο Γ. Πεσμαζόγλου γράφει σχετικά: «Το πλοίον απήρε την Τετάρτην 7/20 Ιουνίου 1917 εις τας 6 μ.μ. προς άγνωστον εις ημάς κατεύθυνσιν. Το Σάββατον 10/23 Ιουνίου, εφθάσαμε εις τον λιμένα της Μάλτας Marsa
"' Φιλ. Δραγούμη, Ημερολόγιο (1916 - 1919). Εισαγωγή, επιμέλεια, σχόλια Γιώργος Ιωάννου. Αθήνα - Γιάννενα. 1984. σ. 30. Όπ. παρ. σ. 3 1. ' Όπ. παρ. σ. 21. 6 Εστία. 6 Ιουνίου 1917. Γ. Πεσμαζόγλου, Το χρονικόν της ζωής μου. Αθήναι 1979. σ. 72.
319
Scirocco και τη Δευτέρα εις το Sidi Abb-Allah της Τύνιδας. Η επί του πλοίου διαμονή είχε καταστεί αφόρητος λόγω της ζέστης, των μυγών και της αθλίας ποιότητας της τροφής ... Μετά δύο ημέρας μεθωρμίσθημεν εις Μπιζέρταν και την
νύκτα της Πέμπτης προς Παρασκευήν μας υποχρέωσαν να μείνωμε
άγρυπνοι, διότι επρόκειτο να διέλθωμεν ζώνην βρίθουσαν γερμανικών υποβρυχίων. Την Παρασκευήν 16/29 Ιουνίου 1917 εφθάσαμεν εις το Αιάκειον της Κορσικής, εις τας 3.45 μ.μ.»8. Στο Αιάκειο της Κορσικής εξορίσθηκαν μαζί με τον Ι. Δραγούμη ο πρώην Πρωθυπουργός Δ. Γούναρης, ο αρχηγός και ο υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Β. Δούσμανης και Ι. Μεταξάς, ο Κ. Εσλιν, ο πρώην Δήμαρχος Αθηναίων Σ. Μερκούρης και ο γιος του Στ. Μερκούρης, βουλευτής, ο Γ. Πεσμαζόγλου, βουλευτής, ο Ι. Σαγιάς και μερικοί άλλοι9. Ο Γ. Πεσμαζόγλου γράφει: «Οι Εσλιν, Δούφας, Ράμμος, Σαγιάς και Γιάνναρος (της Εσπερινής) εγκατεστάθησαν εις το Hotel de France, οι λοιποί, Γούναρης, Δούσμανης, οικογένεια Μεταξά, οικογένεια Μερκούρη, ο Ίων Δραγούμης και ημείς οικογενειακώς εις το Hotel Continental"
10
. Μετά την άφιξη των
εξόριστων στο Αιάκειο, ο Νομάρχης Κορσικής Pugliese Conti ζήτησε να ορισθούν τρεις από τους εξόριστους ως σύνδεσμοι με τις Αρχές. Ως τέτοιοι σύνδεσμοι ορίσθηκαν ο Γ. Πεσμαζόγλου, ο Γ. Μερκούρης και ο Ίων Δραγούμης. Ο Δραγούμης επανειλημμένως διαμαρτυρόταν κατά των Γαλλικών Αρχών, κάθε φορά που ανέκυπτε ζήτημα στις σχέσεις μεταξύ Αρχών και εξόριστων. Όταν ο Νομάρχης Ανρύ εξέδωσε διαταγή για απέλαση του Ι. Μάλλωση από το Αιάκειο στο Κορτέ της Κορσικής με αφορμή ύποπτες σχέσεις του τελευταίου με Έλληνες, ο Δραγούμης τον υποστήριξε σθεναρά11.
8
Όπ. παρ. σ. 7 4 - 75. Φύλλα Ημερολογίου, τ. ΣΤ", σημ. 2. σελ. 149. Γ. Πεσμαζόγλου. όπ. παρ. σ. 76. " Ιωάννη Μάλλ(οση, Ο Ίων Δραγούμης εξόριστος (Κορσική - Σκόπελος). Εκδ. Πελασγός. Αθήναι 1992. σ. 30.
320
Όταν πάλι είχε συλληφθεί ο Ράμμος, εναντίον του οποίου είχε διατυπωθεί κατηγορία από τον Sarrail για κατασκοπεία και ο διευθυντής της Αστυνομίας Regnault, κατά την ανάκριση, επιχείρησε να παγιδεύσει τον Ράμμο, ο Δραγούμης όταν τον συνάντησε, του τόνισε ότι τα ανακριτικά αυτά μέσα δεν αρμόζουν στη Γαλλία 12. Ο ίδιος ο Δραγούμης θα καταγράψει στο Ημερολόγιο του: «Όταν μου μιλούσε ο νομάρχης κ. Allah προχτές, μου είπε κοντά στα άλλα: - Εγώ αν ήμουν θα σας τουφέκιζα τότε (δηλ. τον καιρό που μας πρόσταξε ο Zonnart να φύγουμε από την Ελλάδα). Τον ρώτησα - Και γιατί; παρακαλώ. Με τι δικαίωμα; - Για τα γεγονότα της 18 Νοεμβρίου/4 Δεκεμβρίου. - Γιατί; επειδή αντισταθήκαμε που ήλθατε στην πρωτεύουσα μας για να μας πάρετε τα όπλα μας;
Τι
θέλατε
που
αποβιβαστήκατε
στο
έδαφος
μας; - Ας
μη
συζητήσουμε.»13. Φαίνεται όμως ότι οι σχέσεις των Ελλήνων εξόριστων με το νομάρχη Allain υπήρξαν ομαλότερες, σε σχέση με τους προκατόχους του Νομάρχες. Ο Allain συχνά επέκρινε τα σφάλματα που είχε διαπράξει η Entente στο παρελθόν στις σχέσεις της με την Ελλάδα και είχε δώσει την εντύπωση ενός φιλελεύθερου ανθρώπου. Ο
Δραγούμης
παρενέβη δυναμικά και κατά τη σύλληψη του Μιχ.
Σακελλαρίου, κατά του οποίου διατυπώθηκε κατηγορία για συνεννοήσεις με τον εχθρό και για καθύβριση της Γαλλικής Δημοκρατίας, μέσα από παράνομη αρθρογραφία του. Διαμαρτυρήθηκε, λοιπόν, σφοδρά ο Δραγούμης κατά της κατάσχεσης
των
πολύτιμων
ιστορικής
σημασίας
χειρογράφων
του
Σακελλαρίου14. Ο Δραγούμης, από την πρώτη κιόλας στιγμή, διαμαρτυρήθηκε για την αθέτηση της υπόσχεσης του Zonnart ότι οι εξόριστοι θα επέλεγαν οι ίδιοι τον τόπο της διαμονής τους. Διαμαρτυρήθηκε επίσης και για την απαίτηση των
" Όπ. παρ. σ. 3 Ι. "' Φύλλα Ημερολογίου, τ. ΣΤ". Κορσική. 3 Οκτωβρίου 1918. σ. 4. 4 Ι. Μάλλωσης, όπ. παρ. σ. 33.
321
Αρχών για την κάλυψη των δαπανών της διαμονής τους στο Αιάκειο από τους ίδιους, ενώ αρχικά η Γαλλία τους είχε υποσχεθεί ότι θα κάλυπτε αυτή τα έξοδα15. Σε πρώτη φάση η διαμαρτυρία αυτή είχε ευνοϊκό αντίκτυπο, αφού ο Νομάρχης διαβεβαίωσε τους εξόριστους ότι θα επιλέξουν αυτοί τον τόπο της διαμονής τους 16. Τον Ιούλιο του 1917, απέστειλε επιστολή διαμαρτυρίας στον Ribot με την οποία διαμαρτυρόταν για την αθέτηση της υπόσχεσης των Γαλλικών Αρχών προς τον Ζαΐμη ότι οι εξόριστοι θα επέλεγαν ελεύθερα τον τόπο διαμονής τους στη Γαλλία.17 Ζήτησε επίσης την φιλική συνδρομή
του Cambon και του Μ.
Παλαιολόγου, παλιών του γνώριμων από την διπλωματική του υπηρεσία στο Βερολίνο και την Πετρούπολη, καθώς και την παρέμβαση του προσωπικού του φίλου M. Barrés.18 Από την πλευρά της η Γαλλική κυβέρνηση τελικά όχι μόνο δεν επέτρεψε την ελεύθερη επιλογή των κρατουμένων για τον τόπο διαμονής τους, αλλά και αξίωσε από την Ελλην. Κυβέρνηση να αναλάβει τη διατροφή των κρατουμένων στην Κορσική.19 Τον Αύγουστο του 1918, ο Δημ. Γούναρης απέστειλε μακρά επιστολή διαμαρτυρίας στον Γάλλο πρωθυπουργό Clemenceau. Στην επιστολή αυτή, αφού επικρίνει δριμύτατα την ωμή Γαλλική παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας και την επιβληθείσα κατάλυση της ελληνικής ουδετερότητας διαμαρτύρεται για την άδικη, όπως την χαρακτηρίζει, εξορία του στην Κορσική, θεωρώντας ότι τα περιοριστικά μέτρα που έλαβε η Γαλλική 15
Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 28, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Οπ.παρ. 17 Ministère des Affaires Entrangères. Archives diplomatiques, t. 296 Abdication du Roi Constantin (Jul 1917). Dragoumis à Ribot, 16 Juilliet 1917 και Y. Mourèlos, L ' Intervention ... όπ. παρ. σ. 166. 18 Y. Mourèlos, όπ .παρ., σ. 166. 19 A.Y.E. A 19(20), 1917, Κρατούμενοι Κορσικής, Κόλλας προς Ν. Πολίτην 28 Νοεμβρίου/11 Δεκεμβρίου 1917. 1
322
Κυβέρνηση συνιστούν κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων αξιών και δικαιωμάτων και απάδουν προς τις φιλελεύθερες αξίες που επαγγέλλονται οι Σύμμαχοι. Ο Γούναρης, αφού εξαπέλυσε δριμύ κατηγορητήριο ενάντια στη βενιζελική κυβέρνηση θα καταλήξει: «Δεν επιμένω περισσότερο, κύριε Πρόεδρε, σε αυτά που οι φτωχοί συμπατριώτες μου έχουν υποφέρει από την φρικτή ημέρα που οι δυνάμεις είχαν τη μοιραία έμπνευση να εγγυηθούν με ένοπλη εισβολή, την εσωτερική ελευθερία της χώρας του (...). Γράφοντας αυτή την επιστολή ελπίζω σε δύο σκοπούς: απ' τη μια να προσελκύσω την προσοχή σας στην αξιοθρήνητη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η άμοιρη Ελλάδα- απ' την άλλη, να τραβήξω εξίσου την προσοχή σας στις σκέψεις που αυτή η κατάσταση έχει προκαλέσει σε έναν άνθρωπο, που, αν και σήμερα περιορισμένος, μπορεί ωστόσο να καμαρώνει πως έχει αγαπήσει και υπηρετήσει με αφοσίωση και ειλικρίνεια αυτή τη χώρα, της οποίας η ευτυχία θα είναι πάντοτε ο μοναδικός σκοπός της ύπαρξης του».20 Ο Clemenceau ουδέποτε απάντησε σ' αυτή την επιστολή.21 Ο
Δραγούμης
υπήρξε
συνδρομητής
των
«Times»
και
του
«Μαγχεστριανού Φύλακα», ενημερωνόταν για ζητήματα σχετικά με την Ελλάδα και το Ανατολικό Ζήτημα και σύχναζε στο δωμάτιο του Εσλιν. Στις 19 Σεπτεμβρίου,
κατά το παράδειγμα
του Γούναρη, απέστειλε κείμενο
διαμαρτυρίας για δημοσίευση στη «Manchester Quardian». Με το κείμενο αυτό διαμαρτυρόταν για την ωμή επέμβαση των Αγγλο - γάλλων στα εσωτερικά της Ελλάδας, την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου και τη βίαιη εκτόπιση του από τις Γαλλικές Αρχές και καταλήγει: «Μ' αυτόν τον τρόπο μας κρατούν εδώ, πραγματικούς αιχμαλώτους της Αγγλίας και της Γαλλίας, δεκατέσσερις μήνες και πάνω. Πρόκειται τούτο να βαστάξη ακόμα πολύ; Δεν υπάρχουν πλέον αληθινοί φιλελεύθεροι στην Αγγλία για να διαμαρτυρηθούν Α.Υ.Ε. Α/19/(20) 1917. Κρατούμενοι Κορσικής. Ρωμανός προς Πολίτη, 22 Αυγούστου 1918 και Y. Mourèlos, L'Intervention... όπ. παρ., σ. 166-167. Βλ. επίσης Y. Mourèlos, La Mission Jonnart... όπ. παρ., σ. 202. 21 Υ. Mourèlos, L ' Intervention... όπ. παρ., σ. 167.
εναντίον της κρατήσεως και του περιορισμού στη Γαλλία ξένων υπηκόων από δύο φιλελεύθερες δυνάμεις που δεν είχαν κανένα δικαίωμα να επέμβουν εις τα εσωτερικά ζητήματα ξένης, ελεύθερης και ανεξάρτητης χώρας της Ελλάδας; Οι Άγγλοι γενικώς είναι δίκαιος λαός και η μη διαμαρτυρία τους ίσως πρέπει να αποδοθεί στο γεγονός ότι δεν εγνώριζαν τίποτε σχετικά με την περίπτωση αυτή, όπως την εκθέτω για τους αναγνώστες της «Manchester Quardian»22, θα καταλήξει ο Δραγούμης. Ο Διευθυντής της εφημερίδας απέστειλε αυθημερόν τη διαμαρτυρία του Δραγούμη στους Ι. Γεννάδειο και Κακλαμάνο.23 Η «Manchester Quardian» δημοσίευσε τη διαμαρτυρία του Δραγούμη, παραθέτοντας ταυτόχρονα και ένα σχόλιο δηκτικό για τη μέχρι τότε στάση του. Η εφημερίδα κατηγορεί τον Δραγούμη ότι μαζί με τον έκπτωτο μονάρχη και άλλους ομοϊδεάτες του στράφηκαν με πράξεις τους κατά των Συμμάχων. Η προδοσία του πρώην βασιλιά Κωνσταντίνου προκάλεσε τη δολοφονία στην Αθήνα πολλών Αγγλων και Γάλλων ναυτικών, την αναστάτωση των συμμαχικών σχεδίων στη Καλλίπολη, τη βουλγαρική κατάληψη στρατηγικών σημείων στα Βαλκάνια και πολλές άλλες σοβαρές βλάβες στους Συμμάχους. Γι' αυτά τα εγκλήματα οι συμμαχικές κυβερνήσεις εγκαλούν και τον Ι. Δραγούμη.
Θα μπορούσε
ουδέτερη χώρα.
βέβαια να κρατηθεί ο Δραγούμης σε μία
ταυτόχρονα, όμως, θα μπορούσαν
να
σταλούν οι
κρατούμενοι πίσω στην Ελλάδα και σίγουρα τότε θα αντιμετώπιζαν πολύ χειρότερη συμπεριφορά και καταλήγει : «κανένας δεν αρέσκεται ιδιαίτερα να βλέπει πρόσωπα κρατούμενα αλλά γενικά αμφιβάλλουμε αν ο κ. Δραγούμης και οι φίλοι του θα βρουν με την προσφυγή των ειδικά συμπαθητικήν απήχηση στην αγγλική κοινή γνώμη» 24. Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο
" Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. β". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη]. Βλ. επίσης Α.Υ.Ε. Â/19/20 1917. Αρ. 4571. :; Α.Υ.Ε. Α.Ί9/20 191 7. Αρ. 81 14 και 81 Ι". "4 Manchester Quardian. 19 Σεπτεμβρίου 1918.
324
φύλλο της «Manchester Quardian» της 19ης Σεπτεμβρίου 1918, μαζί με τη διαμαρτυρία του Δραγούμη και είχε τον τίτλο «Παράπονα ενός Έλληνα». Ο Δραγούμης απάντησε στο άρθρο αυτό στις 4 Οκτωβρίου, τονίζοντας ότι το άρθρο δεν ήταν καθόλου πειστικό για το δικαίωμα της Αγγλίας και της Γαλλίας να στερούν την ελευθερία ενός Έλληνα πολίτη και ότι το άρθρο περιέχει μερικές πολύ προσβλητικές παρατηρήσεις για κείνους τους Έλληνες που. μαζί με την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, θεωρούσαν πως η σωστή πολιτική της Ελλάδας κατά τον τωρινό πόλεμο ήταν να μείνει ουδέτερη, όσον καιρό τα ζωτικά της συμφέροντα δεν κινδύνευαν κι όσο δεν είχε να κερδίσει από τη συμμετοχή της στον πόλεμο, και παράλληλα πίστευαν ότι ορισμένοι όροι ήταν αναγκαία προϋπόθεση για τη συμμετοχή της χώρας στον πόλεμο. Στη συνέχεια, ο Δραγούμης απορρίπτει την κατηγορία ότι είναι αντιανταντικός. «Μπορεί να έχω σοβαρούς λόγους να είμαι αντιβενιζελικός, αλλά τούτο δε σημαίνει πως αναγκαστικά είμαι αντιανταντικός .... Εγώ δεν υπήρξα ποτέ αντιανταντικός - όλοι το γνωρίζουν αυτό στην Ελλάδα- ενόσω οι Σύμμαχοι, σεβόμενοι την ουδετερότητα, κυριαρχία και ανεξαρτησία μας, δεν
είχαν
επέμβει
στα
εσωτερικά
μας πράγματα
και
ενόσω
δεν
προσπαθούσαν να θυσιάσουν προς χάρη της Βουλγαρίας την ακεραιότητα του ελληνικού εδάφους ....»
25
. Ακόμη, ο Δραγούμης δεν θεωρεί υπεύθυνη
την Ελλάδα για την αναστάτωση των συμμαχικών σχεδίων στην Ανατολή. Τονίζει ότι γι' αυτή την αναστάτωση ευθύνεται η προσπάθεια των δυτικών διπλωματών να προσεταιρισθούν τη Βουλγαρία θυσιάζοντας τα ελληνικά συμφέροντα και η ανάμειξη τους στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της Ελλάδας 26 . Στις 23 Νοεμβρίου 1918, ο Δ. Γούναρης, ο Ι. Μεταξάς και ο Γ. Πεσμαζόγλου θα αποδράσουν. Μετά την υπογραφή της ανακωχής, η Γαλλική " Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35, υποφάκ. γ". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 6 " Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
325
Κυβέρνηση αποφάσισε να επιτρέψει των επαναπατρισμό των εξόριστων. Οι εξόριστοι, όμως, διαμαρτυρήθηκαν θεωρώντας ότι, αν παραδοθούν στη κυβέρνηση Βενιζέλου, θα διωχθούν για πολιτικά αδικήματα. Γράφει ο Γ. Πεσμαζόγλου: «Όλοι, πλην του Γούναρη, του Μεταξά και εμού, ενόμιζαν ότι οι Γάλλοι, ευρεθέντες εις δύσκολον θέσιν κατόπιν της διαμαρτυρίας μας, είχαν αποφασίσει να μας αφήσουν ελεύθερους μέχρι της διεξαγωγής εκλογών εις την Ελλάδα. Ο Γούναρης τότε ενεπιστεύθη εις την Ειρήνην, τον Μεταξάν, τον Ίωνα Δραγούμη και εμέ, ότι είχε αποφασίσει από καιρόν να δραπετεύσει και ότι προήλθε ήδη εις τας απαιτούμενος συνεννοήσεις, θα εξετέλει δε την απόφασίν του, μόλις συνεκέντρωνε τα απαιτούμενα προς τούτο μέσα. Μας προέτεινε να δραπετεύσουμε μετ' αυτόν. Ο Μεταξάς και εγώ συνηνέσαμεν, ο Δραγούμης, όμως, μη έχων να φοβηθεί διώξεις, ως έλεγεν, προετίμα να επαναπατρισθή....»27 Έτσι, οι Γούναρης, Μεταξάς, Πεσμαζόγλου
θα αποδράσουν
στη
Σαρδηνία
στις
23
Νοεμβρίου/6
Δεκεμβρίου 1918. Ο Δραγούμης γνώριζε αυτό το εγχείρημα. Ίσως έτσι εξηγείται και η απουσία καταγραφών στο προσωπικό του Ημερολόγιο από 17 Νοεμβρίου έως 10 Δεκεμβρίου 1918. Προφανώς δεν ήθελε να πέσουν οι σελίδες αυτές στα χέρια των γαλλικών Αρχών. Στο Αρχείο Ι. Μεταξά δεν υπάρχει ημερολόγιο της Κορσικής. Σε μεταγενέστερες εγγραφές του, όταν αναφέρεται στην απόδραση, δεν εμφανίζεται πουθενά ο Δραγούμης. Όταν υπογράφτηκε η ανακωχή και συγκεκριμένα μετά την απόδραση των τριών κι ενώ στο Παρίσι συγκαλούνταν η Διάσκεψη της Ειρήνης, ο Ίων Δραγούμης συνέταξε και απέστειλε στους Πρωθυπουργούς της Γαλλίας, Αγγλίας και Ιταλίας και στον Πρόεδρο των Η.Π.Α. έγγραφο διαμαρτυρίας, το οποίο, εκτός του Ίωνα Δραγούμη, υπέγραψαν και ο Ανδρ. Μπάϊρας, ο Στ. Ρήγας, ο Θεόδ. Ράμμος, ο Κ. Εσλιν, ο Μιχ. Σακελλαρίου. Οι άλλοι συνεξόριστοι επιδοκίμασαν απόλυτα το περιεχόμενο, αλλ' ενέμειναν στην Γ. Πεσμαζόγλου. όπ. παρ. σ. 88 - 89.
326
άποψη ότι κάθε διάβημα των Ελλήνων εξόριστων που θα απευθυνόταν στους Συμμάχους σε τίποτε δε θα ωφελούσε. Στη διαμαρτυρία αυτή, αφού εξεταζόταν η θέση της Ελλάδας από εσωτερική
και
εξωτερική
άποψη,
αφού
καταγγέλλονταν διάφορες
εγκληματικές πράξεις της Κυβέρνησης εναντίον αντιφρονούντων, καταδίκες, εξορίες και διώξεις κάθε είδους, υποστηριζόταν η άποψη ότι η ελληνική Βενιζελική αντιπροσωπεία
για τις διαπραγματεύσεις της ειρήνης δεν
μπορούσε να θεωρηθεί ότι εκπροσωπούσε ολόκληρο το ελληνικό έθνος. Επικρινόταν επίσης, η επέμβαση των Συμμάχων στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας και τονιζόταν ότι κανένα τέτοιο δικαίωμα δεν απέκτησαν ποτέ οι Δυτικές Δυνάμεις. Στην κατακλείδα, ο Δραγούμης τόνιζε ότι η ειρήνη στην Εγγύς Ανατολή θα εξασφαλιζόταν, αν εξεταζόταν αμερόληπτα το Ελληνικό ζήτημα και επανορθώνονταν οι αδικίες σε βάρος του Ελληνισμού Ο
αρχηγός
του
Πολιτικού
Γραφείου του
28
.
Προέδρου
Wilson,
συνταγματάρχης House απάντησε στον Δραγούμη ότι: «ο κ. Πρόεδρος μετά πολλής ευχαριστήσεως έλαβε και ανέγνωσε μετά προσοχής το έγγραφον των Ελλήνων εξόριστων ,..»29. Τον Ιανουάριο του 1919, φαινόταν ότι η εξορία των Ελλήνων αντιβενιζελικών έφτανε στο τέλος της. Ο υπαστυνόμος, που ήταν υπεύθυνος για τη φύλαξη τους, είπε στον Δραγούμη ότι βούληση των κυβερνήσεων Γαλλίας, Ιταλίας και Αμερικής είναι να επιλυθεί το ζήτημα μέσα στον Ιανουάριο, θα έπρεπε όμως να αναμένουν οι εξόριστοι την άφιξη του νέου Νομάρχη 30 . Ο Δραγούμης συναντήθηκε τελικά με τον νέο Νομάρχη, ο οποίος αφενός δήλωσε άγνοια για το θέμα, αφετέρου περιόρισε ακόμη
" s Αρχ. Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α', φάκ. 35. υποφάκ. γ'. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ. Φυ'/j.a Ημερολογίου, τ. ΣΤ", Κορσική. 31 Ιανουαρίου 1919. σ. 37.
327
περισσότερο τους εξόριστους για να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα των αποδράσεων31. Παρά το γεγονός ότι η πολιτική του δραστηριότητα είχε ανασταλεί αναγκαστικά, ο Δραγούμης θα επιχειρήσει να εμφανιστεί πολιτικά κατά τη στιγμή της Διάσκεψης της Ειρήνης με την αποστολή του πολύκροτου Υπομνήματος του στις 11/24 Ιανουαρίου 1919. Με το Υπόμνημα του αυτό ανέπτυσσε τις ελληνικές βλέψεις και διεκδικήσεις. Το Υπόμνημα μεταφράσθηκε από τον Φίλιππο Δραγούμη και δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες (5, 12, 19 Δεκεμβρίου 1920) στην «Πολιτική Επιθεώρηση». Στα Αρχεία του Quai α" Orsay φυλάσσεται το πρωτότυπο χειρόγραφο του Υπομνήματος, χωρίς κανέναν περαιτέρω σχολιασμό32. Στο Υπόμνημα εξετάζεται η διεθνής θέση της Ελλάδας, κατά την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η εκκρεμότητα του ζητήματος των νήσων του Αιγαίου και η τουρκική πολιτική, οι αναρίθμητες ευκολίες που χορηγήθηκαν από την Ελλάδα στη Σερβία σ' όλη τη διάρκεια του πολέμου κ.α. Έπειτα, γίνεται λόγος για την αξίωση της Αγγλίας και της Γαλλίας να θυσιασθούν ελληνικά και σερβικά εδάφη της Μακεδονίας προς όφελος της Βουλγαρίας. Εκτίθενται λεπτομέρειες για την εκστρατεία των Δαρδανελλίων και τις ενέργειες των Συμμάχων για είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο και τα σχετικά με την παραίτηση της Κυβέρνησης Βενιζέλου τον Φεβρουάριο του 1915. Αναφέρεται η κατάληψη από τους Άγγλους τηςΊμβρου, της Λήμνου και της Τενέδου και η μετέπειτα κατάληψη της Μήλου, της Μυτιλήνης, της Κέρκυρας από τους Γάλλους και της Σούδας από τους Άγγλους. Εξιστορούνται τα διαβήματα της κυβέρνησης Γούναρη, για συμμετοχή στον αγώνα με βάση κάποια στρατιωτική συμφωνία και η απόρριψη τους, η επιβληθείσα νηοψία των 31 32
Ελληνικών ατμόπλοιων, ο αποκλεισμός
Όπ.παρ. MAE Europe 1918-1940/gr. 71. Politique extérieure, Αρ. 3.
του
Ελληνικού εμπορίου, η κατακράτηση σιτοφορτίων, γαιανθρακοφορτίων και η παρεμπόδιση
των τηλεγράφων με πρόφαση ότι στις Ελληνικές ακτές
ανεφοδιάζονταν Γερμανικά υποβρύχια 33 . Τονίζεται περαιτέρω η συκοφαντική εκστρατεία του Βενιζελικού Τύπου κατά του Βασιλιά και των πολιτικών αντιπάλων του Βενιζέλου, η επιστράτευση της Βουλγαρίας και της Ελλάδας και η είσοδος της Βουλγαρίας στον πόλεμο που επέφερε την καταστροφή της Σερβίας. Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για την απόβαση ξένων στρατευμάτων στη Μακεδονία με την πρόσκληση του Βενιζέλου, η οποία χαρακτηρίζεται ως πράξη αντισυνταγματική και τονίζεται ότι, μολονότι η Ελλάδα είχε δηλώσει ουδετερότητα, όχι μόνο δεν αφόπλισε τα τμήματα του Σερβικού στρατού που κατέφυγαν σ' αυτήν, αλλά χορήγησε φιλοξενία και τις αναγκαίες ευκολίες για αναδιοργάνωση τους και εγκατέστησε στην Κέρκυρα την Προσωρινή Σερβική Κυβέρνηση. «Η Ελληνική Μακεδονία κατέστη μικρόν κατά μικρόν είδος νέου Βελγίου υπό την ανωτάτην διοίκησιν του στρατηγού Σαρράϊγ, όστις κατέληξε να ενεργή, να φέρεται και να κινήται ως αυταρχικός Κυβερνήτης, καταργών πράγματι
την
Ελληνικήν
σιτηρέσιον, λογοκρίνων
Διοίκησιν,
υποβάλλων
τον Τύπον, απελαύνων
Κεντρικών Αυτοκρατοριών, συλλαμβάνων
τον
πληθυσμόν
εις
τους Προξένους των
ακόμη και Έλληνας πολίτας,
εξορίζων άλλους ή τουφεκίζων τρίτους, ως υπόπτους κατασκοπείας, ανατινάσσων
γέφυρας σιδηροδρόμων,
ανασκάπτων χωρία ολόκληρα,
εγκαθιστάμενος εν ενί λόγω ως δια να μείνη επ' αόριστον34», θα τονίσει ο Δραγούμης. Τονίζεται ακόμη ότι η Ελλάδα πέτυχε με διπλωματικές ενέργειες να συγκρατήσει στα Ελληνικά σύνορα τα Γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα, μολονότι η ουδετερότητα της χώρας είχε ουσιαστικά καταλυθεί. Εκτίθενται έπειτα οι μετακινήσεις του Ελληνικού στρατού με αίτηση του Σαρράϊγ στην ανατολική και νότια Μακεδονία και ο ρόλος του Βενιζέλου που '"' ΑρχείοΊοονος Δραγούμη. Σειρά Β", φάκ. 14, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ.
3
329
συνέργησε στα πιεστικά εναντίον της Ελλάδας μέτρα. Γίνεται λόγος για τον αποκλεισμό της χώρας, για την κατάληψη του οχυρού του Ρούπελ (Μάιος 1916), την παραίτηση της Κυβέρνησης Σκουλούδη (Ιούνιος 1916). Η λογοκρισία των
Συμμάχων ήταν τέτοια που
αποσιωπούσαν κάθε τι
σχετιζόμενο με τους πραγματικούς πόθους του Ελληνικού λαού. Έδιναν στα γεγονότα την απόχρωση που ήθελαν αυτοί. Είτε όμως γιατί
η
αλήθεια
άρχισε να λάμπει, είτε γιατί ήθελαν να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, οι Σύμμαχοι ανέσυραν στην επιφάνεια όλες εκείνες τις συνθήκες με τις οποίες εγγυήθηκαν την ανεξαρτησία του Ελληνικού βασιλείου. Ερμήνευσαν τις συνθήκες αυτές κατά βούληση και τις προσάρμοσαν στις ανάγκες τους κι έτσι ανακηρύχθηκαν προστάτες και σωτήρες της Ελλάδας. Στους τίτλους αυτούς στηριζόμενες οι Δυνάμεις έστειλαν τη διακοίνωση της 8/21 Ιουνίου 1916 προς την Ελληνική Κυβέρνηση με την οποία αξιούσαν την παραίτηση της Κυβερνήσεως, την αποστράτευση της χώρας, τη διάλυση της Βουλής, νέες εκλογές και εγκαθίδρυση ενός είδους συμμαχικού ελέγχου στην αστυνομία, χωρίς όμως να ζητούν την έξοδο από την
ουδετερότητα της Ελλάδας. Όλες
οι αξιώσεις
εκτελέστηκαν, εκτός από τη διενέργεια νέων
των
Συμμάχων
εκλογών. Οι Δυνάμεις
εγκαθίδρυσαν στη χώρα υπηρεσία συμμαχικής αστυνομίας και επέβαλαν έλεγχο
σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, ταχυδρομεία, τηλεγραφεία,
σιδηροδρόμους
κ.α. Έτσι
η
Μακεδονία λειτουργούσε ως
«πατρική
35
κληρονομιά» του Σαρράϊγ . Ο Δραγούμης υποστηρίζει ότι επίσημα οι Δυνάμεις της Entente δεν ζητούσαν
πλέον
τη
συνδρομή
της
Ελλάδας.
Πίστευαν,
όμως, ότι
πλάγι ο κόπο ύντες το ελληνικό πολιτειακό καθεστώς θα πετύχαιναν τον στόχο τους, που ήταν η εξασφάλιση της στρατιωτικής συνδρομής της. Κατά το διάστημα αυτό, εξερράγη πυρκαϊά στο Τατόϊ που κατέστρεψε τη βασιλική ° Όπ. παρ.
330
έπαυλη και έγινε επίθεση κατά της Γαλλικής Πρεσβείας στην Αθήνα, προκειμένου να δικαιολογηθεί η αποβίβαση Γάλλων ναυτών. Όλες αυτές, όμως, οι ραδιουργίες των Συμμάχων της Entente, είχαν σαν αποτέλεσμα να ενταθεί η αποστροφή των Ελλήνων γΓ αυτούς και τον Βενιζέλο. Συνόδευσαν τον Βενιζέλο με γαλλικά αντιτορπιλλικά μέχρι τη Θεσσαλονίκη, όπου και ίδρυσαν προσωρινή Κυβέρνηση υπό την προεδρία του, ενώ αρνούνταν να αναγνωρίσουν τη νέα Κυβέρνηση της Αθήνας, η οποία προέβη σε νέες προτάσεις εξόδου από την ουδετερότητα μετά την είσοδο της Ρουμανίας στον πόλεμο και τη βουλγαρική επίθεση στη Μακεδονία. Γαλλικά πολεμικά πλοία προσέγγιζαν τα λιμάνια της Καλαμάτας, της Πάτρας, της Κέρκυρας κ.α. και μετέφεραν στη Θεσσαλονίκη όσους εκδήλωναν την προτίμηση τους για τον Βενιζέλο, ενώ συνέβαλαν στο να επεκταθεί η στασιαστική διοίκηση στα νησιά που είχαν καταλάβει οι Σύμμαχοι (Κρήτη, Μυτιλήνη, Σάμος, Χίος, Θάσος κ.α.). Στη συνέχεια αξίωσαν την παράδοση του πολεμικού στόλου της Ελλάδας για τον αφοπλισμό, κατέλαβαν τον ναύσταθμο και άσκησαν έλεγχο στην κίνηση του λιμανιού του Πειραιά. Την ίδια στιγμή ο Βενιζέλος, χωρίς να έχει δικό του στρατό, αλλά προστατευόμενος από τους Συμμάχους κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, της Αυστροουγγαρίας, της Τουρκίας, της Βουλγαρίας καλώντας στα όπλα τους εφέδρους των ξενοκρατούμενων επαρχιών. Οι Ιταλοί ταυτόχρονα επέκτειναν την κατοχή τους σε ολόκληρη τη Βόρεια Ήπειρο. Συμπεραίνει λοιπόν ο Δραγούμης ότι «η πολιτική των Συμμάχων ήτο χονδροειδής πλεκτάνη. Εστραγγάλιζαν την Ελλάδα και υπέθαλπον το στασιταστικόν κίνημα, υποστηρίζουσαι με τους λόγχους των και με τους στόλους των, τον άνθρωπόν των, όστις άνευ αυτών δεν θα ηδύνατο να πράξη τίποτε 36».
,(>
Όπ. παρ.
JJ 1
Ακολούθως, ο Δραγούμης θα κάνει λόγο για τα Νοεμβριανά, τον βομβαρδισμό
των
Βασιλικών
Ανακτόρων
των
Αθηνών
από
τους
Αγγλογάλλους. Μετά τα Νοεμβριανά, οι Σύμμαχοι αξίωσαν να εγκλεισθεί ο ελληνικός στρατός στην
Πελοπόννησο
και συνέχιζαν
τον
εμπορικό
αποκλεισμό της χώρας. Δικαιολογούσαν τις πράξεις τους αυτές λέγοντας ότι κινδυνεύουν από τους Έλληνες τα στρατεύματα τους. Αφού διαπίστωσαν την άκαμπτη αντίσταση του ελληνικού λαού αποφάσισαν να εκθρονίσουν τον Βασιλιά. Ο Βασιλιάς υποτάχθηκε μη μπορώντας να πράξει διαφορετικά, αφού ο ελληνικός στρατός είχε εγκλεισθεί στην Πελοπόννησο, ενώ λίγες μέρες μετά την εκδίωξη του βασιλιά, ο Ύπατος Αρμοστής κοινοποίησε έναν κατάλογο στον οποίο περιλαμβάνονταν σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα και τα οποία όφειλαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. εξουσίας από
Μετά
την
ανάληψη
της
τον Βενιζέλο, ουσιαστικά καταλύθηκε το Σύνταγμα: η
ελευθεροτυπία, οι ατομικές ελευθερίες, η ελευθερία του λόγου έμειναν κενό γράμμα. Επίσης η Βουλή δεν ήταν νόμιμη, ενώ όλα αυτά γίνονταν υπό την αιγίδα των δύο Δυτικών Δυνάμεων. Καταλήγει λοιπόν
ο Δραγούμης: «Εκείνο το οποίον
θέλω να
υπογραμμίσω τελευτών είνε ότι επί πλέον των δύο ετών (1915 -1917) αι δύο Δυνάμεις συμπεριεφέρθησαν προς ημάς κατά τρόπον αποδίδοντα διάθεσιν εγκαταστάσεως προτεκτοράτου επί της Ελλάδας. Και δεν είμαι βέβαιος ότι η διάθεσις αύτη έκτοτε διελύθη. Η Αγγλογαλλική επέμβαση εν Ελλάδι θα γείνη βαρύτερον αισθητή εις το προσεχές μέλλον εφ' όσον και καθόσον η χώρα ευρεθή
ηναγκασμένη
να
αντιμετώπιση
τα
σκληρά
οικονομολογικά 37
προβλήματα τα προελθόντα εκ της καταστάσεως πολέμου...» . Είναι επιβεβλημένη, συνεπώς,
η δίκαιη επίλυση του ελληνικού
προβλήματος από τις νικήτριες Δυνάμεις. Αν πρέπει να επανορθωθεί το κατά του Βελγίου διαπραχθέν αδίκημα εκ μέρους των Γερμανών, τότε θα πρέπει Όπ. παρ.
-ΐ -* ί-ι
να επανορθωθεί και το αδίκημα που διαπράχθηκε εναντίον της Ελλάδας από τις νικήτριες του πολέμου Αγγλία και Γαλλία.
Θα
σήμαινε
σοβαρή
απογοήτευση για κάθε Έλληνα, όπως και για κάθε μικρό Έθνος, το να αντιληφθεί ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις μολονότι παραδέχθηκαν το δόγμα του κ. Wilson για την αυτοδιάθεση των λαών και το εφαρμόζουν όταν θίγονται δικά τους συμφέροντα, δεν σέβονται τη θέληση μικρού έθνους, που επιθυμεί διακαώς την πολιτική του ανεξαρτησία. Θα καταλήξει λοιπόν ο Δραγούμης σχετικά με τις διεκδικήσεις του ελληνικού έθνους: «Το Ελληνικό Έθνος δικαιούται ν' αναμένει από τη Συνδιάσκεψη : 1 ο ν : όπως αι δύο Δυτικαί Δυνάμεις, αι τοσούτον ατυχώς επεμβάσαι εις τα εσωτερικά πράγματα της Ελλάδας, παραιτηθώσι πάσης εν τω μέλλοντι επικλήσεως τίτλων ανύπαρκτων προς δικαιολογίαν οιασδήποτε επεμβάσεως 2 0 ν : όπως δοθή εις την Ελλάδα, ελευθερουμένην επί τέλους από της ξενικής κατοχής η δύναμις του να διεξαγάγη ελευθέρας εκλογάς, ίνα επιτροπή εις τον λαόν της η έκφραση της ελευθέρας θελήσεως και 3 0 ν : όπως οι εν Ανατολή πληθυσμοί, οι διατηρήσαντες δια μέσου των αιώνων τον Ελληνικόν χαρακτήρα των δυνηθώσι να εκφράσουν ελευθέρως την θέλησιν των και ανακτήσωσι το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού εις τα εδάφη άτινα υπήρξαν η κοιτίς των και η προγονική αυτών κληρονομιά
38
».
Διαπιστώνουμε ότι ο Δραγούμης στο Υπόμνημα του επικρίνει δριμύτατα τις διαρκείς επεμβάσεις των ξένων στα εσωτερικά της Ελλάδας και θεωρεί αυτονόητη υποχρέωση των Δυνάμεων να μεριμνήσουν για ένα καλύτερο μέλλον των Ελλήνων όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της ευρύτερης Ανατολής.
:-8
υπ. παρ. y i
1 -Ì η
Το Υπόμνημα αυτό, αφού καθαρογράφτηκε σε πέντε αντίτυπα, διαβιβάσθηκε στους Πρωθυπουργούς της Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας και στον
Πρόεδρο
της
Συνδιάσκεψης
Clemenceau. Στο
μεταξύ,
δημοσιεύτηκε στον Ελληνικό Τύπο το υπόμνημα του Ελ. Βενιζέλου για τις εθνικές διεκδικήσεις της Ελλάδας προς το Συμβούλιο Δυνάμεων. Με Δραγούμης
αφορμή
απέστειλε
τη
δημοσίευση
συμπληρωματικό
του
των Μεγάλων
υπομνήματος αυτού, ο
έγγραφο,
στο
οποίο,
αφού
παρατηρεί ότι στο υπόμνημα του ο Βενιζέλος παρασιωπά τις υπηρεσίες που πρόσφερε η ουδέτερη Ελλάδα στην Entente, τονίζει ότι η Ελλάδα ήταν έτοιμη να εξέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Entente, αν αυτή συναινούσε στην υπό όρους συμμετοχή της, όπως έπραξε και η Ρουμανία, η οποία συνήψε με την Entente συνθήκη συμμαχίας και στρατιωτική σύμβαση για την είσοδο της στο πόλεμο. Υπενθυμίζει τη στάση της Ελλάδας κατά την υποχώρηση των συμμαχικών στρατευμάτων μετά την ήττα του Κριβολάκ, αφού απέτρεψε την περαιτέρω καταδίωξη εντός του ελληνικού εδάφους, πράγμα το οποίο επέτρεψε στους Συμμάχους να αναδιοργανωθούν και να οχυρωθούν πέριξ της Θεσσαλονίκης. Συνεπώς, οι διεκδικήσεις της Ελλάδας δεν είναι υπερβολικές, ούτε στηρίζονται σε βλέψεις ιμπεριαλιστικές, αλλά αντιπροσωπεύουν ένα ελάχιστο όριο των μελλοντικών διεκδικήσεων του ελληνισμού με βάση την αρχή των εθνικοτήτων που
διατύπωσε
ο Αμερικανός
Πρόεδρος Wilson,
χωρίς
ταυτόχρονα να υπάρχει πρόθεση ζημίωσης των δικαίων αξιώσεων των άλλων εθνών της Ανατολής. Καταλήγει λοιπόν ο Δραγούμης στο Υπόμνημα του: «Οφείλω να προσθέσω μίαν λέξιν επί των Ελληνικών αξιώσεων δια την περίπτωσιν. Εάν η Ελλάς ζητεί μεγεθύνσεις εδαφικός (εις τας οποίας πρέπει να προστεθή
μία διαρρύθμισις των συνόρων
των
Μοναστηρίου - Γευγελής - Δοϊράνης) είναι διότι:
Μακεδόνικων
τομέων
334
1 0 ν : Η Συνδιάσκεψις της Ειρήνης θα έχη ν' αποφασίση εν συμφωνία προς το Ουιλσώνειον δόγμα το θεσπίζον τον αυτοπροσδιορισμόν υπέρ εκάστης εθνότητος. 2 ον : Είναι βέβαιον ότι η Ελλάς από της ενάρξεως του μεγάλου πολέμου μέχρις τέλους αυτού εβοήθησε δΓ όλων των δυνατών μέσων τον αγώνα εκείνων, οίτινες προΐστανται ήδη εις το έργον της ειρηνεύσεως του κόσμου. 3 ον : Η ικανοποίηση των δικαίων αξιώσεων όλων των εθνοτήτων θα εξυπηρέτηση το έργον υπέρ διαρκούς ειρήνης εν τη Εγγύς Ανατολή. Είναι δε γεγονός άξιον σημειώσεως ότι το Ελληνικόν Έθνος ουδέποτε ήχθη υπό ιμπεριαλιστικών βλέψεων39». Η
προσθήκη
αυτή
έχει
ημερομηνία
11/24
Μαρτίου
1919,
μεταφράστηκε από τον Φίλιππο Δραγούμη και δημοσιεύτηκε στην «Πολιτική Επιθεώρηση» στις 19 Δεκεμβρίου 1920. Ο Ιωάννης Μάλλωσης αισθάνεται υπερήφανος για την τελική έκδοση του υπομνήματος σε 500 τεύχη, μέσα σε καθεστώς στρατιωτικού νόμου και λογοκρισίας.
Συγκεκριμένα,
ο
Μάλλωσης
συνεργάστηκε
με
τον
δημοσιογράφο Perreti, που ανήκε στο αντίπαλο από τον Clemenceau κόμμα. Ο Perreti δέχτηκε να αναλάβει την εκτύπωση του Υπομνήματος
στο
τυπογραφείο του. Γράφει σχετικά ο Μάλλωσης: «Ένα βράδυ του Μαρτίου κατόρθωσα διαφεύγων την προσοχήν των φρουρών να εξέλθω δια της οπίσθιας εξόδου του ξενοδοχείου και να μεταβώ εις το τυπογραφείον του «Κολόμπο». Επελθούσης συμφωνίας μετά του κ. Perreti επέστρεψα μετά μυρίων προφυλάξεων εις το ξενοδοχείον»40. Ο Δραγούμης στο Ημερολόγιο του αναφέρει ότι έλαβε τυπωμένο το Υπόμνημα που έστειλε τον Ιανουάριο στη Διάσκεψη του Παρισιού στις 25
Όπ. παμ. Ι. Μάλλωση. όπ.πσ.ρ. σ. 47
"» ~* -C
Μαρτίου και έδωσε από ένα αντίτυπο ως δώρο στις αντίπαλες πολιτικές πτέρυγες στις οποίες είχαν χωρισθεί οι εξόριστοι στο Αιάκειο41. Είχε ετοιμάσει ένα κατάλογο τριακοσίων περίπου προσώπων στα οποία στάλθηκε το Υπόμνημα. Πολιτευτές, δημοσιογράφοι, στρατηγοί, ναύαρχοι, βουλευτές, γερουσιαστές, επιστήμονες, πρόεδροι συνδικάτων και σωματείων,
επίσκοποι και καρδινάλιοι Γάλλοι, Ιταλοί, Ισπανοί, Βέλγοι,
Άγγλοι, Δανοί, Σουηδοί, Νορβηγοί, Ολλανδοί, Αιγύπτιοι, Ελβετοί, Σέρβοι, Ρώσοι, Αμερικανοί, Αυστραλοί, Καναδοί, Ιάπωνες και προσωπικότητες κάθε άλλης εθνικότητας περιλαμβάνονταν στο κατάλογο εκείνον. «Κάθε ημέραν ολίγον προ της αναχωρήσεως του ταχυδρομείου μία δωδεκαετής Κορσικανή, γνωστής μας οικογενείας, έρριπτε εις το ταχυδρομικόν κιβώτιον 50 - 60 τεύχη και εντός δεκαημέρου ο κατάλογος είχεν εξαντληθή, χωρίς η μυστική αυτονομία του Αιακείου ν' αντιληφθή τι42», θα γράψει ο Μάλλωσης. Επίσης, ο Δραγούμης έστειλε από ένα αντίτυπο του Υπομνήματος Κορσικής, τον
Γενικό
στον
Νομάρχη
Γραμματέα της Νομαρχίας και τον διευθυντή της
μυστικής αστυνομίας!. Ο Φίλιππος
Δραγούμης θα χαρακτηρίσει το Υπόμνημα καθαρά
ιστορικό με εντονότατο ύφος όλο δικαιολογητικό μα αληθινό κατηγορητήριο για τη στάση της Αγγλογαλλίας απέναντι στην Ελλάδα. Εξαίρει το θάρρος και την ορμή του συντάκτη, τη διαύγεια της έκθεσης των γεγονότων, καθώς και την απειλή που διατυπώνει βεβαιώνοντας πως αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματα του λαού, θα υπάρξουν ταραχές στην Ελλάδα, γιατί ο λαός θέλει την ελευθερία και ανεξαρτησία του. «Μα ήλπιζα πως θα ανάλυε κάπως τη θέση του Ελληνισμού στην Ανατολή και τα δικαιώματα του. Το ότι δεν το έκαμε είναι κρίμα γιατί θα τον παρουσίαζε πιο έντονα ως αντιπρόσωπο του Ελληνικού Έθνους. Έτσι τα εφαντάστηκαν όλα εδώ43». Ο Φίλιππος είχε λάβει
Φύλλα Ημερολογίου, τ. ΣΤ", Κορσική, 29 Μαρτίου 1919, σ. 67 — 68. " Ι. Μάλλωση. όπ. παρ. σ. 48. '" Φιλ. Δραγούμη, όπ. παρ. σ. 369 - 370.
4
336
γνώση του Υπομνήματος από τον Κόκκινο της «Νέας Ελλάδος», στον οποίο και παρέδωσε αντιγεγραμμένο και μεταφρασμένο το Υπόμνημα. Η παραμονή του Δραγούμη στην Κορσική τον κατέστησε μάρτυρα διαφόρων συνομωσιών μεταξύ των εξόριστων πολιτικών ανδρών. Ημερολόγιο
του
κάνει
Στο
αναφορά για ένα συνεξόριστό του, ο οποίος
ομολόγησε πως παρέδωσε τα χειρόγραφα του Σακελλαρίου στις Γαλλικές Αρχές και ταυτόχρονα απείλησε τον Δραγούμη ότι θα δημοσιεύσει τα σχετικά με αυτόν χειρόγραφα του Σακελλαρίου 44 . Θα κάνει επίσης λόγο για άγριο ξυλοδαρμό του Σακελλαρίου από τον Δούσμανη και για τη γενικότερη αναταραχή που σημειώθηκε στο ξενοδοχείο όπου κατέλυαν οι εξόριστοι 45 . Κατά τη διάρκεια της εξορίας του στην Κορσική, ο Δραγούμης θα συγγράψει μυθιστόρημα με τίτλο: «Ελληνική Τραγωδία» το οποίο έλαβε θεατρική μορφή. Το μυθιστόρημα αυτό γράφτηκε στα Γαλλικά, παραμένει ανέκδοτο και φυλάσσεται στο προσωπικό Αρχείο του. Στη γίνεται μία προσπάθεια
συγγραφή
αυτή
μομφής όλων των πολιτικών σφαλμάτων της
περιόδου 1915 - 1917 και κυρίως της πολιτικής Βενιζέλου, καθώς και των επεμβάσεων των Δυνάμεων στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της Ελλάδος. Μάλιστα στη σκηνή Γ' περιγράφεται μία φανταστική λιτανεία από τη Μητρόπολη, η οποία σταματά στο Παλάτι για ευχές του ιερέως υπέρ Υγείας του Βασιλιά με πάνδημη συμμετοχή, η οποία γίνεται αφορμή για επαινετικά σχόλια για το πρόσωπο του Βασιλιά46!. Δεν παραλείπει επίσης, να στηλιτεύσει τη συμπεριφορά των Γάλλων απέναντι του. «Δεν έχει μείνει θεσούλα αδειανή μέσα στη ψυχή μου, παρά μονάχα μίσος για τους δεσμώτες μου»47 θα γράψει στο Ημερολόγιο του. Σε μία άλλη καταγραφή του θα σημειώσει: «Ο κ. Νομάρχης δεν απαντά σε καμία
Φύ/y.a Ημερολογίου, τ. ΣΤ". Κορσική. 19 Μαρτίου 1919. σ. 60 - 61. - Όπ. παρ. 24 Μαρτίου 1919. σ. 65. 40 ΑρχείοΊωνα Δραγούμη. Σειρά Α', φάκ. 27. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Όπ. παρ. 4
•> - ι -τ
JJ /
αίτηση, σε κανένα γράμμα. Γαλλική ευγένεια!» , «Ο κ. Allain μου είπε μία μέρα, ότι, τον καιρό που μας έπιασαν, έπρεπε να μας τουφεκίσουν»49, θα εκμυστηρευτεί. «Ευγνωμονώ τους Γάλλους για ένα μόνο πράγμα, μου έδωσαν την ευκαιρία να ζήσω δύο χρόνια της ζωής μου με τη σκέψη μου και μόνο και να ανασκοπήσω, να αναθεωρήσω τον εαυτό μου, τη ζωή και τον κόσμο. Μ' έβγαλαν με τη βία από κάθε ανακάτεμα με ανθρώπινες ενέργειες, μ' έβγαλαν από την κοινωνία μου, με ξεμονάχιασαν και μ' άφηκαν να στοχάζομαι, να διαβάζω και να γράφω. Τους ευχαριστώ γι' αυτό
Τους
ευγνωμονώ για το καλό που μου έκαμαν από την κακία τους!50», θα γράψει στο Ημερολόγιο του. Όταν η Αστυνομία της Κορσικής ζήτησε έγγραφες δηλώσεις από εκείνους που επιθυμούσαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, ο Δραγούμης συνέταξε δήλωση επιστροφής. Η πραγματική επιθυμία του ήταν, προτού επιστρέψει στην Ελλάδα, να επισκεφθεί το Λονδίνο, το Παρίσι και τη Ρώμη, προκειμένου να διαφωτίσει την Ευρωπαϊκή διπλωματία για την πραγματική κατάσταση στο Ελληνικό κράτος. Οι Γαλλικές Αρχές, όμως, είχαν θέσει το δίλημμα στους εξόριστους, εάν θα προτιμούσαν την επιστροφή στην Ελλάδα ή την παράταση της διαμονής τους στη Γαλλία. Οι εξόριστοι, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και ο Δραγούμης, επιβιβάστηκαν στο ελληνικό πλοίο «Εσπερία» και αναχώρησαν από την Κορσική με προορισμό την Ελλάδα.
β'. Η εξορία στη Σκόπελο Όταν η «Εσπερία» έφθασε στον Πειραιά, στις 28 Απριλίου 1919, ο διευθυντής της Αστυνομίας Σκουλούδης πληροφόρησε τους εξόριστους ότι, εκτός από τους Β. Δούσμανη, Σπ. Μερκούρη, Στ. Μερκούρη, Θεοδ. Ράμμο, 48 49
Φυ/j.a Ημερολογίου, τ. ΣΤ'. Κορσική. 24 Μαρτίου 1919. σ. 65. Φυ/j.a Ημερολογίου, τ. ΣΤ". Κορσική. 4 Απριλίου 1919. σ. 70. Φύλ/.α Ημερολογίου, τ. ΣΤ". Κορσική. 15 Φεβρουαρίου 1919. σ. 44.
338
Π. Γιάνναρο, Κ. Εσλιν και Ιωάννη Σαγιά, οι άλλοι θα επιβιβάζονταν σε άλλο ατμόπλοιο. Ο Δραγούμης, αφού πλησίασε τον Σκουλούδη του υπενθύμισε τη βουλευτική του ιδιότητα και την ασυλία που
αυτή συνεπαγόταν. Ο
Σκουλούδης απάντησε στον Δραγούμη ότι απλά εκτελούσε διαταγές του Υπουργού Εσωτερικών και ότι ευχαρίστως θα διαβίβαζε στον προϊστάμενο του μία έγγραφη διαμαρτυρία του. Τότε ο Δραγούμης απάντησε: «Δεν αναγνωρίζω αυτόν τον κύριον Υπουργόν. Και αν προέβαλαν την ιδιότητα μου, του βουλευτού, το έκαμα για να αισθάνεσθε σεις, τα όργανα, εις ποιας παρανομίας σάς ωθούν οι προϊστάμενοι σας!»51. Μετά από μισή ώρα περίπου, επιβιβάστηκε ο Δραγούμης στο πλοίο «Κατίνα» και λίγο μετά τα μεσάνυχτα συναντήθηκε με τον αδελφό του Φίλιππο, κατόπιν ειδικής άδειας που δόθηκε στον τελευταίο. Το μεσημέρι της 29 ης Απριλίου, οι εξόριστοι οδηγήθηκαν στο πλοίο «Κωνστ. Τόγιας», για να μεταφερθούν στη Σκόπελο. Το πλοίο προσορμίσθηκε στη Σκόπελο στις 30 Απριλίου 1919. Το ζήτημα της εξεύρεσης κατοικιών διευθετήθηκε αμέσως από τον δικηγόρο Ζαχαρία Δουλίδη και ο Ίων Δραγούμης μαζί με τον υποστράτηγο Ανδ. Μπάϊρα και τον αντισυνταγματάρχη Στ. Ρήγα εγκαταστάθηκαν στην οικία του Κ. Καλαμίδα52. Στις 12 Ιουλίου 1919, ένας από τους συνεξόριστους του Ίωνα, ο Ιωάννης Μάλλωσης, έλαβε άδεια αναχώρησης από τη Σκόπελο για λόγους υγείας. Όταν έφθασε στην Αθήνα, συνάντησε τον Φίλιππο Δραγούμη στον οποίο παρέδωσε γράμματα του Ίωνα και ειδήσεις του. Έφερε επίσης και γράμμα του Ίωνα προς τον Γαβριηλίδη της «Ακρόπολης» και τον Αλιμπέρτη της «Πολιτείας», όπου εξηγούσε τις αντιλήψεις του για την ενδεδειγμένη ελληνική πολιτική στην Ανατολή. Ο Φίλιππος θεωρούσε ότι δε θα έπρεπε να
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 28. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. ~ Ι. Μάλλωση. όπ. παρ., σ. 5 0 - 5 1 .
3
γνωστοποιηθεί το περιεχόμενο αυτών των γραμμάτων στους δύο αυτούς εκδότες, οι οποίοι θα μπορούσαν να κάμουν κακή χρήση του 53 . Το περιεχόμενο αυτού του γράμματος ανακοινώθηκε στον Σουλιώτη Νικολαΐδη, ο οποίος διαφώνησε ιδιαίτερα με την πρόταση του Ι. Δραγούμη για μεταφορά της πρωτεύουσας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από την Πόλη σε μία πόλη του εσωτερικού, καθώς και για τον χωρισμό της Αρμενίας από την Μικρασία. Θεωρούσε, επίσης, πως δε θα έπρεπε να εμφανιστεί με τέτοιο τρόπο στο κοινό ο Ι. Δραγούμης, αλλά όφειλε να προηγηθεί μία συνεννόηση και επεξεργασία ιδεών και προτάσεων μαζί με άλλους έμπιστους 54
συνεργάτες του,?· Ο Φ. Δραγούμης παραδίδει εξάλλου μία πληροφορία ενδεικτική κάποιων ακραίων τοποθετήσεων του αδελφού του. Ο Ίωνας παραγγείλει στον
είχε
Μάλλωση να μεταβιβάσει στον Φίλιππο την εξής
παραγγελία: αν εκτελεσθούν οι θανατικές καταδίκες των Εσλιν, κ.λ.π., αμέσως να αντεκδικηθούμε δολοφονώντας άλλους τόσους κορυφαίους βενιζελικούς55. Σχολιάζει λοιπόν ο Φίλιππος: «Απ' αυτή την παραγγελία καταλαβαίνω πως ο Ίων φαντάζεται εντελώς διαφορετικά την εδώ κατάσταση παρά ότι είναι πραγματικά. Τέτοια πράξη προϋποθέτει τέτοια οργάνωση σαν εκείνη που είχε οργανώσει αυτός με το Θανάση στην Πόλη, μα εδώ δεν υπάρχει ούτε το άλφα της»20. Πάντως, σε Υπόμνημα του Γ. Στρέϊτ προς τον εξόριστο Μονάρχη που βρισκόταν στην Ελβετία δεν εμφανίζεται το όνομα του Δραγούμη σε εξυφαινόμενη συνωμοσία εναντίον του Βενιζέλου.57
'"' Φιλ. Δραγούμης, όπ. παρ., σ. 437. " Όπ. παρ. σ. 438. !ΐ Αρχείο Φιλίππου Δραγούμη, φάκ. 149. υποφάκ. 9. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 6 " Φιλ. Δραγούμης, όπ. παρ., σ. 438. ' Αρχείο Γ. Στρέϊτ, Φακ. 32. Υποφάκ. 10 Ε.Λ.Ι.Α. Στις Επιστολές του Αρχείου Στρέϊτ δεν υπάρχει αλληλογραφία του συγκεκριμένου πολιτικού με τον Ι. Δραγούμη.
340
Είχαμε αναφέρει ότι μετά την αποστολή του Υπομνήματος για το Ελληνικό ζήτημα από το Αιάκειο της Κορσικής, ο Φίλιππος Δραγούμης παρατήρησε στον Ίωνα ότι θα έπρεπε να αποστείλει στη Διάσκεψη των Παρισίων και δεύτερο Υπόμνημα όπου θα αναλύει την ουσία του Ελληνικού ζητήματος και θα διατυπώνει προτάσεις επίλυσης του. Πράγματι, το σχέδιο του Υπομνήματος του το έστειλε στον Φίλιππο με έναν Σκοπελίτη ναύτη κρυφά. Ο Φίλιππος το θεώρησε κάπως βιαστικά γραμμένο, με τόνο νευρικό, με έκδηλη αποστροφή προς τις Δυνάμεις της Entente, που ήταν ενδεχόμενο τελικά να βλάψει τις αρχικές προθέσεις του, ενώ οι προτάσεις άφηναν να εννοηθεί μία αντίληψη για μακροπρόθεσμη κυριαρχία του Ελληνισμού στην Εγγύς Ανατολή 58. Ανέλαβε λοιπόν ο Σουλιώτης- Νικολάίδης να μεταβεί στη Σκόπελο προκειμένου να συναντήσει τον Ίωνα Δραγούμη και να συζητήσουν για πιθανές διορθώσεις στο αρχικό κείμενο του Υπομνήματος. Ο στόχος ήταν να γίνει το Υπόμνημα λιγότερο νευρικό, περισσότερο διπλωματικό και κυρίως να αντικατοπτρίζει καλύτερα την πραγματική κατάσταση του Ελληνισμού. «Αποφασίσαμε λοιπόν να κρατήσω τους φακέλους και να πάγει ο Θανάσης στη Σκόπελο να συζητήσει μαζί του. Αν δεν καταφέρει ο Θανάσης να φύγει, τότε θα πάω εγώ. Θα ζητήσει από τον φρούραρχο τον Τσιμικάλη, άλλοτε συμμαθητή του στη Σχολή των Ευελπίδων, έγγραφη άδεια, για να μην τον ενοχλήσουν στη Σκόπελο»59, θα γράψει ο Φιλ. Δραγούμης στο Ημερολόγιο του. Την 1/14 Αυγούστου 1919 ο Δραγούμης συνέταξε το Β' Υπόμνημα του για το Ελληνικό Ζήτημα το οποίο απέστειλε στη Διάσκεψη της Ειρήνης των Παρισίων και στο οποίο επιχειρεί να θέσει το Ελληνικό ζήτημα στο σύνολο του και να διατυπώσει τις προτάσεις του για την επίλυση του. Στο ερώτημα ?8
?
Όπ. παρ. σ. 439. Όπ. παρ. σ. 441.
341
ποια είναι η κοιτίδα και η προγονική κληρονομιά του ελληνισμού θα απαντήσει:
«Η
αρχική
των
Ελλήνων
κοιτίς
πρέπει
να
θεωρηθή
περιλαμβάνουσα την Ιωνίαν, την Θράκην, την κυρίως Ελλάδα μετά της Μακεδονίας και τας Νήσους. Αλλ' η αποικιστική ιδιοφυΐα είχεν οδηγήσει τους αρχαίους Έλληνας εις όλα τα παράλια της Μεσογείου και του Ευξείνου Πόντου επί των οποίων δια θαλουσσών αποικιών εξηπλώθησαν.
Η
ακτινοβολία αύτη του ελληνικού έθνους εις τα πέριξ δεν έσχε πανταχού την αυτήν έντασιν ούτε την
ιδίαν αφομοιωτικήν δύναμιν. Αλλ' αι χώραι αι
γειτονικώτεραι προς την αρχικήν κοιτίδα των Ελλήνων υπέστησαν την επίδρασιν του ελληνικού πολιτισμού εις τοσούτον, ώστε να έχωσι διαποτισθή και σχεδόν αφομοιωθή
Ούτως ώστε το ελληνικόν έθνος νυν εκτείνεται
μέχρι της Βορείας Ηπείρου, της Βόρειας Θράκης και εν Ανατολή μέχρι των πυλών της Αρμενίας και της Συρίας. Ευρίσκονται επί πλέον συμπαγείς πληθυσμοί εις την Νοτίαν Ρωσσίαν και τον Καύκασον
Εις τας χώρας
ταύτας οι Έλληνες δεν είναι άποικοι ούτε εξωτικοί, όπως δέον να χαρακτηρισθώσιν εις τας παροικίας των εν τη Δυτική Ευρώπη, τη Βορεία Ευρώπη, εν Αφρική και Αμερική, απεναντίας αποτελούσιν ενταύθα ιθαγενή πληθυσμόν, αυτόχθονον από αμνημονεύτων χρόνων ...»60. Στις χώρες αυτές οι Έλληνες κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος της γης, ασχολούνται με το εμπόριο, τη ναυτιλία, τη γεωργία, την αλιεία, ενώ κατέχουν το μονοπώλιο των ελευθέρων επαγγελμάτων. Εκτελούν το μεσιτικό εμπόριο μαζί με τους Εβραίους και λίγους Αρμενίους, ενώ το εμπορικό ναυτικό βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια τους. Ο Ελληνισμός δεν θα ήταν δυνατό να απομακρυνθεί
από
την Ανατολή, χωρίς
συνέπειες
για όλους τους
ανατολικούς λαούς. Ως παράδειγμα ο Δραγούμης αναφέρει ότι η ζωογόνηση των αδρανών δυνάμεων της Εγγύς Ανατολής υπήρξε πάντοτε λειτουργία του
ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Β*, φάκ. 14. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
342
Ελληνισμού, καθώς η ελληνική ιδέα είναι ευρύτερη από την ελληνική γη και υπερβαίνει τα καθαρώς εθνικά όρια του ελληνισμού61. Οι
Έλληνες
δεν
ζητούν
την
επανίδρυση
της
Ανατολικής
Αυτοκρατορίας. Γνωρίζουν ότι τέτοια λύση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, ιδίως μετά την εκρηκτική άνοδο του εθνικισμού στην περιοχή. Ο εθνικισμός τείνει στο σχηματισμό αμιγώς εθνικών κρατών. Θα πρέπει, όμως, να ολοκληρωθεί ο σχηματισμός των εθνικών κρατών, προκειμένου αυτά να συγκλίνουν ομοσπονδιών
μεταξύ σε
τους
για
ομάδες. «Η
το
σχηματισμό
συσσωμάτωσις
των
συμπολιτειών και βαλκανικών
και
ανατολικών εθνών εις συμπολιτείαν είναι δυνατή εις το μέλλον και αποτελεί πιθανότητα τοσούτω μάλλον επιθυμητήν, όσον έκαστον των κρατών της Εγγύς Ανατολής, των
ήδη συγκεκροτημένων
ή εν συγκροτήσει, θα
περιλαμβάνη αναγκαστικώς διάφορα εθνικά στοιχεία, διότι τα φυσικά ή πολιτικά σύνορα εκάστου δεν συμπίπτουσιν εντελώς προς τα εθνικά όρια
»62, θα τονίσει ο Δραγούμης. Οι Έλληνες επιθυμούν μία τοπική
αυτονομία όσων συμπαγών ελληνικών κοινοτήτων βρεθούν στα σύνορα άλλων κρατών μετά τον τελικό καθορισμό των συνόρων. Στη συνέχεια ο Δραγούμης προχωρεί στις προτάσεις του για την προσήκουσα
εδαφική αναδιαρρύθμιση των
Βαλκανίων και
της Εγγύς
Ανατολής. Η Σερβία και η Ρουμανία λαμβάνουν πλέον την οριστική σχεδόν μορφή τους. Η Νοτιοσλαβία (διευρυμένη Σερβία) οφείλει να παραιτηθεί υπέρ της Ελλάδας από τα διαμερίσματα Μοναστηρίου και Γευγελής και υπέρ της Αλβανίας από μερικά αλβανικά διαμερίσματα, τα οποία κατέχει. Τη Ρουμανία θα συνέφερε η απόδοση στη Βουλγαρία της Νότιας Δοβρουτσάς, όπου πλειοψηφεί ο βουλγαρικός πληθυσμός. Η Βουλγαρία επίσης θα πρέπει να παραχωρήσει στην Ελλάδα τη Στρώμνιτσα, το Μελένικο, το Νευροκόπι καθώς και ολόκληρη τη Δυτική Θράκη, η οποία δεν είναι Βουλγαρική. Η
J
Όπ. παρ. " Όπ. παρ.
343
Ελλάδα λοιπόν οφείλει να λάβει τη Βόρεια Ήπειρο, την Άνω Μακεδονία, τη Δυτική Θράκη, την Ανατολική Θράκη, τα Δωδεκάνησα, την Κύπρο που κακώς βρίσκονται κάτω από ξένες κυριαρχίες. Με τον τρόπο αυτό θα συμπλήρωνε την εθνική της ενότητα. Όσον αφορά στην Οθωμανική Ασία αρχίζει και αυτή να λαμβάνει πολιτική διαμόρφωση πλέον προσαρμοσμένη στις σημερινές ανάγκες. Το αρμενικό έθνος θα αποτελέσει ανεξάρτητο έθνος με καθορισμένα σύνορα, τα οποία δε θα πρέπει να συμπεριλάβουν τη χώρα του Πόντου. Η Συρία και η Μεσοποταμία υπάγονται στη γαλλική και βρετανική προστασία. Η κυρίως Αραβία θα γίνει ημιανεξάρτητη, ενώ η Παλαιστίνη θα υποβληθεί σε βρετανική εντολή. «Ενταύθα όμως πρέπει να παρατηρήσω ότι το Ελληνικόν έθνος έχει επιφύλαξιν να ενάσκηση τα δίκαια και προνόμια του ελληνικού ορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων»33, θα καταλήξει ο Δραγούμης. Ποια θα πρέπει όμως να είναι η τύχη της Μικρασίας; Από γεωγραφική άποψη, η Ασιατική Τουρκία εξαιρουμένων των αραβικών χωρών είναι τόπος καθαρά διακεκριμένος και ομοιογενής. Η δυτική ακτή της Μικρασίας ιδιαζόντως κολπώδης αποτελεί την ελληνική Ιωνία. Οι Έλληνες είναι εγκατεστημένοι σε μάζες συμπαγείς όχι μόνο στην Ιωνία, αλλά και στο Πόντο και σ' όλη την παραλία της Μικρασίας. Στο εσωτερικό οροπέδιο οι Έλληνες συγκατοικούν με πολυάριθμους μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Οι Έλληνες στην Τουρκία είναι οργανωμένοι σε χριστιανικό έθνος (millet), του οποίου η οργάνωση και τα προνόμια υπήρξαν αναγνωρισμένα και επικυρωμένα από τους Σουλτάνους και του οποίου ο πνευματικός και εθνικός αρχηγός είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Οι Έλληνες στη Τουρκία δεν αποτελούν, όπως άλλα εθνικά στοιχεία, απλή καθορισμένη εθνική αυτονομία.
"' Όπ. παρ.
εθνότητα, αλλά οργανωμένο
έθνος με
344
«Εκ των ανωτέρω συμπεραίνεται ότι η Μικρασία έπρεπε να μείνη ηνωμένη υπό μίαν και την αυτήν πολιτικήν κυριαρχίαν, αλλ' ιδρυομένων (sic) οπουδήποτε
αι ελληνικαί κοινότητες παρουσιάζουσι
συμπαγείς
μάζας
αυτονόμων περιφερειών ή καντονιών απολαυόντων τοπικής αυτοδιοικήσεως (localself-gonernment). Εννοείται θα ήτο ανάγκη να επιτραπή εις τας ελληνικός κοινότητας τας διεσπαρμένας και περιεσφιγμένας μεταξύ μαζών μουσουλμανικού πληθυσμού να διατηρήσωσι την διακεκριμένην σύνταξίν των»64, θα προτείνει. Σχετικά με το ζήτημα των εντολών, ο Δραγούμης φρονεί ότι δε θα πρέπει να τεμαχισθεί η Μικρασία με την παραχώρηση εντολής πάνω σε διάφορα τμήματα της σε πολλά κράτη. Τον Ελληνισμό συμφέρει η ύπαρξη μίας ενιαίας Μικρασίας υπό την προσωρινή εντολή της Μεγ. Βρετανίας ή των Η.Π.Α. Απαραίτητη κρίνει επίσης ο Δραγούμης την απουσία οποιασδήποτε δραστηριότητας προτεσταντικών
αποστολών
στην
Μικρασία, κατά το
πρότυπο της δράσης τους σε ιθαγενείς πληθυσμούς της Ασίας και της Αφρικής, γιατί η Μικρασία δεν στερείται αξιόλογου πολιτισμού. Για την Κωνσταντινούπολη
και την περιοχή της, ο Δραγούμης θα
προτείνει τη συγκρότηση της Κωνσταντινούπολης και των Στενών σε κράτος ελεύθερο και ανεξάρτητο δημοκρατικού πολιτεύματος. Το Κράτος αυτό θα απολαμβάνει διαρκή ουδετερότητα και θα παρέχει επαρκείς εγγυήσεις τάξης για τα διεθνή ζητήματα, εγγυήσεις ησυχίας
και ευμάρειας για τους
πληθυσμούς, τόσο ελληνικούς όσο και τουρκικούς, καθώς και για τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Ανατολής. Επίσης, το Κράτος αυτό θα αποτελέσει πραγματικό ενδιάμεσο κράτος (etat tampon) μεταξύ δύο κρατών και δύο θαλασσών, όπου πολλοί παράλιοι λαοί θα βρίσκουν διέξοδο65. Όσο για τα σύνορα του νέου κράτους, αυτά θα πρέπει οπωσδήποτε να περιλάβουν ολόκληρη την ασιατική παραλιακή λωρίδα από την Ηράκλεια μέχρι τον Όπ. παρ. " Όπ. παρ.
J
345
Ελλήσποντο, καθώς και το σαντζάκι της Τσατάλτζας στην
ευρωπαϊκή
πλευρά. Τέλος, οφείλει το Συνέδριο της Ειρήνης να εγγυηθεί με ρητό τρόπο την εξασφάλιση των δικαιωμάτων και προνομίων του πατριαρχείου σε όλες τις εκκλησιαστικές
περιφέρειες στην Ευρώπη και την Ασία. Πρέπει επίσης να
προστατευθούν οι Ελληνικές κοινότητες της Ανατολικής Ρωμυλίας, την Νότιας Ρωσίας και του Καυκάσου, της Σερβικής Μακεδονίας (Κρούσσοβο, Βελεσσά, Σκόπια κ.α.), της Αλβανίας (Αυλώνα, Βεράτι, Μουζακιά, Δυρράχιο κ.α.), ενώ για τους Έλληνες της Ρουμανίας θα πρέπει να εφαρμοσθεί η ελληνοτουρκική συμφωνία του 1901. Καταλήγει ο Δραγούμης στο Υπόμνημα του: «Η Συνδιάσκεψις, ήτις σκοπεί εις ειρήνην διαρκή δεν θα ηδύνατο άνευ βλάβης αυτού του σκοπού, ον επιδιώκει, να μη εξέταση το σύνολον του ελληνικού φαινομένου. Δεν είναι ζήτημα ιδιαιτέρας εύνοιας προς τούτον ή εκείνον τον πολιτευόμενον Έλληνα ή και ακόμη προς ολόκληρον το ελληνικό έθνος το ν' αποφασίση ευνοϊκώς και ολοκληρωτικώς περί του ελληνικού ζητήματος, αλλά αληθώς πρωτίστη ανάγκη πηγάζουσα εξ αυτής της φύσεως των πραγμάτων
Οι Έλληνες
πανταχόθεν εν Ανατολή εγείρονται και γίνονται ακουστοί. Ζητούσιν όπως το δικαίωμα βιώσιμου υπάρξεως τους εξασφαλισθή υπό τον ήλιον, εκεί όπου ευρίσκονται αυτόχθονες
»66.
Το Υπόμνημα αυτό φέρει ημερομηνία 1/14 Αυγούστου 1919 και επιχειρεί να θέσει στο σύνολο του το ελληνικό ζήτημα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Φιλίππου Δραγούμη, στα τέλη Ιουλίου του 1919 επισκέφθηκε τον Ίωνα στη Σκόπελο ο Σουλιώτης - Νικολαϊδης. Ο Σουλιώτης έκανε κάποιες παρατηρήσεις στον Δραγούμη σχετικά με το Υπόμνημα και τον συμβούλευσε να μη το στείλει67.
"' Όπ. παρ. Φιλ. Δραγούμης, όπ. παρ. σ. 455. Η συνάντηση Σουλιώτη και Ι. Δραγούμη δεν αναφέρεται ούτε στο Αρχείο του'Ιωνος, ούτε και στο Αρχείο του Α. Σουλιώτη - Νικολαϊδη. 0
346
Ο Φίλιππος Δραγούμης το χαρακτηρίζει ήρεμο και σοβαρό με βαθιά εσωτερική συνοχή και απλή διατύπωση. Θεωρεί ότι θα κάνει καλή εντύπωση σε όσους είναι σε θέση να εννοήσουν τη φιλοσοφική του βάση και πως θα αποτελέσει την αφετηρία νέας κίνησης εδώ στην Ελλάδα και γενικώς στην Ανατολή. «...Είναι σαν πρόγραμμα πολιτικό και ιδανικό ορισμένου τύπου ανθρώπου ... Ανοίγει τρίτο δρόμο που, εφόσον θα συναντήσει ως εμπόδιο το Βενιζέλο θα τον χτυπήσει,
όχι όμως όπως το κάνουν όλοι οι άλλοι
πολιτευόμενοι εδώ και οι λοιποί βασιλικοί συγκεντρώνοντας όλη την πολιτική τους στο να φάγουν το Βενιζέλο να πάρουν την εξουσία ..68», θα τονίσει ο Φίλιππος. Ταυτόχρονα, όμως, ο Φίλιππος εκφράζει τη διαφωνία του για την πρόταση του Ίωνα να αναλάβουν οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί την εντολή της Κοινωνίας των Εθνών για την εγγύηση της εφαρμογής από μέρους των Τούρκων της τοπικής και εθνικής αυτονομίας των ελληνικών κοινοτήτων στην Μικρασία, αφού ακριβώς αυτή είναι η βάση της πολιτικής του, να μείνει η Ανατολή μόνο στους Ανατολίτες. Πιστεύει ότι θα μπορούσε να ζητήσει την εγγύηση
αυτή από
την
Κοινωνία
των
Εθνών ως σύνολο. Ακόμη, θα
μπορούσε να αναφέρει διεξοδικά όλους τους πληθυσμούς
ελληνικούς,
ελληνόφωνους ή ξενόφωνους της Αλβανίας, Βόρειας Μακεδονίας, Ρουμανίας και Συρίας, όπως το κάνει για τη Ρωσία, τον Καύκασο και την Ανατολική Ρωμυλία69. Ο Σουλιώτης-Νικολαϊδης θεωρούσε καλό το Υπόμνημα και πίστευε ότι θα αποτελούσε αφορμή για την πρώτη πολιτική ζύμωση την μη εξαρτώμενη θετικά ή αρνητικά από το πρόσωπο του Βενιζέλου. Κατά τον Σουλιώτη, η πρόταση για εγγύηση της τοπικής αυτονομίας της Μικρασίας από την Αγγλία και την Αμερική καθιστά τον Ι. Δραγούμη περισσότερο ανεκτό
Όπ. παρ. σ. 458. Όπ. παρ. σ. 459.
347
στους Δυτικούς. Έτσι, στη Δύση θα σχηματισθεί μία καλή γνώμη για τον Δραγούμη με το Υπόμνημα αυτό70. Αντιδράσεις για το περιεχόμενο του Υπομνήματος και για το χρόνο σύνταξης και αποστολής του θα εγερθούν και από άλλους συνεργάτες του Ίωνα. Ο Χρήστος Χρηστουλάκης εύρισκε πως το Υπόμνημα ήταν εντελώς παράκαιρο ως σύνολο, ενώ έκρινε το περιεχόμενο του βλαβερό και μη ανακοινώσιμο. Θεωρούσε εσφαλμένη την ιδέα της σύμπραξης με τους λοιπούς Ανατολίτες και κυρίως ανεφάρμοστη και ουτοπική, ιδίως την πρόταση για δημιουργία ανεξάρτητου κράτους των Στενών. Διαφωνίες εξέφρασε και ο Γ. Μπούσιος για τη χρονική στιγμή της εμφάνισης του Ι. Δραγούμη71. Ο Φίλιππος Δραγούμης αντέγραψε τρεις φορές γαλλικά το Υπόμνημα και μία φορά ελληνικά, αφού προηγουμένως το μετέφρασε. Στην αντιγραφή βοήθησαν η Ναταλία, η Ζωή, καθώς και η Μαρίκα Δραγούμη72. Στο
Ημερολόγιο του Φίλιππου
καταγράφεται η αποστολή του
υπομνήματος ως εξής: «η Κοτοπούλη στις 19 του μηνός εκάλεσε έναν πλοίαρχον ατμόπλοιου που πήγαινε στη Μασσαλία, αδελφό του ηθοποιού Ροζάν και του παράδωσα τ' αντίτυπα για τον Clemenceau, Lloyd George και Colonel House να τα ταχυδρομήσει από τη Μασσαλία, κι ο <κυρ. Γιώργης> μου έστειλε τη βραδιά της ίδιας ημέρας τον ανεψιό του, τον Παντελιά, που έχει κι αυτός αδελφόν δεύτερο πλοίαρχο στο ίδιο ατμόπλοιο και του παρέδωσα
κάμποσους
άλλους φακέλους προς διάφορα πολιτικά και
δημοσιογραφικά πρόσωπα στην Αγγλία, Γαλλία, Αμερική κι Ελβετία, να τους ταχυδρομήσει κι αυτός στη Μασσαλία. Το πλοίο έφυγε την επομένη. Μου μένουν ακόμη μερικά αντίτυπα που θα βρω τρόπο να τα στείλω κι αυτά»73.
Όπ. παρ. Όπ. παρ. σ. 4 7 0 - 471. " Αρχείο Μαρίκας Δραγούμη, φάκ. 16. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. • Φιλ Δραγούμης, όπ. παρ. σ. 459 - 460.
71
348
Ο Δραγούμης στη Σκόπελο
κατέληξε σε κάποιους
πολιτικούς
στοχασμούς που ανάγλυφα δείχνουν τους μελλοντικούς πολιτικούς του προσανατολισμούς. Όπως θα αναλύσουμε στο επόμενο κεφάλαιο, την
επιστροφή του
θα πρωταγωνιστήσει
μετά
στις προσπάθειες για την
ενοποίηση της αντιβενιζελικής αντιπολίτευσης. Το μένος του για τον Βενιζέλο και τον Βενιζελισμό και η συμπάθεια του για τον Βασιλιά θα τον οδηγήσουν στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο. Η προσέγγιση του αυτή όμως δε θα σημάνει αναγκαστικά και πλήρη αποδοχή όλων των αντιβενιζελικών θέσεων. Δεν είναι λίγες οι φορές που, θέλοντας να τονίσει τη δεινή θέση, στην οποία έφερε την Ελλάδα ο Βενιζέλος, θα θεωρήσει την εξορία του στη Σκόπελο χειρότερη από την Κορσική. «Ήταν παράδεισος η Κορσική συγκρινόμενη με τη σημερινή μας ζωή. Και μη χειρότερα. Ήταν παράδεισος η Κορσική, γιατί τουλάχιστον δεν βλέπαμε το τι γινόταν στην Ελλάδα. Εγώ σιχαίνομαι την Ελλάδα, όπως κατάντησε. Αλλά και πρωτύτερα δεν αγαπούσα πολύ τους ανθρώπους της, ούτε τη ζωή της»74 θα γράψει στο Ημερολόγιο του. Σε μία άλλη καταγραφή του για τον Βενιζέλο θα σημειώσει: «Ο Βενιζέλος κοίταζε να δελεάσει όλους, και όποιους δεν μπόρεσε να δελεάσει, τους κατάστρεφε, για να τους κουράσει, ταλαιπωρήσει, χαντακώσει. Αν ήξερε πως μου έκανε καλό με την εξορία και τον κατατρεγμό, θα μ' άφηνε αμέσως ελεύθερο»75. Θεωρούσε
επίσης
επονείδιστη
ασχολία
την
ανάγνωση
ελληνικών εφημερίδων «Και ήλθε το ταχυδρομείο και έλαβα δύο γράμματα από ανθρώπους που δεν είχα όρεξη να λάβω και δεν έλαβα από κανένα που περίμενα και είχα εφημερίδες ελληνικές που τις διάβασα και σιχάθηκα ή ελαττώθηκα. Τουλάχιστο στην Κορσική δεν άφηναν οι Γάλλοι να λαβαίνω ελληνικές εφημερίδες ,..»76, θα σημειώσει. Ιδιαίτερα δηκτικός θα σταθεί
4
Φύλλα Ημερολογίου, τ. ΣΤ". Σκόπελος. 24 Ιουνίου 1919. σ. 105. " Όπ. παρ. Σκόπελος, 29 Ιουνίου 1919. σ. 109. 6 Όπ. παρ. Σκόπελος. 20 Σεπτεμβρίου 1919. σ. 125.
