LEON DEGRELLE
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΑΑΣ
Ένα από τα λάβαρα των Βαλλόνων Εθελοντών. Επάνω του έχει κεντημένη την ρήση: Qui s 'y fro tte s 'y pique [Ό ποιος με θυμώσει τρυπιέται]
Αεόν Ντεγκρέλ
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ Τ1Ρ0Σ ΑΝΑΤΟΑΑΣ
ΑΘΗΝΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2006
Λεόν Ν τεγκρέλ
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΑΑΣ μετάφραση: Κωνσταντίνος Χριστοφορίδης ΑΘΗΝΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2006 ISBN: 96 0 -8 9 100-3-Χ
rAOFX'Has« Ζαλοκώστα 5, 2ος όροφ ος ΑΘΗΝΑ τηλέφωνο: 2 1 0 3 6 1 1 5 9 0
fax: 2 1 0 3 6 4 1 1 4 9
w w w .lo g x i.co m in fo @ lo g x i.co m Τ .Θ .8 5 2 9 Τ.Κ. 100 10 ΑΘΗΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ α τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες μ ιας οειρά ς εκδόσεων ιστορι κού περιεχομένου που αφορούν τις στρατιωτικές αναμνήσεις βετεράνων του Β' Π αγκοσμίου Π ολέμου. Π α ρ ά τ α χρόνια που έχουν π ερ ά σ ειτο εν διαφ έρον του κοινού μοιάζει όχι μόνον αμείωτο, αλλά και διαρκώ ς αυξανόμενο. Και όπως έχει αναμφίβολα διαπιστω θεί, οι αναμνήσεις που "πουλάνε" - κυριολε κτικούς και μεταφ ορικώ ς - είναι εκείνες των πρώ ην στρατιω τώ ν των W affen SS, Γερμανών και μη, που πολέμησαν κατά βάση στο θρυλικό Ανατολικό Μέτωπο του 1941-1945. Κι ενώ "ανακαλύπτονται" διαρκώς και περισσότερες τέτοιου είδους α ναμνήσεις, ανδρώ ντης W ehrm acht και των SS, ο σκεπτικισμός όσων έχουν σοβα ρά ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο θα λέγαμε πως έχει σημαντι κά ερείσματα. Υ πάρχουν ήδη κάποιες περιπτώ σεις τέτοιων "αναμνήσεων", υπο τίθεται για χρόνια φυλαγμένων σε "ακατέργαστη" μορφ ή σε κάποιο συρτάρι, που δημοσιεύονται τώρα πια σε όλο τους το ψευδοϊστορικό "μεγαλείο", χρόνια μετά α πό το θάνατο του υπαρκτού ή ανύπαρκτου προσώ που που ο εκάστοτε εκδοτικός οίκος διατείνεται πω ς τις συνέγραψ ε. Σ υμβαίνει μάλιστα συγκεκριμένες "ανα μνήσεις" να εξυπηρετούν και άλλες σκοπιμότητες, εκτός εκείνης της καθαρώ ς ε μ πορικής - οικονομικής επιτυχίας. Ή , υπάρχουν και οι "πολεμικές" αναμνήσεις πρώην στρατιωτών του γερμανικού στρατού, όπου σε βιβλία εκατοντάδων πυκνο γραμμένων σελίδων, η πολεμική δράση του συγγραφέως περιορίζεται σ’ ένα π ο λύ μικρό ποσοστό των αδικοχαμένω ν εκείνων σελίδων... και εκεί, δυστυχώς, πολύ συχνά με ανούσιες γενικότητες και καλά επεξεργασμένη "αυτοσυγκράτηση". Τ ι α νόητη σπατάλη χαρτιού! Και των χρημάτω ν και του χρόνου των άτυχων αναγνω στών τους, βεβαίως. Κι όμως, το σημαντικότερο βιβλίο που πληροί στο έπακρο τις προϋποθέσεις που
Τ
8
Λ εο ν Ν τεγκρελ
α ν α φ έ ρ ο ν τ α ι π α ρ α π ά ν ω είν α ι αυτό του π ο λ υ π α ρ α σ η μ ο φ ο ρ η μ έν ο υ Στανταρτενφΰρερ (Συνταγματάρχου) των W affen SS, του Βέλγου Λεόν Ντεγκρε'λ. Ωστόσο, λόγω της μεταπολεμικής πολιτικής φορτίσεως και του μη απολογητικού του π ερ ιεχ ο μ έ ν ο υ , το β ιβ λίο α υτό (π ρ ω τό τυ π ο ς τίτλ ο ς "Η Ε κ σ τρ α τεία στην Ανατολή") είναι μάλλον δυσεύρετο και σχεδόν άγνωστο εκτός των κύκλων των πιο σοβαρών μελετητών του πολέμου στο Ανατολικό Μέτωπο το 1941 -1945. Και όμως, ο Ντεγκρέλ συμμετείχε άμεσα σε σημαντικότατες μάχες κι επιμέρους εκστρατεί ες στ’ ανατολικά, όπως στις σκληρές μάχες του διαβόητου Χειμώνα του 1941 -42, τη φιλόδοξη επίθεση στον Καύκασο του θέρους του 1942, τις συγκρούσεις στη λε κάνη του Ν τονιέτς,το υ π ερ ά ν θ ρ ω π ο /α π ά ν θ ρ ω π ο έπος του Τσερκάσσυ, την κα τάρρευση της αμύνης των Βαλτικών χωρών και άλλα που θα διαβάσετε εντός του ανά χείρας βιβλίου. Μ πορούμε μάλιστα να πούμε πως θα επιθυμούσαμε και κάποιες σελίδες που να αναφέρονται στην ιστορία των Βαλλόνων εθελοντών και στις στρατιω τικο-πολιτικές δρασ τηριότητες του ίδιου του Ν τεγκρέλ κατά τις π ερ ιό δους ανασυντάξεως, αναδιοργανώσεως της μονάδος. Μια τέτοια περίοδος σ ημ α ντικών, μη άμεσα πολεμικών διαδικασιώ ν είναι εκείνη μεταξύ Δεκεμβρίου 1942 και Ν οεμβρίου 1943, όπου έλαβε χώ ρα, μεταξύ άλλων, και η μετα φ ορά τη ς μ ο νάδος των Βαλλόνων εθελοντών από τη W ehrm acht στα W affen SS. Α να μ φ ιβ όλ ω ς ο Ν τεγκ ρ έλ , αν κ α ι θ α υ μ α σ τή ς του γ ερ μ α ν ικ ο ύ Εθνικοσοσιαλισμού και του Αδόλφου Χίτλερ προπολεμικώ ς, ήταν σίγουρα πολύ π α τρ ιώ τη ς κα ι κ α θο λ ικ ό ς για να θ ε ω ρ η θ ε ί εξ α ρ χ ή ς Ε θ ν ικ ο σ ο σ ια λ ισ τή ς. Προσήγγισε περισσότερο τον Εθνικοσοσιαλισμό μεσούντος του πολέμου και με τά την προσω πική του γνω ριμία με τον ίδιο το Χίτλερ το 1944. Ωστόσο, ο ίδιος ο Ντεγκρέλ αποτέλεσε χαρακτηριστικότατο δείγμα του νέου είδους στρατιώτη που ευαγγελίζονταν εμ πρά κτω ςτα W affen SS: πολιτικά συνειδητοποιημένος, γενναί ος, πειθαρχημένος, ικανός ν’ αναλαμβάνει αμέσως πρωτοβουλίες, σκληροτράχη λος, ιπποτικός απέναντι στο γενναίο και έντιμο αντίπαλο, καλλιεργημένος, αποδεσμευμένος από δόγματα και αστικές εξαρτήσεις. Ανεξαρτήτως του πόσο επιτυ χημένος υπήρξε ως Βαλλόνος πολιτικός ηγέτης - και δεδομένω ν των μέσων που διέθετε για ν’ αγωνισθεί στην πολιτική σκηνή της χώ ρας του ήταν επιτυχημένος ο Ντεγκρέλ ανακάλυψε τον πραγματικό του εαυτό στο σκληρότερο πολεμικό μέ τω πο όλων των εποχών: αυτόν του στρατιώτη. Κατετάγη οτη "Βαλλονική Λεγεώνα" ενώ ήταν ήδη τριάντα πέντε χρονών και αρνήθηκε το βαθμό του αξιωματικού καθώς δε διέθετε την α π α ρα ίτη τη στρατιω τι κή εμπειρία, επιλέγοντας το βαρύ και υπεύθυνο ρόλο του δεκανέω ς - πολυβολητού, προκειμένου ν’ αποτελεί το άμεσο π α ρ ά δειγμ α για τους υπόλοιπους εθελο ντές. Π έρασε όλα τα πεδία του πολέμου στα οποία βρέθηκαν κι εκείνοι οι εθελο ντές, από το σκληρό.Χειμώνα του 1941-42, το βαρύτερο Χειμώνα των τελευταίων
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
9
εκατόν τριάντα χρόνων, μέχρι τις τελευταίες απελπισμένες μάχες επί του εδάφους του Ράιχ την Άνοιξη του 1945. Ακόμα και η διαφυγή του οτην Ιοπανία μέοω Δανίας και Νορβηγίας που περιγράφεται στα τελευταία κεφάλαια, υπήρξε εξαιρετικά πε ριπετειώ δης και αιματηρή. Είχε την απαραίτητη διαύγεια και αυτοσυγκέντρωση να συγγράφει την ιστορία του αγώνος των εθελοντών του βρισκόμενος στην εξο ρία και προτού περάσει ένα "ύποπτα" μεγάλο χρονικό διάστημα μετά το τέλος του πολέμου και να προσφ έρει έτσι, μεταξύ άλλων, ένα ανεκτίμητο ιστορικό τεκμ ή ριο για το Ανατολικό Μέτωπο. Διότι ο Λεόν Ντεγκρέλ βρέθηκε στη μεριά των "αμετανόητων" ηττημένων και ως εκ τούτου είναι φυσικό οι εχθρ ο ί του να ήταν πολύ - πολύ περισσότεροι από τους φίλους του, αλλά ακόμα και εκείνοι οι αδυσώπητοι εχθροί του δεν αμφισβήτησαν στο ελάχιστο την αληθινότητα των γεγονότων που περιγράφει στο βιβλίο του αυτό. Ίσ ω ς, αυτή ακριβούς η αληθινότητα να ήταν κι ένας από τους σημαντικότερους λό γους συντηρήσεω ςτης εχθρότητος εκείνης μέχρι τέλους. Ο Ντεγκρέλ δεν πάτησε ποτέ ξανά το πόδι του στο πολυαγαπημένο του Βέλγιο. Π έθανε οτην Ισπανία την 1η Απριλίου του 1994 και το βελγικό κράτος έφθασε ν’ αρνηθεί ως και την ταφή της τέφ ρας του εντός της βελγικής επικρατείας. Η μισαλλοδοξία και ο φόβος, μεταξύ άλλων, μπορούν ανεξίτηλα να κηλιδώσουν και την πιο ολοκληρωτική νίκη ... Ο Ντεγκρέλ υπήρξε μια έντονα πολιτικοποιημένη προσωπικότητα και έχει συγ γρ ά φ ει και εντόνως πολιτικοποιημένα βιβλία, φυσικά. Τ ο "Η Εκστρατεία Π ρος Ανατολάς" θα μπορούσε να θ εω ρ η θεί ως το λιγότερο πολιτικοποιημ ένο του και αυτό ασφαλώς έγινε χω ρίς κάποιον προσχεδιαομό. Π ρόθεση του συγγραφέως ή ταν να κάνει γνωστά στον υπόλοιπο κόσμο - σε όσους ενδια φ έροντα ν για τα συ γκ εκ ριμ ένα γεγονότα το υλά χισ τον - τους αγώ νες και τις θυσίες τω ν Βαλλόνων στρατιωτών και να εξυμνήσει μέσω αυτών τη συντροφικότητα, την καρτερία, την αντοχή, τη μαχητικότητα, το σθένος και την πίστη των στρατιωτών του. Ό λω ν των αληθινών στρατιωτών, σε τελική ανάλυση. Και είναι όλα τα π α ρα π ά νω π ρ α γμ α τικά, όσο πραγματικό είναι και το γεγονός πως ο ρεαλισμός και η ψ υχρή γλαφυρότητα της αφηγήσεως κάνουν το χαρακτηρισμό του όλου βιβλίου ως "αντιπολε μικού" πολύ πιθανό. Α ρκεί απλώ ς μια ανάγνωση των τελευταίων τραγικώ ν φάσε ων της πολιορκίας του Τσερκάσσυ για να δώσει βάρος οτην προηγούμενή μας δια πίστωση. Εν κατακλείδι, το όλο έργο δύναται να εκτιμηθείτόσο α π ό τους συμπαθούντες τη "Σταυροφορία κατά του Μ πολσεβικισμού" όσο και από τους συμπαθούντες το "Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο", με την προϋπόθεση πως αναζητούν μια ειλικρινή, άμεση καταγραφή των μαχών του τρομερού Ανατολικού Μετώπου. Ο πωσδήποτε δε θα αφήσει ικανοποιημένους όλους εκείνους που εξαντλούν το επιφανειακό τους
10
A eo n Ν τεγκρελ
ψ ευτο-ενδιαφ έρον για το B‘ Π .Π . σε "ιστορικές" πη γές του τΰπου "Ο Άγνωστος Πόλεμος", "Ο Μ ικρός Ή ρω ς" και στα αστεία αναγνώσματα των ελληνικών στρα τιωτικών σχολών και που τους συναντούμε εν είδει "μαϊντανού" να προλογίζουν ε νίοτε και βιβλία σοβαρών ιστορικών. Εμάς δε μας εξέπληξε ποτέ το γεγονός πως τα σοβαρότερα βιβλία των κάποτε α ξιο π ρ επώ ν ιστορικώ ν εκδόσεων του Γ.Ε.Σ. πωλούνται, ανέγγιχτα, στα παλαιοβιβλιοπω λεία... Είμαστε όμως βέβαιοι πως "Η Εκστρατεία προς Ανατολάς" δε θα έχει π αρόμοια τύχη και πως θα ωθήσει αρκε τούς από τους αναγνώστες να εντρυψήσουν σε αναλόγου σοβαρότητος βιβλία σχε τικά με το αντικείμενο. Κωνσταντίνος Χρισχοφορίδης
ΥΓ. Φυσικά, ως μη ασχολούμενος επαγγελματικούς με το αντικείμενο της μεταφράσεω ς, δεν κατόρθω σα ν’ αποφύγω κάποια, επουσιώ δη ελπίζω, γρα μμ ατικά λάθη. Η ευθύνη των λαθώ ν αυτών βαρύνει αποκλειστικούς εμένα, αλλά σε τελική ανάλυση πιστεύω ότι κατεβλήθη κάθε π ρ ο σ π ά θ εια ώστε το κείμενο να είναι ευ κολοδιάβαστο και σαφές. Υ πολογίζω, λοιπόν, στην κατανόηση του κ α λοπροα ί ρετου αναγνώστη.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ o 1936 ήμουν ο νεότερος πολιτικός α ρ χη γός τη ς Ευρώπης. Στην ηλικία τω ν είκ ο σ ι εννέα , είχα ή δη τα ρ α κ ο υ ν ή σ ε ι σ υ θέμ ελ α τη χώ ρ α μου. Εκατοντάδες χιλιάδες ανδρών, γυναικών και νεολαίων με ακολουθούσαν με ολοκληρωτική αφοσίωση και π ά θ ο ς . Τ ο κίνημά μας είχε εκλέξει δωδεκάδες α ντιπροσώπων και γερουσιαστών στο βελγικό κοινοβούλιο. Θ α μπορούσα να είχα γίνει υπουργός στην κυβέρνηση: δεν είχα παρά να πω μια λέξη για να εισέλθω στο παιχνίδι της πολιτικής. Π ροτίμ η σ α να επιδιώ ξω , έξω α π ό την κα θιερω μ ένη κ ά μ α ρ α δ ια χείρ ισ η ς, το σκληρό αγώνα για τάξη και δικαιοσύνη και κατά της δια φ θορά ς, καθώ ς κατεχόμουν από μια ιδέα που δεν επέτρεπε τους συμβιβασμούς, ούτε και το μ οίρα σ μ α των λαφύρων. Επιθυμούσα να απελευθερώσω την χώρα μου από τη δικτατορική κυριαρχία των χρηματισμένω ν συμφερόντων που διέφ θειραν την εξουσία, υπονόμευαν τους θε σμούς μας, κηλίδωναν τις συνειδήσεις μ ας και ρήμαζαν τη φιλοπονία και την ερ γατικότητα. Διότι το άναρχο καθεστώς των παλαιών κομμάτων, όλα τους με την υ πόληψή τους κατεστραμμένη από λεπρώδη πολιτικο-οικονομικά σκάνδαλα, ήθε λα να το αντικαταστήσω, νομίμως, με ένα ισχυρό και ελεύθερο Κ ράτος, συγυρι σμένο, υπεύθυνο και αντιπροσω πευτικό των πραγματικώ ν δραστηριοτήτω ν του λαού μας. Αυτό δεν ήταν ένα θέμα τυραννίας ή "φαοισμού". Ή τα ν ένα θέμα ορθής αντιλήψεως. Μια χώ ρα δεν μ π ο ρεί να ζήσει μέσα σι:ην αταξία, στην ανικανότητα, στην ανευθυνότητα, στην ανασφάλεια και στη διαφ θορά. Ζητούσα εξουσία για το Κράτος, ικανότητα στις δημόσιες υπηρεσίες, συνέπεια στις επιχειρήσεις του έθνους, ένα αληθινό, ζωντανό συμβόλαιο μεταξύ των μαζών
T
12
A eo n Ν τεγκρελ
και της κυβερνήσεως, μια ευφυή και παραγω γική ομόνοια ανάμεσα στους πολί τες οι οποίοι ήταν διαχωρισμένοι και αντιτιθέμενοι ο ένας στον άλλον με τεχνητές αντιπαραθέσεις: ταξικές αντιπαραθέσεις, θρησκευτικές αντιπαραθέσεις, γλωσ σικές αντιπαραθέσεις1, όλες κατασκευασμένες και διοχετευμένες με ενσυνείδητη φροντίδα μιας και ήταν η ουσία της ζωής των αντιπάλων κομμάτων τα οποία, φ ι λονικούσαν θεατρινίστικα το ένα με το άλλο ενώ μοιράζονταν τα πλεονεκτήματα της εξουσίας. Εφόρμησα, με τη σκούπα στο χέρι, υπό τα όμματα των διεφ θαρμ ένω ν συμμο ριών που απεστράγγιζαν το σφρίγος της χώ ρας μου. Τους μάντρωσα και τους μ α στίγωσα, κατέστρεψα, μπροσιά στα μάτια του λαού, τα σοβατισμένα μνήματα κά τω από τα οποία έκρυβαν τις αχρειότητές τους, τα κλεψιμέικά τους, τις επικερδείς τους συμπαιγνίες. Έ φ ερ α μια πνοή νεανικότητος και ιδεαλισμού για να περάσει πάνω από τη χώ ρα μου, εξύψωσα τις πνευματικές δυνάμεις και τις υψηλόφρονες αναμνήσεις του αγώνα και της δόξας ενός αποφασισμένου, σκληρά εργαζομένου λαού που έχει πά θος για τη ζωή. Τ ο Ρεξιστικό κ ίνη μ α 2ήταν μια αντίδραση ενάντια στη δια φ θο ρ ά της εποχής. Ή τα ν ένα κίνημα για πολιτική ανανέωση και κοινωνική δικαιοσύνη. Ή τ α ν ένας διακαής αυθορμητισμός προς το μεγαλείο, μια μπόρα χιλιάδων ψυχών που επ ι θυμούσαν ν ανασάνουν, να λάμψουν, να υψώσουν τους εαυτούς τους υπεράνω της μετριότητος ενός κατεστημένου και μιας εποχής. Τέτοιος ήταν ο αγώνας μέχρι το Μ άιο του 1940. Ο Δεύτερος Π αγκόσμιος Π όλεμος - τον οποίο είχα καταδικάσει - άλλαξε τα π ά ντα, και στο Βέλγιο όπως και αλλού. Π αλαιοί θεσμοί, παλαιά δόγματα κατέρρευσαν σαν κάσ ιρα φτιαγμένα από σάπιο ξύλο, για πολύ καιρό σκωληκοφαγωμένα. Το Ρεξιστικό κίνημα δεν ήταν κατά τον π α ρ α μ ικ ρ ό τρ ό πο συνδεδεμένο με το θριαμβεύον Τ ρ ίτο Ράιχ: ούτε acov ηγέτη του, ούτε στο κόμμα του, ούτε σε κανέναν από τους επικεφαλής του ή τους προπαγανδιστέςτου. Τ ο Ρεξιστικό κίνημα ή ταν βασικώς ένα εντόνως εθνικό κίνημα με απόλυτη ανεξαρτησία. Ό λ α τα αρχεία του Τρίτου Ράιχ έχουν κατασχεθεί: κανείς δεν μπόρεσε ν’ ανακαλύψ ει το ελά χι στο ίχνο ς τη ς ο π ο ιο σ δ ή π ο τ ε δ ια σ υ ν δ έ σ εω ς, α μ έσ ο υ ή εμ μ έσ ο υ , μ ετα ξύ του Ρεξιομού και του Χίτλερ π ρ ιν τη ν εισβολή του 1940. Τ α χέρια μας ήταν καθαρά, οι καρδιές μας ήταν αγνές, η αγά πη μας για την χώρα μας, λαμπρή και φλογερή, ήταν ελεύθερη από κάθε συμβιβασμό. Η Γερμανική εισβολή κατέβαλλε τη χώ ρα μας. Για το ενενήντα εννέα τοις εκατό των Βέλγων ή των Γάλλων ο πόλεμος ήταν τελειωμένος τον Ιούλιο του 1940, η επικυριαρχία του Ράιχ ήταν ένα γεγονός στο ο ποίο, επιπλέον, το παλαιό δημοκρατικό και οικονομικό καθεστώς επιθυμούσε διακαώς να προσκολληθείτο ταχύτερο δυνατόν! Μεταξύ εκείνων που είχαν προσβάλλει τον Χίτλερ το 1939 υπήρχαν πολλοί που θα ήταν από τους πιο ανυπόμονους να ρίξουν τους εαυτούς τους στα πόδια του κα-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
13
τακτητού το 1940 : οι κεφαλές των μεγάλων κομμάτων της Α ριστερός, οι οικονο μ ικ ο ί μεγιστάνες, οι ιδιο κ τή τες των μεγαλυτέρω ν εφ η μ ερ ίδω ν, οι Μ ασόνοι υ πουργοί του κράτους, η πρώτη κυβέρνηση, όλοι τους επιθυμούσαν, επιζητούσαν, εκλιπαρούσαν ένα χαμόγελο, μια ευκαιρία για συνεργασία. Ή τ α ν απαραίτη το να παραδώ σουμε το πεδίο της μάχης στα αναξιόπιστα φ α ντάσματα των παλαιώ ν κομμάτω ν, στους γκάνγκστερς του οικονομικού συστή ματος του οποίου η μόνη νομιμοφροσύνη ήταν στο χρυσό, ή στους διαβολικούς πειρατές που τους έλειπε και το ταλέντο και η αξιοπρέπεια, πρόθυμους για τις α χρειότερες αποστολές ενός λακέ προκειμένου να ικανοποιήσουν την απληστία και τη φιλοδοξία τους; Τ ο πρόβλημα δεν ήταν μόνον θλιβερό: ήταν κατεπείγον. Σε όλους σχεδόν τους παρατη ρη τές οι Γερμανοί έμοιαζαν πως ήταν οι τελικοί νικητές. Ή τ α ν α π α ρ α ί τητο να αποφασίσει κάποιος. Μ πορούσαμε εμείς, λόγω του φόβου ν’ αναλάβουμε την ευθύνη, απλώς v‘ αφήσουμε τη χώρα μας να παρασυρθεί; Για αρκετές εβδομάδες, μελετούσα το πρόβλημα. Ή τα ν μόνο μετά που ρώτησα και έλαβα από το Βασιλικό Ανάκτορο μια εντελώς ευνοϊκή α πόφ αση που το α π ο φ ά σ ισ α ν’ α φ ή σ ω τη "Le Pays Reel" (Η Α λη θινή Χ ώ ρα), τη ν ε φ η μ ε ρ ίδ α του Ρεξιστικού κινήματος, να επανεμφανισθεί. Η βελγική συνεργασία, η οποία άρχισε στα τέλη του 1940, πήρε, ωστόσο, μια α τυχή κατεύθυνση. Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, οι γερμανικές αρχές ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για τις κεφ αλαιοκρατικές δυνάμεις π α ρ ά για τις ιδεαλιστικές δυνάμεις. Κανείς δεν κατόρθωσε στο να βρει επακριβώς ποιες ήταν οι προ θέσεις της Γερμανίας. Ο Βασιλεύς των Βέλγων, Λεοπόλδος ο 3ος, επιθυμούσε να δει τα πράγματα πιο ξεκαθαρισμένα και ν’ αποκτήσει τη γνώση κάποιων ακριβέστερων λεπτομερειών. Ζήτησε από τον Χίτλερ να τον δεχθεί. Η ακρόαση παρεχω ρήθη. Αλλά ο Βασιλεύς Λεοπόλδος επέστρεψε από το Μ πεχτερσγκάντεν3δίχως να το έχει επιτύχει και δ ί χως να έχει μάθει κάτι νέο. Ή τα ν εμφανές πως η χώρα μας επρόκειτο να κρατηθεί στην αναμονή μέχρι να επιστρέφει η ειρήνη. Αλλά τότε θα ήταν πολύ αργά. Επιβαλλόταν να κερδίσουμε, π ρ ο το ύ ο π ό λ εμ ο ς τ ε ρ μ α τ ισ θ ε ί, το δ ικ α ίω μ α να δ ια π ρ α γ μ α τ ε υ θ ο ύ μ ε με τη Γερμανία επί μιας αποτελεσματικής βάσεως. Π ως θα το επιτυγχάναμε αυτό; Η συνεργασία εντός της χώ ρας δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μία επιχείρηση βρα δείας περικυκλώσεως, ένα τρα γά νισ μα με μ ικρές δαγκω ματιές και μπουκίτσες, ατέλειωτοι αγώνες για επιρροή που γίνονταν για λογαριασμό αφανών, δευτερευόντων προσωπικοτήτων. Ό χ ι μόνον αυτή η διεργασία δε θα προσέφερε το π α ρ α μικρό γόητρο σε όποιον την αναλάμβανε, αλλά θα μπορούσε μοναχά να τον κα ταστήσει ανυπόληπτο. Α υτή ή ταν μ ια π α γ ίδ α μ έσα στην ο π ο ία δεν επ ιθ υ μ ο ύ σ α να πέσο). Π αρακολουθούσα και ανέμενα για μια διαφ ορετική προσέγγιση. Ξαφνικά, τον
14
A eon Ν τεγκρελ
Ιούνιο του 1941, είχα την ευκαιρία μου: η Γερμανία είχε μ πει στον πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ενώσεως. Εδώ βρισκόταν η μ οναδική ευκαιρία, η ευκαιρία να δια θέτω το σεβασμό του Ράιχ δια του μέσου του αγώνος, της δοκιμασίας και της δόξας. Τ ο 1940 είχαμε γί νει οι ηττημένοι, ο βασιλιάς μας ένας φυλακισμένος βασιλιάς. Με μιας, το 1941, μας προσεφέρετο η πιθανότης να γίνουμε σύντροφοι και ίσοι με τους κατακτητές μας. Είχαμε, τελικά, την πιθανότητα να κερδίσουμε τη θέση του γοήτρου που θα μας επέτρεπε, την ημέρα της αναδιοργανώσεως της Ευροίπης, να μιλήσουμε με τα κεφάλια μας να στέκονται ψηλά, στο όνομα του έθνους μας που είχε προσφέρει το αίμα του. Μέσω του αγώνος μας στις αχανείς ανατολικές στέππες, θέλαμε πραγματικά να κάνουμε το καθήκον μας ως Ευρωπαίοι και ως Χ ριστιανοί. Αλλά, το λέμε αυτό α νοικτά - το διακηρύξαμε αυτό δυνατά και καθαρά από την πρώ τη μέρα - είχαμε δώσει πάνω α π ’ όλα το δώρο αυτό της νιότης μας έτσι ώστε να εγγυηθούμε το μέλ λον του έθνους μας εις το μέσον μιας διασωθείσης Ευρώπης. Ή τα ν γι* αυτό, πρ ώ τα α π ’ όλα, που έπεσαν αρκετές χιλιάδες συντρόφων μας. Ή τ α ν γ ι’ αυτό που χι λιάδες ανδρών αγωνίσθηκαν, πάλεψαν για τέσσερα έτη, υπέφεραν για τέσσερα έ τη, στηριγμένοι α π ό εκείνη την ελπίδα, οδηγημένοι από εκείνη την επιθυμία, εν δυναμωμένοι από τη βεβαιότητα πως επρόκειτο να επιτύχουν στο σκοπό τους. Τ ο Ράιχ έχασε τον πόλεμο, αλλά το ίδιο καλά θα μπορούσε και να τον έχει κερ δίσει. Μ έχρι το 1945, η νίκη για τον Χίτλερ παρέμενε δυνατή. Ο Χίτλερ ως νικητής, είμαι βέβαιος, θα είχε αναγνωρίσει το δικαίωμα του έθνους μας να ζήσει και να είναι μεγάλο, ένα δικαίω μα που είχε α π ό μόνο του αργά-αργά αποκτήσει, με κόπο, με το αίμα των χιλιάδων Βέλγων εθελοντών. Αυτοί οι άνδρες υπέμειναν δύο χρόνια επικού αγώνος προτού εξαναγκάσουν το Ράιχ να τους προσέξει. Τ ο 1941, η βελγική αντιμπολσεβικική Βαλλονική Λεγεών είχε περάσει α παρατήρητη. Ο ι στρατιώτες μ ας έπρεπε να πολλαπλασιάσουν τις πράξεις ανδρείας τους, να διακινδυνεύσουν εκατό φορές τις ζωές τους προτού ε ξυψώσουν το όνομα τη ς χώ ρα ς τους στο επ ίπ εδο του θρύλου. Τ ο 1943, η λεγεών μας των εθελοντών είχε γίνει διάσημη σε όλο το μήκος του Ανατολικού Μετώπου για τον ιδεαλισμό της κ α ιτη ν α φ ο β ία τη ς. Τ ο 1944, έφθασε στην κορυφή της φ ή μης της, τον καιρό της Ο δύσσειας του Τσερκάσσυ. Ο γερμανικός λαός, περισσό τερο από κάθε άλλον λαό, είναι ευαισθητοποιημένος στη δόξα τη ς ένοπλης μ ά χης. Η ηθική αξίω οή μας π ρ ο ςτο γερμανικό Ράιχ ήταν μοναδική στην Ευρώπη, πολύ ανώτερη από οποιαδήποτε άλλη κατεκτημένη χώρα. Είδα τον Χίτλερ για πολλή ώρα σε δύο περιπτώ σεις εκείνη τη χρονιά, η επίσκε ψη ενός στρατιώτη, αλλά μια επίσκεψη που μου έδειξε ξεκάθαρα πως είχαμε κερ δίσ ει τη χώ ρα μας. Σ φ ίγγοντας σ τιβαρά το χ έρ ι μου στα δυο του χέρ ια κατά τη στιγμή της αναχωρήσεοός μου, ο Χίτλερ μου είπε με συγκινητική στοργή: "Εάν εί χα ένα γιο, θα τον ήθελα να είναι σαν εσένα". Ποις, μετά α π ό όλες τις μάχες μας,
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
15
μπορούσε να μου α ρ νη θεί το δικαίω μα της χώ ρα ς μου να ζήσει με τιμή; Οι εθε λοντές μας είχαν κερδίσει το όνειρό τους: είχαν, σε περίπτω ση γερμανικής νίκης, στέρεα διασφαλίσει την αναγέννηση και το μεγαλείο του λαού μας. Η Σ υμ μαχική νίκη κατέστησε προσω ρινά ά χρ η σ τη εκείνη την τρ ο μ ερ ή π ρ ο σπάθεια των τεσσάρω ν ετών μάχης, τη θυσία των νεκρών μας, το Γολγοθά των επιζησάντων. Μ ετά την ήττα, ο κόσμος απησχολείτο χο)ρίς σταματημ ό με το να κατατρέχει τους ηττημένους. Ο ι στρατιώ τες μας, οι τραυμ ατίες μας, οι α νά π η ρ ο ί μας κ ατα δικάσθηκαν εις θάνατον ή ρίχθηκαν σε ακατονόμαστα στρατόπεδα και φυλακές. Τ ίποτα δεν ήταν σεβαστό, ούτε η τιμή του πολεμιστ ή, ούτε οι γονείς μας, ούτε τα σπίτια μας. Αλλά η μεγαλοσύνη δεν είναι ποτέ εις μάτην. Οι αρετές που κερδήθηκαν με θλί ψη και θυσία είναι ισχυρότερες από το μίσος και το θάνατο. Ό π ω ς ο ήλιος που εκπηγάζει από τη σκοτεινή νύκτα, λαμπρές κι αυτές θα φανερωθούν γρήγορα ή αργά. Τ ο μέλλον θα προσπεράσει κατά πολύ αυτήν την αποκατάσταση. Ό χ ι μόνον θα υποβάλλει τα σέβη του στον ηρω ισμό των στρατιωτών του Ανατολικού Μ ετώπου στο Δεύτερο Π αγκόσμιο Πόλεμο, αλλά θα πει επίσης πως ήταν σωστοί: πως ήταν σωστοί απέναντι στην αρνητική έννοια, καθώς ο Μ πολσεβικισμός ήταν το τέλος όλων τω ν αξιώ ν, κ α ι πω ς ήταν σω σ τοί με τη θ ετικ ή έννοια, καθώ ς η ηνω μ ένη Ευρώπη, για την οποία αγωνίσθηκαν σκληρά, ήταν η μόνη - ίσως η τελευταία - πιθανότης για την επιβ ίω σ η μ ια ς θ α υμ α σ τή ς γ η ρ α ιά ς ηπείρου, ενός λιμένος α ν θρώ πινης χα ρ ά ς και σφρίγους, π α ρά σακατεμένης και ακρω τηριασμένης μέχρι θανάτου. Οα έλθει μια η μ έρα , ίσως, που οι λαοί θα μετανοήσουν για την ήττα του 1945 των υπερασπιστών και κτιστών της Ευρώπης. Καθώς αναμένουμε την ημέρα εκείνη, ας πούμε με λόγια αληθινά την επική τους ιστορία - πως πολέμησαν, τις δοκιμασίες που υπέφεραν, πως προσέφεραν τις καρ διές τους στον αγώνα. Δια μέσου του έπους των Βέλγων εθελοντών - μιας μονάδος ανάμεσα σε εκατο ντάδες άλλες - είναι ολόκληρο το ρωσσικό μέτωπο που πρόκειται για άλλη μια φ ο ρά να εμφανισθεί μπροστά μας, με τις ηλιόλουστες ημέρες των μεγάλων νικών, με τις ακόμα συγκινητικότερες ημέρες των μεγάλων ηττών, ήττες που επιβλήθηκαν από φυσικές περιστάσεις, αλλά τις οποίες η θέληση δεν αποδέχθηκε. Εκεί έξω, στις αχανείς στέππες, έζησαν άνδρες. Εσύ αναγνώστη, φίλε ή εχθρέ - παρακολούθησέ τους να έρχονται πίσω στη ζωή, διότι ζούμε σε μια π ερίοδο όπου κάποιος π ρ έπ ει να ψ άξει πολύ για να βρει αλη θινούς άνδρες, και αυτό ήταν εκείνοι, ως το μεδούλι των οστών τους, όπο)ς π ρ ό κειται να δείτε. Λ. NT.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑ
Ε ξ ό ρ μ η σ η Σ τ η ν Ο υ κ ρ α ν ία 22α Ιουνίου του 1941 άρχισε όπω ς όλες οι όμ ορφ ες Κ υριακές του κ α λοκαιριού. Ή μ ο υ ν αφ ηρη μένος γυρίζοντας τους σταθμούς του ρ α διό φωνου μου, όταν ξαφνικά μερικές λέξεις με συνέφεραν στα γρήγορα: τα στρατεύματα του Τρίτου Ράιχ είχαν περάσει το Ευρωπαϊκό σύνορο της Ε.Σ.Σ.Δ. Η εκστρατεία οτην Π ολωνία το 1939, η εκστρατεία στη Ν ορβηγία, η εκστρα τε ία στην Ο λ λ α νδ ία , στο Β έλγιο κ α ι στη Γαλλία το 1940, η ε κ σ τρ α τεία στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941 είχαν γίνει μόνον ως π ρ ο καταρκτικές επιχειρήσεις ή ολισθήματα. Ο αληθινός πόλεμος, στον οποίον το μέλ λον της Ευρώπης και του κόσμου θα αποφασιζόταν, είχε μόλις ξεκινήσει. Αυτός δεν ήταν πια ένας πόλεμος για σύνορα ή συμφέροντα. Αυτός ήταν ένας πόλεμος θρησκειών. Και, όπως όλοι οι θρησκευτικοί πόλεμοι, θα ήταν αμείλικτος. Προτού εμπλέξει τα άρματα μάχης του στις στέππες, το Ράιχ είχε καταφύγει στη αποφυγή μιας αμέσου αντιπαραθέσεω ς, όπως μια υπομονετική γάτα. Τ ο 1939 η Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία εφήρμοζε ένα πρόγραμμα άνευ προη γουμένου. Είχε επανακτήσει την υπόστασή τη ς δια μέσου τέτοιω ν αστραπιαίω ν κινήσεων, μέσα στο μπουμπουνητό και σ ιις εκτυφλωτικές λάμψ εις τέτοιων κατα κλυσμών, που όλη η Ευρώπη και όλος ο κόσμος ένιωθαν τις αναταράξεις. Εάν ό λοι οι εχθροί της στη Δύση έπεφταν επάνω στη Ρηνανία και στο Ρουρ, και αν, συγ χρ ό ν ω ς οι Σ ο β ιετικ ο ί επ εκ τείν ο ν τα ν π ρ ο ς τη ν Α νατολική Π ρ ω σ σ ία κ α ι το Βερολίνο, ο Χίτλερ κινδύνευε σοβαρά από στραγγαλισμό. Αρεσκόταν να λέει, ξα νά κα ι ξα νά , πω ς ο Κ ά ιζερ Β ίλχελμ ο 2ος είχε χ ά σ ε ι το ν Π ρ ώ το Π α γ κ ό σ μ ιο Π όλεμο με το να μην καταφέρει ν’ αποφύγει έναν πόλεμο σε δύο μέτωπα. Αυτός επρόκειτο να τα πάει καλύτερα. Αλλά έμελλε να δούμε, κά ποια μέρα, δίπλα-δί-
Η
18
A eo n Ν τεγκρελ
πλα, να χαζεύουν τα ερ είπ ια της Κ αγκελαρίας του Ράιχ στο Βερολίνο, όχι μόνον Σκώτοι και μουζίκοι, αλλά και μαύροι από το Χάρλεμ και Κ ιργίσιοι νομάδες από τους ερημότοπους της Ασίας... $ Τ ον Αύγουστο του 1939, τις πα ρ α μ ονές τη ς μεγάλης Π ολω νικής πυρκαγιάς, ο Χίτλερ απέφυγε το να στραγγαλισθεί το τελευταίο λεπτό. Ο Σ τά λιν είχε π α λ α ιο ύ ς λ ο γ α ρ ια σ μ ο ύ ς να τα κ τ ο π ο ιή σ ε ι με το ν Εθνικοσοσιαλισμό, η συνεργασία του (του Στάλιν) με τις "δημοκρατίες" συνεπώς φάνηκε έκτω ν προτέρω ν σιγουρεμένη. Τ ο Λονδίνο και το Π αρίσι, με φ ανφ αρόνικες επιδείξεις, είχαν αποστείλει στρατιω τικές αποστολές στο σοβιετικό τσάρο. Κατά την ίδια εκείνη περίοδο, σε πλήρη μυστικότητα, ο Χίτλερ είχε επιτύχει στο να χαλαρώσει τη θ η λ ιά >. Ο Στάλιν είχε, όπως και ο Χίτλερ, παίξει πολύ επιδέξια. Είχε κάθε συμφέρον στο να αφ ήσει τις πλουτοκρατικές δημοκρατίες και τον Εθνικοσοσιαλισμό να αλληλοεξαντληθούν, διότι ήταν εχθρός και των δύο. Ό σ ο πιο φ α ρ μ α κερά υπέσκαπτε ο ένας την ισχύ του άλλου, τόσο καλύτερα θα μπορούσε ο Κ ομμουνισμός να διευ κολύνει το έργο του στην τελική διευθέτηση. Ο Στάλιν διεκπεραίω σε το π αιχνίδι του με ασιατική πονη ριά, ο ηγέτης μ ιας διεθνούς συμμορίας, σίγουρος για τους ανθρώπους του. Φαινομενικώς, μπορούσε ακόμα και να συμμαχήσει ο ίδιος με το Τ ρίτο Ράιχ, η κομμουνιστική πειθαρχία παγκοσμίως ήταν απόλυτη. Τ α αποτελέσματα εκείνης της ασυνήθους αλληλεγγύης έγιναν αμέσως αισθητά. Η Βρεταννία και η Γαλλία το είχαν μετατρέψει σε παγκόσμιο πόλεμο μετά που ο Χίτλερ εισέβαλλε στην Πολωνία. Ό τα ν ο Στάλιν έκανε το ίδιο 15 ημέρες αργότε ρα, κανείς στις Συμμαχικές καγκελαρίες δεν πήρε το ρίσκο ν’ αντιδράσει. Έ τσ ι ο σοβιετικός ηγέτης μπόρεσε να μαχαιρώ σει μια παρα πα ίουσ α Πολωνία στην πλάτη με τέλεια ατιμω ρησία, και να ενσωματώσει πάνω α πό το ένα τρίτο ε κείνης της δύστυχης χώρας. Η Βρεταννία και η Γαλλία, τόσο γεμάτες έγνοια περί της εδαφικής ακεραιότητος της Πολωνίας πριν, αμέλησαν να κηρύξουν τον πόλε μο στην Ε.Σ.Σ.Δ. Αυτή η ηθική και στρατιωτική παραίτηση προσέδωσε μια ακλόνητη αυτοπεποί θηση στις Κομμουνιστικές ομάδες τις εξαπλοψένες σιην Ευρώπη. Οι δημοκρατίες εφοβούντο τον Στάλιν! Είχαν οπισθοχωρήσει εμπρός του! Ό ,τι ήταν απαράδεκτο ό ταν γινόταν α π ό τον Χ ίτλερ είχε γίνει α π ο δ εκ τό όταν π ρ ο ερ χ ό τα ν α π ό τους Σοβιετικούς! Οι "δημοκρατίες" απηλλάχθησαν από την ηθική, τις αρχές και τον ίδιο τους τον α υ τοσ εβ α ο μ ό για το φ όβ ο τη ς π α γιώ σ εω ς τη ς σ υ μ μ α χ ία ς του Σ τάλιν με την Γερμανία. Εφοβούντο ακόμα την δολιοφθορά την οποία τα κομμουνιστικά κόμμα τα ανά την Ευρώπη προετοίμαζαν ή είχαν ήδη θέσει σε εφαρμογή. Ό π ω ς πάντα, έ να κοντόφθαλμο συμ(|>έρον είχε επικρατήσει επί όλων των άλλων συνετών γνωμών.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ί α ΓΤρ ο ς Α ν α τ ο α α ς
19
Στην πραγματικότητα, ο υποτιθέμενος "δίκαιος πόλεμος" είχε διαρκέσει μόλις δεκαπέντε ημέρες. Από το Σεπτέμβριο του 1939 οι Σύμμαχοι είχαν μόνο μία έν νοια: να μη θίξουν την Ε.Σ.Σ.Δ., να ξεκινήσουν ένα συμβιβασμό με τον Στάλιν, π α ρά την επιθετικότητά του εναντίον των Πολωνών συμμάχων τους. Ο Στάλιν μ πόρεσε να πολλαπλασιάσει τις α π α ιτή σ εις του, να θέσει ένα τέλος στην ανεξαρτησία της Εσθονίας, της Λεττονίας και της Λιθουανίας, ν' αρπάξει τη Βεσσαραβία από τους Ρουμάνους. Έ να και μοναδικό πράγμα ήταν σημαντικό για τους Συμμάχους: να διευκολύνουν τους Ρώσσους v‘ αλλάξουν πλευρά. Σε λιγότερο από δύο χρόνια αυτό θα επιτυγχανόταν. $ Η Γερμανία είχε, το 1939 και το 1940, κερδίσ ει τις μ ά χες τη ς Π ολω νίας, τη ς Ν ορβηγίας και του Δυτικού Μετώπου. Α \λά είχε αγωνισθεί σκληρά για πάνω από πεντακόσιες ημέρες δίχω ς να επιτύχει τον ουσιώδη αντικειμενικό σκοπό: μια νι κηφόρο απόβαση επ ί Αγγλικού εδάφους. Η Α γγλία, α π ό τη μ ε ρ ιά τη ς, ή τα ν π α ρ ο μ ο ίω ς α ν ίκ α ν η να βά λει π ό δ ι στην Ευρω παϊκή ήπειρο: ο Τ σώ ρτσιλ μιλούσε για μ ια π ρ ο π α ρ α σ κ ευ ή που θα δια ρ κούσε αρκετά χρόνια. Ο Στάλιν, κατά συνέπεια, είχε ένα καθαρό μονοπάτι. Κ αθαρό π ρ ο ςτη ν κατεύ θυνση του Ράιχ. Κ αθαρό ιδίως στα Βαλκάνια. Τ ο παιχνίδι έγινε όλο και προσεκτικότερο. Οι Γερμανοί είχαν επιδέξια προωθήσει τα πιόνια τους προς το Βουκουρέστι, τη Σ όφ ια και το Β ελ ιγρ ά δ ι. Τ ο ν Μ ά ρ τιο του 1941 η π α ρ ο ρ μ η τ ικ ή π ρ ά ξ η τη ς Γιουγκοσλαβίας στο να πα ρα β ιάσ ει μια συνθήκη, ολοκληρωθείσα οκτώ ημέρες νοορίτερα, με το Ράιχ, οδήγησε στο αποφασιστικό γεγονός. Ο ι Σοβιετικοί, μυστι κοί υποκινητές της π ράξης εκείνης, που έβλεπαν μακρύτερα από εκείνο το άθυρ μα της Βρεταννικής κατασκοπίας, το νεαρό βασιλέα Π έτρο, τηλεγράφησαν δ η μοσίως την συμπάθεια τους προς τη γουγκοσλαβική κυβέρνηση2. Βεβαίως, σε δύο εβδομάδες τα Γερμανικά τεθω ρακισμένα πέρασαν σαρωτικά δια μέσου του Βελιγραδιού, του Σεράγεβο, της Θ εσσαλονίκης και της Αθήνας, οι αλεξιπτωτιστές του Στρατάρχου Γκαίρινγκ κατέλαβαν το νησί της Κρήτης. Αλλά η Γερμανο-Σοβιετική ρήξη είχε γίνει εμφανής. Μ έχρι τότε, η συμμαχία με το Ράιχ £ίχε υπηρετή σει τον σκοπό της. Είχε φ έρει στα Σοβιέτ όλα εκείνα που θα μ π ο ρούσε να αναμένει ο Στάλιν: ένα πολύ αιματοβαμμένο κομμάτι της Πολωνίας, τις τρεις Βαλτικές χώρες, μερικές σημαντικές θέσεις στη Φινλανδία, και την εξαιρε τική Βεσσαραβία. Τ ο Εθνικοσοσιαλιοτικό λεμόνι είχε στιφθεί μέχρι σταγόνας. Είχε έλθει η ώρα να τιίψ ουν ένα άλλο λεμόνι: το δη μ οκρατικό λεμόνι. Γνωρίζουμε τι είδους χυμό έ δωσε τελικά το λεμόνι εκείνο στους Σοβιετικούς το 1945: την κατοχή περιοχών κατοικουμένων από διακόσια εκατομμύρια Ευρωπαίων και Ασιατών, τον Κόκκινο
20
A eon Ν τεγκρελ
Στρατό εδραιω θέντα στη Θ ουριγγία, επ ί του Έ λ β α , σ ιις πΰλες τη ς Αύμπεκ, στο Πέτσαμο, στη Μ αντζουρία, στην Κορέα, στις Κουρίλες νήσους! Η γιουγκοσλαβική μεταστροφή, οι δηλωθείσες απαιτήσεις του Μολότωφ επί των Βαλκανίων, οι στρατιωτικές προετοιμασίες των Σοβιετικών κατά τη διάρκεια της ανοίξεω ςτου 1941, όλα εκείνα δεν άφησαν στον Χίτλερ καμμία αμφιβολία π ερ ί των φιλοδοξιών της Ε.Σ.Σ.Δ. Ό σ ο περισσότερο περίμενε, τόσο περισσότερο γ ι νόταν πιθανόν το να δεχθεί επίθεση. Π ροκειμένου να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του στην Α νατολή, εγκ α τέλειψ ε π ρ ο ο ω ρ ινώ ς το σ χέδ ιό του να εισβάλλει στην Αγγλία. Π ροσπάθησε, με διάφορα μέσα, να βρει έναν ειρηνικό διακανονισμό στην σύγκρουση μεταξύ τη ς Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Ή τα ν πολύ α ρ γά γι' αυτό. Οι Βρεταννοί δεν ήταν πια διατεθειμένοι να ακυρώσουν το ματς, μιας και άρχισε δεν μπορούσε πια να σταματηθεί. Για δύο χρόνια, η κάθε χώ ρα είχε υπολογίσει ψ υχρά, σύμφωνα με τον π α μ π ά λαιο νόμο του εθνικού εγωισμού και της ιδιοτέλειας. Στο τέλος, η κάθε μία τους εί χε φθάσει στα ίδια ακριβώ ς συμπεράσματα. Ο ι Ρώσσοι, επιδέξια ωθούμενοι από τους Άγγλους και σπιρουνιασμένοι α πό νέ ες ελκυστικές λείες, αργά ή γρήγορα επρόκειτο να ορμήσουν. Ο ι Γερμανοί, δ ια ι σθανόμενοι πω ς ο κύβος ερρίφ θη , ήταν αναγκασμένοι να υποκύψουν στην ανα γκαιότητα. Στις 22 Ιουνίου του 1941 άρχισε μία μάχη μέχρι θανάτου ανάμεσα στο Εθνικοσοσιαλιστικό Ράιχ και τη σοβιετική Ρωσσία: δύο ιμπεριαλισμοί, δύο θ ρη σκείες, δύο κόσμοι πιασμένοι στα χέρια κατά μήκος των στεππών στις άμμους της Ανατολής. Η Αγγλία, απομ ονοψ ένη α πό την Ευρώπη δια θαλάσσης και με τα πρωτογενή της αγαθά διασκορπισμένα σε μακρινές χώρες, δεν μπορούσε να νιώσει επ α κ ρ ι βώς τη σημασία της μονομαχίας. Αντέδρασε με το να σκεφθεί περισσότερο γύρω από το άμεσο συμφέρον της - την ανακούφιση του νησιού της - π α ρά για το ποια θα ήταν η μοίρα της Ευρώπης εάν κάποια ημέρα οι Σοβιετικοί έβγαιναν νικητές. Αντιθέτως, για εμάς - τους λαούς της Ευρωπαϊκής ηπείρου - εκείνη η πάλη ήταν μια πάλη αποφασιστική. Εάν η Ε θνικ οσ οσ ια λισ τικ ή Γ ερμ ανία θ ρ ιά μ β ευ ε, θα γινότα ν ο κύριος, στην Ανατολή, μιας εξαιρετικά μεγάλης περιοχής για επέκταση, ακριβώ ς κολλητά με τα σύνορά της, άμεσα συνδεδεμένης με αυτήν δια σ ιδη ρ ο δρ ό μ ο υ , ποταμώ ν και καναλιών, ανοικτή στη ιδιο φ υ ία τη ς για οργάνω ση και πα ραγω γή . Τ ο Μ εγάλο Γερμανικό Ράιχ, σε πλήρη αναγέννηση, προικισμένο με μια εξαιρετική κοινωνι κή δομή, εμπλουτισμένο με εκείνες τις υπέροχες γαίες, εκτεινόμενο μονοκόμμα τα από την Βόρειο Θ άλασσα ως το Βόλγα, θα είχε τέτοια ισχύ, θα είχε τέτοια θελ κτική δύναμη, θα προσέφερε στους είκοσι λαούς που συνωστίζονταν στη γηραιά ήπειρο τέτοιες δυνατότητες για πρόοδο, που οι περιοχές εκείνες θα συνιστούσαν το σημείο εκκινήσεως για την απαραίτητη Ευρωπαϊκή ομοσπονδία, που ευχόταν ο Ναπολέων, σχεδιάσθηκε από το Ρενάν,τραγουδήθηκε από το Βίκτορα Ουγκό.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
21
Εάν, αντιθέτως, επικρατούσαν οι Σοβιετικοί, ποιος στην Ευρώπη θα τους αντι στεκόταν όταν ο μεγάλος γερμανικός προμαχών θα ήταν κατεδαφισμένος; Τ α χα ώδη Βαλκάνια βυθισμένα, π αρηκμ ασμ ένα, υποταγμένα; Μ ια αποδεκατισμ ένη Γαλλία, διαθέτοντας μόνον λογύδρια για ν’ αντιοταθεί σε διακόσια εκατομμύρια μουζίκω ν και στην μ π ο λσ εβ ικ ικ ή ιδεο λο γία , φ ουσκω μ ένη α π ό τη νίκη τη ς; Η Ελλάς, η Ιταλία, φλύαρες και γοητευτικές, με τους φτωχούς ανθρώ πους τους, να λιάζονται δημοσίως σαν τις σαύρες; Τ ο ψηφιδωτό των μικρών Ευρωπαϊκών εθνών, τα υπολείμματα χιλιάδω ν ετών εμφυλίου πολέμου, το καθένα τους ανήμπορο να πληρώσει για περισσότερα από εκατό άρματα μάχης; Οι Σοβιετικοί να υποχρεώ νουν το Ράιχ σε ήττα - αυτό θα σήμαινε το να σκαρφαλώ νει ο Στάλιν επάνω στο κορμί της Ευρώπης η οποία, με τις δυνάμεις αντιστάσεώς της εξηντλημένες, ήταν έτοιμη να βιασθεί. £ Φυσικά θα έκαναν την απόπειρα, μια ημέρα αργοπορημένα, να σώσουν εκείνη την κατά τρία τέταρτα οοβιετοποιημένη Ευρώπη. Οι χθεσινοί σύμμαχοι θα αναριγούσαν, διότι η Ε.Σ.Σ.Δ. όχι πια ικανοποιημένη με την λεία που είχε στα χέρια της, αλλά απλώ νοντα ς τώ ρα τα άπλη στα χέρ ια τη ς, με το Δ εύτερο Π α γκ ό σ μ ιο Π όλεμο μόλις τελειω μένο, π ρ ο ς την κατεύθυνση του Ε ιρηνικού Ω κεανού, την Κίνα, τον Π ερσικό Κόλπο, τη Μεσόγειο, τη Διώρυγα του Σουέζ, απειλώντας τις α ποικίες, τις πρώτες ύλες, τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες. Α \λά ακόμα και τότε οι Αγγλο-Αμερικάνοι δε γύρευαν να σώσουν την Ευρώπη για την Ευρώπη: μάλλον απλά, μοχθούσαν να διατηρήσουν στη Δύση ένα εφ αλ τήριο που θα τους επέτρεπε να προστατεύσουν τους ιμπεριαλισμούς τους και να αντιδράσουν κατά του σοβιετικού ιμπεριαλισμού - ελεύθεροι, εάν ήταν α π α ρ α ί τητο, να μετατρέψουν εκείνο το εφαλτήριο, δια των ατομικών όπλων, σε ένα α π ί στευτο πεδίο ερειπίων. Εμείς, ο ιγ ιο ίτ η ς Ευρώπης, σ κεπτόμασθαντη ζωή της Ευρώπης. Ο ποιαδήποτε και να ήταν η κρίση μας σχετικά με τον τρ ό π ο που είχε αρχίσει ο πόλεμος, οιεσδήποτε οι μετάνοιές μας γύρω από το παρελθόν, οιαδήποτε μ π ο ρεί να είχαμε π ι κρία για την ξενική κατοχή των χωρών μας, ο κάθε ένας μας αντιλαμβανόταν πως πολύ πέρα από τα ευχάριστα ή δυσάρεστα πράγματα που έζησαν από το 1939 ως το 1941 οι διάφ ορες χώρες μας, η μοίρα όλης της Ευρώπης ήταν αβέβαιη. Αυτό εξηγείτο έξοχο, αυθόρμητο κίνημα που ξεσήκωσε αναρίθμητους νέους άνδρες, από το Ό σ λο στη Σεβίλλη, από το Άντβερπ στη Βουδαπέστη. Δεν άφησαν τα α γα π η μ ένα τους σ πιτικά στη Γιουτλάνδη ή στην Μ πόσχ, στις Α ρδέννες ή στην Πούσζτα, στο Λ ίμπουργκ ή σιην Ανδαλουσία για να υπηρετήσουν τα στενά συμ φέροντα της Γερμανίας. Τ α άφησαν για να υπερασπισθούν δύο χιλιάδες χρόνια του υψηλοτέρου πολιτισμού. Εμπνεύσθηκαν από το βαπτιστήριο της Φλωρεντίας και τον καθεδρικό της Ρεμς, από το Α λκάζαρ στο Τ ολέδο και το κωδωνοστάσιο
22
Λ εον Ν τεγκρελ
στην Μ πρυζ. Π έθ α ν α ν εκ εί έξω , σε α μ έτρ η το υ ς α ρ ιθ μ ο ύ ς, ό χι για κ ά π ο ιο Dienststelle στο Βερολίνο, αλλά για τις γη ρα ιές χώ ρες τους, επιχρυσω μένες από το υ ς α ιώ νες, κ α ι για τη ν κ ο ινή το υ ς π α τ ρ ίδ α , τη ν Ε υρώ πη , τη ν Ε υ ρ ώ π η του Βιργιλίου και του Ρ ονσάρ,την Ευρώπη του Εράσμου και του Ν ίτσε,του Ραφαήλ και του Ν τύρερ, τη ν Ε υρώ πη του Αγίου Ιγνατίου και τη ς Α γίας Θ η ρ εσ ία ς, την Ευρώπη του Φ ρειδερίκου του Μεγάλου και του Ν απολέοντα Βοναπάρτη. Ανάμεσα οτην υπέργηρη Ευρώπη και τη σοβιετική επίθεση, την τρομακτική της ισοπέδωση, το ξεχείλιομά της από σμήνη μικρών φυλών, έκαναν αμέσως την επ ι λογή τους. Μια νέα γενιά, σε όλη την Ευρώπη, έλαβε τη θέση της. Ξανθοί γίγαντες από τη Σκανδιναβία και τις Βαλτικές χώρες, ονειροπόλοι Ούγγροι μα μακριά μου στάκια, σω ματώ δεις, μ ελαψ οί Ρουμάνοι, μεγαλόσω μοι Κ ροάτες με βιολετί π α νωφόρια, Ιταλοί, ιδιότροποι και αισθηματίες, Ισπανοί με κατάμαυρα μάτια, π ει ραχτήρια Γάλλοι, Δανοί, Ολλανδοί, Ελβετοί: όλοι έσπευσαν ταχέως στην μάχη για την Ευρώπη. Ό λ α τα έθνη ήταν εκεί. Είδαμε μέχρι και μερικούς Άγγλους να προσφέρονται εθελοντικώς, καμμιά δω δεκαριά συνολικά, αλλά ωστόσο δώ δεκα3. & Χ ιλ ιά δες Βέλγων κ α τετά γη σ α ν, σ ύμ φ ω να με τις γλω σσολαλιές τους, σε μ ια Φ λαμανδική λεγεώνα και σε μια Βαλλονική λεγεώνα. Α ρχικώς σχημάτισαν δύο τάγματα, κατόπιν, το 1943, δύο ταξιαρχίες, τελευταία, το 1944, δύο μεραρχίες: τη Βαλλονική Μ εραρχία και τη Φ λαμανδική Μ εραρχία "Langemarck". Για μια περίοδο 46 μηνών θα ήμουν ένας α π ό εκείνους τους εθελοντές για την Ευρώπη και θα ζούσα μαζί με τους συντρόφους μου, το πιο τρομερό και το πιο με γαλειώδες των επών, θα προχω ρούσαμε πεζοί για δύο χρόνια ως το κατώφλι της Α σίας, κ α τό π ιν θα α π ω θ ο ύ μ α σ τα ν χ ω ρ ίς τε λ ειω μ ό α π ό το ν Κ αύκα σ ο στη Ν ορβη γία, θα περνούσαμε α π ό τη ν έκσταση τω ν επιθέσ εω ν του 1941 και 1942 στην πικρή δόξα τη ς ήττας και της εξορίας, καθώ ς, σε άνω του ημίσεω ς μ ια ς α ναιμικής Ευρώπης, έρεε εκεί η κίτρινη πλημμυρίδα των σοβιετικών κατακτητών.
Η Κατεκτημένη Ουκρανία Τ ον Ο κτώβριο του 1941 δύο έως τρ εις εβδομάδες απαιτούνταν για να ολοκλη ρώσεις το ταξίδι από τα σύνορα του Ράιχ ως το ρωσσικό μέτωπο. Π εράσαμε μέσα από το Λ έμ π ερ γκ 4, όπου τα τρ α μ ήταν στολισμένα με μικρές γαλάζιες και κίτρινες ουκρανικές σημαίες που κυμάτιζαν στην αύρα. Δεν είχαμε καλά-καλά μπει στην ύπαιθρο στα νοτιοδυτικά όταν έγινε δυνατό να κρίνουμε α πό μόνοι μας την έκταση των στρατιω τικών καταστροφών που είχαν προκληθεί στους Σοβιετικούς. Εκατοντάδες θω ρακισμένων οχημάτω ν ήταν δια σ κορπισμ έ να κατά μήκος του δρόμου. Κάθε διασταύρωση ήταν ένα v8KpoTaq)8io μετάλλου. Τ ο θέαμα συνέχιζε για μισή ώρα, ύστερα τα περισσότερα ίχνη της μάχης εξα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
23
φανίσθηκαν. Είχαμε αφ ιχθεί στο κέντρο της Ο υκρανίας, μιας άθικτης Ο υκρανίας με εκατοντάδες γιγαντιαίων θημωνιών μακριών σαν ζέππελιν που στέκονταν στις μεγάλες λασπερές πεδιάδες της. Ειρηνικά χω ριά διέσ π ειρ α ντις ίσ μ π εςτους, λευκές ή αχνογάλαζες, με στέρεες στέγες από άχυρο. Κάθε μικρό αγρόκτημα ήταν απομονωμένο από αλσΰλλια νε αρών κερασιών. Ο ι τοίχοι ήταν φτιαγμένοι από λάσπη, αλλά οι ντόπιοι καλλιτέχνες είχαν σκαλί σει πρωτόγονα ξυλόγλυπτα από πουλιά της αγάπης, άνθη, βέλη και κελΰφη, που πλαισίωναν τα μικρά παράθυρα. Αυτά τα ξυλόγλυπτα ήταν βαμμένα, όπως τα π α ραθυρόφυλλα, με ζωηρά χρώματα. Τ α παράθυρα ήταν διπλά, ερμητικά σφ ραγι σμένα, χωριζόμενα από μια σανίδα φ α ρ διά όσο το χέρι σου, πάνω στην οποία α πλωνόταν, σε βαμβακερό υφαντό, μικρά αντικείμενα από γυαλί, πορτοκάλια ή το μάτες φτιαγμένα από χρωματισμένο τσιμέντο. Μ εγαλόσω μες κοπέλες με ψ η λά ζυγω μ ατικά π ή γα ινα ν β ιασ τικά εδώ κι εκεί μπροστά στα μικρά αγροτόσπιτα. Τ α ξανθά τους μαλλιά ήταν πλεγμένα με γαλά ζιους ή κόκκινους φιόγκους. Ή τα ν ντυμένες με φορέματα από τραχύ ύφασμα που τους έδινε την εμφάνιση Λαπώνων. Φορώντας ψηλές μπότες κοζάκικου τύπου πλα τσούριζαν χαρούμενα στη λάσπη ανάμεσα σε φωνακλάδικα γουρούνια. Τ ο τραίνο θα σταματούσε για λίγες ώρες στην μέση των λιβαδιών ή μπροστά σε ένα ερειπωμένο χωριό. Α γοράσαμε κοτόπουλα που τα μαγειρέψ αμε σε ζεστό νε ρό από την ατμομηχανή. Μ ερικοί Ο υκρανοί νέοι μας επέδειξαν με υπερηφάνεια τις ασκήσεις τους στη γερμανική γλώσσα. Στα σημειω ματάριά τους διαβάσαμε: "Ο Στάλιν είναι ο μεγαλύτερος άνδρα ς στον κόσμο" και μετά, στις τελευταίες σ ε λ ίδες, τη φ ρ ά σ η α ν α θ εω ρ η μ έν η κ α ι δ ιο ρ θ ω μ έν η α π ό το συνετό δάσκαλο: "Ο Χίτλερ είναι ο μεγαλύτερος άνδρα ς στον κόσμο". Τ α π α ιδιά δε φαίνονταν ιδ ια ί τερα μπερδεμένα από αυτό. & Κάποια τυχαία συναπαντήματα μας έδωσαν μια ιδέα για την κλίμακα των νικών του Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου του 1941: αυτά ήταν τα τραίνα που μετέφεραν α φάνταστες ορδές αιχμαλώτων πολέμου π ρ ο ςτο Ράιχ. Σε κάθε στάση, τρέχαμε να δούμε σ ια βαγόνια. Στεκόμασταν έκθαμβοι μ π ρ ο στά σε εκείνους τους μαλλιαρούς γίγαντες, καστανοκόκκινου χρώματος, με τα μι κρά, αστραφτερά μάτια αιλουροειδών. Π ολλοί ήταν Ασιάτες. Στέκονταν όρθιοι, 80 ή και 100 ακόμα σε κάθε βαγόνι. Κατά την διάρκεια της παραμονής μας σε ένα σταθμό μια νύκτα, ξυπνήσαμε α πό τρομακτικές κραυγές. Τρέξαμε ν’ ανοίξουμε τις πόρτες ενός βαγονιού γεμάτου αιχμαλώτους: Ασιάτες, πεινασμένοι σαν πιράνχας, πολεμούσαν αναμεταξύ τους καθο')ς άρπαζαν κομμάτια κρέατος. Εκείνο το πολύτιμο έπαθλο ήταν ανθρώ πινη σάρκα! Ο ι αιχμάλω τοι πάλευαν σκληρά πάνω από τα απο μ εινά ρ ια ενός νεκρού
24
A eon Ν τεγκρελ
Μ ογγόλου, που είχε τ ε μ α χ ιο θ ε ί με κ ο μ μ ά τια τε ν εκ έ α π ό κ ουτιά τρ ο φ ίμ ω ν . Κ άποιοι αιχμάλωτοι είχαν νιώσει αδικημένοι με το να αφεθούν εκτός της διανο μής, κάτι το οποίο οδήγησε στον καυγά. Μ ασουλημένα κόκκαλα είχαν πεταχθεί έξω, ανάμεσα από τα κάγκελα. Ή τα ν σκόρπια, ματωμένα, κατά μήκος του βαγο νιού, επάνω στο λασπερό χοίμα. Μ άθαμε αργότερα για εκείνες τις εκατοντάδες χιλιάδες ανδρών, στοιβαγμένων μαζί με τον τρόπο αυτό, πως παρέμεναν όρθιοι για τρεις εβδομάδες κάποιες φ ο ρές, ταϊζόμενοι όταν υπήρχε τροφ ή κοντά στις ράγες. Π ολλοί α π ό εκείνους τους Ασιάτες, στρατολογημένοι α π ό τις άγριες σ τέππες τους, προτιμούσαν να μ α σ ή σουν ένα καλμοΰχικο ή τατάρικο πλευρό πα ρά να διατρέξουν τον κίνδυνο να πεθάνουν από πείνα. Σε ένα σταθμό, είδα αρκετού από αυτούς να σκάβουν στο έδα φος. Έ βγαζαν κάτι κόκκινα, συστρεφόμενα σκουλήκια, άνετα δεκαπέντε εκατο στά σε μάκρος, τα ο ποία κατάπιναν όπω ς θα μπορούσαν να έχουν κα τα π ιεί ένα αυγό. Τ α μήλα του Α δάμ αυτών των σκουληκοφάγων ανεβοκατέβαιναν με ζέση. £ Έ να πρωινό αφιχθήκαμε στον ποταμό Μπουγκ, η μεγάλη γέφυρα του οποίου α ναπαυόταν στο βυθό του ποταμού. Έ π ρ επ ε να ξεφορτώσουμε όλες τις αποσκευές μας και να στρατοπεδεύσουμε στην πόλη του Π ερβομαϊσκ. Κ αταφέραμε άλλη μια φ ορά να λάβουμε νέα από το μέτωπο. Ο ι πρόοδοι δεν ή ταν τόσο τεράστιες όσο μας είχαν ειπω θεί από τους θεατές κατά μήκος της γρ α μ μής. Αντιθέτως, η γερμανική κρούση επιβραδυνόταν: η Μ όσχα δεν είχε πέσει, ού τε το Αένινγκραντ, στο μέτωπο του Ροστόβ η κατάσταση δεν ήταν ξεκα θα ρισ μ έ νη. Η αισιοδοξία ήταν ακόμα πολύ μεγάλη, αλλά πα ρατηρούσε κανείς πω ς ο ρ ι σμένα πράγματα προσπερνούνταν σιωπηρά. Ο ι Γερμανοί στο Π ερβομαϊσκ έκα ναν διακριτικές αναφορές στις δυσχέρειες των μεραρχιών των εξακοντισμένων χί λια χιλιόμετρα πέρα από τα σύνορα του Ράιχ. Κοιτώντας τη λάσπη, αναλογιζόμασθαν σχετικά με τη θάλασσα που διαχώ ριζε τις στρατιές που επιτίθονταν από τις πρώην βάσεις τους. Έ ν α ς δρόμος άφηνε το Π ερβομαϊσκ π ρ ο ςτη ν κατεύθυνση του Δνείπερου ποταμού. Κ άμποσα φ ορτηγά ήταν κολλημένα εκεί, χωμένα στο βούρκο μέχρι τον άξονα. Η λάσπη ήταν μαύρη και πηχτή σαν πίσσα. Οι ισχυρότερες μηχανές αποτύγχαναν, ανίσχυρες. Οι σιδηροδρομικές γραμμ ές ίσα που ήταν πιο διαβατές. Ο ι σιδηροτροχιές δεν πρέπει να είχαν αγγιχθεί από την εποχή των τσάρων. Τ α τραίνα προχωρούσαν με μια βασανιστική βραδύτητα, ωστόσο, οι σιδηρόδρομοι ανεβοκατέβαιναν σαν τρα μπάλες. Η κίνηση ήταν ελαφριά, π α ρ ’ όλο που η διαπλάτυνση των γραμμώ ν είχε διεκπεραιω θεί με εξαιρετική βιασύνη. Οι μεταφορές από το ένα τραίνο οτο άλλο έκαναν τα πάντα χειρότερα. Αφού φθάσαμε στον Μ πουγκ, ήταν α π α ρα ίτη το να κατεβούμε πεζοί στον πάτο της κοιλάδας, ύστερα να σκαρφαλώσουμε πάλι επ ά νω δια μ ιας λα σ περή ς παρ α κ ά μ ψ εω ς αρκετώ ν χιλιομέτρω ν. Τ ο μ ονοπάτι ήταν
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
25
σκέτο ποτάμι: οι άνδρ ες βάδιζαν με το νερό ψ ηλά ως τα γόνατά τους. Με τις γέ φυρες πεσμένες, όλη η βοήθεια στις στρατιές του νότου έπρεπε να προω θείται με παρόμοιο τρόπο. Κ ατευθυνόμενες ανατολικά, οι γερμανικές στρατιές είχαν κάνει ένα τολμηρό χαρτοπαίγνιο. Εάν η παράτολμη επιχείρηση του Χίτλερ είχε επιτύχει μια γρήγο ρη νίκη, η κατάσταση στο Ανατολικό Μέτωπο θα μπορούσε να είχε παγιω θεί π ο λύ σύντομα. Ο ι Γερμανοί, με την οργανωτική τους ιδιοφυία, θα μπορούσαν να έ χουν εμπλέξει στρατεύματα για να αποκαταοτήσουν τις επικοινωνίες με τα μετό πισθεν, να επισκευάσουν και βελτιώσουν τις σιδηροδρομικές γραμμές, και να ξα νακτίσουν τις γέφυρες, όλα εντός ολίγων μηνών: αυτό θα είχε προλάβει την κατα στροφή. Δυστυχώς για το Ράιχ, ο πόλεμος δεν τελείωσε τόσο σύντομα όσο το είχε προβλέψει η Ανώτατη Διοίκηση. Ο ι μεραρχίες προσπαθούσαν κοπιαστικά να προελάσουν, αλλά οι φθινοπωρινές πλημμύρες έκαναν τις στέππες εντελώς αδιάβατες. Τ α πυρομαχικά, η βενζίνη, οι απαραίτητες ενισχύσεις μοχθούσαν για εβδομάδες κατά μήκος της ξεχαρβαλοψ ένης Ρωσοίας. Έ ν α ς τελμ ατω μένος σ τρα τός είνα ι ένα ά χθο ς. Κ αι ο χειμ ώ να ς πλησίαζε. Τ ο 1812, ακριβώς την ίδια εποχή του χρόνου, ο Ν απολέων είχε υποχρεωθεί να πάρει την αγχώδη α πόφ αση να αποσυρθεί από τη Μόσχα. Οι στρατιές του Ράιχ, ωστόσο, επρόκειτο να παραμείνουν στη Ρωσσία. Εδώ δεν ήταν μια υπόθεση παραμονής σ’ ένα προκεχωρημένο σημείο όπως είχε συμβεί με το Γάλλο Αυτοκράτορα, αλλά περισσότερο για τη διατήρηση ενός μετώπου τριών χιλιάδων χιλιομέτρων που διέτρεχε από τη Λευκή ως τη Μ αύρη Θάλασσα. Καθώς κοιτούσαμε τους άδειους σταθμούς, τις κατεστραμμένες γέφυρες, τα ο χήματα τα βυθισμένα στην λάσπη, δεν μπορούσαμε ν’ αποφύγουμε να σκεφθούμε για τις εκ α το ν τ ά δ ε ς χ ιλ ιά δ ε ς τω ν α ν δ ρ ώ ν , ε μ π επ λ εγ μ έ ν ω ν στα β ά θη τη ς Ρωσσίας, που έμελλε να προσπαθήσουν αυτό που ο Ν απολέων δεν είχε αποτολμήσει να προσπαθήσει: να κρατηθούν ενάντια σε όλα στη μέση των στεππών, με τον εχθρό μπροστά τους, την ερημιά πίσω τους, το χιόνι να πέφτει από τον ουρα νό, και τον πάγο να ροκανίζει τα κορμιά και το ηθικό τους. Π α ρ ’ όλα αυτά είχαμε όλοι μας τέτοια εμπιστοσύνη στο αλάθητο της γερμα νι κής Ανωτάτης Δ ιοικήσεως που δεν εντρυφούσαμε σε ανάλογες σκέψ εις επ ί μακρόν. Ο πόλεμος μπορούσε ακόμα να τελειώσει προτού αρχίσει ο ψυχρός καιρός. Εάν όχι, είχαν όλα προβλεφθεί, κι αυτήν τη φ ορά όπως πάντα... Επιβιβασθήκαμε σε ένα άλλο τραίνο μετά που διασχίσαμε την πλημμυρισμένη κοιλάδα του Μ πουγκ. Η ύ π α ιθρ ο ς παρέμενε ήρεμη κατά την διάρκεια της ημέ ρας, αλλά κατά τη νύκτα τα τρ α ίνα πυροβολούνταν. Έ ν α πρω ινό προσέξαμε τα πτώματα των σοβιετικών στρατιωτών παράλληλα με τη σιδηροτροχιά. Είχαν επ ι χειρήσει μια μεμονω μένη επίθεση. Τώ ρα τα συνεστραμμένα τους πτώ ματα κείτονταν εκεί μέσα σε μακριά βιολετί πανωφόρια.
26
A eon Ν τεγκ ρελ
T o νερό άρχισε να παγώνει, και έπρεπε να σπάμε τον πάγο στα χαντάκια προκειμένου να πλυθοΰμε το πρω ί αφού σταματούσε το τραίνο. Ε ίχαμ ε π α κ τω θ εί, σαράντα στρα τιώ τες σε ένα βαγόνι, για 17 η μ έρες. Σ τις 2 Νοεμβρίου, πολΰ νωρίς, περάσαμε μεγάλα αντιαρματικά ορύγματα σκαμμένα σε φαιοκόκκινους λόφους. Τ ο τραίνο άρχισε να κατηφορίζει προσπερνώ ντας τους ατέλειωτους τοίχους α πανθρακω μένω ν εργοστασίων. Τότε, ένα υπέροχο θέαμα: ένα πανίσχυρο γα λ ά ζιο ρεύμα, ένα λαμπρό γαλάζιο, λουσμένο στον ήλιο, εμφανίσθηκε ξαφνικά μ προ στά στα μάτια μας, ο Δνείπερος ποταμός, πάνω από ένα χιλιόμετρο πλατύς.
Ντνιεπροπετρόβσκ Υ πήρξαν ελάχιστες μάχες μεταξύ της Γαλικίας και του Δνειπέρου. Μόλις η π ό λη του Λ έμπεργκ κατελήφθη, η μάχη της περικυκλώσεως της Μ πάλτα είχε κρίνει την μοίρα της θαυμάσιας ουκρανικής πεδιάδος, της σκεπασμένης με καλαμπόκι και σιτάρι, διάσπαρτης με μεγάλα γαλάζια και λευκά χωριά, καταστόλισιης με χι λιάδες κερασόδενδρων. Τ α τεθω ρακισμένα του Ράιχ είχαν συνεχίσει, δίχως άλλα συμβάντα ως το Ν τνιεπροπετρόβσκ. Ο ι μάχες έξω α πό την πόλη είχαν δ ιεξα χθ εί σκληρά. Έ ν α νεκροταφείο, κοντά στο σταθμό, περιέκλειε άνω των εξακοσίων γερμανικώ ν τάφων. Ο δοί ολόκληρες είχαν π υ ρ π ολ η θ εί. Ω στόσο, η πόλη δια τη ρο ύ σ ε την ό μ ο ρ φ η εμ φ ά νισ ή τη ς. Η Λεωφόρος Καρλ Μαρξ, με μιας μετονομασθείσα σε Λεωφόρο Άντολφ Χίτλερ, π ή γαινε χωρίς τελειωμό, φ αρδιά όσο και η Σ αμπς Ελυζέ. Ο πόλεμος τώ ρα πέρασε το ποτάμι. Η εμφ άνιση που παρουσίαζε όταν τα γ ερ μανικά στρατεύματα μπήκαν στις πυκνοκατοικημένες περιοχές της πόλης ήταν περισσότερο κωμική πα ρά τρομακτική. Μ ακριές σειρές ανθρώπων απλώνονταν παντού, τύφλα στο μεθύσι, κατά μήκος των πεζοδρομίω ν από όπου έρεαν σε χ εί μ α ρ ρ ο υ ς τ ρ ια κ ο σ ό λ ιτρ α β ό τκ α ς που ξεχύ ν ο ν τα ν α π ό τα β α ρ έλ ια που οι Μπολσεβίκοι είχαν σπάσει στην υποχώρησή τους. Οι μεθυσμένοι είχαν ρουφήξει το οινόπνευμα κι από την λάσπη ακόμα, ύστερα, κυριευμένοι από την ευδαιμονία, είχαν ξεμείνει να περιμένουν, οι κοιλιές εκτεθειμένες, την άφιξη του κατακτητή. Στο Ν τνιεπροπετρόβσκ το καθεσιώ ς του Στάλιν είχε κάνει μεγάλες οικοδομικές προσπάθειες. Αρχικώς εντυπωσιασθήκαμε καθώς προσεγγίζαμε τα προάστια της πόλης, όπου είδαμε να διαγράφ ονται τα μεγάλα οικοδομικά τετράγωνα των π ρ ο λεταριακώ ν οικισμών που υψώ θηκαν από τους Σοβιετικούς. Ο ι γραμμ ές τους ή τα ν σ ύ γχρ ο νες. Τ α κ τίρ ια ή τα ν τε ρ ά σ τια κ α ι υ π ή ρ χ α ν πολλά εξ αυτώ ν. Αναντίρρητα, το κομμουνιστικό σύστημα είχε κάτι κάνει για το λαό. Εάν η αθλιότης των χωρικών ήταν μεγάλη, τουλάχιστον ο εργάτης φαινόταν να έχει ωφεληθεί από τους νέους καιρούς. Π αρ' όλα αυτά, ήταν α π α ρα ίτη το να επιοκεφ θούμ ε και εξετάσουμε το κτίριο.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
27
Ζήσαμε για έξι μήνες στο α ν θ ρ α κ ο φ ό ρ ο λεκ α νο πέδιο του Ν τονιέτς. Είχαμε ά φθονο χρόνο για να εξετάσουμε τα συμπεράσματα στα ο ποία είχαμε φθάσει με τον καιρό της εισόδου μας στο Ντνιεπροπετρόβσκ. Τ α κτίρια, τόσο εντυπωσιακά εξ αποστάσεως, ήταν απλώ ς μ ια γιγαντιαία πλάνη, προορισ μ ένη να εξαπατά ό σους περιόδευαν και οδηγοΰνταν κοπαδιαστά από την Ιντουρίστ, και τους θεατές των ντοκυμαντέρ. Πλησιάζοντας εκείνα τα οικιστικά τετράγωνα αρρώσταινες από την μπόχα του βορβόρου και των περιττωμάτων που αναδυόταν από τα τενάγη που περιέβαλλαν το κάθε ένα α πό τα κτίρια, Γΰρω τους δεν υπήρχαν πεζοδρόμια, οΰτε αμμοχάλικο, οΰτε πλάκες για πλακόστρωση. Η ρωσσική λασπουριά βρισκόταν παντού, και παντού οι τοίχοι ξέφτιζαν και κατέρρεαν. Η ποιότη ςτω ν οικοδομικώ ν υλικών ή ταν της πιο χαμηλής βαθμίδος. Ό λ α τα μπαλκόνια είχαν φΰγει, και ήδη οι τσιμε ντένιες σκάλες ήταν φ θαρμένες και ραγισμένες, π α ρ ’ όλο που τα κτίρια ήταν μό νο μερικών ετών παλιά. Κάθε όροφος είχε έναν ορισμένο α ριθμό διαμερισμάτω ν που ήταν σοβατισμέ να και εφοδιασμένα με μία μικροσκοπική κουζίνα για τη χρήση τη ς από πολλές οικογένειες. Τ α καλώδια του ηλεκτρικού κρέμονταν σε συστάδες. Οι τοίχοι ήταν φτιαγμένοι από λάσπη και ράγιζαν αμέσως μόλις τολμούσες να μ πήξεις ένα καρ φ ί σ’ αυτούς. Γενικώς, δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό. Οι προλετάριοι κάτοικοι, μη δυνάμενοι να χρησιμοποιήσουν κάποια μέσα υγειινής, ανακουφίζονταν γΰρω από τα κτίρια, μεταβάλλοντας ως αποτέλεσμα την π εριοχή σε ένα εκτεταμένο αποχω ρητήριο. Συνολικά, εκείνα τα διαμερίσματα προέκυψαν να είναι πιο δυσάρεστα από τις ά θλιες ίσμπες στις οποίες, πάνω στο πλουσιότερο χώ μα της Ευρώπης, εκατομμύ ρια Ρώσσων αγροτών φυτοζωούσαν εν τω μέσω μιας απεχθούς αθλιότητος, με μό νον κουρελιασμένα ρούχα επάνω τους, τρώγοντας από μια κοινή γαβάθα, χρησι μοποιώντας κουτάλια ά γα ρ μ π α σκαλισμένα από κομμάτια ξύλου. Εβδομήντα πέντε το ις εκατό τω ν στρατιω τώ ν μας ήταν χειρώ νακτες εργάτες. Πολλοί ανάμεσά τους είχαν υπάρξει επιρρεπείς, κάποτε, στη σοβιετική προπαγάν δα. Στέκονταν με τα στόματά τους να χάσκουν σαν είδαν υπό ποίες συνθήκες π α ρακμής και εξευτελισμού διαβιούσε το ρωσσικό προλεταριάτο. Κουνούσαν τα κε φάλια τους, αναγκασμένοι να κοιτάξουν δύο φορές την σκηνή προτού το πιστέψουν. Ο Χίτλερ είχε δοκιμάσει ένα επικίνδυνο πείραμα. Οι εκατοντάδες χιλιάδες των Γερμανών εργατών που επιοτρατεύθηκαν και εστάλησαν στο Ανατολικό Μέτωπο μπορούσαν να είχαν κάνει επικίνδυνες συγκρίσεις εάν οι Σοβιετικοί είχαν π ρ ά γ ματι επιτύχει σπουδαία πράγματα για την εργατική τάξη. Αντιθέτως, κάθε Γερμανός σκεπτόταν πίσω τους ευχάριστους εργατικούς οικι σμούς του Ράιχ, την άνεσή τους, τον οικογενειακό κήπο, τις κλινικές και τα μαιευ τήρια για το λαό, το χρόνο για ξεκούραση, τις διακοπές μετ’ αποδοχών, τις υπέρο χες κρουαζιέρες οτη Σκανδιναβία ή σιη Μεσόγειο. Ενθυμούνταν τις συζύγους τους,
28
A eo n Ν τεγκρελ
τα παιδιά τους, ευτυχείς, καλά στην υγεία τους, καλοντυμένους. Αντικρίζοντας τον κουρελή ρωοοικό λαό, τις ελεεινές ίσμπες, τα διαμ ερίσματα των εργατών, καταθλιπτικά και ετοιμόρροπα, έβγαζαν ξεκάθαρα συμπεράσματα. Π οτέ μια ομάδα εργατών δεν είχε κάνει ένα τόσο εκπαιδευτικό ταξίδι. Τ έσσερα χρόνια αργότερα, η σύγκριση δούλεψε προς την αντίθετη κατεύθυν ση: έχοντας λαφυραγω γήσει τα ωρολόγια, τα κοσμήματα, τον ρουχισμό α π ’ όλη την Ανατολική Ευρώπη, ο σοβιετικός στρατιώτης επέστρεψε γκρινιάζοντας στην Ε.Σ.Σ.Δ., κατάπληκτος α π ό τις ανέσεις των μη-κομμουνιστικώ ν χωρών και α η διασμένος με τον "παράδεισό" του των ξύλινων κουταλιών, των μπαλω μένω ν εν δυμάτων και λασπερών ακαθαρσιώ ν που απλώνονταν γύρω α πό το σπίτι - στρα τώνα του. £ Στο τέλος του τριημέρου, λάβαμε τις νέες μας διαταγές πορείας: τις τελευταίες ώρες της νύκτας θα περνούσαμε τον ποταμό για την αριστερή όχθη του Δνείπερου, εισερχόμενοι έτσι στη ζώνη μάχης. Στις έξι το βράδυ η λεγεών μας συγκεντρώθηκε σε μια πλαγιά που δέσποζε στον ποταμό. Καθώς ο μεγάλος βρυχηθμός του νερού υψωνόταν προς τα εμάς, άφησα τους στοίχους για να επαναλάβω άλλη μια φ ορά στους συντρόφους μ ας τα καθήκοντά τους ως Ευρωπαίων, ως πατριωτώ ν και ως επα να σ τα τώ ν5. Έ ν α παράξενο συναίσθημα μας συνεπήρε. Π οιοι ανάμεσά μας θα ξαναπερνούσαντον ποταμό ε κείνον; Τ α μεσάνυκτα σχηματίσαμε τις φάλαγγές μας. Υ πήρχε μόνον ένας τρ ό π ο ς να περάοουμε το Δνείπερο, κατά μήκος μιας ξύλι νης γέφ υ ρ α ς μ άκρους χιλίω ν τρια κ οσ ίω ν μέτρω ν. Είχε κ ο π εί σε α ρ κ ετές π ε ρ ι πτώσεις από το σοβιετικό πυροβολικό και την αεροπορία. Έ ν α ς βαρύς αντιαερο πορικός φραγμός προστάτευε τη στενή γέφυρά μας για πεζούς, τη μόνη σύνδεση με το νότιο μέτωπο. Η μαύρη μάζα του ποταμιού λεκιαζόταν από εκατοντάδες ευμεγεθών, λευκών κομματιών πάγου, όπως οι λω τοίτου θρύλου. Ο ι σκελετοί βυθι σμένων πλοίων υψώνονταν πάνω από το νερό. Π εράσαμε βιαστικά μέσα στη σιωπή, συγκινημένοι που είχαμε φ θάσει στο ρ α ντεβού μας με τον πόλεμο.
Το Μέτωπο της Λάσπης Ό π ο ιο ς δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία της λάσπης στο ρωσσικό ζήτημα δεν μπορεί να καταλάβει το τι έλαβε χώρα για τέσσερα χρόνια στο Ανατολικό Μέτωπο στην Ευρώπη. Η ρω σσική λάσπη δεν είναι μόνον ο πλούτος μέσω του οποίου η στέππα γυρνά στη ζωή: συνισιά επίσης μια τοπική άμυνα αποτελεσματικότερη κι από το χιόνι και τον πάγο ακόμα.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
29
Είναι δυνατό να θριαμβεύσει ως, και επ ί του ψύχους, όταν προελαύνεις σε καιρό 40 βαθμώ ν υπό το μηδέν. Η ρω σσική λάσπη είναι σ ίγουρη για τη δύνα μή της. Τ ίπ ο τα δεν τη ς επιβάλλεται, ούτε άνθρω πος ούτε άψ υχο υλικό. Κ υρια ρχεί στις σ τέππες για αρκετούς μήνες του χ ρ ό ν ο υ 6. Τ ο φ θινόπω ρο και η άνοιξη της ανή κουν. Και τους μήνες του καλοκαιριού ακόμη, όταν ο φλογερός ήλιος αποψιλώνει και ραγίζει τις πεδιάδες, τις πλημμυρίζουν μπόρες ανά τρεις εβδομάδες. Η λάσπη είναι εξαιρετικά κολλώδης διότι το χώμα είναι εμποτισμένο με ελαιώδη ιζήματα. Ό λ η η π εριοχή κολυμπάει στο έλαιο. Τ ο νερό δε ρέει, λιμνάζει, ο βούρκος προσκολλάται γερά στα πόδια του ανθρώπου και του ζώου. Α ποβιβαζόμενοι στον ποταμό Μ πουγκ το μήνα του Ο κτωβρίου είχαμε ήδη εκπλαγεί στην εικόνα φορτηγών καταβροχθισμένων α π ό εκείνον το μαυρω πό βάλ το, αλλά δεν μπορούσαμε να υπολογίσουμε πραγματικά την κατάσταση μέχρι που εμείς οι ίδιοι εισήλθαμε στο τέναγος της νοτίου Ο υκρανίας. £ Από το Ντνιεπροπετρόβσκ και πέρα, τα τραίνα δεν πήγαιναν πια. Ο ι γέφυρες εί χαν κοπεί, οι σιδηροτροχιές είχαν ανατιναχθεί. Τ ο μήνα του Ο κτωβρίου του 1941, τα γερμανικά στρατεύματα είχαν εξορμήσει με τη μέγιστη ταχύτητα στο Λεκανοπέδιο του Ντονιέτς, αφήνοντας μια τεράστια έ κταση στα μετόπισθέν τους: με την έναρξη της εποχής των βροχών αυτή είχε μετατραπεί σε μια νεκρή ζώνη, ουσιαστικά απροσπέλαστη. Ο ι μονάδες που είχαν φύγει σα σφαίρα, είχαν υποχρεω θεί να πολεμούν για κάμποσους μήνες αποχωρισμένες από το Ντνιεπροπετρόβσκ από εκείνον των τριακοσίων χιλιομέτρων μήκους βάλτο. Ο Στάλιν ξέφυγε την καταστροφή παρά 15 περίπου ημέρες. Δεδομένων άλλων 15 ημερών με ήλιο, τα τρα ίνα ανεφοδιασμού των κατακτητών θα μπορούσαν να έχουν φθάσει σ ιο μέτωπο, αλλά ο Στάλιν, ταλαντευόμενος στο χείλος τη ς ήττας, διεσώ θη α πό εκείνη την πανίσχυρη κόλλα, η οποία κατόρθωσε ό,τι τα στρατεύματά του και τα πυροβόλα του δεν είχαν φανεί ικανά να επιτύχουν. Ο Χίτλερ είχε τρέψ ει σε φυγή εκατομμύρια σοβιετικών στρατιωτών, είχε σαρώ σει την πολεμική τους αεροπορία, το πυροβολικό τους και τα άρματα μάχης τους, αλλά δεν μπορούσε να κάνει το παραμικρό ενάντια σ ιις μπόρες που έπεφταν από τον ουρανό, μουσκεύοντας το τεράστιο ελαιώδες σφουγγάρι που ρουφούσε τα πό δια των στρατιωτών του, τις ρόδες των φορτηγών του, τις ερπύστριες των αρμάτων του. Η μεγαλύτερη και η γρηγορότερη σιρα τιω τική νίκη όλωντοιν εποχώ ν σταματήθηκε στο τελικό της στάδιο από τη λάσπη, τίποτε άλλο από λάσπη, η πρω τό γονη λάσπη, π αλα ιά όσο η γη, α διά β α τη , ισ χυρότερη α π ό στρατηγικές, α π ό το χρυσό, από τα μυαλά και την υπερηφάνεια των ανθρώπων. £ Η λεγεών μας είχε α φ ιχθ εί σ ιη ν Ο υκρανία επάνω στην ώρα για να πολεμήσει ή, ακριβέσεερα, για να παλέψ ει σκληρά - εναντίον εκείνου του εχθρού.
30
A eon Ν τεγκρελ
Μια πάλη δίχω ς δόξα, μια εξαντλητική πάλη, μια πάλη συγκεχυμένη και α π ε χθής, αλλά και μία που έδινε κουράγιο σε χιλιάδες σοβιετικών στρατιωτών, δ ια σκορπισμένων σε όλες τις κατευθύνσεις από τα κύματα των γερμανικών αρμάτων μάχης που είχαν περάσει ανάμεσά τους βροντώντας, δύο ή τρεις εβδομάδες νω ρίτερα. Αρχικώς αυτοί, όπως οι Γάλλοι τον Ιούνιο του 1940, είχαν πιστέψει πως όλα ή ταν χαμ ένα. Τ α πάντα αυτό έδειχναν. Ή τ α ν φ οβ ισ μ ένοι, έτρεχαν έτσι να κρυ φθούν. Τ ότε ήλθαν οι βροχές. Από τα αλσύλλια με τις λεύκες και τις καλαμωτές σκεπές από τις ίσμπες οτις οποίες είχαν κρυφθεί, οι αντάρτες μπορούσαν να π α ρακολουθούν πως εκείνα τα έξοχα στρατεύματα του Ράιχ, που τόσο πολύ τους εί χαν εντυπωσιάσει, δεν ήταν πια ανίκητα: τα φ ορτηγά τους ήταν καταβεβλημένα, τα άρματα μάχης τους ήταν καταβεβλημένα. Ά κουγαντους οδηγούς, ανίσχυρους, να βρίζουν τις μηχανές τους. Μ οτοσυκλετιστές, ανή μποροι να ελευθερώσουν τις παγιδευμένες τους μηχανές έκλαιγαν από οργή. Λίγο-λίγο οι σοβιετικοί φυγάδες ανακτούσαν την αυτοπεποίθησή τους. Έ τσ ι έγινε που η αντίσταση επανεμ 4 >ανίσθηκε ξαφνικά από την ανάπαυλα που δόθηκε από τη λάσπη, ενισχυμένη από το θέαμα της τρωτότητος του γερμανικού στρατού, αδιανόητο μόλις εβδομάδες πριν, όταν οι μακριές τεθωρακισμένες του φάλαγγες äcnpaqrtav στον ήλιο. Η λάοπη ήταν ένα όπλο. Τ ο χιόνι θα ήταν άλλο ένα, ο Στάλιν μπορούσε να υπολογίζει σε αυτούς τους απρόσμενους συμμάχους. Τ ίποτε άλλο αποφασιστικής σημασίας δε θα συνέβαινε για έξι μήνες. Έ ξ ι μήνες ξαλαφρώ ματος, μετά που οι ώμοι του είχαν σχεδόν ακουμπήσει στο ταπί... θα ή ταν αρκετό, ως το Μ άιο του 1942, να συγκρατεί τις δυνάμεις του Ράιχ που, κατα βεβλημένες από τα στοιχεία της φύσεως, δεν επιθυμούσαν τίποτα παραπάνω από το να πέσουν σε μια ειρηνική χειμερία νάρκη. Οι αντάρτες ήδη οργανώνονταν π ί σω από τις γερμανικές μ εραρχίες, παρενοχλώντας αυτές όπως τα κουνούπια στο βάλτο, κτυπώντας γρήγορα, αποχωρώντας γρήγορα αμέσως μετά το τσίμπημα. Είχαμε κάνει όνειρα για εκθαμβωτικές μάχες. Τ ώ ρα επρόκειτο να γνωρίσουμε τον αληθινό πόλεμο, τον πόλεμο κατά της κούρασης, τον πόλεμο της ύπουλης, ρουφήχτρας λάσπης, των νοσηρών συνθηκών διαβιώσεως, των ατέλειωτων πορειών, των νυκτών της ρα γδαίας βροχής και των ανέμων που ούρλιαζαν. Φ θάσάμε στο μέτω πο α(ρού η θερινή επίθεση είχε τελειώ σει, όταν οι στρατιές του Χίτλερ πάλευαν σκληρά μέσα σε τερατώ δεις βάλτους, όταν οι αντάρτες εμ φανίζονταν από κάθε σύδενδρο με καστανιές κι έστηναν τις παγίδες τους παντού. Ή τ α ν οι α ν τά ρ τ ε ς που π ο λ εμ ο ύ σ α μ ε, α μ έσ ω ς μ ό λις α φ ή σ α μ ε το Ν τνιεπροπετρόβσκ. Στη θεω ρία, το μέτωπο βρισκόταν 200 χιλιόμετρα ανατολικώς του Δνειπέρου. Στην πραγματικότητα, ήταν σκάρτα 50 μέτρα από τον δρόμο. Μόνο λίγα χιλιόμετρα από το Δνείπερο, χιλιάδες παρτιζάνων είχαν εγκατασταθεί σε ένα δ ά σ ο ς α π ό έλ α τα κι α π ό τις δύο π λ ευ ρ ές ενός π ο τα μ ο ύ που λεγό τα ν Σαμάρα. Με τη νύκτα οι γέφυρες στην περιφέρεια ανατινάζονταν, απομονοομένοι
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
31
στρατιώτες q)ov8i3ovn;av, δέκα μυστηριώ δεις φω τιές είχαν ξεσπάσει. Τ ο σούρου πο της αφίξεώς μας σιο μεγάλο βιομηχανικά κέντρο του Νοβομοσκόβσκ, το γκαράζ όπου ενενήντα από τα φορτηγά μας της W ehrm acht ήταν φυλαγμένα πυρπολήθηκε, καταυγάζοντας όλη την περιοχή. Αυτοί οι πονηροί επιδρομείς έπρεπε να πιασθούν και αφανισθούν. Η λεγεών μας έλαβε τη δ ια τα γή να π ρ ο ω θ η θ εί στις π ερ ιο χές δυτικά, νοτιοδυτικά και νότια ε κείνου του δρυμού, της συμπαγούς δενδρόφυτης φωλιάς του εχθρού.
Τ ο να διασχίσουμε τη ζώνη της λάσπης που μας χώριζε από το δάσος ήταν μια διαβολο-δοκιμασία, κάθε μέτρο από λάσπη ήταν ένα εμπόδιο που απαιτούσε προ σπάθεια και δεινοπάθημα. Τ ο σύνολο της υπαίθρου ήταν κατάμαυρο, με νερό παντού. Ούτε μια λάμπα δεν έφεγγε σε κάποιο αγρόκτημα. Π έφταμε σε λασπόλακκους, ρίχνοντας τα όπλα μας, κατόπιν αγωνιζόμασταν να τα ξαναγραπώσουμε. Τ ο νερό έφθανε ψηλά ως το μέ σον του μηρού. Οι λάκκοι ήταν τόσο επικίνδυνοι που ήμασταν υποχρεω μένοι να δενόμαστε αναμεταξύ μας σε ομάδες το)ν τριών, οίστε να μπορούμε να τραβήξου με γρήγορα έξω όποιον σκόνταφτε κι έπεφτε μέσα. Ξ οδέψ αμε είκοσι ώ ρες σχεδόν περνώ ντα ς εκείνα τα κολασμένα χιλιό μ ετρ α . Μετά το πέσιμο σηκωνόμασθαν μουσκεμένοι από την κορυφή ως τα νύχια. Ό λ ο ς ο εξοπλισμός μας και οι αποσκευές μας έπρεπε να εγκ α τα λ ε^ θο ύ ν μέσα στα νε ρά. Τ ελ ικά κ α τα ρ ρ εύ σ α μ ε σε κ ά π ο ιες εγκ α τα λελειμ μ ένες ίσ μ π ες, επιτέλους. Φ τιάξαμε πρόχειρες φωτιές με άχυρο και σανίδες από τους τοίχους. Ό λ α μας τα ρούχα έπρεπε να βγουν. Κολλούσαμε α πό μια βρω μερή γλίτοα που κάλυπτε όλο μας το κορμί, το δέρμα μας είχε το γκρίζο χρώ μα της φώκιας. Τ ρίψ αμ ε για πολύ ώρα τους εαυτούς μας με άχυρο και, μέσα σε μια αηδιαστική μπόχα, γυμνοί σαν κισσοπούλια, περιμέναμε για την επιστροφή του φωτός της η μέρας, ανάμεσα σε μεγάλες τούφες στιφού καπνού. $ Κάπως έτσι ήταν που εκατοντάδες χιλιάδες στρατιωτών πάλευαν σαν ανθρώ πι να βατράχια, κατά μήκος ενός μετώπου τριών χιλιάδων χιλιομέτρων βρώμας και γλίτσας. Με μυαλά προβληματισμένα, κορμιά στερεμένα από δύναμη, έπρεπε να αντι μετωπίσουμε έναν εχθρό μπροστά μας, πίσω μας, στα πλευρά μας. Η λάσπη οτόμο>νε το σθένος μας. Οι πιο αδύναμ οί μας έσπασαν, εξουθενωμένοι. Κατά τη διά ρ κ εια αυτής τη ς πρώ της φ ά ση ς τη ς μάχης, ένας α π ό τους άνδρες μας κατέρρευοε μέσα στο τέναγος, το κεφάλι του να διαλύεται στον αέρα. Με το κουράγιο του σωσμένο, είχε αυτοπυροβοληθεί με το τουφέκι του στο στόμα. Η χώ ρα διέθετε επίσης τις άμυνές της. Η γρ ιά ρωσσική γη, πατημένη απ ό ξέ νους, χρησιμοποιούσε τα αιώ νια όπλα της, υπεράσπιζε τον εαυτό τη ς, εκδικού
32
A eon Ν
τεγκρελ
ταν για τον εαυτό της. Είχε πάρει την πρώτη της εκδίκηση μέσα στο μουσκεμένο φθινόπω ρο του 1941, όταν είδαμε εκείνη τη λιμνοΰλα κόκκινου αίματος μέσα στη μαύρη λασπουριά, τη γλιστερή και ανεπηρέαστη.
Έ να Χωριό Τ ο χω ριό τη ς Κ αραμπινόβσκα, όπου π ερά σ α μ ε σχεδόν τρεις εβδομ άδες κρ α τώντας τους παρτιζάνους υπό έλεγχο, όπως όλα τα ρωσσικά χωριά, διαπερνιόταν από έναν ατέλειωτο εξοχικό δρόμο, 50 μέτρα φαρδύ, με εκατέρωθεν ίσμπες, γραμ μές από φράκτες, φράκτες α πό σανίδες και αλσύλλια με κερασιές. Οι διάσπαρτες αχυροκαλύβες, πατικωμένες από τις βαριές σκεπές τους από κα λάμια, ήταν όλες σχεδόν το ίδιο, εκτός απ ό το χρώ μα του βαψίματος. Έ μ π α ιν ες δια μέσου ενός μικρού σκοτεινού προδόμου, ή κατευθείαν εντός του κοινού δω ματίου. Μ ια αποπνικτική ζέστη μας καλωσόρισε, μια μυρω διά απλυσιάς, το μ α τών, ανάσας και ούρων απ ό τα νεαρά ζώα που, κατά την δ ιά ρ κ εια του Χ ειμώνα κοιμόνταν σκόρπια ανάμεσα στους ανθρώ πους. Στη διάρκεια του χειμώνα οι Ρώσσοι πολύ σπάνια άφηναν το μικρό τους πάγκο και τα σαραβα λια σμ ένα ξύλινα σκαμνιά τους τη ς ίσ μπας. Για τον περισσότερο καιρό οι ενήλικοι σηκώνονταν μόνον για να πάνε στην άλλη άκρη του σπιτιού για να φροντίσουν το γουρούνι, την αγελάδα ή ένα βόδι. Θα γύριζαν με ένα φόρτω μα μίσχων καλαμποκιού ή ηλιοτροπίων, τα οποία χρησιμοποιούσαν για να ταϊοουν τη φωτιά. Τ ο τζάκι έβγαζε πέρα όλες τις δουλειές: μαγείρεμα, κεντρική θέρμανση, και κρε βάτι για όλη την οικογένεια. Έ ν α ς επιβλητικός κύβος από τούβλα και λάσπη κατελάμβανε το ένα τρίτο ή το ήμισυ του δωματίου και υψωνόταν, σε δύο επίπεδα , μέχρι μισό μέτρο πιο κάτω α πό την οροφή. Δύο ή τρεις φορές την ημέρα κάποιος θα έριχνε μια αγκαλιά καλάμια ή ένα μικρό θάμνο μέσα στο τζάκι. Τ ο βράδυ όλη η οικογένεια σκαρφάλωνε στο ανώτερο επίπεδο της πυροστιάς. Π ατέρας, μητέ ρα, παιδιά, ανακατεμένοι, κουλουριασμένοι, κοιμόντουσαν ακριβώ ς επάνω στο χλιαρό πηλό, σκεπασμένοι με ευτελή ρούχα και λίγα κόκκινα πανωσκεπάσματα, από τα οποία ξεπρόβαλλε η γραμμή ενός γυμνού ποδιού, λείου και βρώμικου. Σα μαϊμούδες στην κορυφή ενός εκκλησιαστικού οργάνου, τα πα ιδιά περνούσαν έξι ή επτά μήνες του χειμώ να στην κορυφή του τζακιού τους. Τ ο μόνο κομμάτι ρου χισμού τους ήταν μια πουκαμίσα ως τη μέση τους. Ή τα ν βρώμικα και απεχθή, οι μύτες τους έτρ εχα ν στη Ρωοσία η νεογνική θνησιμότης ήταν τεράστια: η φυσική επιλογή συνέβαινε στα πρώ ιμα χρόνια, ανελέητα. Μια ολόκληρη γωνιά της ίσμπας ήταν πιασμένη για τα εικονίσματα. Ο ρισμένες από εκείνες, ιδιαίτερα όμορφες, χρονολογούνταν από τον 15ο ή 16ο αιώνα. Τ ο βά θος αυτών των μικρογραφιών ήταν συναρπαστικό: κάατρα σε πράσινο και λευκό,
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
33
άγρια θηρία που αναπηδούσαν με χάρη. Συχνά αναπαριστούσαν τον Άγιο Γεώργιο να σ φ ά ζει το δρ ά κ ο ν τα , ή το ν καλοσυνάτο, γ ε ν ειο φ ό ρ ο Ά γ ιο Ν ικ ό λα ο , ή την Π αρθένο σε σκουρόχρωμη σύνθεση, να βαστάει ένα Χριστό παιδί, ζω γραφισμέ να στο ύφος των Ιταλών Πρωτογενών. Ο ι εικόνες ήταν θρονιασμένες ανάμεσα σε γιρλάντες πράσινου ή ροζ χαρτιού. Ο ι χω ρικοί έκαναν το σταυρό τους είκοσι φ ορές την ημέρα όταν περνούσαν από μ προστά τους. Μ ερικές φ ορές είχαν ακόμα ένα παμ πά λα ιο, βρώ μικο, στραπατσαρισμένο βιβλίο προσευχών, αρκετές σελίδες του οποίου διάβαζαν με εμπνευ σμένο ζήλο το βράδυ, με το τρεμοπαίζον φέγγος μιας λάμπας πετρελαίου. $ Εκείνοι οι ά νθρω π οι δεν καυγάδιζαν ποτέ μεταξύ τους, αλλά κοιτούσαν π έρ α μακριά, γαλάζια ή πράσινα μάτια γεμάτα από όνειρα. Χ ειμερινά φυτά συσσα>ρεύονταν στην ίσμπα. Είχαν μεγάλα λαδερά φύλλα και υψώνονταν στα δύο μέτρα ύψος, σχεδόν ως την οροφή, προσδίδοντας μια ατμό σφαιρα ζούγκλας στις ζέχνουσες παράγκες. Ο ι ίσμπες γενικώς διέθεταν ένα υπόστεγο για τα ζώα, κτισμένο ως μια πρόσ θε τη πτέρυγα. Ο ι π ιο κ α λ ο β α λμ ένο ι χ ω ρ ικ ο ί, οι κουλάκοι, είχα ν εξ ο ρ ισ θ εί στη Σ ιβηρία κατά εκα τομ μ ύρια π ρ ιν α π ό πολύ καιρό, για να μάθουν εκεί να κ α τα φρονούν τα α γαθά του κόσμου α υ το ύ 7. Εκείνοι που είχαν διαφ ύγει του εκ π ατρι σμού έμεναν ικανοποιημένοι με μια καφετιά αγελάδα, ένα ή δύο γουρούνια, μια δωδεκάδα κόττες και λίγα περιστέρια. Αυτή ήταν όλη η ιδιοκτησία που είχαν, κάθονταν επάνω της οαν τις κλώσσες, με αφοσιωμένη φροντίδα. Τ α μοσχαράκια και τα γουρουνάκια παίρνονταν μέσα στη ζεστασιά του μοναδικού δωματίου της οικογενείας με τον καιρό των πρώτων πάγων. Τ ο κολχόζ, όπου όλοι υποχρεώ νονταν να υπηρετούντο καθεστώς, έστελνε έξω σχεδόν όλο το σιτάρι, το καλαμπόκι και το λάδι της περιοχής. Χ άρη σε εκείνη τη λεηλασία ο Στάλιν μπορούσε να πα ράγει τεθωρακισμένα οχήματα και πυροβόλα για να προετοιμάσει την παγκόσμια επανάσταση. Για τον χωρικό, αφού είχε θλι βερά καταβροχθίσει το γεύμα του α π ό πατατόσουπα ή κάποιο πιάτο με κρεμμύ δια, το μόνο που απέμενε ήταν να προ σ ευ χη θεί μ προσ τά στα εικονίσματά του, μοιρολατρικά, τα μάτια του καθάρια, η βούλησή του κενή. £ Τ ο Φθινόπωρο πέρασε. Ο αέρας έχασε την υγρασία του, οι βραδιές ήταν ξηρές. Μετά από λίγες ημέρες η λάσπη σκλήρυνε. Κατόπιν χιόνισε. Έ κα νε παγετό. Έ τσ ι άρχισε ο μεγάλος ρωσσικός Χειμώνας. Τ α οα θάμνοι δένδρα άστραφταν, διάστι κτα με χίλιες χιονονιφ άδες. Ο ουρανός ήταν βαμμένος γαλάζιος, λευκός και ωχρόχρυσος. Ο ήλιος ήταν απαλός επάνω από τις ιτιές που συνόρευαν με τις λίμνες. Έ ν α πρωινό όλος ο πληθυσμός του χωριού κατέβηκε σε αυτές τις κοντινές λίμνες. Οι λίμνες ήταν πνιγμένες σε χιλιάδες βούρλων, τρία μέτρα ψηλών, με καφέ και
34
A eo n Ν τεγκρελ
ροζ λοφία στις κορυφές τους. Οι χωρικοί δοκίμασαν την αντοχή του σκοτεινού π ά γου, του πασπαλισμένου με χιόνι. Βρίσκοντάς τον στέρεο, πήγαν όλοι να ψάξουν για τα καλάθια και τα δρεπάνια τους. Ή τα ν μια παράξενη σοδειά. Κάτω από τον κρύο νοεμβριάτικο ήλιο οι χω ρικοί έκοβαν τα ψηλά βούρλα όπως έκοβαν το σιτάρι τον Ιούλιο. Τ α βούρλα προορίζο νταν για να καλύψουν τις στέγες των στο χρώ μα της ώ χρας ισμπών. Τ ο σόδειασμα έπεφτε σε θαυμαστά κύματα. Χ ιλιάδες μικρών, στρουμπουλών σπουργιτιών τιτίβιζαν και στριφογύριζαν ξανά και ξανά πάνω α π ό την ακτή. Σε τρεις ημέρες οι παγολίμνες ήταν απογυμνωμένες. Ο ι χωρικοί ύστερα γύρισαν σπί τι και έκλεισαν τις πόρτες τους για το Χειμώνα. Τώ ρα ήταν η εποχή να χωθούν στις τρύπες τους για να πέσουν σε χειμερία νά ρ κη. Έ π εσ ε χαλάζι, κάνοντας κρούστα τους λασπότοιχους α π ό τις ίσμπες, τσ α κί ζοντας τα κλαριά των κερασιών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΥΟ
Χ ειμ ώ ν α ς
Στο Ν τ ο ν ι ε τ ς
ι σοβιετικοί "αντάρτες" σχημάτισαν στρατιω τικές μονάδες ενός ειδικού τύπου. Δεν ήταν πουθενά και ωστόσο βρίσκονταν παντού. Στην διάρκεια της ημέρας, ζαρώνοντας σε ένα πυκνό σΰδενδρο, παραμονεύοντας μ έ σα σε μια θημωνιά, κρυφοκοιτάζοντας από το παράθυρο της σοφίτας μιας ίσμπας κάτω από το φως του ουρανού, οι σκοποί τους παρακολουθούσαν σιωπηλά κάθε βήμα του εχθρού. Σημείωναν τις αποθήκες μας εφοδίων και υλικού, μάθαιναν τους δρόμους και τα μονοπάτια μας, κατασκόπευαν τα προκεχω ρημένα έργα του μ η χανικού μας. Μ ια νύκτα δυ να μ ίτισ α ν μ ια γ έφ υ ρ α και έβαλα ν φ ω τιά σε μ ερ ικ ά φ ο ρ τη γά . Ισχυρές ριπές πυρός ήλθαν από μια πλαγιά. Σπεύσαμε, αλλά ήταν πολύ αργά. Στο μέρος βρήκαμε μια παλιά φ οδραρισμ ένη σάπσκα, κάποια ίχνη α π ό καστόρινες μπότες. Τίποτε άλλο. Τ ο δάσος είχε αθόρυβα ρουφ ή ξειτους φυγάδες. Με έναν μόνο λόχο ήμασταν υποχρεω μένοι να καλύπτουμε αρκετά χιλιόμετρα της εθνικής οδού α π ό το Ν τνιεπροπετρόβσκ στο Σταλίνο, καθώ ς και λίγα χιλιό μετρα στο άκρο του δάσους, που διαχω ριζόταν από το χω ριό μας από δύο χιλιό μετρα λοφώδους γης, όπου συστάδες θάμνων θρόιζαν στον άνεμο. Τ α φυλάκιά μ α ς ήταν το π ο θ ετη μ έν α τρ ια κ ό σ ια μ έτρ α π έρ α α π ό τις ίσ μπες. Βάζαμε μια φ ρ ου ρ ά εκεί, οι μύτες μας ά σ π ρ ες α π ό το χιόνι, τα χέρ ια μ α ς σ κ α σμένα. Τ ο κρύο είχε γίνει τσουχτερό και είχαμε έλλειψη και του ελαχιστοτέρου κομματιού χειμερινού εξοπλισμού. Δεν ήταν αρκετό να βρισκόμαστε στην αναμονή μέσα στα ατομικά ορύγματά μας. Οι Ρώσσοι ξεγλιστρούσαν κρυφά σαν γάτες ανάμεσα στα φυλάκιά μας τη νύ κτα. Με το που τα είχαν περάσει, μπορούσαν να φέρουν την διαβολοδουλειά τους
Ο
36
A eon Ν τεγκρελ
σε πέρας με την ησυχία τους. Οι μισές από τις δυνάμεις μας έπρεπε έτσι να περιπολοΰν συνεχώς στα βοσκοτόπια, από το χω ριό μέχρι επάνω το δάσος. Π ροωθηθήκαμε για να παραλλάξουμε τους εαυτοΰς μας μέσα στα χιονισμένα χα ρακώματα, σε επιφυλακή για το παραμικρό σημείο ζωής, τα αυτιά μας τεντωμένα. Κ ατρακυλήσαμε μέσα σε λάκκους σκεπασμένους με χιόνι. Τ α δόντια μας κτυπούσαν, κακοπαθημένοι από εκείνες τις ατελείωτες ώρες του να παίζουμε κρυφτό. Επιστρέψ αμε κατεψυγμένοι ως το κόκκαλο. Τ α παγω μένα μ ας όπλα άχνιζαν για πολλή ώρα κοντά οτις φωτιές από μίσχους ηλιοτροπίων. Η μέρα την ημέρα η αρπάγη μας γύρω από το δάσος με τα κωνοφόρα έσφιγγε. Σε δυο περιπτώσεις κάναμε βαθιές επιδρομές εντός του δάσους. Τ ο χιόνι έτριζε κάτω από τα πόδια μας. Ανακαλύψαμε παντού ίχνη από καστόρινες μπότες. Αλλά οΰτε ένα κλαδί δεν κουνιόταν, ούτε ένας πυροβολισμός δεν ρίχθηκε. Ο πόλεμος που πολεμούσαν οι παρτιζάνοι ήταν ένας πόλεμος ύπουλων πληγμάτων, της α π ο φυγής να στήσουν μάχες. Τ α γερμανικά στρατεύματα στα δεξιά μας θα έκαναν επαφή με τον εχθρό κατά την δ ιά ρ κ εια εκείνων των ξηρών, α στρόσ παρτω ν νυκτών. Τ ότε τα μ α ύ ρα π ε ρ ι γράμματα των καιομένων ισμπών θα έστεκαν να διαγράφονται με βάθος τις χρυ σαφένιες φλόγες και οι Κόκκινοι θα προσπαθούσαν να το σκάσουν προς την κα τεύθυνσή μας. Μία νύκτα ήλθαν γύρω στις ένδεκα. Ξ απλω μένοι στο χιόνι ρίξα μ ε με τα πολυ βόλα μ ας. Τ α μ ο ν ο π ά τια τω ν τρ ο χιο δ εικ τικ ώ ν σ φ α ιρώ ν μ α ς ά νθισ α ν σαν ένα μπουκέτο λουλουδιών. Για μια ώρα η στέππα έμοιαζε σαν ραβδω τή α π ό φλεγόμενα βέλη. Στο τέλος, αισθανόμενοι την πυκνότητα του φραγμού μας, οι Κόκκινοι επέστρεψαν στις φωλιές τους. $ Στο βορειοδυτικό άκρο του δρόμου, στην δεξιά όχθη του Σ αμάρα, οι Κόκκινοι είχαν κτίσει συμπαγείς οχυρώσεις. Οι άνδρες μας διετάχθησαν να επιτεθούν στις εχθρικές θέσεις πέραν του παγω μένου ποταμιού. Β ρέθηκαν κάτω απ ό βα ρέα πυρά αμέσω ς μόλις έφ θασαν στην εγγύς όχθη. Η μονάδα μας έπρεπε να προχωρήσει εγκαρσίως είκοσι πέντε μέτρων σαν γυαλί πάγου, χωρίς κάλυψη, δια μέσου του θεριστικού πυρός. Υπέστημεν κάποιες αιματηρές απώλειες την ημέρα εκείνη, αλλά οι οχυρώσεις πάρθηκαν και οι Κόκκινοι έπεσαν οτο jjiqvi rj το έβαλαν οτα πόδια. Η ρω σσική γη παρέλαβε τους νεκρούς μας. Π όσοι άλλοι ακόμη επρόκειτο να πέσουν, στον πάγο, στην λάσπη, ή κάτω από τον χρυσάφι ήλιο, στο Ντονιέτς ή στον Ντον, στον Καύκασο και στην Εσθονία; Εκείνες οι πρώ τες πορφ υρές σταγόνες, σκορπισμένες σαν ανθοπέταλα πάνω στο χιόνι του Σαμάρα, είχαν την αλησμόνη τη αγνότητα των πρώτων δώρων, των πρώτων πασχαλιών, των πρώτων δακρύων. * **
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
37
Α νατοαας
Ή τα ν α π αραίτη το για εμάς να αφήοουμε πίσω μας τους τάφ ους, διότι έπρεπε να ενταχθούμε σε μία μερα ρχία η οποία είχε εξορμήσει σε μια εξέχουσα επ ί της γ ρ α μ μ ή ς του μ ετώ π ο υ , στα β ά θ η του Λ εκ α νο π εδ ίο υ του Ν το νιέτς. Σ τα τε'λη Νοεμβρίου, χω ρίς γάντια, χωρίς καλύμματα κεφαλής για τον χειμώνα, χω ρίς γού νινα παλτά, ενώ οι ισχυρές ριπές του ανέμου περνούσαν μέσα από τις λεπτές στο λές μας, ξεκινήσαμε για μια προέλαση διακοσίων χιλιομέτρων.
Οι Δρόμοι του Πάγου Στα τέλη του φθινοπώ ρου του 1941, ο πάγος είχε εντελώς μ εταμορφώ σει κάθε δρόμο στο Ντονιέτς. Τ ο ποτάμι της λάσπης ήταν τώ ρα ένα ποτάμι ανώμαλης λά βας. Η λάσπη είχε σιερεοποιη θεί καθώς οι εκατοντάδες των φορτηγών μας συνέ χιζαν να την χαράζουν και να την αλέθουν. Είχε σκληρύνει σαν πέτρα σε ένα δικτυωτό από βραχώ δεις πτυχώσεις, μισό μέτρο ψηλές, σα μαύρο μά ρμ αρο, το ο ποίο, πενήντα ή εκατό πόδια φαρδύ, βυθιζόταν και υψωνόταν, διασχιζόμενο από μακριές αυλακιές. Ή τα ν άχρηστο το να προσπα θήσ ουμε και να στείλουμε συνηθισμένα αυτοκί νητα σ' εκείνες τις αυλακώσεις. Τ ο τεπ ό ζιτο της βενζίνης κάποιου περαστικού αυ τοκινήτου θα έσπαζε μετά τα λίγα πρώ τα χιλιόμετρα. Μόνο βαρέα φ ορτη γά και οχήματα ανωμάλου δρόμου, με ιδιαίτερα ψηλούς άξονες, θα μπορούσαν να έχουν κάποια πιθανότητα σ“εκείνον τον από χιονόνερο πάγο. Εκείνα μόνο θα μ πορού σαν να καβαλικεύσουν τις ρωγμές. Για τους πεζικάριους η πορεία ήταν ελεεινή. Σχεδόν δεν τολμούσαμε να σηκώ σουμε τα πόδια μας. Μ πορούσαμε μόνο να τα σέρνουμε. Ο ι πτώσεις ήταν επώδυνες, καθώς ο πάγος ήταν σκληρός σαν σίδερο. Έ π ρ επ ε να διατηρούμε τα όπλα μας έτοιμα για μάχη στην παραμικρότερη προ ειδοποίηση. Τ ον καιρό εκείνο ο εξοπλισμός ενός τυφεκιοφόρου αποτελείτο από περισσότερα των τριάντα κιλών μετάλλου, για να μην αναφέρουμε την περίπου τριών ημερών ξηρά τροφή για την πορεία και όλα τα συνήθη πακέτα. Η π ρ ο σ π ά θεια που χρειαζόταν για να κρατούμε τα πόδια μας σε κίνηση φλόγιζε τους τένο\τές μας. Ή μ α σ τα ν υποχρεωμένοι να κόψουμε τις ράχες από τις βαριές, σκληρές μπότες με τα μ αχαίρια μας, έτσι ώστε να τις κάνουμε λίγο πιο χαλαρές. Ο κάθε έv rr c ιίΓΥΓ
•—->i— s
Ρ ΓΤ ίΠ ίννρ
τη rSrvvTirv τ π υ viry ν* rvx^rcFci τ ο ν n n v n
γ -, , -----------------------------I
· —· — ■ »—
Κ γυ ττγμ ργ
m n n p o P vrvr ryvrSnrvc
· — · ~ *------------------■ >t ~r
--------^
έπεφτε, τα νεύρα του σπασμένα α π ό την προσπά θεια. Βογκώντας, το πρόσω πό του κολλημένο στον πάγο, φορτωνόταν στο πρώτο φορτηγό που περνούσε, επάνω σ’ ένα σωρό από ψ ω μί ή κάμποσα κιβώτια πυρομαχικών. Κατόπιν η φάλαγγα θα ξανάπαιρνε το παραπαίον μονοπάτι της κατά μήκος του στιλβωμένου μαύρου πά γου. £
38
A eon Ν
τεγκρελ
Π α ρ ’ όλα αυτά, η ύπαιθρος ήταν ακόμα ευχάριστη στο να τη βλέπεις. Η μεγάλη λευκή στέππα εκκολαπτόταν με εκατοντάδες χιλιάδες γκρίζων μίσχων ηλιοτρο πίων. Σύννεφα σπουργιτιών, σα μικρές μπάλλες από μαλλί, φτεροκοπούσαν τρελλά από ψηλά. Ο ουρανός, ειδικά, ήταν αξιοθαύμαστος, καθάριος σαν κρύσταλλο, χλωμός γαλάζιος, τόσο καθάριος που τα γυμνά κλαριά κάθε δένδρου δια γρ ά φ ο νταν α π ένα ντι στον ορίζοντα με μ ια κ ο μ ψ ότη τα α ντά ξια τη ς Α κροπόλεω ς των Αθηνών. Οι χω ρικοί μερικές φ ορές μ α ς έδειχναν έναν πλάτανο ή έναν στοίχο α π ό γέρι κες σημύδες, τα τελευταία υπολείμματα τη ς περιοχής ενός άρχοντα. Από τα κτίσματα των περασμένων καιρών δε διατηρούταν ούτε μια σανίδα ή ένα λιθάρι, ού τε το ίχνος καν των πρώην θεμελίων. Τ α πάντα ήταν κατεδαφισμένα, ισοπεδωμέ να, καλυμμένα για άλλη μια φ ορά με βλάστηση. Τ ο ίδιο είχε συμβεί με τις περισσότερες α π ό τις εκκλησίες. Κ άποιες από αυτές υπήρχαν ακόμα, βεβηλωμένες πολύ καιρό πριν, χρησιμοποιούμενες τώ ρα ως συ νεργεία αυτοκινήτων, αποθήκες, χώ ροι συναθροίσεων, στάβλοι ή χώ ροι παραγω γής ενέργειας, ο όμορφ ος πράσινος και χρυσα φ ή ς σε σχήμα κρεμμυδιού θόλος να λάμπει ακόμα πάνω από τους λευκούς τοίχους. Μ ερικές φ ορές ανακαλύπταμε το σπασμένο τέμπλο ή μια δυο ζωγραφιές που ο σοβατζής δεν είχε κατορθώσει να φθάσει στην κορυφή της οροφής. Εκτός αυτών, τα πατώ ματα ήταν στρωμένα με καλαμπόκι ή κοπριά αλόγου. Εκείνες οι εκκλησίες - στάβλοι, εκείνες οι εκκλησίες για αυτοκίνητα, για ηλιοτρόπια ή για συγκεντρώσεις των Σοβιετικών της π ερ ιφ έ ρειας ήταν, ωστόσο, εξαιρετικά σπάνιες. Σε μια περίοδο δύο ετών ταξιδέψ αμε πε ρισσότερα των δύο χιλιάδων χιλιομέτρων με τα πόδια, από το Ν τνιεπροπετρόβσκ μ έχρι το κατώφλι της Ασίας: μπορούσαμε να καταμετρήσουμε στα δάκτυλά μας τον αριθμό των εκκλησιών που απαντήσαμε στον δρόμο μας, όλες βεβηλωμένες. £ Στις αρχές Δεκεμβρίου περάσαμε δια μέσου του Π άβλογκραντ. Κ ατόπιν εγκα τασταθήκαμε σε μερικά εντελώς ά δεια χω ριουδάκια. Η θύελλα μαινόταν. Ο ι α ναχω ρήσεις λάμβαναν χώ ρα στις τέσσερις ή πέντε το πρωί, ενώ οι δυνατές ριπές του χιονιού ούρλιαζαν γύρω α π ό τα πρόσ ω πά μας, μας χαράκω ναν, μας τύφ λω ναν. Ξοδεύαμε ώρες κουβαλώντας τα μεγάλα μεταλλικά μας καρότσια, φορτωμέ να με εφόδια, στον δρόμο. Τ α άλογα έπεφταν στον στιλβωμένο πάγο, σπάζοντας τις οπλές τους. Τ α καημένα τα κτήνη θα φ ρούμ αζαν μ άταια μέσα στο χιόνι που σφύριζε, θα αγκομαχούσαν, θα μισοσηκώνονταν, θα αφήνιαζαν. Τ ο χιόνι έπεφτε τόσο πυκνό που το μονοπάτι και η στέππα ήταν εντελώς αξεχώρ ισ ια το ένα από την άλλη. Δεν υπήρχε ακόμη καθόλου ψ αθόχορτο που να καλύ πτει τους ψηλούς πασσάλους μεταξύ των οποίων οι Ρώσσοι, εξοικειωμένοι με την χώρα τους, σημαδεύουν τους δρόμους τους όταν ο Χειμώνας ισοπεδώνει εκείνα τα εκτεταμένα πεδία.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
39
Τ α βέλη που υπεδείκνυαν τις κατευθύνσεις ήταν καλυμμένα από σωρούς χιονι ού. Οι στρατιώτες σύντομα χάθηκαν. Για να επεξηγήσουμε την δυσκολία, τα μέρη που αναζητούσαμε είχαν γενικώς αλλάξει τις ονομασίες τους δύο ή τρεις φορές στην διάρκεια των περασμένων εί κοσι πέντε ετών: οι π α λα ιο ί χά ρτες παρουσίαζαν μια τσαρική ονομασία, οι χ ά ρ τες του 1925 παρουσίαζαν ένα όνομα τόσο κόκκινο όσο το α ίμ α ενός ταύρου - το αποτέλεσμα της επαναστάσεως - οι χάρτες του 1935 παρουσίαζαν το όνομα ενός σοβιετικού αφέντη, σε μίμηση του Στάλινγκραντ και του Σταλίνο. Κάποιες φορές το εν λόγω αφεντικό είχε, στο μεταξύ, α ρπά ξει μια σ φ αίρα στον αυχένα του, βα θιά στα υπόγεια της GPU ι: έτσι, ένα τέταρτο, νέο όνομα! Από την άλλη μεριά, πε νήντα ή εκατό χω ριά στη ρωσσική στέππα θα έφεραν τις ίδιες ονομασίες, τις ονο μασίες των συζύγων ή θυγατέρων των τσάρων, υιοθετημένα λόγω οκνηρίας, διατηρηθέντα από οκνηρία. Κατά το σκέλος της πορείας μας που θα μας οδηγούσε στο Γκρισίνο, κάναμε συ νεχώς κύκλους για μια ολόκληρη μέρα, μέσα στην χιονοθύελλα: φθάσαμε στον συ νοικισμό μόνον αφού είχαμε διανύσει 53 χιλιόμετρα. Ακόμα και τότε, το Γκρισίνο εκείνο δεν ήταν το δικό μας Γκρισίνο. Ό χ ι μόνον το μέρος είχε πάρει τρεις διαφ ο ρετικές ονομασίες μέσα σε είκοσι πέντε χρόνια, αλλά υ π ή ρχα ν δύο Γ κρισίνο: ο Σταθμός Γκρισίνο και το Χ ωριό Γκρισίνο, επτά χιλιόμ ετρα χώρια! Ό λ α τυπικά ρωσσικά μπερδέματα. Δε φ θάσαμε στο σωστό Γκρισίνο π α ρ ά το πρωί, αφού βα δίσαμε με κόπο μέσα στο χιόνι που έφθανε μέχρι την μέση μας σχεδόν. Ο λόχος μας ήταν ο πρώτος εκεί. Π έρασαν 48 ώρες προτού φθάσουν οι άλλοι, ε κτός από έναν που παρέμ εινε χαμένος, περιπλανώ μενος τριγύρω για δεκαπέντε ημέρες, που είδε όλα του τα άλογα να πεθαίνουν και επανεντάχθηκε μαζί μας στο κοινό μέτωπο την ημέρα των Χριστουγέννων, συνοδεύοντας μια μεσαιω νικής όψεως φάλαγγα από μεγάλα λευκά βόδια δεμένα στις γκρίζες του καρότσες. Δυστυχώς, η Οδύσσεια δεν ήταν απλώς μια υπόθεση καθημερινών αλλαγών στις μεταφορές. Η ύπαιθρος δια μέσου της οποία ς μας έπλητταν επανειλημμένω ς οι θύελλες έ βριθε από σοβιετικές νάρκες. Τ ο χιόνι τις είχε κουκουλώσει, όπω ς είχε κουκου λώσει τους π ροειδοπ οιη τικ ούς πασσάλους, τους βαλμένους εδώ κι εκεί από την πρώτη ομάδα των Γερμανών ανιχνευτών. Χαμένος μεταξύ των ξεσπασμάτων του ανέμου που συσσώρευε το χιόνι ως και τρία μέτρα ψηλά, ένας από τους λόχους μας πα ρά πα ιε μέσα σ’ ένα σοβιετικό ναρ κοπέδιο. Ο νεαρός διοικητής, ένας πρώην λοχαγός του βελγικού στρατού ο οποί ος έφερε το χαριτωμένο αγροτικό όνομα Ντυπρέ, ήταν επικεφαλής ιππεύοντας ό ταν το άλογό του πάτησε σε ένα από εκείνα τα τρομ ερά κατασκευάσματα. Τ ο ά λογο εκτοξεύθηκε δύο μέτρα ψηλά στον αέρα και προσγειώ θηκε με τα εντόσθια του σκορπισμένα, ενώ ο καβαλάρης σω ριάσθηκε αβοήθητος στο κόκκινο χιόνι, τα πόδια του διαλυμένα σε κομμάτια.
40
A eon Ν τεγκρελ
Η τρομ ερή στέππα ξεφώνισε τη νίκη της. Ο ι στρατιώτες μας έπρ επ ε να στερε ώσουν τα τσακισμένα του μέλη με δύο κομμάτια ξύλου και κατόπιν να μεταφέρουν τον άτυχο λοχαγό τους πάνω σε μ ερικά κλαδιά α π ό έλατο. Μ ετά α π ό αρκετά χ ι λιόμετρα έφθασαν σ’ ένα εγκαταλελειμμένο χωριό. Π ήρε είκοσι έξι ώρες προτού ένα ασθενοφόρο παντός καιρού μπορέσει να έλ θει σε βοήθεια του θνήσκοντος λοχαγού. Είχε ένδεκα κατάγματα. Καπνίζοντας έ να τσ ιγάρο με γρ ή γο ρ ες, άπληστες ρουφ ηξιές, α π ο χα ιρ έτη σ ε τους ά νδρ ες του. Μ εγάλοι κόμποι ιδρώ τα διέτρεχαν το πρόσωπό του καθώ ς σιωπηλά υπέμενε την αγωνία του. Π έθανε δίχως μια κουβέντα λύπης, ενώ τραβούσε μια τελευταία ρου φηξιά από το τσιγάρο του. $ Μετά το Γκρισίνο, ορίστε και οι Αλεξαντρόβσκες. Υ πάρχουν μια ή δυο εκατοσταριές Αλεξαντρόβσκες στην Ε.Σ.Σ.Δ. στις οποίες περιπλανηθήκαμε, σε όλο το Ντονιέτς. Φ θάσαμε επιτέλους στις βιομηχανικές πόλεις. Είχαμε α φ ιχθ εί στον αντικειμε νικό μας στόχο. Μια ξαφνική τήξη μας έφερε την τελευταία περίοδο λάσπης. Στο τέρ μ α των λα σ πο χώ ρα φ ω ν είδ α μ ε να γυαλίζει ο π ολτώ δης, θ α μ π ό ς π ά γο ς τη ς Τσερμπινόβκα, ένα κέντρο άνθρακος σαράντα χιλιάδων κατοίκων. Έ στεκαν α κ ί νητοι, σιω πηλοί, στο μήκος των τοίχων. Π ολλοί α π ό εκείνους μ ας κοιτούσαν έ ντονα, διαπεραστικά, συνοφρυωμένα. Τ α μπολσεβικικά στρατεύματα είχαν υποχωρήσει στη στέππα, τρία χιλιόμετρα ανατολικότερα, αλλά νιώσαμε πως, πίσω μας, κομμουνιστές πράκτορες βρίσκο νταν σε αναμονή.
Χριστούγεννα στην Τσερμπινόβκα Τ ο Ανατολικό Μ έτωπο, το Δεκέμβριο του 1941, μετατοπιζόταν διαρκώ ς σαν το περίγραμμα μιας παραλίας. Κάθε στρατιά του Ράιχ είχε ρίξει το κύμα της όσο μακρύτερα γινόταν. Κάθε μονάδα είχε βρεθεί κολλημένη, στα τέλη Οκτωβρίου, σ’ έ να ύπουλο τέναγος, πλευρά αφύλακτα δεξιά κι αριστερά, ικανή μόνον να εκτιμά αμυδρώς την κατάσταση και τις προθέσεις του εχθρού ο οποίος είχε υποχωρήσει μπροστά στους Γερμανούς με την μέγιστη ταχύτητα, με μια αταξία που συχνά θύ μιζε κωμωδία. Με την βοήθεια της λάσπης, οι Κόκκινοι είχαν επιδείξει μια ορισμένη ικανότη τα v‘ αντεπιτίθενται, είχαν ανακαταλάβει το Ροσιόβ, το οποίο, έχοντας έλλειψη καυσίμων, οι Γερμανοί είχαν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν καίγοντας εκατοντά δες οχημάτων. Α ποθρασυμένοι από αυτήν την τοπική επιτυχία, οι Σοβιετικοί είχαν αρχίσει ξα νά να ροκανίζουν στα ανατολικά του Ντονιέτς, επί της αριστερής πτέρυγος του το-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
41
μέως μας. Από το Σλαβιάνσκ ως το Αρτεμόβσκ εξεδήλωναν βίαιες επιθέσεις. Η σοβιετική πίεση έκανε τον εαυτό της κυρίως αισθητό είκοσι περίπου χιλιόμε τρα στα βορειοανατολικά των οχυρώσεων μας. Μ προστά από τις θέσεις μας στην Τσερμπινόβκα, αρχικά ο εχθρός συνέγειρετον εαυτό του. Ή τα ν εγκλωβισμένοι, ακριβώ ς όπως κι εμείς, σε ένα έδαφ ος που έλιωνε λες και είχε βουτήξει μέσα σε μια ζεστή άνοιξη. Ο ανεφοδιασμός μας έπαιρνε πενήντα ώρες ή περισσότερο για να διεκπεραιώσει τα είκοσι χιλιόμετρα που μας χώριζαν από τις αποθήκες στην Κονσταντινόβκα. Τα άλογα πέθαιναν στον δρόμο, εξηντλημένα, οι μουσοΰδες τους βυθισμένες στην λάσπη. & Η Τ σερμ πινόβκα είχε γίνει εντελώς μιαρή. Π αντού λιωμένα περιττώ ματα μόλυναν τον αέρα με μια εξαπλοΰμενη μπόχα. Η βρωμιά και η αθλιότητα της πόλης απεικόνιζε τραγικά τις αποτυχίες του σο βιετικού καθεστώτος στα μεγάλα προλεταριακά κέντρα. Οι εγκαταστάσεις του άνθρακος χρησιμοποιούσαν ακόμα τον εξοπλισμό του 1900 ή 1905, αποκτημένο την εποχή των εύκολων γαλλικών δανείων. Οι στοές των ορυχείων, δυναμιτισμένες α πό τους υποχωρούντες Μ πολσεβίκους, δεν γινόταν πια να χρησιμοποιηθούν. Έ τσ ι ήταν η κατάσταση με όλον τον βιομηχανικό εξοπλισμό της κατεχομένης Ρωσσίας. Συστηματικά, με διαβολική δεξιοτεχνία, ομάδες σοβιετικών ειδικών εί χαν καταστρέφει τα εργοστάσια, τα ορυχεία, τις αποθήκες κάθε βιομηχανικού κέ ντρου, μεγάλου ή μικρού. Ρημαγμένη γη! Ρημαγμένο υπέδαφος! Είχαν σφαγιάσει ακόμα και τα άλογα, κάτω στις ανθρακογαλαρίες. Η αναγουλιαστική μυρωδιά των ζώων που σάπιζαν απλώθηκε σε όλη την περιοχή, καθώς οι αεραγω γοί των ανθρακω ρυχείω ν έβρισκαν διέξοδο κατευθείαν στους δρόμους. Εκείνες οι σήραγγες εξαερισμού σφραγίσθηκαν πρόχειρα με αραιές σανίδες, μέ σα από τις οποίες αέριο διοξείδιο του άνθρακος και η ασφυκτική μ πόχα των κουφαριών που αποσυντίθονταν αναδυόταν συνεχώς. & Ο ι Σοβιετικοί είχαν μεταφ έρει μ ακριά ή καταστρέφει όλες τις προμήθειες της πόλης. Ο κόσμος έτρωγε οτιδήποτε μπορούσαν να βρουν. Τ α πιο προτιμητέα π ιά τα ήταν κομμάτια από τα νεκρά ζώα που κείτονταν σι:ην λάσπη. Οι κάτοικοι μ ά λωναν από πάνω τους βίαια, σκληρά. Είχαμε αναγκασθεί να σκοτώσουμε ένα άλογο που δεν μπορούσε να θεραπευθεί, φρικτό να το κοιτάς, εντελώς σκεπασμένο α πό αηδιαστικές φλύκταινες. Δεν είχαμε καν τον χρόνο να πάμε να ψάξουμε για ένα κάρο για να πάρουμε το πτώ μα του έξ(ο από την πόλη. Είκοσι άνθρω ποι ρίχθη κα ν επάνω στα ακατονόμαστα απομεινάρια, ξεσχίζοντας το πετσί, αρπάζοντας την ακόμα αχνιστή σάρκα.
42
A eon Ν τεγκρελ
Στο τέλος, απέμειναν εκεί τα έντερα, ακόμα περισσότερο σιχαμερά α π ’ όλο το υπόλοιπο. Δυο γριές γυναίκες είχαν ρ ιχθεί πάνω στο στομάχι και στα έντερα, κ α θεμιά τραβώ ντας προς αντίθετη κατεύθυνση. Τ ο στομάχι έσκασε, καλύπτοντας τις γυναίκες μ ’ έναν κιτρινοπράσινο πολτό. Η νικήτρια με την μερίδα του λέοντος το έσκασε χω ρίς καν να σκουπίσει τα μούτρα της, σφίγγοντας άγρια τη λεία στο στήθος της. Ο στρατωνισμός των στρατιωτών μας ήταν του ιδίου φυράματος μ ’ εκείνα τα α ξιοθαύμαστα φαινόμενα. Ό τα ν επιστρέψ αμε στις θέσεις μας επρόκειτο να συνωστισθούμε όλοι μαζί στα προσφάτως κτισμένα από το κράτος σχολικά κτίρια: τρία μακριά κτίρια, αποκαλούμενα σύγχρονα, ακριβώ ς του τύπου όλων όσων είχαμε δει από τον καιρό του Ντνιεπροπετρόβσκ. Ο πρώτος στρατιώτης που προσ πάθη σε να μπήξει ένα καρφί για να κρεμάσει το όπλο του, διέλυσε τον τοίχο με ένα κτύ πη μ α του σφυριού του. Τ ο πάτω μα ήταν κατασκευασμένο α π ό στραβά αρμολογημένες σανίδες μεταξύ των οποίων ο αέρας ορμούσε προς τα μέσα. Κάτω από το αυτοσχέδιο πάτω μα δεν υπήρχε το πα ραμικρό, καθώς το κτίριο στεκόταν επάνω σε πασσάλους μόνον. Μεταξύ των τριών κτιρίων υπήρχε ένας ανοικτός χώρος, τόσο λασπερός που έπρεπε να στήσουμε διαδρόμ ους από ξυλοσανίδες, υποστηριζόμενες από βαρείς κορμούς, που πήγαιναν από το ένα κτίριο στο άλλο. Γύρω από το κτίριο η μυρω διά του διοξειδίου του ά νθρα κος υψωνόταν συνεχώς, προκαλώ ντας π ονοκ εφ ά λους και ναυτία. Γύρω στις 20 Δεκεμβρίου το χιόνι και ο πάγος επέστρεψαν. Ξαφνικά βρεθήκα με για άλλη μια φορά στους 20 βαθμούς υπό το μηδέν. Τουρτουρίζαμε πάνω στο σιραβοφτιαγμένο μας πάτωμα, ο καθένας κουλουριασμένος κάτω από μία και μ ο ναδική κουβέρτα. Οι διακοπές έφθασαν - διακοπές για άλλους ανθρώπους. Τ η ν π α ρ α μ ο ν ή τω ν Χ ρισ το υ γέννω ν π α ρ α κ ο λ ο υ θ ή σ α μ ε τη ν μ εσ ο νύ κ τια Λειτουργία σε μια εκκλησία επαναγιασμένη από τον στρατιωτικό ιερέα μας. Μια ρωσσική χορω δία έψελνε σε διαπεραστικούς τόνους που τρυπούσαν την καρδιά. Έ ξω το χιόνι έπεφτε σε μεγάλες νιφάδες. Στέκοντας πίσω από τα πολυβόλα τους, αρκετοί από τους στρατιώτες μας κρατούσαν θέσεις μά χη ς στις τέσσερις γωνιές του κτιρίου. Α \λά τα πνεύματά μας ήταν ψυχρά από το ότι είχαμε μείνει αργοί στην διάρκεια εκείνων των χα κ ί εβδομάδων, μέσα σε μια σιωπή στα βάθη της οποίας τα όνειρά μας έπλεαν άσκοπα. £ Οι Ευρωπαϊκές λεγεώνες, δημοφιλείς στις εφ ημ ερίδες του Ράιχ, είχαν χαιρετισ θεί με σκεπτικισμό στο μέτω πο το 1941. Ο ρισμένοι Γερμανοί σ ιρ α τη γο ί εφοβούντο μια ενοχλητική παρείσφρυση, μεταξύ των επιλέκτων μεραρχιώ ν τους, α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
43
πό στρατεύματα σταλμένα στην Ανατολή με μοναδικό στόχο να κάνουν π ρ ο π α γάνδα. Δεν κάθονταν πάντα να υπολογίσουν το μέγεθος του ενθουσιασμού και της καλής θελήσεως που ενσάρκωναν οι μονάδες των εθελοντών μας. Τ έτοιες παρεξηγήσεις μας στενοχωρούσαν. Π εριμ έναμε ανυπόμονα τον ερχομό μιας ευκαιρίας, ακόμα και μ ια ς κρίσιμης κατάστασης, που θα έκανε να εκτιμηθεί η πραγματική αξία του ιδεαλισμού μας. Εκείνη η ώρα αργούσε να έλθει. Στο μεταξύ, άγνωστοι και παρεξηγημένοι, σπαταλούσαμε τα χαρίσματά μας σε ταπεινά καθήκοντα που μας πίκραιναν. Π εράσαμε τα Χριστούγεννα και την Π ρωτοχρονιά δίχως χαρά, τρυπωμένοι στα καπνισμένα μας δω μάτια. Η σκηνή μ ια ς φάτνης, σκιτσαρισ μένης με ξυλοκάρ βουνο επάνω στο λασπότοιχο, μας θύμιζε το Δεκέμβριο στα δικά μας σπίτια. Λίγες α δύνα μ ες λά μ πες κάπνιζαν. Ξ απλω μένοι επάνω στο άχυρο ατενίζα μ ε στο δ ιά στημα. Στην κορυφή του λόφου, επάνω σε ξύλινους οταυρούς, τα ατσάλινα κράνη των νεκρών μας έφεραν σωρούς από χιόνι, σα χρυσάνθεμα πεσμένα από τους ου ρανούς.
Ιταλοί στο Ντονιέτς Ο ι μη γερμανικές μονάδες ήταν πολλές στο αντισοβιετικό μέτωπο. Στο νότο ήταν διατεταγμένες οι λεγεώνες από την Κεντρική Ευρώπη και από τα Βαλκάνια. Ξεχωριστές λεγεώνες, αναλωμένες από αντιπαλότητες. Οι Ούγγροι και οι Ρουμάνοι ήταν πάντοτε έτοιμοι να βγάλουν ο ένας τα μάτια του άλλου για χάρη ενός άλσους από οξιές στα Κ α ρπ ά θια ή για δέκα μέτρα τριφυλλοχώ ραφου στην Π ο ύ σ ζτα 2. Ο ι Κ ροάτες, περισσότερο Σλάβοι από τους Ο υκρανούς, ήταν διηρεμένοι μεταξύ Μουσουλμάνων και Καθολικών. Τ ο 1941 οι Ιταλοί ήταν η μεγαλύτερη ξένη μονάδα σε ολόκληρο το Ανατολικό Μέτωπο. Εξήντα χιλιάδες α πό αυτούς είχαν έλθει, μοιρασμένοι σε τρ εις μ ερ α ρ χίες και σε πολλά ειδικά αποσπά σ μα τα. Τους έβλεπες παντού, α π ό το Δ νείπερο στο Ν τονιέτς, μικρόσω μους, μελαψ ούς, αστείους μέσα στα δίκω χα πηλίκια εκ σ τρ α τεία ς, ή μ ο ιά ζο ν τα ς με π α ρ α δ ε ίσ ια π τη νά κάτω α π ό τα κ ρ ά νη το υ ς των Βερσαλλιέρων από τα οποία ξεπρόβαλλε, μέσα στις ρ ιπ ές του ανέμου της στέππας, μια μεγαλόπρεπη συγκομιδή από φτερά κόκκορα και φασιανού! Τ α ιταλικά τυφέκια έμοιαζαν με παιχνίδια. Τ α χρησιμοποιούσαν με μεγάλη δεξιοτεχνία για να σκοτώσουν όλα τα κοτόπουλα της περιοχής. Είχαμε κάνει τη γνωριμία τους αμέσως μόλις φθάσαμε στο Ν τνιεπροπετρόβσκ. Σύντομα σχηματίσαμε μια πολύ ανεβασμένη άποψ η για το πνεύμα τους της πρω τοβουλίας και την επινοητικότητά τους. Είχαν μαζευθεί γύρω α π ό ένα τεράστιο βαρέλι το οποίο έστεκε, αφύλακτο, επάνω σ’ ένα βαγόνι. Ή τ α ν ξέχειλο με κρασί Κιάντι. Στην πλευρά αυτού του γιγάντιου κρασοβάρελου οι Ιταλοί είχαν τρυπανί σει μια μικρούλα τρύπα από την οποία το κρασί ανάβλυζε ορμητικά δια μέσου ε
44
Λ εον Ν τεγκρελ
νός κούφιου καλαμιού. Η εφεύρεση απεδείχθη μια σημαντική επιτυχία στους ανώτερους υπαξιωματικούς μας, που γύριζαν ξανά και ξανά σ’ εκείνη τη θαυμαστή πηγή, την αντάξια των βουργουνδικών γάμων του Καρόλου του Τολμηρού ή του Φ ιλίππου του Καλού! Οι Ιταλοί, σίγουροι για το α πό θεμ ά τους - ήταν ένα βαρέλι των δύο χιλιάδω ν λίτρων - αντήλλασσαν εγ κ ά ρ δ ια θ έσ εις με εμάς. Από εκείνη τη σ τιγμ ή και ύστερα, οι Βαλλόνοι εθελοντές ήταν εξαιρετικά αγαπημένοι με την Ιταλία και ήταν ευτυχείς με την συνεργασία που τους πα ρείχε στο Ανατολικό Μέτωπο. £ Τ ο μέτωπο δεν ήταν μια μονοκόμματη, συνεχής γραμμή, αλλά μια σειρά ισχυ ρών σημείων. Τ α φυλάκια μας στην Τ σερμπινόβκα είχαν μόνο χιόνι στα αριστε ρά και δεξιά τους. Για να φθάσουμε στους πλησιέστερους Ιταλούς, ο τομέας των οποίων εκτεινόταν στα ανατολικά προς την κατεύθυνση του Σταλίνο, έπρεπε να βαδίσουμε για δύο ώρες διασχίζοντας την στέππα. Συνηθίζαμε να πηγαίνουμε για κουβέντα με αυτούς στην διάρκεια των αναπαυλών του αγώνα. Κ αταφανώς, τα λεμόνια τους και το Κιάντι τους ήταν κάποιας ση μασίας. Αλλά μας τραβούσε επίσης η γοητεία τους. Τ ο μ πέρδεμα ήταν το ότι απεχθάνονταν τους Γερμανούς. Ο ι τελευταίοι, με την σειρά τους, δεν μπορούσαν να υπομείνουν τα ελαφριά δάκτυλα των Ιταλών ή τους φλογερούς τους έρω τες στις ερειπω μ ένες ίσμπες. Ούτε και μπορούσ α ν να α νε χθούν την ιδιότροπη συμπεριφορά των Ιταλών και την γραφ ική Λατινική ξενοια σιά, την τόσο γεμάτη από ασέβεια, νωχέλεια, κατεργαριά και φυσική χά ρη , την τόσο διαφορετική από την πρωσσική ακαμψ ία. Σε αντιδιαστολή, οι Ιταλοί χαλιναγωγούνταν όποτε έβλεπαν ένα Γερμανό να στέ κεται προσοχή ή να κραυγάζει διαταγές. Αυτό δεν τα ίρια ζε με το να έχουν τα χ έ ρ ια τους στις τσέπες τους, φορώ ντας τα καστανοκόκκινα λοφία τους και περνώ ντας τις εύθυμές τους περιπέτειες. Ο χαρακτή ρας του εθνικισμού τους ήταν επίσης διαφ ορετικός. Ο ι Ιταλοί αγα πούσαν τον Μουσσολίνι και ξανά και ξανά φώναζαν "Ντού-τσε! Ντού-τσε!" μέχρι να βραχνιάσουν. Τέτοια ξεσπάσματα ήταν, ωστόσο, ενός συναισθηματικού τύπου μόνον. Τ α όνειρα αυτοκρατορικού μεγαλείου του Μ ουσσολίνι δεν τους άγγιζαν. Ή τα ν υπερήφανοι σαν παγώ νια, αλλά χωρίς φιλοδοξία. Μ ια ημέρα, όταν επέμεναν στην επιθυμ ία τους να έχουν ειρήνη πάλι και με οποιοδήποτε κόστος, είχα α ν ια π α ν τή σ ε ι: "Αλλά αν δεν αγωνισθείτε σκληρά μέχρι το ορισ ιικ ό τέλος, θα χάσετε τις α π ο ι κίες σας!" "Μπα!", αποκρίθη κα ν, "που είναι το καλό στο να σκοτο)θείς για μερικές α π ο ι κίες; Ε ίμαστε ευ τυ χισ μ ένο ι στην π α τρ ίδ α . Δεν χρ εια ζό μ α σ τε το π α ρ α μ ικ ρ ό . Έ χουμε τον ήλιο. Έ χουμε τα φρούτα μας. Έ χουμε έρωτα..."
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
45
Ως φιλοσοφία είχε τις αντιστοιχίες της. Ο Ο ράτιος είχε πει το ίδιο πράγμα, αλ λά λιγότερο ευθέως. "Σε τελική ανάλυση", συνέχισα, "η εργασία είναι χαρά! Δεν αγαπάτε εσείς, τα άλ λα έθνη, να εργάζεσθε;" Τότε ένας Ιταλός από το νότο, με πριγκη πική χάρη , μου προσέφερε α υτήντην απάντηση, θαυμαστή στην ατεχνία της και σοβαρότητά της: "Μα, κύριε, τι το αγαθό έχει η εργασία;" Π οιο είναι αυτό το αγαθό; Ό τα ν οι Γερμανοί άκουγαν τέτοιες απαντήσεις π νί γονταν για μια εβδομάδα και σχεδόν πάθαιναν προσβολές αποπληξίας. $ Για τους Ιταλούς, προς κακή τους τύχη, οι ημερήσιες και νυκτερινές σκοπιές π α ρείχαν κάποιο "αγαθό", όπως έκανε και το αχάριστο καθήκον μέσα στο χιόνι και στην παγωνιά. Συχνά οι κοινωνικοί σκοποί τους άφηναν τις θέσεις τους για να απολαύσουν τη θαλπω ρή μιας ίσ μπας, όπου φλυαρούσαν, αστειεύονταν, χαζολογούσαν και μ ε λετούσαν από πολύ κοντά τα χαρακτηριστικά των ντόπιων καλλονών. Οι Ρώσσοι έκαναν κι αυτοί την εκτίμησή τους με ένα κτύπημα κάτω από τη ζώ νη. Οι ευχά ρ ισ τοι π έρ α ν των Άλπεων σύντροφ οί μ α ς πλήρω σαν α κ ρ ιβ ά για τη Λατινική τους επιδεικτική αδιαφορία. Μια νύκτα, στο νότιο τμήμα του τομέο>ς, ισχυρά αποσπάσματα Κοζάκων ξεγλί στρησαν απαρ α τή ρ η τα επάνω στα ψηλά άλογά τους διασχίζοντας το βαθύ χιόνι. Τ η ν αυγή μ π ό ρ ε σ α ν εύκολα να π ερ ικ υ κ λ ώ σ ο υ ν τρ ία χω ρ ιά κ α τεχό μ ενα α π ό Ιταλούς, αλλά απροστάτευτα από τους σκοπούς, που ήταν απησχολημένοι με το να κοιμούνται ή να κάνουν έρωτα. Α ιφνιδιάσθηκαν πλήρως. Οι Σοβιετικοί απεχθάνονταν ιδιαιτέρως τους Ιταλούς. Τους μισούσαν ακόμη πε ρισσότερο α π ’ όσο τους Γερμανούς, και στο Ανατολικό Μ έτωπο τους μ ετα χειρ ί ζονταν πάντα με ασυνήθιστη σκληρότητα. Εν ρ ιπ ή οφθαλμού κατέλαβαν και τα τρία χωριά. Κανείς δεν είχε το χρόνο να αντιδράσει. Οι Ιταλοί σύρθηκαν κατόπιν στις ανθρακοστοές, όπου τους έγδυσαν τελείως α π ό τα ρούχα τους. Τ ότε άρχισε το μ α ρ τύ ρ ιο . Ο ι Κ ο ζά κο ι έφ ε ρ α ν μ εγά λο υ ς κ ά δ ο υ ς με π α γ ω μ έν ο νερό. Βρυχώμενοι από τα γέλια, τους άδειασαν επάνω στα κορμιά των θυμάτων τους σε ένα ψύχος που έπαιζε στους 30 με 35 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν. Τ α δύστυ χα πλάσματα στα τρία χωριά πέθαναν όλα, κατεψυγμένα ζωντανά. Δεν ξέφυγε κανείς, ούτε ακόμα και οι ιατροί. Ούτε ακόμα και ο στρατιωτικός ιε ρέας, ο οποίος, ξεγυμνωμένος σα ρωμαϊκό μ άρμαρο, υπέφερε επίσης το βασανι στήριο του νερού και του πάγου. Δύο ημέρες αργότερα τα τρία χωριά ανακατελήφθησαν. Γυμνά κορμιά κείτονταν παντού στο χιόνι, συστραμμένα, π α ρ α μ ο ρ φ ω μένα, σα να είχαν πεθάνει μέσα σε μια πυρκαγιά. Από τότε και ύστερα, τα ιταλικά στρατεύματα στο Ντονιέτς ενισχύθηκαν με γερ
46
A eon Ν τεγκρελ
μανική θωράκιοη. Κατά μήκος όλων των γραμμώ ν τους βαρέα γερμανικά ά ρ μ α τα μάχης, βαμμένα κάτασπρα, οι μηχανές τους να πάλλονται, παραμόνευαν μέ σα στο βαθύ χιόνι. & Εκείνο ήταν μία αναγκαιότης. Οι Κόκκινοι έγιναν όλο και περισσότερο δραστήριοι. Στα αριστερά μας, στα δε ξιά μας, κτυπούσαν βίαια. Η μέρα και νύκτα η στέππα τρεμούλιαζε από τα πυρά. Σοβιετικά αεροσκάφ η εμφανίσθηκαν. Ο ι βόμβες τους έσκαβαν μεγάλους, γκ ρί ζους κρατήρες ολόγυρά μας. Το κρύο έγινε ακόμα πιο διαπεραστικό στα μέσα Ιανουαρίου η θερμοκρασία έ πεσε στους 38 βαθμούς υπό το μηδέν. Ο ι μουσούδες τω ν μικρώ ν μας αλόγων ήταν κ ά τα σ πρες α πό τον πάγο. Από τα ρουθούνια τους, τα υγρά από το αίμα, πιτσίλιζαν το μονοπάτι, σταγόνα-σταγόνα, εκατοντάδες κηλίδων, σα ροζ γαρύφαλλα.
Η Τρομερή Στέππα Η ζωή είχε γίνει αφ όρητη στις μικρές μας φωλιές στην Τσερμπινόβκα. Χ ρησιμοποιώντας άχυρο είχαμε λίγο πολύ βουλώσει τις τρύπες στα παράθυρα, τα μισά τζάμ ια των οποίω ν είχαν σπάσει τα Κόκκινα στρατεύματα όταν έκαναν την υποχώρησή τους. Αλλά οι δυνατές π αγερές ρ ιπ ές του χειμώ να εξακολουθού σαν, ορμώ ντας μέσα, σφυρίζοντας ανάμεσα στα σανίδια του πατώματος. Για να κοιμηθούμε χωνόμασταν μέσα σε όλα από τα λίγα είχαμε εφοδιασθεί, κατόπιν βο λεύαμε τα πόδια μας μέσα στα μ ανίκια των παλτών μας. Αλλά τι να προσφέρουν και τα παλτά, οι ελαφριές κουβέρτες και τα λίγα κομμάτια αχύρου απέναντι στους ανέμους από την καταραμένη στέππα που ούρλιαζαν μέσα από τα καλύβια μας; Σ πάζαμε τη μ αργα ρίνη , τα λουκάνικα και το ψω μί, σα βρά χια σκληρά, με ένα τσεκούρι. Τ α λίγα αυγά που ο μηχανισμός ανεφοδιασμού μας παρέδιδε, έφθαναν σε μας κατεψυγμένα, σχεδόν γκρίζα. Τέτοιες ήταν οι ώρες της αναπαύσεώ ς μας. Ο ι π ρ ο κ ε χ ω ρ η μ έ ν ε ς θ έσ εις μ α ς εν το π ίζο ν τα ν τρ ία χ ιλ ιό μ ε τρ α α π ό τη ν Τ σερμπινόβκα. Π ηγα ίνα με εκεί κατά ομάδες, διασχίζοντας το χιόνι που γενικά ήταν 40 ως 50 εκατοστά βαθύ, σε θερμοκρασίες κυμαινόμενες από 25 ως 35 βαθ μούς υπό το μηδέν. Ο ρισμένοι λόχοι είχαν σκάψ ει τα μικρά α μ π ρ ιά τους στις πλευρές των σωρών των καταλοίπων των ανθρακοφόρω ν πεδίων. Οι άλλοι εντοπίζονταν έξω, στο μέ σον της στέππας. Το χιόνι δεν ήταν τίποτα. Ή τα ν η θύελλα που ήταν τερατώ δης. Γρύλιζε, νιαού ριζε με μακρόσυρτα, κοφτερά σφυρίγματα, ρίχνοντας στα πρόσωπά μας χιλιάδες
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
47
μικρών βελών που μας έσχιζαν όπως ένα ρεύμα από χαλίκια. Τελικά παραλάβαμε μερικούς χειμερινούς σκούφους που κάλυπταν τους σβέρ κους και τα αυτιά μας και μερικά πολύ λεπτοπλεγμένα γάντια, που ελάχιστα μας προστάτευαν. Αλλά ακόμα δεν είχαμε γούνινα παλτά, ούτε καστόρινες μπότες. Ο ποιοσδήποτε έβγαζε τα γάντια του για μια στιγμή, τα δάκτυλά του καταψύχο νταν αμέσως. Φ ορούσαμε τους χειμερινούς μας σκούφους τραβηγμένους μ έχρι πάνω στις μύτες μας, η ανάσα μας περνώ ντας από μέσα τους πάγωνε σε μεγάλες τούφες πάγου στο ύψος των στομάτων μας και σε μ ακριά, λευκά μουστάκια στε ριωμένα στα φρύδια μας. Τ α δάκρυά μας τα ίδια πάγωναν, γενόμενα μεγάλα μ αρ γαριτάρια που συγκολλούσαν επώδυνα μαζί τις βλεφαρίδες μας. Τ ις ξεχωρίζαμε μόνο με μεγάλο πόνο. Σε οποια δή ποτε στιγμή μ ια μύτη ή ένα μάγουλο μ π ο ρο ύ σαν να γίνουν αχνοκίτρινα, όπως η μεμβράνη ενός τυμπάνου. Π ροκειμένου να α ποφύγουμε το κρυοπάγημα έπρεπε να τρίψουμε την σάρκα ζωηρά με χιόνι. Συχνά, ήταν ήδη πολύ αργά. £ Οι θύελλες που έφερναν σύγχυση έδιναν στα σοβιετικά στρατεύματα κρούσεως μια εμφανή υπεροχή. Οι Ρώσσοι ήταν εξοικειωμένοι με τον καιρό. Τ α σκι τους, τα σκυλιά τους, τα έλ κηθρά τους, τα ψ ηλοκάπουλα τους πόνυ τους βοηθούσαν. Ή τ α ν ντυμένοι για να αντιστέκονται στο ψύχος, κουκουλωμένοι με τζάκετ από βαμβάκι και μαλλί, υποδημένοι με καστόρινες μπότες που άντεχαν στο χιόνι, στεγνές σαν κρυσταλλική σκόνη. Α ναπόφευκτα επω φελούνταν α π ό την α π ερ ίγρ α π τη τα λ α ιπ ω ρ ία των χ ι λιάδων Ευρωπαίων στρατιωτών των ριγμένων από μια τολμηρή επίθεση μέσα στα χιόνια, τον χειμωνιάτικο άνεμο και τον πάγο, χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό και χωρίς επαρκή εκπαίδευση. Ο ι Ρώσσοι διεισέδυαν παντού. Ο ι κα τά σκοποί τους, μεταμφ ιεσμένοι ως πολί τες, ξεγλιστρούσαν μεταξύ των φυλακίων μας, έφθαναν στα εργατικά κέντρα και έβρισκαν εκεί συνεργούς. Η μεγάλη πλειοψ ηφ ία του αγροτικού πληθυσμού ήταν εντελώς αδαείς γύρω από τον Κομμουνισμό, εκτός των απαιτήσεώντου, αλλά στα βιομηχανικά κέντρα η σοβιετική π ρ ο π α γά νδα είχε φ θάσει στους νεαρούς ερ γά τες. Ή τ α ν σε εκείνους που οι κατάσκοποι του Κόκκινου Στρατού, αφοσιω μένοι και θαρραλέοι ηγήτορες, απευθύνονταν. Ή μ ο υ ν μέλος ενός εκτελεστικού αποσπάσ ματος υπευθύνου για τον τυφεκισμό δύο εξ αυτών, οι οποίοι είχαν πλήρως ομολογήσει ενώπιον του στρατοδικείου. Ό τα ν φθάσαμε καταμεσής της στέππας παραταχθήκαμε σε μια γραμμή. Οι δυο καταδικασμένοι άνδρες, τα χέρια τους στις τσ έπ ες τους, δεν είπαν λέξη. Η ομο βροντία μας τους ξάπλωσε κάτω. Υ πήρξε μ ια ασυνήθης στιγμή σιω πής στην ο ποία η ηχώ από τους πυροβολισμούς αρμένισε προς τον ουρανό. Έ ν α ς από τους δύο κομμουνιστές κινήθηκε σα να ήθελε να συμμαζέψει ένα τελευταίο υπόλειμμα
48
Λ εο ν Ν τεγκρελ
ζωής. Τ ο δεξίτου χέρι άφηοε την τσέπη του και υψώθηκε, η γροθιά σφιγμένη γε ρά, πάνω από το χιόνι. Και ακοΰσαμε μια κραυγή, μια τελευταία κραυγή, φωναγμένη στα Γερμανικά, έτσι ώστε να γινόταν από όλους κατανοητή: "Χάιλ Στάλιν!". Η σφιγμένη γροθιά του νεκρού άνδρα έπεσε πίσω στο πλευρό του. Οι άνθρω ποι εκείνοι είχαν επίσης τους ιδεαλιστές τους. Γενικώς, οι Ρώσσοι που είχαν καταδικασθεί στην εσχάτητω ν ποινών α π ο δέχο νταν την μοίρα τους με μοιρολατρία, τα χέρια τους στα πλευρά τους, τα πρόσωπά τους ανέκφραστα. Για να αποφύγουν να αναστατώνουν τους στρατιώ τες τους και για να πλήξουν την λαϊκή φαντασία, οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να κρεμούν τους αιχμαλω τι σμένους κατασκόπους. Οι καταδικασμένοι Ρώσσοι πλησίαζαν, θλιμμένοι, τα μ ά τια άδεια, κατόπιν σκαρφάλωναν πάνω σε μια καρέκλα που ήδη ήταν ανεβασμένη επάνω σε ένα τραπέζι. Π ερίμ εναν εκεί δίχω ς διαμαρτυρίες, δίχω ς να ρωτούν το παραμικρό. Από πάνω τους αιωρούταν το σχοινί. Σφιγγόταν γύρω από τους λαι μούς τους. Έ τσ ι ήταν, έτσι ήταν. Τ ο άφηναν να συμβεί. Μια κλωτσιά ανέτρεπε την καρέκλα και τελείωνε την τραγωδία. Μ ια μέρα, οι Γερμανοί είχαν να διεκ π ερ α ιώ σ ο υ ντις καταδίκες πέντε κα τα δι κασμένων ανδρών, όλες την ίδια στιγμή. Έ ν α ς α πό τους κρεμασμένους έσπασε το σχοινί του και έπεσε στο έδαφος. Σηκώθηκε μόνος του χω ρίς ν ’ αρθρώ σει μια λέ ξη, τοποθέτησε την καρέκλα πίσω στο τρα πέζι, ανέβηκε πάλι επάνω τη ς και περίμενε, με την μεγαλύτερη φυσικότητα, ενώ το νέο σχοινί περνιόταν. Στα βάθη εκείνων των καρδιών υπήρχε μια ανατολίτικη μοιρολατρία, μια π α ι δικού τύπου αθωότης και, επίσης, μια μακρά συνήθεια να υφίστανται κτυπήματα και ταλαιπω ρίες. Δεν εξεγείρονταν ενάντια στο θάνατο. Α ποδέχονταν παθητικά το θάνατο όπω ς είχαν α π ο δ εχθ εί οτιδήποτε άλλο, την ρ υ π α ρ ή ίσ μ π α, το κνούτο των αριστοκρατών και τη σκλαβιά του Κομμουνισμού. Τ ο δεύτερο ήμισυ του 1942 ήταν περισσότερο πολυάσχολο. Μ εγάλοι α ριθμοί Κόκκινων στρατευμάτων βρίσκονταν σε κίνηση. Σοβιετικά αεροσκάφ η επιτίθονταν τρεις ή τέσσερις φορές την ημέρα. Αγνοούσαμε ακόμα του τι είχε λάβει χώρα. Επίλεκτες σοβιετικές μονάδες φερμένες από τη Σ ιβηρία3 είχαν περάσει τον πα γωμένο ποταμό Ντονιέτς στα βόρεια του βιομηχανικού λεκανοπεδίου μας. Είχαν πλαγιοκοπήσει τις γερμανικές αμυντικές θέσεις και έφ θασαν σε σημαντικές σι δ η ρ ο δ ρ ο μ ικ έ ς γ ρ α μ μ ές, α ξ ιο σ η μ είω τα στην γ ρ α μ μ ή Κ ιέβου - Π ο λ τά β α ς Σλαβυάνσκ. Είχαν λεηλατήσει έναν αριθμό αποθηκώ ν εφοδίων και μετά κινήθηκαν προς τα δυτικά. Εν συνεχεία οι Ρώσσοι και οι Σ ιβηριανοί δημιούργησαν μια βαθιά σφήνα οτην κατεύθυνση του Δνειπέρου. Απειλούσαν να αποκόψουν όλον το Στρατό του Νότου. Είχαν ήδη δ ια β είτο ν ποταμό Σαμάρα. Μ ερικές προωθημένες αιχμ ές α π ό Κ οζάκους είχαν φ θά σ ει μάλιστα ως και δώ δεκα χιλ ιό μ ετρ α α πό το Ν τνιεπροπετρόβσκ.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
49
Ο Γερμανός διοικητής συγκέντρωσε βιαστικά τις διαθε'σιμες δυνάμεις του για μια αντεπίθεση. Μια αντεπίθεση όταν το θερμόμετρο έλεγε μεταξύ 35 και 40 βαθμών υπό το μηδέν! Είχαμε λίγες αμ φ ιβολίες γύρω απ ό το τι μας περίμενε όταν μια κατεπείγουσα διαταγή μας έθεσε σε κατάσταση συναγερμού. Τ ο ίδιο εκείνο βράδυ αντικατασταθήκαμε. Στις τέσσερις το πρω ί σερνόμασταν πίσω από τα κάρα μ ας μέσα στη μέση μ ιας φοβερής θύελλας που στροβίλιζε μ α νιασμένα το χιόνι, αφήνοντάς μας εντελώς τυφλούς. Βρισκόμασταν σε πλήρη άγνοια για τον προορισμό μας. Ωστόσο, η ώρα του α ί ματος και της δόξας είχε φθάσει.
Κοζάκοι Εάν θυμάμαι σωστά, ήταν 26 Ιανουαρίου του 1942. Δε γνωρίζαμε επακριβώ ς πόση πρόοδος είχε γίνει, είτε από τα σιβηριανά στρα τεύματα που γλιστρούσαν πάνω στα έλκηθρά τους με τα σκυλιά, είτε α πό τους Κοζάκους, τους έφ ιππ ο υ ς πάνω σε καλόβολα μικρά άλογα που άντεχαν στα π ά ντα. Ο εχθρός δε μπορεί να ήταν πολύ μακριά. Αυτό ήταν όλα όσα είχαμε καταφέρει να μάθουμε. Εμείς, οι απλοί στρατιώτες της γραμμής, γνωρίζαμε λίγα πράγματα, ούτε κι εγώ ήξερα κάτι περισσότερο από τους συντρόφους μου, καθότι ήμουν τό τε ένας απλός στρατιώτης που ζούσε αυστηρώς τη ζωή των στρατιωτών και μην έ χοντας την π α ρ α μ ικ ρ ή επ α φ ή με το ανώ τερο επ ίπ εδ ο τη ς ιερ α ρ χ ία ς του λόχου μου. Ο γνωστός μας αντικειμενικός σκοπός ήταν, για δεύτερη φορά, η περιοχή γύρω α π ό το Γ κ ρ ισ ίνο, εν το π ιζ ό μ εν η εξή ντα χ ιλ ιό μ ε τρ α β ο ρ ειο δ υ τικ ώ ς τη ς Τσερμπινόβκα. Αναμφίβολα θα βρισκόμασταν πλησίον των εχθρικών δυνάμεων στην διάρκεια ολόκληρης της πορείας μας. Για το πρώτο στάδιο, είχαμε διαταγές να κάνουμε κάποιες π α ρα κά μ ψ εις κατά περίσταση. Π ήρε τέσσερις ώ ρες για τη φάλαγγά μας να ετοιμασθεί για να εκκινήσει μέσα στη χιονοθύελλα. Δε μπορούσαμε να δούμε παραπάνω από δέκα μέτρα μπροστά μας. Ό τα ν φ θάσαμε οτην ύπαιθρο η θύελλα μας τυραννούσε α π ’ όλες τις μεριές. Ο δ ρ ό μ ο ς α ν εβ ο κ α τέβ α ιν ε κ α τά μ ή κ ο ς τω ν χα μ η λ ώ ν, α π ό το μ ω ν λόφω ν. Τ ραβούσαμε μαζί μας μερικά Stahlwagen, μεταλλικές άμαξες που ζύγιζαν εκα το ν τά δ ες κιλά, ε ξ α ιρ ε τ ικ έ ς για τις σ τρω τές ή α σ φ α λ το σ τρ ω μ έν ες οδο ύ ς τη ς Ευροιπης, αλλά εντελώς μη πρακτικές στο χιόνι και στον πάγο της στέππας. Οι ί διοι οι Ρώσσοι χω ρικοί χρησιμοποιούσαν μόνον έλκηθρα ή ξύλινα οχήματα, ελα φρά, με στενές, πολύ ψηλές ρόδες. Οι τεράστιες νεκροφόρες μας ρίχνονταν κρο ταλίζοντας με τρελλή ταχύτητα οτις κατηφοριές , παρά τα φρένα τους. Μ ερικά ά λογα τσαλαπατήθηκαν, μερικές άμαξες ανετράπησαν. Στις ανηφόρες έπρεπε να
50
A eon Ν τεγκρελ
σπρώχνουμε τα οχήματα, είκοσι άνδρες κάθε φορά. Μετά από λίγες ώρες αρκετά Stahlwagen ήταν κολλημένα ή αναποδογυρισμένα μέσα στο χιόνι κατά μήκος των απότομων μονοπατιών. Π αρά το ότι το πρώτο σκέλος της πορείας ήταν μόνο δώδεκα χιλιόμετρα σε μ ή κος, έπρ επε να μοχθούμε στη δ ιά ρ κ εια τη ς νύκτας. Δεν ήταν π α ρ ά στις έξι το ε πόμενο βράδυ που έφθασαν όλα μας τα εφόδια. Φ θάνοντας σε ένα χωριό, πέσα με πάνω σε τέσσερις σιβηριανοΰς στρατιώτες, τους οποίους ψονεύσαμε σε μια σύ ντομη αψ ιμαχία. £ Στις πέντε η ώρα το πρω ί ξαναπήραμε το δρόμο μας. Οι ανεμοστρόβιλοι του χιο νιού είχαν παυσει, αλλά ο πάγος είχε γίνει ακόμα πιο επίφοβος. Κατά τη νύκτα εί χε σκληρύνει στο λοφώδες μονοπάτι, που ήταν τόσο ολισθηρό κάτω από το χιόνι όσο μια πίστα πατινάζ. Τ α άλογα δεν μ π ορούσ α ν να προχω ρήσουν. Α ρκετά έ σπασαν τις οπλές τους. Τ ο μεσημέρι, είχαμε καλύψει λίγο περισσότερο α π ό ένα χιλιόμετρο. Μπροστά μας βρισκόταν μια απόμερη κοιλάδα, που η θύελλα είχε γεμίσει με α πίστευτες ποσότητες χιονιού. Ό λ ο το τάγμα μας έπρεπε να στρω θεί στη δουλειά σκάβοντας ένα διάδρομο πενήντα μέτρα μακρύ και τρία μέτρα βαθύ. Τραβώντας τα Stahlwagen μας επάνω στην απότομη πλαγιά ήταν ένα τρομακτικό εγχείρημα. Ό χ ι πριν τις εννέα η ώρα εκείνης της νύκτας δεν φ θάσαμε στη λοφοκορφή με το πρώτο από αυτά. Σε δεκαέξι ώρες είχαμε κάνει μόνο τρία χιλιόμετρα! Σταβλίσαμε τις ομάδες των αλόγων μας σε μια αποθήκη. Λίγοι άνδρες μόνο μπό ρεσαν να βρουν ένα μέρος δίπλα τους. Έ ν α ς χω ρικός μ ας πληροφ όρησε για την ύπαρξη ενός μικρού χωριού γύρω στα τέσσερα χιλιόμετρα μακριά, στην μια πλευ ρά μ ιας μικρής κοιλάδος. Β ρεθήκαμε πάλι πίσω στο δρ ό μ ο με το φεγγαρόφω ς. Στα πιο βαθιά του σημεία το χιόνι έφθανε μέχρι τις μέσες μας. Επιτέλους φ θάσα με σε κάποιες ίσμπες, τις αθλιότερες α π ' όσες είχαμε δει ποτέ. Στις δέκα η ώρα κατασταλάξαμε στην σκληρή, συνωστισμένη γη, στο μοναδικό δωμάτιο μιας από τις καλύβες, γεμάτης αμάχω ν που χω ρίς αμφιβολία είχαν κρυ φ θεί και περίμεναν τους Σιβηριανούς. Μια έγκυος κοπέλα, κόκκινη σαν αστακός, γύριζε από μουζίκο σε μουζίκο, υπό το φως μιας λά μπα ς πετρελαίου. Ή τ α ν ντυ μένη με μια μακριά πουκαμίσα μόνο, που έφθανε μέχρι τη μέση της. Κουβέντιαζε χυδαία, ασταμάτητα, συνεχίζοντας τη δουλειά του σπιτιού μέχρι που να ολοκλη ρω θεί το συγύρισμά της. Κατόπιν ανέβηκε αδέξια πίσω στην κορυφή της πυροστιάς της και έκανε κάποια μεγαλόφωνα σχόλια, αλλά οι άνδρες με την δουλειά τους καμωμένη, ροχάλιζαν ή δη. Η μπόχα σε αρρώοταινε. Στις έξι το πρωί, επιστρέφοντας στα κάρα μας, βουλιάξαμε ξανά στο χιόνι. Από την κορυφή του υψ ιπέδου μπορούσαμε να δούμε το λόχο που είχε κολλήσει την
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
51
προηγούμενη νΰκτα, να κοπιάζει σιω πηλά σπρώ χνοντας τα μεταλλικά του ο χή ματα. Η αναρρίχηση θα κρατούσε σίγουρα ως τα μεσάνυκτα. Στάλθηκα σε περιπολία, σε αναζήτηση ενός μέρους για στρατωνισμό, προς την κατεύθυνση ενός σοβχόζ που μας είχε υποδειχθεί, κάπου τέσσερα ή πέντε χιλιό μετρα οτα ανατολικά. Φύγαμε στις τρεις η ώρα, χρησιμοποιώντας μια τρόικα που είχαμε βρει στην αποθήκη. Τ ο σοβχόζ ήταν όντως εκεί, βρίθοντας από μουζίκους. Ο χώ ρος διαβίω σης, με το πανταχού πα ρ όν χω μάτινο πάτω μα, ήταν κατακλυσμένος απ ό νεαρά μ ο σ χά ρια που έβρισκαν καταφύγιο κοντά στην οικογενειακή εστία, μακριά από το κρύο. Καθώς το γνωστό δοχείο νυκτός έφθανε πάντα πολύ αργά, εκείνα κατέβρεχαν συ νεχώς το έδαφος. Αυτό δημιουργούσε ακόμα μια μυρωδιά. Έ ν α ς από τους συντρόφους μου έφυγε ξανά με το έλκηθρο, προκειμένου να κα θοδηγήσει τους στρατιώτες. Τ ο μέλος του α ποσπάσ ματος που έμεινε με μένα ή ταν ένας μεταλλωρύχος από το Μ παρινάζ 4 με μια παχιά, τραγουδιστή προφ ορά και με ένα μικρό όνομα και επίθετο υπενθιμιστικά της επικής ποιήσεως: Αχιλλεύς Ρολάντ. Οι πολίτες διατήρησαν την ψ υχραιμ ία τους. Λίγα σοβιετικά αεροσκάφη πέταξαν πάνω α π ό το σοβχόζ, ρίχνοντας πρ ο κ η ρ ύ ξεις που ανήγγειλαν την ε π ι κείμενη ά φ ιξη του Κόκκινου Στρατού. Ο ι ντόπιοι μ ας ερευνούσαν την κορυφογραμμή και τον ουρανό. Γύρω στις δύο το απομ εσήμερο, οι σιλουέττες αρκετών ιππέω ν μπορούσαν να ειδωθούν. Ο ι μουζίκοι αντήλλασσαν σύντομες, αντιληπτές ματιές. Μ ας εξέταζαν βιαστικά, ύπουλα, μέσα από μισοκλεισμένα αμυγδαλόσχημα μάτια. & Στις τέσσερις το απόγευμα κανείς από τους συντρόφους μας δεν είχε φθάσει. Π ερ ιμ ένα μ ε να δούμε τους Κ οζάκους να ξεπετά γο ντα ι α π ό την κάλυψή τους στην άκρη του αγροκτήματος. Είχα στήσει το πολυβόλο μου οτο πέρασμα της ει σόδου. Τ ο όπλο θα έκανε κάποια ζημιά. Φ ορούσαμε σειρές από χειροβομβίδες στις ζώνες μας, με τις οποίες μπορούσαμε ν’ αποκαταστήσουμε στα γρήγορα την ηρεμία πίσω μας, εάν οι μουζίκοι του σοβχόζ προσπαθούσαν να μας επιτεθούν. Π α ρ έ μ εν α ν σ ιω π η λ ο ί, π ά ρ α πολύ εν τυ π ω σ ια σ μ έν ο ι. Έ ν α ό μ ο ρ φ ο ν εα ρ ό Ουκρανό κορίτσι, που γνώριζε κάποιες λέξεις γερμανικών, είχε συνταχθεί με μας. Ή τ α ν δεκαέξι ετών, με όμ ορφ α μαλλιά με καστανόχρυσες ανταύγειες σ’ αυτά. Είχε παρακολουθήσει τις κινήσεις του αποσπάσματος μας και μας έδωσε κρυφά κάποια ενθαρρυντικά βλέμματα. Μ ας είχε γενναιόδω ρα τοποθετήσει στο ίδιο ε πίπεδο της πυροστιάς όπω ς και των μικρών μοσχαριώ ν της οικογένειας και μας προσέφερε, όπως και σε εκείνα, ένα παχύ γάλα, απαλό σαν το δέρμα της. Έ ξω , η θύελλα είχε αρχίσει να ουρλιάζει ξανά. Κ άπου-κάπου πήγαινα να ε π ι θεωρήσω την περιοχή με τη χειροβομβίδα στο χέρι. Φαινόταν καθαρά πως οι σύ ντροφοί μας δεν θα μπορούσαν πια να προχωρήσουν ως τις θέσεις μας. Εξάλλου,
52
A eo n Ν τεγκ ρελ
που βρίσκονταν; Είχαν παρεκκλίνει της δια τα γή ς τους α πό μια επίθεση των Κοζάκων ή του σιβηριανοΰ πεζικού στο υψίπεδο όπου κοπιαστικά έσερναν τα με ταλλικά τους οχήματα; Η νύκτα έπεσε. Επτά η ώρα. Οκτώ η ώρα. Κανείς δεν ήλθε. Οι μουζίκοι ακόμα περίμεναν. Καταφανώς, θα τους είχε αρέσει πάρα πολΰ να μας κόψουν τους λαι μούς, αλλά οι ταινίες των φυσιγγίων που τροφοδοτούσαν το πολυβόλο μας τους α ποθάρρυναν. Τελικά ξάπλωσαν στο έδαφος ανάμεοα στα νεαρά ζώα, η κατσαρό λα σε απόσταση επαφής. Ο άνεμος ούρλιαζε και μ’ έναν κρότο άνοιξε απότομα την ξύλινη πόρτα που ο δηγούσε στο διάδρομο, ρίχνοντας σωρούς χιονιού επάνω μας. Αναρωτιόμασταν τι θα συνέβαινε όταν θα σηκωνόμασταν. Σαν τελευταία λύση ο σύντροφός μου αποφάσισε να κάνει αναγνώριση προς την κατεύθυνση του λόχου μας. Μέσα στο σκοτάδι το ρολόι μου έμοιαζε να δείχνει 5:00 π.μ. ο ατρόμητος Αχιλλεύς εξαφανίσθηκε μέσα στη θύελλα. Επανεμφανίσθηκε σε μια ώρα, μεταμορφωμένος σ’ έναν Άγιο Βασίλη κάτω α πό ένα κυβικό μέτρο χιονιού. ΓΙεριπλανηθείς μέσα στην κοσμοχαλασιά, είχε περ πατήσει παραπαίοντας δίχως βοήθεια δια μέσου του χιονιού. "Είσαι αρκετά σί γουρος για την ώρα;" ρώτησε. "Είναι σκοτάδι ακόμα εκεί έξω". Κοιτάξαμε. Ή ταν μόνο 1:30το πρωί! Είχαμε μπερδέψει το 5:00 και το 12:25.0 πτωχός ο Αχιλλεύς ξε 4 )ύσησε, μετά πήγε να ζεσταθεί λιγάκι κολλητά στην από ξε ραμένη λάσπη πυροστιά. Εκεί, ξαπλωμένοι κοντά στο πολυβόλο, περιμέναμε για την πραγματική αυγή της ημέρας. Ή λθε, μα δεν ήλθε τίποτε άλλο. Η θύελλα ήταν τόσο εξωπραγματική που δεν μπορούσαμε πια να φαντασθούμε πως οι πεζικάριοι θα ήταν ακόμα ικανοί να μας συναντήσουν. Μια ημέρα πέραοε, δυο ημέρες πέρασαν. Ό ταν η μανία της στέππας ηρέμησε, οι Κοζάκοι μπορούσαν ν’ αποκόψουν το δρόμο. Ξαφνικά, στις έν δεκα το πρωί, ένα έλκηθρο εμφανίσθηκε απότομα μπροστά στην πόρτα, τινάζο ντας χιόνι ψηλά ως την καλαμοσκεπή. Έ νας Βαλλόνος υπαξιωματικός, ο πρώην κηπουρός μου οτις Βρυξέλλες, είχε επελάσει μέσα από τη θύελλα πίσω από τέσ σερα άλογα τα οποία είχε ψοφήσει στο μαστίγωμα. Το ένα άλογο εξέπνευσε με το που έφθασε στο αγρόκτημα. Επαναπροσαρμόζονταςτα ηνία, ξεκινήσαμε η ομάδα με καλπασμό. Οι Ρώσσοι, παρά το χιόνι που σφύριζε, είχαν καταφθάσει τρεχάτοι ως το κατώφλι του σοβχόζ, τα μάτια τους να λάμπουν. Αλλά η μικρή, όμορφη Ουκρανή κοπέλα, πίσω από τις πλάτες εκείνων των ελεεινών, μας έστειλε συνεσταλμένα ένα φιλί. Εκείνο άξιζε δέ κα τέτοιες περιπέτειες. Μια ώρα αργότερα επανενταχθήκαμε στο απόσπασμά μας, εγκλωβισμένο α κόμα στην κορυφή του λόφου! Ό ταν ένας άνδρας προσπάθησε να ξεπεράσειτη γυμνή κορυφή, βρήκε τον εαυτό του βροντηγμένο στο έδαφος από την θύελλα. Οι άνδρες είχαν όλοι μαζευθεί δίπλα-δίπλα οτον αχυρώνα, κολλητά στα άλογα, όλοι
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α να το λ α ς
53
τους παγωμένοι το ίδιο. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο να κάνουν. Ή τα ν υποχρεωτικό το να περιμένουμε. Η στέππα ήταν δυνατότερη από εμάς. Περιμέναμε. & Το επόμενο πρωινό ο άνεμος κόπασε και στείλαμε αρκετές διμοιρίες έξω στο δρόμο. Έ να μέτρο χιονιού σκέπαζε τη γη, αλλά δεν μπορούσαμε να μείνουμε άλ λο εκεί που ήμασταν. Η φάλαγγά μας συντασαόταν για αναχώρηση όταν γκρίζα σημαδάκια εμφανί σθηκαν στον ορίζοντα. Μισή ώρα αργότερα μας προσέγγισε μια ασυνήθιστη πο μπή: ο διοικητής μας, ερχόμενος να μας συναντήσει, είχε, από την προηγούμενη νύκτα, ωθήσει μπροστά του εκατόν ογδόντα Ρώσσους. Χρησιμοποιώντας τα φτυά ρια τους είχαν διαμορφώσει ένα πέρασμα μέσα από τον εκτεταμένο ωκεανό της στέππας. Με τα μέσα αυτά κατορθώσαμε να καλύψουμε είκοσι χιλιόμετρα, χρη σιμοποιώντας τις ξιφολόγχες μας για να θραύσουμε τους σωρούς του χιονιού που σχηματίζονταν συνεχώς κάτω από τις μπότες μας. Με την αυγή είχαμε σχηματί σει ένα δ ιά δ ρ ο μ ο βάθους τεσσάρω ν μέτρων, σε ένα μέρος που λεγόταν Εκονομίσκογιε. Εκεί δεν ξεκουρασθήκαμε σχεδόν καθόλου: τα μεσάνυκτα εντοπίσθηκαν τρια κόσιοι Κοζάκοι. Αναγκασθήκαμε να λάβουμε τις θέσεις μας μέσα στο χιόνι, στα πόδια ενός θαυμάσιου μύλου, τα μεγάλα μαύρα φτερά του να γυαλίζουν στο φεγγαρόφως. Η στέππα ήταν μια γαλαζόλευκη έκταση σπινθηριζόντων κρυστάλλων. Εκατομμύρια αστεριών φώτιζαν τη νύκτα. Σχημάτιζαν μια απαλή γραμμή που κυ μάτιζε κατά μήκος του ουρανού. Ή ταν τόσο όμορφα που σχεδόν ξεχάοαμε το ψύ χος που περόνιαζε τα κορμιά μας με τα βέλη του. Το μεσημέρι, αφού είχαμε καλύψει περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα, εισήλθαμε στο Γκρισίνο. Για αρκετές ημέρες η πολίχνη είχε υποστεί αεροπορικό βομβαρδισμό τέτοιου είδους που ποτέ πριν δεν είχαν πραγματοποιήσει οι Ρώσσοι. Ό λα τα τετράγωνα είχαν διαλυθεί σε κομματάκια. Κοζάκοι και Σιβηριανοί ήταν προ των πυλών της μικρής πόλεως. Εάν την κατελάμβαναν, ένας από τους μεγαλύτερους οδικούς και σιδηροδρομικούς κόμβους του Ντονιέτς θα χανόταν. Έ πρεπε να προετοιμασθούμε για την επερχόμενη μάχη. Στρατωνισθήκαμε σε μια σχολική αίθουσα, της οποίας μόνο ένα παράθυρο παρέμενε άθικτο. Οι δύο λεπτές κουβέρτες που ο καθένας από εμάς κουβαλούσε, παρείχαν μικρή προστα σία απέναντι στις θερμοκρασίες των σαράντα βαθμών υπό το μηδέν. Κανείς δε μπορεί να φαντασθεί πως ήταν, σε τέτοιο κρύο, να βρίσκεσαι μέσα σε ένα τελείως ανοικτό κτίριο. Ή τα ν αδύνατον σε μας να κοιμηθούμε για ένα λεπτό. Ή ταν αδύνατον και το να μείνουμε καθιστοί ακόμα. Π αρ’ όλα αυτά μας έμεινε λίγος χρόνος για να φιλοσοφήσουμε γύρω από τις δυ-
54
A eo n Ν τεγκ ρελ
ατυχίες μας. Στις μία η ώρα το πρωί μας συνέταξαν σε λόχους: εγειρόμασταν για την αντεπίθεση.
Ρόζα Λοΰξεμπουργκ Ο Χειμώνας του 1941 -1942 ήταν ο τρομερότερος χειμώνας που είχε περάσει η Ρωσσία για 150 χρόνια. Έ νας αριθμός γερμανικών μονάδων, στρατωνισμένων σε σχετικά ήρεμους το μείς, προσάρμοσαν τους εαυτοΰς τους όσο καλύτερα μπορούσαν σε εκείνες τις φο βερά ψυχρές θερμοκρασίες και στην έλλειψη γούνινων ενδυμάτων. Άλλες μονά δες δέχθηκαν βίαια πλήγματα όταν βρέθηκαν στο μονοπάτι αποπειρωμένων δια σπάσεων. Επέζησαν δια μέσου κάποιων εκπληκτικών Οδυσσειών, συχνά απο κομμένες, αντιοτεκόμενες σε μικρές ομάδες, οδηγώντας ηρωικές αντεπιθέσεις που διαρκούσαν για εβδομάδες. Ο τομέας του Ντονιέτς ήταν ένας από τους σκληρότερα διαφιλονικούμενους. Εκεί οι Σοβιετικοί έριξαν εναντίον μας εξαιρετικά στρατεύματα, δημιουργώντας μια βαθιά διείσδυση. Αυτή αναχαιτίσθηκε, κατόπιν απωθήθηκε, μόνο με το κό στος εξαντλητικών προσπαθειών. Αλλά ένας μεγάλος θύλακος παρέμεινε στο μέ σον του Ντονιέτς. Θα εξαλειφόταν μόνον στα τέλη του Μαϊου του 1942, τον καιρό της μάχης του Χαρκόβου. Στις αρχές του Φεβρουάριου του 1942 η κρίση έφθασε στην κορύφωσή της. Οι Ρώσσοι είχαν προελάσει μέχρι εντός ολίγων χιλιομέτρων από τον Δνείπερο. Η γερ μανική αντεπίθεση έπρεπε να εκτελεσθεί με ορμητική ενεργητικότητα. Έτσι έγινε. Η Ανωτάτη Διοίκηση έφερε ταχέως τα στρατεύματα της στην έφοδο με κάθε μέ σον μεταφοράς που είχε στη διάθεσή της. Ή τ α ν αρκετά περ ιο ρ ισ μ ένο ι οι τρ ό π ο ι για να τα ξιδ έψ εις εκείνον το Φεβρουάριο, ωστόσο. Έ τσι ήταν που, στις 13 Φεβρουάριου, φύγαμε για μάχη μέσα σε αρκετά σιδη ροδρομικά βαγόνια που εσύροντο από έναν εκχιονιστήρα. Το χιόνι ήταν τόσο βα θύ που επιβράδυνε την προώθησή μας. Τουλάχιστο, η σιδηροδρομική γραμμή δεν είχε ανατιναχθεί. Ακολουθούσαμε τον εχθρό, συρόμενοι προς τα εμπρός μέ σα σε βαγόνια για ζώα! 2 Για εφόδια δόθηκε στον καθένα μας ένα μεγάλο, στρογγυλό καρβέλι ψωμιού το οποίο σφηνώσαμε, όσο πιο καλά μπορούσαμε, στα σακκίδιά μας ή πάνω στα στή θη μας. Έ πρεπε να κουβαλήσουμε όλα τα γήινα αγαθά μας, συμπεριλαμβανομέ νων των όπλων και πυρομαχικών, στις πλάτες μας. Ούτε άλογα, ούτε άμαξες μπο ρούσαν να μας συνοδεύσουν, ούτε μπορούσαμε να προσδοκούμε σε ζεστά γεύμα τα. Δε φέραμε τίποτα παραπάνω απ’ όσα μπορούσαμε να κουβαλήσουμε στις ρά
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α το α α ς
55
χες μας. Για έναν πολυβολητή όπως εγώ, αυτό οήμαινε ένα φόρτο άνω των σαρά ντα κιλών, εκ των οποίων τα τριάντα ήταν για το πολυβόλο και τα κιβώτια των φυ σιγγίων. Το να πάρει μπρος ο εκχιονιστήρας και μετά να προχωρήσει είκοσι χιλιόμετρα, πήρε δεκατέσσερις ώρες. Τα οχήματα, φυσικά, δε θερμαίνονταν. Το πάτωμα ή ταν γυμνό σα βράχος. Το κρΰο εντάθηκε, το πρωινό εκείνο ήταν 42 βαθμοί υπό το μηδέν. Σαράντα δυο βαθμοί! Προκειμένου να μην υποκύψουμε στο ψύχος ήμα σταν αναγκασμένοι να τρέχουμε συνεχούς, ο ένας πίσω από τον άλλον, μέσα στο βαγόνι. Βρισκόμασταν όλοι κοντά στην εξάντληση με το να κάνουμε για αρκετές ώρες αυτόν το γελοίο χορό, ωστόσο οι ζωές μας εξαρτιόνταν από αυτόν. Έ νας από τους συντρόφους μας, εξουθενωμένος, εγκατέλειψε τον αγώνα δρόμου. Ξάπλωσε σε μια γωνιά. Νομίζοντας πως κοιμάται τον ταρακουνήσαμε, ήταν παγωμένος. Σε μια στάση μπορέσαμε να μαζέψουμε κάμποσο χιόνι. Τον τρίψαμε με αυτό από την κορυφή ως τα νύχια για πενήντα λεπτά. Τότε επανήλθε λίγο στη ζωή, αφήνο ντας ένα φοβερό βογκητό, όπως μια αγελάδα που τη σφάζουν. Εγκλείσθηκε σε έ να νοσοκομείο για ενάμιση χρόνο, ξεδοντιασμένος σα μυρμηγκοφάγος. Η ατμομηχανή παραμέριζε βίαια μάζες χιονιού πάνω από δυο μέτρα ψηλές. Τ ελικά σταματήσαμε μπροστά σ’ ένα συμπαγή τοίχο πάγου, αδιαπέραστο. Εξάλλου, οι Μπολσεβίκοι ήταν μόνον τρία χιλιόμετρα μακριά. Ό ταν πηδήξαμε έξω στη στέππα, πιστεύαμε πως επρόκειτο να πεθάνουμε όλοι. Οι ανεμοθύελλες μας ρ ά π ιζα ν στο πρόσω πο, θέτοντάς μ ας εκτός μάχης. Αξιωματικοί και οπλίτες έπεσαν στο χιόνι. Τα πρόσωπα αρκετών από τους άνδρες μας ήταν φρικτά: κηλιδωμένα, βυσσινί, μάτια κατακόκκινα. Δεν μπορούσα να χαστουκίσω το μάγουλό μου, το οποίο πά γωσε ακαριαία, διότι τα χέρια μου ήταν απασχολημένα κρατώντας γερά το πολυ βόλο μου, κουτιά πυρομαχικών και ταινίες φυσιγγίων. Άλλοι υπέφεραν από κρυο παγήματα ποδιών, που αργότερα αποσυνετέθησαν σε μακριές, μαυριδερές λου ρίδες. Τα αυτιά κάποιων ανδρών πάγωσαν, μοιάζοντας γρήγορα με μεγάλα βερί κοκα, από τα οποία έρεε ένα πορτοκαλί πύο. Οι ατυχέστεροι των συντρόφων μας ήταν εκείνοι των οποίων είχαν παγώσει τα γεννητικά τους όργανα. Ανομολόγητο βασανιστήριο για εκείνα τα κακομοίρα πα λικάρια. Τραβιόνταν από νοσοκομείο σε νοσοκομείο κατά τη διάρκεια όλου του πολέμου, τελείως μάταια. Η σάρκα, φοβερά πρησμένη, είχε καεί σε βάθος στη διάρκεια εκείνου του απαίσιου απογεύματος. Τ ο χωριό που ήταν να καταληφθεί βρισκόταν μπροστά μας. Έ φ ερε το όνομα της διάσημης Ιουδαίας πολιτικής προσωπικότητος από το Βερολίνο, της Ρόζας Λούξεμπουργκ5. Οι Ρώσσοι πρέπει να κρύωναν όσο κι εμείς, διότι από τη στιγμή που πλησιάσαμε μάζεψαν τα υπάρχοντά τους χωρίς να μας ζητήσουν μακρόσυρτες εξηγήσεις. Υποστήκαμε μόνον έναν νεκρό, το νεώτερο εθελοντή μας, ηλικίας
56
A eo n Ν τεγκ ρελ
16 ετών, που δέχθηκε μια βολή πολυβόλου στο κέντρο της κοιλιάς του. Στις πέντε η ώρα κατείχαμε τις πρώτες ίσμπες, ενώ ένας τεράστιος ήλιος, λαμπροκόκκινος, εμφανίσθηκε ξαφνικά στα δυτικά και βυθίσθηκε αμέσως σιην στροβιλιζόμενη στέππα. £ "Ηταν απαραίτητο να οτήσουμε ένα στρατόπεδο όσο πιο καλά μπορούσαμε. Η ομάδα μου κατείχε δύο ίσμπες που ήταν σκέτα καλύβια. Η μία από αυτές κατοικούνταν από δύο γυναίκες και επτά παιδιά. Τα πιτσιρίκια αφόδευαν στο μέσον του δωματίου, κατευθείαν στο έδαφος. Οι μητέρες, συνηθισμένες, θα έσπρωχναν τα περιττώματα άκρη-άκρη στον τοίχο από λάσπη, ύστερα θα μάζευαν κάμποσες χούφτες ηλιόσπορου από την πυροστιά, μασώντας τους και φτύνοντας ακούρα στα. Περάσαμε το δεύτερο μισό της νύκτας στη στέππα, στις θέσεις επιφυλακής μας. Μια επιθετική επιστροφή των Ρώσσων ήταν πιθανή. Πως θα αντιδρούσαμε; Το πολυβόλο ήταν εντελώς κολλημένο από τον πάγο που σχηματιζόταν στους 40 βαθ μούς υπό το μηδέν. Δεν υπήρχε πια κανένας τρόπος να κάνουμε οποιοδήποτε α πό τα πολυβόλα όπλα μας να λειτουργήσει. Η μόνη πιθανή άμυνα που απέμενε ή ταν η μάχη εξ επαφής με μαχαίρια και χειροβομβίδες. Στις έξι η ώρα το πρωί υψώθηκε μια εκτυφλωτική αυγή, εξαπλούμενη από άκρη σε άκρη του ουρανού: χρυοή, πορτοκαλιά, πορφυρή, πορφυρή με κάποια απαλά μοβ περιγεγραμμένα με καθαρό ασήμι. Καθώς κοιτούσαμε τον ουρανό με εκ στατικά μάτια σ’ εκείνον τον πίνακα που σου έκοβε την ανάσα, η βιολετί ανταμοι βή του Σέλαος να διακοσμεί με γιρλάντες υπεράνω της άδειας στέππας, παραμέ ρισα τα βάσανά μου και ένιωσα αγάπη! Το σημαντικότερο πράγμα είναι το κάλ λος, με οποιοδήποτε κόστος! Είδα, από πάνω μου, τα ομορφότερα φώτα του κό σμου. Είχα κάποτε μελετήσει τον ουρανό στην Αθήνα, το συναίσθημά μου, η ευ χαρίστησή μου ήταν ακόμα μεγαλύτερα καθώς ατένιζα την υπερβολική πολυτέ λεια και διαύγεια εκείνου του ρωσσικού ουρανού. Η μύτη μου ήταν παγωμένη. Το μάγουλό μου ήταν παγωμένο. Το πολυβόλο μου ήταν όλο πάγος. Αλλά όλες μου οι αισθήσεις φλέγονταν. Σ’ εκείνη την πολύχρωμη αυγή στο Ρόζα Λούξεμπουργκ ή μουν ευτυχέστερος α π ’ όσο ο Αλκιβιάδης που κοιτούσε την σκουρόκρασση θά λασσα από το ύψος των πλατωμάτων της Ακροπόλεως. Δύο ημέρες αργότερα, μια νέα εκτίναξη προς τα ανατολικά. Το κρύο ήταν πεσμένο, αλλά ένα κοκκινωπό πύο έτρεχε από τα πρόσωπά μας, τα οποία ήταν σκασμένα από την παγωνιά. Οι στρατιώτες κινήθηκαν κατά μήκος δύο λόφων, πολύ απομακρυσμένων ο έ νας από τον άλλον, ανεπτυγμένοι με τον τρόπο των στρατιών του Λουδοβίκου του 15ου. Ή ταν ένα ωραίο θέαμα. Μπροστά μας τα πάντσερ διέσπασαν τις θέσεις των Σοβιετικών. Η προώθηση ήταν εύκολη.
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α τ ο λ α ς
57
Κάναμε μια «τάση σε ένα χωριό, βρώμικο όσο και τα άλλα, αλλά κατοικούμενο από μια φάρα τσιγγάνων. Οι γυναίκες, κουρνιασμένες πάνω στην πυροστιά της ί σμπας, τα πόδια τους σταυρωμένα κατά τον τουρκικό τρόπο, ρουφούσαν σιωπη λά από μακριές πίπες, είχαν μαΰρο μαλλί, σχεδόν κυανό, κουρελιασμένα, ευτελή πανωφόρια και έφτυναν με εκδικητικότητα. Την επόμενη μέρα φθάσαμε στην πολίχνη του Μπλαγκοντάτς, όπου μια σφο δρή μάχη της εμπροσθοφυλακής είχε μισοτελειώσει. Ακριβώς μπροστά μας, το απόθεμα πυρομαχικών ενός σοβιετικού πυροβόλου είχε δεχθεί μια απευθείας βο λή. Έ να γυμνό πτώμα κειτόταν εκεί, ακέφαλο. Στη θέση του λαιμού του υπήρχε μια μεγάλη, μαυριδερή, ξεσχισμένη τρύπα. Το λίπος από τους μηρούς είχε καεί, ανοίγοντας μακριές, λευκές ρωγμές. Κοίταξα τριγύρω για το κεφάλι του κορμού. Ξάφνου είδα, κολλημένο σε μια με ταλλική πλάκα, μια ασυνήθιστη ανθρώπινη μάσκα. Η έκρηξη είχε αφαιρέσειτο δέρμα του κεφαλιού του φτωχοδιαβόλου, ξεκολλώντας το δέρμα, τα μάτια και μια τούφα μαλλιών από το πρόσωπό του. Το τρομερό κρύο είχε αμέσως καταψύξει τη φρικτή μάσκα, η οποία είχε διατηρήσει το ακριβές της σχήμα και χρώμα: τα μά τια, πολύ γαλάζια, ατένιζαν ίσια μπροστά. Η τούφα των ξανθών μαλλιών τρεμόπαιζε στον αέρα. Ή τα ν τόσο αληθινή που σχεδόν ξεφώνισα από φόβο. Λίγοι Γερμανοί είχαν κατορθώσει να περάσουν δια της βίας, πυροβολώντας με βαρέα πολυβόλα, εντός του χωριού. Οι Ρώσσοι τους είχαν πολεμήσει, εξαπολύοντας μια αντεπίθεση από τρεις μεριές με μιας, σαν παιδιά. Κάμποσοι θαυμάσιοι Κοζάκοι είχαν επελάσει από την μια πλευρά, ντυμένοι με έξοχες γαλάζιες στολές, ανεμίζοντας τις σπάθες τους με τις αετολαβές. Μπήκαν καλπάζοντας, καθισμένοι περήφανα πάνω στις καμωμένες από αλουμίνιο και ιτιά σέλλες των ευκίνητων α λόγων τους. Ό λοι τους θερίσθηκαν ανελέητα. Τ α άλογα έπεσαν νεκρά, τα μ προ στινά τους ποδάρια γυρισμένα από κάτω τους, οι καλοφτιαγμένοι Κοζάκοι κύλη σαν στο χιόνι προς όλες τις κατευθύνσεις ή κοκκάλωσαν από το κρύο πάνω στις σέλλες τους, ενωμένοι στο θάνατο με τα υποζύγιά τους. Τ ο σ ιβηριανό πεζικό είχε ορμ ήσ ει στην επίθεσ η τόσο αφελώ ς όσο και οι Κοζάκοι, εφορμώντας κατηφορικά από δύο λόφους και μετά διασχίζοντας τη στέππα. Κανείς δεν μπόρεσε να φθάσει κοντύτερα των τριάντα μέτρων από τα σπί τια. Τ α κορμιά αρκετών εκατοντάδων Σιβηριανών κείτονταν σκορπισμένα στο χιόνι. Ό λοι τους ήταν έξοχα εφοδιασμένοι, ντυμένοι με χοντρά φανελένια εσώ ρουχα αμερικανικής κατασκευής, κάτο) από μια λεπτή στολή, η οποία με την σει ρά της καλυπτόταν από μια βαριά βαμβακερή στολή, ένα μανδύα και ένα λευκό πανωφόρι. Είχαν εξοπλισθεί καλά κατά του ψύχους, τουλάχιστον. Ή ταν σχεδόν όλοι Ασιάτες, με μαλλί τόσο πυκνό όσο και οι σκληρές τρίχες ενός αγριογούρουνου. Η παγωνιά τους είχε συντηρήσει την ίδια την στιγμή που έπε σαν. Έ νας τους είχε το ένα μάτι βγαλμένο από την κόγχη του από μια σφαίρα που
58
A eo n Ν τεγκ ρελ
είχε εισέλθει στο κέντρο του μετώπου του. Τ ο μάτι είχε παγώσει ακαριαία. Είχε κινηθεί προςτα εμπρός, σε μήκος ενός δακτύλου, κάτω από το τόξο ενός φρυδι ού, σαν ένα τρομακτικό οπτικό εργαλείο. Η κόρη μας ατένιζε, τόσο ζωντανή όσο και αν ο Μογγόλος ανέπνεε ακόμα. Τα μάτια των νεκρών, σε εκείνες τις 40 υπό το μηδέν παγωνιές, διατηρούσαν μια εντυπωσιακή οξύτητα. & Το χωριό βρισκόταν σε μια αξιολύπητη κατάσταση. Περάσαμε τη νύκτα ανά μεσα σε νεαρά οικόσιτα ζωντανά που είχαν ξεφύγει της σφαγής. Στα δωμάτιά μας, παράλληλα με ένα μικρό μοσχάρι και κάμποσες κόττες, υπήρχε μια δωδεκάδα καλόβολων περιστεριών που γουργούριζαν, αδιάφορα στα βάσανα του ανθρωπί νου είδους. Ό ταν σηκωθήκαμε μια νέα έκπληξη μας περίμενε: η τήξη (του χιονιού)! Πλήρης τήξη! Το χωριό τσαλαβουτούσε σε περίπου είκοσι εκατοστά νερού. Ο πεζικάριος μάχεται σε όλα τα είδη καιρού. Ξεκινήσαμε πάλι προς τον εχθρό αν τω μέσω πτωμάτων που έπλεαν στους δρόμους, σαν καράβια που παρασύρθη καν.