349
απέναντι στο βενιζελικό «καθεστώς». «Ποια διαφορά υπάρχει μεταξύ βενιζελικού και χαμιτικού ή νεοτουρκικού καθεστώτος; Συνήθισα στη Τουρκία να με κατασκοπεύουν αστυνομίες και χαφιέδες. Τώρα πρέπει να συνηθίσω το ίδιο και στην Ελλάδα»77, θα τονίσει. Με έντονη δηκτικότητα θα μιλήσει για τη στάση του παλιού συνεξορίστου του Ντούφα, ο οποίος προσέγγιζε το βενιζελικό στρατόπεδο. «Είναι
ολότελα αχρείος
και
ξεσκεπάστηκε
όλη
του η αχρειότητα.
Τηλεγράφησε του υποπρωθυπουργού, του υπουργού των Εσωτερικών, πως γελάστηκε ως τώρα, και τώρα βάζει τον εαυτό του στη διάθεση της κυβέρνησης του Βενιζέλου για τον εθνικόν αγώνα. Εμάς μας βρίζει όλους σαν μικρανθρώπους πεπωρωμένους
που λέμε πως θέλομε να ρίξουν οι
Ιταλοί τους Έλληνες στη θάλασσα, λέει ψέματα, συκοφαντεί, θα κάμει αποκαλύψεις για τον Δούσμανη, Μερκούρη, Μεταξά, Σαγιά και Βασιλιά ότι έπαιρναν χρήματα από τη γερμανική προπαγάνδα ,.»78, θα γράψει. Θα εκφράσει
επίσης
την
αποστροφή του για τα φαινόμενα
προσωπολατρείας που εμφανίζονται τόσο στους Βασιλικούς, όσο και στους Βενιζελικούς «Παράδοξο είδος εικονομαχίας! Αστυνόμοι και χωροφύλακες μπαίνουν στα σπίτια και στα μαγαζιά και τσακίζουν ή κατάσχουν τις εικόνες του βασιλιά Κωνσταντίνου
και αναγκάζουν τους καταστηματάρχες να
κρεμάσουν εικόνες του Βενιζέλου. Κάτω ένα είδωλο! Ζήτω το άλλο! Η εικονομαχία αυτή συντελεί στο να βαρεθεί όλα τα είδωλα ο ελληνικός λαός και να ζητήσει κάτι καλύτερο, χρησιμότερο γι' αυτόν - μία ιδέα απρόσωπη και να νοιώσει ακόμη την ανάγκη να κουνηθεί αυτός σύμφωνα με την ιδέα 79
τούτη, για να επιτύχει το περιεχόμενο της» . Στις 6 Οκτωβρίου, ο Νομάρχης Ευβοίας με τηλεγράφημα του προς τον Δραγούμη που κοινοποιήθηκε από την Αστυνομία, του ανακοίνωσε ότι η
8
Όπ. παρ. Σκόπελος, 29 Σεπτεμβρίου 1919. σ. 130. Όπ. παρ. Σκόπελος. 6 Ιουλίου 1919. σ. 110. Όπ. παρ. Σκόπελος. 15 Σεπτεμβρίου 1919, σ. 122.
350
Βουλή θα συνέλθει στις 30 Οκτωβρίου, ενώ στις 8 Νοεμβρίου ο Υπουργός Εσωτερικών
κ.
Ρακτιβάν
απέστειλε
στην
Υπομοιραρχία
Σκοπέλου
τηλεγράφημα με το οποίο διέτασσε τις τοπικές Αρχές: «δεν θα επιτρέψετε βουλευτήν Ι. Δραγούμην έλθη Αθήνας»80. Ο Δραγούμης είχε ζητήσει από τις τοπικές Αρχές άδεια 15 ημερών για να έρθει στην Αθήνα, προκειμένου να επισκεφθεί τους γονείς του. Ο Γ. Μπούσιος είχε αναλάβει να παρακολουθήσει το ζήτημα αυτό στο Υπουργείο Εσωτερικών. Ο Φιλ. Δραγούμης πίστευε πως οι βενιζελικοί δεν μπορούσαν να επιτρέψουν στον Ίωνα να έλθει στην Αθήνα γιατί φοβούνταν πως θα σχηματιζόταν αμέσως ομάδα πολιτική γύρω του, όπου θα συνέρρεαν όχι μόνο «αντιδραστικοί», μα και βενιζελικοί δυσαρεστημένοι. «Κι αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που τον κρατούν εκεί. Λέγουν πως οι άλλοι πολιτικοί αντιπολιτευόμενοι δε λογαριάζουν. Ο Δημητρακόπουλος είναι άχρηστος πια από την αρρώστια του, ο Γούναρης λείπει, ο Στράτος όχι μόνο ακίνδυνος εξαιτίας της κακής φήμης που χαίρει στο λαό, μα και <μας βοηθεί στη δουλειά μας> λέγουν οι βενιζελικοί. Μένει, ο Ίων όπου έχουν συγκεντρώσει όλη την προσοχή τους...»81. Μάλιστα, κατά την άποψη του Φ. Δραγούμη, ο Γούναρης είναι περισσότερο υπεύθυνος που δεν μηδενίστηκε εγκαίρως ο Βενιζέλος, γιατί αυτός ήταν ο μόνος που είχε οργανωμένο κόμμα, που συγκέντρωσε κάποια πλειονοψηφία και που ήταν νεώτερος από τους άλλους αρχηγούς κομμάτων82. Τελικά, ο Ίων Δραγούμης έφθασε στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου 1919. Έκτοτε δεν έπαψε να αρθρογραφεί και να αναμιγνύεται στην πολιτική κονίστρα.
Όταν
μάλιστα
συστήθηκε
το
Συμβούλιο
της
Ηνωμένης
Αντιπολίτευσης, ο Δραγούμης αποτέλεσε μέλος του και δραστηριοποιήθηκε για την ενοποίηση του, όπως θα αναλύσουμε στο επόμενο κεφάλαιο. so
Όπ. παρ. Σκόπελος. 10 Οκτωβρίου 1919. σ. 133. Φιλ. Δραγούμης, Ημερολόγιο. Διχασμός (1916-1919). Επιμ. Μάρκος Δραγούμης, Εισαγωγή -Σχόλια Χριστίνα Βάρδα, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα- Γιάννινα 1995. σ.488.
81
82
ΥΛ
υπ. παρ.
351
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' : Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ (Νοέμβριος 1919 - Ιούλιος 1920).
α. Η αντιπολιτευτική δράση του Δοανούυη . Είδαμε στα προηγούμενα κεφάλαια ότι ο Δραγούμης, μολονότι υπήρξε ανεξάρτητος ως βουλευτής, διακατεχόταν από έντονη αντιβενιζελική διάθεση. Θεωρούσε το Βενιζέλο υπεύθυνο για την επέμβαση των Δυνάμεων της Entente στην Ελλάδα και την έξωση του Κωνσταντίνου τον Ιούνιο του 1917. Επανειλημμένα είχε επικρίνει τον Βενιζέλο ως πράκτορα ξένων Δυνάμεων, ως ουσιαστικό υπεύθυνο της απαράδεκτης συμπεριφοράς των Δυνάμεων σχετικά
με
τον
εκτοπισμό
σημαινόντων
αντιβενιζελικών
πολιτικών
παραγόντων. Πολλές φορές, μάλιστα, η αντιβενιζελική του τοποθέτηση τον οδηγεί και σε ακραίες διαπιστώσεις. «Φτάνει να είσαι βενιζελικός και σ' αφήνουν να αισχροκερδείς»83, θα σημειώσει. Η διετής σχεδόν εξορία του. όπως είδαμε, χαλύβδωσε ακόμη περισσότερο το μένος του εναντίον των Δυνάμεων της Entente και των βενιζελικών. Έτσι, με την επιστροφή του από τη Σκόπελο, ξεκίνησε αγώνα για τη σύμπραξη όλων των κομμάτων της αντιβενιζελικής αντιπολίτευσης σε ένα κοινό μέτωπο εναντίον του «βενιζελικού καθεστώτος». Είχε λάβει άδεια αναχώρησης από την Υπομοιραρχία Σκοπέλου για να έρθει στην Αθήνα στις 2 Νοεμβρίου 191984. Όταν επέστρεψε από την εξορία, ίσχυε ακόμη ο στρατιωτικός νόμος, που είχε επιβληθεί μετά την επιστροφή του Βενιζέλου, τον Ιούνιο του 1917, και η λογοκρισία. Ταυτόχρονα, καλούνταν στο βουλευτικό του αξίωμα ως μέλος της Βουλής που είχε προκύψει από τις s
" Αρχείο'Ιωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 16. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 29. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
84
352
εκλογές της 3 1 η ς Μαΐου 1915 (είχε αποτύχει τότε, αλλά είχε εκλεγεί σε επαναληπτική εκλογή τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου) κι όχι ως μέλος της Βουλής που είχε σχηματισθεί μετά τις εκλογές του Δεκεμβρίου 1915, από τις οποίες ο Βενιζέλος είχε απόσχει. Και τούτο διότι, ύστερα από την επικράτηση των Φιλελευθέρων και την ανάληψη της εξουσίας στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1917, είχε προκριθεί η λύση της ανάκλησης του Β.Δ της 29 ης Οκτωβρίου 1915 «περί διαλύσεως της Βουλής των εκλογών της 3 1 η ς Μαΐου» με νέο Β.Δ.» «ως παρά το Σύνταγμα εκδοθέν» και συγκλήσεως της Βουλής του Μαΐου. Η «Βουλή των Λαζάρων», όπως ονομάσθηκε, αποτελούσε το νομοθετικό σώμα της χώρας, έως το φθινόπωρο του 1920. Στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται περί της Δ' Συνόδου που συνήλθε στις 21 Νοεμβρίου 1919, μετά την επιστροφή του Βενιζέλου από το Συνέδριο της Ειρήνης, και διήρκεσε έως τις 25 Μαΐου 192085. οπότε διέκοψε τις εργασίες της για να τις επαναλάβει στις 25 Αυγούστου 1920. Η άρνηση του Δραγούμη να μετάσχει στη «Βουλή των Λαζάρων» περιόρισε αναγκαστικά το πεδίο της πολιτικής δραστηριότητας του. Έτσι εξαπέλυσε τα βέλη του εναντίον του Βενιζέλου κυρίως μέσω του Τύπου. Ο ίδιος ο Δραγούμης, στο Αρχείο του, σημειώνει ότι ο αστυνόμος Σκοπέλου, αφού έλαβε τηλεγράφημα της νομαρχίας Ευβοίας με το οποίο διατασσόταν να ανακοινώσει στους τυχόν ευρισκομένους στην περιφέρεια του βουλευτές πρόσκληση προσέλευσης στη Βουλή, του κοινοποίησε το τηλεγράφημα, αλλά συγχρόνως ρώτησε τηλεγραφικά το Υπουργείο των Εσωτερικών, αν έπρεπε να μην του επιτρέψει να προσέλθει στη Βουλή. «Ο δε κ. Ρακτιβάν απήντησε ότι δεν θα επιτρέψητε εις βουλευτήν Ι. Δραγούμην αναχώρησιν δι' Αθήνας»86 θα σημειώσει ο ίδιος, θέλοντας να δείξει τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε και τις διακρίσεις σε βάρος του από το Βενιζελικό «καθεστώς».
,? 6
»Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ". Σημ. 133. σ. Ι 71. Αρχείο'Ιωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 28. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
J5J
H «Βουλή των Λαζάρων» συμπλήρωνε την τετραετία από την εκλογή της στις 31 Μαΐου 1919, αλλά η ζωή της παρατάθηκε με τέσσερα διαδοχικά Αναγκαστικά Διατάγματα της 28 ης Μαΐου 1919, της 28 η ς Νοεμβρίου 1919, της 24 ης Μαρτίου 1920 και της 29 η ς Ιουνίου 1920, μέχρι και της 10 Σεπτεμβρίου 1920, οπότε και διαλύθηκε. Τα αντισυνταγματικά αυτά διατάγματα, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση που τα συνόδευε εκδόθηκαν εξαιτίας της «μήπω αποτερματισθείσης εν πολέμω καταστάσεως» και θα τίθενταν μαζί με όλες τις αντικείμενες στις διατάξεις του Συντάγματος
του 1911 πράξεις της
κυβερνήσεως Βενιζέλου, «υπό την επικύρωσιν της συγκροτηθησομένης εθνικής συνελεύσεως». Η αιτιολογία αυτή υπήρξε η κυριότερη τυπική δέσμευση, που οδήγησε τον Βενιζέλο στη διενέργεια των εκλογών της 1 η ς Νοεμβρίου 1920. Στη συνεδρίαση της 23 ης Νοεμβρίου 1919, ο Ελ. Βενιζέλος έλαβε τον λόγο, μετά την κατάθεση προς επικύρωση από τον Νικ. Πολίτη των συνθηκών Βερσαλλιών, Αγ. Γερμανού και Νεϊγύ και, αφού διαβεβαίωσε την εθνική αντιπροσωπεία ότι «μετά την υπογραφήν της συνθήκης μετά της Τουρκίας η Βουλή θα διαλυθή και εκλογαί θα διεξαχθούν εντός των προθεσμιών, τας οποίας το Σύνταγμα καθορίζει», δήλωσε ότι η άρση του στρατιωτικού νόμου και η κατάργηση της λογοκρισίας θα συνοδεύσουν το διάταγμα διαλύσεως της Βουλής87. Ο στρατιωτικός Νόμος επιβλήθηκε μετά την επιστροφή του Βενιζέλου στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1917 και άρθηκε μόλις τον Οκτώβριο του 1920. Υπό το καθεστώς του, τα έκτακτα στρατοδικεία συνέχισαν να εκδικάζουν υποθέσεις εσχάτης προδοσίας αναγόμενες στην περίοδο του «Κράτους των Αθηνών». Η κυριότερη απ' αυτές ήταν η περίφημη «δίκη των Γενικών Επιτελών» που καταλόγισε στους Β. Δούσμανη, Ι.Μεταξά κ.α. την ευθύνη για την παράδοση
του Ρούπελ
και της ανατολικής Μακεδονίας
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1919, Συνεδρίασις της 23 Νοεμβρίου,σ.50.
στους
354
Γερμανοβουλγάρους. Η «δίκη των Ετπστράτων» με κατηγορούμενους τους Κ. Εσλιν, Ι. Σαγιά, Σ. Μερκούρη, Γ. Πεσμαζόγλου κ.α. τταρολίγο να δημιουργήσει ρήξη στις σχέσεις ανάμεσα στον βασιλιά Αλέξανδρο και την κυβέρνηση. Αμέσως μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, ξεκινά την πολιτική του δράση με μία συνέντευξη στην εφημερίδα «Πολιτεία» Αθηνών, στις 25 Νοεμβρίου 1919. Δικαιολογεί την άρνηση του να μετάσχει στις εργασίες της «Βουλής των Λαζάρων» λέγοντας: «θα επεθύμουν να επήγαινα εις την Βουλήν, αλλά
Βουλή δεν υπάρχει πλέον. Δεν έχω δε εντολήν από τους
εκλογείς μου να τους αντιπροσωπεύσω εις συνέδριον, το οποίον δεν έδωκε ο λαός εις κανένα το δικαίωμα να συγκάλεση»88 και συνεχίζει : «Μόνον δια της διενεργείας εκλογών ελευθέρων, ανεπηρέαστων και τιμίων θα ήτο δυνατόν να εκδηλωθή το γνήσιον φρόνημα του Ελληνικού λαού και μόνη η έκφρασις της θελήσεως του κυριάρχου λαού θα επαναφέρη τον τόπον εις την ομαλήν κατάστασιν. Αι εκλογαί είναι η ασφαλιστική δικλείς κατά παντός βιασμού και εκρηκτικής καταστάσεως εξ οιωνδήποτε προερχομένων αιτίων»89. Ο Αγώνας της Αντιπολίτευσης, κατά τον Δραγούμη, είναι ο αγώνας υπέρ των ελευθεριών του ελληνικού λαού, υπέρ της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος και υπέρ της εξυγιάνσεως των εσωτερικών πραγμάτων της χώρας.
Για
έναν
τέτοιο
αγώνα
χρειάζεται
συνεργασία
όλων
των
αντιφρονούντων προς την κυβέρνηση στοιχείων ανεξαρτήτως κομματικών αποχρώσεων, χωρίς προσωπικές φιλοδοξίες,
κομματικές
αξιώσεις ή
μικροϋπολογισμούς. «Δια τούτο έχω την εντύπωσιν ότι όλοι οι πολιτικοί παράγοντες,
είτε
μετάσχοντες,
συγκρότησιν
των δυνάμεων
είτε
μη
εις τας προσπάθειας
της Αντιπολιτεύσεως,
συμφωνούν
προς με τας
αντιλήψεις μου περί της ανάγκης της συνεργασίας υπό κοινήν σημαίαν προς Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτεία Αθηνών. 25 Νοειιβρίου 1919. s y γ> υπ. παρ.
355
καλλιτέραν διεξαγωγήν του κοινού αγώνος»
Η Αντιπολίτευση πρέπει να
συνεργαστεί στις εκλογές, διότι έχει να αντιμετωπίσει κοινό αντίπαλο, όχι προσωπικό, αλλά δημιουργό συστήματος ολέθριου για την Ελλάδα και το Έθνος. Οι εκλογές πρέπει
να είναι τίμιες, ανεπηρέαστες, ειλικρινείς,
ελεύθερες. Επίσης, θα έπρεπε να διεξαχθούν μέσα στο επόμενο τετράμηνο, έστω κι αν δεν έχουν επιλυθεί τα εξωτερικά ζητήματα και το Τουρκικό. «Όσο για το πρόγραμμα της Αντιπολιτεύσεως, αυτό θα ανακοινωθεί υπευθύνως εν καιρώ. Έχω την πεποίθηση ότι η συνεργασία της αντιπολιτεύσεως θα προοδεύσει ομαλώς, διότι όλοι ελαυνόμεθα από ειλικρινούς διαθέσεως χωρίς κομματικός ή προσωπικός αξιώσεις και μικροϋπολογισμούς.
Κανενός
παράγοντος δεν θα αποκλεισθεί η συνεργασία και βεβαίως δεν θα παροραθούν
κατά τας εκλογάς αι επιτακτικοί
υποδείξεις της κοινής
γνώμης»91. Για τα εξωτερικά ζητήματα ο Δραγούμης αποφεύγει να διατυπώσει συγκεκριμένη άποψη που να εκφράζει το σύνολο των αντιπολιτευομένων. Ίσως η κρισιμότητα των ζητημάτων αυτών, αλλά και η χρονική στιγμή της διαπραγμάτευσης των εκκρεμών εθνικών ζητημάτων του ελληνισμού στο Συνέδριο της Ειρήνης ήταν απαγορευτική για δημόσιες αντεγκλήσεις πάνω στα θέματα αυτά. Ακόμη, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο Ίων Δραγούμης είχε κάποιες εντελώς προσωπικές θέσεις πάνω στα διεθνή ζητήματα και τη διεθνή θέση της Ελλάδας, εκφρασμένες και μέσα από τα Υπομνήματα του προς το Συμβούλιο των Δυνάμεων, οι οποίες δεν ταυτίζονταν με τις απόψεις των υπολοίπων αντιβενιζελικών πολιτικών παραγόντων. Σύμφωνα με τον Δραγούμη, εκείνη τη στιγμή, προείχε η ενότητα της Αντιπολίτευσης για την αντιμετώπιση
του
«σκαιού
βενιζελικού
καθεστώτος», όπως ο ίδιος
Ι. Δραγούμης. «Η Συγκρότησις της Αντιπολιτεύσεως». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α*, φάκ. 35. υποφάκ. γ". Γελνάδειος Βιβλιοθήκη, και Βα/.κανικός Ταχυδρόμος, 24 Δεκεμβρίου 19Ι9. '" [. Δραγούμης. «Η Σημασία της Συμπράςεώς της Αντιπολιτεύσεως». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Πολιτεία Αθηνών. 25 Δεκεμβρίου 1919
356
υποστήριζε. Άλλωστε, τότε γίνονταν τα πρώτα βήματα και δρομολογούνταν οι πρώτες διαδικασίες για την ένωση της Αντιπολίτευσης. Η πρώτη συνεννόηση των αντιβενιζελικών επήλθε στις 24 Δεκεμβρίου/ 6 Ιανουαρίου 1920, μεταξύ των Ν. Καλογερόπουλου, Νικ. Στράτου και Π. Τσαλδάρη. Απ' αυτούς καταρτίσθηκε συμβούλιο με τους Δ.Γ. Μπούσιο, Σ. Στάη, Χ. Βοζίκη, Ν. Τριανταφυλλάκο και Ε. Δεληγιάννη. Οι προσπάθειες, όμως, για τη συγκρότηση της Αντιπολίτευσης είχαν ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα. Ο Ν. Λεβίδης μας πληροφορεί ότι στη σύσκεψη των ηγετών της Αντιπολίτευσης προσκλήθηκαν οι Ν. Στράτος, Ν. Καλογερόπουλος, Γ. Μπαλτατζής, Π. Τσαλδάρης, Χ. Βοζίκης, για να εκπροσωπήσουν τους υπάρχοντες αντιβενιζελικούς κομματικούς σχηματισμούς. Ο Ν. Στράτος είχε τη γνώμη ότι έπρεπε να κληθούν στη σύσκεψη και άλλοι πολιτικοί άνδρες που δεν ανήκαν σε κάποιο κόμμα, αλλά είχαν παράσχει πολλές υπηρεσίες στην πατρίδα. Επειδή, όμως, αυτοί είναι πολλοί, κρίθηκε σωστό να κληθούν προς το παρόν για συνεργασία μόνο όσοι διετέλεσαν Υπουργοί ή πρόεδροι της Βουλής και κατοικούσαν μόνιμα στην Αθήνα92. Σε αδημοσίευτο χειρόγραφο που βρίσκεται στο Αρχείο Ν. Λεβίδη παρατίθεται μια συνομιλία του Ν. Στράτου και Ν. Λεβίδη για τη συγκρότηση του Συμβουλίου της Αντιπολίτευσης. Ο Στράτος διαβεβαίωσε τον Λεβίδη ότι από τους κληθέντες ανεξάρτητους πολιτικούς εκδήλωσαν ενδιαφέρον να συμμετάσχουν οι Ν. Τριανταφυλλάκος, Ανδρ. Στεφανόπουλος, Κ. και Σπ. Κουμουνδούρος, ενώ ο Ν. Δημητρακόπουλος αρνήθηκε να συμμετάσχει, οι Στ. Σκουλούδης και Στ. Δραγούμης δήλωσαν ότι δεν πολιτεύονται και ο Δημ. Ράλλης δήλωσε ότι τάσσεται με το μέρος της Αντιπολίτευσης, αλλά δεν θα μετάσχει της συσκέψεως φοβούμενος τυχόν άρση της επί εγγυήσει αδείας παραμονής του στην οικία του, αφού ήταν υπόδικος, και καταλήγει: «Εκλήθησαν και οι εκ Μακεδονίας Γεώργιος Μπούσιος (Κοζάνης) και
''- Αρχείο Ν. Λεβίδη, Τομ. IH* . σ. 7081-7083.
357
Ιωάννης Δραγούμης (Φλωρίνης), δηλώσαντες επίσης, ότι εισί συμφωνότατοι, αλλά προς το παρόν κωλύονται, ίνα μετάσχωσι της συσκέψεως. Ούτοι ναι μεν ούτε Πρόεδροι της Βουλής, ούτε Υπουργοί εχρημάτισαν (δηλ. οι εκ Μακεδονίας), εκρίθη όμως σκόπιμον, ίνα κληθώσιν, όπως αντιπροσωπευθή εν τη ομάδι η Μακεδονία, περιφέρεια μεγάλη»93. Φαίνεται ότι έγιναν αλλεπάλληλες συσκέψεις των στελεχών της υπό διαμόρφωση Ενωμένης Αντιπολίτευσης στο σπίτι του Καλογερόπουλου, αλλά και του Στ. Δραγούμη με πρωτοβουλία του Ίωνος. Ο Δραγούμης, όπως θα διαπιστώσουμε
παρακάτω,
εξέφρασε κάποιες διαφωνίες, για τον
Κανονισμό Λειτουργίας του Συμβουλίου της Αντιπολιτεύσεως και για τη σύνταξη του ανακοινωθέντος της. Ο Λεβίδης κάνει λόγο για τη σύσκεψη στο σπίτι του Δραγούμη στις 26 Νοεμβρίου 1919 και επικρίνει τον Μπούσιο και τον Δραγούμη, ότι με τις διαφωνίες τους προκάλεσαν την αναβολή της ψήφισης του Κανονισμού Λειτουργίας της Αντιπολίτευσης.94 Τον Μάρτιο του 1920 δημιουργήθηκε η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις», στη διοίκηση της οποίας συμμετείχαν οι Ν. Καλογερόπουλος, Ν. Στράτος, Π. Τσαλδάρης, Ν. Μπαλτατζής, Χ. Βοζίκης, Ι. Δραγούμης, Γ. Μπούσιος, Γ. Ευστρατιάδης, Ν. Λεβίδης, Ν. Τριανταφυλλάκος, Α. Στεφανόπουλος, Λ. Ρούφος, Κ. Κουμουνδούρος, Σ. Κουμουνδούρος, Ε. Δεληγιάννης και Ξ. Στρατηγός. Ο Δραγούμης δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αναγκαιότητα άρσης του στρατιωτικού Νόμου που εξακολουθούσε να υφίσταται εκείνη τη χρονική στιγμή. Στο άρθρο του «Δήλωσις περί Καθεστώτος», γίνεται λόγος για τη συνεχιζόμενη παράταση του Στρατιωτικού Νόμου και των δικαιολογιών που ο Βενιζέλος κάθε φορά επικαλείται εξ αφορμής της ερώτησης του τελευταίου προς την Αντιπολίτευση στις 27-10-1919, εάν θεωρεί ότι το ζήτημα του
?
" Αρχείο Ν. Λεβίδη, τ. IH' . σ. 7085. "4 Αρχείο Ν. Λεβίδη , τ. IH-, σ. 7126.
358
Βασιλέως έχει λήξει. Ο Βενιζέλος δικαιολόγησε τον Στρατιωτικό Νόμο με το επιχείρημα ότι κινδυνεύει όχι μόνο το πολιτικό, αλλά και το κοινωνικό καθεστώς και δήλωσε ότι δε θα μπορούσε να δώσει αμνηστία, επειδή θα έδειχνε αδυναμία εκ μέρους του και θα βρισκόταν σε αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα. Επίσης, στις 26 Νοεμβρίου, δήλωσε ότι δεν υπάρχει κοινωνική επιβουλή από τους σοσιαλιστές, αλλά χρειάζεται ο στρατιωτικός Νόμος επειδή η Ελλάδα βρίσκεται σε εμπόλεμη περίοδο και ο εξόριστος βασιλιάς επιβουλεύεται διαρκώς την πολιτική τάξη της χώρας95, ενώ στις 20 Ιανουαρίου δικαιολόγησε την παράταση των διώξεων και των απελάσεων επειδή σοβεί η «αντεπανάστασις»96, όπως υποστήριξε. Ο Δραγούμης, ως εκπρόσωπος της Αντιπολίτευσης, φρονεί ότι ορθά τέθηκε η διάκριση μεταξύ του «δέχεται» (το καθεστώς) και του «αναγνωρίζει» το καθεστώς. Η αντιπολίτευση βρέθηκε στην ανάγκη να αποδεχθεί το νέο καθεστώς μαζί με τον ελληνικό λαό, αφού αφοπλίστηκε με τη ξενική επιβουλή και καταδιώχθηκε, παρά τις υποσχέσεις του Αντιπροσώπου των Δυτικών Δυνάμεων για γενική αμνηστία και παρεμπόδιση αντεκδικήσεων. Αλλά η κατάσταση αυτή που επιβλήθηκε και εξαιτίας του πολέμου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως έγκριση του νέου πολιτεύματος που επιβλήθηκε με την ξενική εισβολή και κατοχή και χωρίς τη λαϊκή ετυμηγορία από τον Ιούνιο του 1917 και εφεξής. «Οι πολιτευόμενοι, αν και δεχόμενοι ως πολίται καθεστώς τι ως πραγματικόν, δεν δικαιούνται εν τη ιδιότητι των ως πολιτευόμενων να αναγνωρίσουν αυτό ως νόμιμον, εφόσον δεν υπάρχει προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία. Ο μόνος τρόπος για εκδήλωση του λαϊκού φρονήματος είναι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία με αμεροληψία, ελευθερία και νομιμότητα. Ο λαός είναι πάντοτε ο αρμόδιος να αποφασίζει με εθνική συνέλευση ή δημοψήφισμα για τα κρίσιμα προβλήματα του και κυρίως για τη μορφή του
:
Εφημίψίς των Συζητήσεων της Βουλής τυυ ϊτους 1919, Συνεδρίασις της 26' κ Νοεμβρίου 1919. σ. 56. Όπ. παρ. σ. 430 - 431.
359
πολιτεύματος, αλλά και για το πρόσωπο του βασιλιά που προτιμάει»
θα
υποστηρίξει ο Δραγούμης. Το άρθρο αυτό δόθηκε από τον Δραγούμη, για δημοσίευση στην εφημερίδα «Η Καθημερινή». Η λογοκρισία, όμως, δεν επέτρεψε να δημοσιευθεί κι έτσι παραμένει ανέκδοτο στο προσωπικό Αρχείο του Ίωνα. Παρεμφερούς περιεχομένου άρθρο θα δημοσιεύσει στην εφημερίδα «Εσπερινή». Στο άρθρο αυτό, αφού ανασκευάζει τις διάφορες δικαιολογίες του Βενιζέλου για την ανάγκη διατήρησης του Στρατιωτικού Νόμου, καταλήγει: «Σημειώσατε καλώς ότι δεν ομιλώ περί του Στρατιωτικού Νόμου απλώς όστις και μόνος δεν εξηγεί επαρκώς τα λαμβανόμενα πιεστικά μέτρα. Λόγω καθησυχάσεως του πνεύματος των πολιτών ή δι' άλλους εσωτερικούς λόγους, δεν προβλέπει το Σύνταγμα εφαρμογήν στρατιωτικού Νόμου. Θα ηδύνατο να νοηθή η ανάγκη της διατηρήσεως του στρατιωτικού Νόμου λόγω της εξακολουθήσεως ενός ακήρυχτου πολέμου, αλλά μόνον στρεβλή εφαρμογή του νόμου τούτου, μόνον αδικαιολόγητος επιμονή εις διατήρησιν εν ισχύϊ και απηνή εφαρμογήν νόμων καινοφανών, ως οι περί δυσμένειας κατά του καθεστώτος και περί εκτοπισμών, προκαλούν την δυσφορίαν του λαϊκού αισθήματος και συντελούν εις την διαιώνισιν των γεννηθέντων παθών, δημιουργούν δε αλλόκοτον είδος καθεστώτος, το οποίον εξετράπη της αρχικής μορφής, ήτις του εδόθη υπό των γεννητόρων του τον Ιούνιον του 1917 και το οποίον κανείς Ελλην. είμαι βέβαιος, θα θελήση ποτέ να νομιμοποιηθή»98. Στη συνέχεια ο Δραγούμης προβαίνει σε σύγκριση του καθεστώτος Στρατιωτικού Νόμου του 1912 και 1913 με τη σύγχρονη του κατάσταση. Ο Στρατιωτικός Νόμος του 1912 και 1913 είχε γίνει αποδεκτός από τον λαό, επειδή συνδεόταν με τη γενικευμένη εθνική προσπάθεια των Βαλκανικών ):
Ι. Δραγούμης «Δήλωσις περί καθεστώτος». 3 1 Ιανουαρίου 1920. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α', φάκ. 35, υποφάκ. γ". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 98 Ι. Δραγούμης. «Στρατιωτικός Νόμος». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, καν Εσπερινή, 8 Φεβρουαρίου 1920.
360
πολέμων. Τότε είχε νόημα η κήρυξη του Στρατιωτικού Νόμου, ενώ στην παρούσα φάση υπάρχει μόνο για να συνδράμει την επιβολή του Βενιζελικού καθεστώτος". Όπως προαναφέραμε, οι προσπάθειες του Δραγούμη ήταν άοκνες στην κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης όλων των αντιπολιτευτικών ομάδων. Στον τομέα αυτό σημαντική υπήρξε η συμβολή του. Σημαντικά προσκόμματα
στην
ενωτική
αυτή
προσπάθεια
έθετε
ο
Νικ.
Δημητρακόπουλος. Ο Δημητρακόπουλος αντιμετώπιζε με αρκετή δυσπιστία την ενωτική αυτή προσπάθεια. Ο Δραγούμης επικεντρώνει την προσοχή του στον προσεταιρισμό του Δημητρακόπουλου στον ενωτικό συνδυασμό της Αντιπολίτευσης. Ήδη από τον Νοέμβριο του 1919, θα έρθει σε επικοινωνία με τον Δημητρακόπουλο με τον οποίο θα συζητήσει και ένα προσχέδιο Μανιφέστου της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως. Στην αλληλογραφία τους όπως φυλάσσεται στο προσωπικό Αρχείο του Ίωνα Δραγούμη φαίνονται καθαρά οι αντιρρήσεις του πολιτικού στο σχέδιο που είχε συνταχθεί από τον Δραγούμη. Θα γράψει λοιπόν ο Δημητρακόπουλος στον Δραγούμη: «Το ανακοινωθέν ηδύνατο να γίνει
συντομώτερον.
Αλλ'
ήτο νομίζω
ανάγκη
εν αυτώ
τούτω
τω
ανακοινωθέντι να δικαιολογήσωμε την αντίφασιν των προσελθόντων τότε και μη προσερχόμενων τώρα βουλευτών»100. Στη συνέχεια εκφράζει τη διαφωνία του για την τακτική του Δραγούμη να συμβουλεύεται τις γνώμες όλων σε τέτοια
κρίσιμα
θέματα,
τακτική η οποία
καταλήγει στην θεωρητική
πολυγνωμία που δεν οδηγεί πουθενά και σημειώνει: «Δεν σας αποκρύπτω ότι σχεδόν μετανοώ που ανεμίχθην εις την υπόθεσιν αυτήν, διότι ατυχώς παρ' ημίν δεν είναι αντιληπτόν, ότι έγγραφα τοιαύτα, εις τα οποία σταθμίζεται επιμελώς πάσα φράσις και πάσα λέξις, δεν είναι δεκτικά της συνεργασίας
Όπ. παρ. Δημητρακόπουλος προς Ίωνα Δραγούμη. 20 Νοεμβρίου 1919. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Αλληλογραφία, φάκ. 2. υποφάκ. 3. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 110
361
101
πολλών» . Επίσης, σε μία άλλη του επιστολή, τονίζει στον Δραγούμη ότι δεν επιθυμεί να γίνει ιδιαίτερος λόγος για το πρόσωπο του στη Συνέλευση 102
της Αντιπολιτεύσεως . Οι άοκνες προσπάθειες του Δραγούμη για την πολιτική ένωση της αντιβενιζελικής Αντιπολίτευσης βρήκαν ευνοϊκή, αλλά και δυσμενή απήχηση από φίλους και συνεργάτες του. Η δυσμενής απήχηση βέβαια δε συνδέεται με υποτιθέμενη ανεπάρκεια του, αλλά αντίθετα σχετίζεται με την απροθυμία του να διαδραματίσει έναν ηγετικό πραγματικά ρόλο σ' αυτούς τους υπό διαμόρφωση
πολιτικούς
σχηματισμούς.
Πολλοί
φίλοι
του,
επίσης,
συμφωνούν με την απόφαση του να αντιπολιτευτεί τον Βενιζέλο, διαφωνούν όμως με την προσχώρηση του στο παραδοσιακό Αντιβενιζελικό στρατόπεδο. Ο Ν. Γρηγοριάδης θα γράψει στον Δραγούμη από την Πόλη: «Μα τι ευκαιρίες έχασες; Πάει η ευκαιρία να γίνεις υπαρχηγός του Βενιζέλου αν ερχόσουν στην Επανάσταση (ενν. το 1909). Έχασες την ευκαιρία να γίνεις αρχηγός των επαναστατών των μη Βενιζελικών, αν ερχόσουν στη Θεσσαλονίκη. Τώρα πας με τους κυρίους 15, χωρίς να είσαι τουλάχιστον ο εκλεκτός 160ς, ο αρχηγός δηλαδή των άλλων. Μένει ακόμη να γίνεις η ηθική δυσαρέσκεια από την τριβή της κυβερνητικής μηχανής και μάλιστα εις τον πόλεμο αυτό και να αναδειχθείς μόνος σου με λιγότερο θόρυβο και έντιμα - όπως πάντα έκανες - αφού μας έκανες τους φίλους σου να χάσουμε τον κυβερνήτη του μέλλοντος και τον έτοιμο Αντιβενιζέλο, που θα ήσουν, αν ενεργούσες σύμφωνα με τις γνώμες σου. Έτσι, αν εγκαίρως σηκώσεις την υγιά σημαία, θα είχαμε οι φίλοι σου τουλάχιστον την παρηγοριά να μη σε πολεμήσουμε μαζί με τους απαίσιους 15»103. Από την άλλη μεριά, ένας παλιός του γνώριμος από τη Γιάλτα της Ρωσίας θα του γράψει: «Θα ήμουν ευτυχής, εάν συνέτρεχα μίαν τοιαύτην 1
Δημητρακόπουλος προς'Ιωνα Δραγούμη, όπ. παρ.
02 in
υπ. παρ. ~ Ν. Γρηγοριάδης προς Ίωνα Δραγούμη. Πόλη 5 Ιανουαρίου 1920. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Αλληλογραφία, φάκ. 2. υποφάκ. 2. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. ι0
362
ηθικήν ττολιτικήν, ως την ιδικήν σας, που σπανίως συναντάται εδώ πέρα. Από όσους γνώρισα κοινωνιστάς δω πέρα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, κανένας δε βρίσκεται εις το ύψος της αποστολής του»104, ενώ ο Ηλ. Αντωνιάδης θα εκμυστηρευτεί στον Δραγούμη «.... Πολύ μας ανεκούφισεν όλους η σύμπραξη της Αντιπολιτεύσεως. Απ' αυτήν περιμένουμε γρήγορη την
κατάργηση
αναπνευσωμε»
του
Στρατιωτικού
Νόμου
για
να
μπορέσωμε
να
.
Υπήρξαν επίσης πολλές φωνές υπέρ της ανάθεσης της αρχηγίας του Συνασπισμού της Αντιπολίτευσης στον Ίωνα Δραγούμη. Στην «Εφημερίδα της Αλεξάνδρειας» συναντούμε ένα άρθρο στο οποίο γίνεται λόγος για την ανάγκη ανάθεσης της αρχηγίας του Συνασπισμού της Αντιπολίτευσης στον Ίωνα Δραγούμη. «Με γενικήν χαράν θ' ακουσθή η ανάθεσις της αρχηγίας της αντιπολιτεύσεως εις τον Ίωνα Δραγούμην υπό των ηνωμένων κομμάτων της Αντιπολιτεύσεως εκτός του Δημητρακοπουλικού και των ανεξαρτήτων»106. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ο Δραγούμης είναι πολιτικά ενάρετος, ανώτερος ταπεινών
εμπαθειών,
κομματικών
τυχοδιωκτισμών
και
κιβδήλων
αληθοφανειών. «Αν η αρετή εις τον κόσμον βραβεύεται επιβράβευσις της πολιτικής αρετής του Δραγούμη δύναται να θεωρηθή η ανάθεσις της εις αυτόν
αρχηγείας
της
Αντιπολιτεύσεως,
φανταζόμεθα όχι ως συστηματικήν
την
οποίαν
αντιπολίτευσιν
αντίδρασιν, αλλ' ως ανεξάρτητον
ενέργειαν προς επιβολήν του ορθού και συμφέροντος εις την ολομέλειαν, από της διπλής του απόψεως, της ηθικής και φυσικής τοιαύτης. Τον αγώνα αυτό τον ευγενή είναι εις θέσιν να αναλάβη ο Δραγούμης107». Το άρθρο κλείνει με τη βεβαιότητα ότι το πρόγραμμα του Δραγούμη θα βρει την
14
Θεόδωρος Γραμματικόπουλος προς Ιωάννη Δραγούμη. 28 Δεκεμβρίου 1919, Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Αλληλογραφία, φάκ. 2. υποφάκ. 2. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. ι0 " Ηλ. Αντωνιάδης προς Ίωνα Δραγούμη, Κοζάνη. 2 Ιανουαρίου 1920. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Αλληλογραφία, φάκ. 1. υποφάκ. 2. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 106 Εφημερίς της Αλεξάνδρειας 15.28 Φεβρουαρίου 1920. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Β". φάκ. 9. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη]. 107
JO
υπ. παρ.
363
αναγκαία λαϊκή ανταπόκριση και ότι, ως πρόσωπο, θα ηγηθεί επάξια της Αντιπολιτεύσεως. Το στίγμα του πολιτικού προγράμματος της Αντιπολιτεύσεως θα δώσει ο Δραγούμης με το άρθρο του «Αντιπολίτευσις και Λαός» στην εφημερίδα «Πολιτεία». Ο αγώνας των αντιτιθέμενων στον Βενιζελισμό δεν θα είναι
μόνο υπέρ
της αποκαταστάσεως της ομαλής λειτουργίας του
Πολιτεύματος, υπέρ της αποδόσεως των ελευθεριών του λαού, αλλά και υπέρ της εξυγίανσης των εσωτερικών πραγμάτων της χώρας και της επικράτησης
στο μέλλον κάποιας πολιτικής ηθικής που απορρέει από
σταθερές αρχές και ως προς τα εξωτερικά ζητήματα και ως προς την καλύτερη οργάνωση της κοινωνίας και του κράτους. Για την επίτευξη του στόχου αυτού πρέπει να συνεργασθούν οι πολιτευόμενοι με τον λαό. Είναι αναγκαίο να γίνει Συντακτική Εθνική Συνέλευση για την εξακρίβωση της λαϊκής θέλησης για τη διεθνή θέση της Ελλάδας και για το πολιτειακό ζήτημα. Για τη συγκρότηση της Εθνοσυνέλευσης χρειάζονται απαραίτητα ελεύθερες και τίμιες εκλογές, ενώ για τη διενέργεια ανόθευτων εκλογών προαπαιτείται κατάργηση στρατιωτικών νόμων, λογοκρισιών, καταδιώξεων, ασφαλείας,
απόδοση
ελευθεριών.
"....Κυρία
λοιπόν
σωμάτων
εργασία
της
αντιπολιτεύσεως, κατ' ανάγκην, είναι η εν ευθέτω χρόνω αλλ' όσον το δυνατόν
ταχύτερον, απαλλαγή του λαού από τα κατασταλτικά των
ελευθεριών του μέτρα και η προσπάθεια προς αλλαγήν κυβερνήσεως δια να παρασχεθούν
εις αυτόν αι εγγυήσεις περί αμερόληπτου διεξαγωγής
εκλογών. Μετά τούτο έρχεται η προεκλογική ενέργεια"108. Στην προεκλογική εκστρατεία οι αντιπολιτευόμενοι δεσμεύονται να εμφανισθούν με κοινό πρόγραμμα, το οποίο θα υποστηρίξουν και στην Εθνοσυνέλευση. Πέρα, όμως, από
τα σημεία στα οποία
συμπίπτουν
οι αντιλήψεις τους,
διαφυλάττουν πλήρη ανεξαρτησία ενεργείας και πλήρη ελευθερία γνώμης.
Ι. Δραγούμης "Αντιπολίτευσις και Λαός". Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α', φάκ. 35, υποφάκ. 8. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτεία Αθηνών. 20 Φεβρουαρίου 1920.
364
Για το πολιτικό αλληλοεγκαλούνται
συμφέρον της Αντιπολίτευσης
τα στελέχη της αντιπολίτευσης
δεν πρέπει
να
αναφορικά με το
παρελθόν και να χωρίζονται σε στρατόπεδα. Ο λαός θέλει όλους τους αντιβενιζελικούς
ενωμένους
κι
όχι
αλληλοσπαρασσομένους,
διότι
η
συνισταμένη των δυνάμεων τους χρειάζεται κι όχι ο καθένας ξεχωριστά. "Ο αγών δεν είναι εκλογικός μεταξύ κομμάτων, προς επικράτησιν του ενός ή του άλλου. Ο αγών είναι κοινός, λαού και πολιτευόμενων, κατά του ισχύοντος ολέθριου
συστήματος..."109.
Η
συζήτηση,
συνεπώς,
μεταξύ
των
αντιπολιτευομένων τον Βενιζέλο προσώπων και φορέων θα πρέπει να αποφύγει τις διχογνωμίες νια το παρελθόν, αλλά και κάθε άσκοπη και άκαιρη συζήτηση για το μέλλον το
απώτερο "Απομένει
συνεπώς
μόνο
να
συζητώμεν ενεργείας αποβλέπουσας εις το παρόν και το άμεσο μέλλον. Ο δε περιορισμός της συζητήσεως εις ανεύρεσιν των αναγκαίων μέτρων προς αντιμετώπισιν της παρούσης αθλίας καταστάσεως και του εγγύς μέλλοντος, μας άγει, κατ' αναπόδραστον αναγκαιότητα εις κοινήν ενέργειαν, δηλαδή εις συνερνασίαν"110, θα τονίσει ο Δραγούμης. Η ενότητα της Αντιπολιτεύσεως δοκιμάστηκε, όμως, από την τελική άρνηση του κόμματος των Προοδευτικών του Νικ. Δημητρακόπουλου να συμμετάσχει. Σε μία συνέντευξη του στην «Πολιτεία», ο Δημητρακόπουλος κατηγορεί την Αντιπολίτευση ότι "παρεισέφρυσαν εν τούτοις και ευάριθμα στοιχεία, τα οποία αγωνίζονται παντί σθένει να εκμεταλλευθώσι τον άγιον αντιπολιτευτικόν αγώνα του ελληνικού λαού, προς τον οποίον ουδεμίαν απολύτως
έχουσιν
ηθικήν
και
ψυχικήν
σχέσιν.
Τα
στοιχεία ταύτα
προσπαθούντα να εκδιώξουν το κόμμα των Προοδευτικών ήρχισαν ήδη κατ' εμού τον αγώνα πριν ή διευθύνωσιν τούτον κατά της Κυβερνήσεως»111.
Όπ. παρ. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη. Σειρά Β", φάκ. 9. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
365
Ο Δραγούμης συναντήθηκε με τον Γ. Ευστρατιάδη, που ανήκε στο κόμμα των Προοδευτικών. Ο Ευστρατιάδης διαβεβαίωσε τον Δραγούμη ότι πρόθεση του κόμματος των Προοδευτικών ήταν να συνυπογράψει το κείμενο της Αντιπολίτευσης, αντίθετα προς τη βούληση του Αρχηγού του, εφόσον όμως άλλαζε κάπως η διατύπωση112. Ο Δραγούμης πρότεινε, τότε, τη συνάντηση της Διοικούσας Επιτροπής με τον υπογραφή
κοινής
συμφωνίας
σύμπραξης,
Ευστρατιάδη για την αφού
θεωρούσε
άκρως
απαραίτητη τη συμμετοχή του κόμματος των Προοδευτικών στην κοινή εμφάνιση της Αντιπολίτευσης, προκειμένου να μην αμβλυνθεί η σημασία της κοινής διακήρυξης της τελευταίας113. Τα κύρια οργανωτικά σημεία της ένωσης της Αντιπολίτευσης είναι τα εξής: Η ενιαία διοίκηση της Αντιπολίτευσης κατά τον εκλογικό αγώνα θα ανατεθεί σε πρόσωπο
αναγνωρισμένης ικανότητας και ηθικού κύρους, ως
λ.χ. τον κ. Ζωγράφον, τον κ. Θεόδ. Ζαΐμη, τον κ. Κ. Κουμουνδούρο, εκλεγόμενον υπό του Συμβουλίου της συνεργαζόμενης Αντιπολιτεύσεως. Εκτός από τον αρχηγό, θα διατηρηθεί η υπάρχουσα επιτροπή της συνεργαζόμενης
Αντιπολίτευσης,
αποτελούμενη
από
τους
Νικ.
Καλογερόπουλο, Νικ. Στράτο, Νικ. Τριανταφυλλάκο, Δημ. Γούναρη και Ι. Δραγούμη. Παράλληλα με αυτή την επιτροπή, θα διατηρηθεί και το υπάρχον πολυμελές συμβούλιο αποτελούμενο από τους Νικ. Καλογερόπουλο, Νικ. Στράτο, Νικ. Τριανταφυλλάκο, Γ. Βοζίκη, Γ. Μπαλτατζή και άλλους πρώην υπουργούς. Επίσης, αποφασίστηκε εκ νέου συζήτηση από το Συμβούλιο άρθρων του πρωτοκόλλου της Συνεργαζόμενης Αντιπολίτευσης114. Ο
Δημητρακόπουλος
δεν
συμφώνησε
με
την
προτεινόμενη
οργανωτική δομή της Αντιπολίτευσης. Αναγνωρίζοντας, όμως, ότι δε θα
" Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φακ. 16. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. '' Όπ.παρ. 4 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α*, φάκ. 17. υποφάκ. α". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
366
μπορούσε να υπάρξει καλύτερη λύση στην παρούσα στιγμή και προκειμένου να μη διασπάσει τον αγώνα της, αποφάσισε να απόσχει των εκλογών115. Το Πρωτόκολλο Συνεργασίας της Αντιπολίτευσης έδινε έμφαση στους εξής
στόχους:
α)
στη
βεβαίωση
της απόλυτης ανεξαρτησίας και
αυτοτέλειας του Κράτους και την αποκατάσταση της απόλυτης επιβολής της Εθνικής Κυριαρχίας στη ρύθμιση των εσωτερικών υποθέσεων της Ελλάδας, β)
στην
εξασφάλιση της ακώλυτης
λειτουργίας του
Συνταγματικού
Πολιτεύματος υπό την Κοινοβουλευτική του μορφή, γ) στην αποκατάσταση των αδικηθέντων, δ) στην αποκατάσταση όλων των λειτουργών της Πολιτείας κάθε κλάδου αξιώματος και βαθμού, οι οποίοι εκδιώχθησαν από το Δημόσιο λειτούργημα τους, κατά παράβαση του Συντάγματος, ε) στην ενάσκηση ευρύτατου ελέγχου των τεκταινομένων στον Δημόσιο τομέα και τον καταλογισμό ευθυνών116. Οσον αφορά στην οργανωτική δομή, την Αντιπολίτευση θα διεύθυνε ένα Συμβούλιο και μία πενταμελής Διευθύνουσα Επιτροπή. Το Συμβούλιο θα μπορούσε να αυξήσει τον αριθμό των μελών του με την προσθήκη και άλλων ομοφρόνων πολιτικών παραγόντων. Τη Διευθύνουσα Επιτροπή απάρτιζαν οι αρχηγοί των συμπραττόντων πολιτικών κομμάτων, η αντιπροσωπεία του Κόμματος των Εθνικοφρόνων και δύο ανεξάρτητοι πολιτευτές εκλεγόμενοι από το Συμβούλιο. Το Συμβούλιο θα είχε απαρτία με εννέα μέλη και θα αποφάσιζε κατά πλειοψηφία. Οι αποφάσεις της Επιτροπής καταρτιζόταν με τέσσερις
ψήφους. Οι
Συνδυασμοί
των
Εκλογικών
περιφερειών θα
καταρτίζονταν, σύμφωνα με τις ενδείξεις των κατά τόπους εκλογέων με τη συνεργασία των τοπικών πολιτικών παραγόντων. Επρεπε, επίσης, να επιδιωχθεί η ίδρυση Πολιτικών Συλλόγων για διευκόλυνση της διεξαγωγής του Πολιτικού Αγώνα. Ταυτόχρονα, θα γινόταν δεκτό κάθε Αντιπολιτευόμενο
Ι 5 ν-,
υπ. παρ. '"' «Πρωτόκολλο Συνεργασίας της Αντιπολιτώσείος», 19 Δεκεμβρίου 1919. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α*, φάκ. 28. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
367
κόμμα και κάθε ανεξάρτητος τοπικός πολιτικός παράγων με δήλωση τους ότι αποδέχονται το Πρωτόκολλο Συνεργασίας117. Η απόφαση του Δραγούμη
να συνεργαστεί με την Ηνωμένη
Αντιπολίτευση και να πρωταγωνιστήσει
στην ενωτική προσπάθεια των
Δεκαέξη, θα συναντήσει αντιδράσεις από κάποιους ομόφρονές του, οι οποίοι θεωρούσαν ότι δεν είχε κοινά στοιχεία με την ομάδα των Αντιπολιτευομένων. Σε επιστολή του από τις φυλακές Βόλου, όπου κρατούνταν εξαιτίας του Στρατιωτικού Νόμου, ο Κων Νταϊφάς θα γράψει στον Ίωνα Δραγούμη: «Εχω καθήκον, νομίζω, να σας πω τις σκέψεις μου και τις εντυπώσεις μου για τα συντελούμενα εκεί, που δεν είναι μόνο δικές μου, αλλά ο αντίλαλος της κοινής
γνώμης....
Δε
σας κρύβω
ότι
με αγωνίαν
κυριολεκτικώς
παρακολουθούμε την κίνηση σας αυτού. Κι ένα ερώτημα όλοι κάνουν. Πως ο κ. Δραγούμης με αυτούς; Τι κοινόν; Και στη δικαιολογία ότι χάριν του κοινού αγώνος για να μη χαθούν καθόλου δυνάμεις κ.λ.π. απαντούν όλοι. Μα με τα πτώματα; Αλλά αυτοί ζητούν να καλυφθούν υπό την ηθικήν αιγίδα του Δραγούμη. Αυτός μολύνεται από εκείνους
Ο κ. Δημητρακόπουλος
κέρδισε στη κοινή υπόληψη με τη στάση του, μην ερχόμενος δηλαδή σε επαφή με τα στοιχεία αυτά. Βρίσκετε να διαφέρουν καθόλου από τη βενιζελική αχρειότητα; Ισως είνε και χειρότεροι τούτοι» και καταλήγει: «...Εμείς, οι έστω
και λίγοι Δραγουμικοί,
θα βλέπαμε
με άκρατον
ενθουσιασμόν μία δική μας παντιέρα στα τίμια και γενναία χέρια του. Ιδα μας μονάχα, παρά διάφορες συγκαταβάσεις. Μας εμπνέει η ποιότης των ομοϊδεατών, που τέλος θα κάμψουν τη ποσότητα118». Ποια υπήρξε όμως η φυσιογνωμία της Αντιβενιζελικής Αντιπολίτευσης; Ποια ήταν η πραγματική θέση του Δραγούμη σ' αυτή;
Όπ. παρ. Κχον. Νταϊφάς προς Ι. Δραγούμη. Φυλακές Βόλου. 2 Ιανουαρίου 1920. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Αλληλογραφία, φάκ. 5. υποφάκ. 3. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 18
368
Ο Βενιζελισμός εμφανίζεται ως ο θεσμικός φορέας υλοποίησης του αιτήματος της «Ανόρθωσης». Η συνολική και ολοκληρωτική καταδίκη του παλαιοκομματισμού από τις νέες δυνάμεις που αναδεικνύονται κατά το 1909 έχει συσκοτίσει το ζήτημα της διαδικασίας μετάβασης από τον παλαιό δικομματισμό, που λειτουργούσε ως το 1909 στον νέο δικομματισμό, που δημιουργείται το 1910/1912 και μετασχηματίζεται λίγα χρόνια αργότερα, σε Εθνικό
Διχασμό.r( Μια απλή
σύγκριση
των
τελευταίων βουλών
του
παλαιοκομματισμού (1899-1910) με τις βουλές της περιόδου 1912 με 1936 αποδεικνύει ότι το Θεοτοκικό Κόμμα αποτελεί τη σπονδυλική στήλη του αντιβενιζελισμού,
ενώ
οι
δηλιγιαννικοί
στεγάστηκαν
στο
Κόμμα
Φιλελευθέρων1^19. Η φιλοβασιλική τοποθέτηση του Τρικουπικού/Θεοτοκικού Κόμματος, η φιλογερμανική τοποθέτηση του Θεοτόκη, το γεγονός ότι το θεοτοκικό κόμμα υπήρξε ο εκφραστής της κρατικοδίαιτης αστικής τάξης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στις αρχές του 20 ο υ αιώνα με τη βαθμιαία πολιτική συμπόρευση και κοινωνική συγχώνευση μερίδας των παραδοσιακών οικογενειών με τη χρηματιστική
ολιγαρχία,
την
επτανησιακή
αριστοκρατία
και
τους
120
γαιοκτήμονες , ενισχύουν την παραπάνω θέση. Κατά
τον
πραγματοποιείται
Γ.
Μαυρογορδάτο,
μέσα από
η
άνοδος
του
βενιζελισμού
μία ρήξη της αστικής συμμαχίας
που
κυβερνούσε ως τότε την Ελλάδα. Η εμπορική αστική τάξη συμμαχεί πλέον με την επιχειρηματική αστική τάξη της διασποράς. Η μεταστροφή της εμπορικής αστικής τάξης από το Τρικουπικό κόμμα στον Βενιζελισμό είχε μικρές επιπτώσεις στο επίπεδο της εκλογικής βάσης και στο επίπεδο του πολιτικού προσωπικού, αλλά εξαιρετικά σημαντικές επιπτώσεις στο επίπεδο της πολιτικής ιδεολογίας. Ετσι εξηγείται το γεγονός ότι τόσο το Τρικουπικό κόμμα 119
Ν. Οικονόμου, «Η πολιτική διαθήκη του Θ. Δηλιγιάννη»,στην Ιστορία Ελληνικού Εθνους, τ.ΙΔ, Αθήνα 1977, σ. 180-182. 120 G. Mavrogordatos, Stilborn Republic: Social coalitions and Party Strategies in Greece 1922-1936, Berkeley 1983.
369
όσο και ο βενιζελισμός χαρακτηρίζονται από μία φιλελεύθερη πολιτική, οικονομική
και κοινωνική
ιδεολογία και ότι ο Ελ.
παρουσιάζεται ως διάδοχος του Χαρ.Τρικούπη. Λ 0
Βενιζέλος συχνά βενιζελισμος, κατά
συνέπεια, ενώ απέσπασε εκλογικές μάζες και πολιτικό προσωπικό κυρίως από τον δηλιγιαννισμό, υιοθέτησε ταυτόχρονα μια πολιτική ιδεολογία που τον εμφάνιζε συγγενέστερο προς τον τρικουπισμό. Είχε τη δυνατότητα να εξομοιώσει και να καταδικάσει ταυτόχρονα και τις δύο παρατάξεις κάτω από την προσωνυμία του «παλαιοκομματισμού»121. Οι πολιτικοί συνδυασμοί που εμφανίστηκαν στο τέλος του καλοκαιριού του 1915 ανέσυραν στην επιφάνεια ορισμένες διαδικασίες. Η κρίση που επήλθε λόγω των αντίθετων τάσεων της εξωτερικής πολιτικής εκδηλώθηκε σε μια πολλαπλή σύγκρουση: τη συνταγματική κρίση ανάμεσα στον θρόνο και τις υπεύθυνες πολιτικές αρχές για την κατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής τη σύγκρουση ανάμεσα στις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές και μια συνδυασμένη επίθεση εναντίον του Βενιζέλου από τις συνδυασμένες δυνάμεις του θρόνου, της στρατιωτικής, γραφειοκρατικής και εκκλησιαστικής ιεραρχίας και τα συντηρητικά και αντιδραστικά πολιτικά στοιχεία. Οι εκλογές της 3 1 η ς Μαρτίου 1915 έδωσαν στον Βενιζέλο μια μειωμένη, αλλά αρκετά μεγάλη πλειοψηφία. Το κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου εξασφάλιζε 189 έδρες, ενώ η κυβέρνηση συνασπισμού και τα κόμματα της αντιπολίτευσης 127. Η σύνθεση της τότε αντιπολίτευσης ήταν η εξής: 90 του κόμματος Εθνικοφρόνων του Δημ. Γούναρη, 12 θεοτοκικοί, 7 ραλλικοί,
7
του
Προοδευτικού
κόμματος
του Δημητρακόπουλου,
7
μαυρομιχαλικοί, 2 σοσιαλιστές της θεσσαλονίκης και 2 ανεξάρτητοι. Ενδιαφέρον θα είχε η συνοπτική εξέταση της προέλευσης των μελών του
Συμβουλίου
της
Ηνωμένης
Αντιπολίτευσης
του
1920.
Ο
" Ηλ.Νικολακόπουλος -Ν. Οικονόμου. «Το εκλογικό βάπτισμα του Βενιζελισμού. Εκλογές 1910-1912». στα Πρακτικά Συμποσίου για τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Αθήνα 1988, σ. 65.
370
Ν.Καλογερόπουλος υπήρξε μέλος του Τρικουπικού και στη συνέχεια του Θεοτοκικού κόμματος. Διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Εξωτερικών των κυβερνήσεων Θεοτόκη, ενώ διετέλεσε και πρωθυπουργός το 1916 για τριάντα ημέρες. Ο Κων. Κουμουνδούρος διετέλεσε Υπουργός των Στρατιωτικών της κυβέρνησης Θεοτόκη, ενώ ο Σπ. Κουμουνδούρος υπουργός των Ναυτικών το 1904. Ο Νικ. Λεβίδης υπήρξε υπουργός Δικαιοσύνης (1904), Εσωτερικών (1908) και το 1907 Πρόεδρος της Βουλής. Ο Γ. Μπαλτατζής υπήρξε Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Θεοτόκη το 1908 και Υπουργός Συγκοινωνιών του Δημ. Γούναρη (1915). Ο Νικ. Στράτος χρημάτισε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Δημ. Ράλλη (1909), το 1910 προσχώρησε στους Βενιζελικούς, ενώ το 1916 συγκρότησε το «Εθνικόν Συντηρητικόν Κόμμα». Ο Νικ. Τριανταφυλλάκος, διετέλεσε υπουργός των Εσωτερικών στην κυβέρνηση Δημ.Γούναρη. Ο Παν. Τσαλδάρης έγινε υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Δημ. Γούναρη (1915). Ο Ξεν. Στρατηγός εκπαιδεύτηκε στην Ακαδημία του Βερολίνου και το 1912-1913 υπηρέτησε στο Γενικό Επιτελείο, του οποίου υπήρξε και υπαρχηγός αργότερα. Ο Ανδρέας Στεφανόπουλος χρημάτισε Υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως (1905), οπότε πέτυχε την ψήφιση του νόμου ΓΣΑ' περί διδακτικών βιβλίων με τον οποίο καθιερωνόταν το αποκλειστικό βιβλίο για τη δημοτική εκπαίδευση. Υπήρξε στέλεχος του Θεοτοκικού κόμματος. Ο Λ. Ρούφος διετέλεσε το 1913 Γενικός Διοικητής Κρήτης επί Ελευθερίου Βενιζέλου. Αποχώρησε από το Βενιζελικό κόμμα το 1915
και
διετέλεσε
Υπουργός
Εσωτερικών
επί
κυβερνήσεως
Ν.
Καλογερόπουλου. Ο Χαρ. Βοζίκης, δηλιγιαννικός και ζαίμικός από το 1897, μετείχε στην ομάδα των «Ιαπώνων» το 1906, ενώ το 1915 χρημάτισε Υπουργός Παιδείας. Ο Γ. Ευστρατιάδης υπήρξε στέλεχος του κόμματος των Προοδευτικών του Ν. Δημητρακόπουλου, ενώ ο Γ. Μπούσιος, βουλευτής Κοζάνης - Γρεβενών υπήρξε ο στενός συνεργάτης του Ίωνα Δραγούμη και συνεκδότης της «Πολιτικής Επιθεώρησης».
371
Διαπιστώνουμε,
συνεπώς,
ότι
η πλειοψηφία των
μελών
της
πολυκέφαλης Αντιπολίτευσης προέρχεται από το θεοτοκικό κόμμα της προ του 1909 περιόδου. Υπήρξαν βέβαια πρόσωπα που συνεργάστηκαν με το κίνημα της «Ανόρθωσης» και συμπαρατάχθηκαν με τον αντίβενιζελικό χώρο μετά την κρίση του 1915. Ο Στέφανος Δραγούμης υπήρξε #
fr&tzz,
πρωθυπουργός μετά το κίνημα του 1909, ενώ ο Ίων τήρησε μια ευνοϊκή στάση απέναντι στο κίνημα. Επανειλημμένα ο Ιων Δραγούμης ξιφουλκούσε ενάντια στις παλαιοκομματικές δομές. Επιπρόσθετα, όσον αφορά την προέλευση, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών της Αντιπολίτευσης προέρχεται από την παλαιά Ελλάδα. Εξαίρεση αποτελούσαν οι Δραγούμης και Μπούσιος που προέρχονταν από τη Μακεδονία. Πράγματι, ο Δραγούμης ελάχιστη σχέση είχε με τους ηγέτες της Αντιπολίτευσης. Ο αντιβενιζελισμός και ο φιλο-κωνσταντινισμός του τον ένωσε με την κυοφορούμενη «Ηνωμένη Αντιπολίτευση». Ο Δραγούμης στηλίτευσε τον παλαιοκομματισμό της προ του 1909 περιόδου. Υπήρξε μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου και δημοτικιστής. Επιπρόσθετα, στο πεδίο των διεθνών σχέσεων θεωρούσε ότι η Ελλάδα όφειλε να συνεργαστεί με την Entente .Στηλίτευε την αγγλο-γαλλική επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις του μικρού και ανυπεράσπιστου κράτους, που επέλεξε «ουδετερότητα», την αυθαίρετη εκθρόνιση του Κωνσταντίνου
τον Ιούνιο του 1917 και τις
αυθαιρεσίες της κυβέρνησης Βενιζέλου κατά την περίοδο 1917-1920. Επέκρινε την Entente ότι με την επίνευση του Βενιζέλου κατέλυσε την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Φρονούσε όμως ότι η Ελλάδα όφειλε να συμμαχήσει με τις μεγάλες ναυτικές δυνάμεις. Αντίθετα, οι ηγέτες της Αντιπολίτευσης πρόβαλαν διαρκώς την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, σύμφωνα με το γνωστότερο από τα «14 σημεία» του Προέδρου Ουίλσον, χωρίς όμως να εντάσσεται αυτή σε καμία προοπτική κοινών ελληνο-αγγλικών ή γενικότερα ελληνο-συμμαχικών συμφερόντων.
372
Αμέσως μετά το πέρας της οργανωτικής προσπάθειας για την ένωση της Αντιπολίτευσης, ξεκίνησαν οι διεργασίες για τη σύνταξη του τελικού κοινού ανακοινωθέντος της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως. Το ανακοινωθέν αυτό είχε μεγάλη σημασία, αφού θα αποτελούσε την πρώτη από κοινού επίσημη
εμφάνιση της Αντιπολίτευσης.
Σχετικά
με
το
ζήτημα της
προετοιμασίας του κοινού ανακοινωθέντος της Αντιπολίτευσης, ο Δραγούμης διατύπωσε τις ακόλουθες παρατηρήσεις: «εμμένω εις την ιδέαν το μανιφέστο αυτό να περιλάβη γενικάς μόνον
γραμμάς και να φαίνεται
τονίζον
περισσότερον την ουσίαν της τυραννικής καταστάσεως παρά την καταπίεσιν των τύπων .... Μη λησμονώμεν ότι ήδη υπάρχει ποια τις προκατάληψη ότι οι πολιτικοί
της Αντιπολιτεύσεως
βυζαντινολόγου μεν. Δεν
είνε καθόλου
λυσιτελές να τονίσωμεν πολύ το ζήτημα των εκλογών. Θα κάμωμεν εντύπωσιν κάπως δασκαλικήν. Ας μένη η έκφρασις αορίστως πως»122. Ο Δραγούμης υποστηρίζει ότι ο πολύς και επίμονος τονισμός του αντισυνταγματικού της Βουλής θα ήταν δυνατό να απομακρύνει την Αντιπολίτευση
από την κοινή γνώμη, αφού θα προκαλούσε δικαίως
δριμύτατη βενιζελική επίθεση, η οποία, επειδή συνδέεται και με χρηματικά συμφέροντα, θα είχε απήχηση στην κοινή γνώμη και θα κλόνιζε το κύρος του συνόλου του πολιτικού κόσμου123. Κατά την άποψη του, έπρεπε να δοθεί έμφαση στην ευθύνη του Βενιζέλου για τις επεμβάσεις των Δυνάμεων, στη στρατοκρατία που επιβλήθηκε από τον Zonnart στην Ελλάδα, τον Ιούνιο του 1917,
στην
ανασύσταση
της
Βουλής
των
Λαζάρων
με
τρόπο
αντισυνταγματικό, όχι όμως και στο ζήτημα της άμεσης διεξαγωγής των εκλογών, χωρίς προηγούμενη επίλυση των εκκρεμών εθνικών ζητημάτων. Θα τονίσει στο
σχέδιο
του:
«Αυτός
ο
οποίος υπήκουσε τότε εν τω
εθνικώ σύνθημα της μη ενόπλου κατά της βίας αντιστάσεως, ήτις θα είχε
' " «Το ανακοινοοθέν της Αντιπολίτευσης». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 28. Γε\Λ·άδειος Βιβλιοθήκη]. " Όπ. παρ.
~1 -7->
J /J
φέρη
ανυπολόγιστους
προκλητικής
συνεπείας,
εκμεταλλεύσεως
εκ
ας εγκαρτερήσει ακόμη μέρους
των
προ
τυραννούντων
της της
εκκρεμότητας των εθνικών μας ζητημάτων. Αυτός αναμφισβητήτως θα είπη ως κυρίαρχος την τελευταίαν λέξιν, άμα επιστή η στιγμή»124. Στις 31 Μαρτίου/13 Απριλίου 1920, η Αντιπολίτευση έκανε την πρώτη δημόσια εμφάνιση της με βίαιη διαμαρτυρία κατά του Βενιζέλου. Το πρώτο Μανιφέστο της Αντιπολίτευσης δημοσιεύθηκε σ' όλες τις εφημερίδες. Στο Μανιφέστο επικρινόταν δριμύτατα ο αντισυνταγματικός τρόπος με τον οποίο παρατεινόταν διαρκώς η θητεία της Βουλής των Λαζάρων, η πλήρης ανυπαρξία κοινοβουλευτικού ελέγχου, η λογοκρισία που έπληττε κυρίως και κατά προτίμηση το δημοσιογραφικό έλεγχο της εσωτερικής πολιτικής της κυβερνήσεως. Επίσης, κατά την Αντιπολίτευση, η αναστολή της δικαστικής ισοβιότητας και η υπαγωγή του Τύπου και των πολιτικών αδικημάτων στα Στρατοδικεία δεν εγγυώνταν την αμερόληπτη κρίση των πολιτών. Είχε ανασταλεί το δικαίωμα του Συνέρχεσθαι και του Συνεταιρίζεσθαι, η ελευθερία έκφρασης και λόγου, ενώ η Βουλή και η Κυβέρνηση αντιποίηση
των
διέπρατταν συνεχή
λαϊκών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Με τη μεταβολή της
Βουλής σε πειθήνιο όργανο, η κυβέρνηση Βενιζέλου κατόρθωσε να κλονίσει τη Δικαιοσύνη, να απόταξη από τον Στρατό και το Ναυτικό τους αριστείς των Βαλκανικών Πολέμων, να εξαρθρώσει και να κομματικοποιήσει τη Δημόσια Διοίκηση και να ανατρέψει την Ιεραρχία της Εκκλησίας. Ακόμη, επικρινόταν η σπάταλη διοίκηση που συντρίβει την οικονομία της χώρας και προκαλεί επιβολή επαχθών αστυνομοκρατία,
φορολογικών βαρών, η κομματική εκμετάλλευση, η η
νόθευση
των
εκλογικών
αποτελεσμάτων
και
ανασκευαζόταν το επιχείρημα της Κυβέρνησης ότι δεν κάνει εκλογές πριν την οριστική ρύθμιση των εθνικών ζητημάτων, αφού «συνταγματικώς ουδείς
1-4
Σχέδιο Ι. Δραγούμη για το επικείμενο Υΐανιφέστο της Αντιπολίτευσης, Δεκέμβριος 1919. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 28. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
374
δικαιούται ίνα τάσση υπέρ το Πολίτευμα την καινοφανή θεωρίαν της σκοπιμότητας και αναστέλλη δια ταύτης την λειτουργίαν αυτού»125. Στη συνέχεια, η Αντιπολίτευση επικαλείται ως παράδειγμα άλλες χώρες που έκαμαν εκλογές, χωρίς να έχει προηγηθεί η οριστική επίλυση των εθνικών τους προβλημάτων (π.χ. Αγγλία, Γερμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Βουλγαρία, Σερβία, Ρουμανία, Ιταλία) και καταλήγει απευθυνόμενη προς τον Ελληνικό
Λαό. «Εκπληρούμεν επιβαλλόμενον
σημειούντες τα πραττόμενα. Εχομεν πεποίθησιν
καθήκον απέναντι
Σου
και εις το ελεύθερον
φρόνημα Σου και εις το φιλόνομον αίσθημα Σου και εις την Δικαιοσύνην Σου»126. Ο Βενιζέλος έλαβε γνώση της προκήρυξης αυτής της Αντιπολίτευσης και σε συνέντευξη του στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος», επιχείρησε να ανασκευάσει τα επιχειρήματα της Αντιπολίτευσης, ισχυριζόμενος πως ούτε η Σερβία έχει διεξαγάγει εκλογές, αλλά και η Αγγλία παρέτεινε τον βίο της Βουλής της επί τρία χρόνια και η Γαλλία επί δεκαοχτώ μήνες. Επικρίνει την Αντιπολίτευση ότι βιάζεται να κάμη εκλογές, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί το έργο της Κυβέρνησης στο θέμα της ρύθμισης των ζωτικών εκκρεμοτήτων του Ελληνισμού.
Θεωρεί, επίσης, καταστροφική για το μέλλον του Ελληνισμού
την αναρρίχηση της Αντιπολίτευσης στην εξουσία, αφού η μέχρι τώρα πολιτεία της έδειξε αφενός ανευθυνότητα, αφετέρου δυσμένεια από τις Δυνάμεις της Entente. Αντικρούει, εξάλλου, το επιχείρημα ότι η Κυβέρνηση του επιδιώκει ανατροπή του πολιτεύματος, αντιλέγοντας ότι ο έκπτωτος Βασιλιάς ευθύνεται για τη Βουλγαρική εισβολή στην Ελλάδα το 1916, και για την ανατροπή, το 1915, του έργου της εσωτερικής ανάπλασης που ξεκίνησε το 1910. Τέλος, καταλήγει με τη βεβαιότητα ότι το πρόγραμμα της
'"" «Η Αντιπολίτευσις προς τον Ελληνικών Λαόν». Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ". Γεννάδεκκ Βιβλιοθήκη και Η Καθημερινή. 2 Απριλίου 1920. ()π. παρ.
375
πολυκέφαλης Αντιπολίτευσης θα καταδικασθεί από την ίδια την κοινή 127
γνώμη
. Απαντώντας η Αντιπολίτευση κατηγόρησε τον Βενιζέλο ότι λησμονεί
πως σε όλες τις εμπόλεμες χώρες λειτούργησαν Βουλές νόμιμα εκλεγμένες, ενώ η παράταση του βίου τους συντελέστηκε με την ομόφωνη σύμπραξη όλων των πολιτικών μερίδων που εκπροσωπούν τους εκλογικούς συλλόγους και τη λαϊκή εξουσία. Αντίθετα, στην Ελλάδα λειτουργεί Βουλή που έχει διορισθεί, της οποίας την εγκατάσταση εισηγήθηκε ο κ. Βενιζέλος, επέβαλε η επιταγή
του
Υπάτου
Αρμοστή
των
δύο
Δυτικών
Δυνάμεων
και
πραγματοποίησε ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος, που ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας υπό το κράτος βίας και τρομοκρατίας. Η κυβέρνηση αποφεύγοντας μέχρι σήμερα τη διενέργεια εκλογών και επιζητώντας να επιβληθεί με την αυθαιρεσία και την καταπίεση, έδειξε ότι δε στηρίζεται στην εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και δημιούργησε τον όγκο της λαϊκής αγανάκτησης κατά της «κοινοβουλευτικής δικτατορίας». Ακόμη, η διαχείριση των εθνικών ζητημάτων δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο ενός ανθρώπου, αλλά δικαίωμα όλου του ελληνικού λαού. Η ευαισθησία της Αντιπολίτευσης διαφαίνεται και από το γεγονός ότι εσιώπησε, όσον καιρό διεξαγόταν ο εθνικός αγώνας, ενώπιον της πρωτοφανούς εκλύσεως της εσωτερικής διοίκησης128. Η Αντιπολίτευση
δεν επείγεται να αναλάβει την εξουσία.
Προσκαλεί την κυβέρνηση να αποδώσει
στον λαό τα κυριαρχικά του
δικαιώματα. Εγκαλεί την Κυβέρνηση για όσα διέπραξε χάριν κομματικής επικράτησης σε βάρος του πολιτεύματος και της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, για τη φίμωση της αλήθειας με τη λογοκρισία και δεν επιδιώκει το θρίαμβο της επί των εθνικών ερειπίων. Οταν μάλιστα έλθει η κατάλληλη στιγμή, η Αντιπολίτευση θα κατηγορήσει τους κυβερνώντες με αποδείξεις για '"' Ελεύθερος Τύπος. 20 Απριλίου 1920. I:s «Η αντιπολίτευσις απαντά εις τον κ. Βενιζέλο. Νέον ανακοινωθέν». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 18. Γελτάδειος Βιβλιοθήκη και Ελεύθερος Τύπος, 21 Απριλίου 1920.
376
όσα κακουργήματα και πλημμελήματα διέπραξαν και δεν θα συκοφαντήσει με υπαινιγμούς. Η Αντιπολίτευση επικαλείται την ετυμηγορίαν του ελληνικού λαού, «ετυμηγορίαν τερματίζουσα την εσωτερικήν διχόνοιαν και αναθέτουσαν εις τους κυβερνήτας της ελευθέρας εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού το έργον της πολιτειακής οργανώσεως και της ψυχικής αναπλάσεως»129. Ο Βενιζέλος από το βήμα της Βουλής θα αναγγείλει την πρόθεση της κυβέρνησης του να χορηγήσει αμνηστία για όλες τις παραβάσεις του νόμου 755 «περί αδικημάτων κατά της ασφαλείας της χώρας» που διαπράχθησαν από 13 Ιουνίου 1917 έως 10 Απριλίου 1920, την υποβολή σχεδίου νόμου για την παραγραφή αδικημάτων που διαπράχθηκαν από 1 Νοεμβρίου 1916 έως 14 Ιουνίου 1917, καθώς και τη δημοσίευση Διατάγματος «περί άρσεως της καταστάσεως πολιορκίας» και την κατάργηση διάταξης του νόμου 755 που επιτρέπει τις απελάσεις υπόπτων. Στην ομιλία αυτή, ο Βενιζέλος θα υπεραμυνθεί της αναγκαιότητας εφαρμογής του στρατιωτικού νόμου κατά την παρελθούσα κρίσιμη περίοδο, θα προσπαθήσει
να αποδείξει ότι οι
απελάσεις, οι διώξεις και οι αποτάξεις σύμφωνα με το Διάταγμα δεν ήταν τόσες, όσες ισχυρίζεται η αντιπολίτευση. Επίσης, θα προσπαθήσει να αποτινάξει τη μομφή ότι το κράτος της Θεσσαλονίκης και το κίνημα της Αμυνας επιβλήθηκε με τη συνδρομή των στρατευμάτων της Entente, ενώ θα δικαιολογήσει τις επεμβάσεις των τελευταίων αντιλέγοντας ότι ο Βασιλιάς ουσιαστικά ενεργούσε για λογαριασμό των Γερμανών, κι ότι κινδύνευε από την πολιτική του ό,τι είχε κερδίσει η Ελλάδα μέχρι εκείνη τη στιγμή130. Επιπρόσθετα,
απορρίπτει
την
κατηγορία
ότι
η πολιτική
του
υπονόμευσε την πολιτική αυτοτέλεια της Ελλάδας και την κατέστησε υπόδουλη των Δυτικών Δυνάμεων, επικαλούμενος την ισχυρή διεθνή θέση της χώρας μετά τη λήξη του πολέμου. Υπεραμύνεται της απόφασης του να
129 jo
υπ. παρ. '",0 Εφημεμίς nor Συζητήσεων της Βουλής τον έτους 1920. Συνεδρίαση της 23' κ Απριλίου, σ. 778-779.
377
μην προκηρύξει εκλογές εν μέσω εμφυλίων παθών και εκκρεμών εθνικών ζητημάτων, εφόσον μάλιστα, κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τη λήξη του πολέμου, απουσίαζε από την Ελλάδα, μετέχοντας στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης. Κατηγορεί την Αντιπολίτευση ότι επείγεται να διεξαχθούν εκλογές πριν από την λήξη των διαπραγματεύσεων Ειρήνης, γιατί φοβάται τον επικείμενο θρίαμβο της βενιζελικής πολιτικής, όπως θα καταγραφεί στα αποτελέσματα των συνομιλιών. Κλείνοντας, θα δεσμευθεί «όπως από της υπογραφής της Ειρήνης η Βουλή αύτη συντέλεση το έργον της εντός τριών εβδομάδων. Μετά τας τρεις εβδομάδας η Βουλή θα διαλυθή και εντός των συνταγματικών προθεσμιών θα κληθή ο λαός εις τας κάλπας δια τας εκλογάς»131. Η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις απάντησε στον Βενιζέλο με το τρίτο Μανιφέστο της, αντικρούοντας όλα τα επιχειρήματα
του. Κατά την
Αντιπολίτευση, ο Βενιζέλος προέβη σε άρση του Στρατιωτικού Νόμου, αλλά διατηρεί σε εφαρμογή το Νόμο 755. με βάση τον οποίο καταδιώκονται ποινικά οι επικρίσεις της εξωτερικής πολιτικής της κυβερνήσεως και η ενάσκηση ελέγχου επί των Δημοσίων Αρχών κατά τρόπο που μειώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτές. Από την άλλη μεριά, η επίδειξη συμπάθειας του Βενιζέλου προς τους απότακτους αξιωματικούς αποτελεί στην πραγματικότητα χλευασμό για την υλική και ηθική δυστυχία, στην οποία ο ίδιος τους έφερε. Ο Βενιζέλος απέβαλε τους αξιωματικούς αυτούς από το Στράτευμα μόνο και μόνο για να απονείμει βαθμούς στους νεώτερους φίλους του και προκειμένου να καταστήσει το Στράτευμα όργανο εσωτερικής επιβολής του κόμματος του. Τώρα αρνείται την επαναφορά τους σ'αυτό, με το επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν πλέον διαθέσιμες θέσεις και με πρόφαση την αδυναμία συνύπαρξης τους με τους εν ενεργεία αξιωματικούς 132 . Κατηγορεί, ';' Όπ. παρ. σ. 780. '"'" «Το Υπ' αριθ. 3 Μανιφέστον της Αντιπολιτεύσεως». ΑρχείοΊωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 18. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Ελεύθερος Τύπος. 28 Απριλίου 1920.