Τήξη και Πάγωμα Οι ρωσσικές τήξεις λαμβάνουν χώρα με ασυνήθιστη ταχύτητα. Στις αρχές του Φεβρουάριου του 1942 ήταν 42 βαθμοί υπό το μηδέν. Τέσσερις ημέρες αργότερα οι δρόμοι ήταν ποτάμια βάθους τριάντα εκατοστών. Ανεβήκαμε, με μεγάλη δυσκολία, ένα λόφο γεμάτο πτώματα πέρα από τον οποίο ο δρόμος που έβγαζε από το Μπλαγκοντάτς οδηγούσε ανατολικά. Πίσω μας τρα βούσαμε μερικά έλκηθρα που είχαμε βρει στις ίσμπες, συρόμενα από αρκετά γέ ρικα άλογα που είχαμε βρει να περιπλανώνται στα χιονισμένα χωράφια. Δεν εί χαμε χάμουρα, ούτε λουριά, ούτε καπίστρια. Ζέψαμετα ζώα με υλικό από κόκκι να τηλεφωνικά σύρματα που έσπασαν εκατοντάδες φορές και επιδιορθώθηκαν άλλες τόσες. Προσπεράσαμε ένα έλκηθρο του οποίου τα άλογα και ο οδηγός είχαν φονευθεί από την ίδια έκρηξη: ο στρατιώτης, ένας σωματώδης Μογγόλος με χροιά επιδερμίδος στο καφέ του καρυδιού, αρκετά άκαμπτος, ατένιζε τον δρόμο από κόγχες δίχως μάτια. Παραδίπλα του έστεκε μια μεγάλη πράσινη φιάλη, γεμάτη με άνετα εννέα κιλά τοματοχυμού. Τα άλογα και ο Μογγόλος ήταν χωρίς ζωή, το μπουκάλι ήταν άθικτο. Καθώς πορευόμασταν κατηφορίζοντας πάλι τον λόφο, βρεθήκαμε στην μέση μιας πλημμύρας. Το χιόνι των πεδιάδων έλιωνε, με το νερό να ξεχειλίζει μέσα α πό χιλιάδες μικρά κανάλια που χύνονταν στον δρόμο. Ο πάγος αρνιόταν να λιώ σει, έτσι το νερό υψωνόταν όλο και ψηλότερα. Προχωρήσαμε δια μέσου εκείνων
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α το λ α ς
59
των παγερών ποταμιών, μουσκεμένοι ως τα γόνατα. Σταματήσαμε για να περάσουμε τη νΰκτα σε ένα μικρό χωριουδάκι, αποτελούμενο από δυο ίσμπες ακριβώς. Ογδόντα Κροάτες εθελοντές ήταν στριμωγμένοι στο μοναδικό δωμάτιο της κάθε ίσμπας, ώμο με ώμο, δίχως καν χώρο να καθίσουν. Ή τα ν αδύνατον για ένα άτομο ακόμα να μπει σε εκείνα τα δυο κονικλοτροφεία με τα ανθρώπινα κουνέλια. Τα δυο μικρά χοιροστάσια ήταν κατά τον ίδιο τρόπο παραγεμισμένα με μια μάζα ξεπαγιασμένων στρατιωτών, ανήμπορων να στε γνώσουν. Το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να σκαρφαλώσουμε πάνω σιην αχυρένια σοφίτα, στον μικρό χώρο που χώριζε την οροφή από την καλαμοσκεπή. Στην κορυφή της στέγης αυτός ο χώρος ήταν ένα μέτρο ψηλός. Έ πρ επ ε να κινη θούμε εκατοστό με εκατοστό από δοκάρι σε δοκάρι, με κάποιον κίνδυνο να πέ σουμε μέσα από την οροφή από ξεραμένη λάσπη πάνω στις πλάτες των ογδόντα Κροατών από κάτω. Περισσότεροι των εκατό από εμάς συρθήκαμε πέρα στις γω νίες της στέγης και υστέρα βολευτήκαμε κουρνιασμένοι φύρδην-μίγδην σε εκεί νες τις σκοτεινές τρύπες. Ή ταν απαραίτητο να μείνουμε κουλουριασμένοι, ορθοί ή ζαρωμένοι κάτω. Αυτή η στάση ήταν εξαντλητική. Τ α πόδια μας ήταν παγωμέ να, οι βαριές μας μπότες γεμάτες παγωμένο νερό. Από το πρωί δεν είχαμε φάει το παραμικρό εκτός από ένα κομμάτι από το παλιό στρατιωτικό μας ψωμί, και αν. Πολλοί δεν είχαν πια οΰτε καν την κόρα. $ Στις εννέα η ώρα τη νΰκτα εκείνη, ένα ηλεκτρικό φως έλαμψε δια μέσου της πόρ τας της καταπακτής από την κορυφή μιας μικρής σκάλας. "Σηκωθείτε! Φεύγουμε!" Φεύγουμε! Στην μέση της νύκτας, κατά μήκος δρόμων όπου έρεε παγωμένο νε ρό! Είχαμε διαταγές ν’ ακολουθήσουμε ακριβώς κατά πόδας τους υποχωρούντες Κόκκινους και να καταλάβουμε, πριν την αυγή, ένα μεγάλο κολχόζ πιο μακριά στα ανατολικά. Κ ανένας μας δεν μπορούσε καν να δ ια κ ρ ίνει το διπλανό του άτομο. Π ορευθήκαμε τυφλά μέσα από τα νερά. Ο άστατος καιρός είχε κάνει το δρόμο μια πραγματική παγίδα. Κάτω από το από λιωμένο χιόνι νερό βρισκόταν ένα στρώμα πάγου επί του οποίου οι άνδρες μας έπεφταν συνεχώς. Είχα κι εγώ την σει ρά μου όπως και οι άλλοι, πέφτοντας με τα μούτρα μαζί με το πολυβόλο μου. Μετά γλίστρησα στις φτέρνες μου και έπεσα προς τα πίσω, καταπίνοντας γουλιές από τον δρόμο. Βρεγμένοι ως το πετσί μας παλέψαμε σκληρά μέσα από τέτοια νερο πλημμύρα και σκοτάδι, που περάσαμε σκοντάφτοντας τον ποταμό Σαμάρα, που σχημάτιζε μαιάνδρους πάνω από τον πάγο και εκτεινόταν σε πλάτος άνω των είκοσι-πέντε μέτρων, χωρίς ούτε ένας στρατιώτης ν’ αντιληφθεί πως είχαμε διασχί σει ένα ρεύμα! Γύρω στις 1:30 το πρωί φθάσαμε τελικά στην είσοδο του κολχόζ. Μια δωδεκάδα μεγάλα νεκρά άλογα κείτονταν σε σωρούς χιονιού που έλιωνε. Δεν
60
A eo n Ν τεγκ ρελ
απέμενε πια οΰτε ένα κατοικήσιμο μέρος για ξεκούραση, εκτός από τρεις στά βλους, που ήταν πολύ μικροί και γεμάτοι με κοπριές αλόγων. & Εγκατασταθήκαμε, μια ομάδα σαράντα ανδρών, σε έναν από εκείνους. Από τα απομεινάρια ενός παλαιού κιβωτίου αλεύρων φτιάξαμε μια φωτιά. Ό ταν οι φλόγες υψώθηκαν από αυτό, βιάστηκα να κρατήσω προς την μεριά τους τα ε σώρουχά μου και το χιτο)νιό μου, χρησιμοποιώντας ένα σκαλιστήρι φωτιάς. Με την συνήθη μου αδεξιότητα, το έκανα τόσο καλά που τα ροΰχα μου άρπαξαν φω τιά, φωτίζοντας υπέροχα το στάβλο! Με ένα τζάκετ μόνο και ένα ξεφτισμένο, πα λιό παντελόνι, πέρασα τις μάχες μέχρι το τέλος της χειμερινής επίθεσης. Εκτός από την μυρωδιά της κοπριάς των αλόγο>ν, δεν είχαμε καθόλου τροφή μέ χρι το βράδυ της επόμενης ημέρας σε εκείνο το απαίσιο κολχόζ. Εκεί ήταν που ε πιθεωρώντας την πλαγιά που κατηφόριζε προς την κατεύθυνση του Σαμάρα, νό μισα πως μπορούσα να διακρίνω ένα πτώμα στο χιόνι που έλιωνε. Κατέβηκα να ρίξω μια ματιά. Έντρομος, ανακάλυψα ένα νεαρό Γερμανό, του οποίου τα πόδια οι Ρώσσοι, με ιδιαίτερο σαδισμό, είχαν πριονίσει από τα γόνατα. Η δουλειά είχε γίνει με το πρ ιόνι ενός χ α σ ά π η , αναμφ ισ βήτητα από έναν ειδικό. Ο άτυχος Γερμανός υπήρξε μέρος μιας αναγνωριστικής περιπόλου η οποία είχε εξαφανισθεί δυο ημέρες νωρίτερα. Ή τα ν φανερό πως ακόμα και μετά τον ακρωτηριασμό του είχε σύρει τον εαυτό του δεκαπέντε μέτρα, με την απελπισμένη θέληση ενός νέου ανθρώπου που δεν ήθελε να πεθάνει. £ Ο πάγος επέστρεψε το ίδιο γρήγορα όσο είχε έλθει η τήξη. Μέσα σε μια νύκτα η θερμοκρασία κατρακύλησε στους 20 βαθμούς υπό το μηδέν. Την επόμενη μέρα ο Σαμάρα ήταν ξανά τελείως παγωμένος. Ο δρόμος κατά μήκος της κοιλάδας μετετράπη σε μια τρομακτική πίστα πατινάζ, τρομακτική διότι τα πτώματα των Ρώσσων που είχαν πλεύσει στο νερό δύο η μέρες πριν, είχαν παγώσει εκεί που βρίσκονταν. Έ ξω από τον πάγο θα πρόβαλλε ένα χέρι, ή μια μπότα, ή ένα κεφάλι. Τα έλκηθρα αφάνισαν αργά εκείνα τα εμπόδια, αλέθοντας μύτες και μάγουλα, που θρυμματίσθηκαν σαν πριονίδι. Με το πέρας λίγων ημερών τα πάντα ήταν ι σοπεδωμένα, εκτός από κάποια μισά χέρια και μισά πρόσωπα που παρέμεναν στο ίδιο επίπεδο με το λευκό πάγο, σαν τερατώδη ψάρια κοντά στο γυαλί ενός ενυ δρείου. £ Με το που ο πάγος έγινε αρκετά σκληρός, συνεχίσαμε την προώθησή μας. Ρωσσικά αεροσκάφη μας πολυβολούσαν εντατικά. Μετά από δύο χιλιόμετρα βρεθήκαμε κοντά στο Σαμάρα. Το πέρασμα ήταν αργό. Στο μεταξύ, ένα σμήνος
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α τ ο α α ς
61
σοβιετικών αεροπλάνων εφόρμηοε κάθετα σε μας, αμείλικτα σα σφήκες. Βουτούοαν, έστριβαν, έρχονιαν ξανά. Μαζί με μερικούς συντρόφους έτρεξα να ελευθερώσουμε ένα βαρΰ όχημα πυρομαχικών κολλημένο στη μέση του δρόμου, έναν εύκολο στόχο που μπορούσε να τιναχθεί στον αέρα από στιγμή σε στιγμή. Έσπρωξα με όλη μου τη δύναμη για να το μετακινήσουμε πίσω από την προστα σία μιας επιχωμάτωσης. Τα αεροπλάνα εφόρμησαν πάλι και το όχημα αναποδο γύρισε, καρφώνοντάς με ακίνητο. Ό λα μαύρισαν. Συνήλθα ξανά μισή ώρα αργότερα, ξαπλωμένος σε μια καλύβα. Τα μάτια μου μπορούσαν να διακρίνουν μόνο μεγάλους μοβ στροβιλισμούς, σαν ορχιδέες. Το αριστερό μου πόδι είχε σπάσει σε δυο μεριές. Αντιλήφθηκα ότι ήθελαν να με στείλουν οε ένα νοσοκομείο. Αυτό με συνέφερε εντελώς. Οι τραυματιοφορείς που με είχαν φέρει εκεί μέσα είχαν στη διάθεσή τους ένα άλογο και ένα στενό έλκηθρο. Τους έβαλα να με ξαπλώσουν πάνω σ“εκείνο. Ύστερα, διασχίζοντας τα νεκρά κορμιά τα ενσοψατωμένα στον πάγο, ξεκίνησα το ζώο προς την κατεύθυνση της ανατολής. Μετά από μία ώρα έφθασα το λόχο μου. Απλωμένος πάνω σε τρεις τάβλες εισήλθα στο Νόβο-Αντριέβσκα, όπου τα ρωσσικά αεροπλάνα μας παρενοχλούσαν ακόμη. Φόνευσαν έναν άνδρα και τραυμάτισαν αρκετούς άλλους. Π αρά τους α πό αέρος πολυβολισμούς, οι Βαλλόνοι κράτησαν το χωριό τη νύκτα εκείνη.
£ Έ πρεπε να πάμε μακρύτερα. Το πόδι μου έμοιαζε με το κεφάλι ενός μαύρου μο σχαριού. Ψάχνοντας στα χιόνια, ένας σύντροφος είχε βρει μια από τις τεράστιες ενισχυμένες μπότες που οι οδηγοί των αρμάτων μάχης φορούσαν πάνω από τα κα νονικά τους υποδήματα. Και ήταν και μπότα για το αριστερό πόδι. Μου την έβα λαν στο τραυματισμένο μου πόδι, το οποίο ταίριαζε τέλεια σ' αυτήν. Ξαπλωμένος φαρδύς-πλατύς πάνω στο μικρό μου έλκηθρο, ξεκίνησα πάλι με το λόχο μου. Για τρίτη φορά είχαμε να διασχίσουμε τον πάγο που σκέπαζε τον ανεμοδαρμέ νο Σαμάρα ποταμό. Τα σοβιετικά αεροσκάφη είχαν ήδη ξαναρχίσει το κυνήγι για εμάς. Ενώ περνούσαμε τον παγωμένο ποταμό, περνούσαν ξυστά από πάνω μας, τα πολυβόλα να κροταλίζουν, κατόπιν έριξαν επάνω μας τρεις μεγάλες βόμβες. Οι βόμβες έπεσαν από τόσο χαμηλά που δεν είχαν το χρόνο ν’ αποκτήσουν μια κάθε τη θέση καιτσούλησαν ανάμεσα στις γραμμές μας σαν τρία μεγάλα γκρίζα σκυλιά. Φθάσαμε στην ανατολική όχθη, αλλά όχι προτού πέσουν αρκετοί Βαλλόνοι. Είχαμε διαταγές να καταλάβουμε τα υψώματα που δέσποζαν της κοιλάδος, τα οποία σχημάτιζαν την υδαταποθήκη της περιοχής. Ό ποιος κρατούσε εκείνο το υ περυψωμένο έδαφος, ήλεγχετην κοιλάδα του Σαμάρα. Στις 17 Φεβρουάριου, οτις 11:00 π.μ., είχαμε q)θάσει στο υψίπεδο. Εκεί, ένα χω ριό είχε τις ίσμπεςτου σκορπισμένες παραλλήλως των δύο πλευρών μακρόστε νων, παγωμένων, μικρών λιμνών. Καθώς διασχίζαμε τις παγωμένες λιμνούλες, οι
62
A eo n Ν τεγκ ρελ
Ρώσσοι, στα ανατολικά, άρχισαν να μας ρίχνουν με ένα εξαιρετικά σφοδρό φραγ μό πυροβολικού. Οι στρατιώτες είχαν τη δύναμη να τρέξουν ως τις ίσμπες για να βρουν κάποια κάλυψη. Ξαπλωμένος στον πάτο του ελκήθρου μου, ανήμπορος να κάνω έστω κι ένα βήμα, άκουσα τα θραύσματα να εξοστρακίζονται στις πλευρές, πάνω στις σα νίδες. Έ νας Κροάτης που δεν πρόλαβε, τα χέρια του τεντωμένα, είχε μόλις πέσει επάνω μου- είχε μια τερατώδη κόκκινη τρύπα, μεγάλη σα δυο γροθιές, εκεί που κάποτε ήταν τα μάτια του. Έτσι ήταν που εισήλθα στο χωριό της Γκρομόβαγια-Μπάλκα, όπου επρόκειτο να χάσουμε τους μισούς λεγωνάριούς μας, σκοτωμένους ή τραυματισμένους.
Ημέρες Κολάσεως Στη Γκρομόβαγια-Μπάλκα, όπως παντού αλλού, δεν υπήρχε συνεχές μέτωπο. Στα αριστερά μας απλωνόταν ένας ανοικτός χώρος επτά χιλιομέτρων. Στα δεξιά μας φίλιες δυνάμεις - Waffen SS της Μ εραρχίας "Wiking" 6 - κατείχαν ένα μικρό χωριό τρία χιλιόμετρα μακριά. Οι Ρώσσοι είχαν συγκεντρώσει τον όγκο των στρατευμάτων τους λίγα χιλιόμε τρα στα ανατολικά, αλλά τα προκεχωρημένα τους φυλάκια ήταν τοποθετημένα αρκετά κοντά σε εμάς, μέσα σε θημωνιές που ύψωναν λευκές καμπούρες πάνω στη στέππα. Καθώς το χωριό της Γκρομόβαγια-Μπάλκα ήταν κτισμένο σε μια ελαφρά εσοχή, εγκαταστήσαμε τις θέσεις μας στην κορυφογραμμή. Δεν μπορούσαμε να σκάψου με ορύγματα, το χώμα ήταν σκληρό σα γρανίτης - έτσι δομήσαμε τις οχυρώσεις μας από μεγάλους κυβόλιθους παγωμένου χιονιού, πελεκημένων με τσεκούρια. Δευτερεύουσες θέσεις οικοδομήθηκαν ακόμα πιο πίσω, κοντά σε κάποιες ί σμπες. Οι εθελοντές μας τις είχαν, προτιμότερα, λαξεύσει από σωρούς αχυροκοπριάς, που ήταν ευκολότερο να πελεκήσεις. Αυτό μας προσέφερε κάποιες απρό σμενες ανέσεις, διότι οι στρατιώτες μας βρήκαν ανάμεσα στην κοπριά δύο υπέ ροχες κάσσες γαλλικού κονιάκ, θαμμένω ν βιαστικά από τους υποχωρούντες Ρώσσους. Δυστυχώς, αυτή ήταν η μόνη παρηγοριά, γιατί οι άνδρες μας επρόκειτο να περάσουν δέκα ημέρες κολάσεως στη Γκρομόβαγια-Μπάλκα.
£ Ως κατάλληλους χώρους διαμονής είχαμε στη διάθεσή μας μόνο δύο ή τρεις ί σμπες ανά λόχο. Σχεδόν όλα τα παράθυρα ήταν σπασμένα τον καιρό της αφίξεώς μας. Οι μπολσεβίκοι, ως συνήθως, είχαν σφαγιάσει τα ζώα. Τα κουφάρια τους κείτονταν εντός ή στα κατώφλια των αγροικιών. Έ να άλογο είχε πεθάνει καθώς βρι σκόταν το μισό μέσα στο ένα από τα δύο μικρά παράθυρά μας· έφραζε τα τρία τέ-
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α τ ο α α ς
63
ταρχα εκείνου. Δύο άλλα νεκρά άλογα ήταν ξαπλωμένα έξω, στο υπόστεγο για τα ζώα. Καθώς ο εχθρός μας διερευνούσε ημέρα και νύκτα, το ήμισυ των ανδρών μας έ πρεπε συνεχώς να κρατάει θέσεις μέσα στα χιόνια. Λόγω του ψύχους οι λόχοι εί χαν μοιρασθεί στα δύο, για ν’ αντικαθιστά ο ένας τον άλλον ανά δίωρο. Στη διάρκεια εκείνων των δέκα ημερών οι στρατιώτες μας δεν κατάφεραν να κοιμηθούν μια φορά πάνω από μιάμιση ώρα συνεχόμενη. Ή ταν αναγκαίο γι’ αυ τούς να ξυπνούν ένα τέταρτο της ώρας πριν την υπηρεσία τους στη σκοπιά. Στην επιστροφή τους, έπαιρνε άλλο ένα τέταρτο της ώρας πάλι για να ξαποστάσουν. Εξάλλου, εάν περισσότεροι του ημίσεως των ανδρών είχαν τη δυνατότητα να ξε κουράζονται ταυτοχρόνως, θα είχε γίνει αδύνατον το να χωρέσουν στις καλύβες του ενός και μόνο δωματίου, τόσο μικροσκοπικές ήταν εκείνες. Οι είκοσι πέντε άνδρες που επέστρεφαν για τη δίωρη ανάπαυσή τους δεν μπορούσαν καν να α πλωθούν στο έδαφος. Έ πρεπε να παραμένουν όρθιοι ή να κάθονται στις φτέρνες. Το κρύο ορμούσε μέσα αμείωτο μέσα από τα σπασμένα παράθυρα, τα οποία α δυνατούσαμε να σφραγίσουμε πλήρως. Εγώ ο ίδιος, με το σπασμένο μου πόδι, μπορούσα να παραμένω ξαπλωμένος μό νον επί ενός είδους πάγκου προσαρμοσμένου στον τοίχο, ένα μέτρο πάνω από το πάτωμα. Ή τα ν επάνω σ’ εκείνη την κούρνια που, παγωμένος κι αδύναμος μέσα στο γύψο μου, γινόμουν μάρτυρας της αναχωρήσεως κι επιστροφής των άτυχων συντρόφων μου. Ο ανεφοδιασμός με τρόφιμα ήταν όσο πιο απλός γινότανε. Τα έλκηθρα έκαναν σαράντα με πενήντα ώρες για να 4 )θάσουν εκεί. Το εχθρικό πυροβολικό εκτελούσε αδυσώπητα το διαβολικό του έργο επί της λευκής υποδομής του δρόμου για τα τελευταία χιλιόμετρα, εάν οι άνθρωποι του ανεφοδιασμού διακινδύνευαν το τα ξίδι στη διάρκεια της ημέρας. Εάν επιχειρούσαν να φθάσουν σε μας τη νύκτα, χά νονταν στη στέππα και θα σκόνταφταν πάνω στις σοβιετικές προφυλακές. Παραλαμβάναμε αρκετά έτσι ώστε να μη χάνουμε δυνάμεις: κάμποσο ψωμί, το οποίο κόβαμε με τις ξιφολόγχες μας και κάποιες κονσέρβες κρέατος, κατεψυγμένο στο εργοστάσιο και επανακατεψυγμένο με αριστοτεχνική μέθοδο επάνω στις τρόικες. Η έλλειψη ύπνου σκότωνε τους άνδρες. Το κρύο είναι τρομερά εξουθενωτικό και απαιτεί ένα σκληρό αγώνα απ’ όλο το σώμα. Οι λόχοι μας ήταν υποχρεωμένοι να στέκονται σε τρύπες μέσα στον πάγο, δώδεκα ώρες κάθε εικοσιτετράωρο, δί χως να κινούνται ένα μέτρο. Οι άνδρες στέκονταν πάνω στον πάγο. Εάν προσπα θούσαν να γύρουν ή κάτι ανάλογο, έγερναν επάνω σε πάγο. Ή τα ν 20 με 25 βαθ μοί υπό το μηδέν όλες τις ώρες. Η σύντομη ξεκούραση στην ίομπα δεν τους επέ τρεπε καν να ζεστάνουν πάλι τους εαυτούς τους - ούτε v‘ αποκτήσουν πάλι τη δύ ναμή τους. Δεν μπορούσαν ούτε τα κορμιά τους ν’ απλώσουν στο χώμα, ούτε καν να έχουν τη νοητική τους ηρεμία καθώς, ανά πάσα στιγμή, μια ομοβροντία οβί
64
A eo n Ν τεγκ ρελ
δων έπεφτε, κάνοντας ζημιές σιις αγροικίες, ισοπεδώνοντας κάποιους από τους τοίχους. Σε ένα διάστημα λίγων ημερών, το σοβιετικό πυροβολικό μας έριξε αρκετές χι λιάδες βλημάτων. Κάποιες ίσμπες έπιασαν φωτιά. Άλλες, κτυπημένες στις στέγες, είχαν τα καλάμια τους διασκορπισμένα σε μια ακτίνα είκοσι μέτρων. Οι απώλειές μας ήταν βαριές. Έ να από τα βαρέα πολυβόλα μας, άμεσα κτυπημένο, τινάχθηκε τέσσερα μέτρα στον αέρα μαζί με τον πολυβολητή του- έπεσε πίσω άθικτος, κρατώντας ακόμη τη λαβή του όπλου του· τα άλλα δυο μέλη της ομάδος διαμελίσθηκαν. Μια οβίδα πέρασε ακριβώς μέσα από το παράθυρο μιας ίσμπας όπου μια δω δεκάδα συντρόφων μας αναπαύονταν. Ή τα ν μια σκηνή βγαλμένη από σφαγείο. Έ νας στρατιώτης έλειπε από το σωρό των νεκρών και των τραυματιών που σύρ θηκαν έξω από την κατεστραμμένη αγροικία· την επόμενη μέρα βρήκαν κάποια κομματάκια από σάρκα και οστά, σε σύσταση χυλού, κολλημένα στα χαλάσματα, όλα όσα απόμεινα από το σύντροφό μας. Είχε δεχθεί την οβίδα στο μέσον του στή θους του.
£ Οι τηλεφωνικές μας γραμμές ήταν συνεχώς κομμένες. Οι σαράντα άνδρες που διατηρούσαν τις επικοινωνίες μεταξύ των λόχων και του σταθμού διοικήσεως του τάγματος και, κατόπιν, μεταξύ του τάγματος και της με ραρχίας, είχαν υποφέρει τρομερά από της ενάρξεωςτης επιθέσεως. Κάθε νύκτα κατά τη διάρκεια της προωθήσεώς μας, σε καιρό τόσο ψυχρό όσο 40 βαθμοί υπό το μηδέν, κατά μήκος ποταμιών με τα όλα τους δημιουργημένων από την τήξη, εί χαν να ξετυλίξουν χιλιόμετρα τηλεφωνικού καλωδίου. Επέστρεφαν από τη στέπ πα με σοβαρά κρυοπαγήματα στα χέρια τους, στα μάγουλά τους, στις μύτες τους, στ’ αυτιά τους. Στη Γκρομόβαγια-Μπάλκα περνούσαν τις ημέρες και τις νύκτες τους έρποντας στο χιόνι και στον πάγο, στο μέσον πυρών πολυβόλων, μαζί με τα καταραμένα τα καλώδιά τους, που οι Κόκκινοι έκοβαν τρεις ή τέσσερις φορές την ώρα. Το να διατηρούμε τις επικοινωνίες ήταν απόλυτα ζωτικό, διότι εκείνα τα καλώ δια ήταν οι αρτηρίες του τάγματος. Πολλοί από τους μικρούς μας τηλεφωνητές πέθαναν για εκείνα τα καλώδια. Υπήρχε ανάμεσά τους ένας ηλικιωμένος άνδρας, με λευκά μαλλιά, πάντα ο πρώ τος στο καθήκον. Κι εκείνος κτυπήθηκε, επίσης. Είχε ακόμα τη δύναμη να πάρει μια μικρή βίβλο από την τσέπη του και ν’ απαγγείλει δύο ή τρεις σύντομες γραμ μές από έναν ψαλμό, προτού πεθάνει. £ Το καθεστώς της πλήρους αθλιότητος σιο οποίο βρεθήκαμε, επιβαρύνθηκε α πό άλλες ταλαιπωρίες, ενός βαθύτερου τύπου.
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α το α α ς
65
Ή μασταν, σι περισσότεροι, καλυμμένοι από μυστηριώδεις πληγές, που οι στρα τιώτες του Ανατολικού Μετώπου αποκαλούσαν: "Η ρωσσική πανώλη". Η αρρώστια άρχιζε με απίστευτη φαγούρα στα πόδια και στις γάμπες. Ή ταν σχεδόν αδύνατο να μην τα ξΰσεις. Αλλά, αν άρχιζες το ξύσιμο, οι επιπλοκές δεν αργούσαν να έλθουν. Γαλαζωπά έλκη σχηματίζονταν, τόσο ερεθισμένα σα να κα τατρώγονταν από αλάτι και πιπέρι. Αιμορραγσύσαν και τα περισσότερό τους έ τρεχαν πύο. Ή τα ν αηδιαστικό να το βλέπεις. Ή τα ν απαραίτητο το να μην ξύνεσαι, αλλά τα νεύρα των ανδρών έσπαζαν απότομα ως αποτέλεσμα του να συγκρατιούνται. Εάν κατά τη διάρκεια της ημέρας είχες το σθένος ν’ αντισταθείς στο δά γκωμα εκείνου του δηλητηρίου, τη νύκτα, ενώ κοιμόσουν, τα χέρια σου πήγαιναν ασυνείδητα σια πόδια και στις γάμπες σου και τα νύχια σου έσκαβαν μέσα σ' ε κείνα τα διαβρωτικά σημεία, πηγαίνοντας βαθιά, ματώνοντας. Έ πρ επ ε να κρατά μ ετις μπότες μας φορεμένες ενώ κοιμόμασταν, έτσι ώστε να μην υπερνικηθούμε από εκείνη τη φοβερή φαγούρα. Χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες στρατιωτών στο Ανατολικό Μέτωπο αποσύρθηκαν από τη γραμμή διότι εκείνες οι ρέουσες πληγές απεδείχθησαν τόσο επίμονες. Στη Γκρομόβαγια-Μπάλκα κάποιοι από τους συντρόφους μας προσεβλήθησαν από εκείνη τη νόσο μέχρι το κόκκαλο. Τα τρία τέταρτα των στρατιωτών, τουλάχιστον, κάλυπταν τις ματωμένες γάμπες τους με βρώμικα κουρέλια. Αλλά, παρά τις επι δέσεις, οι μενεξεδί τρύπες των πληγών, φαγωμένες από άγνωστα οξέα, δελέαζαν τα νύχια τους ημέρα και νύκτα.
£ Σμήνη από ψείρες μας καταβρόχθιζαν. Είχαμε διεξαγάγει όλη την αντεπίθεση στο Ντονιέτς χωρίς ούτε μια αλλαγή των εσωρούχων. Σε κάθε μια από τις ακατονόμαστες καλύβες όπου στρατωνιζόμασταν είχαν καταφύγει, πριν από εμάς, ορδές από Μογγόλους, Τάταρους, Σιβηριανούς που έβριθαν από ζωύφια. Οι δυσχερείς περιστάσεις μας, με σαράντα ως πενήντα άνδρες στοιβαγμένους μαζί στη βρωμιά, μας έκαναν εύκολη λεία για τα αχόρτα γα, ανελέητα ζωύφια. Έ νας αριθμός στρατιωτών, με στραγγισμένες τις δυνάμεις τους, δεν επιθυμού σαν να χάσουν ακόμα μια ώρα από τον ελάχιστο ύπνο τους με το να παραδίδονται σε ανώφελα ψειροκυνηγητά. Ακόμα κι αν αφάνιζες τις δικές σου ψείρες, ο γείτονάς σου δε θα σκότωνε τις δικές του. Τη στιγμή που θα ξυπνούσε, το ήμισυ του α ποθέματος του θα μετακινούταν στην περιοχή σου. Και πως θα μπορούσαμε να οργανώσουμε ένα γενικό ξεψείρισμα στο μέσον τέτοιων καταστάσεων συνωστι σμού, με τους στρατιώτες να βρίσκονται κουλουριασμένοι, ανήμποροι να απλω θούν καν ή να κινηθούν; Δεν είχαμε παρά να χώσουμε τα χέρια μας κάτω από τα μπράτσα μας ή ανάμε σα στους μηρούς μας- φέρναμε πίσω χούφτες από απαίσιες ψείρες. Κάποιες ήταν
66
A eo n Ν τεγκ ρελ
μικρές, ζωηρές κι ασπριδερές· κάποιες μακριές, με σώματα σα βελάκια- κάποιες στρογγυλές, με κόκκινες κοιλιές στο μέγεθος κεφαλής καρφίτσας. Τα χρώματά τους ήταν εντυπωσιακά προσαρμοσμένα στο χρώμα των ενδυμάτων μας. Οι ψείρες το ευχαριστιόνταν να απομυζούν τις πληγές μας. Έ βρισκαν τον δρό μο τους σε μεγάλους αριθμούς κάτω από τους επιδέσμους. Τις ένιωθα να συρρέ ουν σε σταθερή βάση κατά μήκος του τραυματισμένου μου ποδιού. Δεν υπήρχε κάτι να κάνεις, απλώς τις άφηνες να σε τρώνε ζωντανό, τα νεύρα σου να κρατιού νται αυστηρά υπό έλεγχο. & Κάθε μέρα οι Σοβιετικοί γίνονταν πιο επιθετικοί. Για περισσότερο από μια εβδομάδα δεν μπορέσαμε σχεδόν να κοιμηθούμε στο ελάχιστο. Ακόμα και όταν οι άνδρες επέστρεφαν για τις δύο ώρες της ξεκούρασής τους στην ίσμπα, χειροβομβίδες και οβίδες έπεφταν με κρότο σε τέτοια πληθώρα, που όλοι έπεφταν στο χώμα, συγχυσμένοι, περιμένοντας μια οβίδα να προσγειω θεί στη μέση του δωματίου ανά πάσα στιγμή. Δεν υπήρχαν κελλάρια, ούτε διαθέταμε κάποια άλλα καταφύγια. Ξεκινώντας την 25η Φεβρουάριου, τα σοβιετικά άρματα μάχης ήλθαν με το σού ρουπο. Θα πλησίαζαν αρκετές εκατοντάδες μέτρων από εμάς* έριχναν μερικές βολές κάθε φορά, κατόπιν εξαφανίζονταν στο σκοτάδι. Οι περίπολοί μας ενεπλάκησαν σε μερικές αιματηρές μάχες σώμα με σώμα με τα προκεχωρημένα ρωσσικά φυλάκια. Τα σοβιετικά στρατεύματα εκτελούσαν ένα σχέδιο στοιχειώδους απλότητος: α νέθεσαν στους εαυτούς τους τον αφανισμό όλων των κωλυμάτων, ένα προς ένα. Αρχικώς έπληξαν με πλήρεις δυνάμεις το χωριό που κρατιόταν από τα SS στο δεξιόν μας. Εάν εκείνος ο προμαχών έπεφτε,, θα μέναμε απομονωμένοι, οι μόνοι υ περασπιστές του μονοπατιού για το Σαμάρα, τον αντικειμενικό σκοπό προς την κατεύθυνση του οποίου οι Σοβιετικοί είχαν επιλέξει να κινηθούν με όλες τις δια θέσιμες δυνάμεις. Οι SS ήταν περίπου διακόσιοι σε αριθμό. Ή ταν πραγματικά βαρέων βαρών. Οι άνδρες μας που διατηρούσαν επαφή με το σταθμό διοικήσεώς τους δεν μπορού σαν να συνηθίσουν την ψυχραιμία τους κάτω από τα πυρά. Οι Ρώσσοι βρίσκονταν εντός τριάντα μέτρων, πολυβολώντας τους από σπίτι σε σπίτι. Σε μια ημέρα οι SS τα έβγαλαν πέρα με δέκα εφόδους από έναν εχθρό είκοσι φορές πιο πολυάριθμο. Αντιστάθηκαν, αμετακίνητοι, παίζοντας χαρτιά σε κάθε ανάπαυλα. Στο τέλος της μιας εβδομάδος κρατούσαν μόνο ένα στενό πέρασμα, πλάτους ε κατό μέτρων, που οδηγούσε στα δυτικά. Τα τρία τέταρτα εκείνων των θαρραλέων ανδρών είχαν πέσει στο σκληρό αγώνα. Στις 28 Φεβρουάριου του 1942, στις πέντε το πρωί, αρκετές χιλιάδες Κόκκινων εξόρμησαν κατά των πενήντα περίπου επιζώντων. Οι Γερμανοί υπέφεραν ένα ω
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α να το α α ς
67
ριαίο, άγριο μακελειό. Μόνο λίγοι κατάφεραν να ξεφύγουν. Τους είδαμε να τρέ χουν προςτο μέρος μας διασχίζοντας τα χιόνια, ακολουθούμενοι από κοντά από τους μπολσεβίκους. Έφθασαν ακριβώς στην ώρα για να μας βοηθήσουν, διότι, μιας και το χωριό της "Wiking" κατακλυζόταν από τον εχθρό, ορδές σοβιετικών στρατιωτών οι οποίες είχαν μαζευθεί σια ανατολικά της Γκρομόβαγια-Μπάλκα την προηγούμενη νύ κτα, ξεχύθηκαν προςτα εμάς. Στις έξι η ώρα το πρωί, δύο συντάγματα αποτελούμενα από τέσσερις χιλιάδες ανδρών μας επετέθησαν, υποστηριζόμενα από δεκατέσσερα άρματα μάχης. Ή ταν-δεν ήταν πεντακόσιοι από εμάς· είχαμε ένα και μοναδικό άρμα μάχης.
Γκρομόβαγια - Μπάλκα Καθ’ όλη την διάρκεια της νύκτας εκείνης το τάγμα μας βρισκόταν σε μια κατά σταση συναγερμού. Οι περίπολοί μας είχαν επισημάνει σημαντικές εχθρικές κι νήσεις. Μπορούσαμε να πούμε πως η επίθεση ήταν επικείμενη. Η πτώση του χωριού που κατεχόταν από τα SS μας είχε απομονώσει στη μέση ε νός ανοικτού χώρου δεκαπέντε τετραγωνικών χιλιομέτρων. Οι Κόκκινοι ανυπομονούσαν για εκδίκηση και λαχταρούσαν να ξεχυθούν κάτω στην κοιλάδα του Σαμάρα, από όπου οι δυνάμεις μας τους είχαν καταδιώξει δύο εβδομάδες πριν. Δε λυπήθηκαν καμμία προσπάθεια προκειμένου να κάνουν αποφασιστική την επιτυχία τους. Το πυροβολικό τους, συγκεντρωμένο στα υψώματα, επικρεμόταν απειλητικά από πάνω μας, και οι παρατηρητές τους αναμετέδιδαν την κάθε μας κίνηση μέσα στο χωριό, το ήδη περιορισμένο σε ένα σωρό ερειπίων. Οι στρατιώτες μας έμοιαζαν με φαντάσματα. Τα μεσάνυκτα ένας πρώτος συναγερμός είχε ηχήσει. Στις έξι το πρωί ένας νέος συναγερμός έστειλε τους λόχους μας σε θέση μάχης. Σχεδόν αμέσως ένας καται γισμός από πυρά πολυβόλων άρχισε να πέφτει απ“όλες τις πλευρές.
& Ή μουν ξαπλωμένος πάνω σε δυο σανίδια στην ίσμπα μας, σαράντα μέτρα π ί σω από τις από πάγο οχυρώσεις μας που έβλεπαν στα ανατολικά. Άκουσα με α νησυχία τη φασαρία της μάχης. Ξαφνικά η στέγη τριζοβόλησε από φλόγες: τα κα λάμια είχαν πάρει φωτιά. Χοροπηδώντας στο ένα πόδι έφθασα στο παράθυρο: μια τεράστια μάζα πεζι κού προχωρούσε σε κλειστή τάξη. Νόμισα στην αρχή πως ήταν οι Κροάτες εθελοντές: φορούσαν σχεδόν τους ίδι ους πορφυρο-γάλαζους μανδύες. Οβίδες έπεφταν ολόγυρά τους· το γερμανικό πυ ροβολικό, το οποίο μας ενίσχυε, έβαλλε σχεδόν εξ επαφής κατά εκείνων των χ ι λιάδων ανδρών.
68
A e o n Ν γεγκ ρελ
Είχαν ξεπροβάλει από μια ρεματιά και προήλαυναν προς την κατεύθυνση του κέντρου του χωριού, προσβάλλοντας τις θέσεις των λόχων μας από τα νώτα. Θα μπορούσε να νομίσει κάποιος πως έπαιρναν μέρος σε μια εκπαιδευτική άσκηση, τόσο αδιάφοροι ήταν. Αραίωσαν μόνον όταν είχαν προχωρήσει στα εκατό περί που μέτρα από την ίσμπα μου, την πρώτη στα βορειοανατολικά. Ύστερα έπιασα τη θέα των δεκατεσσάρων σοβιετικών αρμάτων, τα οποία όρμησαν μουγκρίζοντας ίσια μπροστά. Ο λόχος μου, ανατραπείς, έπεσε προς τα πίσω στη δεύτερη ίσμπα. Δεν μπορούσα να κρατηθώ πίσω άλλο πια. Τα μετατάρσιό μου χρειαζόταν άλ λες δύο εβδομάδες για να φτιάξει. Κλωτσώντας πέρα το νάρθηκα που περιέβαλ λε το πόδι μου κινήθηκα κουτσαίνοντας μπροστά, με το TOuq^Ki μου σα δεκανίκι, διασχίζοντας το ακάλυπτο έδαφος για να ενωθώ με την ομάδα μου. £ Με τον πόνο μου λησμονημένο, ανέλαβα τη θέση μου στο πολυβόλο μου και πά λι. Υπήρχαν δώδεκα από εμάς, καθηλωμένοι είκοσι μέτρα μπροστά από το δεύ τερο σπίτι. Στρίμωξα τον εαυτό μου ανάμεσα σε δυο μεγάλα, νεκρά άλογα, σκλη ρά σα βράχους, πάνω στα οποία οι σφαίρες κτυπούσαν μ' έναν παράξενο ήχο. Ο εχθρός είχε απλωθεί από τα ανατολικά ως τα βορειοανατολικά, αντικριστά στις δύο γραμμές από ίσμπες του χωριού. Την ίδια ώρα που επιτίθονταν σε μας, έπεφταν επάνω στους συντρόφους μας του 2ου Λόχου οι οποίοι υπερασπίζονταν τις καλύβες στην άλλη μεριά της μικρής λίμνης. Οι άνδρες του 2ου έπραξαν απίστευτα κατορθώματα γενναιότητος κατά την ά μυνά τους, αλλά το προωθημένο τους φυλάκιο έπεσε μπροστά στη βίαιη επίθεση. Έ πεσαν σχεδόν μέχρις ενός μαζί με τους έξοχους υπαξιωματικούς τους, αμβλύ νοντας την ορμή της Κόκκινης αγέλης με την αντίστασή τους. Στα βορειοανατολικά, σοβιετικοί στρατιώτες, Ρώσσοι και Ασιάτες, διείσδυσαν πέρα από τις πρώτες ίσμπες. Οι γενναίοι στρατιώτες μας και οι άγριοι Κόκκινοι αλληλοσφάχθηκαν σε μια κτηνώδη σώμα με σώμα μάχη. Έ να από τα παλαιά Ρεξιστικά τραγούδια μας έπνευσε ανάλαφρα πάνω από τη μάχη. Εκείνον τον καιρό, στις αρχές του πολέμου, οι στρατιώτες μας διατηρούσαν κάποιες συνήθειες από μια περασμένη εποχή: τραγουδούσαν καθώς ορμούσαν στην επίθεση. Οι επιζώντεςτου 2ου Λόχου αντεπετέθησαν, εισχωρο>ντας μέσα στους Κόκκινους. Ο διοικητής τους, υπολοχαγός Μπουϊνις, ένας βιομήχανος από τις Βρυξέλλες, όρμησε μπροστά με ένα πολυβόλο στα χέρια του. Ο ανασυγκροτη μένος λόχος του πίσω του, στις γωνιές των σπιτιών, ανακατέλαβε τις πρώτες θέσεις του σια χιόνια. Αλλά ο κάθε ένας από τους άνδρες μας είχε να τα βάλει με μια συμμορία από Κόκκινους. Τα σοβιετικά άρματα μάχης ισοπέδωσαν όλα τα σημεία των εστιών του σκληρού αγώνα. Ο υπολοχαγός Μπουϊντς συνέχισε να ρίχνει με το πολυβόλο
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α τ ο λ α ς
69
του, μέχρι που οι Ρώσσοι ήταν λίγα βήματα κοντά, υστέρα δέχθηκε μια σφαίρα στο στήθος και πέθανε, το κεφάλι του έπεσε πάνο) στο όπλο του. Οι Κόκκινοι ξαναπήραν τις πρώτες καλαμωτές αγροικίες στα βορειοδυτικά. Είδαμε τα άρματά τους να βρυχώνται κυνηγώντας τους τραυματίες μας, να τους φθάνουν, μετά να τους συντρίβουν κάτω από τα σιδερένια τους πέλματα. Η δική μας κατάσταση δεν ήταν και πολΰ καλύτερη. Οι μπολσεβίκοι κατείχαν τώρα τα καπνίζοντα χαλάσματα της πρώτης ίσμπας και είχαν κατακλΰσει αρκε τά γειτονικά, εξωτερικά κτίσματα. Από τα βορειοανατολικά, αρκετά από τα Μαξίμ πολυβόλα τους μας θέριζαν με τα πυρά τους. Έ να ανοικτό υπόστεγο που βρισκό ταν ανάμεσα σε μας και στον εχθρό είχε τα κεραμίδια της σκέπης του σαρωμένα μακριά από τα πυρά. Σκορπίζονταν σαν ένα σπίτι από τραπουλόχαρτα που δια λυόταν. Οι άνδρες μας έπεσαν, κτυπημένοι από εκρηκτικές σφαίρες που τους άνοιγαν τεράστιες τρύπες. Έ νας από τους συντρόφους μου έπεσε μπροστά μου, το κεφά λι του τίποτα περισσότερο από μια αποκρουστική μάζα σχήματος λουκουμά· τα μάτια του, η μύτη του, τα μάγουλά του, το στόμα του είχαν εξαφανισθεί· τιναγμέ να μακριά από το πλήγμα. Οι Κόκκινοι δεν ήταν πια μόνο μπροστά μας. Οι ίομπες στο αρισιερό πλευρό μας είχαν πέσει ήδη· οι Σοβιετικοί κρατούσαν τώρα τις πρώην θέσεις μας στην α νατολική ράχη. Από εκεί ξεχύνονταν στην καρδιά του χωριού. Οι στρατιώτες μας περικυκλώνονταν από μικρές, άγριες, συμπαγείς ομάδες Κόκκινων που πολεμούσαν σφοδρά, αρνούμενες να παραχωρήσουν έδαφος. Πολεμούσαμε κυρίως με τα τουφέκια μας, χρησιμοποιώντας προσεκτικά τα πυρομαχικά μας, σωριάζοντας κι από έναν μπολσεβίκο με κάθε βολή. Ο εχθρός προ χωρούσε με μουλαρίσια αδιαφορία. Έ νας ωραίος, χρυσός ήλιος είχε υψωθεί πά νω από το χιόνι, πίσω από τους επιτιθέμενους. Οι Ρώσσοι που κατείχαν τις θέσεις μας στον πάγο προσέφεραν, σε περίγραμμα, τέλειους μαύρους στόχους. Κάθε κε φάλι που τολμούσε να σηκωθεί για μια στιγμή πάνω από τα πρώην παγoq)υλάκιά μας, άρπαζε μια σφαίρα. Αλλά κι εμείς, επίσης, υποφέραμε βαριές απώλειες. Μια ώρα μετά ήμουν ο μόνος που απέμενε από τη μικρή μου ομάδα, στριμωγμένος μεταξύ των κουφαριών τα>ν δυο κατεψυγμένων αλόγων, πραγματικών βρά χων προστασίας. Σφαίρες εξοστρακίζονταν παντού. Μια από εκείνες είχε χαρά ξει, κοντά στο μάγουλό μου, μια αυλακιά δεκαπέντε εκατοστών στο κοντάκι του τουφεκιού μου. Κάμποσοι Ρώσσοι με είχαν πλαγιοκοπήσει από αριστερά και υ πήρχαν τουλάχιστον τριάντα από αυτούς δέκα μέτρα μπροστά μου. Τότε ήταν που ένιωσα να με τραβούν από το καλό μου πόδι από πίσω. Έ νας νεαρός δεκανέας α πό το απόσπασμά μου, ονομαζόμενος Ανρί Μπερκμάνς, βλέποντας με για χαμέ νο, είχε συρθεί ως εμένα έρποντας κι έτσι με έσυρε μακριά πρηνηδόν, σα να τρα βούσε έλκηθρο.
70
A eo n Ν τεγκ ρελ
Μετά είκοσι μέτρα από εκείνη την απρόσμενη άσκηση έφθασα στο κατώφλι ε νός καλαμοσκεπούς αγροτόσπιτου, όπου το υπόλοιπο του λόχου μας υπεράσπιζε τον εαυτό του. Ο ηρωικός σωτήρας μου είχε λιγότερη τύχη από εμένα: μια ομο βροντία θραυσμάτων χειροβομβίδος έσκισε βαθιά τα πέλματα των ποδιών του* πέθανε αφού υπέφερε φρικτά. Ή τα ν ίσως εννέα η ώρα το πρω ί. Τ α σοβιετικά άρματα μάχης που είχαν ει σβάλλει στο βορειοδυτικό τομέα βρέθηκαν τώρα αρκετές εκατοντάδες μέτρα πί σω μας. Έ πραξαν ένα τερατώδες ανθρωποκυνηγητό, διασκεδάζοντας τους εαυ τούς τους με το να συνθλίβουν τους συντρόφους μας, έναν προς έναν, είτε ήταν αλάβωτοι, είτε τραυματίες ή νεκροί. Αντιλαμβανόμασταν απολύτως πως επρόκειτο να περικυκλωθούμε και κονιορτοποιηθούμε με τη σειρά μας από εκείνα τα μα στόδοντα, ακόμη περισσότερο τώρα που ο νοτιοανατολικός τομέας ήταν εκείνος που έφερε το βάρος των σοβιετικών στρατιωτών, που συνέρεαν από το χωριό όπου είχαν εξολοθρεύσει τους τελευταίους θυλάκους των αμυνομένων SS. Ή μασταν ο στόχος φρενιασμένων πυρών. Ο πάγος γύρω μας ξεφλουδιζόταν σε εκατοντάδες μικρών τριμμάτων που χόρευαν. Ο καθένας από εμάς καλυπτόταν όπως μπορούσε, πίσω από κάποια χωριάτικα έλκηθρα, ή έπεφτα προς τα έξω μα ζί με τα κιγκλιδώματα των παραθύρων. 'Ε νας παλαιός στρατιώ της α πό τον Π ρώτο Π αγκόσ μ ιο Π όλεμο, ονόματι Στέενμπρυγκε,ν, ήταν ιδιαίτερα πρόθυμος για μάχη. Κτυπημένος από μια σφαί ρα στο σβέρκο κατέρρευσε, αλλά, με το δεξίτου χέρι υψωμένο, κραύγασε: "Αντίο, σύντροφοι, το Ρεξ θα νικήσει!". Νομίσαμε πως είχε πεθάνει. Δεκαπέντε λεπτά αρ γότερα, ένα πτώμα ανακάθισε πάλι: "Αλλά, για όνομα του Θεού, δεν είμαι νεκρός!". Ή τα ν ο γερο-στρατιώτης μας που επανερχόταν στη ζωή! Ή τα ν ζωντανός, παρά τη σφαίρα στο κεφάλι του! Κατάφερε να σύρει τον εαυτό του στο χώρο των πρώ των βοηθειών, έχοντας γεννηθεί με έναν ασυνήθιστα συμπαγή αυχένα, ανέρρωσε από τον τραυματισμό του. Η τύχη μας ήταν λιγόζωη, ωστόσο. Έ να σοβιετικό άρμα μάχης, αποφασισμένο να σφραγίσει τη μοίρα μας, κινήθηκε βαριά και με θόρυβο, περνώντας την πα γωμένη επιφάνεια της μικρής λίμνης, κατευθυνόμενο γραμμή στην ίσμπα μας. 2 Το άρμα σημάδεψε με το κανόνι του. Μόλις που είχαμε το χρόνο να ριχθούμε στο πάτωμα της ίσμπας. Τρεις οβίδες, τέλεια σκοπευμένες, κατέστρεψαν τελείως τον μπροστινό τοίχο. Θαφτήκαμε από τα συντρίμμια των σοβατισμένων τοίχων. Η κα λαμένια σκεπή καιόταν. Κάποιοι από τους άνδρες έπλεαν στο αίμα- ένας τους εί χε τον αριστερό του βραχίονα τελείως κομμένο. Για καλή μας τύχη, η μια από τις τρεις οβίδες είχε ανοίξει ένα ρήγμα στο πίσω μέ ρος ης οικίας, ύψους ενός μέτρου. Μπορέσαμε να τραβήξουμε τους τραυματίες μας δια μέσου της τρύπας και μετά να συρθούμε έξω και οι ίδιοι, ο ένας μετά τον άλλο.
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α τ ο α α ς
71
Προκειμένου να φθάσουμε στο επόμενο σπίτι έπρεπε να διασχίσουμε μια από σταση τριάντα περίπου μέτρων. Οι άνδρες που το διέτρεξαν με μιας ολόκληρο, θερίσθηκαν ανελέητα. Για να μπερδέψουμε τον εχθρό που προσπαθούσε να ση μαδέψει, ήταν απαραίτητο να διατρέξεις το πολύ πέντε μέτρα, κατόπιν να ριχθείς στο έδαφος, υστέρα τρέξε για τέσσερα ή πέντε ακόμα μέτρα και πέσε στο έδαφος άλλη μια φορά. Οι σκοπευτές του εχθρού, συγχυσμένοι κάθε φορά αποτέτοιου εί δους τακτικές, έψαχναν μετά για κάποιον λιγότερο κινούμενο στόχο. Έ να ς από τους νεαρούς στρατιώτες μας είχε καλυφθεί δίπλα σε ένα πτώμα. Πανικοβλημένος, δεν κοίταξε. Ξάφνου, είδε ακριβώς δίπλα του τα σκουρογάλανα μάτια του πτώματος, να ατενίζουν στο κενό. Ο νεκρός άνδρας ήταν ο πατέρας του, ένας γενναίος ράφτης από τις Βρυξέλλες.
£ Βρήκαμε καταφύγιο σε μια γειτονική ίσμπα, με τη σειρά της, η στέγη της ανεφλέγη πάνω από τα κεφάλια μας. Στήσαμε τις πλάτες μας κολλητά στο κατώφλι του σπιτιού, πίσω μας ένα ανάχωμα από πάγο, πολύ κίτρινου από παγωμένα ούρα. Τα άρματα μάχης μας υπερφαλάγγιζαν. Εκατοντάδες Ρώσσων μας πολυβολούσαν σχεδόν εξ επαφής. Ακριβώς πίσω μας η καλαμοσκεπή γκρεμίσθηκε σαν ένας τεράστιος, φλεγόμενος πυρσός. Τα άρματα είχαν σχεδόν τελειώσει το σάρωμά τους πίσω μας. Δεν πυροβολού σαμε πια με τα τουφέκια μας, καθώς γνωρίζαμε την αξία του κάθε φυσιγγίου. Το τέλος πλησίαζε. Ο διοικητήςτου λόχου μας έβαλε το χέρι του στο δικό μου: "Εάν πεθάνεις", μου είπε απλά, "κι εγώ δε θα επιζήσω μετά...". Κανένας από τους δυο μας δεν ήταν να πεθάνει, ωστόσο. Εντελώς ξαφνικά ακούσαμε το μουγκρητό μηχανών πάνω από τα κεφάλια μας. Τα Κόκκινα άρματα ανατινάσσονταν! Ίσ μ π ες εκρηγνύονταν! Ολόκληρες συμμορίες από Κόκκινους πετάγονταν στον αέρα σαν κούκλες από κουρέλια! Τα Στούκας είχαν φθάσει! Με εκπληκτική ακρίβεια έπλητταν τα σοβιετικά άρματα μάχης ακριβώς στο κέ ντρο και ισοπέδωναν τους επιτιθέμενους, που βλακωδώς συνωστίζονταν μαζί σε πυκνές ομάδες, ως συνήθως. Τα εχθρικά άρματα υποχώρησαν πολύ βιαστικά για να ξεφύγουν από τα πυρά των πυροβόλων των εφορμούντων αεροσκαφών. Το πε ζικό το έβαλε στα πόδια ακριβώς από πίσω τους. Ο διοικητής του τάγματός μας έριξε αμέσως τις τελευταίες δυνάμεις που διέθε τε σε μια αντεπίθεση. Το κύμα τους όρμησε, προσπερνώντας μας. Με το μεσημέ ρι, η Βαλλονική Λεγεών είχε ανακαταλάβει πλήρως τη Γκρομόβαγια-Μπάλκα, επανακτώντας μέχρι και τις πρώτες ίσμπες επί των δύο πλευρών της μικρής λίμνης. Ρωσσικά πτώματα κείτονταν παντού. Πήραμε ένα μεγάλο αριθμό αιχμαλώτων, Μογγόλοι, άσχημοι σα μαϊμούδες, Κιργίσιοι, Σιβηριανοί, όλοι τους εμβρόντητοι που είχαν κατανικηθεί με τόσο σθένος. Συνεχώς επαναλάμβαναν: "Μπελτζίσκι,
72
A eo n Ν τεγκ ρελ
καρότς! Μπελτζίσκι καρότς!" ("Οι Βέλγοι, περίφημοι!"), ενώ μισόκλειναντα μι κρά, κίτρινα μάτια τους. Δυστυχώς, όλοι οι τραυματίες μας ήταν νεκροί, με πρόθεση τσακισμένοι από τα σοβιετικά άρματα ή δολθ 4 )ονημένοι με κτυπήματα ξιφολόγχης. Αφοΰ είχαν διεκπεραιώσει την από θεία πρόνοια επίθεσή τους, τα γερμανικά Στούκας είχαν φύγει. Οι Ρώσσοι ανασυντάχθηκαν και τα άρματά τους άρχισαν πά λι να κινούνται. Επρόκειτο όλα v‘ αρχίσουν ξανά. "Ημασταν ανίσχυροι μπροστά στα άρματα μάχης τους. Την εποχή εκείνη το πάντσερφάουστ δεν υπήρχε ακόμα, ούτε και διαθέταμε αντιαρματικά πυροβόλα. Μας έλειπαν ως και οι νάρκες. Από της ενάρξεως εκείνου του πέραν του δυνατού αγώνος, η γερμανική 100η Μ εραρχία, από την οποία εξαρτώμεθα τακτικώς, είχε υποσχεθεί να βοηθήσει. Μια φάλαγγα πάντσερ είχε αποσταλεί προς την κατεύθυνση του χωριού μας, αλ λά ανεκόπη από ένα συγκρότημα Κόκκινων αρμάτων μάχης. Η επακολουθήσασα μάχη στην στέππα, η οποία διήρκεσε αρκετές ώρες, απέκλεισε τις ενισχύσεις της 100ης από το να έλθουν να βοηθήσουν. Οι άνδρες μας ήταν άλλη μια φορά αναγκασμένοι να πολεμήσουν σε μια αμυ ντική μάχη, ίσμπα με ίομπα, αχυρώνα με αχυρώνα, πλαγιά με πλαγιά. Στις τρεις το απόγευμα αμύνονταν, με τις ράχες τους στους τοίχους των τελευταίων σπιτιών, πριν από το άλσος με τις κερασιές στα νοτιοδυτικά του χωριού. Εάν εξαναγκάζο νταν να εγκαταλείψουν εκείνους τους τελευταίους προμαχώνες, θα αποβάλλονταν έξω στις στέππες, τις επίπεδες, τις δίχως ένα θάμνο, όπου το βαθύ χιόνι εκτεινό ταν για πολλά χιλιόμετρα. Έ πρεπε ν’ αντιδράσουμε έτσι αχττε να μην απωθηθούμε σε εκείνο το μοιραίο ά κρο. Ο διοικητής μας, λοχαγός Παουλί, συγκέντρωσε μαζί τα απομεινάρια όλων των λόχων και, με τη χειροβομβίδα στο χέρι, ήταν ο πρώτος που όρμησε στην α ντεπίθεση, κραυγάζοντας την παλαιά μας ιαχή: "Το Ρεξ θα Νικήσει!". Ό λοι του τάγματος που ήταν ικανοί ακόμα για υπηρεσία τον ακολούθησαν, περιλαμβανομένων των οπλουργών, των μαγείρων, των αγγελιοφόρων, των οδηγών των φορ τηγών. Ή ταν μια φρενιασμένη συμπλοκή. Κόκκινοι και Βαλλόνοι σκότωναν ο έ νας τον άλλον, ακόμα και μέσα στα καλύβια όπου, πυροβολώντας με πιστόλια μέ σα από χαραμάδες στις πόρτες, τσάκιζαν οι μεν τα κρανία των δε εξ επαφής. Τα ρωσσικά άρματα, με τις οβίδες τους να σώνονται, τριγύριζαν με υπόκωφο θό ρυβο προσπαθώντας να συντρίψουν τους στρατιώτες μας, που πετάγονταν από ί σμπα σε ίσμπα. Οι σοβιετικοί πεζικάριοι, πανικόβλητοι και εξουθενωμένοι, αρχικώς δίστασαν και κατόπιν άρχισαν να παραχωρούν έδαφος. Στην αποκορύφωση της εκ του σύνεγγυς μάχης, κάποιες ενισχύσεις γερμανικού πεζικού εμφανί σθηκαν μέσα από τα χιόνια στα δυτικά. Η εχθρική φυγή ήταν τότε ολοκληροπική. Για μια τρίτη φορά το χωριό ανακατελήφθη. Τ α Κόκκινα άρματα μάχης αφοσιώθηκαν πάλι, για κάμποση ώρα, στο να κα
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α το α α ς
73
ταδιώκουν τους άνδρες μας. Αλλά τα άρματά μας, νικητές στη μάχη της στέππας, εμφανίσθηκαν με τη σειρά τους επάνω στη λοφοπλαγιά. Μισή ώρα αργότερα τα σοβιετικά τεθωρακισμένα και το πεζικό είχαν εξαφανισθεί στο γαλάζιο χιόνι στα βορειοανατολικά. Το σούρουπο ήταν κοντά. Τα πτώματα επτακοσίων Κόκκινων κείτονταν επάνω στο χιόνι, επάνω στον πάγο των μικρών λιμνών, κοντά στα ερείπια των σπιτιών. .Αλλά διακόσιοι πενήντα από τους συντρόφους μας είχαν πέσει, νεκροί ή τραυμα τισμένοι, στη διάρκεια εκείνων των δώδεκα ωρών μανιασμένου αγώνα. Τα γερμανικά άρματα έφυγαν πάλι, μια ώρα αργότερα, για έναν άλλον τομέα που απειλούνταν. Από τις ίσμπες της Γκρομόβαγια-Μπάλκα δεν έμεναν παρά στά χτες, η ετοιμοθάνατη λάμψη τους να σιγοσβήνει στην παγερή βραδιά.
Μέτωπο του Πάγου Το σούρουπο της 28ης Φεβρουάριου του 1942, τα καπνίζοντα απομεινάριατης Γκρομόβαγια-Μπάλκα βρίσκονταν στα χέρια μας. Ή τα ν αναγκαίο. Ωστόσο, να αντιμετωπίσουμε τα γεγονότα: η κατάσταση ήταν αιωρούμενη. Το χωριό είχε κατεδαφισθεί. Το σημαντικότερο, βρισκόταν στον πάτο ενός κοιλώματος. Από την πλαγιά στα ανατολικά ο εχθρός μπορούσε να παρακολουθεί όλες τις κινήσεις μας. Για δέκα ημέρες είχαμε διατηρήσει τις αντοχές μας και είχαμε δουλέψει σκλη ρά. Είχαμε κρατηθεί στο χωριό, σε πείσμα τεσσάρων χιλιάδων σοβιετικών στρα τιωτών και δεκατεσσάρων αρμάτων μάχης, μόνον διότι η τιμή του λαού μας διακυβευόταν. Ό λοι μας προτιμούσαμε το θάνατο από το να παραχωρήσουμε έδα φος. Έ νας φλογερός πατριωτισμός διέπνεε τους στρατιώτες μας: αντιπροσώπευαν τη χώρα τους· γι’ αυτό, το ήμισυ των ανδροίν μας είχε πέσει, παγωμένοι στο θάνα το, λουσμένοι στο αίμα. Μόνον η εθνική υπερηφάνεια είχε κάνει δυνατό το θαύ μα των τριών αντεπιθέσεων και της ανακαταλήψεως. Θα ήταν άχρηστο το να επαναλάβουμε έναν παρόμοιο σκληρό αγώνα την επό μενη ημέρα. Η φρόνηση απαιτούσε όπως εγκαταλείψουμε το λεκανοπέδιο και στήσουμε την άμυνά μας επί της δυτικής λοφοπλαγιάς, η ο ποία δέσποζε της Γκρομόβαγια-Μ πάλκα. Εκεί δε θα ήμασταν πια εύκολοι στόχοι για τους Κόκκινους πυροβολητές. Ο διοικητής της 100ης Μ εραρχίας, Στρατηγός Γιάννε, διέταξε όπως το τάγμα μας λάβει θέση επί της κορυφογραμμής, με την κάλυψη της νύκτας. Τ α προκεχωρημένα μας φυλάκια παρέμειναν μέχρι το τελευταίο λεπτό. Οι Ρώσσοι δεν ανιελήφθησαν το παραμικρό. Την αυγή, συνέτριψαν τα ερείπια της ΓκρομόβαγιαΜπάλκα κάτω από έναν κολασμένο φραγμό πυροβολικού, κατόπιν επετέθησαν στον άδειο χώρο. Ή ταν η σειρά του πυροβολικού μας τώρα να τους κάνει τη ζωή αδύνατη στο κοί
74
A eon Ν τεγκρελ
λωμα του χωριού. Δε στάθηκαν περισσότερο ικανοί α π ’ όσο εμείς να κρατήσουν εκεί τις δυνάμεις τους. Καταβεβλημένοι, τραβήχθηκαν λίγες εκατοντάδες μέτρα πίσω, επάνω στο λόφο στα ανατολικά. Από κει και πέρα, αγριοκοιτάζαμε ο ένας τον άλλον και πολυβολούσαμε ο ένας τον άλλον, από κορυφογραμμή σε κορυφογραμμή. Το χωριό έγινε ουδέτερη ζώ νη, όπου λίγες μαυρισμένες καμινάδες μόνον υψώνονταν από τα χαλάσματα των ισμπών και τη λευκότητα του χειμώνα. Οι νέες θέσεις μας, φτιαγμένες πρόχειρα στη μέση της στέππας ενώ η θερμο κρασία έμενε στους 30 βαθμούς υπό το μηδέν, ήταν βαθιά σκαμμένες μέσα στο χιόνι και στον πάγο. Αρκετά βαρέα γερμανικά άρματα μάχης επέστρεψαν, ξεφυσώντας, πυροβολώ ντας. Κοντόχοντρα, σα μεσαιωνικοί προμαχώνες, έγειραν απαιτήσεις επί της κο ρυφής, καθώς στο μεταξύ οι πυροβολαρχίες του γερμανικού πυροβολικού εγκα ταστάθηκαν σε μια κοιλάδα στα δυτικά. Δεν είχαμε ούτε ένα καλύβι στη διάθεσή μας, ούτε την πιο αδύναμη φωτιά: τί ποτα, εκτός από λευκές τρύπες στο χιόνι, όπου οι διακόσιοι επιζώντες μας, με την έλλειψη και του ελάχιστου χειμερινού εξοπλισμού, είχαν ν’ αντιμετωπίσουν τις σο βιετικές δυνάμεις. Οβίδες έσκαζαν σε όλες τις κατευθύνσεις. Μια αποθήκη πυρομαχικών ανατινάχθηκε. Τα δόντια των ανδρών μας κροτάλιζαν σαν καστανιέτες, τόσο βαθιά τους είχε αρπάξει το ψύχος. Τα πρόσωπα κάποιων εξ αυτών ήταν σχεδόν πράσινα. Από την προηγούμενη νύκτα ο πάγος είχε μουδιάσει εκείνους τους διακόσιους απρο στάτευτους άνδρες. Άλλη μια νύκτα ακολούθησε, ακόμα σκληρότερη. Η κατά στασή μας έμοιαζε εντελώς απελπιστική. Μετά βίας ήταν διανοητό πως στο μέ σον της στέππας, σε τέτοιον παγερό καιρό, άνδρες εξουθενωμένοι από ένα μήνα μάχης ζούσαν ακόμη, ακίνητοι για δωδεκάδες ωρών, βασανισμένοι, αποκαμωμένοι από το τρομερό ψύχος. Το τάγμα μας, διαμορφωμένο σε τετράγωνο, είχε ορκισθεί να κρατήσει μέχρι το τέλος. Μόνον οι νεκροί απομακρύνονταν. Τ ην επόμενη μέρα, την αυγή, η Βαλλονική λεγεών βρισκόταν ακόμα στη θέση της. Ούτε οι Ρώσσοι, ούτε ο πάγος μπορούσαν να αμβλύνουν το ηθικό της. £ Για να μειώσουμε την ταλαιπωρία μας την ίδια, συγκρίναμε τα προβλήματά μας με εκείνα των εκατόν πενήντα τραυματιών, τους οποίους δωδεκάδες ελκήθρων εί χαν πάρει μακριά επάνω οτη σιέππα, Στη Γκρομόβαγια-Μπάλκα είχε γίνει υποχρεωτικό το να περιμένουμε το σού ρουπο για να εκκενώσουμε τους περισσότερους των συντρόφων μας, διότι κατά τη διάρκεια της ημέρας πολλοί από τους τραυματίες μας είχαν κτυπηθεί για δεύ τερη φορά από τους σοβιετικούς πολυβολητές που έριχναν στις νοσοκομειακές
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α τ ο α α ς
75
φάλαγγες, μαύρες και καθαρε'ς επάνω στο λαμπρό χιόνι. Τ α έλκηθρά μας μόλις που μπορούσαν να ταξιδέψουν τα επτά χιλιόμετρα από τις θέσεις μας ως το χωριό της Νόβο-Αντριέβσκα. Εναπόθεταν τα αιματηρά τους φορτώματα εκεί και επέστρεφαν γοργά. Είχαμε χρησιμοποιήσει, για τις πρώτες μεταφορές, τέτοια σπανίζοντα σκεπά σματα που είχαν ξεφύγει από το να καοΰν μέσα στις ίσμπες. Αργότερα, ήταν ανα πόφευκτο να τα βγάζουμε πέρα με ξηρά ζωοτροφή ή με τις ψάθες από τα τελευ ταία σπίτια της πολίχνης. Κατά τη διάρκεια της εξαντλητικής νύκτας οι άτυχοι τραυματίες τρεμοΰλιαζαν στα χιόνια, προοτατευόμενοι μόνο από κουρελιασμέ να ρούχα, λίγη ψάθα ή λίγο άχυρο. Το μαρτύριό τους ήταν απερίγραπτο. Στη Νόβο-Αντριέβσκα, οι γιατροί του σταθμού των πρώτων βοηθειών δεν ήξε ραν που να τους στεγάσουν. Κείτονταν παντού γύρω σε δωδεκάδες, επάνω στο γυ μνό έδαφος των καλυβών. Το χωριό ήταν μόνο ένας ενδιάμεσος σταθμός. Ή τα ν αναγκαίο να εκκενώσουν τους δύστυχους, διασχίζοντας σαράντα χιλιόμετρα από εκεί στο Γκρισίνο. Η θύελλα είχε επιστρέφει, ξεσηκώνοντας τη λευκή στέππα σε ένα ξέσπασμα εκτυφλωτικού χιονιού. Τα έλκηθρα έκαναν δύο ή τρεις ημέρες να φθάσουν στο Γκρισίνο και στο νοσο κομείο εκστρατείας. Οι τραυματίες, οι πληγές τους δεμένες βιαστικά, τα σπασμένα τους κόκκαλα βαλμένα βιαστικά σε νάρθηκες, πεθαίνοντας από το κρύο, με θραύ σματα χειροβομβίδων και σφαίρες στα κορμιά τους, υπέφεραν ένα φρικτό μαρ τύριο. Η συσσώρευση των τραυματιών στο Γκρισίνο ήταν πέρα από κάθε φαντασία. Δώδεκα χιλιάδες μεταφέρθηκαν εκεί μέσα σε πέντε εβδομάδες. Κάποιοι από τους σοβαρά τραυματισθέντες άνδρες μας έπρεπε να περιμένουν πέντε ημέρες προτού κάποιος βγάλει τους πρόχειρους επιδέσμους τους, που είχαν γίνει μαύροι και σκληροί σα σίδερο. Δυσκολεύονταν στο να εξηγήσουν τις ανάγκες τους, καθώς οι περισσότεροί τους δε μιλούσαν στο ελάχιστο γερμανικά. Στην άσχημη κατάστα σή τους δε μπορούσαν να λάβουν μια λέξη παρηγοριάς από κάποιον. Έ φθασαν στα βάθη του φυσικού και πνευματικού τους μαρτυρίου. Πολλοί δεν επιβίωσαν των νοσοκομείων εκστρατείας- τερμάτισαν την ταλαι πωρία τους στα μακρά στρατιωτικά νεκροταφεία όπου, κάτω από τα ατσάλινα κράνη τους, ήταν οικοσημασμένα με το μαύρο, κίτρινο και κόκκινο, τα χρώματα της χώρας για την οποία εκείνοι τόσο γενναία αγωνίσθηκαν και υπέφεραν.
£ Με το πρωινό της 2ας Μαρτίου του 1942, η Βαλλονική Λεγεών είχε μειωθεί σε λιγότερο από το ένα τρίτο της αρχικής της δυνάμεως. Από τους είκοσι έξι αξιω ματικούς έμεναν εκεί δύο, ένας εκ των οποίων, υποφέροντας από νευρικό κλονι σμό, απομακρύνθηκε λίγο καιρό αργότερα. Κάμποσα γερμανικά στρατεύματα βρίσκονταν καθ’ οδόν και επρόκειτο να μας
76
A eo n Ν τεγκ ρελ
αντικαταστήσουν. Οι ανιχνευτές μας τους έσκαψαν κάποια υπόγεια καταφύγια που θα τους επέτρεπαν να επιβιώσουν, με κάπως λιγότερη δυσκολία, επάνω σ’ ε κείνη τη σαρωμένη από τη θύελλα κορυφογραμμή. Ωστόσο, παρά την κατασκευή εκείνων των καταφυγίων, το τάγμα που διαδέχθηκε το δικό μας στο υψίπεδο, έ χασε περισσότερους του τριάντα τοις εκατό των ανδρών του από τον παγερό και ρό κατά τη διάρκεια του Μαρτίου μόνον7. Αντικατασταθήκαμε το μεσημέρι. Τα αγόρια μας, κάτισχνα, αξύριστα, επέστρεψαν από τα φυλάκιά τους με υπε ρήφανες εκφράσεις στα πρόσωπά τους. Ο ηρωισμός που είχαν επιδείξει στη μά χη ήταν ήδη ένα λαμπρό επίτευγμα κατά μήκος όλου του μετώπου του Ντονιέτς. Ο διοικητής της 100ης Μ εραρχίας είχε μόλις απονείμει σε αυτούς τριάντα τρεις Σιδηρούς Σταυρούς8. Τον καιρό εκείνον ήταν, για ένα τάγμα, ένας ασυνήθιστος αριθμός. Μια ακόμα πιο ξεχωριστή τιμή ήλθε καθώς εμείς μνημονευθήκαμε στην Ημερήσια Διαταγή της W ehrmacht, στο ανακοινωθέν της Ανωτάτης Διοικήσεως. Εγκατασταθήκαμε σε μια περιοχή πίσω από τις γραμμές του μετώπου, στο Μπλαγκοντάτς. Οι χιονισμένες πεδιάδες είχαν εκκαθαρισθεί από τις εκατοντάδες των πτωμά των, γαλαζοντυμένων Κοζάκων, Μογγόλων με λευκά παλτά, από τις οποίες είχα με περάσει ένα μήνα πριν, τον καιρό της επιθέσεως. Βρήκαμε μερικά σπίτια, σίγουρα φτωχικά, σίγουρα άθλια, αλλά σπίτια! Δεν εί χαμε πια μπροστά μας ορδές Ασιατών με μικρούλικα, αστραφτερά μάτια, να α ναπηδούν σα γάτες για άγρια σώμα με σώμα μάχη. Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον, αναζητούσαμε ο ένας τον άλλον. Οι καημένοι, νε κροί σύντροφοί μας, αδέλφια που είχαν μοιρασθεί τα όνειρά μας, έμοιαζαν να πε ριφέρονται γύρω μας, κυριαρχίόντας στις σκέψεις μας. Κάθε ένας από εμάς είχε χάσει πολυαγαπημένους φίλους. Η λεγεών μας ήταν σα μια ομάδα από αδέλφια: ήμασταν ενωμένοι σε όλα τα πράγματα. Οι καρδιές μας υπέφεραν και η γεύση της δόξας μας ήταν σαν ένα παγωμένο, πικρό φρούτο στα στόματά μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τ Ρ ΙΑ
Η Μ άχη Τ ου Χ αρκο βο υ μάχη της Γκρομόβαγια-Μπάλκα είχε σημαδέψει την τελευταία μεγάλη προσπάθεια από τους Σοβιετικούς στο Ντονιέτς, κατά τη διάρκεια του χειμώ να του 1941-1942. Η λεγεών μας, εγκατεστημένη στο Μπλαγκοντάτς, κρατιόταν στην εφεδρεία, έτοιμη να κληθεί στον πρώτο κίνδυνο. Αλλά το μέτωπο δε βρισκόταν πια σε σοβαρό κίνδυνο. Τη νΰκτα, πολλά πυρά πολυβόλων μπορούσαν ακόμα ν’ ακουσθοΰν. Από τα κα τώφλια των καλυβιών μας μποροΰσαμε να παρακολουθούμε τη λάμψη των στο μίων από τις κάννες και τα τροχιοδεικτικά να διασταυρώνονται πάνω από τη στέπ πα. Το πλήγμα που καταφέρθηκε στους Κόκκινους την 28η Φεβρουάριου είχε υ πάρξει αποφασιστικό, ωστόσο: η επίθεσή τους είχε αναχαιτισθεί, κατόπιν απωθηθεί για τα καλά. Το Μπλαγκοντάτς ήταν ακόμα θαμμένο κάτω από βαθείς σωροΰς χιονιοΰ. Η χιο νόπτωση εναλλασσόταν με παγοθΰελλες. Ο χειμώνας φαινόταν να διαρκεί π α ντοτινά. Περάσαμε έξι μήνες μέσα στην ασπρίλα· η λευκή στέππα, οι λευκές στέ γες, ο λευκός ουρανός που ολίσθαινε πάνω από τα κεφάλια μας.
Η
£ Το χωριό, κατεστραμμένο από τη μάχη, ήταν εξαιρετικά φτωχό. Κοιμόμασταν επάνω σε σανίδες ή άχυρα, ακόμα και πάνω στα χωμάτινα πατώματα των αγροι κιών. Οι τσιρίδες των χλωμών παλιόπαιδων ταλάνιζαν τα αυτιά μας. Αυτοί οι φτω χοί άνθρωποι ζοΰσαν μόνο με πατάτες, τις οποίες έτρωγαν αμαγειρευτες, καρυ κευμένες μόνο με αλάτι. Ό λες οι αγελάδες είχαν σκοτωθεί. Οι χωρικοί είχαν πετάξει τα νεκρά άλογά τους, μαζί με τα πτώματα πεντακοσίων σοβιετικών στρα τιωτών, ανάκατα σε ένα μεγάλο λατομείο, ένα απαίσιο σφαγείο απ’ όπου ξεπρό-
78
A eo n Ν τεγκ ρελ
βαλλαν οπλές αλόγων και ανθρώπινα κεφάλια. Τραβούσαμε το νερό μας από το πηγάδι του χωρίου. Μια ημέρα ο κουβάς μας έπεσε μέσα και βυθίσθηκε στον πυθμένα. Στείλαμε έναν άνδρα οπλισμένο με ένα γάντζο βαλμένο σε ένα βαρΰ σχοινί να ψάξει τον πυθμένα του πηγαδιού. Ο γάντζος γρήγορα σκάλωσε σε κάτι που όλοι νομίσαμε πως ήταν ο κουβάς. Φαινόταν να έ χει γίνει φοβερά βαρΰς, ωστόσο, και χρειάσθηκαν τα γερά μπράτσα και πλάτες αρκετών ανδρών για να τον τραβήξουν πάλι επάνω. Τελικά πρόβαλε η ψαριά μας : ένας Μογγόλος, μεγαλόσωμος, απαίσιος, μισοσαπισμένος, η ζώνη του αγκιστρωμένη στο σχοινί μας. Τον είχαμε πιεί για εβδομάδες. Οι ίσμπες δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ψειροφωλιές. Στη δική μας υπήρ χε ένα απόθεμα σπόρων δημητριακών για σπορά που τρεμούλιαζε με συνεχή θροί σματα, τόσο άφθονα ήταν τα ζωύφια εκεί. Η πλειονότης μας έπασχε από "ψειρο-πυρετό" ή βολύνιο πυρετό, έναν τύπο ε λονοσίας που μας έβαζε σε μια σοβαρή κατάσταση ατονίας. Τα βράδια είχαμε πυ ρετούς των 39 βαθμών Κελσίου. Με τον ερχομό του πρωινού ο πυρετός θα έπεφτε στους 35 ή 35,5 βαθμούς, το πολύ. Μόλις που αγγίζαμε το φαγητό μας- γινόμασταν προοδευτικά και πιο αδύναμοι. Οι ίσμπες, η στέππα, περιδινούνταν γύρω μας. Δεν ήμασταν ικανοί για εργασία ή έστω να βγούμε παραέξω. Η κρίση, ακόμα και στην οξεία φάση της, διήρκεσε για τρεις ή τέσσερις εβδο μάδες, στο τέλος της οποίας σταθήκαμε ξανά στα πόδια μας με πόνο, με τα κε φάλια να κρέμονται όπως σ’ εκείνα τα καημένα, θλιβερά, γέρικα άλογα. Η ανάκτηση των δυνάμεων σπανίως ήταν διαρκείας. Ο ψειρο-πυρετός υποτρο πίαζε ανά διαστήματα, όπως η ελονοσία. Ενάντια σ’ εκείνην την πανδημία του Ανατολικού Μετώπου οι γιατροί μας δε διέθεταν το παραμικρό φάρμακο, εκτός της πανταχού παρούσης ασπιρίνης, η πανάκεια κάθε στρατού στον κόσμο. £ Προσπαθήσαμε να επιστρέφουμε στις φυσιολογικές μας συνθήκες υγιεινής. Επιτάξαμε, για μια ώρα, τη σκάφη ζυμώματος από το σπίτι, ένα είδος ρηχού κα νό, σκαλισμένου με ένα τσεκούρι από ένα κομμάτι ξύλου. Λιώνοντας μισό κυβικό μέτρο χιονιού μέσα σε αυτό, καθόμασταν κάτω μέσα σ’ εκείνο το μικρούλι, αστείο πλοιάριο. Με την πρώτη, ελάχιστα ζωηρή κίνηση, παίρναμε μιατούμπα. Οι Ρώσσοι δεν έπλεναν τα κορμιά τους καθ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα. Είχαν γραφικούς τρόπους πλυσίματος των προσώπων τους. Γεμίζοντας τα στόματά τους με νερό έφτυναν έξω το υγρό, τέσσερις ή πέντε φορές, μέσα στις χούφτες τους, κα τόπιν τις έτριβαν επάνω στα μάγουλά τους. Κατά τον ίδιο τρόπο ράντιζαν τα π ρό σωπα των σκουξιάρικων παλιόπαιδων. Οι συναθροίσεις για την εξολόθρευση των ψειρών ήταν κατ’ ουσίαν τελετουργίες. Η γειτόνισσα έκανε επίσκεψη. Καθιστή με τις φτέρνες στο έδαφος, θα ξέπλεκε τα μαλλιά της στα γόνατά της φίλης της, η οποία ύστερα θα περνούσε μια ώρα ή
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α το α α ς
79
δυο απομακρύνοντας εκατοντάδες μικρούλικων ζωυφίων, χρησιμοποιώντας μια μεγάλη, ξύλινη κτένα. Κατόπιν, θα καθόταν στο έδαφος, ενώ η άλλη, φλυαρώντας ασταμάτητα, θα έπαιρνε τη σειρά της στην ανταπόδοση της εξυπηρέτησης. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού οι επιχειρήσεις εκείνες λάμβαναν χώρα ε πάνω στο κατώφλι. Ή ταν πολύ ωραίο: σκότωναν μαζί ο ένας τις ψείρες του άλλου, ένα πολύ ευπρεπές είδος κομμουνισμού. Αμέσως μόλις οι ελαφρά τραυματίες μας ανέλαβαν, αναδιοργανώσαμε τους λό χους μας στο ήμισυ της προτεραίας τους δυνάμεως. Έ νας δεκανέας στην έναρξη της αντεπιθέαεως, είχα ονομασθεί υπαξιωματικός στη μέση της μάχης της Γκρομόβαγια-Μπάλκα. Επιτηρούσα το λύσιμο των πολυ βόλων και την ποιότητα της σούπας με τόση πολλή επιμέλεια, σα να διηύθυνα τη συγκέντρωση πενήντα χιλιάδων πολιτικών οπαδών. Αγαπούσα τη ζωή του στρα τιώτη, όσο απλή μπορούσε να είναι, ελεύθερη από κοσμικές ανησυχίες, φιλοδο ξίες και συμφέροντα. Είχαν περάσει μήνες από όταν είχα λάβει το ελάχιστο κομμάτι νέων των αντιμαχκόν του Φόρουμ. Τ ο εχιδνοειδές σμάρι των κυνηγών αξιωμάτων, οι πειρασμοί και υποκρισίες της πολιτικής αρένας με αρρώσταιναν. Προτιμούσα τη βρώμικη ίσμπα μου από τα υπουργικά νάκτορα, το φθαρμένο μου στρατιωτικό αμπέχωνο από την αποπνικτική άνεση της μεσοαστικής μετριότητος. Καθώς κοιτούσα στα καθάρια μάτια των στρατιωτών μου, εξαγνισμένα από το θυσία, ένιωθα να υψώ νεται προς εμένα το υγιές δώρο του ιδεαλισμού τους. Τους προσέφερα, από τη με ριά μου, όλα όσα έκαιγαν μέσα στην καρδιά μου. & Δεχόμασταν συχνά επισκέψεις από τους Γερμανούς συντρόφους μας. Θα πη γαίναμε ως και να περάσουμε τα βράδυα μας στα καταφύγιά τους. Θα συζητού σαμε για ώρες τα ζητήματα της μεταπολεμικής περιόδου. Εκτός των νεκρών, τι άλλο θα υπήρχε; Τα ερωτήματα σχετικά με τα σύνορα, σχετικά με τις υλικές υποθέσεις, δε μας πολυενδιέφεραν. Ζώντας χωρίς σταματημό πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο, φθάσαμε ν’ αντιλαμβανόμασθε στον υπερθετικό βαθμό τη σημασία των δυνάμε ων του πνεύματος. Το μέτωπο κράτησε μόνον διότι στο μέτωπο υπήρχαν ψυχές, ψυχές που πίστευαν, που έκαιγαν με σφοδρότητα, που ακτινοβολούσαν δύναμη. Οι νίκες δεν κερδήθηκαν με τα όπλα μόνον, αλλά με τις αρετές. Τα προβλήματα της μεταπολεμικής περιόδου θα ήταν ταυτόσημα. Οι οικονο μικές νίκες δε θα ήταν αρκετέςς. Οι πολιτικές αναδιοργανώσεις δε θα ήταν αρκε τές. Μια μεγάλη ηθική απολύτρωση θα ήταν απαραίτητη, η οποία θα απομάκρυνε τις κηλίδες του καιρού μας, που θ’ ανόρθωνε τις ψυχές μας με το φρέσκο ‘άνε μο του πάθους και της άνευ όρων προσφοράς υπηρεσιών. Εθνική επανάσταση, ναι. Κοινωνική επανάσταση, ναι. Ευρωπαϊκή επανάστα
80
A eo n Ν τεγκ ρελ
ση, ναι. Μα πάνω από οτιδήποτε άλλο, μια πνευματική επανάσταση, χίλιες φορές περισσότερο απαραίτητη από την εξωτερική ευταξία, την εξωτερική δικαιοσύνη, από τη μόνο στα λόγια αδελφοσύνη. Ο κόσμος που θα πρόβαλλε από το φονικό και το μίσος του πολέμου θα χρεια ζόταν, πρωτίοτως, καθαρές καρδιές που θα πίστευαν οτην αποστολή τους, που θ’ αφιερώνονταν σ’ αυτήν, καθαρές καρδιές στις οποίες οι μάζες θα μπορούσαν να πιστέψουν και στις οποίες θα μπορούσαν ν’ αφοσιωθούν. Οι συζητήσεις μας έλαμπαν σα φωτιές από τη ζωηρότητα. Μια μικρή, τιποτένια γκαζόλαμπα τόνιζε τις γραμμές στα πρόσωπά μας. Τ α πρόσωπα εκείνα ακτινο βολούσαν. Το χειμώνα εκείνο προσφέραμε τα βάσανά μας για τον εξαγνισμό των ονείρων μας. Ποτέ δεν είχαμε νιώσει τόση πολλή δύναμη στις καρδιές μας, τόση πολλή διαύγεια, τόση πολλή ευχαρίστηση. Κάποτε, είχαμε καταφέρει να διάγουμε συνηθισμένες ζωές, λερωμένες από τα πεινές υποχωρήσεις σιην καθημερινή αναγκαιότητα. Το μέτωπο μας είχε δώσει μια γεύση της στερήσεως. Εκκαθαρισθήκαμε απ’ όλο το μίσος και απ’ όλη την ε πιθυμία. Είχαμε ταπεινώσει τα σώματά μας, κατασβέσειτη φιλοδοξία μας, εξα γνίσει και προσφέρει τη θυσία μας. Ο θάνατος ο ίδιος δε μας φόβιζε πια. Το χιόνι παρέμεινε για πολύ καιρό. Τη Μεγάλη Πέμπτη έπεσε ξανά, σε μεγάλες νιφάδες, για αρκετές ώρες. "Υστερα ο αέρας μαλάκωσε. Κοιτάξαμε έξω, υπεράνω της λευκής στέππας, όπου οι μαύ ροι μίσχοι των ηλιοτροπίων έφθαναν όλο και πιο ψηλά. Οι λόφοι είχαν τη γκρίζα γυαλάδα του τέλους του Χειμώνα. Ο ήλιος ξαναβγήκε. Τα σπουργίτια έπαιζαν ζωηρά στα άχυρα. Καθημερινά ο ήλιος ξεμύτιζε κάτω στην πεδιάδα. Νερό από λιωμένο χιόνι αργοκυλούσε σε ρυάκια. Οι χωρικοί, χρη σιμοποιώντας τα τσεκούρια τους, τα σκεπάρνια και τις αξίνες τους, έσπαζαν τον πάγο, τριάντα ή σαράντα εκάτοστα βάθους, που περικύκλωνε τα αγροτόσπιτα. Αρκετές ημέρες μετά από αυτό, η πολίχνη μετετράπη σε μια μεγάλη καταβόθρα. Τα χωράφια ήταν σα θάλασσες από κολλώδη λάσπη. Μπορούσμε να πηγαίνουμε από το ένα άκρο του χωριού στο άλλο, μόνον επάνω σε άλογο, κάνοντας μια με γάλη παράκαμψη από τη μεριά των υψωμάτων. Ορισμένοι από τους τολμηρότερους ανάμεσά μας είχαν φτιάξει σανίδες θαλάσ σης· τριγυρνούσαν στο Μ πλαγκοντάτς με μαγιό, συρόμενοι από μουλάρια. Κατασκευάσαμε γέφυρες για πεζούς από ίσμπα σε ίσμπα, που τις ρίξαμε πάνω σε λάσπη βάθους μισού μέτρου. Το νερό, τροφοδοτημένο από χίλια ρυάκια, ορμούσε προς τα κάτω από τις πλαγιές με τη δύναμη ποταμιών, τριάντα ή σαράντα μέτρων πλάτους, σχηματίζοντας θορυβώδεις καταρράκτες. Το πρώτο χωριάτικο κάρο που προσπάθησε να τους διασχίσει παρασύρθηκε μακριά· η γυναίκα που το οδηγούσε παρασύρθηκε, ξεπροβάλλοντας και βυθιζόμενη εκατό φορές μέσα στο ρεύμα.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π ρ ο ς Α ν α τ ο α α ς
81
Μετά από δυο εβδομάδες ηλιοφάνειας μπορούσαμε να επιστρέφουμε στις θη μωνιές του περασμένου q>0ivonc6pou, στην κορυφή της λοφογραμμής. Εκεί ξα πλώσαμε κάτω. χαρούμενοι, τα χιτώνια βγαλμένα, παραδίδονταςτα κορμιά μας 'π η ζεστή, ζωοδότρα άνοιξη. Το μέοος όπου :·ίχαν υπάρξει οι στέρνες του χωρίου είχε εξαφανισθεί: μεγάλοι, κατεψυγμένοι κυπρίνοι έπλεαν σε εκατοσιαριές κοντά στις σχάρες των τάφρων. Μια ημέρα πήγα επάνω στο άλογο μακριά στα δυτικά. Ο ποταμός καμπύλωνε. Π ρόσεξα, σε απόσταση, ένα μικρό δάσος. Άρχιζε να πρασινίζει, ένα απαλό κιτρινο-πράσινο. Σηκώθηκα στους αναβατήρες μου και εισέπνευσα τη νέα ανοι ξιάτικη εποχή με μεγάλες γουλιές. Έ νιωθα τόσο ωραία! Ο ήλιος είχε κατανικήσει το χειμώνα! Οι δρόμοι στράγγισαν. Ο ανεμόμυλος γύριζε μπροστά σε έναν καταγάλανο ου ρανό. Έφθασε ο Μάιος. Στις 10 λάβαμε μια απόρρητη διαταγή. Αλλάξαμε τομείς, φεύ γοντας την ίδια εκείνη νύκτα. Μεγάλα στρατιωτικά γεγονότα επρόκειτο να λάβουν χώρα. Χαρωποί, ανέμελοι, πρόθυμοι, αφήσαμε τις ίσμπες μας, τραγουδώντας για πόλεμο, περιπέτεια, δόξα και τη ζεστή άνοιξη που άνθιζε μέσα στις καρδιές μας.
Η Κραυγή Ενός Κοΰκου Ποτέ στη διάρκεια του φοβερού χειμώνα του 1941-1942 δεν είχε η παραμικρή αμφιβολία κλονίσει το ηθικό των Γερμανών στρατιωτών ή των Ευρωπαίων εθελο ντών στο Ανατολικό Μέτωπο. Οι κακουχίες τους ήταν απίστευτες, αλλά ήξεραν πως οι ουρλιάζουσες δυνατές ριπές του χειμώνα, η παγωνιά στους 42 βαθμούς υ πό το μηδέν, η έλλειψη εξοπλισμού, είχαν υπάρξει οι μόνες αιτίες των κακοτυχιών τους. Ο Στάλιν δεν είχε ανάμιξη στην υπόθεση. Επί του παρόντος, οι σιδηροδρο μικές γραμμές άρχιζαν να λειτουργούν καταλλήλως· οι γέφυρες ξανακτίζονταν οι επιστολές έφθαναν γρήγορα. Μέχρι και γούνινα παλτά είχαν διανεμηθεί, ηδυπα θή γυναικεία παλτά ή παλαιά γιδοτόμαρα Βαυαρών βοσκών Τα παραλάβαμε στη μέση της τήξεως. Μόλις που είχαμε αρκετό χρόνο να διασκεδάσουμε τους ε αυτούς μας με εκείνα και κατόπιν να τα επιστρέφουμε. Κανένα σοβαρό νέο δεν προβλημάτιζε την άνοιξη. Η Αμερική, η οποία είχε επιαήμως εισέλθει στον παγκόσμιο πόλεμοτο Δεκέμβριο του 1941, δεν είχε παρά εμπειρίες η πώ ν κατά τη διάρκεια του Χειμώνα. Οι Άγγλοι, οι μέχρι τότε αδιαμ φισβήτητοι παγκόσμιοι πρωταθλητές στην εκκένωση δια πλοίων, είχαν εκκενώ σει το Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη, αφού είχαν βελτιώσει τα ρεκόρ ταχύτη τας των γατοπάρδων, των πανθήρων και άλλων αιλουροειδών στις ζούγκλες της Μπούρμα. Ο στρατός του Ανατολικού Μετώπου πίστευε ακράδαντα πως οι Άγγλοι και οι Αμερικάνοι, χώρες βαθιά εμπεπλεγμένες σιην Ασία, δεν αντιπροσώπευαν κανέναν κίνδυνο για το Ράιχ. Ενώ συνέχιζαν να υποχωρούν στα τελευταία τους κα-
82
A eo n Ν τεγκ ρελ
ταφύγιατου Ειρηνικού, η Γερμανία μπορούσε με ηρεμία να δώσει τη χαριστική βολή στην Ε.Σ.Σ.Δ. Είναι αλήθεια πως ο Στάλιν είχε αντιπολεμήσει, ότι είχε επανακτήσει κάποια έ κταση εκείνον τον χειμώνα. Αλλά, βεβαίως, οι στρατιές του Ράιχ είχαν παραμ ε λήσει τις προφυλάξεις τους το προηγούμενο Φθινόπωρο. Κάποιες φορές οι τομείς που κρατούσαν είχαν αποδειχθεί αδύνατο να τους υπερασπισθούν. Είχαν υπάρ ξει επικίνδυνες στιγμές· ωστόσο, παρά το ασυνεχές του μετώπου, παρά το ψύχος, παρά τις διαταράξεις, η κατάστασή μας είχε επανορθωθεί εκείνον τον ίδιο χει μώνα, σε μια τέτοια εντυπωσιακής ισχύος. Οι Ρώσσοι είχαν υποστεί τεράστιες απώλειες το 1941. Η χειμερινή τους επίθε ση είχε αποτύχει, αποτύχει αναντίρρητα. Αυτός θα ήταν ο τελικός γύρος. Ή έτσι νομίζαμε, απόλυτα σίγουροι πως το α ποτέλεσμα του αγώνα ήταν μια προδιαγεγραμμένη κατάληξη.
£ Ποτέ πριν ο γερμανικός στρατός δεν ήταν τόσο ισχυρός. Το Ράιχ είχε επιτελέσει μια εξαίρετη προσπάθεια να διορθώσει τη ζημιά του Χειμώνα και να επαναφέρει τις μονάδες του στην πληρότητα. Τα συντάγματα ή ταν άλλη μια φορά σε πλήρη ισχύ. Οι μεραρχίες είχαν ενισχυθεί, επιπλέον, από ε φεδρικά τάγματα συνιστώμενα από έως χίλιους πεντακόσιους άνδρες το καθένα, αντικαταστάτες για τις απώλειες που θα υφίσταντο, καθώς η ανανεωμένη επίθε ση θα προχωρούσε διασχίζοντας τη στέππα. Κάθε μονάδα είχε εφοδιασθεί με νέο εξοπλισμό και συμπληρωθεί με όπλα σε ά ψογη κατάσταση. Ή τα ν ευχάριστο να βλέπεις εκείνες τις μεραρχίες, αποτελούμενεςαπό 15.000 ως 17.000 θαυμάσιους, ζωηρούς, νέους άνδρες, ευθυτενείς και δυνατούς σα δένδρα, οδηγούμενους από αξιωματικούς και υπαξιωματικούς του είδους του οποίου κανείς στρατός στον κόσμο δεν είχε ποτέ. Ο Χειμώνας λησμονήθηκε. Δε μιλούσαμε πια γι’ αυτόν, εκτός για να τον περιγε λάσουμε. Ό σο περισσότερο υποφέρει κανείς σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ζω ής του, τόσο περισσότερο ευχαριστιέται αργότερα στο να απαριθμεί τις δυστυχίες που αντιπαρήλθε. Ποίου άνδρα η μύτη είχε καταψυχθεί πιο στέρεα, ποιανού η ί σμπα είχε υπάρξει η πιο βρώμικη, ποιανού το ψωμί είχε υπάρξει το πιο μουχλια σμένο, ποίου οι ψείρες είχαν υπάρξει οι χειρότερο ανθρωποφάγες: όλα εκείνα ή ταν τροφή για διασκέδαση. Με το που έμπλεκαν σ’ εκείνο το είδος της συζητήσεως, οι άνδρες ήταν ακούραστοι. Μια αισθητή αλλαγή γεγονότων έλαβε ξαφνικά χώρα, κάτι το οποίο επέτρεψε σιη γερμανική διοίκηση να επιδείξει για άλλη μια φορά την υπεροχή της τέχνης της. Οι Γερμανοί αξιωματικοί των υψηλοτέρων βαθμίδο>ν διέθεταν μια ψυχραιμία και ηρεμία οπωσδήποτε μοναδικές. Οι στρατηγοί θα στρώνονταν κάτω μπροσιά
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α να το α α ς
83
στους χάρτες τους στα κέντρα διοικήσεως, όπως οι πρωταθλητές σκακιοΰ στα τρα πέζια τους, σκυφτοί πάνω από τα πιόνια τους. Πήγαιναν με την ησυχία τους και έ καναν κινήσεις μόνον προσεκτικά υπολογισμένες έκ των προτέρων. Τη 1Οη και 11η Μαρτίου του 1942, η γερμανική Ανωτάτη Διοίκηση είχε θέσει σε κίνηση όλες τις δυνάμεις της στο Ντονιέτς, έτσι ώστε να επιτεθούν προς τα α νατολικά. Ενώ όλες εκείνες οι κινήσεις των στρατευμάτων βρίσκονταν σε εξέλιξη, ο σοβιετικός Στρατάρχης Τιμοσένκο, με μια φοβερή ώθηση, ανέλαβε την επίθε ση στο βορειότατο σημείο του τομέως μας. Ξεπετάχθηκε από την κάλυψη κάτω θεν του Χαρκόβου, εξαπολύοντας αρκετές εκατοντάδες χιλιάδων ανδρών προς την κατεύθυνση της Πολτάβα και του Δνείπερου ποταμού. Οι δυνάμεις του Τιμοσένκο άνοιξαν ένα βαθύ ρήγμα. Ο Στάλιν δημοσιοποίησε ηχηρά ανακοινωθέντα νίκης. Το Ράδιο Μόσχα και το BBC ανακοίνωσαν την επι κείμενη άφιξη των Ρώσσων στον Δνείπερο. Φυγάδες στρατιώτες οπισθοχώρησαν τόσο μακριά όσο οι γραμμές μας, διαδίδοντας άσχημες φήμες. Η γερμανική Ανωτάτη Δ ιοίκηση είχε π ρ ο λ η φ θεί απολύτω ς από τους Σοβιετικούς. Υπέφερε την αναποδιά χωρίς μια περιττή λέξη, δίχο^ς ένα μορφα σμό πόνου. Το σημαντικότερο, δεν παρεξέκλινε σιο ελάχιστο από το δικό της σχέ διο. Η Ανώτατη Διοίκηση επέτρεψε στους Ρώσσους να προελάσουν για πέντε η μέρες, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο μια τεράστια εξέχουσα, το κέντρο της οποίας ήταν η Πολτάβα. Στο διάστημα εκείνο, κάθε γερμανικό τάγμα έλαβε θέ ση με τη μεγαλύτερη ηρεμία. Ούτε μια επιχείρηση δεν επισπεύσθηκε, έστω και για μια ώρα.
$ Η λεγεών μας δεν είχε ακόμα επανέλθει στην κανονική της δύναμη με καινούρ γιους νεοσύλλεκτους. Της είχε, ωστόσο, ανατεθεί ένας εκτεταμένος τομέας, ακρι βώς σε μια στενο>πό του μετώπου του Ντονιέτς. Τ α πολυβολεία και τα χαρακώ μ ατά μας ήταν σε εξαιρετική κατάσταση. Σημάδευαν κατά μήκος της κορυφογραμμής μεγάλων γυμνών λόφων, των οποίων οι ψηλοί βράχοι κατηφόριζαν απότομα στον ποταμό μιας κοιλάδας και ένα μέρος που ονομαζόταν Γιαμπλένσκαγια. Η Γιαμπλένσκαγια ήλεγχε ένα πέρασμα και οι Κόκκινοι το είχαν μετατρέψει σε ένα ισχυρό εμπόδιο. Το πυροβολικό τους είχε ό λη την κοιλάδα εντός του βεληνεκούς του. Οι οβίδες έπεφταν σφυροκοπώντας τις θέσεις, όπως οι μπάλες του μπόουλινγκ που αναποδογυρίζουν τις κορύνες. Τ η νύκτα, εθελοντές από τη λεγεώνα μας θα σέρνονιαν, λυγεροί σα νυφίτσες, α νάμεσα από τις νάρκες που κάλυπταν τον τομέα μας, με στόχο να περάσουν γύρω από το ρωσσικό τομέα. Οι αποστολές τους συνίσταντο στο να κρύβουν εαυτούς στο μέσον των εχθρικών δυνάμεων και να περνούν την ημέρα τους παρακολουθώντας. Μελετούσαν προσεκτικά το πήγαιν’ - έλα των Κόκκινων και τις τοποθεσίες των πο λυβόλων και του πυροβολικού τους.
84
A eo n Ν τεγκ ρελ
Την αυγή θα παρατηρούσαμε τους σοβιετικούς λόφους με τα κιάλια μας. Από μια θημωνιά εκεί θα τεντωνόταν ένα χέρι, που, μόλις για μια στιγμή, κουνούσε έ να μαντήλι. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ήταν που οι άνδρες μας παρήλλασσαν τους ε αυτούς τους. Τα πολυβόλα μας θα σάρωναν τη γύρω περιοχή με πυρά, για να καλύψουντους παράτολμους μας σε περίπτωση μιας σοβιετικής αντιδράσεως. Κάποια αποσπάσματα διακινδύνευαν τέτοιες εκστρατείες κάθε νύκτα, δύο άν δρες τη φορά. Την επόμενη νύκτα θ’ ακούγαμε κάποια απαλά θροίσματα στο ση μείο της προκαθορισμένης συνάντησης· κατόπιν θα έρπαμε ως την άκρη του ναρ κοπεδίου για να καλωσορίσουμε πίσω τους συντρόφους μας. Πάντοτε επέστρε φαν σώοι και αβλαβείς, είροδιασμένοι με λεπτομερείς πληροφορίες και ενθαρρυ ντικές ιστορίες. & Το βράδυ της 16ης Μαΐου έφθασαν διαταγές για επίθεση. Δε γνωρίζαμε που θα μας οδηγούσε η επίθεση. Ό π ω ς πρέπει να είναι σε μια τέ τοια περίπτωση, οι αντικειμενικοί οτόχοι γίνονται γνωστοί μόνον από μέρα σε μέ ρα. Στο στρατό δεν είναι αναγκαίο να βασανίζεις χωρίς λόγο το μυαλό σου, ούτε να προσπαθείς να δεις πιο μακριά από το άμεσο μέλλον. Για εμάς ο πόλεμος, τη 16η Μαΐου του 1942, ήταν ο αυχένας της Γιαμπλένσκαγια. Η επίθεση θα ξεκινούσε στις 02:55 π.μ. Στην αριστερή μας πτέρυγα, σι:η βορει οανατολική πλευρά του ποταμού, τα γερμανικά τεθωρακισμένα θα επιτίθονταν μαζικώς, θα περνούσαν σαν οδοστρωτήρας τη Γιαμπλένσκαγια και ύσιερα θα ανέστρεφαν προς την κατεύθυνση της μικρής κοιλάδος. Έ πρεπε να εμπλέξουμε μέρος μόνον των εθελοντών μας. Η δουλειά τους ήταν να ξετρυπώσουν τους Ρώοσους υπερασπισιέςτης Γιαμπλένσκαγια με το να τους προκαλέσουν κατά μέτωπο. Αλλά η επίθεοή μας θα ήταν μόνο μια παραπλάνηση. Ενώ τα σοβιετικά στρατεύματα θα ήταν περισπασμένα από εμάς, τα άρματα μά χης θα διεκπεραίωναν την κύρια έφοδο κατά της βορειοανατολικής πλευράς τους. Το υπόλοιπο των δυνάμεών μας θα κρατούσε προσωρινά τη θέση του επί της κορυφογραμμής, περιμένοντας να δει τι θα ουνέβαινε. £ Η νύκτατης 16ης- 17η Μαΐου κύλησε εύκολα, σταγόνα-σιαγόνα, μέσα σε μια α ξιοσημείωτη ησυχία. Στις 02:30 π.μ. τα πρώ τα ανασαλέματα της αυγής άρχισαν ν’ α κ ούγονται2. Χιλιάδες ανδρών, έτοιμων για επίθεση, κρατούσαν τις ανάσες τους. Ούτε ενός του φεκιού η εκπυρσοκρότηση δεν έσπασε την ειρήνη που συνόδευε τη γέννηση της ημέρας. Πράσινες και ασημί ραβδώσεις απλώθηκαν αργά πάνω από τα τοιχώματα της κοιλάδος. Ξαφνικά, ένα απρόσμενο τραγούδι υψώθηκε, με κοφτά, παθιασμένα, χαρω πά ξεσπάσματα: "Κούκου! Κούκου!". Έ να ς κούκος τραγουδούσε.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
85
Αφοσιωμένος εντελώς στον εαυτό του, πάνω από εκείνη την κοιλάδα όπου, ανά πάσα στιγμή, πυροβόλα θα βροντούσαν και το απαίσιο πρόσωπο του Θανάτου θα ξεπρόβαλλε απειλητικά! "Κούκου!" Ύ στερα η κραυγή σιώπησε. Ο βαρύς, υπόκωφος θόρυβοςτων ερπυστριώντων αρμάτων αντήχησε μέσα στον αέρα. 17 Μαΐου 1942. Πέντε λεπτά πριν τις τρεις το πρωί. Η επίθεση του Ντονιέτς-Χαρκόβου είχε εξαπολυθεί.
Γ ια μ π λ έ ν σ κ α γ ια Η έναρξη μιας επιθέσεως οδηγεί ξαφνικά χιλιάδες ανδρών σε μια παραζάλη, λες και μια λαίλαπα να τους ταρακουνά δυνατά. Το πρωινό της 17ης Μ αϊουτου 1942, στις 03:00 π.μ., οι σοβιετικοί στρατιώτες του λεκανοπεδίου του Ντονιέτς ήταν φανερό πως δεν περίμεναν το παραμικρό. 'Η ταν όλοι τους ενθουσιασμένοι αναφορικά με την επίθεσή τους σε ΧάρκοβοI ίολτάβα και δεν μπορούσαν να φαντασθούν πως όσο δυτικότερα απομακρύνο νταν οι μεραρχίες τους με βιάση, τόσο ταχύτερα έσπευδαν οτην καταστροφή τους! Από το χωριό της Γιαμπλένσκαγια, στο τέρμα της κοιλάδος, ούτε ένας πυροβο λισμός δεν είχε ριχθεί για κάμποσο καιρό. Μια νύκτα όπως όλες τελείωνε. Αμέσως μόλις ο θόρυβος από τα γερμανικά άρματα μάχης απλώθηκε, ωστ όσο, είδαμε μια γραμμή από καμπυλωμένες ράχες να κινούνται πάνω-κάτω πυρετωδώς μέσα στα χαρακώματα των μικρών σοβιετικών οχυρών. Ο δυνατός βρυχηθμός των αρμάτων ηχούσε πέρα από τα χωράφια του υψ ιπέ δου. Για δέκα περίπου λεπτά, υπήρχε μόνον η φ ασαρία των σιδερένιων ερπυστοιών των αρμάτων, καθώς πρόβαλλε η αυγή, αρκετά ψυχρή, χρώματος πορτο καλί και πράσινου. Ύ στερα το πυροβολικό άρχισε να βροντά, εκατοντάδες πυ οοβόλων ταυτοχρόνως. Από τις θέσεις μας στη λοφοπλαγιά παρακολουθούσαμε, έκθαμβοι, καθώς οι ο βίδες κτυπούσαν κέντρο. Το σοβιετικό χωριό διαλύθηκε , γύρισε, τρ μέσα έξω, αλοτι νάγθηκε σε Κομματάκια, λες κι ένας γίγαςτο είχε τσακίσει με ένα πελώριο ανοτσέκουρο. *Ιάνω εκεί οι άνδρες μας όομησαν μπροστά, μέσα σι - μ . κ>.·:■ >.ο; \ιν:α 2 Οι πλαγιές ήι-αν \ ομνες κιχ·: απότομες. Στον πυθμένα, χο π ο ιά ρ . ... .. ■. ... κ . %.... wi· · s.... . .... ι :,)> .· ■ ;>άφια μι ιι·.... ιλ ....υμένες αχυροθημι να.ς. 1i λεωψο-j·..., ·ης επίθεσης οτένεψε, αλλά π α ρ α π ^ . . όαόια ;;λάταιν·:,.. . αλΛ) ι ια μι.το νερό, για χίλια πεντακόσια μέτρα, ως >;ά\u; -. πρω ία οπίτια u k 'ιαμ ί.......η αγια, τα κουρνιασμένα οε ενα αντέρεισμα του Λόφου. Σύμφωνα με το σχέδιο, οι εθελοντές μας ήταν μόνον για να κρατήσουν το ν εχθρό
86
A eo n Ν τεγκ ρελ
απασχολημένο, να τους καθηλώσουν, ενώ τα άρματα μάχης εκκαθάριζαν τα υψί πεδα. Αλλά τα παλικάρια μας ήταν ορμητικά. Με το που ρίχθηκαν στη μικρή κοι λάδα, αντί να σταματήσουν την προκαθορισμένη ώρα, καλυπτόμενοι μέσα στα λαγκάδια και παρενοχλώντας τους Ρώσσους εξ αποστάσεως, συνέχισαν να επιτί θενται ορμητικά προς τα εμπρός, διασχίζοντας περίπου 1100 μέτρα με ένα και μόνο άλμα. Απορήσαμε με το θάρρος τους, αλλά, γνωρίζοντας τη σημασία της εχθρικής το ποθεσίας, διαισθανθήκαμε μια επικείμενη συμφορά. Δεν άργησε να έλθει. Το μικρό πεδίο κατά μήκος του οποίου έτρεξαν οι άνδρες μας, από τη μια στιγμή στην άλλη, έγινε κόσκινο από τα βλήματα. Οι άτυχοι μό λις που επιβράδυναν την έφοδό τους. Είχαν μπλεχθεί σε γραμμές συρματοπλέγ ματος, αλλά συνέχισαν προς την κατεύθυνση της Γιαμπλένσκαγια. Είδαμε ότι, α πό στιγμή σε στιγμή, ένας μικρός αριθμός από αυτούς επρόκειτο να φθάσει στα πρώτα σπίτια. Ύ στερα οι εκρήξεις γύρω τους έφραξαν τη θέα μας. Παντού το έδαφος εκρηγνυόταν σε μεγάλα χωμάτινα συντριβάνια. Οι άνδρες μας απωθήθηκαν σε όλες τις κατευθύνσεις. Νομίσαμε πως είχαν σαρωθεί. Σχεδόν όλοι τους κείτονταν τρι γύρω, ακίνητοι. Μόνο λίγοι τραυματίες σέρνονταν. Τους είδαμε, μέσα από τα κιά λια μας, να κάθονται κουλουριασμένοι πίσω από μια μικρή πτυχή του πεδίου και να προσπαθούν να ξετυλίξουν λίγους επιδέσμους. Το να σπεύσουμε σε βοήθειά τους ήταν αδύνατον. Η είσοδος στο πέρασμα ήταν αποκλεισμένη από ένα φραγμό οβίδων και χειροβομβίδων, τόσο έντονο, που το να προχωρήσουμε μέχρι εκεί θα ήταν ένα ασυγχώρητο σφάλμα. £ Οι στρατιώτες μας επρόκειτο να ξεμπλέξουν τους εαυτούς τους με τις δικές τους δυνάμεις, με έξοχο τρόπο, χωρίς να υποχωρήσουν τρέχοντας. Μας πήρε κάμπο ση ώρα προτού ανακαλύψουμε το στρατήγημά τους. Τα κιάλια μας πήγαιναν από τη μια αχυροθημωνιά στην άλλη, ψάχνοντας τη μι κρή κοιλάδα- μας φαίνονταν πως ορισμένες από εκείνες τις αχυροθημωνιές δεν βρίσκονταν στην ίδια θέση πια. Αποφασίσαμε να εστιάσουμε σε μια αχυροθημωνιά για αρκετά λεπτά. Εκινείτο, πέρα από κάθε αμφισβήτηση : σχεδόν ανεπαί σθητα, αλλά εκινείτο. Κάποιοι από τους άνδρες μας, κάτω από το χείμαρρο του πυρός, είχαν ριχθεί πί σω από εκείνους τους σωρούς του αχύρου. Είχαν συρθεί από κάτω τους- τώρα, σα χελώνες, προχωρούσαν προς την κατεύθυνση του εχθρού με ύπουλες κινήσεις. Ή ταν ένα θέαμα που ήταν τόσο αστείο, όσο ήταν και συναρπαστικό. Οι Ρώσσοι δεν μπορούσαν να πολυβολούν την κοιλάδα επ’ αόριστον. Με κάθε ανάπαυλα, οι αχυροθημωνιές κινούνταν αρκετά μέτρα προς τα εμπρός. Οι κινήσεις ήταν τόσο προσεκτικές, που μπορούσαμε να κρίνουμε το αποτέλεσμα μόνο με την καθιέρω
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α να το λ α ς
87
ση κάποιων σημείων αναφοράς. Οι χελωνο-στρατιώτες μας σίγουρα πρέπει να είχαν καλέσει ψιθυριστά τους συ ντρόφους τους που, διασκορπισμένοι έξω καταμεσής της κυματιστής υπαίθρου, προσποιούνταν τους νεκρούς. Ορισμένοι από εκείνους είχαν, για μια ώρα, παραμείνει ακίνητοι σα στοίβες από πέτρες. Αλλά, όταν μια θημωνιά πλησίαζε, μια ε λάχιστη κίνηση επέτρεπε στο υποτιθέμενο πτώμα να γλιστρήσει κάτω από τη θη μωνιά για να ενωθεί με τους συντρόφους του! Υπήρχαν πολλές αχυροθημωνιές· ήταν σχεδόν αδύνατον για τους Ρώσσους ν’ αντιληφθούν τις μεταξύ τους σχέσεις και ν’ ανακαλύψουν ποιες ήταν εκείνες που έ κρυβαν την προώθηση των πονηρών συντρόφων μας. Στο τελείωμα των δύο ωρών, το τέχνασμα είχε επιτύχει πλήρως. Οι περισσότεροι από τους άνδρες μας είχαν κατορθώσει, υπό την πρωτότυπη παραλλαγή τους, να φθάσουν στις υπώρειες των μικρών ραχών, εκατό μέτρα από τον εχθρό. Τα πολυβόλα τους άρχισαν να σφυροκοπούν τις Κόκκινες θέσεις. Κατά τη διάρκεια του πρωινού, οι άνδρες μας εξετέλεσαν την αποστολή τους πέ ρα από όλες τις προσδοκίες, ραντίζοντας ασταμάτητα τους Ρώσσους με πυρά, εξαναγκάζοντάς τους να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους στον αυχένα, ενώ κατά μήκος της λοφοπλαγιάς τα άρματά μας είχαν κινηθεί αρκετά χιλιόμετρα μπροστά. Το γερμανικό πεζικό ακολούθησε τα άρματα μάχης. Τους είδαμε να ολισθαί νουν παράλληλα με το βορειοανατολικό ανάχωμα, με την αξιοθαύμαστη προσεκτικότητα των γερμανικών μονάδων, την τόσο διαφορετική από την ορμητικότητα των Βαλλόνων μας, τόσο αυθόρμητων όσο τα μικρά παιδιά. Μετά από αρκετές ώρες, η λεπτή πράσινη γραμμή της W ehrm acht επεκτάθηκε πολύ εντός της πε ριοχής που κρατούσαν οι Ρώσσοι. Η κατάσταση των Ρώσσων στη Γιαμπλένσκαγια φαινόταν απελπιστική. £ Υπερασπίσθηκαν τους εαυτούς τους με αξιοθαύμαστη γενναιότητα. Τ α πολυ βόλα μας σφυροκόπησαν τις αμυντικές τους θέσεις. Το γερμανικό πυροβολικό έ ριξε εκατοντάδες οβίδων επάνω τους, με απίστευτη ακρίβεια, πλήττοντας τα ε χθρικά πολυβολεία στο κέντρο. Είδαμε τα καταφύγια ν’ ανατινάσσονται και τις ί σμπες να καταρρέουν. Οι Ρώσσο} επανέρχονταν συνέχεια, οχυρώνονταν στα ε ρείπια, αναδιοργάνωναν τις θέσεις τους. Μια σοβιετική πυροβολαρχία προωθήθηκε με βιάση από ένα χωριό ευρισκόμενο τρία χιλιόμετρα πίσω από τις γραμμές. Το γερμανικό πυροβολικό βρήκε την απόσταση των πυροβόλων και των κιβωτίων των πυρομαχικών, τα οποία και κονιορτοποίησε επί της οδού. Π αρά το κώλυμα εκείνο, ρωσσικές ενισχύσεις κατέφθαναν σε σταθερή βάση. Τότε παρενέβηοαν τα γερμανικά Στούκας. Στη διάρκεια των χειμερινών μαχών σπανίως είχαμε υποστηριχθεί από την αε ροπορική ισχύ του Ράιχ. Εμφανιζόταν μόνον σε απελπιστικές καταστάσεις, λίγα
88
------------------------------------------------ A e o n Ν τ ε γ κ ρ ε λ ------------------------— ______ . ________
αεροπλάνα τη φορά. Τώρα, στο λαμπρό ουρανό, πάνω από 60 Στούκας έκαναν κύκλους πάνω από τα κεφάλια μας! Εξήντα τέσσερα, για να είμαι ακριβής, για τον τομέα μας και μόνον! Ή τα ν σπουδαίο. Ό λος ο ουρανός τραγουδούσε από ισχύ φτιαγμένη από ανθρώ πινα χέρια. Τ α αεροσκάφη γλίστρησαν το ένα πίσω α πότο άλλο, κατόπιν εφόρμησαν καθέτως σα μολύβδινα βαρίδια, οι σειρήνες να ουρλιάζουν. Τραβούσαν προς τα πάνω στο τελευταίο δευτερόλεπτο, ενώ μια τεράστια στήλη από γη, άν δρες και τσακισμένες στέγες υψωνόταν δέκα μέτρα στον αέρα. Επέστρεψαν, σε ά ψογο σχηματισμό, έστριψαν έξοχα, και για άλλη μια φορά ξεκίνησαν τη βουτιά τους. Με ηρωική επιμονή οι Ρώσσοι ξεπήδησαν από τα ερείπιά τους αμέσως μόλις τα Στούκας είχαν αποσυρθεί. Κινούμενοι σκυφτά, κουλουριάσθηκαν σε νέες τρύπες και ξανάρχισαν τα πυρά τους. £ Η απίστευτη αντίστασή τους έληξε στις τρεις η ώρα το απόγευμα. Τα άρματα μάχης, ακολουθούμενα από το πεζικό, κατηφόρισαν τις πλαγιές πί σω από τη λίμνη της Γιαμπλένσκαγια. Οι στρατιώτες τότε ξεπήδησαν από τις α χυροθημωνιές τους, αποστρεφόμενοι την ιδέα να παραχωρήσουν σε οποιονδήποτε άλλον την τιμή του να εισέλθει πρώτος σιην καιγόμενη πολίχνη. Ρίχθηκαν να περάσουν το ποτάμι και όρμησαν στις τελευταίες ρωσσικές θέσεις. Έ νας από τους λόχους μας, την ίδια ώρα, ξεχύθηκε σαν κύμα προς ια κάτω από τις θέσεις μας και κατέλαβε ένα χωριό απέναντι από τη Γιαμπλένσκαγια, από την άλλη μεριά του νερού. Η μοίρα της Γιαμπλένσκαγια πρέπει να είχε σκορπίσει τον τρόμο στις ρωσσικές στρατιωτικές διοικήσεις των μετόπισθεν. Η γερμανική διοίκηση σκόπευε να επωφεληθεί από την κατάσταση, αμέσως. Στις οκτώ η ώρα το βράδυ, ένα δεύτερο άλμα προς τα εμπρός ξεκίνησε. Μεγάλες, καιγόμενες αχυροθημωνιές φώτιζαν τους λόφους καθώς ολισθαίναμε δια μέσου των ρωσσικών ναρκοπεδίων. Χιλιάδες ανδρών προα>θούντα ■κατ' αυ τόν τον τρόπο, έρποντας παραλλήλως, καθώς οι λαμπρές φλόγες οχημάτ.ςαν κα θαρά περιγράμματα, Κάπου-κάπου ένας στρατιώτης έπεφτε ο ΐ μια , και γ> ναζόταν στον αέρα, κομματιασμένος. Στην κοιλάδα ου' . : ; ., Γν , ου 6·:. ναι..»·,..·,.' r., τςοσερα ή έξι άλογατην κάθε φορά. j λ (λ .. . ... ^.ßö.vo , κ -, Αλλά ηταν αναγκαίο νο προχωρήσουμε σε μια νέα γρο.μμη οφωμοΛων, οκτώ χι λιόμετρα ανα'ο,.ικ,όχ^ι πριν την αυγή. Σί ;. . . ε,;-.σμε φ θ ά ο ει στο σ ιό χο μας, όπου μια εκτυφΑωακή έκπληξη μας χ<-·ν. ε '.ηοε. : ii - up·.’ί·γ< >υμενη ν ukiu η θερμοκρασία βιχε ξαψνιι *.·. < εAi.< αποο.< μ.ίο·. . ·;„· ;νοερούς r;·>ν 40 βαομών Κελοίου πάνω α π ό το μησε·· ε μ to · ■■.·-">■... ..<■ ·>· . ν.·. κ ερασιές στην κοιλάΟσ είχαν ξεπ ειά ξει άνθη. ; ίταν Οιαμέσου
---------------- ------------ -------------- Ε κ σ τ ρ α τ ε ί α Π ρ ο ς Α ν α τ ο λ α ς --------------------------------------- S9
μιας υπέροχης θάλασσας από ολόλευκα, φρέσκα άνθη που αρκετές χιλιάδες από εμάς ορμήσαμε προς τον εχθρό.
Π ενήντα Β α θμ ο ί Η μάχη της Γιαμπλένσκαγια υπήρξε μια συνιστώσα της μάχης του Χαρκόβου. Σε όλον το θύλακο του Ντονιέτς οι σοβιετικές δυνάμεις είχαν αποκολληθεί από τις κρυψώνες τους, καταβεβλημένες και κονιορτοποιημένες, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως στον τομέα μας. Παντού το μέτωπο, το σταθεροποιημένο από τις αρ χές Μαρτίου, είχε διαρρηχθεί από τα άρματα μάχης και τα Στούκας. Οι οχυρώ σεις των Κόκκινων βρίσκονταν, από κει και πέρα, κατακλυσμένες από κύματα ε πιθέσεων. Που και πως θα αναπλήρωναν οι Σοβιετικοί τις απώλειέςτους; Στην πραγματικότητα, ήταν σε πλήρη υποχώρηση παντού σε ολόκληρη τη λε κάνη του Ντονιέτς. Στις 18 Μαΐου του 1942, τον καιρό της πρωινής μας προελάσεως εντός της κοιλάδας, είχαμε μόνο την οπισθοφυλακή και λίγους μεμονωμέ νους μαχητές ν’ αντιμετωπίσουμε. Ακολουθήσαμε σκληρά τον εχθρό κατά πόδας, ορμώντας μπροστά με την μέγιστη ταχύτητα μέσα στη σκονισμένη στέππα. Έ νας εξοντωτικός ήλιος είχε σηκωθεί, στέλνοντας τη θερμοκρασία ν’ ανεβεί α πότομα ακόμα πιο ψηλά. Βαδίζοντας ζωηρά μέσα από ένα σύννεφο σκόνης, τριών ή τεσσάρων μέτρων ύ ψους, προσπεράσαμε εκατοντάδες γυναικοπαιδών στη φυγή τους, χωρικές με γα λάζιες ή κόκκινες μαντήλες, ξυπόλητα παιδιά, αγελάδες που έσερναν δίπλα τους τα μικρά τους μοσχάρια έτσι ώστε να μην το σκάσουν. Είχαν συσσωρεύσει τα π ε νιχρά τους υπάρχοντα επάνω στα ελο:©ρά τους κάρα, ένα ή δυο καλάθια με σιτά ρι, μια ξύλινη σκάφη ζυμώματος, τα ftotK-κόκκινά τους παπλώματα, τον κουβά ο πό το πηγάδι. Κλείναμε το μάτι στις πιο χαριτωμένες κοπελιές. Τ ο πλήθος ου : πέρανε από αυτό πως δεν ήμασταν χα·ννίβα\οι και σταμάτησε. Το στείλαμε να βαδίσει προς την άλλη κατεύθυνση π> »Ai, προς το κατεκτημένα χωριά, ενώ τα μ ν; σγαράκια ρουθούνιζαν κωμικά στις ακοές από ο.ς ουρές των γανάδω ν τους. Δια\ ΰσαμε είκοσι χιλιόμετοα με χη μένιον.! ιο >ιτητα, σκεπασμένοι με σκον: V' t ν ; ' TOi. ν,;(,\ια που ξεχοίρις ;ν. κ
C.'.■<< -.OL'.
l i ' i
α
!.κ ·.*'·.ϊ. γ:α νω 1>τα μ ?vo·;·.τ_ρ<»οωπα ι·. ·..
ακόμα ψηΛοιεμο ο,>> uv
u-Λς οιμ· - . · κϊ .. ■■·.. πιοι
/ ι i ; Π ΙΚ Ο : α κ ρ ι ρ ι ο · ; Ο λ · ■··.';.·
: ivj 8 v ,O i p o U ‘C Ui.:l n O tp ^ iE C j ΤίΟΛ’ Κ«.Α«.αΚλ u
'
y a ) p i ] G l | K O I TiOpCX TO y8p|l< X V sK J i n ι *· ;·ν. ·
I-
*»V
.·;
ΪΟ Ο
·
Va
μ irJTiivü)V' b p : /JKOt.
'!· · \ >\
ν ίκ
iiA l'jp M
11p O O i.i L p v *.r *·’i νλ V, p'" —?
t
'· ·
•;μό, οοηγώντας την καταδίω ; j Σταματήσαμε σε χωριά που ανέδιοαν <. >:ίρο>μα αυτών των ανοι ικων ημε· κίν* ■••nJ 'poi.vo'v απαλά. Λάβαμε τη βπιπ ί-ΐπ' ·ιλπψη κατ»; από . - ,·■ : ,·ώ ο; α>>,. ■ (-■: ι.ου ; κρυφοκοιτοΰσαν παιχνίσιορίκα μέσα από ένα εκα · \ο ευ:ο j μ...· .·;μπ»Λ·κϊ.α. Η 6ερμ<·ιΜχί=ϋ'.ι ανέβηκε στους 55 βαθμούς.'» ο Φεβρουάριε ·
90
A eo n Ν τεγκ ρελ
κείνο είχαμε δοκιμάσει θερμοκρασίες ως κάτω των 42 βαθμών υπό το μηδέν οτην ίδια περιοχή, ένα άνοιγμα σχεδόν εκατό βαθμών Κελσίου! Ό λο με την ίδια στολή. Οι αγροικίες έλαμπαν κάτω από τα αειθαλή δένδρα, μεγαλοπρεπείς στα χρώ ματά τους: τα γκριζοκίτρινα των καλαμωτοίν, τα παραθυρόφυλλα στο γαλάζιο, πράσ ινο και κόκκινο, σκαλιστά με α γρ ιο π ερ ίσ τερ α και αγριολούλουδα. Γουρούνια, ροζ και μαύρα, έτρεχαν βιαστικά οτις αυλές. Τα μάτια των γυναικών άστραφταν, χαρούμενα που δεν φοβούνταν πια, χαρούμενα να βλέπουν τόσους πολλούς, νέους άνδρες. Μετά την άφιξή μας, γδυθήκαμε μένοντας με τα κοντά μας παντελονάκια και α πλώσαμε φαρδιά-πλατιάτα ωχρά μας κορμιά στον ήλιο. Το ποτάμι ήταν κρύοπάγος, άλλά ορμήοαμε μέσα όπως και να ’χει, έτσι για την ανατριχίλα και μόνον. Είχαμε νικήσει το Χειμώνα· φουσκώναμε τώρα από ζωή! Με τις πλάτες να προσφέρονται στον ακτινοβόλο ήλιο, ρουφώντας τη ζεστασιά του, πήραμε χρώμα και ξεχειλίσαμε από νέο σφρίγος. Γυμνοί εκτός από τα σορτς μας, πηδήξαμε πάνω σε άλογα που τα είχαμε μαζέψει, αγαλλιάζοντας με την ταχύτητά μας, τη δύναμή μας και τα νιάτα μας, με τα μάτια να λάμπουν, κύριοι της στέππας! Στις σκιερές ρεματιές των μικρών κοιλάδων, το χιόνι ήταν ακόμα σωριασμένο σε λευκούς σωρούς, αλλά ο ουρανός ήταν γαλάζιος, οι ανεμοδείκτες και οι ανεμό μυλοι γύριζαν, τα κελαηδοπούλια τιτίβιζαν, φάγαμε τα πέταλα των μπουμπουκιών των κερασιών. Ο εχθρός ήταν σε φυγή. Φθάσαμε στα δάση. Κατά μήκος των μονοπατιών σάπιζε μεγάλος αριθμός κουφαριών. Η μάχη υ π ή ρ ξε σ φ οδρή στην π αρυφ ή αυτών των ισχυρά υπερασ πισ θέντω ν δρυμών. Κομμάτια από Μογγόλους και Τατάρους κείτονταν τριγύρω, μισολιωμένα, με κι τρινωπές λάρβες να συρρέουν από κάθε στόμιο. Καθώς προωθούμασταν ιππαστί, σκοντάψαμε πάνω σε ένα εγκαταλελειμμένο σοβιετικό σιρατόπεδο. Το στρατόπεδο, προσεκτικά παραλλαγμένο κάτω από τα δένδρα, ήταν αξιο θαύμαστα σχεδιασμένο με περάσματα οριοθετημένα από κωνικές καλύβες, όπως εκείνες των Λαπώνων. Οι είσοδοι σε αυτές τις απλές φωλιές ήταν μικροσκοπικές. Εντός, οι Κόκκινοι κοιμόνταν κάτω από σωρούς νεκρών φύλλων. Ο Χειμώνας πρέ πει να είχε υπάρξει πολύ πιο υποφερτός εκεί, απ’ ότι στις καταχτυπημένες ίσμπες μας, με τα παράθυρά τους διαλυμένα από τις εκρηγνυόμενες οβίδες. Οι χώροι για τα άλογα ήταν ανεπιτήδευτα απλοί. Δεν ήταν τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από το στρατόπεδο μιας μικρής σιβηρικής φυλής, άνδρες που ήξεραν πολύ καλύτερα απ’ όσο εμείς πως ν’ αντισταθούν στο θανατερό Χειμώνα. Ο αγώνας στη Ρωσσία ήταν ένας μεταξύ βαρβάρων και πολιτισμένων ανθροίπων. Ο βάρβαρος ξάπλωνε για ύπνο παντού, θα έτρωγε οτιδήποτε. Ο πολιτισμένος άν θρωπος ήταν περιορισμένος από τις συνήθειές του, από την ανάγκη του για άνεση, από την άγνοιά του για τη φύση. Έ ν α ς σωρός φύλλων είναι αρκετός για έναν Τάταρο, ένα Σαμογέτη ή ένα Μογγόλο. Αλλά εμείς οι άλλοι δεν μπορούσαμε να κά
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α το α α ς
91
νουμε δίχως τις οδοντόβουρτσες που ε'καναν δυο μήνες για να φθάσουν σε μας! Τα πολύπλοκα συμπράγκαλα και οι υπερβολικές αποσκευές του πολιτισμού, α ναπόφευκτα θα έχαναν. Και ο άνθρωπος μέσα στους φυλλοσωρούς, μετά που θα εί χε διανύσει χιλιάδες χιλιομέτρων, έχοντας νικήσει τις μάχες του αγρίου επάνω στον άνθρωπο του εξευγενισμού, θα κατέληγε παρευλάνοντας, ασουλούπωτος, κατευχαριστημένος, κάτω από την ένδοξη τετραπλή πύλη στην Ούντερ ντεν Λίντεν 3. & Στήσαμε τα μικρά, πράσινα αντίσκηνά μας σε ένα μέρος του δρυμού όπου δεν υπήρχαν τόσο πολλά νεκρά κορμιά. Ο καιρός έγινε τσουχτερός και βροχερός για άλλη μια φορά. Τουρτουρίζαμε κά τω από το μουσκεμένο καναβάτσο μας. Λόγω του πολέμου ο δρυμός είχε ξαναποκτήσει την εμφάνιση μιας ζούγκλας. Πολυάριθμα άλογα, δραπετεύοντας από τους κινδύνους της μάχης, είχαν παλιν δρομήσει στη φυσική τους κατάσταση. Ζούσαν μια άγρια ζωή, μακριά από αν θρώπους και ίσμπες, μέσα στις σκοτεινές σκιές. Περιμέναμε ξαπλωτοί για εκείνα στην άκρη των μικρών, μαύρων λιμνών. Οι άν δρες μας είχαν μεταβληθεί σε cow-boys και έφερναν σε πέρας κάποια πολύ διασκεδαστικά κόλπα με λάσσο. Επιστρέψαμε θριαμβευτικά με καμαρωτά άλογα, των οποίων τα μάτια άστραφταν με υπερηφάνεια και σφρίγος. Μερικές φορές έπιαναν μια φοράδα. Από τα αντίσκηνά μας θα βλέπαμε ένα μι κρό, τρεμουλιαστό μουσούδι μέσα από τη φυλλωσιά. Οα ήταν ένα όμορφο που λάρι, ηλικίας οκτώ ημερών ίσως, που έψαχνε τη μάνα του, ασταθές ακόμα πάνω στα μακριά του ποδάρια. Υ ιοθετήσαμε αρκετά από αυτά. Π οτέ δεν αναγκασθήκαμε να τα δέσουμε. Τριπόδιζαν και χοροπηδούσαν όμορφα παραλλήλως της γραμμής της πορείας μας, τα κεφάλια τους να τινάζονται, τα μάτια τους τρυφερά και ανυπότακτα. 'Οταν σταματούσαμε θα κολλούσαν τους μακριούς λαιμούς τους κάτω από τις κοιλιές των μανάδων τους, θα έπιναν για πολλή ώρα, κατόπιν μας κοιτούσαν σκανδαλιά ρικα γλύφοντας τα χείλη τους σα να έλεγαν: "Αυτό ήταν φοβερά ωραίο!" Αλλά η δουλειά του να κάνεις τον cow-boy ήταν επικίνδυνη. Το δασικό μας α γρόκτημα με τους επιβήτορες έβριθε ακόμα από σοβιετικούς στρατιώτες, κρυμ μένους στα πυκνά μέρη. Είχαν δει τη σχολή ιππασίας μας και τοποθέτησαν ελεύ θερους σκοπευτές κοντά στις λιμνούλες. Αρκετοί άνδρες σκοτώθηκαν ή τραυμα τίσθηκαν και αναγκασθήκαμε να εγκαταλείψουμε τη νεοανακαλυφθείσα κλίση μας ως δαμαστών αγρίων αλόγων. 2 Δουλειά μας ήταν να δαμάσουμε τους Σοβιετικούς. Μια νύκτα η πορεία άρχισε πάλι, πάνω σε ασβεστολιθικά μονοπάτια, λευκά και μισομουσκεμένα. Η μέγγενη έκλινε σφικτότερα. Οι μπολσεβικικές μεραρχίες,
92
A eo n Ν τεγκ ρελ
οτριμωγμένες οτην Πολτάβα, είχαν υποχωρήσει στα νοτιοανατολικά, παλεύοντας, κρούοντας με δύναμη, μάταια, τα σιδερένια αμυντικά τείχη της Wehrmacht. Η γερμανική διοίκηση φοβόταν μια απελπισμένη αιχμή προς την κατεύθυνση του Ιζιούμ, στον ποταμό Ντονιέτς, και μας είχε διατάξει να λάβουμε θέση εγκαρσίωςτης προβλεφθείσας γραμμής της σοβιετικής επιθέοεως. Εφοδιασθήκαμε με φορτηγά, έτσι ώστε να μπορούμε να κινηθούμε ταχέως κατά μήκος του τομέως. Οι σοβιετικοί στρατιώτες ήταν, ωστόσο, στέρεα περικυκλωμένοι. Λίγοι άνδρες προσπάθησαν να περάσουν ανάμεσά μας και σαρώθηκαν από πυρά. Οι μεραρ χίες του Στρατάρχη Τιμοσένκο, σχεδόν αφανισμένες, υποχώρησαν η μία μετά την άλλη. Απέναντι μας βρίσκονταν δύο μεραρχίες κοζακικού ιππικού. Οι Κοζάκοι αγα πούσαν τα άλογά τους, ψηλά, γεροδεμένα, νεαρά άλογα με μάτια νυφίτσας, η μιάγρια, με τα ρουθούνια πάντα σε συναγερμό για τις οσμές της ξεροψημένης στέππας. Δεν θέλησαν τα άλογό: τους να πέσουν ως λάφυρα στον κατακτητή, έτσι τα οδήγησαν κατά χιλιάδες σε μια μικρή κοιλάδα, όπου κάθε άνδρας σκότωνε το σύντροφό του στη διαδρομή· στο τέλος υπήρχαν πάνω από δώδεκα χιλιάδες κου φάρια αλόγου, οοιριασμένα το ένα δίπλα στο άλλο. Οι Κοζάκοι επέστρεψαν μόνοι. Η αποφορά των δώδεκα χιλιάδων κουφαριών που σάπιζαν έγινε γρήγορα τέτοια, που αναγκασθήκαμε v‘ αποφεύγουμε το χώρο της σφαγής από κει και ύστερα.
Η μάχη τελείωσε. Οι χω ρικ οί ε π έ σ τ ρ ε ψ α ν στα χω ρά φ ια, τα ωραίο... μαύρα, ζεστά χω ρά φ ια. Έ σπειραν καλαμπόκι με το χέρι, μπήγοντας χους σπόρους μέσα στο χώμα έναν προς έναν. Κάποιες φορές σταματούσαν κα ο ινονο ?\ μια χορωδία παθιασμέ νων, τρεμουλιασιών, λυπητερών τραγουδιών, Καινούργιοι νεοσύλλεκτοι είχαν αφιχθεί απότ< ΒέΛγ:ο, εκατοντάδες πολύ νέων παλικαριών που παρατηρούσαν με περίεργα και \ : \αατά μάτια, αυτά τα ηλιό λουστα χωριά, αυτές τις ζωηρά χρωρ|Ώΐσμένρ«>ίσμπες, αυτές τις ρωμαλέες, απλές γυναίκες και τα φωνακλάδικυ π . γ ’·>; ι ' η:· Ρωο ' ; . ί- ° ■ ; ί ; της άνοιξί1 Είχαμε κιενίοε; του ςτε'■«?.υχε·Λ ν ·:"ε . σε ό τα μέρη μο τ ς ο ο ; ε-S. ■ : . . -ίνα σούρουπο, μέοο. cf :■■■· ; \οα με κεραυνό ιν. κ.ε.; / *. . .εμένι,οχΟΓ; ι-τ '
Οι Ό \ ?
..
ΝτοΥι ον,
ιοεεκερεε.. · α ο„νν ί,ηςαποκαλυψη,. . . ,.)ΐ .ουνιοε εινε,. riu ^:ες. Ό λη η ύπαιθρος aoq>
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α τ ο λ α ς
93
μέσα στον καύσωνα. Αλλά, μετά τρεις ημέρες, ο ουρανός ραγίζει, ανοίγει, και σε ένα τέταρτο της ώρας μεταμορφώνει τις πεδιάδες και τους δρόμους σε λιμνούλες και μαΰρους βάλτους. Μια μεγάλη επίθεση δεν μ πορείνα εκτελεσθεί σε καιρούς οαν κι αυτόν. Τον Ιούλιο, τον Αύγουστο, το Σεπτέμβριο οι κεραυνοκαταιγίδες είναι λιγότερο συχνές, επισυμβαίνοντας ανά τρεις εβδομάδες περίπου. Την εποχή εκείνη μπορεί κάποι ος να εξορμήσει μπρος, με το ρίσκο του προσωρινού σταματήματος όταν έλθει η νεροποντή. Η μάχη του Χαρκόβουτο Μάιο του 1942 υπήρξε σύντομη· ο εχθρός είχεριχθεί πίσω στην κοιλάδα του Ντονιέτς, από ανατολικά του Χαρκόβου, στο Ιζιούμ. Στη νέα του γραμμή περίμενε τους ξηρούς μήνες. Προελάσαμε ως το ποτάμι, στα τέλη Μαϊου. Π εράσαμε τη μισή νύκτα απαλ λάσσοντας τους εαυτούς μας από τη λασπουριά του δρόμου που οδηγούσε στους λόφους επί της δεξιάς όχθης. Η μονάδα περιπλανήθηκε μέσα στα πλημμυρισμέ να από νερό δάση. Ούτε μια άμαξα με πυρομαχικά δεν μπόρεσε ν’ ακολουθήσει· τα πόδια των ζώων κόλλησαν στη σαν τσιμέντο λάσπη. Γύρω στη 01:00 π.μ. φθάσαμε στην κορυφή των λόq)ωv. Από εκεί έπρεπε να ε πιστρέφουμε κάτω, στις απότομες όχθες του Ντονιέτς. Για να φθάσει στις θέσεις του, κάθε λόχος είχε ν’ ακολουθήσει ένα μικρό μονοπάτι για πεζοπόρους μέσα στο δρυμό, που πήγαινε πάνω και κάτω και ξανά πίσω, με ένα είδος ζικ-ζακ, για τρία χιλιόμετρα. Κανείς δεν μπορούσε να δει το παραμικρό- καθοδηγούμασταν μόνον από ένα τηλεφωνικό σύρμα, έναν πραγματικό μίτο της Αριάδνης που διέτρεχε τις σκιές και από όπου ο καθένας κρατιόταν για τη γλυκιά ζωή. $ Οι θέσεις μας εκτείνονταν επτά χιλιόμετρα παράλληλα με το ρεύμα του ποτα μιού από την πόλη του Ιζιούμ, του οποίου τους γυαλισμένους τρούλους είδαμε να λάμπουν στους πρόποδες των ψηλών, λευκωπών βράχων. Η αριστερή πτέρυγα του τομέοίς μας ήταν παραλλαγμένη από δασωμένους, πο λύ απότομους λόφους που διασχίζονταν από αντιπυρικές ζώνες φάρδους πενήντα μέτρων. Τ ο να δια σ χίσ εις το ακάλυπτο έδα φ ο ς, διαρκώ ς σαρω μένο από το Κόκκινο πυρ, ήταν σχεδόν αδύνατον κατά τη διάρκεια της ημέρας. Οι αλεπότρυπές μας κατηφόριζαν συο γκριζοπράοινο ποτάμι, που κυλούσε ξέ νοιαστα ανάμεσα σε όχθες από λευκή άμμο. Τ α δάση, η απότομη όχθη και το μο νοπάτι που οδηγούσε εκεί ήταν στρωμένα με αναποδογυρισμένες άμαξες, προ παγανδιστικά φυλλάδια και σάκκους αλληλογραφίας. Οι επιστολές, διπλωμένες τριγωνικά, γραμμένες αδέξια με μολύβι, τελείωναν σχεδόν όλες με μια ευσεβή συμβουλή και επικλήσεις για θεία προστασία. Οι επιστολές των στρατιωτών μας έδειξαν - όπως και οτιδήποτε στην Ευρωπαϊκή Ρωοσία - πως, αν και ο αγροτικός πληθυσμός είχε υποφέρει από τον Κομμουνισμό,
94
A eo n Ν τεγκ ρελ
δεν είχε με οιονδήποτε τρόπο επηρεασθεί νοητικώς. Εκείνοι οι απλοί και πρωτό γονοι στρατιώτες έγραφαν τις ίδιες ακριβώς επιστολές όπως τον καιρό των πατριαρχών και των τσάρων, ευλογώντας τις οικογένειες τους, μιλώντας σχετικά με τα χωριά τους και τις ίσμπες τους. Ούτε ένας επιστολογράφος δεν ανέφερε το ό νομα του Στάλιν. Αυτοί οι κακόμοιροι, οδηγούμενοι σε κοπάδια από τους πολιτρούκι, δεν ήξεραν καν γιατί πολεμούσαν και ζητούσαν μόνο να γυρίσουν στα σπίτια τους. Ή τα ν μό νον η αμείλικτη κυριαρχία της μυστικής αστυνομίας στη Μόσχα και η κτηνώδης τρομοκρατία που ασκούσαν στο μέτωπο οι μυστικοί της πράκτορες που κρατού σαν τους μουζίκους στη θέση τους, τους έπνιγαν σε ποταμούς ημιάγριων Ασιατών, οδηγούσαν αρκετά εκατομμύρια εξ αυτών στο θάνατό τους και συστηματοποιού σαν και δηλητηρίαζαν πολιτικώς τους επιζήσαντες. Π αρ’ όλα αυτά, το 1942 οι Ρώσσοι χωρικοί ήταν ακόμα οι χωρικοί του 1912. £ Η άμμος σιην όχθη ήταν διάσπαρτη με τα πτώματα ανδρών και αλόγων που σά πιζαν στον ήλιο. Τα άλογα κείτονταν στα πλευρά τους, οι θωρακικοί κλωβοί τους να προβάλλουν μέσα από αποσυντιθέμενα, γκριζωπά τομάρια. Αποκρουστικά τρωκτικά συνέρεαν μέσα κι έξω από τα σπλάγχνα νεκρών στρατιωτών. Τα μαυρισμένα πτώματα κινούνταν κάποιες φορές, σα να ήταν ακόμα ζωντανά. Τ η νύκτα όλα τα ζωύφια χόρευαν μια μακάβρια σαραμπάντα. Οι Ρώσσοι λούφαζαν σε αναμονή, μιας πέτρας ριξιά από εμάς, επί της άλλης πλευράς των νερών. Η αριστερή όχθη του Ντονιέτς ήταν επίπεδη, αλλά καλυμμέ νη από έναν πυκνό δρυμό. Ρωσσικά κεφάλια εμφανίζονταν κι εξαφανίζονταν. Η ελάχιστη απροσεξία, μεταξύ μας ή μεταξύ τους, θα κόστιζε μια ζωή. Μια ριπή πυρός θα φλόγιζε μέσα από τα πράσινα φύλλα- ένας άνδρας θα έπεφτε με το πρό σωπο κάτω. Θα μισάνοιγαντο χιτώνιό του, σημαδεμένο από γραμμές αίματος που στέγνωνε ήδη : πολύ αργά. Ο ποταμός κυλούσε μεγαλοπρεπώ ς κάτω από τα αιωρούμενα από πάνω του κλαδιά των δένδρων που βρίσκονταν κατά μήκος των οχθών- το νερό άστραφτε, ακτινοβολούσε, ένα υπέροχο ρεύμα από καθάρια και ουσιώδη ζωή. Ο δρυμός βούιζε από αδηφάγα έντομα. Αν και είχαμε παραλάβει κάμποσες μι κρές, πράσινες κουνουπιέρες που κάλυπταν τα πρόσωπά μας, τα ζουζούνια μας τσιμπούσαν ό,τι και να κάναμε, ριγώντας από λαιμαργία. Κάθε πρωί βρισκόμα σταν παραμορφωμένοι από δωδεκάδες πρηξιμάτων. Εκατομμύρια χαριτωμένων, λευκών λουλουδιών, αγριοφράουλων, ευδοκιμού σαν στη χαμηλή βλάστηση. Πέρα από τα ψηλά φυτά των ξεφώτων κοιμόντουσαν αναρίθμητες μικρές, γαλάζιες πεταλούδες, πολύ διαφανείς και απαλόχρωμες. Η άνοιξη χάριζε έτσι πλουσιοπάροχα την ομορφιά και την ποίησή της, ενώ στα πό δια μας οι άρπαγες ποντικοί των αγροιν σκάλιζαν τα σαπισμένα ενιόσθια των σο
Ε κ στρα τεία Π ρο ς Α ν α το α α ς
95
βιετικών κουφαριών. Είχαμε μερικούς θορυβώδεις γείτονες : τους Ρουμάνους. Οι αξιωματικοί τους έρ χονταν να μας κάνουν παρέα κάποιες φορές, φορώντας πηλίκια που έμοιαζαν με τάρτες. Σχεδόν όλοι τους μιλούσαν ένα είδος τραγουδιστών και ψευδών γαλλικών. Οι στρατιώτες τους έκαναν μια δαιμονισμένη φασαρία. Υπήρχαν περισσότεροι από είκοσι χιλιάδες από δαΰτους στην αρισιερή μας πτέρυγα. Έ ριχναν με τα πυ ροβόλα τους συνέχεια. Αλλά δε δεχόμασθαν επίθεση! Καταφρονούσαμε τα αδιά κοπα, απρόσεκτά τους πυρά. Προκαλούσαν απλώς τους Ρώσσους, επιφέροντας αχρείαστη αντίδραση. Σε μια μόνο νΰκτα, οι Ρουμάνοι κατανάλωσαν τόσα πολλά φυσίγγια, όσα όλος ο υπόλοιπος τομέας μέσα σε δυο εβδομάδες. Αυτό δεν ήταν πια πόλεμος. Ή τα ν μια νυκτερινή διατάραξη της κοινής ησυχίας. Οι Ευρωπαϊκές λεγεώνες όφειλαν να έχουν συγκροτηθεί από εθελοντές και μό νον. Ό σ ο ι ήταν, είτε ήταν Ν ορβηγοί, Σουηδοί, Δανοί, Ο λλανδοί, Ελβετοί, Φλαμανδοί, Βαλλόνοι, Γάλλοι ή Ισπανοί, πολέμησαν εξαίρετα ως την τελευταία ημέρα. Αντιθέτως, η υποχρεωτική συμμετοχή έφερε καταστροφές. Χιλιάδες Ρουμάνων στρατιωτών μετεστράφησαν ΰπουλα από την κομμουνιστι κή προπαγάνδα. Αυτό μπορούσε να γίνει καθαρά αντιληπτό τον καιρό της τρα γωδίας του Στάλινγκραντ. Ή τα ν εναντίον τους και εναντίον των Ιταλών - οι οποί οι είχαν επίσης έλθει χωρίς ενθουσιασμό - που ο Στάλιν πολύ επιδέξια εξαπέλυσε την επίθεσή του το Νοέμβριο του 1942. Τους κατετρόπωσε σα να έπαιζε μπόουλινγκ επάνω σε στρατιωτάκια. Οι Ρουμάνοι στρατιώτες είχαν αναμφισβήτητα επιτελέσει πολλά ανδραγαθή ματα από τον Ιούνιο του 1941. Είχαν απελευθερώσει τη Βεσσαραβία και κατα λάβει την Οδησσό. Είχαν πολεμήσει ένδοξα στην Κριμαία και στο Ντονιέτς. Αλλά είχαν μια άγρια φύση και μακέλευαντους αιχμαλώτους τους, προκαλώντας έτσι ανταποδο)σεις από τις οποίες όλοι υπέφεραν. Τα μακελέματά τους δεν ήταν μόνο άγρια, ήταν βλακώδη. Πολλοί Ρώσσοι ζητούσαν μόνο να παραδοθούν, αηδιασμένοι καθώς ήταν από τον Κομμουνισμό, δίχως ηθικό μετά από ένα έτος ηττών. Τη νύκτα, από τα μικρά μας φυλάκια επιτηρήσεως, θα τους ακούγαμε να παραμερίζουν τα κλαριά πάνω στην άλλη πλευρά του Ντονιέτς. Κρατώντας τις ανάσες μας θα ακούγαμε τον πα φλασμό ενός κορμιού που έμπαινε στο νερό. Καθώς ο άνδρας πλησίαζε, μουρ μουρίζαμε: "Σούντα! Σούντα!" ("Έλα! Έλα!"). Σχεδόν γυμνός, ο Ρώσσος θα ξε πρόβαλλε από το νερό. Κατόπιν θα τον απομακρύναμε για να ζεστάνει τον εαυτό του. Έ να τσιγάρο κα θα αποκτούσε ξανά τα ευτυχισμένα μάτια ενός καταπραϋμένου, καλού ζωντανού. Μια ώρα αργότερα θα μας έλεγε λεπτομερώς οτιδήποτε συνέβαινε επί της άλλης πλευράς. Θα αποχωρούσε ύστερα με ένα τραίνο ανεφο διασμού για τα μετόπισθεν, χαρούμενος να έχει δει το τέλος του πολέμου και του μπολσεβικισμού! Μια νύκτα ψαρέψαμε ένα νέο άνδρα που, στο σκοπό του να μας φθάσει ευκο
96
A eon Ν τεγκ ρελ
λότερα, είχε μείνει μόνον με τη σκελέα του. Κρατούσε στα δόντια του μια από τις άδειες ελευθέρας διαβάσεως, που τα γερμανικά αεροσκάφη έριξαν στον Κόκκινο τομέα. Εκείνες οι μικρές άδειες εγγυούνταν τη ζωή του αυτομολήσαντος, δελεά ζοντας τους μουζίκους και οδηγώντας σε \ι.λ:ώ6ες αν-τομολήσεις. Ο αυτομολήσας τη νύκτα εκείνη είχε ένα ζωηρό πρόσωπο, με μάτια που σπιν θηροβολούσαν, αλλά δεν μπορέσαμε να πετύχουμε οτο να του γίνουμε κατανοη τοί. Ο καθένας από εμάς είχε χρησιμοποιήσει τις τέσσερις λέξεις ρωσσικών που γνώριζε. Τίποτα δεν έπιασε. Τελικά, με την υπομονή εξηντλημένη, ένας από τους άνδρες μας έφτυσε ένα ηχηρό "Μερντ!" "Ω, έτσι λοιπόν, είσθε Γάλλοι, βρε άνθρωποι;", αναφώνησε ο Ρώσσος, με μια α παράμιλλη παριζιάνικη προφορά. Ή τα ν ένας μεταφραστής από το πρακτορείο της Ίντερτουρ! Είχε ζήοει στη Μοντμάρτρ για αρκετά χρόνια. Η αναφο')νηοη "Μερντ!" τον είχε ξαφνικά φέρει στα ύψη τηςλυρικότητος! Η χαρά του ήταν απεριόριστη. Είχε απηυδήσει με τη σοβιετική ένδεια. Μας είπε μια χιλιάδα ανεκτίμητες ιστορίες για τους αντιπάλους μας. Του δώσαμε ένα υποκάμισο και ένα ζευγάρι μπότες με καρφιά. Σφυρίζοντας στον εαυτό του, έφυγε με τη σειρά του, κουβαλώντας τις άδειες χύτρες του μάγει ρα, προς την κατεύθυνση του σταθμού διοικήοεωςτου στρατηγού. 3 Δυστυχώς, οι Ρουμάνοι, παρά την παράκλησή μας, συνέχισαν να σφαγιάζουν ό λους τους Ρώσσους που παρουσιάζονταν οικειοθελώς στα φυλάκιά τους. Οι φτωχοδιάβολοι που πλατσούριζαν στα νερά, τα χέρια σηκωμένα, θερίζονταν από πυ ρά προτού βάλουν το πόδι τους πάνω στην όχθη· ή, εάν το επετύγχαναν να περάσουν μέσα από τις ριπές των πυρών, του 4 )εκίζονταν το πρωί, μέσα σε μεγάλα ξε σπάσματα γέλιων. Οι δουνάβιοι φονιάδες έριχναν τα κόσκινο από σφαίρες πτώ ματα πίσω στο νερό, επί του οποίου έπλεαν πένθιμα κατεβαίνοντας το Ντονιέτς. Οι Ρώσσοι, γονατιστοί πίσω από τα κλαδιά τους, μπορούσαν να βλέπουν αυτό το μακάβριο ναυάγιο να περνά. Μετά από αρκετές ημέρες έχασαν κάθε διάθεση για να περάσουν το ποτάμι. Εξοργίσθηκαν, πικράθηκαν, έγιναν πρόθυμοι για εκδί κηση. Επρόκειτο να περάσουμε κάποιες πολυάσχολες εβδομάδες.
Αίμα και Παγίδες Οι θέσεις που κατείχαμε στο δρυμό τον Ιούνιο του 1942 ήταν σχετικά καλά παρηλλαγμένες. Υπήρχαν τρόποι να κινηθείς κάτω από την κάλυψη των δένδρων, ε άν ήσουν προσεκτικός. I Ιαρ όλα αυτά, οι σφαίρες περνούσαν σφυρίζοντας στην τύχη, συγκρουόμενες με μια βελανιδιά ή τρυπώντος τη ράχη ενός άτυχου στρα τιώτη, καθισμένου για μια στιγμή στην είσοδο ενός καταφυγίου. Από την' άλλη μεριά, όσο πιο κοντά στην ιιόλη του Ιζιούμ έρχονταν οι θέσεις μας.
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α τ ο α α ς
97
τόσο πιο γυμνό ήταν το έδαφος. Κατόπιν το μέτωπο επεκτεινόταν πλατιά, για ένα χιλιόμετρο, μέσα από αποξηραμένους βάλτους που ράγιζαν οτον ήλιο. Μόνον λίγες συστάδες βρώμικων βούρλων κατοικούσαν εκείνες τις θλιβερές, ταπεινές περιοχές. Η διμοιρία του μηχανικού μας ήταν εγκατεστημένη στο κέντρο αυτής της λα σπώδους λιμνοθάλασσας, κτίζοντας θέσεις εις βάθος, από τις οποίες τα πολυβό λα μας ήλεγχαντο ρου του Ντονιέτς. Τα αγόρια αυτά, σκεπασμένα με λάσπη ξε ραμένη από τον καύσωνα, είχαν γίνει μαύρα σαν τυφ λοπόντικες. Καταβροχθίζονταν από σμήνη εντόμων. Ή τα ν πρακτικούς αδύνατο να προσεγγίσουμε τα μικρά τους φρούρια στη διάρ κεια της ημέρας. Κατόρθωσα να το κάνω αυτό, μια ημέρα μεσημέρι, μόνο τρέχοντας έναν τρελλό αγώνα δρόμου κάτω από τις μύτες των Ρώσσων. Το έκανα μόνο για να δώσω αυτοπεποίθηση στους αγγελιοφόρους μας. Αλλά το πυρ ήταν τόσο κολασμένο, που κανείς άλλος δεν τόλμησε να το δοκιμάσει. Μπορούσαμε να δια τηρούμε επαφή τη νύκτα μόνον, μέσα στο σκοτάδι. Τότε αρκετοί εθελοντές, φορ τωμένοι με σάκκους ψωμιού, θα αποτολμούσαν την έξοδο προς τις θέσεις στους βάλτους. Οι θέσεις θερίζονταν συνεχώς από ριπές πυρών και φωτίζονταν σε στα θερή βάση από φωτοβολίδες. Μερικοί άνδρες διπλώνονταν στα γόνατά τους. Το στεγνό ψωμί μουσκευόταν συχνά από το αίμα ενός ταχυδρόμου, που τον κουβαλούσαν πίσω χλωμό, τα μάτια του "κομμένα", σφίγγολτας το στομάχι του. £ Στα ανατολικά της ζώνης που σχηματιζόταν από τους βάλτους και τις φουντουκιές, υπήρχε κάμποση αχρησιμοποίητη γη για βοσκή, κατόπιν καλλιεργημένα χω ράφια κι ένα χωριό. Τη νύκτα οι ανιχνευτές μας θα έβρισκαν τον τρόπο τους από το άκρο του μικρού χωριού ως το ποτάμι. Θα αποσύρονταν ακριβώς πρινχην αυγή. Ή τα ν απαραίτη το τότε, για δεκαπέντε ώρες, να κάνουμε συνετά τους ψόφιους. Το να διανύσεις εί κοσι μέτρα, από τη μια ίσμπα ως την άλλη, ισοδυναμούσε με το να χαραμίσεις τη ζωή σου. Οι ανιχνευτές μας έφθαναν στην πολίχνη με το να διασχίζουν μια μακριά πλα γιά, εξαιρετικά γυμνή. Π αρά τον πόλεμο, οι αγρότισσες συνέχιζαν να δουλεύουν τη γη. Μεταξύ του Ντονιέτς και της μικρής αγοράς της πολίχνης, που είναι σα να λέμε μεταξύ του ε χθρού και ημών, απλώνονταν διακόσια μέτρα πλούσιων χωραφιών, γενναιόδωρα γόνιμων. Οι Ο υκρανοί δεν ήθελαν να χάσουν τη σοδειά τους. Τους αφήναμε να πηγαίνουν στα κτήματά τους και στα σπίτια τους. Οι Κόκκινοι ανέχονταν, όπως ε μείς, τον ταπεινό μόχθο του χωριού. Ανάμεσα σε δυο γραμμές πολυβόλων, πενήντα γυναίκες απασχολούνταν στα μαυροχώραφα. Ή ταν ένας περισπασμός για τους στρατιώτες. Έ να όμορφο, ψη
98
A eo n Ν τεγκ ρελ
λό κορίτσι να σκύβει και να σηκώνεται ξανά, είναι πάντα ένα γοητευτικό θέαμα. Ακολουθούσαμε την κίνηση των γοφών τους, ακούσαμε τις φωνές τους να τρ α γουδούν, ευφραινόμενοι εσωτερικά, αλλά με τα δάκτυλά μας στη σκανδάλη. Το βράδυ, το σκοτάδι έπεφτε στις 09:00. Ή τα ν αναγκαίο να προστατεύεσαι α πό τις τελευταίες ακτίνες που διέγραφαν τις σιλουέτες πάνω στη λοφοπλαγιά. Στις 10:00, οι άνδρες μας θα γλιστρούσαν έξω στις προκεχωρημένες θέσεις επί της ό χθης του ποταμού. Τα χαρακώματα που οδηγούσαν στα προωθημένα φυλάκια περνούσαν κάτω από κάποια ανοικτά υπόστεγα και έκαναν ζικ-ζακ μέσα στα πλούσια χωράφια. Στο τέλος, ήταν απαραίτητο να συρθούμε για αρκετές δω δε κάδες μέτρα. Οι Ρώσσοι χρησ ιμ οποιούσ αν διά φ ορ α μέσα για να φωτίσουν την περιοχή. Έ καναν κόσκινο τον ουρανό με ρουκέτες, μια ευχάρισιη επίδειξη πυροτεχνημά των. Δεν είχαν τη δυνατότητα να εξαπολύουν ρουκέτες κάθε τριάντα δευτερόλεπτα σε όλο το εύρος του τομέως, έτσι υιοθέτησαν ένα πολύ απλούστερο σύστημα. Έ ριχναν εμπρηστικές σφαίρες σε δυο-τρεις ίσμπες μέχρι που να φουντώσουν από τις φλόγες. Τότε το χωριό καιγόταν ως το πρωί, (αστράφτοντας) σαν καθρέπτης. Οι πυρσοί εκείνοι φώτιζαν πλήρως τις ζεστές, καθάριες νυχτιές. Προκειμένου να κινηθούμε, οφείλαμε να συρθούμε αργά κατά μήκος των φρακτών, κάνοντας μακρές στάσεις, καθώς οι σφαίρες χαστούκιζαν τις σανίδες πάνω από τα κεφάλια μας ή έριχναν σωρούς χώματος στα πρόσωπά μας. Οι στρατιώτες μας στέλνονταν κοντά στα αναχώματα του Ντονιέτς, δύο ή τρεις άνδρες τη φορά, εκατό μέτρα πιο πέρα από τις καιγόμενες καλύβες. Βρίσκονταν στο έλεος αιφνιδιαστικών επιθέσεων και κάποιες φορές αποκόπτονταν. Τότε θα πήγαινα από αμπρί σε αμπρί για να πω ένα γεια. Ξεγλιστρώντας ως πάνω στην ά κρη του νερού, θ’ αφουγκραζόμουν για πολλή ώρα για τους παραμικρούς θορύ βους από την άλλη όχθη. Συχνά άκουγα τους Ρώσσους να μιλούν σιγανά, είκοσι μέτρα μακριά, αγνοώντας πως κάποιος, κολλημένος κάτω στην άμμο, κείτονταν περιμένοντας για εκείνους. & Έ να βράδυ, ένας ιερέας ήλθε στις δέκα η ώρα για να ψάλλει τη Λειτουργία στο σταθμό διοικήσεώς μας. Αυτή ήταν ωραία. Οι τηλεφωνητές, ο μάγειρας και οι ταχυδρόμοι ήταν καταχα ρούμενοι. Δεν ήταν οι μόνοι που είχαν την περισσότερη ανάγκη παρηγοριάς, ω στόσο. Πρότεινα στον αγαθό πατέρα όπως με ακολουθήσει στις προκεχωρημένες θέσεις. Πέρασε τη νύκτα σερνόμενος επάνω στο στομάχι του, μέσα από τα οργωμένα χω ράφια. Οι σφαίρες που πλατάγιζαν ολόγυρά μας τον επηρέασαν τρομερά. Προσπάθησε να χωθεί σε μια τρύπα στο χώμα. Αναγκάσθηκα να γυρίσω πίσω σ' αυτόν.
Ε κ στ ρα τ εία Π ρο ς Α ν α το α α ς
99
"Ιερέα, πιστεύεις ή όχι στον παράδεισο;" "Ναι..." "Τότε, τι σε στενοχωρεί τόσο πολύ για το αν θα πας εκεί;" Ο καλός άνθρωπος αναγκάσθηκε να επανεδραιώσει την επιθυμία του για ουρά νια ταξίδια και κατόπιν ξεκίνησε για άλλη μια φορά, έρποντας ακριβώς πίσω μου. Ρουκέτες χόρευαν επάνω από τα κεφάλια μας. Έ πρεπε να πέσουμε στη γη. Οι σφαίρες κλωτσούσαν προς τα πάνω σωρούς χώματος. Τελικά, φθάσαμε στις μι κρές αλεπότρυπες των παρατηρητηρίων μας. Εγώ ανέλαβα το πολυβόλο από τους συντρόφους μας, οι οποίοι κατόπιν πήγαν στην εξομολόγηση και έλαβαν την κοι νωνία από πίσω μου. Προσπάθησα να μην ακούω το ελάχιστο όταν τα σοβαρά αμαρτήματά τους αναδύθηκαν. Ύ στερα αναχωρήσαμε για ένα άλλο χαράκωμα, μια άλλη αλεπότρυπα, ένα άλλο ρυπαρό κεφάλι, μυστηριακά μεταμορφωμένοι α πό τη μικρή, λευκή Ό στια που υψωνόταν, για μια στιγμή, αρκετές δωδεκάδες μέ τρα από τους μπολσεβίκους. Ο δύστυχος ιερέας δεν μπορούσε άλλο πια, εξαιτίας της κοπώσεως και της συ γκίνησης. Τα πυρά σχεδόν μας θέρισαν δέκα φορές. Στις 02:00 π.μ. τον οδήγησα πίσω στην κορυφή της πλαγιάς. Ο καιρός ήταν αξιαγάπητος και η ημέρα άρχιζε ήδη να ξανοίγει. Ο ιερέας καθάρισε τον εαυτό του και απέδωσε τις ευχαριστίες του στα ουράνια με διαχυτικότητα: "Deo gratias! Deo gratias!", επανέλαβε, ακού ραστα. Οι άγιοι που ήταν υπηρεσία τη νύκτα πρέπει να χαμογελούσαν γλυκά από ψ η λά, στα φυλάκια παρατήρησης των ουρανών. £ Δύο φορές, περίπολοι εθελοντών άφησαν τις αλεπότρυπές μας τη νύκτα, πέρασαν τον Ντονιέτς και, φορτωμένοι με εκρηκτικά, διείσδυσαν αρκετά χιλιόμετρα πίσω από τα ρωσσικά πολυβολεία, για να υπονομεύσουν τη σιδηροδρομική γραμ μή που μετέφεραν τα εφόδιά τους. Μαντέψαμε πως οι Ρώσσοι έκαναν παρόμοιες εκδρομές ανάμεσά μας. Τα φυλάκιά μας παρακολουθούσαν αδιάκοπα. Ή ταν πολύ απομεμακρυσμένα το ένα από το άλλο κι έτσι ο εχθρός μπορούσε να ξεγλιστρά ανάμεσά τους. Μια νύ κτα έλαβα την απόδειξη γι’ αυτό. Είχα γίνει ο αξιωματικός υπηρεσίας και έπρεπε να συντηρώ την επικοινωνία με ταξύ των μονάδων. Ή τα ν μία το πρωί. Προσπαθούσα, με έναν από τους άνδρες μου, να φθάσω στο νότιο άκρο του τομέως μας. Είχαμε να διασχίσουμε δύο σχε δόν χιλιόμετρα ξεφώτων και γυμνών λοφίσκων, που χωρίζονταν από μια μικρή κοιλάδα και μια συστάδα δένδρων. Οι Κόκκινοι έριχναν ρουκέτα μετά τη ρουκέ τα. Καθώς μια ρουκέτα ολοκλήρωσε την καύση της, είπα στο σύντροφό μου: "Περίμενε εδώ. Πρόκειται να τρέξω ως τα δένδρα. Εάν τα καταφέρω, ακολούθησέ μέ τη μέγιστη ταχύτητα."
100
Λ εο ν Ν τεγκ ρελ
Πηδώντας έξω, έτρεξα σαν τον άνεμο στο δάσος. Με το που έφθασα στο δάσος ξεφώνισα άθελά μου. Κατόπιν, ρίχνοντας τον ε αυτό μου στο έδαφος, κύλησα άλλα τριάντα μέτρα στην άλλη πλευρά του λοφί σκου. Είχα διαισθανθεί μια ανθρώπινη παρουσία, άκρη-άκρη στη μαυρίλα της φυλλωσιάς. Κάθε ίνα της υπάρξεώς μου μου έλεγε, με διαβεβαίωνε, πως είχα φθάσει εντός εκατοστών από τον εχθρό. Ξαναενώθηκα πάλι με το σύντροφό μου, μετά από μια μακριά παράκαμψη. Αν και αφηγήθηκα το επεισόδιο στο επιτελείο, δε με πίστεψαν. Ή μουν βέβαιος, ω στόσο: είχα διαισθανθεί εκείνους τους κατασκόπους με όλον μου τον "ηλεκτρισμό", πιο σίγουρα από το αν τους είχα δει ή ακουμπήσει. Δυο ημέρες αργότερα επρόκειτο ν’ αποδειχθώ σωστός, με τραγικό τρόπο. Τη νύκτα εκείνη, μια περίπολος τεσσάρων ανδρών από τον Ιο Λόχο έκανε μια πανομοιότυπη επαφή, καθώς ερχόταν από την άλλη κατεύθυνση. Οι άνδρες μας έπρεπε αναπόφευκτα να περάσουν κοντά στο σύδενδρο. Τη στιγμή που το έφθασαν, μια δωδεκάδα Κόκκινοι σε ενέδρα τους πυροβόλησαν. Έ νας από τους στρα τιώτες μας, τον οποίο οι Ρώσσοι είχαν γερά γραπώσει από τα μαλλιά, κατόρθωσε να ξεφύγει, αλλά τινάχθηκε απότομα από τα χέρια που τον κρατούσαν με τόση δύ ναμη, που το τριχωτό της κεφαλής του γδάρθηκε τρομακτικά. Έ τρεξε σαντρελλός, πέφτοντας επάνω σε ένα από τα φυλάκιά μας, όπου έμεινε ακίνητος, το κρα νίο και το πρόσωπό του να κολλούν από το αίμα. Οι άλλοι, πιασμένοι στην παγί δα, αγωνίσθηκαν ματαίως. Οι Ρώσσοι τους έσυραν στον Ντονιέτς. Ακούσαμε τις κραυγές τους ενώ πάλευαν και ούρλιαζαν μέσα στο νερό. Αλλά οι μπολσεβίκοι ήταν τρεις ή τέσσερις φορές περισσότεροι και εξανάγκασαν τους συ ντρόφους μας να βγουν στην αντίπερα όχθη. Από το σοβιετοκρατούμενο δάσος από την άλλη μεριά του ποταμού, οι δύστυχοι σύντροφοί μας κραύγαζαν ακόμη. Πρέπει να είχαν κτυπηθεί φρικτά, αλλά συνέ χισαν να καλούν σε βοήθεια. Ύστερα οι φωνές έγιναν πιο αδύναμες και τελικά έσβησαν. Μια μικρή τραγωδία, ανάμεσα σε πολλές άλλες, από μια νύκτα στο μέτωπο. Σύντομα, ο σιωπηλός Ντονιέτς, τα λαμπυρίζοντα νερά του αναταραγμένα μόνο για μια στιγμή, περνούσε ρέοντας σιωπηλά για άλλη μια φορά.
Προς την Ασία Ο Μάιος του 1942 είχε δει τη μάχη του Ντονιέτς-Χαρκόβου να ξεδιπλώνεται και ήταν μάρτυρας του αφανισμού των δυνάμεων του Στρατάρχη Τιμοσένκο. Τον Ιούνιο του 1942, το δεύτερο μεγάλο πλήγμα του πολιορκητικού κριού που ήταν να θραύσει το Ρωσσικό μέτωπο στα δύο, εκρούσθη· οι γερμανικές στρατιές εφόρμησαν επάνω στην πόλη του Βορονέζ, την κατέλαβαν, πέρασαν τον Ντον και εγκατέσιησαν ένα πρσγε 4 >ύρωμα επί της αριστερής όχθης του ποταμού.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
ιοί
Πιο κοντά σε μας, ο Ντονιέτς διεσχίοθη κατά παρόμοιο τρόπο και προσεγγίσθηκε το Κουπιάνσκ. Το μέτωπό μας προχ(όρησε σιην άλλη μεριά του νερού. Το Ιζιοΰμ περικυκλώθηκε μετά δυο ημερών προέλαση μέσα από τις βαθιές και καυ τές άμμους. Οι βάσεις για την εξαπόλυση της μεγάλης φθινοπωρινής επιθέσεως ήταν έτοιμες. Οι μεραρχίες που ήταν για να προελάσουν μέσα από τη στέππα, εστάλησαν πί σω στα μετόπισθεν για ν’ απολαύσουν αρκετές ημέρες ξεκούρασης (η μόνη εβδο μάδα ανάπαυλας που επρόκειτο ποτέ να γευθοΰμε στο ανατολικό μέτωπο). Μια σύντομη πορεία μας οδήγησε στο χωριό των διακοπών μας, κάπου τριάντα χιλιό μετρα στα βορειοδυτικά του Σλαβιάνσκ. £ Η χαλάρωσή μας ήταν πλήρης. Είχαμε, όπως αληθινά άρμοζε, μια επίσημη τε λετή για την απονομή των Σ ιδηρώ ν Σταυροόν στους ήρωες των μαχώ ν του Ν τονιέτς4. Ο ίδιος ο Στρατηγός Ρουππ ήλθε να καρφ ιτσώ σει τα π αράσ η μ α. Διοικούσε μια περίφ ημη μεραρχία καταδρομέων, την 97η, συνιστώμενη από Τυρολέζους, ανάμεσα στους οποίους επρόκειτο να περάσουμε κάποιους αξέχα στους μήνες. Έ νας θαυμαστός επανεφοδιασμός μας διενεμήθη, σε μεγάλη αφθονία. Οι μου σικοί της μεραρχίας μας διασκέδασαν με συναυλίες της ορχήστρας τα πρωινά, ε νώ κάθε βράδυ ευρύχωρα λεωφορεία έπαιρναν τους άνδρες μας στις κινηματο γραφικές ταινίες. Το χωριό ήταν πλούσιο, οι χωρικοί ειρηνικοί, ο ουρανός χρυσαφής. Η στέππα ήταν ολοστόλιστη με εκτυφλωτικά χρώματα. Καθώς οι γυναίκες άπλωναν έξω τα στάχυα σε αγκαλιές, ο αέρας βούιζε με το τραγούδι του μόχθου εκατομμυρίων μελισσών. Από πάνω μας τραγουδούσαν εκστατικοί, κορυδαλλοί. Διεγερμένοι στη σκέψη της επερχομένης επιθέσεως, ανασαίναμε βαθιά την στέππα, όπως τα άλογα των Κοζάκων. Εγώ ο ίδιος είχα λάβει ένα γιγάντιο φαιόλευκο άλογο, σχεδόν απλησίαστο. Σίγουρος για το μέλλον, το ονόμασα Καύκασο. Οα με συντρόφευε εκεί, το γενναίο εκείνο κτήνος, και θα πέθαινε εκεί, κατατρυπημένο από είκοσι σφαίρες, κατά τη μάχη του Τιεριάκοβ. Τα νέα του πολέμου ήταν ηλεκτριστικά. Ο Στρατάρχης Ρόμμελ είχε σαρίόσει 25000 Άγγλους μέσα στο δίχτυ του στο λιβυκό λιμάνι του Τομπρούκ. Τα άρματα μάχης του είχαν εκκαθαρίσει τις ακτές της Λιβύης, διεισδύοντας στην Αίγυπτο μέχρι το Ελ Αλαμέιν. Περιμέναμε μαζεμένοι γύρω από τους ασυρμάτους μας εκστρατείας, για το ανακοινωθέν που θα ανήγ γειλε την πτώση της Αλεξάνδρειάς. Εγγύτερα σε μας, η γερμανική θηλιά aqHyyoTav γύρω από τη Σεβαστούπολη. Το τελευταίο σοβιετικό λιμάνι στην Κριμαία είδε τις τεράστιες οχυρώσεις του αφα νισμένες, μία προς μία, από την αεροπορική ισχύ και το βαρύ πυροβολικό του
102
A eon Ν τεγκρελ
Ράιχ. Τελικά, η πόλη έπεσε. Το ίδιο βράδυ, ο ουρανός άστραψε από εκατοντάδες φώ τα, ενώ όλη η περιοχή έτρεμε από το βρυχηθμό των κινητήρων ένας υπέροχος α εροπορικός στόλος, επιστρέφοντας από τη Σεβαστούπολη, είχε προσγειωθεί στον τομέα μας. Τα Στούκας του Γκαίρινγκ ήταν εδώ. Η επίθεση επίκειτο.
£ Απόρρητες διαταγές πληροφόρησαν το διοικητή μας πως η επίθεση θα άρχιζε σιις 9 Ιουλίου. Δε χρειάσθηκε να περιμένουμε τόσο πολύ, διότι ένας αιφνιδιασμός επιτάχυνε την επιχείρηση. Τη νύκτα της 6ης-7η Ιουλίου, γερμανικές περίπολοι στον τομέα του Σλαβιάνσκ, που ανίχνευαν τις σοβιετικές γραμμές, εξεπλάγησαν από την έλ λειψη δραστηριότητος που βασίλευε εκεί. Διακινδύνευσαν να συρθούν πιο μπρο στά. Η σιωπή ήταν ήδη πολύ παράξενη. Έ να ς άνδρας κρυφοκοίταξε ένα πολυ βολείο: ήταν άδειο. Ό λη η γραμμή ήταν άδεια! Αποσυρθέντες σιωπηλά, οι Ρώσσοι είχαν εξαφανισθεί! Οι Κόκκινοι έπρεπε να καταδιωχθούν, προληφθούν, εμπλεχθούν και ηττηθούν, με οποιοδήποτε κόστος. Ειδάλλως θα μπορούσαν να στήσουν μια παγίδα. Η διαταγή να αναλάβουμε την επίθεση ανεκοινώθη αμέσως σε όλες τις μεραρ χίες. Το βράδυ της 7ης Ιουλίου, η Βαλλονική Λεγεών ξεκίνησε μαζί με όλοντον στρατό του νοτιοανατολικού μετώπου. Θα σταματούσε ξανά μόνον στο κατώφλι της Ασίας, μπροστά στο όρος Ελμπρούζ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΣΣΕΡΑ
Σ το ν Κ α ύ κ α σ ο Μ ε Τ α Π ο δ ιά ι μήνες της θερινής επιθέσεως του 1942 ήταν οι πιο συναρπαστικοί μή νες του αντισοβιετικοΰ πολέμου. Ο Νότος! Τα θαυμάσια φρούτα του, η ημιτροπική χλωρίδα του, ο αφρικανικός ήλιος του, οι μεγάλοι αστρα φτεροί ποταμοί του! Ο καθένας από εμάς πίστευε πως ότι η νίκη βρισκόταν στο τέρμα εκείνης της θαυμαστής επελάσεως. Οι Σοβιετικοί δεν είχαν καν ανταπαντήσει στην πρόκλη ση. Βρίσκονταν σε φυγή. Με τρελλό βηματισμό, εκατοντάδες χιλιάδες ανδρών εξόρμησαν σε καταδίωξή τους. Με το πρωινό της 8ης Ιουλίου, η λεγεών μας είχε περάσει το Σλαβιάνσκ και εί χε φθάσει στα ανατολικά της πόλης εκείνης, o‘ ένα πάρκο όπου γιγάντιοι πλάτα νοι επίσκιαζαν τα μεγάλα ερειπωμένα κτίρια, κάποτε πολυτελέστατα, των παλαι ών αυτοκρατορικών ανακτόρων, στα σαλόνια των οποίων τα άλογα τα σκοτωμέ να από τους Μπολσεβίκους κείτονταν ανάμεσα σε σωρούς ξεραμένης κοπριάς α λόγων. Ο Ντονιέτς κυλούσε ήδη στα νοτιοανατολικά του Σλαβιάνσκ και το γερμανικό μηχανικό ήταν απησχολημένο στήνοντας γραμμές ρυμουλκήσεως και πορθμεία. Την επόμενη μέρα σκαρφαλώσαμε στις κορυφογραμμές στην δεξιά όχθη του ποταμού, από τις οποίες οι Ρώσσοι είχαν καταφέρει να φράξουν το πέρασμά μας. Τα πολυβολεία τους είχαν σκαφθεί εντός των λευκών ασβεστολιθικών λόφων, το ωμό χρώμα των οποίων τύφλωνε τα μάτια μας. Οι θέσεις ήταν καλά δομημένες, ελέγχουσες όλες τις λεωφόρους προσεγγίσεως και ήταν περικυκλωμένες από πυ κνά δίκτυα συρματοπλέγματος.
Ο
104
A eo n Ν τεγκρελ
Οι Κόκκινοι δεν είχαν πάρει καν τον εξοπλισμό τους. Δεν είχαν ανατινάξει το παραμικρότερο καταφύγιο. Είχαν αποστρατοπεδεύσει εντελώς μυστηριωδώς. Το σούρουπο κατηφορίσαμε στην όχθη του Ντονιέτς, μα άλλες μονάδες πήραν προτεραιότητα στο πέρασμα.
£ Αναμέναμε υπομονετικά για δύο ημέρες και δύο νύκτες. Οι εφοδιοπομπές πυρομαχικών για τις τεθωρακισμένες φάλαγγες, τις σταλθείσες ως εμπροσθοφυλα κή, προχώρησαν πρώτες. Τα πορθμεία σχηματίσθηκαν με το να συνδεθούν μαζί μισή δωδεκάδα βάρκες από καουτσούκ, επάνω στις οποίες είχαν προσαρμοσθεί σανίδες. Συρματόσχοινα διέτρεχαν από τη μια όχθη στην άλλη και χρησιμοποιούνταν για να ρυμουλκούνται οι φορτηγίδες. Ή τα ν διασκεδαστικό το να παρακολουθείς. Πανικόβλητα άλογα θα έπεφταν συχνά ανάμεσα στις βάρκες. Τότε τα σχοινιά ρυμουλκήσεως έπρεπε να κοπούν, καθότι τα κτήνη, με τα μάτια τους γυρισμένα, θα χτυπιόντουσαν άγρια. Αφού ε λευθερώνονταν, τα ζώα θα κολυμπούσαν ως την απέναντι όχθη, φθάνοντας πριν από τις βάρκες, φρουμάζοντας, μάτια ν’ αστράφτουν θριαμβευτικά. Οι αμμώδεις, κοφτές όχθες της άλλης μεριάς του Ντονιέτς έκαναν την απόβαση πολύ δύσκολη. Χρειάζονταν ελκυστήρες για να τραβήξουν τα οχήματα στην κο ρυφή της λοφογραμμής. Στήσαμε τα μικρά μας αντίσκηνα στο γρασίδι και περιμέναμε φιλοσοφικά τη σειρά μας, ενώ ρίχναμε πετονιά για ψάρια με ιριδίζοντα λέπια, που ανέβαιναν α περίσκεπτα ως την επιφάνεια. Στο τέλος των δύο ημερών, ωστόσο, στενοχωριόμασταν, διότι η μεραρχία μας εί χε την ευκαιρία να πάρει τον πρωτεύοντα δρόμο, αρκετά χιλιόμετρα πάνω από τον Ντονιέτς. Πέρασε καιρός. Πήγα για να προετοιμάσω τα καταλύμματα στην άλλη όχθη, επτά χιλιόμετρα από τα πορθμεία. Τρομοκρατήθηκα! Ο δρόμος είχε τελεί ως εξαφανισθεί! Εκατοντάδες αρμάτων μάχης, φορτηγών και αμαξών είχαν ανα κατέψει την καυτή άμμο, σε μισό ή ένα μέτρο βάθος. Το άρμα μάχης επί του οποί ου ήμουν έκανε αρκετές ώρες για να προω θηθεί: κολλημένο στο τέλμα, κατόπιν ε λεύθερο με κοπιαστική δουλειά, μόνο για να καλύψει μια μικρή απόσταση. Η άμ μος ήταν τόσο ψιλή που, ακόμα και πεζός, βυθιζόσουν σ’ αυτήν ως τα γόνατα. Σέρναμε βαρυφορτωμένα κάρρα και πολυάριθμες μικρές, σιδερένιες άμαξες με πολύ χαμηλούς τροχούς προσαρμοσμένους πλευρικά, επί των οποίων τα βα ρέα πολυβόλα και τα κιβώτια των πυρομαχικών είχαν τακτοποιηθεί. Ανέλαβα τη φροντίδα του στρατωνισμού, περίμενά κατόπιν στην άκρη ενός χω ριού, οε μια διακλάδωση του δρόμου. Παρέμεινα στη σκοπιά για πενήντα μία ώρες ακριβώς, ψόφιος στην κούραση. Κατέληξα να πιστεύω πως το τάγμα είχε χά σει το δρόμο του ή είχε πάρει άλλη κατεύθυνση. Αλλά όχι· στο τέλος των πενήντα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
105
μία ωρών, οι πρώτες άμαξες εμφανίσθηκαν. Είχε πάρει περισσότερο από δυο η μέρες και δύο νύκτες να σπρώξουν τα οχήματα δια μέσου της άμμου, αφού μετέ φεραν όλα τα πυρομαχικά με τα χέρια, κιβώτιο το κιβώτιο, για ένα χιλιόμετρο. Ξαναπήραμε επιτέλους την κύρια οδό, καλύπτοντας είκοσι χιλιόμετρα μέσα σ’ ένα φανταστικό σύννεφο σκόνης, περνώνιας με δυσκολία ανάμεσα από χιλιάδες φορτηγά, πετρελαιοφόρα, τμήματα ποταμογεφυριών και οχημάτων όλων των ει δών. Ό ταν, εξηντλημένοι, κολλώντας από τον ιδρώτα, τελικά σταματήσαμε, ανα καλύψαμε ότι ήμασταν τρεις ημέρες πίσω. Στις έξι η ώρα το βράδυ, ξεκινήσαμε πάλι.
£ Για δύο εβδομάδες τρέχαμε πίσω από τη μεραρχία. Βαδίζαμε τη νύκτα, περνώντας μια κυματιστή στέππα ντυμένη με γαλάζια λου λούδια ένα μέτρο ύψος, λευκά σαν καμέλιες στο φεγγαρόφως. Ύ στερα φθάσαμε σε αρκετά μικρά ποτάμια, που έρεαν μέσα από ανατιναγμένες ίσμπες. Οι Ροίσσοι είχαν ανατινάξει τις γέφυρες, έτσι για αρκετά χιλιόμετρα οφείλαμε ν’ ακολουθή σουμε τις ασβεστολιθικές ποταμοκοιλάδες, μέσα από τη λάσπη στην οποία άν θρωποι και άλογα χόρευαν ένα εξαντλητικό βαλς. Κατόπιν, βουτήξαμε ξανά στις άμμους. Η κυρία οδός ήταν συχνά φραγμένη. Έ πρεπε να κάνουμε συχνά λοξοδρομήσεις σε μονοπάτια που μόλις και ήταν ο ρατά, προορισμένα μόνον για τις ψηλότροχες και πολύ ελαφρές καρότσες των Ρώσσων χωρικιύν. Δεν πηγαίναμε μέσα στις ίσμπες, δυσάρεστους σκουπιδότοπους που βούιζαν α πό τις μύγες. Κοιμόμασταν στα μικρά πλακόστρωτα ή στο σκληρό, πατημένο χώ μα, κουλουριασμένοι μέσα σε κουβέρτες. Σύντομα βαδίζαμε την κάθε νύκτα, παίρνοντας μια ανάσα μόνο στο μέσον της η μέρας, καθώς ο ήλιος έφθανε τότε τους 55 βαθμούς Κελσίου. 0 α απλωνόμασταν κάτω από ένα δένδρο στην είσοδο τοίν αγροικιών, τα κεφάλια μας σε κουνουπιέ ρες, τα χέρια μας στις τσέπες μας, περικυκλωμένοι από τιτιβίζοντα κοτοπουλάκια.
£ Περάσαμε μακριές σειρές εργατικών κατοικιών, απαίσια συγκροτήματα διαμερισμάτων-στρατώνων, και αρχηγεία του Κόμματος στρωμένα με σκόρπια επί σημα έγγραφα και σπασμένες προτομές των μεγαλοσχήμων του καθεστώτος. Σύμφωνα με τη συνήθη τακτική τους, οι Μπολσεβίκοι είχαν κατεδαφίσει ή θέ σει εκτός λειτουργίας όλες τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Και, εκείνο που μας εξέπληξε ιδιαίτερα, εκείνοι οι άρπαγες είχαν καταστρέψει τα πάντα κάμποσο και ρό πριν. Οι σιδηροτροχιές είχαν κοπεί κάθε οκτώ ή δέκα μέτρα. Από όλα τα στοι χεία, οι Σοβιετικοί είχαν αναλάβει αυτό το κολοσσιαίο σαμποτάζ αρκετά πριν τη γερμανική κρούση προς την κατεύθυνση του Βορονέζ. Οι πιο θεαματικές καταστροφές ήταν οι πυρκαγιές στις ανθρακοφόρες περιο
106
A eon Ν τεγκρελ
χές. Τεράστια αποθέματα άνθρακος και σωροί μεταλλικών καταλοίπων τριάντα ή σαράντα μέτρα ψηλοί καίγονταν για ημέρες, ένα σκούρο κόκκινο με βαθυγά λαζες και μαύρες ανακλάσεις. Κάτω από τον ήλιο οι φωτιές παρήγαν μια χαυνωτική ζέστη. Ή ταν αδύνατον το να μείνουμε μακριά τους, καθώς όλη η περιοχή γύρω από τις από άμμο οδούς είχε ναρκοθετηθεί από τον εχθρό- πολυάριθμες τσακισμένες ιπ ποσκευές και τα τερατώδη κουφάρια των αλόγων, γκριζοπράσινα που έβριθαν α πό σκουλήκια, έδιναν επαρκή απόδειξη πως η ελάχιστη απροσεξία θα έφερνε το θάνατο. Τα άλογά μας, με την άμμο ως επάνω από τις οπλές τους, παράπαιαν, α γωνίζονταν, φρούμαζαν. Ορισμένα από αυτά, μαστιγωμένα εις μάτην, πέθαναν στεκόμενα όρθια, τα τομάρια τους να αχνίζουν, τα μάτια να προεξέχουν από τα κεφάλια τους. Είχε γίνει μάταιο για εμάς να ιδρώνουμε με αίμα και νερό, να κοιμόμαστε σπανίως ή καθόλου, να διασχίζουμε τη στέππα με το σεληνόφως, να περνούμε σαν α νεμοστρόβιλος διαμέσου των καιγομένων βιομηχανικών λεκανοπεδίων, από τους ασβεστολιθικούς πόρους των ποταμιών! Είχαμε καλύψει εκατοντάδες χιλιομέ τρων, αφήσαμε την Ουκρανία και εισήλθαμε στη μεγάλη καμπή του Ντον, μόλις απέναντι από το Στάλινγκραντ. Η μεραρχία μας πεζικού κάλπαζε πάντα πιο γρή γορα απ’ όσο εμείς! Ή μασταν τώρα πέντε ημέρες πορείας πίσω! Δύο μηνύματα έφθασανταυτοχρόνως σε μας : πρώτον, η μεραρχία παρεξέκλινε στα νοτιοδυτικά προκειμένου να συμμετάσχει στην τελική επίθεση στο Ροστόβδεύτερον, εάν δεν επανεντασσόμασταν σε αυτήν εντός πολύ μικρού χρονικού δια στήματος, επρόκειτο να ζητήσει από το Σώμα Στρατού να ξεφορτωθεί το άχρηστο βάρος μας! Προσκολληθήκαμε σ’ εκείνη τη μεραρχία επειδή ήταν διάσημη και γιατί αναζητούσαμε δόξα. Κάναμε κάποιους άγριους αγώνες ταχύτητος και φθάσαμε για άλλη μια φορά στον Ντονιέτς, εκεί που μόλις ήταν για να επανενωθεί με τον Ντον, στο Καμένσκ. Έμεναν εβδομήντα ακόμα χιλιόμετρα να καλύψουμε, ούτως ώστε να φθάσουμε την 97η Μεραρχία. Τα καλύψαμε με πορεία μιας και μόνον ημέρας. Αλλά το Ροστόβ είχε πέσει μόλις εκείνη την ίδια ημέρα. Η 97η έλαβε τη διατα γή να γυρίσει αμέσως πίσω, ανεβαίνοντας το ρου του Ντον. Είχαμε δεν είχαμε το χρόνο να ξυρισθούμε. Ή δ η αναχωρούσαμε και πάλι, απαχθέντες από την καιγόμενη στέππα για άλλη μια φορά.
Το Πέρασμα του Ντον Η θριαμβευτική προέλαση των Στρατιών του Ράιχ προς το Στάλινγκραντ και προς τον Καύκασο έγινε με το κόστος της υπεράνθρωπης κοπώοεως, αλλά προκάλεσε μια αισιοδοξία τόσο φλογερή όσο το στερέωμα. Οι περ ιοχές μεταξύ του Ν τονιέτς και του Ντον, μεταξύ του Ντον και του
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νλτολας
107
Κουμπάν, ξεδίπλωσαν τέτοια μεγαλεία που απάτην αυγή τα πνεύματά μας τρα γουδούσαν προ της πράσινης και πορτοκαλί ανατολής. Θα διασχίζαμε τριάντα ή τριάντα πέντε χιλιόμετρα πεζοί στη διάρκεια της νύκτας. Οι πορείες ήταν εξουθενωτικές διότι κινούμαοταν προς τα μπρος μέσα σε χαλαρή άμμο ή επί ανεμο δαρμένων οδών, δύο ή τρεις φάλαγγες πλάι-πλάι, που συνεχώς διακινδύνευαν το να πέσουν η μία επάνω στην άλλη. Η προέλαση ήταν στο ρυθμό μιας ποδηλατο δρομίας. Τ ο σκοτάδι δεν μπορούσε ν’ ανακόψει εκείνες τις χιλιάδες των ανδρών από το να συγκλίνουν σε στενά γεφύρια, ριγμένα βιαστικά πάνω από το νερό. Πέσαμε μέσα σε κρατήρες. Οι άμαξές μας αναποδογύρισαν. Μερικές φορές ένα φορτηγό ή ένα άρμα μάχης θα σάρωνε ένα άλογο, που συντριβόταν ενώ χλιμί ντριζε απελπισμένα. Αλλά η αυγή αποζημίωνε για οτιδήποτε άλλο. Γύρω στις 01:30το πρωί, λίγες ωχροπράσινες και ωχρόχρυσες ακτίνες, ντελικάτες σα μετάξι, εμφανίσθηκαν στην ανατολή. Υψο)θηκαν στον ουρανό, τον κατέκλυσαν, επεκτάθηκαν, γινόμενες υπέροχες στρώσεις από πράσινο, πορτοκαλί, ροζ, ζωηρές και υπέροχα φινετσάτες. Γίναμε μάρτυρες του ξυπνήματος φανταστικών λιβαδιών από ηλιοτρόπια. Αυτές οι γιγαντιαίες μαργαρίτες, δύο μέτρα ψηλές, είχαν χρυσά πέταλα, μακριά όσο τα δάκτυλα του χεριού σου και ένα καφετί κέντρο φουσκωμένο από αρκετές χιλιάδες σπόρων. Το ίδιο λιβάδι θα εκτεινόταν για χιλιόμετρα- εκατομμύρια κεφαλιών ση κώνονταν προς τον ανατέλλοντα ήλιο, στρεφόμενα την ίδια ώρα με εκείνον, σα να τραβιόντουσαν προς τα επάνω από τη δύναμή του. Νιώσαμε τα σώματά μας κα τειλημμένα από εκείνη τη στοιχειακή δύναμη που συνέδεε το χώμα, τον ουρανό και τη μεγάλη ξηρασία. Ο ουρανός δεν ήταν παρά ένα χρυσαφένιο λιβάδι. Τα πά ντα ήταν ζωή, δύναμη, λαμπρότητα, μεγαλείο. Με τους γιακάδες μας ανοικτούς, ανασαίνοντας μέσα σ' εκείνες τις ακτινοβολίες, εξακοντίζαμε τα νεανικά μας τρα γούδια που έσκαζαν από όνειρα, προς τον ήλιο! Μερικές φορές, τα δίχως όρια ηλιοτρόπια παραχωρούσαν τη θέση τους σε ατέ λειωτα γαϊδουράγκαθα- γαϊδουράγκαθα να σου βγάζουν τα μάτια, καμμία σχέση με τα αστεία, μικρά γαϊδουράγκαθα που λεκιάζουν και τσιμπούν, αλλά γαϊδου ράγκαθα στολισμένα με αγκαθωτούς καρπούς, ψηλά σαν τα πόνυ της στέππας, ε στεμμένα, ξέχειλα από ροζ ή μοβ λουλούδια, τα χαριτωμένα και εύθραυστα λοφία των οποίων έφθαναν σχεδόν ως το έδαφος. Διασχίζοντας τα ηλιοτρόπια, τα γαϊδουράγκαθα, το καλαμπόκι, ίσια και δυνα τά σα λόγχες, φθάσαμε γύρω στις 09:00 π.μ. σε ένα χωριό που είχε γυαλίσει για πολλή ώρα μπροστά στα μάτια μας και όπου οι πεζικάριοί μας διασκορπίσθηκαν, καταβεβλημένοι από τον ήλιο. Τ α χω ριά του Ντον ήταν πλούσια. Ο ι ίσ μ πες, πιο άνετες από εκείνες στο Ντονιέτς, περιελάμβαναν ως τρία ή τέσσερα πτωχά επιπλωμένα δωμάτια, μερι κές φορές λαμπρυνόμενα από μια ντουλάπα, μια πιατοθήκη, μια σκάφη ζυμώ
108
A eon Ν τεγκ ρελ
ματος ή ένα ντουλάπι, υπέροχα σκαλισμένα. Κάθε αγροικία είχε κάμποσες κόττες, λίγες αγελάδες και ένα καλό μερίδιο από σιτάρι, όλα καταμερισμένα από το κολχόζ, του οποίου τα δεσποτικά, αυστηρά δε μένα γραφεία, κυκλωμένα από άροτρα, δικράνια, αλωνιστικές μηχανές και μη χανές σποράς, κυριαρχούσαν στη μικρή αγορά κάθε κωμόπολης. Οι αγρότες εί χαν εκδικηθεί το καθεστώς, είχαν αδειάσει τα βουστάσια και τις αποθήκες· τα γουρουνάκια των κρατικών γουρούνων, ελευθερωμένα, χοροπηδούσαν κι έπαιζαν σε όλες τις κατευθύνσεις, ευτυχισμένα από αυτές τις απρόβλεπτες διακοπές· παντού έκρωζαν χήνες και νεαρές γαλοπούλες κατάπιναν με λαιμαργία. Οι ντόπιοι μας υποδέχθηκαν με εμφανή χαρά. Συχνά ήμασταν τα πρώτα στρα τεύματα που έμπαιναν στο χωριουδάκι τους. Οι καλοί άνθρωποι πήγαιναν αμέ σως στα βοηθητικά κτίρια, έβγαζαν τα εικονίσματα από τις πρώην κρυψώνες τους και τα κρεμούσαν άλλη μια φορά στους τοίχους από ξεραμένη λάσπη, τα δάκρυα να τρέχουν ρυάκι στα πρόσο>πά τους. Το μεγαλύτερο δώρο που μπορούσε να τους απονείμει κάποιος ήταν το να τους δώσει μια προσωπογραφία του Χίτλερ. Συχνά θα την αναρτούσαν δίπλα στα εικονίσματά τους. Θα την έβαζαν ακόμη και ανάμεσα στις φωτογραφίες των αγοριών τους, ντυμένα τη στολή του σοβιετικού στρατού, κόκκινα αστέρια στα πηλή κιά τους! Μια τέτοια φωτογραφική αδελφοποίηση τους φαινόταν απολύτως φυσιολογι κή. Αγαπούσαν τα αγόρια τους πάρα πολύ. Αγαπούσαν τον Χίτλερ πάρα πολύ, για τί είχε απελευθερώσει το χωριό τους. Συνδύαζαν και τα δύο. Πολύ αυστηρές διαταγές είχαν δοθεί στα στρατεύματα να είναι φιλικά με τον πληθυσμό. Το 1941 οι Γερμανοί είχαν πιστέψει πως θα έβρισκαν κάθε Ρώσσο να είναι και μπολσεβίκος. Η πείρα τους είχε διδάξει πως οι μουζίκοι, αν και είχαν λε ηλατηθεί και κρατηθεί σε ομηρία από τους Σοβιετικούς, δεν είχαν μολυνθεί από εκείνους. Αυτοί ήταν οι πιο φιλειρηνικοί άνθρο)ποι στον κόσμο, φιλικοί, πολύ εξυπηρετι κοί, ζητώντας μόνο να εργασθούν, να ζουν ως μια οικογένεια, να βρίσκονται σε υ πηρεσία. Οι Γερμανοί σε υψηλές θέσεις είχαν κάνει μια διάκριση των μαζών των χωρικών της Ευρωπαϊκής Ρωσσίας, τόσο απλών και αγαθών, και των μπολσεβί κων μαφιόζω ντης αστυνομίας της Μόσχας. Η ελάχιστήτους κακομεταχείριση σταμάτησε μονομιάς· ο γερο παν και η γριά μάμκα ήταν φίλοι των στρατιωτών. Ή ταν περιττό το να ζητήσουμε το παραμικρό από τους χο)ρικούς. Μας οδήγη σαν στα κοτέτσια. Θα μας προσέφεραν γενναιόδωρες ποσότητες από τα κοτό πουλά τους, τις πατάτες τους και τις παχιές χήνες τους. Είχαν ένα παχύρρευστο μέ λι, πλούσιο με τα δυνατά, άγρια αρώματα των γιγαντιαίων λουλουδιών της γειτο νικής οτέππας. Πρόθυμοι για λιχουδιές όσο και οι καλοφαγάδες, ξοδεύαμε τις ώ ρες μας οτα άλση με τις κερασιές, καταβροχθίζοντας καρδιόσχημα κεράσια, βύσ σινα και λευκά πετροκέρασα που έτρεχαν κατακόκκινο χυμό.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
109
Κοιμηθήκαμε για αρκετές (ί>ρες· ο ήλιος αναπλήρωσε τη χαμένη μας ενέργεια. Η γριά μάμκα μας έφερε ένα μεγάλο λίθινο κανάτι γεμάτο γάλα, τόσο φρέσκο ό σο το νερό της πηγής. Οδηγώντας μας στο κατώφλι των αγαθών της, μια αποθή κη, δέκα μέτρα από την ίσμπα, ξεσύρτωσε την καταπακτή. Μέσα από το άνοιγμα κατεβήκαμε μια σκάλα σ’ ένα θαυμαστά κρύο κελλάρι, ένα πραγματικό πηγάδι ό που οτιδήποτε αναλώσιμο διετηρείτο τόσο καλά όσο σ’ ένα ψυγείο. Η εστία ήταν τοποθετημένη κοντά στην πόρτα, έτσι ώστε η ίσμπα, με τα μικρά της παράθυρα κλειστά και τη χαμηλή της στέγη να μπορεί να παραμένει δροσε ρή. Τρώγαμε έξω, κάτω από την προστασία των λευκών ή των ακακιών, ενθαρρυμένοι από τη χωρική, που γύρισε σε μας δέκα φορές, τα χέρια της φορτωμένα και μας βοήθησε να σουβλίσουμε και σιγοψήσουμε τα πουλερικά. Οι στρατιώτες μας, μετά τις κοπιαστικές νυκτερινές πορείες, ανέκτησαν τη δύ ναμή τους με Μ πρυχελικό1ζήλο. Δεν ήταν δίχως λόγο οι άνδρες της χώρας των κερμεζίων. Ή ταν ικανοί να φάνε και να πιούνε άσωτες ποσότητες τροφής. Ή ξερα έναν ο οποίος, μόλις έφθασε στο μικρό χωριό, έτρωγε τακτικά για πρόγευμα ένα κιλό τηγανητού μπέικον. Είδα δυο άλλους να καταβροχθίζουν απλά είκοσι ένα κο τόπουλα, από τον πρόλοβο ως τα φτερά της ουράς, μέσα σε τρεις ημέρες. Πολλοί θα καταβρόχθιζαν μια ολόκληρη χήνα, σε κάθε περίπτωση, στις 09:00 το πρωί. Έ νας από τους νεαρούς αξιωματικούς μου γέμισε ένα πρωί την κοιλιά του, μπρο στά στα ίδια μου τα μάτια, με τριάντα τηγανητά αυγά. Συνόδευαν αυτές τις πρωινές καταπολεμήσεις της πείνας με ένα κανάτι γάλα, ύσιερα κοιμόντουσαν, χορτασμένοι και ακομβίωτοι, όπως στους παλιούς φλαμανδικούς πίνακες. Το σούρουπο πριν φύγουμε, οι οικοδεσπότες μας μάς έδωσαν αρκετές μεγάλες κατσαρόλες με σωταρισμένες πατάτες, μάτσα από μεγάλα ραπανάκια και καλά θια με λαχανικά. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιθέσεώς μας, δεν είχαμε το παραμικρό δυσάρεστο γεγονός. Γίναμε δεκτοί ως μέρος της οικογένειας. Μην ξέροντας πώς να πουν α ντίο σε μας, οι αγαθοί εκείνοι άνθρωποι μας ευλογούσαν. Προστατευμένοι από τις ευλογίες των καθάριων καρδιών τους, αναχωρήσαμε πάλι, ευτυχείς, διασχίζο ντας τις μεγάλες πεδιάδες από ηλιοτρόπια. & Προελαύνοντας με την μέγιστη ταχύτητα, μερικές φορές προφθαίναμε μονά δες υποχωρούντων Κόκκινων. Οι μάχες ήταν σύντομες. Η προώθηση γινόταν με τέτοιον βηματισμό που ήταν πραγματικά αδύνατον το να θάψουμε τα απομεινάρια των νεκρών του εχθρού μετά από κάθε ολοσχερή ήτ τα του. Οι δρόμοι ήταν στρωμένοι με αποκρουστικά πτώματα. Στον καύσωνα των πενήντα βαθμών Κελσίου οι στρατιώτες που πολυβολούνταν μπροστά μας από τα Στούκας, σάπιζαν κι έλιωναν σε δυο - τρεις ημέρες. Ύστερα ο ήλιος άρχιζε να τους
110
A eo n Ν τεγκρελ
ψήνει. Τ α νεκρά άλογα ανέδιδαν μια απαίσια μυρωδιά. Ή τα ν απαραίτητο να κρατάςτη μύτη σου για εκατό μέτρα προτού φθάσεις σ’ εκείνα. Κάθε κοιλιά ήταν ένα τερατώδες μπαλόνι, συχνά σκασμένο. Ρυάκια από πρασινωπές λάρβες συνέ ρεαν μέσα κι έξω. Οι νεκροί μπολσεβίκοι γυάλιζαν, πιο μαύροι κι από νέγροι, κα θώς αποσυντίθονταν. Χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες σοβιετικών στρατιωτών παρεδόθησαν. Δεν άντεχαν άλλο. Για να πούμε την αλήθεια, εκτελούσαμε την επίθεση περισσότερο με τα πό δια μας παρά με τα τουφέκια μας. Πολλοί από τους άνδρες μας, τα πόδια τους πληγιασμένα, διέκοπταν. Αυτό σχεδόν δεν είχε σημασία, θ α μας έφθαναν αργό τερα. Οι σοβιετικοί στρατιώτες απλώς άφηναν τους εαυτούς τους να πιασθούν. Κάθονταν εκεί κατά χιλιάδες, ρουφώντας τα γυμνά και ματωμένα δάκτυλα των ποδιών τους. Οι περισσότεροι ήταν Ασιάτες. Είχαν τα στρογγυλά μεγάλα κεφάλια των καννιβάλων, χαρούμενοι που δεν ήταν η σειρά τους να φαγωθούν. Επαναλάμβαναν α κούραστα: "Στάλιν καπούτ! Στάλιν καπούτ!", σταματώντας το μονόλογό τους μό νο για να ρουφήξουν τους πρησμένους κάλους στα πόδια τους. Δεν είχαμε τον καιρό ούτε να φυλάξουμε, ούτε να συνοδεύσουμε ένα τέτοιο κα ραβάνι. Διαλέγοντας τους δυο πιο ξύπνιους φιλαράκους από τη φάλαγγα, τους δί ναμε από ένα τουφέκι. Διορισμένοι να φρουρούν τους συντρόφους τους, αμέσως πέταγαν έξω τα στήθη τους. Τους υποδεικνύαμε το όνομα μιας πόλης εκατό ή δια κόσια χιλιόμετρα στα δυτικά. Χαρωποί, οι μικρόνοες ξεκινούσαν, φλυαρώντας. Τ ο πρόβλημα ήταν λυμένο. Κατευθύνονταν για τη Γερμανία τελείως από μόνοι τους! Επρόκειτο να περάσουμε τον ποταμό Ντον. Μερικές ημέρες πριν είχαμε προ σπαθήσει να περάσουμε, αλλά η πρόσβαση είχε αποκλεισθεί για μια απόσταση δύο χιλιομέτρων, από έναν τέτοιο κυκεώνα υλικού και τσακισμένων σοβιετικών πτωμάτων από τη Luftwaffe, που η μεραρχία δεν μπορούσε να περάσει στην άλ λη μεριά τα οχήματα και το υλικό της. Προσεγγίζοντας το θρυλικό ποτάμι γύρω στις δύο το πρωί, σκαρφαλώσαμε ένα λόφο επί της δεξιάς όχθης, την ίδια ακριβώς στιγμή που η αυγή έσκαζε πάνω από το πελώριο γκριζοπράσινο ρεύμα. Στεκόμενος όρθιος στους αναβατήρες μου, γέμισα τα μάτια μου με μια επιβλη τική εικόνα. Ο δρόμος ήταν σπαρμένος με εκατοντάδες σοβιετικών αρμάτων μά χης, αμερικανικής κατασκευής, αναποδογυρισμένα βαγόνια, εγκαταλελειμμένο υλικό. Αλλά είχα μάτια μόνο για τον Ντον, τον τεράστιο, με δένδρα εκατέρωθεν, ν’ αστράφτει κάτω από τις μεγάλες πράσινες, ροζ και ασημένιες κουρτίνες που κυ μάτιζαν στον ουρανό. Ο Ντον, όπως όλοι οι μεγάλοι ποταμοί της νότιας Ρωσσίας, είχε μια απότομη δε ξιά όχθη, ενώ η αρισ τερή όχθη ήταν σχεδόν στο επ ίπ εδο του νερού. Ό τα ν οι Κόκκινοι απωθήθηκαν μέσα σε μια κοιλάδα επί της μιας πλευράς, ήταν αδύνατο
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
111
ν’ αντισταθούν σε οποιονδήποτε κρατούσε το ανυψωμένο έδαφος επί της δεξιάς. Η αριστερή όχθη του Ντον ήταν, κατά συνέπεια, στο έλεός μας. Ρωσσικά αεροσκάφη έριξαν τα φορτία των βομβών τους στην κοκκινοχώματη χαράδρα από την οποία κάναμε την κάθοδό μας, αλλά προξένησαν λίγη ζημιά. Τα στιλβωμένα κλήματα των πρώτων αμπελιών έλαμπαν μεταξύ των ερειπίων των πρώτων ισμπών. Βγάζοντας τα ρούχα του, ο διοικών στρατηγός μας έγινε ο πρώτος που κολύμπησε τον Ντον, ένα υποπολυβόλο στη ράχη του. Περάσαμε πάνω σε μια βιαστικά κατασκευασμένη, πλωτή γέφυρα. Οι καρδιές μας ανέβαιναν ψηλά. Πλησιάζαμε τώρα τη γη των Καλμούχων. Μια μοναχική αρσενική καμήλα ήλ θε πάνω στο δρόμο, αστεία, η μύτη της μεγάλη και υγρή, το πετσί της να δείχνει τόσο ξεφτισμένο, όπως το δέρμα μιας παλιάς πολυθρόνας. Τον υιοθετήσαμε. Μύριζε ήδη από Ασία, προς την κατεύθυνση της οποίας πη γαίναμε με βιάση.