378
επίσης, τον Βενιζέλο ότι ήταν έτοιμος να ρίξει τους Μακεδόνες, τους Κρήτες και τους Αιγιοττελαγίτες κατά των αδελφών τους της Παλαιάς Ελλάδας, ότι αιματοκύλησε την Ελλάδα με στόχο την προσωπική του φιλοδοξία και με όργανο τις παρεμβάσεις των ξένων, ότι εξόπλιζε τα στρατεύματα της Αμυνας με τη βοήθεια της Entente, ότι κατέλαβε τις Κυκλάδες και τα Ιόνια Νησιά βοηθούμενος από τον συμμαχικό στόλο. Στη
συνέχεια,
ανατρέπει
τον
παραλληλισμό
που
έκανε
ο
Βενιζέλος με τον Ουάσιγκτον, ο οποίος συμμάχησε με τη Γαλλία εναντίον της Αγγλίας
στον
Αμερικανικό
πόλεμο
της
Ανεξαρτησίας.
Κατά
την
Αντιπολίτευση, δεν ευσταθεί αυτός ο παραλληλισμός, αφού ο Ουάσιγκτον διεξήγαγε τακτικό πόλεμο εναντίον της Αγγλίας ως εξωτερικού εχθρού, ενώ ο Βενιζέλος υπήρξε εσωτερικός στασιαστής που επιχείρησε να υποβάλει όλο το κράτος υπό την επικυριαρχία της θελήσεως του και για να επιτύχει τη διεξαγωγή της Στάσεως
ανέμιξε τις ξένες Δυνάμεις
στις εσωτερικές
υποθέσεις της χώρας, προκάλεσε την ενεργή επέμβαση τους και αναγνώρισε υπέρ αυτών ανύπαρκτα
κυριαρχικά δικαιώματα στη χώρα με τη νόθα
ερμηνεία των συνθηκών, με αποτέλεσμα όλος ο πολιτικός κόσμος, που αντιτάχθηκε στις μεθόδους του Βενιζέλου, να θεωρηθεί συλλήβδην εχθρός των Δυνάμεων και καταλήγει: «Μόνη λύση λοιπόν θεωρούμε τη διενέργεια εκλογών από τις οποίες, όμως, πρέπει να απέχει ο κ. Βενιζέλος και οι Συνεργάτες του. Οι εκλογές αυτές θα πρέπει να διεξαχθούν από υπηρεσιακή κυβέρνηση που θα εγγυηθεί την αμεροληψία, την εντιμότητα κα την ελευθερία στην εκλογική διαδικασία κι όχι από την τριετή κοινοβουλευτική δικτατορία»133. Ο
Δραγούμης
συνεπέγραψε
με τους άλλους
15
ηγέτες της
Αντιπολίτευσης όλα τα «Μανιφέστα». Σε πολλά σημεία τους είχε εκφράσει
,ν
Όπ. παρ.
379
σοβαρές επιφυλάξεις, όπως στο ζήτημα της εμμονής στη διενέργεια εκλογών. Χάριν όμως, της ενότητας της Αντιπολίτευσης, υπέγραψε όλα τα κείμενα. Ο Βενιζελικός Τύπος αντιμετώπισε
με ιδιαίτερη αποστροφή τις
πολιτικές αυτές κινήσεις της Αντιπολίτευσης. Ιδιαίτερη έμφαση έδινε στην πολιτική και ιδεολογική ανομοιογένεια της. «Είναι λογικό να συμπράττουν κόμματα προς
σχηματισμό
κυβέρνησης.
Δεν
είναι όμως
λογικό να
συμμαχούν τόσα πολλά κόμματα με αρκετές αντιθέσεις μεταξύ τους για σύμπηξη αντιπολίτευσης, αφού κάτι τέτοιο δείχνει μόνο αντίδραση κατά της κυβέρνησης κι όχι σύμπνοια ιδεολογικών αρχών και προγραμμάτων»134 θα γράψει το «Εμπρός». Η ίδια εφημερίδα θα επικρίνει τις προτροπές του Δραγούμη για ένωση της Αντιπολίτευσης. Τον κατηγορεί ότι δεν μιλά για ενότητα ιδεολογικού προγράμματος, αφού αφήνει στην Αντιπολίτευση
πλήρη ανεξαρτησία
ενέργειας και πλήρη ελευθερία γνώμης για την επιδίωξη
μελλοντικού
προγράμματος, ενώ ο λαός παραμένει απλός θεατής, χωρίς να κρίνει, ούτε να αντιπαραβάλει οτιδήποτε απ' όσα έχουν ήδη γίνει. «Αυτή τη στιγμή τελούνται μεγάλα γεγονότα. Η Ελλάς πρόκειται να λάβη τη Θράκη, τη Δυτ. Μικρασία, τα Δωδεκάνησα, την Κύπρο, τη Βόρεια Ηπειρο. Ο κ. Δραγούμης, όμως τα θεωρεί ασήμαντα και δεν τα λαμβάνει υπ' όψη εις την κρίσιν περί της μελλούσης εκλογής. Δεν λέει, επίσης,
ο κ. Δραγούμης
πώς
θα
διατηρήσουμε τα κτηθησόμεθα εν μέσω απειραρίθμων εχθρών. Δεν μας λέγει πώς θα τα οργανώσωμεν, πώς θα τα συνυφάνωμεν με τον λοιπόν Ελλαδικόν κορμόν, πώς θα αναπτύξωμεν τους πόρους των, πώς θα αντιμετωπίσωμεν το οικονομικόν πρόβλημα...» και διερωτάται: «Πώς ο κ. Ίων Δραγούμης, άνθρωπος κατ' εξοχήν ευφυής, έντιμος και πατριωτικός έφθασεν εις αυτά τα συμπεράσματα
Το πολιτικόν πάθος είναι κι αυτό πάθος ως παν άλλο.
Αλλά δεν επιτρέπεται να τυφλώνει ώστε να καλύπτει την καλήν πίστιν»135. «Το Ζήτημα της Αντιπολιτεύσεως». Εμπρός. Ι 5 Φεβρουαρίου 1920. '" «Η πολιτική της Αντιπολιτεύσεως», Εμπρός. 21 Φεβρουαρίου 1920.
380
Κατά τους Βενιζελικούς, η Αντιπολίτευση, όταν μιλά για διενέργεια εκλογών, προτού ξεκαθαρισθούν οι εκκρεμότητες της Διάσκεψης του Λονδίνου, πρέπει να εκθέσει και τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσει τις εκκρεμότητες αυτές και το πρόσωπο που θα αντικαταστήσει τον Βενιζέλο, σε περίπτωση παράτασης των εργασιών της Διάσκεψης136. Η «Εστία» σε κύριο άρθρο της με αφορμή τη μη προσέλευση του Δημητρακόπουλου
στο
γεύμα
της
Αντιπολίτευσης,
θα
διαπιστώσει:
«Εξακολουθεί το αντιπολιτευτικόν νεφέλωμα να στριφογυρίζει με την ίδια απεγνωσμένη προσπάθεια στερεοποιήσεως...... Εξακολουθεί - προσθέτει η κοινοβουλευτική Ελλάς να μένη χωρίς αντιπολίτευσιν,
για να καταλήξει:
«Υπάρχουν μόνον αντιπολιτευτικά! ομάδες, αντιπολιτευόμενοι την έννοιαν της Αντιπολιτεύσεως και αγωνιζόμενοι να επιτύχουν τεχνητήν συγκόλλησιν.... Η πολιτική
Ιστορία της Ελλάδας δεν παρουσίασεν
απογοητευτικήν
ερημίαν
ανθρώπων
και
άλλοτε τοιαύτην
μυαλών...»137.
Ανάλογου
περιεχομένου άρθρο θα δημοσιεύσει η «Εστία» στις 21 Μαρτίου 1920 με τίτλο «η Στρούγγα», σχετικό με την ανομοιογένεια της Αντιπολίτευσης138. Οσον αφορά στο θέμα των εκλογών, ο φιλοβενιζελικός Τύπος θεωρεί ακατάλληλη τη στιγμή της διεξαγωγής τους, αφού εκκρεμούν όλα τα εθνικά ζητήματα. «Οι εκλογές δυστυχώς δεν μπορούν να διεξαχθούν εντός του Μαΐου ή Ιουνίου, ως ανεμένετο. Η υπογραφή της Τουρκικής Ειρήνης δε θα καταστεί εφικτή προ του τέλους Μαρτίου ή Απριλίου. Επειτα, η Συνθήκη πρέπει να κυρωθεί από τη Βουλή και να δοθεί στα κόμματα η χρονική δυνατότητα να παρουσιάσουν στον λαό το πρόγραμμα τους»139. Συχνές είναι οι επικρίσεις για την αναμόχλευση από την Αντιπολίτευση των παθών του Διχασμού. «Οι άνθρωποι αυτοί δεν φαίνονται ικανοί να
"' «Η Διαμαρτυρία της Ηνωμένης», Εμπρός. 3 Απριλίου 1920. «Τι έπρεπε να είναι και τι είναι», Εστία 7 Μαρτίου 1920. ' s «Η Στρούγγα». Εστία. 21 Μαρτίου 1920. '"'' «Αι εκλογαί». Εθνος 12 Φεβρουαρίου 1920.
381
αρθούν υπεράνω των ευτελών προσωπικών παθών... Δι' αυτούς μόνη θρησκεία είναι το μίσος κατά του Βενιζέλου
Δεν μπορούν να αντιληφθούν
την κρισιμότητα των περιστάσεων, ούτε και να αποφύγουν τα πάθη του Διχασμού»140. Η πολιτική τους είναι το μίσος, η στρατηγική τους είναι το μίσος. Προσπαθούν να επαναφέρουν το κλίμα του Διχασμού ανάμεσα στο λαό, αδιαφορώντας για τη συνδιαλλαγή του λαού και τη μεγέθυνση της Ελλάδας141. Στην κατηγορία της Αντιπολίτευσης ότι η Βουλή είναι παράνομη, το «Εμπρός» απαντά συνεδριάσεις
της
ότι και οι αντιπολιτευόμενοι προσήλθαν
και
έλαβαν
τη
βουλευτική
τους
στις
αποζημίωση
νομιμοποιώντας την ουσιαστικά. Επίσης, προέχει η εθνική αποκατάσταση σστης Ελλάδας κι όχι τόσο η τυπική λειτουργία των θεσμών142, κατά την Εφημερίδα. Η εφημερίδα «Πατρίς» κατηγορεί την Αντιπολίτευση ότι επιδιώκει εκλογές χωρίς να έχει παράλληλα, εξασφαλίσει ευνοϊκές προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή τους από πλευράς νομιμότητας. Θεωρεί, επίσης, ότι η διενέργεια
εκλογών
στοχεύει
στη
μη
διατήρηση της ηρεμίας και την
απρόσκοπτη συνέχιση του έργου για τη δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδας143. Η ίδια εφημερίδα τονίζει ότι οι εκλογές που θα διεξαχθούν θα είναι ελεύθερες, γιατί το κόμμα των Φιλελευθέρων στηρίζει την ελευθερία του λαού. «Η ελευθερία, όμως, των προσεχών εκλογών εξαρτάται όχι μόνο από την εγνωσμένη
καλή
θέληση
της
κυβερνήσεως,
αλλά
και
από
την
νομιμοφροσύνην και την καλήν συμπεριφοράν και της Αντιπολιτεύσεως»144. Η άρση του Στρατιωτικού Νόμου και της παρεπόμενης λογοκρισίας, η εξάλειψη της διαφθοράς του πολιτικού και κοινωνικού «καθεστώτος» της Βενιζελικής κυβέρνησης, η διενέργεια ελεύθερων και αδιάβλητων εκλογών
«Η Αντιπολίτευσις». Εθνος \ Ι νίαρτίου 1920. «Η Διαμαρτυρία της Ηνωμένης». Εμπρός 3 Απριλίου 1920. iA ~ «Η Ανακοίνωσις της Αντιπολιτεύσεως». Εμπρός. 15 Απριλίου 1920. J - Harpie. 3 Μαΐου 1920. 141
1-14 y-,
υπ. παρ.
382
για την ανάδειξη Συντακτικής Συνέλευσης καθώς και η δυναμική και ενιαία κάθοδος της Αντιπολίτευσης σ' αυτές αποτελούν τους κύριους άξονες των πολιτικών
άρθρων του Δραγούμη τόσο στον αθηναϊκό όσο και στον
επαρχιακό Τύπο145.
Εντονα διαφαίνεται η αγωνία του Δραγούμη για τη
δυνατότητα πραγματοποίησης
μιας «ειρηνικής επανάστασης» που θα
ανέτρεπε το βενιζελικό «καθεστώς», όπως υποστήριζε. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις του Δραγούμη για την ανάγκη της ανεξαρτητοποίησης των βουλευτών της Μακεδονίας και της μη προσχώρησης τους στα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα. Τονίζει την ανάγκη για ανεξαρτητοποίηση των βουλευτών της Μακεδονίας, «διότι τα συμφέροντα της
Μακεδονίας θα εξυπηρετηθούν
καλύτερα δια της
οργανώσεως
ανεξαρτήτου ομάδας Μακεδόνων πολιτευτών, παρά δια της προσχωρήσεως και του διαμοιρασμού τούτων εις τα διάφορα κόμματα της Ελλάδας». Φρονεί, επίσης,
ότι οι ανεξάρτητοι Μακεδόνες πολιτικοί
θα μπορούσαν
να
συνεννοηθούν με τους αντιπροσώπους των υπολοίπων Νέων Χωρών και να καταστρώσουν και επιδιώξουν ένα ενιαίο πρόγραμμα στη νέα Βουλή, τασσόμενοι με εκείνο το πολιτικό κόμμα το οποίο θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντα των Νέων Χωρών. Οι πολιτικοί των Νέων Χωρών, σαν ομάδα, θα διαπραγματευτούν με μεγαλύτερη επιτυχία τη συνεννόηση με κάθε κόμμα και θα επιβληθούν ευκολότερα, παρά, εάν μοιράζονταν μεμονωμένα στα διάφορα κόμματα. «Αυτή ήτο η σταθερά μου αντίληψις από των πρώτων εκλογών, εις τας οποίας έλαβαν μέρος η Μακεδονία και αι λοιπαί Νέαι Χώραι»146. Στις συγκεκριμένες εκλογές, υποστηρίζει ακόμη προστίθεται κι άλλος ένας λόγος που επιβάλλει την ανεξαρτησία των πολιτευόμενων. Μετά τις κατακλυσμιαίες εσωτερικές και εξωτερικές μεταβολές που κατατάραξαν [. Δραγούμης, «Ανελεύθερον σύστημα». Πολιτεία Αθηνών. 5 Μαρτίου 1920. Βλ. επίσης. Ι. Δραγούμη. «Νέοι Αγώνες». Η Καθημερινή. 17 Μαίου 1920. «Ειρηνική Επανάστασις». Πρόοδος Βόλου. 13 Μαίου 1920. «Το Πολιτικόν Πρόγραμμα της Αντιπολιτεύσεως», Νέο. Ημέρα Τεργέστης, 21 Μαίου 1920. Τα άρθρα αυτά φυλάσσονται στο Αρχείο 1. Δραγούμη. Σειρά Δ*, φάκ. 35, υποφάκ. γ". Γεννάδεκκ Βιβλιοθήκη. υπ. παρ.
383
την Ελλάδα την τελευταία πενταετία αποδείχθηκε η ανάγκη για σχηματισμό νέων κομμάτων,
που να ανταποκρίνονται στις νέες συνθήκες, αφού
χρεοκόπησαν τα παλιά κόμματα. Θα ήταν, συνεπώς, πολύ πρόωρο οι Μακεδόνες πολιτευτές να ενταχθούν σ' ένα από τα υπάρχοντα κόμματα, κατά την άποψη του Δραγούμη. Η πρόταση αυτή του Δραγούμη θα προκαλέσει τη σφοδρότατη κριτική της εφημερίδας «Μακεδονία». Συγκεκριμένα, στο κύριο άρθρο της, η εφημερίδα εγκαλεί τον Δραγούμη ως ανακόλουθο στις υποσχέσεις του προς τον Μακεδόνικο λαό, τον οποίο άλλωστε εκπροσωπεί. Επικρίνει
τον
Δραγούμη ότι, ενώ είχε υποσχεθεί ανεξάρτητη Μακεδόνικη πολιτική δράση και είχε εκλεγεί ανεξάρτητος, ενώθηκε ουσιαστικά με το Γουναρικό κόμμα, δεν
οργάνωσε
τους
προπαρασκευασμένη
Μακεδόνες
βουλευτές
ως
Νομοθετική εργασία για την
ενιαία
ομάδα
εξυπηρέτηση
με των
συμφερόντων της Μακεδονίας, και δεν υπέβαλε στην κυβέρνηση Βενιζέλου τις προτάσεις του για την οικονομική πρόοδο και την κοινωνική ανάπτυξη της Μακεδονίας.147 Εξάλλου, επικρίνεται η στάση του Δραγούμη ότι δεν αγωνίστηκε επαρκώς εναντίον της παράδοσης ουσιαστικά της Μακεδονίας στους Βούλγαρους, θεωρώντας ότι εκείνη τη δεδομένη στιγμή όφειλε να συμπαραταχθεί με το κόμμα των Φιλελευθέρων που αγωνίζονταν
εναντίον
της Βουλγαρικής κατοχής της Μακεδονίας, για να τονίσει ο αρθρογράφος: «ουδέν υγιέστερον και προοδευτικώτερον από την ιδέαν της δημιουργίας ανεξαρτήτου κόμματος, όταν τούτο τείνη εις την οργάνωσιν
ισχυράς
κοινοβουλευτικής φάλαγγας δυναμένης να διεκδίκηση την διακυβέρνησιν της χώρας με ίδιον πρόγραμμα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής...»148 και να καταλήξει: «... Ατυχώς διά την Μακεδονίαν και δι' όλην την Ελλάδα οι μέχρι
Μακεδονία, 25 Μαΐου 1920.
384
τούδε ανεξάρτητοι Μακεδόνες βουλευταί διέψευσαν κατά τον εμφαντικώτερον τρόπον τας ελπίδας και τας προσδοκίας των τε Μακεδόνων και των Ελλήνων της Παλαιάς Ελλάδας. Και οι μεν και οι δε ανέμεναν να ίδουν εμφανιζόμενον νέον ισχυρόν πολιτικόν κόμμα με πυρήνα τους Μακεδόνας βουλευτάς απηλλαγμένον από τα συντετριμμένα λείψανα της φαυλοκρατίας, το οποίον δημιουργούν μίαν καρποφόρον δράσιν εν τω Ελληνικώ Κοινοβουλίω θα ηδύνατο
επαξίως
να
διαδεχθή
το
πανίσχυρον
κόμμα
των
Φιλελευθέρων...»149. Στο σημείο αυτό, όμως, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο Δραγούμης αρκετές φορές αντιπαρατέθηκε στην κυβέρνηση Σκουλούδη, ιδίως μετά την κατάληψη του οχυρού του Ρούπελ, για την επέλαση των Γερμανοβουλγάρων στην Ανατολική Μακεδονία. Διαπιστώνουμε
ότι
ο
διαφοροποιήσεις ανάμεσα στην
Δραγούμης
έχει
συνειδητοποιήσει
τις
Παλαιά Ελλάδα και τις Νέες Χώρες
διαφοροποιήσεις σε κοινωνικο-οικονομικό, όσο και πνευματικό πολιτισμικό επίπεδο. Εξάλλου, από τη συνέντευξη αναδεικνύεται η αντίληψη του για την ανάγκη υπέρβασης των πολιτικών και κομματικών σχημάτων. Η υπέρβαση αυτή είναι ακόμη περισσότερο αναγκαία μετά το κίνημα στο Γουδί και τις καταλυτικές επιδράσεις του Διχασμού στις πολιτικές και κοινωνικές δομές της χώρας. Διακρίνουμε, ακόμη, μία δυσπιστία του Δραγούμη απέναντι στα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα. Επιβεβαιώνουμε την άποψη του, αλλά και πολλών πολιτικών του φίλων για την έλλειψη ουσιαστικής πολιτικής και ιδεολογικής επαφής του Ίωνα με τους παραδοσιακούς αντιβενιζελικούς πολιτικούς. Υπήρξαν βέβαια και απόψεις που θεωρούσαν ότι η διοίκηση των Νέων Χωρών όφειλε να ασκηθεί από όργανα της κεντρικής διοίκησης που θα προέρχονται κυρίως από τους υπαλλήλους της προ του 1913 Ελλάδας, με το επιχείρημα ότι οι Μακεδόνες δεν διέθεταν ακόμη την κατάλληλη παιδεία και Όπ. παρ.
385
διοικητική
εμπειρία.
Αναγνώριζαν
ωστόσο
την
διαφορετικότητα των
συνθηκών στη Μακεδονία και την ανάγκη διαφορετικής διοικητικής αντίληψης με απώτερο στόχο την τελική αφομοίωση των Νέων Χωρών προς την παλαιά Ελλάδα150. Για την ανατροπή του ανελεύθερου βενιζελικού συστήματος, ο Δραγούμης πιστεύει ότι μοναδικό μέσο είναι η δημιουργία λαϊκών πολιτικών συλλόγων. Στο ζήτημα
αυτό θα επιμείνει ο Δραγούμης σε πάρα πολλά
δημοσιεύματα του. Ο λαός δεν ενδιαφέρεται για τα πρόσωπα και για τα υπάρχοντα κόμματα. ΓΓ αυτό και αποδέχθηκε την ιδέα συγκρότησης σε κάθε γωνιά της Ελλάδας λαϊκών πολιτικών συλλόγων που δε θα ανήκουν σε κανένα κόμμα και δεν θα εξυπηρετούν συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα. Οι Πολιτικοί Σύλλογοι θα χρησιμεύσουν ως δύναμη που θα ελέγχει τις ανομίες και ως ασφάλεια εναντίον πάσης ενδεχόμενης αυθαιρεσίας των Αρχών, κατά το διάστημα των εκλογών. «Στόχος των Συλλόγων αυτών είναι η ομαδική επίθεση κατά των καταπατούντων τα ατομικά δικαιώματα πολιτών»151. Η έμφαση του Δραγούμη στην ανάγκη ίδρυσης λαϊκών πολιτικών Συλλόγων συνάντησε την αντίδραση του φιλοβενιζελικού Τύπου, ο οποίος συνέδεσε τους Συλλόγους αυτούς με την ομάδα των Επιστράτων.
Το
«Εθνος» θα γράψει χαρακτηριστικά: «Βεβαίως οι Αντιπολιτευόμενοι έχουν το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, αλλά μεταξύ της ιδρύσεως καθαρώς πολιτικών σωματείων και της συμπήξεως οργανώσεων τεινουσών προς διατάραξιν της εσωτερικής τάξεως και υποθαλπουσών ανομολόγητους σκοπούς, υπάρχει μεγίστη απόστασις.... Το κόμμα των Φιλελευθέρων, κατ' ουδένα τρόπο θα ανεχθή την αναβίωσιν των βδελυρών κωνσταντινικών γνωρίσουν καλά οι Αντιπολιτευόμενοι
μεθόδων.... Ας το
152
» .
Κ. Πολυχρονιάδου, Μελέτη περί της διοικήσεως των ανακτηθεισών χωρών της Μακεδονίας, Εν Αθήναις 1913, σ. 114-115. 151 Συνέντευξη του Ίωνα Δραγούμη στον Ταχυδρόμο Βορείου Ελλάδας. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Ταχυδρόμος Βορείου Ελλ.άδος, 14 Απριλίου 1920. 152 «Οι Σύλλογοι», Εθνος, 29 Απριλίου 1920.
386
Ο Γ. Βεντήρης θα επισημάνει μεταγενέστερα ότι οι Επίστρατοι «παρουσιάζουν
αναλογίας
με
τον
ιταλικόν
φασισμόν,
του
οποίου
προεπορεύθησαν, προς τους Γερμανούς μοναρχικούς ή τους εθνικόφρονας σοσιαλιστάς»153. Οι Επίστρατοι οπωσδήποτε εμπίπτουν στην κατηγορία της «ττολιτοφυλακής» (milice), που ξεχώρισε ο Duverger ως ιδιαίτερο τύπο βασικής κομματικής οργάνωσης, ακριβώς για να διακρίνει τα φασιστικά κόμματα από τα άλλα μαζικά κόμματα154. Ο Duverger μάλιστα αφήνει να εννοηθεί ότι η παραστρατιωτική πολιτοφυλακή αποτελεί τη μόνη μορφή μαζικής κομματικής οργάνωσης που αρμόζει στους μικροαστούς- και μόνο σε έκτακτες συνθήκες κρίσης
155
.
Πολύ νωρίτερα ο Gramsi είχε κάνει
ακριβώς την ίδια διάγνωση για τον ιταλικό φασισμό υποστηρίζοντας ότι η μορφή οργάνωσης που ταιριάζει στους μικροαστούς είναι «ο στρατός στο πεδίο της μάχης»156. Οι Επίστρατοι ήταν ασφαλώς ένα κίνημα μικροαστικό157. Ο Ι. Μεταξάς θα αναφερθεί στη ταξική ομοιογένεια της νεοελληνικής «αστικής» κοινωνίας. «Ο Ελλην εργάτης είναι μάλλον υποψήφιος μικροαστός παρά οριστικός προλετάριος»158. Στα χωριά Επίστρατοι έγιναν οι μικροκτηματίες της Παλαιάς Ελλάδας, στην πρωτεύουσα τα μικροαστικά στρώματα
159
.
Οι ομοιότητες των Επιστράτων με τα φασιστικά κινήματα εντοπίζονται στην αντισοσιαλιστική, αντιφιλελεύθερη, αντικοινοβουλευτική τους ιδεολογία, την παραστρατιωτική τους οργάνωση και την κοινωνική τους σύνθεση που αποτελείται κυρίως από μικροαστούς ή και μικροϊδιοκτήτες χωρικούς. Οι "'' Γ. Βεντήρης, όπ. παρ. τ. 2, σ. 147. " 4 Duverger Maurice. Les partis politiques, Paris 1964. σ. 55 - 59. "" Όπ. παρ. σ. 4 4 - 4 5 . '"6 Gramsi Antonio. Sul Fasismo. Roma 1973. σ. 67. '' G. Mavrogordatos. Stilborn Republic. Social Coalitions and Party stragedies in Greece 1922 - 1936. Beckeley, Los Angeles. London. University of California press. 1983. σ. 136 141 και Γ. Μαυρογορδάτος, Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909 - 1940, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1983. σ. 63 - 65. * Ιωάννης Μεταξάς, Το προσωπικό τον Ημερολόγιο, τ. Β", σ. 664. '" Γ. Μαυροκορδάτος, ΕΘ\Ίκός Ji/ασμός... όπ. παρ. σ. 137.
387
κρίσιμες διαφορές των Επιστράτων από τα φασιστικά κινήματα εστιάζονται στην προσπάθεια τους να συγκεράσουν το ασύμβατο μοναρχισμού και φασισμού, στην εσωστρέφεια τους στα εθνικά ζητήματα και στους στόχους τους που δεν ήταν η εργατική τάξη, αλλά η αστική τάξη Οι λαϊκοί πολιτικοί Δραγούμης
δεν
μπορούν
160
.
Σύλλογοι, των οποίων την ίδρυση πρότεινε ο βέβαια
να
θεωρηθούν
παραφυάδα
των
Επιστράτων. Ο Δραγούμης δεν επιδιώκει την ίδρυση μίας παραστρατιωτικής οργάνωσης. Οι Σύλλογοι, στους οποίους προσβλέπει, θα ήταν ενδεχομένως δυνατόν
να
έχουν
μικροαστικό
χαρακτήρα
και να
αποτελούν
ένα
προκεχωρημένο φυλάκιο για τους αντιβενιζελικούς πολιτικούς σχηματισμούς και θα μπορούσαν να παρερμηνεύσουν τον ρόλο τους και να εκτραπούν σε ανορθόδοξες ενέργειες. Η πρόωρη δολοφονία του Δραγούμη δεν επέτρεψε την προώθηση του σχεδίου αυτού και την υλοποίηση του, από μέρους του, ώστε να αποσαφηνιστεί η σχετική πρόθεση του. Συνήγορο στον αγώνα της Αντιπολίτευσης εναντίον της κυβέρνησης Βενιζέλου αποτέλεσε κι ένα τηλεγράφημα της Ενωσης των Ελληνο Αμερικανών, η οποία διαμαρτύρονταν για την ιδιότυπη «κοινοβουλευτική δικτατορία» που είχε επιβάλει ο Βενιζέλος στην Ελλάδα με την ανοχή ή και την παρότρυνση
των Δυνάμεων
της Entente. Το τηλεγράφημα αυτό
απέστειλε το Συμβούλιο της Ενωσης στις κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας161. Ο Δραγούμης θα δημοσιεύσει στη γαλλόφωνη εφημερίδα «Qrece» Αθηνών νέο άρθρο με τίτλο «Τα κόμματα της Αντιπολιτεύσεως και οι Δυνάμεις». Στο άρθρο αυτό, αφού στηλιτεύει όλες τις επεμβάσεις των Δυνάμεων στα εσωτερικά της Ελλάδας, κατά το 1916 - 1917, θα τονίσει: «Οι πολιτικοί άνδρες, οι οποίοι, αν και αναγνωρίζουν τους πατροπαράδοτους lbü
Όπ. παρ. σ. 139- 147. '"' F.O. 409/Ind 24201-24203 α., σ. 107. εγγρ. Ε 7236/106/44. Telegram from League of American Greeks protesting against dictatorship of M. Venizelos.
388
δεσμούς, που συνδέουν ανέκαθεν την Ελλάδα με τις Δυτικές Δυνάμεις, διαμαρτυρήθηκαν
ενάντια στην
ανάμιξη των
Δυνάμεων
τούτων στα
εσωτερικά της χώρας, βέβαια δεν θα έρχονταν αυτοί σήμερα να διαπράξουν το ίδιο λάθος για το οποίο κατηγορούν τον Βενιζέλο. Αντί να ζητήσουν την επέμβαση των δύο Δυτικών Δυνάμεων για την αποκατάσταση της τάξης και της ησυχίας στην Ελλάδα, ευρίσκουν αντίθετα πως κάθε ξενική ανάμιξη στα εσωτερικά
πράγματα
της
χώρας
αναγκαστικά
θα
φέρη
ολέθρια
αποτελέσματα τόσο για την Ελλάδα, όσο και για τις καλές σχέσεις μεταξύ αυτής και των Δυνάμεων που επεμβαίνουν»162. Εχει όμως ο ελληνικός λαός το ηθικό δικαίωμα να ζητήσει από την Αγγλία και κυρίως τη Γαλλία να αποκηρύξουν επίσημα την επεμβατική τους πολιτική και τη συνδρομή τους προς τον Βενιζέλο το 1917. Επικαλείται ο Δραγούμης τη δήλωση του Γάλλου πρωθυπουργού Ribot στη Γερουσία στις 15 Ιουνίου 1917 πως οι μεταβολές που επέφεραν στην Ελλάδα οι Γάλλοι επιχειρήθηκαν με την επιφύλαξη επικυρώσεως τους από Εθνοσυνέλευση. Θα πρέπει, συνεπώς, να συγκληθεί Εθνοσυνέλευση, όσο το δυνατόν νωρίτερα, για ν' αποφανθεί για το ζήτημα αυτό. Και για να είναι έγκυρη η συγκρότηση του σώματος αυτού, είναι απόλυτη ανάγκη η συνέλευση αυτή να προέλθει από εκλογές απόλυτα ελεύθερες και ανεπηρέαστες. Αλλά είναι φανερό ότι η τωρινή κυβέρνηση δεν έχει τα προσόντα να εξασφαλίσει την ελεύθερη εκδήλωση της θελήσεως των εκλογικών συλλόγων . Κλείνοντας, επιχειρεί να καθησυχάσει τις Δυνάμεις ότι τα κόμματα της Αντιπολίτευσης, όταν αντιπολιτεύονται τον Βενιζέλο, δεν στρέφονται εναντίον της Entente. «Οι δύο Δυτικές Δυνάμεις μπορούν να μείνουν ήσυχες ότι, εάν τα κόμματα της Αντιπολιτεύσεως αποφασίσουν να κάμουν ό,τι χρειάζεται, για να βάλουν εις τη θέση της σημερινής κυβερνήσεως υπηρεσιακόν Υπουργείον, δεν θα το 162
Ι. Δραγούμης «Τα κόμματα της Αντιπολιτεύσεως και οι Δυνάμεις». Μετάφραση Φιλ. Δραγούμη από το Γαλλικό κείμενο. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α*, φάκ. 35 υποφάκ. γ'. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Grece. Αθηνών 14 Ιουνίου 1920.
389
πράξουν για να αλλάξουν κατά τίποτε τις καλές σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ της Ελλάδας και των δύο Δυνάμεων, παρά για να εξασφαλίσουν ανεπηρέαστες και ελεύθερες εκλογές»163. Με το άρθρο αυτό φαίνεται πως ο Δραγούμης επιθυμούσε να λειτουργήσει
ως
διαμεσολαβητής ανάμεσα
στην
Entente
και
την
Αντιπολίτευση και να υποστηρίζει ότι η ανάρρηση της Αντιπολίτευσης στην εξουσία δεν θα επηρεάσει τον φιλοαντατικό προσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η πολιτική δράση του Δραγούμη βρίσκει απήχηση τόσο στην κυρίως Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Ενδεικτική είναι η αλληλογραφία του με διάφορους πολιτικούς του φίλους. Ο Φραγκούδης από την Κύπρο θα διαβεβαιώσει τον Ίωνα για τις συμπάθειες των Κυπρίων φιλοβασιλικών και θα θέσει στη διάθεση του την εφημερίδα του. Θα ζητήσει επίσης τη συνδρομή της «Πολιτικής Επιθεώρησης» για τις Λέσχες «Ενωση» και «Ισότητα»164. Θα δημοσιεύσει ακόμη στην εφημερίδα του «Αύριον ενδέχεται να ενωθώμεν κι εμείς με την Ελλάδα και τότε ασφαλώς θα δώσωμεν τα χέρια χάριν κοινής Ιδέας και κοινών Ιδανικών»165. Ο Δραγούμης δραστηριοποιήθηκε πολιτικά κατά την «επαναστατική» περίοδο του Βενιζελισμού. Ο Βενιζέλος και η κυβέρνηση του εγκαινίασε με τις εκκαθαρίσεις του 1917 και την επιβολή του Στρατιωτικού Νόμου μια πολιτική αντίθετη από εκείνη που ακολούθησε το 1911, για τρεις λόγους: 1) η αντιπολίτευση ήταν τώρα ισχυρή και αποφασισμένη, 2) η αντιπολίτευση είχε δείξει την αφοσίωση της στα παλιά ήθη και οι θιασώτες της έπρεπε να απομακρυνθούν, για να προοδεύσει η Ελλάδα, 3) οι υποστηρικτές του
163 ν-,
υπ. παρ. Φραγκούδης προς Ι. Δραγούμη. 26 Μαΐου 1920. Αλληλογραφία, φάκ. 6. υποφάκ. 1. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 165 Αλήθεια Κύπρου. 28 Μαΐου 1920. 164
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη,
390
Φιλελεύθερου Κόμματος απαιτούσαν το 1917 τις ανταμοιβές που δεν είχαν πάρει το 1911 κι έπρεπε να ικανοποιηθούν166. Οι εκκαθαρίσεις των Βενιζελικών στράφηκαν κυρίως προς τον δικαστικό κλάδο, τον στρατό και την εκκλησία. Προς τον δικαστικό κλάδο, επειδή η κυβέρνηση σχεδίαζε να διώξει ποινικά μεγάλο αριθμό από τους αναμιχθέντες στα Νοεμβριανά, προς τον στρατό για να μειώσει την ολοφάνερη πιθανότατα μιας αντεπανάστασης και προς την εκκλησία εξ αιτίας της ηθικής της επιρροής και της οργάνωσης της σε εθνική κλίμακα167. Στις αρχές του 1919 ο Βρετανός πρεσβευτής Granvill περιέγραφε τους φιλελεύθερους βουλευτές στην Ελλάδα όχι και πολύ διαφορετικούς από το συνηθισμένο, θεωρώντας ότι όλοι είναι εγωιστές και διεφθαρμένοι με την έννοια ότι θέλουν να βοηθήσουν τους φίλους τους δίχως να δίνουν σημασία στο δίκαιο ή όχι της υπόθεσης τους168. Με
διάφορους τρόπους
ο
Βενιζέλος και
οι συνεργάτες του
προσπάθησαν να διαχωρίσουν τις εκκαθαρίσεις τους από τις πριν το 1909, όταν οι δημόσιοι υπάλληλοι αντικαθιστούνταν από οπαδούς της νέας κυβέρνησης. Σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1917, ο Παπαναστασίου τόνιζε πως οι απολύσεις γίνονταν για να μπορέσει η κυβέρνηση να ενεργήσει σε καιρό πολέμου169, ενώ ο ίδιος ο Βενιζέλος θα υπεραμυνθεί των εκκαθαρίσεων στις αρχές του καλοκαιριού του 1917, λέγοντας τα εξής στον βασιλιά Αλέξανδρο: «Μικροπολιτεύομαι κι εγώ. διότι στην Ελλάδα είναι αδύνατο να μη καταντήση κανείς μικροπολιτικός. Οι αντίπαλοι μου μ' αναγκάζουν να χαμηλώνομαι....»170. Στο ημερολόγιο της η W. Edgar : «Οι εκκαθαρίσεις του 1917: η σημασία τους για το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Βενιζέλου», στα Μελετήματα yópoj από το Βενιζέλο και την εποχή του. Αθήνα, Η. Φιλιππότη, 1980. σ.532. υπ. παρ. . G.3JJ. löS
F.O. 371/3595/140/25. Lord Granvill to Lord Gurzon. 4 Μαρτίου 1919. 101 Συνέντευξη με τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου που δημοσιεύτηκε στην εφημ. Αθήναι στις 20 Δεκεμβρίου 1917. 1 '' Χρ. Ζαλοκώστας. Λ/Λξανδρος. Αθήνα. 1959. σ.63.
391
Πην. Δέλτα έγραφε: «έβγαλαν τότε με το φαράσι τους υπαλλήλους του κράτους ως <βενιζελικούς> και τους βγάζουν τώρα με τη ντουζίνα ως <αντιφρονούντες>.... Εκαναν οι μεν ασχήμιες, κάνουν και οι δε» 171 . Στις 12/25 Οκτωβρίου
1920 πέθανε από σηψαιμία ο βασιλιάς
Αλέξανδρος. Το συνταγματικό ζήτημα, που είχε παρακαμφθεί με την αποδοχή του στέμματος από τον δευτερότοκο γιο του Κωνσταντίνο έγινε για το αντιβενιζελικο στρατόπεδο το επίκεντρο του προεκλογικού του αγώνα. Ο Βενιζέλος,
θεωρώντας
ότι
η
αναζωπύρωση
του
Διχασμού
προσωποποιημένη στην αντιδικία του με τον Κωνσταντίνο θα έβλαπτε τόσο τη διεθνή θέση της χώρας όσο και την παράταξη του, επιχείρησε να παρακάμψει
και πάλι
το συνταγματικό
ζήτημα, προτείνοντας
στους
αντιπάλους του να κληθεί με κοινή συμφωνία ο διάδοχος Γεώργιος ή ο Παύλος να αναλάβει τον θρόνο. Ούτε όμως ο εξόριστος μονάρχης, ούτε η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις»
φάνηκαν διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν το
ισχυρότερο προεκλογικό τους όπλο. Τον αντιπολιτευτικό συνασπισμό ήρθε να ενισχύσει, με την επιστροφή του από την εξορία στα τέλη Οκτωβρίου και να αναλάβει ουσιαστικά την αρχηγία του, ο Δημ. Γούναρης, αρχηγός του κόμματος των
«Εθνικοφρόνων»,
του πιο
ισχυρού
στο αντιβενιζελικο
στρατόπεδο, που μετονομάστηκε σε «Λαϊκό». Οι εκλογές διεξήχθηκαν την Κυριακή 1/14 Νοεμβρίου. Σε σύνολο 746.946 ψηφισάντων έλαβαν οι Φιλελεύθεροι 375.803 ψήφους, ενώ η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» 368.678 ψήφους.Το κόμμα των Φιλελεύθερων κέρδισε 118 από τις 369 έδρες στη Νέα Βουλή.Τις μισές περίπου από τις έδρες αυτές οι Φιλελεύθεροι τις κέρδισαν-χωρίς αντίπαλο συνδυασμό - στην ανατολική και δυτική Θράκη, που ήταν κάτω από τον έλεγχο του στρατού. Τις υπόλοιπες τις κέρδισαν στην Κρήτη, την Ηπειρο, τη Λέσβο, τη Χίο, την Υδρα
Πην. Δέλτα. Ελευθέριος Βενιζέλος. Ημερολόγιο - Αναμνήσεις Αλ/.ηλογραφία. Αθήνα 1978. σ.278.
Μαρτυρίες
-
392
και τις Σπέτσες. Σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα επικράτησε η Αντιπολίτευση, ενώ οι Βενιζελικοί εξέλεξαν μόνο 5 βουλευτές από τους 13 της εκλογικής περιφέρειας
Δράμας
-Καβάλας 172 .
Το
μεγαλύτερο
μέρος
της
κοινοβουλευτικής ομάδας της Αντιπολίτευσης κάλυπταν οι φίλοι του Δημ. Γούναρη (75) του Νικ. Στράτου (60), καθώς και ανεξάρτητοι ή μικρά κόμματα (70) 173 . Η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» δεν είχε αναγνωρισμένο αρχηγό. Ο ουσιαστικός ηγέτης του συνασπισμού Δημ. Γούναρης δεν ανέλαβε τη διακυβέρνηση, για να αμβλυνθούν οι αναμενόμενες εχθρικές διαθέσεις της Entente. Η πρωθυπουργία δόθηκε στον Δημ. Ράλλη που κράτησε και το Υπουργείο Εξωτερικών. Ο Ράλλης είχε χρηματίσει πρωθυπουργός τέσσερις φορές στο παρελθόν. Η κοινοβουλευτική του εμπειρία, η προχωρημένη ηλικία του, η σχετικά μετριοπαθής στάση του, κατά τον Δραγούμη, και, το κυριότερο, οι φιλοανταντικές του απόψεις έκριναν την επιλογή. Ο Ι. Δραγούμης όμως είχε δολοφονηθεί. Ετσι δεν υπάρχει δυνατότητα απάντησης στο ερώτημα για την πιθανή κυβερνητική θέση που θα καταλάμβανε μετά την εκλογική επιτυχία της Αντιπολίτευσης. Ο Δραγούμης, όπως είδαμε, αντιπολιτεύτηκε τον
Βενιζέλο
σ'
ολόκληρη τη διάρκεια της σύντομης πολιτικής του δραστηριότητας από τον Νοέμβριο του 1919 έως τον Ιούλιο του 1920. Η αντιπολιτευτική του δράση εκδηλώνεται
κυρίως
μέσω
τη συμμετοχής
του
και της ενεργητικής
πρωτοβουλίας του στις προσπάθειες για την ένωση της Αντιπολίτευσης, αλλά και μέσω των πολιτικών του δημοσιευμάτων στον αθηναϊκό και επαρχιακό Τύπο. Αυτονόητα όμως, δεν ήταν δυνατό, να αφήσουν αδιάφορο τον Δραγούμη τα εκκρεμή εθνικά ζητήματα του ελληνισμού.Θα ασκήσει σφοδρή κριτική στην κυβέρνηση Βενιζέλου για τον χειρισμό των ελληνικών
Ι. Γιαννουλόπουλος, «Οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 19120 και η επάνοδος του Κωνσταντίνου» στην Ιστορία Ελληνικού Εθνους, τ. ΕΕ', Αθήνα, 1977, σ. 147. 173 D. Dakin, Η ενοποίηση της Ελλάδας (1770-1923), Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., 1984, σ.441.
393
εθνικών ζητημάτων, καταθέτοντας ταυτόχρονα και τις προτάσεις του για την, κατά την άποψη του, δικαιότερη και μονιμότερη επίλυση τους.
β. Τα εθνικά ζητήυατα του Ελληνισυού και η κριτική του
Δοανουυη στους Βενιζελικους yeioiauouc Ο Δραγούμης παρενέβη επίσης για όλα σχεδόν τα εθνικά ζητήματα του ελληνισμού, για το ζήτημα της Βόρειας Μακεδονίας, της Βορείου Ηπείρου, της Κωνσταντινούπολης και των Στενών, της Μικράς Ασίας και του Πόντου.
Παρακολουθούσε
την
πορεία
των
διαπραγματεύσεων,
ενημερωνόταν για τις εξελίξεις και ασκούσε κριτική στους ατυχείς, κατά τη γνώμη του, χειρισμούς του Βενιζέλου. Η αποχή του όμως από τα βουλευτικά του καθήκοντα περιόρισε το πεδίο της δραστηριοποίησης του. Ετσι, άσκησε την αντιπολιτευτική του κριτική κυρίως με τη δημοσίευση άρθρων στον Τύπο. Αμέσως μετά την επιστροφή του από την Σκόπελο, ο Δραγούμης δημοσίευσε άρθρο στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» με τίτλο «Στρώμνιτσα» όπου αναφερόταν στο σχετικό ζήτημα. Στις 3 Δεκεμβρίου 1919 έγινε εκτενής συζήτηση στη Βουλή για το ζήτημα της Στρώμνιτσας. Σ' αυτή τη συζήτηση ο Βενιζέλος
δήλωσε
ότι
δεν
διεκδικεί
τη
Στρώμνιτσα,
εξαιτίας της
ελληνοσερβικής συνθήκης συμμαχίας του 1913 και εξαιτίας της μη παροχής υποστήριξης προς τους Σέρβους, το 1915. Πρότεινε, επίσης, στους Ελληνες κατοίκους των περιοχών της Βόρειας Μακεδονίας (δηλαδή των περιοχών Γευγελής - Δοϊράνης και Στρώμνιτσας) να εγκατασταθούν εντός του ελληνικού κράτους174. Καθώς ο Δραγούμης δεν συμμετείχε στις εργασίες της Βουλής θα απαντήσει στον Βενιζέλο αρθρογραφώντας στην εφημερίδα «Η Καθημερινή».
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1919. Συνεδρίασις της 3 η ς Δεκεμβρίου 1919, σ. 123.
394
Θα συμφωνήσει με την άποψη του Βενιζέλου ότι η στάση της Ελλάδας το 1915 δεν ευνοούσε ευνοϊκότερους διακανονισμούς του ζητήματος. Η κατάσταση όμως είχε διαφοροποιηθεί σημαντικά. Ο Βενιζέλος θα μπορούσε κάλλιστα να επικαλεσθεί την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών του προέδρου Wilson και να διεκδικήσει την περιοχή της Στρώμνιτσας. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατό να παρακαμφθεί η αρχή της ισορροπίας Δυνάμεων που πρυτάνευσε το 1913175. Επρεπε, συνακόλουθα, κατά τη φάση των συζητήσεων για την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο να συμφωνηθεί ότι, εάν μεγεθυνθεί η Σερβία με την απόκτηση της Κροατίας, Σλοβενίας και Βοσνίας- Ερζεγοβίνης, θα παραχωρήσει
στην Ελλάδα τη Βόρεια Μακεδονία. Ο ίδιος μάλιστα ο
Βενιζέλος στα 1915 είχε έρθει σε επαφή με τον Πάσιτς για το ζήτημα αυτό, δεδομένου
ότι δεν υπήρχαν μόνο εθνολογικοί λόγοι, αλλά και οικονομικοί,
στρατηγικοί και συγκοινωνιακοί. Οι συζητήσεις Βενιζέλου - Πάσιτς έρχονται σε αντίθεση με την τωρινή άρνηση του Βενιζέλου να ανακινήσει το ζήτημα και με τη δήλωση του ότι με τη διαπραγμάτευση του 1913 ρυθμίστηκαν οριστικά αυτά τα ζητήματα. «Η διεκδίκηση, όμως, της Βόρειας Μακεδονίας δεν είναι ιμπεριαλιστική κατάκτηση, αλλά εθνική αποκατάσταση, σύμφωνα με το δόγμα του Ουίλσον. Επίσης δε θα τραυματιστούν οι ελληνοσερβικές σχέσεις, αφού οι απώλειες για τη Σερβία θα είναι ασήμαντες δεδομένης της μεγεθύνσεώς της προς την Αδριατική»176, θα καταλήξει ο Δραγούμης. Ο Νικ. Στράτος θα απαντήσει στα επιχειρήματα του Βενιζέλου περί των δεσμεύσεων που ανακύπτουν για την Ελλάδα από την ελληνοσερβική συνθήκη του 1913, ισχυριζόμενος ότι δεν ισχύει αυτή η συνθήκη γιατί α) δεν υφίσταται νομικά, αφού η Σερβία μετασχηματίσθηκε σε Κράτος Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, β) η ελληνοσερβική συνθήκη βασίστηκε στην αρχή
5
Ι. Δραγούμης «Στρώμνιτσα». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Η Καθημερινή. 5 Δεκεμβρίου 1919. ϋπ. παρ.
395
της Βαλκανικής ισορροπίας, ενώ οι συνθήκες μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο βασίστηκαν στην αρχή των εθνικοτήτων. Συνέπεια τούτου είναι ότι η Βαλκανική ισορροπία, εξέλιπε, μετά τον τριπλασιασμό της Σερβίας και της Ρουμανίας, γ) ελληνοσερβική συμμαχία
δεν υφίσταται πλέον, διότι οι
Συμμαχίες μεταξύ κρατών αποκρούσθηκαν με το καταστατικό της Κ.Τ.Ε. και δ) η ελληνοσερβική Συνθήκη είχε διάρκεια 10 ετών και λήγει το Μάϊο του 1923. Επομένως, σε τρία χρόνια η Ελλάδα θα μπορούσε να διεκδικήσει την περιοχή της Στρώμνιτσας
177
.
Η περιοχή της Στρώμνιτσας εξαιρετική
στρατηγική
σιδηροδρομικής
σημασία.
γραμμής
και της Γευγελής - Δοϊράνης είχε
Εξασφάλιζε τον
Νύσσας -
Σκοπίων -
έλεγχο
της
κύριας
Θεσσαλονίκης
από
οιαδήποτε αιφνίδια μελλοντική επίθεση των Βουλγάρων. Υπήρχαν επίσης, εθνολογικοί λόγοι που επέβαλλαν την προσάρτηση των περιοχών αυτών στην Ελλάδα. Στην επαρχία της Στρώμνιτσας διαβίωναν 15.550 Ελληνες, ενώ στα τμήματα Δοϊράνης και Γευγελής 9.981 Ελληνες. Αλλά και οικονομικοί λόγοι συνηγορούσαν στην προσάρτηση των περιοχών αυτών στην Ελλάδα. Οι περιοχές αυτές αποτελούν την ενδοχώρα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, με την οποία ανέκαθεν είχαν φυσικό οικονομικό σύνδεσμο, ενώ θα περιερχόταν στην Ελλάδα ολόκληρη η πλούσια πεδιάδα της Γευγελής εκατέρωθεν του Αξιού178. Το ζήτημα όμως όπου κυρίως θα εστιάσει ο Δραγούμης την κριτική του για τους Βενιζελικούς χειρισμούς είναι το Μικρασιατικό. Εξετάσαμε στο προηγούμενο μέρος τις αντιρρήσεις του Δραγούμη για τις παραχωρήσεις εδαφών της Ανατολικής Μακεδονίας (Δράμα - Καβάλα) στη Βουλγαρία με αόριστα εδαφικά ανταλλάγματα στη Δυτική Μικρασία. Παράλληλα, εντούτοις σε κάθε ευκαιρία, τόνιζε την ανάγκη προάσπισης των εθνικών δικαίων του ' «Η Απάντησις του κ. Στράτου για το £ήτημα της Στρώμνιτσας». Αθηναϊκή, 4 Δεκεμβρίου 1919. ' 8 Εκθεσις Μαζαράκη - Αινιάν. 14/27 Απριλίου 1919. Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου. Φ. 9. υποφάκ. 2. Ε.Α.Ι.Α.
396
Μικρασιατικού Ελληνισμού από το ελληνικό κράτος και δεν συμμεριζόταν την άρνηση πολλών αντιβενιζελικών πολιτικών για την εμπλοκή της Ελλάδας στο Μικρασιατικό. Συγκεκριμένα, επέμενε στην άποψη του για την αναγκαιότητα να τεθούν από την Ελλάδα αποφασιστικά όροι για τη βιώσιμη επίλυση των εκκρεμών προβλημάτων του Μικρασιατικού Ελληνισμού και επέκρινε τον Βενιζέλο ότι, ενώ ενέπλεξε βίαια τη χώρα στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Entente, δε φρόντισε να εξασφαλίσει το μέλλον της Μικρασίας απέναντι στην ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με αφορμή ειδικότερα, τη Μικρασιατική εκστρατεία, ο Δραγούμης θα καταλήξει σε κάποια προσωπικά συμπεράσματα: «(1) η νέα εκστρατεία (η μικρασιατική) γίνεται όχι προς εύρυνσιν των ορίων της Ελλάδας, όχι προς τροποποίησιν
της
αρχικώς
ζητηθείσης
διεθνοποιήσεως
της
Κωνσταντινουπόλεως, όχι προς επίτευξιν εγγυήσεων δια τον μικρασιατικόν Ελληνισμόν τον μένοντα έξω των ορίων της Σμύρνης, (2) Η προσφορά και η εκστρατεία γίνεται προς εξασφάλισιν των αρχικώς ζητηθέντων υπέρ της Ελλάδας από τον κ. Βενιζέλον και τα οποία παρεστάθησαν ως ήδη επιδικασθέντα εις αυτήν, (3) Δεν ήρκεσε λοιπόν η υπό της Συνδιασκέψεως επιδίκασις των εδαφών τούτων εις την Ελλάδα. Δια του πολέμου του 1917 — 1918 δεν επετεύχθη η παραχώρησις αυτών. Τίποτε δεν εξησφαλίσθη ακόμη εκ των μετά την ανακωχήν έως σήμερα διαπραγματεύσεων Παρισίων και Λονδίνου και χρειάζεται νέος πόλεμος»179. Εύλογα λοιπόν ο λαός θα μπορούσε
να
ρωτήσει
το
Κυβερνήτη
του:
(1)
Ποια ωφελήματα
προσπορίσθηκε από την εκστρατεία της Ρωσίας, πως αυτή αποφασίσθηκε και γιατί; (2) Ποια ωφελήματα θα προσπορισθεί από τη νέα εκστρατεία; (3) Μέχρι πότε θα βαστήξει η τακτική του ειρηνοπολέμου; 180
Ι. Δραγούμης «Η νέα εκστρατεία. Ερώτημα προς την Κυβέρνησιν», Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 35, υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτεία Αθηνών, 4 Μαρτίου 1920. 180 ί ο
υπ. παρ.
397
Θα αντιπολιτευθεί, συνεπώς, τον Βενιζέλο για το γεγονός ότι δεν μερίμνησε για την εξασφάλιση επαρκών ανταλλαγμάτων κατά την αρχική εμπλοκή στη Μ. Ασία (1918-1919). Η αποχή από τη βουλευτική του ιδιότητα συντέλεσε στη διατύπωση των προσωπικών του συμπερασμάτων μέσω του Τύπου. Οι πρώτες δεκαετίες του 20 ο υ αιώνα υπήρξαν καταλυτικές για το Ανατολικό ζήτημα. Οι νέοι έντονοι ανταγωνισμοί μεταξύ των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων και η συσπείρωση τους σε συνασπισμούς, που θα αποτελούσαν και τα στρατόπεδα του επερχόμενου Παγκοσμίου Πολέμου, μετέβαλαν τις ισορροπίες στην περιοχή και γενικότερα. Οι ανατροπές αυτές προκάλεσαν γενική αναταραχή στο ευρωπαϊκό τμήμα της Οθωμ. Αυτοκρατορίας, που από το 1898 έως το 1913 οδήγησε στον απόλυτο σχεδόν εξοβελισμό της σουλτανικής κυριαρχίας από τα ευρωπαϊκά εδάφη. Το βασικό σημείο αυτών των ανατροπών - που διαφέρει τελείως από τα ισχύοντα του 19 ου αι. - ήταν η εγκατάλειψη, βασικά από την Αγγλία, της αρχής του μη διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Οθωμανικός χώρος έγινε αντικείμενο διεκδικήσεων και πεδίο ανταγωνισμών μεταξύ των ισχυρών της Ευρώπης. Ταυτόχρονα, στα σύνορα και στο εσωτερικό της θνήσκουσας Αυτοκρατορίας, κράτη και εθνικές ομάδες διεκδικούσαν το δικό τους μερίδιο στη μοιρασιά. Ο Α'
Παγκόσμιος
Πόλεμος επιτάχυνε
τις εξελίξεις. Το
1915
πιστοποιήθηκε η έκταση των ανατροπών: Η παραδοσιακή προστάτιδα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Μεγάλη Βρετανία πρωτοστάτησε εκστρατεία της Καλλίπολης, που στόχο είχε να αποσπάσει
στην
από τους
Τούρκους τον έλεγχο του Ελλησπόντου, προς ενίσχυση του ανατολικού συμμάχου της Entente , της Ρωσίας. Η εκστρατεία αυτή κατέστησε σαφές ότι το δόγμα της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε πάψει να ισχύει.
398
Ανάμεσα σ' αυτούς που κατανόησαν τη σημασία των αλλαγών ήταν και ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Διαπίστωσε ότι τα σχήματα του περασμένου αιώνα ελάχιστη ισχύ είχαν πλέον και ότι στις νέες συνθήκες το συμφέρον της Ελλάδας ήταν η πρόσδεση στην Αγγλία. Η Αγγλία υπήρξε την περίοδο αυτή ρυθμιστής και μάλιστα ευνοϊκός για την Ελλάδα, καθώς υπενθύμιζε τις αξιώσεις της τελευταίας, για να περιορίσει τις ρωσικές, αλλά και τις ιταλικές βλέψεις. Τα σχέδια αυτά ενσωματώθηκαν σε κρυφές ή φανερές συμφωνίες και συνθήκες. Στις 26 Απριλίου 1915 η Συνθήκη του Λονδίνου κατέγραψε τις παραχωρήσεις προς την Ιταλία (περιοχή Ν.Δ. Μικρασίας) ώστε η τελευταία να επιτεθεί στην Αυστρία. Λίγο αργότερα, η Συρία και η Κιλικία επιδικάστηκαν στους Γάλλους. Το 1916 το σχήμα της διανομής παγιώθηκε. Στην πρώτη του μορφή (Σύμφωνο Sykes - Picot, Ιανουάριος 1916) προστέθηκαν ολοένα και νέα αιτήματα, με αποτέλεσμα τη Συμφωνία του Saint Jean de Maurienne τον Απρίλιο
του 1917, όπου
η Τουρκία περίπου εξαφανίστηκε, καθώς
περιορίστηκε σε μικρή περικυκλωμένη έκταση γύρω από την Αγκυρα. Όμως, η Ελλάδα και τα αιτήματα της απουσίαζαν απ' αυτή τη ρύθμιση εξαιτίας της πολιτικής ρευστότητας του Διχασμού. Τη στιγμή που η Ελλάδα εντασσόταν στο στρατόπεδο της Entente (1917), οι κλυδωνισμοί του πολέμου άλλαξαν τα διπλωματικά δεδομένα στην περιοχή. Η Ρωσική Επανάσταση απομάκρυνε τη Ρωσία από την Entente και ακύρωσε τις βλέψεις της δύναμης αυτής στα Οθωμανικά εδάφη. Για την Ελλάδα, η ανέλπιστη αυτή εξέλιξη σήμαινε ότι η περιοχή των Στενών και της Κωνσταντινούπολης και ίσως η Θράκη δεν αποτελούσαν ζώνες ρωσικού ενδιαφέροντος. Ο Βενιζέλος προσπάθησε με επιτυχία να εκμεταλλευτεί το κενό. Το κενό όμως που άφηνε η ρωσική αποχώρηση δύσκολα μπορούσε να καλυφθεί από τη σαφώς ασθενέστερη Ελλάδα. Παράλληλα, οι ελληνικές διεκδικήσεις μπορούσαν να λειτουργήσουν μόνο συμπληρωματικά στις αγγλικές προθέσεις. Στα Στενά και τη Μ.Ασία η βρετανική πολιτική
399
στηρίχθηκε σε δύο υποθέσεις, οι οποίες, στην πορεία, αποδείχθηκαν λανθασμένες/? Η πρώτη ήταν ότι η τουρκική κοινωνία και ο τουρκικός εθνικισμός βρισκόταν σε φάση αδυναμίας και παραίτησης και η δεύτερη ότι ο ηττημένος δεν είχε πλέον στρατιωτικές δυνατότητες για να αντισταθεί στα σχέδια
διανομής,%Ν Παρ' όλα αυτά, η εμπιστοσύνη
στους αγγλικούς
υπολογισμούς και η τυφλή πίστη στη βρετανική ισχύ οδήγησαν την ελληνική κυβέρνηση
στην
πλήρη
υιοθέτηση των
αγγλικών
σχεδίων
και στην
ενθουσιώδη εμπλοκή σε μια περιπέτεια με δυσδιάκριτο τέλος1,*!1. Στις 2 Μαίου 1919 οι πρώτες ελληνικές στρατιωτικές μονάδες αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη^Στις αρχές του 1920 η κυβέρνηση Βενιζέλου υιοθέτησε ένα μέτρο που οδηγούσε σε ολοκληρωτική αναμέτρηση τη μικρασιατική εμπλοκή. Ο ελληνικός στρατός, επιστράτευσε τότε όχι μόνο τους Ελληνες υπηκόους της κατεχόμενης περιοχής, αλλά, σε εθελοντική βάση, και Τούρκους υπηκόους ελληνικής καταγωγής. Οι γέφυρες μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων και οι μελλοντικές δυνατότητες συμβίωσης υπονομεύτηκαν καίρια απ' αυτή την πρωτοβουλία. Η συνέχιση της ελληνικής παρουσίας στις ακτές της Ιωνίας εξαρτιόταν πλέον αποκλειστικά από τη στρατιωτική επικράτηση ενάντια στον τουρκικό εθνικισμό^2. Υπήρξαν
άλλωστε αντιδράσεις για την
ενδεχόμενη
μελλοντική
προσάρτηση της Δυτικής Μικράς Ασίας στην Ελλάδα από την πλευρά των Τούρκων. Ενας μεγάλος αριθμός υπομνημάτων από διαφορετικές περιοχές της Μ. Ασίας και από ποικίλες οργανώσεις αποστέλλεται στις Μεγάλες Δυνάμεις στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης με αίτημα την άμεση αποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Σμύρνη και την αναγνώριση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης των Τούρκων. Το ενδιαφέρον σε αυτά τα Υπομνήματα έγκειται στο γεγονός ότι τα ισχυρά επιχειρήματα εναντίον της ελληνικής κατοχής είναι
Γ. Μαργαρίτης, «Η εμπλοκή'] στη Μικρά Ασία» στο £,ττά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο: ΗE/J.aSa τον εικοστό alcòva, τ. Κ.Η". σ. 100. is: / ι ϋπ.παρ.
400
δύο: α) ότι η Σμύρνη αποτελεί τη μοναδική πόλη που επιτρέπει την οικονομική και πολιτική επιβίωση όλης της Ανατολής και β) ότι η κατοχή της Σμύρνης από έναν άπιστο στρατό προσβάλλει τον ιερό χώρο
των
μουσουλμάνων, τον χώρο της έδρας του Χαλίφη183. Η προβολή των ελληνικών διεκδικήσεων στο Συνέδριο της Ειρήνης έγινε επίσημα για πρώτη φορά με το υπόμνημα του Βενιζέλου της 17/30 Δεκεμβρίου 1918. Η προώθηση όμως του μικρασιατικού ζητήματος είχε αρχίσει δύο περίπου μήνες πριν στις 20 Οκτωβρίου/2 Νοεμβρίου, με υπόμνημα του Βενιζέλου προς τον Λόϋδ Τζώρτζ. Δεν παρέλειπε μάλιστα στην επιστολή του προς
τον Αγγλο πρωθυπουργό που συνόδευε το
υπόμνημα να διαμαρτυρηθεί για την αδιαφορία των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι στα δεινά των Ελλήνων της Μ.Ασίας και να υπενθυμίσει ότι οι ελληνικές προσδοκίες ενισχύονταν από την αναγνώριση των εθνικών διεκδικήσεων της Σερβίας και της Ρουμανίας και δεν αναιρούνταν από την εμμονή της Ιταλίας στη «νεκρή» συμφωνία του Αγίου Ιωάννη της Μωριέννης. Οι μικρασιατικές και οι άλλες ελληνικές διεκδικήσεις περιέχονται επίσημα και ολοκληρωμένα στο ελληνικό υπόμνημα της 17/30ης Δεκεμβρίου. Ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν προέβαλε αξιώσεις σε όλη τη δυτική Μικρά Ασία,
όπου
σύμφωνα
με τα στατιστικά στοιχεία που
παρουσίασε
κατοικούσαν 1.013.195 Έλληνες. Οι ελληνικές διεκδικήσεις περιορίζονταν σε μέρος του βιλαετίου της Π ρούσας που περιλάμβανε το σαντζάκι του Μπαλικεσέρ και το βιλαέτι του Αϊδινίου εκτός από το σαντζάκι του Ντενιζλί, που ο πληθυσμός του ήταν σχεδόν αποκλειστικά τουρκικός. Το ανατολικό τμήμα του βιλαετίου της Προύσας, με τις πόλεις Προύσα και Μουδανιά, θα ανήκε στην Τουρκία, ενώ τα ανεξάρτητα σαντζάκια του Ισμίτ
και των
Δαρδανελλίων θα συναποτελούσαν με την περιοχή της Κωνσταντινούπολης διεθνές κράτος. Για τους ελληνικούς πληθυσμούς που δεν κατοικούσαν στη 183
Archives Du Ministère des Affaires Entrangeres, E- Levant, 1918-1940, Turquie, vol. 237, Conference de la Paix, Paris le II Juillet 1919.
401
διεκδικούμενη
περιοχή
ο
Βενιζέλος
πρότεινε
ανταλλαγή
με
τους
μουσουλμάνους της ζώνης που θα δινόταν στην Ελλάδα. Είναι βέβαιο ότι στις αρχές του 1919, ο Βενιζέλος είχε κάθε λόγο να φοβάται ότι δεν θα εκπληρώνονταν οι ελληνικές διεκδικήσεις στη Μικρά Ασία και τη Θράκη. Παρά τη συμπάθεια προς το πρόσωπο του στη Δύση, ήταν φανερό ότι, στην δεδομένη συγκυρία, ούτε οι Βρετανοί, ούτε οι Γάλλοι, ούτε οι Αμερικανοί ευνοούσαν τις μεγάλες εδαφικές αξιώσεις της Ελλάδας. Την κατάσταση δυσκόλευε ακόμη περισσότερο η αδυναμία των συμμαχικών κυβερνήσεων να καταρτίσουν από κοινού επίσημο πρόγραμμα για τη διευθέτηση των εκκρεμών ζητημάτων, στην Εγγύς Ανατολή. Οι Σύμμαχοι, πιεζόμενοι από τετελεσμένα γεγονότα, συμφώνησαν μόνο σε δύο βασικά ζητήματα, αποδέχτηκαν ως αναπόφευκτη τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφενός και της Αυστροουγγαρίας αφετέρου, δίχως όμως να επισημάνουν
το
ουσιωδέστερο
πρόβλημα:
πόσες
και
τι
είδους
εθνογεωγραφικές αναδιατάξεις θα ακολουθούσαν τη διάλυση των δύο πολευθνικών
αυτοκρατοριών.
Οι
σχέσεις
μεταξύ
των
συμμαχικών
κυβερνήσεων στον χώρο της Ανατολής ταλανίζονταν από ασυνεννοησία και ενάντιες επιδιώξεις. Λίγες μόλις μέρες μετά την επίδοση του υπομνήματος του Βενιζέλου, όπως είδαμε παραπάνω, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία προέβησαν σε κοινή δήλωση αναφορικά με τη μελλοντική τους πολιτική στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας αμνημόνευτο
το ελληνικό στοιχείο της Μικράς Ασίας. Η
παράλειψη σχολιάστηκε ευρύτατα στην Αθήνα και ενέβαλε την ελληνική κυβέρνηση σε ανησυχία ως προς τις προθέσεις των Συμμάχων. Θα γράψει ο Πολίτης στον Βενιζέλο: «... Η παρεπόμενη ανασφάλεια θα γεννήσει μεγάλη δυσφορία, ιδίως μεταξύ των προσφύγων, στους οποίους ξένοι πράκτορες διασπείρουν φήμες, ότι, αφού η Ελλάδα δεν υποβλήθηκε σε αρκετές θυσίες δεν έχει κανένα δικαίωμα επί της Μ. Ασίας, η οποία πρόκειται να κηρυχθεί
402
αυτόνομη υπό ξένη προστασία ,..».184 Ο Κακλαμάνος εντυπωσιαζόταν ιδιαίτερα από το γεγονός ότι ακόμη και όσοι φιλελεύθεροι τάσσονταν υπέρ ειρηνευτικού διακανονισμού θεμελιωμένου στην αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών,
εμφανίζονταν
Τουρκίας,
παρά
σε
λιγότερο κατηγορηματικοί ό,τι
αφορούσε
τις
στην
υποτελείς
περίπτωση
της
εθνότητες της
Αυστροουγγαρίας. Ο Έλληνας διπλωμάτης αντιλαμβανόταν κάποια διάκριση μεταξύ των Σλάβων της Αυστροουγγαρίας αφενός και των Ελλήνων της Μ. Ασίας
αφετέρου:
οι
πρώτοι,
χάρη
στην
ενεργητικότητα
και
την
αυτοπεποίθηση τους, είχαν κερδίσει τη συμπάθεια της κοινής γνώμης στη Δύση, ενώ οι δεύτεροι είχαν μείνει αδρανείς.185 Η διάκριση αυτή είχε βαθύτερα αίτια: η Γαλλία και η Βρετανία θεωρούσαν την ίδρυση σλαβικών κρατών στην κεντρική Ευρώπη ως έναν από τους κύριους πολεμικούς τους στόχους, εναντίον των
Γερμανικών
βλέψεων στην περιοχή αυτή. Από την άλλη, ενδεχόμενη επέκταση του ελληνικού κράτους στη Μικρά Ασία δεν θα εξασφάλιζε στους Συμμάχους κανένα
τέτοιο πλεονέκτημα-
απεναντίας,
θα
δημιουργούσε
σοβαρά
προβλήματα στις σχέσεις τους με την Ιταλία. «Ευνοώντας τις διεκδικήσεις των Τσέχων και των Γιουγκοσλάβων, αφενός κινούμαστε στο πλευρό οργανωμένων και συμπαγών εθνοτήτων και αφετέρου κάνουμε μία λυσιτελή πολεμική κίνηση. Από την άλλη, οφείλουμε να δείξουμε σωφροσύνη στην περίπτωση των αλύτρωτων Ελλήνων, στις περιοχές των οποίων διαφέρουν τελείως οι γεωγραφικές και ιστορικές συνθήκες», Μαρζερί, διευθυντής πολιτικών
υποθέσεων
186
έγραφε ο Πιερ ντε
του Γαλλικού
Υπουργείου
Εξωτερικών. Ο Cambon σημείωνε: «Αν ο Κ. Βενιζέλος εξασφαλίσει την επιστροφή της Καβάλας, των νησιών του Αιγαίου και της αλβανικής Ηπείρου, 184
Α.Υ.Ε, Α/15/1918, Πολίτης προς Βενιζέλο 28 Οκτωβρίου / 10 Νοεμβρίου 1918, αρ.
10296,Ksöi Γ. ft. Λ^ο\jTapies, Η îf^ow 185
Α.Υ.Ε, Α/12/1918, Κακλαμάνος προς Πολίτη 19 Οκτωβρίου/ 1 Νοεμβρίου 1918, αρ.
10139. ^tox Γ. ft. /UoMTcif.VuhS^O.nae, 186
·-· ©fl.nem». ΡΛ%% (r.^VÎ
Ministère des Affaires Entrangéres. Archives diplomatiques. Europe 1918-1929, Grèce, T. 84, Μαρζερί προς Μπιγί, 24 Ιουνίου 1918, αρ. 307/308. ft«M (Γ β_ f\\0^ Tftp itM> ôfl Ü
403
τούτο θα αποτελέσει μεγάλη επιτυχία για τον ίδιο. Αν όμως επιδιώξει να δημιουργήσει προβλήματα στη Θράκη και τη Μ. Ασία, θέτοντας υπό ελληνικό ζυγό μη ελληνικούς πληθυσμούς, τότε θα προσκρούσει στις αρχές και τα συμφέροντα μας».
187
Από την πλευρά της, η Βρετανία θα επιθυμούσε την εκδίωξη των Τούρκων από την Ευρώπη και την περιστολή των ιταλικών βλέψεων. Έκρινε συνεπώς, επιβεβλημένη την κατακύρωση των Δωδεκανήσων της Βόρειας Ηπείρου και της Κύπρου υπό κάποιες προϋποθέσεις στην Ελλάδα. Πολλοί Βρετανοί παράγοντες δεν δέχονταν ως ακριβή τα πληθυσμιακά δεδομένα ελληνικής προέλευσης καιί(πολλοί αμφέβαλαν αν θα ήταν σκόπιμο να παραχωρηθεί στην Ελλάδα η δυτική Μικρά Ασία ή η ανατολική Θράκη?}88 ν τ α τέλη του 1918, το Foreign office είχε ταχθεί σαφώς εναντίον κατακύρωσης της δυτικής Μικράς Ασίας στην Ελλάδα.-189 Αλλά και η Γαλλία εναντιωνόταν στην επέκταση του ελληνικού κράτους στην Κωνσταντινούπολη
και τη Σμύρνη, μολονότι ο Clemenceau είχε
προσφερθεί να υποστηρίξει τις ελληνικές διεκδικήσεις στη Θράκη, σε αντάλλαγμα για τη στρατιωτική συμμετοχή της Ελλάδας στην ουκρανική εκστρατεία εναντίον του Μπολσεβικισμού.190 Η αμερικανική κυβέρνηση δεν είχε αποκρυσταλλώσει σαφή πολιτική για το ανατολικό ζήτημα. Ο Γ. Ρούσσος, πρεσβευτής της Ελλάδας στις Η.ΠΑ. διέκρινε δύο διαφορετικά ρεύματα: ορισμένοι παράγοντες της αμερικανικής πολιτικής ευνοούσαν την ιδέα να διαλυθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία με κατακύρωση του δυτικού της τμήματος στην Ελλάδα, ενώ άλλοι αντιτάσσονταν στον εντελή διαμελισμό της Οθωμ. Αυτοκρατορίας και προέκριναν να αποσπασθούν και διεθνοποιηθούν η Κωνσταντινούπολη
και τα Δαρδανέλλια, ενώ η Μ. Ασία ολόκληρη θα
αποτελούσε την επικράτεια του τουρκικού κράτους, το οποίο όμως θα 187 188 189 190
οπ. παρ. Σημείωμα του Ζυλ Καμπόν, 20 Νοεμβρίου 1918. Γ.Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα ...όπ. παρ., σ. 497. F.O. 371/3147/201892, Granvill to Foreign office 26 Νοεμβρίου 1918, αρ. 279. Α.Υ.Ε, Α/16/1918, Κακλαμάνος προς Πολίτη, 9/22 Νοεμβρίου 1918, αρ. 11004 .
404
παρείχε
στους
μη
τουρκικούς πληθυσμούς
πλήρεις
εγγυήσεις για
εκπαιδευτικές και θρησκευτικές ελευθερίες και θα δημιουργούσε συνθήκες κατάλληλες για την απρόσκοπτη ανάπτυξη τους.191 Άλλωστε το δωδέκατο σημείο της διακήρυξης των δεκατεσσάρων σημείων του Ουίλσον κέλευε «να διασφαλιστεί η εδαφική ακεραιότητα των τουρκικών περιοχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά με εγγυήσεις για την ασφάλεια της ζωής και την πλήρη και απρόσκοπτη δυνατότητα αυτόνομης ανάπτυξης των
υπολοίπων εθνοτήτων υπό
την τουρκική
κυριαρχία, ενώ τα Δαρδανέλλια να παραμένουν ανοικτά, ελεύθερο πέρασμα για τα πλοία και τις εμπορικές δραστηριότητες όλων των εθνών».192 Φανερό λοιπόν είναι ότι το σχέδιο του Ουίλσον δεν προέβλεπε τον διαμελισμό της Μικράς Ασίας ή την αποκοπή οποιασδήποτε περιοχής όπου πλειοψηφούσε το τουρκικό στοιχείο, συμπεριλαμβανομένων των Ευρωπαϊκών εδαφών της Τουρκίας. Η αρχή της «αυτόνομης ανάπτυξης», προκειμένου, για τους μη τουρκικούς πληθυσμούς θα μπορούσε θεωρητικά να αγκαλιάσει και τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, πρακτικά ισοδυναμούσε απλώς με εγγύηση για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων. Εξάλλου στη συνεδρίαση του Βρετανικού Πολεμικού Συμβουλίου στις 4 Ιανουαρίου 1918 συμφωνήθηκε ότι «το χωρίο το σχετικό με την αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνών θα έπρεπε να τροποποιηθεί, ώστε να μην ισχύει αδιακρίτως για όλα τα έθνη, αλλά να αναφέρεται μόνο στη διευθέτηση των εδαφικών ζητημάτων της Νέας Ευρώπης».193 Ακόμη και στην περίπτωση της Ευρώπης ωστόσο, η αρχή της αυτοδιάθεσης εφαρμοζόταν επιλεκτικά. Ο
191 192
Α.Υ.Ε, Α/16/1918, Ρούσσος προς Πολίτη, 4/17 Οκτωβρίου 1918, αρ. 9385. V. Mamatey, The United States and East Central Europe 1914-1918, Princeton, N. J.
i957^o\ Γ. f$. Μ Ι Ο Ν Τ & Ρ Ί Ι > * , ο η . 193
Lloyd George δήλωνε: «ο
F. Ο. 371/2889/126721.
Π α [
Ρ>σ"-^
405
διαμελισμός της Αυστροουγγαρίας δεν ανήκει στους πολεμικούς μας στόχους»,194 ενώ συμπλήρωνε: «δεν αγωνιζόμαστε για να στερήσουμε από την Τουρκία τον πλούτο της ή τις εύφορες και φημισμένες εκτάσεις της Μικρός Ασίας
και
της Θράκης,
όπου
κατοικούν
κυρίως
τουρκικοί
πληθυσμοί».19^ Για τα βαλκανικά ζητήματα το War Counsil, προέκρινε μια κατάλληλη γενική αναφορά στα Βαλκάνια υπέρ της διευθέτησης των συνόρων των βαλκανικών κρατών βάσει εθνολογικών ζητημάτων.^6 Παράλληλα, τα ελληνικά συμφέροντα θα μπορούσαν επίσης να τα επηρρεάζουν Επιτροπής,
δυσμενώς ημιεπίσημου
οι
προτάσεις
οργάνου που
της γενόμενης
Διερευνητικής
συγκροτήθηκε στις ΗΠΑ
τον
Σεπτέμβριο του 1917 με σκοπό να συλλέξει στοιχεία και να διευκολύνει το έργο της μελλοντικής ειρηνευτικής διάσκεψης.19«^ Σε υπόμνημα της με τίτλο Α suggested Statement of Peace Terms στις 2 Ιανουαρίου 1918 πρότεινε, μεταξύ άλλων, την αναθεώρηση της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, την προσάρτηση της Δοβρουτσάς, της Σερβικής Μακεδονίας, της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης στη Βουλγαρία, τη διεθνοποίηση της Θεσσαλονίκης, την προσάρτηση της Β. Ηπείρου στην Ελλάδα. Ως προς την τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Επιτροπή συνιστούσε να δοθούν εγγυήσεις για την ακεραιότητα των τουρκικών της επαρχιών, χωρίς να προβλέπει τον διαμελισμό της Μικράς Ασίας.1^98 Η αναγνώριση της εδαφικής ακεραιότητας της
Τουρκίας
κυβέρνηση,
199
προκάλεσε
βαθύτατη
ανησυχία
και
στην
ελληνική
ενώ ο Βενιζέλος θα μπορούσε να αποδεχθεί και τη λύση της
David Lloyd George, War Memoirs of David Lloyd George, T.V. London 1936, σ. 2517. όπ. παρ., σε. 2523. Γ. Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα ... όπ. παρ., σ. 329. 197 L. Ε. GelFand, The Inguiry. American Preparation for Peace, 1917-1919, New Haven 1963, σ. 76-78 και V. Mamatey, όπ. παρ., σ. 173-174. 198 Γ. Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα ... όπ. παρ., σ. 333. 199 Α.Υ.Ε. ΦΑ/11/1918, Πολίτης προς Γεννάδιο 10, 26 Δεκεμβρίου / 8 Ιανουαρίου 1918, αρ. 10235. 195
406
αυτονομίας του ελληνικού στοιχείου στη Μ. Ασία, χωρίς να απεμπολεί τις εθνικές διεκδικήσεις της Ελλάδας στην περιοχή.200 Μετά
την απώλεια των ευρωπαϊκών εδαφών της η Αυτοκρατορία
εξαρτά την επιβίωση της από την ικανότητα της να διατηρήσει την κυριαρχία της στον Μικρασιατικό γεωγραφικό χώρο εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ενότητα του πληθυσμού
αυτού του χώρου. Εξάλλου το σύνολο των
μουσουλμάνων προσφύγων των Βαλκανίων εγκαθίσταται στη Μ. Ασία, κυρίως στις περιοχές με σημαντική την παρουσία μη μουσουλμανικού πληθυσμού. Οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Ανατολίας θεωρήθηκαν ύποπτοι συνεργασίας με την Entente. Έτσι, ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων (130.000 σύμφωνα με τουρκικές πηγές, 240.000 σύμφωνα με ελληνικές) εκτοπίζονται από τα δυτικά κυρίως παράλια της Μ. Ασίας, στα πλαίσια της πολιτικής
των
Νεότουρκων
που
συμπυκνώνεται
στο
τρίπτυχο:
εκσυγχρονισμός, ισλαμισμός, τουρκισμός.201 Τις μύχιες προσωπικές του απόψεις γύρω από την ανατομία του Μικρασιατικού προβλήματος θα καταγράψει ο Δραγούμης στο Β' Μέρος του ανέκδοτου έργου του με τίτλο: «Εργα και Ημέρες», όταν βρισκόταν εξόριστος στην Σκόπελο. Σύμφωνα με τον Δραγούμη, το Μικρασιατικό ζήτημα είναι μέρος του όλου Ανατολικού, το οποίο πρέπει, ως σύνολο, να ενδιαφέρει την Ελλάδα. Απ' όλα όσα συμβαίνουν στην Τουρκία, βλέπει πως δεν είναι ώριμο να λυθεί οριστικά το Ελληνικό ζήτημα. Η ένωση μόνο της Σμύρνης και της ενδοχώρας της με την Ελλάδα δεν φαίνεται να λύνει το όλο ζήτημα και ούτε είναι συνέπεια καλομελετημένου σχεδίου ελληνικής πολιτικής. Μένοντας πιστός στη Μεγάλη Ιδέα, δηλαδή την αποκατάσταση του Ανατολικού κράτους με κέντρο την Πόλη και λαμβάνοντας ως αφετηρία το συμφέρον αυτό του
200
F. Ο. 371/3146/6693, Granvill to Foreign Office 10 Ιανουαρίου 1918, αρ. 30. Σία Αναγνωστοπούλου, «Μικρασιατικός Ελληνισμός» στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, τ. 6ος, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 53-54.