Κουμπάν Η πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου του 1942 είδε τις στρατιές του Ράιχ ν"απλώνονται ριπιδοειδώς από τον Ντον προς τον Καύκασο. Έ νας εκτυφλωτικός ήλιος δέσποζε. Τα χωριά, αρκετά χιλιόμετρα μακριά, έμοιαζαν με ένα μεγάλο πυρσό που κάπνιζε· θα νόμιζες πως ολόκληρη η περιοχή καίγονταν. Αλλά οι μαύρες στή λες ήταν σκόνη μόνο, ξεσηκωμένη από τα προελαύνοντα τεθωρακισμένα μας. Τα πρόσωπά μας ήταν γκριζόμαυρες μάσκες, επάνω στις οποίες το ασπράδι των ματιών μας έλαμπε παράξενα και που διασχίζονταν από τα μεγάλα ροζ χείλη μας. Ή ταν αδύνατο να ξεφύγουμε από αυτό το "μέικ-απ": η σκόνη υψωνόταν αρκετά μέτρα πάνω από τα κεφάλια μας. Οι μοτοσυκλετιστές μας έμοιαζαν σαν κάτι από μια ταινία κωμωδία, τα πρόσωπά τους τελείως μουτζουρωμένα, καθώς έβγαιναν μουγκρίζοντας από σύννεφα σκόνης, φέροντας νέους χάρτες. Η προέλασή μας ή ταν τόσο ταχεία που χρειαζόμασταν νέους χάρτες κάθε μέρα. Πράγματι, ειδικά φορτηγά είχαν προσκολληθεί στη φάλαγγά μας για να τυπώνουν χάρτες, τόσο γρή γορα όσο γρήγορα ξεδιπλωνόταν η επίθεση. Οι ελαχιστότερες των λεπτομερειών παρέχονταν με εξαίρετη διεκπεραίωση. Κάθε μονάδα είχε τους αντικειμενικούς της στόχους, τα χωριά της δια των ο ποίων ήταν να περάσει, τις θέσεις αναπαύσεω ς όπου ήταν να εγκατασταθεί. Πόλεις και μικρά χωριά έπεφταν κατά χιλιάδες, χωρίς ο εχθρός να μπορεί να στε ριώσει μια μοναδική εστία αντιστάσεως στα νώτα μας. Είχαμε μόνο να περάσουμε δια μέσου των πόλεων και οποιαδήποτε αντίσταση παρέμενε εκκαθαριζόταν σχολαστικά, δίχως την παραμικρή δυσκολία ή παράλειψη. Οι απώλειες μας ήταν ασήμαντες. Οι χιλιάδες των Κόκκινων στρατιωτών τους οποίους προσπερνούσαμε ήταν ψόφιοι στην κούραση από το να έχουν τρέξει για χίλια χιλιόμετρα και από το να έχουν καταπιεί τόσα κιλά σκόνης. Για ένα ποτήρι
112
A eon Ν τεγκρελ
νερού, θα είχαν με τη θέλησή τους ανατρέψει τους Στάλιν, Καλίνιν, Μολότοβ και δέκα άλλους άρχοντες αναλόγου υψηλής καταγωγής. Το πιο σοβαρό πρόβλημα ήταν, στην πραγματικότητα, εκείνο του ποσίμου νεροΰ. Θα προχωρούσαμε για δέκα - είκοσι χιλιόμετρα χωρίς να βρούμε ένα λίτρο πο σίμου νερού. Λίγες πράσινες στέρνες λίμναζαν στον ήλιο. Για να ρουφήξουν ά πληστα εκείνη την αηδιαστική λάσπη, οι άνδρες μας θα ρίχνονταν οριζοντίως ε πάνω στα στομάχια τους. Θα χάναμε την ψυχραιμία μας και θα σπρώχναμε βίαια πέρα όσους έπιναν. Οι μακριές γλώσσες των αλόγων κρέμονταν κάτω και τρεμούλιαζαν. Η φάλαγγά μας μόνον αποτελούνταν από περισσότερους των δύο χιλιάδων αν δρών. Κάθε δέκα πάνω - κάτω χιλιόμετρα, ο δρόμος περνούσε μέσα από ένα χω ριό. Εκεί θα υπήρχε ένα πηγάδι, ή αρκετά πηγάδια, προορισμένα να παρέχουν νερό για τους κατοίκους και τα ζωντανά αρκετών δωδεκάδων ισμπών. Η εμπρο σθοφυλακή της φάλαγγας σύντομα έπινε όλο το νερό. Μετά από λίγο οι άνδρες δεν είχαν τίποτε άλλο από λάσπη για να διαπληκτισθούν εξαιτίας της. Από πίσω τους, χιλιάδες πεζικαρίων και εκατοντάδες αλόγων ανακάλυπταν ότι τα πηγάδια είχαν στραγγισθεί μέχρι της τελευταίας σταγόνας. Εδώ κι εκεί ένας μύλος τραβούσε επάνω νερό σε αφθονία. Αλλά καθένας έπρε πε να περιμένει τη σειρά του για πέντε ώρες, για οκτώ ώρες, δέκα ώρες, η γλώσσα του πρησμένη στο βάθος του λαρυγγιού του. Τα ζώα κατανάλωναν απίστευτες πο σότητες νερού. Το άλογό μου, ο Καύκασος, κατάπιε πέντε μεγάλους κουβάδες μό νος του, ή σαράντα λίτρα δίχως μια στάση! Οι άνδρες μας γέμιζαν τους εαυτούς τους σαν ασκιά από γιδοτόμαρο και ράντιζαν τους λαιμούς τους, χέρια και πλά τες, τόσο καψαλισμένοι ήταν από τον ήλιο. Εκείνο δεν έκανε το παραμικρό καλό. Το καλύτερο πράγμα ήταν να πίνεις πο λύ λίγο και για να είσαι ικανοποιημένος,να τρυγάς που και που μια κερασιά. Το ψάξιμο για νερό μας έπαιρνε τον περισσότερο χρόνο από το να καλύπτουμε χιλιόμετρα. £ Μια νύκτα, φθάσαμε στον Μάνιτς, κοντά στη γη των Καλμούχων, έναν ποταμό που σχηματίζει μια σειρά θαυμαστών λιμνών, στα μισά του δρόμου μεταξύ της Θάλασσας του Αζόβ και της Κασπίας Θάλασσας. Η γραμμή της πορείας μας διέσχισε ένα μεγάλο υδατοφράκτη, κτισμένο για να συγκρατεί τα νερά μιας από τις λίμνες. Οι Κόκκινοι τον είχαν δυναμιτίσει και το νερό ξεχυνόταν δια μέσου ενός ρήγματος είκοσι μέτρων, επάνω από το οποίο το γερμανικό μηχανικό είχε κτίσει μια ξύλινη γέφυρα για το πεζικό και τα άλογα. Το βαρύ υλικό έπρεπε να περάσει απέναντι με μηχανοκίνητα πλεούμενα. Περάσαμε αρκετές ώρες μπροστά στο φράγμα, περιμένοντας τη σειρά μας. Η λίμνη ήταν διάστικτη με ένα θαυμαστό πεδίο από μαργαρίτες, σπαρμένες από το
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
113
φεγγάρι επάνω στα κυματάκια. Λίγα σοβιετικά αεροπλάνα προσπάθησαν να τσα κίσουν τη γέφυρα που μας εξυπηρετούσε, αλλά οι βόμβες τους χρησιμέυσαν μό νο για να βάλουν φωτιά στις διπλανές ίσμπες. Οι καιγόμενες καλύβες άναψαν κόκ κινους και πορτολκαλί πυρσούς μέσα στη νύκτα, που προσέθεσαν τη θλιβερή τους μεγαλοπρέπεια στην ποίηση της λουλουδιασμένης λίμνης και του έναστρου ου ρανού. Το ξημέρωμα ήταν στις 02:00 π.μ. Ο πράσινος ουρανός αντανακλούταν από την ύπαιθρο, που ήταν πλημμυρισμένη όσο μακριά μπορούσε να δει το μάτι από τα νερά που είχαν ξεχυθεί από τον υδατοφράκτη. Τα νερά έφεραν το χλωμό χρώμα της αυγής, ένα φρέσκο της ακουαμαρίνας, γαρνιρισμένο με απαλόχρυσες ανταύ γειες, σχεδόν ημιδιαφανείς. Ποιος μπορούσε να είχε παραμείνει ανεπηρέαστος μπροστά στην παρουσία ε κείνης της μαγείας, στην εξάντληση των νυκτερινών πορειών, στις ανελέητα καυ τές ημέρες; Οι φάλαγγες προχωρούσαν, τραγουδώντας, με εξαιρετική τάξη. Οι α ξιωματικοί βάδιζαν επικεφαλής, πεζοί, για να δίνουν το καλό παράδειγμα. Πίσω τους, οι ιπποκόμοι οδηγούσαντα άλογα. Τ α άλογα χρησιμοποιούνταν μόνο για τη διατήρηση επαφής μεταξύ των μονάδων, συχνά μια πολύ επικίνδυνη δοκιμα σία. Για να φθάσω ένα μεραρχιακό σταθμό διοικήσεως, διέσχισα κάποια φορά ε κατό χιλιόμετρα σε ευθεία, με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μέσα από την καυτή στέππα. Αλλά οι κανονικές πορείες γίνονιαν πεζή, με αξιωματικούς και στρατιώτες αδελ φικά ενωμένους στην κούραση, όπως και στη μάχη.
& Τα κουνούπια έγιναν ακόμη περισσότερα. Το βράδυ, στροβιλίζονταν σε σμήνη που βούιζαν γύρω από το ελάχιστο qκDςτoυ κεριού. Άλλα μικρά ζώα βασάνιζαν τους στρατιώτες μας : άγριες ψείρες που ριζώνονταν στην περιοχή του βουβώνα. Οχυρώνονταν σε πυκνό σχηματισμό εκεί, σαν παλού κια μπηγμένα στο χώμα. Κάποιος μπορούσε ίσα-ίσα να δει τις ράχες από εκείνες τις αχόρταγες ρουφήχτρες, στο μέγεθος κεφαλής καpq)ίτσας, μαύρες όλες. Οι δύστυχοι που υφίσταντοτην επίθεση εκείνη, υπέφεραν ένα βασανιστήριο. Είχαν, επιπλέον, ν’ ανεχθούν τα πειράγματα όλης της φάλαγγας κάθε φορά που η υπομονή τους εξαντλείτο και σιαματούααν στην άκρη του δρόμου για να π ρ ο σπαθήσουν να ξεφορτωθούν, έξω στα φανερά, τα αδιάκριτα παράσιτά τους! Στις 7 Αυγούοτου 1942, το πρωί, πλησιάσαμε το Κουμπάν. Έ μεναν ακόμα εί κοσι χιλιόμετρα να διασχίσουμε. Πηγαίναμε σαν τον άνεμο. Στις μία το απόγευ μα πιάσαμε οπτική επαφή με τους βράχους επάνω από τη δεξιά όχθη, που βουτούσαν κάθετα στις επίπεδες στέππες. Τ α νερά του ποταμού, ένα υπέροχο πρά σινο, ξεχύνονταν δίπλα σε πλούσια δάση. Το σοβιετικό πυροβολικό είχε προσπαθήσει ν’ αντισταθεί, αλλά μετά από μια σύντομη συμπλοκή εξαναγκάσθηκε να υποχωρήσει.
114
A eo n Ν τεγκρελ
Βρισκόμασταν στην καρδιά του Καυκάσου! Η τελευταία μεγάλη πεδιάδα πριν τις παγετώδεις κορυφές έλαμπε, αστράφτοντας σιις ακτίνες ενός βασιλικού κα λοκαιριού! Στις τρεις το πρωί ξαναρχίσαμε την προώθησή μας, βαδίζοντας πίσω προς την άνοδο της ροής του Κουμπάν, έτσι ώστε να φθάσουμε έναν πόρο εκεί που το ρεύ μα κατηφόριζε από το Αρμαβίρ. Προχωρήσαμε κατά μήκος κρεμαστών βράχων που έπεφταν κατακόρυφα από ένα ύψος διακοσίων μέτρων στο πράσινο ποτάμι. Χιλιάδες από εμάς βάδιζαν δίπλα στις άκρες εκείνων των βράχων, στριμωγμένοι από εκατοντάδες κι εκατοντάδες μεγάλων, καφετιών αγελάδων οδηγούμενων α πό Σλοβάκους βοσκούς με σκληρά και ηλιοκαμμένα πρόσωπα. & Έ πρεπε να μείνουμε σε στάση αναμονής για τριάντα ώρες, προτού περάσουμε την πλωτή γέφυρα για πεζούς που είχε κτίσει το μηχανικό πάνω από τον ορμητι κό ποταμό. Τα νερά τινάζονταν, ρίχνοντας πρασινόλευκες ψιχάλες πάνω από τη γέφυρα. Υπήρχε μια μικρή πόλη όπου γινόταν παζάρι στην άλλη πλευρά του νερού. Εκεί ανακαλύψαμε ένα χαριτωμένο, νεαρό κορίτσι 17 ετών, που είχε βρει καταφύγιο σε μια τρύπα για προμήθειες. Είχε θελήσει να φυλάξει την οικογενειακή ίσμπα. Μια βόμβα είχε πέσει κοντά της, ξεσχίζοντας φρικτά τον έναν της μαστό. Κειτόταν εκεί, πυρέσσουσα,τα μάτια της φλογισμένα. Ο πετσοκομμένος της μαστός μαύ ριζε ήδη. Κάναμε τα αδύνατα δυνατά για να τη φροντίσουμε. Δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά της, τα κόκκινα από τον πυρετό. Η καημένη η μικρή κοπέλα ήθελε να ζήσει. Κοιτάζοντας το πληγωμένο στήθος της, ξέραμε πως επρόκειτο να πεθάνει. Να πεθάνει, όταν πάνω από τη στέππα εκεί που μοσχοβολούσε έλαμπε ένας ου ρανός θεϊκά καθάριος, αψεγάδιαστος, γαλανός όσο μακριά μπορούσε να δει το μάτι, που διασχίζονταν από ελαφρούς κυματισμούς από ασημί και χρυσό.
Μαϊκόπ Η πεδιάδα του ποταμού Κουμπάν είναι ο παράδεισος της Ρωσσίας. Εκτάσεις αγροκαλλιεργειών, μεγάλες όσο δέκα χιλιάδες εκτάρια, παράγουν κάτω από τις φω τιές του ήλιου, τεράστιες ποσότητες καλαμποκιού. Εκατομμύρια μίσχων, δυο μέ τρα ψηλών, μπήγουν τα θαυμαστά τακτοποιημένα καλαμπόκια τους στον καυτό αέρα, τυλιγμένα σε στιλπνές φλούδες, τρίζοντας λες κι ένα ηλεκτρικό ρεύμα να τα διαπερνά. Στη σκιά εκείνων των μεγάλων δασών από επιχρυσωμένους μίσχους, είδαμε πρά σινα καρπούζια να ωριμάζουν, καρπούζια τόσο μακριά όσο το χέρι σου. Τα ανοί ξαμε με τα μαχαίρια μας. Αγαλλιώντας, ήπιαμε το φρέσκο χυμό. Η φλούδα του καρπουζιού ήταν περασμένη με πράσινες, κόκκινες και πορτοκαλί ρίγες, παρό
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
115
μοιες με την ποικιλόχρωμη αυγή στη στέππα. Συνεχίσαμε να βαδίζουμε με τα πρό σωπά μας θαμμένα σε τεράστιες φέτες από εκείνα τα ανυπέρβλητα φρούτα. Ο ήλιος έκαιγε σ’ έναν ουρανό καθαρό μέχρι ζάλης. Παραχορτάσαμε τους εαυ τούς μας με τη δύναμη και την ποίησή του. Λαμβάναμε μέρος σε μια θαυμαστή α νταλλαγή δύναμης, ζέστης και φρεσκάδας, από χρώματα που πήγαζαν από τη γη και έπεφταν από τον ουρανό. Ό λ α ήταν νέα, πρωτόγονα, αγνά, μεγαλειώδη: το καλαμπόκι, στητό σα στολισμένες λόγχες- οι στρώσεις από πεπόνια ριγμένα κά τω από τους θεούς, σαν από αναρίθμητες κρήνες-τα λαμπρά μεταλλικά σύννεφαχρυσαφένια γη, φλογερός ουρανός, ουράνιο τόξο από χαίνοντα φρούτα!
£ Οι χείμαρροι μας έδωσαν επίσης ανείπωτες χαρές. Φθάσαμε στον ποταμό Λάμπα, ο οποίος πέφτει θορυβωδώς από τις πλαγιές του Ελμπρούζ. Δεν μπορούσαμε ακόμα να διακρίνουμε το περίγραμμα των βουνών, αλλά μας έστελναν, ως πρώτο δώρο, μεγάλα ρυάκια, πράσινα και κρύα-πάγος, που αναπηδούσαν πάνω από εκατομμύρια κόκκινων και κοκκινόφαιων βοτσάλων. Τ ι πείραζαν οι ατέλειωτες αναμονές προτού περάσουμε τα ποτάμια αυτά πάνω από τις πρόχειρες γέφυρές μας! Ριχθήκαμε μέσα στα ταραγμένα κύματα, μαστι γωμένοι από ένα ρεύμα που μας ράντισε με σμαραγδένια σταγονίδια. Τα κορμιά μας ερωτεύθηκαν το τραχύ δάγκωμα εκείνων των κρυστάλλινων νερών. Μες α γκάλιασαν, μας έδωσαν ζωή, εξάγνισαν τα σώματά μας, άναψαν το αίμα μας! Ύστερα τρέξαμε στον ήλιο σαν άγρια άλογα! Αχ, ζωή! Πόσο θεσπέσια! Εκσφενδονισθήκαμε στη φωτεινότητά της, στη ζε στασιά της, στη λαμπρότητά της, στα αψεγάδιαστα χρώματά της, σα να κάναμε άλμα στις πρώτες ημέρες του κόσμου, όταν οι ταπεινές διαθέσεις και η ουσία της διαφθοράς δεν είχαν ακόμη κηλιδώσει το ελάχιστο στοιχείο ή την οποιαδήποτε παρόρμηση! £ Η φυγή των σοβιετικών δυνάμεων ήταν τέτοια που σχεδόν δεν πιάναμε αιχμα λώτους. Η στέππα ήταν άδεια, παρατημένη στον θριαμβευτή ήλιο και στη νικη φόρα προέλασή μας. Έ να απόγευμα φ θά σαμ ε τη σ ιδη ρ ο δ ρ ο μ ικ ή γραμ μ ή από το Μ αϊκόπ. Εκατοντάδες ρωσσικών τραίνων , εγκαταλελειμμένων, βρίσκονταν στη γραμμή σε μια απόσταση άνω των είκοσι χιλιομέτρων, βαγόνι μετά το βαγόνι, κατά μήκος των δυο σιδηροτροχιών. Τα Στούκας είχαν αμείλικτα κόψει τη γραμμή, κάνοντας το αδύνατον για τα τραίνα, τα παγιδευμένα σ’ εκείνο το γιγαντιαίο αδιέξοδο, να κινηθούν μπρος ή πίσω. Αγαθά σε απίστευτη αφθονία ήταν συσσωρευμένα επά νω σε χιλιάδες βαγονιών, επί των οποίων οι Σοβιετικοί είχαν μάταια προσπαθή σει να τα εκκενώσουν. Υπήρχαν μηχανές αεροσκαφών, ανταλλακτικά, ημιτελή άρματα μάχης, μηχανήματα, πρώτες ύλες όλο>ντων ειδών. Γραμμές από βαγόνια
116
A eon Ν τεγκρελ
για άρματα μάχης εκτείνονταν δίχως τελειωμό, καψαλισμένα από τη φωτιά ή κολ λώδη από τις εκατοντάδες χιλιάδες λίτρων βενζίνης που ήταν χυμένη επάνω στη σιδηροδρομική γραμμή. Αλλά, στο σύνολό τους, αυτή η φανταστική λεία πολέμου ήταν σχεδόν άθικτη, ε κτός από τα ρήγματα τα δημιουργηθέντα εδώ κι εκεί από τα Στούκας. Οι Κόκκινοι δεν είχαν καν το χρόνο να βάλουν φωτιά σε αυτά τα πελώρια τραίνα. Κάθε μεραρχία, μόλις έq)θαvε στη σιδηροδρομική γραμμή, κολλούσε αμέσως πινακίδες διακηρύσσοντας τα ιδιοκτησιακά της δικαιώματα στα λάφυρα. Τα βα γόνια που ήταν γεμάτα αλκοόλ ήταν αντικείμενο πολύ ιδιαίτερης φροντίδος. Βρήκαμε μέχρι και ένα απόθεμα βάζων με χαβιάρι. Καθισμένοι στο ανάχωμα της σιδηροδρομικής γραμμής, καθένας από εμάς άπλωσε μισό κιλό από εκείνα τα εξαιρετικά αυγά επάνω στο ψωμί μας! Χ ρησιμοποιήθηκε βότκα για να διευ κολύνει τη χώνεψή μας· είχαμε αιχμαλωτίσει τριάντα χιλιάδες μπουκάλια από αυ τήν, μικρά κομψά μπουκάλια σαν του μεταλλικού νερού. Αλλά δεν μπορούσε να υπάρξει το παραμικρό θέμα χρονοτριβής σ’ εκείνα τα Καπυϊανά γλέντια2. Οι διαταγές μας ήταν να φθάσουμε στα βουνά το συντομότε ρο δυνατόν. Μας επετράπησαν λίγες μόνον ώρες για να κοιμηθούμε, εκεί πάνω στο έδαφος. Ξυπνήσαμε στις 03:00 ή 04:00 π.μ. από τα πουλερικά της γειτονιάς, πολύ γοητευμένα από όλα αυτά τα γεγονότα. Φθάσαμε στους πρώτους λόφους, πολύ απότομους, όπου κατηφορίζοντας την άλλη πλευρά, οι καρότσες βούτηξαν στην κεφαλή της γραμμής πίσω από τα άλο γα. Πήραμε το δρόμο μας με τη δροσιά της ημέρας, γύρω στη μία το πρωί. Την αυ γή νομίσαμε ότι ονειρευόμασταν. Μια λεπτή, σκουρογάλαζη κλωστή, στα νότια, στόλιζε τον ουρανό. Ή τα ν ο Καύκασος! Τα βουνά ήταν ακόμη σε απόσταση πενήντα χιλιομέτρων, μα οι κορυφές τους ξεχώριζαν καθαρά απέναντι στον ουρανό. Πλημμυρίσαμε με μια αγαλλίαση που μας κέντρισε προς τα εμπρός. Ή τα ν εκεί, οι κορυφές που για εβδομάδες είχαν ζήσει στη φαντασία μας! Ταχύναμε τα βήματά μας μέσα από τις πυκνές άμμους. Φάλαγγες γερμανικών αρμάτων μάχης γύριζαν πίσω προς την κατεύθυνσή μας· είχαν ολοκληρώσει το έργο τους, είχαν ακολουθήσει τον εχθρό ως τα δάση. Προοριζόταν για εμάς, το πεζικό, να τελειώσουμε τη δουλειά. Στις εννέα η ώρα το πρωί φθάοαμε σε μακριές, ευθείες οδούς: το Μαϊκόπ! Τα άρματα μάχης μας είχαν εκκαθαρίσει την πόλη, δίχως οι Κόκκινοι καν να μπορέσουν ν’ ανατινάξουν τη γέφυρα που, με ένα εξαίρετο άλμα, γεφύρωνε μια βαθιά κοιλάδα, στον πυθμένα της οποία ς βρυχώ ταν ένα π ράσ ινο ποτά μ ι, ο Μπελάγια. Λίγα σπίτια ήταν κουρνιασμένα μοναχά τους στην κορυφή του απότο μου, ψηλού βράχου. Αμέσως περάσαμε από επάνω της στην άλλη πλευρά, έτσι ώ στε να καταλάβουμε ακαριαία ένα βουνό που δέσποζε της περιοχής. Από εκεί μπο
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
117
ρούσαμε να προλάβουμε μια ενδεχόμενη αντίδραση από τον ηττημένο εχθρό. Η πλαγιά ήταν απότομη και πυκνοδασωμένη. Επιτέλους, είδαμε ξανά δένδρα! Χο>ρίς μάχη, στήσαμε τα πολυβόλα μας στις κορυφογραμμές. Στα νότια, εκεί α πλωνόταν μπροστά μας ένα μεγαλειώδες πανόραμα από ρυάκια, μικρούς καταρ ράκτες και δαμαοκηνόχροψα γαλάζια βουνά. Η αλυσίδα του Καυκάσου εκτεινό ταν σιο μήκος ολόκληρου του ορίζοντα. Έ νας πυκνός δρυμός μας περιέβαλε. Πολυάριθμοι σοβιετικοί στρατιώτες κρύ βονταν ακόμα εκεί, παρακολουθώντας για μια ευκαιρία να παραδοθούν. Η ευκαιρία παρουσιάσθηκε μόνη της με κάπως ραμπελικό3τρόπο. Έ νας από τους υπαξιωματικούς μας είχε συρθεί πέρα, στις σκιερές φυλλωσιές, έτσι ώστε ν’ απομονωθεί μακριά, ασφαλής από αδιάκριτα μάτια. Με ένα κομμάτι χαρτιού στα χέρια του άρχισε τη δουλειά, θαυμάζοντας συγχρόνως τα φυλλώματα. Δεν ήταν πολύ επικίνδυνος, οπλισμένος μόνο με το ένα τέταρτο της σελίδος μιας παλιάς εφημερίδος. Αυτή ήταν η στιγμή που περίμεναν οι Ρώσσοι. Οι φυλλωσιές χωρίσθηκαν ο σύντροφός μας είδε μια μακριά γραμμή σοβιετικών στρατιωτών να τον πλησιάζουν, τα χέρια τους ψηλά, σίγουροι για το ότι παραδίδονται με τους καλύ τερους όρους. Έ μενε μόνον για τον υπαξιωματικό μας να ξανασυμμαζέψει βια στικά μια στολή της οποίας το κύρος κινδύνευε ν’ αμφισβητηθεί σοβαρά! Αρκετά λεπτά αργότερα επέστρεψε, γελώντας πνιχτά, ακολουθούμενος από έ να αυθεντικό καραβάνι μουζίκων, σοβαρών σαν πάπες, παρά τον κωμικό χαρα κτήρα της παραδόσεώς τους. Έ τσι ήταν που αιχμαλωτίσαμε τις τελευταίες ρωσσικές δυνάμεις σιο σύδενδρο με τις βελανιδιές στο Μαϊκόπ. Δεν ήταν πολύ ποιητικό, βεβαίως, αλλά ο δρυμός είχε εκκαθαρισθεί ταυτόχρονα με τον υπαξιωματικό μας, λίγο αμήχανο στην αρ χή, αλλά σύντομα υπερήφανο όσο ο Αρταμπάν 4για την περιπέτειά του. Στο μεταξύ, ο όγκος της μεραρχίας είχε καταλάβει το Μαϊκόπ. Ό λοι πισιεύαμε πως ο πόλεμος ήταντελειωμένος. Τα πάντα είχαν εκκαθαρισθεί και βρισκόμα σταν κοντά στο να περάσουμε την οροσειρά του Καυκάσου. Οι διαταγές για τη με ραρχία είχαν αφιχθεί. Αντικείμενο: Άντλερ, κατόπιν Σουχούμι, όχι μακριά από το τουρκικό σύνορο. Βάλαμε κάποια στοιχήματα: η Τ ιφ λ ίςμ ετα Χριστούγεννα· η Βαβυλών την ά νοιξη! Στις όχθες εκείνων των ιερών ποταμών, του Τίγρη και του Ευφράτη, θα συ ναντούσαμε το Afrika Korps του Στρατάρχη Ρόμμελ, να προελαύνει από το Κανάλι του Σουέζ! Ο πόλεμος θα τελείωνε στο λίκνο του πολιτισμού! Προκειμένου να εορτάσουμε την 15η Αυγούστου (η εορτή της Αναλήψεως), η διοίκηση είχε διανείμει στους στρατιώτες ένα τοπικό ποτό σαν κρασί, σε μια με ρίδα των τεσσάρων λίτρων ανά άτομο. Το ρουφήξαμε, χύνοντάςτο οτα στόματά μας με αρκετή αυτοπεποίθηση. Ή ταν αλκοόλ από τον καρπό του μαυροάγκαθου δένδρου, που είχε μια απαίσια μυρο)διά. Ωστόσο, το πράγμα προκάλεσε μεμιάς έναν ασύγκριτο ενθουσιασμό. Το πάρτυ κράτησε μέχρι τις μικρές (όρες του πρω-
118
A eon Ν τεγκρελ
ινοΰ. Κατόπιν, τρικλίζοντας λιγάκι, η 97η Μ εραρχία και η Βαλλονική Λεγεών μετακινήθηκαν. 16 Αυγούστου 1942. τα μεγάλα βουνά του Καυκάσου μας επιτηρού σαν, γαλαζόμαυρα στην αρχή, "Υστερα λευκά και ροζ, πολΰ ψηλά σιον ουρανό. Το Σουχοΰμι, η ακτογραμμή του και οι φοινικιές του! Η Τιφλίς και τα σπίτια της κολλημένα γερά στους ψηλούς, κοφτούς βράχους της Υπερκαυκασίας! Οι σελη νιακές λίμνες του Αζερμπαϊτζάν! Η μεγάλη κατωφέρεια της κρυστάλλινης άμμου προς την κατεύθυνση του Περσικού Κόλπου! Τ α μάτια μας σπινθηροβολούσαν καθώς συλλογιζόμασταν το δυνατό έπος μας! Φθάσαμε σε έναν μεγάλο ποταμό που ορμούσε σε κύματα ανάμεσα από τα χα λάσματα μιας δυναμιτισμένης γέφυρας. Έ νας στρατιώτης προχώρησε, καβαλικεύονταςτην οδοντωτή πλατφόρμα. Μ ιατουφεκιά κρότησε από ένα δένδρο στην άλλη πλευρά, ο άνδρας έπεσε στο ποτάμι. Έ νας δεύτερος άνδρας προσπάθησε. Ύ στερα ένας τρίτος. Έ πεσαν, κτυπημένοι με τη σειρά τους. Τα βουνά ήταν ακόμη είκοσι χιλιόμετρα μακριά, αλλά ήδη ο Καύκασος μας έ στελνε μια προειδοποίηση. Είχαμε κάνει έναν αγώνα δρόμου στο νότο για 1150 χιλιόμετρα. Πιστεύαμε ότι είχαμε κατανικήσειτα πάντα. Τ α τρία πτώ ματα που ανεβοκατέβαιναν γοργά στους χείμαρρους μας πληροφόρησαν ξαφνικά πως ίσως ο πόλεμος στο νότο μάλ λον δεν τελείωνε, παρά άρχιζε μόνο.
Η Παγίδα Η προσδοκία της Ανωτάτης Διοικήσεως ήταν πως τα στρατεύματα που έπαιρ ναν μέρος στην επίθεση στο μέτωπο του Καυκάσου δε θ’ αντιμετώπιζαν πολλά ε μπόδια. Σε κάθε μεραρχία είχε ανατεθεί μια αφάνταστα μεγάλη περιοχή επιχει ρήσεων. Η 97η Μ εραρχία, στην οποία ήμασταν τακτικώς προσκολλημένοι, θα διέσχιζε με τα δύο συντάγματά της του πεζικού και τη λεγεώνα μας μια έκταση δι πλάσια του μεγέθους του Βελγίου! Τα όρη που ήταν για να περασθούν υψώνονταν σ’ ένα ύψος τριών χιλιάδων διακοσίων μέτρων- τα δάση από βελανιδιές ήταν σχε δόν διακόσια χιλιόμετρα βαθιά. Έ να από τα δύο συντάγματα προχώρησε αμέσως προς τα δυτικά, προς την κα τεύθυνση του Τουάπσε. Το άλλο, το σύνταγμα Ό ττε, στο οποίο ήμασταν εντεταγμένοι, προωθήθηκε μέσα από τα δάση προκειμένου να φθάσει στο Άντλερ επί της Μαύρης Θάλασσας. Ο διοικητής της μεραρχίας προχώρησε πολύ τολμηρά μετα ξύ των δύο εκείνων σφηνών, οι οποίες παρεξέκκλιναν η μία από την άλλη όλο και περισσότερο. Καλυπτόταν μόνο από ένα λόχο του γενικού επιτελείου, ο οποίος διέθετε περισσότερους ειδικούς στο γράψιμο και στο σφράγισμα, παρά στα πο λυβόλα και στις χειροβομβίδες.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
119
Με βατραχοπηδήματα τα τάγματα αντικαθιστούσαν το ένατο άλλο. Έ χοντας γίνει η εμπροσθοφυλακή τον καιρό της πτώσεως του Μαϊκόπ, επρόκειτο να σχη ματίσουμε την οπισθοφυλακή κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της προώ θησής μέσα στα βουνά. Κάναμε μια αψ ιμαχία με μερικούς μπολσεβίκους στρατιώτες που είχαν επι στρέφει σε μια παζαρούπολη. Οι χωρικοί έτρεξαν βιαστικά να μας καλέσουν και οι Κόκκινοι τακτοποιήθηκαν εγκαίρως. Στις 18 Αυγοΰστου επιτεθήκαμε σε ένα χωριό πεντακόσια μέτρα πιο πάνω από εμάς, όπου οι εχθρικές δυνάμεις, αγνοηθείσες από το σύνταγμα Ό ττε, είχαν οχυ ρωθεί. Δύο από τους λόχους μας αναρριχήθηκαν σιωπηλά στο ύψωμα και ενεπλάκησαν σε μάχη σώμα με σώμα με εκείνους. Οι Κόκκινοι προέβαλαν μικρή α ντίσταση. Γρήγορα το έβαλαν στα πόδια, αφήνοντας πίσω όλο το υλικό τους. Ό λα πήγαιναν καλά. Δυνάμει απίστευτης τόλμης, το σύνταγμα Ό ττε είχε μέσα σε τρεις ημέρες εκκα θαρίσει ένα δρόμο άνω των εκατόν πενήντα χιλιομέτρων διαμέσου της ζούγκλας, των φαραγγιών και των κορυφών. Τ α νέα ήταν εξαιρετικά. Η αιχμή του δόρατος δεν ήταν περισσότερα των τριών χιλιομέτρων από το δρόμο που οδηγούσε κάτω στη Μαύρη Θάλασσα. Καταπληκτικό! Οι φόβοι της πρώτης ημέρας είχαν σκορπισθεί. Η σειρά μας να πάμε στο μέ τωπο ερχόταν. Σε μια εβδομάδα θα βρισκόμασταν στο κατώφλι της Γεωργίας! Το ίδιο εκείνο βράδυ άλλαξαν όλα. Το σύνταγμά μας είχε διεισδύσει πολύ βαθιά μέσα στα βουνά και προσέγγιζε το στόχο του. Στα μετόπισθεν, ωστόσο, όπου το σύνταγμα ήταν τεντωμένο σε μια γραμμή μήκους δωδεκάδων χιλιομέτρων, οι Σοβιετικοί αιφνιδίως απέκοψαν τους δρόμους. Παραμονεύοντας στα σκοτεινά, μαυροάγκαθα δένδρα, οι Κόκκινοι είχαν αφή σει δύο χιλιάδες άνδρες να περάσουν και ύστερα έκλεισαν το δίχτυ. Είχαν μαζευθεί περιμένοντας σε κάθε χαράδρα. Προσπαθώντας να υποχωρήσει, το σύνταγ μα έπεσε από τη μια παγίδα στην άλλη. Κινδύνευε τώρα με καταστροφή. Στο κέντρο, ο λόχος του γενικού επιτελείου που συνόδευε τον Στρατηγό Ρουππ και που προχωρούσε δίχως υποστήριξη, αρκετές δωδεκάδες χιλιομέτρων μακριά από τα δύο συντάγματα πεζικού, απεκόπη με τη σειρά του. Για αρκετές ώρες ο στρατηγός ήταν περικυκλωμένος στο χωριό της Σιρβάνσκαγια. Οι ηλικιωμένοι αγγελιοφόροι, οι γραμματείς, οι κτηνίατροι, οι λοχίες εφοδιασμού, πολεμούσαν όσο πιο καλά μπορούσαν. Αλλά οι δίοδοι για το χωριό ήταν ήδη στα χέρια των σο βιετικών στρατευμάτων. Οι Κόκκινοι κρατούσαν επίσης το δρόμο που συνέδεε τη Σιρβάνσκαγια με τα μετόπισθεν. Εκεί οι Σοβιετικοί είχαν εγκαταστήσει μια ισχυρή θέση στο πιο ψη λό σταυροδρόμι. Λάβαμε ένα επείγον μήνυμα δι’ ασυρμάτου που διέτασσε τη λεγεώνα μας να κα-
120
A eo n Ν τεγκρελ
λΰψει, την ίδια εκείνη νΰκτα, είκοσι χιλιόμετρα βουνών και κατόπιν να ριχθεί στον εχθρό, εκδιώκοντας τους από τη θέση της ενέδρας και ν’ ανακουφίσει το μεραρχιακό σταθμό διοικήσεως στη Σιρβάνσκαγια. Η νύκτα ήταν μαύρη σα σάβανο. Δεν υπήρχε ούτε ένα αστέρι στον ουρανό. Μετά από μιας ώρας πορεία ήταν αδύνατο να συνεχίσουμε. Έ νας από τους άνδρες μας είχε τραυματίσει άσχημα τη ράχη του και αρκετά άλογα είχαν πέσει σε γκρεμούς βάθους εκατοντάδων μέτρων.
& Στις δύο το πρωί ξαναρχίσαμε την πορεία. Η αυγή ερχόταν με την ησυχία της πάνω από τα βουνά, πίσω από τα μεγάλα, απειλητικά λευκά σύννεφα. Κάναμε το γύρο πολύ γραφικών φαραγγιών, κατόπιν εισήλθαμε σε δρυμούς γιγαντιαίων βε λανιδιών. Μερικά δένδρα είχαν πρόσφατα πέσει από τη μια μεριά του δρόμου ως την άλλη. Ο εχθρός περιφερόταν ύποπτα τριγύρω. Π ροχωρήσαμε, τα δάκτυλα στις σκανδάλες μας. Η ζέστη ήταν ασφυκτική. Μια καταιγίδα με κεραυνούς μούγκριζε υπόκωφα στον ουρανό. Γύρω στις δέκα το πρωί, πάνω στη γυμνή πλευρά του βουνού, αποκτήσα με οπτική επαφή με το λευκό χωριό της Προύσσκαγια, το τελευταίο μέρος ξεκού ρασής μας πριν την επαφή με τον εχθρό. Ύστερα ήλθε η καταιγίδα, ένας χείμαρρος με κεραυνούς από το στερέωμα που έπεφτε σαν κτυπήματα σε αμόνι. Ακαριαία, ήμασταν τόσο μουσκεμένοι σα να εί χαμε πέσει μέσα σ’ ένα ποτάμι. Μετά που φθάσαμε τις πρώτες ίσμπες, μια πηλώ δης λάσπη, δεκαπέντε εκατοστών βάθους, απέκλεισε ουσιαστικώς οποιαδήποτε κίνηση της φάλαγγάς μας προς τα εμπρός. Έ πρεπε να προχωρήσουμε προς τα εμπρός, παρ’ όλα αυτά. Εξακολουθήσαμε τη μεγάλη, κοπιαστική πορεία μας. Δύο Γερμανοί αξιωματικοί όρμησαν προς τα εμάς, πεζοί. Τα αυτοκίνητά τους, μαζί με αρκετά άλλα οχήματα, είχαν σκοντάψει στις ρωσσικές θέσεις πριν την κεραυνοκαταιγίδα. Είχαν κατορθώσει να ξεφύγουν μετά από ένα μανιασμένο σώμα με σώμα αγώνα. Η βροχή σταμάτησε. Οι κοιλάδες άχνιζαν με τεράστιους ατμούς που στροβιλί ζονταν από τα βάθη, φθάνοντας αργά κορυφές όπου ο ήλιος, εδώ κι εκεί, επιχρύ σωνε τη φρεσκοπλυμένη χλόη. Κάναμε άλλα δύο χιλιόμετρα, τα πόδια μας περικλειόμενα από μεγάλους σω ρούς λάσπης. Κατόπιν, έπρεπε να καλυφθούμε. Είχαμε φθάσει μπροστά στο βου νότο κατεχόμενο από τους Σοβιετικούς. Βλέπαμε το δρόμο να υψώνεται, να στρί βει και να βουτάει μέσα στο δάσος. Ό λη η κορυ 4 >ή ήταν δασωμένη. Έ να σύδενδρο από βελανιδιές κατηφόριζε στα νοτιοανατολικά και ύστερα προς τα πίσω και πάνω, στην κορυφή ενός εντυπωσιακού βουνού. Ο διοικητής μας έδωσε εντολές μάχης στις τρεις φάλαγγές που επρόκειτο να ε-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
121
φορμήσουν σιην επίθεση. Γνωρίζαμε πολύ λίγα σχετικά με τον εχθρό, εκτός του ότι διέθετε δυο τάγματα πεζικού και μια ίλη ιππικού· το ότι είχε επίσης πυροβο λικό, μηχανοκίνητα μεταφορικά και κάποια αιχμαλωτισμένα αντιαρματικά πυ ροβόλα. Παρέμενε απολύτως σιωπηλός. Αναμφισβήτητα νόμιζε πο)ς, εν αγνοία του χώρου, επρόκειτο κι εμείς να ριχθούμε στην παγίδα του. Ό τα ν οι Κόκκινοι είδαν τους λόχους μας ν’ αναπτύσσονται, ωστόσο, αντελήφθησαν τις προθέσεις μας. £ Καταφέραμε να κατηφορίσουμε την πλαγιά χωρίς δυσκολία. Ούτε μια τουφεκιά δεν έσπασε την παράξενη ησυχία της κοιλάδας. Δύο καιγόμενα οχήματα σιην κορυφή του βουνού ήταν όλα όσα χαλούσαν τη σκηνή. Επιθυμούσαμε να προωθηθούμε ως πάνα) σ' ένα πύκνωμα, επί ενός μικρού λο φίσκου. Εκεί θα βρίσκαμε προσωρινή κάλυψη. Σύρθηκα προς την κατεύθυνση του λοφίσκου, κινούμενος μπροστά δια μέσου ε νός συμπλέγματος από πυκνούς θάμνους, στηρίζοντας τον εαυτό μου πάνω στον αριστερό μου αγκώνα, το πιστόλι μου στο δεξί μου χέρι. Είκοσι μέτρα πίσω μου, οι άνδρες περίμεναν. Έ φθασα στην κορυφή ενός μικρού υψώματος· έναν πήδο μακρύτερά μου, ένας Ρώσσος αξιωματικός σερνόταν μπροστά, εντελώς κολλημένος στη γη, ακριβώς ό πως έκανα εγώ! Πυροβολήσαμε συγχρόνως. Η σφαίρα του σφύριξε δίπλα από το αυτί μου. Η δική μου έπληξε τον άτυχο αντίπαλό μου ακριβώς στο μέσον του προ σώπου. Η μάχη της Προύσσκαγια άνοιξε.
Προΰσσκαγια Το σταυροδρόμι στο οποίο έπρεπε να επιτεθούμε, ανάμεσα Προύσσκαγια και Σιρβάνσκαγια, το απόγευμα της 19ης Αυγούστου του 1942, ήταν προσεγγίσιμο α πό κυματοειδείς ρεματιές με λίγα μόνο δένδρα. Ορμήσαμε προς την κατεύθυνση του όγκου του εχθρού, κατηφορίζοντας την πλαγιά με το να ριχνόμασθε στο έδα φος κάθε δεκαπέντε ή είκοσι μέτρα, σε κάθε πτυχή του εδάφους ή σε οποιαδήποτε από τις ελάχιστες δαμασκηνιές. Μπροστά μας η πλαγιά υψωνόταν ξανά, σχεδόν γυμνή. Ό τα ν οι Ρώσσοι είδαν πως φθάναμε στον πάτο της κοιλάδας, είχαν μια διαβολική έμπνευση. Βάζοντας φωτιά σε μερικές γερμανικές άμαξες πυρομαχικών που είχαν καταλάβει, τις έ σπρωξαν κάτω προς τα εμάς. Τ α τέρατα εκείνα κατέβηκαν κροταλίζοντας την πλαγιά με μια τρελλή ταχύτητα, ενώ τα καιγόμενα πυρομαχικά εκρηγνύονταν προς όλες τις κατευθύνσεις. Με τις μύτες μας κολλημένες στη γη, βρεθήκαμε κα θηλωμένοι από χίλια φλεγόμενα θραύσματα. Η μετωπική επίθεση υποσχόταν να είναι θανάσιμη. Συνετά, πήρα τρεις εθελο
122
A eo n Ν τεγκρελ
ντές, όλοι τους έμπειροι στη μάχη· ενώ οι λόχοι προωθούνταν όσο καλύτερα μπο ρούσαν, πέρασα προσεκτικά το δρόμο μου κατά μήκος της δεξιάς πτέρυγος, φθάνοντας μερικές συστάδες πουρναριών, ύστερα το δάσος, και πέτυχα να συρθώ με ταξύ των πρώτων ρωσσικών θέσεων. Οι τρεις λεβέντες μου με ακολούθησαν σε μια απόσταση δέκα μέτρων. Έ φθασα ακριβώς πίσω τους : μπορούσα να δω το σοβιε τικό στρατόπεδο μέσα από τα κλαδιά. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή οι άνδρες μας σκαρφάλωναν τις πλαγιές για να επι τεθούν στους Κόκκινους. Αυτό ήταν! Πήδηξα έξω, πίσω από τους μπολσεβίκους, ραντίζοντάς τους με ριπές πολυβόλου και εξαπολύοντας κραυγές που πάγωναν το αίμα. Οι σύντροφοί μου όρμησαν αμέσως πίσω μου, μέσα στο κέντρο του στρα τοπέδου, με μια παρόμοια οχλοβοή. Επικράτησε πανικός. Οι Κόκκινοι, πιστεύοντας τους εαυτούς τους στριμωγμένους, έτρεχαν εδώ κι εκεί σε κύκλους, βάζοντάς το τελικά στα πόδια μέσα σε πλή ρη σύγχυση, προς το φαράγγι στα νοτιοδυτικά. Είχαν παραφρονήσει εντελώς. Οι τέσσερις μας μόνοι τους κατεδίωξαν από τη φωλιά τους· όλα τα φορτηγά τους ή ταν δικά μας, εξαιρετικά φορτηγά Φορντ, συντεταγμένα σε ένα τετράγωνο, τα κλειδιά ακόμα στη μίζα! Τα πυροβόλα που μας είχαν βομβαρδίσει ήταν επίσης στα χέρια μας, όπως και δέκα πολυβόλα! Εφόδια, υλικό, πυρομαχικά, κράνη ξέ χειλα από φρούτα, τίποτα δεν έλειπε! Οι κραυγές μας και οι ριπές των πυρών μας, ξεσπώντας ξαφνικά πίσω τους, υπήρξαν αρκετά για να πείσουν αρκετές εκατο ντάδες Κόκκινων για την καταστροφή και για να τους σπρώξουν να περάσουν το υψίπεδο! Τρέξαμε γρήγορα πίσω τους, ουρλιάζοντας όλο και πιο δυνατά και πυροβολώ ντας μέχρι του τέλους όλων των γεμιστήρων των πολυβόλων μας. Λίγο μετά, ένας από τους λόχους μας, φθάνοντας τροχάδην, μας συνάντησε στο σταυροδρόμι.
£ Δεν μπορούσαμε ν’ αφήσουμε τους σοβιετικούς στρατιώτες που κουτρουβαλού σαν μέσα από το δάσος να ξεφύγουν. Διαταχθήκαμε να τους καταδιώξουμε και να τους εξοντώσουμε. Αρχικώς μας έκαναν κάμποση ζημιά, φονεύοντας έναν από τους λαμπρότερους διοικητές μας, ένα νεαρό διδάκτορα της φιλολογίας, ο οποίος δέχθηκε πέντε σφαί ρες κατάστηθα. Αλλά η ορμή μας ήταν ακαταμάχητη. Πετώντας χειροβομβίδες, καταλάβαμε ένα αντιαρματικό πυροβόλο που οι Ρώσσοι προσπαθούσαν να τρα βήξουν μέσα στο σύδενδρο με τις βελανιδιές, κατά μήκος του λασπερού μονοπα τιού. Φ θάσαμε στον πάτο της κοιλάδος, μια αληθινή ζούγκλα του ισημερινού. Ή ταν πλημμυρισμένη από τα νερά της πρωινής κεραυνοκαταιγίδος και κοβόταν από απότομες ρεματιές, δέκα ως δεκαπέντε μέτρα βαθιές, κάθετες σα δένδρα. Έ πρεπε να τσουλήσουμε προς τα κάτω πάνω στις φτέρνες μας. Για να ανεβού με ξανά επάνω στην άλλη πλαγιά, κρατιόμασταν από κούτσουρα και ρίζες. Η πυ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
123
κνή βλάστηση ανέδιδε ζαλισυικά αρώματα. Εκατοντάδες μελισσών των οποίων τα σμήνη είχαν τραπεί σε φυγή μέσα στην εξέλιξη της μάχης, βούιζαν τριγύρω, τρελλαμένες από οργή. Είχα εξαντλήσει όλα τα πυρομαχικά του πολυβόλου μου. Για μάχη σώμα με σώμα είχα μόνο το πιστόλι μου και είκοσι φυσίγγια. Τρέχαμε από δένδρο σε δένδρο, καταβάλοντας τον εχθρό μέσα στη λάσπη και στα βάτα. Καταδιώξαμε τον όγκο των δυνάμεών του πίσω ψηλά στην άλλη πλευρά του βου νού, που ήταν πολύ απότομη, τελείως γυμνή και χωρισμένη από ένα φαρδύ, λα σπωμένο μονοπάτι. Οι Κόκκινοι όρμησαν εκεί σε αταξία. Στο μεταξύ, το γερμανικό πυροβολικό που μας υποστήριζε είχε φθάσει στο καταληφθέν σταυροδρόμι. Έστησε τα πυροβόλα του ακριβώς απέναντι από τον δρό μο των Κόκκινων. Το ρωσσικό ιππικό, αδυνατώντας να πολεμήσει μέσα στους θά μνους και στα πυκνά δάση, προσπάθησε να διασώσει τα ζώα του, ολισθαίνοντας, πέφτοντας μέσα στη γλιστερή λάσπη. Κάποιος δε θα μπορούσε να έχει ονειρευθεί έναν πιο ξεκάθαρο στόχο. Οι γερμανικές οβίδες ριγμένες ανάμεσά τους ξέ σχιζαν τα στρατεύματα που υποχωρούσαν και τα ζώα που κατρακυλούσαν σε μι κρά κομμάτια. Οι Μπολσεβίκοι το έσκαγαν προς όλες τις κατευθύνσεις, αμείλι κτα καλυμμένοι από εκατοντάδες οβίδων. Οι εκτοξευτές ρουκετών μας μπήκαν στην κουβέντα. Η σοβιετική φάλαγγα ου σιαστικά αφανίσθηκε. Πολλοί Ρώσσοι, ωστόσο, τους οποίους προσπεράσαμε, παρέμειναν στα ρουμάνια και στα σκοτεινά κοιλώματα των μικρών κοιλάδων. Είχαμε τρέξει πολύ μακριά, κυριευμένοι από τη φρενίτιδα της καταδιώξεως. Τώρα, χωρίς σχεδόν πυρομαχικά, οι φυγάδες αφανισμένοι, θέλαμε να επιστρέ φουμε στη μονάδα μας. Μά βρήκαμε τους εαυτούς μας στη μέση μιας ζούγκλας. Είχαμε ριχθεί στον ε χθρό δίχως να δώσουμε πολλή προσοχή στην κατεύθυνση της μάχης. Μόλις που είχαμε γυρίσει εκατό μέτρα προς τα πίσω, όταν μια ριπή πολυβόλου έκοψε το μο νοπάτι μας- οι Μπολσεβίκοι βρίσκονταν μέσα στους θάμνους! Τρέξαμε καταπά νω τους επανειλημμένως. Πυροβόλησαν, νομίζοντας πως ήταν περικυκλωμένοι. Κάθε φορά διασκορπιζόμασταν μέσα στις πυκνές συστάδες από θάμνους με βα τόμουρα, όπου δυσκολευόμασταν από το σπογγώδες έδαφος. Τα ρούχα μου κόπηκαν κομμάτια. Από τα παντελόνια μου ιππασίας, ανοιγμένα από την αρχή ως το τέλος του καβάλου, στη θέση τους έμεναν μόνο δυο λασπωμέ νες άκρες. Αυτή, ωστόσο, ήταν η μόνη κωμική παράμετρος της καταστάσεως. Το σούρουπο είχε πέσει και δεν μπορούσαμε πια να διακρίνουμε το παραμικρό. Διασχίζοντας τις ρεματιές, οι οποίες διέτρεχαν καθέτως, ήταν ένα τρομακτικό εγ χείρημα. Μπορούσαμε να δούμε τη στιγμή όπου θα μας προλάβαινε η νύκτα μέ σα στις λαβυρινθώδεις συστάδες των πουρναριών, κυκλωμένους από ρωσσικές ενέδρες. Π ρ έπει να είχαμε βρεθεί περίπου δύο χιλιόμετρα από το υπόλοιπο τάγμα. Συγκέντρωσα όλους μαζί μου και, με τον κίνδυνο να τραβήξουμε όλους τους ε
124
A eon Ν τεγκρελ
χθρούς τους σκορπισμένους μέσα στα δάση, ξεστόμισα με βροντερή φωνή μεγά λες κραυγές μέσα από δάση γεμάτα από σκοτάδι και νερό. Ακούσαμε φωνές v‘ α παντούν από απόσταση, σχεδόν ανεπαίσθητες. Προχωρήσαμε προς αυτές. Οι Ρώσσοι, άσχημα καψαλισμένοι, δεν πρέπει να βρίσκονταν σε κάποια καλύ τερη κατάσταση από εμάς. Είχαν επίσης αποκοπεί. Ανά χρονικά διαστήματα στα ματούσαμε για να πάρουμε μια ανάσα και να ξανακραυγάσουμε. Μας απάντησαν καθαρότερα. Η κατεύθυνση ήταν σωστή. Από ρεματιά σε ρεματιά, από βούρκο σε βούρκο, πλησιάσαμε. Ανακατωμένες φωνές μας χαιρέτησαν. Ή ταν μια από τις περιπόλους μας: σωθήκαμε. Επανασυνταχθήκαμε μέσα στο σκοτάδι της νύκτας. Ο εχθρός δεν προοέφερε πια την παραμικρή αντίσταση. Αναμφίβολα, οι ομά δες οι σκορπισμένες μέσα στο δρυμό ή μέσα στις λασπότρυπες της μικρής κοιλάδος υποχωρούσαν προς τα νοτιοδυτικά, προσπαθώντας να επανενταχθούν στα τάγματά τους, τα αποδεκατισμένα από την επίθεσή μας. Προωθηθήκαμε κατευ θείαν νότια, προχωρώ ντας μέσα από λασπόνερα. Στις μία η ώρα το πρω ί η ε μπροσθοφυλακή μας μπήκε στη Σιρβανσκάγια χωρίς κάποιες δυσκολίες. Την επόμενη ημέρα θάψαμε τους νεκρούς μας. Φτιάξαμε σωρούς επάνω στα υ ψώματα των τάφων τους με χρυσαφένια ηλιοτρόπια, άνθη μεγαλείου και δόξας. Η λάσπη ήταν τόσο άσχημη που κανείς πια δεν μπορούσε να μετακινηθεί, εκτός με το άλογο. Για δύο ημέρες πήγαινα σχεδόν γυμνός επάνω στο άλογό μου, ενώ προσπαθούσαν να καθαρίσουν και ράψουν τα ρούχα μου, τα σχισμένα σε κομμά τια στη διάρκεια της σώμα με σώμα μάχης. Οι στρατιώτες μας έστεκαν σκοποί χω ρίς υποδήματα, ξυπόλητοι μέσα σε είκοσι εκατοστά νερού. Ούτε ένας μοτοσυκλετιστής δεν μπορούσε να κινηθεί ένα γύρο στην περιοχή. Το απόγευμα της 20ης Αυγούστου ο ήλιος κτυπούσε ανελέητα. Το σούρουπο ά ναβε μεγάλες πυρκαγιές από πορφυρό και χρυσό. Ο καλός καιρός σήμαινε μάχη· νέες μάχες ήταν επικείμενες.
Τιεριάκοβ Η προέλασή μας διαμέσου του Καυκάσου ξανάρχισε στις 21 Αυγούστου του 1942, νωρίς το πρωί. Πάνω από μια μικρή γέφυρα που είχε βιαστικά κατασκευασθεί από το μηχανικό περάσαμε ένα γρήγορο ποτάμι, κατόπιν μπήκαμε στο δρυ μό. Μετά από αρκετά χιλιόμετρα σκαρφαλώματος είδαμε ένα ξέφωτο και μερι κές ίσμπες. Λίγοι Σοβιετικοί στρατιώτες το έβαλαν στα πόδια χωρίς να ρίξουν μια τουφεκιά. Το χωριό λεγόταν Παπαρότνυ. Ωραία αμπέλια, σύδενδρα με μηλιές και συστάδες με μαυραγκαθιές απλώνονταν έξω στον ήλιο. Έ π ρ επ ε να προχο>ρήσουμε μια δθ)δεκάδα χιλιόμετρα, μ έχρ ι το χω ριό του Τιεριάκοβ. Στο Παπαρότνυ, ένα ραδιοτηλεγράφημα ανέφερε την κατάσιαση στο διοικητή μας: "Το Τιεριάκοβ κατέχεται ισχυρώς από τον εχθρό". Αφήνοντας το
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
125
καραβάνι μας των εφοδίων και το βαρΰ εξοπλισμό μας σ’ ένα ξέφωτο, ξεκινήσα με προσεκτικά διαμέσου των γιγαντιαίων βελανιδιών και των θάμνων. Από το υψηλότερο σημείο μιας κορυφογραμμής μπορούσαμε να δούμε, μέσω ενός χάσματος στα δεξιά μας, ένα μακρόστενο χω ριό κατεχόμενο από τους Ρώσσους. Ακολουθήσαμε ένα αχνό μονοπάτι σκεπασμένο από χλόη και αγριό χορτα. Σύμφωνα με τους χάρτες μας, το Τιεριάκοβ δεν ήταν και πολύ μακρύτερα. Αφήσαμε το μονοπάτι και κινηθήκαμε μπρος μέσα από τις φυλλωσιές, ακολου θώντας την πυξίδα μας, για είκοσι λεπτά. Τότε ακούσαμε ένα λάλημα κόκκορα. Ή τα ν το Τιεριάκοβ.
& Μια περίπολος εστάλη προς αναγνώριση. Έρποντας κάτω από τα δένδρα και α νάμεσα σε μεγάλους φαιούς, απότομους βράχους, πλησίασαν την άκρη του δάσους. Εγκατεστημένο επάνω σ’ έναν πλατύ λοφίσκο, το Τιεριάκοβ έλαμπε πάνω από το πέρασμα του βουνού. Το χωριό ήταν ευρύχωρο, αλλά εντελώς περικυκλωμένο από καλαμπόκι το οποίο, δύο με τρία μέτρα ψηλό, έφθανε ως πάνω στις καλαμοσκε πές. Έ να λευκό σχολείο ήταν κουρνιασμένο πάνω σ' ένα αντέρεισμα του βουνού. Ακριβώς από κάτω από το χωριό, στο όριο του δάσους, απλώνεται το κολχόζ. Οι άνδρες της περιπόλου μας δεν έχασαν μια λεπτομέρεια από το σκηνικό. Είκοσι μέτρα μπροστά τους, τρεις Ρώσσοι κινούνταν μπρος και πίσω, γύρω από ένα μαγειρείο εκστρατείας. Γελούσαν δυνατά, λέγονιας ο ένας στον άλλο αστεία, χωρίς να υποψιάζονται τι τους περίμενε. Οι άνδρες μας σύρθηκαν ως πάνω στη γραμμή των δένδρων, πλησίασαν δίχως να γίνουν ορατοί και, ξαφνικά, έμπηξαν τα πιστόλια τους κάτω από τις μύτες των μαγείρων! Κανένας από τους τρεις τους δεν αποτόλμησε να προφέρει έναν ήχο ή να κάνει μια κίνηση. Η περίπολός μας αμέσως έσπρωξε τους μάγειρες μπροστά της, μα κριά μέχρι το σύδενδρο με τις βελανιδιές και από εκεί τους οδήγησε σε μας, χω ρίς να ριχθεί ούτε ένας πυροβολισμός. Έ νας από τους Ρώσσους είχε στην τσέπη του την ονομαστική κατάσταση των αν δρών που ήταν να σιτισθούν εκείνο το βράδυ: τριακόσιοι τέσσερις άνδρες. Δεν μπορούσαμε να έχουμε καλύτερη πληροφόρηση! Μάθαμε ακόμη πως ο εχθρός διέθετε πυροβολικό και αντιαρματικά πυροβόλα. & Είχαμε ολοκληρώσει την ανάκριση των τριών σταλινικών Βατέλων5 μας, όταν μια έκρηξη πυρών όπλων ξέσπασε τριάντα μέτρα από εμάς. Οι Ροίσσοι μας είχαν αντιγυρίσει τη φιλοφρόνηση. Αναμφίβολα, ένας από τους άνδρες τους, περνώντας κοντά στις σούβλες ψησί ματος, είχε ανακαλύψει την παρατημένη κουζίνα. Είχε δοθεί σήμα συναγερμού.
126
A eon Ν τεγκρελ
Κάμποσοι Κόκκινοι είχαν προωθηθεί σιωπηλά σε ψάξιμό μας στην άκρη του δά σους, έτσι ώστε να μας πιάσουν κοιμώμενους. Έ νας από τους υπαξιωματικούς μας τους αντελήφθη πάνω στην ώρα. Βάλλοντας με το πολυβόλο του, κατατρυπήθηκε από σοβιετικές σφαίρες. Με τα πνευμόνια του διάτρητα, εμέσσοντας μεγάλες πο σότητες αίματος, συνέχισε ωστόσο να πυροβολεί. Υπήρξε μια στιγμή πανικού ανάμεσά μας. Ο ηρωισμός εκείνου του υπαξιωματικού επέτρεψε στους άνδρες ν* α νασυνταχθούν. Ο πληγωμένος άνδρας κατέρρευσε μόνο μετά που τον υπερπηδή σαμε για μια σώμα με σώμα μάχη. Οι δύο λόχοι που τους είχε ανατεθεί το να επιτεθούν στο χωριό, εστάλησαν στη μάχη δίχως περαιτέρω καθυστέρηση. Αφού είχαμε εντοπισθεί, ήταν καλύτερα να τελειώνουμε αμέσως με αυτό. Ως υπασπιστής, ήταν η δουλειά μου να δίνω ενθάρρυνση στα μέρη όπου η επί θεση ήταν βαριά ή όπου οι άνδρες αμφιταλαντεύονταν. Έ να μέρος των στρατευμάτων μας ήταν να επιτεθεί στο χωριό διαμέσου του κολ χόζ, ενώ το άλλο θα έπαιρνε το μακρύ δρόμο από γύρω, έτσι ώστε να υπερκεράσει το Τιεριάκοβ από τα υψώματα. Οι άνδρες βρίσκονταν σε μια δύσκολη θέση. Για πολλούς από τους φρέσκους νεοσύλλεκτους αυτό ήταν το βάπτισμα του πυρός. Αντιληφθήκαμε ότι δίσταζαν να απομακρυνθούν από τους βράχους και τα δένδρα. Έ ξι περισσότερο αποφασιστικοί στρατιώτες, οπλισμένοι με υποπολυβόλα, εί χαν φθάσει την γωνία μιας αποθήκης στο κολχόζ. Με ένα πολυβόλο στα χέρια μου, έτρεξα κοντά τους. Σε λίγα λεπτά, εναλλάσσοντας τα πυρά μας, εισήλθαμε εκατό μέτρα εντός του ίδιου του Τιεριακόβ. Το αντιαρματικό πυροβόλο μας, δυστυχώς, έριχνε κοντά και τα βλήματά του εκρηγνύονταν πάνω από τα κεφάλια μας. Οι Ρώσσοι είχαν καταλάβει μια ίσμπα, από την οποία κρατούσαν την οδό κάτω από πυρά. Καθώς οι σύντροφοί μου έβαλλαν με τα όπλα τους κατά της καλύβας, αναπήδησα διαμέσου του καλαμποκιού, φθάνοντας τη δυτική πλευρά της ίσμπας. Πηδώντας καταπάνω στο πλευρικό παράθυρο της ίσμπας, το έσπασα εντελώς κα θώς έχωσα διαμέσου εκείνου το πολυβόλο μου. Η ριπή του πυρός μου στο μέσον του δωματίου είχε ένα καταλυτικό αποτέλεσμα. Συγκέντρωσα τους επιζήσαντες που παρεδόθησαν. Μια γυναίκα που πολεμούσε μαζί με τους Κόκκινους κυλιόταν στο χώμα, στη μέση μιας προσβολής υστερίας. Ό ρθιος, ρίχνοντας με το πολυβόλο μου, είχα ορμήσει στο χωριό σε καταδίωξη των σοβιετικών στρατιωτών. Σύντομα είχα έναν αληθινό όχλο αιχμαλώτων τριγύ ρω μου. Μην ξέροντας τι να κάνω με εκείνους, μοίρασα στον καθένα τους ένα κομ μάτι από μια εφημερίδα των Βρυξελλών, για την οποία είχα πεζά μηχανευθεί χρή σεις άλλες από τη διατροφή του πνεύματος. "Ντοκουμέντ! Ντοκουμέντ!" ούρλιαξα στον καθένα από τους αιχμαλώτους μου. Εκείνοι οι βαρυσάγονοι γάιδαροι πί στευαν στη μαγεία του Dokument. Με τα χέρια τους σηκωμένα, κραδαίνοντας τα χαρτιά τους, έτρεξαν όλοι στα μετόπισθεν, όπου οι άνθρωποι αρχικά αιφνιδιάσθηκαν λίγο με το ν' ανακαλύψουν τόσους πολλούς Μογγόλους αναγνώστες του
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
127
βελγικού τύπου, αλλά τελικά κατανόησαν πως εκείνοι πρέπει να είχαν πρώτα συ ναντηθεί με κάποιους εφευρετικούς και αποτελεσματικούς Βαλλόνους. Στην εκ του σύννεγγυς μάχη, το καλύτερο είναι να τρέχεις σε μικρά, γρήγορα ξε σπάσματα. Έ τρεξα ως το τέρμα του χωριού, πυροβολώντας σε κάθε παράθυρο καθώς περνούσα. Σταμάτησα μόνο πέρα από την κωμόπολη, ενώ οι έξι παράτολ μοι μου ξετρύπωσαν τους Μπολσεβίκους που είχαν βρει καταφύγιο στις ίσμπες και στους στάβλους. Πολλοί άλλοι ξεπρόβαλαν από τα χωράφια και το καλαμπό κι με τη θέλησή τους. Το πολυβόλο μου ήταν καλά τοποθετημένο. Με το πέρας των είκοσι λεπτών, έ νας ολόκληρος λόχος Βαλλόνων κατόρθωσε να με φθάσει. Οι σύντροφοί μας που επιτίθονταν από τα υψώματα ενώθηκαν με τη σειρά τους μαζί μας. Ό χ ι μόνον μπορέσαμε να μαζέψουμε μια μακριά γραμμή αιχμαλώτων, αλλά καταλάβαμε τα πυροβόλα και τα αντιαρματικά όπλα των Ρώσσων σε τέλεια κα τάσταση, εφοδιασμένα με άφθονα πυρομαχικά Κ αλαμπουρίζοντας, επ ισ κ εφ θ ή κ α μ ετο κολχόζ. Τ α κινητά μ α γειρ εία των Σοβιετικών βρίσκονταν ακόμα εκεί, με το απόθεμα μιας έξοχης σούπας έτοιμης για φάγωμα και ένα πελώριο βαρέλι με χυλό από γάλα και βρώμη. Έ να καρότσι είχε εγκαταλειφθεί, γεμάτο με εκατοντάδες μεγάλων τηγανιτών. Επιστρέψαμε τους μάγειρες στους φούρνους τους και στις κουτάλες τους. Ή τα ν ευτυχείς ν’ αναλάβουν πάλι τις δουλειές τους. Ποτέ δεν είχαν φτιάξει τις σούπες τους σε τόσο ζωηρές συνθήκες! Μπολσεβίκοι τη μια στιγμή, κατόπιν αιχμάλωτοι χαστουκι σμένοι ένα γύρο, ύστερα προαχθέντες σε επίτιμους Βαλλόνους! Ό λα σε λιγότερο από μια ώρα! Η σούπα τους δεν είχε καν το χρόνο να καεί. Τα μικρά δόντια τους γυάλιζαν από ευχαρίστηση στα πλατιά, στο χρώ μα του κροκού πρόσωπά τους. Πόσο κωμική ήταν η ζωή! Ή μασταν όλοι καταχαρούμενοι. Το χωριό είχε καταληφθεί χαρωπά, εύκολα, γραφικά, με ένα μέγιστο κέρδος. Ή π ια μ ε σούπα και χυλό, ωριμασμένοι από τον πιο πρόσφατο άθλο. Κι εμείς οι ίδιοι ήμασταν έκπληκτοι που όλα είχαν πορευθεί τόσο γρήγορα και τόσο καλά. Υπερβολικά γρήγορα! Υπερβολικά καλά! Διότι οι σφαίρες άρχισαν να σφυρί ζουν πάλι, λίγες στην αρχή, ύστερα εκατοντάδες. Μόλις που είχαμε το χρόνο να πέσουμε στο χώμα, πίσω από μερικούς κορμούς δένδρων, ανάμεσα στις αναποδογυρισμένες καραβάνες. Τ ι συνέβαινε; Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον, συγχυσμένοι. Το σούρουπο έπεφτε. Μεγάλοι μαύροι αετοί έκαναν κύκλους, κρώζοντας δυ σοίωνα, επάνω από τη μικρή κοιλάδα. Έ να παρενοχλητικό πυρ ξεπρόβαλλε τώ ρα κατά μήκος όλου του δρυμού, που κατηφόριζε απότομα από τα νότια στα καλαμποκοχώραφα του Τιεριάκοβ.
128
A eon Ν τεγκρελ
Ματωμένο Φαράγγι Για διακόσιους άνδρες το να βρουν τους εαυτούς τους με το νύκτωμα στον πυθ μένα ενός φαραγγιού, να νιώσουν τους εαυτούς τους εγκλωβισμένους απ’ όλες τις μεριές από τα ψηλά βουνά του Καυκάσου, μαύρα και βιολετί στα ανατολικά, πλαι σιωμένα με κοκκινωπό χρυσάφι στα δυτικά, όλα το ίδιο απάνθρωπα και ύπουλα, να βάλλονται από χίλιους αόρατους εχθρούς συσπειρωμένους στην πυκνά δασω μένη ύπαιθρο, όλα εκείνα μόνο που δεν ήταν ευπροσήγορα για εμάς την 21 η Αυγούοτου του 1942, στις οκτώ η ώρα το βράδυ. Ευτυχώς, αμέσως μόλις πήραμε το Τιεριάκοβ είχαμε εγκαταστήσει μια περίμε τρο στο όριο των καλαμποκοχωράφων, καθ’ όλο το μήκος του δασωμένου μέρους. Εκεί οι προφυλακές μας απορρόφησαν γενναία το πρώτο πλήγμα. Οργανωθήκαμε εγκαίρως για μάχη, αλλά ο εχθρός βρισκόταν εκεί με όλες του τις δυνάμεις. ΓΓολυβολούμασταν από επιτιθέμενους που δέσποζαν από τα υψώ ματα. Εν ριπή οφθαλμού προωθήσαμε τα αντιαρματικά μας πυροβόλα και ρίξα με με εκείνα εξ επαφής στους Ροίσσους που απλώνονταν ριπιδοειδώς κατά μάζες, πενήντα μέτρα εμπρός μας, στην άκρη του δάσους. Οι οβίδες μας έπεσαν με κρό το στην δενδρογραμμή σα λαμπρές, κόκκινες μπάλλες φωτιάς. Τα όπλα που κα ταλάβαμε από τον εχθρό έλαβαν κι αυτά μέρος. Εκείνη η βροχή από σίδερο στό μωσε τη σοβιετική επίθεση. Μια άγρια μάχη, που διεξήχθη από πολύ κοντά, μά νιαζε για τις επόμενες πέντε ώρες. Μόνο μία από τις θέσεις μας έπεσε- εκεί οι σύ ντροφοί μας μακελεύθηκαν επάνω στα όπλα τους. Οι υπόλοιπες κράτησαν. Τελικώς, γύρω στα μεσάνυκτα, το εχθρικό πυρ σταμάτησε σιγά - σιγά, ύστερα έ παυσε. Στείλαμε μερικές περιπόλους μέσα στα δένδρα. Οι άνδρες μας πάτησαν επάνω σε πολυάριθμα πτώματα, αλλά οι σοβιετικές δυνάμεις είχαν απαγκιστρω θεί, είχαν εξαφανισθεί. £ Στις 01:00 το πρωί άλλη μια ανταλλαγή πυρών ξέσπασε, αυτή τη φορά στα βό ρεια, πέρα από το κολχόζ, στο δάσος κάτω από την κάλυψη του οποίου είχαμε προσεγγίσει το Τιεριάκοβ το απόγευμα. Εκεί, ένας εξαιρετικά βίαιος αγώνας λάμβανε χώρα κοντά στο πρωτόγονο δασικό δρόμο που ερχόταν από το Παπαρότνυ. Υποστήκαμε ένα πραγματικό νοητικό βασανιστήριο. Το υπόλοιπο της λεγεο')νος, περιλαμβανομένου όλου του υλικού εξοπλισμού μας, είχε διαταχθεί να ενω θεί με εμάς. Εκείνοι ήταν που πολεμούσαν, χωρίς την ελάχιστη αμφιβολία. Έ νας - δύο αγγελ^χ5ροι μας έφθασαν, με τα μάτια γουρλωμένα. Η φάλαγγα εί χε δεχθεί ξαφνικά επίθεση από τα νώτα, από εκατοντάδες Ρώσσων που αποπειρώντο ν’ αποκόψουν τη μακριά γραμμή μεταφορών. Και οι δύο πλευρές πολυβολούσαν η μία την άλλη εξ επαφής, μα συνολικά φαινόταν πως οι άνθρω ποί μας κρατούσαν.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
129
Ρίξαμε βιαστικά ό,τι διαθέταμε προς την κατεύθυνση της θορυβώδους συμπλο κής. Γΰρω στις 03:00 π.μ. η μάχη τελείωσε, μόλις οι άνδρες μας και τα φορτηγά μας έφθασαν σε μια μεγαλειώδη πομπή. Ή τα ν θέμα του ποιος θα μπορούσε ν’ αφηγηθεί τα πιο απίστευτα ανδραγαθή ματα. Οι τραυματίες ήταν οι πιο ευφραδείς, στριφογυρίζοντας επάνω στο κόκκι νο από το αίμα άχυρό τους, προσθέτοντας χίλιες επιπλέον, στρεβλωμένες για τα γέλια, λεπτομέρειες στις ιστορίες των στρατιωτών. Κανείς δεν αντιλαμβανόταν τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, από πού είχαν έλθει οι Ρώσσοι, γιατί είχαν ρίξει τό σο απελπισμένα τους εαυτούς τους εναντίον της q)άλαγγας των οχημάτων μας. Χρειάσθηκαν οι ανακρίσεις των αιχμαλώτων για να μας διαφωτίσουν. Εκείνοι υπήρξαν τμήμα ενός ενισχυμένου συντάγματος που βρισκόταν σε υποχώρηση. Το Τιεριάκοβ τους είχε υποδειχθεί ως μια φίλια θέση. Το σούρουπο, δίχως ιδιαίτερη προφύλαξη, είχαν πλησιάσει το χωριό μισή ώρα μετά που είχαμε ολοκληρώσει την κατάληψή του. Είχαν προσπαθήσει για πέντε ώρες να περάσουν με τη βία α πό ανάμεσά μας, όλως ματαίως. Οι απώλειές τους υπήρξαν βαριές. Ο σταθμός διοικήοεως του συντάγματος τους είχε κτυπηθεί εξ επαφ ής, από μία από τις α ντιαρματικές μας οβίδες. Τελικώς, μη δυνάμενοι να διαπεράσουν, είχαν απαγκισιρωθεί και προσπάθησαν να πάνε γύρω από το χο>ριό στα βόρεια. Η γραμμή της κακοτυχίας τους εξακολούθησε: σκόνταψαν ακριβώς στο μέσον της φάλαγγάς μας των ενισχύσεων και εφοδίων. Αρχικώς, την έβαλαν σε μεγάλο κίνδυνο, μα κι εκεί επίσης η επιμονή των ανδρών μας έφραξε το πέρασμά τους. Μη γνωρίζοντες πόσο μεγάλη ήταν η δύναμή μας, αποπροσανατολισμένοι κι εξουθενωμένοι, έπεσαν πίσω για δεύτερη φορά σε με γάλη αταξία. Κατά τη διάρκεια του υπολοίπου της νύκτας, ακούσαμε μια φάλαγ γα να παραδέρνει σε φυγή μακριά στο νότο. Εκείνα ήταν τα υπολείμματα του σο βιετικού συντάγματος που απομακρυνόταν με τις καρότσες του επάνω στα μονο πάτια του δάσους. Το ξημέρωμα πήγαμε να επιδιορθώσουμε και επεναφέρουμε σε λειτουργία ο χήματα των οποίων τα ζώα είχαν φονευθεί. Η σκηνή μαρτυρούσε την άγρια βία της σύγκρουσης. Δύο Ρώσσοι αξιωματικοί, σκοτωμένοι επάνω στα άλογά μας και κατατρυπημένοι από μια δωδεκάδα σφαιρών, κρατούσαν ακόμα πολυβόλα σφιγ μένα στα κιτρινισμένα τους χέρια. θά ψ α μ ε τους νεκρούς μας κοντά oco σχολείο. Η σωρευμένη γη σκεπάσθηκε με τα καθιερωμένα λαμπρά ηλιοτρόπια. Ούτε μια έκρηξη οβίδος δεν τάραξε την γα λήνη της κοιλάδος. Ή τα ν Κυριακή. Το ορεινό τοπίο ήταν θαυμάσιο. Περάσαμε την ημέρα μας πί νοντας στο φως του ήλιου και στην YpaqnKO^Ta. Έ να απίστευτο ηλιοβασίλεμα, με μακριές λάμψεις από κόκκινες, χρυσές και βιολετί ακτίνες διασταυρούμενες με ροζ σύννεφα, απλωνόταν για πολλή ώρα επάνω από τις κορυφογραμμές ενώ, στον πάτο του φαραγγιού, ήμασταν ήδη βυθισμένοι στις γαλάζιες και βελούδινες
130
A eo n Ν τεγκρελ
σκιές του βραδινού. Η νύκτα δεν κράτησε πολύ. Ή τα ν μάλλον 03:30 π.μ. Κανείς δεν είχε ακούσει καν ένα κομμάτι ξερού φύλ λου να σπάει. Ωστόσο, γλιστρώντας επάνω στα ελαφρά σανδάλια τους, τα φτιαγ μένα από χοιρόδερμα, εκατοντάδες μπολσεβίκων είχαν πραγματικά φθάσει κο ντά στο καλαμπόκι κάτω από την κωμόπολη. Έ να τρομακτικό ουρλιαχτό μας ξε κόλλησε απότομα από τα μισά του ύπνου μας: "Ουρρά! Πομπιεντά!" (Ζήτω! Νίκη!) κραύγασαν τα δύο σοβιετικά τάγματα που ρίχθη καν επάνω στις θέσεις μας. Εκατοντάδες εχθρών που γρύλιζαν έτρεχαν μέσα από το καλαμπόκι και έφθασαν στις ίσμπες. Μια φοβερή αναταραχή, φωτιζόμενη από τροχιοδεικτικές σφαίρες, ενέπλεξε τους στρατιώτες μας σε μια θανάσ ιμη μάχη με τους επιτιθέμενους. Αντήλλασσαν ριπές πυρών πολυβόλων μέσα σε στάβλους, όπου τα άλογα έπεφταν σαν τσεκουρωμένοι στύλοι. Α! Τ ι τρομακτική ώρα! Πότε θα έσκαζε η αυγή έτσι ώστε να μπορέσουμε ν’ α νασυγκροτηθούμε; Δεν θα καταβαλλόμασταν πριν από τότε ; Πυροβολώντας πέρα, παρακολουθούσαμε τους αναθεματισμένους, κοφτούς βράχους. Τελικά άρχισαν να ξανοίγουν και να ξεχύνουν χλωμές λάμψεις μέσα στη μικρή κοιλάδα. Ο εχθρός ήταν παντού, ωστόσο ούτε μια ουσιώδης θέση δεν είχε εγκαταλειφθεί. Ακόμα και στο άκρο του δάσους τα φυλάκιά μας αντιστέκονταν μανιασμένα. Οι Κόκκινες δυνάμεις που προσπαθούσαν να στραγγαλίσουν τις γερμανικές μο νάδες τις εμπεπλεγμένες στα δάση του Καυκάσου ήταν συγκροτημένες από τάγ ματα κρούσεως αποτελούμενα από τους πιο φανατικούς Μπολσεβίκους, που εί χαν υποχωρήσει από το Ντονιέτς στον Καύκασο. Ή τα ν ενισχυμένα από εκατο ντάδες μαχαιροβγαλτών, κοινών εγκληματιών απελευθερωμένων από τις ποινικές φυλακές. Αυτοί ακολουθούνταν από ένα κύμα ημιάγριων, βιαστικά ριγμένων μα ζί από τις σοβιετικές αρχές στο Αζερμπαϊτζάν και μεταξύ των Κιργισιών. Τ α δύο τάγματα που μας επιτέθηκαν εκείνη τη νύκτα θα έπρεπε να μας είχαν κονιορτο ποιήσει. Πέτυχαν μόνο το να καταλάβουν λίγες ίσμπες. Από εκεί είχαν να σκαρ φαλώσουν με δυσκολία πενήντα μέτρα, εάν ήθελαν να φθάσουν τις προεξοχές ε πάνω στις οποίες ήμασταν κουρνιασμένοι. Τ α πολυβόλα μας σάρωσαν πέρα κά θε μία από τις επιθέσεις τους. Έ να τρίτο σοβιετικό τάγμα εγκαταστάθηκε γύρω στο μεσημέρι επί της άλλης πλαγιάς, στα ανατολικά, στα σύδενδρα των βελανιδιών που δέσποζαν πλήρως του χωριού και των θέσεών μας. Το τάγμα διέθετε ένα πολύ εξειδικευμένο οπλοστά σιο: μόνον όλμους, όχι μεγαλύτερους από την ομπρέλλα μιας γυναίκας. Αλλά μια εκατοντάδα τέτοιων όλμων ήταν μια καταστροφή για τους μαχόμενους άνδρες που βρέθηκαν στο έλεός τους. &
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
131
Καθ’ όλη τη Δευτέρα οι Ρώσσοι πολλαπλασίασαν τις επιθέσεις τους. Αντέξαμε απέναντι τους με μεγάλη δυσκολία μόνο. Δωδεκάδες ανδρών έπρεπε αναγκαστικά να μας αφήσουν για να σύρουν τους εαυτούς τους στο σταθμό πρώ των βοηθειών. Ή μασταν περιτριγυρισμένοι από τα πτώματα των συντρόφων μας, παραμορφαψένα από τις αποκρουστικές εκρηκτικές σφαίρες των Σοβιετικών, που απέκοβαν το ήμισυ του κεφαλιού ή το ανατίναζαν εντελώς. Ή μασταν σχεδόν περικυκλωμένοι. Εντός της μικρής κοιλάδος, εκεί παρέμεναν στα χέρια μας μόνον το κολχόζ κι ένα φαράγγι στα βόρεια δια μέσου του οποίου, σε ορισμένες στιγμές ανάπαυλας στη μάχη, μπορούσαμε να στέλνουμε στα μετό πισθεν τους τραυματίες μας. Οι Κόκκινοι είχαν καταλάβει το κατώτερο μέρος του χωριού. Κατείχαν όλα τα δάση που κατηφόριζαν προς τα εμάς από τα νότια, τα ανατολικά και τα δυτικά. Για να μας περικυκλώσουν για τα καλά έμενε για εκείνους μόνο να καταλάβουν το κολχόζ και το φαράγγι στα βόρεια. Στις πέντε η ώρα το απόγευμα, αρκετές εκα τοντάδες από εκείνους ξεχύθηκαν από το δάσος και ρίχθηκαν στα γραφεία του κολχόζ που βρίσκονταν σαράντα μέτρα κάτω από το αντέρεισμά μας. Πυροβολούσαμε με τα πολυβόλα μας σαν τρελλοί. Αλλά δεν μπορούσαμε να α ποτρέψουμε τη μάζα των Κόκκινων από το να ορμήσει μέσα στο κτίριο. Η νύκτα έπεφτε. Εάν το κολχόζ παρέμενε σε εχθρικά χέρια, η νύκτα θα έβλεπε τους σοβιε τικούς καταδίκους και τις ορδές από την Κιργισία να ολοκληρώνουν την περικύ κλωσή μας. Ή τα ν αναγκαίο να τους πετάξουμε έξω, με οποιοδήποτε κόστος, προτού έλθει το σκοτάδι. Σύραμε βιαστικά δύο αντιαρματικά πυροβόλα άκρη-άκρη στο παρα πέτο και, παρά την καταιγίδα των σφαιρών και χειροβομβίδων από τους Ρώσσους, εξαπολύσαμε μια χαλαζοθύελλα πυρός, σχεδόν ευθεία κάτω, ακριβώς επάνω στις στέγες του κολχόζ. Δέκα, είκοσι, πενήντα οβίδες πέταξαν, εκρηγνυόμενες στην ο ροφή και πετώντας επάνω πελώριους στροβίλους από σκόνη και φλόγες. Οι Κόκκινοι διέσωσαν τους εαυτούς τους με το να πηδήξουν μέσα στο καλαμπό κι και να το σκάσουν προςτα δάση. Το κολχόζ ήταν για άλλη μια φορά στα χέρια μας. Οι άνδρες μας εγκαταστάθηκαν πάλι εκεί, μέσα σ’ ένα ασυνήθιστο συνονθύ λευμα μπολσεβίκικων πτωμάτων, ξεκοιλιασμένων αλόγων και πεσμένων δοκών.
Εκατόν Είκοσι Έ ξι Ώ ρ ες Η μάχη μας για το Τιεριάκοβ διήρκεσε για 126 ώρες, 126 ώρες στη διάρκεια των οποίων η σώμα με σώμα μάχη ήταν σχεδόν χωρίς σταματημό, εκτός για τις κάμποσες ώρες όταν η νύκτα ύψωνε στην υψηλότερη κορυφή στα βουνά ένα κατα πληκτικό πορτοκαλί φεγγάρι. Οι κοκκινωπές ανταύγειέςτου ζωντάνευαν τη νύ κτα με ζωή οαντου παραμυθιού. Τ α σύννεφα διέθεταν τη χάρη των λουλουδιών και την απαλότητα των μεταξένιων κουρτινών.
132
A eo n Ν τεγκρελ
Τα φώτα έπλεαν ανάμεσα στις κορυφές και ίσα που έφθαναν την πλαγιά μας, τη οτριμωγμένη στον πυθμένα της στενής μας κοιλάδος. Επο)φεληθήκαμε από εκεί νη τη σύντομη ηρεμία για να σκάψουμε με βιάση το ασβεστολιθικό έδαφος. Ξαπλώσαμε εκεί τα άκαμπτα κορμιά δωδεκάδων από τους συντρόφους μας, των οποίων τα χέρια είχαμε σταυρώσει, όπως στις φιγούρες των πέτρινων τάφων στους παλαιούς καθεδρικούς ναούς μας. Ο πόνος μας έσχιζε καθώς ρίχναμε τις φτυα ριές του χώματος που σκέπαζαν πρώτα τα πόδια, κατόπιν τα στήθη τους· στο τέ λος το πρόσωπο έπρεπε να εξαφανισθεί. Το κάναμε γρήγορα, γιατί κάθε ένας α πό τους νεκρούς ήταν ένας αδελφός, ένας σύντροφος στην κακουχία μας, στη δό ξα μας και στην πίστη μας. Χρησιμοποιούσαμε το υπόλοιπο της νύκτας για να κόψουμε το καλαμπόκι με ταξύ των θέσεών μας και του δάσους. Τ α βαριά κοτσάνια ήταν μισό μέτρο ψηλό τερα από τα κεφάλια μας και επέτρεπαν στους Κόκκινους να μας πλησιάζουν δ ί χως να είναι ορατοί και να μας αιφνιδιάζουν σε οποιαδήποτε στιγμή. Συρθήκαμε μέσα στο σκοτάδι, οπλισμένοι με μαχαίρια κλαδέματος. Μέσα σε λίγες νύκτες ξε καθαρίσαμε όληντην περιοχή, μέτρο με μέτρο. Ή τα ν μια δυσάρεστη δουλειά, διότι οι Κόκκινοι επίσης περιφέρονταν ύπουλα τριγύρω. Λίγα συναπαντήματα έλαβαν χώρα, αναστατώνοντας όλη τη γύρω πε ριοχή. Από τις 04:00 π.μ. ωστόσο, ήταν απαραίτητο να χωνόμαστε στο έδαφος, μέσα στα μικρά πολυβολεία μας. Οι πρώτες πράσινες ρωγμές μέσα στη νύκτα εμ φανίζονταν μεταξύ των στενωπών στα βουνά και άρχιζαν να χαϊδεύουν τα χρυσα φένια κεφάλια των ηλιοτροπίων που ήταν στρωμένα επάνω στους φρεσκοσκαμμένους τάφους από την προηγούμενη νύκτα. Την ώρα εκείνη γενικά υπήρχε ήδη μια πλήρης συμπλοκή σε εξέλιξη. $ Η δύσκολη κατάστασή μας στο Τιεριάκοβ γινόταν όλο και πιο απελπιστική! Οι θέσεις μας είχαν συμπτυχθεί τρομακτικά, μην αφήνοντάς μας τον ελάχιστο χώρο για να υποχωρήσουμε πιο πολύ. Έ πρεπε να προετοιμάσουμε μια προσπάθεια να διασπάσουμε τη λαβή του στραγγαλισμού. Αποφασίσαμε να κτυπήσουμε με ένα ισχυρό πλήγμα στα νοτιοδυτικά, κάτωθεν του χωριού, όπου ο εχθρός είχε φανεί περισσότερο επιθετικός. Το κολχόζ βρισκόταν ακόμα σε ένα μέρος που το έφθα νε με τις επιθέσεις του και κάθε νύκτα το διακινδυνεύαμε να βρεθούμε κατακλυσμένοι από τον εχθρό, κατόπιν σαρωμένοι επί του λοφίσκου μας. Το ν’ αντεπιτεθούμε στους Κόκκινους με το να βουτήξουμε κατευθείαν κάτω σ’ αυτούς σήμαινε το να παραδοθούμε εμείς οι ίδιοι στην προοπτική της απώλειας του ημίσεως του τάγματος. Το αποτέλεσμα, επίσης, θα ήταν μηδαμινό : εκατό μέ τρα από τις ίσμπες, στο τέρμα του καλαμποκοχώραφου, εκεί βρισκόταν ένα πο τάμι, πέρα από το οποίο το δάσος ανηφόριζε την πλαγιά. Δε θα μπορούσαμε πο τέ να έχουμε διασχίσει το νερό, ούτε και θα είχαμε ποτέ ξεκαθαρίσει εκείνο το ύ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
133
ψωμα με μια μετωπική έφοδο. Κάναμε μια έκκληση για εθελοντές που να ράψουν το τομάρι της αλεπούς σε ε κείνο του λιονταριού. Ο διοικητής της λεγεώνος κι εγώ είχαμε σχηματοποιήσει μια πολύ τολμηρή λύση: να ξεγλιστρήσουμε δια μέσου της μικρής στενωπού στα βόρεια, μετά να προωθηθούμε πιο πέρα στα δυτικά περνώντας μέσα από το δά σος, πίσω από τους Κόκκινους, τελικά να τους πιάσουμε απροετοίμαστους και να τους ωθήσουμε επάνω στις γραμμές μας στο Τιεριάκοβ. Τα πλήγματα που θεωρούνται αδύνατον το να γίνουν είναι εκείνα που πάντοτε επιτυγχάνουν, διότι κανείς δε σκέπτεται να προφυλαχθεί απέναντι τους. Κάμποσα παλικάρια από το λόχο της Ρεξιστικής Νεολαίας κατηφόρισαν εντός της ρεμα τιάς, διεισδύοντας στον τομέα των Κόκκινων υπό την κάλυψη των δένδρων. Δύο ώρες πέρασαν, στη διάρκεια των οποίων αναμέναμε την επίθεσή τους. Δε συνέβη. Με το ξεκίνημα του απογεύματος, τα αγόρια μας επανεμφανίσθη καν, εξουθενωμένα. Το έδαφος ήταν πολύ ανώμαλο· οι σοβιετικές περίπολοι έ βριθαν στο δρυμό. Ο αξιωματικός τους θεώρησε πως το σχέδιο ήταν απραγματο ποίητο. Ό πω ς ήταν δικαίωμά του, διέταξε την απόσυρση της αποστολής. £ Η επιχείρηση, ο)στόσο, έπρεπε απαραιτήτως να γίνει. Ο εχθρός είχε όλο και περισσότερο χώρο για να ελιχθεί. Εάν δεν κτυπούσαμε με ένα αποφασιστικό πλήγμα, θα δεχόμασθαν ένα. Ή μασταν αναγκασμένοι να δια λέξουμε: να διακινδυνεύσουμε τα πάντα ή να χάσουμε τα πάντα. Ρώτησα άλλη μια φορά για εθελοντές· η αποστολή, πλήρους δυνάμεως, επρόκειτο να ξεκινήσει άλ λη μια φορά. Ο αξιωματικός, πεπεισμένος περί της αναγκαιότητος της τολμηρής κρούσεως, ανέλαβε τους άνδρες του και πάλι. Με σιγανή φωνή τους έκανα μια διά λεξη στον πάτο του φαραγγιού. Τα μάτια εκείνων των αγοριών άστραφταν με θαυμάσιες σπίθες. Κάποια από αυτά είχαν λάβει το Σιδηρούν Σταυρό το ίδιο εκείνο πρωινό και ανυπομονούσαν να τον τιμήσουν. Ξεκίνησαν πάλι. Τους ακολουθήσαμε με τα κιάλια μας για μια φευγαλέα στιγμή. Δύο ώρες πέρασαν για άλλη μια φορά. Ή τα ν πέντε η ώρα το απόγευμα. Οι Κόκκινοι, ανυπόμονοι να καταλάβουν το κολχόζ για δεύτερη φορά, ξεπήδησαν στην έφοδο με τις συνήθεις κραυγές. Μια άλλη κραυγή, διαπεραστική, μια κραυγή από πιο μακρινές φωνές τους α πάντησε. Οι Κόκκινοι μόλις που είχαν θεαθεί, όταν οι νεαροί άνδρες μας, οι οποίοι κρυμμένοι από πίσω τους είχαν μείνει σε αναμονή γι αυτήν ακριβώς τη στιγμή, εφόρμησαν! Πήδηξαν μέσα στο νερό και βγήκαν από την άλλη σα λιοντάρια! Οι Μπολσεβίκοι πίστεψαν τους εαυτούς τους περικυκλωμένους. Οι περισσότε ροί τους, μην ξέροντας που να τρέξουν, έφυγαν πανικόβλητοι ίσια επάνω στο πυρ των πολυβόλων μας ή αγκάλιασαν σφικτά το χώμα κάτω από τα πυκνά σύδενδρα.
134
A eon Ν τεγκ ρελ
Πολλοί από εκείνους παρεδόθησαν, γίγαντες με σχιστά μάτια, σα γορίλλες, τους οποίους τα παλικάρια μας με το απαλό δέρμα ξανάφεραν στα πόδια τους με πλήγ ματα των υποκοπάνων των τουφεκιών τους. Αλίμονο! Το ήμισυ εκείνων των παιδιών-μονομάχων είχαν κτυπηθεί εξερχόμενα από το πυκνό δάσος ή διασχίζοντας το νερό. Τα λεπτά κορμιά τους έπλεαν κά τω από τους καταρράκτες. Είχαμε νικήσει, μα το τίμημα της νίκης είχε υπάρξει το πιο φρέσκο και αγνό αίμα. Ο κάθε ένας από τους νεαρούς μας ήρωες άξιζε περισσότερο από το συνονθύ λευμα των ασουλούπωτων αιχμαλώτων, τα επίπεδα κίτρινα πρόσωπά τους κα λυμμένα με τρίχες σκληρές σα βελόνες, οι οποίοι ζάρωσαν τρέμοντας στα υπόγεια του σχολείου. Η κτηνώδης αντίθεση έθεσε επακριβώς τις προεκτάσεις της μονο μαχίας: επρόκειτο να είναι η Ευρώπη, εξευγενισμένη από είκοσι αιώνες πολιτι σμού ή οι άγριες ορδές της Ασίας, κτηνώδεις και μορφάζουσες πίσω από τα κόκ κινα εμβλήματα των Σοβιέτ; Οι μικροί εθελοντές μας είχαν επιλέξει. Είχαν πεθάνει τόσο γενναία όσο οποιοιδήποτε vieux grognards 6για το ιδανικό που έλαμπε στα νεανικά τους μάτια. Οι Κόκκινοι, ματωμένοι από αυτό το ξεκίνημα, υποχώρησαν πίσω στο δρόμο στα δυτικά και νοτιοδυτικά. Δεν ριψοκινδύνευσαν περαιτέρω εκ του σύνεγγυς μά χη στον τομέα αυτό, το σπαρμένο με τα πτώματα των συμπατριωτών τους. Αρκετά απεχθή γουρούνια περιπολούσαν μπροστά από τις σοβιετικές θέσεις, τρώγοντας χωρίς ενδοιασμό τα αναγουλιαστικά πτώματα που σάπιζαν γρήγορα στον ήλιο. Οι Κόκκινοι παρακολουθούσαν με φθόνο αυτά τα χοιρινά σαρκοφάγα καθώς κυλιόνταν, είκοσι μέτρα μακριά, μέσα στα πρασινίζοντα εντόσθια των συ μπατριωτών τους. Τελικά, κατάφεραν να πιάσουν ένα από αυτά. Τέτοια ήταν, στο Τιεριάκοβ, η σοβιετική ανθρωποφαγία, εφηρμοσμένη δια της μεσολαβήσεως ε νός ζώου.
& Κατορθώσαμε ν’ αποκτήσουμε όλες τις πληροφορίες που θέλαμε επί της καταστάσεως αυτών των εκλεπτυσμένων εραστών του χοιρινού κρέατος. Έ νας από τους νοσοκόμους μας, ένας κάποιος Μπροσέ, είχε πιασθεί αιχμάλω τος ενώ προσπαθούσε να διασώσει έναν πληγωμένο άνδρα, ο οποίος είχε κτυπη θεί στην άκρη του νερού. Οι Κόκκινοι τον μετέφεραν από q ^ 0 K io σε φυλάκιο. Ό μω ς ένας μεγάλος αριθμός στρατιωτών είχε μάθει τη ρωσσική γλώσσα. Ή ταν εκπληκτικά επινοητικός. Κουβέντιαζε μαζί τους με ευστροφία, μέχρι που τελικά μεταφέρθηκε στα μετόπισθεν. Είχε αρκετό χρόνο να εντοπίσει τις εχθρικές θέσεις και να μετρήσει την ισχύ τους. Το σκοτάδι έπεσε κατ<* τη διάρκεια της πορείας. Το μονοπάτι ακολουθούσε μια βαθιά ρεματιά. Ο νοσοκόμος μας έκανε ένα άλμα και κατρακύλησε στο γκρεμό. Ασε τους Ρώσσους να ρίχνουν απανωτές τουφεκιές για όσο θέλουν, ο Μπροσέ ήταν σκαστός!
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
135
Έχασε δέκα φορές το δρόμο του. Στο πρώτο φως του πρωινού είδαμε ένα κεφάλι να ξεπροβάλλει από ένα βάλτο πενήντα μέτρα μπροστά μας. Ή ταν ο γενναίος φι λαράκος μας. Έκανε έρποντας όλη την απόσταση και έφθασε με ασφάλεια σε μας, τόσο λασπωμένος και πράσινος όσο ένας ιπποπόταμος του Νίγηρος. Από εκείνη τη στιγμή και μετά οι Κόκκινοι ήταν τελείως περιορισμένοι στα δυτικά, σφυροκοπημένοι από τα Πακ μας σε όλο το δρόμο για τις κρυψώνες τους στο δάσος. Παρέμεναν έτσι στα σύδενδρα με τις βελανιδιές που επικρέμονταν απειλητικά από πάνω μας στα νοτιοανατολικά και από τα οποία το σοβιετικό τάγμα όλμων μας απειλούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Από την αυγή ως το σούρουπο έπρεπε υ ποχρεωτικά να περιχαρακωθούμε σε καταφύγια ανοιγμένα στο ασβεστολιθικό έ δαφος ή κάτω από τις ίσμπες. Ο διοικητής μας, αποπειρώμενος μια σύντομη επι θεώρηση, είχε παρά τρίχα ξεφύγει τρεις εκρήξεις βλημάτων. Έ πρεπε να εκκαθαρίσουμε τα υψώματα και να εκτοπίσουμε τους διαβολικούς "πατατο-εκτοξευτές", όπως ανελλιπώς τους αποκαλούσαν οι στρατιώτες. Έ νας α πό τους λόχους μας περικύκλωσε επιδέξια τον εχθρό και σφυροκόπησε το ρωσσικό τάγμα με όλη του τη δύναμη. Αλλά πλήρωσε ακριβά γι’ αυτήν την αντεπίθεση. Έ να βλήμα είχε φονεύσειτον πανεθνικό ηγέτη της Ρεξιστικής Ν εολαίας, τον Κοσμήτορα Γιαν Χ άγκεμανς, προηγουμένως έναν κομμουνιστή φοιτητή στο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών ο ο ποίος, προσηλυτισμένος στην ιδέα μας, είχε γίνει ο κήρυκαςτης μεγαλειωδέστερης των αρχαίων Κάτω Χωρών μας και ένας επικός καθοδηγητής που συνάρπα ζε, αγαπούμενος με πάθος από τη νέα γενιά. £ Το Τιεριάκοβ είχε απελευθερωθεί κατά ένα μέρος μόνο. Κάθε μέρα οι έξοδοί μας απωθούσαν τον εχθρό, αλλά οι στρατιώτες μας δε θα επέστρεφαν καλά-καλά στις ίσμπες προτού να ξαναρχίσει το τουφεκίδι εκατό μέτρα πίσω τους. Μόλις που είχαν αρκετό χρόνο για να χωθούν στα πολυβολεία. Ο αντίπαλος συσπειρωνόταν, κατόπιν ξεχυνόταν πάλι πίσω σαν ένα ακορντεόν θανάτου. Επίλεκτοι σοβιετικοί σκοπευτές σκαρφάλωναν στα δένδρα σαν ιαγουάροι. Κάποιες φορές θα διακρίναμε έναν από αυτούς, ύστερα θα σκοπεύαμε προσεκτικά. Το κορμί θα κλονιζό ταν και θα έπεφτε στη γη ή θα κρεμιόταν στα κλαδιά. Αλλά οι περισσότεροι από αυτούς τους μπολσεβίκους αναρριχητές ήταν αόρα τοι. Μια δωδεκάδα από εκείνους θα ανέοτελαν όλες τις κινήσεις. Ή ταν αδύνατον το να κάνεις δέκα μέτρα σε μερικώς δασωμένο έδαφος. Το Τιεριάκοβ ήταν περικυκλωμένο από ελεύθερους σκοπευτές, φειδομένων των φυσιγγίων τους και εκ πληκτικά επιδεξίων. Το ίδιο μας έκανε, η παρενόχλησή τους δεν μπορούσε να μεταβάλλει την πραγ ματικότητα: το Τιεριάκοβ είχε σωθεί. Οι Κόκκινοι δε διέθεταν τη δύναμη να ξαναπάρουν το πέρασμα, το οποίο ήταν απαραίτητο στις επιθέσεις τους.
136
Λ εον Ν τεγκρελ
Ή μασταν σι μοναδικοί που είχαμε διατηρήσει μια προκεχωρημένη θέση στα Καυκασιανά δάση στα νοτιοδυτικά. Παντού αλλού οι δυνάμεις μας είχαν υποχω ρήσει. Το Τιεριάκοβ κρατούσε, ένας πολιορκητικός κριός απέναντι στο σοβιετι κό τομέα. Από εκεί ήταν που ξεκινήσαμε την τελευταία επίθεση του Δυτικού Καυκάσου τον Οκτώβριο. Η μεραρχία μας γλίσιρησε πιο μακριά στα νότια. Αφού είχαμε αντικατασταθεί από δυνάμεις της Μ εραρχίας SS "Wiking", λάβαμε μέρος σε αυτήν τη μετακίνη ση. Έ να φωτεινό απόγευμα στα τέλη του Αυγούστου, αφήσαμε τους τάφους των νεκρών μας και ξεκινήσαμε προσεκτικά, διασχίζοντας τα βελανιδοδάση της δύσεως, όπου ακόμη περιπολούσε ο εχθρός. Η ομάδα μας σχεδόν διασταυρώθηκε με το μονοπάτι μιας μακριάς γραμμής σοβιετικών στρατιωτών. Ή τα ν επτά ή ο κτώ φορές περισσότεροι από εμάς. Πέρασαν επί ενός ψηλού βράχου, αρκετά μέ τρα πάνω από τα κεφάλια μας, δίχως να μαντεύουν την παρουσία μας ανάμεσα στους θάμνους όπου περιμέναμε, τα δάκτυλά μας επάνω στις σκανδάλες μας. Μετά από μια δίωρη πορεία ήλθαμε σ’ ένα μικρό χωριό, σαν ένας κόκκος χρυ σού μεταξύ των ψηλών γαλάζιων κορυφών. Ή τα ν το Κουμπάνο-Αρμυάνσκυ, ένα χωριουδάκι ιδρυθέν στον Καύκασο από μια φάρα Αρμενίων φυγάδων των ημερών του Τσάρου. Παράξενοι δαμασκηνόχρωμοι νέοι, με μικρές κεφαλές κουκουβα γιών κουρνιασμένων σε ξύλινους στύλους μπροστά από τις καλύβες, ακίνητες σα φετίχ.
Αρμενία Ο μήνας του Σεπτεμβρίου του 1942 ήταν ένας μήνας ξεκούρασης για τις μ ε ραρχίες στο Δυτικό Καύκασο. Η γερμανική έφοδος του δευτέρου ημίσεω ςτου Αυγούστου είχε αποτύχει λόγω της ελλείψεως αρκετών στρατευμάτων για ν’ ανοί ξουν το δρόμο και να διασφαλίσουν τον έλεγχο των κατακτημένων ζωνών μέσα στα δάση. Οι δυνάμεις που εοτάλησαν μπροστά θα είχαν ίσως επαρκέσει εάν μπο ρούσαν να έχουν, όπως τον Ιούλιο, αρχίσει μια επίθεση σε ανοικτές εκτάσεις. Αυτή η εύκολη διαδρομή, ωστόσο, δεν ήταν πια ανοικτή. Ο εχθρός είχε αναμείνει υπο μονετικά μέχρι που είχαμε πορευθεί χίλια διακόσια χιλιόμετρα σχεδόν και βρισκόμασθαν μπλεγμένοι μέσα στη ζούγκλα. Ό τα ν ήμασταν για τα καλά κολλημέ νοι στα περάσματα και σιις ρεματιές, αποκομμένοι από τα μετόπισθέν μας από χιλιόμετρα σκιερών δρυμών, τότε οι αντάρτες εξαπέλυσαν τις επιθέσεις τους, βί αιες, συχνά αόρατες, πάντα δολοφονικές. Σε πολλά μέρη έπρεπε να υποχωρήσουμε. Επιπλέον, έπρεπε να περιμένουμε την άφιξη των ενισχύσεων. Δίχως νέες μεραρχίες οποιαδήποτε περαιτέρω προώ θηση θα ήταν αδύνατη. Έτσι, περιμέναμε. Το αρμένικο χωριό του Κουμπάνο-Αρμυάνσκυ είχε καταληφθεί από έναν από
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
137
τους λόχους μας την ίδια ημέρα που είχαμε πάρει εξ εφόδου το Τιεριάκοβ. Ο ε χθρός δεν είχε απαντήσει, είχε τραβηχθεί πίσω, πέρα από τις ανοικτές εκτάσεις. Το μέτωπο σταθεροποιήθηκε κοντά στα περίχωρα του δάσους. Δεν είχαμε ποτέ δει ένα χωριό σαν αυτό. Οι ίσμπες δεν ήταν άλλο πια κτισμένες επάνο) στη γη, όπως σιη στέππα. Αντιθέτως, ήταν υπερυψωμένες επάνω σε γερούς πασσάλους, για το φόβο το)ν άγριων θηρίων, που θα άφηναν το δάσος το χειμώνα και θα έρχονταν να τριγυρίσουν και τραφούν στη μικρή κοιλάδα. Επάνω σε αυτά τα οχυρώματα οι Αρμένιοι ήταν ασφαλείς. Οι στάβλοι ήταν βαλμένοι τέσσερα ή πέντε μέτρα ψηλά. Οι άνθρωποι έπαιρναν περισσότερες προφυλάξεις για τα ζω ντανά, παρά για τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Με μεγάλη προσπάθεια θ’ ανύ ψωναν το κοπάδι σε αυτές τις κούρνιες, όπου θα περνούσαν τους μήνες του χιονι ού σε ειρήνη, ενώ αγέλες λιμασμένων λύκων ούρλιαζαν από κάτω τους. $ Οι κάτοικοι είχαν προσεκτικά διατηρήσει τις συνήθειες των φυλών της Μικράς Ασίας. Οι γυναίκες είχαν τα μακρόστενα μάτια, μαύρα-κάρβουνο και λοξά σαν α μύγδαλα, που βλέπει κανείς στην Κρητική κεραμική. Ζούσαν ανάμεσα σε εκα τομμύρια μυϊγών, ανακατεύοντας για ώρες και (όρες με τα δάκτυλα των ποδιών τους ένα φινετσάτο, λεπτοκαμωμένο βαρέλι γεμάτο γάλα, το οποίο κρεμόταν από την οροφή με ένα σχοινί. Μετά από κτύπημα μισής ημέρας θα έβγαζαν ένα ημιυγροποιημένο βούτυρο. Το γάλα ήταν γάλα βουβαλιού, από τις αργές συντρόφους των μεγάλων μαύρων ταύρων των οποίων τα προγούλια κρέμονταν σα βόες, ίσια κάτω στη γη. Το χωριό καλλιεργούσε το αναπόφευκτο καλαμπόκι, τους λαμπερούς σπόρους του οποίου οι χωρικές ξέραινα στο χώμα προτού τους απελευθερώσουν από το με ταξένιο τους περίβλημα. Η ύπαιθρος προξενούσε ακόμα περισσότερο δέος απ’ ότι στο Τιεριάκοβ. Ό ταν γυρίζαμε από περίπολο στο τέλος της ημέρας, αναγκαζόμασθαν να σιαματήσουμε είκοσι φορές, τόσο συναρπαστικό ήταν το μεγαλείο του ουρανού και των κο ρυφών. Τα βουνά υψώνονταν σε οροσειρές, κάθε μία ένας διαφορετικός τόνος, κυλώντας από το χρυσό και κόκκινο στο μοβ και βιολετί. Οι προσόψεις των μεγά λων βράχων, φωτισμένες από πίσω, θα ήταν κιόλας σκοτεινές, ένα απαλό σαν του μεταξιού μαύρο. Το Κουμπάνο-Αρμυάνσκυ, μέσα σιην τάφρο της κοιλάδος θα βυθιζόταν σ’ ένα βαθυγάλαζο λυκόφως, οι λευκές εσάρπες λίγων βραδινών φωτιών να πλέουν ακόμη επάνω από τις κορυφές των καμινάδων. Θα πηγαίναμε αργά προς τα κάτω, μην παύοντας ποτέ να παρακολουθούμε α νάμεσα από τους κορμούς των δένδρων, τα ζαλιστικά χρώματα που στόλιζαν τους βράχους και το χο)ριό να πνίγονται μέσα σιη λαμπερή, γαλάζια σκιά. Για να φθάσουμε στο διοικητήριο της 97ης Μεραρχίας έπρεπε να διασχίσουμε περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα κατά μήκος της κορυφής των βουνών. Καβαλίκευα
138
A eon Ν τεγκρελ
ένα μικρό ρωσσικό άλογο που πιανόταν σταθερά σαν αγριοκάτσικο στις στενότε ρες ράχες, επάνω από αβύσσους λαξευμένες από αφάνταστα ψηλούς, κοφτούς βράχους. Επιτέλους, ένα απίστευτο πανόραμα απλωνόταν μπροστά μας, μια με γάλη λιμνοθάλασσα περικλεισμένη από απόκρημνους βράχους χίλια μέτρα ψ η λούς. Στον απώτερο πυθμένα της έλαμπε ένα τετράγωνο κίτρινου φωτός. Ή ταν ε κεί που βρισκόταν το χωριό. Πήρε μια ώρα για να το φθάοω. Το άλογο θα έμπηγε τις οπλές του σα νύχια α νάμεσα στους βράχους που κατρακυλούσαν. Ύστερα θα φθάναμε έναν αχνοπράσινο χείμαρρο, κρύο-πάγο και θορυβώδη. Σύντομα ο σύνδεσμος έγινε αδύνατος. Οι Κόκκινοι, βλέποντας την ορμή μας αμβλυμένη, πέρασαν από την αμυντικότητα στην επίθεση. Δε μας όρμησαν με ολό κληρα τάγματα, όπο)ς στο Τιεριάκοβ, αλλά διείσδυσαν σε μικρές ομάδες, σε όλο το εύρος των άγριων δασών, όπου αιωνόβιες βελανιδιές, ανεμοδαρμένες, μπέρ δευαν τους μαυρισμένους τους κορμούς, εκεί όπου χίλια σκοτεινά ρουμάνια προσφέρονταν για ενέδρα. Οι περίπολοί μας κινούνταν με δυσκολία δια μέσου εκείνης της συμπαγούς, δί χως μονοπάτια ζούγκλας, της οποίας τα μυστικά κανένας χάρτης δεν κοινολο γούσε. Ευτυχώς, οι πληθυσ μ οί των ξέφώτων ήταν σφ οδρά αντιμ πολσ εβικικοί. Ορισμένοι από τους Αρμένιους χωρικούς μας απομακρύνθηκαν γύρω στα δεκα πέντε ή είκοσι χιλιόμετρα από το Κουμπάνο-Αρμυάνσκυ. Δύο ημέρες αργότερα επανεμφανίσθηκαν, φέρνοντάς μας ένα μακρύ γλωσσίδι στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού. Το μίσος που οι χω ρικοί ένιωθαν για το σοβιετικό καθεστώς μας εξέπληξε. Πτωχοί, ακόμα και άθλιοι, όφειλαν να έχουν δελεασθεί από τον μπολσεβικισμό. Αντιθέτως, τον έτρεμαν τόσο πολύ που διακινδύνευαν καθημερινά τις ζωές τους για να μας βοηθήσουν να τον πολεμήσουμε. Έ νας γκριζαρισμένος γέρος χωρικός, τον οποίον οι Κόκκινοι είχαν καταδικάσει σε πολλά χρόνια καταναγκαστικής ερ γασίας, έφερε τη μαρτυρία μιας ιδιαιτέρως φανατικής προσηλώσεως. Φορώντας ελαφρά σανδάλια από χοιρόδερμα, κινούμενος παντού στα κλεφτά, οδήγησε τις ημερήσιες περιπόλους μας. Αρκετοί από τους Αρμένιους οδηγούς μας έπεσαν στα χέρια των μπολσεβίκων και κατακρεουργήθηκαν. Ο ζήλος του χωριού δε μειώθηκε στο ελάχιστο.
£ Π αρ’ όλα αυτά η κατάστασή μας γινόταν ακόμα περισσότερο επισφαλής. Ο ε χθρός δεν ήταν πουθενά, ωστόσο βρισκόταν παντού. Κάναμε αναγνωριστικές α ποστολές που διήρκεσαν ημέρες ολόκληρες. Διειοδύοντας βαθιά εντός του εχθρι κού τομέως, δε θα βλέπαμε ούτε μια φευγαλέα σκιά καν. Την επόμενη ημέρα, στις πύλες του χωριού μας, ένας καταιγισμός πυρών όπλων από μια πυκνή συστάδα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Λ χλτολλς
139
πουρναριών θα φόνευε αρκετούς από τους άνδρες μας. Τελικώς, ήμασταν εντελώς περικυκλωμένοι από αυτούς τους αόρατους εχθρούς, που φώλιαζαν κάτω από τα δένδρα, οπουδήποτε μπορούσαν, σαν αγριογούρου να και που ζούσαν με ξινόμηλα και πλιάτσικο. Δεν μπορούσαμε πια να επικοινωνήσουμε με τη μεραρχία παρά δια του ασυρ μάτου. Οι σύνδεσμοί μας με τα μετόπισθεν απαιτούσαν προσεκτικά οργανωμέ νες αποστολές, στις οποίες έπρεπε να δεσμεύσουμε κάθε φορά το ήμισυ του τάγ ματος. Επρόκειτο να μάθουμε με κόστος μας την έννοια του ανιαρτοπολέμου με τον ασιατικό τρόπο.
Σε Επιφυλακή Ο αριθμός των στρατιωτών ήταν μικρής σημασίας σε αυτόν τον πόλεμο των πα γίδων με εκρηκτικά, τον διεξαγόμενο βαθιά στα δάση του Καυκάσου. Τρεις ενεδρεύοντες, ζαρωμένοι ανάμεσα στα θαμνώδη αγκάθια, σε μια ευνοϊκή τοποθεσία, μπορούσαν να μακελέψουν μια περίπολο μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Θα το έσκαγαν το ίδιο γρήγορα όπως κτύπησαν και την επόμενη ημέρα στήνουν μια άλ λη ενέδρα κάπου αλλού. Έ πρεπε να φέρνουμε εφόδια από τη βάση σιη Σιρβάνσκαγια, μια δωδεκάδα χι λιομέτρων από τις θέσεις μας στο Κουμπάνο-Αρμυάνσκυ. Δις εβδομαδιαίως, αρ κετές άμαξες, συρόμενες από μεγάλα βόδια, θα πορεύονταν τόσο μακριά όσο το χωριό του Παπαρότνυ, θα διέσχιζαν κατόπιν το πυκνό βελανιδοδάσος, μια από σταση πέντε ή έξι χιλιομέτρων. Το μονοπάτι ήταν στενό και πνιγμένο στα αγριό χορτα. Ερχόμενη σε μια μικρή ρεματιά με απότομες όχθες, της οποίας η ξύλινη γέ φυρα είχε καταστραφεί, η φάλαγγα των οχημάτων θα κατέβαινε στη χαλικώδη κοί τη του ποταμού. Αφού την ακολουθούσαν για εκατό περίπου μέτρα, η φάλαγγα ε φοδιασμού θα επανεισερχόταν στις μεγαλοπρεπείς βελανιδιές και στα πουρνάρια. Μια μέρα οι Ρώσσοι, που ήταν κρυμμένοι για ενέδρα, άφησαν τα βόδια να πλη σιάσουν εντός δύο μέτρων από τη λόχμη τους. Η βολή τους έριξε κάτω άνδρες και βόδια. Μόνον δύο από τους σιρατιώτες μας κατόρθα)σαν να καλυφθούν σ’ ένα σύδενδρο. Το υπόλοιπο της συνοδείας είχε σφαγιασθεί προτού μπορέσουν καν να κινήσουν ένα μυ. Από εκεί και ύστερα έπρεπε αναγκαστικά να στέλνουμε τους μισούς άνδρες μας, δις εβδομαδιαίως, να συναντούν τη φάλαγγα στο Παπαρότνυ. Οι άνδρες μας θα κτένιζαν μεθοδικά το δάσος και από τις δύο πλευρές του μονοπατιού. Θα περιμέναμε εναγωνίως. Η φάλαγγα έφθανε σε γενικές γραμμές προς τις έξι η ώρα το βράδυ. Τα μάτια μας δε θ’ άφηναν το ξέφοπο από το οποίο το μονοπάτι του δάσους ξεπρόβαλε από τα δεξιά, στην κορυφή της πλαγιάς. Θα ακούγαμε τον κρότο των πυρών πολυβόλου και την έκρηξη των χειροβομβί δων ν’ αντηχούν κατευθείαν στο τέρμα της κοιλάδος. "Υστερα θα βλέπαμε μια ά
140
A eo n Ν τεγκρελ
μαξα να ξεπροβάλλει, ΰοτερα κι άλλες, κυλώντας κάτω την πλαγιά. Ασθμαίνοντας, οι άνδρες μας θα έφερναν τους τραυματίες στο αναρρωτήριο. Την επόμενη μέρα θα έπρεπε να περιπολήσουμε πάλι προς την κατεύθυνση του Παπαρότνυ. Το να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε το μονοπάτι θα σήμαινε το να συνθηκολογήσουμε. Οι άνδρες ήταν αποκαρδιωμένοι από τις ενέδρες, έτσι ανέλαβα τη διοίκηση των στρατιωτών που διατηρούσαν το σύνδεσμο. Προκειμένου ν’ αποφύγουμε μια γενική σφαγή, θα βάδιζα είκοσι μέτρα μπροστά από αυτούς. Θα ξεφυσούσαμε ένα μεγάλο αναστεναγμό ανακούφισης όταν τελικά φθάσαμε στα άλση με τις μηλιές και δαμασκηνιές του Παπαρότνυ, το σύνορο της αφθονίας και της γαλήνης. £ Οι μπολσεβίκοι θα έρχονταν και θα ξάπλωναν περιμένοντας για ώρες, σαν α ι λουροειδή που παραμονεύουν για τη λεία τους, αρκετές δωδεκάδες μέτρα από τις ίσμπες μας. Δεν μπορούσαμε να ξεκουραοθούμε παρά εντελώς ντυμένοι, τα πο λυβόλα μας στο πλευρό μας. Οι καπνισιές μας, αδιάφορο το πόσο απελπισμένοι γίνονταν, θα δίσταζαν προτού βρουν τρόπο να συρθούν σα σκουλήκια στα χωρά φια του αρμένικου καπνού. Έ να απόγευμα ένας από τους μάγειρές μας ήθελε να ξεθάψει λίγες πατάτες από ένα χωράφι σε μια πλαγιά που συνόρευε με το δάσος. Οι Κόκκινοι ήταν ξαπλωμένοι στη γη σε μια λόχμη από βάτα. Τον άφησαν να έλ θει πολύ κοντά. Μια ριπή από πυρά όπλου και ο μάγειρας έπεσε, πυροβολημένος στο πόδι. Οι μπολσεβίκοι πήδηξαν επάνω του και τον τράβηξαν μέσα στις φυλ λωσιές. Με δύο άνδρες όρμηξα σε καταδίωξη. Μπορούσαμε ν’ ακούσουμε τις κραυγές του άτυχου, πληγωμένου άνδρα καθώς οι εκτελεστές του τον έσερναν επάνω σε χα λίκια και ρίζες. Οι Κόκκινοι αναγκάσθηκαν να τον αφήσουν ελεύθερο, ακριβώς ενώ ήμουν στο σημείο να τους πιάσω. Ό τα ν έσκυψα πάνω από τον καημένο σύ ντροφό μας, με κοίταξε με τα αγαθά του μάτια γεμάτα δάκρυα. Από το στόμα του εξήλθε α 4 )ρός από αιματηρές φυσαλίδες. Η σοβιετική περίπολος, πριν τον εγκαταλείψει, είχετρυπήσειτο στήθος του με κάπου δέκα μαχαιριές. Βόγκηξε, οι πλη γές του να πάλλουν λες και ήταν ζωντανά πράγματα. Πάλεψε ενάνπα στο θάνατο για μισή ώρα. Έ πρεπε να σκεπάσουν το πρόσωπό του με μια κουνουπιέρα, οι μύγες βούιζαν γύρω από τα αιματοβαμμένο του στό μα. Τοδικτυωτότρεμούλιασε μια τελευταία φορά. "Μαμά! Μαμά!", επανέλαβε με εκείνη τη φωνή του παιδιού που έχουν οι άνδρες τη σαγμή που πεθαίνουν. Τον θάψαμε δίπλα στους άλλους στην κορυφή μιας πλαγιάς. Είχαμε περικυκλώαειτο μικρό νεκροταφείο με συμπαγείς ξύλινους πασσάλους για να το προστατεύ σουμε από τα άγρια θηρία το Χειμο>να. Αλλά ποιοι ήταν οι αγριότεροι, τα θηρία του δάσους ή οι Μπολσεβίκοι που, απαξιώνταςτην τίμια μάχη, θα κρύβονταν στο έδαφος σα δολοφόνοι για να ενεδρεύσουν και μαχαιρώσουν τα θύματά τους;
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
141
Οι προετοιμασίες για τη νέα γερμανική επίθεση πλησίαζαν να τελειώσουν. Κάθε μέρα, λίγο πριν το σούρουπο, τα σοβιετικά αεροπλάνα θα έρχονταν, τρία τη φο ρά, για να επιτηρήσουν τον τομέα. Έ να ή δύο σκάφη, κτυπημένα από τα αντιαε ροπορικά, θα στροβιλίζονταν κάτω μέσα στις φλόγες, ενώ αλεξιπτωτιστές θα χό ρευαν επάνω από το δρυμό. Έ να πρωινό στις αρχές Οκτωβρίου δωδεκάδες γερμανικών Στούκας πέρασαν επάνω από τα κεφάλια μας και βούτηξαν ίσια κάτω μπροστά στο Τιεριάκοβ. Επέστρεφαν ώρα με την ώρα. Τα βουνά βροντούσαν υπόκωφα. Η φθινοπωρινή επίθεση είχε ξεκινήσει. Στις 8 Οκτωβρίου του 1942, προς το τέλος της ημέρας, αρχίσαμε επίσης να προ ελαύνουμε. Κ οιτάξαμε κάτω στην κοιλάδα για μια τελευταία φ ορά, όπου το Κουμπάνο-Αρμυάνσκυ κείτεται γαλάζιο στις πρώτες σκιές. Κάτω εκεί οι νεκροί μας αναπαύονταν πίσω από μεγάλους μαύρους πασσάλους γύρω από τους οποί ους, στα επικείμενα χιόνια, θα περιφέρονταν απειλητικά οι λιμασμένες μουσούδες και οι νευρικές πατούσες των λύκων. Εδώ κι εκεί τα πράσινα βουνά ξεδίπλω ναν κόκκινες και φαιές σημαίες, λάβαρα του φθινοπώρου που έλαμπαν στις χρυ σαφένιες φλόγες του σούρουπου. Ύ στερα έπεσε η νύκτα. Πορευθήκαμε σιωπηλά μέχρι το πρωί, κάτω από ένα θόλο μεγαλειωδών βελανιδιών, διαπερασμένο από τις ασημωπές και χορευτές φω τιές εκατομμυρίων άστρων.
Ζούγκλες και Ό ρ η Η επίθεση του Οκτωβρίου του 1942 στο μέτωπο του Καυκάσου αναμενόταν α πό πολύ καιρό. Άρχισε μέσα σε μια ατμόσφαιρα ταλαιπωρίας. Τον προηγούμενο Αύγουστο η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση είχε επιτεθεί στον τεράστιο, συμπαγή όγκο επί δύο πλευρών: στα νοτιοανατολικά κατά μήκος του Ποταμού Τερέκ στην κατεύθυνση των πετρελαιοφόρων πεδίων του Μπακού- στα νοτιοδυτικά, ο τομέας μας, στην κατεύθυνση του Μπατούμι και του τουρκικού συ νόρου. Η μάχη του Τερέκ υπήρξε πολύ τραχιά, δίχως ν’ αποδώσει αποφασιστικά απο τελέσματα. Οι γερμανικές τεθωρακισμένες μεραρχίες είχαν σταματηθεί κοντά στο Γκρόζνυ. Τον Οκτώβριο δεν προχώρησαν πολύ παραπέρα. Η ώθησή μας προς τοΆντλερ είχε επίσης αποτύχει. Η ώθηση του Ο κτωβρίου δεν είχε άλλο στόχο πια από του να φθάσουμε τη Γεωργία και την Υπερκαυκασία. Ανέλαβε ως αντικειμενικό της στόχο το Τουάπσε στη Μαύρη θάλασσα και τον έλεγχο του αγωγού που τερμάτιζε σε αυτό το λιμά νι. Ο αγωγός δεν ήταν πιο χονδρός από το κορμί ενός παιδιού. ΓΓ αυτόν το μαύρο σωλήνα επρόκειτο να πολεμήσουμε για εβδομάδες κι εβδομάδες. Οι μόνες πετρελαιοπηγές που πήραμε προτού οι Κόκκινοι μπορέσουν να τις
142
A eo n Ν τεγκρελ
πυρπολήσουν ήταν ον πηγές του Μαϊκόπ. Αυτά τα πετρελαιοφόρα στρώματα βρί σκονταν στην πραγματικότητα στο Νεφτεγκόρσκ, ανάμεσα στο Μαϊκόπ και στο Τουάπσε. Οι εγκαταστάσεις είχαν δυναμιτισθεί από τους Κόκκινους. Το πετρέ λαιο συνέχισε να εξαπλώνεται, σκεπάζοντας όλα τα ποτάμια με την παχύρρευστη πλημμύρα του, βάφοντας καφετιά τα βούρλα και τα φυτά. Με την οργανωτική τους διάνοια οι Γερμανοί ξεκίνησαν για να επαναφέρουν αυτές τις πηγές σε λειτουρ γία. Το πετρέλαιο ήταν εξαιρετικά πλούσιο και ιδιαίτερα κατάλληλο για αεροπο ρικό καύσιμο. Ό τα ν φθάσαμε στο Νεφτεγκόρσκτο πρωί της 9ης Οκτωβρίου, ή μασταν απολύτως κατάπληκτοι με το να δούμε τι, μέσα σε ενάμιση μήνα, είχαν καταφέρει οι γερμανοί μηχανικοί. Μεγάλα κτίρια από τούβλο, ολοκαίνουργια, έ στεκαν απόλυτα ολοκληρωμένα. Έ πρεπε να τελειώσουμε τη δουλειά μας με το να καταλάβουμε τον αγωγό ως πέ ρα στο Τουάπσε, έτσι ώστε να μπορούσε να εγχύσει εκατομμύρια λίτρων από το πο λύτιμο αυτό υγρό στα πετρελαιοφόρα της Μαύρης Θάλασσας. Εκείνη ήταν η δου λειά μας ως στρατιωτών. Η φθινοπωρινή επίθεση θα ήταν τόσο πολύ μια οικονομι κή επιχείρηση, όσο και μια στρατιωτική. Αυτή δε θα ήταν η πρώτη φορά, ούτε α ναμφίβολα η τελευταία, που χιλιάδες στρατιωτών θα έπεφταν για πετρελαιοπηγές.
& Η εθνική οδός και η σιδηροδρομική γραμμή από το Μαϊιςρπ στο Τουάπσε υπε ρασπίζονταν ισχυρώς από τους Κόκκινους, οι οποίοι γνώριζαν τόσο καλά όσο κι εμείς τη σημασία αυτού του διακαώς επιθυμητού αγωγού. Τον Αύγουστο τα άρ ματα μάχης είχαν πάρει εξ εφόδου τα σοβιετικά οδοφράγματα δίχως να πάθουν από εκείνα ούτε ένα βαθούλωμα. Στις αρχές του Οκτωβρίου του 1942, η γερμανι κή Ανωτάτη Διοίκηση έριξε τις μεραρχίες εφόδου της, στις οποίες ήμασταν εντεταγμένοι, σε μια καλοσχεδιασμένη επιχείρηση. Μέσα από δασωμένα βουνά που ορθώνονταν σε υψόμετρα χιλίων μέτρων ή πιο πολύ, στερουμένων οποιουδήποτε μονοπατιού, δεκάδες χιλιάδες πεζικαρίων ερχομένων από ανατολή και νότο θα πελεκούσαν με τσεκούρια ένα πέρασμα για τους ίδιους. Προχωρώντας στάδιο το στάδιο, θα πλαγιοκοπούσαν τις γραμμές του εχθρού συνδεόμενοι στα μετόπισθέν του, επί του δρόμου του Τουάπσε, στα είκοσι, κατόπιν στα σαράντα, ύστερα στα πενήντα χιλιόμετρα πέρα από το Νεφτεγκόρσκ. Οι μεραρχίες καταδρομών μας, ειδικές στις ορεινές επιχειρήσεις, οδηγούσαν το δρόμ ο7. Αφήσαμε το πετρελαιοφόρο λεκανοπέδιο μέσα σε μια ορμητική βρο χή. Μετά από δύο ημέρες πορείας δια μέσου ελών, αντικρίσαμε τα μεγάλα όρη, φρεσκοεπιχρυσωμένα από τον ήλιο. $ Τα δάση, αφάνταστα μπερδεμένα, ήταν γεμάτα με γιγαντιαίες βελανιδιές που ποτέ δεν είχαν νιώσει το τσεκούρι και χιλιάδες κυπαρισσιών που ανέδιδαν ένα θαυ μάσιο, δριμύ άρωμα.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
143
Α ναρριχηθήκαμε στην κορυφή, όπου οι Κόκκινοι είχαν μείνει σ’ ένα μεγάλο στρατόπεδο, διάσπαρτο ακόμα από λάφυρα. Μέσα από ανοίγματα στα σύννεφα είδαμε ένα μεγαλειώδες πανόραμα από δάση βελανιδιών, πράσινων ακόμα, διά στικτων με τα χρυσαφένια φύλλα των ξινομηλιών, ήδη ηττημένων από το φθινό πωρο. Κατηφορίσαμε με ορμή τις πλαγιές. Τα άλογα θα ολίσθαιναν επάνω στις οπλές τους για δέκα ή δεκαπέντε μέτρα- συγκροτούσαμε τους εαυτούς μας με το ν’ αρ παζόμαστε στις ρίζες. Στρατοπεδεύσαμε κάτω α π ό τ’ αστέρια σε μια μικροσκοπική πολίχνη με το αστείο όνομα Τραβαλέρα. Περισσότεροι των εκατό στρατιω τών είχαν πέσει σε μια επίθεση κατά αυτών των λίγων, άθλιων αχυροκαλύβων. Αυτό ήταν το τελευταίο χωριουδάκι. Κατόπιν υψωνόταν το δάσος, δωδεκάδες χιλιομέτρων βαθύ, άγριο σαν την κογκολέζικη ζούγκλα. £ Ο στρατός πάνω απ' όλα πολέμησε με το τσεκούρι, το πριόνι και την αξίνα. Η αιχμή του δόρατος θα ακολουθούσε τα χνάρια του εχθρού, θα τον απωθούσε μα κριά, χιλιόμετρο το χιλιόμετρο. Πίσω τους, εκατοντάδες ανδρών του μηχανικού άνοιγαν μια δίοδο κομμένη κομματάκι - κομματάκι δια μέσου τρομακτικών ε μποδίων, μέσα από τα ίδια τα βουνά. Αυτό αψηφούσε το πιστευτό. Το μονοπάτι αυτό στεφόταν από δεκάδες χιλιάδες κορμών, στεριωμένων στις προεξοχές του βράχου που κούρνιαζε επάνω από ιλιγγιώδεις χαράδρες και ενισχυόταν από τοί χους πασσάλων. Οι πιο ισχυροί ελκυστήρες μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τέ λεια τα μονοπάτια αυτά για πολλά χιλιόμετρα, επιτρέποντάς τους να φθάσουντις κορυφές. Κάθε δύο ή τρία μέτρα τα έργα επιπεδούνταν για να επιτρέπουν τις δια βάσεις. Καθώς προχωρούσαμε, η διάβαση για τα οχήματα έγινε δυσκολότερη και στα ματήσαμε να τα χρησιμοποιούμε. Αντικαταστήσαμε τα τρακτέρ με χιλιάδες αιχ μαλώτων πολέμου μετατραπέντων οε αχθοφόρους. Μ πορούσαμε να νομίζουμε τους εαυτούς μας μέσα στις λόχμες του ισημερινού. Κάθε άνδρας μετέφερε στους ώμους του ένα εξαιρετικά επινοημένο ξύλινο κιβώτιο, στο οποίο θα σταθεροποι ούταν ίσως ένα κουτί πυρομαχικών, ίσως ένα παγούρι, πιθανώς ένας σάκκος τρο φίμων. Τα πάντα, περιλαμβανομένου του ποτού, έπρεπε να συσκευασθούν για να μεταφερθούν στην πλάτη. Οι γραμμές των αχθοφόρων προχωρούσαν, ο ένας με τά τον άλλο, ημέρα και νύκτα. Η μεραρχία μας είχε φέρει μαζί της αναρίθμητα μουλάρια, βαλμένα σε κοπά δια με έξοχο τρόπο. Εμείς οι Βαλλόνοι είχαμε κρατήσει αρκετά άλογα, αλλά δεν υπήρχε ο παραμικρός ορεινός χώρος βοσκής σ’ αυτά τα ύψη. Δεν κατείχαμε πια ούτε τόσο όσο μια χεριά τροφής, ούτε έναν κόκκο βρώμης. Αδυνατώντας να βο σκήσουν τα ζώα τους, οι οδηγοί τα τάιζαν με κλαριά σημύδων. Ασταμάτητα τα τσε κούρια τους πελεκούσαν τους κορμούς, ρίχνοντας τα ωραία δένδρα με τις εκατό-
144
Λ εον Ν τεγκρελ
ντάδες, αποκΑειοτικά για τα κλαδιά τους. Τα κτήνη βοσκοΰσαν άπληστα δεμάτια από πράσινα κλαριά, αλλά τα πλευρά τους γίνονταν ισχνότερα κάθε μέρα. Ενώ οι άνδρες του μηχανικού χάραζαν αυτήν την οδό προσεγγίσεως προς το δρό μο του Τουάπσε, χιλιάδες ορεινών στρατευμάτων και ημιονηγών περίμεναν, ατρατοπεδευμένοι σε καλύβες κτισμένες από τους ίδιους τους στρατιώτες. Πραγματικές δασουπόλεις ξεπετάχθηκαν. Κάθε Γερμανός έχει στην ψυχή του ένα ορεινό σαλέ. Κάποια από αυτά τα μικρά κτίρια ήταν αριστουργήματα από κομψότητα, άνεση και στερεότητα. Το κάθε ένα είχε ένα όνομα. Το πιο ασήμα ντο ονομάσθηκε, με καλό χιούμορ, "Οίκος της Γερμανικής Τέχνης". Το φθινόπωρο ήταν όμορφο. 0 α γευματίζαμε μπροστά από τις δενδροκαλύβες μας ανάμεσα στα φυτά των βράχων. Είχαμε κατασκευάσει τραπέζια από λευκό ξύλο και τοποθετήσει χοντροκομμένους πάγκους. Μόνο ο ήλιος διαπερνούσε τα κλωνάρια. Τα εχθρικά αεpoσκάq)η έψαχναν μάταια για τους χώρους στρατοπεδεύσεώς μας. Το βράδυ μπορούσαμε να δούμε, πέρα μακριά στις κοιλάδες, τους φλεγόμενους σ ιδηροδρομ ικούς σταθμούς της γρ α μ μ ή ς Μ αϊκόπ - Τ ουάπσε. Καιγόμενα τραίνα έλαμπαν από δεκαπέντε χιλιόμετρα μακριά. Μέσα από τα κιά λια μας μπορούσαμε να διακρίνουμε στην εντέλεια τους μαυρισμένους σκελετούς και τα ζωηρά κόκκινα τετράγωνα των διαμερισμάτων. Τ α Στούκας μας έκαναν τη ζωή αφόρητη για τις δυνάμεις της Ε.Σ.Σ.Δ.
£ Στο άλλο άκρο του δρυμού, τα προωθημένα στρατεύματα και το μηχανικό είχαν τελικά φθάσει σ’ ένα δασικό μονοπάτι το οποίο ενωνόταν, τρία χιλιόμετρα πιο πέ ρα, με την περίφημη εθνική οδό της Μαύρης θάλασσας. Οι Κόκκινοι το υπερα σπίζονταν μανιασμένα. Καταλάβαμε τους πιο ψηλούς βράχους μόνο μετά από δραματικό σώμα με σώμα αγώνα. Πολυάριθμα πτώματα, ημιαπανθρακωμένα α πό τις πυρκαγιές ανάμεσα στα δένδρα, ήταν σκορπισμένα στην καψαλισμένη γη. Ολόκληρη η μεραρχία μας ξεκίνησε για να καταφέρει το τελειωτικό πλήγμα. Βαδίσαμε προς τα πάνω στον ευφυώς κατασκευασμένο δρόμο. Σε κάθε καμπύλη έξυπνες πινακίδες, ζωγραφισμένες όχι με λίγο ταλέντο, θα επισήμαιναν τους κιν δύνους, επ ί του προκειμένου αρκετά φ ανερούς και χω ρίς τα σήματα! Πεισματάρικα μουλάρια, φορτωμένα με κιβώτια πυρομαχικών ή κατσαρόλες μα γειρείων, θα κλονίζονταν και θα έπεφταν με έναν κολασμένο πάταγο, τσακίζοντας τους εαυτούς τους επάνω σε βράχους εκατό μέτρα κάτω από τα πόδια μας. Φθάσαμε την κοιλάδα και ένα δρόμο φτιαγμένο από κούτσουρα που διέτρεχε ολόισια σαν ένας χάρακας μεταξύ δύο βραχωδών λόφων. Οι Κόκκινοι είχαν σα ρώσει αυτό το μονοπάτι ανηλεώς την περασμένη εβδομάδα. Κάθε γερμανική πε ρίπολος που είχε έλθει κοντά στις σοβιετικές θέσεις είχε αφανισθεί. Τα Στούκας σφυροκοπούσαν τα ρωσσικά πολυβολεία χωρίς σταματημό. Σε μια συγκεκριμένη ημέρα προξένησαν τόση πολλή ζημιά που κατορθώσαμε να κατα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
145
λάβουμε τα εχθρικά χαρακώματα, τα οποία είχαν γίνει ένα φρικτό νεκροφυλάκειο. Εκείνο το βράδυ ένας άλλος αξιωματικός κι εγώ πέσαμε επάνω σε σωρούς πτω μάτων συσσωρευμένων κατά τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδος. Βρίσκονταν σε μια τερατώδη κατάσταση αποσυνθέσεως. Συγκινήθηκα ιδιαιτέρως με το να δω μια σειρά Κόκκινων φονευμένων από μια ριπή πυρών πολυβόλου. Είχαν καταρρεύσει ο ένας επάνω στον άλλον σαν ένα σπίτι από τραπουλόχαρτα. Ο καθένας τους κρατούσε ακόμα το τόμμυ-γκαν του στα δάκτυλά του που σάπιζαν. Στις 06:00 άρχισα να φωτογραφίζω αυτήν τη μακάβρια σκηνή. Ακριβώς καθώς κοιτούσα μέσα από το στόχαστρο, νόμισα πως είδα ένα από τα πτώματα να κινείται ανεπαίσθητα. Παρόλο που σέρνονταν επάνω τους χιλιάδες αηδιαστικώ ν, κιτρινω πώ ν σκουληκιών, ήθελα να καθησυχάσω το νου μου. Πλησίασα, το πιστόλι στο χέρι, και ξαφνικά τράβηξα προς τα πίσω τα ενδύματα. Δύο μάτια, επίφοβα μέσα στη μανία τους, καρφώθηκαν επάνω μου σαν κάρβου να. Ή τα ν ένας Μπολσεβίκος διοικητής. Είχε ξαπλώσει ανάμεσα σε αυτήν τη σα πίλα από το προηγούμενο βράδυ, αφήνοντας τις λάρβες να τον κατασκεπάσουν. Είχε προσωπικά μια τελευταία επιθυμία στην οποία είχε ορκισθεί πως, ως ένας Ιουδαίος, ήταν αποφασισμένος να κάνει ο,τιδήποτε για να εκδικηθεί για τους Ιουδαίους. Ο φανατισμός των ανθρώπων δεν έχει όρια. £ Τα Στούκας είχαν εξαφανίσει εντελώς τη συμβολή του μονοπατιού του δρυμού με την εθνική οδό από τη θάλασσα. Εκατοντάδες σοβιετικών πτωμάτων γέμιζαν τα ατομικά ορύγματα. Μερικά γράπωναν ακόμα, μέσα σε μαυρισμένα δάκτυλα, επιδέσμους πολύ αργά ξετυλιγμένους. Έ νας αξιωματικός, τραυματισμένος στα πόδια, μόλις που είχε το χρόνο να κατεβάσει το παντελόνι του όταν έπεσε νεκρός μέσα σε μια φωλεά πολυβόλων, πρώτα το κεφάλι. Τα ωχρά οπίσθιά του, όπου σέρ νονταν εκατοντάδες γλοιώδεις κάμπιες, γυάλιζαν από το έδαφος. Τρεις νεαροί Γερμανοί σε περιπολία είχαν κατορθώσει, στην έναρξη της επ ι χείρησης - που σημαίνει κάπου δέκα ημέρες ενωρίτερα - να βρουν έρπονταςτον τρόπο να κατέβουν τη βραχώδη κοίτη του ποταμιού ανάμεσα στα ρωσσικά οχυ ρά. Τα κορμιά τους κείτονταν επάνω στις πέτρες, τα μάτια τους ορθάνοικτα, τα γένια τους κόκκινα και λεπτοφυή. Τα αποσαρκωμένα τους πλευρά είχαν ήδη τρυπήσει τα πράσινα χιτώνιά τους. Φθάσαμε στην περίφημη εθνική οδό του Τουάπσε. Το χωριό στη διασταύρωση δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια σειρά ευμεγεθών κρατήρων. Χαμηλότερα από τη σιδηροδρομική γραμμή οι μικρές σήραγγες που προορίζονταν για την α πομάκρυνση των ορεινών υδάτων είχαν μετατραπεί από τους Κόκκινους σε στε νούς νοσοκομειακούς θαλάμους. Οι τραυματίες, εγκαταλελειμμένοι για τις δύο τελευταίες ημέρες σε αυτούς τους παγερούς διαδρόμους, είχαν όλοι αφανιοθεί ε
146
A eon Ν τεγκρελ
πάνω στα φορεία τους λόγω της έλλειψης φροντίδος. Έ να ωραίο ποτάμι απλωνόταν επάνω από ένα φράγμα. Ξεκίνησα να κάνω ένα μπάνιο εκεί, αλλά γρήγορα πήδηξα έξω: αποσυντεθιμένα πτώματα, πλέοντα στο υψος του στήθους, βρίσκονταν παντού. Δεν μπορούσες να κουνήσεις ένα χέρι χω ρίς ν’ ακουμπήσεις ένα. Περάσαμε τη νύκτα ξαπλωμένοι επάνω στο χώμα, στο μέσον της δυσωδίας αυ τών των ρυπαρών νεκροφυλακείων, τα οποία μας δίδαξαν καλύτερα από κάθε η θικοπλαστικό κήρυγμα τη ματαιότητα της θνητής μας σαρκός.
Καταιγίδες και Χαράδρες Η κατάκτηση κατά τη διάρκεια του μηνός Οκτωβρίου του 1942 ενός μεγάλου τμήματος της διαδρομής από το Μαϊκόπ στο Τουάπσε, υπήρξε μια σημαντική νί κη. Δεν είχαμε περισσότερα από είκοσι γεμάτα χιλιόμετρα να διασχίσουμε για να φθάσουμετο μεγάλο πετρελαιολίμανο της Μαύρης Θάλασσας. Προσεγγίζαμε το στόχο μας. Διαθέταμε μιας βραδιάς ξεκούραση μόνο. Το επόμενο πρωινό αφήσαμε πάλι την εθνική οδό για ν’ αρχίσουμε μια δεύτερη επιχείρηση πλαγιοκοπήσεως διαμέ σου των δασών. Προχωρήσαμε αρκετά χιλιόμετρα διασχίζοντας τον πυθμένα μιας κοιλάδος, κατόπιν επανεισήλθαμε στο άγριο βελανιδοδάσος. Έ βρεχε καταρρακτωδώς. Η γη, σπαρμένη με σαπισμένα κουφάρια, είχε γίνει τρομακτικά ιξώδης. Δεν κατείχαμε τον ελάχιστο από τον εξαίρετο εξοπλισμό των μεραρχιώ ν των Αλπινιστών, ούτε τα κοντά τζάκετς ούτε τα επισιδηρωμένα υποδήματα. Τα μακριά πανωφόρια μας σέρνονταν ελεεινά μέσα στη λάσπη. Η προώθηση σήμαινε για ε μάς, μέσα σε αυτήν τη χαοτική και μουσκεμένη ζούγκλα, τίποτε άλλο παρά συνε χή ταλαιπωρία. Οι άνδρες κατρακυλούσαν στις χαράδρες. Φθάνοντας στην κορυφή ενός βουνού είδαμε τον περίφημο αγωγό. Περνούσε, στα μισά της πλαγιάς προς τα κάτω, από τον ένα λόφο στον άλλο, ζεύοντας τολ μηρά την κοιλάδα. Επί της απέναντι κορυφογραμμής οι Ρώσσοι είχαν κτίσει οχυ ρώσεις. Οι γραμμές των χαρακωμάτων τους ελίσσονταν από επάνω ψηλά ως κά τω εντός της κοιλάδος. Ενώ μια ομάδα ανδρών μας προχωρούσε κατά μήκος μιας καμπής στην κοιλάδα, εγώ αναρριχήθηκα, καβαλικευτά επάνω στο χοντρό μαύ ρο σωλήνα, με το υποπολυβόλο στα χέρια μου. Σταματώντας και εκκινώντας σε α κανόνιστα διαστήματα έφθασα επάνω από το πέρασμα καθώς, πενήντα μέτρα κά τω μου, γκρεμοί έχασκαν ο ένας μετά τον άλλο. Έ φθασα με ασφάλεια επί της πέ ρα κορυφογραμμής, ακολουθούμενος από ένα ολόκληρο ιππικό εθελοντών, χα ρούμενων από αυτήν την απροσδόκητη άσκηση επί "αλογοράχης". £ Λίγο πριν το βράδυ επιτύχομε στο ν’ αναρριχηθούμε στην κορυφή των εχθρικών
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
147
βουνών, τα οποία είχαν μόλις υπερκερασθεί από την εμπροσθοφυλακή των γερ μανικών Αλπινιστικών στρατευμάτων. Οι Κόκκινοι είχαν μακελευθεί επί τόπου, φονευμένοι σε μάκρους στίχους, αντιστεκόμενοι μέσα στα στενά χαρακώματά τους. Μόλις που είχαμε το χρόνο να στήσουμε τα μικροσκοπικά αντίσκηνά μας επί της κορυφής προτού ξεσπάσει η πρώτη μεγάλη θύελλα του φθινοπώρου. Τ α αντίσκηνά μας ήταν φτιαγμένα από μικρά τριγωνικά καναβάτσα, ανοικτά στη μέση, που εξυπηρετούσαν τους στρατιώτες ως ατομικά αδιάβροχα. Για να στή σει ένα αντίσκηνο κάποιος, έπρεπε να συνταιριάσει τέσσερα από αυτά τα κανα βάτσα, πασσαλώνοντάς τα επάνω σ’ ένα χώρο δύο επί δύο μέτρα περίπου. Αλλά τέσσερα καναβάτσα σήμαιναν τέσσερις άνδρες, έπρεπε έτσι να κοιμόμασθε τέσ σερις σε ένα αντίσκηνο μέσα σ’ ένα πολύ μικρό χώρο κι επίσης να προφυλάσσουμε εκεί όλα τα ατομικά μας είδη. Για να περιπλακούν περισσότερο τα πράγματα, το αντίσκηνο έπρεπε να ριχθεί στη διάρκεια της ημέρας, έτσι ώστε να μπορεί ο καθένας να έχει πίσω το αδιά βροχο του για να καλυφθεί. Δεν είχαμε άχυρο ούτε στεγνά φύλλα ν’ απλώσουμε κάτω, τίποτε παρά μουσκε μένο χώμα. Η καταιγίδα μαινόταν όλη τη νύκτα. Βρισκόμασταν ακριβώς στην κο ρυφή του βουνού. Οι χείμαρροι της βροχής, χαλαζιού και χιονιού μπορούσαν ν’ αποτελειώσουν τα εύθραυστα οικήματά μας ανά πάσα στιγμή. Το νερό έρεε εντός, διαμπερείς τρύπες ήταν ανοιγμένες σε μια δωδεκαριά μεριές στα καναβάτσα, που είχαν δει ενάμιση χρόνο υπηρεσίας, μουσκεύοντας τα πρόσωπά μας. Οι άνδρες κραύγαζαν ενάντια στη θύελλα. Με τα καταφύγια - ανιίσκηνά τους αναποδογυρι σμένα, μουσκεμένοι ως το κόκκαλο, πάλευαν κι έβριζαν.
£ Έ να ς αριθμός σοβιετικών στρατιωτών είχε αιχμαλωτισθεί επάνω στο βουνό προς το τέλος του απογεύματος. Είχαν σταλεί σ’ εμάς κατά τη διάρκεια της νύκτας. Σχημάτισαν ένα αξιοθρήνητο κοπάδι γύρω από την κατασκήνωσή μας. Ή ταν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους μικροσκοπικά χαμίνια από το Κρασνοντάρ, ηλι κίας περίπου δεκαέξι ετών, σαλαγισμένα στο Τουάπσε, όπου είχαν στρατωνισθεί τέσσερις ημέρες ακριβώς, ίσα-ίσα ο χρόνος που πήρε για να μάθουν να χρησιμο ποιούν ένα υποπολυβόλο. Οι μεγάλων διαστάσεων μπότες τους του πεζικού είχαν βασανίσει τα πόδια τους. Τα περισσότερα εξ εκείνων είχαν πετάξει μακριά τα υ ποδήματά τους και είχαν συνεχίσει ξυπόλητα μέσα στη λάσπη. Δίχως κάτι σα μια καλύβα για να κοιμηθούν, συνωστίζονταν μέσα στην καταιγίδα, το ένα κοντά στο άλλο, μισοπνιγμένα κι εξουθενωμένα. Στο άπλετο φως της ημέρας, με τον απαθή φανατισμό του Σλάβου, άρχισαν να πλιατσικολογούν τα πτώματα των συμπατριοπών τους που είχαν σκοτωθεί στην περιοχή. Μετά μια ώρα τα πτώματα ήταν, όλα τους, ολόγυμνα. Οι αιχμάλωτοι φο
148
A eo n Ν τεγκρελ
ρούσαν όχι μόνον τα πανωφόρια και τα χιτώνια των νεκρών, αλλά τις κάλτσες τους μέχρι και τα σώβρακά τους. Ό ταν η φάλαγγα των αιχμαλώτων μετακινήθηκε προς τα μετόπισθεν, μας άφησαν στη συντροφιά μακρών γραμμών από λευκά κουφά ρια, που γυάλιζαν κάτω από τον έντονο ήλιο. £ Η θύελλα διήρκεσε τρεις ημέρες. Χιόνι και βροχή αναμεμιγμένα έπεφταν σαρωτικά κατά ριπές. Προσπαθήσαμε ν’ ανάψουμε φωτιές κάτω από τα μικρά μας αντίσκηνα, αλλά το ξΰλο ήταν βρεγμένο. Ό λα όσα μπορούσαμε να επιτύχουμε ή ταν ένας στυφός καπνός που έκοβε τα μάτια μας και τους λαιμούς μας. Ό λη τη μέ ρα, όλη τη νύκτα, δίχως μια στιγμή ανακωχής, η θύελλα λυσσομανούσε ισοπεδώ νοντας σκηνές, καταβρέχοντας στολές. Λίγοι στρατιώτες δε διέθεταν καν κανα βάτσα και θα έπρεπε να στριμωχθούν αρκετοί μαζί μέσα σε μια τρύπα. Το πρώτο βράδυ είχαμε καταφέρει ν’ ανεβάσουμε τα τελευταία μας άλογα για τα καλά επάνω στις ράχες του βουνού. Μαστιγωμένα από τη βροχή, μας ατένιζαν με απελπισία. Π αραμερίζοντας το σκέπαστρο το τελευταίο πρωί, τα είδα να κα ταρρέουν στα μπροστινά τους ποδάρια, πεθαμένα στην κούραση και στην ταλαι πωρία. Τα ρωσσικά πτώματα γίνονταν όλο και πιο διάστικτα από κάμπιες. Οι κοιλιές τους είχαν αρχίσει να πρασινίζουν με το απαλό πράσινο των νεαρών βλαστών. Η συνεχής παρουσία των γυμνών λειψάνων ολόγυρά μας τελικά μας τρέλλανε. Με κλωτσιές τα σπρώξαμε, το ένα μετά το άλλο να σκάσουν από το ύψος των αντε ρεισμάτων, πεντακόσια μέτρα πιο κάτω, στη λάσπη και στο νερό των χαραδρών. Η εξαντλητική μας ανάβαση, οι ημέρες και νύκτες της κακουχίας επάνω σ’ αυ τές τις σαρωμένες από τις καταιγίδες κορυφές, ήταν απολύτως άχρηστες. Λάβαμε διαταγές να υποχωρήσουμε στο δρόμο του Τουάπσε και να επιστρέφουμε στα νό τια δάση από ένα άλλο μονοπάτι. Παραζαλισμένοι από την κούραση, περάσαμε πάλι τον αγωγό και στήσαμε στρατόπεδο σε μια κοιλάδα που έβλεπε πίσω προς την άλλη κατεύθυνση. Ο εθνικός δρόμος από τη θάλασσα ήταν στρωμένος με τα απομεινάρια των ρωσσικών αμαξοπομπών. Παντού, νεκρά άλογα είχαν ισοπεδωθεί από εκατοντάδες γερμανικών αρμάτων μάχης και πυροβόλων. Τίποτε δεν έμενε από εκείνα, παρά λιμνούλες με επιπλέοντα τομάρια. Το πυροβολικό έβαλλε σταθερώς· σοβιετικά α εροσκάφη βουτούσαν εναντίον μας, ρίχνοντας αδέξια τις βόμβες τους. Έ να ισχυ ρό ρεύμα νερού, που λεγόταν Πσις, έρεε στ’ αρισΓερά μας ανάμεσα από μεγάλους κόκκινους και γκρίζους βράχους. Το περάσαμε από βάρκες προσδεδεμένες σε μια γραμμή εκτεινόμενη εγκαρσίως του ποταμιού, που μας έφερε, σαν ακροβάτες, στο στόμιο της σιδηροδρομικής σήραγγοςτου Τουάπσε. Η σήραγγα ήταν γύρω στο ένα χιλιόμετρο μακριά. Οι Κόκκινοι δεν είχαν μόνον ανατινάξει τη γέφυρα που γεφύρωνε το ποτάμι σιην είσοδο της οήραγγος· είχαν
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
149
προξενήσει εντός της μια καταστροφή μνημειωδών διαστάσεων. Ολόκληρα τραί να είχαν συντρίβει το ένα επάνω στο άλλο. Τουλάχιστον εκατό βαγόνια είχαν αχρηστευθεί και πεταχθεί μέσα σ’ αυτόν το σκδτεινό διάδρομο. Το πεζικό κατόρθωσε να κινηθεί γλιστρώντας μέσα στα χαλάσματα με εξαιρε τική προσοχή. Για ένα τέταρτο της ώρας έπρεπε να προχωρήσουν μέσα στο πιο ο λοκληρωτικό σκοτάδι, κρατώντας τα δεξιά τους χέρια κολλητά επάνω στο βράχο. Ύστερα έπρεπε να συρθοΰν κάτω από δυο συμπτυγμένα βαγόνια για να φθάσουν τον άλλο τοίχο της σήραγγας, ξεκινώντας την ίδια διαδικασία μέσα στη μαυρίλα πάλι από την αρχή, τα αριστερά τους χέρια κολλημένα στον υγρό βράχο. Οι άν δρες θα φοονασκοΰσαν για να μπορούν οι άλλοι να ξέρουν που βρίσκονταν. Μετά από μισής (όρας πορεία μπορούσαμε να διακρίνουμε μια αμυδρή λάμψη. Οι Κόκκινοι είχαν δυναμιτίσει το στόμιο της σήραγγος, ανοίγοντας έναν πελώριο κρατήρα, τον οποίο σκαρφαλώσαμε στο τέρμα αυτού του Δαντικού διαδρόμου. Η εφοδιοπομπή αναρριχήθηκε στην κορυφή του βουνού, ύστερα κατήλθε από ένα μονοπάτι βιαστικά χαραγμένο από το μηχανικό, παρακάμπτοντας το λα σπωμένο δάσος. Π ήρε στα ζώα μια ολόκληρη μέρα για να το καταφέρουν, του λάχιστον εκείνα που δεν πέθαναν μέσα στο τέναγος ή δεν έπεσαν σε μια χαράδρα. Στο άνοιγμα της σήραγγος κάναμε άλλη μια παράσταση ισορροπίας κατά μή κος των ουντριμμιών μιας δεύτερης γέφυρας επάνω από τον Πσις και μετά ξεκι νήσαμε παραλλήλως της σιδηροδρομικής γραμμής. Στρώσαμε κάτω για τη νύκτα, μέσα σ’ ένα λάκκο βρωμερής λάσπης. Τελικά λογαριάσαμε τη λάσπη ως ευλογία, διότι ο εχθρός είχε ανοίξει πυρ. Οβίδες έπεφταν δίχως τελειωμό, σφηνωνόμενες ακίνδυνα μέσα στον πηλό μ“ένα μουντό γδούπο. Την επόμενη μέρα είχαμε να διασχίσουμε μια κοιλάδα. Η μεγάλη γέφυρα της σιδηροδρομικής γραμμής του Τουάπσε κρεμόταν επάνω από το κενό. Το Κόκκινο πυροβολικό σφυροκοπούσε μεθοδικώςτο χωριό που έπρεπε να περάσουμε για να φθάσουμε στα νοτιοδυτικά βελανιδοδάση. Ολόγυρά μας ίσμπες ανατινάσσονταν δέκα μέτρα στον αέρα. Κάθε απόπειρα να περάσουμε θα ήταντρέλλα. Περιμέναμε το σούρουπο, κατόπιν, περνώντας δια μέσου βαλτωδών βαθουλω μάτων γεμάτων με ψοφίμια, ζαρώσαμε στις υπώρειες ενός τεράστιου βουνού, τό σο κολλώδεις από τη λάσπη όσο και οπουδήποτε αλλού. Λίγο πριν τα μεσάνυκτα, αρχίσαμε να σκαρφαλθ)νουμε, φορτωμένοι με τον πλήρη ατομικό μας εξοπλισμό και όλα τα όπλα μας, ελαφρά και βαρέα. Η πλαγιά της κορυφής που είχαμε v‘ αναρριχηθούμε ήταν τόσο απότομη, όσο μια σκάλα, υψωνόμενη σ’ ένα υψόμετρο εννιακοσίων μέτρων. Η γη ήταν γλιστε ρή σαν περασμένη με γυαλιστικό παπουτσιών. Ολισθαίναμε επάνω στα κουρε λιασμένα και χωρίς καρφιά υποδήματά μας. Διαθέταμε μόνο ένα τηλεφωνικό καλα>διο που ξετύλιγε ο βδηγός μας για να μας καθοδηγεί μέσα στο σκοτάδι. Κάθε στιγμή διακινδυνεύαμε να πέσουμε επάνω στους Ρώσσους. £άν ο οδηγός είχε Τια-
150
A eon Ν τεγκρελ
ρεκκλίνει στο ελάχιστο, ολόκληρη η φάλαγγα θα είχε σωριασθεί. Οι νεαροί στρα τιώτες μας ήταν μισοπεθαμένοι από την εξάντληση. Οι δυνατότεροι ανάμεσά μας είχαν να φορτωθούν με τα όπλα των πιο α δύνα μ οί, έτσι ώστε να τους ανακουφί σουν. Κουβαλούσα ένα υποπολυβόλο γύρω από το λαιμό μου, άλλο ένα στον ώμο μου. Η ψιθυριστή βλαστήμια ενός νευρικού άνδρα μπορούσε να μας έχει καταδι κάσει όλους. Τα τελευταία λίγες εκατοντάδες μέτρα ήταν απερίγραπτα δύσκολα. Πολλοί κατέρρευσαν, αδυνατώντας πια να σκαρφαλώσουν. Θα προσκολλούνταν σε κορμούς δένδρων για να κρατηθούν από το να κατρακυλήσουν στην άβυσσο. Το υγρό σκο τάδι ήταν τόσο πυκνό που δεν μπορούσαμε να δούμε ούτε κούτσουρα, ούτε βρά χια, ούτε τους κορμούς των πεσμένων δένδρων. Ή ταν τέσσερις η ώρα το πρωί όταν φθάσαμε την κορυφή του βουνού. Στήσαμε γρήγορα φωλεές πολυβόλων και τοποθετήσαμε άνδρες με αυτόματα όπλα στους μεγαλύτερους, κοφτούς βράχους. Οι πρώτες αναλαμπές ενός ξεθυμασμένου και γλαύκου φωτός της ημέρας διέρρηξετις σκιές. Παρακολουθούσαμε, με στενοχώ ρια, τα δένδρα να θροϊζουν στον άνεμο επάνω από τις γκρίζες χαράδρες.
Το Ιντζοΰκ Η μέρες πέρασαν. Π αρ’ όλο που οι κορυφές του Καυκάσου δεν ήταν ένα άνετο προσωρινό καταφύγιο για στρατιώτες, η φύση επιδείκνυε ακόμη τον εαυτό της με τέτοια μεγαλοπρέπεια από το ύψος αυτών των βουνών, που μας παρηγορούσε για τους μόχθους μας και τις κακουχίες μας επάνω στις πλαγιές. Καστανοκόκκινα, υ περπολυτελή κόκκινα, τα χρώματα κατέρχονταν για χιλιόμετρα στα λευκά νερά που αναπηδούσαν δια μέσου των φαραγγιών, ανάμεσα στους πράσινους βράχους. Στις πέντε η ώρα το πρωί, η αυγή έφθασε την κορυφή των περασμάτων. Για πολ λή ώρα η ομίχλη συνέχισε ν’ αγκαλιάζει τις κυματιστές κοιλάδες. Πυκνή και γα λακτώδης, απλωνόταν από τη μια ως την άλλη, καθαρή σαν το νερό σ’ ένα κομποσχοίνι λιμνών. Επάνω από αυτό το λευκό σεντόνι, τα όρη υψώνονταν σα νησιά στο χρώμα του χρυσού και της σκουριάς. Για μια ώρα ζούσαμε ένα παραμυθένιο ό νειρο. Από τα βάθη των λιμνών της ομίχλης, καινούργια νησάκια θα ξεπρόβαλλαν, ακόμα χαμηλότερες κορυφές να υψώνονται προς τα έξω με τη σειρά τους, σα θρυλικοί κόσμοι σκεπασμένοι πολύ καιρό πριν από βαθιά νερά. & Με το φως της ημέρας άρχισαν οι μονομαχίες πυροβολικού. Γερμανοί και Ρώσσοι βομβάρδιζαν ο ένας τον άλλον με προσήλωση. Το βουνό μας υψωνόταν μεταξύ των πυροβόλων, οι θέσεις μάχης μας προοκολλημένες σαν πελαργοφωλιές στην κορυφή του. Κατά τη διάρκεια της νύκτας και οι δύο, εμείς και οι σοβιετικοί πεζικάριοι, κά
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
151
ναμε λαθραίες επιδρομές. Στη διάρκεια της ημέρας κρατιόμασταν αμφότεροι σιωπηλοί. Τότε οι γρουσούζηδες άνδρες του πυροβολικού θα άρχιζαν πάλι να σφυροκοπούν ο ένας τον άλλον. Ο παρατεταμένος θρήνος των οβίδων, μερικές φορές ριγμένων με έναντρελλό ρυθμό, θα μας κούφαινε για ώρες. Τα βλήματα, α π 'ό που κι αν έρχονταν, θα έξυναν το βουνό μας, μόλις πάνω από τα κεφάλια μας. Θα ακοΰγαμε τις οβίδες να σφυρίζουν η μια πίσω από την άλλην στις κορυφές των δέν δρων. Συχνά θα έπεφταν κομμάτια κλαδιών. Βρισκόμασθαν στο έλεος της κάθε τεμπέλικης ή αδέσποτης οβίδας. Τ α προβλήματά μας άρχισαν αμέσως: ένα από τα φυλάκιά μας ανατινάχθηκε. Μια άλλη οβίδα - των 120 χιλιοστών - ιδιαίτερα απρόβλεπτη, έπεσε ογδόντα εκατοστά από εμένα, σιριφογυρίζοντάς με στον αέρα μέσα σ' έναν ανεμοστρόβιλο φωτιάς. Ό ταν επανέκτησα τις αισθήσεις μου, βρήκα τον εαυτό μου μεταξύ σωρών συντριμμιών. Γύρω μου, τα πάντα είχαν βίαια αποκοπεί η ξυρισθείγια είκοσι μέτρα. Η δεξιά πλευρά του ατσάλινου κράνους μου είχε εντελώς βαθουλώσει προς τα μέσα και ραγίσει μέχρι το αυτί μου. Η καραβάνα μου είχε ανοίξει σα λουλούδι. Το πολυ βόλο μου, ριγμένο σε απόσταση ενός χεριού, είχε διαλυθεί σε κομματάκια. Ό λοι νόμισαν πως είχα γίνει σκόνη. Είχα, όλο κι όλο, ένα θραύσμα οβίδος στον δεξί μου πήχη, ένα διάτρητο τύμπανο αυτιού και ένα μακρύ σχίσιμο στην κοιλιά μου. Αυτό το τελευταίο τραύμα θ’ αποδεικνυόταν σοβαρό αργότερα και χάλασε για πολύν καιρό τη ζωή μου στην εξορία.
Μετά από αρκετές ημέρες τα γερμανικά στρατεύματα προετοιμάσθηκαν για την τελική έφοδο. Κινηθήκαμε στα κλεφτά μακρύτερα στα νότια, πάντα κατά μήκος της κορυφογραμμής της ίδιας αλυσίδος βουνών. Απέναντι μας, ο εντυπωσιακός όγκος του όρους Ιντζούκ υψωνόταν χίλια τριακόσια μέτρα ψηλά, επάνω από ένα φοβερό βελανιδοδάσος, πυκνό σα ρουμάνι, όπου τίποτα εκτός από λίγες όψεις γκρίζων βράχων μπορούσαν να διακριθούν εδώ κι εκεί. Από εδώ πάνω, μας είπαν οι αιχμάλωτοι, η θάλασσα μπορούσε να ειδωθεί. Ό ταν το όρος καταλαμβανόταν θα είχαμε μόνο να κατηφορίσουμε προς την κα τεύθυνση των φοινικόδενδρων και των γαλάζιων ακτών του Τουάπσε. Γύρω στα χίλια μέτρα κάτωθεν των πολυβόλων μας, μεταξύ του όρους Ιντζούκ και του βουνού μας, έρρεε ο ποταμός Πσις. Ο τομέας μας ήταν κομμένος στα δύο από μια χαράδρα αρκετών μέτρων βάθους, προσβάσιμη μόνο με μεγάλη δυσκο λία. Στην τάφρο της χαράδρας αυτής ένας χείμαρρος ξεχυνόταν επάνω σε γιγαντιαίους βράχους. Οι θέσεις μας ανηφόριζαν την άλλη πλευρά χωρίς διακοπή, α κολουθούσαν την κορυφογραμμή για αρκετά χιλιόμετρα, κατόπιν βουτούσαν α πόκρημνα προς την κατεύθυνση του κυρίως ποταμού. Εκεί κατείχαμε ένα προκεχωρημένο φυλάκιο, ακριβώς στον πάτο της κοιλάδος, αρκετά μέτρα από το βρυχούμενο νερό.
152
A eo n Ν τεγκρελ
Σύμφωνα με το σχέδιο μάχης, οι Γερμανοί Αλπινιστές καταδρομείς θα εκτελοΰσαντην έφοδο στο Ιντζούκ, εκκινώντας από το νότιο άκρο του τομέως. Για να ξε κινήσουν, θα έπαιρναν τις πρώτες σοβιετικές θέσεις από τα νώτα, κάτω από τους βράχους, επί της άλλης πλευράς του Πσις. Ό σο για εμάς, κουρνιασμένοι στις αε τοφωλιές μας, είχαμε μόνο να κάνουμε αναγνώριση του εχθρού και να αναμένου με νέες διαταγές. Δε χάσαμε την πα ρ α μ ικρ ή λεπτομέρεια της τελευταίας μεγάλης μάχης του Καυκάσου. Τα Στούκας άνοιξαν το χορό, ακριβώς με την αυγή. Θα βυθίζονταν κατακόρυφα προς τη χρυσαφένια θάλασσα της κοιλάδος. Η επιδεξιότητά τους ήταν απ ί στευτη. Δεν ανέστρεφαν ποτέ, στα βαθύτερα σημεία του περάσματος, ώσπου να βρεθούν σε σημείο του να συντριβούν μέσα στα δένδρα. Μπορούσαμε μόνο να βλέπουμε λίγους σοβιετικούς στρατιώτες να το βάζουν στα πόδια και να τρέχουν προς μερικές βραχώδεις κορυφές. Τα Στούκας δεν έβλεπαν περισσότερα από εμάς. Το βελανιδοδάοος ήταν σα μια σιέγη. Ή τα ν αδύνατο να πούμε που βρίσκονταν τα πολυβολεία των Κόκκινων. Τα Στούκας επιζητούσαν πε ρισσότερο να φοβίσουν παρά να καταστρέψουν. Κατόπιν τα στρατεύματα των Γερμανών Αλπινιστών εφόρμησαν μέσα στα ρου μάνια. Μπορούσαμε ν’ ακούμε την ανταλλαγή πυρών και μπορούσαμε να παρακολου θούμε στενά την πρόοδο των συμμάχων μας από τις λευκές φωτοβολίδες που υ ψώνονταν τακτικά επάνω από τα δένδρα. Ή ταν ένα συναρπαστικό θέαμα. Η προ ώθησή τους ήταν ταχεία. Οι φαποβολίδες έφθασαν στο ύψος μας, ύστερα υψώ θηκαν όλο και πιο κοντά στην κορυφή των περασμάτων. Στο τέλος των δύο ωρών, ξαφνικές λάμψεις ξεσπούσαν από τα φυλλώματα ως σχεδόν επάνω από το Ό ρος Ιντζούκ. Θυμηθήκαμε το "Θάλαττα! Θάλαττα!" της "Αναβάσεως"8. Ό πω ς οι δέκα χιλιάδες αρχαίοι ήρωες της υποχωρήσεως της αφηγηθείσης υπό του Ξενοφώντος, οι στρατιώτες μας ήταν στο περίπου για να φωνάξουν, "Η θάλασσα! Η θάλασσα!" Αλίμονο, δεν το φώναξαν ποτέ. Η πρόοδος των λάμψεων σταμάτησε. Οι εκπυρ σοκροτήσεις των πολυβόλων και των υποπολυβόλων απομακρύνθηκαν περισσό τερο μεταξύ τους. Τ α Στούκας έπαυσαν να βουτάνε ανάμεσα στα δύο βουνά. Ακόμα και το πυροβολικό σιώπησε για μακρά διαστήματα. Η αναποφασισιικότητα κράτησε για πολλή ώρα. Αρκετές πράσινες φωτοβολί δες εξακόντισαν τα άνθη τους και τα στολίδια τους, πολύ χαμηλότερα τώρα. Ακούσαμε λίγα ακόμα φρενιασμένα πλαταγίσματα, αλλά αυτό ήταν το τέλος. Οι λόχοι καταδρομέων δεν είχαν καταφέρει να καταλάβουν τον τεράστιο δρυμό. Η επίθεσή τους διεσπάρη καθώς προχωρούσε προς τα μπρος, καταβροχθισμένη α πό το δάσος. Η έφοδος είχε αποτύχει. Το βράδυ, το όρος Ιντζούκ μας φαινόταν πιο άγριο και υπερήφανο από ποτέ, μέσα στις βιολετί φωτιές του σούρουπου. Μας είχε φράξει
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
153
οριστικά το δρόμο. Το φθινόπωρο φυσούσε επάνω στα βουνά, τα αναμάλλιαζε, έστρωνε τη γη με ε κατομμύρια ζαρωμένων φύλλων, ανοικτόχρωμων και ξεραμένων. Παρακολουθούσαμε το δάσος να πεθαίνει. Τα μικρά φυλάκιά μας ήταν μπαλκόνια αιωρούμενα επάνω από την κοιλάδα. Η πλαγιά του βουνού κατηφόριζε απομακρυνόμενη από κάτω τους, τρομακτικά α πότομη για εκατοντάδες μέτρα. Τ η νύκτα οι Ρώσσοι ήλθαν σε περίπολο επί αυτής της απόκρημνης πλευράς. Είχαμε κρεμάσει ατσάλινα σύρματα εκεί, από τα οποία αιωρούνταν εκατοντάδες παλιά κονσερβοκούτια. Κροτάλιζαν το ένα επάνω στο άλλο με την επαφή με τους ύποπτους παρείσακτους. Τα όπλα μας θα κροτούσαν. Την επόμενη μέρα θα βλέπαμε αρκετούς καφετί σωρούς στα πόδια του κονσερβομάγαζου. Οι Γερμανοί καταδρομείς, τους οποίους είχαμε αντικαταστήσει, είχαν σκάψει για τους εαυτούς τους μικρά ατομικά καταφύγια, ένα μέτρο κάτω από τη γη, έτσι ώστε να ξεκουράζονται εκεί εναλλάξ. Πήραμε τη σειρά μας, μαζί με τους άλλους. Θα αφήναμε τους εαυτούς μας να πέσουν προς τα κάτω δια μέσου του ανοίγμα τος από τρύπες μόλις στο μέγεθος του κορμιού. Στον πάτο έπρεπε να κουλουριαστείς σε μπάλλα, κατόπι να συρθείς μέσα σ’ ένα λαγούμι όχι μεγαλύτερο από ένα φέρετρο. Υπήρχαν πολύ λίγες τρύπες. 'Επρεπε υποχρεωτικά να κινηθούμε έρποντας μέ σα σ’ εκείνες και να ξαπλώσουμε κάτω ανά δύο, ζουπηγμένοι ο ένας επάνω στον άλλον, οι μύτες να ξύνουν το έδαφος. Είχαμε το φοβερό αίσθημα του να είσαι θαμ μένος ζωντανός και έπρεπε να επιβληθούμε στους εαυτούς μας για να παραμεί νουμε εκεί, απλωμένοι σα νεκροί θαμμένοι λίγο πιο πρόωρα. Μερικοί προτιμού σαν να τυλιχθούν σε κουβέρτες κάτω από τα δένδρα, παρά τα εκρηγνυόμενα βλή ματα και την ομίχλη, τόσο φρικτά τους γράπωνε ο φόβος από το λαιμό μέσα σ’ ε κείνα τα παγερά, μαύρα μνήματα. $ Μια νύκτα ο καιρός άλλαξε. Ο άνεμος μετατοπίσθηκε στο βορρά. Η θύελλα ταρακούνησε τις κορυφές των μεγάλων βελανιδιών, εξελισσόμενη σε λαίλαπα. Πλημμύρισε τα ταφο-καταφύγιά μας, μέσα στα οποία ανάβλυσε ορμητικά το νε ρό στο μήκος των διακλαδιζομένων ριζών, ανεβαίνοντας στο επίπεδο των τρυπών. Προσπαθήσαμε πυρετωδώς να αδειάσουμε τα λαγούμια με τις καραβάνες μας, αλλά σύντομα αναγκασθήκαμε να παραδεχθούμε την ήττα μας. Η βουνοπλαγιά, σαρωμένη από τον άνεμο και τη βροχή, έχασε το 4 >ύλλωμά της μέσα σε λίγες ημέρες. Ο Πσις φούσκωσε, κυλώντας μέσα στην κοιλάδα με ταρα χώδεις χειμάρρους, ξεκολλώντας τις ξύλινες γέφυρες, αποκόπτοντας πίσω μας κά θε δυνατότητα ανεφοδιασμού, τόσο ττον συσσιτίων όσο και των πυρομαχικών.
154
A eon Ν τεγκρελ
Οι Τελευταίοι Οι μεγάλες φθινοπω ρινές καταιγίδες, κυριαρχώ ντας μεμιάς στα βουνά του Καυκάσου, έβαλαν ένα τέλος σε κάθε ιδέα για μια επίθεση. Έ πρεπε να σκάψουμε στη λάσπη όπου το πεπρωμένο της μάχης μας είχε αποθέσει. Στις υπώρειες του βουνοΰ μας οι Ρώσσοι παράπαιαν όπως εμείς μέσα σε κα ταφύγια όπου είχε εισβάλλει το νερό. Μπορούσαμε να τους ακούμε να ωρύονται μέσα στη νύκτα. Οι στρατιώτες πήγαιναν ψηλαφητά μέσα στο σκοτάδι, κουβάδες ανά χείρας, προσπαθώντας μάταια ν’ αδειάσουν τις τρύπες τους. Από τη μια γραμμή ως την άλλη υπήρχε ένας διεθνής διαγωνισμός βλαστημιών. Οι Γερμανοί φώναζαν κραυ γές για το "Ιερό Μυστήριο!". Οι Ρώσσοι έφτυναν "Σατανάς!". Ξεθυμαίναμε με ένα σωρό από "Για όνομα του Θεού!". Οι μπολσεβίκοι ήταν πιο τυχεροί από εμάς, διότι ο Χειμώνας τους έσωσε. Χάρη σ’ αυτόν οι δυνάμεις του Ράιχ σταματήθηκαν με μόνο λίγα χιλιόμετρα βουνών και δασών που απέμεναν να κατακτηθούν μεταξύ εκείνων και της Μαύρης Θάλασσας στο Τουάπσε. Αυτό το σταμάτημα, εντός δέκα χιλιομέτρων από τη νίκη, ήταν συντριπτικό. Δεν υπήρχε τίποτα που μπορούσαμε να πράξουμε σχετικά με αυτό, ωστόσο, π α ρά να σταθεροποιήσουμε το μέτωπο επί των ακάλυπτων κορυφών όπου είχαμε περάσει τρεις μήνες αγώνος και προσπάθειας. £ Το πιο επιτακτικό πρόβλημα ήταν το καταφύγιο. Ό λες οι παλαιές μας αλεπό τρυπες ξεχείλιζαν από λασπόνερα. Δεν διαθέταμε ούτε τσεκούρια, ούτε πριόνια, ούτε και τίποτε από τον εξοπλισμό του μηχανικού. Περίπολοι αποστέλονταν για να σκάψουν μέσα στα ερείπια του πλησιέστερου χωριού, έτσι ώστε να ξεκαρφώ σουν καρφιά, να ψάξουν για τσεκούρια. Με τα πτυοσκάπανά μας των πεζικαρίων είχαμε σκάψει θέσεις για καλύβια λί γα μέτρα κάτωθεν της κορυφογραμμής του βουνού, χαράζοντας χαντάκια για πα ροχέτευση του νερού. Κατορθώσαμε να μπήξουμε στύλους και ν’ αναρτήσουμε τρεις γραμμές από κορμούς δένδρων επάνω τους, τους οποίους καλύψαμε με άλ λο ένα μέτρο χώμα. Αυτή η πρόχειρη οροφή μπορούσε να πνίξει το τράνταγμα μιας εκρήξεως, αλλά το νερό της βροχής συνέχισε να διεισδύει μεταξύ το>ν δοκών. Μέσα σε αυτά τα ερημίτικα καλύβια στήσαμε πασσάλους μισό μέτρο ψηλούς και απλώσαμε γυμνά κλαριά στην κορυφή τους για να μας εξυπηρετούν ως στρώ ματα. Σε όλη τη διάρκεια της νύκτας το νερό θα υψωνόταν στο χώρο. Με το πρωί έφθανε σ' ένα ύψος είκοσι ή τριάντα εκατοστών. Το χρησιμοποιούσαμε για να πνί γουμε τις ψείρες μας. Μπορούσαμε να βρούμε χούφτες από εκείνες οποιαδήποτε στιγμή κάτω από τα χιτώνιά μας και ανάμεσα στα πόδια μας. Με ένα ύφος π α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
155
ραίτησης τις ρίχναμε μέσα σιο νερό που πάφλαζε ελαφρά επάνω στα κλαδιά. Για τους δύο τελευταίους μήνες δεν είχαμε αλλάξει τα εσώρουχά μας. Τ α ζωύ φια μας έτρωγαν ζωντανούς. Έ να πρωινό γδύθηκα στην ύπαιθρο και σκότωσα πά νω από επτακόσιες ψείρες σε μια και μόνο περίοδο. Τα μάλλινά μας ήταν τελείως κόσκινο από εκείνες. Συνωστίζονταν μαζί σα σπειριά καλαμποκιού, στενά μπλεγμένες η μία με την άλλη. Πετύχαμε να τις εκτοπί σουμε μόνο με το ν’ αλλάζουμε τις φανέλες μας επάνω από μια φωτιά από ξύλα. Τότε θα βλέπαμε εκατοντάδες πελώριων, λευκωπών ψειρών να σκαρφαλώνουν προς το ανώτερο τμήμα του ρούχου. Θα τις πετούσαμε τινάζοντάς το επάνω σ’ ένα έλασμα πυρωμένου μετάλλου. Θα τσιτσίριζαν και θα έσκαζαν προς όλες τις κατευθύνσεις σα βαρελότα. Στο τέλος το έλασμα θα γυάλιζε από το λιωμένο τους λίπος. £ Ο Πσις φουσκωμένος, έμοιαζε σαν ένας μεγάλος ποταμός. Είχε μέσα σε μια νύ κτα φθάσει στα πόδια του βουνού μας και μετατρέψει τα λιβάδια σ’ ένα λασπώδη κόλπο, απολύτως απροσπέλαστο, στον οποίον έπλεαν τα πρησμένα κουφάρια των μπολσεβίκων, ξεβρασμένα στην τύχη από τα ρεύματα. Τα μαγειρεία μας αποκόπηκαν στα πόδια των απόκρημνων οχθών. Το νερό τα κάλυψε. Την επόμενη μέρα δεν μπορούσαμε πια να δούμε τίποτε, παρά τους με ταλλικούς σωλήνες των φουγάρων και τα κεφάλια λίγων αλόγων που πάλευαν α κόμα εδώ κι εκεί. Τα σώσαμε, αλλά πέθαναν λόγω των στερήσεών τους, στις ρίζες των λόφων. Τα αναγουλιαστικά τους πτώματα ήταν σύντομα το κύριο μέρος της διαίτης μας. Τίποτα δεν ερχόταν πια από τις βάσεις ανεφοδιασμού μας, αφ’ ότου οι γέφυρες του μηχανικού είχαν σαρωθεί πέρα σαν άχυρα από το νερό, το οποίο έφθασε σ' έ να ύψος δύο ή τριών μέτρων. Για μια εβδομάδα ζούσαμε μασώντας κομμάτια του λαπαδιασμένου κρέατος που τεμαχίζαμε με τα μαχαίρια μας από τα κοκκαλιάρικα καπούλια των νεκρών φοράδων. Κόβαμε αυτό τα απερίγραπτο κρέας όσο πιο καλά μπορούσαμε και το καταβροχθίζαμε ωμό χωρίς αλάτι. Είχαμε σώσει αρκετές λεκανιές αλευριού και καταφέραμε στο να ζυμώσουμε λί γες τηγανίτες με το βροχόνερο. Η πιο μικρούλα φωτιά θα έθετε όλον τον τομέα σε κίνδυνο, ωστόσο. Η κορυφή είχε απογυμνωθεί α π ’ όλο σχεδόν το φύλλωμα. Οι Ρώσσοι βρίσκονταν σ’ επιφυ λακή για εμάς. Μια λεπτή κλωστή καπνού, παρασυρμένη ανάλαφρα από τον αέ ρα επάνω από το βουνό, θα μας έφερνε ακαριαίως τριάντα ή σαράντα ολμοβομβίδες. Εξάλλου, ο καπνός μας έκανε τη ζωή αφόρητη μέσα στις χοντροκομμένες καλύβες μας. Τα μάτια μας θα νερούλιαζαν με μεγάλα δάκρυα και έπρεπε να σβή σουμε αμέσως τη φωτιά. Μουσκεμένοι, ροκανισμένοι από την πείνα, ξαπλώνοντας σε απω θητικά νε-
156
A eon Ν τεγκρελ
μουλιασμένα δωματιάκια, ήμασταν σύντομα λεία σε όλα τα είδη των ασθενειών. Μια επιδημία ικιέρου είχε εισβάλει στον τομέα μας. Κάθε πρωί γραμμές στρα τιωτών θ’ άφηναν τις τρύπες τους, πυρέσσοντες και παραζαλισμένοι, τα πρόσωπα κίτρινα. Αμέσως μόλις μπορούσε να κτισθεί μια προσωρινή γέφυρα, τους εκκε νώναμε σε επίφοβους αριθμούς. Περισσότεροι των χιλίων διακοσίων ασθενών ά φησαν τον Καύκασο εντός λίγων εβδομάδων. Με ίκτερο, πνευμονία και δέκα άλλες ασθένειες να παραμονεύουν για τον κάθε έναν από εμάς, το ανθρώπινο δυναμικό μας διαλυόταν. Χάσαμε ταχέως το ήμισυ των ανδρών μας. $ ΙΤαρ’ όλα αυτά έπρεπε να συνεχίσουμε τη στρατιωτική ζωή και να φορέσουμε το ζυγό της ταλαιπωρίας μέχρι το οριστικό τέλος. Περάσαμε ατελείωτες ώρες διατη ρώντας υπό παρακολούθηση τον εχθρό, θερίζοντας με πολυβόλα και υποπολυβόλα οποιονδήποτε Ρώσσο που θα ξεγλιστρούσε ύπουλα κοντά ή ανάμεσα στα φυλάκιά μας, χωρισμένα το ένα από τα άλλο ανά διαστήματα πενήντα ή εκατό μέτρων. Κάθε νύκτα οι περίπολοί μας θα πήγαιναν κάτω προς τις ρωσσικές αλεπότρυπες, ένας εξαντλητικός άθλος. Οι σιρατιώτες μας, ωστόσο, τα έβγαζαν πέρα χωρίς ιδι αίτερη προσπάθεια. Μια τέτοια περίπολος, αιφνιδιασμένη την αυγή από τους Σοβιετικούς, επέστρε ψε δίχως τον αρχηγό της, το όνομα του οποίου ήταν Ντυμπουά. Είχε πέσει κοντά στον Πσις. Τον πίστευαν νεκρό. Τη νύκτα εκείνη, ανάμεσα στους απότομους βράχους που μας διαχώριζαν από τον εχθρό, ακούσαμε καλέσματα για βοήθεια φωναγμένα στα γαλλικά. Δύο εθελο ντές κατηφόρισαν στις ρεματιές και έφεραν πίσω το "νεκρό" κορμί του Ντυμπουά. Για να πούμε την αλήθεια, ήταν πεθαμένος σχεδόν. Με τον (όμοτου τσακισμένο από μια σφαίρα, είχε συνέλθει πολύ μετά τη μάχη. Θα είχε υπάρξει αδύνατο να σκαρφαλώ σει πίσω κι επάνω στη βουνοπλαγιά στο άπλετο φως της ημέρας. Εξάλλου, δεν ήθελε να χάσει την ευκαιρία να διεκπεραιώσει, μ’ έναν εξαίρετο τρό πο, τις διαταγές που είχε λάβει να εντοπίσει τις σοβιετικές θέσεις. Διέσχισε το πο τάμι, ξεγλίστρησε μεταξύ δύο πολυβολείων και πέρασε αρκετές ώρες μελετώντας τη διαμόρφωση όλου του εχθρικού τομέως. Τα έκανε όλα παραπάνω από καλά. Ανακαλύπτοντας την τηλεφωνική γραμμή του ρωσσικού σταθμού διοικήσεως, κατόρθωσε με μεγάλη δυσκολία, διότι δεν μπο ρούσε πια να χρησιμοποιείτο ένα χέρι, να κόψει το καλο>διο με το μαχαίρι του. Οι Ρώσσοι, αμήχανοι, βγήκαν να ερευνήσουν. Ο Ντυμπουά, με εκείνους στα ί χνη του, έπρεπε να βουτήξει ξανά στο ποτάμι, τη φορά αυτή κάτω από ξέφρενους πυροβολισμούς. Κτυπήθηκε αρκετές φορές. Μια εκρηκτική σφαίρα άνοιξε μια τρύπα στο πόδι του στο μέγεθος μιας φράπας. Έ συρε τον εαυτό του μέσα στους πυκνούς θάμνους, έφτιαξε κουτσά σιραβά έναν αιμοστατικό επίδεσμο και, όταν
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
157
ήλθε η νύκτα, σύρθηκε προς τους βράχους μας που κούρνιαζαν εννιακόσια μέτρα από πάνω του. Σύρθηκε έρποντας το μισό δρόμο, με την ενεργητικότητα ενός αν θρώπου που διακινδυνεύει τη ζωή του. Διεκομίσθη σχεδόν ξεματωμένος. Οι νοσοκόμοι έπρεπε να τον πάρουν πίσω και κάτω στην άλλη πλευρά του βουνού, ξανά μέσα στη λάσπη και στο σκοτάδι. Προτού του δοθεί χλωροφόρμιο από το χειρουργό, ζήτησε ένα μολύβι και χαρ τί. Μπροστά στο Γερμανό συνταγματάρχη που διοικούσε τον τομέα σκίτσαρε, για είκοσι λεπτά, ένα χάρτη της σοβιετικής παρατάξεως, κατεβάζοντας λίγο κονιάκ κάθε φορά που ένιωθε να λιποθυμά. Μετά που σχεδίασε τα πάντα καθαρά, τότε και μόνον ξάπλωσε κάτω. Ή ταν ένας νεαρός αξιωματικός όπως οι άλλοι, ένας από τους πολλούς. Αλλά τα παλικάρια μας είχαν την πίστη. Γνώριζαν προς τι προσέφεραντις ζωέςτους. £ Το ιδανικό από μόνο του μπορούσε ακόμα να στηρίξει τους στρατιώτες μας, α κόμα και στη σκελετωμένη κατάσταση στην οποία ήταν συρρικνωμένοι. Επάνω στην παγερή μας κορυφή ζούσαμε σε μια ατμόσφ αιρα παράνοιας. Αρκετές εκατοντάδες ρωσσικών κουφαριών σάπιζαν και μόρφαζαν κάμποσα μέ τρα από εμάς. Μια νύκτα του Οκτωβρίου, οι Ρώσσοι είχαν προσπαθήσει ν’ ανακαταλάβουν την κορυφή. Στις ένδεκα η ώρα το βράδυ είχαν αναρριχηθεί στην ίδια την κορυφή του βουνού. Νόμισαν πως κανείς δεν τους είχε ακούσει, αλλά κάθε πολυβολητής βρι σκόταν στο όπλο του. Ό ταν οι μπολσεβίκοι ήταν λίγα μέτρα από τα όπλα μας, έ να θεριστικό πυρ βρυχήθηκε. Το σοβιετικό τάγμα κατακρεουργήθηκε. Οι Κόκκινοι είχαν αιφνιδιασθεί με τα δάκτυλά τους γαντζωμένα στις ρίζες των δένδρων, στο τέλος ακριβώς της αναβάσεώςτους. Πέθαναν πιασμένοι γερά στο έδαφος. Μερικοί κατρακύλησαν ανάμεσα στα βράχια. Αλλοι είχαν καταφέρει να πάνε αρκετά μέτρα μακρύτερα σε μήκος και πέθαναν στο πλάτωμα. Αλλά τα πιο τρομακτικά κουφάρια ήταν εκείνα που μόρφαζαν κάτω από τις ίδιες μας τις μύ τες, εξακολουθο')ντας να γραπώνουν τους κορμούς των βελανιδιών. Ή ταν αδύνατο να (ρθάσουμε αυτά τα λείψανα χωρίς να σαρο)θούμε από τα σο βιετικά πολυβόλα και όλμους, τα οποία, από την απέναντι πλευρά, παρακολου θούσαν για την παραμικρότερη κίνηση επί της ακάλυπτης κορυφής μας. Για αρκετές εβδομάδες είχαμε αναγκασθεί να είμαστε μάρτυρες της αργής αποσυνθέσεως των Kouq^apicov που αθροίζονταν ακριβώς κάτω από τα μάτια μας. Τελικώς, τα κεφάλια χαλάρωσαν, έγειραν δίπλα το ένα μετά το άλλο και κατρα κύλησαν ανάμεσα στα βράχια. Τίποτα δεν έμεινε επάνω στους ώμους εκτός από τους ξασπρισμένους σπονδύλους του αυχένα, στοιχειωμένα φρικτά υπερθέματα σαν αφρικανικά περιδέραια. $
158
Λ εον Ν τεγκρελ
Στις τρεις και τριάντα το απόγευμα σκιές ήδη προσκολλούνταν σιο βουνό. Από τις τέσσερις ήταν εντελώς σκοτάδι. Έ π ρ επ ε να τρυπώσουμε μέσα σε μαύρα ο ρύγματα γεμάτα νερό, ξαπλώνοντας επάνω σε στρώματα φτιαγμένα από κλαδιά, βασανισμένοι από αναρίθμητα ζωύφια. Στις ένδεκα τη νύκτα δεν μπορούσαμε πια να το αντέξουμε. Τουρτουρίζοντας θα περιμέναμε με τις ώρες για την πρώτη χλω μή λάμψη να διαπεράσει την υγρή αυγή. Ο εχθρός γινόταν όλο και περισσότερο απότομος. Οι Αμερικάνοι είχαν μόλις αποβιβασθεί σε Μαρόκο και Αλγερία. Οι Μπολσεβίκοι δεν είχαν πιστέψει στους γιάνκηδες μέχρι τον αιφνιδιασμό αυτόν 9. Η πτο>ση της Βορείου Αφρικής άλ\αξε τα πάντα. Πριν, πολυάριθμοι αιχμάλωτοι θα έρχονταν και θα παραδίνονταν. Συχνά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ακριβώς καθώς μας πλησίαζαν, οι φτωχοδιάβολοι θα ανατινάσσονταν επάνω στις νάρκες μας μέσα στη νύκτα. Οι πανικόβλητοι επιζήσαντες θα έτρεχαν πίσω στις θέσεις τους όπου αμέσως θα πυροβολούνταν. Από την ημέρα μετά την απόβαση στο Ραμπάτ και στο Α\γέρι, οι Ρώσσοι δεν έρχονταν πια. Είχαν επανακτήσει την αυτοπεποίθησή τους. Έ πρ επε να είμαστε διαρκώς σε επιφυλακή. Οι στρατιώτες μας αντικαθιστού σαν ο ένας τον άλλον κάθε δύο ώρες. Αυτές οι αλλαγές ήταν απαίσιες. Συνεχίσαμε να κατρακυλούμε μέσα στα προηγούμενα καταφύγιά μας, τώρα να ξεχειλίζουν α πό το νερό. Άνδρες θα εξαφανίζονταν εντελώς μέσα σ’ αυτά. Θα τους τραβούσα με έξω μουσκεμένους ως το κόκκαλο. Μερικοί θα ξεσπούσαν σε δάκρυα σαν παι διά. Ή μασταν τρομοκρατημένοι από τα φοβερά ρωσσικά πτώματα που υγροποιού νταν μεταξύ των φυλακίων μας, περισσότερο από τις γεμάτες με νερό τρύπες. Διαισθανόμενοι το δρόμο μας μέσα στο σκοτάδι, θα σταματούσαμε απότομα επά νω σ’ αυτούς τους σάπιους σάκκους, βυθίζοντας ένα ολόκληρο πέλμα μέσα σε μια κοιλιά που έσχαζε. Τότε θα σφιγγόμασταν από την απελπισία, στην αδυναμία να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας από αυτήν τη φοβερή ανθρώπινη σαπίλα που κολ λούσε γερά στο πετσί μας και μας αρρώσιαινε σε σημείο του να κάνουμε εμετό. Βρισκόμασταν στο τέρμα. Στο τέρμα! Το τέρμα της φυσικής μας δύναμης. Το τέρμα των πνευματικών μας εφεδρειών. Συνεχίζαμε να παλεύουμε μόνο διότι η τιμή μας ως στρατιωτών βρισκόταν στη γραμμή. Εθελοντές, επιθυμούσαμε να μείνουμε έτσι ως το πικρό τέλος, ως τον τε λευταίο κτύπο των εξουθενωμένων μας καρδιών. Δεν ελπίζαμε πια για τίποτα. Έ να πρωινό, διαβάζοντας τις διαταγές, ατενίσαμε με άδεια μάτια σε μια παρά γραφο που κατονόμαζε την ώρα και τις συνθήκες της αντικαταστάσεώς μας. Μας πήρε πολλή α>ρα να καταλάβουμε. Ωστόσο, ήταν πράγματι αληθινό. Η Βαλλονική Λεγεών επρόκειτο να επιστρέφει στο Βέλγιο. Θα λάμβανε τρεις εβδο
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
159
μάδες άδεια για την πατρίδα και εκεί θα ενισχυόταν από αρκετές χιλιάδες Βέλγων εθελοντών. Επιστρέψαμε κατηφορίζοντας τη μακριά, λασπερή βουνοπλαγιά που είχαμε κο πιαστικά αναρριχηθεί μια νΰκτα τον Οκτώβριο. Τ ι είχαν απογίνει οι δύστυχοι σύ ντροφοί μας οι οποίοι, τη νύκτα εκείνη, είχαν μοχθήσει και υποφέρει ενώ τρ α βούσαν σιωπηλά τους εαυτούς τους στην κορυφή του βουνού ; Από τη λεγεώνα μας, αποδεκατισμένη από τον πρώτο Χειμώνα στο Ντονιέτς, εντελώς ξαναφτιαγμένη τον Ιούνιο του 1942, πριν από τη μεγάλη νότια επίθεση, να που ακόμα παρέμεναν, συνολικώς, εκατόν ογδόντα επτά άνδρες όταν ήλθαμε πάλι στη μικρή ξύλινη γέ φυρα επάνω από τον Πσις. Πορευθήκαμε αργά πίσω προς την κατεύθυνση της κορυφής όπου είχαμε τόσο πολύ υποφέρει. Πολύ ψηλότερα από εμάς έπλεε το χρυσάφι λάβαρο των λίγων δένδρων που ο επερχόμενος χειμώνας δεν μπορούσε να καταβάλει. Ό π ω ς αυτά, το ιδανικό μας, υπερήφανο και βασανισμένο, φτερούγιζε βλοσυρά με φόντο τον εχθρικό ουρανό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Π Ε Ν Τ Ε
Ο χυρωμ ένοι
στο
Δ ν είπ ερο
S -■—^ να σούρουπο του Δεκεμβρίου του 1942 το τραίνο μας, γεμάτο με οτρατιώτες σε άδεια, πέρασε τον ποταμό Κουμπάν. Εκείνον τον καιρό οι A J Γερμανοί μηχανικοί ήταν απασχολημένοι κατασκευάζοντας μια πελώ ρια ατσάλινη γέφυρα εγκαρσίως των πράσινων νερών, μια γέφυρα με δύο λωρί δες, την οριστική. Το μέτωπο έδειχνε ακόμα σημεία επαπειλουμένων διασπάσεων στα βόρεια και βορειοδυτικά του Στάλινγκραντ. Οι Γερμανοί, μεθοδικοί όπως πάντα, ανεπηρέαστοι και από την ελαχιστότερη αμφιβολία, συνέχιζαν να μεταφέρουν ογκώδη ατσάλινα δοκάρια στο εργοτάξιο, τα οποία θ’ αντικαθιστούσαν τις ξύλινες γέφυρες που είχαν ξηλωθεί βιαστικά τον καιρό των νικών του προηγουμένου Αυγούστου. Με την ίδια ηρεμία είχαν συγκεντρώσει, στο Μαϊκόπ και στο Κρασνοντάρ, α ποθέματα από μπότες με γούνινη επένδυση, ενισχυμένο ρουχισμό, ζεύγη από σκι, τσιγάρα και σοκολάτες. Έ να μήνα αργότερα τα αποθέματα αυτά θα διασκορπί ζονταν τιναγμένα ψηλότερα από τις στέγες με τη βοήθεια αφθόνου δυναμίτη. Οι Γερμανοί άκουγαν μόνο το γερμανικό ραδιόφωνο. Εμείς, περισσότερο α διάκριτοι, είχαμε μάθει πως οι Ρώσσοι κατέφθαναν γοργά από την ανατολή και σχέδιαζαν v‘ αποκόψουν τις επικοινωνίες με τον Καύκασο στο Ροστόβ. Ξέραμε ό τι έρχονταν. Ο τομέας παρέμενε απολύτως ήρεμος. Λίγοι σκοποί επιτηρούσαν τους δρόμους κα τά μήκος των ωχροπράσινων, οριοθετημένων από τον πάγο, λιμνοθαλασσών. Δε βλέ
162
A eon Ν τεγκρελ
παμε το παραμικρό. Μόνο Αίγα κοράκια έδιναν ζωή οτο συννεφιασμένο ουρανό. £ Έ να πρωινό φθάσαμε στις γέφυρες του Ροστόβ, προστατευμένες με μεγάλες α ποβάθρες από τις παγετοπλημμΰρες. Από τον καιρό της ενώσεως της Ουκρανίας με την Ευρώπη, όλη αυτή η ενδοχώρα είχε γίνει ένα τεράστιο εργοτάξιο. Εκεί όπου ένα χρόνο πριν δεν είχαμε βρει παρά σιδηροδρομικές γραμμές, διαβρωμένες χάρη στη σοβιετική συνήθεια του ν’ αφήνουν τα πάντα στην τύχη τους και κτίρια μαυρισμένα από το συστηματικό σοβιετικό εμπρησμό, τώρα βλέπαμε σιδηροδρομικούς σταθμούς με δεκαπέντε ή είκοσι γραμμές, σπαρμένους με μεγάλα, νέα κτίρια από τσιμέντο και τούβλα. Ατενίζαμε με ορθάνοικτα μάτια αυτήν την απίστευτη μεταμόρφωση μέσα από τη μισάνοικτη πόρτα του βαγονιού μας. Εκατοντάδες πινακίδων που έφεραν τις ονομασίες των κυριοτέρων γερμανικοίν εταιρειών ήταν υπερήφανα τοποθετημέ νες επάνω στα εργοστάσια και στις αποθήκες, κατάλογος τιμής των νικητών σε αυ τόν το βιομηχανικό πόλεμο. Εμείς, οι στρατιώτες, είχαμε κατακτήσει μια έρημη χώρα την οποία η Σοβιετικοί είχαν ολοκληρωτικά αφανίσει ή διαλύσει κομμάτι - κομμάτι, προτού υποχωρή σουν προς την ανατολή. Η γερμανική εργατικότης είχε χρειασθεί δεκατέσσερις μήνες μόνο για να ξανακτίσει, δημιουργήσει, εδραιώσει την τάξη, να μεταμορ φώσει τα πάντα εκ θεμελίων. Επί του Δνειπέρου ήταν τα ίδια όπως στο λεκανοπέδιο του Ντονιέτς. Μια διώ ροφη γέφυρα, ένα επίπεδο για τα τραίνα, ένα άλλο για τα μηχανοκίνητα οχήμα τα, είχε κατασκευασθεί μέσα σε λίγους μήνες εγκαρσίως αυτού του πανίσχυρου ποταμού, πλάτους άνω του ενός χιλιομέτρου. Η πόλη σπινθηροβολούσε με φώτα όσο μακριά μπορούσε να δει το μ ά τι: τη νύκτα τα φώτα των μεγάλων βιομηχανιών μπορούσαν να ειδωθούν από παντού. Τεράστιος και μαύρος, ο ποταμός κυλούσε προς τη θάλασσα, ραντισμένος με αναρίθμητες αντανακλάσεις που μετατοπίζο νταν μέσα στο ρεύμα σα χίμαιρες. Κάτω από το χιόνι απλωνόταν η Ουκρανία, οι εκτεταμένοι ορίζοντές της διάσπαρτοι με πάγο και με χαλκόχρωμα άλση, κεντημένη με τα γαλάζια και πράσι να παραθυρόφυλλα των λευκών ισμπών. Παντού νέοι σταθμοί, αποθήκες, μεγά λα επεξεργαστήρια σακχάρεως είχαν κτισθεί. Ξεφορτώσαμε εκατοντάδες γεωρ γικών μηχανημάτων, πράσινων και κόκκινων, κομψών σα νυρεμβεργιανά παιχνί δια. Μέσα σ' ένα έτος η Γερμανία είχε δημιουργήσει στη Ρωσσία την πλουσιότε ρη αποικία στον κόσμο. Έ ξοχο έργο! Μα έξοχη ψευδαίσθηση επίσης, διότι το Ράιχ σπατάλησε πρόωρα σ’ αυτό το έρ γο της Ευρωπαϊκής ειρήνης την ισχύ η οποία, σύμφωνα με το νόμο της ζούγκλας του μίσους και της ιδιοτέλειας, θα έπρεπε να έχει στραφεί αποκλειστικώς προς τα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
163
πολεμικά έργα της σφαγής, του φονικού, της εξολοθρεύσεως. $ Το 1943 ο πόλεμος συνεχιζόταν. Περισσότερο από ποτέ απαιτούνταν γενναίες ψυχές. Το 1941 είχαμε φύγει για την Ανατολική σταυροφορία διότι το απαιτού σαν οι συνειδήσεις μας. Καθώς ο σκοπός παρέμενε ο ίδιος το 1943, έτσι και η προ σφορά έπρεπε να παραμείνει η ίδια. Ο ποιοσδήποτε μπορεί να ήταν οι κίνδυνοι και τα βάσανα του σκληρού αγώνος, ο πόνος του αποχωρισμού, η έλλειψη κατανοήσεως με την οποία συχνά νιώθαμε περικυκλωμένους τους εαυτούς μας, οφείλαμε να μείνουμε ακλόνητοι στην υπηρεσία του καθήκοντος μας. Η ζωή αξίζει μόνο στην έκταση που καταυγάζεται από γενναιόδωρη προσφορά. Ό λοι επιθυμούσαν να ζήσουν την εμπειρία του έπους. Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1943 η λεγεών μας επανασυγκεντρώθηκε για μια δεύτερη αναχώρηση στο Σπορτς Παλάς στις Βρυξέλλες. Δεκάδες χιλιάδες Βέλγων βρίσκονταν εκεί για να ζητωκραυγάσουν τους στρατιώτες. Ύ στερα το τραίνο μας πήρε προς τη Ρωσσία. Ωστόσο, δεν επρόκειτο να ενταχθούμε αμέσως στο αντισοβιετικό μέτωπο. Μας έ λειπαν ακόμα κάποια από τα μάχιμα τμήματά μας τα οποία, στη διάρκεια των μεσολαβησάντων μηνών, είχαν ενισχύσει τα γερμανικά στρατεύματα που υποχωρού σαν από τον Καύκασο. Από το Μαϊκόπ είχαν υποχωρήσει τόσο μακριά ως το δέλτα του Κουμπάν, τον ισθμό του Περεκόπ και, τελικώς, την Κριμαία. Δια της οδού της Συμφερουπόλεως και της Χερσώνος, επί του Δνειπέρου, ενώθηκαν μαζί μας στα πο λωνικά σύνορα μετά από ένα μακρύ, κυκλικό ταξίδι τεσσάρων σχεδόν μηνών. Οι σκληρές μάχες μας του 1941 και 1942, πολύ απέχοντας από το να εκφοβίσουν τα νιάτα της χώρας μας, τα είχαν προσελκύσει μαζικώς στο κάλεσμα. Σχεδόν δύο χιλιάδες Βέλγων εθελοντών βρίσκονταν υπό εκπαίδευση. Ο πρώτος μας άθλος ή ταν να σχηματοποιήσουμε μια συμπαγή μονάδα. Οι περισσότεροι των νεοσυλλέ κτων ήταν εργάτες ορυχείων. Κάποιοι είχαν έλθει λόγω αποστροφής για τη δου λειά τους στα ανθρακωρυχεία. Πολλοί είχαν προσελκυσθεί από το ιδανικό μας της κοινωνικής δικαιοσύνης και ονειρεύονταν δικαιοσύνη και εντιμότητα. Έ νας αριθμός αξιωματικών και στρατιωτών του παλαιού βελγικού στρατού, οι οποίοι είχαν υπάρξει αιχμάλωτοι στα στρατόπεδα του Ράιχ, είχαν ζητήσει να κατατα χθούν, προσήλθαν σε μας, αρκετές εκατοντάδες εξ αυτών, με τις ένδοξες παλαιές στολές με τις οποίες προσπάθησαν ν’ αναχαιτίσουν τη γερμανική προέλαση το Μάιο του 1940. Έ τσι οι δύο στρατοί ενώθηκαν ο ένας με τον άλλον αδελφικά· ο ένας που είχε ηρωικώς υπερασπισθείτην ακεραιότητα της χώρας μας το 1940 και ο ένας που, ξεπερνώντας τις μνησικακίες του παρελθόντος, είχε παλέψει από τον Αύγουστο του 1941 για να βοηθήσει να σωθεί το ουσιώδες : η Ευρώπη και οι πατρίδες μας σε ό λο το πλάτος της Ευρώπης. $
164
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Η εργατική τάξη συνιστούσε τα τρία τέταρτα της δυνάμεως της λεγεώνος μας, αλλά η λεγεών επίσης περιελάμβανε πολυάριθμους νέους ανθρώπους από την α ριστοκρατία και τη βελγική αστική τάξη, κατόχους χρυσών μεταλλίων από ιησουϊτικά κολλέγια, γιους γνωστών διπλωματών, νομομαθείς, δημοσίους υπαλλή λους, επιχειρηματίες. Μια ταυτόσημη επιδίωξη μας ένωνε όλους : να εκπροσωπήσουμε λαμπρά το λαό μας μεταξύ των είκοσι εθνών που είχαν ενταχθεί στον αγώνα· να εκπληρώσουμε, δίχως δουλοπρέπεια, τα καθήκον μας ως Ευρωπαίων με το να πολεμήσουμε κατά του θανάσιμου εχθρού της Ευρώπης· ν’ αποκτήσουμε για τη μητέρα χώρα μας μια δυνατή φωνή στην ηπειρωτική κοινότητα που θα γεννιόταν από τον πόλεμο και τελικώς να προπαρασκευάσουμε τα επίλεκτα στρατεύματα κρούσεως των οποίων η ισχύς θα εγγυόταντην κοινωνική δικαιοσύνη με τη μόνιμη επιστροφή μας στη χώρα μας, μετά τις εχθροπραξίες. Γι’ αυτήν την ιδέα προσφέραμε τις ζωές μας. Αυτή η προσφορά δεν ήταν απλή ρητορεία. Από τις έξι χιλιάδες Βέλγων εθελο ντών που εντάχθηκαν στη Βαλλονική Λεγεώνα μεταξύ του φθινοπώρου του 1941 και της ανοίξεως του 1945, δύο χιλιάδες πεντακόσιοι πέθαναν ως ήρωες. Ογδόντα τρία τοις εκατό των στρατιωτών μας έλαβαν ένα ή περισσότερα τραύματα στην ε ξέλιξη αυτού του μεγαλειώδους έπους. Από τους πρώτους οκτακόσιους εθελοντές, τρεις μόνον από εκείνους που είχαν λάβει μέρος σε όλες τις μάχες έφθασαν ζω ντανοί στο τέλος του πολέμου: ένας απλός στρατιώτης, ένας υπαξιωματικός που έγινε λοχαγός, τραυματισθείς τρεις φορές, και ο συγγραφέας αυτών των γραμμών, τραυματισθείς ο ίδιος σε πέντε περιπτώσεις.