201
407
Ελληνισμού,
ο Δραγούμης φρονεί πως επιβάλλεται να υποταχθεί το
Μικρασιατικό ζήτημα στα άλλα ελληνικά ζητήματα κατά την ορισμένη τάξη. Συγκεκριμένα, ο Ελληνισμός πρέπει να ζητήσει και την ένωση της φυλής και το ανατολικό κράτος συνειδητά και παράλληλα. Το ένα είναι ενδιάμεσο για να φτάσει στο άλλο. Την ένωση της φυλής ολοκληρωτικά δεν μπορεί να την επιτύχει, γιατί η φυλή δεν είναι παντού συμπαγής σ' αυτά τα μέρη. Την ένωση της φυλής την επιδίωξε και την επιδιώκει ήδη στην κυρίως Ελλάδα, την Ηπειρο, την Ανω Μακεδονία, τη Θράκη ως τον Εύξεινο Πόντο και τον Μαρμαρά, τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο. Στη Θράκη είναι και η Πόλη. Η Πόλη, όμως, έχει το ένα πόδι της στην Ασία και είναι μεγάλα και περίπλοκα τα διεθνή συμφέροντα εκεί. Πρέπει, λοιπόν, να επιδιωχθεί η ένωση της φυλής στα ευρωπαϊκά εδάφη, όπου υπάρχει συμπαγής ελληνικός πληθυσμός. Πρέπει όλη η προσοχή της Ελλάδας να στραφεί στη Θράκη, την Ανω
Μακεδονία και τη Βόρεια Ηπειρο, να ενώσει τους ελληνικούς
πληθυσμούς στην Ευρώπη και τα Νησιά και να γίνει δυνατό Ηπειρωτικό κράτος. Ετσι θα έχει τη δύναμη να πάρει και την Κωνσταντινούπολη και μαζί με την Πόλη, να ενωθεί και να γίνει ομοσπονδία με το Μικρασιατικό Κράτος που θα είναι ελληνοτουρκικό κι όχι ελληνικό καθαρά 202 . Κατά τον Δραγούμη, η Ελλάδα πρέπει να πολιτευτεί ως εξής στο Μικρασιατικό Αυτοκρατορίας
ζήτημα. έχουν
Από
το
αφαιρεθεί
ανατολικό τα
τμήμα
αραβικά,
της
ιουδαϊκά
Οθωμανικής και
συριακά
διαμερίσματα. Πρέπει να αφαιρεθεί και το αρμενικό και το κουρδικό τμήμα. Απομένει λοιπόν μία χώρα μεγάλη και πλούσια, γεωγραφικά ομοιογενής και με πληθυσμό κατά μεγάλη πλειοψηφία τουρκο-ελληνικό. Οι Τούρκοι είναι περισσότεροι από τους Ελληνες στη χώρα αυτή (6 εκατομμύρια Τούρκοι με 2 1
/2 εκατομμύρια Ελληνες). Αλλά οι Τούρκοι είναι από διάφορες φυλές
(Γιουρούκοι, Τουρκομάνοι κ.λ.π.) και τους ενώνει η θρησκεία, ενώ τους ο:
" «Εργα και Ημέρες». Σκόπελος Ι Ιουλίου 1919. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α*, φάκ. 26. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
408
Ελληνες που είναι Τουρκόφωνοι και Ελληνόφωνοι, τους ενώνει η θρησκεία και το εθνικό αίσθημα. Αυτή η χώρα πρέπει να μείνη ενωμένη σ' ένα κράτος τουρκο-ελληνικό με αυτόνομη αποκεντρωτική διοίκηση και τέλεια πολιτική ελευθερία. Οσον αφορά στην πρωτεύουσα του κράτους αυτού, συμφέρον της Ελλάδας θα ήταν να έμενε η Πόλη πρωτεύουσα του κράτους αυτού. Η Πόλη, όμως, πέφτει απόκεντρη στο κράτος αυτό και είναι μεγάλα τα διεθνή συμφέροντα που
συνδέονται
με τα Στενά, όπου
βρίσκεται η Πόλη.
Υποστηρίζει, συνεπώς, ότι το μικρασιατικό κράτος μπορεί να διαλέξει πρωτεύουσα ή την Προύσσα ή το Ικόνιο ή άλλη καμία πόλη του εσωτερικού και η Πόλη πρέπει μαζί με τα κομμάτια της Θράκης που της απομένουν προς το Βόσπορο ως τα Δαρδανέλια και τον Αδραμυτινό Κόλπο να αποτελέσει ένα ενδιάμεσο ανεξάρτητο κράτος πάλι ελληνοτουρκικό κατά τον πληθυσμό, μα στο σύνολο περισσότερο ελληνικό παρά τούρκικο, κράτος ελεύθερο, ανεξάρτητο και δημοκρατικό, ίσως διεθνώς ουδέτερο, που με την ελεύθερη ανάπτυξη του θα εξελιχθεί σε ολότελα ελληνικό203. Στο μικρασιατικό κράτος, που απομένει μετά την αφαίρεση της Κωνσταντινούπολης, θα πρέπει να εξασφαλιστεί αποκεντρωτική διοίκηση, πολιτική ελευθερία, ισοπολιτεία. Η μεγάλη αντίρρηση είναι πως οι Τούρκοι δεν μπορούν να νιώσουν από πολιτική ελευθερία και ισοπολιτεία. Ετσι, το κράτος αυτό δεν πρέπει να μείνει καθαρά τουρκικό κι ούτε να ονομάζεται Τουρκία ή Οθωμανικό Κράτος, αλλά να γίνει καθαρά Τουρκο-Ελληνικό με το όνομα ΜΙΚΡΑΣΙΑ. Κι αν οι Τούρκοι δεν το αποδεχθούν, να τους το επιβάλλουν η Αγγλία και η Αμερική. Βέβαια παρουσιάζει πολλά ελαττώματα η ανάμιξη των Δυτικών στα πράγματα της Ανατολής, αλλά για την ώρα δε γίνεται αλλιώς. Πρέπει, να δοθεί εντολή στην Αγγλία ή την Αμερική για να επιβλέψει την οργάνωση του Ανεξάρτητου Μικρασιατικού κράτους. Επίσης, θα πρέπει να εξασφαλιστούν τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου που θα εδρεύει πάντα στην Κωνσταντινούπολη και θα πρέπει να έχει στην "' ϋπ. παρ.
409
πνευματική του δικαιοδοσία και τους Ελληνες της κυρίως Ελλάδας και τους Ελληνες της Μικρασίας και φυσικά και τους Ελληνες του κράτους της Πόλης. Σ' ένα τέτοιο Μικρασιατικό κράτος θα μπορούσαν να προκόψουν και να πολλαπλασιαστούν οι Ελληνες όχι μόνο της Δυτικής Μικρασίας (Ιωνίας) και του Πόντου, αλλά και της Καππαδοκίας (όπου είναι συμπαγείς επίσης) και της Φρυγίας, Λυκαονίας, Ισαυρίας, Κιλικίας, Πισιδίας κ.λ.π. (όπου είναι λιγότερο πυκνοί). Ο Δραγούμης καλεί την Ελλάδα να συζητά διάφορα προτεινόμενα σχέδια για το Μικρασιατικό και να προσπαθεί να προσαρμόσει τα σχέδια αυτά μ' ένα καθαρό, συνειδητό και σταθερό σχέδιο για τον σχηματισμό του μικρασιατικού κράτους. Σε κάθε περίπτωση πάντως, θα πρέπει επίμονα η Ελλάδα να ζητά αυτοδιοίκηση για τους ελληνικούς πληθυσμούς
του
Μικρασιατικού κράτους, σύμφωνα με το δόγμα της αυτοδιάθεσης του Ουίλσον. Επίσης, την Ελλάδα συμφέρει να παραμείνει η Μικρασία ενωμένη υπό την διαχείριση ενός ξένου, πάρα πολλών, όπως γυρεύουν οι Ιταλοί και καταλήγει: «Καλύτερα μία Μικρασία, παρά πολλά Μικρασιατικά κομμάτια στα χέρια ξένων αντιτιθέμενων μεταξύ τους»204. Ο
Δραγούμης
φρονούσε
ότι
η
Ελλάδα
θα
έφθανε
στην
Κωνσταντινούπολη μέσα από τη Μικρασία. Ετσι φαίνεται να διαφωνεί με το σχέδιο Τόυνμπυ-Νίκολσον που υποστήριζε ότι η Ευρώπη θα έπρεπε να διαχωριστεί απόλυτα από την Ασία και η Ελλάδα θα έπρεπε, αντί για τη Σμύρνη, να κρατήσει την Κωνσταντινούπολη, τις ευρωπαϊκές ακτές των Στενών καθώς και τη θάλασσα του Μαρμαρά 205 . Αλλά και ο Βενιζέλος υποστήριζε πάντοτε ότι η Ελλάδα θα έπαιρνε την Κωνσταντινούπολη
μέσω της Μικράς Ασίας, χάρη στον δυναμισμό του
μικρασιατικού ελληνισμού. Η επιδίωξη του στο Συνέδριο της Ειρήνης ήταν να
" Όπ. παρ. 2(ι ~ Νικ. Πετσάλης - Διομήδης, «1919: Τη Σμύρνη ή την Πόλη», στα: Μελετήματα... όπ. παρ. σ. 105.
410
διεκδικήσει τη Θράκη και τη δυτική Μικρά Ασία και να υποστηρίξει τη δημιουργία ενός μικρού τεχνητού κράτους στην Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, που θα βρισκόταν πάντα ανάμεσα στις προοδευτικά πιο πιεστικές ελληνικές σφήνες της Θράκης και της Μικράς Ασίας. Πίστευε σταθερά - και πιθανότατα είχε δίκιο - πως, αν η Ελλάδα εγκαθίστατο στη Σμύρνη, θα μπορούσε
ακόμη
να
ελπίζει
σε
ενδεχόμενη
προσάρτηση
της
Κωνσταντινούπολης. Οχι όμως και το αντίστροφο: παίρνοντας πρώτα την Κωνσταντινούπολη, η Ελλάδα θα έπρεπε να εγκαταλείψει για πάντα την 'Ιωνία. Ενα αποκλειστικά τουρκικό κράτος στην Ανατολή, που ασφαλώς θα αναδιοργανωνόταν πάνω σε έντονα εθνικιστικές βάσεις, δεν θα επέτρεπε πια στην Ελλάδα να ελπίζει ρεαλιστικά την προσάρτηση της δυτικής Μικράς Ασίας.
Επί
πλέον,
φοβόταν ότι, αν
οι
Σύμμαχοι
πρόσφεραν
την
Κωνσταντινούπολη στην Ελλάδα, κίνητρο τους θα ήταν η απαλλαγή από το μεγάλο βάρος του ελέγχου των Στενών, αλλά και η δυνατότητα να απορρίψουν άλλες ελληνικές διεκδικήσεις21^. Αντίθετα, γνώριζε ότι η Ελλάδα μπορούσε να κερδίσει τη Σμύρνη και τις δυτικές παράκτιες περιοχές της Μικράς Ασίας, όσο η Τουρκία ήταν εξαντλημένη και ηττημένη. Πίστευε ότι ο ελληνικός στρατός και στόλος ήταν ακόμη σθεναροί και οι πολυάριθμοι μικρασιατικοί ελληνικοί πληθυσμοί ακμαίοι. Ετσι, λοιπόν, αποφάσισε να προωθήσει τη διεκδίκηση της Σμύρνης αγνοώντας τον πραγματικό κίνδυνο ότι η όλη επιχείρηση θα μπορούσε να αποδειχθεί υπερβολικά βαριά για τις στρατιωτικές και λοιπές δυνάμεις της Ελλάδας ^°7. Ο Δραγούμης συστηματικά επικρίνει τη Βενιζελική πολιτική ότι έγινε αφορμή για να ατονήσουν οι κοινότητες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας : «Από το 1908 έως το 1913 εργάσθηκαν συστηματικά οι Ελληνες της Τουρκίας για την επίτευξη της πραγματικής ισοπολιτείας Ελλήνων και Τούρκων. Την ελληνοοθωμανική παράδοση διέκοψαν οι πόλεμοι του 1912 -
Όπ. παρ. σ. 106. Όπ. παρ. σ. 107.
411
1913. Οταν η Ελλάδα εισήλθε όρων
στο
μέγα πόλεμο κατά το 1917
άνευ
έπρεπε παράλληλα με το ελληνικό βασίλειο να εργασθούν και να
κινηθούν και οι Ελληνες της Τουρκίας, αφού μάλιστα είχαν οργανωμένες κοινότητες και μητροπόλεις υπό την πνευματική και πολιτική ηγεσία του Οικουμενικού
Πατριαρχείου. Τότε τα αποτελέσματα της πολιτικής της
Ελλάδας θα ήταν εθνικά. Αλλά το βενιζελικό κόμμα δίχασε το κράτος ώστε να μη μπορεί να διεξαγάγη εθνικόν πόλεμον» 208 . Κατά τον Δραγούμη, ένας από τους κύριους όρους της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο έπρεπε να είναι η ανάκτηση ολόκληρης της Οράκης, η οποία θα έπρεπε να αποτελεί την κύρια διεκδίκηση της Ελλάδας, ενώ οι Ελληνες της Τουρκίας όφειλαν να διεκδικήσουν τη συνδιοίκηση Ελλήνων και Τούρκων209. Από τον Νοέμβριο του 1918 άρχισε μια αλματώδης προετοιμασία της ελληνικής αντιπροσωπείας
για τις ελληνικές διεκδικήσεις. Το Υπόμνημα
υποβλήθηκε τελικά στις 17/30 Δεκεμβρίου 1918 στη Διάσκεψη της Ειρήνης. Κύρια βάση των αξιώσεων του Υπομνήματος ήταν η εθνολογική υπεροχή. Ο Βενιζέλος στηριζόταν στις διακηρύξεις των Συμμάχων και τα 14 άρθρα του προγράμματος του προέδρου Wilson. Τα άλλα επιχειρήματα, ιστορικά, γεωγραφικά, οικονομικά και στρατηγικά ήταν δευτερεύοντα και βοηθητικά. Ο ιδιαίτερα πραγματιστής Βενιζέλος θα διεκδικήσει τη Βόρεια Ηπειρο, όπου διαβιούσαν 120.000 Έλληνες και 80.000 Αλβανοί, τη Θράκη, Δυτική και Ανατολική στην οποία διαβιούσαν 730.000 Ελληνες, 957.425 Τούρκοι και 112.174 Βούλγαροι, τη Δυτική Μικρά Ασία που περιλάμβανε ένα συμπαγή ελληνικό πληθυσμό
1.000.000 με σημαντική πνευματική και οικονομική
ανάπτυξη, τα Δωδεκάνησα με 102.000 Ελληνες. Για την Κωνσταντινούπολη και την περιοχή της πρότεινε τη δημιουργία ενός διεθνούς Κράτους των
" Ι. Δραγούμης. «Και στην Πόλι! Πους διαψεύδονται οι εθνικοί μας πόθοι». Συνέντευξη του Ίωνα Δραγούμη. Πρόμαχος. 21 Φεβρουαρίου 1920.
412
Στενών,
ενώ δεν διεκδίκησε τον Πόντο, την Κύπρο και τη Βόρεια
Μακεδονία210. Η υποβολή του Υπομνήματος με τις ελληνικές διεκδικήσεις από τον Βενιζέλο στη Διάσκεψη της Ειρήνης θα ωθήσει τον Δραγούμη σε παρέμβαση στο ζήτημα αυτό και εμπεριστατωμένη κριτική στους βενιζελικούς χειρισμούς των εθνικών ζητημάτων. Σε μια προσπάθεια να δραστηριοποιηθεί πολιτικά στον χώρο του παροικιακού Ελληνισμού και να καταθέσει τις προτάσεις του για την ενδεδειγμένη, κατά την άποψη του, και ολοκληρωμένη παρουσίαση των εθνικών ζητημάτων θα δημοσιεύσει το άρθρο του «Επί της επιλύσεως των εθνικών ημών ζητημάτων»
στον «Τηλέγραφο Αλεξανδρείας», τον
Απρίλιο του 1920. Αφού εκφράσει τη διαφωνία του για τον ενθουσιασμό του βενιζελικού Τύπου, θα επιχειρήσει την ανίχνευση
της ορθότητας των βενιζελικών
διεκδικήσεων και του τρόπου με τον οποίο τέθηκαν. Ο Βενιζέλος διεκδίκησε από τη Διάσκεψη εδαφικές προσαρτήσεις στη Βόρειο Ηπειρο, τη Θράκη, τα Δωδεκάνησα και μέρος των βιλαετίων Προύσης και Αϊδινίου. Δεν ζήτησε όμως τον Πόντο, την υπόλοιπη Μικρασία, την Ανω Μακεδονία, την Κύπρο. Ζήτησε διεθνοποίηση της Κωνσταντινούπολης και των Στενών, εσίγησε όμως για τον Πανάγιο Τάφο, δεν φρόντισε για τις ελληνικές κοινότητες Αλβανίας, Σερβίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Καυκάσου και Νότιας Ρωσίας, δεν αξίωσε ουδεμία μεταβολή της μείωσης της διεθνούς θέσης της Ελλάδας, αφού μάλιστα συνετέλεσε και ο ίδιος σ' αυτή. Σύμφωνα με τις αισιόδοξες προβλέψεις, η Ελλάδα θα λάβει τη Σμύρνη με κάποια ενδοχώρα, την παραθαλάσσια λωρίδα της Δυτ. Θράκης, την Ανατολική Θράκη μέχρι Τσατάλτζας, τα Δωδεκάνησα πλην Ρόδου και τη 210
Ι. Μαζαράκης - Αινιάν. «Ο Βενιζέλος και οι εθνικές μας διεκδικήσεις» στο Ελ. Βενιζέλος, Κοινωνία και οικονομία στην εποχή του. Αθήνα 1989. σ. 247-249. Η πληρέστερη παρουσίαση των ελληνικών εθνικών διεκδικήσεων στο Ν. Petsalis - Diom id is, Greece at the Paris Peace Conference. Thessaloniki 1978.
413
Βόρεια Ηπειρο. Η Κωνσταντινούπολη δεν διεθνοποιείται ευτυχώς, αλλά παραμένει τουρκική. «Επομένως δεν ικανοποιούνται πλήρως οι βενιζελικές διεκδικήσεις. Αλλωστε η ικανοποίηση μερικών βενιζελικών αξιώσεων γίνεται συγχρόνως με την ικανοποίησιν πολύ μεγαλύτερων ιταλικών, επί χωρών αι οποίαι δεν έχουν καμίαν σχέσιν με την Ιταλίαν, μεγίστην δε έχουν με την Ελλάδα και τον Ελληνισμόν...»
211
. Θα μπορούσε η Ελλάδα να ελπίζει σε
καλύτερα και μεγαλύτερα κέρδη, αφού ο πόλεμος, μετά την είσοδο των Η.Π.Α. και την αποχώρηση της Ρωσίας, έλαβε χαρακτήρα καθαρά απελευθερωτικό, σύμφωνα με το δόγμα των εθνικοτήτων. Η προβολή
βέβαια του δόγματος των εθνικοτήτων, έστω και
ανειλικρινώς, από την Αγγλία και τη Γαλλία αποτέλεσε μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα να θέσει στο σύνολο του το Ελληνικό ζήτημα. Αντί γι' αυτό, όμως, το ελληνικό κράτος παρουσίασε λίγες κομματιασμένες εδαφικές αξιώσεις, το εν Τουρκία έθνος δε ζήτησε τίποτε περιοριζόμενο μονάχα στην υποστήριξη των βενιζελικών διεκδικήσεων, ενώ μερικές απ' αυτές τις διεκδικήσεις ήταν εσφαλμένες (π.χ.
διεθνοποίηση Κων/πόλεως)
και παρουσιάσθηκαν με
εξαιρετική ατολμία μη ανταποκρινόμενες στην εξαιρετική περίσταση. Το Ελληνικό ζήτημα έπρεπε να εμφανισθεί ως ενιαίο σύνολο σε όλη του
την
μεγαλοπρέπεια, όχι
απλά
σαν
ζήτημα
μερικών
εδαφικών
προσαυξήσεων, αλλ' ως εξασφάλιση της θέσεως του Ελληνισμού στην Ανατολή. Επρεπε να επιδιωχθεί η εφαρμογή ολοκληρωτικού προγράμματος για τον Ελληνισμό όχι μόνο από την αντιπροσωπεία του Ελληνικού κράτους, αλλά και από το Οικουμενικό Πατριαρχείο κι όχι να εμφανιστεί ως ζήτημα μονομερούς εδαφικής προσαυξήσεως της Ελλάδας. Η μόνη πρέπουσα πολιτική για το ελληνικό κράτος είναι αφενός η πολιτική βαθμιαίας επεκτάσεως του ελληνικού κράτους, αφετέρου και κυρίως η παράλληλη
Ι. Δραγούμης «Επί της επιλύσεως των εθλ'ΐκών ημών ζητημάτων». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ", Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Τηλέγραφος Αλεξανδρείας, 14/27 Απριλίου 1920.
414
εξασφάλιση του βίου και της ανάπτυξης του Ελληνισμού της Τουρκίας και η συνδιοίκηση της Ανατολής μαζί με τους Τούρκους. Τα Δικαιώματα του Ελληνισμού επαυξάνονταν, αφενός εξαιτίας της ήττας της Τουρκίας και της Βουλγαρίας στον πόλεμο, αφετέρου εξαιτίας της ανεκτίμητης συμβολής της Ελλάδας στο Ανατολικό
μέτωπο
και της
συμμετοχής Ελλήνων εθελοντών στον Γαλλικό ή τον Αμερικανικό Στρατό. Η παροχή κατά το διάστημα της ουδετερότητας μεγάλων ωφελημάτων στους Συμμάχους και η ανάλογη προβολή και ικανοποίηση εθνικών ζητημάτων άλλων κρατών ουδετέρων ή και εχθρικών προς την Entente, όπως η Δανία, η Νορβηγία, η Βουλγαρία, η Σερβία, η Ρουμανία, η Αραβία, η Αρμενία κ.α., σύμφωνα με το δόγμα του Ουίλσον, δίνει ακόμη περισσότερα δικαιώματα στην Ελλάδα να διεκδικήσει σθεναρά τα εθνικά της δίκαια. Μετά την απόσπαση από τη Τουρκία όλων των Αραβικών, Αρμενικών και Κουρδικών περιοχών, η Ανατολία απομένει πλέον Τουρκοελληνική χώρα «δίδουσα αυτομάτως
εις
το
ελληνικόν
έθνος
το
δικαίωμα
να
διεκδίκηση
212
συνδιοίκησιν» . Κατά τον Δραγούμη, ο Βενιζέλος δεν υπήρξε καλός συνήγορος της Ελληνικής υπόθεσης διότι: α) παρέλειψε εν γνώσει του να επικαλεσθεί το επιχείρημα της παροχής από την Ελλάδα ωφελημάτων στους Συμμάχους πριν από το 1917 και ανέφερε μόνο την περίοδο της συμβολής στον αγώνα αυτών (1917 - 1918), β) Το κύριο επιχείρημα δεν έπρεπε να είναι η συμμετοχή στον πόλεμο, αλλά το δόγμα των εθνικοτήτων, γ) Επρεπε να υπάρχει
ταυτόχρονη εκπροσώπηση τόσο της Ελλάδας όσο και του
Ελληνισμού της Τουρκίας για ολοκληρωτικό διακανονισμό του ελληνικού ζητήματος, δ) Το Ελληνικό Εθνος έπρεπε να είχε θέσει το ζήτημα αλλού ως ζήτημα εδαφικών προσαρτήσεων
στην Ελλάδα και αλλού ως ζήτημα
αυτονομήσεως των Ελλήνων ή συνδιοικήσεως αυτών: έτσι οι ελληνικές " Όπ. παρ.
415
si-
διεκδικήσεις δε θα φαίνονταν υπερφίαλες και ιμπεριαλιστικές, ε) Μετά την πτώση της Ρωσίας και την είσοδο της Αμερικής στον πόλεμο έπρεπε η Ελλάδα να είχε εισέλθει ενωμένη κι όχι διχασμένη και με εξωτερικές πιέσεις στον πόλεμο, μετά από μία περίοδο ωφέλιμης ουδετερότητας για τους Συμμάχους,
στ)
Η
Ελλάδα
εισήλθε στον
πόλεμο
χωρίς
πολιτικο-
στρατιωτικούς όρους και ανταλλάγματα213. Εξαιτίας όλων αυτών, οι εθνικές διεκδικήσεις του Ελληνισμού δεν κατάφεραν να ικανοποιηθούν πλήρως. Ακόμη και οι σχετικές επιτυχίες που έχει σήμερα η Ελλάδα, παρά τα σφάλματα του Βενιζέλου, οφείλονται στο ότι δε θα μπορούσε να παροραθεί για την Ελλάδα το δόγμα της αυτοδιάθεσης των λαών, αφού δεν παροράθηκε για τη Δανία, την Αρμενία, τη Φιλανδία, την Τσεχοσλοβακία, αλλ' ούτε και για τη Βουλγαρία, και κυρίως στο ότι οι Δυτικές Δυνάμεις είχαν εν μέρει
ανάγκη να υποστηρίξουν τις ελληνικές βλέψεις
«προς περιορισμόν της παμφάγου βουλιμίας της Συμμάχου Ιταλίας»214. Αφού λοιπόν, ελευθερώνονται Αραβες, Σύριοι, Κούρδοι, Αρμένιοι, πως μπορούσε να μη ληφθεί πρόνοια για τους Ελληνες της 'Ιωνίας, του Πόντου και της Βουλγαρίας, όταν σ' όλες τις συνθήκες τίθεται αρχή για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων; «Φοβούμαι ότι η μη εν τω συνόλω λύσις του ελληνικού εθνικού ζητήματος, η περικύκλωσις της Ελλάδας υπό ιταλικών κατακτήσεων, η διείσδυσις των Ιταλών και άλλων ξένων εις την Εγγύς Ανατολήν, όπου τα συμφέροντα του ελληνισμού είναι αλληλένδετα με συμφέροντα εθνικά ανατολικά κι όχι δυτικών εθνών, θα φέρη μετ' ολίγων τοιαύτην σύγχυσιν εις τα πράγματα, ώστε να χρειασθούν νέοι πόλεμοι προς εκκαθάρισιν της Ανατολής και απολύτρωσιν των ελληνικών πληθυσμών. Διότι δεν δύναται να υποστήριξη
ο φανατικότερος βενιζελικός ότι ο
μικρασιατικός ελληνισμός περιορίζεται στη Σμύρνη και τα περίχωρα της» 215 .
"' Όπ. παρ. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ". Γεννάόειος Βιβλιοθήκη"). 1 Ι. Δραγούμης «Επί της επιλύσεως ....» όπ. παρ.
416
Δυστυχώς, όμως, τα κέρδη της Ελλάδας από τη Συμμετοχή της στον πόλεμο δεν είναι αντάξια των θυσιών της. Ο εμφύλιος σπαραγμός, η μείωση της εθνικής ανεξαρτησίας, η παράταση της επιστράτευσης, οι οικονομικές θυσίες,
το
τεράστιο
αναλογικό
Δημόσιο
χρέος
της
Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας δεν μπορούν να ισοσταθμιστούν με τα ελάχιστα κέρδη της Ελλάδας. Αλλωστε «πολιτική τείνουσα ενσυνειδήτως ή ασυνειδήτως εις αύξουσαν οικονομικήν εξάρτησιν της Ελλάδας, του Ελληνισμού και της Εγγύς Ανατολής από τη Δύσιν δεν σημαίνει παρά προεόρτια και πολιτικής υποδουλώσεως»216. Κατά
τον Δραγούμη, πολλοί από τους Τούρκους επιθυμούν να
συνεννοηθούν με τους Ελληνες αποδεχόμενοι να παραιτηθούν από τη Θράκη μέχρι τη γραμμή Αίνου- Μήδειας και ανησυχούν για την αφύπνιση των μη Τουρκικών μουσουλμανικών φυλών, κάτι που μπορεί να εκμεταλλευτεί κατάλληλα η Ελλάδα. Επίσης, οι Τούρκοι επιδιώκουν
ανταλλαγή των
πληθυσμών, ελπίζοντας ότι έτσι θα δημιουργήσουν ομοιογενές Κράτος και θα αποτρέψουν μεταγενέστερο διαμελισμό, γι' αυτό υπάρχει απόλυτη ανάγκη συνεννόησης
των
Ελλήνων με τους φυλάρχους των
μη
Τουρκικών
μουσουλμανικών φυλών, οι οποίοι αποστρέφονται τους Τούρκους. Ακόμη, οι Ελληνες μπορούν να εκτοπίσουν τους Ιταλούς και να αποκτήσουν επιρροή στους μετριοπαθείς Τούρκους για ελληνοτουρκική ανατολική συνεργασία. Με τον τρόπο αυτό θα κατορθώσουν να πετύχουν την επάνοδο στον Ελληνισμό των διαβιούντων στην Τουρκία Κρυπτο-χριστιανών217. Ο Δραγούμης εφιστά την προσοχή στην ελληνική διπλωματία να παραμένει
άγρυπνη
απέναντι
στις προθέσεις και τις ενέργειες της
Βουλγαρίας, σχετικά με τις απαιτήσεις της για εξασφάλιση διεξόδου στο Αιγαίο. Δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να παραλληλισθεί η έξοδος της Βουλγαρίας στη θάλασσα με τον διάδρομο του Δάντσιχ που εξασφάλισε η " ° Όπ. παρ. "' ' ΑρχείοΊωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. Ι 8. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
417
Πολωνία. Η Πολωνία φθάνει στη Βαλτική μέσω ενός διαδρόμου, ο οποίος χωρίζει τη Γερμανία στα δύο και περιήλθε στην πλήρη κυριότητα του Πολωνικού Κράτους. Αυτό ακριβώς ζητούν οι Βούλγαροι, θα ήταν όμως ολεθριώτατο για τη εδαφική συνοχή της Ελλάδας, εάν οι Βούλγαροι, αντί για οικονομική διέξοδο, κατορθώσουν να λάβουν διάδρουο, δηλαδή εδαφική έξοδο στο Αιγαίο, όπως η Πολωνία με τον διχασμό του Πρωσσικού εδάφους και με την ανακήρυξη του Γερμανικού Δάντσιχ ως ελεύθερου λιμένος. Οι Βούλγαροι δεν θα πάψουν στιγμή να επιζητούν την αναθεώρηση της Συνθήκης
του
Νεϊγύ,
όπως
έπραξαν
και
με
τη
Συνθήκη
του
Βουκουρεστίου218. Διαπιστώνουμε, κατά συνέπεια, ότι υπάρχουν κάποιοι συγκεκριμένοι άξονες γύρω από τους οποίους στρέφεται η κριτική του Δραγούμη στους χειρισμούς της Βενιζελικής κυβέρνησης στο Συνέδριο της Ειρήνης. Ο Δραγούμης
ενδιαφέρεται
ιδιαίτερα για
τον
Μικρασιατικό ελληνισμό.
Αποσκοπεί στη διατήρηση των ακμαίων ελληνικών κοινοτήτων της Μ. Ασίας, αλλά και των Βαλκανίων. Θεωρεί ότι οι χειρισμοί της ελληνικής κυβέρνησης δεν μερίμνησαν για το σύνολο των ελληνικών κοινοτήτων. Μέμφεται τον Βενιζέλο ότι εγκατέλειψε τον Πόντο και ότι δεν διεκδίκησε τη ζώνη της Βόρειας Μακεδονίας (περιοχή Μοναστηρίου, Γευγελής - Δοϊράνης και Στρώμνιτσας). Επικρίνει την πρόταση του Βενιζέλου για τη διεθνοποίηση της ζώνης της Κωνσταντινούπολης
και προτείνει την ίδρυση Κράτους των
Στενών. Οι ελληνικές κοινότητες της καθ' ημάς Ανατολής οφείλουν να διατηρήσουν την αυτόνομη υπόσταση τους και η πνευματική τους ηγεσία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, να διατηρήσει τα προνόμια του. Δεν παραλείπει επίσης να επιστήσει την προσοχή της ελληνικής διπλωματίας στις Ιταλικές παρεμβάσεις στην Αλβανία και στην αναθεωρητική διάθεση της Βουλγαρίας, η οποία επιθυμεί έξοδο στο Αιγαίο.
Αρχείο Ιωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 18, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
418
Πριν ακόμη υπογραφεί η ανακωχή του Μούδρου, Πόντιοι πρόσφυγες στον Καύκασο και στην Ευρώπη άρχισαν να οργανώνονται και να συντονίζουν τις ενέργειες τους για την προβολή και προώθηση των εθνικών τους διεκδικήσεων. Τον Νοέμβριο του 1918 εξετάστηκε για πρώτη φορά στη Μασσαλία η προοπτική ίδρυσης ενός Ποντοαρμενικού κράτους. Οι απόψεις όμως του Βενιζέλου σχετικά με το Ποντιακό ζήτημα που σχηματίσθηκαν με βάση τις εκθέσεις του ειδικού στρατιωτικού εκπροσώπου του στον Πόντο συνταγματάρχη Καθενιώτη, όπως ο Ελληνας πρωθυπουργός τις εξέφρασε και σε δηλώσεις του στον Τύπο τον Ιανουάριο του 1919 έτεινε προς τη λύση συνεργασίας του ελληνικού και αρμενικού στοιχείου σ' ένα αρμενικό κράτος219. Σ' αυτή τη λύση προσανατολίζονταν και Ελληνοαρμενικοί κύκλοι στην
Κωνσταντινούπολη,
συγκεκριμένα το Αρμενικό
Πατριαρχείο, το
Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και το Ελληνικό Συμβούλιο. Ο Βενιζέλος ήξερε καλά ότι το ελληνικό έθνος στερούνταν τα μέσα για να κυριαρχήσει σε ολόκληρο τον γεωπολιτικό χώρο από το Ιόνιο πέλαγος ως την ανατολική πλευρά του Ευξείνου Πόντου. Είχε αντιληφθεί ότι το αυτόνομο κράτος, που οραματίζονταν οι Ελληνες του Πόντου είχε εμβαδόν 50.260 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ενώ η παραλιακή ανάπτυξη της επιφανείας του ήταν 520 χιλιόμετρα, το βάθος της ποίκιλλε από 140 χιλιόμετρα μέχρι 72 χιλιόμετρα. Η έκταση αυτή παρουσίαζε μια ιδιομορφία που προκαλούσε πολλές δυσχέρειες. Η ευθεία γραμμή κατά μήκος της θάλασσας από τη Ριζούντα μέχρι τη Σινώπη όχι μόνον απέκλειε όλες τις τουρκικές εξόδους προς τη θάλασσα, αλλά ήταν επίσης εξαιρετικά ευάλωτη. Ο Βενιζέλος είχε συνειδητοποιήσει την αδυναμία δημιουργίας Ποντιακής Δημοκρατίας και στο υπόμνημα του προς τον Loya George (2 Νοεμβρίου 1918) δέχτηκε την προσάρτηση του βιλαετίου της Τραπεζούντας στην Αρμενία220, ενώ στο
Ν. Petsalis - Diomidis, «Hellenism in southern Russia and the Ukrainian Campaign. Their effect on the Pontus Question (1919)», Balkan studies, 13 (1979), σ. 228. 220 M. L. Smith, Ionian Vision: Greece in Asia Minor 1919-1922, Λονδίνο 1973, σ.71.
419
Υπόμνημα της 17/30 Δεκεμβρίου 1918 είχε προτείνει την ενσωμάτωση του Βιλαετίου της Τραπεζούντας στην Αρμενία. Ο Μητροπολίτης Χρύσανθος ακολουθώντας τις οδηγίες του Βενιζέλου έφθασε τον Δεκέμβριο του 1919 στην αρμενική πρωτεύουσα Εριβάν, όπου έλαβε μέρος σε παρατεταμένες συνδιασκέψεις με την αρμενική κυβέρνηση από τις 10 έως τις 16 Ιανουαρίου 1920. Οι αρμενικές διεκδικήσεις περιλάμβαναν επτά Τουρκικά βιλαέτια (Βαν, Βιτλις, Διαρμπακιρ, Χαρπούντ, Σεβάστεια, Ερζερούμ και Τραπεζούντα) καθώς και την περιοχή της Κιλικίας, περιλαμβανομένης και της Αλεξανδρέττας221. Οι Πόντιοι αντιπρόσωποι
υπέβαλαν στη Διάσκεψη της Ειρήνης
πρόσθετο υπόμνημα στις 14 Μαίου με το οποίο ζητούσαν την αναγνώριση ανεξάρτητου Ποντιακού κράτους υπό την προστασία του ελληνικού κράτους ή την κηδεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών222. Ο Δραγούμης δραστηριοποιήθηκε επίσης και για το ζήτημα του Πόντου. Την κριτική του για τους χειρισμούς της βενιζελικής κυβέρνησης θα ασκήσει με το εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του «Το ζήτημα του Πόντου» που θα δημοσιεύσει στο πολιτικό του όργανο, την «Πολιτική Επιθεώρηση». Στο άρθρο αυτό επιχειρεί μία αναδρομική εξέταση του ζητήματος από το 1916 μέχρι το 1920 και επιχειρεί να ανιχνεύσει τυχόν σφάλματα που έγιναν στην πορεία επίλυσης του. Το Οικουμενικό
Πατριαρχείο είχε
αποδεχθεί αίτηση του Αρμενικού Πατριαρχείου για παραχώρηση
στην
Αρμενία ενός λιμανιού ανατολικά της Τραπεζούντας. Η μεταξύ των δύο πατριαρχείων συμφωνία ήταν έτοιμη να υπογραφεί, αλλά την παραμονή της υπογραφής,
το Αρμενικό
Πατριαρχείο
αρνήθηκε
να
υπογράψει
τη
" Α. Αλεξανδρής. «Η Ανάπτυξη του εθνικού πνεύματος των Ελλήνων του Πόντου 19181922. Ελληνική εξωτερική πολιτική και τουρκική αντίδραση» στα Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή του. Αθήνα. Φιλιππότη 1980. σ. 447. Το Υπόμνημα υπογράφτηκε από τον Πρόεδρο του Συνδέσμου Ποντίων Σωκράτη Οικονόμου. F.O. 608/82/10093.
420
συνεννόηση,
αφού πληροφορήθηκε την πρόταση
του Βενιζέλου για
παραχώρηση της Τραπεζούντας στο Αρμενικό κράτος. Οι Πόντιοι ζητούσαν την αυτονομία ολόκληρου του Πόντου, χωρίς ποτέ να αποκρούσουν και την μετά των Αρμενίων σύμπραξη με τη μορφή ομοσπονδίας.
Η γενναιοδωρία του Βενιζελικού Υπομνήματος
Τραπεζούντα
και τον
Πόντο
έκανε περισσότερο
για την
αδιάλλακτους τους
Αρμενίους. Στις 2 Μαΐου 1919, ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος υπέβαλε υπόμνημα με το οποίο, χωρίς να αποκλείει την Ποντο-αρμενική ομοσπονδία, ζητούσε την ίδρυση στον Πόντο ελληνικού κράτους, αυτόνομου, εντελώς ανεξάρτητου από το αρμενικό. Οι Αρμένιοι βλέποντας την υποχωρητικότητα 223
του Βενιζέλου διεκδικούσαν πλέον ολόκληρο το βιλαέτι της Τραπεζούντας . Για την απόκρουση του αρμενικού κινδύνου και την ασφαλέστερη επιτυχία του ζητήματος, υποβλήθηκε στο Βενιζέλο η γνώμη για Ελληνομουσουλμανική
σύμπραξη
στον
Πόντο.
Κατά
τη
διαπραγματεύσεων στην Κωνσταντινούπολη και το Εριβάν, λίτης
Τραπεζούντας είχε
προτείνει
διάρκεια
των
ο Μητροπο
στους Αρμενίους τρεις λύσεις: α)
Ποντοαρμενική ομοσπονδία με τον όρο πλήρους αυτονόμησης του κάθε κράτους και υπάρξεως χωριστών βουλών, β) Πλήρη ανεξαρτησία του κάθε κράτους με υποχρέωση του Πόντου να παραχωρήσει στην Αρμενία την ελεύθερη χρήση μερικών από τα λιμάνια του, γ) Πλήρη ανεξαρτησία κάθε κράτους με παραχώρηση στην Αρμενία του λιμένος των Αθηνών. Εάν επιτυγχανόταν η συνεννόηση
Πόντου και Αρμενίας, θα άρχιζε αμέσως
στρατιωτική σύμπραξη τους για την επιβολή των κοινών αποφάσεων
224
. Στο
μεταξύ, η ελληνική Κυβέρνηση έκανε διαβήματα στην βρετανική για να επιτραπεί απόβαση ελληνικού στρατού στο Βατούμ ή και στον κυρίως Πόντο. Στο Βατούμ επρόκειτο να συνέλθει εθνοσυνέλευση των Ποντίων για το """' Ι. Δραγούμης "Το ζήτημα του Πόντου», Πολιτική Επιθεώμησις, περίοδος Γ", Ετος Α". Αρ. 5, 4Ιουλίου'ΐ920, σ. 89. " Σπυριδάκης εκ Τυφλίδας προς Κανελλόπουλο και προς Βενιζέλον. 26 Δεκεμβρίου 1919. Αρχείο'Ιωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 17, υποφάκ. β*, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
421
διακανονισμό του ζητήματος της οργάνωσης του Πόντου σε ανεξάρτητο κράτος. Η αγγλική κυβέρνηση δεν δέχθηκε να επιτρέψει απόβαση ελληνικών στρατευμάτων στο Βατούμ, ούτε τη σύγκληση εθνοσυνέλευσης των Ποντίων, επειδή δεν ήθελε να υποστηρίξει την οργάνωση του Πόντου. Οι Αρμένιοι δεν δέχτηκαν αυτούσιες τις προτάσεις του Μητροπολίτη Τραπεζούντος, επειδή δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν ιδιαίτερη Βουλή στον Πόντο. «Ητο φυσικόν, επιζητούντες να επωφεληθούν της αρχικής δηλώσεως του κ. Βενιζέλου περί παραχωρήσεως εις την Αρμενίαν του βιλαετίου Τραπεζούντος, οι Αρμένιοι να μη σπεύδουν να συνεννοηθούν με τους Ποντίους, εφ' όσον ο Πόντος δεν ανεγνωρίζετο υπό της Συνδιασκέψεως ως ανεξάρτητος της λοιπής Τουρκίας εθνική μονάς, ή τουλάχιστον εφ' όσον δεν ωργανούτο ο Πόντος εις χώραν ικανήν να
διεκδίκηση και απέναντι των
Τούρκων και απέναντι των ξένων την ανεξαρτησίαν της. Δια τούτο ακριβώς και ήτο από πάσης απόψεως απαραίτητος η έντονος και δραστήρια ενέργεια του κ. Βενιζέλου εις Λονδίνον και Παρισίους προς υποβοήθησιν του έργου των Ποντίων» 225 . Ο Βενιζέλος όμως, κατά τον Δραγούμη, αδιαφόρησε για τη μελλοντική τύχη του Πόντου είτε από άγνοια των πραγμάτων, είτε εξαιτίας της γνωστής του προθυμίας
για παραχώρηση
ελληνικών
χωρών
σε τρίτους με
αντάλλαγμα προσάρτηση στο Ελληνικό Κράτος κάποιων άλλων εδαφικών λωρίδων. Προτίμησε την υπαγωγή μέρους του Πόντου (δηλαδή του βιλαετίου Τραπεζούντος) στην Αρμενία με την πρόφαση ότι καλύτερα θα ζούσαν οι Ελληνες υπό χριστιανική διοίκηση παρά υπό τουρκική. Ο Βενιζέλος δεν ενέργησε από την αρχή σύμφωνα με τη θέληση των Ποντίων και τα γενικότερα συμφέροντα του έθνους και, προκειμένου να απαλλαγεί από το βάρος οποιασδήποτε κατηγορίας, άρχισε να αποδίδει το λάθος και το βάρος της αποτυχίας σε τρίτους. Ετσι, άρχισε να διαδίδεται ότι
"3 Ι. Δραγούμης «Το ζήτημα του Πόντου», όπ. παρ. σ. 91.
422
οι Πόντιοι απέκρουσαν τη λύση της ομοσπονδίας με την Αρμενία. Αυτό όμως δεν είναι αληθές, αφού ο Μητροπολίτης Τραπεζούντας και οι Πόντιοι εργάσθηκαν εκθύμως για να επιδιώξουν την ελληνοαρμενική σύμπραξη, ενώ ο Χρύσανθος πάντοτε βρισκόταν σε στενή επαφή και συνεργασία με τον Βενιζέλο. Με την έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης μετέβη πάλι ο Μητροπολίτης Τραπεζούντας στο Λονδίνο, όπου η αρμενική αποστολή αγνόησε
εντελώς την
ελληνο-αρμενική συνεννόηση
απέκρουσε την προταθείσα ποντο-αρμενική
του
σύμπραξη
Εριβάν
και
με στόχο να
αρμενοποιήσει την μεταξύ Τριπόλεως και Χόπας χώρα του Πόντου. Με δεύτερο Υπόμνημα του, ο Χρύσανθος ζητούσε τουλάχιστον την εφαρμογή στον Πόντο του αυτονομιακού συστήματος του Λιβάνου226 και μετά τη λήξη της διάσκεψης στο Σαν Ρέμο και την εγκατάλειψη του Πόντου στην Τουρκία, απέστειλε υπόμνημα στο Συμβούλιο της Κ.Τ.Ε. με το οποίο διεκδικούσε εθνικά μειονοτικά δικαιώματα για τους Ποντίους και υποστήριζε τη λύση της αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης υπό ξένο γενικό διοικητή22'. Ο Βενιζέλος, ανακοινώνοντας στη Βουλή τους όρους της συνθήκης του Σαν Ρέμο, θα δηλώσει ότι δεν θα αντιμάχονταν τη λύση της Ποντοαρμενικής ομοσπονδίας, αφού ο Ελληνισμός του Πόντου είναι ακμαίος και με άριστες σχέσεις με την Αρμενία. Ωστόσο δήλωσε ότι δε θα πρέπει να διασπασθεί το έδαφος του Πόντου228. Ο Δραγούμης κατηγορεί τον Βενιζέλο ότι ψεύδεται, όταν υποστηρίζει ότι οι Πόντιοι απέκρουσαν τη λύση της Ποντο-αρμενικής Ομοσπονδίας. Οι Πόντιοι απέκρουσαν και πολύ δικαίως την παραχώρηση του βιλαετίου Τραπεζούντας στο αρμενικό κράτος, όπως πρότεινε ο Βενιζέλος. Όταν μάλιστα ο Ουϊλσων μιλάει για εδαφική έξοδο της Αρμενίας προς τον Εύξεινο
226
Αρχείο'Ιωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 17. υποφάκ. β', Γεννάδειο; Βιβλιοθήκη.
227 -/>
υπ. παρ. κ Εφημερίς τον Συζητήσεων της Βουλής τον έτους 1920. Συνεδρίασις της 30' Απριλίου 1920. σ. 813-814.
228
423
Πόντο, αυτό οφείλεται κυρίως στο αρχικό λάθος του Βενιζέλου που δήλωσε πανηγυρικά με το υπόμνημα του, ότι μπορεί το βιλαέτι Τραπεζούντας να υπαχθεί στην αρμενική κυριαρχία. Το άρθρο αυτό του Ίωνα Δραγούμη εξιστορεί την πορεία του ποντιακού ζητήματος. Κατά τον Οδ. Λαμψίδη, ο πληροφοριοδότης του Ίωνα Δραγούμη για το συγκεκριμένο άρθρο ήταν ο μητροπολίτης Χρύσανθος229. Στο άρθρο καταγράφεται μια από τις πρώτες μνείες του στρατιωτικού εκπροσώπου του Ελευθ. Βενιζέλου για τον Πόντο Δημητρίου Καθενιώτη. Ο Δραγούμης δεν κατονομάζει τον Καθενιώτη, αλλά τον υπονοεί γράφοντας: «... την μεν αμυντικήν οργάνωσιν του Πόντου ανέθηκε» [ο Βενιζέλος] «κατά Μάϊον του 1919 εις πρόσωπον τι, το οποίον όμως επί εν έτος ησχολήθη άκλητον μόνον περί το πολιτικό μέρος, χωρίς να κάμη τίποτε διά την 230
οργάνωσιν του τόπου» Αμέσως
.
μετά τη δημοσίευση
και
κυκλοφορία της
«Πολιτικής
Επιθεώρησης» με το άρθρο του Δραγούμη, η κοινή γνώμη διέγνωσε ότι πηγή των πληροφοριών για τη σύνταξη του άρθρου ήταν ο μητροπολίτης Χρύσανθος231. Το μικρό χρονικό διάστημα ανάμεσα στη σύνταξη και υποβολή της Εκθέσεως του Καθενιώτη και στη σύνταξη και εκτύπωση του άρθρου του Δραγούμη, η ταύτιση των απόψεων του Δραγούμη και των κειμένων του Χρύσανθου και η μομφή ότι ο Καθενιώτης ασχολήθηκε μόνο με την πολιτική κι όχι την στρατιωτική οργάνωση του Πόντου αποτελούν, κατά τον Λαμψίδη, πειστικά και αποφασιστικά επιχειρήματα για την ταύτιση του μητροπολίτη Χρύσανθου με τον πληροφοριοδότη για το άρθρο του Ι. Δραγούμη232. Η έμμεση μομφή του Δραγούμη κατά του Καθενιώτη, ότι ο
9
Οδ. Λαμψίδης, «Προσπάθειες Στρατιωτικής Οργανώσεοίς των Ελληνοποντίων» (25 Απριλίου Ι 9 1 9 - 5 Απριλίου 1920), Λαιδώνη. Ιστορία- Αρχαιολογία, τ.31 (Ιωάννινα 2002). σ. 23. "' Ι. Δραγούμης. «Το ζήτημα του Πόντου», οπ.παρ., σ. 90. Οδ. Λαμνμίδης, οπ.παρ.. σ. 16. Ώ2 Όπ.παρ., σ. 18-19.
424
τελευταίος δεν ασχολήθηκε καθόλου με τη στρατιωτική οργάνωση του Πόντου, δεν είναι δικαιολογημένη και διότι οι ενέργειες του Καθενιώτη υπαγορεύονταν ή εγκρίνονταν από τον Βενιζέλο και διότι η επιτόπια στρατιωτική οργάνωση του Πόντου ήταν αδύνατη ύστερα από την πορεία του Κεμάλ προς Σαμψούντα-Σεβάστεια και την αδιάκοπη ισχυροποίηση του κινήματος του. Ο Δραγούμης δεν αναφέρει καθόλου τον Καθενιώτη ούτε και στις ποντο-αρμενικές συζητήσεις που έγιναν στην Τιφλίδα και το Εριβάν, αλλά γράφει στο άρθρο του ότι οι συνεννοήσεις αυτές έγιναν μεταξύ του τότε «επανακάμψαντος
εκ Παρισίων
Μητροπολίτου Τραπεζούντος
Αρμενικής Δημοκρατίας περί ποντο-αρμενικής ομοσπονδίας»
233
και της
ενώ και από
τα διαμειφθέντα μεταξύ Ποντίων και Αρμενίων έγγραφα επιβεβαιώνεται ότι ο Καθενιώτης έλαβε μέρος στις συζητήσεις ως εκπρόσωπος του ελληνικού στρατού και των Ελλήνων Ποντίων234. Η
ιδεολογική
συγγένεια
μεταξύ
Δραγούμη
και
Χρύσανθου
Τραπεζούντος φαίνεται όχι μόνο από τη μομφή εναντίον του Καθενιώτη, αλλά και στη συχνή αναφορά του αιτήματος για αυτονομία του Πόντου βασισμένη και στην κοινοτική οργάνωση και στη γενικότερη ιδεολογία του Ίωνα Δραγούμη και της Οργάνωσης Κωνσταντινουπόλεως, στην οποία είχε μυηθεί ο Χρύσανθος235. Υπουργό
Ο ίδιος στις «Αναμνήσεις» του, αναφερόμενος στον
Εξωτερικών της Ελλάδας Α. Διομήδη, χρησιμοποιεί
τον όρο
«Ανατολική Αυτοκρατορία»236. Ηταν οπαδός της θεωρίας για αυτονομία της
"'", Ι.Δραγούμης, «Το ζήτημα του Πόντου», οπ.παρ., σ. 90. 2j4 Οδ. Λαμψίδης, οπ.παρ., σ. 22. Ο Σπ. Μαρκεζίνης, αναφερόμενος στη μομφή που διατυπώνει ο Δραγούμης κατά του Καθενιώτη, γράφει: «η κρίσις του'ΐωνος Δραγούμη είναι κατά βάθος άδικος ή πάντως υπερβολική». Σπ. Μαρκεζίνης, Πολιτική ιστορία της Νεωτέρας Ελλ.άδος, Η Σύγχρονος Ελλάς. τ.Α' 1920-1923. Αθήναι 1973. σ. 165. σημ. 367. " , ? Οδ. Λαμιψίδης, «Δύο Τραπεζουντιακά φυλλάδια κατά του μητροπολίτη της Τραπεζούντας Χρύσανθου και της πολιτείας του (1920, 1921)». Δωδώνη Ιστορία και Αρχαιολογία. 28 (2002), σ. 117-1 19. " Βιογραφικά;' Αναμνήσεις του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου του από Τραπεζούντος 1881- 1949. Αθήναι 1970. επιμ. Γ. Τασούδη. σ. 247.
425
ποντιακής περιοχής, η οποία θα περιελάμβανε και τους Έλληνες χριστιανούς και τους Τούρκους μουσουλμάνους, χωρίς όμως να ανεξαρτητοποιηθεί από το τουρκικό κράτος237. Ο Δραγούμης διαρκώς μέμφεται τον Βενιζέλο ότι εγκατέλειψε τον Πόντο, παραχωρώντας το βιλαέτι Τραπεζούντας στην Αρμενία και τα υπόλοιπα εδάφη του Πόντου στην Τουρκία238. Ο Βενιζέλος, όμως, δεν ήταν εύκολο να διεκδικήσει την προσάρτηση του Πόντου στην Ελλάδα ή την απόλυτη χειραφέτηση του Πόντου για τους εξής λόγους: 1) επεδίωκε να φθάσει η Ελλάδα στα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης, στην Ιωνία και να παγιώσει αυτή την επέκταση, για την οποία ήδη είχε συναντήσει ζωηρές αντιδράσεις που, με άπειρες δυσκολίες, εξουδετέρωσε ή παρέκαμψε. Δεν ήθελε λοιπόν να φανεί ότι υποστηρίζει υπερφίαλες αξιώσεις, 2) πίστευε ότι, λόγω της γεωγραφικής θέσης του Πόντου, θα ήταν ακατόρθωτο εγχείρημα η αποστολή στρατευμάτων για την απελευθέρωση του. Κι αν ακόμη η Entente επιδίκαζε στην Ελλάδα και τον Πόντο, θα ήταν δύσκολη η διατήρηση του, γιατί ήταν πολύ μακριά από τις βάσεις ανεφοδιασμού και τα ελληνικά στρατεύματα θα ήταν ιδιαίτερα διασπαρμένα και 3) οι τουρκοσοβιετικές συνεννοήσεις και συμφωνίες δημιούργησαν μία νέα τάξη πραγμάτων στην περιοχή Ανατολικής Μικρασίας, Πόντου, Καυκάσου, Περσίας και προξένησαν πολλές ανησυχίες στην Αγγλία και στις άλλες Δυτικές Δυνάμεις που ενδιαφέρονταν για την εκμετάλλευση των πετρελαιοφόρων αυτών περιοχών.
" Ο Θεοφύλακτος κατηγορεί τον Χρύσανθο ότι ενημέρωνε κρυφίως τον Ίωνα Δραγούμη για τις διαπραγματεύσεις με τους Αρμενίους, χωρίς να ενημερώνει παράλληλα τους ίδιους τους Ποντίους, με στόχο να χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία αυτά από τον Δραγούμη εναντίον του Βενιζέλου. Θεοφύλακτος Θεοφύλακτου, Γύρω στην άσβεστη φλόγα, Θεσσαλονίκη 1958, σ. 289. 238 Η χώρα του Πόντου, κατά το υπόμνημα του Μητροπολίτου Τραπεζούντας, περιλάμβανε το βιλαέτιον Τραπεζούντας, μέρος του βιλαετίου Σεβάστειας και συγκεκριμένα τα σαντζάκια Καραχισάρ και Αμασείας και μικρό τμήμα του βιλαετίου Κασταμονής και συγκεκριμένα το σαντζάκι της Σινώπης. Η χώρα αυτή κατοικούνταν επί το πλείστον από Ελληνες που αριθμούσαν περί τις 850.000 ψυχές, ενώ οι Μουσουλμάνοι ήταν λιγότεροι. Επίσης υπήρχαν 200.000 Κρυπτοχριστιανοί και 78.000 Αρμένιοι. (Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. 17, υποφάκ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
426
Η ένωση του Πόντου με την Ελλάδα, παραπάνω από ανέφικτη, ήταν ουτοπική. Η λύση της ίδρυσης αυτόνομης Ποντιακής Δημοκρατίας ήταν ανεφάρμοστη. Ετσι, ο Βενιζέλος αποδέχτηκε τη λύση της Ποντο-αρμενικής ομοσπονδίας.
Η ομοσπονδία
δεν πραγματοποιήθηκε. Οι Αγγλοι δεν
επέτρεψαν τη συγκρότηση εθνικού ποντιακού στρατού. Οι Ρώσοι, από τη μεριά τους, ήρθαν σε συμφωνία με τον Κεμάλ, με την οποία παραχώρησαν τις περιοχές Κάρς και Αρνταχάν και ενσωμάτωσαν στην Ε.Σ.Σ.Δ., σαν Σοσιαλιστική Δημοκρατία, την υπόλοιπη Αρμενία 239 . Κατά τον Α.
Αλεξανδρή, η έντονη
φοβία των
Ποντίων
να
συνεργαστούν με τους Αρμενίους ματαίωσε ίσως τη μόνη πιθανότητα που το ποντιακό κίνημα είχε για να πετύχει κάποια αξιοπιστία μέσα στη Διάσκεψη της Ειρήνης, να συνδέσει δηλαδή τις ποντιακές αξιώσεις με την αρμενική υπόθεση. Ο συνδυασμός των δύο ζητημάτων μπορεί να είχε κάπως ενισχύσει τις διεκδικήσεις των δύο λαών. Οι συχνά άλλωστε αντιφατικές πληροφορίες στα υπομνήματα των ποντιακών επιτροπών προς τη Διάσκεψη της Ειρήνης υπέσκαψαν το κύρος του κινήματοςνΗ ποντιακή ηγεσία είχε σε διαφορετικές περιόδους ερωτοτροπήσει ιδέες όπως ίδρυση Ποντιακής Δημοκρατίας, ένωση με την Ελλάδα, προσάρτηση του Πόντου σε πολυεθνικό κράτος με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, ομοσπονδία με τη Γεωργία και μετά με την Αρμενία και ακόμη ένα μουσουλμανο-ελληνικό καθεστώς για τα παράλια της Μαύρης θάλασσας κάτω από συμβολική κυριαρχία2^0. Από την πλευρά τους οι Σύμμαχοι γίνονταν όλο και λιγότερο δεκτικοί στις ποντιακές αξιώσεις. Σε ομιλία του στη Διάσκεψη της Ειρήνης, που έλαβε χώρα στο Λονδίνο, ο Γενικός Γραμματέας του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών Φιλίπ Μπερτελύ χαρακτήρισε τις ποντιακές διεκδικήσεις ως «γελοίες». (6 Φεβρουαρίου 1920)241. Παράλληλα οι Σύμμαχοι κατάφεραν να 239
Φάνης Κλεάνθης, Ετσι χάσαμε την Μικρασία, ιστορική έρευνα. Αθήνα 1983, σ. 183 184. 240 Α. Αλεξανδρής, οπ. παρ., σ.449. 241 Documents on British Foreign Policy 1919-1939, First series, London 1947, 7/84.
427
πείσουν τους Αρμενίους να περιορίσουν κάπως τις διεκδικήσεις τους. Ετσι ο Βενιζέλος κινήθηκε στο πνεύμα των διπλωματικών ζυμώσεων και στην αγόρευση του στη
Βουλή στις 30 Απριλίου
1920 ανακοίνωσε τα
συμφωνηθέντα στη Διάσκεψη του Σαν Ρέμο. Για μια ακόμη φορά τόνισε ότι: «Δεν θα δυσαρεστούμην εάν επρόκειτο να συνδεθή (ο Πόντος) μετά της Αρμενίας»242. ^Ωστόσο η αντίδραση των Ποντιακών επιτροπών προς την μεταχείριση του ζητήματος από την ελληνική κυβέρνηση υπήρξε εξαιρετικά σφοδρή2,4,3. Το καλοκαίρι του 1920 ο Βενιζέλος αναθεώρησε τη στάση του σχετικά με τον Πόντο επηρεαζόμενος προφανώς από τα τελικά συμπεράσματα του Δημητρίου Καθενιώτη, τα οποία επιδόθηκαν σ' ένα υπόμνημα με ημερομηνία 3/14 Ιουνίου 1920. Κατά τον Καθενιώτη, η δημιουργία ενός ανεξάρτητου ποντιακού κράτους θα υπηρετούσε τα ελληνικά συμφέροντα. Ενας τέτοιος θύλακας στην Τραπεζούντα θα είχε τεράστια στρατηγική αξία για την Ελλάδα244. Η μεταστροφή του Βενιζέλου αποδεικνύεται από το Υπόμνημα που έστειλε στις 22 Σεπτεμβρίου/5 Οκτωβρίου 1920 στον στρατάρχη Χερν Ουίλσον με το οποίο ζητούσε «... την σύστασιν χωριστού κράτους στον Πόντο με τους απομείναντες εκεί Ελληνας, και εκείνους οι οποίοι μετανάστευσαν κατά την τελευταία 40ετία και διασκορπίσθηκαν στη νότιο Ρωσία για να σωθούν από τις τουρκικές διώξεις. Αυτοί ανέρχονται σε 800 χιλιάδες. Το κράτος αυτό συνεργαζόμενο μετά της Αρμενίας και της Γεωργίας θα σχηματίσει ισχυρό φραγμό κατά του Ισλαμισμού και ενδεχομένως κατά του Ρωσικού ιμπεριαλισμού»245. Ο
Δραγούμης
εκφράζει
διαρκώς
το παράπονο
του για την
αναγκαιότητα της Μικρασιατικής εκστρατείας, έτσι ώστε να πραγματωθούν οι
243 244
Δημ. Πουρνάρας, Ελευθέριος Βενιζέλος, τ. 2, Αθήνα 1959, σ.460. Α. Αλεξανδρής, οπ.παρ., σ. 451. Οδ. Ααμψίδης, Οι Ελληνες του Πόντου υπό τους Τούρκους 1461-1922, Αθήνα 1957, σ.41-
94. 245
Α. Αλεξανδρής, οπ.παρ., σ. 453.
428
ελληνικές διεκδικήσεις έναντι του Τουρκικού κράτους. Μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1918, και ενόψει της εφαρμογής του δόγματος της αυτοδιάθεσης, των λαών, δόθηκε στο Ελληνικό Εθνος η ευκαιρία να ολοκληρωθεί και στο ανεξάρτητο κράτος να διεκδικήσει ό,τι ανήκει στο έθνος. Ηταν η εποχή που θα κρινόταν το Ανατολικό Ζήτημα. Η Ελλάδα πρόσφερε πολλά, κατά την περίοδο της ουδετερότητας, στους Συμμάχους
και όφειλε γι' αυτό να ανταμειφθεί. Όμως, ο Βενιζέλος
αποδείχθηκε πηγή αδυναμίας για την Ελλάδα. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι 18 μήνες μετά την ανακωχή συνεχίζεται στην Ανατολή ένας ειρηνοπόλεμος, χωρίς
ουσιαστικά να
επιλύονται κάποια προβλήματα του ελληνισμού. «Δια να ειρήνευση η Ανατολή, πρέπει να λάβη την κατά την μεγίστην δυνατήν προσέγγισιν οριστικήν της μορφήν η διαρρύθμισις των εθνολογικών συνόρων
των
διαφόρων εθνών του Αίμου και της Μικράς Ασίας και πρέπει συγχρόνως να εξασφαλιστεί δι' αυτοδιοικήσεως ή συνδιοικήσεως με τους Τούρκους, η υποφερτή διαβίωση των συμπαγών μαζών των ελληνικών κοινοτήτων που δεν μπορούσαν να συμπεριληφθούν στο ελληνικό κράτος. Ο Δραγούμης δεν υποστηρίζει την πλήρη καταστροφή του τουρκικού κράτους. Οι Τούρκοι έχουν το δικαίωμα να ζήσουν οργανωμένοι σε Κράτος, στο εσωτερικό υψίπεδο της Μικρασίας, όπου υπάρχουν τέσσαρα ή πέντε εκατομμύρια εξ αυτών εις συμπαγείς μάζας, μολονότι κι εκεί βρίσκονται εγκατεσπαρμένες ελληνικές κοινότητες. Οπου, όμως, στην Μικρά Ασία οι Ελληνες υπερτερούν πρέπει να αυτοδιοικούνται και όπου μειοψηφούν να συνδιοικούν με τους Τούρκους σε ισοπολιτεία και χωρίς
ανάμειξη ξένων
στοιχείων
στην
διακυβέρνηση της χώρας.246
Ίων Δραγούμης προς Φίλιππο. Νοέμβριος 19]9, ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 32. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
429
Το ζήτημα της διατήρησης των ελληνικών κοινοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των άλλων χωρών της Βαλκανικής και της Εγγύς Ανατολής απασχολεί ιδιαίτερα τον Δραγούμη, όπως διαφαίνεται από μία επιστολή του προς τον αδελφό του Φίλιππο. Η ανεξαρτησία της Ελλάδας και των άλλων βαλκανικών κρατών αποδυνάμωσε την πνευματική και ηθική κεφαλή των κοινοτήτων, το Πατριαρχείο. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στον τέλειο τύπο των κοινοτήτων «ελληνικής υπηκοότητας», διαιρώντας ουσιαστικά τις κοινότητες σε δύο τύπους, τις ραγιάδικες και τις κοινότητες ελληνικής υπηκοότητας. «Ποια αρχή ακολούθησα εγώ; Οπου μπορούν να διατηρηθούν οι ελληνικές πατριαρχικές κοινότητες (ή και να ξαναϊδρυθούν, όπως στη Ρωσία και τον Καύκασο ή την Ανατολική Ρωμυλία)λέω να διατηρηθούν. Και μπορούν να διατηρηθούν α) στα μέρη που συνορεύουν με την κοιτίδα του ελληνισμού Μακεδονίας,
με
τους
συμπαγείς
Θράκης,
Μικρασίας
ελληνικούς και
β)
πληθυσμούς
στα
μέρη
που
Ηπείρου, τελευταία
αποσπάστηκαν από την Τουρκία, δηλαδή από τα 1912 και δώθε και δεν κανονίστηκε ακόμη η τύχη των πατριαρχικών δικαιωμάτων, δηλαδή πάλι στην Αρμενία, Σερβία, Αλβανία και Βουλγαρία»247, θα υποστηρίξει ο Δραγούμης. Στη Ρουμανία δεν μπορεί να συμβεί το ίδιο, αφού δεν συνορεύει με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς και υπάρχει το προηγούμενο της συμφωνίας του 1908. Οι Ελληνες, όμως, του Καυκάσου και της Ν. Ρωσίας θα μπορούσαν να ξαναϋπαχθούν στο σύστημα των πατριαρχικών κοινοτήτων. Οι κοινότητες της Αιγύπτου από την άλλη μεριά, εξαιτίας των πολιτικών αλλαγών, έχουν λάβει περισσότερο τη μορφή των παροικιών. Στις άλλες χώρες οι ελληνικές κοινότητες θα τείνουν σε πνευματική εξάρτηση από την Εκκλησία της Ελλάδας κι όχι από το Πατριαρχείο. Ακόμη, η Αγιοταφίτικη Αδελφότητα των Ιεροσολύμων θα αναγκασθεί μία μέρα να συμμορφωθεί με τις αξιώσεις των αραβόφωνων και πρέπει να κατορθώσει να διατηρήσει τον ελληνικό της χαρακτήρα και τον σύνδεσμο Όπ. παρ.
της με το
Οικουμενικό
430
Πατριαρχείο. Το ζήτημα των κοινοτήτων πρέπει να απασχολήσει το Υπουργείο των Εσωτερικών το οποίο με τη σειρά του οφείλει να διευθύνει την κίνηση και την εξέλιξη τους 248 . Επανειλημμένα ο Δραγούμης έχει εκφράσει την προτίμηση του για τη λειτουργία του θεσμού των κοινοτήτων. Στα Σχόλια που κάνει στο Νόμο περί Βιλαετίων του 1880 επικρίνει την de facto κατάργηση των πατριαρχικών προνομίων που προϋπήρχαν και την εισαγωγή στην οργάνωση του Οθωμανικού κράτους του δυτικοφερμένου θεσμού των εθνικοτήτων που οδήγησε
στην
κατάργηση
των
μιλλιετ,
σημειώνοντας:
«Καθεστώς
προαιωνίως υπάρχον δεν έπρεπε να παροραθή επί τοιούτον, ουδ' είναι δυνατόν επιτυχώς να προσαρμοσθώσι εις το Τουρκικόν Κράτος θεσμοί νομοθετηθέντες δια τη Γαλλίαν ή δι' οιονδήποτε άλλο Ευρωπαϊκόν 249
κράτος»
.
Οι κοινοτικές σχέσεις στην Οθωμ. Αυτοκρατορία επιδεινώθηκαν σημαντικά με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων. Η απομόνωση του τουρκικού έθνους έγινε ακόμη πιο αισθητή μετά από τις ταπεινωτικές ήττες στα Βαλκάνια και την απώλεια όλης της Ρούμελης με εξαίρεση την Ανατολική Θράκη
γύρω
από
την
Κωνσταντινούπολη.
Ειδικά,
η απώλεια της
Θεσσαλονίκης, της πόλης απ' όπου οι Νεότουρκοι είχαν ξεκινήσει την επανάσταση τους, προξένησε βαρύ πλήγμα. Ο μετασχηματισμός των Τούρκων από Οθωμανούς πατριώτες σε Τούρκους εθνικιστές συμπίπτει με την περίοδο αυτή. Επί πλέον, η θέση των Ελλήνων στην αυτοκρατορία χειροτέρεψε ακόμη περισσότερο με την έναρξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου και τη συμμετοχή της Κωνσταντινούπολης στο πλευρό της Γερμανίας. Η σφοδρή δυσφορία των Τούρκων για τα επεκτατικά σχέδια της Αθήνας ενισχύθηκε σημαντικά, όταν το 1917 η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στη
Όπ. παρ. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, φάκ. 19, υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
431
Γερμανία και τη Βουλγαρία. Ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ ελληνικού και τουρκικού εθνικισμού έχει ήδη αρχίσει. Θεωρώντας τους Ελληνοοθωμανούς ως όργανα της Entente και της Ελληνικής κυβέρνησης η Κωνσταντινούπολη, με τη βοήθεια των Γερμανών συμμάχων της, έλαβε δρακόντεια μέτρα εναντίον των Ελληνοοθωμανών. Ενώ εκτοπισμοί Ελλήνων λάβαιναν χώρα από τις ευαίσθητες περιοχές της αυτοκρατορίας, όπως τη Θράκη, την Ιωνία και
τον
Πόντο,
η
κυβέρνηση
της Κωνσταντινούπολης
εγκαθίδρυσε
αυστηρότατο οικονομικό αποκλεισμό εναντίον των ελλήνων εμπόρων κυρίως στην Κωνσταντινούπολη
και τη Σμύρνη με επακόλουθο την σταδιακή
παρακμή των ελληνικών κοινοτήτων.250 Μετά από τις εδαφικές απώλειες στους Βαλκανικούς πολέμους, το «Οθωμανικό Έθνος» χάνοντας ένα σημαντικό μέρος του μη μουσουλμανικού πληθυσμού
και
υποχωρώντας
στην
Ανατολή,
έγινε
περισσότερο
μουσουλμανικό και λιγότερο χριστιανικό. Ο αριθμός των Ελλήνων και των Αρμενίων
της Μ. Ασίας μειώθηκε περαιτέρω με τους διωγμούς των
Νεότουρκων κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Εξάλλου η αναλογία
των
Χριστιανών
είχε ήδη ελαττωθεί με την εγκατάσταση
πολυάριθμων εκτοπισμένων Τούρκων, προσφύγων από τα Βαλκάνια στην Ανατολική Θράκη και δυτική Μ. Ασία (1912-14).251 Επί πλέον με την ανάπτυξη του τουρκικού εθνικού πνεύματος κάθε πιθανότητα για την ίδρυση μιας ανατολικής ομοσπονδίας, με ισχυρή ελληνική παρουσία είχε πια χαθεί.252
Εμμ. Εμμανουηλίδης, Τα Τελευταία Έτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Αθήνα 1924, σ. 339-375. 251 A.A. Pallis, «Racial Migration in the Balkans during the Years 1912-1924», Geographical Journal Ap. 66/4 (1925), σ. 315-331. 252 Οι καλύτερες μονογραφίες στο θέμα αυτό είναι: U. Heyd, Foundations of Turkish Nationalism, London 1950 και D. Kushner, The Origins of Turkish Nationalism, London 1977. Χαρακτηριστική είναι η διαμαρτυρία του εξέχοντος στοχαστή του τουρκικού εθνικισμού Ziya Gökalp στο διάσημο ποίημα του Vatan (Πατρίδα) το 1918, ο οποίος οραματίζεται μια αμιγή τουρκική εθνοσυνέλευση. Βλ. Ν. Berkes, «Ziya Gökalp: His Contribution to Turkish Nationalism», Middle East Journal 8/4 (1954) σ. 375-390.
432
Στις 16/29 Ιουλίου 1919 με τη συμφωνία Βενιζέλου - Τιτόνι ορίστηκε ότι η Ιταλία θα υποστήριζε τις ελληνικές διεκδικήσεις στη Βόρεια Ηπειρο, ενώ η Ελλάδα θα υποστήριζε σε αντάλλαγμα μια ιταλική «εντολή» στην Αλβανία και ιταλική κυριαρχία στο λιμάνι και την περιοχή της Αυλώνας ενώ τα στενά της Κέρκυρας θα ουδετεροποιούνταν. Αργότερα όμως, η ιταλική εξωτερική πολιτική αναθεώρησε τις απόψεις της για το Αλβανικό ζήτημα, κατήγγειλε τη συμφωνία Βενιζέλου - Τιτόνι και υπέγραψε την Ιταλοαλβανική συμφωνία των Τιράνων της 2ας Αυγούστου 1920, σύμφωνα με την οποία η Ιταλία εκκένωσε από
τα στρατεύματα της την περιοχή
Αυλώνας
και κρατούσε, ως
αντάλλαγμα, τη νήσο Σάσσωνα253. Η Ιταλία σε συνεργασία με τη Ρουμανία προωθούσε την επιρροή της στην Αλβανία με όχημα το ζήτημα των Βλάχων. Ο μορφωτικός σύλλογος της Ρώμης «Dante Alighieri» οργάνωνε διαλέξεις με θέμα τους «άρρηκτους δεσμούς των Βλάχων με τη μεγάλη Λατινική Πατρίδα», δηλαδή την Ιταλία254. Παράλληλα, η Ιταλία παρενοχλούσε την ελληνική εξωτερική πολιτική στο Μικρασιατικό
ζήτημα
και
εμφανίζονταν
ανένδοτη
στο
ζήτημα
των
Δωδεκανήσων. Από τη μεριά τους, τόσο η αλβανική όσο και η βλάχικη μειονότητα φαίνονταν κατ' εξοχήν δεκτικές στην ιταλική προπαγάνδα, συνοδευόμενη μάλιστα
από
υλικές
παροχές
και
χαιρέτησαν
τους
Ιταλούς
ως
απελευθερωτές. Παρόμοια πολιτική ακολούθησε η Ρώμη και απέναντι στον
Ν. Πετσάλης - Διομήδης, «Το Συνέδριο της Ειρήνης», Ι.Ε.Ε., τ. ΙΕ, Αθήνα 1975, σ.87. Για την εξέλιξη του Βλάχικου ζητήματος βλ. Ε. Αβέρωφ - Τοσίτσα, Η πολιτική πλευρά του Κουτσοβλαχικού ζητήματος, Αθήνα 1948, Τρίκαλα 1987. 254
433
αλβανικό πληθυσμό της Τσαμουριάς. Οι Αλβανοί πρόκριτοι της Τσαμουριάς και οι αντιπρόσωποι
των Βλάχων της περιοχής Ζαγορίου -
Πίνδου
συναντήθηκαν στις 26 Ιουλίου 1919 στη Σαμαρίνα και αποφάσισαν να ζητήσουν να τεθούν υπό ιταλική προστασία. 255 Στην Τσαμουριά, οι ταραχές α. προσέλαβαν μεγαλύτερες διαστάσεις. Προς τα τέλη Ιουλίου, ο στρατηγός Ferrerò παρέλαβε έκκληση με 5.000 υπογραφές αρχηγών οικογενειών από την περιοχή της Παραμυθιάς, οι οποίοι ζητούσαν την προστασία της Ιταλίας.^^Λίγες μέρες αργότερα, οι προεστοί όλων των χωριών της περιοχής συγκεντρώθηκαν στο Μαργαρίτι και διατράνωσαν την απόφαση τους να αντιταχθούν στην ενσωμάτωση τους στην ελληνική επικράτεια.^!
255
Μετά τη λήξη των Βαλκανικών πολέμων, η Ελλάδα βρέθηκε να κατέχει τη μεγαλύτερη έκταση των εδαφών όπου κατοικούσαν Βλάχοι. Οι παρατηρητές της εποχής παρέχουν μαρτυρίες για την εφαρμογή προγράμματος βίαιου εξελληνισμού τους κατά τη θητεία του Στέφανου Δραγούμη ως γενικού Διοικητή Μακεδονίας. Κατά τις αρχές του 1913, οι Βλάχοι εθνικιστές, υποστηριζόμενοι από τη Ρουμανία υπέβαλαν στη Διάσκεψη των πρεσβευτών στο Λονδίνο σχέδιο σύμφωνα με το οποίο ο κύριος όγκος των χωριών της Πίνδου από το Μέτσοβο ως την Κορυτσά θα σχημάτιζαν αυτόνομο καντόνι υπό την επικυριαρχία της Αλβανίας. Η Διεθνής Επιτροπή απέρριψε το σχέδιο αυτό. Οι πιέσεις των Άγγλων και των Γάλλων ανάγκασαν τους Ρουμάνους να αποσύρουν αυτό το σχέδιο και έρριξαν στο κενό την πρόταση της Ρώμης να αποστείλει η Ρουμανία στη Μακεδονία και την Ήπειρο αξιωματικούς βλάχικης καταγωγής για να οργανώσουν τις κοινότητες των Βλάχων. Τούτο όμως δεν εμπόδισε την Ιταλία να επωφεληθεί για να διεξαγάγει προπαγανδιστική εκστρατεία στην περιοχή. Βλ. F.O. 371/2889/128122 και Α.Υ.Ε. A/TV/1917, Πολίτης προς ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία στο Ιάσιο, 25 Ιουλίου 1917 αρ. 5048. Περισσότερα για το χωρικό πλαίσιο μετακινήσεων και εγκαταστάσεων των Βλάχων, βλ. G. Weigand, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι), Μετάφραση Thede Kahl, Προλ. Αχ. Λαζάρου, Εκδ. Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2001 και A Wace, Β Thomson, 77ie Nomads of the Balkans, London 1914. Για τη ρουμανική προπαγάνδα, βλ. Ελ. Νικολαϊδου, Η ρουμανική προπαγάνδα στο βιλαέτι Ιωαννίνων και στα βλαχόφωνα χωριά της Πίνδου, T. Α (μέσα 19ου 1900), Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών. Ιωάννινα 1995, όπου και πλούσια βιβλιογραφία. 256 Γ. Β. Λεονταρίτης, Η Ελλάδα ... όπ. παρ., σ. 417. 257 -
οπ. παρ.
434
Ο Δραγούμης θα επικρίνει την ιταλική επιρροή στην Αλβανία. Στην Αλβανία
φημολογείται ότι
η
ιταλική κατοχή
θα περιορισθεί ακόμη
περισσότερο και ότι ούτε στον Αυλώνα θα παραμείνουν οι Ιταλοί, οι οποίοι θα περιορισθούν μόνο στη νήσο Σάσσωνα - που ανήκει στα Επτάνησα - με δικαίωμα χρησιμοποίησης του κόλπου του Αυλωνος, ενώ δεν ανακοινώθηκε τίποτε για την ουδετεροποίηση του στενού της Κέρκυρας. Παράλληλα, η Ιταλία προωθεί την ιδέα μίας Ρουμανικής εντολής στο Αλβανικό κράτος για την κεκαλυμμένη υποστήριξη των συμφερόντων της. Η Ρουμανία στηρίζει τις διεκδικήσεις της στην Αλβανία στους κουτσόβλαχους της Κορυτσάς, της Δυτικής Πίνδου και της περιοχής Φιέρι. Αλλωστε, η Ρουμανία συνέργησε στην απόσπαση της Βορείου Ηπείρου από την Ελλάδα με το εθνολογικό δήθεν δικαίωμα της επί των Κουτσόβλαχων της Bop. Ηπείρου. Με τον τρόπο, αυτό, όμως προάγεται η συγκεκαλυμμένη ιταλική «λατινική» ιμπεριαλιστική πολιτική επί των Βαλκανίων και της Ανατολής γενικότερα. «Το ότι η ιταλική πολιτική σε συνεργασία με τη Ρουμανική, τείνει να περιζώσει την Ελλάδα δεν πρέπει να διαφεύγει την προσοχή των Ελλήνων πολιτικών»258. Εκτός, όμως, από την Αλβανία, όπου τείνει να επικρατήσει η ιταλορουμανική προπαγάνδα, και στην Πόλη επιδιώκει συντόνως επιρροή η Ιταλία, όπου εγείρει αξιώσεις για τη λατινική Αγία Σοφία!. Και στα Στενά η Ιταλία θα έχει δύο ψήφους, αφού θα μετέχει και η Ρουμανία και ίσως παρασύρει και τη Βουλγαρία. Και στη Μ. Ασία μία εκτεταμένη ιταλική ζώνη θα περιβάλλει την ελληνική αυτόνομη περιοχή
και στα Δωδεκάνησα θα
-259
παρατείνει την παραμονή της οσο μπορεί
.
"" Ι. Δραγούμης «Ρουμανία και Αλβανία». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35. υποφάκ. γ', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πολιτεία Αθηνών, 7 Μαΐου 1920. 259
ΥΛ
υπ. παρ.
435
Ο Δραγούμης θα δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο : «Το
Ελληνικόν
Πρόβλημα» στο περιοδικό «Το Μέλλον», στο οποίο θα επιχειρήσει να καταθέσει τις προτάσεις του για την αποτελεσματικότερη διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος στο σύνολο του. Το Ελληνικό Εθνος, θα υποστηρίξει ο Δραγούμης, είναι εγκατεστημένο στο μεγάλο σταυροδρόμι που ενώνει την Ασία, την Ευρώπη και την Αφρική. Απέδειξε με όλη τη μακραίωνη ιστορία του άσβεστο έρωτα προς την ελευθερία και ότι πολύ νωρίς έλαβε συνείδηση της εθνικής του ενότητας. «Όταν ομιλεί κανείς περί ελληνικών χωρών δεν πρέπει να υπονοήται μόνη η σημερινή Ελλάς με τας νήσους της και τας βορείους επαρχίας τας ανακτηθείσας κατά τους βαλκανικούς πολέμους, αλλ' όλαι αι χώραι, όσαι, από αρχαιοτάτων χρόνων, ωκίσθησαν από τους Ελληνας ωργανωμένους εις διακεκριμένον έθνος και διετήρησαν δια μέσου των αιώνων την ελληνικήν του υπόστασιν»260, θα τονίσει. Ως αρχική κοιτίδα των Ελλήνων πρέπει να θεωρηθούν η Ιωνία, τα Νησιά, η Θράκη, η Μακεδονία και η κυρίως Ελλάδα με την Ηπειρο. Αλλά το αποικιστικό έμφυτο είχε οδηγήσει τους Ελληνες στις ανθούσες αποικίες. Ετσι σήμερα το Ελληνικό Εθνος εκτείνεται στην Ευρώπη μέχρι την Αλβανία και τη Βόρεια Θράκη, στην Ασία μέχρι τις πύλες της Αρμενίας και της Συρίας. Εχει ακόμη συμπαγείς πληθυσμούς στη Νότια Ρωσία και τον Καύκασο. Στις χώρες αυτές οι Ελληνες δεν είναι άποικοι, ούτε ξένοι παρεπίδημοι, όπως πρέπει να θεωρηθούν οι Ελληνες των παροικιών της Ευρώπης, της Αφρικής ή της Αμερικής. Αντίθετα είναι ιθαγενείς αυτόχθονες και γηγενείς από παλιά. Στις χώρες αυτές οι Ελληνες κατέχουν τη γη κατά μέγα μέρος και δεν είναι μόνον έμποροι και ναυτικοί, αλλά ακόμη και γεωργοί και ποιμένες και αλιείς και βιοτέχνες. Κατέχουν επίσης το μονοπώλιο των ελευθέρων επαγγελμάτων
' 1. Δραγούμης «Το Ελληνικόν πρόβλημα». Μέρος Β". Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Το Μέ/ν.υν. Ετος Β', Αρ. 17. Μάρτιος 1920. σ. 286.
436
και αποτελούν τους κύριους μοχλούς ανάπτυξης του εμπορίου και της ναυτιλίας. Οι συνεχείς κατακτήσεις των ελληνικών χωρών επέφεραν μία αναγκαστική μείωση των Ελλήνων ή εξελληνισμένων κατοίκων, αλλά παρ' όλα αυτά ο ελληνισμός κατάφερε να εδραιωθεί στην Ανατολή, με αποτέλεσμα η ελληνική ιδέα να είναι ευρύτερη από την Ελλάδα και να υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα του Ελληνισμού261. Σ' αυτή τη βάση έπρεπε, κατά τον Δραγούμη, να τεθεί το ελληνικό πρόβλημα
από
το
Βενιζέλο στη
Διάσκεψη
των
Παρισίων.
Ζήτημα
Μικρασιατικού ελληνισμού δεν τέθηκε, τέθηκε μόνο ζήτημα Σμύρνης και περιχώρων, αλλά ουδέποτε ζήτημα ευρύτερου Μικρασιατικού Ελληνισμού, μολονότι αποτελεί αυτός οργανωμένο έθνος με κέντρο πνευματικό και πολιτικό, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. «Η αυτοτελής αλλά παράλληλος προς την ενέργειαν της ελληνικής κυβερνήσεως και του υποδούλου Ελληνισμού θα είχε και τούτο το αγαθόν αποτέλεσμα ότι θα ενεφάνιζε εις όλον του το μεγαλείον το ελληνικόν ζήτημα, αλλά και θα απεδείκνυε ότι αι διεκδικήσεις της ελληνικής αντιπροσωπείας δεν αρκούν δια να ικανοποιήσουν το ελληνικόν έθνος ως σύνολον και αφετέρου δεν αποτελούν μέρος προγράμματος ιμπεριαλιστικού της ελληνικής κυβερνήσεως, αλλά τουναντίον προγράμματος θετικού και πραγματολογικού ενός ολοκλήρου έθνους». Ως προς το ζήτημα της Κωνσταντινούπολης, ο Δραγούμης παρατηρεί ότι, εάν δεν ήταν δυνατό να συμπεριληφθεί στην ολότητα του θρακικού ζητήματος, υπήρχε εκτός των άλλων δύο λύσεων - δηλαδή της παραμονής της πόλης αυτής με τα Στενά στο Οθωμανικό κράτος ή της διεθνοποίησης της μαζί με τα Στενά - και τρίτη λύση δυνατή, δηλαδή ο σχηματισμός μεταξύ Ελλάδας και Ανατολής κράτους ελευθέρου και ανεξάρτητου, διεθνώς ουδέτερου, που θα περιλαμβάνει την Κωνσταντινούπολη
και τα Στενά,
Κράτος, το οποίον θα ήταν πράγματι ελληνικό, και θα εξελισσόταν με τον
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Το Μέ/J.ov. όπ. παρ. σ. 289.
437
καιρό σε ελληνικότατο
. Αλλά και το γεγονός ότι τα άλλα κράτη του Αίμου
αποκαθίστανται εντός των εθνολογικών τους ορίων και ότι η Σερβία και η Ρουμανία υπερδιπλασιάζονται, θα ήταν δυνατό να ωθήσει την Ελλάδα και το υπόδουλο έθνος σε διεκδίκηση οποιουδήποτε ελληνικού εδάφους. Ετσι, δεν νοείται πώς προάγονται τα συμφέροντα του ελληνικού έθνους από τη χορήγηση εντολών ευρωπαϊκών ή παροχής ζωνών επιρροής στην τάδε Δυτική Δύναμη σε τμήματα της Μικρασίας, ούτε θα μπορούσαν να προβληθούν τόσο παράλογες αξιώσεις και να παρουσιασθούν τέτοιες νόθες λύσεις, εάν το ελληνικό ζήτημα ετίθετο εξ αρχής στο σύνολο του ως ενιαίο και αδιαίρετο όλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι, αν η Τουρκία, περιοριζόμενη π.χ. σε στενότερα όρια και μετασχηματιζόμενη σε τουρκοελληνικό κράτος, είχε ανάγκη εποπτείας, δε θα ήταν δεκτή από μέρους του Ελληνικού Εθνους η άσκηση της προσωρινής αυτής εποπτείας από μία φιλελεύθερη Δύναμη, όπως η Αγγλία. Επιπρόσθετα, εάν μείνουν έξω από τα όρια του ελληνικού βασιλείου και της μεταρρυθμιζόμενης Ανατολής ελληνικές κοινότητες, το αυτόνομο καθεστώς τους πρέπει να μείνει σεβαστό από τα κράτη στα οποία υπάγονται, καθώς και η εξάρτηση τους από το εθνικό και πνευματικό τους κέντρο 263 . Μέσα από τους επικριτικούς μύδρους που εξαπολύει ο Δραγούμης στους ατυχείς βενιζελικούς χειρισμούς κατά τη διεκδίκηση των εθνικών δικαίων του Ελληνισμού αντικατοπτρίζεται ανάγλυφα η πολιτική ιδεολογία του. Κατά την άποψη του, η ελληνική εξωτερική πολιτική όφειλε να προσανατολίζεται στην υλοποίηση ενός διττού στόχου: α) την επέκταση του ελληνικού Ελληνισμού
κράτους,
β)
την
κοινοτική
αυτοδιοίκηση
του
αλύτρωτου
της Οθωμ. Αυτοκρατορίας. Ο Δραγούμης αντιμάχεται την
πολιτική του «ελλαδισμού», των στενών δηλαδή εδαφικών προσαυξήσεων. Ακόμη και μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, η οποία θα ~62 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Το Μέλλον, όπ. παρ. 6 ~ '' Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Το Μέλλον, όπ. παρ. σ. 290.
438
καταστήσει ουσιαστικά το ελληνικό κράτος κύριο φορέα της όποιας περαιτέρω αλυτρωτικής πολιτικής, ο Δραγούμης δεν θα απομακρυνθεί ουσιαστικά από την Ανατολική του αντίληψη. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η δημογραφική παρουσία του Ελληνισμού στον ευρύτερο Μικρασιατικό χώρο (Δυτ. Μ. Ασία, Καππαδοκία, Πόντος) ήταν σημαντική, αλλ' όχι απόλυτα πλειοψηφική, εκτός από το σαντζάκι της Σμύρνης και το σαντζάκι της Τσατάλτζας στην Ανατολική Θράκη, όπου το ελληνικό
στοιχείο
πλειοψηφούσε
πλειοψηφούσε.
οριακά
στον
Επίσης,
Θρακικό
το
ελληνικό
γεωγραφικό
χώρο
στοιχείο (βιλαέτι
Αδριανούπολης) με τρόπο όμως που δεν εξασφάλιζε εδαφική συνέχεια με το ελληνικό κράτος, π.χ. σημαντική πλειοψηφία στο σαντζάκι της Καλλίπολης, ισχνή παρουσία στο σαντζάκι της Γκιουμουλτζίνας (Κομοτηνή - Ξάνθη).264 Η δημογραφική παρουσία του Ελληνισμού στην Οθωμ. Αυτοκρατορία καθιστούσε δυσχερή, αν όχι ανέφικτη, την υλοποίηση του οράματος της Μεγάλης Ιδέας με τη μορφή της εδαφικής επέκτασης του ελληνικού κράτους, χωρίς προηγούμενη ανταλλαγή πληθυσμών. Ο Δραγούμης απέρριπτε κατηγορηματικά τη λύση αυτή. Επιθυμούσε τη διατήρηση του ελληνισμού στις εστίες του με τη μορφή της κοινοτικής αυτοδιοίκησης. Εμφανίζεται εκφραστής της νέο-φαναριώπκης αντίληψης για την «εκ των
ένδον»
διείσδυση του ελληνισμού στην κορυφή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έτσι θα ερμηνεύσουμε την πρόταση του για την επίλυση του Μικρασιατικού ζητήματος όπως διατυπώθηκε στο Υπόμνημα του, τις επικρίσεις του για την κατάργηση του θεσμού των milliet και την αποδυνάμωση των Κοινοτήτων, τη μομφή του για την παραχώρηση
του βιλαετίου Τραπεζούντας
στην
μελλοντική Αρμενία, αφού, μύχια επιδίωξη του ήταν η Ελληνο-τουρκική σύμπραξη
στον
Πόντο.
Επιδιώκει
την
ενίσχυση
του
Οικουμενικού
Σχετικά με τις στατιστικές για τον πληθυσμό της Μικρός Ασίας βλ. Kemal Karpat, Ottoman Population 1830-1914. Demographic and Social Characteristics, Madison, Wisconsin 1985.
439
Πατριαρχείου, την εγγύηση των δικαιωμάτων του και των προνομίων του για την ενίσχυση του ρόλου του στην καθ' ημάς Ανατολή. Για το ζήτημα των μητροπόλεων των Νέων Χωρών δεν θα διστάσει να προτείνει τη διατήρηση του καθεστώτος νομοκανονικής
και πνευματικής
τους υπαγωγής
στο
Πατριαρχείο, απορρίπτοντας την χειραφέτηση τους ή την υπαγωγή τους στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας.265 Ο Δραγούμης προτείνει την επέκταση του ελληνικού κράτους στα Δωδεκάνησα,
την Άνω
Μακεδονία (Μοναστήρι, Γευγελή -
Δοϊράνη,
Στρώμνιτσα) και τη Βόρεια Ήπειρο. Η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού στοιχείου στα Δωδεκάνησα και τη Βόρεια Ήπειρο και η εδαφική συνέχεια θα δικαιολογούσε αυτές τις προσαρτήσεις. Από την άλλη μεριά, η παρουσία του ελληνισμού στις περιοχές της Άνω Μακεδονίας ήταν σημαντική, αλλά όχι πλειοψηφική.
Οι
Έλληνες
συμβίωναν
με
Σλαβόφωνους
ελληνικής,
βουλγαρικής ή και ρευστής εθνικής συνείδησης, Βούλγαρους, Αλβανούς και Τούρκους. Σύμφωνα με έναν Στατιστικό Πίνακα που καταρτίστηκε με βάση στοιχεία που αντλήθηκαν από το Αρχείο της Δ' Διεύθυνσης της Επιτελικής Υπηρεσίας Στρατού και δημοσιεύτηκε από τον Κ. Βακαλόπουλο, στην περιοχή Γευγελής - Δοϊράνης διαβιούσαν το 1913 9.981 Έλληνες, 23.495 Μουσουλμάνοι, 7.445 Βούλγαροι, στον καζά Μοναστηρίου 56.112 Έλληνες,
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, φάκ. 16 Σειρά Α', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Για το ζήτημα των μητροπόλεων των Νέων Χωρών, βλ. Αθ. Αγγελοπούλου, Η Εκκλησιαστική Ιστορία των Νέων Χωρών (1912-1928) Ε.Ε.Θ.Σ.Α.Π.Θ. (28), Θεσσαλονίκη 1981.
440
48.085 Βούλγαροι, 21.660 Τούρκοι, 10.829 Αλβανοί, 5.502 Εβραίοι και στον καζά της Στρώμνιτσας 15.550 Έλληνες, 16.846 Μουσουλμάνοι, 3.227 Βούλγαροι, 600 Εβραίοι την ίδια εποχή.266 Ο Δραγούμης προτείνει την ενσωμάτωση της περιοχής στην Ελλάδα ερειδόμενος στην κυριαρχική οικονομική, κοινωνική και πνευματική παρουσία του Ελληνισμού και την τεράστια οικονομική και στρατηγική σημασία της περιοχής για την ασφάλεια και την επιβίωση της Βόρειας Ελλάδας. Δεν πρέπει να παροραθεί ότι ο Δραγούμης καταγόταν από το Βογατσικό της Καστοριάς, το ακραίο βόρειο σύνορο της συμπαγούς ελληνοφωνίας και το νότιο όριο της κρίσιμης μικτής πληθυσμιακά ζώνης της Μακεδονίας. Η πολυσχιδής δράση του κατά την περίοδο του Μακεδόνικου Αγώνα από τη θέση του υποπροξένου στο Μοναστήρι εξηγεί άλλωστε αυτή του την ευαισθησία για τη Μακεδόνικη γη, η οποία κατά την άποψη του, εκτείνεται από την λίμνη Αχρίδα, διέρχεται από τα στενά του Ντεμίρ - Καπού και καταλήγει λίγο βορειότερα της Στρώμνιτσας.267 Είναι γεγονός ότι οι Σύμμαχοι δεν ενδιαφέρονταν πλέον για την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ποιος όμως θα ήταν ο «κηδεμόνας» της ευρωπαϊκής Τουρκίας; Τα ελάσσονα βαλκανικά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, αποκλείονταν εκ των πραγμάτων ως μικρά και ανίσχυρα
για να αναλάβουν τέτοιο βάρος. Η Ρωσία είχε
εξαφανισθεί από το προσκήνιο, ενώ ο ανταγωνισμός μεταξύ Αγγλίας, 266
Κ. Βακαλόπουλος, Σύγχρονα εθνολογικά όρια του Ελληνισμού στα Βαλκάνια, Εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 310, 314-315. Περισσότερα για τον «πόλεμο» των στατιστικών ελληνικών και σλαβικών, καθώς και τον προβληματισμό για τη χρήση των όρων «πατριαρχικοί» και «εξαρχικοί» σλαβόφωνοι, βλ. Ι. Μιχαηλίδη, Μετακινήσεις Σλαβόφωνων πληθυσμών (1912-1930), Αθήνα, Κριτική, 2003, όπου και αξιολόγηση των διαφόρων στατιστικών πηγών. Σύμφωνα επίσης με στατιστική που φυλάσσεται στο Αρχείο Στέφανου Δραγούμη, στον καζά Στρώμνιτσας διαβιούσαν 7.498 Έλληνες, 15.278 Μουσουλμάνοι, 8.777 Βούλγαροι, στην περιοχή Γευγελής - Δοϊράνης 16.403 Έλληνες, 37.362 Μουσουλμάνοι, 13.907 Βούλγαροι «σχισματικοί», βλ. Αρχείο Στεφάνου Δραγούμη, φάκ. 217, Υποφάκ. 1. 267 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, φάκ. 28, Σειρά Α', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Ελληνική Συμμαχία 1908. Για την εθνογραφία του Μακεδόνικου χώρου, βλ. Η. R. Wilkinson, Maps and Politics. A review of the ethnographic cartography of Macedonia, University Press, Liverpool 1951.
441
Γαλλίας και Ιταλίας απέτρεψε αυτές τις χώρες από την ανάληψη τέτοιας ευθύνης. Απόρροια των διεργασιών αυτών υπήρξε η ανοχή αρχικά, η υποστήριξη αργότερα της ακεραιότητας μιας νέας εθνικά ομοιογενούς Τουρκίας στον γεωγραφικό χώρο της Μ. Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες η πρόταση για κοινοτική αυτοδιοίκηση των Ελλήνων μέσα στην εθνικιστική νέα Τουρκία φαίνεται εξαιρετικά δυσχερής στην υλοποίηση της. Γνωρίζοντας ότι στις Δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες επικρατούσε η άποψη πως η ελληνική αντιπολίτευση ήταν συνασπισμός γερμανοφίλων με αρχηγό τον Κωνσταντίνο, η αντιβενιζελική παράταξη είχε κάνει ήδη ορισμένες ενέργειες για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις αυτές μετά το τέλος του πολέμου και την ήττα της Γερμανίας. Τον Απρίλιο του 1919 ο Νικ. Στράτος και ο Νικ. Καλογερόπουλος, σε επιστολή τους προς τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Wilson τόνιζαν ότι οι ελληνικές διεκδικήσεις στο συνέδριο της Ειρήνης είχαν την υποστήριξη όλων των Ελλήνων. Ούτε η επιλογή του παραλήπτη της επιστολής ήταν χωρίς σημασία - η Αμερική, που εμφανίστηκε στο Συνέδριο σαν προστάτης των «μικρών» λαών και πολέμιος των «ραδιουργιών» της ευρωπαϊκής διπλωματίας δεν είχε ανάμιξη στις επεμβάσεις της Entente στην Ελλάδα κατά την διάρκεια του πολέμου - ούτε τα ονόματα των αποστολέων δύο πολιτικών γνωστών για τον αντιβενιζελισμό τους, αλλά και για τα φιλοανταντικά τους αισθήματα. Ανάλογο ήταν και το πνεύμα της διακήρυξης που έστειλε η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» στους πρεσβευτές της Entente στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1920 και την οποία υπέγραψε και ο Δραγούμης. Με το έγγραφο αυτό, η Αντιπολίτευση επιχειρεί να προωθήσει τα ελληνικά εθνικά ζητήματα και να αποσείσει την κατηγορία ότι τρέφει αντιανταντικά αισθήματα.
442
Στην επιστολή αυτή γίνεται μία ιστορική αναδρομή της συμβολής της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η συμμετοχή αυτή έδωσε στους Ελληνες την ελπίδα ότι οι Σύμμαχοι θα παράσχουν τη συνδρομή τους για την εθνική αποκατάσταση του Ελληνισμού και για την εξασφάλιση ανεκτού δημόσιου και ιδιωτικού βίου για τους Ελληνες που δεν θα εντάσσονταν στο Ελληνικό βασίλειο. Ο ελληνικός λαός αναγνωρίζει το ενδιαφέρον και τη μέριμνα
των
Συμμάχων
για την
ελληνική
υπόθεση
και αισθάνεται
σφιγγομένους τους δεσμούς φιλίας και αλληλεγγύης που τον ενώνουν με τους Λαούς, με τους οποίους αγωνίσθηκε κατά τον Παγκόσμιο πόλεμο. Η ιστορία όλων των λαών μαρτυρεί ότι οι εσωτερικές διχογνωμίες κανένα λαό δεν εμφάνισαν διχογνωμούντα απέναντι στον εξωτερικό εχθρό. Ο ελληνικός λαός ολόκληρος αποβλέπει σήμερα στα εθνικά συμφέροντα, των οποίων η πραγματοποίηση εξαρτάται από την υπογραφή ειρήνης με την Τουρκία. «Ισταται δε ενιαίος όπισθεν των Συμμάχων και Συνησπισμένων Δυνάμεων, ων η σταθερά θέλησις ελπίζει ότι θα επισφράγιση τελείως τα δίκαια του και κατέναντι του ηττημένου εχθρού, του οποίου η δεσποτεία επί αιώνας εδέσμευσε την ελευθερίαν των ομοεθνών του. Την ενότητα ταύτην των αντιλήψεων του Ελληνικού λαού και τα αισθήματα του προς τους Συμμάχους διεδήλωσεν η Αντιπολίτευση δημόσια. Εν όψει λοιπόν της επικείμενης τελικής διευθετήσεως των ελληνικών ζητημάτων η Αντιπολίτευση οφείλει να άρη πάσαν αμφιβολίαν περί της ενότητας του Ελληνισμού ως προς τας εθνικός διεκδικήσεις»
268
.
To Foreign Office σχολιάζει με «χλιαρό» τρόπο το έγγραφο αυτό τηρώντας μία ιδιαίτερα εφεκτική στάση, ενώ δεν αναφέρει καθόλου το όνομα
" Επιστο/.ή - έγγραφο του Συμβουλίου TIJÇ Αντιπολιτεύσεως προς τους πρεσβευτές Αγγλίας, Γα/Μας, Ιταλ.ίας, Η.Π.Α. (Ιούνιος 1920/. Αρχείο Ίωνα Δραγούμη. Σειρά Α*, φάκ. 19. υποφάκ. γ", Γεννάδειος Βιβλιοθήκη].
443
του Δραγούμη
. Ακόμη, το κείμενο της Αντιπολίτευσης προς τις Δυνάμεις
με την υπογραφή του Ίωνος Δραγούμη φυλάσσεται ασχολίαστο στα Αρχεία του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών270. Το
έγγραφο
αυτό
της
Αντιπολίτευσης
κρατήθηκε
μυστικό,
πυροδοτώντας έτσι τις αντιδράσεις του φιλοβενιζελικού Τύπου. Η «Εστία» θα ασκήσει σφοδρότατη κριτική στην Αντιπολίτευση τόσο για το ίδιο το κείμενο, όσο και για τους πολιτικούς χειρισμούς της. Η αποστολή αυτή καθ' εαυτή της επιστολής αξίζει βέβαια έπαινο. Η μυστικότητα, όμως, αυτή θυμίζει πολιτικές συμπεριφορές παλαιότερων ετών. Ένα διάβημα προς τις μεγαλύτερες Δυνάμεις του κόσμου δεν μπορεί να λειτουργεί με την ηθική μίας εκλογής στην Αγουλινίτσα και αλίευσης ψήφου στην οδό Νομισματοκοπείου. Η Αντιπολίτευση, αν θέλει να είναι νόμιμη εντός των ορίων του καθεστώτος, θα πρέπει
να αναγνωρίσει
τον
Βασιλιά, να
αποκηρύξει
τον
έκπτωτο
Κωνσταντίνο, να αποκηρύξει το παρελθόν της και να διαδηλώσει στις Δυνάμεις την αφοσίωση της και τη συμπάθεια της, η οποία θα γινόταν δεκτή με ευγνωμοσύνη. «Αλλά το να λέγουν κρυφά και ουτωσί εις το αυτί των Συμμάχων Δυνάμεων ότι είνε φίλοι των, ενώ από το άλλο μέρος τείνουν την χείραν των εις τον Γερμανόν Κωνσταντίνον, αυτό ημπορεί να είναι εκλογικό τερτίπι της εποχής της σανίδας, αλλά πολιτική και δη μεταπολεμική, πάντως δεν είναι» 2 7 Ί , θα καταλήξει ο αρθρογράφος. Το «Εμπρός» θεωρεί ότι η αποστολή αυτού του εγγράφου οφείλεται στην προσπάθεια της Αντιπολίτευσης να αποσείσει την κατηγορία ότι δεν μπορεί να συμπλεύσει η ομάδα των 16 που την αποτελεί. Επειτα, εάν η Αντιπολίτευση επιδοκίμαζε την εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης, τότε θα συμμετείχε από κοινού στο σχετικό συλλαλητήριο που είχε διενεργηθεί.
269
F.O. 409/ind 24201-24203 αρ. 107. (8941/3777/19). Letter from Executive Committee of Opposition attacking Venizelos' Govt, addressed to foreing representatives in Athens. 27d MAE, Europe 1918-1949/gr. 72, Ap. 83. 71 «Η Διακοίνωσις θα μείνη μυστική», Εστία, 6 Ιουνίου 1920.
444
Η Αντιπολίτευση
οφείλει
να ανακοινώσει
το περιεχόμενο του
Διαβήματος στον Ελληνικό λαό και να μη το κρατήσει μυστικό εξαιτίας διπλωματικής εθιμοτυπίας. Τούτο γιατί μονάχα οι υπεύθυνες κυβερνήσεις έχουν το δικαίωμα, αλλά και την ευθύνη να έρχονται σε επαφή με τις ξένες Δυνάμεις για εξωτερικά ζητήματα. Η Αντιπολίτευση μπορεί να προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες, μονάχα εφόσον το περιεχόμενο των Διαβημάτων της τεθεί υπό τη γνώση και συγκατάθεση του λαού. Επειτα, η οποιαδήποτε συμφωνία της Αντιπολιτεύσεως με την κυβέρνηση έπρεπε να εκδηλωθεί ταυτόχρονα με την έμπρακτη στήριξη της 272 . Λίγες μέρες πριν από τη δολοφονία του, ο Δραγούμης θα εξαπολύσει μύδρους εναντίον του Βενιζέλου στο άρθρο του με τίτλο «ο Εξαγνισμός Αδύνατος» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» στις 27 Ιουλίου 1920. Το άρθρο αυτό είναι το τελευταίο του Δραγούμη. Στο άρθρο αυτό, ασκεί κριτική στο πνεύμα και την τακτική του Ελ. Βενιζέλου, καθώς και στις εξάρσεις του που αποβλέπουν στο να αποδώσει ο Ελληνικός λαός όλες τις επιτυχίες σ' αυτόν. Χαρακτηρίζει απαράδεκτη την οικειοποίηση και εκμετάλλευση όλων των εθνικών επιτυχιών (από το 1910 και μετά) από τον Πρωθυπουργό. Αναπολεί και περιγράφει τον Μακεδόνικο και Θρακικό αγώνα (1902 - 1906), καθώς και την εθνική προσπάθεια στην Κωνσταντινούπολη (1908), «Τα σημερινά ευχάριστα εθνικά γεγονότα, τα οποία άνευ αυτού θα ήσαν ακόμη πλέον ευχάριστα, εκυοφορήθησαν από την μακροχρόνια, επίμοχθην και συστηματικήν προγενεστέραν προσπάθειαν των καλλιτέρων του Εθνους. Τα εθνολογικά δίκαια του Ελληνισμού δεν τα ανεκάλυψεν αυτός. Υπήρχαν, ενώ αυτός τα εθεώρη Χίμαιραν» 273 . Συνεχίζει οραματιζόμενος ένα εθνικό μέλλον, υπενθυμίζει τις θυσίες του Ελληνικού λαού που οδήγησαν στις επιτυχίες και καταλήγει ότι το καλύτερο αύριο θα είναι κοινό και θα οφείλεται
212
«Το Διάβημα της Αντιπολιτεύσεως», Εμπρός. 5 Ιουνίου 1920. '' Ι. Δραγούμης, «Ο εξαγνισμός αδύνατος». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α", φάκ. 35, υποφάκ. γ". Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Η Καθημερινή. 27 Ιουλίου 1920.
445
στις προσπάθειες όλων, στηλιτεύοντας έτσι την πολιτική του Βενιζέλου, ο οποίος «αποδίδη εις εαυτόν τας επιτυχίας του Εθνους»274. Μνημονεύει τον εσωτερικό σπαραγμό που συντήρησε κατά τη γνώμη του, ο Βενιζέλος αντλώντας δύναμη από τους ξένους (περίοδος Αγγλογαλλικής επεμβάσεως, Εξορίες, Διώξεις Αντιπολιτευομένων) και καταλήγει: «Τι σκέπτεται και τι λέγει ο κ. Βενιζέλος περί τούτων όλων μάς είναι αδιάφορον, μάς ενδιαφέρει μόνον ο Ελληνικός λαός, ο οποίος ακλόνητος εις τας πεποιθήσεις του υπερηφανεύεται μεν δια τας επιτυχίας του στρατού, ο οποίος εξήλθε από τα σπλάχνα του, αλλά περιμένει την ώραν της δικαιοσύνης και εχόμενος της πολιτικής του ελευθερίας, εξωτερικής και εσωτερικής αποκρούει κάθε ενδεχομένην ανίερον προσπάθειαν
προς
μεταμόρφωσιν της Ελλάδας εις κράτος υποτελές κατά το υπόδειγμα της Πορτογαλίας ή της Περσίας ή εις κράτος δουλεύον εις την τυραννίδα μίας ολιγαρχίας» 275 . Στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 υπογράφθηκε η Συνθήκη των Σεβρών ανάμεσα στην Entente και την ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με τη συνθήκη αυτή γίνονταν πράξη η Ελλάδα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Η χώρα αποκτούσε τη μεγαλύτερη έκταση στην ιστορία της, 150.833 τετραγωνικά χιλιόμετρα (χωρίς τη ζώνη της Σμύρνης) και πληθυσμό που ξεπερνούσε τα 5,5 εκατομμύρια κατοίκους. Συγκεκριμένα η Ελλάδα προσαρτούσε την Ανατολική Θράκη μέχρι σχεδόν τη γραμμή Τσατάλτζας, την Ίμβρο και την Τένεδο, ενώ επικυρωνόταν η ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (Λήμνο, Σαμοθράκη, Λέσβο, Χίο, Σάμο, Ικαρία). Αναγνωριζόταν η πλήρης ελευθερία ναυσιπλοΐας και αεροπλοΐας στα Στενά, που θα έμεναν ανοχύρωτα και θα διοικούνταν από μια ειδική Επιτροπή των Στενών με μέλη αντιπροσώπους από τις Η.Π.Α., Αγγλία,
Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία,
" Όπ. παρ. ' Όπ. παρ.
Ελλάδα
και
Ρουμανία
(Καθεστώς
446
διεθνοποίησης των Στενών), υπό την ψιλή σουλτανική επικυριαρχία. Όσον αφορά στην Μικρά Ασία, η Ελλάδα θα αναλάμβανε την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση της «ζώνης της Σμύρνης». Η «ζώνη» αυτή θα περιλάμβανε την πόλη της Σμύρνης, τη χερσόνησο της Ερυθραίας και μια ενδοχώρα συνολικής έκτασης 17.000 Km2 περίπου με όρια το Αϊβαλί στον βορρά και την Έφεσο στον νότο. Η Τουρκία θα διατηρούσε την ψιλή επικυριαρχία της περιοχής, θα ιδρυόταν τοπικό κοινοβούλιο με αναλογική αντιπροσώπευση
όλων των τμημάτων του πληθυσμού
και μετά την
παρέλευση πενταετίας θα μπορούσε, κατόπιν δημοψηφίσματος, η περιοχή να προσαρτηθεί επίσημα στην Ελλάδα. Ιδρύονταν επίσης ανεξάρτητο Αρμενικό κράτος στο οποίο θα προσαρτώνταν το βιλαέτι της Τραπεζούντας. Την ίδια μέρα υπογράφτηκαν στις Σέβρες και άλλες τρεις συνθήκες που αφορούσαν την Ελλάδα: Η «Συνθήκη περί Θράκης», η «Συνθήκη περί προστασίας των εθνικών μειονοτήτων» και η ελληνοϊταλική «Συνθήκη περί της Δωδεκανήσου». Με τη «Συνθήκη περί Θράκης» μεταβιβαζόταν στην Ελλάδα τα δικαιώματα στα εδάφη της Θράκης, που η Βουλγαρία είχε μεταβιβάσει στους Συμμάχους με τη Συνθήκη του Νεϊγύ (Νοέμβριος 1919) και κηρυσσόταν το λιμάνι του Δεδέαγάτς (Αλεξανδρούπολη) λιμάνι «διεθνούς συμφέροντος». Με τη «Συνθήκη περί προστασίας των εθνικών μειονοτήτων», η Ελλάδα όφειλε να παραχωρήσει ίσα δικαιώματα ζωής, ελευθερίας, γλώσσας, θρησκείας στους πληθυσμούς των νέων εδαφών, εξασφαλίζονταν τα δικαιώματα των Ισραηλιτών υπηκόων (άρθρο 10), παραχωρούνταν τοπική αυτονομία στις βλάχικες κοινότητες της Πίνδου για θρησκευτικά και σχολικά ζητήματα (άρθρο 12) αναγνωρίζονταν και διατηρούνταν τα δικαιώματα ελευθερίας των ξένων μοναστηριακών κοινοτήτων του Αγίου Όρους (άρθρο 13) και λαμβανόταν ειδική μέριμνα για τα θρησκευτικά και άλλα δικαιώματα των μουσουλμάνων, με σύσταση ειδικού οργανισμού για την Αδριανούπολη (άρθρο 14-15). Ως αντάλλαγμα για την ανάληψη από την Ελλάδα των
447
παραπάνω δεσμεύσεων, η Γαλλία και η Μεγ. Βρετανία παραιτήθηκαν τόσο από την «εγγύηση» της Ανεξαρτησίας της Ελλάδας που είχαν αναλάβει με τη Συνθήκη της 7ης Μαΐου 1832 και με την επίκληση της οποίας είχαν δικαιολογήσει τις διάφορες επεμβάσεις τους στην Ελλάδα (π.χ. υπόθεση Πατσίφικο 1850, Κριμαϊκός πόλεμος 1854-1857, Α' Παγκόσμιος πόλεμος 1915-1917), όσο και από το δικαίωμα παρέμβασης τους για την εξασφάλιση της προστασίας των θρησκευτικών ελευθεριών που είχε αναγνωρισθεί με το Πρωτόκολλο της 3ης Φεβρουαρίου 1830 και αφορούσε κυρίως τους Ελληνοκαθολικούς των Κυκλάδων. Τέλος, με την ελληνοϊταλική συνθήκη η Ιταλία παραιτούνταν υπέρ της Ελλάδας από τα κυριαρχικά της δικαιώματα στα Δωδεκάνησα εκτός από τη Ρόδο, στην οποία θα παραχωρούσε ευρεία τοπική αυτονομία. Η Ρόδος θα μπορούσε
να
προσαρτηθεί
στην
Ελλάδα
μετά
την
παρέμβαση
δεκαπενταετίας και εφόσον η Αγγλία παραχωρούσε στην Ελλάδα την Κύπρο. Σε αντάλλαγμα η Ελλάδα θα σεβόταν τις θρησκευτικές ελευθερίες των Ιταλών στην ελληνική ζώνη της Μικρασίας.276 Με την υπογραφή της Συνθήκης αυτής είναι γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική
του
περισσότερων
Βενιζέλου φαινόταν θριαμβευτής. Η ελληνικών
διεκδικήσεων που
είχαν
ικανοποίηση διατυπωθεί
των με το
Υπόμνημα της 17/30 Δεκεμβρίου 1918 αποτελεί προσωπική διπλωματική επιτυχία
του Βενιζέλου. Μέσα στο κλίμα πανηγυρισμού
όμως, λίγοι
συνειδητοποιούσαν πως η υπογραφή της ειρήνης ισοδυναμούσε για την Ελλάδα με συνέχιση
του πολέμου. Η συνθήκη αυτή χαρακτηρίσθηκε
«μάταιη», αφού καμία χώρα δεν την επικύρωσε ποτέ. Ο ελληνικός στρατός δεν είχε τη δυνατότητα να συντρίψει τους Κεμαλικούς χωρίς ευρωπαϊκή οικονομική ενίσχυση. Από την άλλη πλευρά, η υπογραφή της σήμανε την
" Τα κείμενα των Συνθηκών βλέπε στις αντίστοιχες εκδόσεις με τίτλο: Συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων και TÎJÇ Τουρκίας, υπογραφείσα εν Σέβραις τη 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920. Εν Αθήναις. Εκ του Εθνικού Τυπογραφείου 1920
448
οριστική ρήξη ανάμεσα στη σκιώδη κυβέρνηση του Σουλτάνου και στην Εθνοσυνέλευση
της Άγκυρας, καθώς και την έξαρση του τουρκικού
εθνικισμού. Ο Δραγούμης όμως δολοφονήθηκε κι έτσι δεν είναι εφικτή η παρακολούθηση της στάσης του απέναντι στην ίδια τη Συνθήκη όσο και απέναντι στις προσπάθειες υλοποίησης της από τον Βενιζέλο και από τις «μετανοεμβριανές» αντιβενιζελικές κυβερνήσεις. Είναι δυνατός, παρ' όλα αυτά, ένας συσχετισμός των προτάσεων του Δραγούμη, όπως αυτές διατυπώθηκαν στο Β' Υπόμνημα του προς τη Διάσκεψη της Ειρήνης και στα επικριτικά άρθρα του για τους βενιζελικούς χειρισμούς με τους όρους της Συνθήκης. Η εμμονή του Δραγούμη στην αποφυγή του κατακερματισμού της Μικράς Ασίας με το σύστημα των «εντολών» και η πρόταση του για επαγρύπνηση απέναντι στις ιταλικές επιδιώξεις φαίνεται να δικαιώνονται. Η ανταγωνιστική παρουσία της Ιταλίας στη Ν. Δ. Μικρασία (περιοχή Αττάλειας), η αποσιώπηση του Βορειοηπειρωτικού ζητήματος από την ελληνοϊταλική συνθήκη και η εξάρτηση της ισχύος της τελευταίας από την εφαρμογή της Συνθήκης των Σεβρών συνιστούν ασθενή στοιχεία της συγκεκριμένης Συνθήκης. Τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των Συμμάχων που είχαν εγκατασταθεί στη Μ. Ασία, η έλλειψη πραγματικής βούλησης για την εφαρμογή της «εύθραυστης» συνθήκης, τα ολέθρια σφάλματα της ελληνικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας που οδήγησαν στην καταστροφική έκβαση της Μικρασιατικής εκστρατείας, οδήγησαν στην υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (1923), η οποία σηματοδότησε την απώλεια της Δυτ. Μικρασίας, της Ανατολ. Θράκης, της Ίμβρου και της Τενέδου για την Ελλάδα και την ακύρωση της ελληνοϊταλικής συνθήκης, άρα και την επιτροφή των Δωδεκανήσων, στην Ιταλία. Η συνθήκη της Λωζάννης διατήρησε το υπάρχον καθεστώς στη Βόρεια Ήπειρο, την Άνω Μακεδονία, καθώς και στην Κύπρο, η οποία είχε
449
προσαρτηθεί στην Αγγλία τον Οκτώβριο του 1914.
Επιπρόσθετα, στο
ζήτημα της Βόρειας Ηπείρου, ενώ με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας είχε ορισθεί ως ελληνοαλβανική μεθόριος η γραμμή του υδατοκρίτη μεταξύ Δεβόλη και Αλιάκμονα, με τη νέα ρύθμιση τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας συνέπεσαν
με τα όρια των παλαιών καζάδων Καστοριάς και
Κορυτσάς με αποτέλεσμα 14 χωριά της Κορυτσάς να προσαρτηθούν στην Αλβανία. Οι ενδοιασμοί που είχε διατυπώσει ο Δραγούμης ήδη από το 1916 για την
ανάγκη
αποφυγής
ελληνοτουρκικού
πολέμου
προκειμένου
να
αποφευχθεί η καταστροφή του Μικρασιατικού ελληνισμού επαληθεύτηκαν με τον χειρότερο τρόπο. Με την ελληνοτουρκική σύμβαση της 30 Ιανουαρίου 1923 αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.278 Έτσι 1.300.000 Έλληνες της Ανατολής (Μ. Ασίας, Πόντος, Ανατολ. Θράκη) ήρθαν ως προσφυγές στην Ελλάδα και 600.000 περίπου Μουσουλμάνοι εγκατέλειψαν την Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Τουρκία. Το Ανατολικό ελληνοοθωμανικό ιδεώδες του Δραγούμη κατέρρευσε ολοκληρωτικά. Το κοινοτικό σύστημα των milliet, αποδομήθηκε πλήρως, καθώς πλέον δεν είχε λόγο ύπαρξης μετά την κατάρρευση της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από την ανταλλαγή των πληθυσμών εξαιρέθηκαν οι Μουσουλμάνοι της Δυτ. Θράκης και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας, προκειμένου να μην απωλέσει εντελώς το ποίμνιο του το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Με εξαίρεση τους Μουσουλμάνους Τσάμηδες της Θεσπρωτίας που δεν υπήχθησαν στην ανταλλαγή (Δήλωση Κακλαμάνου), όλα τα μέλη του Μουσουλμανικού milliet που κατοικούσαν στην Ελλάδα αναγκάσθηκαν να καταφύγουν στην Τουρκία, Η προσάρτηση της Κύπρου στην Αγγλία αναγ~νο)ρίστηκε με το άρθρο 115 της Συνθήκης των Σεβρών. Κ. Σβολόπουλος. Η απόφαση για την υποχρεωτική αντα/.λαγή των πληθυσμών μεταξύ E/y.adaç και Τουρκίας, Θεσσαλονίκη 1981.
450
έστω κι αν δεν ήταν Τούρκοι (π.χ. Βαλαάδες της περιοχής Κοζάνης Γρεβενών -
Σεβρίων, βλαχόφωνοι Μουσουλμάνοι της Καρατζόβας,279
Γιουρούκοι των Γιαννιτσών, εξισλαμισμένοι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης). Η Ελλάδα θα αποκτήσει αξιοζήλευτη για το Βαλκανικό περιβάλλον και το Οθωμανικό «παρελθόν» της εθνολογική ομοιογένεια, ιδιαίτερα στον κρίσιμο
Μακεδόνικο γεωγραφικό χώρο.
Παράλληλα, η έλευση των
Μικρασιατικών προσφύγων θα λειτουργήσει καταλυτικά στην ελληνική κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική
ζωή (αστικοποίηση, πολιτειακή
μεταβολή του 1924, αγροτική μεταρρύθμιση και αναδιάρθρωση γεωργικών καλλιεργειών, ανάπτυξη της βιομηχανίας και εμφάνιση προλεταριάτου, διάδοση σοσιαλιστικών ιδεών και γενικότερες προοδευτικές ιδεολογικές αναζητήσεις, εμφάνιση του ρεμπέτικου λαϊκού τραγουδιού με τις κοινωνικές του προεκτάσεις κ.ά.).280 Η λογική του έθνους - κράτους επικρατεί πλέον ολοκληρωτικά στον χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και αποδομείται οριστικά το σύστημα των κοινοτήτων που βασιζόταν στον παραδοσιακό εθνοφυλετικό και θρησκευτικό διαχωρισμό των milliet. Από την πλευρά της η Τουρκία θα θελήσει να αποκηρύξει το Οθωμανικό παρελθόν της με την κατάργηση του χαλιφάτου, την συγκρότηση κοσμικού κράτους, τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και τον «εκτουρκισμό» ακόμη και των μη Τουρκικών Μουσουλμανικών φυλετικών ομάδων που διαβιούσαν στο έδαφος της (Γιουρούκων, Κιρκασίων, Ερυθήνων, Αλεβιτών)
Οι κάτοικοι του χωριού Νόντε (σημ. Νότια) της Αλμωπίας. Βλ. Α. Πάλλης, Συλλογή των κυριώτερων στατιστικών των αφορωσών την ανταλλαγήν των πληθυσμών και προσφυγικών αποκαταστάσεων μετά αναλύσεως και επεξηγήσεων, Αθήνα 1929 και Α. Μιχελή, Προσφύγων βίος και πολιτισμός. Από τις πόλεις της Ελάσσονος Ασίας στα τοπία της παράγκας και του πισσόχαρτου, Αθήνα 1992. Για τη συμβολή των προσφύγων στα κοινωνικοοικονομικά δρώμενα, βλ. ενδεικτικά Β. Γκιζελή, «Η Κοινωνική ένταξη των αστών προσφύγων στην πόλη», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών 9 (1992), σ. 61-77 και Μ. Δρίτσα, «Πρόσφυγες και εκβιομηχάνιση» στο Ελ. Βενιζέλος, Κοινωνία - Οικονομία - Πολιτική στην εποχή του (επιμ. Θ. Βερέμης - Γ. Γουλιμή), Αθήνα 1989, σ. Π-ΊΟ.
451
με ακραίο παράδειγμα την περίπτωση των Κούρδων.
Η μεταφορά της
πρωτεύουσας από την Κωνσταντινούπολη στην Άγκυρα θα πιστοποιήσει τον θάνατο του Οθωμανικού παρελθόντος ακόμη και στην ίδια την Τουρκία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο απορφανισμένο από το ποίμνιο του θα διατηρήσει την πνευματική του δικαιοδοσία στις μητροπόλεις των Νέων Χωρών, οι οποίες όμως διοικητικά θα υπαχθούν στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας (Ν. 3615/1928).282 Η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η δημιουργία της νέας Τουρκίας, η επικράτηση της λογικής του εθνικού κράτους, η διάλυση των πολυεθνικών αυτοκρατοριών στην Ευρώπη, η υιοθέτηση της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών δικαίωσαν την οπτική του Βενιζέλου. Ο Δραγούμης όμως δεν βρισκόταν στη ζωή. Δραστηριοποιήθηκε κατά την «αλυτρωτική» περίοδο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής (1902-1915), ενώ η πολιτική του δραστηριότητα συμπίπτει χρονικά με τον Εθνικό Διχασμό, την διακύβευση των ελληνικών επιτυχιών των Βαλκανικών Πολέμων και την αναδιαρρύθμιση του Ευρωπαϊκού χάρτη (1915-1920). Δεν δραστηριοποιήθηκε όμως κατά την «εκσυγχρονιστική» φάση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, (1923 κεξ.) όταν οι κύριοι άξονες της ελληνικής διπλωματίας προσανατολίστηκαν στην εξασφάλιση των σχέσεων καλής γειτονίας της Ελλάδας με τους Βαλκάνιους γείτονες της, την αντιμετώπιση του Βουλγαρικού αναθεωρητισμού σε συνδυασμό
με
τον
εκσυγχρονισμό
της διοικητικής,
οικονομικής ζωής του Ελληνικού Κράτους.
281
κοινωνικής
283
Λεπτομερείς στατιστικές για τη δημογραφική κατάσταση της Μ. Ασίας βλέπε στο Γ. Σκαλιέρης, Λαοί και φυλαί της Μ. Ασίας Αθήναι 1922, Ανατύπ. Εκδ. Πελασγός, Αθήνα, 2002. ~82 Αθ. Αγγελόπουλος, Η εκκλησιαστική ιστορία των Νέων Χωρών όπ. παρ., σ. 40-41. Βλ. επίσης Κ. Βαβούσκος, Το νομοκανονικόν καθεστώς των μητροπόλεων των Νέων Χωρών, Θεσσαλονίκη 1973. 283 Πρβλ. Κ. Σβολόπουλος, Η ελληνική εξωτερική πολιτική (1900-1945), Αθήνα, Εστία, 1992.
και
452
Ποια μορφή θα λάβαινε το Ανατολικό ιδεώδες του Δραγούμη στο νέο διεθνές περιβάλλον; Πώς θα αντιμετώπιζε τις ενέργειες του Βενιζέλου για τη σύσφιξη
των
ελληνοτουρκικών
σχέσεων
και
την
υπογραφή
του
ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας το 1930; Το ελληνοοθωμανικό του ιδεώδες θα μετουσιωνόταν σε πρόταση ελληνοτουρκικής συνομοσπονδίας ή ευρύτερης βαλκανικής συνομοσπονδίας; Ποια θα ήταν η θέση του απέναντι στην
«εκσυγχρονιστική»
βενιζελική
τετραετία
(1928-1932)
και
στην
υπογραφή του Βαλκανικού συμφώνου του 1934; Η δολοφονία του στις 31 Ιουλίου, θα αφαιρέσει οριστικά κάθε δυνατότητα απάντησης σ' αυτά τα ερωτήματα.
ν. Η δολοφονία του Δοανούυη και ο anónxóc me. Στις προηγούμενες ενότητες αναλύσαμε διεξοδικά την αντιπολιτευτική δράση του Δραγούμη τόσο σε θέματα εσωτερικής, όσο και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Τα πύρινα άρθρα του εναντίον του Βενιζελικού «καθεστώτος» και των χειρισμών της Βενιζελικής κυβέρνησης στα εκκρεμή εθνικά ζητήματα αντανακλούσαν το γενικότερο κλίμα φανατισμού της εποχής. Δύο ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, η οποία ανεβάζει τον Βενιζέλο στην κορυφή των επιτυχιών, δύο Ελληνες Βασιλικοί απότακτοι
αξιωματικοί
(Τσερέπης
και
Κυριακής)
επιχειρούν
να
δολοφονήσουν τον Πρωθυπουργό στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Λυών στο
Παρίσι.
Ο
Βενιζέλος
τραυματίζεται στα
χέρια,
οι
αξιωματικοί
συλλαμβάνονται. Η απόπειρα είχε θλιβερό αντίκτυπο στην Αθήνα. Η κυβέρνηση, δια στόματος του Αντιπροέδρου της Ρέπουλη, ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε
να
μην γίνει ευρέως γνωστό το τηλεγράφημα για την αναγγελία της απόπειρας δολοφονίας του Βενιζέλου και ότι ταυτόχρονα ειδοποιήθηκαν τόσο ο Φρούραρχος όσο και οι δυνάμεις του Π. Γύπαρη να λάβουν τα αναγκαία
453
μέτρα για την πρόληψη εκτεταμένων επεισοδίων
Μολονότι, πλήθος
φανατικών Βενιζελικών, περιφερόμενο στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, εισέβαλε στα γραφεία και τυπογραφεία των αντιπολιτευόμενων εφημερίδων, προκάλεσε ζημιές και έβαλε φωτιά σε ορισμένες απ' αυτές. Σημαντικές
καταστροφές γνώρισαν
«Καθημερινή»,
η
«Αθηναϊκή»,
η
η «Εσπερινή», «Νέα
Ημέρα»,
η η
«Πρωινή», η «Πολιτεία»,
ο
«Ριζοσπάστης». Επίσης, σημειώθηκαν λεηλασίες σε οικίες στελεχών της Αντιπολίτευσης, στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, γραφεία Σωματείων, καφενεία, στο θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Την Παρασκευή 31 Ιουλίου του 1920, οι ηγέτες της Αντιπολίτευσης, επειδή θεωρήθηκαν από το εξαγριωμένο πλήθος ως οι ηθικοί αυτουργοί της απόπειρας δολοφονίας εναντίον του Βενιζέλου, είχαν αποσυρθεί από το προσκήνιο για λόγους ασφάλειας. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Φρ. Γερμανού, ο Ίων Δραγούμης, αφού πληροφορήθηκε το γεγονός της απόπειρας εναντίον του Βενιζέλου, ενώ παρακολουθούσε τις πρόβες του θεάτρου της Μαρίκας Κοτοπούλη, αναχώρησε μαζί της για την έπαυλη του πατέρα του στην Κηφισιά. Στους Αμπελόκηπους , ένας λοχίας από το τάγμα του Γύπαρη σταμάτησε για έλεγχο τον Δραγούμη, επιτρέποντας του τελικά να συνεχίσει την πορεία του. Οταν έφθασε στην Κηφισιά, άφησε τη Μαρίκα Κοτοπούλη στο σπίτι της αδελφής του Εφης, για μεγαλύτερη ασφάλεια, όπως ο ίδιος πίστευε, και εκδήλωσε την επιθυμία να κατέβει στην Αθήνα, προκειμένου να εκδώσει την «Πολιτική Επιθεώρηση».
«Πρέπει να κατέβω στην Αθήνα... πρέπει να
γράψω ένα άρθρο για την απόπειρα. Νιώθω ότι κυλάμε σε ένα κατήφορο.... Πρέπει να τον σταματήσουμε...», θα δηλώσει285.
284
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1920. Συνεδρίασις της 26ης Αυγούστου σ. 1064-1065. 285 Φρ. Γερμανός, Η Εκτέλεση, Εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1985, σ. 19.
454
Ενώ πλησίαζε στην Αθήνα, οι
άνδρες των
ταγμάτων του Π.
Γύτταρη, παλιού συναγωνιστή του Δραγούμη στον Μακεδόνικο Αγώνα, τον σταμάτησαν στους Αμπελόκηπους, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στην βίλλα, όπου έδρευε το τάγμα. Στη βίλλα αυτή βρισκόταν μαζί με τον Γύπαρη και ο Εμμ. Μπενάκης, παλιός γνώριμος του Δραγούμη από την Αλεξάνδρεια του 1905. Ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ναυτικών, πλωτάρχης Βούλγαρης, που ήρθε ξαφνικά στο μέρος εκείνο και τον είδε κακοποιημένο, ζήτησε την άμεση μεταγωγή του στο Φρουραρχείο. Ο Γύπαρης αγνόησε την εντολή, επικαλούμενος την απειλή λιντσαρίσματος του αντιβενιζελικού ηγέτη από το πλήθος. Το απόσπασμα ξεκίνησε και άρχιζε να κατηφορίζει τη λεωφόρο Κηφισίας. Στο ύψος που βρίσκονταν τα Στρατιωτικά Λουτρά, το απόσπασμα σταμάτησε. Από
τη γωνία της οδού Παπαδιαμαντοπούλου ο Ρώσος
ακόλουθος παρακολουθούσε τη σκηνή: «Είδα τους στρατιώτες να στήνουν τον άνθρωπο με το άσπρο κουστούμι εμπρός σε έναν τοίχο. Υστερα έκαναν τέσσερα βήματα πίσω. Τότε μόνο κατάλαβα ότι ετοιμάζονταν να τον εκτελέσουν. Εμείς περιμέναμε το τραμ και ένας άνθρωπος, εκατό μέτρα πιο κάτω, περίμενε το θάνατο»286. Ο Λεμπέντιεφ δεν ήταν ο μόνος αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας. Αλλωστε η ζωή της Αθήνας, συνεχίζονταν κανονικά. Ηταν τρεισήμισι το απόγευμα όταν, στο σημείο αυτό, στην περιοχή Ηλίσια απέναντι από το Χίλτον , το εκτελεστικό απόσπασμα δολοφόνησε τον Δραγούμη. Οι αντιπολιτευόμενες εφημερίδες, εξαιτίας των ζημιών - και ιδιαιτέρως εξαιτίας της καταστροφής των τυπογραφείων τους - για πολλές μέρες δεν εκδόθηκαν και επανακυκλοφόρησαν στις 11 Αυγούστου 1920. Ετσι δεν θα καλύψουν αμέσως τα θλιβερά γεγονότα (γνωστά ως «Ιουλιανό») και ιδιαιτέρως το αποκορύφωμα τους, την εκτέλεση του Ίωνα Δραγούμη από άνδρες των Ταγμάτων του Π. Γύπαρη.
Όπ.παρ., σ. 25.
455
Ο προσκείμενος στον Βενιζέλο Τύπος θα ασχοληθεί, από την πλευρά του, σχεδόν αποκλειστικά με την απόπειρα της Λυών, ενώ στο γεγονός της δολοφονίας του Δραγούμη, οι περισσότερες κυβερνητικές εφημερίδες δεν απέδωσαν ιδιαίτερη σημασία. Ο «Ελεύθερος Τύπος» θα δώσει έμφαση στη δολοφονική απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου, ενώ η δολοφονία του Δραγούμη φιλοξενείται στις τελευταίες γραμμές της αριστερής στήλης της 2 η ς σελίδας και ύστερα από εμπρηστικό άρθρο με τίτλο: «Η Εκρηξις Λαϊκής Οργής - Επίθεσις κατά των Εφημερίδων...». Για τη δολοφονία του Δραγούμη θα γράψει: «Περίπολος στρατιωτών διαταχθείσα να ενεργήση την σύλληψιν του πολιτευτού Ι. Δραγούμη, κατορθώνει ν' ανακάλυψη αυτόν εις την εν Αμπελοκήποις οικίαν της δίδας Μ. Κοτοπούλη. Ο επικεφαλής της περιπόλου βαθμοφόρος προέβη αμέσως εις την σύλληψίν του. Ο Ι. Δραγούμης ετοποθετήθη μεταξύ δύο στοίχων χωροφυλάκων και ωδηγείτο εις το Φρουραρχείον .... Ο Ι. Δραγούμης όμως τρέχει χωρίς να απαντήσει. Οταν ο εις των στρατιωτών τον επλησίασε αρκούντως, ο Ι. Δραγούμης εξήγαγε περίστροφον και τον επυροβόλησε. Η σφαίρα διέλαθε του σκοπού της, ο δε στρατιώτης καταφθάσας ετραυμάτισε δια δύο αλλεπαλλήλων λογχισμών εις το στήθος τον Ι. Δραγούμην»287. Κατά τον «Ελεύθερο Τύπο» λοιπόν, ο Δραγούμης επέδειξε απείθεια στις Αρχές και μάλιστα πρόβαλε ένοπλη αντίσταση. Το «Εμπρός» θα φιλοξενήσει στην τέταρτη σελίδα άρθρο με τίτλο: «Πως εφονεύθη ο Ίων Δραγούμης», στο οποίο θα γράψει ο συντάκτης: «... Ο Ι. Δραγούμης είχε συνοδεύσει την δίδα Μαρίκα Κοτοπούλη και, ενώ διήρχετο τους Αμπελοκήπους, παρά την έπαυλη Θων, συνελήφθη υπό ομάδας πολιτών, απειλούντων να τον λιντσάρουν. Προς σωτηρίαν του έσπευσε περίπολος στρατιωτών του Τάγματος Ασφαλείας. Τον πρώτον πλησιάσαντα αυτόν, εκ των στρατιωτών ο Δραγούμης απεπειράθη να πυροβόληση δια
«Φόνος του Ι. Δραγούμη», Ελεύθερος Τύπος, 1 Αυγούστου 1920.
456
πιστολιού, αλλά ο στρατιώτης προλαβών τον ελόγχισε. Μετά τινά λεπτά μεταφερθείς στο 2° Στρατ. Νοσοκομείο απέθανε»288. Η εφημερίδα λοιπόν εμφανίζει την περίπολο του Τάγματος Ασφαλείας ως σωτήρια παρέμβαση από πιθανό λιντσάρισμα του πλήθους. Παρ' όλα αυτά, η εφημερίδα «Εμπρός», παρά την τοποθέτηση της, είναι γεγονός ότι επιδεικνύει ενδιαφέρον για την πορεία των ανακρίσεων, Την πληροφορία ότι ο Δραγούμης δολοφονήθηκε επειδή προσπάθησε να δραπετεύσει παραθέτει και η εφημερίδα «Καιροί»:«Κατά πληροφορίας της Αστυνομίας ο Ι. Δραγούμης, μέλος του Συμβουλίου των 16 μελών της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως, συλληφθείς υπό των στρατιωτών, δυνάμει εντάλματος των Αρχών, ενώ οδηγείτο εις τας φύλακας αντέστη και μάλιστα επεχείρησε να φύγη πυροβολήσας κατά των φρουρών. Ενεκεν τούτου εις των στρατιωτών ελόγχισε τον Δραγούμη και τον ετραυμάτισε σοβαρώς»289. Η «Εστία» αφιερώνει ένα μικρό μονόστηλο στο μέσον της α' σελίδας στη δολοφονία του Δραγούμη, «Το θλιβερώτερον γεγονός της χθεσινής ημέρας είνε ο φόνος του Δραγούμη. Αναμφισβήτητοι είνε παλαιότεροι υπηρεσίαι του ανδρός προς την πατρίδα. Επίσης δεν επιτρέπεται να υποτιμηθούν τα μεγάλα διανοητικά του προσόντα. Δυστυχώς, από της αρχής της Ελληνικής κρίσεως, ο άνθρωπος ο οποίος θα ήτο πολύτιμος δια την εθνικήν υπόθεσιν, ετάχθη εις το αντιεθνικόν στρατόπεδον, εις το οποίον επολέμησε με το φυσικόν του πείσμα. Και ενώ άλλοι, τους οποίους βαρύνουν απείρως περισσότεροι ευθύναι κατώρθωσαν ν' ασφαλιστούν, αυτός έχασε τόσον την ψυχραιμίαν του, ώστε να προκαλέση ο ίδιος την καταστροφήν του, δια την οποίαν λυπούνται όλοι όσοι δέχονται να λησμονήσουν την τωρινή του δράσιν απέναντι της παλαιάς»
290
.
«Πως εφονεύθη ο Ι. Δραγούμης», Εμπρός, 1 Αυγούστου 1920. Οι Καιροί, 1 Αυγούστου 1920. Εστία, 1 Αυγούστου 1920.
457
Μετά τις 13 Αυγούστου, οπότε και επανακυκλοφόρησε, πρώτη η «Καθημερινή» θα επικρίνει δριμύτατα τόσο την απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου, όσο και τη δολοφονία του Δραγούμη. Στο άρθρο με τίτλο «Τα Γεγονότα», θα εξαπολύσει δριμύτατη επίθεση κατά του Βενιζελισμού, εξαιτίας των εκτρόπων της 3 1 η ς Ιουλίου, που είχαν επίκεντρο την καταστροφή εφημερίδων, μεταξύ των οποίων και της ίδιας. Αναφέρεται μεταξύ άλλων: «....Είναι βαρύταται αι ευθύναι των αρχόντων του Βενιζελισμού δια τας σημειωθείσας αθλιότητας, δια τους φόνους και τας καταστροφάς των ιδιωτικών περιουσιών, την διατάραξιν της τάξεως και την κατάπνιξιν της φωνής των αντιπολιτευομένων...»
291
.
Την Τρίτη 18 Αυγούστου, έρχεται στο φως της δημοσιότητας η εξέταση του Εμ. Μπενάκη, του Δημ. Βούλγαρη και του ναυάρχου Γεωργαντά, αι οποίαι κατά τον σχολιασμό ήσαν «τυχαίως παρευρισκόμενοι κατά τον φόνον του Δραγούμη», «Αι ανακρίσεις αύται αποσκοπούν, ως γνωστόν, να εξακριβωθή, εάν ενέχωνται και πολίται εις τον φόνον»
292
.
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1920 η «Καθημερινή» εκδίδεται πένθιμη σε μαύρο πλαίσιο σε ένδειξη μνημόσυνου. Ο φίλος και συνεργάτης του Δραγούμη, Γ. Μπούσιος, στο άρθρο του «Εις μνημόσυνον», θα αναφερθεί στην εθνική του δράση, το προοδευτικό του πνεύμα, τους οραματισμούς του και θα καταλήξει: «Το καταστάλλαγμα όλης της πολυσχιδούς εθνικής εργασίας του Ίωνα Δραγούμη είναι η ίδρυσις κόμματος αρχών πραγματικών, όχι με τυχαίας αλιευομένας και προσκολλημένος επωνυμίας υπεράνω των οποίων εξέχει
η προσωπική
επιβολή
του αρχηγού.
Και
η όλη
σύγχρονη
κοινοβουλευτική εξέλιξη ενδεικνύει πλέον ή άλλοτε επιβαλλομένη την συγκρότησιν τοιούτων πολιτικών οργανισμών»
293
~ «Τα Γεγονότα». Η Καθημερινή. 13 Αυγούστου 1920. ""''" Η Καθημερινή, 18 Αυγούστου 1920. " '" «Εις μνημόσυνον», Η Καθημερινή. 6 Σεπτεμβρίου 1920.
.
458
Λεπτομερή εξέταση των συμβάντων που σχετίζονται με τη δολοφονία του Δραγούμη θα δημοσιεύσει η Καθημερινή σε 13 συνέχειες από 1 έως 14 Σεπτεμβρίου 1920 με τον τίτλο: «Πώς εφονεύθη ο Ίων Δραγούμης». Η «Εσπερινή», εφημερίδα με σταθερή αντιβενιζελική γραμμή γνώρισε την καταστροφή και την πυρπόληση του γραφείου και του πιεστηρίου της. Επανακυκλοφόρησε στις 12 Αυγούστου και δημοσίευσε το άρθρο «Ο άγριος φόνος», όπου μεταξύ άλλων θα γράψει : «Μεταξύ των δεινών καταστροφών, δι' ων η αγριότητα των βανδαλικών του Ιουλίου σκηνών έπληξε τόσας υπάρξεις και συνέτριψε τόσα συμφέροντα, δεινότερα πασών, συμφορά ανήκεστος, αποτελέσασα τον τραγικώτερον του φοβερού ολέθρου επίλογον, συμφορά άπελπι,
εις ουδέν
δυναμένη
ν'
αποβλέψη,
ανακουφίσεως
αντιστάθμισμα, υπήρξεν ο άγριος φόνος του Ίωνα Δραγούμη, της εξεχούσης ταύτης
πολιτικής
και
κοινωνικής
φυσιογνωμίας, ης τας εν τω μέλλοντι
προσδοκώμενος τοιαύτας επιστοποίησε δ' όλου του επισήμου αυτής κύρους αυτή η πρωθυπουργική ομολογία»294.
Το
άρθρο καταλήγει με την
διαπίστωση ότι αποτελεί την υπέρτατη υποχρέωση προς την πατρίδα η ανακάλυψη και η τιμωρία των ενόχων. Η «Αθηναϊκή», σε κύριο άρθρο της με τίτλο: «Οι μεγάλοι Αυτουργοί» στις 11 Αυγούστου 1920, θα τονίσει: «....
ηθικοί
Ο κ. Βενιζέλος
εκατηγορήθη υπό των αντιπάλων του επί υπερμέτρω φιλοδοξία, αλλ' η φιλοδοξία έχει πάντοτε ευγενή την σύστασιν ο δε πατριωτισμός είναι εξόχως ευγενές αίσθημα, ουδεμίαν απολύτως έχον σχέσιν με το φόνον πατριωτών, ως ο Ι. Δραγούμης με την λεηλασίαν. τον εμπρησμόν και την διαρπαγήν .... Αισθανόμεθα αληθώς ανέκφραστον λύπην, ότι πολιτικός ανήρ της ισχυράς θελήσεως και των μεγαλεπήβολων ορμών του κ. Βενιζέλου περιστοιχίζεται από συνεργάτες, οίτινες αυτόχρημα του παρεσκεύασαν τον όλεθρον ,...»295.
~ «Ο άγριος φόνος», Εσπερινή. 12 Αυγούστου 1920. " «Οι μεγάλοι Ηθικοί Αυτουργοί», Αθηναϊκή. 11 Αυγούστου 1920.
459
Την ημέρα του μνημόσυνου του, η «Αθηναϊκή» θα αφιερώσει άρθρο, όπου μεταξύ άλλων, θα τονίσει: «Οταν η Ελλάς θα επανάκτηση την ελευθερίαν της και όταν δεν θα γογγύζουν Ελληνες πολίτες εις τας φύλακας, όταν αφόβως κάθε Ελλην πολίτης θα δύναται να αποφαίνεται δια την πατρίδα του, ήτις θα παύση να είναι μονοπώλιον μίας ολιγαρχίας και θα ξαναγίνη κοινή μητέρα δι' όλους, ο τίμιος Πολιτικός ανήρ, του οποίου είναι νωπός ο τάφος ακόμη, θα εξυμνηθή υφ' ολοκλήρου της Ελλάδος. Το αίμα του δεν πήγε χαμένο
Κατεκρεουργήθη δια να αναστηθή ένας λαός, μία
χώρα. Εβαψε με το ευγενές αίμα του το αγαπημένο χώμα της πατρίδας του, δια να το αποξηράνη την αύριον ένας ήλιος ωραιότερος, ο ήλιος της ελευθερίας ...» 296 . Η «Πολιτική
Επιθεώρηση»,
όπως άλλωστε ήταν φυσικό, έκανε
εκτεταμένες αφιερώσεις στα γεγονότα της δολοφονίας του Δραγούμη, αλλά και στην προσωπικότητα του. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο του Αθανάσιου Σουλιώτη - Νικολαϊδη, που δημοσιεύτηκε, ανωνύμως στο τεύχος της 16ης Αυγούστου 1920. Κατά τον Σουλιώτη-Νικολαϊδη: «.... ευρέθημεν προ του παρήγορου συμπτώματος να εκδηλωθή πανταχόθεν η οδύνη του Εθνους δια το μέγεθος του επισυμβάντος δυστυχήματος και από χειλέων αντιπάλων να ακουσθούν φράσεις πόνου και συμπαθείας δια τον άνθρωπον και δια το έργον του, όχι μόνον το παρελθόν, αλλά και το μελλοντικόν εις το οποίον εν τούτοις ενεφανίζετο ως φανατικός αντίπαλος»
297
. Και συνεχίζει παρακάτω:
.... Το μέγεθος της συμφοράς έδωκεν αφορμήν εις αυτοσυγκέντρωσιν και έθεσε προ των ομμάτων των αδιαλλάκτων εχθρών της χθες τας τραγικός συνεπείας του αγώνος, εις τον οποίον ωθεί την χώραν το εκατέρωθεν κηρυττόμενον μίσος και ο μέχρις εξοντώσεως πόλεμος»
298
.
Αθηναϊκή. 6 Σεπτεμβρίου 1920. Πολιτική Επιβεώρησις, Περίοδος Γ". Ετος Α". Αρ. 11,16 Αυγούστου 1920. σ. 177.
460
Στο τεύχος της 22 ης Αυγούστου 1920, στην ενότητα «Εσωτερική Εβδομάς», στιγματίζεται η βραδύτητα στις ανακρίσεις για το φόνο του Δραγούμη. «Ουδέν εγένετο προς ανεύρεσιν των υπαιτίων των Ιουλιανών Σκηνών, αι δε ανακρίσεις δια τον φόνον του Ίωνα Δραγούμη εξακολουθούν μετά θαυμαστής βραδύτητος ...» 2 " . Η «Πρωινή», που ανήκει στο ίδιο εκδοτικό συγκρότημα με την «Εσπερινή», θα δημοσιεύσει στην πρώτη σελίδα άρθρο που αναφέρεται στον άδικο χαμό του Δραγούμη, ζητώντας συγχρόνως την ανεύρεση και την τιμωρία των υπευθύνων. «... Η Ελλάς
ολόκληρος στηρίζουσα
πολλάς
ελπίδας εις την οξύνοιαν και το διπλωματικόν τάλαντον του Ίωνα Δραγούμη κλαίει, αλλά και κρύπτει εξ εντροπής το πρόσωπον διότι ευρέθησαν τέκνα της να της επιρρίψωσι δια του τραγικώς και απανθρώπως τελεσθέντος φόνου το όνειδος της ταπεινότερος πολιτικής δολοφονίας» Ο
«Ριζοσπάστης», στο
30
°.
φύλλο της 9 ης Αυγούστου
1920, θα
δημοσιεύσει άρθρο για τον Ίωνα Δραγούμη, στο οποίο θα επιτεθεί εναντίον της ολιγωρίας της Βενιζελικής κυβέρνησης πάνω στο ζήτημα της ανεύρεσης των ενόχων. «... Η κυβέρνησις μη δυνηθείσα να προλάβη τα γεγονότα ταύτα, μένει τώρα να απόδειξη ότι τουλάχιστον δεν τα εγκρίνει τιμωρούσα παραδειγματικώς τους δράστας των. Μόνον έτσι θα δυνηθή να μειώση κάπως την εις βάρος της εντύπωσιν δια την δολοφονίαν ενός των πλέον εντίμων, των πλέον ηθικών και των πλέον μετριοπαθών πολιτικών της αντιπάλων»301.
Εάν
η
Κυβέρνηση
επιθυμούσε
να
εκδηλώσει
την
αποδοκιμασία της για τα συμβάντα, όφειλε να είχε συλλάβει και να οδηγήσει στο απόσπασμα τους πρωταίτιους
των
Ιουλιανών γεγονότων. Αντί γι'
αυτό, όμως, φυλάκισε τους πολιτικούς της αντιπάλους. Η Κυβέρνηση λοιπόν,
Όπ. παρ. Αρ. 12. 23 Αυγούστου 1920. σ. 197. Πρωινή, 13 Αυγούστου 1920. Ριζοσπάστης, 9 Αυγούστου 1920.
461
δε θα πρέπει να εξαντλήσει την αυστηρότητα της και να επιδείξει την πυγμή της στους ανίσχυρους αντιπάλους της» 302 . Η εφημερίδα «Σκριπ» θα δημοσιεύσει μία αυθεντική αφήγηση των γεγονότων που σχετίζονταν με τη δολοφονία του Δραγούμη, ενώ στις 21 Σεπτεμβρίου 1920, θα κάνει λόγο για επιμνημόσυνη δέηση ολόκληρου του λαού της Θεσσαλονίκης, στον ναό της Αγίας Σοφίας. «Εις τον ναόν συνέρρευσεν
άπειρον
παρεπιδημούντες Μακεδόνες
πλήθος,
προσήλθον
Μοναστηριώτες,
δε
πάντες
Βορειοηπειρώτες
οι ενταύθα και
άλλοι
» 303 .
Ο «Εθνικός Κήρυξ» της Νέας Υόρκης δεν σχολιάζει τη δολοφονία του Δραγούμη. Στην εφημερίδα γίνεται κυριαρχική αναφορά στην απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου, ενώ για τη δολοφονία του Δραγούμη θα γράψει λακωνικά: «....
Ο Ι. Δραγούμης, πρώην πρεσβευτής της Ελλάδας εν
Πετρουπόλει, αποπειραθείς να δραπέτευση, καθ' ην στιγμήν ωδηγείτο εις τας φύλακας επυροβολήθη και εφονεύθη»304, ενώ θα δικαιολογήσει τις εκτροπές αυτές
από
την
απόπειρα
δολοφονίας
«....Απερίγραπτος είναι η συγκίνησις προκάλεσεν
εναντίον
του
Βενιζέλου
και η αγανάκτησις την
οποίαν
η απροσδόκητος είδησις της εναντίον του κ. Βενιζέλου
δολοφονικής απόπειρας. Παρ' όλα τα υπό της Κυβερνήσεως ληφθέντα μέτρα, η λαϊκή αγανάκτησις δεν κατέστη δυνατόν να συγκρατηθή .... Οι
'" Όπ. παρ. '" Σκριπ. 21 Σεπτεμβρίου 1920. 14 Εθνικός Κήρης Νέας Υόρκης. 15 Αυγούστου 1920.
462
περισσότεροι
εκ
της
ομάδας
των
16
συνελήφθησαν
ένεκεν
της
αποκαλυφθείσης αναμφισβήτητου συνενοχής των εις την συνωμοσίαν, ο Ιωάννης Δραγούμης συλληφθείς απεπειράθη να δραπέτευση»305. Αλλά και ο επαρχιακός τύπος δεν αδιαφορούσε για όσα συνέβησαν στην Αθήνα στις 31 Ιουλίου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο Κρητικές εφημερίδες που στηλιτεύουν την ολιγωρία της Κυβέρνησης για τη σύλληψη των δραστών. Η «Αλήθεια» Χανίων δημοσιεύει δήλωση ότι οι δολοφόνοι του Δραγούμη «περιφέρονται ελεύθεροι και διασκεδάζουν» στην Κρήτη306. Το «Βήμα» Ρεθύμνου δημοσίευσε την πληροφορία ότι «δια του ατμόπλοιου <Θήρα>, περί ώρα 12 μεσημβρινή, εις των φονέων του Ι. Δραγούμη ανεχώρησε ανενόχλητος στο εξωτερικό»
307
. Στην εφημερίδα «Σύρος» θα
συναντήσουμε αφιερωματικό άρθρο, όπου, μεταξύ άλλων, θα διαβάσουμε: «Πάλλεται από την σπανιωτέραν συγκίνησιν ολόκληρος η ψυχή του Εθνους και σπαράσσεται από τον φρικωδέστερον πόνον η Μακεδονία της οποίας τας παρθένους πεδιάδας είχον Δραγούμης
»
308
χαράξη
με ανεξίτηλον μελάνι το όνομα
, ενώ σχετικό αφιέρωμα στον Ίωνα Δραγούμη θα
συναντήσουμε και στην τοπική εφημερίδα «Σάμος»309. Η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου και η δολοφονία του Δραγούμη έδιναν την εντύπωση ότι η Ελλάδα εισέρχεται σε μία περίοδο εμφύλιου σπαραγμού. «... Είναι φρικτόν ό,τι έγινε στας Αθήνας. Το φάσμα εμφυλίου σπαραγμού ορθούται ημέρα τη ημέρα απειλητικώτερον. Ο Θεός ας λυπηθή τη δυστυχισμένη μας πατρίδα ....», θα γράψει σε μία συλληπητήρια επιστολή του ο Δημήτρης Καψάλης προς τον Φίλιππο Δραγούμη310.
5
"' Όπ. παρ. 16 Αυγούστου 1920. •υ6Α/.ήθειαΧανίων. 10 Σεπτεμβρίου 1920. ; 0 7 Βήμα Ρεθύμνου. 29 Σεπτεμβρίου 1920. "' Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. και Σύρος, 17 Σεπτεμβρίου 1920. ΑρχείοΊωνος Δραγούμη, όπ. παρ. ' ι ο Επιστολή Δημ. Καψάλη προς Φίλιππο Δραγούμη, 14 Αυγούστου 1920, Αρχείο Φιλίππου Δραγούμη, φάκ. 141, υποφάκ. 9. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη"].
463
Ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου Θεμιστοκλής Σοφούλης θα διατυπώσει την άποψη ότι «ο Ιωάννης Δραγούμης εις εποχήν εθνικού μαρασμού ότε πάσα εθνική ελπίς και εθνική σκέψις εθεωρείτο μόνον ως αναγνώρισις πνευματικής αδυναμίας, ήτο εκ των ολίγων εκείνων, όσοι διέσωζαν άσβεστον την φλόγα της πίστεως εις το μέλλον αυτής, είχε αφιερώσει όλας του τας δυνάμεις, τας πνευματικός και ψυχικός και ως διανοούμενος με το λεπτόν του και πολιτικόν του αίσθημα και ως στρατιώτης με την άφοβον ψυχήν του εις την εθνικήν ιδέαν ... Και όμως εις το παρελθόν η προσδοκία και η πεποίθησις ημών ότι, όπως εις το παρελθόν, ο Ιωάννης Δραγούμης ούτω και εις το μέλλον, όταν θα διελύετο η αχλύς των παθών, θ' απέβαινε και πάλιν μέγας συντελεστής εθνικής εργασίας και προόδου.»
311
.
Ο Κων. Ζαβιτσιάνος πρότεινε να συνταχθεί ψήφισμα της Βουλής με το οποίο θα εκφραζόταν η λύπη του Σώματος για τον θάνατο του Δραγούμη. Ο Ζαβιτσιάνος στις Αναμνήσεις του θα γράψει για τον Δραγούμη: «Ως προς τον δολοφονηθέντα Ίωνα Δραγούμη είναι γνωστόν ότι ούτος διέμενεν τότε εις την Κηφισιάν, όπου ουδεμία διασάλευσις της τάξεως εσημειώθη. Εμεινεν επομένως ανεξήγητον διατί απεφάσισε να εγκατάλειψη την Κηφισιάν, όπου θα έμενεν ανενόχλητος» και συνεχίζει παραθέτοντας την πληροφορία ότι «πολλοί υποστηρίζουν ότι έσπευσεν να έλθη εις Αθήνας δια να καταλάβη την εξουσίαν, την οποίαν θα εγκατέλειπεν η βενιζελική κυβέρνησις συνεπεία της επικρατήσεως των αντιβενιζελικών παραγόντων εις την οποίαν πολλοί βασιλικοί επίστευαν»312. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1920, τελέστηκε μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως του Ίωνα Δραγούμη από την ελληνική παροικία του Πόρτ Σάϊντ313, ενώ ο
w
"' Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1920. Συνεδρίασις της 26' Αυγούστου. σ. 1067. ""'" Κων. Ζαβιτσιάνου, Αναμνήσεις.... τ. Β", σ. 81. "''", Αρχείο Ίωνα Δραγούμη. Σειρά Α', φάκ. 21. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και Πανταινος, παράρτημα του Εκκλησιαστικού Φάρου Αλεξάνδρειας, τ. IB", τεύχ. 40, 2 Οκτωβρίου 1920, σ. 795.
464
Σύλλογος των Ελλήνων φοιτητών της Γενεύης «Αθηνά», στη συνεδρίαση της 16ης Νοεμβρίου 1920, εξέλεξε ευεργέτη του τον Ίωνα Δραγούμη314. Το Quai α" Orsay κάνει απλή αναφορά στη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, ενώ σε έγγραφο του Γαλλικού Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας επισημαίνεται ο κίνδυνος σοβαρών επιπτώσεων της δολοφονίας στη γαλλική εμπορική
ναυτιλία, αφού στους Αντιβενιζελικούς
κύκλους
η Γαλλία
315
θεωρούνταν έμμεσος αυτουργός . Σε έγγραφο του μάλιστα προς το γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών, ο Ιωάννης Σπετσιώτης, διευθυντής της Εταιρείας Κοινωνικών και Πολιτικών ανασκευάσει
τις
Επιστημών Αθήνας, θα προσπαθήσει
κατηγορίες ότι ο Δραγούμης
ήταν
να
Αντιανταντικός,
επικαλούμενος το τηλεγράφημα από την Πετρούπολη με το οποίο ο τελευταίος συνιστούσε έξοδο στο πλευρό της Entente316. Οι οκτώ εκτελεστές του Δραγούμη έμειναν στα κελλιά τους δύο μήνες περιμένοντας τη δίκη.
Η δίκη άρχισε λίγο πριν απ' τις εκλογές και
συνεχίστηκε μετά την ήττα του Βενιζέλου. Στη δίκη αυτή αναδύθηκε για πρώτη φορά το όνομα του Εμμ. Μπενάκη. Πράγματι, το 1921 ο Μπενάκης θα παραπεμφθεί για ηθική αυτουργία στην εκτέλεση του Δραγούμη. Ενα χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 1922, θα αθωωθεί, αφού οι καταθέσεις των δύο αδελφών του Δραγούμη, της Ναταλίας Μελά και της Εφης Καλλέργη, ήταν αθωωτικές γι' αυτόν. Καταλόγισαν στον Μπενάκη εγκληματική αδιαφορία κατά την ώρα της σύλληψης του Ίωνα κι όχι δόλια προαίρεση για τη δολοφονία του 3 1 7 . Ο Εμμ. Μπενάκης πέθανε το 1929. Εξι χρόνια αργότερα, το 1935, ο Παύλος Γύπαρης, στη δίκη του '35, θα καταλογίσει στον Μπενάκη ηθική αυτουργία στη δολοφονία του Δραγούμη, όπως φαίνεται από τα πρακτικά
315 316 31
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, όπ. παρ. MAE Europe 1918 - 1940 / gr 52, εγγρ. Αρ. 224, 18 Αυγούστου 1920. Όπ. παρ. 9 Σεπτεμβρίου 1920. Φρ. Γερμανός, οπ. παρ., σ. 256-257.
465
που δημοσιεύονται στην «Καθημερινή»
Ο Αντ. Μπενάκης, γιος του Εμ.
Μπενάκη θα δημοσιεύσει στο «Βήμα» απαντητική επιστολή, στην οποία αντικρούει τους ισχυρισμούς του Γύπαρη, καταλήγοντας: «Απ'
εδώ κι
εμπρός, ό,τι και να γραφτεί επάνω στο θέμα, η οικογένεια Μπενάκη δεν θα προσθέσει λέξη! Γιατί ακόμα κι αυτό θα ήταν μία ύβρις....»319. Θα αρκεστούμε σ' αυτές τις αδρές γραμμές για τις συνθήκες δολοφονίας του Δραγούμη, αφού η περαιτέρω προσπάθεια εξιχνίασης των συνθηκών αυτών ξεφεύγει από τα όρια του θέματος μας. Η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη κηλίδωσε την πολιτική ζωή της χώρας, όπως άλλωστε και η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου στο σιδηροδρομικό αντανακλούν
σταθμό της Λυών. Εντάσσονται
το κλίμα του ακραίου φανατισμού που
και οι δύο και σφράγισε, στο
αποκορύφωμα της, την περίοδο του εθνικού Διχασμού. Η δολοφονία του Δραγούμη στις 31 Ιουλίου του 1920 υπήρξε ο τραγικός επίλογος μίας πολυτάραχης ζωής, αλλά και μίας πολυκύμαντης, όσο και αμφιλεγόμενης πολιτικής σταδιοδρομίας. Αλλωστε και η περίοδος της πολιτικής του δράσης (1915 - 1920) υπήρξε μία από τις πιο ταραγμένες και αμφιλεγόμενες περιόδους της νεοελληνικής Ιστορίας.
s 0
Η Καθημερινή, 3 Μαΐου 193 5. Το Βήμα. 29 Μαΐου 1935.