Η Επιστροφή στο Δνείπερο Με το Νοέμβριο του 1943 η λεγεών μας, ως Ταξιαρχία Εφόδου "Βαλλονία" τώ ρα, μια ισχυρή μονάδα των Waffen SS, διέθετε 2000 ετοιμοπόλεμους άνδρες και 354 φορτηγά και τεθωρακισμένα οχήματα 1. Οι φάλαγγές μας ακολουθούσαν τα ποτάμια, τις λεωφόρους των ιτιών, τις λεύ κες που κιτρίνιζαν, κατόπιν διέσχισαν τα χωρίς φύλλα δάση της Σιλεσίας. Το 1943 αυτό το βιομηχανικό λεκανοπέδιο ήταν ακόμα άθικτο- τα ανθρακωρυχεία και τα διύλισιήρια συνθετικού πετρελαίου δούλευαν στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Τα χωριά στις μικρές κοιλάδες ήταν νοικοκυρεμένα και ειρηνικά. Μα ήδη τα μπουμπουνητά του μακρινού κεραυνού, προάγγελου μεγάλων κα ταιγίδων, μπορούσαν ν’ ακουσθούν να μουγκρίζουν στη Νότιο Ευρώπη. Τα Αγγλο - Αμερικανικά στρατεύματα είχαν διασχίσει τη Μεσόγειο το μήνα του Αυγούσυου του 1943, ένα πέρασμα οπωσδήποτε υποβοηθούμενο από τη διπλοπροσωπία και την αποστασία της Ιταλίας, αλλά επίσης και από πρώτης τάξεως πλοία και αερο σκάφη. Η Σικελία είχε παρθεί δι’ εφόδου. Η ίδια η ηπειρωτική χώρα, η Καλαβρία
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α ναγοαας
165
από τη μία, η Ν άπολη από την άλλη, βρέθηκαν να έχουν δ εχ θ εί εισβολή. Οι Σύμμαχοι δεν μπορούσαν πλέον να έχουν απωθηθεί, ούτε καν αναχαιτισθεί, όχι περισσότερο στα στενά της Μεσσήνης απ ’ όσο στις Συρακούσες ή κάτω από τις φοινικιές της Τυνισίας. Μια μαζική απόβαση, υποστηριζόμενη από αρκετές χιλιάδες αεροσκαφών, υ πήρξε ταχέως και απολύτως επιτυχής. Αυτό ήταν ξεκάθαρο. Μπορούσε αυτό το στερεότυπο, επαναληφθέν στις ακτές του Ατλαντικού, v‘ αποτύχει όταν είχε φανεί πως είναι ακατανίκητο στη Μεσόγειο ; £ Μια δεύτερη επίδειξη ισχύος είχε λάβει χώρα στο Ουκρανικό μέτωπο, προς την κατεύθυνση του οποίου κυλούσαν τα τριακόσια μας φορτηγά. Μέχρι το καλοκαίρι του 1943 είχαμε όλοι μας πιστέψει στην πιθανότητα αναζωογονήσεως στην Ανατολή. Το Στάλινγκραντ είχε αναμφισβήτητα υπάρξει ένα οδυνηρό πλήγμα. Αλλά η αντεπίθεση θα ερχόταν σίγουρα, όπως την άνοιξη του 1942. Η αντεπίθεση ήλθε. Η Γερμανία έριξε όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις στην κα τεύθυνση του Βορονέζεπίτου Ντον. Η έφοδος απέτυχε ύστερα από τραγικές μά χες, στις οποίες αρκετές χιλ ιά δ ες αρμάτω ν μ άχης είχαν κατα ο τρ α φ εί. Οι Σοβιετικοί, εμμένοντας στο πλεονέκτημά τους, είχαν απω θήσει τα γερμανικά στρατεύματα ως πέρα στο Χάρκοβο, κατόπιν είχαν καταλάβει την πόλη 2. Η πτ(όση του ήταν απείρως σοβαρότερη από εκείνης του Στάλινγκραντ, αν και λιγότερο θεαματική. Δεν μπορούσαμε άλλο πια να το καταγράψουμε ως ατύχη μα. Ποια χώρα δεν είχε μια ατυχία στον καιρό του πολέμου; Π αραήταν συστη ματικό. Δεν είχαμε καταφέρει να απωθήσουμε τη σοβιετική ατμομηχανή, ούτε καν να την ανακόψουμε. Από το Χάρκοβο οι δυνάμεις της Ε.Σ.Σ.Δ. είχαν εξορμήσει και στο Δνείπερο ακόμη, τον πέρασαν, προχώρησαν πέρα από το Κίεβο και το Ντνιεπροπετρόβσκ. Αλλά όπως και να ’χει, η δική μας ομάδα, οι αντιμπολσεβίκοι εθελοντές, ήταν δεσμευμένη. Είχαμε αποφασίσει να πολεμήσουμε ως το τελευταίο δευτερόλεπτο κατά των Σοβιετικών. Γνωρίζαμε πως κάθε επιτελεσμένο πλήγμα θα είχε κάποια ημέρα το αποτέλεσμά του. Ακόμα περισσότερο, όσο δεν είναι χαμένα τα πάντα, τίποτα δεν έχει χαθεί. Η Γερμανία διέθετε ακόμη ένα πολύ μεγάλο περιθώριο ασφαλείας, από το Μινσκ ως το Μπορντώ, απάτην Αθήνα ως το Νάρβικ. Διέθετε ακόμα τεράστιες υλικές ε φεδρείες και οι πολυμήχανοι εφευρέτες της μπορεί ξαφνικά να παρασκεύαζαν έ ξοχες και τρομακτικές εκπλήξεις εναντίον ενός αντιπάλου που παραήταν σίγου ρος για τον εαυτό του. Πολυάριθμες φάλαγγες εξαιρέτων στρατευμάτων κρούσεως συνενούνταν μαζί μας, αξιοσημεκοτα οι περίφημες μεραρχίες "Adolf Hitler" και "Totenkopf”. "Σ’ ένα μήνα θα ξαναπάρουμε το Κίεβο!", αυτοί οι επίλεκτοι
166
A eo n Ν τεγκρελ
στρατιώτες φώναζαν σε μας καθώς περνούσαν. £ Τα τραίνα μας διέτρεχαντο νότο της Πολωνίας, κάτω από έναν καθάριο ουρα νό από αχνό γαλάζιο και ροζ. Ή τα ν Κυριακή. Οι γυναίκες μέσα σε σκουρόχρωμα φορέματα, κουκουλωμένες με πράσινες σκούφιες, άφηναν τις μικρές λασποτοιχισμένες ίσμπες τους, κατεβαίνοντας χωματένια μονοπάτια για να φθάσουν σε βαμμένες, ξύλινες εκκλησίες. Ανασαίναμε το άρωμα της παγωμένης γης. Την επόμενη μέρα την αυγή κάναμε μια σύντομη στάση στο Λέμπεργκ, όπου παραλάβαμε μια τεράστια ποσότητα χειμερινού εξοπλισμού: ρουχισμό πλήρως φοδραρισμένο με πούπουλο, ενισχυμένες μπότες, λευκά πανωφόρια, κουκούλες με γούνα. Κάτω από το βάρος αυτών των ενδυμάτων νιώθαμε τεράστιοι και άχαροι, μην ξέροντας πια πώς να μεταφέρουμε όλοντον εξοπλισμό μας. Θυμόμασταν τον φο βερό χειμώνα του 1941 επί του Ντονιέτς, με τα ξεφτιομένα μας χιτώνια ξεσχισμέ να πέρα-πέρα από τον ουρλιάζοντα βόρειο άνεμο. Αυτή τη φορά η διοίκηση είχε πάρει κάθε προφύλαξη. Τα αγαθά σχεδόν παραήταν πολλά και οι πιο συνετές κε φαλές ανάμεσά μας αναρωτιόνταν πως θα κρατούσαν μια τέτοια ποσότητα-φαινόμενο αποσκευών όταν ερχόταν η μέρα που θα έπρεπε να κινηθούν δίχως φορ τηγά. Αλλά, σε γενικές γραμμές, οι στρατιώτες μας αποκτούσαν μια παιδική ευχαρί στηση με τον παραγεμισμένο τους ρουχισμό. Κάθε αυτοκίνητο αποσκευών σύ ντομα περιείχε μια πλήρη διμοιρία Αγιο-Βασίληδων. $ Ξεκινήσαμε πάλι κατά πλάτος της Γαλικίας, της μουσκεμένης από τις φθινο πωρινές βροχές. Ύ στερα τα μακριά τραίνα έστριψαν προς το νότο. Γαλάζια όρη έλαμπαν πέρα στα δυτικά. Έ να ς μεγάλος, λασπερός ποταμός, οριοθετημένος α πό χιλιάδες ξεραμένω ν βούρλων, γλιστρούσε κάτω από τα αυτοκίνητά μας. Περνώντας το Δνείστερο, εισήλθαμε στη Βεσσαραβία. Από κει και πέρα οι γραμμές επικοινωνίας ήταν τόσο βεβαρημένες που μας πή ρε δεκαπέντε ή είκοσι μέρες για να κάνουμε τη διαδρομή μας, δια της ευθείας ο δού από το Λέμπεργκ στο μέτωπο. Μάζες αδειούχων στρατιωτών, που δεν ήταν και πάρα πολύ ενθουσιώδεις για να επιστρέφουν στη μάχη, έψαχναν τρόπους ν’ αποφύγουν το καθήκον. Εκθαμβωτικά οχήματα για ύπνο και αυτοκίνητα εστια τόρια κυλούσαν ακόμη, με ω ρολογιακή ακρίβεια, προς την κατεύθυνση της Οδησσού. Από τις αποβάθρες των σταθμών όπου χαζεύαμε άσκοπα στη διάρκεια των αναμονών των σαράντα ή πενήντα ωρών, θα βλέπαμε ξαφνικά πολυτελή αυ τοκίνητα, με τους πορτοκαλί φανούς τους, να περνούν σε πομπή. Αλλά η γενική κυκλοφορία παρέλυε όλο και περισσότερο. Το προσωπικό των
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
167
μπαρ περνούσε, ως συνήθως, χωρίς εμπόδια, μα ο στρατός δεν κινούνταν πια κα θόλου, παρά σταλιά-σταλιά. Τα τραίνα μας διακλαδίζονταν στις σιδηροτροχιές εγκαρσίωςτης Ρουμανίας επί μιας μονής γραμμής. & Είχαμε οδηγηθεί στο να πιστεύουμε πως πηγαίναμε στην Κριμαία. Η χερσόνησος της Κριμαίας είχε μόλις αποκοπεί από την ηπειρωτική χώρα α πό τη σοβιετική επίθεση, αλλά οι γερμανικές ενισχύσεις είχαν σταλεί στην Οδησσό μέσω θαλάσσης. Έτσι, είδαμε δίχως έκπληξη ένα πρωινό τους κόκκινους προμα χώνες του παλαιού φρουρίου του Τ ιρα σ πόλ, ψ ηλά επ ί της δεξιά ς όχθης του Δνειστέρου. Από την άλλη μεριά του ποταμού αναγνωρίσαμε τις ομοιόμορφες ίσμπες, ύστε ρα στρίψαμε τελείως προς την ανατολή. Το ταξίδι στην Κριμαία τελείωσε. Για δύο ημέρες ανηφορίσαμε αδιάκοπα. Βορειοανατολικά, βορειοανατολικά, βορειοα νατολικά. Οι πελώριοι ουκρανικοί σταθμοί περνούσαν διαδοχικά, καλυμμένοι με χιόνι. Γυναίκες με ευτυχισμένη όψη, γερές και στρουμπουλές μέσα στα παραγε μισμένα τους ρούχα, μασούσαν κι έφτυναν ηλιόσπορους καθώς εργάζονταν ως φορτοεκφορτωτές στις αποβάθρες φορτώσεως. Π ροσεγγίζαμε όλο και πιο κοντά στο Δ νείπερο, μ ακριά στα βόρεια του Ντνιεπροπετρόβσκ. Μπορούσαμε ήδη ν’ ακούμε το πυροβολικό. Το τελευταίο βράδυ αντιληφθήκαμε δέσμες από λαμπρές αναλαμπές στ’ α ρ ι στερά μας. Το τραίνο προχώρησε για αρκετές ώρες, κόβοντας αυτά τα αλλόκοτα πυροτεχνήματα στη μέση. Μπαίναμε όλο και βαθύτερα στο λαιμό του μπουκαλι ού. Αεροσκάφη κατέβαιναν για να πολυβολήσουν το δρόμο. Μπροστά μας είδα με κτίρια στις φλόγες. Ή ταν το Κορσούν. Αποβιβασθήκαμε εκεί τα μεσάνυκτα.
Ο Ολσάνκα Επρόκειτο ν’ αναλάβουμε τις θέσεις μας γύρω στα τριάντα χιλιόμετρα στ’ ανα τολικά του Κορσούν. Π ήρε στα τριακόσια πενήντα τέσσερα σχήματά μας τρεις ημέρες να ολοκλη ρώσουν αυτό το στάδιο του ταξιδιού, το οποίο κανονικά θα είχε πάρει δυο ώρες. Έ να τεράστιο ποτάμι από λάσπη, η απαίσια ρωσσική λάσπη, παχιά σα λιωμέ νο ελαστικό, έκανε όλους τους δρόμους βούρκο. Ή τα ν σαράντα ή πενήντα εκα τοστά βαθιά στο πλάτος των κοιλωμάτων στα μικρά χωριά. Οι νέοι οδηγοί μας έπρεπε να κάνουν το δρόμο τους δια μέσου αυτής της ιξώ δους βρωμιάς, κόβοντας άλση κερασιών για να φτιάξουν στα πρόχειρα νέα πε ράσματα. Ακριβώς μπροστά σ’ ένα δάσος από έλατα βρεθήκαμε μπροστά σε κά ποιους μεγάλους βάλτους. Εκεί έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε ένα μονοπάτι φτιαγ
168
A eon Ν τεγκρελ
μένο από χιλιάδες κούτσουρων μαζί καρφωμένων. Χορεύαμε περνώντας τους λες και ήμασταν σε γιορτή. Το μονοπάτι που διέσχιζε το μεγάλο δάσος των κωνοφόρων ήταν το ίδιο υπο στηριγμένο με χιλιάδες κορμών δένδρων, όχι πλέον λόγω της λάσπης, αλλά λόγω της ψιλής άμμου, μέσα στην οποία τα αυτοκίνητά μας θα βουλίαζαν ως τους κι νητήρες τους. Οι Μπολσεβίκοι ήξεραν τις δυσχέρειες αυτού του περάσματος. Κατά συνέπεια το δάσος κατακλυζόταν από παρτιζάνους με κακές προθέσεις, οι οποίοι τοποθε τούσαν νάρκες τη νύκτα. Το πρωί δύο ή τρία αυτοκίνητα θ’ ανατινάσσονταν. "Ηταν τα ημερήσιό μας διόδια. Κάθε πεντακόσια μέτρα πελώριες ξύλινες οχυρο')σεις είχαν κτισθεί, σαν αφ ρι κανικά φρούρια. Ομάδες επιτηρήσεως διέμεναν εκεί, προφυλαγμένες από εντυ πωσιακούς φράκτες. £ Στα ανατολικά αυτού του πευκοδάσους ξανοιγόταν η πεδιάδα του Δνειπέρου. Το επιτελείο της περίφημης μεραρχίας των SS "Wiking" ήταν εγκατεστημένο στο Μπελοζέργιε, ένα μεγάλο χωριό που εκτεινόταν πέρα από μια ακτίνα αρκε τών χιλιομέτρων, θ α ήμασταν μαζί τους μέχρι το καλοκαίρι του 1944. Εξόχως οπλισμένη, πλήρως μηχανοκίνητη, περιλαμβάνοντας χιλιάδες εξαιρέτων, νέων ανδρών, με βαρελίσια στήθια και δυνατοί σαν ξυλοκόποι, στη "Wiking" είχε ανατεθεί η αποστολή της υπερασπίσεωςτου Δνειπέρου, ήδη πλαγιοκοπημένου στα βορειοανατολικά και στα νότια από τις μεραρχίες του Στάλιν. Σοβιετικά στρατεύματα είχαν πέσει με αλεξίπτωτα επί της δεξιάς όχθης του πο ταμού, στην περιοχή του Μπελοζέργιε, τη στιγμή που οι υποχωρούσες γερμανι κές μεραρχίες τραβιόνταν πίσω προς την αριστερή όχθη και ανέμεναν μαζικώς τη σειρά τους να περάσουν τις λίγες γέφυρες που ήταν διαβατές. Οι αλεξιπτωτιστές του εχθρού κατεδιώχθησαν αμέσως. Πολλοί είχαν αφανισθεί κατά τη διάρκεια των συντόμων αψιμαχιών οι επιζήσαντες αφέθηκαν να τους κα ταπιεί το μεγάλο δάσος του Τσερκάσσυ. Εκεί είχαν ενωθεί με τους πολυάριθμους παρτιζάνους. * ** Η ζώνη που είχε ανατεθεί σε μας, στα νότια του τομέως της "Wiking", οριζόταν από το δυτικό όριο του δρυμού. Οι αλεξιπτωτιστές και οι Ουκρανοί αντάρτες εί χαν ακμάσει για αρκετές εβδομάδες o‘ αυτό το δασώδες ορμητήριο επί της δεξιάς όχθης του Δνειπέρου. Κατέληξαν στο ν’ αποκαταστήσουν σύνδεσμο με τον κυρίως σοβιετικό στρατό, ο οποίος είχε περάσει τον ποταμό πιο κάτω. Ο δρυμός περικλειόταν στα δυτικά από ένα ποτάμι, τον Ολσάνκα, δεκαπέντε με είκοσι μέτρα πλατύ. Ρέοντας από τα νότια, το ρεύμα ερχόταν σ’ ένα χωριό που λε γόταν Σταροσέλγιε, άλλαζε για λίγη ώρα κατεύθυνση προς τα βορειοδυτικά, κα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
169
τόπιν επέστρεφε κατά μήκος του δάσους και κατηφόριζε ανατολικά. Περνούσε έ να χωριό, θαυμάσια ονομασμένο Μπαϊμπούσυ, κουρνιασμένο επάνω σ’ ένα λόφο στην αριστερή όχθη. Επί της άλλης πλευράς του ποταμού, γερά πιασμένο άκρηάκρη στο δρυμό και κατεχόμενο από τον εχθρό, ήταν ένα χω ριουδάκι, η Σακρέβκα. Ο Ολσάνκα συστρεφόταν και γύριζε ανάμεσα στους βράχους. Μετά από πέντε ή έξι χιλιόμετρα έφθανε ένα τέταρτο χωριό, το Μόσσνυ. Εκείτελικώς ο Ολσάνκα άφηνε εντελώς το δάσος. Είχε γίνει πλατύτερος και εδώ μια μακριά, ξύλινη γέφυ ρα τον περνούσε. Κάθε ίσμπα διέθετε ιχθυοπαγίδες από λυγαριά, δίκτυα εντός στεφανιοειδών πλαισίων, απλάδια, τετράγωνα δίκτυα, σε παράξενα σχήματα. Μια αξιοθαύμαστη εκκλησία με έναν ανατολίτικο θόλο κοσμούσε όλον τον ορίζοντα. Από το Μόσσνυ ο Ολσάνκα έρεε προς την κατεύθυνση της ανατολής για αρκετά ακόμη χιλιόμετρα. Στο μακρινό πέρας μιας καλαμόφυτης στέππας, μια τελευταία πολίχνη με το σπηλαιώδες όνομα το Λοζοβόκ, απλωνόταν κάτω από τον διάστικτο με συννεφάκια νοεμβριάτικο ουρανό. Ψηλοί, λευκοί αμμόλοφοι δέσποζαν του πο ταμιού, καθώς αυτό κυλούσε μέσα στο λασικοδη Δνείπερο, ανάμεσα στα νησιά α πό χρυσαφένιες άμμους και τα μαύρα έλατα. Τοιουτοτρόπως το πολεμικό μας τοπίο και χωριά. $ Ε πρόκειτο να καταλάβουμε πρώ τα τις περ ιο χές του Μόσσνυ και του Μπαϊμπούσυ. Τ ο μεγαλύτερο τμήμα της ταξιαρχίας μας πήγε κάτω στο Μόσσνυ, στους ψ α ράδες του και στη μαυρισμένη του γέφυρα. Ως διοικητής του τρίτου λόχου είχα να υπερασπίσω το Μπαϊμπούσυ. Ο λόχος ή ταν σε μεγάλο μέρος φτιαγμένος από τις μελλοντικές κεφαλές του Κινήματος Νεολαίας μας που είχαν προσεκτικώς κοσκινισθεί και είχαν ολοκληρώσει μια μακρά διαδικασία εκπαιδεύσεως στην ηγεσία. Αυτά τα αγόρια των δεκαέξι και δε καεπτά ετών 3 ήταν από κρυστάλλινη καθαρότητα και ιδεαλισμό. Έ φ θασ α με αυτά στο Μ παϊμπούσυ. Δύο μακριές γραμμές από ίσμπες σημά δευαν την κορυφογραμμή. Στα πόδια αυτών των καλαμόσκεπων αγροικιών, το έ δαφος έκλινε απαλά προς την κατεύθυνση του Ολσάνκα για ένα χιλιόμετρο. Το δάσος, μυστηριώδες, μας παρακολουθούσε. Οι Ρώσσοι είχαν οχυρώσει τους εαυτούς τους οτην είσοδο του δάσους, ή έτσι φαι νόταν, καθώς δεν έκαναν γνωστή την παρουσία τους. Στήσαμε τους εκτοξευτές χει ροβομβίδων μας, το πυροβολικό μας, τα αντιαεροπορικά μας και τα Πακ μας. Το πεζικό μας έλαβε θέση. Το χωριό ήταν ήρεμο. Το δάσος ήταν ήρεμο. Ούτε μια ράχη δεν ειδώθηκε να έρπει ανάμεσα σ ια γκρίζα κοτσάνια των ηλιοτροπίων. Εγκατέστησα το σταθμό διοικήσεώς μου στην πρώτη ίσμπα οτα νοτιοδυτικά.
170
A eo n Ν τεγκρελ
Στις οκτώ η ώρα, ένα ξέσπασμα πυρών, ένα και μοναδικό, έσκισε το σκοτάδι. Πέντε λεπτά αργότερα το διοικητήριό μου, κατατρυπημένο από εμπρηστικές σφαίρες, εξερράγη μέσα στις φλόγες στην κορυφή του λόφου, ένας χρυσαφής πυρ σός με εκατομμύρια σπινθηριζόντων αστερίσκων. Ό λη η κορυφογραμμή φωτίσθηκε. Πολΰ περισσότερο, δεν ακοΰσαμε τίποτα παραπάνω μετά την έκρηξη, αν και αρκετές καφετιές μορφές πρέπει να είχαν συρθεί κοντά, καθώς ξέκλεβαν ΰπουλα το δρόμο τους πίσω στα βούρλα της όχθης του ποτάμιου. Κάτω εκεί στο ρουμάνι, μάτια που γυάλιζαν παρακολουθούσαν τη φωτιά. Η μάχη ανάμεσα σε μας και στο δάσος είχε αρχίσει.
Το Σιωπηλό Δάσος Τ α κ τοποιη θή κα μ ε στο νέο τομέα μας του ουκρανικού μετώπου την 21η Νοεμβρίουτου 1943. αρκετές ημέρες αργότερα, προκειμένου να δοκιμάσωτους νεοσύλλεκτους μου και να διερευνήσω το έδαφος, πέρασα πέρα στη σοβιετική ό χθη με τις πρώτες ακτίδες της αυγής. Η ξύλινη γέφυρα Μ παϊμπούσυ - Σακρέβκα στεκόταν ακόμη, μια στενή αψίδα που οι Ρώσσοι μπορούσαν να έχουν ανατινάξει το ίδιο καλά όσο κι εμείς, αλλά ο καθένας μας τη φύλαγε σε περίπτωση ξαφνικής αντιστροφής. Στρίψαμε προς το νότο. Με δύναμη δώδεκα ανδρών κινηθήκαμε έρποντας εγκαρσίω ς ενός λιβαδιού με μίσχους ηλιοτροπίω ν και φ θάσαμ ε στον ποταμό Ολσάνκα. Το νερό ήταν παγερό και έφθανε ως το στήθος μας. Τοποθέτησα έναν πολυβολητή επί της άλλης όχθης για να καλύπτει το πέρασμά μας. Ύ στερα συρ θήκαμε για πολλή ώρα δια μέσου ενός έλους προτού φθάσουμε στο δάσος. Τα ψηλά έλατα ήταν σιωπηλά· η χρυσαφένια άμμος ήταν απείρακτη. Σε ένα ξέφωτο βρήκαμε ένα κοπάδι και δυο βοσκούς. Αυτό ήταν όλο. Έτσι για να επιστρέφουμε τις φιλοφρονήσεις των μπολσεβίκων της πρώτης βρα διάς, βάλαμε φωτιά στο γυρισμό μας σε τρεις αχυροθημωνιές που οριοθετούσαν τον εχθρικό τομέα. Επιστρέψαμε με άδεια χέρια. Το δάσος κράτησε το μυστικό του. Ό ταν τα χαρακώματά μας και τα συρματοπλέγματά μας βρίσκονταν στέρεα στη θέση τους επί της ανατολικής και νοτιοανατολικής παρυφώ ν του χωριού του Μπαϊμπούσυ, ο στρατηγός που διοικούσε το σώμα στρατού έδωσε, όπως μπορεί να ήταν αναμενόμενο, τη διαταγή ν’ αλλάξουμε όλες τις θέσεις και να τις μετακι νήσουμε μπροστά, ακριβώς επάνω στην όχθη του Ολσάνκα. Οι στρατιώ τες έπρ επε τώ ρα να κατασκηνώ σουν στην ανοικτή ύπαιθρο. Επιπλέον, ο Χειμώνας ερχόταν. Επάνω στο Μπαϊμπούσυ θα βρίσκαμε με τη σει ρά καταφύγιο μέσα στις ίσμπες, άθλιες καλύβες κτισμένες στη γυμνή γη, οι λασπότοιχοίτους να τρέχουν νερό. Τουλάχιστον είχαμε μια στέγη και δυο μικρά πα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
171
ράθυρα. Κάτω, βρισκόταν η γυμνή πεδιάδα, η λάσπη ή η υγρή άμμος των ακάλυ πτων οχθών του ποταμιού. Τοποθετήσαμε ανά διαστήματα τα σημεία πυρός μας σε μια έκταση επτά χι λιομέτρων, κατά μήκος των ψηλών, κοφτών βράχων ή κοντά στη μικρή γέφυρα της Σακρέβκα. Διακόσια μέτρα από τον Ολσάνκα υπήρχε ένας λοφίσκος στεφα νωμένος από ένα σύδενδρο σημύδων. Τον κάναμε τον άξονα της αμύνης μας. Τα αντιαεροπορικά μας πυροβόλα σύρθηκαν εκεί στη διάρκεια της νύκτας. Έ να δί κτυο χαρακωμάτων με μέτωπο από συρματόπλεγμα διέτρεχε, αντί προχωμάτων. Στο τέλος των δύο εβδομάδων η ταξιαρχία μας έπρεπε να επεκτείνει τις επιχει ρήσεις προς το νότο, στο χωριό του Σταροσέλγιε. Ο νέος τομέας, κατηφορίζοντας δια μιας απότομης πλαγιάς επάνω σ’ ένα χωριό ονομαζόμενο Ιρντύν, ήταν στα χέ ρια των Σοβιετικών. Μεταξύ της κωμοπόλεως αυτής και των πολυβολείων μας βρι σκόταν μια μεγάλη έκταση από λάσπη. Μπλεγμένα μέσα σ’ αυτόν το βάλτο βρί σκονταν σκόρπιες φουντουκιές, βάτα και βούρλα. Είχε χιονίσει. Λαγοί θα έτρεχαν τινάζοντας απότομα τις κοντές ουρές τους, σκα λίζοντας γραμμές από γαλάζιες και πράσινες τρύπες μέσα στην τραγανή στέππα. Ρόδινες βραδιές έπεσαν πάνω από το δάσος. Τα παλικάρια μας είχαν μια σκληρή ζωή. Συχνά, όταν περίπολοι διακινδύνευ αν μέσα στο έλος, η παγωμένη κρούστα θα έσπαγε. Είχαμε ένα σωρό πόδια με κρυοπαγήματα. Αυτές οι δυσχέρειες δεν απέτρεπαν το ηθικό μας από το να είναι τόσο φιλοπό λεμο όσο ήταν δυνατό να είναι. Για κάθε περίπολο έξι ανδρών, ογδόντα λεβέντες στρατιώτες θα φωνασκούσαν κι έσπρωχναν με ελπίδες για να επιλεγούν. Στο άλλο τέρμα του τομέως, οι σύντροφοί μας στο Μόσσνυ είχαν οχυρωθεί κα τά μήκος του ποταμού Ολσάνκα. Έ να μονοπάτι διέτρεχε την απότομη όχθη του ποταμιού. Στην εχθρική ζώνη, κά τω από το μοβ και πορφυρό δάσος, τα ερείπια ενός μοναστηριού μπορούσαν να ειδωθούν και το κιτρινισμένο φύλλωμα του παλαιού περιβόλου. Οι άνδρες μας έ σκαβαν και υποστύλωναν τα χαρακώματα ενώ οι σκοποί ανίχνευαν με το βλέμμα τους τη δεξιά όχθη, χωρισμένη σε λωρίδες από τους μίσχους του καλαμποκιού. Οι Σοβιετικοί ήλθαν το βράδυ για να διερευνήσουν στην τύχη το έδαφος. Οι στρατιώτες μας, επίσης, διέσχισαν στα κλεφτά μέσα στο σκοτάδι ως την άλ λη πλευρά του νερού. Τα λιβάδια, κολλώδη από μαύρη λάσπη ή σκεπασμένα από τα πρώτα χιόνια έ βριθαν από νάρκες. Θα περιμέναμε για θορύβους μέσα στη νύκτα. Μια λάμψη, έ να μπουμ, κραυγές, και εκείνοι που διέφυγαν θα έφερναν πίσω τους τραυματίες, ζεστούς από το αίμα. Έ νας από αυτούς, ένας μικρόσωμος ανθρακωρύχος από το Σαρλερουά, δεκαε πτά ετών, λεπτός σαν κορίτσι, είχε και τα δυο του πόδια και ένα χέρι διαλυμένα σε κομμάτια κατά την εξέλιξη μιας από αυτές τις επιδρομές.
172
A eon Ν τεγκρελ
Άντεξε για ένα μήνα στο στρατιωτικό κρεβάτι του στο νοσοκομείο εκστρατείας στο Κορσοΰν. Κάθε μέρα γινόταν και πιο αδύναμος, αλλά χαμογελούσε σε κάθε επίσκεψη. Βρήκε ευτυχία στο Σιδηρούν Σταυρό του. Πέθανε κρατώντας την κόκ κινη κορδέλα του μέσα στα χέρια του σα να είχε και να χάιδευε ένα παραδείσιο πουλί. £ Το δάσος ήταν τόσο μυστηριώδες όσο πάντα. Π αρ’ όλα αυτά, κάθε νύκτα άνδρες θα γλιστρούσαν μεταξύ των φυλακίων μας, προσεκτικοί σα λεοπαρδάλεις. Θα ακούγαμε μαλακά κρωξίματα κουκουβάγιας μέσα στο σκοτάδι. Από πέρα μακριά, ένα άλλο κρώ ξιμο θ ’ απαντούσε. Καταλαβαίναμε τα σημάδια, νιώθαμε τις παρουσίες. Μερικές φορές οι σκοποί μας θα πυροβολούσαν. Αλλά το πρωί δε θ’ ανακαλύπταμε το ελάχιστο ίχνος αίμα τος ή πατημασιών. Μπορούσαμε ν’ αυξήσουμε τις περιπόλους μας όσο θέλαμε. Πήγα έξω ο ίδιος και πέρασα ώρες κατά τις νύκτες, ζαρωμένος μαζί με έναν από τους άνδρες μου κοντά στο νερό. Δεν πιάσαμετο παραμικρό. Ή τα ν αρκετό για να μας οδηγήσει στην απελπισία, διότι κάθε πρωί, πέντε, δέκα ή δεκαπέντε χιλιόμετρα πίσω μας, τα φορτηγά μας θ’ ανατινάσσονταν επάνω σε νέες νάρκες. Το χωριό ζωντάνευε με το σκοτάδι. Συνθηματικά ανταλλάσσονταν παρτιζάνοι έβρισκαν άσυλο. Οι Κόκκινοι γλιστρούσαν στις σκιές, μέσα στα σανδάλια τους α πό χοιρόδερμα. Γνώριζαν κάθε εκατοσυό του εδάφους. Ή τα ν άπιαστοι. Στο τέλος του μηνός, ούτε εμείς ούτε η μεραρχία "Wiking" είχαμε πιάσει έοτω έ ναν και μοναδικό αιχμάλωτο.
Αίμα στις Λόχμες 'Επρεπε να γνωρίζουμε, με οποιοδήποτε κόστος, τι συνέβαινε μέσα σ' εκείνο το πορφυρόλευκο δάσος. Οι χωρικοί θα ψιθύριζαν. Μαθαίνοντας από εκείνους, καταλήξαμε πως γύρω στις δέκα χιλ ιά δες ά νδρ ες κρύβονταν μέσα σ' αυτόν το δασω μένο όγκο του Τσερκάσσυ. Αλλά που; Λάμβαναν υλικό. Είδαμε, χάρη στα προκεχωρημένα παρατηρητήριά μας, τους Μπολσεβίκους να κατασκευάζουν πολυάριθμα πολυβολεία και να φέρνουν α ντιαρματικά πυροβόλα, τα οποία μετακινούσαν συχνά. Αλλά είδαμε μόνον τα πρώτα εκατό μέτρα. Τ ι βρίσκεται παραπέρα, κάτω από την απεραντοσύνη των κωνοφόρων και cow σκοτεινών βελανιδιών που εκτείνονται ανεμπόδιστα ως το Δνείπερο στην ανατολή και το Τσερκάσσυ στα νοτιοδυτικά; Κάθε ίσμπα ήταν ένα μυστήριο.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
173
Οι χωρικοί μας ήταν φιλικοί, όπως ήταν σχεδόν όλος ο κόσμος της υπαίθρου της Ουκρανίας. Καταριόνταν τον Κομμουνισμό που τους είχε υποδουλώσει, τους εί χε ρημάξει και σφραγίσει τις εκκλησίες τους. Αλλά είχαν μερικές φορές αντιμετο)πισθείχονδροκομμένα από τους Γερμανούς επιτρόπους. Έ νας ορισμένος α ριθμός οικογενειών είχαν, έκτοτε, έναν πατέρα ή γιο μέσα στις φωλιές των γειτονευόντων δασών. Κατέστησα με προσοχή τη σιγουριά πως το χωριό μου του Μπαϊμπούσυ θα ή ταν ένα ευτυχισμένο χωριό, παρά τον πόλεμο. Ο Βαλλόνος είναι προσηνής από τη φΰση του. Θα έκανε γρήγορα τον εαυτό του έναν του σπιτικού, θα έκανε χατίρια, θα τους κέρδιζε με το μέρος του με μικρά δώρα. Είχα επαναποκαταστήσειτη θρησκευτική λατρεία. Έ νας αξιοθαύμαστος ιερέ ας επέστρεψε από το δάσος όπου είχε ζήσει κρυβόμενος για είκοσι τρία έτη, ιε ρουργούσε τις Κυριακές, από την αυγή ως το μεσημέρι, ντυμένος στα πορφυρόχρυσα. Ό λο το χωριό παρίστατο στις τελετές, πέφτοντας στα γόνατά τους εκατό φορές, φιλώντας τη γη εκατό φορές, με χορωδιακές διακυμάνσεις ωρών μελαγ χολίας και πάθους που θα σου ράγιζαν την καρδιά. Δωδεκάδες εικόνων έλαμπαν με το φως των κεριών μέσα στις χάλκινες και αργυρές θήκες τους. Ο κιτρινογένης ιερέας θα βάπτιζε τα μωρά της εβδομάδος. Θα τα έκανε να φιλούν τις εικόνες δί χως τελειωμό, τη μια μετά την άλλη. Ύ στερα θα παρέτασσε καθένα από τα νεο γέννητα κατά πλάτος του παρεκκλησιού, φωνάζοντας στα κεφάλια τους. Τα κρα τούσε ψηλά στα τεντωμένα του χέρια προς το εκκλησίασμα, έτσι ώστε όλο το χω ριό να μπορούσε να δει και να εξετάσει την άφιξη των νέων ενοριτών. Τελικά θα τα επέστρεφε, ψόφια στην κούραση, στις μανάδες τους με τα επίπεδα ζυγωματι κά, ταπεινές, κι ωστόσο ακτινοβολούσες, ντυμένες, όπως όλες οι γυναίκες του Μπαϊμπούσυ, με μακριές μοναστικές κάπες, καφετιές, διακοσμημένες με λίγες πτυχώσεις πάνω από τη μέση, υφασμένες στο χωριό. Ανεξάρτητα από τις μάχες της νύκτας, παρακολουθούσα τακτικά την Ορθόδοξη λατρεία τα πρωινά της Κυριακής, ανάμεσα σε γηραιούς χωρικούς με θαμνώδεις γενειάδες, δίπλα σε ειλικρινείς μάμκες και γεμάτα ψείρες ζιζάνια. Μετά από ώ ρες και ώρες προσευχών από τον ιερέα, ο στρατιωτικός ιερέας μας θα έψελνε την Καθολική Λειτουργία. Ούτε ένα μέλος του ουκρανικού εκκλησιάσματος δε θα έ φευγε. Αυτοί οι άνθρωπο λιμοκτονούσαν για θρησκευτική ζωή, και θα γονάτιζαν, βαθιά συγκινημένοι, κατά τη διάρκεια της Κοινωνίας μας. Αφού βοήθησα τον γέροντα κύριο της ίσμπας μου, που είχε χάσει το δεξί του πό δι στον τελευταίο πόλεμο, επέστρεψα στο διοικητήριό μου καλυμμένος με ζωύ φια, αλλά συγκινημένος από τη θαυμαστή απλότητα των τρόπων και την πίστη αυ τών των χωρικών. Ό χ ι λιγότερο όμως, από αυτά τα ίδια μικρά σπίτια κάθε νύκτα, θα εκπορεύο νταν τα κρωξίματα από τις κουκουβάγιες, κατευθυνόμενα σους παρτιζάνους. Δεν μπορούσαμε να οργισθούμε με τους χωρικούς μας για το ότι είχαν πατρικές
174
A eon Ν τεγκρελ
καρδιές, αλλά τους παρακολουθούσαμε άγρυπνα. Η αφελής καλοσύνη τους ξεπέρασε με αρκετή φυσικότητα όλα τα δυτικά μας συμπλέγματα. Αγαπούσαν τους συμπατριώτες τους που μας πυροβολούσαν από τις γειτονεύουσες παρυφές του δρυμού. Αλλά επίσης έφεραν μαρτυρία προς εμάς προσωπικά, που ζούσαμε στην πολίχνη τους και κάτω από τις στέγες τους, μιας ι σάξιας στοργής, απλής, δυνατής και ειλικρινούς. Τα βράδια, όταν έβαζα το λευκό μου παλτό και φορούσα σταυρωτά τις φυσιγγοταινίες μου κατά τον κοζάκικο τρόπο, η γριά μάμκα θα γονάτιζε μπροστά στα εικονίσματα. Την αυγή, όταν επέστρεφα από τη μάχη, τα ηλικιωμένα μέλη της οι κογένειας με περίμεναν. Θα απέθετα κάτω τα όπλα μου, που άχνιζαν από το κρύο. Η γριά μαμά θα σταυροκοπιόταν, θα έκλαιγε, θα άγγιζε τα ρούχα μου. Δεν ήμουν νεκρός! Φτωχοί άνθρωποι, ευγενικοί και καλοί, που έπρεπε να προσεύχονται συγ χρόνως για μας, εκλαμβανόμενοι ως γιοίτου σπιτιού, και για τα δικά τους παιδιά που κρύβονταν εκεί έξω στην απέναντι μεριά. & Λάβαμε τη διαταγή να πάμε βαθιά μέσα στο δάσος. Έ πρεπε οπωσδήποτε να ξε τρυπώσουμε τον εχθρό και να πάρουμε μερικούς αιχμαλώτους. Δύο φορές μια διμοιρία του λόχου μου διέσχισε τον ποταμό Ολσάνκα μέσα στο σκοτάδι. Έστειλα πενήντα μαχητές. Έ φθασαντους δασωμένους λόφους πέρα α πό τη Σακρέβκα με το χάραμα. Το δάσος δεν ήταν παρά μια σειρά από κορυφογραμμές όπου ήταν αδύνατον να λάβουμε θέσεις μάχης. Πουθενά δε θα μπορούσαν οι στρατιώτες μας να τα κα ταφέρουν να γίνουν οι κυρίαρχοι του εδάφους. Νέες κορυφές, σκεπασμένες με θά μνους, συνέχιζαν να εμφανίζονται απειλητικές, απ’ όπου ο εχθρός μπορούσε v‘ α φανίσει ένα λόχο μέσα σε λίγα λεπτά. Οι άνδρες προχώρησαν δύο χιλιόμετρα μέ σα στο δρυμό. Ανακάλυψαν ίχνη, αυλακιές αμαξών και πατημασιές. Αλλά ούτε μια πιστολιά δεν αντήχησε. Ο εχθρός κρατιόταν μακριά, κάνοντας τον ψόφιο, ή είχε χωθεί στη γη. Οι αποστολές μας ανακάλυψαν, όλο κι όλο, δυο δειλούς που το έ σκασαν αμέσως, αφού είχαν πετάξει τα κουρελιασμένα τους παλτά για να τρέξουν γρηγορότερα. Αυτά ήταν τα μόνα πολεμικά μας λάφυρα που έφερε πίσω ο λόχος μου. Ο 1ος Λόχος έλαβε διαταγές με τη σειρά του ν’ ανιχνεύσει το έδαφος. Στις τέσ σερις η ώρα το πρωί, δεκαπέντε εθελοντές οδηγούμενοι από ένα νεαρό αξιωματι κό με μια ιδιοσυγκρασία αναμμένων κάρβουνων, εισήλθαν στο παγωμένο νερό του Ολσάνκα και εξαφανίσθηκαν μέσα στη σκοτεινιά. Έ φθασαν στο παλαιό μοναστήρι. Σ’ εκείνο το σημείο, τα πρώτα σοβιετικά π α ρατηρητήρια είχαν ξεπερασθεί, αλλά κανένα προειδοποιητικό κρώξιμο δεν είχε ταράξει τη νέκρα της νύκτας. Αμυδρές αναλαμπές φωτός άγγιζαν τις κορυφές των κλαδιών. Μια περιστερό-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
175
χρωμη αυγή υψωνόταν επάνω από το Δνείπερο. Ο ανθυπολοχαγός και οι δεκαπέ ντε του περιπολούντες συνέχισαν την προώθηση. Άκουσαν τα βοοειδή να μουγκανίζουν, είδαν τα χνάρια. Έ ρποντας από λόχμη σε λόχμη, έφθασαν στην κορυφή μιας λοφογραμμής. Μόλις λίγα μέτρα μακριά, δυο σοβιετικοί στρατιο'κες έστεκαν σκοπιά! Οι περιζήτητοι αιχμάλωτοι βρίσκο νταν στο έλεός τους! Εν ριπή οφθαλμού ρίχθηκαν επάνω στους δύο σκοπούς, τους κατέβαλλαν και τους φίμωσαν. Ό λα συνέβησαν χωρίς την παραμικρή κραυγή. Οι άνδρες μας πή γαν τριάντα μέτρα εκτός της πορείας τους έτσι ώστε να ξαναφθάσουν τον πυθμέ να της μικρής κοιλάδας στα δυτικά και ύστερα να επιστρέφουν. Υπήρχαν αρκετές παγωμένες λιμνούλες. Έ νας από τους δύο κρατουμένους έ βαλε ξαφνικά τρικλοποδιά στο φρουρό του κι έτρεξε. Ο μοιραίος πυροβολισμός που τον έριξε κάτω έδωσε το συναγερμό. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ένας α π ί στευτος στρατός έπεσε πάνω τους, ένας τέτοιος στρατός που ποτέ δεν είχαν καν φαντασθεί οι άνδρες μας. Ό τα ν συνελάμβαναν τους δύο σκοπούς οι σύντροφοί μας είχαν φθάσει, χωρίς να το ξέρουν, στην είσοδο ενός μεγάλου στρατοπέδου των παρτιζάνων, προφυλαγμένο πίσω από το λόφο. Εκατοντάδες πολιτών μαχητών όρμησαν γρήγορα και τους περικύκλωσαν. Και ποιοι ήταν αυτοί οι μαχητές; Ό χ ι μόνον άνδρες, με μπρούτζινο χρώμα από τη ζωή στα δάση, αλλά σκληρίζουσες συμμορίες από αναμαλλιασμένες γυναίκες και αγέλες από βρώμικα αγόρια δεκατριών ή δεκατεσσάρων ετών, οπλισμένων με υποπολυβόλα των εβδομήντα δύο βολών. Οι περιπολούντες μας αμέσως σχημάτισαν έναν κύκλο. Αλλά περισσότεροι από τετρακόσιοι παρτιζάνοι πυροβολούσαν ακατάπαυστα εναντίον τους. Ο νεαρός ανθυπολοχαγός μας ήταν ανάμεσα στους πρώτους που έπεσαν κτυπημένοι, μια σφαίρα στο κεφάλι του. Οι άλλοι έπρεπε να βγουν από την παγίδα με οποιοδήποτε κόστος, δίχως περαιτέρω καθυστέρηση. Ή τα ν μάταιο να προ σπαθήσουν να γυρίσουν πίσω. Η υποχώρηση είχε αποκοπεί. Έ να υποπολυβόλο έφτυνε την κορδέλα του από φωτιά πίσω από κάθε δένδρο. Η μόνη πιθανότης διαφυγής ήταν να κάνουν έναν αγώνα ταχύτητος μέσα από το σοβιετικό στρατόπεδο, κατόπιν να προσπαθήσουν να δραπετεύσουν αργότε ρα με μια κυκλική κίνηση. Δια μέσου των αγελάδων, των προβάτων, των πυρών, των καλυβών, οι στρατιώτες μας κινούνταν φρενιασμένα αποφεύγοντας τα πλήγ ματα, σκορπίζοντας τρελλό πανικό μεταξύ των ορδών των κουρελιάρικων γριών. Μόνο δύο από τους συντρόφους μας διέφυγαν του μακελειού. Περιπλανήθηκαν για πολλή ώρα μέσα στο δάσος. Στη διάρκεια της νύκτας ένα από τα προωθημέ να μας φυλάκια τους περιμάζεψε, μισοπεθαμένους. £
176
A eon Ν τεγκρελ
Οι ισχυρότερες μεραρχίες του Ράιχ είχαν, σιις αρχές του Δεκεμβρίου του 1943, ξεκινήσει μια μεγάλη αντεπίθεση για να επανακαταλάβουντο Κίεβο. Στην αρχή ήταν επιτυχείς, διασπώντας το μέτωπο του Ζιτομίρ και διεισδύοντας ογδόντα χι λιόμετρα πέραν του σοβιετικού προγεφυρώματος. Άλλη μια φορά σταματήθηκαν από τη λάσπη και απωθήθηκαν, με τεράστιες α πώλειες. Αντίν’ αντιστρέφουν την ισχΰουσα κατάσταση, η κατάσταση είχε χειροτερέψει κατά πολύ. Αυτήν τη φορά ήμασταν εμείς που βρισκόμασταν άμεσα απειλούμε νοι στα βόρεια και βορειοδυτικά. Αλλού, στα νότια και νοτιοανατολικά, οι με ραρχίες του Ρώσσου στρατηγού Κόνιεβ σφυροκοπούσαν σκληρά, επεκτείνοντας για τα καλά τη βίαια ώθησή τους πέρα από το Δνείπερο, στην κατεύθυνση του Κιρόβογκραντ και του Ουμάν. θ α βλέπαμε τις μεγάλες κόκκινες φωτιές που ση μάδευαν την πρόοδο του εχθρού απέναντι σ' έναν οπάλινο ορίζοντα. Το γενικό επιτελείο του σώματος στρατού ήταν απολύτως αποφασισμένο να μά θει τις προθέσεις των Σοβιετικών στο κέντρο του τομέως μας. Το βόρειο μέτωπο ράγιζε· το νότιο μέτωπο ράγιζε. Απέναντι, στ’ ανατολικά, μέ σα στο καταραμένο δάσος του Τσερκάσσυ, τι προετοιμαζόταν; Διαταγές διαβιβάσθηκαν v‘ αναλάβουμε μια επιχείρηση σε μεγαλύτερη κλίμα κα , να λάβει αυτή χώρα το χάραμα της 2 3 ης Δεκεμβρίου. Το σχέδιο ήταν εξαιρε τικά τολμηρό. Τριακόσιοι από τους άνδρες μας θα διέσχιζαν κρυφά, στη διάρκεια της νύκτας, τα τρία χιλιόμετρα του βαθιού βάλτου που διαχώ ριζε το δάσος του Τσερκάσσυ από τα νοτιοδυτικά του Σταροσέλγιε. Η φάλαγγα θα διείσδυε μεταξύ των σοβιετικών φυλακίων, κατόπιν θα έμπαινε στο δάσος πίσω από τις εχθρικές θέσεις. "Υστερα θα προχωρούσε διαγωνίως για αρκετά χιλιόμετρα από τα νοτιοανατολικά προς τα βόρεια, τόσο μακριά όσο τα υ ψώματα πλησίον του Ιρντύν. Την ώρα μηδέν, τριακόσιοι άνδρες θα ορμούσαν στην έφοδο, πέφτοντας επάνω στους Σοβιετικούς από τα νώτα και αφανίζοντάς τους. Επρόκειτο να διοικήσω την επιχείρηση. Το βράδυ της 22ας άφησα τη διαθήκη μου επάνω στο μικρό, λευκό, ξύλινο τραπέζι της ίσμπας μου και ξεκίνησα γι’ αυ τήν τη νέα περιπέτεια.
Ιρντΰν Υποτίθεται πως θα ήμασιαν στο Σταροσέλγιε με τα μεσάνυκτα. Χιόνιζε. Τα φορτηγά μας έκαναν τέσσερις ώρες να διασχίσουν, επάνω σ’ ένα δρόμο από κορμούς, τα δεκαπέντε χιλιόμετρα που θα μας έφερναν απέναντι στο πευκοδά σος, στα νοτιοδυτικά της περιοχής του σκηνικού. Έ πρεπε να κάνουμε αυτή τη λο ξοδρόμηση πίσω από το μέτωπο, έτσι ώστε ο εχθρός δε θα κατόρθωνε v‘ ανακα λύψει το σχέδιό μας.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
177
Από το Σταροσέλγιε κατηφορίσαμε προς τους βάλτους. Έ π ρ επ ε να τους προ σεγγίσουμε από τα νότια των θέσεων που ήταν να καταστραφούν, έτσι ώστε οι Κόκκινοι στο Ιρντύν, επίσης, δε θα υποψιάζονταν το παραμικρό. Ο 2ος και ο 3ος Λόχοι πεζικού της Βαλλονικής Τ αξιαρχίας εργάσθηκαν εναλ λάξ. Α ποσπάσματα γερμανικού μηχανικού, καλά εφοδιασμένα με νάρκες και φλογοβόλα, μας συνόδευαν. Αποστολή τους θα ήταν να καταστρέψουν κάθε οχυ ρωμένο κτίριο στο Ιρντύν, ακολουθώντας κατά πόδαςτην έφοδό μας. Οι λόχοι του πεζικού μας, με το που θα βρίσκονταν επιτυχώς πίσω από τις εχθρικές γραμμές, θα εμπλέκονταν στα δάση ανατολικώς του Ιρντύν, εγκαρσίως του συνόλου του πλά τους της πόλης· ύστερα, ωθώντας βιαίως πίσω από τους Ρώσσους θα έπαιρναν στην κατοχή τους την περιοχή και θα κρατούσαν το έδαφος για όσο ήταν απ α ραίτητο για το έργο της καταστροφής. Ό ταν αυτό το πιθανό μέρος εξορμήσεως για μια σοβιετική επίθεση κατά του κέντρου της γραμμής μας ήταν εντελώς αφα νισμένο από νάρκες και από φωτιά, θα έπρεπε να ξαναφθάσουμε στις γραμμές μας όσο καλύτερα μπορούσαμε δια μέσου των βάλτων. Σκαρφαλώσαμε ένα απότομο μονοπάτι σε πλήρη σιωπή. Η πορεία της φάλαγγος πατίκωνε το χιόνι. Κάπου-κάπου ένας άνδρας θα κουτρουβαλούσε από τα ύ ψη του μονοπατιού, χάνοντας το πολυβόλο του και το κράνος του και πέφτοντας στον πάτο της ρεματιάς. Η φάλαγγα έφθασε να κάνει μια στάση κοντά στους βάλτους. Ή ταν σχεδόν τέσ σερις η ώρα. Η ιιανσέληνος είχε μόλις καταβροχθισθεί από μια ευνοϊκή ομίχλη. Οι μαύροι βάλτοι απλώνονταν μυσιηριωδώς, περισσότερα από τρία χιλιόμετρα σε βάθος, γεμάτοι από κρυφούς κινδύνους, γεμάτοι από παγίδες. Έ νας ανιχνευτής συνέχισε μπροστά. Την προηγούμενη νύκτα είχε αποπειραθεί το πέρασμα μονάχος και ήξερε, λίγο-πολύ, το δρόμο. Ξεκίνησα πίσω του, ακο λουθούμενος από τριακόσιους άνδρες αφ’ ενός ζυγού, σιωπηλοί, σκιαζόμενοι και τον ελάχιστο θόρυβο. Σχεδόν παντού το χιόνι είχε λιώσει σε νερό και βόρβορο. Οι στρατιώτες μου, φασκιωμένοι μέσα στον ογκώδη χειμερινό τους εξοπλισμό, ασφυκτιούσαν. Τ α πρόσωπά τους ήταν κολλώδη από ιδρώτα κάτω από τις χον δρές, γούνινες κουκούλες τους. Μερικές φορές έπρεπε να περάσουμε ένα ρεύμα επάνω σε μια γέφυρα από κορμούς. Τ α πόδια τους θα έτρεμαν. Μέσα στο βαθύ σκοτάδι, στρατιώτες θα γλιστρούσαν κι έπεφταν μέχρι το στήθος μέσα στο νερό. Τότε ήταν που ο θλιβερό θρήνος μιας σειρήνας αντήχησε από τα νοτιοανατολι κά. Νόμισα πως τα πάντα ήταν χαμένα. Ό λοι έπεσαν κάτω μέσα στη λάσπη, αλ λά η σειρήνα εξακολουθούσε να θρηνεί. Δε συνέβη το παραμικρό. Ποτέ δεν ανακαλύψαμε κάτι σχετικά με αυτό το πε ριστατικό. "Ισως ήταν ένας συναγερμός κάπου αλλού. Το σφύριγμα παρατάθηκε για είκοσι λεπτά.Αναλάβαμε ξανά την πορεία μας. Μπορούσαμε να διακρίνουμε τη συγκεχυμένη μάζα μερικών μεγάλων θάμνων
178
A eon Ν τεγκρελ
μέσα στο σκοτάδι. Εκεί βρισκόταν η όχθη. Αλλά τα εχθρικά φυλάκια όφειλαν να είναι εκεί επίσης. Περπατήσαμε με εξαιρετική προφύλαξη, προκειμένου να μη δώσουμε το πα ραμικρό σημάδι της παρουσίας μας. Τ ι τραγωδία εάν ξάφνου σοβιετικοί πυρο βολισμοί αντηχούσαν ανάμεσα σε εξηντλημένα στρατεύματα που είχαν μόνο βάλ τους με νερό για να υποχωρήσουν. Έ φθασα ένα μικρό ούδενδρο. Έ νας άνδρας ενώθηκε με μένα, ύστερα άλλος έ νας. Οι τριακόσιοι μας λαθρέμποροι πέρασαν, ύπουλοι σα νυκτερίδες. Το δάσος μας περιέβαλε. Μέσα σε μια φασματική σιωπή οι στρατιώτες ξεκουράσθηκαν για λίγα λεπτά, κρυμμένοι στο χιόνι. Είχαμε πάρει τη σωστή προσέγγιση. Τα σοβιετικά φυλάκια στα δεξιά κι αριστε ρά μας πρέπει να ήταν αρκετά πιο μακριά, ή αλλιώς οι Ρώσσοι σκοποί είχαν κοιμη θεί υπερβολικά θορυβωδώς, πεπεισμένοι πως κανένα εχθρικό στράτευμα δε θα περ νούσε ποτέ με πλήρη δύναμη τρία χιλιόμετρα από άγνωστες κινούμενες άμμους. Να που ήμασταν, μια σύναξη αρκετών εκατοντάδων ανδρών, πίσω από τη σο βιετική γραμμή μάχης. Μας έμενε να συνεχίσουμε προσεκτικά σε μήκος για τέσ σερα χιλιόμετρα, μέχρι που θα βρισκόμασταν στην ανατολική κατεύθυνση της ρωσσικής βάσεωςτου Ιρντύν. Σε απόλυτη σιωπή κάναμε μια νυκτερινή πορεία, βαθιά μέσα στον εχθρικό το μές, κατά μήκος ενός δρόμου από κορμούς, δια μέσου του δάσους του Τσερκάσσυ. Ανιχνευτές και μηχανικό εφοδιασμένοι με ανιχνευτές ναρκών προχωρούσαν πε νήντα μέτρα μπροστά από τη φάλαγγά μας. Με τα δάκτυλα στις σκανδάλες μας τους ακολουθούσαμε, παραλλήλως των ά κρων του δρόμου, έτοιμοι να πέσουμε πίσω μέσα στα δένδρα στην περίπτωση μιας επιθέσεως. Μα ήταν καλύτερα ούτε καν να σκεπτόμασθε γύρω από μια επίθεση σε μια τέ τοια κατάσταση, μέσα στην ίδια την καρδιά του σοβιετικού τομέως, δίχως μία και μόνη δυνατότητα βοήθειας ή διαφυγής. Εάν είχε ο εχθρός μαντέψει πως τριακό σιοι άνδρες έκοβαν βόλτες πίσω από τις γραμμές τους στις πέντε η ώρα το πρωί, θα είχαν ρίξει αιφνιδιαστικά το δίκτυ επάνω μας. Αργά ή γρήγορα θα είχαμε σα ρωθεί, ανεξαρτήτως της αντιστάσεώς μας. £ Ο ουρανός φωτιζόταν αμυδρώς. Πλησιάζαμε το στόχο μας. Έστειλα το πεζικό, καθοδηγούμενο από πυξίδα, στο όριο του δάσους πλησίον του Ιρντύν. Ο 2ος Λόχος είχε τη διαταγή να λάβει θέση για μια επίθεση από τα νοτιοανατολικά. Κινήθηκε γρήγορα. Ο 3ος Λόχος θα επιτιθόταν ορμώντας από ανατολικά προς τα δυτικά. Υπό την κάλυψη των δένδρων, έπρεπε να κάνει τον κύκλο του συνόλου των περιχώρων της πολίχνης, ατελείωτων όπως στα περισσότερα ρωσσικά χωριά.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
179
Το χιόνι έπεφτε άφ θονο ανάμεσα στα πυκνά συνω στισμένα νεαρά έλατα. Διέσπειρα τους άνδρες μου, διότι δε γνώριζα το παραμικρό για τις τοποθεσίες των εχθρικών παρατηρητηρίων. Σε κάθε δευτερόλεπτο μπορούσε να ξεσπάσει η συ μπλοκή. Ή θελα να το καθυστερήσω μέχρι την πιο τελευταία στιγμή. Εάν όχι, πως θα μπορούσαμε να φθάσουμε ποτέ ανατολικώς του Ιρντύν; Έ πρεπε να επιτύχου με απολύτως στο να βρεθούμε εκεί δίχως να προκαλέσουμε συναγερμό. Συρθήκαμε για πολλή ώρα στο χιόνι, εκατό μέτρα από την άκρη των κωνοφό ρων. Μπορούσαμε να δούμε τις στέγες του Ιρντύν κάτω μας, λίγες τουλίπες κα πνού, κάποιους φράκτες. Βρισκόμασταν σε κίνηση προς τα μπρος για είκοσι λεπτά, όταν πρόσεξα δύο Σοβιετικούς στρατιώτες. Π ρέπει να είχαν ακούσει κάτι. Φορούσαν τις χονδρές, καφετιές, χονδροκομμένα παραγεμισμένες τσάπσκες τους. Κοιτούσαν προς την κατεύθυνσή μας, ανήσυχοι. Οι άνδρες μου ήταν σαβανωμένοι μέσα στο χιόνι. Σηκώνοντας ελάχιστα τον ε αυτό μου, επισκόπησα το έδαφος. Κι άλλοι Ρώσσοι φάνηκαν θολά, είκοσι, ύστε ρα τριάντα, σιωπηλοί όπως εμείς, τα υποπολυβόλα στα χέρια τους. Αρχίσαμε πάλι να έρπουμε. Οι Ρώσσοι προχωρούσαν σε μια γραμμή παράλλη λα με τη δική μας, 4 )ανερώς μη αναλαμβανόμενοι το παραμικρό από το τι συνέβαινε μέσα στο δάσος, μιας και το γερμανικό μέτωπο βρισκόταν στην άλλη κα τεύθυνση, στα δυτικά, όχι στα ανατολικά. Απ’ όσο ήξεραν, η κατεύθυνση στην ο ποία ήταν για να βρισκόμασθε ήταν πίσω τους. Γιατί, τότε, τα πεσμένα κλαριά έ σπαζαν; Γιατί τα κλαδιά των ελάτων τρεμούλιαζαν; Με πλαγιοφυλακή επί του αριστερού μας από αυτήν την παράξενη συνοδεία, κατορθώσαμε να διανύσουμε άλλα πενήντα περίπου μέτρα. Ο στόχος μας έβαζε σε πειρασμό: λίγες ριπές και τριάντα Κόκκινοι θα είχαν θερισθεί. Έ κανα απελ πισμένες κινήσεις για τους άνδρες μου για να ελέγξουν την ανυπομονησία τους. Δεν βρισκόμασταν εκεί για να φονεύσουμε τριάντα άνδρες, αλλά για να καταλά βουμε το Ιρντύν. Το μόνο πράγμα που μετρούσε τη στιγμή εκείνη ήταν το να βρε θούμε όσο μακρύτερα ήταν δυνατόν στα ανατολικά. Στ’ αριστερά μας φάνηκε το κέντρο της κωμόπολης. Ξαφνικά ήλθε το κτύπημα. Υπήρχαν δύο σοβιετικά πολυβολεία είκοσι μέτρα μπροστά μας, ακριβώς μέσα σιο δάσος. Ανοιξαν πυρ. Ουρλιάζοντας, ριχθήκαμε εναντίον τους σε μάχη εκ του σύνεγγυς. Οι Ρώσσοι, τριχωτοί γίγαντες, υπεράσπι σαν άγρια τους εαυτούς τους. Το υποπολυβόλο μου έσπασε στα δύο μέσα στα ίδια μου τα χέρια. Άρπαξα το υποπολυβόλο ενός τραυματία και πήδηξα ακριβώς μέ σα στο κέντρο των σοβιετικών οχυρώσεων. Οι άνδρες μας θέριζαν τους Κόκκινους. Εκείνοι από ανάμεσά τους που επέζησαν της εφόδου μας υποχώρησαν προς το χωριό. Αναπηδήσαμε στο κατόπι τους. &
180
A eon Ν τεγκρελ
Μετά που πήραμε τα πολυβολεία, είχαμε ν’ αντιμετωπίσουμε το σύνολο της σο βιετικής φρουράς, προσωρινώς σαστισμένης, μα ακόμα ισχυρής. Στα νότια μπο ρούσα ν' ακούσω το θόρυβο της αρχινισμένης μάχης από το 2ο Λόχο. Από πολυ βολείο σε πολυβολείο μαινόταν μια τρομερή μάχη. Δωδεκάδες οικιών ήταν στις φλόγες, απόδειξη πως το μηχανικό εργαζόταν. Καθώς περιμέναμε για το 2ο Λόχο να ενωθεί μαζί μας, έπρεπε να βαστάμε ακλόνητοι, να κυριεύουμε. Οι Κόκκινοι μας ανταπέδωσαν το πλήγμα με τα πολυβόλα τους, τους όλμους τους και το πυροβολικό τους. Οβίδες και χειροβομβίδες έπεφταν βροχή ολόγυρά μας, απλώνοντας γκρίζες ουλές στο λευκό χιόνι. Τραυματίσθηκα στο δεξί χέρι. Άνδρες έπεφταν παντού. Το έδαq)oς ήταν εντε λώς γυμνό, μέχρι επάνω στις παρυφές των οπιτιών. Λίγοι από εμάς μόλις που τα κατάφεραν ως την πρώτη ίσμπα, όταν αναγκασθήκαμε να κυλήσουμε σα βαρέλια πίσω και κάτω τη χιονισμένη πλαγιά, τα πολυβόλα στερεωμένα στα κορμιά μας. Η γη ήταν στολισμένη με μικρά, κόκκινα του κερασιού λουλούδια σπαρμένα στο χιόνι, από το αίμα των πληγωμένων. Τα άρματα μάχης μας, στην απέναντι πλαγιά, είχαν δει τις φωτοβολίδες μας. Κινήθηκαν για να υποστηρίξουν την προέλασή μας. Οι οβίδες τους άνοιξαν ρήγ ματα για εμάς και καταλάβαμε την κορυφογραμμή της πολίχνης, απ’ όπου τα πο λυβόλα μας σφυροκοπούσαν τον εχθρό. Μόλις λίγες ακόμα συμπλοκές, άγριες μα αποφασιστικές, και οι Σοβιετικοί απωθήθηκαν απ’ όλον τον τομέα, σπρώχθηκαν πίσω προς τα δάση στα βορειοανατολικά. Ο 2ος Λόχος είχε επιδείξει την επιδεξιότητά του και οι πιο τολμηροί μαχητές του ενώθηκαν με μας με θορυβο')δη ενθουσιασμό. Το Ιρντύν αλώθηκε. Περισσότερα των ογδόντα σοβιετικών πτωμάτων, που έπεσαν στη σώμα με σώμα μάχη, ήταν γύ ρω σκορπισμένα, τα πόδια ανοικτά, χέρια κολλώδη από το αίμα. Πολυάριθμοι τραυματίες σέρνονταν στο χιόνι. Έ νας Ρώσσος, ένας και μοναδικός, είχε παρα δοθεί σώος. Το γερμανικό μηχανικό προχωρούσε αργά και μεθοδικά, όπως πάντα. Ευτυχώς, το χωριό ήταν άδειο από πολίτες. Τα οχυρωμένα πολυβολεία, ανατιναγμένα με νάρκες, πετούσαν στον αέρα, ύστερα έπεφταν πίσω επίπεδα σα σανίδες. Ό λο το κολχόζ ανέμιζε τις μεγάλες χρυσές και κόκκινες σημαίες της μεγάλης πυρκαγιάς απέναντι στον κρυστάλλινο ουρανό της αυγής. Άλλη μια ώρα και όλη η εγκατά σταση των Κόκκινων θα εξαλειφόταν. Καταλάβαμε σύντομα πως η ώρα αυτή θα ήταν μια κολασμένη ώρα. Ο θόρυβος της μάχης είχε αμέσως ξεσηκώσει ολόκληρο το δάσος, σοβιετικές ε νισχύσεις κατέφθασαν a n ‘ όλες τις μεριές. Ο εχθρός, ριγμένος πίσω στα απότομα δάση, ξέχυνε τα πυρά του επάνω σιο χωριό. Επίλεκτοι Ρώσσοι ελεύθεροι σκοπευ τές είχαν σκαρφαλώσει στα δένδρα. Είχαμε σχηματίσει μια γραμμή άκρη-άκρη στο δάσος, αλλά υπομέναμε ένα εξοντωτικό πυρ. Οι άνδρες του γερμανικού μηχανικού επιτάχυναν: είχαν ακόμα να διεκπεραιώ-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
181
σουντο σκληρό έργο τους, Ο εχθρός στροβιλιζόταν γύρω μας, περικυκλώνοντάς μας. Τι θα κάναμε όταν θα ήταν ώρα για τη φάλαγγά μας να υποχωρήσει, να επανεισέλθει στο ιξώδες τέναγος των βάλτων και να διασχίσει εκείνα τα τρία χ ι λιόμετρα έξω στα ανοικτά; Διέταξα τα τρία τέταρτα της μονάδος ν’ αρχίσουν να υποχωρούν. Στο μεταξύ ε μείς θα εκτελούσαμε αντεπίθεση μετά από αντεπίθεση. Στο τέλος της μιας ώρας, το μεγαλύτερο μέρος της φάλαγγος ήταν εκτός του βεληνεκούς του πυρός των σοβιετικών πολυβόλων. Μπορούσαμε να δούμε άνδρες ν’ αγωνίζονται σαν τις μύγες μέσα στην κόλλα των βάλτων. Αυτοί, εν πάση περιπτώσει, σώθηκαν. Το μηχανικό περάτωσε εντελώς το τιτάνιο έργο του. Τραβήχθηκαν πίσω με τη σειρά τους. Δε μας έμενε τίποτε άλλο από το v‘ απομακρυνθούμε. Αυτό δε θα ήταν εύκολο. $ Μας πήρε τρεις ώρες να διασχίσουμε τα τρία χιλιόμετρα του λασπώδους πεδί ου χαμηλά. Είχα εγκαταστήσει θέσεις με αρκετά πολυβόλα εκτός του χωριού, κατά μήκος μιας σιδηροτροχιάς που χρησιμοποιούνταν προ του πολέμου για τη μεταφορά τύρφης από τους βάλτους. Από το πρόχωμα αυτό ρίχναμε όσους περισσότερους πυροβολισμούς μπορούσαμε για να κρατούμε τον εχθρό καθηλωμένο εκτός του δάσους. Το μεγαλύτερο μέρος της διμοιρίας μου της οπισθοφυλακής είχε εισέλθει στους βάλτους, μεταφέροντας τους τελευταίους από τους τραυματίες. Μερικοί ανάμεσά τους ήξεραν πως ήταν τελειωμένοι. Έ νας νεαρός παριζιάνος μεταλλουργός (εί χαμε γύρω στους εκατό Γάλλους εθελοντές στην Ταξιαρχία μας) είχε ένα βραχίο να κομμένο και την κοιλιά του ανοιγμένη. Ακρωτηριασμένος καθώς ήταν, επέμε νε όπως τον σιηρίξουμε όρθιο επάνω σε μια αχυροθημωνιά. "θέλω να πεθάνω στέκοντας όρθιος, κοιτώντας τους καλούς μου φίλους να πολεμούν", είπε απλά. Οι περισσότεροι από τους τραυματίες δεν μπορούσαν να περπατήσουν άλλο. Έ ν α ς από τη "Νεολαία" μου είχε και τους δυο πνεύμονές του τρυπημένους. Ξαπλωμένος, με τον κορμό γυμνό, επάνω στο χιόνι με δύο μικρές ροζ τρύπες να πάλλονται επάνω στο ωχρό του δέρμα, το πρόσω πό του ήταν τελείως κίτρινο. Νιώθαμε ότι έπρεπε να σώσουμε αυτά τα καημένα αγόρια, με οποιοδήποτε τίμη μα. Οι δυνατότεροι ανάμεσά μας τους μετέφεραν στις πλάτες τους, αλλά η λάσπη εξακολουθούσε να υποχωρεί κάτω από τα πόδια. Ό τα ν διασχίσαμε βαθιά ρεύ ματα, οι τραυματίες θα έπεφταν, εξαφανιζόμενοι μέσα στο παγωμένο νερό, από το οποίο τους τραβούσαμε έξω με μεγάλη μόνο δυσκολία. Έ νας από τους τελευταίους συντρόφους μου είχε φρικτά τραυματισθεί στην κοι λιά. Καθένας μας τον κουβαλούσε με τη σειρά, όσο πιο καλά μπορούσαμε. Οι πλά
182
A eon Ν
γεγκ ρελ
τες μας ήταν εντελώς μουσκεμένες από το αίμα του. Καταφέραμε να τον σύρουμε μαζί μας μέχρι το τέλος της μάχης, αλλά πέθανε δύο ημέρες αργότερα, πονώντας, αλλά ελεύθερος. Το μεσημέρι επιτέλους φθάσαμε στο λόφο του Σταροσέλγιε στο τέρμα των βάλ των, χωρίς να έχουμε εγκαταλείψει έναν τραυματία και χωρίς να χάσουμε το σο βιετικό αιχμάλωτό μας, τον τόσο σημαντικό στην Ανωτάτη Διοίκηση. Ξαναενωθήκαμε με τα πάντσερ μας κατά μήκος απότομων μονοπατιών, μεταφέροντας τους αιμορραγούντες συντρόφους μας επάνω σε φορεία από κλαδιά. Η επιτυχία μας είχε υπάρξει πλήρης. Το Ιρντύν εξαλείφθηκε. Αλλά τα πρόσω πά μας ήταν σφιγμένα· οι σκέψεις μας ήταν αλλού. Σκαρφαλώσαμε επάνω στα φορτηγά μας, έκπληκτοι και αποκαρδιωμένοι από τον τόσο πολύ χώρο.
Εορτασμοί Για τα Χριστούγεννα του 1943 κάθε καλύβα είχε στήσει ένα χριστουγεννιάτικο δένδρο, ασπρισμένο με βαμβάκι παρμένο από τους ιατρούς. Στο μέτωπο δεν είχα δει τα Χριστούγεννα να είναι κάτι άλλο από καταθλιπτικά. Οι άνδρες έπιναν, τραγουδούσαν, αστειεύονταν. Για μια ώρα όλα ήταν ωραία. Ύ στερα ο καθένας θ’ ανακαλούσε τα Χριστούγεννα στο σπίτι: τα κοκκινισμένα μάγουλα, τα έκθαμβα παιδιά, την τρυφερή σύζυγο, τα γλυκά τραγούδια. Μάτια θ’ ατένιζαν σε απόσταση με ένα απομακρυσμένο βλέμμα, βλέποντας χωριουδάκια και δωμάτια γεμάτα από ευτυχία. Έ νας στρατιώτης θα έφευγε και θα τον β ρ ί σκαμε να κλαίει ολομόναχος κάτω από το φεγγάρι. Εκείνο το βράδυ υπήρξαν δεκαπέντε αυτοκτονίες στη μεραρχία, καρδιές τσα κισμένες από την ένταση τόσων πολλών μηνών αποχωρισμού και βασάνων. Είχα θελήσει να επισκεφθώ όλα τα πολυβολεία των εθελοντών μας. Ανάμεσα στο χιόνι και στο σκοτάδι, έκανα κάπου δέκα χιλιόμετρα, μπαίνοντας σε κάθε καπνι σμένο καταφύγιο. Μερικές ομάδες, ειδικά οι νέες, αντιμετώπιζαν αισιόδοξα τα πράγματα και το έδειχναν φωναχτά, αλλά βρήκα κατά πολύ περισσότερα βαριά πρόσωπα απ’ ότι χαμογελαστά. Έ νας στρατιώτης που δεν μπορούσε να συγκρο τήσει άλλο πια τον εαυτό του είχε ριχθεί στο χώμα και κειτόταν κλαίγοντας με λυγ μούς επάνω στο έδαφος φωνάζοντας τους γονείς του. Ακριβώς τα μεσάνυκτα, τη στιγμή που εκείνοι που αντιμετώπιζαν με αυτοπε ποίθηση την κατάσταση είχαν μόλις αρχίσει να δίνουν τόνο στο "Ω, Άγια Νύκτα", ο ουρανός εξερράγη μέσα στις φλόγες: δεν ήταν οι Κήρυκες Άγγελοι, ούτε και οι σάλπιγγες της Βηθλεέμ. Ή τα ν μια επίθεση! Οι Κόκκινοι, πιστεύοντας πως αυτήν την ώρα πια οι άνδρες μας θα ήταν κάτω από το τραπέζι, είχαν ανοίξει πυρ με ό λο το πυροβολικό τους και ορμούσαν με βιάση στη μάχη. Στην πραγματικότητα αυτό ήταν μια λύτρωση. Πηδήξαμε πάνω. Και μέσα στο χιόνι που φωτιζόταν από τις οβίδες, από τροχιοδεικτικές σφαίρες, από τη λάμψη
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
183
της φωτιάς του κανονιού, από τις κόκκινες, πράσινες και λευκές φωτοβολίδες των συνθηματοδοτών, περάσαμε την Παραμονή των Χριστουγέννων μας αποτρέποντας ένα μανιασμένο εχθρό από του να διασχίσει τον ποταμό Ολσάνκα. Την αυγή τα πυρά μειώθηκαν. Ο στρατιωτικός ιερέας μας έδωσε την Κοινωνία στους στρατιώτες, που ανέβηκαν από τις θέσεις τους, απόσπασμα το απόσπασμα, για το Ορθόδοξο παρεκκλήσι όπου ο Βαλλόνος ιερέας μας ντυμένος στο Feldgrau ενώθηκε σ’ έναν πραγματικά Χριστιανικό τρόπο με το γέρο Ρώσσο ιερέα του χω ριού που φορούσε την πορφυρή μίτρα του. Εκεί οι λυπημένες και πικραμένες μας καρδιές καταπραϋνθηκαν. Οι γονείς τους, οι σύζυγοί τους και τα αγαπημένα τους παιδιά είχαν ακούσει την ίδια Λειτουργία πίσω στην πατρίδα και έλαβαν τις ίδιες Ευχαριστίες. Οι στρατιώτες γύρισαν κά τω με απλές ψυχές, καθαρές σαν τη μεγάλη λευκή στέππα που έλαμπε μέσα στο χριστουγεννιάτικο απόγευμα. Γύρω από τη μικρή ίσμπα την οποία χρησιμοποιούσα ως ένα σταθμό παρατηρήσεως και διοικήσείος, οι χειροβομβίδες και οι οβίδες είχαν διαρρήξει ή ανατι νάξει όλα τα κτίρια. Το μικρό μου σπίτι, με τα τρία γυμνά του κερασόδενδρα και το παγωμένο του πηγάδι, κατά κάποιον τρόπο εξακολουθούσε να στέκει μετά την κεραυνοβόλο επίθεση. Η γριά χωρική θα κοιτούσε με τρόμο όλες τις οδοντωτές τρύπες σιους τοίχους και μετά θ’ αποσυρόταν γοργά στη μαυρίλα της καλύβας της, σταυροκοπούμενη αρκετές φορές. Οι δύο γειτόνισσες είχαν κομματιασθείτην Η μέρα των Χριστουγέννων, ακρι βώς μόλις έπιναν το μπορςτους. Η οβίδα είχε εισέλθει κατευθείαν μέσω ενός μι κρού παραθύρου. Στο μέτωπο ο θάνατος βρίσκεται παντού. Κάποιος δεν έχει παρά ν’ αφαιρεθεί στιγμιαία ή να κάνει ένα βήμα πίσω για να σωριασθεί κτυπημένος. Στη μάχη, ένας φοβισμένος άνδρας είναι ένας νεκρός άνδρας. Το θάρρος κάνει έναν άνδρα δυνατό, παρά ευπρόσβλητο. Ο θάνατος μπορεί να είναι επίφοβος, αλ λά πρέπει v‘ αντικρίζεται καταπρόσωπο. £ Η Πρωτοχρονιά του 1944 έφθασε. Επιθυμούσαμε αυτή η μέρα να είναι η τρίτη ή η τέταρτη του Ιανουαρίου, έτσι ώ στε ο χρόνος επιτέλους να έχει πάρει το δρόμο του, για να γίνουν και πάλι οι μέρες απλές, συνηθισμένες ημέρες, όπου δε συλλογίζεσαι, ή συλλογίζεσαι όσο το δυνα τό λιγότερο. Αλλά είχαμε να προβλέψουμε ένα νέο πλήγμα από τους κατεργάρηδες από α πέναντι. Δε θα ήταν πιθανό να επαναλάβουν την αιφ νιδια σ τικ ή κρούση της Παραμονής των Χριστουγέννων με τον ερχομό του μεσονυκτίου; Λάβαμε διαταγές να προλάβουμε τον εχθρό. Ή μ ασ ταν εμείς που θα επιτιθόμασταντην παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
184
A eon Ν τεγκρελ
Δυο διμοιρίες του λόχου μου εισήλθαν οτη σκοτεινιά του χιονισμένου πλατοάματος, πέρασαν το νερό και απλώθηκαν στους μπερδεμένους θάμνους. Η τρίτη διμοιρία μου είχε διασχίσει τον Ολσάνκα ένα χιλιόμετρο στα δεξιά μας. Η αποστολή της ήταν καθαρά προκλητική, να πάει πίσω από τα βάτα για αρκετές εκατοντάδες μέτρων στα νότια του χωριού της Σακρέβκα και ν’ ανοίξει βαρύ πυρ, έτσι ο>στε ο εχθρός να ορμήσει βιαστικά και μαζικά σ’ εκείνη την κατεύθυνση. Τότε, οι δύο άλλες διμοιρίες μου θα έκαναν έφοδο στις οχυρώσεις που αντίκριζαν τις θέσεις μας στο Μπαϊμπούσυ. Οι στρατιώτες μας επιτέθηκαν. Έ ριξαν τον εχθρό σε πλήρη σύγχυση. Επιστρέψαμε την αυγή. Κουβαλούσα στην πλάτη μου ένα νεαρό εθελοντή ο ο ποίος, πρώτος στην έφοδο σ’ ένα σοβιετικό πολυβολείο, είχε τρέξει ίσια επάνω σε μια ριπή υποπολυβόλου. Αν και τα δυο του γόνατα ήταν τσακισμένα, δε βογκούσε στο ελάχιστο. Τα μαλ λιά του, απαλά όπως ενός παιδιού, ήταν κολλημένα σε μικρούς βοστρύχους στο μουσκεμένο του μέτωπο. Ο καημένος νέος, να υποφέρει ένα φρικτό ακρωτηρια σμό και μαρτύριο την ίδια ακριβώς ώρα που σε όλον τον κόσμο εκατομμύρια αν θρωπίνων υπάρξεων τελείωναν μια νύκτα ξεφαντώματος. Πρώτη του Ιανουαρίου, πέντε η ώρα το πρωί. Έ νας απαλός κόκκινος ήλιος υ ψωνόταν επάνω από το λευκό και στο χρώμα της σκουριάς δάσος. Η στέππα δεν ήταν πια γαλάζια. Στην κοιλάδα, τα όπλα είχαν νεκρώσει. Παντού στον κόσμο αυ τή τη στιγμή άνθρωποι χόρευαν, άνθρ(οποι έπιναν, γυναίκες γελούσαν και τα πρό σωπα των πιωμένων ανδρών έφεραν όλα τα στίγματα των ελαττωμάτων που τους βάρυναν. Και στην ημέρα που αργά υψωνόταν επάνω από τη λευκή στέππα, ένας τσακισμένος νέος επρόκειτο να πεθάνει γιατί είχε πιστέψει σε κάτι μεγάλο, γιατί ένα ιδανικό καθάριο και δυνατό τον είχε φέρει ως τη θυσία. Εκείνο το πρωινό κοντά στην ίσμπα μου ξάπλωσα λυπημένα επάνω στο σα δια μάντι χιόνι αυτό το παιδί με τους παγωμένους βοστρύχους. Τα μάτια του είχαν πάψει να κοιτούν επάνω σ' έναν κόσμο του οποίου την κατωτερότητα είχε κατορθώ σει να προσμετρήσει και για του οποίου τη σωτηρία είχε πεθάνει.
Σακρέβκα Το 1944 ξεκίνησε άσχημα. Τα σοβιετικά στρατεύματα πίεζαν βίαια και δυνατά στα βορειοανατολικά, όπως επίσης και στα νοτιοανατολικά του τομέως μας. Η προέλασή τους ήταν εντυπω σιακή και αδιαμφισβήτητη. Ό μω ς, ούτε το παραμικρό ίχνος ανησυχίας δεν εμφανίσθηκε στις διαταγές τις οποίες λάβαμε. Είχαμε κριθεί ως παραμένοντες στη συμβολή του Ολσάνκα και του Δνειπέρου μέχρι το τέλος του κόσμου,
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
185
Κάποιες ηθοποιοί από το Βερολίνο είχαν ήδη q)θάσει λίγα μόλις χιλιόμετρα πί σω από τις γραμμές μας. Οι αγγελιοφόροι μοτοσυκλετιοτές, που δεν είχαν κάνει κάτι άλλο από το να πιτσιλίσουν αυτές τις πολεμοχαρείς αγαπούλες καθοίς περ νούσαν, περιέγραφαντα θέλγητρά τους με πυρετώδη ευγλωττία. Αλλά, καθημερινώς οι τεράστιες σιαγώνες της σοβιετικής τανάλιας πλησίαζαν όλο και πιο κοντά η μία την άλλη πίσω μας. Ό μω ς δεν εξαρτιόταν από εμάς το να στενοχωριόμασθε για κάτι τέτοια ενδεχό μενα. Για ένα στρατιοκη ο πόλεμος είναι ο τομέας του. Τα υπόλοιπα είναι δουλειές των στρατηγών και των δημοσιογράφων. £ Η Ταξιαρχία Εφόδου "Βαλλονία" έλαβε διαταγές να προχωρήσει, ακριβούς πριν την αυγή της 4ης Ιανουαρίου, σε μια επιχείρηση που θα περιελάμβανε τα άρμα τα μάχης μας. Ο στόχος μας ήταν το χωριό της Σακρέβκα, το οποίο είχαμε ήδη υ περνικήσει κατά τη διάρκεια της νύκτας της 1ης Ιανουαρίου. Αυτήν τη φορά μας είχε απαντηθεί ν’ ανατινάξουμε τις οχυρώσεις που ήταν κατασκευασμένες βαθιά μέσα στο δάσος, πέρα από το μικρό χωριό. Πάνω απ’ όλα, μας είπαν, φέρτε πίσω μερικούς αιχμαλώτους. Το 1941 καιτο 1942 δεν ξέραμε που νατους βάλουμε όλους. Τώρα, ωστόσο, οι σοβιετικοί στρατιώτες εμάχοντο μέχρι θανάτου ή ξεγλιστρούσαν ανάμεσα από τα δάκτυλά μας σα χορταρόφιδα. Ο Γκρούππενφύρερ (Υποστράτηγος) Γκίλλε, διοι κητής της "Wiking", ήθελε τουλάχιστον πέντε αιχμαλώτους, προκειμένου η επι βεβαίωση των πληροφοριών μας να ήταν δυνατή. Ο 1ος Λόχος θα περνούσε τον Ολσάνκα στις τρεις η ώρα το πρωί και θα κρυβό ταν στο εχθροκρατούμενο δάσος βορειοανατολικώς της Σακρέβκα, για v‘ απο τρέψει τις σοβιετικές ενισχύσεις από τα να καταφθάσουν στη διάρκεια της μάχης. Ο λόχος μου θα περνούσε το ποτάμι επάνω σε φουσκωτές βάρκες στις 02:00 π.μ. και θα ξεγλιστούσε ως επάνω στη δυτική είσοδο της Σακρέβκα για να περιμένει την ώρα της εφόδου. Ο 2ος Λόχος θα επιτιθόταν από τα νότια, ερχόμενος από το Σταροσέλγιε μέσω της δασικής διαδρομής. Κατά τη διάρκεια της νύκτας το μηχανικό θ’ ανίχνευε, χωρίς να γίνει αντιληπτό, κάθε νάρκη στο δρόμο αυτό. Στις 05:00 π.μ. τα άρματα μάχης θα ξεκινούσαν, μεταφέροντας τον όγκο των ανδρών μας επάνω στη θωράκισή τους, θα κινούνταν ταχέως προς τη Σακρέβκα. Το πεζικό τότε θα επιτίθετο, ανεπτυγμένο μεταξύ των Πάντσερ. Ή τα ν μια επιχείρηση πιθανοτήτων. Τ α άρματα μάχης μας μπορούσαν να πέσουν επάνω σε νάρκες και ν’ ανατιναχθούν καθ’ οδόν και στο μέτωπο όπλα αυτού του είδους είναι πρωταρχικής σημα σίας. $
186
A eo n Ν τεγκρελ
Ο λόχος μου ήταν κρυμμένος όχι μακριά από τον Ολσάνκα, γύρω στα τριακόσια μέτρα βορείως των σκοπών του εχθρού. Τα μακριά, λευκά πανωφόρια μας ανα μιγνύονταν τέλεια με το χιόνι. Κινήθηκα ίσια κάτω στην υδατογραμμή μέσα στο πυκνό σκοτάδι και έμεινα εκεί για περισσότερο από μία ώρα, το αυτί μου κολλη μένο στο έδαφος. Ούτε ένα βήμα δεν ηχούσε στην παγωμένη γη. Κανένας πα φλασμός δε διατάρασσε τη ροή του νερού. Το μηχανικό είχε περατώσει το φούσκωμα των λέμβων μας. Τις απόλυσαν ήσυ χα επάνω στο μαύρο νερό. Έ πρεπε ν’ απλώσουμε ένα σύρμα γιατί το ρεύμα ήταν δυνατό. Εκατό άνδρες πέρασαν, βάρκα τη βάρκα, στη δεξιά όχθη. Είχαμε ακόμη να διασχίσουμε γύρω στα χίλια μέτρα προτού φθάσουμε στο δά σος. Από το μικρό μου σταθμό διοικήσεως, μόλις μπροστά στη Σακρέβκα, άκουσα το σφύριγμα του ανέμου, το κάθε νεύρο τεντωμένο. Ο άνεμος φυσούσε πάνω στη στέππα, μα δεν έφερνε κανένα άλλο θόρυβο, ούτε το θρήνο ενός βρυκόλακα (αληθινού ή ψεύτικου), ούτε το κλικ μιας σκανδάλης. Οι άνδρες μου είχαν φθάσει τους δασωμένους λόφους. Πέρασε ώρα. Σύντομα ακούσαμε τον απομακρυσμένο υπόκωφο θόρυβο των αρ μάτων μάχης μας, που έμπαιναν στο δάσος από το νότιο δρομολόγιο. "Ηδη οι άν δρες μας του μηχανικού είχαν διεισδύσει στις σοβιετικές γραμμές, βρίσκοντας τις νάρκες και με πολύ προσοχή ξεθάβοντάς τες. Το δάσος έβριθε βουβών παρου σιών. Το στομάχι μου δενόταν κόμπος καθώς σκεπτόμουν εκείνα τα θαρραλέα α γόρια που, δίχως μελοδραματισμούς, προχωρούσαν μέσα στην παγερή νύκτα ή εργάζονταν ή περίμεναν ή σέρνονταν στο χιόνι για να μεταδώσουν διαταγές. "Ηταν σχεδόν 05:00 π.μ. οι ερπύστριες των αρμάτων μάχης έκαναν έναν υπό κωφο θόρυβο και ένα κροτάλισμα από ατσάλι. Οι Κόκκινοι που κατείχαν τις πα ρυφές του δάσους στα νότια δεν είχαν καν το χρόνο να ξυπνήσουν όπως έπρεπε. Οι στρατιώτες μας, πηδώντας από τα πάντσερ, όρμησαν μέσα στα καταφύγια, χει ροβομβίδες σια χέρια. Παραζαλισμένοι, οι Ρώσσοι είχαν βιαστικά αδράξει τα υποπολυβόλα τους, αλ λά ο αιφνιδιασμός ήταν απόλυτος. Ό λοι τους κατεβλήθησαν: φονευμένοι, τραυ ματισμένοι, ή πιασμένοι αιχμάλωτοι. Χωρίς να σταματήσουν, τα άρματά μας συ νέχισαν την προέλασή τους, σπέρνοντας τον τρόμο σε όλο το πλάτος του δάσους. Άρχισα να πυροβολώ φωτοβολίδες επιθέσεως με το που οι φωτοβολίδες του 2ου Λόχου είχαν στείλει τα εκτυφλωτικά τους τόξα στον ουρανό. Μια ομάδα ανδρών μου όρμησε διασχίζοντας τη Σακρέβκα από τα βορειοανατολικά και τα ανατολι κά, πίσω από τον εχθρό, για να συναντήσει τα άρματά μας που έρχονταν από το νότο. Οι άλλοι ξεκόλλησαν και κατεδίω ξαντους άνδρες που χειρίζονταν τα α ντιαρματικά όπλα επί των δασωμένων κορυφών. Η σώμα με σώμα μάχη, στην οποία οι Βαλλόνοι δεν είχαν όμοιο, αποφάσισε την επιχείρηση. Ο σοβιετικός αξιωματικός που διοικούσε το πυροβολικό ανατίναξε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
187
τον εαυτό του με μια χειροβομβίδα όταν είδε πως τα πυροβόλα του ήταν χαμένα. Δωδεκάδες μεμονωμένων μαχών έλαβαν χώρα στις υπώρειες του δάσους. Άνδρες κυνηγούσαν ο ένας τον άλλον διαμέσου των ισμπών, στις ρεματιές, γύρω από τις αχυροθημωνιές. Έ να από τα αποσπάσματα των επικοινωνιών μας ήταν στριμωγμένο στο ανατολικό άκρο του πεδίου της μάχης. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα οι πέντε ειδικοί, βαρυφορτωμένοι με τα καρούλια τους και τα τηλέφωνά τους, κατεβλήθησαν και σύρθηκαν μέσα στα δάση για να μην ξαναϊδωθούν ποτέ. Έ να από τα άρματά μας είχε κτυπηθεί, αλλά καταφέραμε να το επιδιορθώσου με χωρίς πολλή δυσκολία. Κάναμε μια εντυπωσιακή "μπάζα": οτιδήποτε ήταν να βρεθεί στη Σακρέβκα. Φέραμε πίσω περισσότερους των τριάντα σοβιετικών αιχμαλώτων, ρακένδυτους όπως πάντα, αλλά δυνατούς σα θηρία και, στην προκειμένη περίπτωση, ζώντας ό πως εκείνα, κοιμούμενοι σε οποιαδήποτε φωλιά, τυλιγμένοι σε βρωμερά κουρέλια. Αυτοί οι πρωτόγονοι στρατιώτες θα ζούσαν με ό,τι έβρισκαν στις ίσμπες ή στα χει μωνιάτικα λιβάδια ή ό,τι μπορούσαν ν’ αφαιρέσουν από τα κουφάρια: μουχλιασμέ να κεφάλια ηλιοτροπίων, λασπωμένους κώνους καλαμποκιού, μπαγιάτικο ψωμί. Είχαν την κτηνώδη αντοχή των σπηλαιανθρώπων, αλλά κατείχαν, επιπλέον της κτηνώδους δυνάμεώς τους, υπερσύγχρονα υποπολυβόλα που έπαιρναν γεμιστή ρες των εβδομήντα σφαιρών. Μέσα στα λιγδιασμένα τους σακίδια, τα στερεωμέ να στις ράχες τους μ’ ένα τραχύ σχοινί, διατηρούσαν τα απαραίτητα για να πολε μήσουν για μια εβδομάδα, δύο εβδομάδες, κρυμμένοι στους βάτους στο σταυρο δρόμι ενός δάσους ή στην είσοδο ενός χωριού. Αυτοί οι αναμαλλιασμένοι γίγαντες, αυτοί οι Μογγόλοι με τα χαμηλά αυτιά, με τα πεπονόσχημα κεφάλια, μαύρο μαλλί σα βούρτσα και μάγουλα τόσο επίπεδα ό σο οι φέτες από χοιρινή μπριζόλα, αυτοί οι αιλουροειδείς Ασιάτες με τα λαμπερά σα χάνδρες μάτια, άπλυτοι, κουρελιάρηδες, ακάματοι, έμοιαζαν με προϊστορικά τέρατα δίπλα στους νεαρούς στρατιώτες μας με τα λεπτά κορμιά, τις μέσες σαν των κυνηγετικών σκυλιών και το ανοικτόχρωμό τους δέρμα. Οδηγήσαμε αγεληδόν προς τα πίσω αυτόν το συρφετό, σα να είχαμε πιάσει α γριογούρουνα μέσα στους λασπόλακκούς τους. Τ α άξεστα, άγρια πρόσωπά τους γελούσαν διότι δεν τους είχαμε σκοτώσει και γιατί τους είχαμε δώσει τσιγάρα. Αλλά εάν είχαμε πιάσει τριάντα αγρίους, υπήρχαν ακόμη δέκα χιλιάδες στην α πέναντι πλευρά. Υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδων στ“ανατολικά, στα βορειοανα τολικά και στα νοτιοανατολικά. Αυτές οι ασουλούπωτες μάζες προήλαυναν. Μπορούσαμε ήδη να νιώσουμε την πίεση της ορδής.
Πρώτες Ρωγμές Οι σοβιετικές στρατιές που ξεχύνονταν προς τα κάτω από το βορρά και οι σο
188
Λ κον Ν τεγκ ρελ
βιετικές στρατιές οι εξαπολυμένες οτα νοτιοανατολικά πλησίαζαν όλο και περισ σότερο μεταξύ τους. Στα δυτικά, ογδόντα χιλιόμετρα στα μετόπισθεν μας, ένα ά νοιγμα όχι περισσότερο των εκατόν πενήντα χιλιομέτρων παρέμενε μεταξύ τ(ον δύο σοβιετικών πτερύγων που έκλειναν το χάσμα. Με την 7η και 8η Ιανουαρίου του 1944 μπορούσαμε για τα καλά να πιστεύουμε πως όλα ήταν χαμένα στο Δνείπερο. Πλήττοντας βιαίως από τα βορειοανατολικά, τα Κόκκινα πάντσερ είχαν ορμήσει διαμέσου των γραμμών των μετόπισθεν του γερ μανικού μετώπου, εισχωρώντας σφηνοειδώς για εκατό χιλιόμετρα σε δύο στάδια. Οι μέθοδοι των Σοβιετικών ήταν απλές. Π αραφόρτωναν μερικά από τα άρμα τα μάχης τους μέχρι επάνω με υποπολυβόλα και γεμιστήρες. Κατόπιν εισέβαλλαν στις μικρές πόλεις, ανάκατα με πέντε, έξι ή δέκα άρματα μάχης μονομιάς και συ γκέντρωναν αμέσως τον άμαχο πληθυσμό. Κάθε διαθέσιμο, βρώμικο χαμίνι, κά θε ξυπόλητο αγόρι λάμβανε ένα αυτόματο όπλο. Μία ώρα αργότερα, δίχως οποιαδήποτε άλλη μάχιμη εκπαίδευση, διακόσιοι - τριακόσιοι βασιβουζούκοι σε κου ρέλια θα συνόδευαν τα άρματα μάχης της Ε.Σ.ΣΔ. Ο σοβιετικός στρατός ξανασυμπλήρωνε κατ' αυτόν τον τρόπο τον εαυτό δίχο)ς δυσκολία και δίχως καθοδήγηση, καθώς οι κρούσεις του εξελίσσονταν. Αυτές οι εφεδρείες του ανθρώπινου "υλικού" ήταν στην πράξη ανεξάντλητες. Ευτυχώς, η Κόκκινη κρούση της 7ης και 8ης Ιανουαρίου του 1944 υπήρξε μό νον ως ένα τυχερό αλλά μεμονωμένο κτύπημα, ξέχωρα τολμηρό. Χωρίς υποστή ριξη, λίγες δωδεκάδες σοβιετικών αρμάτων μάχης είχαν περάσει δια της βίας και χωρίς να σταματήσουν είχαν μεταφέρει την ασυνήθη σαραμπάντα τους σε βάθος εκατό χιλιομέτρων από το μέτωπο. Τα γερμανικά άρματα μάχης, βιαστικά ανεπτυγμένα ξανά, κατέληξαν στο να τα εγκλωβίσουν. Τ α πληρώματα των ρωσσικών αρμάτων ξέμειναν από καύσιμα. Προσπάθησαν τότε να κρύψουν τα πάντσερ τους στις λόχμες και στα ρουμάνια, αλλά εντοπίσθηκαν όλα εντός δύο ή τριών ημερών και καταοτράφηκαν το ένα με τά το άλλο. £ Αλλά η προειδοποίηση ήταν κοφτή. Εάν οι Σοβιετικοί είχαν στείλει μια ισχυρό τερη δύναμη η κρούση θα είχε οπωσδήποτε επιτύχει. Για να πούμε την αλήθεια, η θέση μας στην αιχμή επί του Δνειπέρου βρισκόταν στον αέρα. Κατείχαμε την άκρη της μύτης μιας μακριάς λόγχης. Η Μ εραρχία "Wiking" και η Ταξιαρχία Εφόδου "Βαλλονία" ήταν οι μόνες νοτιοανατολικές δυ νάμεις οι εγκατεστημένες ακόμη επί του μεγάλου ουκρανικού ποταμού. Αργά ή γρήγορα επρόκειτο v‘ αποκοπούμε. Με την άφιξή μας το Νοέμβριο του 1943, ήταν κιόλας φανερό πως ήμασταν κα ταδικασμένοι. Στις αρχές του Ιανουαρίου του 1944 η αλήθεια αυτού ήταν ακόμα περισσότερο συντριπτική. Μόνον η απάλειψη της προεξοχής μας και μια αυοτη-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
189
ρή επανευθυγράμμιση του μετώπου μπορούσε, εάν αυτό γινόταν γρήγορα, να μας σώσει από μια σίγουρη περικύκλωση. Νομίσαμε πως οι ανώτεροι μας είχαν κατανοήσει την κατάστασή μας, διότι λά βαμε διαταγές ν’ απαγκιστρωθούμε, να τραβηχθούμε πίσω και να λάβουμε ξανά θέσεις σε μια δεύτερη γραμμή τραβηγμένη είκοσι χιλιόμετρα πιο πέρα στα νο τιοδυτικά. Αυτό δεν ήταν το τέλειο, αλλά ήταν αναμφιβόλως ένα πρώτο βήμα. Η υποχώρηση προοριζόταν να λάβει χώρα τα μεσάνυκτα. Είχαμε ήδη ανιχνεύσει τις νέες θέσεις. Ό λα ήταν έτοιμα. Στις ένδεκα η ώρα το βράδυ μια αντίθετη διαταγή από τη μεραρχία κύρωσε ό λα τα σχέδια. Ο ίδιος ο Χίτλερ είχε σφοδρώς επιμείνει όπως παραμείνουμε επί του Δνειπέρου. Το να εγκαταλείψει το Δνείπερο θα σήμαινε το να αποδεχθεί μια ηθι κή ήττα. Θα σήμαινε επίσης το να απωλέσει την τελευταία θέση επί του ποταμού που μπορεί μια ημέρα να εξυπηρετούσε ως ένα σημείο εκτοξεύσεως για μια γερ μανική επίθεση προς το Χάρκοβο και το Ντονιέτς. Εν πάση περιπτώσει, η ανά κληση της διαταγής ήταν επίσημη. Οι στρατιώτες, φύσει συντηρητικοί, και οι οποίοι στην προκειμένη περίπτωση καταλάβαιναν λίγο από την κατάσταση, κατέβηκαν από τα 4 )ορτηγά και ανέλαβαν φιλοσοφημένα τις θέσεις τους άλλη μια φορά επί της συμβολής του Ολσάνκα και του Δνειπέρου. Α\λά εμείς που ακούγαμε τα σοβιετικά ανακοινωθέντα στο ρα διόφωνο κάθε μέρα και που σημαδεύαμε επί του χάρτου τη διπλόαιχμη προέλα ση του εχθρού στα βόρεια και νοτιοανατολικά, γν(ορίζαμε πως βρισκόμασταν σε εξαιρετικό κίνδυνο $ Τρομερά πλήγματα ταρακουνούσαν ολόκληρο τον τομέα. Η Μεραρχία "Wiking" έπρεπε ν’ αποσύρει το ήμισυ της δυνάμεώς της από το Δνείπερο για να το στείλει δυτικώς της πόλεως του Τσερκάσσυ. Σε αυτόν το δεύτερο τομέα, το δάσος του Τεκλίνο σχημάτιζε ένα τεράστιο τρ ί γωνο που προεξείχε οος σφήνα. Είχε πέσει εντελώς στα Σοβιετικά χέρια και όλες οι αντεπιθέσεις είχαν γίνει εις μάτην. Ο υποστράτηγος Γκίλλε αποφάσισε να στείλει τους Βαλλόνους να επιτεθούν αυ τήν τη συμπαγή δασωμένη μάζα. Το βράδυ της 13ης Ιανουαρίουτου 1944 αφήσαμε την όχθη του Ολσάνκα μέσα στην πιο μεγάλη μυστικότητα. Ταξίδι μιας νύκτας μέσα στα βαρέα μας οχήματα μας πήγε μέσα από το χιόνι και τον πάγο στα λίγα χιλιόμετρα δυτικώς του γαλά ζιου δάσους του Τεκλίνο.