466
Ο ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ: ΜΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ Πολλές υπήρξαν οι κρίσεις για την προσωπικότητα και το έργο του Ιδα. Οι ιδέες του Δραγούμη για τον νεοελληνικό πολιτισμό και τη θέση του στο ευρωπαϊκό πολιτισμικό περιβάλλον θα επικροτηθούν από αρκετούς μεταγενέστερους συγγραφείς αλλά και θα γεννήσουν ερωτηματικά. Ο Ανδρέας Καραντώνης θα γράψει γι' αυτόν: «Ήταν ένας κοσμογυρισμένος, γνώρισε την δυτική παιδεία , όμως ποτέ δεν έφυγε από το πλευρό του Μακρυγιάννη
...Απεχθανόταν
τον
αστόχαστο
κοσμοπολιτισμό,
ενώ
παραδεχόταν τη θεωρητική ισοτιμία των εθνών και δεν αντιπαθούσε τον σοσιαλισμό ως κοινωνικό σύστημα. Ήταν ένας ταξιδιώτης του κόσμου, με κέντρο την πατρίδα του και κάθε λιθάρι της πατρίδας του»1. Ο
Κ.Θ.
Δημαράς θα γράψει επιβεβαιώνοντας
τις
Ευρωπαϊκές
επιδράσεις στο έργο του Ίωνα: «Μέσα στο έργο του και μέσα στη σκέψη του περνάει συχνά η μνήμη του Νίτσε και η μνήμη του Barrés ... Στα χρόνια αυτά βέβαια ο Γερμανός φιλόσοφος και ο Γάλλος συγγραφέας ασκούσαν την πιο έκδηλη επίδραση τους επάνω στην Ευρωπαϊκή και ιδιαίτερα τη γαλλόφωνη γραμματεία και ήταν επόμενο ένας στοχαστικός νέος που παρακολουθούσε τα δυτικά πράγματα απ' αυτούς ιδίως να επηρεασθεί, μα η επίδραση σημειώνεται στην κατεύθυνση όπου ιστορικοί λόγοι οδηγούσαν τον νέο ελληνισμό. Ο Δραγούμης βρήκε στον Barres και στον Νίτσε αυτά που ζητούσε»2. Ο
Ν. Γιαννιός θα υποστηρίξει: «Μορφή ευγενική, χαρακτήρας
σταθερός. Αγάπησε ό,τι ήταν ελληνικό, εθνικό και μπορούμε να πούμε πως ο ίδιος στάθηκε ο πνευματικός πατέρας του ελληνικού εθνικισμού. Στάθηκε ο
Ανόρ. Καραντώνης, «Η Σαμοθράκη του Ίωνος Δραγούμη». Ελληνική Δημιουργία, τευχ. ! 12. (1952), σ. 396. " " Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, τ. Β*. Αθήνα 1975, σ. 130.
467
θεωρητικός του απολογητής που ζητούσε με βάση τις εθνικές παραδόσεις, να δημιουργήσει νεοελληνικό πολιτισμό»3. Ο Roland Hampe, στην εισαγωγή της μετάφρασης της Σαμοθράκης, θα σημειώσει: «Ο Ίων Δραγούμης είδε σαν αποστολή της ζωής του να ξυπνήσει την αμυντική δύναμη του λαού του, γενικά να του δυναμώσει την ίδια του την συνείδηση, για να αντισταθεί στην επίδραση των περασμένων του και της Ευρώπης»4. Ο Ι. Δεδόπουλος αντιστοιχίζει τον Ίωνα Δραγούμη με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο στο άρθρο του «Το Ευρωπαϊκό Πνεύμα»5, ενώ ο Μ. Χατζηπατέρας θα γράψει για τον Ίωνα: «Ο Ίωνας Δραγούμης εύρισκεν ότι η φυλή έχει ακόμα κάτι ανώριμο, αλλά ακαταστάλαχτο, που δεν κάνει ευχερή τη δημιουργία ενός σημαντικού πολιτισμού για το άμεσο μέλλον»6. Ο Γιάννης Χατζίνης θα γράψει για τον Ιδα : «Μαθητής του Νίτσε, ο Ίων Δραγούμης και βαθύτατα επηρεασμένος από το κήρυγμα του της Δυνάμεως είχε συγχρόνως κάτι από την ψυχική και διανοητική ευαισθησία του δασκάλου του. Αλλά ό,τι τον ξεχωρίζει από κείνον είναι ακριβώς εκείνο που ξεχώριζε τον Μπαρρές, η ανάγκη να μεταβάλει τη θεωρία σε πράξη, γΓ αυτό η ζωή του είναι μια πάλη αδιάκοπη ... Είταν αντιδημοκρατικός ο Δραγούμης, όπως ήταν και ο Νίτσε . Πίστευε μαζί του, πως το πλήθος έχει ανάγκη ενός κυρίου και αφέντη, όπως έχει ανάγκη του καθημερινού ψωμιού. Απομένει όμως αμφίβολο, αν ο Ίων Δραγούμης θα έμενε ένας απλός θεωρητικός του εθνικοσοσιαλισμού ή θα μπορούσε να συνδυάσει και την άμεση δράση ...»7. Ο G. Augustinus θα γράψει για τον Δραγούμη: «Αντιπροσώπευε την τελευταία και πιο συνειδητή προσπάθεια των παραδοσιακών στοιχείων της
3
Ν. Γιαννιός, «Ο Δραγούμης και ο σοσιαλισμός», Νέα Εστία, τ. 29 (1941), σ. 261. R. Hampe, Εισαγωγή στη μετάφραση της Σαμοθράκης, Potsdam 1942. 5 1 . Δεδόπουλος, «Το Ευρωπαϊκό Πνεύμα», Η Καθημερινή, 27 Οκτωβρίου 1949. 6 Μ. Χατζηπατέρας , «Ο Ίων Δραγούμης και η συνείδησις της εθνότητας», Φως Θεσσαλονίκης, 20 Μαρτίου 1949. 7 Αρχείο Ίωνος Δραγούμη , Σειρά Β', φάκ. 16, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, και Πνευματική Ζωή, 10 Φεβρουαρίου 1939. 4
468
κοινωνίας να εμποδίσουν τη δυτικοποίηση της Ελλάδος»8. Επισημαίνει την ειρωνεία στη στάση του Δραγούμη, που χρησιμοποιούσε βιταλιστικές αντιθετικιστικές ιδέες του συρμού τότε στην Ευρώπη, για να αντισταθεί στην Ευρώπη. Το σύστημα ιδεών που καλλιεργείται στην Ελλάδα είναι ο γαλλικός εθνικισμός της Τρίτης Δημοκρατίας, όπως διαμορφώθηκε μετά την ήττα της Γαλλίας στον γαλλο-πρωσσικό πόλεμο, το 1871. Το ρεύμα αυτό δεν ήταν μόνο πατριωτικό. Συγκροτήθηκε ως άμυνα απέναντι στο κοινωνικό κίνημα και ως απάντηση στην απειλή του σοσιαλιστικού διεθνισμού. Κατά την Ρ. Σταυρίδη - Πατρικίου,^ ο Δραγούμης υπήρξε κατ' εξοχήν αποδέκτης του εθνικισμού. Αντίθετα όμως από τον Barres, ο οποίος στο απόγειο της συλλογιστικής του τοποθετούσε το τέλειο γαλλικό κράτος με την ισχυρή κεντρική εξουσία, ο Δραγούμης κατέληξε στην πρόταση για την ανασύσταση μιας Ανατολικής Αυτοκρατορίας^; Οι πολιτικές του θέσεις σχετικά με τον κοινοτισμό, τον σοσιαλισμό, η προσφορά του στην επίλυση εθνικών ζητημάτων όπως το Μακεδόνικο, το Δωδεκανησιακό, η δριμεία κριτική του στην πολιτική του Βενιζέλου και των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων της περιόδου 1915-1917 αξιολογήθηκαν θετικά από μεταγενέστερους. Ο Άγγελος Τερζάκης θα κάνει υμνητική αναφορά στον Ίωνα Δραγούμη σε άρθρο του στο «Βήμα» με τίτλο η «Μεγάλη Στιγμή»10. Η εφημερίδα
«Μακεδονία»
θα εξυμνήσει
τη
«Σαμοθράκη»
του
Ίωνα
Δραγούμη11, ενώ η «Πρόοδος» των Σερρών θα δημοσιεύσει τις απόψεις του Δραγούμη για την τοπική αυτοδιοίκηση12. Στην εφημερίδα «Καιροί», θα δημοσιευθούν αποσπάσματα της αγόρευσης του Δραγούμη στη Βουλή για
8
G. Augustinos, Conscioimsess and Historw Nationalistic Critis of Greek society 18971914. New York. 1977, σ. 116. P. Σταυρίδη- Πατρικίου, «Ιδεολογικές διαδρομές», στο Ιστορία του Νέου Ε/Μρισμοΰ, τ. 6. Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα 2004. σ.248. 10 Αγγ. Τερζάκης. «Η Μεγάλη Στιγμή». Το Βήμα . 25 Μαίου 1949. Μακεδυvia . Θεσσαλονίκη 10 Ιουλίου 1949. '" Πρόοδος, Σέρραι31 Ιουλίου 1947.
469
την απόβαση των Αγγλογάλλων στη Θεσσαλονίκη και την εσφαλμένη ερμηνεία της ελληνοσερβικής συνθήκης από τον Βενιζέλο13. Στο «Βήμα», τον Μάρτιο του 1948, θα δημοσιευθούν άρθρα του καθηγητή Τζέκινς με τίτλο «Ο Ίων Δραγούμης και η Μακεδονία»14, ενώ για την προσφορά του Δραγούμη στο Δωδεκανησιακό κατά το 1912 γίνεται λόγος στο άρθρο του Μιχ. Καλαβρού: «Ο Ίων Δραγούμης και η Δωδεκάνησος»15. Ο Δημ. Τσάκωνας
συσχετίζει τον Ι. Δραγούμη
με τον Αλεξ.
Παπαναστασίου και κάνει λόγο για την ηθική ενότητα Μοριά και Μακεδονίας μέσω των δύο αυτών μορφών: «Ο πρώτος εκφράζει το κοινοτικόν αίτημα του Νέου Ελληνισμού εις το οποίον υποτάσσεται το Κοινωνικόν Δέος που εκπροσωπεί ο δεύτερος»16. Συσχετίζει τον Καποδίστρια και τον Δραγούμη και θεωρεί τον δεύτερο προέκταση του πρώτου. Αξίζουν
ιδιαίτερη
μελέτη
δύο
κείμενα
που
αναφέρονται στη
προσωπικότητα, την ιδεολογία και την πολιτική δράση του Δραγούμη. Το πρώτο είναι ένα άρθρο του Α. Τρανού στον «Νουμά», που αναφέρεται στην συνεργασία των δύο ανδρών στο περιοδικό. Τον Νοέμβριο του 1911, ο Δραγούμης και ο Τρανός επιχειρούν να δώσουν μια πολιτική χροιά στον «Νουμά». Η συνεργασία αυτή βάστηξε έως τον Απρίλιο του 1912, συνάντησε όμως την αντίδραση όσων ήθελαν τον «Νουμά» καθαρώς φιλολογικό περιοδικό. Ο Τρανός αναφέρει αναλυτικά την πνευματική του επικοινωνία με τον Ιδα για την ίδρυση της Επιστημονικής Εταιρείας Πολιτικών Μελετών. Στις συναντήσεις των μελών της Εταιρείας ο Δραγούμης, παρά την αντιβενιζελική του τοποθέτηση, διατύπωσε την άποψη πως θα ήταν προτιμότερο να μην πέσει ποτέ ο Βενιζελισμός, αν ήτανε, πέφτοντας αυτός να ξαναγυρίσουμε στην καθαρεύουσα: «Και σιγά - σιγά ξεκαθάριζε η σκέψη πως τα νεώτερα στοιχεία στην αντιπολίτευση έπρεπε να συνεργαστούνε δυνατά για να
"' Καιροί. 7 Αυγούστου 1949. Το Βήμα, Μάρτιος 1948. b Μιχ. Καλαβρός. «Ο Ίων Δραγούμης και η Δωδεκάνησος», Το Βήμα, 21 Μαρτίου 1948. 16 Ε/Ιηνικός Βορράς, Θεσσαλονίκη 13 Μαρτίου 1952. Μ
470
τραβήξουν μπροστά επιβάλλοντας τη θέληση τους για μια προοδευτική δράση σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής, χωρίς ξενισμούς μα και χωρίς
τη παραμικρή
οπισθοχώρηση
από
τις κερδισμένες αξίες του
πολιτισμού, και μην αφήνοντας την Αντίδραση να επικρατήσει στις τάξεις μας. Γι' αυτό και στο πρώτο μανιφέστο της εταιρείας, τονίζοντας την ανάγκη διπλής εργασίας, επιστημονικής, για τη μελέτη των συνθηκών (παρελθόν και μέλλον) και πολιτικής (στη γενικώτερη έννοια) για τη δουλειά του μέλλοντος βάλαμε για σκοπό της μελλοντικής εργασίας τη δημιουργία γνήσιου νεοελληνικού πολιτισμού, χωρίς μίμηση άλλων εθνών, αλλά σύμφωνα με τις ιστορικές και φυλετικές παραδόσεις και με τη σημερινή προοδευτική τάση που βασίζεται στην καθημερινή μεγαλύτερη επιρροή του λαού στη ρύθμιση των κρατικών πραγμάτων»17. Ο Δραγούμης, κατά τον Τρανό, θα σήκωνε
το λάβαρο μιας
καινούργιας αντιπολίτευσης, αφού οι ιδέες του ήταν εντελώς ξένες προς τους αναγκαστικούς συνεργάτες του. Απέκρουσε την ένωση με τον Βενιζελισμό ως ανελεύθερο σύστημα και σύστημα που στην πολιτική εφάρμοσε την αντιγραφή και τη μίμηση, δηλαδή τον ξενισμό. Επίσης, δεν μπορούσε να συνεργαστεί με τα προοδευτικά στοιχεία, τα οποία είχαν προσκολληθεί στο σύστημα. Εάν πάλι η Αντιπολίτευση έπαιρνε στα χέρια της τη διακυβέρνηση και εφάρμοζε αντιδραστικές ιδεολογίες, τότε πάλι είχε ξεκαθαρίσει ότι θα αντιπολιτευόταν τους σημερινούς συνεργάτες του. «Και μια τέτοια κίνηση θα ήταν ευκολότερη σαν ένας αγώνας προς τη σημερινή Αντιπολίτευση, παρά σαν ένας αγώνας με τον Βενιζελισμό και γι' αυτό μ' όλες τις επιφυλάξεις
Α. Τρανός. «Ο εθνικιστής, ο Αντιπολιτευόμενος». Νουμάς, Αριθ. 697, 15 Αυγούστου 1920. σ. 100-101.
471
και μ' όλους τους δισταγμούς το πρώτο ήτανε να πολεμηθεί ο Βενιζελισμός και το δεύτερο η αντίδραση μέσα στον αντιβενιζελισμό, αν τυχόν δεν κατόρθωνε να παραμερισθεί με την ηθική επιρροή των
προοδευτικών
στοιχείων της Αντιπολίτευσης... »18. Κατά τον Τρανό, ο Δραγούμης θέλησε να επανατοποθετήσει τον εθνικισμό σε άλλη ιδεολογική βάση, αφού σκοπός του δεν ήταν ο ιμπεριαλισμός, αλλά η απελευθέρωση υπόδουλων αδελφών. Ο Δραγούμης είχε Μακεδόνικη αριστοκρατική καταγωγή. Ήταν όμως εθνικιστής. Από την άλλη μεριά, ο Α. Τρανός ήταν μικροαστός από αγροτική οικογένεια και έδινε μεγαλύτερη
έμφαση
στα
εσωτερικά
ζητήματα
του
ελληνισμού,
τη
μεταρρύθμιση των δομών του Κράτους για την αβίαστη ανάπτυξη του δημοκρατικού πολιτεύματος. Θέλοντας να εμφανίσει και τις γνώμες των σοσιαλιστικών κύκλων για τον Ίωνα Δραγούμη , ο «Νουμάς» παραθέτει στο ίδιο φύλλο άρθρο του Π. Χάλκου (Ι. Κορδάτου, πολιτικού αρθρογράφου του Ριζοσπάστη και μέλους της Κεντρικής Επιτροπής του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος) με τίτλο: «Ο Πολιτικός Ι. Δραγούμης»: «Η αστική μας τάξη πρέπει να κλάψει ειλικρινά την τραγική δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη. Έχασε έναν πολιτικό από τους πιο διαλεχτούς, τίμιους και ηθικούς. Ο αντιπολιτευόμενος αστικός κόσμος ίσως έχασε τον μόνο πολιτικό άνδρα που μπορούσε με τα ηθικά και πνευματικά του προσόντα να αντικρούσει και να πολεμήσει τη βενιζελική ιδεολογία. Ο τραγικός του θάνατος αφαιρεί από την αστική αντιπολίτευση το σημαντικότερο
της
φιλελευθερισμό της
παράγοντα >19
και
κλονίζει
την
κυβέρνηση
στον
».
Μ' έναν μυστικισμό επίμονο πίστευε στην υπεροχή της Ελληνικής φυλής. Από τη πίστη του αυτή δεχόταν πως οι Έλληνες σοσιαλιστές δεν παραβαίνουν
η
τις αρχές τους, αν επιδιώξουν
ένα κυρίαρχο ρόλο στη
Όπ. παρ. σ. 102. Π. Χάλκος . «Ο πολιτικός Ι. Δραγούμης», Νουμάς. αριθ. 697, 15 Αυγούστου 1920, σ. 108.
472
Βαλκανική μέσα στα
άλλα Σοσιαλιστικά κόμματα. Πίστευε ακόμη σε μια
Βαλκανική Ομοσπονδία με πλατύτερο πρόγραμμα. Πάντα ξεκινούσε από μια ριζοσπαστική ιδέα, πως η θέληση μερικών ανθρώπων μπορεί να κάμει πολλά. Παραμέριζε πολύ τον οικονομικό παράγοντα στη κοινωνική εξέλιξη και μιλούσε με ενδιαφέρον για τον Διεθνή Σοσιαλισμό. Ωστόσο, παρά το όψιμο ενδιαφέρον του για τον σοσιαλισμό, ο Δραγούμης ήτανε πάντα ο ίδιος σκληρός εθνικιστής που πολέμησε τον Σκληρό. Η Ρωσική Επανάσταση τον ανάγκασε να ενσκύψει στη Σοσιαλιστική Ιδεολογία. Είδε πως ο διεθνής σοσιαλισμός δεν είναι ουτοπία. Δεχότανε για το απώτερο μέλλον την πτώση του αστισμού, μα από ιδιοσυγκρασία και συντηρητικότητα αποδοκίμαζε τη βίαιη προλεταριακή επανάσταση. Μιλούσε για την πιθανότητα μελλοντικής βαλκανικής
Ομοσπονδίας
με κυρίαρχο
τον ελληνικό σοσιαλισμό
και
επιθυμούσε την ουτοπιστική, κατά τον Π. Χάλκο, σύζευξη εθνικισμού και σοσιαλισμού20. Το μένος του εναντίον του Βενιζέλου τον οδήγησε σε συγχρωτισμό και συνεργασία με τους Αντιβενιζελικούς. Ο Βενιζελισμός χρεωκόπησε στην εσωτερική πολιτική, αλλά στην εξωτερική ήταν θριαμβευτής . Έτσι λοιπόν, ο Δραγούμης θεωρώντας μοιραία και αναπόφευκτη την ένωση όλων των αστών πολιτικών, και παρακινούμενος στις πολιτικές του σκέψεις και ενέργειες από το μίσος του εναντίον του Βενιζέλου, «Έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως πολύ γρήγορα θάλλαζε οριστικά γνώμη και θα σήκωνε δική του αντιπολιτευτική σημαία. Η χειρονομία του αυτή θα ήτανε απαρχή για νέες πολιτικές ζυμώσεις με ξεκαθαρισμένες προγραμματικές κατευθύνσεις ... Τελειώνουμε τις λίγες αυτές γραμμές για τον τίμιο και ευγενικό πολιτικό αντίπαλο της σοσιαλιστικής ιδεολογίας μας, που αν και δεν πίστευε σ' αυτήν, την σεβότανε όμως πάντα»21. Ο Δραγούμης, ως πολιτικός, συνέλαβε το ακανθώδες πρόβλημα της
21
Όπ. παρ. Όπ. παρ. σ. 109.
473
πολιτισμικής ταυτότητας του Νέου Ελληνισμού και προσπάθησε να δώσει μια λύση γι' αυτό. Ο Ελληνισμός δεν είναι ούτε Ανατολή, ούτε Δύση. Είναι ο μεσάζοντας, ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους. Είναι βέβαια τοποθετημένος πιο κοντά στην Ανατολή, χωρίς όμως να χάνει την ευρωπαϊκότητά του. Ο Ελληνισμός, κατά τον Δραγούμη, διαφέρει στον πολιτισμό και την ιδιοσυγκρασία από τα νεολατινικά και γερμανικά έθνη. Αυτή η διαφορά οφείλει να αντανακλάται και στην πολιτική δράση. «Και τον συναγελασμόν ακόμη με ξένους λαούς τον εννοούμεν, φθάνει να έχωμεν πάντα την ικανότητα να νιώθομεν τον εαυτό μας, την ιδικήν μας χωριστήν υπόστασιν, φθάνει να είμεθα άξιοι και να ξαναενθυμούμεθα τον εαυτό μας» 22 . Η έμφαση αυτή του Δραγούμη στον Ανατολισμό δεν τον απομακρύνει εντελώς από την Ευρώπη και δεν τον ωθεί σε έναν ιδιότυπο νεοελληνικό «απομονωτισμό». «Δεν είπαμεν ποτέ ότι ο Ελληνισμός πρέπει να μένη απομονωμένος και να σήπεται αδρανής και ακίνητος εις την μοναξιά του. Και είπαμεν ότι πρέπει να ξεύρη να συνδυάζεται με άλλους λαούς διά να επιτυγχάνει τους πολιτικούς σκοπούς του. Και εβεβαιώσαμεν ότι συνδυάζεται καλύτερα με ξένους λαούς, όταν αυτοί τον σέβονται, και ότι τον σέβονται, μόνον όταν διατηρεί την χωριστήν υπόστασίν του και την υπερηφάνειάν του και τον περιφρονούν όταν φέρεται δουλικά, ξενότροπα, και λεβαντίνικα»23. Ο Μακεδόνικος Αγώνας και η εθνικιστική διαπάλη ενέπνευσαν στον Δραγούμη μια αίσθηση αποστολής και αποτέλεσαν την οδό διαφυγής του από την απραξία και τη μετριότητα της απασχόλησης στο Δημόσιο. Η έντονη ανάμειξη του στη Μακεδονία, ωστόσο, και η ενεργός παρουσία του σε όλα τα εθνικά ζητήματα δεν τον κράτησαν σε αρμονία με την εποχή του. Ποθούσε μια επιστροφή στη φύση σε μια χώρα που δεν υπέφερε από τις αρνητικές συνέπειες της εκβιομηχάνισης, αλλά από αγροτική υπανάπτυξη. Επιδίωξε να
" : Ι. Δραγούμης, «Ο Ελληνισμός και οι Φράγκοι». Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α', φάκ. }5.υπ. β', Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. "' Όπ. παρ.
474
αναβιώσει παραδόσεις κοινοτικής ζωής που είχαν καταργηθεί κάτω από τη συγκεντρωτική επίδραση του σύγχρονου κράτους. Στις πεποιθήσεις
του Δραγούμη
διαπιστώνει
κανείς
σημαντική
κινητικότητα και αλλαγή. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως θιασώτης του παραδοσιακού αλυτρωτισμού, αλλά βαθμιαία άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι η ισχύς του έθνους δεν ήταν συνώνυμη με τη μεγέθυνση του κράτους. Αντί να επιχειρήσει
να
ανασυστήσει
την
αρχαία
Ελλάδα
και
τη
Βυζαντινή
Αυτοκρατορία, πίστευε ότι το κράτος όφειλε να χαράξει τα όρια του ως εκεί που έφτανε το έθνος24. Θα σημειώσει στο Ημερολόγιο του ότι «καταργείται η Μεγάλη Ιδέα και πολιτική αποκατάσταση του Ελληνισμού είναι η ένωση της 25
φυλής σε ένα κράτος πιο συμμαζεμένο από το βυζαντινό» , χωρίς να αποσαφηνίζει το περιεχόμενο του όρου «πιο συμμαζεμένο» κράτος. Η φυγή του Δραγούμη από τον αλυτρωτισμό που είχε ως κινητήρια δύναμη το κράτος δεν τον
οδήγησε στον εναγκαλισμό της πνευματικής
εξουσίας του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης ως εναλλακτικού ηγετικού πόλου για τους Ελληνες. Σεβόταν απεριόριστα την Εκκλησία, την οποία θεωρούσε κομβικό στοιχείο συνοχής των ελληνικών κοινοτήτων της Οθωμ. Αυτοκρατορίας. Στα Υπομνήματα του προς το Συμβούλιο των Δυνάμεων το 1919 υπεραμύνεται διαρκώς του ενισχυμένου
ρόλου που
όφειλε να
διεκδικήσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη νέα ρύθμιση του Ανατολικού ζητήματος μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και στην κοινοτική αυτοδιοίκηση που ζητούσε για τους Ελληνες της Ανατολής. Ωστόσο ο σεβασμός του για την Εκκλησία περιοριζόταν σε μια σχέση πολιτισμικής συγγένειας, ενώ ο κοσμικός εθνικισμός του ερχόταν σε αντίθεση με το οικουμενικό πνεύμα του ορθόδοξου Γενάρχη. «Οι δεσποτάδες δεν είναι Ελληνες, είναι Χριστιανοί»26, θα γράψει. Μαζί με τον Σουλιώτη θεωρούσε ότι οι Ελληνες ήταν περισσότερο «συμβατοί» με τους μουσουλμάνους Τούρκους παρά με τους ορθόδοξους «Ο Ελληνισμός και οι Ελληνες», σ. Ι Ι 8 " Οπ.παρ., σ. 144. 6 " Οπ.παρ., σ.22.
475
Βουλγάρους, ενώ ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ' αντιμετώπιζε ολόκληρο τον Χριστιανικό λαό ως ποίμνιο του. Ο Δραγούμης μεταφέρει το πρόβλημα της άμιλλας, του φυσιολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των εθνών από τον υλικό στον ηθικό τομέα. Στο ανέκδοτο έργο του «Οι Τρεις Φίλοι» θα σημειώσει: «η άμιλλα μεταξύ των εθνών πρέπει να πάψει να είναι υλική και πρέπει να περιορισθεί στο ηθικό της μέρος, τον πολιτισμό, αδιάφορο αν και ο κάθε πολιτισμός είναι στην αρχή του απόρροια
της κάθε οικονομικής
οργάνωσης»27.
Ακόμη
και αν
περισταλούν οι οικονομικές ανισότητες μεταξύ των εθνών θα υπάρχει πάντα το πεδίο της πολιτισμικής άμιλλας , όπου θα ανταγωνίζονται τα έθνη. Η αντίληψη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για την εποχή μας, όπου η έμφαση δίνεται στην οικονομική και τελωνειακή ένωση μεταξύ των Ευρωπαϊκών εθνών. Ο τερματισμός του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και η σύσταση της Κοινωνίας των Εθνών άνοιξαν νέα εποχή στην εξέλιξη της διεθνούς κοινωνίας. Απόρροια ιδεών και πρωτοβουλιών γόνιμων και ρηξικέλευθων, η Κοινωνία των Εθνών μετέβαλε ριζικά την αντίληψη για τη δομή της διεθνούς κοινωνίας και έδωσε πρακτική υπόσταση στην αρχή της ορθολογικής οργάνωσης των διεθνών σχέσεων. Η ιδέα ενός
οικουμενικού διεθνούς
οργανισμού, βασισμένου στον ορθό λόγο και το δίκαιο κυοφορήθηκε έντονα στην διάρκεια των ετών του πολέμου και διατυπώθηκε, για πρώτη φορά, από τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Woodrow Wilson, σε μήνυμα του προς το Κογκρέσσο στις αρχές του 1918: «Θα όφειλε να συσταθεί με συμβατική πράξη μια γενική Κοινωνία των Εθνών με σκοπό την παροχή αμοιβαίων εγγυήσεων πολιτικής και εδαφικής ανεξαρτησίας τόσο στα μικρά όσο και στα μεγάλα κράτη»28. Η αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών θα αντικαταστήσει τη
" ΑρχείοΊωνος Δραγούμη. Σειρά Α' . φάκ. 28. ΓελΎάδειος Βιβλιοθήκη. ' Κ. Σβολόπουλος, Η οργάνωση της διε&νυύς κοινωνίας, Εκδ. Σάκκουλα. Θεσσαλονίκη] [996. σ. 60.
476
λογική της ισορροπίας των Δυνάμεων, που είχε πρυτανεύσει στο Συνέδριο της Βιέννης το 1815. Την προστασία του εδαφικού καθεστώτος, που θα διαμόρφωναν οι συνθήκες ειρήνης, θα αναλάμβανε η Κοινωνία των Εθνών, η οποία θα παρείχε αμοιβαίες εγγυήσεις της πολιτικής ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας των αντιπαράθεση
των
μελών
της. Στη
εθνικισμών,
οι
μεταπολεμική οικονομικές
Ευρώπη όμως, η μεταβολές
και
οι
μεταναστευτικές κινήσεις, που θα άλλαζαν τη σύνθεση των πληθυσμών σε ορισμένες περιοχές και κατά συνέπεια θα δημιουργούσαν νέα πολιτικά προβλήματα, αποτελούσαν παράγοντες αβεβαιότητας στην οριστική ρύθμιση των συνόρων. Ο ειρηνικός διακανονισμός των Βερσαλλιών και οι παράλληλες συμβατικές εκφάνσεις του έχουν αποτελέσει αντικείμενο σκληρής κριτικής. Συχνά χαρακτηρίσθηκαν
ως μονομερείς διευθετήσεις, ερειδόμενες σε
ασταθείς και εύθραυστους συμβιβασμούς, που περιέκλειαν το σπέρμα της σύγκρουσης. Από την άλλη πλευρά, δεν έλειψαν και εκείνοι που υποστήριζαν ότι οι συνθήκες ειρήνης ήταν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, που μπορούσε να επιτευχθεί υπό το κράτος της δεδομένης συγκυρίας. Λ Η εκ νέου χαρτογράφηση της Ευρώπης από τη συνδιάσκεψη της ειρήνης ικανοποιούσε το εθνικό αίσθημα των λαών. Απαιτήθηκε, ωστόσο, ο ακρωτηριασμός ή και η διάλυση των αυτοκρατοριών, που βρίσκονταν στο στρατόπεδο των ηττημένων με συνέπεια τον πολιτειακό κατακερματισμό της κεντρικής Ευρώπης και τους συνακόλουθους ανταγωνισμούς, οι οποίοι έκαναν επισφαλή την ισορροπία που επιδίωξαν οι συντάκτες των συνθηκών ειρήνης. Η αρχή των εθνοτήτων και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών εφαρμόστηκαν σε αρκετές περιπτώσεις επιλεκτικά και συνδυάστηκαν με την εξυπηρέτηση των στρατηγικών συμφερόντων των νικητών (π.χ. βόρειο Σλέσβιγκ, γερμανοπολωνικά σύνορα, τσεχοσλοβακικά σύνορα και Σουδητία , νότιο Τυρόλο, ζήτημα ένωσης Γερμανίας και Αυστρίας κ.α.). Από την άλλη
477
μεριά η Κοινωνία των Εθνών δεν κατάφερε να εγγυηθεί τη συλλογική 2
ασφάλεια κατά την περίοδο του μεσοπολέμου ^ Ο Δραγούμης πιστεύει ότι όλα τα έθνη κάποια στιγμή θα ενωθούν σε ευρύτερες συνομοσπονδίες. «Κοινωνία των Εθνών δεν είναι ανάγκη να γίνει, γιατί υπάρχει. Πρόκειται λοιπόν να γίνει σύνδεσμος των εθνών νεώτερος ή καλύτερα, οργάνωση της κοινωνίας των εθνών τέτοια ώστε να αποφεύγεται η αυτοδικία, να υπάρξουν διεθνικά δικαστήρια και διεθνική χωροφυλακή ή αστυνομία. Αυτό όμως μου φαίνεται ότι δεν θα κατορθωθεί μονομιάς, παρά θα γίνει πρώτα μια ομοσπονδία των εθνών της Ευρώπης ενάντια στην Αμερική και την Ιαπωνία (με τη Κίνα). Αυτή η ομοσπονδία θα επιταχύνει το σχηματισμό μιας παναμερικανικής ομοσπονδίας και μιας άλλης κίτρινης ομοσπονδίας. Ίσως γίνει και μια ομοσπονδία μουσουλμανική με κέντρο τις Ινδίες (ή δύο τέτοιες ομοσπονδίες μια ασιατική ινδική, και μια άλλη ασιατοαφρικανική με κέντρο την Αραβία , Αίγυπτο, Αλγερία, Μαρόκο). Τέλος μια Αυστραλιανή Ομοσπονδία»30. Σ' ένα από τα τελευταία του γραπτά συνοψίζει τις ιδέες του στραμμένος προς το μέλλον: «Η ειρήνη του 1919-1920 είναι σταθμός της ιστορίας των εθνών κατά τούτο, ότι εικονίζει την αποκρυστάλλωσιν της χωριστής ή αυτονομιστικής τάσεως των εθνών, όσα απέκτησαν ιδίαν εθνικήν συνείδησιν
ανεξαρτήτως
θρησκεύματος
και γλώσσας
και προμηνύει
συνασπισμούς εθνών εις ομοσπονδίας βασιζομένας όχι επί δυναστικών συμφερόντων, αλλ' επί κοινών γεωγραφικών και βιωτικών όρων και ανάγκης οικονομικής αυτάρκειας ... Οι δε πόλεμοι του μέλλοντος θα είναι πόλεμοι εθνικής αμύνης και πόλεμοι προς αποτίναξιν οικονομικών και πολιτικών ζυγών μη φυσιολογικών, με τάσιν σχηματισμού φυσιολογικών διεθνών συνασπισμών , εξαρτωμένων από κοινούς ιστορικούς, γεωγραφικούς και
" Θ. Χριστοδουλίδης. υπ.παμ.. σ. 558-560. 50 «Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ*. Σκόπελος. 28 Μαίου 1919. σ. 88-89.
478
οικονομικούς πόρους»31. Μέσα απ' αυτές τις γραμμές, θα μπορούσε να διαβλέψει κανείς τη διορατικότητα του Δραγούμη, ο οποίος προβλέπει τη δημιουργία
στο
μέλλον
ευρύτερων
διακρατικών
συνομοσπονδιακών
σχηματισμών. Στον
τομέα
των
διεθνών
σχέσεων
κρίνει
απαραίτητη
την
ισχυροποίηση του ελληνικού κράτους, τον περιορισμό της απομόνωσης του και την παράλληλη τοποθέτηση των συμφερόντων του σε τέτοια βάση, ώστε αφενός να προωθηθούν κατά το καλύτερο δυνατό τρόπο τα Ελληνικά συμφέροντα,
αφετέρου
να περιορισθούν
οι ξενικές επεμβάσεις στα
εσωτερικά του. Τα έθνη της Εγγύς Ανατολής πρέπει να συνενωθούν σε ομοσπονδιακή
βάση με σκοπό να καταστούν Μεγάλη Δύναμη και να
εξασφαλίσουν την ανεξαρτησία τους. Η κοινή μοίρα των ανατολικών εθνών φαίνεται και από τη συμπεριφορά των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων απέναντι τους. Ενώ χρησιμοποιούν τα μικρά Ανατολικά Έθνη για την εξυπηρέτηση των σκοπών τους, όταν βρεθούν σε δύσκολη θέση, προσπαθούν με διάφορους τρόπους να τα προσεταιρισθούν, όπως ακριβώς συνέβη με την Ελλάδα. Έτσι, σε μια στιγμή εσωτερικού διαλόγου θα γράψει ο Ίωνας στο Ημερολόγιο του : «Γιατί είναι τόσο βαθύ το πάθος , η εχθρότητα μεταξύ αδελφών πολιτών ; Γιατί στα οικογενειακά μας ανακατώθηκαν οι ξένοι;»32. Η σταθερή αντιβενιζελική του τοποθέτηση πηγάζει σε σημαντικό βαθμό από τη συνεργασία του Βενιζέλου με τις Δυνάμεις της Entente και την προκλητικά παρεμβατική συμπεριφορά των τελευταίων στα εσωτερικά της χώρας. Ο Δραγούμης, μέσα από τα άρθρα του και την αλληλογραφία του, φαίνεται να μην συμφωνεί καθολικά με την αντιβενιζελική αντιπολίτευση.
'"' «Ανασκόπησις των εξωτερικών γεγονότων της τελευταίας Επιθεώρησις, περίοδος Γ, έτος Α", αρ. 1 , 7 Ιουνίου 1920, σ. 15. '" «Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ" . Κορσική, 21 Ιουλίου 1919. σ. 111.
τριετίας».
Πολιτική
479
«Εγώ δεν είμαι ούτε Γουναρικός, ούτε Βενιζελικός» θα γράψει στον αδελφό του Φίλιππο33. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Δημ. Τσάκωνας το δράμα του Δραγούμη είναι ότι αποτέλεσε εξαίρεση. Ο Δραγούμης υπήρξε αντίθετος τόσο με τον Βενιζέλο, εκφραστή του αστικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας, όσο και με τον Γούναρη, εκπρόσωπο - κατά μία άποψη - της σοσιαλδημοκρατίας.
Θεωρούσε
και τους δύο ως εκπροσώπους της
Δυτικοευρωπαϊκής κοινωνικής και οικονομικής σκέψης. Ο ίδιος δίνει έμφαση στο κοινοβιακό ιδεώδες. Προσπαθεί να μεταποιήσει το κοινωνικό σχήμα της σοσιαλδημοκρατίας
σε
κοινοτική
συνείδηση,
υποτάσσοντας
έτσι ένα
Ευρωπαϊκό σχήμα στη κοινοβιακή παράδοση του ελληνισμού. «Τι είμαι; εθνικιστής; κοινωνιστής;» θα ρωτήσει τον εαυτό του, «όλα αυτά αλλά προπάντων άνθρωπος»34, δίνοντας ταυτόχρονα και την απάντηση . Ο Δραγούμης προσπάθησε να επαναφέρει τις κοινοτικές παραδόσεις, οι οποίες σιωπηρά είχαν εγκαταλειφθεί από το συγκεντρωτικό νεοελληνικό κράτος. Εξέφρασε αριστοκρατικές αντιλήψεις αντλημένες από τον
Barrés
και τον Maurass σε μια κοινωνία που δεν είχε αριστοκρατική τάξη κατά το πρότυπο της γαλλικής κοινωνίας.
Μίλησε για επιστροφή στο φυσικό
περιβάλλον σε μια χώρα που δεν είχε να αντιμετωπίσει τις αρνητικές συνέπειες της εκβιομηχάνισης, αλλά μια χρόνια υπανάπτυξη.35 Ακόμη και ο κοινοτισμός του Δραγούμη, παρά το γεγονός ότι αποτελεί ένα ακόμη μέσο για να χτυπηθεί ο νομικός πιθηκισμός του νεοελληνικού κράτους, δεν έχει κοινωνικό - οικονομικό περιεχόμενο, αλλά καθαρά διοικητικό. ΣτονΊωνα Δραγούμη, η κοινότητα θεμελιώνεται με μια διαχρονική ιστορική ανάλυση. Ακόμη και η τελική στροφή του Δραγούμη προς τον
'" Ίων προς Φίλιππο , 29 Ιουλίου 1916 . Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α', φάκ. 32. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. '' «Ημερολόγιο» Ε/ληνική Δημιουργία, τευχ. 1 12 (1952). σ. 423. 3 Th. Veremis. «From the National State to the stateless Nation 1821-1910» στο: Modem Greece : Nationalism and Nationality· redited by Markin Blin Khern and Thanos Veremis, ELIAMEP , Athens 1990, σ. 16.
480
σοσιαλισμό δεν είναι παρά ένα μέσο στην προσπάθεια του να διασώσει την κοινότητα μέσα στη σύγχρονη εποχή. Αντίθετα, όπως έχουμε αναλύσει^για τον Καραβίδα, θεμελιωτή του κοινοτικού συστήματος, ο
προεξάρχων
χαρακτήρας της κοινότητας δεν είναι ο διοικητικός, αλλά ο παραγωγικός όπου η παραγωγική βάση διοργανώνεται με την πρωτοβουλία των ίδιων των παραγωγών,5)6 Ο κοινοτισμός του Δραγούμη πρεσβεύει ένα όραμα
κοινωνικής
ακινησίας. Κηρύσσει τον περιορισμό του κράτους σε καθαρά επιτελικά καθήκοντα. Εισηγείται τη συνεργασία των μεγαλύτερων κοινοτήτων με τις μικρότερες, που θα ενισχύσει οικονομικά και πολιτικά τον θεσμό. Ο Δραγούμης εξήρε την ηθική ανωτερότητα της κοινοτικής ζωής και την πολιτική της λειτουργικότητα σε σύγκριση με τον βαλκάνιο πελατειακό κοινοβουλευτισμό. Ο Δραγούμης όμως δεν αντιλήφθηκε ότι οι κοινότητες αποτελούν θεσμό,
αν
όχι
αποκλειστικά
του προβιομηχανικού
κόσμου, πάντως
χαρακτηριστικό του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας. Η οικονομία της αγοράς λειτουργεί ισοπεδωτικά αποικιοποιώντας τις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες στη λογική της, λογική ασύμβατη με την καταναλωτική αυτάρκεια και την πολιτισμική και πολιτική αυτονομία που προϋποθέτει η κοινότητα. Το νεώτερο αστικό κράτος αφομοιώνει τις τοπικές κοινωνίες στη γραφειοκρατική, προεπαναστατικός
συγκεντρωτική
λογική
κοτζαμπασισμός
του.
Στην
μεταβλήθηκε
σε
Ελλάδα
ο
κοινοβουλευτική
«ολιγαρχία», που εγκλώβισε την ύπαιθρο στη λογική του έθνους - κράτους μέσω
ισχυρών
πελατειακών
δικτύων.
Ετσι,
οι
τοπικές
κοινωνίες
αποψιλώθηκαν από τα δυναμικότερα στοιχεία τους που κατευθύνθηκαν προς την κεντρική δημοσιοϋπαλληλία. Εξάλλου το κοινοτικό όραμα εμφανίζεται ουτοπικό στα πλαίσια της βιομηχανικής κοινωνίας.
Μ
Δημ. Τσάκωνας, Λογοτεχνία και κοινωνία, στον Μεσοπόλεμο. Εκδ. Κάκτος. Αθήνα 1987, σ. 450-451.
481
Αξίζει όμως να σταθούμε στον συσχετισμό Ελληνισμού
με την ενδυνάμωση
της επιβίωσης
του
του κοινοτικού θεσμού. Προτείνει μία
στρατηγική για τον υπόδουλο και ομογενή ελληνισμό, που βασίζεται στη διοικητική ανάπτυξη των κοινοτήτων του στο εσωτερικό ξένων κρατών. Στο Υπόμνημα του προς τις Μεγάλες Δυνάμεις τον Μάϊο του 1919 θα προτείνει την αυτονομία
των
ελληνικών
μειονοτήτων
στη
βάση
των
εθνικών
κοινοτήτων, σύμφωνα με την αρχή της αυτοδιάθεσης του Ουίλσον. Κατά τον Δραγούμη, ο πρωτογενής τομέας της παραγωγής συνδέεται με τη διατήρηση των παραδοσιακών αξιών, ενώ ο δευτερογενής τομέας με την ανάδειξη επαναστατικών στοιχείων και ο τριτογενής με τον παρασιτισμό και την ηθική μετάλλαξη των κοινωνικών αξιών. Ο Δραγούμης θα ασκήσει κριτική στον μηχανικό τρόπο εισαγωγής θεσμών και εννοιών από τη Δύση στην Ελλάδα, χωρίς την απαραίτητη διαδικασία προσαρμογής τους στην ελληνική κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και η κριτική του για την κατάργηση του θεσμού των κοινοτήτων και την επιβολή του Δημοτικού Νόμου του 1833 . Στη λογική αυτή θα αναζητήσουμε την εξήγηση για την αποστροφή του προς τους Έλληνες σοσιαλιστές, οι οποίοι προσπαθούσαν να αντιγράψουν το σοβιετικό μοντέλο ανάπτυξης. Ο ελληνικός χώρος στις γεωγραφικές, οικονομικές, κοινωνικές και πνευματικές του δομές αποτέλεσε πάντα σ' ολόκληρη την ιστορία του έναν οριακό χώρο ανάμεσα σε δύο ξεχωριστούς κόσμους - ανατολικό και δυτικό που δεν έμειναν ποτέ στεγανά κλειστοί. Και στην επικοινωνία ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους, ο ρόλος του ελληνισμού ήταν καθοριστικός. Οι Ελληνες, όχι μόνο, από την αυγή της ιστορίας τους, απλώθηκαν ακτινωτά σ' ολόκληρο το μεσογειακό χώρο και πέραν αυτού με τις αρχαίες αποικίες, τις νεότερες παροικίες και την κατά καιρούς επεκτατική πολιτική των διαφόρων πολιτικών σχηματισμών του ελληνισμού, αλλά και οι διάφοροι λαοί της Δύσης και της Ανατολής κατέκλυσαν κατά καιρούς πρόσκαιρα ή μονιμότερα τον
482
ελληνικό χώρο. Έτσι ο χώρος αυτός δίκαια μπορεί να χαρακτηριστεί ως σταυροδρόμι των λαών. Ο Δραγούμης θα συλλάβει αυτόν τον ενδιάμεσο ρόλο του ελληνισμού. Οι πολιτικές του ιδέες και η πολιτική του δράση δείχνουν αυτήν ακριβώς την αντίληψη. Οι Δραγούμης και Σουλιώτης θέλησαν να ισχυροποιήσουν το «ρωμαίικο» μιλλέτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με απώτερο στόχο τη κυριαρχία του ελληνισμού στο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Ο Δραγούμης δέχτηκε επίσης επιρροές και από
τον Περικλή
Γιαννόπουλο, στον οποίο άλλωστε αφιερώνει το μεστότερο από τα έργα του, το «Όσοι ζωντανοί». Ο Α. Καραντώνης θα κάνει λόγο για την επίδραση του Γιαννόπουλου στον Δραγούμη37. Ο Γ. Θεοτοκάς, ο οποίος
ήταν από
τους πρώτους Έλληνες
διανοούμενους που δεν εφάρμοσε έναν οργανισμικό μοντέλο, όταν μιλούσε για την ελληνική ταυτότητα, αλλά ένα διαλεκτικό, κατατάσσει τον Δραγούμη στους συγγραφείς εκείνους που αντιπροσωπεύουν καλύτερα τον νεοελληνικό χαρακτήρα μαζί με τον Κοραή, τον Σολωμό, τον Ψυχάρη, τον Παλαμά και τον Καβάφη38. Ο Δραγούμης σε όλες τις πολιτικές του ενέργειες επιχειρεί να αναδείξει την ιστορική αποστολή του Ελληνισμού στην Ανατολή. Με αφορμή τη συμμετοχή της Ελλάδας στους Βαλκανικούς πολέμους και τη Μικρασιατική εκστρατεία, θα προβληματιστεί αρκετά για όσα συμβαίνουν στην καθ' ημάς Ανατολή. Θα σημειώσει στο Ημερολόγιο του: «Όλες αυτές οι σκέψεις μου ήλθαν από το Μικρασιατικό ζήτημα. Ρωτώ μπορούσε ο Ελληνισμός να ακολουθήσει δύο δρόμους, ή τη διατήρηση της Τουρκίας και τη βελτίωση της
Α. Καραντώνης . «Η επίδραση του Περικλή Γιαννόπουλου», Τα Νέα Γράμματα,έτος Δ". αρ. 1-3 . Γεν. - Μάρτης 1938. σ. 292. Ο Δραγούμης αλληλογραφούσε συχνά με τον Barres . ο οποίος μάλιστα θα αποστείλει στον'Ιωνα το βιβλίο του για τον εθνικισμό , όπως ο Ίωνας θα γράψει στον Π. Βλαστό , βλ. Ι. Δραγούμης προς Π. Βλαστό, 17 Μαίου 1902. Αρχείο Πάλλη (δημοτικιστών), Ε.Λ.Ι.Α. s " Γ. Θεοτοκάς . Ελεύθερο Πνεύμα . Αθήνα 1973. σ. 18.
483
ζωής των Ελλήνων εκεί, η την πολιτική της προσθήκης κομματιών της Τουρκίας στην Ελλάδα (ή την αυτονόμηση των ελληνικών περιφερειών της Τουρκίας). Και στα 1902-1912 , παρουσιάστηκε αυτό το δίλημμα , τοπικές εδαφικές αυτονομίες αξεδιάλυτες μέσα στο Οθωμανικό κράτος , με κέντρο των αυτονομιών την Πόλη και τα πνευματικά κέντρα. Γιατί επικράτησε το πρώτο κι όχι το δεύτερο; Και οι δύο τάσεις είχαν υποστηριχτές και αντιπροσώπους» . Οραματιζόταν ένα ελληνοτουρκικό μικρασιατικό κράτος. Δεν είχε, όμως, υπολογίσει σωστά ότι το καθεστώς των «κοινοτήτων» είχε αρχίσει να πνέει τα λοίσθια. Τόσο οι Νεότουρκοι, όσο και τα στοιχεία της ελληνικής αστικής τάξης είχαν περάσει στη φάση της «αποοθωμανοποίησης»
της
τουρκικής κοινωνίας. Η πολιτική αποοθωμανοποίησης και η συνακόλουθη τουρκοποίηση της κοινωνίας και του χώρου αποτελεί την απάντηση της οθωμανικής στρατιωτικής ελίτ και μιας διανόησης στις απαιτήσεις της νέας εποχής, μιας εποχής που χαρακτηρίζεται από τον θρίαμβο του εθνικισμού^. 6<Από το 1914 και μετά, από τη στιγμή δηλαδή που οι Μεγάλες Δυνάμεις αρχίζουν να κάνουν φανερές τις προθέσεις τους για διάλυση της αυτοκρατορίας, που αρχίζει να διαφαίνεται μέσα από τον πόλεμο, μια νέα οικονομική πραγματικότητα, η οποία πολύ λίγο ευνοεί τον οικονομικό κοσμοπολιτισμό και η εθνική οικονομική πολιτική των Νεότουρκων θέτει σε άμεσο
κίνδυνο
τις
οικονομικές
δραστηριότητες
δραστηριότητες άμεσα συνδεδεμένες με το δυτικό
των
μεγαλοαστών,
κεφάλαιο και τις
ελαφρύνσεις που έχαιραν οι δυτικές χώρες λόγω των Διομολογήσεων41, ενώ αποκλείει τους μεγαλοαστούς της Κων/πολης από την υπό διαμόρφωση άρχουσα τάξη. Έτσι οι Έλληνες μεγαλοαστοί προσανατολίζονται σε μια
' 9 «Φύλλα Ημερολογίου» τ. ΣΤ\ Σκόπελος 21 Μάη 1919, σ. 87. Σία Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία 19"^ αι. -1919, Οι Ε/ληνορθόδοξες Κοινότητες. Από το Μιλλαετ των Ρωμιών στο Ελλ,ηνικό Εθνος . Εκδ. Ελληνικά Γράμματα , Αθήνα 1997. σ. 532. 41 Όπ. παρ. σ. 534. 40
484
«εθνική» οικονομική πολιτική. Υ> Η άνοδος του Βενιζέλου στην εξουσία, η οικονομική πολιτική που πρόβλεπε την αντικατάσταση του κρατικού παρεμβατισμού που είχαν εφαρμόσει οι προκάτοχοι του από τον φιλελευθερισμό, καθώς και οι αλλαγές στο διεθνές πλαίσιο, που καθιστούσαν την Ελλάδα μια οιονεί τοπική δύναμη, είναι μερικοί από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους οι μεγαλοαστοί της Κων/πολης και της Μικράς Ασίας «εθνικοποιούν»
τις
οικονομικές τους δραστηριότητες. Έτσι η μεγαλοαστική τάξη προσφέρει για πρώτη φορά τόσο δυναμικά την υποστήριξη της στο ελληνικό κράτος, ενισχύοντας οικονομικά την ελληνική εθνική πολιτική42. Ο. Από τη μεριά του, ο Μικρασιατικός ελληνισμός είχε συνδέσει την ίδια του την επιβίωση με το ελληνικό κράτος. Σε ό,τι αφορά μάλιστα τη μεσαία ελληνική αστική τάξη, η οποία κινδύνευε περισσότερο από τη δημιουργία της τουρκικής αστικής τάξης και τον εκτουρκισμό των παράλιων, αυτή θα γίνει ο σημαντικότερος δίαυλος προώθησης του αλυτρωτισμού στη Μικρά Ασία4>. Επίσης, στην περίοδο ανάμεσα στο 1913 και 1918, όλοι οι κοινοτικοί μηχανισμοί, δηλαδή τα σχολεία, φιλανθρωπικά ιδρύματα και σωματεία τίθενται υπό τον έλεγχο των προξενικών αρχών, ενώ αναπτύσσεται ένα δίκτυο προπαγάνδας μέσα από το οποίο έπρεπε να οργανωθούν οι Έλληνες, για να συμβάλλουν στην υλοποίηση των εθνικών στόχων, δηλαδή στις πολιτικές επιδιώξεις της Ελλάδας, οι οποίες στόχευαν στην υπονόμευση της κυβέρνησης των Νεότουρκων και στην εξυπηρέτηση των στρατηγικών της Entente. Η
οριστική
κατάργηση
των
μιλλέτ και
η
εξουδετέρωση της
νομιμοποίησης της εξουσίας του Πατριαρχείου και των Ελλήνων της Μικράς Ασίας καθιστά το ελληνικό κράτος τη μοναδική νομιμοποιημένη αρχή του
4
" Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Basil Zacharof. Βλ. σχετικά D. Kitsikis. Propagande et pressions en politique internationale. La Grèce et ses recendications aux Conférences de la Paix , Paris. 1963, σ. 349-365. 4Λ Σία Αναγνο^στοπούλου. ύπ. παρ. σ. 535.
485
πληθυσμού αυτού. Το Πατριαρχείο χάνει σταδιακά τη δυνατότητα τόσο για πολιτικούς
λόγους, όσο
και για οικονομικούς,
να
διαφεντεύει τους
χριστιανικούς πληθυσμούς. Έτσι το Πατριαρχείο θα στρέφεται όλο και περισσότερο για ενίσχυση και προστασία στο ελληνικό κράτος. Το γεγονός αυτό εξηγεί και τη συνεχή αγωνία του Δραγούμη για την πιθανή περαιτέρω αποδυνάμωση του Πατριαρχείου και τις συνεχείς εκκλήσεις του για την ενίσχυση του ρόλου του. Επικρίνει ιδιαίτερα την ιμπεριαλιστική πολιτική των Δυνάμεων στην Ελλάδα και την ευρύτερη καθ' ημάς Ανατολή, «Βαρέθηκα όλους τους ιμπεριαλισμούς και τα επιχειρήματα τους, βαρέθηκα όλους τους διπλωμάτες και τη διανοητικότητα τους. Είμαι πιο κοντά στους λαούς και τα αισθήματα τους, είτε εθνικιστικά, είτε σοσιαλιστικά. Μ' αρέσει να θέλουν να κρατήσουν τη διαφορά που ο καθένας τους αισθάνεται πως έχει από τους άλλους λαούς. Μ' αρέσει να συλλογίζονται και το ψωμί τους. Είναι αληθινά αισθήματα»44. Η αποστροφή του για τους Δυτικούς ιμπεριαλιστές τον ωθεί σε μια προσέγγιση των μπολσεβίκων και της επανάστασης τους. Στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και η επικριτική του διάθεση για την ουκρανική εκστρατεία. «Η Ρωσία, αφού έκαμε τη ριζοσπαστικότερη κοινωνική επανάσταση, παλεύει μεταξύ της και με την ξενική επέμβαση. Έλληνες και Γάλλοι στρατιώτες πολεμούν στην Οδέσσα. Μακάρι να τσακιστούν από τους μπολσεβίκους»45 και σε μια άλλη καταγραφή του θα τονίσει: «Κάτω όλοι οι ιμπεριαλισμοί! Θα ησυχάσουν πολύ και θα καλυτερέψουν πολύ οι άνθρωποι, άμα πάψουν να έχουν χωματική λαιμαργία, δηλαδή να διψούν για ν' απλωθούν σε ξένα χώματα, να ορίζουν όλο και περισσότερα χώματα... Μου φαίνεται πως αυτό το Τιούχα σ' όλους τους ιμπεριαλισμούς"*, μου έρχεται φυσικά στο στόμα, από το αίσθημα πως άμα πέσουν τα ιμπεριαλιστικά, κεφαλαιοκρατικά καθεστώτα στη Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, όπως έπεσαν στη Ρωσία, τότε θα
«Φύλλα Ημερολογίου», τ. ΣΤ. . Κορσική 12 Μαρτίου 1919, σ. 54. Όπ. παρ. Κορσική 21 Μαρτίου 1919. σελ. 63.
486
μπορέσει να ανασάνει ο Ελληνισμός από τις διάφορες χωματικές βουλιμίες των Γάλλων, Άγγλων, Ιταλών, όπως και των Ρώσων. Ας μας αφήσουν ήσυχους στα σύνορα μας. Αυτό προπάντων θέλω και γι' αυτό λέω: <Κάτω οι ιμπεριαλισμοί!»46. Η ευαισθησία του αυτή θα τον οδηγήσει και σε μια διαφορετική θετικότερη προσέγγιση προς τον σοσιαλισμό. «Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός πατριώτης .Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να νιώσω τον εαυτό μου άτομο. Από άνθρωπος μιας τάξης με ορισμένα συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής, με την πλατιά έννοια και θέλω μια καινούργια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών. Από στενός πατριώτης γίνομαι εθνικιστής με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν και έχω τη συνείδηση τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος ,..»47. Για την εσωτερική του μεταστροφή θα γράψει: «Μια περίοδο της ζωής μου εθνικιστική (από τα 1902 έως τα 1914) ... Τώρα μπαίνω σε μια σοσιαλιστική και ανθρωπιστική περίοδο. Αρχίζω να λαβαίνω συνείδηση του αναρχισμού
μου (1917-1919) και προχωρώ
...Στην
πρώτη
περίοδο
επίδραση του Nietzsche & Barrés. Στη δεύτερη του Τολστόι, Rousseau, Gide, Κροπότκιν . Στην πρώτη περίοδο Μακεδόνικη ενέργεια. Στη δεύτερη Ρωσική επανάσταση και κοινωνική επανάσταση παντού. Στη Μακεδόνικη ενέργεια έλαβα μέρος, στην κοινωνική επανάσταση όχι ακόμη. Ο Barrés στον νασιοναλισμό που έπλασε δεν έκαμε άλλο παρά να δώσει συνείδηση σ' ένα αίσθημα βαθιά ριζωμένο στην ανθρώπινη ψυχή, στον πατριωτισμό. Οι Κροπότκιν και Μπακούνιν δεν κάνουν άλλο παρά να δίνουν συνείδηση (τη
Όπ. παρ.. 21 Μαρτίου 1919. σ. 63. Όπ. παρ.. 18 Μαρτίου 1919. σ. 59.
487
συνείδηση που αυτοί οι ίδιοι έλαβαν) ενός άλλου βαθιού αισθήματος, της αλληλοβοήθειας μεταξύ στους ανθρώπους. Ούτε ο πρώτος ούτε ο δεύτερος εδημιούργησαν τίποτε, μόνο έλαβαν και έδωσαν συνείδηση. Ο πατριωτισμός και η αλληλοβοήθεια υπάρχουν πάντα με νεότερα και πλατύτερα όρια (χωριό, πολιτεία, κράτος, έθνος, κοινότητα, αδελφάτα, συνεταιρισμοί) και σύμφωνα τους ενεργούσαν και ενεργούν οι άνθρωποι. Οι νασιοναλιστές και οι αναρχικοί και σοσιαλιστές μόνο τα εφώτισαν, έκαμαν φωτεινή και μονομερή προβολή ενός αισθήματος, όπως και οι ατομικιστές φώτισαν το άλλο αίσθημα, τον εγωισμό (με αρχή την αυτοσυντηρησία)»48. Ο Δραγούμης και ο Σουλιώτης Νικολαίδης, θα αντιπαρατεθούν σε εκείνους που πίστευαν στην ανάγκη αντιπαράθεσης με την οθωμανική αυτοκρατορία και συνεννόησης με τους χριστιανούς των Βαλκανίων. Αυτό το ρεύμα αποτελεί τη συνέχεια του εγχειρήματος του Ρήγα Φεραίου, αλλά και των βενιζελικών, και των πρώτων ελλήνων σοσιαλιστών.^Οι Δραγούμης και Σουλιώτης - Νικολαίδης προβλέποντας την αδυναμία του ελληνισμού να αντιμετωπίσει
ταυτόχρονα τον σλαβικό εθνικισμό και την
οθωμανική
αυτοκρατορία, θα επιλέξουν τη λογική της μετατροπής της οθωμανικής αυτοκρατορίας
σε
μια
ομοσπονδιακή
κατεύθυνση,
με
de
facto
πρωτοκαθεδρία των Ελλήνων, καθώς και την ταυτόχρονη αντιμετώπιση του σλαβικού επεκτατισμού4,,9. Έτσι λοιπόν, όπως αναλύσαμε, ο Δραγούμης κατηγορεί τον Βενιζέλο σ' όλα σχεδόν τα δημοσιεύματα του, για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε τα εθνικά ζητήματα. Η κριτική του εστιάστηκε κυρίως στο ότι ο τελευταίος περιορίστηκε σε συγκεκριμένες εδαφικές διεκδικήσεις και δεν αντιμετώπισε το ελληνικό ζήτημα στο σύνολο του. Η κριτική του αφορούσε επίσης και τον περιορισμένο ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις διαπραγματεύσεις για την επίλυση των εκκρεμών εθνικών ζητημάτων του ελληνισμού. 48
Όπ. παρ.. 6 Απριλίου 1919. σ. 72-73. Γιωργ. Καραμπελιάς (εισαγ.). Δ. Γληνός . Γ. Σκληρός. Ι. Δραγούμης, Η Αριστερά και το Ανατολικό Ζήτημα, Εναλλακτικές Εκδόσεις. Αθήνα 1998. σ. 22.
488
Στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής, ο Δραγούμης εμφανίζεται διαπρύσιος κήρυκας και υποστηρικτής μιας καθολικής μεταρρύθμισης στη διοίκηση, την εκπαίδευση, την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική. Ταυτόχρονα, όμως, παρουσιάζει ένα φανατικά αντιβενιζελικό προφίλ. Σ' όλα τα κείμενα του σχεδόν προσπαθεί να εξοβελίσει τον Βενιζελισμό και τα παρεπόμενα του. Από την άλλη μεριά, σε προσωπικές του εκμυστηρεύσεις προς τον αδελφό του Φίλιππο και προς φίλους του τονίζει ότι από το Βενιζέλο τον χωρίζει η εξωτερική πολιτική, ενώ από τον Γούναρη και τους αντιβενιζελικούς η εσωτερική, ενώ φαίνεται ότι
υποστηρίζει τις ιδέες του
κινήματος του 1909. et Η πολιτική φιλοσοφία του βενιζελισμού συνίστατο στην επιδίωξη της δημιουργίας ενός κράτους δικαίου με εκσυγχρονισμένη διοικητική μηχανή, προωθημένες κοινωνικές
και οικονομικές λειτουργίες, ενιαία συνολική
αντίληψη των εθνικών ζητημάτων και ευρύτερο στόχο τη λειτουργική, οικονομική και πολιτισμική ενσωμάτωση στη Δύση μιας αστικοποιημένης και γεωγραφικά διευρυμένης Ελλάδας^.
βενιζελικό κράτος αποκτά
συγκεκριμένο
περιεχόμενο και συνδέεται οργανικά με ολόκληρο το οικοδόμημα της κυρίαρχης πολιτικής φιλοσοφίας,
η κοινωνική
πολιτική, η διοικητική,
δικαστική, οικονομική και πολιτική οργάνωση, η εκπαιδευτική πολιτική, όλα τίθενται στην υπηρεσία της Μεγάλης Ιδέας. Η Μεγάλη Ιδέα αποκτά μια ξεκάθαρη κοινωνικοοικονομική σημασία, στοχεύει να διασφαλίσει, μέσα από την προσάρτηση των εδαφών, όπου ο ελληνισμός είχε εθνολογική βάση, το αναγκαίο για την οικονομική απογείωση του ελληνισμού χωρικό πλαίσιο και συνακόλουθα τις προϋποθέσεις για τη γενικότερη δυτικοποίηση της ελληνικής πολιτείας και κοινωνίας^. Αντίθετα, για την παραδοσιακή πολιτική ολιγαρχία, η Μεγάλη Ιδέα είχε ένα απροσδιόριστο και ανεπεξέργαστο '° Θανάσης Διαμαντόπουλος, Οι πολιτικές δυνάμεις της Βενιζελικής περίοδο» . τόμος Ι °\ Ο Βενιζελισμός της Ανόρθωσης. Εκδ. Αντ. Σάκκουλα . Αθήνα - Κομοτηνή 1985. σ. 35. : Όπ παρ. σ. 39.
489
περιεχόμενο, ήταν αποσυνδεδεμένη από κάθε άλλη βλέψη και κυρίως δεν προϋπέθετε καμία γενικότερη διεθνή προετοιμασία ή εκσυγχρονισμό και αναδιοργάνωση της κρατικής μηχανής. Εκεί που διαφαίνεται η διαυγέστερη και πληρέστερη παρουσίαση της σύνθετης αυτής πολιτικής φιλοσοφίας είναι ένας λόγος που ο Βενιζέλος εκφώνησε στη Βουλή το Νοέμβριο του 1915, μετά τη δεύτερη παραίτηση της κυβέρνησης του, εξαιτίας της διαφωνίας του με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο. Προσπαθώντας να πείσει για τα οφέλη της χώρας από την είσοδο της στον πόλεμο θα τονίσει: «Με την φυσικήν επάνοδον εις τα όρια εντός των οποίων ο ελληνισμός έδρασε από τις προϊστορικής εποχής, να δημιουργήσωμεν λέγω μίαν μεγάλην Ελλάδα ισχυράν και πλουσίαν, ικανήν να ανάπτυξη εντός των ορίων της την ζωτικήν βιομηχανίαν, ικανήν εκ των συμφερόντων τα οποία θα εξεπροσώπει να συνάψη εμπορικός συμβάσεις μετ' άλλων κρατών υπό τους αρίστους δυνατούς όρους»52. Η
εσωτερική
οργάνωση,
η
χρηστή
διοίκηση,
ο
πολιτικός
εκσυγχρονισμός και η οικονομική ανάπτυξη της χώρας θα ήταν ταυτόχρονα αίτια και αποτελέσματα της εδαφικής της επέκτασης. Τόσο η εσωτερική ανόρθωση, όσο και η εδαφική επέκταση τελικό στόχο είχαν τη δημιουργία ενός
εκσυγχρονισμένου
ευρωπαϊκού
κράτους, ενσωματωμένου
στην
ιδεολογικοπολιτική και οικονομική πραγματικότητα που εξέφραζε η Δυτική Ευρώπη της οποίας η Ελλάδα θα γινόταν το προγεφύρωμα και η γέφυρα προς την Ανατολή. Αυτό άλλωστε υπονοούσε ο Γ. Σκληρός όταν έγραφε: «Το Κόμμα των Φιλελευθέρων είναι το κατ' εξοχήν αστικό κόμμα που η ιστορική του αποστολή συνίσταται στο να φέρει την Ελλάδα σε άμεση και δραστήρια επικοινωνία με τον πολιτισμό της Ευρώπης, να υποστηρίξει μ' όλα τα μέσα την ενίσχυση του καπιταλισμού στην Ελλάδα»53.
'" Θ. Διαμαντόπουλος, οπ παρ. σ. 40. Γ. Σκληρός. Σύγχρονα προβλήματα του Ε/Ιηπσμού. Μ\ημονεύεται στο Κ. Βεργόπουλος. Εθνισμός .... οπ παρ. σ. 23.
490
Ο Αντιβενιζελισμός έρχεται ως αντίδραση στον
«κοσμοπολίτικο»
βενιζελισμό, ανέπτυξε μια απομονωτική αντιδυτική «επαρχιώτικη» (κατά τον χαρακτηρισμό του Ιωάννη Μεταξά) εθνικιστική ιδεολογία.54 Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να προσελκύσει εκείνα τα μικροαστικά στρώματα που κινδύνευσαν από τη διείσδυση των ξένων κεφαλαίων. Ο Γούναρης θα σχολιάσει χαρακτηριστικά την πολιτική του Βενιζέλου σε φίλους του: «Και τι είναι δι' αυτούς η μικρά Ελλάς ώστε να περιορίσουν εντός των στενών ορίων της την μεγαλοφυά των δράσιν; Δεν είναι αυτοί που άλλοτε νομίζουν περί ευρωπαϊκού
πατριωτισμού;55».
Και σε
μια άλλη περίπτωση τόνισε:
«βενιζελισμός σημαίνει την διασπάθιση/ των εθνικών δυνάμεων εις ξένας βλέψεις»56. ί-c Σε κοινωνικό επίπεδο, αυτός ο αντι-δυτικός εθνικισμός εκδηλώθηκε κυρίως από το κίνημα των Επιστράτων, ένα από τα πιο μαζικά κινήματα που γέννησε η Ελλάδα.5/^ Οι Επίστρατοι αντιπροσώπευαν, σύμφωνα με τον κυριότερο θεωρητικό του ΚΚΕ στον μεσοπόλεμο, τον Σ. Μάξιμο, «τη συνέχεια της πάλης
μεταξύ της παλιάς νοικοκυρικής οικονομίας της
τοποθετημένης μέσα στα πολιτικά πλαίσια τα πριν από την επανάσταση του Γουδί και του νέου κοινωνικού και πολιτικού συγκροτήματος που έφερε στην επιφάνεια η επανάσταση εκείνη... ήταν τα κοινωνικώς
καταπιεζόμενα
στρώματα που σηκώσανε την αντιβενιζελική σημαία ως σύμβολο αγώνα κατά του κεφαλαίου ... ένα κοινό μέτωπο με τη μοναρχία κατά του ιμπεριαλισμού στην ελληνική του εκπροσώπηση»58. Ο
Δραγούμης,
δεν
μπορεί
να
ενταχθεί
πλήρως
ούτε
στο
αντιβενιζελικό, ούτε στο βενιζελικό στρατόπεδο. Ακολουθεί μια προσωπική πορεία που φαίνεται τόσο στα δημοσιεύματα του, όσο και στην ανεξάρτητη
Μ
Ι. Μεταξάς , Το προσωπικόν τον Ημερολόγιο, τ. Γ", σ.339. '" Δ. Μάλλωσης . Η Πολιτική ιστορία του Δημ. Γούναρη, σ. 414 κ. εξ. "6 Γ. Βεντήρης. οπ παρ. τ.2. σ. 156. D Θ. Διαμαντόπουλος, όπ. παρ., σ. 42. >8 Σ. Μάξιμος . Κοινοβούλιο ή Δικτατορία. Αθήναι 1930, σ. 14.
491
κοινοβουλευτική του παρουσία. Κατά τη διάρκεια του Α'
Παγκοσμίου
πολέμου, ο Δραγούμης υποστήριζε διαρκώς την έξοδο της Ελλάδας στο πλευρό της Entente υπό την προϋπόθεση της ικανοποίησης από τις Δυτικές Δυνάμεις των πολιτικών και στρατιωτικών όρων που όφειλε να θέσει η Ελλάδα. Όσο, όμως, ο Βενιζέλος προσδενόταν όλο και περισσότερο στο άρμα των Δυνάμεων της Entente και προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει την ισχύ τους για την πολιτική κομματική και προσωπική του επικράτηση, τόσο ο Δραγούμης ωθούνταν στον ανένδοτο αντιβενιζελισμό. Ο αντιβενιζελισμός εστιάζεται κυρίως σ' αυτό το ζήτημα, στην τακτική του Βενιζέλου να αναμιγνύει τους ξένους στις ελληνικές υποθέσεις και να τους χρησιμοποιεί για την πολιτική επικράτηση του κινήματος του Άμυνας και την έξωση του Κων/νου. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Βενιζέλου προς την εφημερίδα «Daily telegraph» της 11 η ς Ιουνίου 1916, με την οποία είχε εγκρίνει την ξένη παρέμβαση στην Ελλάδα στρέφοντας έτσι εναντίον του ένα αμυντικό εθνικιστικό συναίσθημα μεγάλου τμήματος του λαού. Συγκεκριμένα με αφορμή την νότα των Δυνάμεων της 8 ης Ιουνίου 1916, ο Βενιζέλος θα δηλώσει : «Η νότα έφερε μίαν λύσιν εις μίαν αδιέξοδον κατάστασιν. Η δικαία αυστηρότης του ύφους της, η ειλικρίνεια των επιχειρημάτων της, η απόλυτος διάκρισις την οποίαν κάμνει μεταξύ ελληνικού λαού και πρώην κυβερνητών του, της δίδουν περισσότερον από κάθε τι άλλο, χαρακτήρα πατρικής μερίμνης διά τον ελληνικόν λαόν. Αι προστάτιδαι Δυνάμεις ενήργησαν
ως
59
γονείς εν τη πληρότητι των δικαιωμάτων των» . Επίσης ο αντιβενιζελισμός του Δραγούμη πηγάζει και από την διατήρηση εκ μέρους του βενιζελικού καθεστώτος του Στρατιωτικού Νόμου και την απροθυμία του να διαλύσει τη Βουλή των Λαζάρων και να προκηρύξει εκλογές για την ανάδειξη νέας Βουλής. Στην εσωτερική πολιτική, ο Δραγούμης δεν έχει πολλά κοινά σημεία με
Daily Telegraph . June 1111 1916.
492
τους αντιβενιζελικούς.
Σε
όλα του τα δημοσιεύματα, επικρίνει
την
παλαιοκομματική αντίληψη για το κράτος, τη διοίκηση, την εκπαίδευση . Στο αρχείο του θα συναντήσουμε ένα κείμενο του ιδιαίτερα επικριτικό για την πολιτική
των
«Βραχμάνων», όπως τους αποκαλεί, του
Υπουργείου
Εξωτερικών, οι οποίοι τον εξώθησαν σε παραίτηση, επειδή τους ενόχλησαν οι πρωτοποριακές του ιδέες60. Η κοινοβουλευτική πορεία του Δραγούμη πιστοποιεί την αντιβενιζελική του τοποθέτηση. Ταυτόχρονα, όμως, δείχνει ότι δεν ταυτίζεται απόλυτα με τους αντιβενιζελικούς πολιτικούς. Στη συνεδρίαση της 21 η ς Σεπτεμβρίου 1915, κατά την ψηφοφορία για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση Βενιζέλου, ύστερα από την απόβαση των Αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, ο Δραγούμης θα ευθυγραμμισθεί με τους άλλους αντιβενιζελικούς πολιτικούς και θα ψηφίσει αρνητικά61. Ακόμη μια φορά θα ευθυγραμμισθεί με τους αντιβενιζελικούς στην ψηφοφορία της 2 1 η ς Οκτωβρίου 1915, όταν οι Φιλελεύθεροι κατέθεσαν πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης. Στην ψηφοφορία αυτή επί συνόλου 264 ψηφισάντων 147 ψήφισαν θετικά, ενώ 114 αρνητικά. Ο Δραγούμης συγκαταλέγεται στους δεύτερους62. Μετά την ψηφοφορία, η κυβέρνηση Ζαΐμη παραιτήθηκε, η Βουλή διαλύθηκε και προκηρύχθηκαν εκλογές για τις 6 Δεκεμβρίου 1915. Στη συνεδρίαση της 23 ης Ιανουαρίου 1916, ο Δραγούμης εξελέγη μέλος της Επιτροπής επί των Εξωτερικών με 166 ψήφους , έναντι 72 αρνητικών ψήφων63. 60
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Σειρά Α" . φάκ. 26 . Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1915. Συνεδρίασις της 21 η ς Σεπτεμβρίου, σ. 183. Την επομένη της ψηφοφορίας, η κυβέρνηση Βενιζέλου παραιτήθηκε εξαιτίας διαφωνιών με το Στέμμα και ανέλαβε ο Αλες. Ζαΐμης την πρωθυπουργία. & " Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1915. Συνεδρίασις της 2 Γκ Οκτωβρίου, σ. 575-576. '' Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 23' κ Ιανουαρίου, σ. 5. 61
493
Στη συνεδρίαση της 27 η ς Ιανουαρίου 1916, ο Δραγούμης αρνήθηκε ψήφο στην πρόταση της κυβέρνησης Σκουλούδη για ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, και ψήφισε παρών.64 Ακόμη, στη συνεδρίαση της 15ης Μαρτίου 1916, ο Δραγούμης θα δώσει αρνητική ψήφο στην τροπολογία περί άρσης της μονιμότητας των κοινοβουλευτικών
υπαλλήλων
κατά τη
συζήτηση
της αλλαγής του
κανονισμού της Βουλής65, ενώ, στη συνεδρίαση της 28 ης Μαρτίου 1916, αρνήθηκε ψήφο στην ψηφοφορία για ψήφο εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση Σκουλούδη, μετά την παραίτηση του Υπουργού Οικονομικών Στ. Δραγούμη από την κυβέρνηση, εξαιτίας του ζητήματος των αμβύκων, στις 26 Μαρτίου 66
1916.
Ο Δραγούμης επανειλημμένα επέκρινε, ως βουλευτής, την κυβέρνηση Σκουλούδη, ιδιαίτερα μετά την κατάληψη του οχυρού Ρούπελ από τους Γερμανοβουλγάρους, τον Μάιο του 1916. Στη συνεδρίαση της 27 ης Ιανουαρίου 1916, θα μεμφθεί την κυβέρνηση Σκουλούδη για την πολιτική της απέναντι στις Δυνάμεις της Entente, υποστηρίζοντας ότι δεν θα έπρεπε στις σχέσεις της Ελλάδας με την Entente να εμφιλοχωρήσουν οι λέξεις «παρεξήγησις», «παραγνώρισις των ειλικρινών προθέσεων της Ελληνικής Κυβερνήσεως» και ότι όφειλαν να αρθούν όλες οι άσκοπες, περιττές και επιβλαβείς για τα ελληνικά συμφέροντα παρεξηγήσεις μεταξύ Ελλάδας και Entente.67 Επίσης, επικρίνει την κυβέρνηση Σκουλούδη για τις διακηρύξεις της περί απόλυτης μελλοντικά ουδετερότητας της Ελλάδας, τονίζοντας: «εάν η
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 27'ις Ιανουαρίου, σ. 45. Στην ψηφοφορία αυτή η πρόταση της κυβέρνησης Σκουλούδη υπερψηφίστηκε με 266 ψήφους επί συνόλου 272 ψηφισάντων. 13 Εφημερίς των Συζητήσεων της Βου/.ής τον έτους 1916. Συνεδρίασις της 15,h Μαρτίου, σ. 606. ή6 Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 28' κ Μαρτίου, σ. 802. Επί συνόλου 216 ψήφων, 210 ψήφισαν θετικά. 2 αρνητικά και 4 αρνήθηκαν ψήφο. 6 ' Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 27 % Ιανουαρίου, σ. ~ί
-*
494
δήλωσις της Ελληνικής Κυβερνήσεως περί τηρήσεως ουδετερότητος δεν προβλέπει και το πιθανόν ενδεχόμενον της εξόδου εκ της ουδετερότητος εν δεδομένη στιγμή, ουχί βεβαίως υπό πίεσιν, οιουδήποτε εκβιασμού, αλλ' εξ ελευθέρας
βουλήσεως
της
Ελλάδας, συμφώνως
προς
τα ελληνικά
συμφέροντα, νομίζω ότι εις την πολιτικήν της κυβερνήσεως πρέπει να περιληφθεί και η ιδέα της εξόδου εκ της ουδετερότητος εν δεδομένη στιγμή...».68 Ακόμη, ο Δραγούμης, στη συζήτηση του νομοσχεδίου «περί εκπτώσεως μέρους εκ του ενοικίου δημοτικών ή κοινοτικών προσόδων του έτους 1915», θα δώσει αρνητική ψήφο.39 Ο Δραγούμης δεν κατάφερε να εκλεγεί μέλος της εξεταστικής επιτροπής επί των γαιανθράκων λαμβάνοντας μονάχα 3 ψήφους επί συνόλου 231 ψήφων70, αλλ' εξελέγη μέλος της επιτροπής νομοσχεδίου
«περί
διανομής
τροφίμων»
στη
συνεδρίαση
επί του της 2ας
Φεβρουαρίου 1916.71 Ο Δραγούμης είχε την «ατυχία» να πολιτευθεί σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, την περίοδο του Εθνικού Διχασμού. Ο Διχασμός εμφανίζεται στην Ελλάδα ως μία κρίση εθνικής ολοκλήρωσης που έπρεπε να απαντήσει στις ακόλουθες προκλήσεις, στην αφομοίωση των Νέων χωρών, στο πρόβλημα της «ελληνικότητας» των Νέων χωρών και στη διαφύλαξη των κεκτημένων και τη συνέχιση της εθνικής ολοκλήρωσης, λτην αντίθεση Παλαιάς Ελλάδας και Νέων Χωρών που εγκυμονείται από το 1912, στην παράλληλη αντίθεση Ελλήνων και ξένων μειονοτήτων, ειδικά στις Νέες Χώρες και προπαντός στη Μακεδονία, έρχεται έτσι να προστεθεί, να επικαθίσει μια συνολικότερη και
υπ. παρ. Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 2ας Μαρτίου, σ. 408. 0 Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 29 ης Ιανουαρίου, σ. 68. ' Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 2ας Φεβρουαρίου. σ. 92.' 6
495
χωρίς προηγούμενο κρίσιμη αντίθεση , που πηγάζει από την αναντιστοιχία κράτους και έθνους, λαού και έθνους^. Οι τρεις αντιθέσεις, τα τρία μέτωπα σύγκρουσης συγχωνεύονται και συμπυκνώνονται
εκρηκτικά στον εθνικό
Διχασμό, που στην ουσία αποτελεί εμφύλια αναμέτρηση ανάμεσα στη πλειοψηφία της Παλαιάς Ελλάδας (σε «ανίερη» συμμαχία με τις ξένες μειονότητες των Νέων χωρών) και στην πλειοψηφία των αλυτρώτων και των (μέχρι χθες αλυτρώτων) Ελλήνων των Νέων Χωρών. Το 1916-1917, ο Διχασμός θα αποτυπωθεί και γεωγραφικά στον χωρισμό «κράτους των Αθηνών» και «κράτους της Θεσσαλονίκης» που, οσοδήποτε βραχύβιος, θα αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του για πολλές δεκαετίες 7 ^ Για την «ανίερη» συμμαχία ανάμεσα στους Αντιβενιζελικούς της Παλαιάς Ελλάδας και τους «ξενόφωνους» των Νέων Χωρών, ενδεικτική είναι η μομφή της εφημερίδας «Πατρίς» προς την Αντιπολίτευση θεωρώντας ότι εκούσια ή ακούσια συνεργάζεται με τους Βούλγαρους και τους κεμαλικούς επικαλούμενη δημοσίευμα της εφημερίδας «Προπούντα» της Σόφιας, στο οποίο επαινείται η δράση της Αντιπολίτευσης και επικρίνονται οι Βενιζελικές υπερβολές για τη δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδας.74 Η «ανίερη» αυτή συμμαχία πιστοποιήθηκε εμφανέστατα από τα αποτελέσματα των εκλογών του 1915 και του 1920. Στις εκλογές της 31ης Μαΐου 1915, οι Βενιζελικοί, ενώ απέσπασαν όλες τις έδρες στην Ήπειρο, την Κρήτη και το ανατολικό Αιγαίο και διατήρησαν τη δύναμη τους στην Παλαιά Ελλάδα, ηττήθηκαν κατά κράτος στη Μακεδονία, όταν η μαζική παρουσία εθνικο-θρησκευτικών
μειονοτήτων
(κυρίως
μουσουλμάνων)
έπαιξε
καθοριστικό ρόλο για την επικράτηση των αντιβενιζελικών. (Από τους 66 βουλευτές που εξέλεξε το Κόμμα των Εθνικοφρόνων του Δημ. Γούναρη οι 16 ήταν Μουσουλμάνοι και οι 3 Ισραηλίτες). Με το Κόμμα των Εθνικοφρόνων
2
Γ. Μαυρογορδάτος, «Ο Διχασμός ως κρίση εθνικής ολοκλήρωσης», στο: Μελέτες και Κείμενα για την περίοδο 1909-1940, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1983, σ. 43. Όπ. παρ. 74 Πατρίς, 16 Μαΐου 1920.
496
συνεργάστηκε επίσης στη Θεσσαλονίκη η Φεντερασιόν, εκλέγοντας σε κοινό συνδυασμό, δύο βουλευτές, τον Αριστοτέλη Σίδερι και τον Αλβέρτο Κουριέλ, οι οποίοι θα εκπροσωπήσουν, μετά το 1918, το ΣΕΚΕ στην νεκραναστημένη «Βουλή των Λαζάρων».75 Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 οι αντιβενιζελικοί εξασφάλισαν το 64% των ψήφων στην Μακεδονία κερδίζοντας το σύνολο των 52 εδρών. Μετά τις εκλογές αυτές οριστικοποιήθηκε η μετατροπή της Παλαιάς
Ελλάδας
αντιβενιζελισμού,
σε
προνομιούχο
συνιστώντας
την
εκλογικό
ακροατήριο
του
κυριότερη σταθερά της εκλογικής
γεωγραφίας μέχρι τη δεκαετία του 1950. Στις εκλογές του 1915 όμως, τις πρώτες εκλογές που διενεργήθηκαν στις Νέες Χώρες και στις οποίες συμμετείχε ο Δραγούμης, ενώ οι Φιλελεύθεροι κέρδισαν τις εκλογές στην Παλαιά Ελλάδα και τις Νέες Χώρες πλην της Μακεδονίας, η μαζική ψήφος Τούρκων, σεφαραδιτών
Εβραίων και σλαβόφωνων
εξουδετέρωσε τη
βενιζελική πλειοψηφία μεταξύ των Ελλήνων στη Μακεδονία.^ Ο Γεώργιος Παπανδρέου έγραφε τότε χαρακτηριστικά: «Η πολιτική αντίθεσις η οποία τοιουτοτρόπως εδημιουργήθη μεταξύ των δύο αντιπάλων κομμάτων δεν οφείλεται πλέον εις απλήν προσωπικήν διαφοράν, ούτε εις δευτερεύοντα νομοθετικά και κυβερνητικά μέτρα, οφείλεται εις διαφοράν αντιλήψεων θεμελιώδη, εν σχέσει προς την φύσιν του πολιτεύματος και την 77
τύχην της φυλής...» . Ο Δραγούμης εκπροσωπεί μια εκλογική περιφέρεια των Νέων Χωρών, τον νομό Φλωρίνης - Καστοριάς και ευρύτερα τη Μακεδονία. Η περιφέρεια
Ηλ. Νικολακόπουλος, «Οι Εκλογές 1910-1920» στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού (17702000), Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 36. 76 Γ. Θ. Μαυρογορδάτος, «Οι Πολιτικές Εξελίξεις. Από το Γουδί ως τη Μικρασιατική Καταστροφή» στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού (1770-2000), τ. 6ος , Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 19. 77 Γεωργίου Παπανδρέου, Πολιτικά θέματα , Αθήνα, Αετός, 1941, σ. 83-84.
497
αυτή
σε σχέση
με άλλες
εκλογικές περιφέρειες εμφανίζει κάποιες
ιδιορρυθμίες. Στη περιφέρεια αυτή παρουσιάζονται με μεγαλύτερη οξύτητα οι προκλήσεις που αναφέραμε. Ο Δραγούμης κηρύσσει την ανάγκη για ανεξαρτητοποίηση όλων των βουλευτών της Μακεδονίας, έτσι ώστε τα ιδιαίτερα
συμφέροντα της περιφέρειας αυτής, να
τύχουν
καλύτερης
εκπροσώπησης. Στη συνεδρίαση της 23 ης Ιανουαρίου 1916, στο Πολιτικό μνημόσυνο για τον εκλιπόντα Κερκυραίο πολιτικό Γεώργιο Θεοτόκη, ο Δραγούμης θα εκφράσει την ευγνωμοσύνη του για τη συνδρομή που παρέσχε ο Θεοτόκης στον Μακεδόνικο Αγώνα, αφού «καθ' ον χρόνον η πολιτική της Ελλάδος ήτο εστραμμένη αποκλειστικώς εις το Κρητικόν ζήτημα, λησμονούσα ότι υπήρχον και άλλα υπόδουλα τμήματα του Ελληνισμού, έχοντα ανάγκην μερίμνης και στοργής εκ μέρους της Κυβερνήσεως, Μακεδόνες τινές και άλλοι Έλληνες έλαβον την πρωτοβουλίαν να αντιδράσουν κατά της οργανώσεως των ποδοπατούντων το Μακεδονικόν έδαφος Βουλγάρων και ωργάνωσαν την Μακεδονικήν Αμυναν. Κατ' εκείνην την εποχήν Πρωθυπουργός της Ελλάδος ήτο ο Γεώργιος Θεοτόκης, ο οποίος .... Αντελήφθη όλην την αξίαν και όλον το μέγεθος του αναληφθέντος αγώνος και υπεστήριξεν αυτόν εφ' όσον του ήτο δυνατόν. Διά τούτο η μνήμη του Γεωργίου Θεοτόκη θα συγκεντρώνη πάντοτε την ευγνωμοσύνην όλων των Μακεδόνων»78. Με την αγόρευση αυτή, ο Δραγούμης βρήκε την ευκαιρία να εξάρει τη σημασία του Μακεδόνικου Αγώνα, εξαπολύοντας έμμεση αιχμή για την προτεραιότητα που είχε δοθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση στο Κρητικό ζήτημα. Ο Δραγούμης υπήρξε ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του νεοελληνικού εθνικισμού. Η έντονα συναισθηματική προσέγγιση του Ίωνα για το έθνος και την προβληματική του τον απομακρύνει από κάθε προσπάθεια ανάλυσης των κοινωνικών και πολιτικών δομών που σηματοδοτούν τον εθνικισμό και
Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής του έτους 1916. Συνεδρίασις της 23' κ Ιανουαρίου 1916, σ. 9.
498
την ιδεολογία του σε αντίθεση με την ορθολογιστική προσέγγιση του Αλεξάνδρου Παπαναστασίου. Σε γενικές γραμμές, ο Παπαναστασίου θεωρεί το έθνος ως προϊόν υποκειμενικής θέλησης, ενώ ο Δραγούμης ως προϊόν οργανικής ανάγκης79. Ο Δραγούμης ταυτίζει ουσιαστικά τη φυλή με το έθνος και παράλληλα θεωρεί την κρατική οργάνωση ενός έθνους απαραίτητη για την ίδια την επιβίωση του, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τον Χ. Χρηστουλάκη, ο οποίος θεωρεί ασυμβίβαστα το κράτος και την φυλή, τονίζοντας ότι «μία φυλή πολιτισμένη δεν έχει καμία ανάγκη από κρατική οργάνωση»80. Η πολιτική δραστηριότητα του Δραγούμη αποδεικνύει πόσο συνδέει το έθνος και την επιβίωση του από την ενδυνάμωση του κράτους. Ακόμη και στο γλωσσικό ζήτημα υιοθετεί τις απόψεις των δημοτικιστών, πιστεύοντας ότι έτσι θα δημιουργηθεί ένα ανάχωμα για την εθνική επιβίωση των Νεοελλήνων. Η περίπτωση του Ίωνα Δραγούμη μας παραπέμπει αμέσως στη συζήτηση
εκείνη
που
ξεκίνησε
ήδη
από
τα πρώτα
βήματα του
αναγεννωμένου ελληνικού έθνους, αμέσως μετά την άλωση, για την «ευρωπαϊκή ή ανατολική» φύση των Ελλήνων. Για την ανατολική θεωρία του Δραγούμη και πώς τοποθετείται αυτή στη γενικότερη αντίληψη του για την ευρωπαϊκή φύση των Ελλήνων έγινε εκτενής λόγος στην οικεία ενότητα. Ο αντιδυτικισμός του Δραγούμη μπορεί να ενταχθεί στο γενικότερο πρόβλημα του βαλκανικού διαφωτισμού, ο οποίος δεν πρόλαβε να διαμορφώσει πλήρη δυτική γλώσσα, πρόλαβε όμως να διαμορφώσει έναν αντιδυτικισμό. Κατά την Έλλη Σκοπετέα, «δεν μπορεί σε οποιαδήποτε βαλκανική περίπτωση να τεθεί δίλημμα μεταξύ δυτικισμού και αντιδυτικισμού σε καθαρή
Είναι ενδεικτικός ο επιστημονικός τρόπος με τον οποίο ο Παπαναστασίου αντιμετωπίζει το φαινόμενο του εθνικισμού, σε αντίθεση με τον Δραγούμη που δεν καταπιάνεται καθόλου με το ζήτημα . Συγκεκριμένα ο Παπαναστασίου θα μιλήσει για τον πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και θρησκευτικό εθνικισμό. Ακόμη θα κάνει λόγο για τον ρόλο της άρχουσας τάξης στην καλλιέργεια εθνικιστικών ιδεωδών, τις σχέσεις σοσιαλισμού και αμυντικού εθνικισμού και τη σχέση εθνικισμού και ιμπεριαλισμού. 80 Χ.Χρηστουλάκης. Φυλή και Κράτος. Αθήναι 1915.
499
μορφή, όπως το βιώνει, π.χ. η Ρωσία. Καμία βαλκανική κοινωνία δεν πέρασε την περιπέτεια της εκκοσμίκευσης που είναι αναγκαία για να σταθεί πόλωση δυτικισμού και αντιδυτικισμού»81. Η απουσία, όμως, αυτού του διλήμματος και της πόλωσης δυτικισμού και αντιδυτικισμού δεν επιτρέπει την κατανόηση υπαρκτών
ισορροπιών
ή ανισορροπιών
στο επίπεδο των κοινωνικών
δυνάμεων. Ο ιστορικός G.P. Gooch θα γράψει χαρακτηριστικά: «Απ' άκρη σ' άκρη της Ανατολής δύο ρεύματα είναι σαφώς ορατά. Από τη μια μεριά υπάρχει μια επιθυμία μίμησης της Δύσης ... Από την άλλη, υπάρχει μια βαθιά ριζωμένη απόφαση να διατηρηθούν, ακόμα και να τονιστούν, παραδοσιακά ιδεώδη και χαρακτηριστικά. Η αφύπνιση της Ανατολής προέκυψε από την υιοθέτηση των ιδεών και των μεθόδων της Δύσης και το πιο
μόνιμο
αποτέλεσμα 82
προσωπικότητας» .
της
ήταν
η
επιβεβαίωση
της
δικής της
Ο Κεμάλ Ατατούρκ θα τονίσει:«μόνο
αν γίνωμε
Ευρώπη, θα νικήσουμε την Ευρώπη»83, εκφράζοντας με παραστατικό τρόπο τη δραματική αγωνία των εκσυγχρονιστών
Ευρωπαϊστών
της Εγγύς
Ανατολής για τον εξευρωπαϊσμό των κοινωνιών τους. Ο Γ.Δ. Δασκαλάκης θα γράψει για τον Ίωνα : «Η αντίθεση του στην Ευρώπη και τις πολιτικές και πολιτιστικές επιρροές της χαρακτηρίζεται χωρίς κοινωνικό περιεχόμενο, η εξοικείωση του με τα ιδεολογικά ρεύματα της εποχής του, και ιδιαίτερα με το σοσιαλισμό φαίνεται πολύ μικρή και δεν είναι ικανή να τον βοηθήσει, ώστε να διαγράψει τα πλαίσια ενός κοινωνικού εθνικισμού»84. Τα πολιτικά δημοσιεύματα του Δραγούμη φανερώνουν ότι δεν ήταν αντιευρωπαϊστής. Η αντίθεση του δεν αφορούσε στα Ευρωπαϊκά πρότυπα
Ελλη Σκοπετέα, Η Δύση της Ανατολής, Εκδ. Γνώση, Αθήνα 1992. σ. 100. Περισσότερα για τον βαλκανικό Διαφωτισμό βλέπε Ellie Skopetea . "'Greek and Serbian Enlightement : a comperative Approach". Proceedings of the fifth Greek - Serbian Symposium, Thessaloniki and Volos 9-12 October 1987. Institute for Balkan Studies . Thessaloniki 1991, σ. 201-209. " G.P. Gooch. Nationalism . London 'New York x.x. 83 L. Ostrorog. The Angora Peform . London 1927. σ. 45-46. S4 Γ. Δ.Δασκαλάκης. όπ. παρ. σ. 38.
500
αυτά καθ' εαυτά, αλλά στη στρεβλή αφομοίωση και προσαρμογή τους στην ελληνική πραγματικότητα. Η μομφή του δεν στρεφόταν εναντίον των Ευρωπαίων τόσο, όσο εναντίον της ηγεσίας του ελληνισμού της εποχής του, κοινωνικής, πολιτικής και πνευματικής για τον πιθηκισμό της και την τυφλή προσήλωση της στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Διαπιστώνουμε, συνεπώς, ότι ο Δραγούμης εμφορείται από ένα εθνικιστικό συναίσθημα που αποκλίνει σημαντικά από τον βενιζελικό εθνικισμό . Ο εθνικισμός του Δραγούμη είναι ένας εθνικισμός προβολής των ιδιαιτεροτήτων του ελληνικού λαού. Έτσι εξηγείται και η αποστροφή του προς τον Βενιζέλο, ο οποίος πρέσβευε έναν εθνικισμό εκσυγχρονιστικό που στόχευε στην ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ευρύτερη οικονομική πολιτική και πολιτιστική δυτική κοινότητα, μη διστάζοντας να προτείνει τη θυσία εθνικών εδαφών χάριν ευρύτερων σκοπιμοτήτων85. Ο Δραγούμης, μετά το 1914 και κυρίως κατά την περίοδο της Κορσικής, θα στραφεί, όπως προαναφέραμε, στον σοσιαλισμό. Η στροφή του αυτή θα ενταθεί ακόμη περισσότερο από τις συνεχείς επεμβάσεις των Δυτικών Δυνάμεων εναντίον του μπολσεβικικού καθεστώτος. Σε εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του, θα επιχειρήσει να ανιχνεύσει τη σύζευξη του σοσιαλιστικού, του ανατολικού και του εθνικού ιδεώδους . Οι επεμβάσεις των Δυνάμεων συσπείρωσαν με τους Μπολσεβίκους όλους όσους δεν έβλεπαν με καλό μάτι την επέμβαση των ξένων. Έτσι ο αγώνας κατάντησε εξ ίσου 5
Αν θέλαμ£ να βρούμε ένα μοντέλο στο οποίο να εντάξουμε ή προς το οποίο να πλησιάσουμε τον εκσυγχρονιστικό αυτό βενιζελικό εθνικισμό της ενσωμάτωσης, θα λέγαμε πως το μοντέλο αυτό είναι ο εθνικισμός του Cavour. Πράγματι και ο μεγάλος ιταλός πολιτικός πίστευε στην ανάγκη σταθερών συμμαχιών ιδιαίτερα με ναυτικές δυνάμεις πίστευε επίσης στην ανάγκη συντονισμού της εθνικής εξόρμησης με την εσωτερική ανασυγκρότηση. Όπως ο Βενιζέλος υπήρξε κατά καιρούς πρόθυμος χάριν ευρύτερων σκοπιμοτήτων να θυσιάσει εθνικά εδάφη (Καβάλα, Δράμα), έτσι και ο Cavour θυσίασε τη Σαβοΐα και τη Νίκαια προκειμένου να εξασφαλίσει την ένταξη της χώρας του στην ευρύτερη οικονομική και πολιτιστική δυτική κοινότητα. Χαρακτηριστικά έλεγε : «η χειραφέτηση των εθνών αξιοί πλέον τη γενική πρόοδο του χριστιανικού πολιτισμού» (βλ. Whyte , The early life and letters of Cavour , σ. 74. και εξ.) με τον όρο δε «χριστιανικό πολιτισμό» εννοούσε βιομηχανοποίηση και σιδηρόδρομοι (βλ. Mc Manners. European history , 1789-1914. σ. 238).
501
εθνικιστικός, όσο και αντικεφαλαιοκρατικός. Κεφαλαιοκρατία και ξενική επέμβαση κατάντησαν για τους Ρώσους έννοιες ταυτόσημες .... «Το ότι μοιραίως θα απετύγχανον αι κυκλωτικαί προσπάθειαι των κρατών της Δύσεως,
είτε
δι'
ιδίων
δυνάμεων
επεχειρούντο,
είτε
διά
Ρωσικών
μισθοφορικών στρατών, δεν ήτο διά κανέναν άνθρωπο μυστήριον. Αν πρόκειται ποτέ να ανατραπεί το μπολσεβικικόν καθεστώς, θα ανατραπεί από εσωτερικήν Ρωσικήν Δύναμιν. Αν το Σοβιετικόν σύστημα αποτύχη θα τριβή και θα πέση και ίσως κάποτε επικράτηση όχι βέβαια πλέον ο Τσαρισμός, αλλά κάποιον καθεστώς ολιγώτερον των άκρων από την δικτατορίαν των αγροτών και των προλεταρίων και πλειότερον σύμφωνον με τα πραγματικά δημοκρατικά ιδανικά. Αλλ' αυτό θα συμβή μόνον εάν το θελήση και το επιδίωξη ο Ρωσικός λαός» 86 . Κοντά όμως στον αγώνα των λαϊκών τάξεων για τη βελτίωση των όρων της ζωής τους, απομένει σε μερικά έθνη και ο αγώνας για την απόκτηση ή διατήρηση της εθνικής ανεξαρτησίας. Τα έθνη αυτά συγχέουν τον εθνικοαπελευθερωτικό και τον κοινωνικό αγώνα, διότι τυχαίνει να συμπίπτουν στα ίδια χέρια οι εξουσίες. Οι Ινδοί βλέπουν τον Άγγλο όχι μόνο ως ξένο κυρίαρχο , αλλά και ως κεφαλαιοκράτη εκμεταλλευτή του πλούτου τους. Το ίδιο και οι Αιγύπτιοι, οι «Μπολσεβικισμός
Πέρσες, οι Αφγανοί, οι Τούρκοι.
διά τους λαούς αυτούς θα πη αγών προς εθνικήν
ανεξαρτησίαν, αλλά και την απαλλαγήν συγχρόνως από την εκμετάλλευσιν των ξένων κεφαλαίων»87. Ο Μπολσεβικισμός, όμως, κατά τον Δραγούμη, δεν θα μεταφερθεί με τον κόκκινο στρατό σε άλλες χώρες. Θα ευδοκιμήσει μόνον εκεί όπου το επιτρέπουν οι συνθήκες της κοινωνίας και της οικονομίας. «Γιατί όμως οι Δυτικές Δυνάμεις φοβούνται και κάνουν τόσο θόρυβο; Όχι διότι φοβούνται μη τυχόν αι στρατιαί του Λένιν εισβάλουν εις τας Ινδίας, ή την
Ι. Δραγούμη. «Μπολσεβικισμός, Ανατολή και Ελληνισμός», Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α\ φάκ. 35, Υποφάκ. γ" . Γελ·νάδειος Βιβλιοθήκη, και Πολιτεία Αθηνών. 10 Ιανουαρίου 1920. Όπ. παρ.
502
Τουρκίαν αλλά διότι τρέμουν μη εξεγερθή εν ονόματι του Μουσουλμανισμού, η παραβιαζόμενη εθνική συνείδησις των ανατολικών εθνών και στραφεί κατά των ξένων αυτών κυριάρχων»88. Ο
Δραγούμης
φρονεί ότι είναι υπερβολικός
ο θόρυβος
που
δημιουργείται και η γενίκευση της ονομασίας «μπολσεβικισμός» σε τάσεις σαφώς εθνικιστικές. Η υπερβολή αυτή γίνεται για ανετώτερη επίλυση άλλων ζητημάτων, όπως το Τουρκικό. Ο μπολσεβικισμός χρησιμεύει ως φόβητρο κατά των αστικών τάξεων των χωρών τους για να τους κεντήσουν την όρεξη για νέους αγώνες για τα εμπορικά και πολιτικά τους συμφέροντα. Επίσης, μπορεί κάλλιστα να δικαιολογήσει την οποιαδήποτε ρύθμιση στο μέλλον που δεν συνάδει προς το δόγμα των εθνικοτήτων. Ο Δραγούμης δεν αποδέχεται την κατηγορία ότι είναι αντιανταντικός ή φιλογερμανός. Σε μια συνέντευξη του στην εφημερίδα «Πολιτεία», θα τονίσει ότι έπρεπε η Ελλάδα να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Entente υπό όρους και με ανταλλάγματα και μάλιστα ιδίως μετά την είσοδο της Αμερικής στον
πόλεμο.
Η
κατάσταση,
όμως,
δυσχεράνθηκε
από
τις
διαλυτικές επεμβάσεις των Δυνάμεων στην Ελλάδα και καταλήγει: «Εγώ ο Έλλην δεν αισθάνομαι καμίαν υποχρέωσιν να είμαι φίλος ή εχθρός κανενός έθνους, ούτε αντιαντανικός, ούτε φιλοανταντανικός, ούτε φιλογερμανός, κυττάζω τα συμφέροντα του έθνους μου»89. Κοιτάζοντας προς τα πίσω, παρατηρεί με πικρία:
«Δεν είμαι
επιτήδειος, εγώ έλεγα και πίστευα ότι θα έπρεπε να πολεμήσει η Ελλάδα στο πλευρό των Συμμάχων, μόνο την επέμβαση τους δεν ήθελα, μόνα τα άτιμα καμώματα του Βενιζέλου δεν ενέκρινα , ενώ συμφωνούσα μαζί του για την ανάγκη συμμετοχής στον πόλεμο και κύταζα να πείσω και τους άλλους, όσοι δεν συμφωνούσαν και θα τους έπειθα αν ενεργούσε τίμια ο Βενιζέλος και
Όπ. παρ. 1. Δραγούμης «Η καλή πίστις αποκρούει την κατηγορία επί γερμανοφιλία», Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 35, Υποφάκ. γ* , Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, και Πολιτεία Αθηνών, 8 Απριλίου 1920. 89
503
βοηθούσε ίσια και ειλικρινώς για να καταπεισθούν και οι άλλοι. Μα αυτός πήγε και έγινε των ξένων όργανο για να διώξει το βασιλιά και να ευχαριστήσει το πάθος του. Τον εμφύλιο πόλεμο δεν τον ήθελα , ο Βενιζέλος τον θέλησε και τον έφερε. Σ' αυτό δεν συμφωνούσα μαζί του»90. Σ' αυτή την εποχή της μεγάλης πόλωσης δεν υπάρχει χώρος για αποχρώσεις ή τρίτο δρόμο. Ο Δραγούμης προσπαθεί απεγνωσμένα να κινηθεί. Η εμπλοκή της Ελλάδας στη Μ. Ασία και οι προσπάθειες του Βενιζέλου να πείσει τους Συμμάχους με διάφορους τρόπους να βοηθήσουν οξύνουν την αντίθεση του προς τον ηγέτη των Φιλελευθέρων. «Οι Αγγλογάλλοι τον διακηρύττουν ή και τον έχουν για μεγάλο άνδρα, γιατί τους βοηθεί να κάνουν τις δουλειές τους, να εκτελούν τα ιμπεριαλιστικά τους σχέδια στην Ανατολή. Μα τα ιμπεριαλιστικά σχέδια είναι ψέμα, γιατί δεν τα θέλουν οι λαοί»91. Π αυτό και σημειώνει: «Η Ρωσία, αφού έκαμε τη ριζοσπαστικότερη κοινωνική επανάσταση, παλεύει μεταξύ της και με την ξενική επέμβαση. Έλληνες και Γάλλοι πολεμούν στην Οδέσσα. Μακάρι να τσακιστούν από τους Μπολσεβίκους»92. Κατά τον Δραγούμη, «ο βενιζελισμός είναι στήριγμα της κεφαλαιοκρατίας και της αστικής τάξης του μπουρζουαζισμου»
.
Ο Δραγούμης παραμένει πάντοτε αποκομμένος από τους υπόλοιπους αντιβενιζελικούς. Όταν θα συνεργασθεί μαζί τους, μετά την επιστροφή του από την εξορία, στα μόνα σημεία που συμφωνεί είναι στον «παραμερισμό του καταπιεστικού βενιζελικού κράτους και στην ανάκτηση της πολιτικής ανεξαρτησίας
της
Ελλάδας»94.
Παράλληλα,
μένει
συναισθηματικά
προσηλωμένος στον Κωνσταντίνο, του οποίου τον ρόλο, στα πλαίσια του Διχασμού, δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να αντιληφθεί. Ο Δραγούμης έχει κάποιες ιδέες για την πολιτική και τον ρόλο του
«Φύλλα Ημερο/.ογίου», τ. ΣΤ, Σκόπελος 7 Μαίου 1919. σ. 68-79. Όπ. παρ.. Κορσική, 12 Φεβρουαρίου 1919. σ. 42. 92 Όπ.παρ. , Κορσική ,12 Μαρτίου 1919. σ. 54. '' Όπ.παρ., Κορσική 27 Ιανουαρίου 1919. σ. 34. Οπ.παρ. 91
504
πολιτικού άνδρα που δεν συνάδουν με το πολιτικό κλίμα της εποχής το Διχασμού. «Ένας πολιτικός δεν πρέπει να κοπιάσει ούτε τόσο δα λίγο για να μπλέξει «φίλους» γύρω του. Ένας πολιτικός πρέπει μόνο να είναι άξιος και δυνατός και να κουνιέται, όταν πρέπει, και να ριψοκινδυνεύει, όταν είναι 95
ανάγκη, και μόνοι τους θα συναχθούν οι «φίλοι» γύρω του» . «Είναι αστείο». Όλοι τραβούν για πρωθυπουργοί τι είναι ο Ρωμιός ! ... Γυρεύουν θέση και όνομα υπουργού, πρωθυπουργού κλπ δεν τους μέλει να είναι ή να μην είναι κάτι, θέλουν να γίνουν τούτο ή εκείνο το όνομα. Δεν κοιτάζουν να κάνουν το καλό»96. Σε μια άλλη του καταγραφή στο Ημερολόγιο του, θα γράψει για τον βενιζελισμό «Ο βενιζελισμός, για να στερεωθεί, υποστηρίζει με τα όλα του την υπαλληλία, την αυξάνει στον αριθμό και στους μισθούς, τη φουσκώνει, την πληθαίνει, την παχαίνει. Έτσι σπαταλά τα χρήματα του δημοσίου ταμείου (χρήματα που έδωσε ο λαός) που δεν τα έδωσε ο λαός βέβαια για να παχαίνει μία τάξη ... Η υπαλληλία έπρεπε να είναι μέσο και έγινε σκοπός ... Η διοικούσα τάξη του δυναμώνει μόνο τις υλιστικές ορέξεις, τη διοικούσα τάξη τη δυναμώνει ο Βενιζέλος για να στερεωθεί αυτός...» 97 , ενώ για το ρόλο του ως βουλευτή θα γράψει : «Δεν είμαι για βουλευτής, δεν είναι σύμφωνα, παρά ολότελα αντίθετα, με τη διάθεση μου, δεν μ' εμπνέουν παρά μου σκοτεινιάζουν
το
φως
μου,
τα
εκλογικά
και
κοινοβουλευτικά
και
ρουσφετολογικά καμώματα ... Πρέπει πρώτα απ' όλα να είμαι αληθινός...»98. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η γνώμη του Βενιζέλου για τον πολιτικό του αντίπαλο,
μια
γνώμη
που
απέχει
χρονικά
από
την
εποχή
της
συναισθηματικής φόρτισης, αφού εκφράζεται στις 12 Νοεμβρίου 1930. «Ήταν μεγάλο δυστύχημα και ήταν μεγάλος χαμός. Απέβλεπα σ' αυτόν να γίνει
h %
1,8
Όπ.παρ.. Κορσική 6 Νοεμβρίου 1918. σ. 14. Όπ.παρ.. Κορσική 24 Δεκεμβρίου 1918. σ. 19. Όπ. παρ.. Κορσική 27 Ιανουαρίου 1919. σ. 34-35. Όπ. παρ.. Κορσική 21 Μαρτίου 1919. σ. 62.
505
αρχηγός μιας τίμιας αντιπολιτεύσεως» , θα εξομολογηθεί ο Βενιζέλος. Ο ίδιος, πρωθυπουργός
και πάλι, φτάνει στο σπίτι της Π. Δέλτα, όπου
δημιουργείται μια δυσάρεστη σκηνή, όταν η αδελφή του Δραγούμη, Ναταλία Μελά αποφεύγει προκλητικά να χαιρετήσει τον επισκέπτη και φεύγει. Η Δέλτα με πικρία, για τη συμπεριφορά της φίλης της, λέει στο Βενιζέλο: «Ο πεθαμένος της αδελφός πρώτος θα την κατέκρινε- μισούσε την εμπάθεια»100. Βέβαια πολλά δημοσιεύματα του Δραγούμη διακρίνονται για την ιδιαίτερη επιθετικότητα τους απέναντι στο πρόσωπο του Βενιζέλου. Οι φραστικές επιθέσεις εξηγούνται και από τη φανατική προσήλωση του προς το πρόσωπο του Κωνσταντίνου. Ο Δραγούμης σε όλα τα γραπτά του εμφανίζεται ιδιαίτερα φιλοβασιλικός. Υποστηρίζει ακράδαντα το πολίτευμα της βασιλευομένης δημοκρατίας. Αυτή του η προσήλωση στο βασιλικό πολίτευμα τον καθιστά θιασώτη της πολιτικής του Κωνσταντίνου. Στο σημείο αυτό θα κρίναμε ως υπερβολική την τοποθέτηση του Δραγούμη. Σαφώς δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς τις ευθύνες του Βενιζέλου για τις παρεμβάσεις της Entente στα εσωτερικά της Ελλάδας. Δεν μπορούμε, όμως, να μην καταλογίσουμε
και
στον
Κωνσταντίνο,
σημαντικές
ευθύνες για τις
παρεμβάσεις των Γερμανών στην ελληνική πολιτική ζωή, την εξαγορά του Τύπου, την παράδοση του οχυρού του Ρούπελ, την παράδοση της Καβάλας, την αιχμαλωσία του Δ' Σώματος Στρατού και τη μεταφορά του στη Γερμανία, τις
διαλυτικές παραβιάσεις
από
μέρους του, του
κοινοβουλευτικού
πολιτεύματος. Τη γνώμη του για τη μικρασιατική επιχείρηση την είχε διατυπώσει εξαρχής. Ανέκαθεν εναντιωνόταν προς την εδαφική επέκταση του ελληνικού κράτους στη Μικρασία που τη θεωρούσε εξαιρετικά επικίνδυνη για το ελληνικό στοιχείο και πρόωρη από άποψη ισχύος του κράτους, και ήταν υπέρμαχος μιας πολιτικής συμβιβασμού και συνεργασίας των Ελλήνων με Αρχείο Π.Σ. Δέλτα, Α' Ελευθέριος Βενιζέλος, Ημερολόγιο- Αναμνήσεις - Μαρτυρίες Αλληλογραφία, Επιμέλεια : Π.Α. Ζάντας . Αθήνα 1978. σ. 257.
506
τους Τούρκους ως προς τη χώρα αυτή. Ούτε είχε σκοπό να συμπράξει κομματικά με το Γούναρη, γιατί διαφωνούσε με πολλά σημεία των πολιτικών του μεθόδων. Το γνώριζε και ο ίδιος ο Γούναρης . Όταν, μόλις επέστρεψε από την εξορία, ήλθε να συλλυπηθεί τον πατέρα του Στέφανο, δακρύζοντας είπε πόσο είχε εκτιμήσει τον Ίωνα, αφότου τον εγνώρισε καλύτερα στη Κορσική και πρόσθεσε ότι ήξερε πως θα ήταν δύσκολη η πολιτική συνεργασία του, γιατί διαφωνούσαν σε διάφορα σημεία γενικής πολιτικής. Αλλά και ο Ίων είχε συμπαθήσει τον Γούναρη σαν άνθρωπο και τον θαύμαζε σαν σοφό, αλλά αισθανόταν πως δεν θα μπορούσε να συνεργασθεί μαζί του πολιτικά101. Οποιαδήποτε προσπάθεια πρόβλεψης για το τι θα συνέβαινε, εάν ο Δραγούμης δεν δολοφονούνταν, ανήκει στη σφαίρα της πολιτικής μελλοντολογίας και είναι επισφαλέστατη. Αν ζούσε, ίσως να μην είχε επικρατήσει ο αντιβενιζελισμός στις εκλογές, αφού ο φόνος του ακριβώς υπήρξε από τα κυριώτερα αίτια της λαϊκής καταφοράς εναντίον του βενιζελισμού. Αλλά κι αν, καθώς φαίνεται πιθανότερο, είχε οπωσδήποτε υπερισχύσει στις εκλογές ο αντιβενιζελισμός, δεν θα δεχόταν ο Ίωνας να τους υποστηρίξει ποτέ στη καθαρά βενιζελική πολιτική που ακολούθησαν, ως προς το μικρασιατικό ζήτημα, αντί να εφαρμόσουν την αντίθετη, για την οποία και είχαν εκλεγεί, αλλά και θα προσπαθούσε να εμποδίσει τα βασικά λάθη
χειρισμού
των
εσωτερικών
πραγμάτων,
π.χ.
τη
διενέργεια
δημοψηφίσματος για την επαναφορά του Βασιλέα Κωνσταντίνου, προτού συνέλθη η βουλή και αποφασίσει αυτή αν και πώς θα έπρεπε να διενεργηθεί, τη
μη
πρόσκληση
απ'
το
βασιλιά
του
αρχηγού
της
αξιωματικής
αντιπολίτευσης στρατηγού Δαγκλή, όταν καταψηφίστηκε στη συνέλευση ο Γούναρης κλπ. Η διασταύρωση της γνώμης του Ίωνα Δραγούμη κατά το 1915 με τη γνώμη του Βενιζέλου, για την ανάγκη εξόδου της Ελλάδας στον πόλεμο στο
Αρχείο Ίωνος Δραγούμη. Σειρά Α", φάκ. 35. Υποφάκ.α' , Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Πρόλογος Φ. Δραγούμη στα Πολιτικά Δημοσιεύματα του Ίωνος. Κηφισιά 1929.
507
πλευρό των Συμμάχων της Entente, υπήρξε μονάχα στιγμιαία. Η αντίθεση τους είχε θέμα το βασικό εθνικό πρόβλημα, ιδίως ως προς τις εξωτερικές απόψεις και τον εκάστοτε τρόπο διαχείρισης των ανατολικών υποθέσεων και είχε εκδηλωθεί αναμφίβολα, ακόμη πριν από την έκρηξη του πρώτου βαλκανικού πολέμου στα 1912, όταν ο Βενιζέλος προχώρησε σε συμμαχία με τα σλαβικά έθνη εναντίον των Τούρκων, ενώ ο Δραγούμης με τον Σουλιώτη - Νικολαίδη ευνοούσε την ισονομία και ισοπολιτεία των Ελλήνων και των Τούρκων στα όρια του Οθωμανικού κράτους . Η αντίθεση του αυτή εκδηλώθηκε από το 1912 με ποικίλες αφορμές, οι κυριότερες των οποίων ήταν: η αντιτουρκική συμμαχία του Αίμου και η κήρυξη του πολέμου ενάντια στην Τουρκία, η υποχωρητική διάθεση του Βενιζέλου σε κάθε αξίωση δυνατώτερων δυνάμεων, η στενά εδαφική και υλιστική κρατική αντίληψη του ως προς το ελληνικό και ανατολικό πρόβλημα, η χρησιμοποίηση των ελληνικών χωρών και πληθυσμών σαν να ήταν εμπορεύσιμα είδη, η προτίμηση
του Βενιζέλου για το σύστημα της
ανταλλαγής των πληθυσμών, η χρησιμοποίηση της ξενικής επέμβασης για να επιβληθεί ο ίδιος ο Βενιζέλος στον λαό, η μισθοφορική εκστρατεία στην Ουκρανία σε βάρος των εκεί ελληνικών πληθυσμών, η εκστρατεία στη Μικρασία . Μερικοί διατείνονται ότι, αφού διαφωνούσε ο Ι. Δραγούμης με τους ουδετερόφιλους, διέπραξε ασυνέπεια συνεργαζόμενος μαζί τους στην Ενωμένη Αντιπολίτευση στο 1920, δίνοντας έτσι αφορμή για το φόνο του! Πρωταρχικά όμως κανένας από τους αντιπολιτευόμενους της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως δεν ήταν άξιος τέτοιου χαρακτηρισμού και τέτοιας τύχης. Έπειτα, στην Αντιπολίτευση περιλαμβάνονταν κι άλλοι εκτός από τον Ίωνα μη ουδετερόφιλοι, όπως ο Νικ. Στράτος, ο Νικ. Καλογερόπουλος, ο Νικ. Δημητρακόπουλος κ.α. Η «Εστία», προσπαθώντας
να
σε άρθρο της με τίτλο: «Καθαρά και ξάστερα», αντικρούσει
τους
ισχυρισμούς
των
μελών
της
Αντιπολίτευσης ότι είναι φιλοανταντικοί θα επιτεθεί δριμύματα κατά του Δραγούμη: «Θα ημπορούσαμεν να μάθωμεν κατά ποίαν εποχήν μετέβαλε
508
φρονήματα ο άλλος εκείνος Μέττερνιχ των Δεκαέξι, ο απελαθείς κατόπιν δριμύτατου άρθρου κατά των Συμμάχων της Ελλάδας;»102. Ορισμένες φιλοβενιζελικές εφημερίδες θα επιτεθούν δριμύτατα στο πρόσωπο του Ίωνα Δραγούμη. Η εφημερίδα «Πατρίς» χαρακτηρίζει το Δραγούμη ανάξιο διπλωμάτη και θεωρεί ότι δεν μπόρεσε να αναδειχθεί ούτε ως ιμπρεσάριος! Και συνεχίζει: «Κατεχόμενος υπό του πάθους να υβρίση κατά τον μάλλον χυδαιότερον τρόπον, δεν τολμά να αντιμετώπιση ωρισμένα ή μάλλον ωρισμένον πρόσωπον και υβρίζει εν ολόκληρον πολιτικόν κόμμα ως
<ομάδα εκμεταλλευτών»
και
κληρονομικήν ακαταλογιστίαν»!
καταλήγει: «Εχει
υπέρ αυτού
την
103
Αντικρούει, επίσης, το επιχείρημα του Δραγούμη ότι ο Βενιζέλος επιχείρησε να εκτείνει τα όρια του κράτους εκμεταλλευόμενος τα εθνικά ιδανικά προς ίδιον κομματικό όφελος, εκτιμώντας ότι οι Δραγούμηδες και οι συνεργάτες τους έφεραν τους Βούλγαρους μέχρι και κάτω από τη Φλώρινα, θεωρώντας
απαράδεκτη
την
εκπροσώπηση της Φλώρινας από
τον
Δραγούμη.104 Σε ειρωνικό σατυρικό άρθρο εμφανίζεται μια υποθετική κυβέρνηση των κομμάτων της Αντιπολίτευσης που θα αντικαταστήσει τη Βενιζελική. Στην «κυβέρνηση» αυτή πρωθυπουργός ήταν ο Νικ. Στράτος, ενώ ο Ι. Δραγούμης αναλαμβάνει το αρτισύστατο Υπουργείο Αποικιών!!, σε μια προσπάθεια της εφημερίδας Δραγούμη.105
να
ειρωνευτεί
Στην
προφανώς
«κυβέρνηση» αυτή
την
Ανατολική
μάλιστα
αντίληψη
του
ο Βενιζέλος ορίζεται
επιδεικτικά υφυπουργός άνευ χαρτοφυλακίου, ενώ ο Δημ. Ράλλης παραμένει εκτός του σχήματος, επειδή δεν συμμετείχε στην Αντιπολίτευση. Στη μεσοπολεμική Χαλκιδική, σύμφωνα με μαρτυρία του Στέφανου Πετρουλά που επισκέφτηκε τα χωριά Νικήτη και Αγ. Νικόλαο, οι αρχές του
°" «Καθαρά και ςάστερα». Εστία, 29 Μαίου 1920. °' Πατρίς. 21 Φεβρουαρίου 1920. υπ. παρ. 05 Έθνος. 1 1 Ιουνίου 1920.
509
Ίωνα Δραγούμη ακούγονταν περισσότερο σε σχέση με τα πρόσωπα των βενιζελικών και αντιβενιζελικών τσελιγκάδων, ιδιαίτερα οι θέσεις του σχετικά με τον κοινοτισμό106. Αλλά και κατά το κρίσιμο για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία έτος 1966, θα συναντήσουμε αναφορές για την προσωπικότητα και το έργο του Ίωνα Δραγούμη. Όταν ο τότε ανακριτής και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης απολογείται στον Φαρμάκη για τη στάση του στη δικαστική
υπόθεση
της
δολοφονίας
του
Λαμπράκη,
επικαλείται
107
αποσπάσματα από τον Ίωνα Δραγούμη . Σε κύριο άρθρο της εφημερίδας «Ελευθερία» του Π. Κόκκα, γίνεται προσπάθεια αντίκρουσης των ισχυρισμών του τότε στελέχους της Ε.Κ Ανδρέα Παπανδρέου για την ομοιότητα των ιδεολογημάτων του με τα αντίστοιχα του Δραγούμη: «Συνεκινήθη φαίνεται από ωρισμένα γραπτά του Ίωνα Δραγούμη (ο Ανδρ. Παπανδρέου). Αλλά δεν είναι τουλάχιστον ανεδαφικό να προβάλλωνται εις τα 1966 ως γνώμων πολιτικής αι ιδέαι του Δραγούμη; Ποία σχέσις είναι δυνατόν να υπάρχη μεταξύ του εθνικισμού του Δραγούμη με την εθνικήν ιδέαν και την εθνικήν αποστολήν, όπως πρέπει να την συλλαμβάνωμεν σήμερα;»108. Η νιτσεϊκή επίδραση στη σκέψη του Δραγούμη ανάγει την πολιτική του προτίμηση στο νιτσεϊκό πρότυπο του πολιτισμικού ελιτισμού. Ο Δραγούμης δεν αντιλαμβάνεται τη χαρισματικότητα ως πεπρωμένο του εξαιρετικού ανθρώπου αλλά ως όριο προσεγγίσιμο κατ' αρχήν από κάθε πολίτη, που δονείται από τη συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης και της εθνικής του αποστολής. Με τον τρόπο αυτό, η χαρισματικότητα παίρνει τη μορφή συλλογικής ιδιότητας του έθνους, καθώς μάλιστα κατακερματίζεται στα άτομα, παρά το σχήμα της ατομικής ιδιαιτερότητας μεμονωμένων κυττάρων
Στεφ. Πετρουλάς προς Φίλιππο Δραγούμη, Πολύγυρος 23 Σεπτεμβρίου 1925. Αρχείο Φίλιππου Δραγούμη, φάκ. 32, υποφάκ. Ι. Γε\Λ'άδειος Βιβλιοθήκη. 10 Αθηναϊκή. 15 Ιανουαρίου 1966. 108 Ελευθερία. 26 Αυγούστου 1966.
510
του εθνικού οργανισμού. Κατά την άποψη του: «Ο καθένας γεννήθηκε σωτήρας του έθνους του, λίγοι όμως ξέρουν πως γεννήθηκαν τέτοιοι, δηλαδή πως αυτοί θα το σώσουν, αν θέλουν»109. Οι
τόνοι
κατηγορηματικής
προσταγής,
όπως
και
ο
έντονος
σωτηριολογικός χαρακτήρας του παραπάνω αποσπάσματος, κυρίως όμως η ένταξη της χαρισματικότητας στον αστερισμό της εθνικής ιδεολογίας, είναι ενδείξεις που
μας παραπέμπουν σε ευρωπαϊκά ομογενή
πνευματικά
περιβάλλοντα, όπως αυτό των ιδεών του Maurice Barres. Η χαρισματικότητα στη σκέψη του Δραγούμη αναφέρεται , κατά κύριο λόγο, στους «ήρωες του πνεύματος», που είναι σε θέση να αναλάβουν πολιτική δράση και λιγότερο βέβαια στους καθαρόαιμους πολιτικούς ή στρατιωτικούς ηγέτες. Σύμφωνα με τον Δραγούμη λοιπόν, ο εξαιρετικός άνθρωπος υπάρχει χάριν του έθνους του, από το οποίο άλλωστε προέρχεται 1,1>°, ως η πλέον ανάγλυφη μορφή των στοιχείων που συνθέτουν τη φυσιογνωμία της εθνικής κοινότητας . Κατά τον Γ. Κόκκινο,^η έννοια της χαρισματικότητας επέχει στη σκέψη του Ίωνα Δραγούμη , αποκλειστικά και μόνο λειτουργία μηχανισμού εδραίωσης της ιδέας του έθνους. Δεν διεκδικεί, δηλαδή, σημασία καθολικού εξηγητικού νόμου της ιστορίας , αλλά έχει αρκετά στενότερο εννοιολογικό πεδίο^ 1 Η
αναγκαιότητα
της
συγκρότησης
ενός
σύγχρονου
ορθολογικοποιημένου κράτους, του ηθικού κράτους, που θα είναι σε θέση να πραγματώσει
τα αλυτρωτικά οράματα του Ελληνισμού,
αλλά και η
διαπίστωση της έλλειψης ενός συμπαγούς κοινωνικού υποκειμένου, φορέα της ιστορικής μεταβολής, με δεδομένη την ανεπάρκεια της ελληνικής αστικής τάξης ωθούσαν αρκετούς έλληνες διανοούμενους του τέλους του 19 ου αι. και των αρχών του 20ου αι. στην αναζήτηση του χαρισματικού ηγέτη, που, ως καταλύτης, θα ενεργοποιούσε τις δυνάμεις που περικλείει η ελληνική
«Ο Ελληνισμός μυυ και οι Ελληνες», σ. 21. "° Γ. Κόκκινος. Ο πολιτικός ανορθολογισμός στην Ελλάδα. Το έργο και η σκέψη του Νεοκλή Καζάζη (1849-1936), Αθήνα. Τροχαλία 1996. σ. 212. Illy,
υπ. παρ.
51 I
κοινωνία
υποχρεώνοντας
την να ομογενοποιηθεί
με την άρση
των
κοινωνικών και πολιτικών αντιπαλοτήτων. Τέτοιου είδους σκέψεις συναντούμε κυρίως στον Ίωνα Δραγούμη, αλλά και στον Νεοκλή Καζάζη.Ίτη περίπτωση του Δραγούμη, ο ελιτισμός φορά μυθολογικό λογοτεχνικό ένδυμα, ενώ στην περίπτωση του Καζάζη φιλοσοφικό και ιστορικό1,1)2- Ο πολιτικός ανορθολογισμός, η ιδεολογική εξάρτηση από το βασιλικό θεσμό και η ριζική διαφωνία για την επιχειρούμενη από τους Φιλελεύθερους λύση του ελληνικού αλυτρωτικού προβλήματος, είναι οι βασικοί παράγοντες που έκαναν τον Δραγούμη να μην αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Βενιζέλου τον αναμενόμενο εθνικό ηγέτη. Ο Δραγούμης εναντιώθηκε στις βενιζελικές επιλογές της συνεργασίας με τα σλαβικά κράτη των Βαλκανίων εναντίον της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, υποστηρίζοντας το ελληνοτουρκικό ανατολικό ιδεώδες. Οι Έλληνες του 19 ου αι. αντιδιέστειλαν το έθνος με τη σύγχρονη έννοια του όρου από το γένος, δηλαδή, ένα έθνος το οποίο υπάρχει ως πολιτισμικό και πολιτικό σύνολο, αλλά χωρίς κράτος ή συγκεκριμένο έδαφος. Το «εδαφικό» έθνος ήταν ασύμβατο με το Οθωμανικό πνεύμα1-». Όμως, οι βαλκανικοί εθνικισμοί που απέβλεπαν στην επέκταση των βαλκανικών εθνικών κρατών, δεν άφηναν περιθώρια για διαφορετικές επιλογές. Άλλωστε, πολλά από τα σύγχρονα
βαλκανικά προβλήματα απορρέουν από τη μετατροπή των
διασπορικών πολιτισμικών εθνών σε εδαφικά πολιτικά έθνη. Οι χώροι δίκτυα των διασπορικών εθνών είχαν την δυνατότητα να αλληλοεισδύουν, πράγμα που δεν ίσχυε για τα εδαφικά έθνη. Ο ίδιος ο Βενιζέλος κατά την τελευταία του συνάντηση με τον μητροπολίτη Χρύσανθο στην Αγγλία θα διατυπώσει το συμπέρασμα ερωτώντας τον τελευταίο : «Το πρόγραμμα του φίλου σας Ίωνος Δραγούμη, προ των Βαλκανικών πολέμων ίσως ηδύνατο να
" Όπ. παρ., σ.21 1. ""' Γεώργιος - Στυλιανός Πρεβελάκης. Tu. Βαλκάνια . Πολιτισμοί και Γεωπολιτική . Μετάφρ. Μάρω Πρεβελάκη, εκδ. Libro. Αθήνα 2001, σ. 133.
512
εφαρμοσθή, αλλά μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και την ελάττωσιν του ελληνικού πληθυσμού νομίζετε ότι ήτο δυνατόν να εφαρμοσθή;»114. Εξάλλου, η διατύπωση και η εφαρμογή της πολιτικής του Βενιζέλου θα συμπέσει χρονικά και θα συναρτηθεί καθοριστικά με την κορύφωση της μακρόχρονης διαπάλης για την επικράτηση του δόγματος της λαϊκής κυριαρχίας και κατ' επέκταση, της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών σε ευρύτερη διεθνή κλίμακα. Τα Βαλκάνια θα αποτελέσουν το πεδίο άμεσης εφαρμογής μετά την ένοπλη κατίσχυση των εθνικών κρατών σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Άλλωστε, η καρποφόρα συμμετοχή του στο Συνέδριο της Ειρήνης θα καταδείξει την ετοιμότητα του να αναδεχθεί και να αξιοποιήσει τα νέα διεθνή μηνύματα.115 Τέλος, ο Δραγούμης επέκρινε ιδιαίτερα την πολιτική του Βενιζέλου κατά τον Διχασμό και ιδιαίτερα τη φιλία του με τις Δυνάμεις της Entente και την προσπάθεια του να τις χρησιμοποιήσει προκειμένου με την επέμβαση τους να προσπορισθεί σημαντικά πολιτικά οφέλη. Οι ευθύνες του Βενιζέλου είναι τεράστιες, όπως είναι πραγματικότητα και η βάναυση συμπεριφορά των μέσων και κατώτερων κυρίως στελεχών της βενιζελικής παράταξης και οι πράξεις αντεκδίκησης τους απέναντι στους αντιπάλους τους μετά το 1917116. Όμως ο Εθνικός Διχασμός δεν εξηγείται από τη προσωπική αντιπαράθεση Κωνσταντίνου - Βενιζέλου . Πρόκειται για τη διαμάχη
ανάμεσα στη διαρκώς ανερχόμενη αστική τάξη και την
παραδοσιακή ολιγαρχία για τον έλεγχο της εξουσίας. Από την άλλη μεριά, εξαιτίας της στάθμευσης ξένων στρατευμάτων στο ελληνικό έδαφος, η Ελλάδα έπαψε ουσιαστικά να είναι κυρίαρχος των πράξεων της, καθώς τα συγκρουόμενα συμφέροντα των νικητών του 114
Βιογραφικαί Αναμνήσεις του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου του οπό Τρο.πεζούντος 1881-1949, επιμ. Γ. Τασούδη, Αθήναι 1970. σ. 285-286. "" Κων. Σβολόπουλος, Ελευθέριος Βενιζέλος, 12 μελετήματα, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999. σ. 44-45. 116 Βλ. για το ζήτημα αυτό στο W.Edgar: «Οι εκκαθαρίσεις του 1917 : η σημασία τους για το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Βενιζέλου» .στα : Μελετήματα ... όπ. παρ. σ. 519-550.
513
πολέμου στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου τοποθετούσαν τη χώρα στο επίκεντρο ανταγωνισμών που ξεπερνούσαν κατά πολύ τα ελληνικά μεγέθη. Έτσι, σύμφωνα με τον Γ. Μουρέλο,Λη κατάλυση της ελληνικής κυριαρχίας από τους Συμμάχους δεν πρέπει να εκληφθεί ως ιμπεριαλιστική διείσδυση . Η προκλητική συμπεριφορά τους υπαγορευόταν από τις ανάγκες διεξαγωγής του πολέμου στην ευρύτερη περιοχή1^7. Ο Δραγούμης πολιτεύτηκε στη περίοδο του Εθνικού Διχασμού (19151917), αλλά και κατά την «επαναστατική» περίοδο του Βενιζελισμού (19171920). Οι ακρότητες της εποχής αντικατοπτρίζονται στις φραστικές επιθέσεις του Δραγούμη εναντίον του Βενιζέλου στα διάφορα άρθρα του στον Τύπο. Η δολοφονία του Δραγούμη
στις 31-7-1920 δεν επέτρεψε τη
προσπάθεια έμπρακτης εφαρμογής των πολιτικών αντιλήψεων του στον στίβο της πολιτικής. Τα ερωτήματα σχετικά με την πολιτική συμπεριφορά του Δραγούμη στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, τη στάση απέναντι στο Μικρασιατικό ζήτημα, κατά το κρίσιμο έτος 1921-1922, σε σχέση με την αντίληψη του για το ευρύτερο Ανατολικό ζήτημα, καθώς και τη στάση του στο θέμα του δημοψηφίσματος για την επιστροφή του έκπτωτου Μονάρχη, δεν μπορούν να απαντηθούν. Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά θα έδειχναν τη συνέπεια ή μη, την ανεδαφικότητα ή μη των πολιτικών προτάσεων του Δραγούμη. Σαν κατακλείδα, θα χρησιμοποιήσουμε κάποιες καταγραφές από το Ημερολόγιο του σχετικά με τα θεμέλια της κοινωνικής του σκέψης και κάθε προγράμματος πολιτικής ενέργειας, όπως ο ίδιος τα χαρακτηρίζει. Θεμέλια λοιπόν, της πολιτικής του σκέψης είναι: «1) οι κοινότητες - αυθυπαρξία και αυτοδιοίκηση, ελεύθερη ανάπτυξη, 2) συνερνατισμός - συμφέρον του καταναλωτή
που
είναι όλος ο κόσμος,
3) ανατολή - ανεξάρτητος
' ' Γ. Μουρέλος , «Ο Εθνικός Διχασμός», στο Επτά Ημέρες της εφημ.// Καθημερινή με τίτλο: Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τόμος Κ.Η" . Αθήνα 2001. σ. 91.
514
συνασπισμός της Ανατολής μέσα στην Ευρώπη» (η υπογράμμιση δική μας)118.
s
Φύ'/la Ημερολογίου, τ. Στ'. Σκόπελος 14-25 Αυγούστου 1919. σ. 117.
515
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Ο Δραγούμης υπήρξε πολυσχιδής προσωπικότητα. Η δραστηριότητα του απλώθηκε σ' όλες τις πτυχές του δημοσίου βίου. Οι πολιτικές θέσεις του Ι. Δραγούμη φανερώνουν την προσπάθεια του να καταθέσει τις προτάσεις του για μεταρρυθμίσεις και εξυγίανση στη δημόσια διοίκηση, τον στρατό, την εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη, την οικονομία, τη δημοσιονομική πολιτική. Διαφαίνεται μέσα από τις πολιτικές του προτάσεις μια συγγένεια με τις απόψεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου του 1909. Δεν πρέπει άλλωστε να λησμονούμε ότι
- Πρωθυπουργός μετά το
κίνημα του 1909 ήταν ο Στεφ. Δραγούμης, ο πατέρας του Ίωνος. Τα πολιτικά Μανιφέστα του τελευταίου αποδεικνύουν πολιτική και ιδεολογική συγγένεια των δύο ανδρών. Η εκκρεμότητα στην οποία βρίσκονταν τα ελληνικά εθνικά ζητήματα, σε συνδυασμό με τη γενικότερη περιρρέουσα ιδεολογική ατμόσφαιρα της εποχής, οδήγησαν τον Δραγούμη σε σαφώς εθνικιστικές θέσεις. Η ιδεολογική του συγγένεια με τον Barres είναι σαφής. Η προσήλωση του στην εθνική ιδεολογία θα τον καταστήσει πολέμιο του σοσιαλισμού. Είναι ενδεικτικός ο διάλογος - αντιπαράθεση μεταξύ Δραγούμη και Σκληρού μέσα από τις στήλες του «Νουμά». Ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος, η εξορία του Δραγούμη στην Κορσική και η αποστροφή του προς τις Δυτικές Δυνάμεις θα αμβλύνουν τη διάθεση του απέναντι στη σοσιαλιστική ιδεολογία. Ο πρόωρος θάνατος του δεν επέτρεψε τη διακρίβωση της πραγματικής του διάθεσης απέναντι στον σοσιαλισμό. Η επιθυμία του για τη σύζευξη εθνικής ιδεολογίας, ανατολικής θεωρίας και σοσιαλισμού, θα παραμείνει σε θεωρητικό επίπεδο και δεν θα αποδειχθεί η ρεαλιστικότητα ή ανεδαφικότητα της και η πιθανή εθνικοσοσιαλιστικής υποστήριξαν.
τάσης
κατευθύνσεις,
όπως
ροπή της προς κάποιοι
ερευνητές
516
Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου πολέμου, ο Δραγούμης θα προβληματισθεί για την ενδεδειγμένη στάση που, κατά τη γνώμη του, θα έπρεπε να τηρήσει η Ελλάδα απέναντι στους εμπολέμους. Ήδη από την Πετρούπολη, όπου υπηρετούσε ως πρεσβευτής, είχε διατυπώσει την άποψη ότι η Ελλάδα έπρεπε να τηρήσει στάση ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στις Δυνάμεις της Entente. Δεν απέκλεισε την είσοδο στον πόλεμο στο πλευρό της Entente με όρους και ανταλλάγματα. Μετά την
εκδήλωση
του κινήματος της Εθνικής Άμυνας
στη
Θεσσαλονίκη, ο Δραγούμης θα εξαπολύσει δριμύτατη κριτική απέναντι στην τακτική των
Δυνάμεων της Entente και τη βενιζελική πολιτική, ως
υπονομευτικές της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Εμφανίζεται στα κείμενα του ως ουδετερόφιλος. Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, η θέση του για έξοδο της Ελλάδας στο πλευρό της Entente
δεν μεταβάλλεται, αλλά αυτό έπρεπε να γίνει με όρους και
ανταλλάγματα κι όχι κάτω από καθεστώς εκβιασμού. Ταυτόχρονα, δεν θα σταματήσει να επικρίνει και τις φιλοβασιλικές κυβερνήσεις, ιδίως την κυβέρνηση Στ. Σκουλούδη για την εσφαλμένη εφαρμογή της πολιτικής της ουδετερότητας (κατάληψη του οχυρού Ρούπελ κ.α.). Η έξωση του Κωνσταντίνου και η ενοποίηση του ελληνικού κράτους από τον Βενιζέλο με τη συνδρομή της Entente θα γίνει αφορμή για την εκτόπιση του Δραγούμη στην Κορσική αρχικά, στη Σκόπελο αργότερα. Η πολιτική του δραστηριότητα αναγκαστικά θα ανασταλεί. Η παραμονή του στην Κορσική δεν θα τον εμποδίσει να αποστείλει το Υπόμνημα του προς το Συμβούλιο των Μεγάλων Δυνάμεων, όπου θα προσπαθήσει να εκθέσει το ελληνικό ζήτημα στο σύνολο του. Μετά
την
επιστροφή
του
από
τη
Σκόπελο,
ο
Δραγούμης
ενεργοποιήθηκε πολιτικά. Αρνήθηκε βέβαια να μετάσχει στις εργασίες της «Βουλής των Λαζάρων» και η δραστηριότητα του εξαντλήθηκε κυρίως σε αρθρογραφία του στον αθηναϊκό και επαρχιακό Τύπο. Τα θεμελιώδη αιτήματα του ήταν η άρση του Στρατιωτικού Νόμου, η προκήρυξη εκλογών, η
517
δημιουργία λαϊκών πολιτικών Συλλόγων, αιτήματα που πρόβαλαν οι ηγέτες της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως. Ο Δραγούμης εργάστηκε για την ενοποίηση των αντιπολιτευομένων ηγετών εκφράζοντας όμως ταυτόχρονα και τις διαφωνίες του για ορισμένες πρακτικές τους. Το παρασκήνιο που προηγήθηκε της επίσημης εμφάνισης της Αντιπολίτευσης ήταν ιδιαίτερα έντονο. Η έρευνα, όμως, στα Αρχεία συγκεκριμένων
πρωταγωνιστών
της περιόδου
δεν
υπήρξε
ιδιαίτερα
διαφωτιστική σχετικά με τον ρόλο του Δραγούμη. Έτσι, η απάντηση στο ερώτημα αυτό βασίστηκε στις πληροφορίες που αντλήθηκαν κυρίως από το προσωπικό Αρχείο του Ίωνος και το Αρχείο Λεβίδη. Η εξέλιξη των εθνικών ζητημάτων
του ελληνισμού δεν άφησε
αδιάφορο τον Ίωνα Δραγούμη. Η κριτική του εστιάστηκε τόσο στην ανεπαρκή, κατά την άποψη του, αντιμετώπιση των εθνικών ζητημάτων από τις κυβερνήσεις των ετών 1915-1917, όσο και κυρίως στους ατυχείς χειρισμούς του Βενιζέλου, που ουσιαστικά, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, υπονόμευσαν τον Ελληνισμό της Ανατολής. Το Μακεδόνικο, το Θρακικό, το Βορειοηπειρωτικό, το ζήτημα του Ελληνισμού της Κων/πολης, της Μικράς Ασίας και του Πόντου απασχόλησαν
ιδιαίτερα τον Δραγούμη, ο οποίος
διατύπωσε τις προτάσεις του για την δικαιότερη και βιωσιμότερη επίλυση τους. Η Ανατολική ιδέα διαπερνά τη σκέψη του Δραγούμη και την πολιτική του δραστηριότητα. Οι αντιλήψεις του για την ορθότερη και βιωσιμότερη επίλυση των εκκρεμών εθνικών ζητημάτων έχουν ως βασικό εσωτερικό τους άξονα το Ανατολικό ιδεώδες. Η κριτική του στις αντιβενιζελικές κυβερνήσεις των
ετών
1915-1917
εστιάστηκε
κυρίως
στην
αδυναμία
τους
να
ακολουθήσουν μια πολιτική περισσότερο βαλκανική και να θέσουν τα εθνικά ζητήματα σε μια τέτοια βάση. Η κριτική του απέναντι στους βενιζελικούς χειρισμούς φέρει ως δομικό της άξονα αυτή την Ανατολική αντίληψη. Ο Βενιζέλος, κατά τον Δραγούμη, ενδιαφέρθηκε κυρίως για την προσθήκη εδαφικών τμημάτων του ελληνισμού
518
με αποσπασματικό τρόπο, τόσο κατά τους Βαλκανικούς πολέμους (19121913), όσο και μετά τη λήξη του Α' Παγκόσμιου πολέμου (1919). Ο Δραγούμης φρονούσε ότι το ελληνικό ζήτημα έπρεπε να τεθεί στο σύνολο του, έτσι ώστε να ληφθεί πρόνοια και για τον ελληνισμό της Ανατολής, ο οποίος όφειλε να παραμείνει υπό συνθήκες κοινοτικής αυτονομίας στις εστίες του. Είναι εμφανής η καθοριστική επίδραση της ανατολικής θεωρίας σ' αυτή την οπτική. Οι επικρίσεις του για την πολιτική της Entente και τις διαρκείς επεμβάσεις της στα εσωτερικά της Ελλάδας είχαν άμεση σχέση με τις αντιλήψεις του για την Ανατολή. Τα Ανατολικά έθνη έπρεπε να συνενωθούν σε
ομοσπονδιακή
βάση,
έτσι
ώστε
να
απωθήσουν
οποιεσδήποτε
παρεμβάσεις των Δυνάμεων στη περιοχή. Ακόμη και οι θέσεις του για τον σοσιαλισμό και τον εθνικισμό δομούνται πάνω στην Ανατολική του θεωρία. Η αγωνιώδης προσπάθεια του να συζεύξει τον εθνικισμό και τον σοσιαλισμό σε μια «ανατολική»
έμπρακτη εφαρμογή διαπερνά σχεδόν
όλα του τα
δημοσιεύματα. Η αντίληψη αυτή και η αποστροφή του Δραγούμη για τον ρόλο της Entente,
κατά τον Διχασμό, θα τον ωθήσει και σε κάποιο αρνητισμό
απέναντι στην Ευρώπη. Η μελέτη των κειμένων του, όμως, σε δεύτερο επίπεδο, δείχνει ότι αντιπαρατίθεται στον αστόχαστο κοσμοπολιτισμό και τη στρεβλή εφαρμογή των ευρωπαϊκών προτύπων στην ελληνική κοινωνία, που, κατά τη γνώμη του, δεν οδηγεί στον πραγματικό εκσυγχρονισμό κράτους και κοινωνίας. Ακόμη και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, η Ανατολική θεωρία δεν απομακρύνει τον Δραγούμη από την Ευρώπη. Προσδοκά έναν ανεξάρτητο συνασπισμό της Ανατολής μέσα στην Ευρώπη. Σε μια άλλη του καταγραφή, θα κάνει λόγο για μελλοντική ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης, όπου η Ελλάδα θα έχει τη θέση της. Ο πρόωρος θάνατος του Δραγούμη δεν επέτρεψε την έμπρακτη εφαρμογή της ανατολικής αντίληψης του, ιδίως μετά την υπογραφή της
519
Συνθήκης της Λοζάννης (1923), η οποία επιβεβαίωσε την διαρρύθμιση του χάρτη της Ν.Α. Ευρώπης και κατέστησε ουσιαστικά υποχρεωτικό τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ποια στάση θα τηρούσε ο Δραγούμης απέναντι στη μικρασιατική πολιτική των Αντιβενιζελικών κυβερνήσεων, μετά τον Νοέμβριο του 1920; Πως θα αντιμετώπιζε τις προσπάθειες Βενιζέλου για την επίτευξη της ελληνοτουρκικής φιλίας (1929-1930) και την υπογραφή του Βαλκανικού Συμφώνου
του 1934; Τα ερωτήματα αυτά δεν μπορούν βέβαια να
απαντηθούν. Η έρευνα στα Αρχεία πρωταγωνιστών της περιόδου αυτής δεν υπήρξε ιδιαίτερα διαφωτιστική σχετικά με τη δραστηριότητα του Δραγούμη στο κρίσιμο διάστημα από το Νοέμβριο του 1919 έως τη δολοφονία του. Ποια υπήρξε η στάση του Δραγούμη στις προσπάθειες για την ένωση όλων των αντιβενιζελικών πολιτικών; Από τα διαθέσιμα στοιχεία διαπιστώνουμε ότι εργάστηκε για την ένωση της Αντιπολίτευσης
και υπέγραψε όλα τα
Μανιφέστα της. Διατηρούσε, όμως, τις διαφορετικές σε πολλά σημεία απόψεις του, όπως κατά τη σύνταξη του Α' Μανιφέστου της Αντιπολίτευσης και κατά την πρώτη διερευνητική συνάντηση των ηγετών της Αντιπολίτευσης. Πως εννοούσε ο Δραγούμης τους λαϊκούς πολιτικούς συλλόγους που πρότεινε να δημιουργηθούν; Στην ανάλυση μας στο οικείο κεφάλαιο υποστηρίξαμε ότι δεν μπορούν οι σύλλογοι αυτοί να συσχετισθούν με τους Επίστρατους
του
1916. Ισως να είχε υπόψη του τις Λέσχες
των
Φιλελευθέρων. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν μπορεί να υποστηριχθεί από τα διαθέσιμα στοιχεία. Ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος άσκησε σημαντική επίδραση στη βιοθεωρία και κοσμοθεωρία του Δραγούμη, όπως ο ίδιος υποστηρίζει. Χαρακτηρίζει την προ του 1914 περίοδο της δράσης του ως εθνικιστική και τη μετά του 1914 ως ανθρωπιστική. Η πολιτική του δραστηριότητα κατά την περίοδο 19151920 επιβεβαιώνει αυτή τη διαίρεση, αλλά η διαλεκτική εξέταση των δύο περιόδων φανερώνει ότι υπάρχουν κάποιοι δομικοί άξονες που στηρίζουν
520
την
ιδεολογία του Δραγούμη
και
χαρακτηρίζουν
την
πολιτική
του
δραστηριότητα. Η προτίμηση του στο πολίτευμα της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας, ο Δημοτικισμός, και κυρίως ο Ανατολισμός και η ευαισθησία του για την εθνική ολοκλήρωση του ελληνισμού χαρακτηρίζουν τη δράση του. Διαφορετική εμφανίζεται εξελικτικά η στάση του απέναντι στον σοσιαλισμό. Προ του 1914 τον απορρίπτει κατηγορηματικά, ενώ μετά το 1914 διαλέγεται μαζί του. Πριν από το 1914 μελετά, επικοινωνεί και επηρεάζεται από τον Barrés, ενώ μετά το 1914 θα μελετήσει Kropotkin, Bakunin κ.α. Κατά την άποψη μας, η Ανατολική θεωρία του Δραγούμη, που παραμένει αναλλοίωτη, εξηγεί και τη στάση του απέναντι στον σοσιαλισμό. Σύμφωνα με τον Δραγούμη, ο σοσιαλισμός σοβιετικού τύπου δεν είναι εφικτό να επικρατήσει στην ελληνική κοινωνία με τις διαφορετικές της δομές. Επικρίνει την ουκρανική εκστρατεία και τάσσεται υπέρ της Σοβιετικής κυβέρνησης, γιατί κάτι τέτοιο συμφωνεί με τη πάγια θέση του για την καταδίκη των επεμβάσεων της Entente στην Εγγύς Ανατολή. Η έμφαση του Δραγούμη στη διατήρηση των κοινοτήτων σχετίζεται απόλυτα με την Ανατολική του αντίληψη και προοπτική για τη διευθέτηση των πολιτικών ζητημάτων της Ανατολής. Οι ελληνικές κοινότητες της Ανατολής τείνουν να εξαφανιστούν μετά το ρήγμα στο καθεστώς των milliet και τη συνακόλουθη
αποδυνάμωση του ρόλου του Πατριαρχείου. Προτείνει,
συνεπώς, την αυτονόμηση των ελληνικών κοινοτήτων της Ανατολής και την ενίσχυση του εθναρχικού ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στα πλαίσια των επιδιώξεων του για την πολιτική επίλυση του Ανατολικού ζητήματος. Τέλος, ο έντονος αντιβενιζελισμός του Δραγούμη εδράζεται και στη διαφορετική εκτίμηση των δύο ανδρών για τη συνολική θεώρηση του Ανατολικού ζητήματος. Είναι βέβαιο ότι οι εξελίξεις δικαίωσαν τη βενιζελική πολιτική. Ο Δραγούμης, όμως, δεν πρόλαβε να πολιτευθεί στις νέες συνθήκες, οι οποίες θα τον προκαλούσαν να μετεξελίξει ή να αναθεωρήσει την άποψη του.
521
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α. ΠΗΓΕΣ 1. Αρχειακές πηγές α. Ιδιωτικά Αρχεία ΑΡΧΕΙΟ ΊΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ Σειρά Α' Φάκελλος 10 1914-15 , Εθνικά , πολιτικά διάφορα. Φάκελλος 11, Εσωτερικά , 1916. Φάκελλος 12, Εξωτερικά, 1916. Φάκελλος 13, 1915-1917. Φάκελλος 14, 1917, Ξενική επέμβαση. Γράμματα. Φάκελλος 15, Εθνικά ,1919. Φάκελλος 16 Εθνικά και πολιτικά τετράδια και σημειώματα διάφορα, ιδιόχειρα και μη, 1913-1920. Φάκελλος 17, Εθνικά - Μοναστήρι, Πόντος, κλπ., 1915-1920. Φάκελλος 18, Εφημερίδες, 1919-1920. Φάκελλος 19, Εθνικά , Union des Associations pour la société des Nations ,
1920. Φάκελλος 21. Μνημόσυνα και δημοσιεύματα για τον φόνο του Ίωνος Δραγούμη, 1920-1921. Φάκελλος 26, Υποφάκ. α) Τετράδια. Σχέδιο δράματος, φιλοσοφικά (19011919) , β) Λογοτεχνικά κείμενα (1897-1920). Φάκελλος 27, Λογοτεχνικά ανέκδοτα Ίωνος Δραγούμη, 1878-1920. Υποφάκ. α) Ελληνική Τραγωδία (1915-1917), β) Μετοικεσία και άλλα αποσπάσματα (Κορσική , 1918) , γ) Οι τρεις φίλοι, μυθιστόρημα (Κορσική -Σκόπελος , 1919), δ) Διάφορα χειρόγραφα. Φάκελλος 28, Διάφορα χειρόγραφα Ίωνος Δραγούμη, Υποφάκ. α) 19021914, β) Σχέδιο β' Υπομνήματος προς Διάσκεψη Ειρήνης από Σκόπελο, γ)
522
1914-1920, δ) 1917-1919 , ιδιόχειρες διαμαρτυρίες , διαμαρτυρίες Κορσικής και Σκοπέλου, γράμματα του Barres. Φάκελλος 29, Βιογραφικά στοιχεία και διάφορα. Φάκελλος 32, Αλληλογραφία με Φίλιππο Δραγούμη. Φάκελλος 33, Οικογενειακή Αλληλογραφία. Φάκελλος 35, Πολιτικά Δημοσιεύματα , υποφάκ. α) 1902-1912, β) 19121917, γ) 1918-1920. Φάκελλος 36, Αλληλογραφία και κείμενα. Φάκελλος 37, Χειρόγραφα και μη πολιτικών δημοσιευμάτων. Σημειώματα διάφορα. Σειρά Β' Φάκελλος 2 , Χειρόγραφα υποφάκ. α) Μονοπατιού, β) Μαρτύρων κλπ, γ) Σαμοθράκης , δ) Όσοι ζωντανοί, ε) Ελληνικού Πολιτισμού, στ) Σταματήματος. Φάκελλος 3, Τύπωμα έργων του Ίωνος Δραγούμη. Υποφάκ. α) Όσοι ζωντανοί,
β) Ελληνικός Πολιτισμός, γ) Σταμάτημα, δ) Μονοπάτι, στ)
Σαμοθράκη. Φάκελλος 6, Πολιτική Επιθεώρησις, 1920-1921. Φάκελλος
14,
Κορσική
-
Σκόπελος
1919.
Μεταφράσεις των
Υπομνημάτων του Ίωνος Δραγούμη προς τη Διάσκεψη της Ειρήνης. Φάκελλος 16, Αποκόμματα , 1932-1939. Φάκελλος 17, Αποκόμματα, 1940-1949. Φάκελλος 18, Αποκόμματα, 1950-1959. Αλληλογραφία Φάκελλος 1, Υποφάκ. 2 Φάκελλος 2 , Υποφάκ. 2,3 Φάκελλος 3, Υποφάκ. 1. Φάκελλος 5, Υποφάκ. 3,5 Φάκελλος 6, Υποφάκ. 1.
δύο
SOj
Φάκελλος 9 , Υποφάκ. 1 Το Αρχείο του Ίωνος Δραγούμη βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. ΑΡΧΕΙΟ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ Φάκελλος 225, Πολιτικά ζητήματα, Ευρωπαϊκός πόλεμος (1914-19). Φάκελλος 226, Πολιτικά ζητήματα. Ελλάς - Entente (1915-17). Φάκελλος 227, Υποφάκ. 1, Πολιτικά ζητήματα (1916). Φάκελλος 228, Υποφάκ. 1, Ελληνο-ανταντικές περιπλοκές , Υποφάκ. 2, Ρούπελ(1916). Το Αρχείο
του
Στέφανου Δραγούμη βρίσκεται στη Γεννάδειο
Βιβλιοθήκη . Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. ΑΡΧΕΙΟ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ Φάκελλος 141, Υποφάκ. 9, Οικογενειακά γράμματα μετά τη δολοφονία Ίωνος Δραγούμη , (Αύγουστος - Οκτώβριος 1920). Το Αρχείο
του Φίλιππου
Δραγούμη
βρίσκεται στη Γεννάδειο
Βιβλιοθήκη. Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΡΙΚΑΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ Φάκελλος 16, Εφημερίδες (1916-1917). Το
Αρχείο
της
Μαρίκας Δραγούμη
βρίσκεται στη
Γεννάδειο
Βιβλιοθήκη. Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. ΑΡΧΕΙΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΣΟΥΛΙΩΤΗ - ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ Φάκελλος 14, Υποφάκ. 1, Ίων Δραγούμης. Φάκελλος 22, Υποφάκ. 1-2, Επιστολές Σουλιώτη προς'Ιωνα . Το Αρχείο του Αθ. Σουλιώτη - Νικολαϊδη, βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών.
524
ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ Ι. Σημειώσεις πάσης φύσεως, επιστολαί και σημειώματα συνταχθέντα διά χειρός του Ελευθέριου Βενιζέλου , Φάκελλος 173/266, Φάκελλος 173/11, 1915-1916. II. Επίσημα έντυπα προσωρινής κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης, Φάκελλος 148,1916. Το Αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη. ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ Φάκελλος 9 , Υποφάκ. 2, Συνδιάσκεψη Ειρήνης (1918-1919) Φάκελλος 12, Υποφάκ. 2, Επισκόπηση Τύπου του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού (1919-1920) Το τμήμα αυτό του Αρχείου Ελευθερίου Βενιζέλου, βρίσκεται στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.) ΑΡΧΕΙΟ ΠΑΛΛΗ (Δημοτικιστών) . Αυτόγραφα Ι. Δραγούμη προς Α. Πάλλη Αρ. 101,102,105. Το Αρχείο Πάλλη βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. ΑΡΧΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤΡΕΙΤ Φάκελλος 6, Υποφάκ. 2. Θέματα εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής. Το Αρχείο Στρέιτ βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. Φάκελλος 7, Υποφάκ. 1, Υπομνήματα - Εκθέσεις (1915-1922). Φάκελλος 14, Υποφάκ. 2. Αποστολή Στρατού Συμμάχων εις Μακεδονίαν. ΑΡΧΕΙΟ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΛΕΒΙΔΗ τ. IH' ΑΡΧΕΙΟ ΑΝΔ. ΜΙ ΧΑΛΑ KO Π ΟΥΛΟΥ Φάκελλος 4, Υποφάκ. 1, Χειρόγραφα μελετών, διαλέξεων, λόγων, άρθρων του A.M.
525
Το Αρχείο Α. Μιχαλακόπουλου βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. ΑΡΧΕΙΟ Ι. ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗ Φάκελλος 1, Αλληλογραφία - Ελληνες επιστολογράφοι. Το Αρχείο Ι. Κουντουριώτη βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. ΑΡΧΕΙΟ ΚΩΝ. ΖΑΒΙΤΣΙΑΝΟΥ Φάκελλος 1, Υποφάκ. 5,6. Πολιτικά (1914-1936). Το Αρχείο Κ. Ζαβιτσιάνου βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. ΑΡΧΕΙΟ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗ Φάκελλος 8, Υποφάκ. 1, Αλληλογραφία (1911-1949), Εισερχόμενα Α'. Το Αρχείο Χ. Φιλιππίδη βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. ΑΡΧΕΙΟ Γ.ΜΠΟΥΣΙΟΥ Φάκελλος 1, Υποφάκ. 3, Επιστολές του Σπ. Ευθυμιάδη στον Γ. Μπούσιο (Συμπεριφορά Γάλλων στρατιωτών στο Κηπουρειό Γρεβενών 1916-1917). Το Αρχείο Γ. Μπούσιου βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. Θεσσαλονίκης. ΑΡΧΕΙΟ Β. ΔΟΥΣΜΑΝΗ Φάκελλος 5, Υποφάκ. 7. Το Αρχείο Β. Δούσμανη βρίσκεται στο Ε.Λ.Ι.Α. ΑΡΧΕΙΟ Ι. ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΥ Σειρά Α' Αλληλογραφία Φάκελλος 4, Πολιτική Αλληλογραφία. Το Αρχείο Ι. Γενναδίου βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών.
526
β. Δημόσια Αρχεία ΑΡΧΕΙΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Φάκελλος Α/5 (1914), Πολιτεία Συμμάχων και Ουδετέρων προ και μετά την κήρυξη του Ευρωπαϊκού Πολέμου. Φάκελλος Α/3 (1915), Στάσις της Ελλάδος ανά τον Ευρωπαϊκόν πόλεμον.
Φάκελλος Α/4,5 (1915), Αποβίβασις και εγκατάστασις των Συμμάχων εις Θεσσαλονίκην. Η Ελλάς και η Entente. Φάκελλος Α/4,2 (1915), Ουδετερότης της Ελλάδος. Φάκελλος Α/4,6 (1915), Παραβίασις της Ουδετερότητος του Ελληνικού Κράτους. Φάκελλος Α/5/α (1915), Σχέσεις Ελλάδας μετά των Δυνάμεων. Φάκελλος Α/5/19 (1915), Περί Ουδετερότητος. Φάκελλος Α/5 (4,3) VI (1915), Διάφορα εμπιστευτικά έγγραφα του έτους 1915 σχετικά προς στάσιν Ελλάδος κατά τον Ευρωπαϊκόν πόλεμον . Αποβίβασις Συμμάχων εις θεσσαλονίκην. Φάκελλος Α/5/ιε (1915), Πολιτεία Συμμάχων και Ουδετέρων κατά τον Ευρωπαϊκόν Πόλεμον. Φάκελλος
Α/4/Χ
(1916). Παραβιάσεις ελληνικής ουδετερότητας υπό
Συμμάχων της Συνεννοήσεως. Παραγνώρισις της ελληνικής κυριαρχίας υπό της Συνεννοήσεως. Κατάληψις του ελληνικού στόλου υπό των ναυτικών Αρχών των Συμμάχων. Φάκελλος Α/4/Χ (1916). Περί τελεσιγράφων 18ης και 19ης Νοεμβρίου. Συνεννόησις μετά
της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Διάλυσις Συνδέσμων
Επιστράτων. Φάκελλος Α/4/1916. Παραγνώρισις της Ελληνικής Κυριαρχίας υπό της Συνεννοήσεως. Φάκελλος Α/4/Χ (1917). Παραγνώρισις της ελληνικής κυριαρχίας υπό της Συνεννοήσεως. Α'
Ελεγχος. Αποστολή Ζωννάρ.
Κωνσταντίνου. Αρσις ελέγχου και αποκλεισμού.
Εκθρόνισις Βασιλέως
527
Φάκελλος
A/VI
(Αρχείον
Προσωρινής
Κυβερνήσεως
Θεσσαλονίκης).
Προσπάθειαι επεκτάσεως του Κινήματος εις τας Ιονίους Νήσους κι αλλαχού της Ηπειρωτικής και Νησιωτικής Ελλάδας 1916-17. Φάκελλος
A/VII
(Αρχείον
Προσωρινής
Κυβερνήσεως
Θεσσαλονίκης)
Καθεστωτική μεταβολή εν Ελλάδι. Προσπάθειαι επεκτάσεως του κινήματος εις Θεσσαλίαν. Αποστολή
Ζωννάρ
περί
εκθρονίσεως του βασιλέως
Κωνσταντίνου. Φάκελλος Α/4/Χ
1917. Κατάληψις νήσων
υπό
των
Συμμάχων και
Επαναστατών. Φάκελλος Α/4/Χ 1917. Έκτροπα Γαλλικού Στρατού. Φάκελλος Α54/Ι (α) 1917. Φάκελλος Jonnart. Φάκελλος Α/11/1917. Αντίγραφα Τηλεγραφημάτων. Φάκελλος Α/19/20 1917. Κρατούμενοι Κορσικής. Φάκελλος Α/11/1918 (α). Πολιτική. Προμήθειαι του Κράτους. Φάκελλος Α/12/1918 (α). Πολιτική. Περί ειρήνης. Φάκελλος Α/15/1918. Α' Πολιτική. Τελικοί σκοποί πολέμου Ελληνικαί βλέψεις. Φάκελλος Α/16/1918. Α' Πολιτική. Ελληνικαί αποστολαί εις εξωτερικόν. Φάκελλος Α/4 (1919). Συνέδριον της Ειρήνης. Φάκελλος Α5Λ/Ι (1919). Πόντος. Ενέργειαι για την πολιτική αποκατάσταση του Ποντιακού Ελληνισμού. ARCHIVES DU MINISTERE DES AFFAIRES ENTRANGERES (FRANCE). Παρίσι. Archives diplomatiques , serie Ζ' Europe 1918-1920, gr. 1918, Juin-Sept 1920. Politique intérieure, dossier general. 63 1918 U ex-roi Constantin. Intriques 1818-1923 gr. 71 1919 Politique extérieure, dossier general. gr. 72 1920 Politique extérieure, dossier general. Guerre 1914-1918, Dossiers Géographiques Nationaux, Balkans, Grèce 272 Dossier Général (Mars 1916- Décembre 1917).
528
292 1917-1918, Gouvemment vénizéliste. 293 1917 Abdication du Roi Constantin. 294 1917 Abdication du Roi Constantin. 295, 1916 21 Juin - 15 Juil, Abdication du roi Constantin. 296 1917 16 Juil - 3 Oct, Abdication du roi Constantin. Nouvelle serie, Grèce/Gr4 1910-1916. Politique intérieure. E-Levant, 1918-1940, Turquie, vol. 237, Conference de la Paix II Juillet 1919. Operation stratégiques militaries, Conférences. 994 1917 Saint - Jean de Maurienne.
PUBLIC RECORD OFFICE (LONDON). General Correspondence. F.O. 371/2043: Greece 1917. F.O. 371/2680-2681: Greece, 1916. F.O. 2878 Balkans (war) 1917 F.O. 2886 Balkans (war) 1917 F.O. 2889 Balkans (war) 1917 F.O. 371/2943, 1917 Greece. F.O. 3146 Balkans (war) 1918 F.O. 3147 Balkans (war) 1918 F.O. 3148 Balkans (war) 1918 F.O. 3152 Balkans (war) 1918 F.O. 3156 Balkans (war) 1918 F.O. 371/3151 : Balkans 1917. F.O. 371/3563: Balkans 1919. F.O. 371/3595: Balkans 1920. Embassy and Consular Archives. F.O. 409/lnd 24201-24.203, 1920 Greece : Political situation. F.O. 608/82/10093
529
F.Ο. 286/17, 1917 Jan. -Apr. Salonica Mission to Provisional Government. F.O. 286/618,
1917, May -
July, Salonica
Mission
to
Provisional
Government. F.O. 286/731-732, 1920 Greek internal. F.O. 267, Greece and Balkans News. F.O. 403/lnd 24201-24203, 1920 Greece: political situation. F.O. 608/82/10093. F.O. 794/3, Sir Herbert Dering: correspondance as Minister at Athens.
530
2. Δημοσιευμένες πηγές α.Ι. Έργα του Ίωνα Δραγούμη (Αναφέρονται κατά χρονολογική σειρά συγγραφής όσα έργα του Δραγούμη εκδόθηκαν σε τόμους και όσα άρθρα χρησιμοποιήθηκαν σε τούτη τη διατριβή). ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ Μυθιστόρημα . Γράφτηκε το 1902. Δημοσιεύτηκε στην Αθήνα το 1925. ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΑΙΜΑ... Μυθιστόρημα . Γράφτηκε το 1902-1904 . Δημοσιεύτηκε με το ψευδώνυμο ΙΔΑΣ το 1907, β' έκδοση το 1914, γ' έκδοση το 1940 (Αθήνα). Η ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΛΑΚΚΟΣ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ. Απάντηση του Ίωνα Δραγούμη , γραμμένη γαλλικά τον Οκτώβρη 1903, από τις Σέρρες σε γράμμα φίλου του από το Παρίσι. Μετάφραση του αδελφού του Φίλιππου 31 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1920, στα «Σερραϊκά Χρονικά», τ. Δ' (1961-1963) και σε ιδιαίτερο ανάτυπο το 1961. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ. Μυθιστόρημα . Γράφτηκε το 1906, α' έκδοση το 1909, β' έκδοση 1926. Γερμανική μετάφραση με πρόλογο Roland Hampe (Potsdam 1942). Ο ΝΟΜΟΣ ΠΛΑΚΩΝΕΙ ΕΝΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΑΤΟ ΑΝΘΟ. Άρθρο «Νουμάς» , Αρ. 192, 2 Απρίλη 1906, σ. 1-2. ΠΑΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, Νουμάς, 15 Οκτώβρη 1906,σ.3-5. ΤΟ ΕΘΝΟΣ , ΟΙ ΤΑΞΕΙΣ, ΚΑΙ Ο ΕΝΑΣ. Άρθρο «Νουμάς», Αρ. 271, 25 Νοέμβρη 1907, σ. 3-6. Αναδημοσιεύτηκε στη συλλογή : «Ίων Σ. Δραγούμης. 10 άρθρα του στο «Νουμά» , Αθήνα 1920» , σ. 22-23. Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΕΝΟΣ ΛΑΟΣ. Άρθρο «Νουμάς», Αρ. 275, 23 Νοέμβρη 1907, σ. 1-2. Αναδημοσιεύτηκε στη συλλογή: «Ίων Δραγούμης: 10 άρθρα του στο «Νουμά», Αθήνα 1920», σ. 43-47. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΩΜΑΤΑ.
Α'
Προκήρυξη στους σκλαβωμένους
και τους
ελευθερωμένους Έλληνες (Κων/πολη 1908). Αναδημοσιεύσεις: «Νουμάς»,
531
Αρ. 383, 17 Φλεβάρη 1908. Συλλογή «Ίων Δραγούμης: 10 άρθρα του στο «Νουμά» Αθήνα 1920», σ. 48-55. Η ΜΙΚΡΗ ΠΑΤΡΙΔΑ [Β' Προκήρυξη] . Στους σκλαβωμένους και τους ελευθερωμένους Έλληνες (Κων/πολη
Μάρτης 1908). Αναδημοσιεύσεις:
«Νουμάς», 11 Μάη 1908, Αρ. 295 σ. 6-7. Συλλογή: «Ίων Δραγούμης: 10 άρθρα του στο «Νουμά» Αθήνα 1920», σ. 56-65 και στη συλλογή: «Κοινότης, έθνος, κράτος» (έκτακτο τεύχος «Πολιτικής Επιθεωρήσεως», Απρίλιος 1923), σ.6 κ.εξ. ΚΟΙΝΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ . Άρθρο «Νουμάς» , Αρ. 295, 11 Μάη 1908, σ. 1-2. Αναδημοσιεύτηκε στη συλλογή: «Ίων Δραγούμης: 10 άρθρα του στο «Νουμά» , Αθήνα 1920», σ. 95-106. Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
ΜΟΥ
ΚΑΙ
ΟΙ
ΕΛΛΗΝΕΣ. Στοχασμοί ημερολογίου.
Γράφτηκε από το 1903 έως το 1909. Δημοσιεύτηκε το 1927 στην Αθήνα από την Εστία . ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ [Γ Προκήρυξη. Στους σκλαβωμένους και τους ασκλάβωτους Έλληνες, γιατί ελεύθεροι Έλληνες δεν υπάρχουν πια ή ακόμη]. Άρθρο «Νουμάς», Αρ. 361, 11 Οκτώβρη 1909, σ. 5-11. Αναδημοσιεύτηκε στη συλλογή:
«Ίων
Δραγούμης:
10
άρθρα
του
στο
«Νουμά» Αθήνα 1920», σ. 66-95. ΟΣΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ. Μυθιστόρημα , α' έκδοση 1911, β' έκδοση 1926 (Αθήνα) . ΙΔΑ . «Ένα φυλλάδιο», Δ.Ε.Ο. (Αθήναι 1911). Η 0ΕΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ Α' και Β' μέρος, Άρθρο «Νουμάς» Αρ. 459, 460, 11 και 18 Δεκέμβρη 1911, σ. 675-677, 689-691. ΕΛΛΗΝΟΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑ , Α και Β' μέρος , Άρθρο «Νουμάς», Αρ. 464, 466 , 28 Γενάρη και 11 Φλεβάρη 1912, σ. 56-58, 90-92. ΑΡΒΑΝΙΤΙΑ , Άρθρο, «Νουμάς», Αρ. 468 , 25 Φλεβάρη 1912, σ. 119-121. ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ, Άρθρο , «Νουμάς», Αρ. 471, 17 Μάρτη 1912, σ. 171-172.
532
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑ , Άρθρο «Νουμάς», Αρ. 497, 29 Δεκέμβρη 1912, σ. 545-549. Αναδημοσιεύτηκε στη συλλογή: «Ίων Δραγούμης: 10 άρθρα του στον «Νουμά» Αθήνα 1920» , σ. 107-115. ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, Δοκίμιο. Γράφτηκε το 1913, α' έκδοση 1914, (Αλεξάνδρεια), ανάτυπο του περιοδικού «Γράμματα», β' έκδοση 1927 Αθήνα. ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ , «Εμπρός» 15 Σεπτεμβρίου 1915. ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΣΥΜΠΝΟΙΑ . Παραμένει αδημοσίευτο στο Αρχείο του Ίωνος. ΕΥΜΕΝΗΣ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΣ. Παραμένει αδημοσίευτο στο Αρχείο του Ίωνος . Τα δύο αυτά άρθρα γράφτηκαν το 1915. ΞΕΝΟΜΑΝΙΑ ΚΑΙ
ΛΕΒΑΝΤΙΝΙΣΜΟΣ, Άρθρο, «Πολιτική
Επιθεώρησις»
περίοδος Β', έτος Α', Αρ. 10, 5 Μαρτίου 1916, σ. 341-348. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΙ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ
ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ.
Άρθρο
«Πολιτική
Επιθεώρησις» Μάιος 1916. Αναδημοσιεύτηκε στη συλλογή: «Κοινότης, έθνος και κράτος» (εκτ. Τεύχος «Πολιτικής Επιθεωρήσεως» , Απρίλιος 1923) , σ. 31 κ.εξ. καθώς και σε ιδιαίτερο τεύχος. ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΗ. Άρθρο «Πολιτική Επιθεώρησις» περίοδος Β', έτος Α', Αρ. 35, 6 Αυγούστου 1916, σ. 1083-1091. ΑΝΔΡΙΣΜΟΝ
ΚΑΙ ΟΧΙ ΘΡΗΝΩΔΙΑΣ. Άρθρο, «Ακρόπολις» Αθηνών, 16
Αυγούστου 1916. Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΦΡΑΓΚΟΙ, Άρθρο. Γράφτηκε το 1916. Δημοσιεύτηκε στον «Ταχυδρόμο» στις 16 Αυγούστου 1927. ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΓΛΟ ΓΑΛΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Άρθρο «Πολιτική Επιθεώρησις» , περίοδος Β', έτος Β', Αρ. 55, 14 Ιανουαρίου 1917, σ. 77-78. ΔΕΚΑΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ. Άρθρο, «Πολιτική Επιθεώρησις» περίοδος Β', Αρ. 60, 18 Φεβρουαρίου 1917, σ. 237-240. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ. Άρθρο, «Το Παρόν» Αθηνών, 5 Μαρτίου
1917. ΔΕΝ ΘΕΛΟΜΕΝ. Άρθρο «Πολιτική Επιθεώρησις» , περίοδος Β', Έτος Β', Αρ.
71, 6 Μαίου 1917, σ. 588-590.
533
ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗΝ , Άρθρο, «Εμπρός» Αθηνών , 11 Μαίου 1917. Η ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, Άρθρο , «Πρόοδος» Αθηνών 14 Μαίου 1917. ΤΟ
ΜΑΘΗΜΑ
ΤΩΝ
ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ,
Άρθρο «Πολιτική Επιθεώρηση
,
περίοδος Β', Έτος Β', Αρ. 75, 3 Ιουνίου 1917, σ. 705-717. ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ, Μυθιστόρημα . Γράφτηκε στην Κορσική στα 1917-1918, α' έκδοση με πρόλογο Φιλίππου Δραγούμη στην Αθήνα το 1927. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ , Γράφτηκε το 1918 στην Κορσική . Είναι ένα θεατρικό μυθιστόρημα και βρίσκεται αδημοσίευτο στο Αρχείο του Ίωνος Δραγούμη . ΠΑΡΑΠΟΝΑ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑ, Επιστολή διαμαρτυρίας . Συντάχθηκε τον Σεπτέμβριο του 1918 στην Κορσική και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Manchester Quardian» στις 19 Σεπτεμβρίου και 4 Οκτωβρίου 1918. ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ. Αδημοσίευτη πραγματεία που γράφτηκε στη Σκόπελο το 1919 και βρίσκεται στο προσωπικό Αρχείο του Ίωνος Δραγούμη. MEMOIRE
SUR
LES
AFFAIRES
DE
GRECE.
ADRESSE
A
LA
CONFERENCE DE LA PAIX DE PARIS (Ajaccio 1919). Μεταφράστηκε από τον Φίλιππο Δραγούμη και δημοσιεύτηκε στην «Πολιτική Επιθεώρηση», Περίοδος Γ, Έτος Α', Αρ. 26, 27, 28, (5, 12, 19 Δεκεμβρίου 1920). Β' ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ προς την εν Παρισίοις συνδιάσκεψιν της ειρήνης. Γράφτηκε την 1 η Απριλίου 1919 στη Σκόπελο. Δημοσιεύτηκε στη συλλογή: «Κοινότης, έθνος και κράτος» (έκτακτο τεύχος «Πολιτικής Επιθεωρήσεως», Απρίλιος 1923), σ. 49 κ.εξ. ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ. Μυθιστόρημα, Γράφτηκε το 1919. Δημοσιεύτηκε στην «Πολιτική Επιθεώρηση», Απρίλιος 1945. Απόσπασμα του δημοσιεύτηκε στην «Ελληνική Δημιουργία», τευχ. 112, 1 Οκτωβρίου 1952, σ. 427-429. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΣ. Παραχωρήθηκε στην εφημερίδα «Πολιτεία» Αθηνών στις 25 Νοεμβρίου 1919.
534
ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΣΤΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ. Άρθρο, «Η Καθημερινή» 27 Νοεμβρίου 1919. ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ. Άρθρο, «Αθηναϊκή», 29 Νοεμβρίου 1919. ΣΤΡΩΜΝΙΤΣΑ. Άρθρο, «Η Καθημερινή» 5 Δεκεμβρίου 1919. ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΕΩΣ. Άρθρο, Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα
«Βαλκανικός
Ταχυδρόμος»,
24
Δεκεμβρίου
1919.
Αναδημοσιεύτηκε στην «Πολιτεία» Αθηνών στις 25 Δεκεμβρίου 1919. ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΙΣΜΟΣ, ΑΝΑΤΟΛΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ. Άρθρο, «Πολιτεία» Αθηνών, 10 Ιανουαρίου 1920. ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΤΑΔΙΚΟΥ. Άρθρο, «Η Καθημερινή» 20 Ιανουαρίου 1920. ΔΗΛΩΣΙΣ ΠΕΡΙ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ. Άρθρο, «Η Καθημερινή», 31 Ιανουαρίου 1920. ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ. Άρθρο , «Εσπερινή», 8 Φεβρουαρίου 1920. ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΙΣ ΚΑΙ ΛΑΟΣ. Άρθρο, «Πολιτεία» Αθηνών, 20 Φεβρουαρίου 1920. ΚΑΙ
ΣΤΗΝ ΠΟΛΙ!
ΠΩΣ ΔΙΑΨΕΥΔΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ ΜΑΣ
Συνέντευξη του Ίωνα Δραγούμη που παραχωρήθηκε
ΠΟΘΟΙ.
στην εφημερίδα
«Πρόμαχος» Σερρών στις 21 Φεβρουαρίου 1920. ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Άρθρο. Δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες στο περιοδικό «Το Μέλλον» τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1920. Η ΝΕΑ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ. Άρθρο, «Πολιτεία Αθηνών», 4 Μαρτίου 1920. ΑΝΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΣΥΣΤΗΜΑ. Άρθρο, «Πολιτεία Αθηνών» 5 Μαρτίου 1920. Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ. Άρθρο, «Η Καθημερινή», 5 Απριλίου 1920. ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΝ ΜΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Άρθρο, «Εσπερινή», 6 Απριλίου 1920. Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΠΕΡΙ ΓΕΡΜΑΝΟΦΙΛΙΑΣ. Άρθρο, «Πολιτεία» Αθηνών, 8 Απριλίου 1920. ΕΠΙ ΤΗΣ
ΕΠΙΛΥΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ
ΗΜΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ. Άρθρο,
«Ημερήσιος Τηλέγραφος», 15 Απριλίου 1920.
535
Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ. Άρθρο, «Αθηναϊκή», 19 και 20 Απριλίου 1920. ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑ. Άρθρο, «Πολιτεία» Αθηνών, 7 Μαίου 1920. ΕΙΡΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ. Άρθρο, «Πρόοδος» Βόλου, 13 Μαίου 1920. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΣ. Παραχωρήθηκε στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος Βορείου Ελλάδος» στις 14 Μαίου 1920. ΝΕΟΙ ΑΓΩΝΕΣ. Άρθρο, «Η Καθημερινή», 17 Μαίου 1920. ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ. Άρθρο, «Νέα Ημέρα». 20 Μαίου 1920. ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ. Άρθρο, «La Grece» Αθηνών, 14 Ιουνίου 1920. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ. Άρθρο, «Πολιτική Επιθεώρησις», Περίοδος Γ', Έτος Α', Αρ. 5, 4 Ιουλίου 1920, σ. 89-93. ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑ.
Κύριο άρθρο, «Πολιτική Επιθεώρησις»,
Περίοδος Γ', Έτος Α', Αρ. 5, 4 Ιουλίου 1920, σ. 83-85. Η ΚΡΙΣΙΜΟΣ ΩΡΑ. Άρθρο, «Πολιτεία» Αθηνών, 12 Ιουλίου 1920. Ο ΕΞΑΓΝΙΣΜΟΣ ΑΔΥΝΑΤΟΣ. Άρθρο, «Η Καθημερινή», 27 Ιουλίου 1920. Από την 1 Ιανουαρίου 1916 έως και την 3 Ιουνίου 1917, καθώς και από την 11 Ιουνίου 1920 έως και την 25 Ιουλίου 1920, ο Ίων Δραγούμης επιμελείται της
μόνιμης
στήλης
με
τίτλο:
«ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ»
που
δημοσιεύεται στο εβδομαδιαίο περιοδικό «ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ». ΦΥΛΛΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ, τομ. Α' (1895-1902), τομ. Δ' (1908-1912), τομ. Ε' (1913-1917), τομ. ΣΤ' (1918-1920). Εκδόθησαν στην Αθήνα από τον Ερμή ως εξής: ο Α' τόμος στα 1988, ο Δ' τόμος στα 1985, ο Ε' τόμος στα 1986, ο ΣΤ' τόμος στα 1987. Την επιμέλεια της έκδοσης είχαν ο Ο.Ν. Σωτηρόπουλος για τον Α', Ε', ΣΤ' τόμο και ο Ο. Βερέμης με τον Ι. Κολλιόπουλο για τον Δ' τόμο.
536
α. II. Εκλογές και ανθολογίες κειμένων του Ίωνα Δραγούμη ΊΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ. Δέκα άρθρα του στον Νουμά, τακτοποιημένα και φροντισμένα υπό Λ/7. Ταγκοπούλου, Αθήνα 1920. ΦΙΛΙΠΠΟΣ
ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ,
«Ανέκδοτα
κείμενα»,
περ.
«Πολιτική
Επιθεώρησις», περίοδος Γ', Αρ. 51, 29 Μαίου 1921, σ. 817-830. Κοινότης, Εθνος, και Κράτος, α' έκδοση το 1923. Β' έκδοση επαυξημένη, υπομνηματισμένη
και με εισαγωγή Φιλ. Δραγούμη, εκδ.
Εταιρείας Μακεδόνικων Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1967. ΤΖΩΡΤΖΑΚΗ ΦΩΤΕΙΝΗ (επιμ.) Ιων Δραγούμης (Ιδας). Εκλογή από το έργο του. Νεοελληνική Βιβλιοθήκη, σειρά Β', αρ. 2 για την ανώτατη τάξη της Μέσης Παιδείας, Αθήναι 1953. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ Ο Ίων Δραγούμης και η πολιτική πεζογραφία, με εκλογή κειμένων και εισαγωγική μελέτη Βασική Βιβλιοθήκη «Αετού», αρ. 39, εκδ. Ι. Ζαχαρόπουλου, Αθήναι 1957. α. III. Μεταφράσεις έργων του σε ξένες γλώσσες ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ, Μετάφραση στη Γερμανική γλώσσα
με πρόλογο του
Γερμανού καθηγητή πανεπιστημίου του Heidelberg, Roland Hampe, 1942. SAMOTHRAKE,
διάλεξη με αποσπάσματα του κειμένου, μεταφρασμένη
ελληνικά στην «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση»,Αθήναι, τ. Γ, τευχ. 12, Σεπτ.Οκτώβριος 1948, σ. 365-367. β. Εφημερίδες Αθηναϊκή, Αθήναι 1919,1920,1966 Ακρόπολις, Αθήναι 1915-1916, 1929, 1965 Αλήθεια Κύπρου, Κύπρος 1920 Αλήθεια Χανίων, Χανιά 1920 Βαλκανικός Ταχυδρόμος, Θεσσαλονίκη 1919 Το Βήμα, Αθήναι , 1935, 1948-49 Βήμα Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 1920 Daily Telegraph, London 1916
537
Εθνικός Κήρυξ Νέας Υόρκης, Νέα Υόρκη 1920 Έθνος, Αθήναι 1920 Ελλάς Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1915 Ελευθερία, 1966 Ελεύθερος Τύπος, Αθήναι 1920 Ελληνικός Βορράς, Θεσσαλονίκη 1952, 1966 Εμπρός, Αθήναι, 1915, 1917,1920 Εσπερινή, Αθήναι 1920 Εστία, Αθήναι, 1916, 1917, 1920 Εφημερίς Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεια 1920 Ημερήσιος Τηλέγραφος, Αθήναι 1920 Grece, Αθήναι 1920 Η Καθημερινή, Αθήναι 1919,1920. 1935, 1949 Καιροί, Αθήναι 1920, 1947 Μακεδονία. Θεσσαλονίκη 1949 Manchester Quardian, 1918 Νέα Αλήθεια, Θεσσαλονίκη, 1916 Νέα Ημέρα Τεργέστης, Αθήναι, 1915, 1920 Πατρίς, Αθήναι 1920 Το Παρόν, Αθήναι 1917 Πελοπόννησος, Πάτραι 1917 Πολιτεία Αθηνών, Αθήναι 1919-1920 Πρόμαχος Σερρών, Σέρραι 1920 Πρόοδος Αθηνών, Αθήναι 1917 Πρόοδος Βόλου, Βόλος 1920 Πρωινή, Αθήναι 1920 Ριζοσπάστης, Αθήναι 1920 Σκριπ, Αθήναι 1920 Σύρος, Σύρος 1920 Ταχυδρόμος Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 1920
538
Τηλέγραφος Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεια 1920 Φλώρινα, Φλώρινα 1916 Φως Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1949 γ. Περιοδικά Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου τ. 3 1913. Ελληνικά Χρονικά, Έτος Α', τευχ. 5, Αθήναι 1916. Το Μέλλον, Έτος Β', Αρ. 17, Αθήναι 1920. Ο «Νουμάς», Αρ. 192 (1906), 271, 275 (1907), 291, 292, 293, 295, 383 (1908), 360, 361, 362, 363, 364 (1909), 459, 460 (1911), 464, 466, 468, 471, 497(1912), 697(1920). Πάνταινος, Παράρτημα του Εκκλησιαστικού Φάρου Αλεξάνδρειας, τ. IB', τευχ. 40, 1920. Πολιτική Επιθεώρησις, Περίοδος Β', Έτος Α' (1916), Έτος Β' (1917), Περίοδος Γ', Έτος Α' (1920), Έτος Β' (1921), Περίοδος Δ' (1945). δ. Πρακτικά συνεδριάσεων της Βουλής, αγορεύσεις και δημοσιευμένα κείμενα. ΒΙΒΛΟΣ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, Η εκτενής βιογραφία του. Οι λόγοι του προς τον λαόν. Αι αγορεύσεις του. Η αρθρογραφία του. Αι προσωπικαί του περιπέτεια/. Η αλληλογραφία του. Αι υποθήκαι του, τ. 2. BRITISH DOCUMENTS, 1919-1939, 1st series, vol. 4. E. Woodward and R. Butler, eds, London 1952. ΓΝΩΜΑΙ ΕΛ.
ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ περί πολιτευμάτων, κοινοβουλευτισμού και
δικτατορίας,
εθνικών
και
ταξικών
κομμάτων,
κομμουνισμού,
δημοσιοϋπαλληλικού συνδικαλισμού, ελευθεροτυπίας, Αθήναι 1945. Δ. ΓΟΥΝΑΡΗ, Αγορεύσεις επί της εξωτερικής πολιτικής, Αθήναι 1915. Ν. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Τα λεχθέντα εν τη Βουλή επί του εθνικού ζητήματος κατά τα έτη 1915 και 1916, Αθήναι 1916.
539
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ (1913-1917). Ελληνοσερβική συνθήκη Συμμαχίας. Εισβολή Γερμανοβουλγάρων εις Μακεδονίαν. Αθήναι 1917-1920. ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, το πρόγραμμα της εξωτερικής αυτού πολιτικής (Αγορεύσεις κατά τας συνεδριάσεις της Βουλής της 21ης Σεπτεμβρίου και 28°ς Σεπτεμβρίου 1915), Αθήναι 1915. ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, Πολιτικοί Υποθήκαι, τ. 2, Επιμ. Στ. Στεφάνου, Αθήναι 1969. ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ Ελ. Βενιζέλου, Ρέπουλη, Πολίτου, Καφαντάρη, Ράλλη και Στράτου επί του πολιτικού ζητήματος (συνεδριάσεις 10-13 Αυγούστου 1917), Αθήναι 1917. ΕΦΗΜΕΡΙΣ των Συζητήσεων της Βουλής των ετών 1915-1917 και 19191920. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΔΙΧΑΣΜΟΥ, όπως την εξέθεσαν εις σειράν άρθρων των οι Ελ. Βενιζέλος και Ιω. Μεταξάς, Αθήναι 1953 (εκδ. «Εθνικού Κήρυκα»). ε. Άλλες πηγές (απομνημονεύματα, ημερολόγια, αλληλογραφία κ.α.) ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Π. ΔΕΛΤΑ, επιμ. Σ. Λευκοπαρίδη, Αθήναι, Εστία 1956. ΑΡΧΕΙΟ Π. ΔΕΛΤΑ, Α' Ελευθέριος Βενιζέλος, Ημερολόγιο - Αναμνήσεις Μαρτυρίες, Αλληλογραφία, Επιμέλεια: Π.Α. Ζάννας, Αθήνα 1978. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ! ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου του από Τραπεζούντας 1881-1949, επιμ.Γ. Τασούση, Αθήναι 1970. THE EUXINE PONTUS QUESTION. Memorandum submitted to the Peace Conference, by his eminence Mgr Chrysanthes archibishop of Trebizond. Paris 1919. ΔΑΓΚΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Αναμνήσεις, έγγραφα, αλληλογραφία. Το αρχείον τουτ. 2, Αθήναι 1965. ΔΟΥΣΜΑΝΗΣ ΒΙΚΤΩΡ. Απομνημονεύματα. Ιστορικοί σελίδες τας οποίας έζησα, Αθήναι 1946. ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
ΣΤΕΦΑΝΟΣ:
«Οι
φιλελεύθεροι
κραταιοί».
Πολιτική
Επιθεώρησις, περίοδος Β', Έτος Β', Αρ. 75, 3 Ιουνίου 1917, σ. 716-717.
540
ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ Ημερολόγιο, Αλεξάνδρεια 1916, Αθήναι 1984 Ημερολόγιο. Διχασμός 1916-1919, Αθήναι 1985. ΖΑΒΙΤΣΙΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Αι αναμνήσεις του εκ της ιστορικής διαφωνίας βασιλέως Κωνσταντίνου και Ελευθερίου Βενιζέλου, όπως την
έζησε τ. 2, 1914-1922, Αθήναι 1947. ΜΑΖΑΡΑΚΗΣ - ΑΙΝΙΑΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, Απομνημονεύματα, Αθήναι 1948. LOYD GEORGE, War Memoirs, τ. 1-2, London 1933. ΜΕΤΑΞΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Ιστορία του Ελληνικού Διχασμού, Αθήνα 1935. Το προσωπικόν του Ημερολόγιο, 4τ. Αθήναι 1952-1962. SARRAIL, Mon commandement en Orient (1916-1918), Paris 1920. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ, Απάντησις εις τα λεχθέντα εν τη Βουλή επί του εθνικού ζητήματος, Αθήναι 1917. Απολογία επί των απανγελθεισών κατηγοριών, Αθήναι 1919.
Σημειώσεις, Αθήναι 1921. ΣΤΡΕΙΤ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Ημερολόγιον - Αρχείον, τ. Α, Αθήναι 1964.
541
Β. ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ α. 1. Ελληνόγλωσσα βιβλία, μελέτες, άρθρα κ.α. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Α. Η άμεσος φορολογία εν Ελλάδι, Αθήνα 1933. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Αθ. Η Εκκλησιαστική Ιστορία των Νέων Χωρών (19121928) Ε.Ε.Θ.Σ.Α.Π.Θ. τ. 25, παρ. 28, θεσσαλονίκη 1981. ΑΓΡΙΑΝΤΩΝΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ. Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19° αιώνα, Αθήνα, Ι.Α.Ε.Τ., 1986. ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ ΑΛΕΞΗΣ, «Η ανάπτυξη του εθνικού πνεύματος των Ελλήνων του
Πόντου
1918-1922, Ελληνική
εξωτερική πολιτική
και τουρκική
αντίδραση» στα: Μελετήματα γύρω από το Βενιζέλο και την εποχή του, Εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1980, σ. 427-474. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ ΑΜΙΛΚΑΣ, Απάντηση
στην έρευνα για τις μελλοντικές
κατευθύνσεις της φυλής, Αλεξάνδρεια 1919. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ ΜΑΝΟΛΗΣ, Η αγροτική Ελλάς και η εξέλιξίς της, Αθήναι 1939. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ ΣΙΑ, Μικρά Ασία 19ος αι. - 1919. Οι Ελληνορθόδοξες Κοινότητες. Από το Μιλλιέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΙΑ, «Μικρασιατικός Ελληνισμός», στο Ιστορία του
Νέου Ελληνισμού, τ. 6ος, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 51-62. ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ Γ., Ιστορία της Ελληνικής βιομηχανίας 1885-1940 (τ. Β' και Γ), Αθήναι 1947. ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ ΑΝΔΡ., Δημόσια Οικονομία και Στατιστική, εκδ. Χ. Λαδά, Αθήναι 1920. ΑΝΔΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΑΣ. / ΜΑΘΙΟΥΔΑΚΗΣ
Μ., Νεοελληνική Διοικητική
Ιστορία, Αθήνα 1992. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ ΣΤ., Τα Δημοτικά, Αθήναι 1866. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ, Αι Συνθήκαι Λονδίνου, Βουκουρεστίου και Αθηνών, Αθήναι 1917. ΑΞΕΛΟΣ ΛΟΥΚΑΣ, Γ. Σκληρός, σταθμοί και όρια στη διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, Αθήνα 1976.
542
ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Ελληνικόν Συνταγματικόν Δίκαιον, τ. 2, Αθήναι 1897/1904. ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ Π. Νόθος κοινοβουλευτισμός και δικτατορία, Αθήναι 1926. ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΠΕΡ., Δημοτική Διοίκησις εν Ελλάδι, Εν Αθήναις 1859. ΑΣΠΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Πολιτική Ιστορία Νεώτερης Ελλάδας, τ. 3, Αθήναι 1922-1930. ΑΤΕΣΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Επίτομος επισκοπική Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδας από του 1833 μέχρι σήμερον, τ. 3, Αθήναι 1948/53. ΒΑΒΟΥΣΚΟΣ Κ., Το νομοκανονικόν καθεστώς των μητροπόλεων των Νέων Χωρών, θεσσαλονίκη 1973. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,
Ιστορία του Βόρειου Ελληνισμού,
Μακεδονία, Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993. Σύγχρονα εθνολογικά όρια του ελληνισμού. Θεωρητική προσέγγιση και ιστορική ερμηνεία της Βαλκανικής Συνύπαρξης, εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1994. ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΠΕΤΡΟΣ, «Το Κοινωνικό μας ζήτημα», Νουμάς, αρ. 267, 28 Οχτώβρη 1907, σ.1-2. ΒΕΖΑΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, «Ίων Δραγούμης», Ελληνική Δημιουργία τευχ. 112 (1952), σ. 421-423. ΒΕΝΤΗΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Η Ελλάς του 1910-1920, τ. 2, Αθήνα 1970. ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Το Αγροτικό Ζήτημα στην Ελλάδα. Το πρόβλημα της κοινωνικής ενσωμάτωσης της γεωργίας, Αθήνα 1975. Εθνισμός και οικονομική ανάπτυξη, Αθήνα 1978. ΒΕΡΕΜΗΣ ΘΑΝΟΣ, Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική 19161936, Αθήνα 1977. «Ιδεολογικές προϋποθέσεις για μια συνεργασία Ελλήνων και Τούρκων» Δ.Ι.Ε.Ε., τ. 23, (1980), σ. 405-421.
543
«Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και οι αξιωματικοί 1909-1924» στα: Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή του, εκδ. Αφοί Φιλιππότη, Αθήνα 1980, σ. 563-579. t
«Από το εθνικό κράτος στο έθνος δίχως κράτος», στο
Εθνική ταυτότητα και εθνικισμός στη Νεώτερη Ελλάδα, Επιμ. Θ. Βερέμης, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ. 1997, σ. 27-52. ΒΕΡΕΜΗΣ Θ. Βαλκάνια. Από τον 19ο αι. ως τον 21ο αι. Δόμηση και αποδόμηση κρατών, Αθήνα, Πατάκης 2004. ΒΕΡΕΜΗΣ Θ., ΚΟΥΛΟΥΜΠΗΣ Θ., ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Η., Ο Ελληνισμός της Αλβανίας, Αθήνα, Σιδερής 1995. ΓΑΡΔΙΚΑ ΚΑΤΕΡΙΝΑ, Προστασία και εγγυήσεις, στάδια και μύθοι της ελληνικής εθνικής ολοκλήρωσης (1821-1920), Αθήνα Βάνιας 1999. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΦΡΕΝΤΥ, Η εκτέλεση, Ο έρωτας και ο θάνατος του Ίωνα Δραγούμη, Εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1985. ΠΑΝΝΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, Ο φυσικός δρόμος προς την αυριανήν Ελλάδα, Αλεξάνδρεια 1919. _ «ο Δραγούμης και ο σοσιαλισμός». Νέα Εστία τευχ. 342 (1941), σελ. 260-262. ΓΚΙΖΕΛΗ Β., «Η κοινωνική ένταξη των αστών προσφύγων», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών 9 (1992), σ. 61-77. ΓΛΗΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ,
«Τα Εκπαιδευτικά Νομοσχέδια», Ακρόπολις, 10
Ιουνίου 1929. ι
« Η κρίση του δημοτικισμού» στο Εκλεκτές Σελίδες II, εκδ.
Στοχαστής, Αθήνα, 1972. «Η Τουρκική μεταπολίτευσις και αι συνέπειαι αυτής 1909», στο: Δ. Γληνού Άπαντα, τομ. Α' 1898-1910, Αθήνα, θεμέλιο 1983, σελ. 171188.
544
ΠΑΝΝΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, «Οι εκλογές της 1 η ς Νοεμβρίου 1920 και η επάνοδος του Κωνσταντίνου», στην Ιστορία Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΕ', Αθήνα, 1977, σ. 146-172. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, Η Εθνική Άμυνα Θεσσαλονίκης του 1916, Αθήνα 1960. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ, Εθνικός Διχασμός (1909-1930), Αθήναι 1971. ΔΑΝΙΗΛΙΔΗΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, Νεοελληνική κοινωνία και οικονομία, Αθήναι 1934. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ,
Ελληνική Συνταγματική Ιστορία 1821-1935,
Αθήναι 1952. «Αυταρχικός εθνοκεντρισμός» στο: Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη.. Τετράδια Ευθύνης, αρ. 7, Αθήνα, Δεκέμβριος 1978, σ. 1338. ΔΑΦΝΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα 1821-1961, Αθήνα, Γαλαξίας 1961. ΔΕΔΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, «Το Ευρωτταϊκόν πνεύμα», εφημ. Η Καθημερινή 27 Οκτωβρίου 1949. ΔΕΛΜΟΥΖΟΣ ΑΛ., Μελέτες και Πάρεργα, τ. Α', Αθήνα 1958. ΔΕΡΤΙΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, Το ζήτημα των Τραπεζών (1871-1873), Αθήνα 1980. (
« Η αυτονομία της πολιτικής από τις κοινωνικές αντιθέσεις
στην Ελλάδα του 19
ου
αι.» στο: Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην
Ελλάδα, Επιμ. Γ. Κοντογιώργη, Αθήνα, Εξάντας 1977, σ. 41-71. Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880-1909, Αθήνα, Εξάντας 1985. ΔΗΜΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός και εθνικισμός στη νεότερη Ευρώπη. Ιστορικό Δοκίμιο, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1983. ΔΗΜΑΡΑΣ Κ.Θ. Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. Β', Αθήνα 1975. ΔΗΜΑΡΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, τ. 2, Αθήνα, Ερμής, 1973.
545
ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ, Η ελληνική συντηρητική
παράταξη:
Ιστορική προσέγγιση και πολιτικά χαρακτηριστικά, Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1994. (
0/ πολιτικές δυνάμεις της Βενιζελικής περιόδου, τ.Α', Ο
Βενιζελισμός, τευχ. α' Ο Βενιζελισμός της Ανόρθωσης, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1985. ΔΙΑΜΑΝΤΟΥΡΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ,
«Ελληνισμός
και
Ελληνικότητα»
στο:
Ελληνισμός - Ελληνικότητα, Επιμ. Δ.Γ. Τσαούση, Αθήνα, Εστία 1983, σ. 5158. «Η εγκαθίδρυση του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα και η λειτουργία του κατά το 19° αιώνα» στο: Όψεις της ελληνικής κοινωνίας του 19ου αι., Επιμ. Δ.Γ. Τσαούσης, Αθήνα, Εστία 1984, σ. 55-71. «Προσπάθειες δημιουργίας δυτικού τύπου κράτους στην Επανάσταση
και
κοινωνικοπολιτικές
συγκρούσεις»
στα:
Θέματα
Νεοελληνικής Ιστορίας 18°ς - 20°ς αιώνας. Εκδ. Α. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1991, σ. 123-129. ΔΡΙΤΣΑ Μ., «Πρόσφυγες και εκβιομηχάνιση» στο Ελ. Βενιζέλος, ΚοινωνίαΟικονομία - Πολιτική στην εποχή του (επιμ. Θ. Βερέμης - Γ. Γουλιμή), Αθήνα 1989, σ. 27-70. EDGAR W.
«Οι
εκκαθαρίσεις του
1917: η σημασία
τους για το
μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Βενιζέλου», στα: Μελετήματα... σ. 519-550. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛΙΔΗΣ
EMM.
Τα
Τελευταία
Έτη
της
Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, Αθήνα 1924. ΕΝΕΠΕΚΙΔΗΣ ΠΟΛΥΧΡΟΝΗΣ, Η δόξα και ο Διχασμός 1908-1916, Αθήναι 1962. ΖΑΚΥΘΗΝΟΣ ΔΙΟΝ. «Η ενότης της ελληνικής ιστορικής παραδόσεως», Νέα Εστία, Τομ. 38 τευχ. 441, Αθήναι 1945, σ. 949-956. /-/ Τουρκοκρατία, Εισαγωγή εις την νεωτέραν Ιστορίαν του ελληνισμού, Αθήναι 1957.
546
ΖΑΛΟΚΩΣΤΑΣ XP. , Αλέξανδρος, Αθήνα 1959. ΖΙΑΚΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ, Έθνος και παράδοση, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 1993. ΖΩΤΙΑΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Η δι' ειδικής συμβάσεως προβλεπομένη επέμβασις ως πρόβλημα διεθνούς νομιμότητας, Θεσσαλονίκη 1965. «Η πολιτική των Δυνάμεων επί του ζητήματος των Στενών (1908-1917)», Ε.Ε.Σ.Ν.Ο.Ε., Αρ. 15, 1968, σ. 3-90. ΘΕΟΤΟΚΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, «Ένας νέος Δραγούμης», Αναγέννηση, Έτος Β', φυλ. 11-12, Ιούνης 1928, σ. 476. Εμπρός στο κοινωνικό πρόβλημα, Αθήνα 1932. Ελεύθερο πνεύμα, Επιμ. Κ.Θ. Δημαράς, Αθήνα, Ερμής 1979. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ
ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ,
Γύρω
στην
άσβεστη
φλόγα,
Θεσσαλονίκη 1958. ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, «Ο σκοπός μιας ζωής», στο: Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη, Τετράδια ευθύνης, Αρ. 7, Αθήνα 1978, σ. 72-82. ΚΑΖΑΖΗΣ ΝΕΟΚΛΗΣ, Ο κοινοβουλευτισμός εν Ελλάδι (πολιτική ψυχολογία), Αθήναι 1910. ΚΑΛΑΒΡΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ, «Ο Ίων Δραγούμης και η Δωδεκάνησος», Το Βήμα, 21 Μαρτίου 1948. ΚΑΠΟΠΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, «Αγροτικοί συνεταιρισμοί» στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ, σ.104105. ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ, Αγροτική πίστη και οικονομικός μετασχηματισμός στη Β. Πελοπόννησο, τ. Γ, Αθήνα 1990. ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Τα Αγροτικά, Αθήναι 1931. Γεωοικονομία και κοινοτισμός, πρόλογος Αδ. Πεπελάσης, Εισαγωγή Β. Καραποστόλης, Αθήνα, Μ.Ι.Α.Τ.Ε., 1980.
547
ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ (Εισαγωγή), Δ. Γληνός, Γ. Σκληρός, Ι. Δραγούμης, Η Αριστερά και το Ανατολικό Ζήτημα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 1998. ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ, «Η Σαμοθράκη του Ίωνος Δραγούμη», Ελληνική Δημιουργία, τευχ. 112, 1952, σ. 396 κ.εξ. «Η επίδραση του Περικλή Γιαννόπουλου», Νέα Γράμματα, Έτος Δ', αρ. 1-3, Γενάρης - Μάρτιος 1938, σ. 292-295. ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ, «Νοερές κοινότητες και οι απαρχές του εθνικού ζητήματος στα Βαλκάνια» στο Εθνική ταυτότητα και εθνικισμός στη Νεώτερη Ελλάδα, Επιμ. ©.Βερέμης, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ. 1997, σ.53-131. ΚΙΤΣΙΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, Συγκριτική Ιστορία Ελλάδας - Τουρκίας στον 20° αιώνα, Αθήνα, Εστία, 1978. ΚΛΕΑΝΘΗΣ ΦΑΝΗΣ, Έτσι χάσαμε τη Μικρασία, Ιστορική έρευνα, Αθήνα 1983. ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, Ο πολιτικός ανορθολογισμός στην Ελλάδα. Το έργο και η σκέψη του Νεοκλή Καζάζη (1849-1936), Αθήνα, Τροχαλία 1996. ΚΟΚΚΩΝΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Περί Πολιτειών, τ. Α-Β, Παρίσιοι 1828-1829. ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Λεηλασία φρονημάτων, Το μακεδόνικο ζήτημα στην κατεχόμενη Δυτική Μακεδονία. 1941-1944, Θεσσαλονίκη 1994. ΚΟΝΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, «Το Ηπειρωτικό Ζήτημα και η διευθέτηση των συνόρων» στο: Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και η Ελλάδα. Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 1990, σ. 55-70. ΚΟΝΤΟΠΑΝΝΗΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ, Γεωγραφία της Μικράς Ασίας, Σύλλογος
προς διάδοσιν των ωφελίμων βιβλίων, Αθήναι 1921, Ανατυπ. 1995. ΚΟΡΔΑΤΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ, Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, Αθήνα 1972. (
Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος, Μπουκουμάνης,
Αθήνα 1973. _ «ο Σκληρός και το έργο του», Νέα Επιθεώρηση, τ. Β', Γενάρης 1929, σ. 20-23.
548
ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ, Εισαγωγή στην Ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας 1700-1821, Αθήνα 1976. ΚΥΡΟΥ ΑΛΕΞΗΣ, Ελληνική εξωτερική πολιτική, Αθήναι 1955. ΚΩΦΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ, Ο ελληνισμός στην περίοδο 1869-1881. Από το τέλος της Κρητικής Επανάστασης στην προσάρτηση της Θεσσαλίας, Αθήνα 1981. ΛΑΜΨΙΔΗΣ
ΟΔΥΣΣΕΑΣ,
«Δύο Τραπεζουντιακά
φυλλάδια κατά του
μητροπολίτη της Τραπεζούντας Χρύσανθου και της Πολιτείας του (1920, 1921)», Δωδώνη, Ιστορία και Αρχαιολογία 28 (Ιωάννινα 1999), σ. 5-218. «Προσπάθειες
Στρατιωτικής
Οργανώσεως
των
Ελληνοποντίων (25 Απριλίου 1919-5 Απριλίου 1920)», Δωδώνη, Ιστορία και Αρχαιολογία 31 (Ιωάννινα 2002), σ. 5-222. (
Οι Ελληνες του Πόντου υπό τους Τούρκους 1461-1927,
Αθήνα 1957. ΛΑΟΥΡΔΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, «Ο Ίων Δραγούμης και η εποχή του» στο: Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη, Τετράδια Ευθύνης, αρ. 7, Αθήνα, Δεκέμβριος 1978, σ. 39-53. ΛΕΚΑΤΖΑΣ Θ. , Τα οικονομικά της Ελλάδος κατά τον πόλεμον, Αθήνα 1919. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ Γ.Β. «Το ελληνικό εργατικό κίνημα και το αστικό κράτος». Δημοσιεύτηκε αγγλικά στο Journal of the Hellenic Diaspora, vol. IV, No 4, New York 1978. Ελληνόγλωσση δημοσίευση στα Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή του, Εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1980, σ. 49-84. 7ο ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, Αθήνα 1979. «Εθνικισμός και Διεθνισμός. Πολιτική Ιδεολογία» στο: Ελληνισμός - Ελληνικότητα, Αθήνα, Εστία, 1983, σ. 27-35, καθώς και στο περιοδικό Ο Πολίτης, τευχ. 44, (Ιούλιος 1981), σ. 42-45. «Οικονομία και κοινωνία από το 1914 έως το 1918» στην Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΕ', Αθήνα, 1977, σ. 74-85.
549
ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ Γ.Β. Η Ελλάδα στον Α' Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο 19171918, Μετάφραση Βασ. Οικονομίδης, Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα 2000. ΛΙΓΝΑΔΗΣ ΤΑΣΟΣ, Η ξενική εξάρτησις κατά την διαδρομήν του νεοελληνικού κράτους (1821-1945), Πολιτική διαμόρφωσις - Εθνική γη - Δανειοδότησις, Αθήναι 1975. ΑΙΑΚΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ, Η Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης και η Σοσιαλιστική Νεολαία, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1985. «Ζητούμενα Ιδεολογίας της γενιάς του '30», Κοινωνία και Θεωρία, Αρ. 7 (1990), σελ. 7-22. «Οι δυνατότητες πρόσληψης του Μαρξισμού στην Ελλάδα κατά το 19° αιώνα» στα: Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας 18°ς - 20°ς αιώνας^ Εκδ. Α. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1991, σ. 405-416. Εργασία και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου Ι.Ε.Π.Ε.Τ., Αθήνα 1993. ΛΟΒΕΡΔΟΣ Α., Τα επιτόκια εν τη ελληνική χρηματαγορά, Αθήνα 1936. ΛΟΥΒΗ ΛΙΝΑ, «Το εθνικό ζήτημα. Σλαβικός κίνδυνος και ελληνική εξωτερική πολιτική», στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. 5, Αθήνα 2004, σ. 33-40. ΜΑΖΑΡΑΚΗΣ - ΑΙΝΙΑΝ ΙΩΑΝΝΗΣ,
«Ο Βενιζέλος και οι εθνικές μας
διεκδικήσεις» στο Πρακτικά Συμποσίου για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, Αθήνα 1988, σ. 245-264. ΜΑΛΛΩΣΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, Ο 7ων Δραγούμης εξόριστος (Κορσική - Σκόπελος) Αθήναι 1920, Ανατύπ. εκδ. Πελασγός, Αθήνα 1992. ΜΑΝΕΣΗΣ ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ, Αι εγγυήσεις τηρήσεως του Συντάγματος, τ. 2, Θεσσαλονίκη 1965. Πολιτική
Ιστορία και σύγχρονοι
πολιτικοί θεσμοί Α'
(πανεπιστημιακές παραδόσεις), Θεσσαλονίκη 1978. ΜΑΞΙΜΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Κοινοβούλιο ή δικτατορία, Αθήναι 1930. ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ ΣΠΥΡΟΣ , Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος. Η Σύγχρονος Ελλάς, τ.Α 1920-1923, Αθήναι 1973.
550
ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, «Η εμπλοκή στη Μικρά Ασία» στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο: Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ', σ.97-100. ΜΑΤΑΛΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ, Εθνος και Ορθοδοξία. Οι περιπέτειες μιας σχέσης. Από το «ελλαδικό» στο βουλγαρικό σχίσμα, Ηράκλειο 2002. ΜΑΥΡΟΓΟΡΔΑΤΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, «Λαϊκή βάση των κομμάτων και ταξικές αντιθέσεις στην Ελλάδα του μεσοπολέμου».
Επιθεώρηση Κοινωνικών
Ερευνών, τευχ. 28, Αθήνα 1976, σ. 235-258. «Οι διαστάσεις του κομματικού φαινομένου στην Ελλάδα: παραδείγματα από το Μεσοπόλεμο», στο: Κοινωνικές και Πολιτικές Δυνάμεις στην Ελλάδα, Αθήνα, 1977, σ. 155-173. Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1982. «Ο
Διχασμός
ως κρίση εθνικής ολοκλήρωσης» στο
Ελληνισμός - Ελληνικότητα», Αθήνα, Εστία, 1983, σ. 69-80. Εθνικός Διχασμός και Μαζική Οργάνωση. 1. Οι επίστρατοι του 1916, Εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1996. «Οι
πολιτικές
εξελίξεις.
Από
το
Γουδί
ως
τη
Μικρασιατική καταστροφή» στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. 6ος, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 9-30. MAURASS CHARLES, Οι διανοούμενοι και το Μέλλον, Ελεύθερη Σκέψις,
Αθήνα 1988. MAURER G., Ο Ελληνικός Λαός, Μετάφρ. Ολγα Ρουμπάκη, Εισαγωγή,
επιμέλεια, σχολιασμός, Τ. Βουρνάς , Αθήναι 1976. ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ, Οι Κοινοτικές Ιδέες στη σύγχρονη Ελλάδα (δακτ. διατριβή), Αθήνα 2001. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ, Μετακινήσεις Σλαβόφωνων πληθυσμών (19121930), Αθήνα, Κριτική, 2003. ΜΙΧΕΛΗ Λ., Προσφύγων βίος και πολιτισμός. Από τις πόλεις της Ελάσσονος Ασίας στα τοπία της παράγκας και του Πισσόχαρτου, Αθήνα 1992.
551
ΜΟΣΚΩΦ ΚΩΣΤΗΣ, Η εθνική και κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα 18301909. Ιδεολογία του μεταπρατικού χώρου, Αθήνα 1978. Εισαγωγικά στην Ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης. Η διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1985. ΜΟΣΧΟΒΑΚΗΣ NIK., Το εν Ελλάδι Δημόσιον δίκαιον επί Τουρκοκρατίας, Αθήναι 1882. ΜΟΥΖΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, «Ταξική δομή και σύστημα πολιτικής πελατείας. Η περίπτωση της Ελλάδας» στο: Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Επιμ. Γ. Κοντογιώργη, Αθήνα, Εξάντας 1977, σ. 115-150. Νεοελληνική κοινωνία: όψεις υπανάπτυξης, Αθήνα 1978. «Οικονομία και κράτος στην εποχή του Βενιζέλου» στα: Μελετήματα..., Αθήνα, Εκδ. Φιλιππότη, 1980, σ. 3-19. Κοινοβουλευτισμός και εκβιομηχάνιση στην ημιπεριφέρεια, Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, Θεμέλιο 1987. ΜΟΥΡΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ, «Η προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης και οι σχέσεις της με τους Συμμάχους (Σεπτέμβριος 1916 - Ιούνιος 1917)», Μνήμων, τ. 8 ος , 1980-1982, σ. 150-188. «Ο Εθνικός Διχασμός», στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο: Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ', Αθήνα, 2000, σ.8491. ΜΠΕΛΙΑ ΕΛΕΝΗ, «Ελληνική Άμυνα στην Ήπειρο, Μακεδονία και Θράκη. Προτάσεις Ίωνος Δραγούμη 1904, 1908» Μνημοσύνη 11 (1988-1990) σ. 365-424. ΜΠΕΡΝΑΡΗΣ ΑΝΔΡ. Η διάρθρωσις και αι προσπάθεια/ προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας, Αθήνα 1933. NIETZSCHE FRIEDRICH, Τάδε έφη Ζαρατούστρα, Μετάφρ. Άρης Δικταίος, Εκδ. Καλφάκη, Αθήναι 1958.
552
ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ Ε.Ι., Η ρουμανική προπαγάνδα στο βιλαέτι Ιωαννίνων και στα βλαχόφωνα χωριά της Πίνδου, τ. Α' (μέσα 19ου αι. - 1900), Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1995. ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΗΛΙΑΣ, «Οι Εκλογές 1910-1920. Ελευθέριος Βενιζέλος: Από το θρίαμβο στην ήττα», στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. 6ος, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 31-40. ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΗΛΙΑΣ -ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΝΙΚΟΣ, «Το εκλογικό βάπτισμα του Βενιζελισμού. Εκλογές 1910-1912» στα Πρακτικά Συμποσίου για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, Αθήνα 1988, σ. 45-49. ΝΟΥΤΣΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, Η Σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα από το 1875 ως το 1974, τομ. Α-Β, Αθήνα, Γνώση, 1990. ΝΤΡΙΩ ΕΝΤΟΥΑΡ, Ελλάδα και Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Από το κίνημα των Νεότουρκων (1908) μέχρι τη συνθήκη της Λωζάννης (1923), Μετάφρ. Κώστα Μπαρμπή, Εκδ. Πελασγός, Αθήνα 1999. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, «Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου», στο : Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και η Ελλάδα, Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 1990, σ. 101-112. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, «Τα ελληνικά πολιτικά ρεύματα πριν από τον Ελευθέριο Βενιζέλο», στα: Μελετήματα..., Αθήνα, Φιλιππότη, 1980, σ. 477482. (
« Η πολιτική διαθήκη του Θ. Δηλιγιάννη» στο Ιστορία του
Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΔ', Αθήνα 1977, σ. 180-182. ΠΑΛΛΗΣ Α., Συλλογή των κυριώτερων στατιστικών των αφορωσών την ανταλλαγήν
των
πληθυσμών
και
προσφυγικήν
αποκατάστασιν μετά
αναλύσεως και επεξηγήσεων, Αθήνα 1929. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΔΕΣΠΟΙΝΑ, Ο Τύπος και ο Διχασμός, Ανέκδοτη
διδακτορική διατριβή, Αθήνα 1997.
553
ΠΑΠΑΚΟΣΜΑΣ ΒΙΚΤΩΡ, «Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και το ζήτημα του αβασίλευτου δημοκρατικού πολιτεύματος (1916-1920)», στα: Μελετήματα... Αθήνα, Φιλιππότη, 1980, σ. 485-503. ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ Γ., Ο Φώτης Φωτιάδης και το Αδελφάτο της Εθνικής Γλώσσας, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1985. ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, Ελληνικά προβλήματα, Αλεξάνδρεια 1915. ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, «Ο κ. Καραβίδας και ο σχεδιασμός της κοινοτικής δημοκρατίας», Νέα Κοινωνιολογία, τ. 16, 1992. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, Μελέτες, Λόγοι, Άρθρα, Αθήναι 1957. ΟΜΙΛΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, Οι Κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Αθήνα 1966. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Πολιτικά κείμενα 1913-1942, τ. Α', Αθήναι 1962. _ Κείμενα 1913-1942, τ. Α', Αθήνα 1963 . ΠΕΣΜΑΤΖΟΓΛΟΥ Γ. Το χρονικόν της ζωής μου (1889-1979), Αθήναι 1979. ΠΕΤΡΙΔΗΣ ΠΑΥΛΟΣ, Ξενική εξάρτηση και εθνική πολιτική (1910-1918), Θεσσαλονίκη 1981. ΠΕΤΣΑΛΗΣ-ΔΙΟΜΗΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, «1919: Τη Σμύρνη ή την Πόλη;», στα: Μελετήματα... Αθήνα, Φιλιππότη, 1980, σ. 101-118. Η Ελλάδα των δύο κυβερνήσεων 1916-1917, Αθήνα 1988. ΠΙΚΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, «Ο
Βενιζέλος και το Κυπριακό
ζήτημα», στα:
Μελετήματα... Αθήνα, Φιλιππότη, 1980, σ. 173-308. ΠΛΟΥΜΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, «Αντιβενιζελικά φυλλάδια και η πολεμική τους (1910-1935)», στα: Μελετήματα... Αθήνα, Φιλιππότη, 1980, σ. 605-631. ΠΟΥΛΗΜΕΝΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ, «Η Ελλάς και ο Κοινωνισμός», Νουμάς, αρ. 311, 28 Σεπτέμβρη 1908, σ. 5-7. ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΜΚΕ ΗΡΑ, «Η μεγάλη έξοδος», στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ', σ.51-53. (
1986.
Προβλήματα μετανάστευσης - παλιννόστησης , Αθήνα ,
554
ΠΟΥΡΝΑΡΑΣΔΗΜ., Ελευθέριος Βενιζέλος, Αθήνα 1959. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΑΔΗΣ Κ. Μελέτη περί της διοικήσεως των ανακτηθεισώνχωρών της Μακεδονίας, Εν Αθήναις 1913. ΡΗΓΟΣ ΑΛΚΗΣ, Η Β' Ελληνική Δημοκρατία (1924-1936), Αθήνα, Θεμέλιο, 1988. ΡΟΥΚΟΥΝΑΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, Εξωτερική πολιτική 1914-1923, Αθήνα 1978. ΣΑΚΑΛΑΚΗ ΜΑΡΙΑ. «Οι κοινωνικές τάξεις στην ιδεολογία του Ι. Δραγούμη. Ο μύθος του εξαιρετικού και της μάζας» Πολίτης, τ. 59, (Απρίλιος 1983), σ. 51-55. ΣΑΡΡΗΣ ΝΕΟΚΛΗΣ, Οσμανική Πραγματικότητα, τ. Ι, το Δεσποτικό κράτος, τ. Il, Η Δοσιματική Διοίκηση, Εκδ. Αφοί Αρσενίδη, Αθήνα 1990. ΣΒΟΛΟΠΟΥΛΟΣ Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Ελευθέριος Βενιζέλος, 12 μελετήματα, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999. Η απόφαση
για την υποχρεωτική
ανταλλαγή
των
πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, Θεσσαλονίκη 1981. Η Ελληνική Εξωτερική πολιτική 1900-1945, Αθήνα, Εστία, 1992. «Ανέκδοτες εκθέσεις από τα αλύτρωτα εδάφη» στο Επιτάφια στήλη στον Ιωνα Δραγούμη, Τετράδια Ευθύνης, Αρ. 7, Αθήνα 1978, σ. 96-118. _ Κωνσταντινούπολη (1856-1908), Η Ακμή του Ελληνισμού, Αθήνα 1994. _ Η οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας, Εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1996. ΣΒΩΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, Τα ελληνικά Συντάγματα, Αθήναι 1972. ΣΚΑΛΙΕΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας, Σύλλογος προς διάδοσιν των ωφελίμων βιβλίων, Αθήναι 1922. ΣΚΛΗΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Το κοινωνικόν μας ζήτημα, Αθήνα 1907.
555
«Οι σοσιαλιστάδες στους νασιοναλιστές», Νουμάς Αρ. 291 13 Απρίλη, αρ. 292, (20 Απρίλη 1908), αρ. 293 (27 Απρίλη 1908), σ. 1-2, 12,2-4. «7 0 Ζήτημα της Ανατολής», Νουμάς, Αρ. 360, 361-364, (4 Οκτώβρη, 18 Οκτώβρη, 25 Οκτώβρη, 1 Νοέμβρη 1909), σ. 1-3, 1-2, 6-7, 2-3. 7α σύγχρονα προβλήματα του ελληνισμού, Αλεξάνδρεια 1919. ΣΚΛΗΡΟΣ Γ. , «Ο Πλεχάνωφ και η εποχή του», Γράμματα, τ. 5, Αλεξάνδρεια 1919, σ. 69-78. ΣΚΟΠΕΤΕΑ ΕΛΛΗ, Το «Πρότυπο Βασίλειο» και η Μεγάλη Ιδέα. Όψεις του εθνικού προβλήματος στην Ελλάδα (1830-1880), Θεσσαλονίκη 1988. Η Δύση της Ανατολής, Αθήνα, Γνώση 1992. ΣΤΑΥΡΙΔΗ - ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ ΡΕΝΑ (επιμ.), Δημοτικισμός και Κοινωνικό πρόβλημα, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, Ερμής, 1976. _ «Ιδεολογικές αναζητήσεις» στο Επτά Ημέρες της εφημ. Η Καθημερινή, με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ', σ. 40-42. ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ,
Η
πολιτική της Ρωσίας
δια την
Κωνσταντινούπολη και τα Στενά κατά τον Α ' παγκόσμιον πόλεμον. Τύποις Ν. κ. Μ. Αθανασόπουλου, Εν Αθήναις 1975. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΣ, Ελευθερίου Βενιζέλου πολιτικοί υποθήκαι, τ. 2, Αθήναι 1969. ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ
-
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ,
Η
Οργάνωσις
Κωνσταντινουπόλεως (επιμέλεια - εισαγωγή Θ. Βερέμης - Κ. Μπούρα), Αθήνα 1984. ΤΕΝΕΚΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Δημόσιον Διεθνές Δίκαιο, τ. Α - Β, Αθήναι 1966. Κοινωνιολογία των Διεθνών Σχέσεων, Αθήνα 1976. ΤΕΡΖΑΚΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ, «Η μεγάλη στιγμή», Το Βήμα, 25 Μαρτίου 1949. ΤΕΡΖΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Π. Η παιδαγωγική του Αλέξανδρου Π. Δελμούζου. Συστηματική εξέταση του έργου και της δράσης του, Θεσσαλονίκη 1983.
556
«Το
αίτημα του εκπαιδευτικού Δημοτικισμού
για την
Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση», Παιδαγωγική Επιθεώρηση αρ. 3, (1985) σελ. 73-92. Εκπαιδευτική Επιτροπή (1916-1920): Εισαγωγή, ένα γράμμα με το πρόγραμμα της για το 1917-1918 και τα πρακτικά των συνεδριών της (ανάτυπο από την Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ.), Θεσσαλονίκη 1984. ΤΖΙΟΒΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, Οι μεταμορφώσεις του εθνισμού και το ιδεολόγημα της ελληνικότητας στο μεσοπόλεμο, Αθήνα, Οδυσσέας 1989. ΤΟΣΙΤΣΑΣ-ΑΒΕΡΩΦ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ, Η πολιτική πλευρά του Κουτσό βλάχικο υ ζητήματος, Αθήνα 1948, Τρίκαλα 1987. ΤΟΥΝΤΑ
-
ΦΕΡΓΑΔΗ
ΑΡΕΤΗ,
«Προσπάθειες
της
Προσωρινής
Κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης για κατάληψη των Βορείων Σποράδων» στο: Ελευθέριος Βενιζέλος. Κοινωνία - Οικονομία - Πολιτική στην εποχή του, Αθήνα 1989, σ. 537-569. «Η Καβάλα στα κρίσιμα χρόνια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1916-1918)», Βαλκανικά Σύμμεικτα, Ι.Μ.Χ.Α., τευχ. 4 (1992), σ. 229-234. ΤΡΑΝΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ, «Ο εθνικιστής, ο Αντιπολιτευόμενος», Νουμάς Αρ. 697, 15 Αυγούστου 1920, σ. 100-102. ΤΣΑΚΩΝΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, «Ο Ίων Δραγούμης ως εξαίρεσις». Ελληνική Δημιουργία, τευχ. 112, 1952, σ. 391-393. Λογοτεχνία και κοινωνία στο Μεσοπόλεμο, Εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1987. ΤΣΑΛΙΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ, Το εξωτερικόν συνάλλαγμα εν τη οικονομική ιστορία της Ελλάδος κατά την τριακονταετίαν 1898-1928, Αθήνα 1929. ΤΣΑΟΥΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, «Ελληνισμός και Ελληνικότητα» στο: ΕλληνισμόςΕλληνικότητα, Εστία, Αθήνα 1983, σ. 15-25.
557
ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Αθήνα 1977. «jo πρόβλημα της πολιτικής πελατείας στην Ελλάδα του 19 ου αι.» στο: Κοινωνικές και Πολιτικές Δυνάμεις στην Ελλάδα, Αθήνα 1977, σ. 75-112. «Παράδοση
και
εκσυγχρονισμός:
Μερικά γενικότερα
ερωτήματα» στο: Ελληνισμός - Ελληνικότητα, Εστία, Αθήνα 1983, σ. 37-48. «Κράτος και κοινωνία στην Ελλάδα του 19ου αι.» στο: Όψεις της ελληνικής κοινωνίας του 19ου αι., Εστία, Αθήνα 1984, σελ. 39-54. Κοινωνική ανάπτυξη και Κράτος, Η συγκρότηση του δημόσιου χώρου στην Ελλάδα, Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, Θεμέλιο 1986. ΦΙΛΑΡΕΤΟΣ Γ., Εκλογή πολιτεύματος, Αθήναι 1974. ΦΙΛΙΑΣ
ΒΑΣΙΛΗΣ, Κοινωνία
και εξουσία στην Ελλάδα, Ι. Η νόθα
αστικοποίηση 1800-1864, Αθήνα 1974. «7 0
πρόβλημα
της οργάνωσης των κομμάτων
στην
Ελλάδα» στο: Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Αθήνα 1977, σ. 245-254. ΦΙΝΛΕΥ Γ. Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α', Αθήναι 1953. ΦΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ ΑΝΝΑ,
Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και φιλελεύθεροι
διανοούμενοι. Άγονοι αγώνες και ιδεολογικά αδιέξοδα στο Μεσοπόλεμο, Εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1977. ΦΩΤΙΑΔΟΥ Α. Ίων Δραγούμης. Οι απόψεις του για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και τον Εκπαιδευτικό Δημοτικισμό. Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1986. ΧΑΛΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, «Ο πολιτικός Ι. Δραγούμης», Νουμάς, Αριθ. 697, 15 Αυγούστου 1920, σ. 108-109. ΧΑΡΙΤΑΚΗΣ Γ. Οικονομική επετηρίς της Ελλάδος του 1939, τ. Β', Αθήνα, 1940.
558
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ΘΕΟΔ. Διπλωματική Ιστορία τριών αιώνων. Από τη Βιέννη στις Βερσαλλίες 1815-1919, Εκδ. Ι. Σάκκουλα, τ.2, Αθήνα 1977. ΧΑΤΖΗΠΑΤΕΡΑΣ ΜΙΧΑΛΗΣ, «Ο Ίων Δραγούμης και η συνείδηση της εθνότητας», Φως Θεσσαλονίκης, 20 Μαρτίου 1949. ΨΑΛΙΔΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ (εττιμ.), Κείμενα για την ελληνική βιομηχανία τον 19° αι. Φυσική εξέλιξη και προστασία, Αθήνα, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ιδρυμα Ε.Τ.Β.Α. _ Η κρίση του 1929 και οι Ελληνες οικονομολόγοι, Ι.Ε.Π.Ε.Τ., Αθήνα 1989. WEIGAND G, Οι Αρωμουνοι (Βλάχοι), Μετάφραση Thede Kahl, Προς Αχ. Λαζάρου, Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2001. WOOLF STUART, Ο εθνικισμός στην Ευρώπη. Πρόλογος Αντ. Λιάκος, Μετάφραση Έφη Γαζή, Αθήνα, Θεμέλιο 1995. 2. Περιοδικά Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, Αθήναι, (Σεπτ.-Οκτώβριος 1948) Αναγέννηση, Έτος Β', φυλ. 11-12, (Ιούνης 1928) Βαλκανικά Σύμμεικτα, τευχ. 4, (1992) Γράμματα, τ.5, Αλεξάνδρεια 1919. Δελτίο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τ. 23, (1980) Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών 9 (1992) Δωδώνη, Ιστορία και Αρχαιολογία, τ.28 (1999), τ.31 (2002). Ελληνική Δημιουργία, τευχ. 112, (1952) Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τευχ. 28, (1976) Επτά Ημέρες, Περιοδική έκδοση της εφημ. Η Καθημερινή με τίτλο Η Ελλάδα τον εικοστό αιώνα, τ. ΚΗ', Αθήνα 2000. Κοινωνία και Θεωρία, Αρ. 7, (1990) Μνημοσύνη, τ. II, (1988-1990) Μνήμων, τ. 8, (1980-1982)
559
Νέα Γράμματα, Έτος Δ', αρ. 1-3, (1938) Νέα Επιθεώρηση, τ. Β', Γενάρης 1929. Νέα Εστία, τευχ. 342, (1941), τευχ. 441, (1945). Παιδαγωγική Επιθεώρηση, αρ. 3, (1985) Ο Πολίτης, τευχ. 44, (Ιούλιος 1981), τευχ. 59, (Απρίλιος 1983) Σερραϊκά Χρονικά, τ. Δ', (1961-1963) 3. Συλλογικά έργα Εθνική ταυτότητα και εθνικισμός στη Νεώτερη Ελλάδα, Επιμ. Θ. Βερέμης, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ. 1997. Ελ. Βενιζέλος, Κοινωνία - Οικονομία - Πολιτική στην εποχή του, Αθήνα 1989. Ελληνισμός και ελληνικότητα επιμ. Δ. Τσαούσης, Αθήνα, Εστία, 1983. Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη, Τετράδια Ευθύνης, Αρ. 7, Αθήνα 1978. Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας 18ος - 20 ος αιώνας. Επιμ. Γ. Δερτιλής - Κ. Κωστής, Εκδ. Α. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1991. Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. 3,5, 6, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003. Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΓ, ΙΔ, ΙΕ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1977. Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Επιμ. Γ. Κοντογεώργης, Αθήνα, Εξάντας 1977. Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή του, Αθήνα, Φιλιππότη, 1980. Οψεις της ελληνικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, Επιμ. Δ. Τσαούσης, Αθήνα, Εστία 1984. Πρακτικά Συμποσίου για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, Αθήνα 1988. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και η Ελλάδα, Πρακτικά Συμποσίου που έγινε στη
Θεσσαλονίκη
Θεσσαλονίκη 1990.
στο
διάστημα
16-18
Νοεμβρίου
1988
Ι.Μ.Χ.Α.
560
β. 1. Ξενόγλωσσα βιβλία, άρθρα, μελέτες κ.α. ABBOTT G. Turkey, Greece and the Great Powers, London 1916. Greece and the Allies, 1914-1922, London 1922. ANDERSON M. The Eastern Question, 1774-1923, London 1966. The Great Powers and the Near East, 1774-1923, London 1970. AUGUSTINUS G, Consciounsess and History: Nationalistic Critics of Greek society 1897-1914, New York 1977. BANAC IVO, The National Question in Yugoslavia, Cornell, University Press, 1993. BARRES MAURICE, Scènes et Doctrines du Nationalisme, Paris, Librairie Plan 1925. BERKES Ν. «Ziga Gökalp : His Contribution to Turkish Nationalism», Middle East Journal 8 (1954), σ. 375-390. VEREMIS THANOS, «From the National State to the stateless Nation 18211910» στο: Modern Greece: Nationalism and Nationality, Edited by Martin Blinkharn and Thanos Veremis, ELIAMEP, Athens 1990, σ. 9-22. VEREMIS THANOS, «The Hellenic Kingdom and the Ottoman Greeks: The Experiment of the society of Constantinople», Ottoman Greeks in the Age of Nationalism,
Princeton
N.
Jersey
1999,
σ.
181-192.
COSMIN S. Diplomatie et presse dans /' affaire grecque 1914-1916, Paris 1921. [_' Entente et la Grèce pendant la Grande Querre, T. 2, Paris 1926. DAKIN DOUGLAS, «The Diplomacy of the Great Powers and the Balkan States 1908-1914», Balkan Studies, 3, 1 (1962), σ. 372-374. The Greek struggle in Macedonia, 1897-1913, Salonica 1966.
561
777e Unification of Greece 1770-1923, London 1972. Μεταφράστηκε από τον Α. Ξανθόπουλο και εκδόθηκε από το Μ.Ι.Ε.Τ. το 1982. DRIAULT Ε. et LHERITIER M. Histoire diplomatique de la Grèce de 1821 à nos jours, 5τ. (Paris 1925-1926). \_a question d'Orient (1918-1937), Paris 1938. DROZ J. Histoire diplomatique de 1648 a 1919 Paris 1972. DUVERGER MAURICE, Les parties politiques, Paris 1976. DUER G. «The Turkish Armistice of 1918», Middle Eastern Studies, vol. 8, nos 2 and 3, (1972), p. 143-78. EMERSON
ROUPERT, «Nationalism and Political Development» στο:
Journal of Politics 1960, σ. 3-28. EVANS L, United States Policy and the partition of Turkey, 1914-1924, Baltimore 1965. FINLAY GEORGE, History of Greece from its conquest by The Romans to the Present time, B.C 146 to A.D. 1864, T. VII The Greek Revolution, Oxford 1877. FRANGULIS A.F. La Grèce et la crise mondiale, τ. I-Il, Paris 1926. GELFAND L.E. The Inguiry. American Preparation for Peace 1917-1919, New Haven 1963. GEORGIADES DEMETRIUS, La Grece économique et Financière en 1893; réponse a E.F.G. Law, deleque du gouvernment anglais.Paris , Guillaumin,
1893. GOOCH G.P. Nationalism, London/New York, χ.χ. GRAMSI ANTONIO, Sul Fasismo, Roma 1973. HELMREICH P.C., From Paris to Sèvres, Columbus 1974. The partition of the Ottoman Empire at the Peace Conference of 1919-1920, Ohio 1974. HERTZ F. Nationality in History and Politics, New York 1950.
562
HEYD U, Foundations of Turkish Nationalism, London 1950. HOSELITZ BERT, «Nationalism, Economic Development and Democracy» στο: Otto Feinstein, Two worlds of change (Garden City N.Y. 1964). HOWARD H.N. The Partition of Turkey: A diplomatic History, 1913-23, Oklahoma 1931. ION TH. «The Hellenic crisis from the point of view of Constitutional and International Law», American Journal of International Law 11 (1917), σ.4673, 327-357. KARPAT KEMAL, Ottoman Population 1830-1914 Demographic and Social Characteristics, Madison, Wisconsin 1985. JELAVICH C. and BARBARA, The Establishement of the Balkan National States 1804-1920, London 1977. KITSIKIS D., Propagande et Pressions en Politique Internationale, Paris 1963. KUSHNER D., The Ohgins of Turkish Nationalism, London 1977. LAREW K.G., The policies of the Western Powers towards the problem of Turkish straits 1914-1923, Ph. D. Thesis, Yale University, 1964. LEON G.B. Greece and the Great Powers (1914-1917), Thessaloniki 1974. "King Constantine's Policy in Exile and the Central Power 1917-1918" στα: Μελετήματα εις μνήμην Βασιλείου Λαούρδα, Θεσσαλονίκη 1975, σ. 495-536. Greece and the First World War: From Neutrality to Intervention, 1917-1918, East European Monographs, Boulder 1990. MACKENZIE C. Greek memories, London 1932. MAMATEY, The United States and East Central Europe 1914-1918, Princeton, N.J. 1957. MAYER A. Political origins of the New Diplomacy 1917-1918, Yale University, New Haven 1959.
563
Politics and Diplomacy Peacemaking, Containment and Counterrevolution at Versailles 1918-1919, New York 1967. MAVROGORDATOS GEORGE, Stilborn Republic. Social Coalitions and Party Stragedies in Greece 1922-1936. Beckeley, Los Angeles, London, University of California Press, 1983. MITRAKOS A, France in Greece during World War IA study in the Politics of Power, Ph.D. Thesis, New York 1982. MOYRELOS Y. La Mission Jonnart et la déposition de Constantin et 1er Grece (Juin 1917), Paris - Sorbonne 1978. 1_· Intervention de la Grèce dans la Grande Guerre (19161917), Collection de Γ Institut Français d'Athènes, 1983. «British Policy Towards king Constantine's Dethronement and Greece's Entry into the War» στο: Greece and Great Britain during the World War I. Institute For Balkan Studies. Thessaloniki 1985, p. 131-138. LE NATIONALISME FRANÇAIS ANTHOLOGIE 1871-1914. NICOLSON H. Peacemaking 1919, London 1964. OSTROROG L, The Angora Reform, London 1927. PALLIS A.A., «Racial Migration in the Balkans during the years 1912-1924» Geographical Journal 66/4 (1925), σ. 315-331. PANAYOTOPOYLOS ALKIS, «The "Great Idea" and the Vision of Eastern Federation», Balcan Studies, 21/2, 1980, σ. 331-365. PAPADAKIS B., Histoire de la question du Norde - Epirote (1912-1957), Athènes 1958. PETSALIS - DIOMIDIS N., Greece at the Paris Peace Conference 1919, Thessaloniki 1978. «Hellenism
in
Southern
Russia
and
the
Ukranian
Campaign: Their influence on the Pontus Question», Balkan Studies 13 (1972), p. 221-263.
564
PORTOLOS D., Greek Foreign Policy from September 1916 to October 1918, Ph. D. Thesis, London University 1974. PUTO A. «L' Albanie indépendante, les Grandes Puissances et la Grande Guerre (1912-1918)» στο: Histoire de l'Albanie, p. 171-201. PEARTON MAURICE, «Britain and Greek Naval Defence 1910-1916» στο: Greece and the Great Britain... p. 17-47. RENOUVIN P., La crise europeene et la premiere querre mondiale, Paris 1962. SETON - WATSON, «British Policy towards the South-East European States 1914-1916» στο Greece and the Great Britain during the First World War... p. 65-76. SCOPETEA ELLIE, «Greek and Serbian Enlightement: A Comperative Approach». Proceedings of the Fifth Greek - Serbian Symposium, Thessaloniki and Volos, 9-12 October 1987, Institute for Balkan Studies, Thessaloniki 1991. SVOLOPOYLOS O, «E. Venizelos as a civilian war Leader», War and society in East central European World Leaders, Columbia University Press 1988, p. 61-73. SMITH ANTHONY, Theories of Nationalism, London 1971. National Identity, London 1991. STAVRIANOS L, The Balkans since 1453, New York, 1958. SETON - WATSON, Italy From Liberalism to Fascism 1870-1925, London 1967. STERNHELL ZEEV, La droite révolutionnaire - Les origines Françaises du Fascisme 1885-1914, Editions du Seuil 1978. SMITH M.L, Ionian vision. Greece in Asia Minor (1919-1922), London 1973. TEMPERLEY H. , A History of the Peace Conference of Pans, 6t, London
1920-1924.
565
THEODOULOU CH. Greece and the Entente, August 1 1914 - September 25 1916, Institute for Balkan Studies, Thessaloniki 1971. THOMPSON B. sir, The Allied Secret Services in Greece, London 1931. URGUHART D. La Turkie et ses reseources . τ.2. , Paris 1836. WACE Α., THOMSON Β., The Nomads of the Balkans, London 1914. WEISS JOHN, Conservatisme in Europe (1870-1945), London 1977. WILKINSON R.H., Maps and Politics. A review of the ethnographic cartography of Macedonia, University Press, Liverpool 1951. XANALATOS DIOGENIS, «The Greek and the Turks on the Eye of the Balkan Wars», Balkan Studies, vol. 3, no 2, (Thessaloniki 1962), p. 277-296.
2. Περιοδικά The American Journal of International Law 11 (1917), 12(1918). Balkan Studies, vol. 3, no 1, 2 (1962) vol. 8, no 2, 3(1972) Geographical Journal, vol 66 no 4 (1925) The Journal of Politics, (1960) Middle Eastern Studies, vol. 8, nos 2, 3 (1972) Middle East Journal, vol 8 (1954)
3. Συλλογικά έργα Greece and the Great Britain during the World War I, Institute for Balkan Studies, Thessaloniki 1985. Modern Greece Nationalism and Nationality ELIAMEP, Athens 1990. Otto Feinstein: Two world of change, New York 1964.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΕΛ. ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ
1
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
7
ΜΕΡΟΣ Α' : ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ Ι. ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' : ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ α) Ο ρόλος του κράτους στην εθνική ολοκλήρωση του Ελληνισμού
20
β) Η αποτελεσματικότερη άσκηση της εξωτερικής πολιτικής γ) Η Μεγάλη ιδέα και το Ανατολικό ιδεώδες του Δραγούμη
38 43
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' : ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ α) Οι απόψεις του για το πολίτευμα, τη δημόσια διοίκηση και τη δικαιοσύνη
61
β) Οι απόψεις του για την τοπική αυτοδιοίκηση. Ο κοινοτισμός του Δραγούμη
72
γ) Η πολιτική και ο κοινοβουλευτισμός
83
δ) Οι απόψεις του για την εκπαίδευση και τον δημοτικισμό
95
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ : ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ α) Οικονομική πολιτική
110
β) Δημοσιονομική πολιτική
127
γ) Οι προβληματισμοί του Δραγούμη για την κοινωνική οργάνωση . Οι αντιλήψεις του για τον σοσιαλισμό
134
ΜΕΡΟΣ Β' : Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΝ Α ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΕΜΠΟΛΕΜΟΥΣ α) Τα διλήμματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και η θέση του Δραγούμη
162
β) Η κριτική του Δραγούμη στην εφαρμογή της πολιτικής ουδετερότητας
173
γ) Ο Δραγούμης και η πολιτική της ουδετερότητας μετά την εκδήλωση του κινήματος της Εθνικής Αμυνας
193
δ) Τα εθνικά ζητήματα του Ελληνισμού και η πολιτική των κυβερνήσεων των ετών 1915-1917. Η κριτική του Δραγούμη
212
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' : ΟΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ α) Από την απόβαση των Αγγλογάλλων στη Θεσσαλονίκη μέχρι την εκδήλωση του κινήματος της Αμυνας (Οκτώβριος 1915-Σεπτέμβριος 1916) β) Το Κίνημα της Αμυνας και οι επεμβάσεις των Δυνάμεων
240 262
γ) Η κορύφωση του Διχασμού (Νοέμβριος 1916-Απρίλιος 1917)
274
δ) Η έξωση του Κωνσταντίνου (Απρίλιος - Ιούνιος 1917)
286
ε) Η κριτική του Δραγούμη για την επισιτιστική πολιτική
306
ΜΕΡΟΣ Γ : Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1917-1920 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' : Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ (1917-1919) α) Ο Δραγούμης στην Κορσική
317
β) Η εξορία στη Σκόπελο
337
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' : Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ (Νοέμβριος 1919- Ιούλιος 1920) α) Η αντιπολιτευτική δράση του Δραγούμη
351
β) Τα εθνικά ζητήματα του Ελληνισμού και η κριτική του Δραγούμη στους βενιζελικούς χειρισμούς
393
γ) Η δολοφονία του Δραγούμη και ο απόηχος της
452
Ο ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ: ΜΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ
466
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
515
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
521
Λ; .