Τεκλίνο Η έφ οδος του Τ εκλίνο ήταν να λάβει χώ ρα την αμέσω ς επόμενη μ έρα, 15
190
A eo n Ν τεγκρελ
Ιανουαρίου του 1944. Οι αξιωματικοί πήγαν ν’ αναγνωρίσουν τις προς οργάνωση θέσεις πριν το σούρουπο. Για αρκετά χιλιόμετρα ακολουθήσαμε την κεντρική οδό που οδηγούσε στο Τσερκάσσυ. Στρίψαμε στ’ αριστερά επάνω σ’ ένα αυλακωμένο μονοπάτι που οδηγούσε σ’ ένα άλσος με λεύκες. Από εκεί μπορούσαμε να βλέπου με όλον τον τομέα. Τεράστιες χιονοπεδιάδες απλώνονταν ως επάνω στο δάσος του Τεκλίνο. Αυτό, αρκετά στενό αρχικώς, πλάταινε όλο και περισσότερο προς τα ανατολικά. Κάθε διοικητής λόχου έλαβε την αποστολή του και αντιπαρέβαλλε τους χάρτες του και το έδαφος. Το σούρουπο έπεσε. Τα δάση δεν ήταν παρά ένας πελώριος πορφυρός τάπητας. Ανησυχώντας βαθιά, παρακολουθούσαμε αυτές τις ακηλίδω τες πεδιάδες, αυτές τις γαλάζιες ρεματιές, διαμέσου των οποίων οι άνδρες μας θα σκαρφάλωναν τη νύκτα στο δάσος όπου παραμόνευε ο εχθρός, συμπαγώς οχυ ρωμένος, σύμφωνα με τους Γερμανούς επιζήσαντες των άκαρπων αντεπιθέσεων. Το σύνταγμα πυροβολικού της μεραρχίας ήταν να μας υποστηρίξει. Είχε λάβει θέση με όλη του τη δυνάμη όπισθεν των δυτικών κορυφών. Αρκετές ημέρες νωρίτερα είχα γίνει ο υπασπιστής του διοικητού της ταξιαρχίας μας. Στις τρεις η ώρα το πρωί αυτός κι εγώ συναντηθήκαμε με τον υποστράτηγο Γκίλλε. Εγκατασταθήκαμε σ’ ένα μικρό σταθμό διοικήσεως συνδεόμενο δια τη λεφώνου με τον κάθε έναν από τους λόχους μας. Από τη μία η ώρα το πρωί είχαν εισχωρήσει κλεφτά μέσα στα φαράγγια και αναρριχούνταν γατοπερπατώντας για να καταλάβουν τις θέσεις τους για την έφο δο. Ελαφρά λευκά έλκηθρα σαν τα φινλανδικά έφερναν σιωπηλά τα εφεδρικά πυρομαχικά μέσα από το παχύ χιόνι. Κάθε τέταρτο της ώρας στην άλλη άκρη του σύρματος οι σχεδόν μη ακουόμενες φωνές των διοικητών των λόχων θα ανέφεραν επί της προόδου τους. £ Στις τέσσερις η ώρα το πρωί ο φραγμός του πυροβολικού εξερράγη επάνω στις παρυφές του δάσους. Τα πυροβόλα της Μ εραρχίας "Wiking" ήταν παλαιά. Είχαν επιτελέσει ενάμιση χρόνο εκστρατείας στη Ρωσσία δίχως μια γενική επισκευή. Είχαμε να εκτελέσουμε απίστευτα περίπλοκους υπολογισμούς για να ρυθμίσουμε τα πυρά μας, ωστό σο το πυρ ήταν απίστευτα ακριβές. Τέσσερις χιλιάδες οβίδες έβρεξαν επάνω στον εχθρό, κονιορτοποίησαν τα χαρακώματά του ένα προς ένα, έκοψαν τις βελανιδιές σε κομματάκια με καταπληκτική δύναμη. Οι στρατιώτες μας, σκυφτοί κάτω από αυτήν την εξαίρετη οροφή πυρός από βλή ματα, τα' αυτιά τους να κουδουνίζουν, τα μάτια τους ορθάνοικτα, όρμησαν στην έ φοδο την ίδια ακριβώς στιγμή που το πυροβολικό επιμήκυνε το βεληνεκές του. Ο παλαιός μου λόχος, ο 3ος Λόχος, ρίχθηκε σε αγώνα σώμα με σώμα με τέτοια ορμητικότητα που σύντομα έχασε την επαφή με το υπόλοιπο της ταξιαρχίας. Μετά
190
A eon Ν τ ει
κ ρελ
Ιανουαρίου του 1944. Οι αξιωματικοί πήγαν ν’ αναγνωρίσουν τις προς οργάνωση θέσεις πριν το σούρουπο. Για αρκετά χιλιόμετρα ακολουθήσαμε την κεντρική οδό που οδηγούσε στο Τσερκάσσυ. Στρίψαμε στ’ αριστερά επάνω σ’ ένα αυλακωμένο μονοπάτι που οδηγούσε σ’ ένα άλσος με λεύκες. Από εκεί μπορούσαμε να βλέπου με όλον τον τομέα. Τεράστιες χιονοπεδιάδες απλώνονταν ως επάνω στο δάσος του Τεκλίνο. Αυτό, αρκετά στενό αρχικώς, πλάταινε όλο και περισσότερο προς τα ανατολικά. Κάθε διοικητής λόχου έλαβε την αποστολή του και αντιπαρέβαλλε τους χάρτες του και το έδαφος. Το σούρουπο έπεσε. Τα δάση δεν ήταν παρά ένας πελώριος πορφυρός τάπητας. Ανησυχώντας βαθιά, παρακολουθούσαμε αυτές τις ακηλίδω τες πεδιάδες, αυτές τις γαλάζιες ρεματιές, διαμέσου των οποίων οι άνδρες μας θα σκαρφάλωναν τη νύκτα στο δάσος όπου παραμόνευε ο εχθρός, συμπαγώς οχυ ρωμένος, σύμφωνα με τους Γερμανούς επιζήσαντες των άκαρπων αντεπιθέσεων. Το σύνταγμα πυροβολικού της μεραρχίας ήταν να μας υποστηρίξει. Είχε λάβει θέση με όλη του τη δυνάμη όπισθεν των δυτικών κορυφών. Αρκετές ημέρες νωρίτερα είχα γίνει ο υπασπιστής του διοικητού της ταξιαρχίας μας. Στις τρεις η ώρα το πρωί αυτός κι εγώ συναντηθήκαμε με τον υποστράτηγο Γκίλλε. Εγκατασταθήκαμε σ’ ένα μικρό σταθμό διοικήσεως συνδεόμενο δια τη λεφώνου με τον κάθε έναν από τους λόχους μας. Από τη μία η ώρα το πρωί είχαν εισχωρήσει κλεφτά μέσα στα φαράγγια και αναρριχούνταν γατοπερπατώντας για να καταλάβουν τις θέσεις τους για την έφο δο. Ελαφρά λευκά έλκηθρα σαν τα φινλανδικά έφερναν σιωπηλά τα εφεδρικά πυ ρομαχικά μέσα από το παχύ χιόνι. Κάθε τέταρτο της ώρας στην άλλη άκρη του σύρματος οι σχεδόν μη ακουόμενες φο>νές των διοικητών των λόχων θα ανέφεραν επί της προόδου τους. £ Στις τέσσερις η ώρα το πρωί ο φραγμός του πυροβολικού εξερράγη επάνω στις παρυφές του δάσους. Τα πυροβόλα της Μ εραρχίας "Wiking" ήταν παλαιά. Είχαν επιτελέσει ενάμιση χρόνο εκστρατείας στη Ρωσσία δίχως μια γενική επισκευή. Είχαμε να εκτελέσουμε απίστευτα περίπλοκους υπολογισμούς για να ρυθμίσουμε τα πυρά μας, ωστό σο το πυρ ήταν απίστευτα ακριβές. Τέσσερις χιλιάδες οβίδες έβρεξαν επάνω στον εχθρό, κονιορτοποίησαν τα χαρακώματα του ένα προς ένα, έκοψαν τις βελανιδιές σε κομματάκια με καταπληκτική δύναμη. Οι στρατιώτες μας, σκυφτοί κάτω από αυτήν την εξαίρετη οροφή πυρός από βλή ματα, τα' αυτιά τους να κουδουνίζουν, τα μάτια τους ορθάνοικτα, όρμησαν στην έ φοδο την ίδια ακριβώς στιγμή που το πυροβολικό επιμήκυνε το βεληνεκές του. Ο παλαιός μου λόχος, ο 3ος Λόχος, ρίχθηκε σε αγώνα σώμα με σώμα με τέτοια ορμητικότητα που σύντομα έχασε την επαφή με το υπόλοιπο της ταξιαρχίας. Μετά
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
191
από μια επική αναρρίχηση κατέλαβε δυο τρομακτικά απότομους λόφους, γυμνούς σα βράχους, από τα ύψη των οποίων οι Ρώσσοι εξακολουθούσαν σκυλίσια να πο λεμούν μέσα στα υπερφαλαγγισμένα χαρακώματα, παρά το βομβαρδισμό. Μερικές νεαρές στρατιωτίνες ήταν ιδιαίτερα άγριες, ουρλιάζοντας τρελλές από μανία. Οι στρατιώτες μας δεν ήταν συνηθισμένοι να φονεύουν γυναίκες. Και αυτές ή ταν όμορφες. Μία ειδικά, με ένα χαριτωμένο φακιδιάρικο πρόσωπο, πολεμούσε σαν τίγρης. Το μικρό λευκό της στήθος είχε ξεμυτίσει από το χακί της χιτώνιο μέ σα στη δίνη της μάχης. Πέθανε έτσι. Οι φακίδες έλαμπαν στο πρόσωπό της σα χει μωνιάτικα ρείκια και το στήθος της, μικρό και παγωμένο, γυάλιζε απαλά. Μετά τη μάχη τη σκεπάσαμε με χιόνι έτσι ώστε το βάρος του θανάτου θα ήταν ελαφρύ επάνω στη σωρό της. Πηδώντας πέρα από αυτές τις θέσεις, τις τόσο σκληρά υπερασπισμένες, ο 3ος Λόχος ξεκίνησε κατευθείαν έφοδο επί των άλλων πολυβολείων του δάσους. Αυτά ήταν διάσπαρτα επί ενός πλάτους τεσσάρο)ν χιλιομέτρων. Στο τέρμα του ενός χι λιομέτρου ο αποδεκατισμένος λόχος μας κρατούσε το έδαφος με δυσκολία, ανα μένοντας μάταια για την υπόλοιπη ταξιαρχία να ευθυγραμμισθεί με τη δεξιά του πτέρυγα. Οι άλλοι λόχοι περνούσαν δύσκολες ώρες με αυτό. Είχαν κατορθώσει να διειοδύσουν πεντακόσια μέτρα εντός του λοφώδους δρό μου με μεγάλη μόνο δυσχέρεια. Η μάχη ήταν πεισματώδης. Το πυροβολικό της Μεραρχίας "Wiking" υποστήριζε τις προσπάθειες των στρατευμάτων, ισοπεδώ νοντας τους Κόκκινους που ήταν οχυρωμένοι κάτω από τα δένδρα στα ψηλότερα σημεία μιας σειράς κορυφογραμμών. Τότε ήταν που οι αντιπυροβολαρχίες των Σοβιετικών παρενέβησαν. Διέθεταν, στ* ανατολικά του δρυμού, μερικά "Αρμόνια του Στάλιν"4: εκπληκτικές συζυγίες εκτοξευτών ρουκετών με τριάντα έξι σωλήνες που μπορούσαν να κάνουν κόσκινο έναν ολόκληρο τομέα μέσα σε μια στιγμή, κάτω από έναν τρομακτικό καταιγισμό εκρήξεων. Μέσα σε μία ώρα είχαμε 125 νεκρούς και τραυματίες. Από το σταθμό διοικήσεως είδαμε τα μικρά μας έλκηθρα να κατηφορίζουν το χιονισμένο λόφο, κάθε ένα κουβαλώντας έναν τραυματία. Το ασθενοφόρο εκ στρατείας ήταν γεμάτο. Δωδεκάδες δυστυχισμένων, ξαπλοψένων έξω επάνω στο χιόνι που τουρτούριζαν μισόγυμνοι, το αίμα τους πηγμένο σε κομμάτια από το κρύο, περίμεναν αγωνιώντας τη σειρά τους καθώς το ιατρικό προσωπικό πήγαι νε μπρος και πίσω χωρίς σταματημό με τα κοκκινισμένα τους έλκηθρα στο αιμα τοβαμμένο δάσος. & Ύστερα οι Σοβιετικοί αντεπιτέθηκαν, απωθώντας την ταξιαρχία μας. Μόνον ο 3ος Λόχος απέμεινε, κρατώντας τις κορυφογραμμές τους, αποκομμένος από τους
192
A eon Ν τεγκρελ
πάντες από εκεί και πέρα. Τρέξαμε, ο διοικητής κι εγώ, να προσπαθήσουμε να ελέγξουμε την υποχώρηση. Αλλά η σοβιετική ώθηση ήταν εκπληκτικά βίαιη. Μπορούσαμε να προβλέψουμε τη στιγμή όταν, ξέχωρα από τον 3ο Λόχο, χαμένο μέσα στα βάθη των δασών, ολό κληρη η ταξιαρχία θα εκδιωκόταν από τα προκεχωρημένα της φυλάκια στο δά σος και βρισκόταν απωθημένη μέσα στις ακάλυπτες πεδιάδες, όπου η φυγή θα με τατρεπόταν σε μια σφαγή. Στις πέντε η ώρα το βράδυ η κατάσταση σταθεροποιήθηκε, αλλά παρέμενε όχι λιγότερο τραγική. Το δάσος δεν είχε παρθεί. Η ταξιαρχία κρατούσε μόνο διακό σια μέτρα στην άκρη του δάσους. Ο 3ος Λόχος ήταν χαμένος. Δε γνωρίζαμε που ακριβώς βρισκόταν. Μπορούσε να σαρωθεί ανά πάσα στιγμή. Συγκαλέσαμε ένα αυτοσχέδιο συμβούλιο πολέμου σε μια ίσμπα, στον πυθμένα της κοιλάδος. Καθένας έσειε θλιβερά το κε 4 >άλιτου. Ο υποστράτηγος Γκίλλε, κα ταπώς ήταν το συνήθειο του, περίμενε δέκα λεπτά χωρίς να λέει το παραμικρό. Είχε προεξέχοντα ζυγωματικά, σφιγμένα σαγόνια και σκληρά μάτια όταν σήκω σε το πρόσωπό του και σηκώθηκε. "Η επίθεση θα συνεχίσει", είπε απλά. Μας κοίταξε ίσια στα μάτια, δίχως χαμό γελο. "Και θα πάρετε το δάσος", πρόσθεσε. $ Μια παγερή νύκτα έπεσε. Ή τα ν είκοσι βαθμοί υπό το μηδέν. Οι άνδρες, στην άκρη του βελανιδοδάσους, δεν είχαν πουθενά να ξαπλώσουν και δεν μπορούσαν να φτιάξουν μια φωτιά. Πάγωναν του θανατά παρά το χειμε ρινό εξοπλισμό. Θα μαζεύονταν κολλητά ο ένας με τον άλλον μέσα σ’ ένα σωρό χιονιού, ενώ οι σκοποί θα φύλαγαν μπροσυά τους. Οι άνδρες του μηχανικού ξετύλιξαν το συρματόπλεγμά τους και το στερέωσαν από δένδρο σε δένδρο, κατόπιν ναρκοθέτησαν την περιοχή εκτός των στενών πε ρασμάτων, σχεδόν αδιόρατα σημαδεμένων, διαμέσου των οποίων θα μπορούσαν να ξεγλιστρούν οι ανιχνευτικές μας περίπολοι. Προσπαθήσαμε ν’ αποκαταστήσουμε επαφή με τον 3ο Λόχο. Μια διμοιρία αποτελούμενη αποκλειστικώς από εθελοντές, ξεκίνησε μέσα στο δάσος προς τα βο ρειοανατολικά. Α\λά η πληροφόρησή μας ήταν ανακριβής. Στην πραγματικότητα, ο 3ος Λόχος δεν είχε προελάσει τόσο μακριά όοο νομίζαμε. Η διμοιρία μας πήγε πολύ πέρα στα ανατολικά και έπεσε πάνω σε ισχυρές σοβιετικές θέσεις. Υπήρξε μια θηριώ δης συμπλοκή μέσα σ ιη νύκτα. Ο διοικητής της διμοιρίας μας, ένας κολοσσός φαρδύς σα σπίτι, η ζωή της συντροφιάς του λόχου του, ρίχθηκε με όλο του το βά ρος ακριβώς οτο μέσον ενός εχθρικού πολυβολείου. Τον έφεραν πίσω, τα σχισμέ να εντόσθιάτου ανοικτά από πυρά υποπολυβόλου. Στο σταθμό πρώτων βοηθειών
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
193
βαριανάσαινε σαν ατμομηχανή. Τον φρόντισαν χωρίς πολλή ελπίδα, αλλά παρ’ όλα αυτά ανένηψ ε. Οκτώ μήνες αργότερα επέστρεψ ε στη φ ρουρά μας στο Μ πρεσλάου, ογκώ δης όπως πριν, το στήθος του παρασ ημοφ ορημένο με τον Σιδηροΰν Σταυρόν Πρώτης Τάξεως. Μα τα φοβερά τραύματα στο υπογάστριό του, αν και επουλωμένα, είχαν δια πα ντός βλάψει την υγεία του. Στο τέλος λίγων εβδομάδων διεπίστωσε πως ποτέ ξανά δε θα μπορούσε να ζήσει όπως οι άλλοι. Έ τσι, πήρε μια νάρκη του ενός κιλού α πό την αποθήκη, πήγε στην όχθη του Ό ντερ και ανατίναξε τον εαυτό του. Στην όχθη του ποταμού βρήκαμε έναν πνεύμονα και αρκετούς σπονδύλους. Αυτό ήταν όλο. Στο μικρό του τραπέζι στους στρατώνες είχε αφήσει αυτά τα λόγια: "Δε θέλω να είμαι μισός άνδρας. Σας αποχαιρετώ φίλοι μου! Vive la Legion!" $ Η νυκτερινή επίθεση εκείνης της διμοιρίας των Σπαρτιατών δεν απέδωσε απο τελέσματα. Ο 3ος Λόχος δεν ήταν δυνατό να βρεθεί. Τ ο επόμενο πρωινό π ρ ο σπάθησα να κοιτάξω μόνος για τους νεαρούς συντρόφους μας. Τα τεθωρακισμένα της ταξιαρχίας μας ήταν κρυμμένα στο βόρειο άκρο του δρυ μού. Ξαπλώθηκα πρηνής επάνω στη θωράκιση ενός από τα Sturmgeschutze και ακολούθησα τη στέππα δύο χιλιόμετρα ανατολικώς του σκηνικού της επιθέσεώς μας της προηγουμένης βραδιάς. Εκεί ήταν, πίστευε η διοίκηση, που πρέπει να βρι σκόταν ο χαμένος λόχος. Έ καναν λάθος. Ή τα ν μόνο στο ήμισυ της αποστάσεως από εκείνο το σημείο. Μ πήκα στο βελανιδοδάσος για ένα χιλιόμ ετρ ο πιο πέρα α π ’ όσο έπρεπε. Έκπληκτοι, αλλά ανίσχυροι να κάνουν το παραμικρό, οι χαμένοι στρατιώτες μας είδαν το πάντσερ να ξεπροβάλλει μακριά μπροστά τους και να με αφήνει ακρι βώς στο κέντρο του σοβιετικού τομέως. Το πυρωμένο καλωσόρισμα που έλαβα κοντά στα πρώτα δένδρα με έπεισε γρή γορα πως λίγοι φίλοι υπήρχαν για να είναι εκεί καλυμμένοι. Ο οδηγός του άρμα τος με έφερε πίσω με μεγάλη δυσκολία ανάμεσα σε είκοσι λουτρά από γη και χιό νι τιναγμένα από εκρήξεις οβίδων. Αλλά εκείνο το απόγευμα, το μηχανικό που τέντωνε τα καρούλια του από συρ ματόπλεγμα μεταξύ των βελανιδιών όσο το δυνατό μακρύτερα προς τα βορειοα νατολικά, σκόνταψε πάνω σε αρκετά παλικάρια του 3ου Λόχου που κρατούσαν το νοτιοανατολικό τέρμα του τομέως μας. Τα καημένα τα αγόρια ήταν μελανιασμέ να από το κρύο. Ή ταν οτρατοπεδευμένοι ανάμεσα σε είκοσι περίπου ρωσσικά κου φάρια. Συνδεθήκαμε γρήγορα με αυτούς, σταθεροποιώντας το σύνδεσμό μας με ε κατοντάδες ναρκών. Με το βράδιασμα, επιτέλους, είχαμε ένα συνεχές μέτωπο. Αλλά,τι νύκτα! Ο 3ος Λόχος κρατούσε τις κορυφές που είχε καταλάβει. Στο υπέδαφος από κά τω τους βρήκαν ένα είδος τύμβων, σκαμμένο>ν πριν από τον πάγο, μέσα στους ο-
194
Λ εον Ν τεγκ ρελ
ποιους δυο ή τρεις το πολύ άνδρες μπορεί να γλιοτροΰσαν. Αυτές οι τυφλοποντι κότρυπες, πραγματικές σοβιετικές εξειδικεΰσεις, ήταν τόσο ψηλές όσο ένα φέρε τρο. Οι Σοβιετικοί θα άπλωναν ξερά φΰλλα σ’ αυτές και, μιας και μέσα στο άντρο, θα έκλειναν το άνοιγμα μ’ ένα παλαιό κομμάτι καναβάτσου ή ρούχου από αλογο χαίτη. Σε αυτά τα λαγούμια όπου κανείς δεν μπορούσε να εισέλθει παρά έρποντας, Μογγόλοι, Τάταροι και Σιβηριανοί προσκολλούνταν μαζί ο ένας επάνω στον άλ λον, κάνοντας ο ένας τον άλλον να νιώθει ζεστά, σαν τα θηρία, με μοναδικό μέσον τη ζωική τους θερμότητα. Οι νεαροί μας είχαν καταλάβει το μέρος των μουζίκων, των οποίων τα πτώματα, ζαρωμένα και σκληρά σαν πέτρες, ήταν τριγύρω σκορπισμένα. Σε αυτές τις δύο απόκρημνες κορυφές και μόνον οι εθελοντές μας είχαν καταλάβει επτά σοβιετι κά πυροβόλα. Το γερμανικό πυροβολικό τους είχε ισχυρά βοηθήσει. Η περιοχή ήταν εντελώς κατακομματιασμένη, κάθε δένδρο θερισμένο κάτω ή σχισμένο, πε τσοκομμένο εκατό φορές. Ομάδες πτωμάτων ήταν μπλεγμένα όλα μαζί, νεκρά χέ ρια να σφίγγουν ακόμα επιδέσμους, στρογγυλά και τριχω τά πρόσω πα από το Κιργιστάν, τα γένια τους κόκκινα από το παγωμένο αίμα, κορίτσια στο χακί, πε σμένα ανάσκελα, τα μαλλιά τους στο χιόνι. Για τα παιδιά-στρατιώτες μας αυτή η μακάβρια συμβίωση μέσα στην παγερή νύ κτα ήταν απα ίσια. Σαν τους φημισμένους Βαλλόνους "Αρχάριους" της Αυτοκράτειρας Μαρίας-Θηρεσίας, είχαν μεταξύ όλων τους μόλις δέκα ή δώδεκα με τουφίτσες ξανθού τριχώματος κάτω στα πηγούνια τους5. Αν και τα μάτια τους ήταν σκοτεινά από την εξάντληση, ανέβαιναν γενναία για σκοποί ανάμεσα στα άκαμπτα κουφάρια, στα οποία σκόνταφταν μέσα στη νύκτα σε κάθε αλλαγή σκοπιάς. & Ο ι άλλοι λόχοι ήταν σ τρατοπεδευμ ένοι επάνω σε έδαφ ος σαν τσιμέντο. Κατορθώσαμε να κτίσουμε αυτοσχέδια καταφύγια εκεί τη νύκτα μόνο με το να σύ ρουμε σωρούς από κορμούς δένδρων μέσα από τα χιόνια και προσαρμόζοντάς τους όσο καλύτερα μπορούσαμε. Μαζευτήκαμε κοντά-κοντά, νιώθοντας το ψύχος να μας κόβει περνώντας μας μέχρι τον μυελό των οστών. Στις 17 Ιανουαρίου του 1944 ο υποστράτηγος Γκίλλε ήλθε να διαπιστώσει την κατάσταση του τομέως. Έ να άρμα μάχης ακολουθούσε το αναγνωριστικό του όχημα. Ή τα ν γεμάτο α πό σοκολάτες, τσιγάρα και κονιάκ. Οι στρατιώτες αντιλαμβάνονταν τέλεια τι σήμαινε αυτή η διανομή: επρόκειτο να επιτεθούμε πάλι. Δύσκολα ήταν πιστευτό. Τα πρόσωπα των ανδρών ήταν χλωμά και πράσινα σαν πράσσα, ακριβώς όπως τα πρόσωπα των νεκρών Σοβιετικών των ξαπλωμένων παντού στο χιόνι. Η νύκτα, η οποία θα κάλυπτε τις προετοιμασίες μας, ήλθε καθάρια και κρυ στάλλινη.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
195
Επτακόσια Πολυβολεία Το να στείλουμε ολόκληρη την ταξιαρχία μας οτην επίθεση επάνω στο δρόμο του Τεκλίνο, όπως την πρώτη μέρα, θα ήταν σα να τη στέλναμε σε σίγουρο θάνατο. Δεν μπορούσαμε πια να υπολογίζουμε στην επίδραση του αιφνιδιασμού. Οι Σοβιετικοί κρατούσαν όλο το ψηλό έδαφος στην καρδιά του δάσους. Μόνον το εί δος της παράτολμης κρούσεως, στην οποία οι στρατιώτες μας υπερτερούσαν, μπορ είνα καθιστούσε μια νέα επίθεση δυνατή. Συμφωνήθηκε πως τα μεσάνυκτα πέντε ομάδες Βαλλόνων, οπλισμένων με πο λυβόλα, θα ξεγλιστρούσαν διαμέσου των στενών περασμάτων στα ναρκοπέδιά μας. Θα διείσδυαν βαθιά εντός των εχθρικών θέσεων. Είχαν διαταγές να εισχω ρήσουν οκτακόσια μέτρα τουλάχιστον. Εάν ένα από αυτά τα αποσπάσματα θα προσείλκυε την προσοχή των Σοβιετικών, ένας άνδρας επρόκειτο να θυσιάσει τον εαυτό του και να υποκριθεί ότι το βάζει στα πόδια, έτσι ώστε ο εχθρός να νομίσει πως είχαν να κάνουν μόνο με ένα μεμονωμένο ανιχνευτή. Ο στόχος δεν ήταν ν’ αναγνωρίσουν το πεδίο, αλλά να κρυφθούν και να παρα μείνουν εκεί. Υπό την κάλυψη του σκότους οι ομάδες μας θα συσπειρώνονταν με ταξύ ή όπισθεν των εχθρικών θέσεων σε σημεία που προσέδιδαντον περισσότε ρο έλεγχο του πεδίου. Από εκεί, την αυγή, τη στιγμή που η ταξιαρχία μας θα άρ χιζε την έφοδο, θα εξαπέλυαν την πλήρη ισχύ των όπλων τους σε ένα καταστρε πτικό πυρ επί των μπολσεβίκων, οι οποίοι θα ζαλίζονταν με το να βρεθούν να δέ χονται επίθεση σε τόσο πολλά μέρη εντός των γραμμών τους, μέχρι και μέσα στα ανασχετικά τους αναχώματα. Οι πέντε ομάδες συνιστούνταν όλες από εθελοντές με υψηλό κίνητρο. Δύο Βαλλόνοι θα έμεναν ανάμεσα στον εχθρό για να επανδρώσουν το κάθε πολυβόλο. Έ νας τρίτος θα προσπαθούσε να επανακάμψει στις γραμμές μας για να μας πλη ροφορήσει περί του αποτελέσματος αυτής της εξαιρετικής αποστολής και να μας δώσει ακριβή σημεία αναφοράς. £ Ψηλά επάνω από τα κεφάλια, κρυστάλλινα αστέρια τρεμούλιαζαν εδώ κι εκεί και η άλως από γούνα ερμίνας του κόκκινου δίσκου του φεγγαριού λαμπύριζε α νάμεσα στις μεγαλοπρεπείς κορώνες των μεγάλων βελανιδιών. Μα κάτω από τους θόλους των κλαδιών το σκοτάδι ήταν συμπαγές, διαπερασμένο μόνον από το γα λάζιο λαμπύρισμα των λίγων φεγγαρολούλουδων, των στρωμένων όπου ένα πε σμένο δένδρο είχε σχίσει τη μαύρη δαντέλα του ουρανού. Για ώρες είχαμε παρακολουθήσει τις σκιές. Οι Σοβιετικοί, επίσης, έκαναν αναγνωρίσεις παντού τριγύρω. Τ ρεις φορές Κόκκινοι στρατιώτες ανατινάχθηκαν επάνω σε μια από τις νάρκες μας μέσα σε
196
A eo n Ν τεγκρελ
μεγάλες κόκκινες λάμψεις. Οι σκοποί μας τραντάζονταν κάθε φορά, διότι οι ε κρήξεις λάμβαναν χώρα εντός λίγων μέτρων από τα φτιαγμένα από κούτσουρα φυ λάκιά μας. "Άλλος ένας!" θα μουρμούριζαν, τρίβοντας τις παγωμένες μύτες τους με χιόνι. Κατόπιν η σιωπή θα βασίλευε για άλλη μια φορά στο μελαγχολικό δάσος. Τελικά έφθασαντα μεσάνυκτα. Τα αγόρια μας, κουβαλώντας τα πολυβόλα τους, προωθήθηκαν στους μυστικούς διαδρόμους που το μηχανικό μας είχε αφήσει ε λεύθερους από νάρκες. Δύο ώρες, τρεις ώρες αναμονής και η αγωνία μειώθηκε. Το κρύο ήταν τρομερό· κρυώναμε αν περπατούσαμε, κρυώναμε αν δεν περπα τούσαμε. Το δάσος εξακολουθούσε να τραντάζεται κάπου-κάπου από το ψέκασμα της φωτιάς, καθώς ένας μουζίκος άγγιζε το παγιδευμένο σύρμα μιας από τις νάρκες μας με το αλαφροπάτητο ποδάρι του. Καθένας από τους σκοπούς μας παρακολουθούσε εξεταστικά το δάσος μέχρι που τα μάτια του να πετάγονται σχεδόν από το κεφάλι του. Εάν οι επιδρομές εί χαν επιτύχει, οι αγγελιοφόροι μας σύντομα θα έφθαναν μπροστά από τα ναρκο θετημένο μας συρματόπλεγμα. Και αυτοί επίσης ενεδρεύοντο από το θάνατο, ό πως ακριβώς και οι Ρώσσοι. Μια νάρκη εξερράγη. "Βοήθεια! Βοήθεια!" κραύγασε μια φωνή. "Ηταν ο πρώ τος από τους συντρόφους μας, που είχε ακουμπήσει μια εχθρική νάρκη. Έ συρε τον εαυτό του μέοα στη μαυρίλα. Μπορούσαμε να τον ακούμε να έρπει προς τα εμάς, η ανάσα του κοπιώδης. Μια δεύτερη έκρηξη μας τράνταξε, ακόμα πιο τρομερή από την πρώτη. Το καημένο δύστυχο πλάσμα είχε πυροδοτήσει μια από τις νάρκες αυτήν τη φορά. Έ πρεπε να πάμε και να τον περιμαζέψουμε, ένα δεμάτι κατακρεουργημένης σάρκας που κείτονταν εκεί, ανάμεσα στα σκορπισμένα του έντερα. Είχε ακόμα τη δύναμη να μας πει πως οι άλλοι είχαν επιτύχει και ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Για το καλό των άλλων αγγελιοφόρων που είχαν να διακινδυνεύσουν αυτό το τα ξίδι δια μέσου του κυκεώνος των σοβιετικών ναρκών, αρχίσαμε να καλούμε δυνα τά ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Τέσσερις 4 >ορές ακούσαμε έναν ψίθυρο. "Μην κινείσθε, κάποιος έρχεται!" θα μουρμουρίζαμε και ένας γενναίος σύντροφος θα ξεγλιστρούσε δια μέσου του στενού, δίχως νάρκες περάσματος, για να οδηγήσει τον αγγελιοφόρο και να τον φέρει στο σταθμό διοικήσεως. Στις τέσσερις η ώρα η επιτυχία ήταν επιβεβαιωμένη. Οι πέντε ομάδες είχαν το ποθετηθεί τουλάχιστον χίλια μέτρα μπροστά από τις λεωφόρους μας της επιθέ σεως. Μια από αυτές ήταν εγκατεστημένη χίλια τριακόσια μέτρα μπροστά, πίσω από τη δεύτερη εχθρική γραμμή. Ή ταν θαυμάσιο. & Στις πέντε η ώρα, όταν το δάσος άρχιζε να παίρνει ένα πορφυρό χρώμα με το
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Γ Ιρ ο ς Α ν α τ ο λ α ς
197
φως της ημέρας, κάθε ένας από τους λόχους μας πέραοε το ελεύθερο από νάρκες πέρασμα του τομέως του, σημαδεμένο από δύο μικρές, λευκές κορδέλες. Τώρα είχαμε μόνο να επιτεθούμε στον εχθρό. Ή ταν μια καλά προετοιμασμένη επιχείρηση. Το τηλέφωνο εκστρατείας προω θείτο παράλληλα με τους διοικητές των λόχων, έτσι ώστε ο καθένας από αυτούς γνώριζε τη γενική κατάσταση της προόδου λεπτό προς λεπτό. Επί της δεξιάς πτέρυγος οι λοφοκορφές κατελήφθησαν εγκαίρως. Οι ομάδες των πολυβολητών, έ ξυπνα τοποθετημένες, είχαν καταφανώς επιτελέσει θαύματα από της ενάρξεως της σύγκρουσης. Σωροί σοβιετικών νεκρών υψώνονταν επί του χείλους των λόφων. Το κέντρο είχε παραλληλίσει την κίνησή του δια μέσου πιο εύκολου εδάφους. Ό σο για την αριστερή πτέρυγα, την υποστηριζόμενη από τα άρματα μάχης που προήλαυναν παραλλήλως του μήκους του δάσους και σφυροκοπούσαν μανια σμένα το βορρά του βελανιδοδάσους, η προώθηση ήταν πολύ ταχεία. Δια ειδικής προσκλήσεως είχα για άλλη μια φορά αναλάβειτη διοίκηση του 3ου Λόχου για αρκετές ώρες. Έ βαλα μπροστά το κυρκος σώμα των δοκίμων μου, στα τριάντα μέτρα περίπου, έτσι ώστε ν’ anoq>UY οποιεσδήποτε αχρείαστες απώλει ες. Το δάσος ήταν καλυμμένο με μισό μέτρο χιονιού. Ο εχθρός, σίγουρος για την παγίδα του, περίμενε. Υπήρξε μια πελώρια έκρηξη. Τα τρία πρώτα παλικάρια που ακολουθούσαν εί κοσι μέτρα πίσω μου, ουσιαστικά επάνω στα ίχνη από τις μπότες μου, είχαν μόλις ανατιναχθεί επάνω σ’ ένα ναρκοπέδιο. Είχα περάσει από μέσα χωρίς ν’ αγγίξω το παραμικρό σύρμα μεταξύ εκατόν πενήντα εκρηκτικών μηχανισμών δεμένων μα ζί με σύρμα προς κάθε κατεύθυνση. Οι άλλοι είχαν υπάρξει λιγότερο τυχεροί, α λίμονο! Τα πόδια τους ήταν τρομακτικά κομματιασμένα. Εντός πέντε λεπτών τα ματωμένα τους πόδια ήταν εντελώς παγωμένα, ανεπανόρθωτα κατεψυγμένα, στο χρώμα του ελεφαντόδοντου και σκληρά σαν πέτρα. Ο ρωσσικός Χειμώνας ήταν ανελέητος. Έ να σοβαρό τραύμα σε οποιοδήποτε ά κρο σήμαινε ένα νεκρό άκρο. Έ λκηθρα απομάκρυναν τους ακρωτηριασμένους άνδρες ενο) η προώθησή μας συνέχισε. Ο εχθρός ήταν γερά οχυρωμένος. Η μάχη διήρκεσε πολλή ώρα. Πολεμήσαμε μέ χρι το βράδυ. Την επόμενη μέρα, πολύ νωρίς, κατείχαμε το δάσος ολοκληρωτικά. Πριν από την έφοδό μας το γερμανικό πυροβολικό είχε κονιορτοποιήσει τις ε χθρικές θέσεις για μια τελευταία φορά. Ή μασ ταν αναγκασμένοι να βαδίζουμε πάνω σε ένα κοκκαλωμένο πτώμα σε κάθε μέτρο και, σκορπισμένα στη γη κοντά του, ένα φαιό δίκωχο, ένα υποπολυβόλο και λίγο μπαγιάτικο ψωμί. Α\λά πρωτύ τερα από την τελική σώμα με σο>μα μάχη, οι Κόκκινοι είχαν μεταχειρισθεί φρικτά τους αιχμαλώτους τους. Έ νας νεαρός άνδρας των SS είχε σταυρωθεί ζωντα νός. Έ νας άλλος κείτονταν εκεί, η κοιλιά και τα πόδια του καφετιά από το πηγμέ νο αίμα: τα τέρατα είχαν κόψει τα γεννητικά του όργανα και τα είχαν σφηνώσει μέσα σιο σιόμα του.
198
A eon Ν τεγκρελ
Παρά τη νίκη, αυτό το θέαμα της βαρβαρότητος μας τρόμαζε. £ Μέσα σε τέσσερις ημέρες μάχης είχαμε καταλάβει επτακόσια πολυβολεία. Λεττονοί μέσα σε μακριά, λευκά τζάκετ ήλθαν να μας αντικαταστήσουν. Διακόσια μέτρα πιο κάτω από τα χαρακώματά μας η κοιλάδα έλαμπε. Το με γάλο δάσος πίσω μας ήταν ελεύθερο. Για άλλη μια φορά είχε ξαναβάλει τα ειρη νικά του χρώματα: λευκό, γαλάζιο, μοβ. Τ α κουφάρια είχαν γίνει άκαμπτα σαν κλαδιά δένδρου. Δεν ήταν πια τόσο επίφοβα όσο την πρώτη μέρα. Οι λόχοι μας απαγκιστρώθηκαν ένας - ένας. Τα μεγάλα φορτηγά της ταξιαρχίας μας περίμεναν πιο κάτω από την κοιλάδα. Αφήσαμε το χιονισμένο μονοπάτι που ακολουθούσε κατά μήκος των υψωμάτων, γυρίζοντας συχνά πίσω να κοιτάξουμε μακριά, στο τρίγωνο του δάσους του Τεκλίνο. Έ να συνεχώς μικρότερο τρίγωνο. Αλλά ήδη το μέλλον ήταν αλλού.
Η Κλεισμένη Παγίδα Δέκα ημέρες έπρεπε ακόμα να περάσουν πριν το μεγάλο δράμα. Είχαμε πάρει ξανά τις θέσεις μας κατά μήκος του Ολσάνκα. Κατεβαίνοντας από το βορρά, οι σοβιετικές στρατιές είχαν εξαπλωθεί ακατανί κητα δια μέσου όλου του πλάτους της Ουκρανίας. Πλησίαζαν μέχρι και τη Βίνιτσα, διακόσια χιλιόμετρα στα μετόπισθέν μας και τον τελευταίο μεγάλο ποταμό που α κόμα κρατούσαν οι Γερμανοί πριν το ρουμανικό σύνορο, τον Μπουγκ. Οι βόρειες στρατιές δεν γύρευαν πια να μας στραγγαλίσουν μέσα σε μια περιο ρισμένη περικύκλωση, όπως στις αρχές του Ιανουαρίου. Από δω κι εμπρός γιγαντιαίες επιχειρήσεις βρίσκονταν σε εξέλιξη. Οι σοβιετικές στρατιές από τα νοτιοανατολικά είχαν περάσει σαρωτικά μέσα α πό το Κιρόβογκραντ από τη μεριά τους. Εάν επιτύγχαναν στο να συνδεθούν με τις στρατιές στα νοτιοδυτικά, ένα πελώριο Kessel θα μας περίμενε όλους. Για να προσπαθήσει ν’ αποκρούσει αυτήν την απειλή, όλη σχεδόν η Μεραρχία "Wiking" τοποθετήθηκε στο νοτιοανατολικό τομέα, επί της δεξιάς μας πτέρυγος, ενο') πριν ήταν επί της αριστερής μας πτέρυγος, στα βορειοανατολικά, σε μήκος του Δνειπέρου για ογδόντα χιλιόμετρα και ύστερα επιστρέφοντας ως πάνω στον ποταμό Ολσάνκα, μέχρι τις θέσεις μας στο χωριό Μόσνυ. Έ πρεπε ν’ απλωθούμε δίχως εμπόδια από το Μόσνυ ως το Λοζοβόκ, ύστερα στον ίδιο το Δνείπερο, υποστηρίζοντας έτσι το βάρος μερικών εκατοντάδων χιλιομέ τρων μετώπου, όλο από μόνοι μας. Αν και η πληρότης μας από πυροβολικό, αντιαρματικά όπλα, αντιαεροπορικά όπλα και μηχανικό ήταν ακόμη σχεδόν άθικτη, οι λόχοι του πεζικού μας είχαν κα τά πολύ αποδυναμωθεί από δύο μήνες επιδρομών και μαχών και είχαν στη διά
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
199
θεσή τους λιγότερους από χίλιους περίπου στρατιώτες πρώτης γραμμής. Έ τσι, στην πραγματικότητα θα είχαμε ν’ αντιμετωπίσουμε τις απολύτως χειρότερες α πειλές με τους άνδρες μας τοποθετημένους σε αποσπάσματα των είκοσι ανά χ ι λιόμετρο, κατά μέσον όρο. Ανοίξαμε τα μεσοδιαστήματα των ισχυρών σημείων μας όλο και πιο πολΰ, έτσι που κάθε νύκτα διακινδύνευαν ν’ ανατραπούν ή να συντριβούν. Στα βορειοανατολικά της μεγάλης γέφυρας του Μόσνυ εκτεινόταν μια ανώ μαλη, άγρια περιοχή: χαμηλή βλάστηση στο χρώμα της σκουριάς, καλαμιές, άμ μος, έλη. Μετά που είχαμε διασχίσει χιλιόμετρα σκυθρωπών βαλτοτόπων, φθά σαμε στις θέσεις μας στο Λοζοβόκ. Εκεί δεν είχαμε περισσότερους από μια χούφτα στρατιώτες, ένα λόχο συνολικά, το 2ο Λόχο του Λοχαγού Ν τερίξ, που είχε μ ετα φ ερ θ εί από το Σταροσέλγιε. Έ π ρ επ ε να καλύψει ολόκληρη την ανατολή του τομέως μας, με άλλα λόγια τη στέππα, την πόλη του Λοζοβόκ, αρκετά χιλιόμετρα από βάσεις επί των αμμολό φων και, για να ολοκληρώσουμε την εικόνα, ένα τμήμα της δεξιάς όχθης του Δνειπέρου. Ή μασταν ευτυχείς να βρισκόμαστε εκεί και ν’ ανεμίζουμε υπερήφανα τις σημαί ες της χώρας μας. Μα πέρα από αυτά τα ωραία συναισθήματα, οι άνδρες μας ένιω θαν ανήσυχοι επάνω στην όχθη του μεγάλου, λασπώδους ποταμού, μπροστά από τα υπέροχα νησιά, στο μέσον μιας υπαίθρου που έβριθε από ανελέητους εχθρούς. Το διοικητήριο της μεραρχίας είχε μετακινηθεί τριάντα χιλιόμετρα στα νότια. Είχαμε εγκαταστήσει το σταθμό διοικήσεως της ταξιαρχίας μας στο Μπελοζέργιε, το οποίο είχε γίνει ένα κεντρικό σημείο για εμάς από κει και πέρα. Εκεί όπου ε χθές ο διοικητής της Μεραρχίας "Wiking" είχε συγκεντρώσει τις τηλεφωνικές του εγκαταστάσεις, τα φορτηγά με τους ασυρμάτους, τα αναρίθμητα σχήματά του, τα Abteilungen όλων των ειδών, τους Feldgendarm es του σε κάθε γωνιά, η ταπεινή μας διμοιρία διαβιβάσεων τριγύριζε με θόρυβο όπως σε μια πόλη φάντασμα. Την Παρασκευή, 28 Ιανουαρίου του 1944, διετάχθηννα βρεθώ στο επιτελικό γραφείο της μεραρχίας στο Γκορόντιστσε. Η ύπαιθρος, φυτεμένη με χιλιάδες καρ ποφόρων δένδρων, διέθετε μεγάλη γοητεία. Επάνω στους χιονισμένους λόφους τα μαύρα και κοκκινωπά ιστία των μεγάλων ανεμόμυλων στέκονταν ρομαντικά. Ο υποστράτηγος Γκίλλε είχε το διοικητήριό του κοντά στην πράσινη και λευκή Ορθόδοξη εκκλησία, σ’ ένα σύγχρονο κτίριο που τα σοβιετικά αεροσκάφη έρχο νταν για να πολυβολήσουν κάθε τέταρτο της ώρας. Οι ανώτεροι αξιωματικοί εξακολουθούσαν ν’ αστειεύονται, αλλά η πνευματώ δης συνομιλία είχε μια ψεύτικη αντήχηση. Μου επιδείχθηκε εμπιστευτικώς το κεί μενο του τηλεγραφήματος που η Μ εραρχία είχε μόλις στείλει στο Χίμμλερ: "Σε τρεις ώρες η περικύκλωσις της "Wiking" θα έχει επιτελεσθεί". Π αρ’ όλα αυτά, κανείς δεν ήθελε να πιστέψει πως αυτό επρόκειτο να είναι ορι στικό. Κάποιος θα έκανε σίγουρα κάτι για να έλθει σε διάσωσή μας. Ο υποστρά
200
A eo n Ν τεγκρελ
τηγος Γκίλλε απλώς ατένιζε σιωπηλά. Τα σοβιετικά αεροπλάνα επανεμφανίσθη καν, χωρίς διακοπή, βομβαρδίζοντας μανιασμένα όλο το τετράγωνο. Στο μέσον όλων αυτών οι Feldgendarmes ερευνούσαν σχολαστικώς τις ίσμπες και τραβού σαν έξω τσαμπιά από ψευτο-αρρώστους. Η ατμόσφαιρα ήταν παράξενη. Π αρά τις διαβεβαιώσεις τους, οι αξιωματικοί ήταν φανερά στενοχωρημένοι και οι στρα τιώτες ήταν ψόφιοι από την κούραση. Επέστρεψα στο Μπελοζέργιε οσμιζόμενος τον ξηρό αέρα, θαυμάζοντας το γα λάζιο του θαυμαστά καθάριου ουρανού, συγκινημένος παρ’ όλα τα προβλήματα. Πίσω στο σταθμό διοικήσεως δύο ώρες αργότερα, μια τηλεφωνική κλήση από τη μεραρχία μας πληροφόρησε μέσα σε μια μοιραία πρόταση, "Οι σοβιετικές δυ νάμεις είχαν κάνει τη σύνδεσή τους στα νοτιοανατολικά". Ένδεκα γερμανικές μεραρχίες, λιγότερο ή περισσότερο πλήρεις, ήταν περικυκλωμένες. Ακριβώς ένα χρόνο μετά την τραγω δία επί του Βόλγα, ένα δεύτερο Στάλινγκραντ άρχιζε 6.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΞΗ
Π ε ρ ικ υ κ λ ω μ ε ν ο ι
Στο Τ σ ε ρ κ ά σ σ υ
δεσμός που ολοκλήρωσε την περικύκλωση τ(ον ένδεκα γερμανικώ ν με ραρχιώ ν στη ζώνη του Τσερκάσσυ δέθηκε στις 28 Ιανουαρίου του 1944, ογδόντα χιλιόμετρα στα μετόπισθεν των γραμμών μας. Αλλά ο εχθρός είχε φ θάσει εντός δεκαπέντε χιλιομέτρω ν α πό το Κορσούν, στα δυτικά του σταθμού διοικήσεώς μας του Μ πελοζέργιε. Μ πορούσαμε ν’ ακούμε τα άρματα μάχης να βρυχώνται. Η μ έρ α και νύκτα ζούσαμε φ ορώ ντας τις μ π ότες και τα ρούχα μ α ς και δ ια τη ρούσαμε τα υποπολυβόλα και τις χειροβομβίδες μας σε απόσταση επαφ ής, όλες τις ώρες. Ο ι άνδρες του μηχανικού ήταν απησχολημένοι με α να ρ ίθμ η τες α να τι νάξεις. Οι νύκτες ήταν πλήρεις διαβολικών θορύβων. Τ ρ εις ημέρες πέρασαν. Αρχίζαμε να συνηθίζουμε το Kessel. Επιζήσαντες σε εκατό παγίδες στο Ντονιέτς, στο Ντον και στον Καύκασο, νιώ θαμε πως αυτή δε θα μπορούσε να χαρα κτη ρισθεί ως η πρώτη μας κρίσιμη κατάσταση. Ό λ ο ι θέλαμε να σκεπτόμασθε πως αυ τή η περικύκλωση θα ήταν απλώ ς άλλη μια περιπέτεια. Η ανωτάτη διοίκηση δε θα μας εγκατέλειπε εδώ. Η αντεπίθεση θα έσπαζε το σοβιετικό δακτύλιο για τα καλά. Έ να p aö io -T i^ Y p 0 q ^ p a από το φημισμένο στρατηγό Χούμπε 1 είχε, θεωρητικώ ς, τ α κ τ ο π ο ιή σ ε ι τη δ ο υ λ ειά . Τ ο τη λ ε γ ρ ά φ η μ α ήταν ω ρ α ίο κ α ι σύντομο: "Έρχομαι". Ο στρατηγός ήλθε. Μια πελώρια φάλαγγα από γερμανικά άρματα μάχης ερχόταν από το νότο. Είχε,
Ο
202
A eo n Ν τεγκρελ
δίχως τυμπανοκρουσίες, π ά ρ ει μια δαγκω νιά από το σοβιετικά διά δρ ο μ ο τον ε γκατεστημένο στα μετόπισθέν μας. Άπληστα, παρακολουθούσαμε την πρόοδο των ελευθερωτών μας επ ίτο υ χάρτου. Δ ωδεκάδες χωριών έπεφταν. Τ ο ανακοινωθέν ανέφερε την καταστροφή εκατόν δέκα ρωσσικών αρμάτω ν μάχης. Στο τέλος των δυο ημερών δεν έμενε άλλο από το να διασπάσουμε μέσα απ ό μια γραμμή εχθρι κών χαρακωμάτων, πλάτους εννέα χιλιομέτρων. Εκείνοι που επέστρεψαν α π ό εκείνον τον τομέα μας είπαν με μάτια που άστραφταν πως η επ α φ ή με τους σω τήρες μας είχε ήδη αποκα τα σ τα θεί, μέσω μικρών συσκευών ασυρμάτου, στο σ ταθμό διοικήσεω ς του τά γμ α τος. Άλλο ένα πλήγμα του γερμανικού πολιορκητικού κριού και η διάσπαση και το ξέμπλεγμά μας θα ή ταν τελειωμένα. Το πλήγμα του πολιορκητικού κριού έλαβε, πράγματι, χώρα. Ή τα ν οι Σοβιετικοί που το έδωσαν. Είχαν φ έρει νέες τεθωρακισμένες δυνάμεις εγκαίρως. Τ α τριακό σια γερμανικά ά ρματα μ ά χη ς που είχαν κατορθώ σει να έλθουν τόσο κοντά μας, είχαν υποχρεω θεί να σταματήσουν, κατόπιν να παραχω ρήσουν έδαφος, ύστερα να υποχωρήσουν. Σύντομα οι Κόκκινοι διέθεταν μία ζώνη ασφαλείας πλάτους π ε νήντα χιλιομέτρων στα μετόπισθέν μας. Ενθαρρυμένες από την επιτυχία τους, οι σοβιετικές μ εραρχίες εξόρμησαν από τα νοτιοανατολικά και τα νότια προς το ε σωτερικό του Kessel μας, τη φ ορά αυτή ωθώντας τη μάζα των κυκλωμένων στρα τευμάτων πίσω προς το βορρά και την ανατολή, μετακινώντας τα όλο και πιο μ α κριά από το γερμανικό μέτω πο από το οποίο μπορούσε, ενδεχομένως, να έλθει η σωτηρία τους. Άλλη μια καταστροφή προσήγγτζε απειλητικώς. Από την έναρξη της περικυκλώ σεως, μια ανοιξιάτικη ζέστη είχε ακολουθήσει τον παγετό. Ή τα ν σαν αρχές Μαϊου. Κατά τη διάρκεια του Χειμώνα του 1941-42, στην αντεπίθεση του Ντονιέτς, είχαμε δει πως δύο ημέρες ξαφνικής τήξεως είχαν μετατρέψει τα μονοπάτια σε μια λασπώδη θάλασσα. Αλλά το ψύχος είχε αμέσως επιστρέφει και βάλει ξανά τα πράγματα στη σωστή τους θέση. Κατά συνέπεια, παρακολουθήσαμε το χιόνι να λιώνει, με π εριέργεια στην α ρ χή. Ταχέως κινούμενα μαύρα σύννεφα αρμένιζαν στον ουρανό. Μ αστιγωμένοι α πό μια κοφτερή, ψιλή βροχή, γλιστρούσαμε επάνω σ’ ένα σχεδόν αδιάβατο γυα λιστερό, νοτισμένο πάγο. Μ ετά τα λιβάδια έγιναν καφετιά και κίτρινα ξανά. Τ ο δάσος, εντελώς ξεπλυμένο, άπλωνε τα πορφυρά του λάφυρα επάνω στους λόφους. Τ α ξέφωτα έκοβαν μαύρα παραπετάσ ματα. Ο ι δρόμοι μαλάκωσαν κάτω από το βάρος της αδιά κ ο π η ς κυκλοφορίας, ύστερα υγροποιήθηκαν. Τ ο γκριζω πό νερό υψώθηκε μέχρι τη μέση των θυρών. Γελούσαμε ακόμα. Ή τα ν αστείο. Ο καθένας από εμάς κολλούσε από την κορυ φή ως τα νύχια. Στο τέλος των τεσσάρων ή πέντε ημερών ο πάγος δεν είχε επιστρέφει. Κάθε κα ταφύγιο και χαράκω μ α ήταν ξέχειλο κάτω από το νερό τη ς τήξεως. Οι στρατιώ τες, οπλισμένοι με κανάτια και καραβάνες, προσπαθούσαν ν’ αδειάσουν αυτές τις
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
203
μπανιέρες. Οι πεδιάδες ήταν τόσο παχύρρευστες που έγιναν απολύτως αδιάβατες. Οι δρό μοι βυθίζονταν όλο και περισσότερο. Πολλά σταυροδρόμια κατέληξαν τελείως ά χρηστα, με το επίπεδο του νερού να φθάνει το ένα μέτρο ύψος. Οι πλαγιές ήταν ε πίφ οβες πίστες παγοδρομίου, κολλώδεις σα ρητίνη. Ο ι ελκυστήρες εργάζονταν νύκτα και μέρα για να κάνουν τα κολλημένα οχήματα να ξανακινηθούν. Υ πήρχαν τώ ρα δεκαπέντε χιλιάδες μηχανοκίνητα οχήματα εντός του Kessel, δε καπέντε χιλιάδες οχήματα που άρχιζαν να σχηματίζουν έναν κύκλο, συμπιεσμέ να όλο και κοντότερα το ένα με το άλλο από τις κρούσεις ενός πρωτόγονου εχθρού, αδιάφορου στα φυσικά στοιχεία, ενός εχθρού του οποίου οι στρατιώτες απλώς α γαπούσαν να έρπουν μέσα στο βούρκο των αχανών ]3άλτων. £ Ο ι Σ οβιετικοί είχαν καταλάβει αρκετά σ ημ αντικά κέντρα ανεφ οδιασμού, συ γκεντρωμένα πενήντα ή εξήντα χιλιόμετρα στα νότια του τομέως του Τσερκάσσυ, στο σημείο όπου οι Κ όκκινες στρατιές είχαν συναντηθεί. Α ξιόλογες ποσότητες βενζίνης και πολεμοφοδίω ν είχαν χα θεί με την πρώ τη μέρα. Χ άρις σε κάποια μεγάλα αεροσκάφη Γιούνγκερς, η γερμανική διοίκηση είχε α μέσως στείλει βοήθεια στις πολιορκημένες μεραρχίες. Τ ο Κορσούν διέθετε μια λωρίδα προσγειώσεως. Τ α Γιούνγκερς διεκπεραίωναν την αερογέφυρα με έξοχη ακρίβεια. Κ αθημερινώ ς, γύρω στα είκοσι αεροπλάνα θα έφθαναν φορτωμένα με πολεμοφόδια, καύσιμα και τρόφιμα. Αμέσως με το που ξεφόρτωναν θα γέμιζαν με τους βαριά τραυματίες. Μ πορούσαμε έτσι να εκκενώ σουμε όλα τα νοσοκομεία εντός του Kessel σ ιη ν κατάλληλη στιγμή. Αλλά τα σοβιετικά μαχητικά παρακολουθούσαν. Θ α περιπολούσαν τον ψ ιχαλι στό ουρανό, κάνοντας κύκλους σα γεράκια πάνω από το πεδίο. Καθημερινώς, δώ δεκα ή δεκαπέντε από τα Γιούνγκερς, κατερριμμένα μετά από λίγα λεπτά πτήσεως, θα έπεφ ταν κάτω φλεγόμενα μέσα στις κραυγές των τραυματιώ ν που ψ ή νο νταν ζωντανοί. Ή τ α ν ένα φρικτό θέαμα. Η αερογέφυρα συνέχισε, μεθοδικώς, ηρωϊκώς, δίχως να χαλαρώσει στιγμή, μέ χρι την ώρα που, κι εκεί επίσης, το τερατώ δες τέναγος έκανε αδύνατο και το ελά χιστο έργο. Στο τέλος μιας εβδομάδος τήξεως και πλημμύρας το πεδίο προσγειώσεως ήταν τελείως κάτω από την επιφάνεια του νερού. Ο ι άνδρες του μηχανικού προσπάθη σαν με κάθε τρόπο ν’ αποστραγγίσουν τη λάσπη και να στερεοποιήσουν το πεδίο. Ή τα ν μάταιο. Τ α τελευταία αεροσκάφη ανετράπησαν σε βούρκο βάθους ενός μέ τρου. Από κει και μετά, ως το τέλος, ούτε ένα αεροσκάφος δεν κατόρθωσε v‘ απογειω θεί ή έστω να προσγειω θεί μέσα στο Kessel. Είχαμε α φ εθεί στις δικές μας δυνάμεις. $
204
Λ εον Ν τεγκρελ
Στημένη στο ανατολικότερο σημείο, η Τ α ξια ρ χία Εφόδου "Βαλλονία", διέφυγε τη χειρότερη από τις αρπα γές του εχθρού στη διάρκεια των πρώτων ημερών. Ό π ω ς αναμενόταν, ο εχθρός συγκέντρωσε την κρούση του νότια και νοτιοδυτι κά του Kessel. Ο ι δύο σοβιετικές αιχμές του δόρατος, τολμηρά συνδεδεμένες, α πορρόφησαν τα πλήγματα των γερμανικών δυνάμεων που προσπαθούσαν να δ ια φύγουν. Οι Σοβιετικοί έριξαν όλα τα ά ρματα μάχης τους και τη μάζα των μ ερ α ρ χιών πεζικού και ιππικού τους εντός αυτού του διαδρόμου. Στον Ολσάνκα και στο Δνείπερο, η Κόκκινη επίθεση ήταν ακόμα μόνο μέσω του ραδιοφο)νου. Έ ν α ς ισχυρός αναμεταδότης, εγκατεστημένος μόλις απέναντι από τις γραμμές μας, φθηνοπουλούσε προπαγάνδα κάθε μέρα σε μελωμένα γαλλικά. Έ νας ομιλητής με μια παριζιάνικη προφορά μας πληροφόρησε ευσπλαγχνικά για την κατάστασή μας. Ύ στερα προσπάθησε να μας δελεάσει, εκθειάζοντας τα θαύ ματα του καθεστώτος του φίλου Στάλιν και προσκαλώ νιας μας να προσχωρήσου με στο σ τρατηγό Ντε Γκωλ. Θ α μας επ έτρ επ α ν να προσεγγίσουμε τις ρωσσικές γραμμές κρατώντας ένα λευκό μαντήλι στα χέρ ια μας, σα συναισθηματικές θ εί τσες. Στη ζαχαρωμένη σοβιετική προπαγάνδα δεν έλειπε ούτε η φαντασία, ούτε το τέ χνασμα. Δύο από τους στρατιώτες μας, αιχμαλωτισμένοι στο Λοζοβόκ, τους είχαν πάει στο διοικητήριο ενός στρατηγού μεραρχίας. Τ ους προσκάλεσε σ ιο τραπέζι του, τους σ έρ β ιρε ένα βασιλικό γεύμ α, τους έκανε π ρ ό π ο σ η με εξα ιρ ετικ ή σ α μπάνια και παραφούσκω σε τις τσέπες τους με σοκολάτες. Μετά ο αστεράτος υ ποκριτής τους πήρε με το αυτοκίνητό του κοντά στις γραμμές. Ο ι φ ρουροί ά φ η σαν τους δύο προσκεκλημένους να φύγουν π ρ ο ς την κατεύθυνσή μας, όπω ς κά ποιος ανοίγει την πόρτα του κλουβιού στα καναρίνια ή στ’ αηδόνια. Η περιπέτεια έγινε μεγάλη επιτυχία μεταξύ των στρατιωτών. Ό λ ο ι γλείφονταν ως τα προγούλια τους αναλογιζόμενοι τη σ αμπάνια και τη σοκολάτα εκείνων των δύο τυχερώ ν διαβόλων. Μα ο φ ιλά νθρω πος και βαλλονολάτρης στρατηγός δεν κέρδισε το παραμικρό από αυτό. Κανείς δεν έχαψ ε το αγκίστρι, το οποίο ήταν λί γο παραπάνω ορατό κάτω από το δόλωμα. Κ αθώ ς ο εχθ ρ ό ς σ φ υ ρ ο κ ο π ο ύ σ ε το ο π ίσ θ ιο μ έτω π ο του Kessel η Μ ερ α ρ χία "Wiking" υποχρεο5θηκε ν’ αποσύρει τις μονάδες που ακόμα διατηρούσε επ ί της ό χθης του Δνειπέρου και να τις στείλει οτα νοτιοανατολικά. Μετά από λίγες ημέρες το αριστερό πλευρό μας ήταν σχεδόν εντελώς απροστάτευτο. Δεν έμεινε κανείς για να υ π ερ α σ π ισ θ είτα ογδόντα χιλιόμ ετρα κατά μήκος του Δ νειπέρου στα βο ρειοανατολικά των θέσεών μας, εκτός α π ό ένα α π ό ο π α σ μ α διακοσίω ν περίπου Γερμανών της "Wiking", εποχουμένων σε μικρά θωρακισμένα αυτοκίνητα που δ ί χως σταματημό όργωναν μπρος και πίσω επάνω σε λασπερά μονοπάτια. Ο ι Κ όκκινοι έστειλαν περιπόλους πέρ α απ ό το πο τά μ ι και βρήκαν το χάσμα. Τ ώ ρ α δεν έμ ενε άλλο τίπ ο τ α π α ρ ά οι α δ ύ ν α μ ε ς θ έσ εις μ α ς στη συμβολή του Δνειπέρου και του Ολοάνκα. Ό λ α όσα είχαν τώ ρα να πράξουν οι Σοβιετικοί για ν’
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νλτολλς
205
αφανίσουν το τελευταίο εμ π όδιο που πα ρέμ ενε ακόμη στα νοτιοανατολικά του Kessel ήταν να περάσουν δια της βίας ή να επιτεθούν από τα νώτα. Α νησυχούσαμε ιδια ιτέρω ς σχετικά με τη μεγάλη ξύλινη γέφυρα που ήταν κτι σμένη επάνω από τον Ολσάνκα, στο δυτικό πέρας ρου Μόσνυ. Π έρα από το ποτάμι κατείχαμε δύο ισχυρά σημεία, υπερασπιζόμενα από δέκα π ερίπου άνδρες οπλισμένους με δύο πολυβόλα. Εάν οι Κ όκκινοι επιτίθοντα ν ισχυρώς στη διάρκεια τη ς νύκτας, θα συνέτριβαν αυτήν την χω ρίς τύχη θέση και θα επιτύγχαναν να πάρουν τη γέφυρα άθικτη. Π ρ ο ε ιδ ο π ο ιη μ έ ν ο γ ια το ν κίνδυ νο , το επ ιτελ ικ ό γ ρ α φ ε ίο τ η ς Μ ε ρ α ρ χ ία ς "Wiking" εκώφευσε. Δεν μπορούσαμε, μας ειπο)θηκε, είτε να παραχωρήσουμε μια ίντσα εδάφ ους στον εχθρό ή να δώσουμε στον εχθρό την εντύπωση πως χάναμ ε την πεποίθησή μας για το αποτέλεσμα της μάχης. Ο στρατηγός ήταν πολύ μ ακριά, ενόσω εμείς, α π ό την άλλη, παρα τη ρούσα μ ε την επικείμενη καταστροφή ακριβώ ς μ προστά a c a μάτια μας. Ο Γερμανός σύν δεσμος αξιω ματικός εξετέλεσε αποτελεσματικούς την ανατίναξη της γέφυρας με κάθε δυνατή διακριτικότητα. Δι’ ενός τηλεφ ω νήματος οτις 06:00 επέστησε στο στρατηγό πω ς μ ια σοβιετική οβίδα είχε μόλις πέσει ακριβώ ς στο κέντρο των ε κρηκτικών μας, καταστρέφοντας τελείως τη γέφυρα. Ή μ α σ τα ν, προσέθεσε, π ο λύ στενοχωρημένοι. Τ ο ίδιο και ο στρατηγός. Αλλά το θέμα της γέφυρας διευθετήθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο. £ Χ άσαμε τους τελευταίους μας ενδοιασμούς την ίδια εκείνη νύκτα. Στο Μόσσνυ είχαμε μια διμοιρία των πενήντα περίπου Ρώσσων βοηθητικών στη διάθεσή μας, πρώην αιχμάλωτοι που είχαν εθελοντικώς καταταγεί στις τάξεις του γερμανικού στρατού. Μ έχρι τότε είχαν υ π ά ρ ξει πολύ α φ οσιω μ ένοι και πολύ π ειθα ρ χη μ ένο ι. Αλλά στέλνοντάς τους πίσω, να πολεμήσουν μέσα στην ίδια τους τη χώ ρα, υπήρξε ένα σφάλμα. Η καταγωγή τους κατενίκησε τη νέα τους νομιμοφροσύνη. Στο τέλος των τριών μηνών η ράτσα τους, η μονάκριβή τους ράτσα, επανήγειρε κατηγορηματι κούς τις αξιώσεις της. Συνήθιζαν να κρατούν μακρές συζητήσεις με τους ντόπιους, από τις οποίες οι α ξιω ματικοί μας δεν καταλάβαιναν λέξη. Τ ελικώ ς οι παρτιζάνοι έπιασαν επ α φ ή μαζί τους. Τ η νύκτα της 1ης-2α Φ εβρουάριου του 1944, οι Ρώσσοι αυτοί, που δού λευαν οχτους βαρείς όλμους πίσω από τις γραμμ ές, ξεγλίοττρησαν γατοπερπατώ ντας προς τον Ολσάνκα. Έ ν α ς γενναίος, νεαρός Βαλλόνος που οττεκόταν ο?κοπός οττο σκοτάδι φονεύθηκε με ένα κτύπημα μ αχαιριού στην πλάτη. Η φευγάτη φάλαγγα πέρασε πάνω α πό το ζεστό του πτοομα, κατηφόρισε την τά φ ρο και διέσχισε το νερό.
206
A eo n Ν τεγκρελ
Από εκεί και μετά είχαμε κάπου πενήντα λιποτάκτες απέναντι μας που είχαν ζήσει στο Μόσσνυ για τρεις μήνες, οι οποίοι γνώριζαν επακριβώς τη διάταξη των θέσεών μας, του πυροβολικού μας και των σταθμώ ν διοικήσεως, τηλεφώνου και α συρμάτου. Π ενήντα οδηγοί βρίσκονταν στη διάθεση της σοβιετικής διοικήσεως. £ Σίγουροι για τους εαυτούς τους, οι Κ όκκινοι εξαπέλυσαν την έφ οδό τους στις 08:00 π.μ., πέρα από το Μόσσνυ, μεταξύ Λοζοβόκ και Δνειπέρου, στο πιο ανατο λικό άκρο του τομέως μας. Ο ι λίγες δω δεκάδες Βαλλόνων που ήταν δ ιά σ π α ρ το ι σ’ αυτούς τους α μ μ ώ δεις βαλτότοπους κατακλύσθηκαν από χειροβομβίδες και κατανικήθηκαν μέσα σε διά στημα μιας ώρας. Τ ο ίδιο πρωινό μάθαμε από το διοικητήριο της τα ξια ρχία ς ότι το Λοζοβόκ δεχόταν επίθεση και είχε πέσει. Ο 2ος Λόχος, απω θημένος α πό τα τελευταία σπίτια, αναγκάσθηκε να ξαναπεράσει ένα ρεύμα νερού στα νότια του χω ριού και είχε α π ω θ η θεί και ένα χιλιόμ ε τρο πέρα από εκείνο. Είχαν κατορθώσει κουτσά-στραβά να προσκολληθούν γερά σ’ ένα ανάχωμα, ακριβώς στο μέσον της στέππας. Η υ π ε ρ ά σ π ισ η τη ς ό χ θ η ς του Δ ν ειπ έρ ο υ β ρ ισ κ ό τα ν σε ένα α δ ιέ ξ ο δ ο . Τ ο Λ οζοβόκ, στην κ ορυφ ή μ ια ς α μ μ ώ δ ο υ ς π λ α γ ιά ς, έμ ο ια ζε ο ρ ισ τικ ώ ς χ α μ έν ο . Ζητήσαμε α π ό τη Μ εραρχία να φ έρ ει τους επιζήσ α ντες του Λοζοβόκ πίσω στο Μόσνυ, όπου ο μέγιστος κίνδυνος απειλούσε την πενιχρή μας δύναμη. Μα οι διαταγές ήταν αμείλικτες. Ό χ ι μόνο δεν ήταν ο 2ος Λόχος να υποχωρήσει στα νότια, αλλά ήταν και να κάνει μ ια ά μ εσ η α ντεπ ίθ εσ η και να ξ α ν α π ά ρ ει το Λοζοβόκ, ασχέτως των κωλυμάτων. Π έρα μακριά, στο τέρμα του τηλεφωνικού σύρματος, μια σχεδόν μη ακουόμενη φω νή μ α ς είπ ε που είχε υ π ο χ ω ρ ή σ ει ο 2ος Λ όχος. Γ νώ ριζα το ν το μ έ α του Λοζοβόκ πολύ καλά και πέτυχα στο να τεθώ επικεφαλής της αντεπιθέσεως. Έ λαβα δύο πάντσερ και διέταξα ένα φόρτωμα γεροδεμένα παλικάρια να σκαρφαλώσουν επάνω τους. Διαμέσου μεγάλων ποταμιών λάσπης, κατά μήκος διαδρομών ξεχειλισμένων α πό νερό που απλωνόταν σ’ ένα πλάτος εκατοντάδων μέτρων, ωθήσαμε προς τα α νατολικά. Α ναποδογυρισμένα αυτοκίνητα και οι οπλές των νεκρών αλόγων ήταν παντού, μισοβυθισμένα μέσα στο βόρβορο κοντά στα μονοπάτια.
Λοζοβόκ Π έρα από τα κοκκινωπά ρείκια της σ ιέ π π α ς υψωνόταν ο καπνός από τη μάχη για το Λοζοβόκ. Π εράσαμε το Μόσνυ. Ο σταθμός διοικήσεως του λόχου ήταν τό σο θαμμένος στη λάσπη, που οι αγγελιοφόροι δεν μπορούσαν πια να τον φθάσουν π α ρ ά μόνο περνώ ντας π εζοί μ ια π ρ ό χειρ η γέφ υρα α π ό κάπου είκοσι π ό ρ τες ι-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
207
σμπών. Ύ σ τερα από τρία χιλιόμετρα τραντάγματος επάνω σε βούρκο και θάμνους, τα ά ρματα μάχης έφθασαν το ανάχω μα όπου οι επιζήσαντες του Λοζοβόκ βαστοΰσαν. Ο εχθρός σφυροκοπούσετους βάλτους και τον φουσκωμένο ποταμό. Λάβαμε θέσεις για την έφοδο. Η Μ εραρχία μας είχε υποσχεθεί υποστήριξη πυ ροβολικού. Μετά το βομβαρδισμό του Λοζοβόκ θα προχω ρούσαμε ενισχυμένοι από τα δύο πάντσερ μας. Ή τ α ν τρεις η ώ ρα το απόγευμα. Ύ σ τερ α α π ό πολλή ψ ιλοκουβέντα στο τη λέ φωνο εκστρατείας, το πυροβολικό ανακοίνωσε πω ς θα άνοιγε πυρ σε είκοσι λε πτά. Συσπειρωμένοι μέσα στο βούρκο, επισκοπούσαμε το πεδίο που ήταν να δ ια σχίσουμε, εγκαρσίως του οποίου λίγα άλογα κάλπαζαν πανικόβλητα. Μ ακριά στ’ ανατολικά οι συνθηματικές φω τοβολίδες φώτισαν τον ουρανό, αν και τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν προελάσει αρκετά χιλιόμετρα προσπερνώ ντας τες. Σφαίρες σφύριζαν δίπλα μ ας ασταμάτητα. Ο εχθρός είχε αποκτήσει πρόχειρο καταφύγιο στα νότια του χωριού, είκοσι μέτρα επάνω α π ό ένα ρέμα. Δε θα ήταν εύκολο να επιστρέφουμε εκεί πάνω. & Μια πρώτη γερμανική οβίδα έπεσε. Κατόπιν, πολύ μετά, άλλη μία. Δεκαοκτώ έπεσαν. Αυτό ήταν όλο. Επιμείναμε. Ματαίως. Ή τ α ν αδύνατο να μας βοηθήσουν περισσότερο από αυ τό. Τ α πολεμοφόδια εντός του Kessel ήταν επίφοβα λίγα. Θ α έ π ρ ε π ε α π λ ώ ς να τα β γά λο υ μ ε π έ ρ α με αυτό το α ξ ιο λ ύ π η το ο ρ εκ τικ ό . Ο ρμώντας σαν κύμα προς τα κάτω την πλαγιά, τρέξαμε γοργά περνώντας σύδενδρα και λιβάδια, κομμένα από ένα γρήγορο χείμαρρο τρία ή τέσσερα μέτρα φ α ρ δύ. Ο βίδες έπεφταν βροχηδόν. Κανείς δε δίστασε προτού ρ ιχθεί μέσα στο παγω μέ νο νερό. Από συστάδα σε συστάδα, προσεγγίσαμε το ποτάμι κάτω από το Λοζοβόκ. Τ α δύο πάντσερ μας, κόσκινο από πυρά πολυβόλων, πυροβολούσαν εμπρηστι κές σ φαίρες μέσα στις σοβιετοκατεχόμενες ίσμπες. Τ α σπίτια πυρπολούνταν το ένα μετά το άλλο, φουντώνοντας στις φλόγες. Οι Κόκκινοι το έσκαγαν α πό φ ρ ά κτη σε φράκτη. Μέσα στην έξαψ η τη ς μ ά χη ς μ ια χούφτα Βαλλόνων εφ όρμησαν με απίστευτη τόλμη προς την ξύλινη γέφυρα που ένωνε την πεδιάδα με το βυθισμένο μονοπάτι στο χω ριό. Τ ην πέρασα ν και καλύφθηκαν κάτω από τον ψηλό, απότομ ο βράχο. Έ νας, οπλισμένος με ένα πολυβόλο, σκαρφάλωσε στην κορυφή του βράχου και οι άλλοι, κ α λ υ π τό μ ενο ι α π ό αυτόν, σ ύ ρ θ η κ α ν μέσα α π ό τη ν ά μ μ ο σαν ερ π ετά . Είκοσι, ύστερα τριάντα Βαλλόνοι τα κατάφεραν ως την κορυφή.
208
A eon Ν τεγκρελ
Τ α πάντσερ που υποστήριζαν το πεζικό θα έπ ρ επ ε επίσης να έχουν ξεκινήσει να περνούν τη γέφυρα. Αλλά μια πινακίδα έλεγε "Τρεις Τόνοι". Τ ο πρώτο γερμα νικό ά ρμα μάχη ς προτίμησε να διασχίσει το ποτάμι, είκοσι μέτρων πλάτους πε ρίπου. Ο πυθμένας του ποταμού ήταν αμμο')δης. Μια ερπύστρια έσπασε. Τ ο ά ρ μα βρισκόταν κολλημένο μέσα στο νερό. Τ ο δεύτερο ά ρ μ α μά χη ς δεν ήθελε να επ ιτεθεί μονάχο. Έ ρ ιξ ε αρκετές οβίδες στα σπίτια, ύοτερα έπιασε δουλειά για να ελευθερώσει το πάντσερ που ήταν κολ λημένο στον αμμώ δη βούρκο. Τοίρα δεν μπορούσαμε να υπολογίζουμε παρά μό νο στο πεζικό μας. Σπίτι το σπίτι, ξαναπήραμε το χωριό σε αγώνα σώμα με σώμα. £ Στις έξι η ώρα το βράδυ ένα εκθαμβωτικό, μαργαριταρένιο λυκόφως αναμίχθηκε με τα πορτοκαλί φώτα των καιομένω ν ισμπών. Τ Ιτα ν η τελευταία μας εικόνα στο Λοζοβόκ, στις λευκόχρυσες θίνες π έρ α α π ό τη ν ένωση του Ο λσάνκα με το Δνείπερο εν τω μέσω μεγάλων κιτρινοπράσινων νησιών. Δε θα βλέπαμε άλλη μια κόκκινη και μοβ αυγή να υψώνεται πάνω από τους α μ μώ δεις όγκους όπου για εβδομ ά δες είχε κυματίσει, μετριόφρω ν αλλά υ π ερ ή φ α νη, η σημαία της χώρας μας. Δε θα στεκόμασταν ξανά μελαγχολικοί επί της ακτής του π ελώ ρ ιου κ α ι λ α μ π ε ρ ο ύ θρυλικ ού π ο τα μ ο ύ που κυλούσε π ρ ο ς το Ντνιεπροπετρόβσκ, προς τους καφέ βράχους, το δέλτα και τη θάλασσα. Τ ο τηλέ φωνο εκστρατείας είχε μόλις κουδουνίσει, αδύνατα και πυρετικά. Η μεραρχία μας καλούσε, υπαγορεύοντας νέες διαταγές: "Γενική υποχώ ρησις από τον τομέα!" Επί της αριστερής πτέρυγος η μετακίνηση ήταν ήδη ολοκληρωμένη. Οι τελευ ταίοι διακόσιοι μηχανοκινούμενοι Γερμανοί τυφ εκιοφόροι που προστάτευαν το πλευρό μας επ ί του Δ νειπέρου είχαν αποσυρθεί. Ε πρόκειτο να εκκενώσουμε το Λοζοβόκ με το σούρουπο, να επανενωθούμε με τους δύο βαλλονικούς λόχους στο Μόσνυ και ν’ αποσυρθούμε μαζί μ ’ εκείνους το πρω ί προς νέες, νοτιότερες θέσεις. Η έφοδός μας είχε υ πά ρξει άχρησοη, εκτός ίσως ως μια α π όδειξη θάρρουςκαι πειθαρχίας. Αλλά ήμασταν οι τελευταίοι, οι απολύτως τελευταίοι των στρατιών της ανατολής που ήταν να πολεμήσουμε επί της όχθης του Δνειπέρου. Οι καρδιές μας να λιώνουν, γευθήκαμε το άρωμα του ποταμού. Κοιτάξαμε τις γκρίζες αναλαμπές, περασμένες με ασήμι, των πανίσχυρων υδάτων στο ηλιοβασίλεμα. Λυπημένα, υ ποστείλαμε τη μικρή σημαία μας. Διαμέσου των κινουμένων άμμων, των ελών, των λασπερών μονοπατιών, κυλή σαμε πίσω με τους τραυματίες μας. Γυρίσαμε να δούμε πίσω προς την ανατολή ε κατό φορές. Εκεί οι καρδιές μας είχαν ζήσει. Τελικά, το φλεγόμενο Λοζοβόκ δεν ήταν περισσότερο από ένα κόκκινο κάρβουνο μέσα στο βάθος της νύκτας. Δνείπερε! Δνείπερε! Δνείπερε!
$ Ό σ ο πιο κοντά π ροχω ρούσαμ ε για το Μόσσνυ, τόσο περισσότερο μέναμε έκ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
209
πληκτοι από χη βιαιότητα των ήχων της μάχης. Είχαμε αφήσει τη μια συμπλοκή μόνο για να βρεθούμε σε μια άλλη. Ο εχθρός είχε μόλις επιτεθεί στο Μόσσνυ. Οι πενήντα Ρώσσοι και Ασιάτες βοη θητικοί που μας είχαν προδώ σει το προηγούμενο βράδυ βρίσκονταν στην κεφα λή των σοβιετικών στρατευμάτων και τα είχαν οδηγήσει μέσα από το σκοτάδι στα ζωτικά σημεία του τομέως μας. Ό τα ν φ θάσαμε στο χωριό, εκατοντάδες ανδρών μάχονταν με μια τρομερή μ α νία γΰρω από τα κομμάτια του πυροβολικού μας, τα οποία έβαλλαν εξ επαφής κα τά των επιδρομέων. Σε κάθε οδό, στην αυλή κάθε ίσ μπας μαινόταν η πάλη σώμα με σώμα στο μέσον των τενάγων και των γλιτσιασμένων πλαγιών, μέσα στο εκτυ φλωτικό φως εκατομμυρίων σπιθών από τα αναφλεγέντα παλιόσπιτα. Είχαμε περισσότερα από πενήντα φορτηγά στο Μόσνυ, πολυάριθμα κομμάτια πυροβολικού, αντιαρματικά όπλα, αντιαεροπορικά πυροβόλα, ελκυστήρες, μ α γ ειρ εία εκ σ τρ α τεία ς, υλικό επ ικ ο ινω νιώ ν και τις υ π η ρ εσ ίες α ρ κ ετώ ν λόχων. Π αντού άνδρες σκότο)ναν ο ένας τον άλλον φ ρενιασμένα. Ο δηγοί, μάγειρες, τα μίες, τηλεφωνητές, καθένας υπεράσπιζε το όπλο του , το υλικό του, το τομάρι του. Οι διαταγές του επιτελικού γραφείου της Μ εραρχίας "Wiking" ήταν κατηγορη ματικές. Δεν επιτρεπόταν ν’ αφήσουμε το Μόσνυ μέχρι το πέρας της νύκτας, προκειμένου να καλύψουμε τη γενική υποχώρηση που τώ ρα απλωνόταν σε έκταση εί κοσι χιλιομέτρων. Η τραγωδία ήταν πως οι Σοβιετικοί είχαν επιτεθεί ισχυρώς λίγες ώρες προτού η υποχώρηση να λάβει χώρα. Κατά συνέπεια έπρεπε απολύτως να τους αντιμετω πίσουμε με οποιοδήποτε κόστος, γραπω μένοι στο Μόσνυ μέχρι το πρωί. Η νύκτα δεν ήταν τίποτε άλλο από μια ατέλειωτη συμπλοκή με τα όλα της, άγρια, τρομερή, στο μέσον τη ς μαυρίλας και του σκληρού κόκκινου των πυρκαγιών. Τ ο μακρόστενο χωριό εκκενώνονταν τέταρτο με τέταρτο, ώρα με ώρα, μόνον όταν ό λο το υλικό είχε μεταφ ερθεί στο νότιο δρομολόγιο. Οι τηλεφωνικές μας επικοινωνίες δεν διεκόπησαν ούτε ένα λεπτό. Γνωρίζαμε με απόλυτη ακρίβεια πως το υλικό μας αποσυρόταν. Οι στρατιώτες μας πολεμούσαν από ίσμπα σε ίσμπα, η μανία τους καθρεπτιζόταν στα μάτια τους, κυκλωμένοι α πό κύματα Μογγόλων που ξεπηδούσαν από θάμνους, φράκτες, α ποθήκες και α κόμη και από τη βρωμιά των λόφων της κοπριάς. Τ ο φονικό διήρκεσε δέκα ώρες. Τ ην αυγή, καλυπτόμενοι από μια τελευταία δι μοιρία, οι ανυπότακτοι υπερασπιστές του Λοζοβόκ και του Μόσνυ, οι στολές τους κολλημένες στο πετσί τους, βρήκαν τους εαυτούς τους άλλη μια φ ορά στο νότιο δρομολόγιο, πορευόμενοι σε κάθε πλευρά της π ο μ π ή ς των φορτηγών, που εξα κολουθούσαν να ντεραπάρουν μέσα σε μισό μέτρο βούρκου. Ο ι άνδρ ες που τους κάλυπταν ήταν να κρατήσουν τα σ πίτια στο νοτιοδυτικό Μόσσνυ όλο το πρωινό. Μόνο μετά το μεσημέρι οι Κόκκινοι πήραν πράγματι το χωριό. Έ π ια σ α ν δύο μόνο Βαλλόνους ζωντανούς, και οι δύο τηλεφω νητές που έ-
210
Λ εον Ν τεγκρελ
στέκαν ακλόνητοι, υπακοΰοντας διαταγές ν ’ αναφέρουν την πρόοδο του εχθρού στη διοίκησή μας ακριβώς ως το τέλος. Μ ας καλούσαν ακόμη όταν οι Κ όκκινοι π έρ α σ α ν μ προσ τά α π ό το π α ρ ά θυ ρ ό τους. Αλλά την ώ ρα αυτή, χά ρ ις στη φ ανα τική αντίσταση στο Μόσνυ, η Βαλλονική Τ αξιαρχία είχε ήδη κατορθώσει ν’ ανασυγκροτηθεί στο Μ πελοζέργιε, έτοιμη για την επόμενη αποστολή. Έ ξ ι χιλιόμετρα λάσπης σαν πίσσα μας χώριζαν α πό έναν εχθρό αβέβαιο για τις προθέσεις μας.
Βήματα Ή τα ν Π έμπτη, 3 Φ εβρουάριου του 1944. Διαταγές να εκκενώσουμε το Λοζοβόκ και τον τελευταίο τομέα της δυτικής όχθης στα ανατολικά του Kessel δεν είχαν δοθεί μέχρι που η γενική κατάσταση είχε ση μαντικά επιδεινωθεί. Ο ι κρούσεις του πολιορκητικού κριού του εχθρού στα νότια είχαν απω θήσει τα περικυκλωμένα στρατεύματα όλο και περισσότερο στο βορρά. Τ ώ ρα ο σοβιετι κός διά δ ρ ο μ ο ς ήταν ογδόντα χιλιόμ ετρα φ α ρδύς. Κάθε μέρα οι μ ερ α ρ χίες του Ράιχ έχαναν άλλα πέντε ή δέκα χιλιόμετρα. Άλλη μια εβδομάδα και οι Σοβιετικοί θα βρίσκονταν ακριβώ ς πίσω μας. Η Ανωτάτη Διοίκηση είχε αποσύρει όλες τις γερμανικές δυνάμεις από τον τομέα Δνειπέρου - Ολσάνκα. Από τότε και ύστερα ήμασταν οι μόνοι που προστατεύαμε αυτήν τη ζώνη και βρισκόμασταν στο έλεος μ ια ς επιθέσεω ς που μπορούσε εντός είκοσι τεσσάρω ν ωρών να μας σαρώσει πέρα σαν ένα άχυρο και να σουβλίσει το θύλακο. Α καριαίες αποφ άσ εις είχαν παρθεί. Ο νότιος και νοτιοανατολικός τομείς θα εγκαταλείπονταν προοδευτικώς. Τ α στρατεύματα του ανατολικού τομέως θ ’ αποσύρονταν κατόπιν βαθμιαίω ς από ανατολάς προς βορρά. Μετά, πολεμώντας κά θε εκατοστό του δρόμου, θα έπεφταν πίσω προς την κατεύθυνση του δυτικού ορί ου του Kessel, όπου ένδεκα μ εραρχίες θα συγκεντρώνονταν. Γερμανικά ά ρμ α τα μάχης θ ’ ανέβαιναν από τη νοτιοδυτική Ο υκρανία, φθάνοντας έξω από το Kessel, για να μας συναντήσουν. Ο ι ένδεκα μ ερα ρχίες μ ας θα εξορμούσαν προς την κατεύθυνσή τους, διακινδυνεύοντας τα πάντα. Δεν υπήρχε πια άλλος τρόπος διαφυγής. Είτε αυτή η απελπισμένη απόπειρα θα διασπούσε την περικύκλωση, είτε θα πεθαίναμε όλοι. £ Την 3η Φεβρουάριου του 1944, ωστόσο, δεν είχαμε ακόμα συγκεντρωθεί για την τελική έφοδο. Π ολυάριθμες δευτερεύουσες επιχειρήσεις όφειλαν να εκτελεσθούν
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
211
προκειμένου να εκκενώσουμε το υλικό και τα κέντρα ανεφοδιασμού. Ή τα ν ανοησία, εν πόση περιπτώσει. Αν και κάθε άνδρας χρειαζόταν για να πο λεμήσει, τρία τέταρτα των περικυκλωμένων δυνάμεων ήταν αποσπασμένα από τη μάχη για να σώσουν όλα αυτά τα μηχανήματα. Ό λ α τους έγιναν στόχοι. Ή δ η , ο δρόμος από το Γκορόντιζτσε στο Κορσοΰν, η τελευταία μας ευκαιρία για τη διάσπαση, ήταν φ ρακαρισμένος από μια απίστευτη φάλαγγα. Χ ιλιάδες φ ο ρ τηγών, εκτεινομένων για πάνω από είκοσι χιλιόμετρα, ακολουθούσαν τρία επικε φαλής οχήματα και παγοδρομούσαν στις μαύρες βατραχότρυπες του δρόμου, που είχε γίνει μια απίθανη κλοάκη. Ο ι ισχυρότεροι ελκυστήρες του πυροβολικού κό πιαζαν σκληρά για ν’ ανοίξουν μια δίοδο. Εκείνη η πελώρια μάζα οχημάτων ήταν ένας ασύγκριτος στόχος για αεροπλάνα. Τ α σοβιετικά α εροσκάφ η, σα στριγκά σμήνη από σφήκες, θα έκαναν κύκλους υπεράνω του Kessel και θα βουτούσαν κά τω ομαδόν κάθε δέκα λεπτά επί των τελματοψένων φαλάγγων. Παντού καίγονταν φορτηγά. Η λάσπη, ανακατεμένη χίλιες φορές, έγινε τόσο ιξώδης και τόσο ογκώδης, που σύντομα ήταν απολύτως αδύνατο να τη διαβείς. Έ π ρ επ ε αναγκαστικά να καταφύγουμε σε μέτρα απελπισίας. Τ ο να αποτολμήσουμε κατά πλάτος του πιο στέρεου εδάφους των πεδιάδων θα οήμαινε το να βου λιάξουμε εντός μιας αποστάσεως εκατό ή διακοσίων μέτρων. Ο δρόμος; Δεν ήταν πια ούτε να τον σκεπτόμασθε. Χίλια φορτηγά το λιγότερο ήταν εκεί τελματωμένα δια παντός και θα έπρεπε να πυρποληθούν, μην τυχόν και τα ανακτήσει ο εχθρός. Τ ο μόνο πράγμα που έμενε ήταν η σιδηροδρομική γραμμή α π ό το Γκορόντιζτσε στο Κορσούν. Αυτός ήταν ο δρόμος που αποφ ασίσαμε να στείλουμε τις ατέλειω τες μηχανοκίνητες φάλαγγες. Μ πορούσαμε να μαντεύσουμε που βρισκόταν η κυκλοφορία α π ό δέκα χιλιόμε τρα μακριά, με το να παρατηρούμε τα σοβιετικά μαχητικά να βουτούν. Μεγάλες λάμψεις σημάδευαν τον πρόχειρο διάδρομο. Έ π ρ επ ε να σπρώχνουμε συνεχούς τα φορτηγά με μηχανική βλάβη και τα φλεγόμενα αυτοκίνητα κάτω από το ανάχωμα. Προκειμένου να προστατεύσουμε αυτήν την άνευ προηγουμένου μεταφορά πε ρισσοτέρων των δέκα χιλιάδω ν οχημάτω ν επ ί των ανωμάλων συνδέσεων μ ιας ε λεεινής σιδηροδρομικής γραμμής, τα στρατεύματά μας ήταν υποχρεωμένα να συ γκροτήσουν τη σοβιετική κρούση για αρκετές ακόμα ημέρες. & Από ψηλά στον ουρανό οι σταλινικοί πιλότοι θα κοιτούσαν, εξετάζοντας με την άνεσή τους τις προσπάθειές μας ν’ αποσύρουμε τα κυκλωμένα στρατεύματα. Τ α πάντα τους έλεγαν το που θα μαζευόμασταν: όπω ς εκατοντάδες δαυλών, καιόμενα φ ορτηγά φο>τιζαν το δρόμο για το Κορσούν. Στο νότο οι σοβιετικοί επιδρομείς έπλητταν τα υποχωρούντα στρατεύματα σκλη ρά και γρήγορα. Από τα βορειοανατολικά, ακάλυπτα από της υποχωρήσεω ς των
212
Λ εον Ν τεγκρελ
τελευταίων αρμάτων μάχης της "Wiking", τα στρατεύματα της Ε.Σ.Σ.Δ. ορμούσαν τώρα μέσα. Από το βορρά, επίσης, οι μεραρχίες της W ehrm acht άρχισαν να υπο χωρούν όλο και ταχύτερα. Ό σ ο για μας, θα είχαμε πρώ τα ν’ αγωνιοθούμε οτο Μ πελοζέργιε για να σταμα τήσουμε τα σοβιετικά σ τρατεύματα που ανέβαιναν από το Δ νείπερο και α π ό το Μόσσνυ. Από το Μόσσνυ θα έπρεπε να φθάσουμε, στο τελευταίο λεπτό, μια γραμ μή αμύνης που είχαμε κατασκευάσει κάπου δεκαπέντε χιλιόμετρα ακόμα πιο νό τια στις αρχές Ιανουαρίου. Η γρ α μ μ ή διέτρ εχε α π ό τα νο τιοδυτικά στα βορειοδυτικά , α π ό το χω ριό του Σταροσέλγιε ως το χωριό του Ντερενκόβετς. Μια τρίτη επιχείρηση θα μας ανασύντασσε όλους επί εκείνης της βορειοδυτι κής γρ α μ μ ή ς, στο ίδ ιο το Ν τερενκόβετς: σε συντονισμό με άλλες μ ο νά δες τη ς W ehrm acht και των Waffen SS θα υπηρετούσαμε ως η τελική ασπίδα. Προστατευμένοι κατ' αυτόν τον τρόπο, πενήντα ως εξήντα χιλιάδες ανδρώ ν, υποχωρούντες α π ’ όλους τους τομείς, θα επανενώνονταν πέριξ του Κορσούν για την αποφασιστική έφοδο προς τη δύση. $ Η πρώτη στάση για εμάς ήταν, συνεπώς, το Μ πελοζέργιε. Τ ο σχέδιο υποχωρήσεως μας κατεύθυνε ν’ αντισταθούμε ανατολικώς του χωριού αυτού για οσοδήποτε χρόνο θα έπαιρνε για όλο το πυροβολικό και το υλικό να 4 >θάσουν τη γρα μμ ή Σταροσέλγιε - Ντερενκόβετς δίχω ς να πάθουν κάποια συμφορά. Η μετακίνηση των πυροβόλων μας και των βαρέοον οχημάτω ν μας ήταν σε π ρ ο ετοιμασία κατά μήκος του Ο λσάνκα, α πό το Μ παϊμπούσυ ως το Σταροσέλγιε. Η αναχώρηση θα λάμβανε χώ ρα υπό την κάλυψη του σκότους. Κ αταφέραμε να διατηρήσουμε την αποσιολή αναγνωριστικών ομάδων μακριά ως το Μόσνυ. Ν οτίωςτου ιδίου του Μόσνυ διαθέταμε ακόμη λίγα πολυβόλα κρυμ μένα στα σύδενδρα με τα έλατα. Κ άθε σοβιετική π ερ ίπ ο λο ς που αποτολμούσε προς την κατεύθυνσή μας γινόταν δεκτή με έντονο πυρ. Η νύκτα πέρασε. Οι άνδρες του πυροβολικού εργάσθηκαν μέχρις εξαντλήσεως μέσα στα τενάγη για ν’ ανασύρουν τα όπλα τους. Την αυγή, μόνον το πεζικό και οι όλμοι βρίσκονταν ακόμα στη θέση τους στο χείλος του νερού. Τ α τελευταία οχή ματα άφησαν το Μ παϊμπούσυ νω ρίς μετά το χάραμα. Η ομάδα μας είχε έναν ιμάντα σπασμένο. Οι οδηγοί επέστρεψαν στο χωριό για να τον επιδιορθώσουν. Μια σιωπή θανάτου βασίλευε παντού. Ν εκροί χω ρικοί ήταν ξαπλω μένοι φαρδιά-πλατιά στη λασπω μένη οδό, τα πρόσω πα στο έδαφ ος, φ ορώ ντας ακόμη επί των δεξιών τους μπράτσων τα λευκά περιβραχιόνια σημασμένα με το "Deutsche W eh rm ach t" σε μ α ύ ρ α γ ρ ά μ μ α τ α . Ο ι σ τρ α τιώ τες μ α ς είχ α ν φ ύ γει α π ό το Μ παϊμπούσυ μόλις πριν δέκα λεπτά και ήδη οι παρτιζάνοι είχαν μακελέψει όλους
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
213
τους Ο υκρανούς που είχαν υπηρετήσει στους γερμανικούς επικουρικούς σ χημα τισμούς. Τ ο χω ριό ήταν ήσυχο. Ούτε η π α ρ α μ ικ ρ ή π ερ ίεργη φ άτσα δεν κρυφοκοίταξε. Μα τα πτώματα, που κείτονταν στη λάσπη, ήταν εύγλωττα. £ Ο 3ος Λόχος πεζικού, που εξακολουθούσε να κρατά το πέρασμα του Ολσάνκα ανατολικώς του Μ παϊμπούσυ, επρόκειτο να υποχω ρήσει την επόμενη νύκτα, κά νοντας τη δ ια δ ρ ο μ ή τους έρ π ο ντα ς κατά μ ή κ ο ς του π οτα μ ιού ως το χω ριό του Σταροσέλγιε. Ό σ ο για το 2ο Λόχο, μετά τη οδύσσειά του στο Λοζοβόκ, είχε αρχίσει ελιγμούς υποχωρήσεως επ ί ενός εκτεταμένου μετώπου, κατευθυνόμενος αρχικώ ς προς τα βορειοδυτικά. Υ ποτίθεται πω ς ήταν να π ερ ιο ρ ίσ ει την εχθρικ ή πίεση κατά του Ν τερενκόβετς μ έχρις ότου η αριστερή μας πτέρυγα να έχει ολοκληρώσει τον σε δύο βήματα ελιγμό της. Έ λ α β α διαταγές να ενεργοποιήσω ένα σύνδεσμο με αυτήν την απομονω μένη μονάδα. Μια λασπερή έρημος, πλάτους περίπου δέκα χιλιομέτρων, τη χώριζε α πό το Μπελοζέργιε. Είχα στη διάθεσή μου ένα παλιό Φολκσβάγκεν μόνο, το οποίο μοχθούσε σκληρά διαμέσου της άμμου και της λάσπης. Έ να ς και μοναδικός στρα τιώτης με συνόδευε. Βρήκαμε τους συντρόφους μας στο άκρο ενός σκοτεινού πευ κοδάσους, ένα μ ικ ρ ό ν η σ ί αντιστά σ εω ς χα μ έν ο μ έσα σε μ ια ολόκληρη χώ ρα. Π ήγαμε μέσω ενός άλλου χωριού δίχως ζωή. Μια σοβιετική περίπολος άφηνε την άλλη άκρη ακριβώ ς μόλις μ π α ίνα μ ε εμείς. Με π ρ ιγκ η π ικ ό τρ ό π ο , είχε αφ ή σει στους χωρικούς ένα κουτί σπίρτων που έφερε το σφ υροδρέπανο ως αντάλλαγμα για τα πουλερικά τους. Ο ι οικογένειες κρύβονταν στο πίσω μ έρος των ισμπώ ν τους. Ό λ η η π εριοχή έ βριθε από προκεχω ρημένες μονάδες του εχθρού. Π εριμέναμε να πέσουμε ανά πάσα στιγμή σε μια ενέδρα. Τ ο Φολκσβάγκεν συ νέχισε να βήχει, να καπνίζει, να κολλάει, φανερά μπουχτισμένο με όλα αυτά. Τ ο Μ πελοζέργιε το σούρουπο δεν αναγνωριζόταν πια. Τ ο μικρό μου ηλιοκαμμένο σαραβαλάκι πέρασε για το πρώτο σοβιετικό αυτο κίνητο από τον πληθυσμό. Από πίσω από τους φράκτες, λίγα φοβισμένα κεφάλια εμφανίσθηκαν. Μ ια απίστευτη σιωπή βασίλευε. Τ ρανταζόμασταν α π ό λακκούβα σε λακκούβα διαμέσου των σκεπασμένων με νερό οδών για να επανενταχθούμε στη τελευταία διμ ο ιρία που ανέμενε την ώρα της εκκενώσεως. Π υροβόλα, φορτηγά, υλικό, όλα είχαν φύγει. Η οπισθοφυλακή μας δεν ήταν ν’ αφήσει το Μ πελοζέργιε μέχρι τη νύκτα, αφού θα έδινε την εντύπωση της αποφασισμένης αντιστάσεως ακριβώς ως το τέλος. Τ ο χω ριό ήταν τετράγω νο και μπορούσαμε να υπερκερασθούμε α πό ο π οιαδή ποτε κατεύθυνση. Αριθμούσαμε ακόμα γύρω στους σαράντα στρατιώτες όλους κι όλους.
214
Λ εον Ν τεγκρελ
Η μονάδα τηλεφωνητών είχε αποσυρθεί. Το βράδυ έπεσε, καλυμμένο στην ομίχλη. Τελικά οι άνδρες άφ ησαν τις υγρές φ ρυνότρυπές τους και σκαρφάλω σαν στις κ αρότσ εςτω ν δυο τελευταίω ν φορτηγών. Ούτε μια κραυγή. Ούτε μια πιοτολιά. Ούτε μια φιγούρα. Μόνο λίγοι χωρικοί άνοιξαν τις πόρτες τους μια χα ραμ άδα για να μας δουν να φεύγουμε. £ Οι θέσεις που ήταν να καταλάβουμε διέτρεχαν σε μήκος τριάντα περίπου χιλιο μέτρων, από το Σταροσέλγιε ως το Ντερνκόβετς. Έ ν α μ έρος τη ς τα ξ ια ρ χ ία ς επρόκειτο να π ά ει κατευθείαν στο Ν τερενκόβετς. Εκείνη τη νύκτα έπεσε πάνω σε κάποιες ομάδες παρτιζάνων που είχαν συρθεί από λόχμη σε λόχμη και είχαν ήδη αποκόψει κάθε διαφυγή προς τη δύση. Ο ι στρατιώ τες μας έπρεπε να διεξάγουν μια μάχη με τα όπλα από πολύ κοντινές αποστάσεις, ακριβώς μέσα στο δρυμό. Δύο από τα πυροβόλα μας χάθηκαν στη συμπλοκή. Ο νότιος δρόμος για το Σταροσέλγιε ήταν ακόμα πιο επικίνδυνος. Εάν οι τελευ τα ίε ς μ ά χ ιμ ε ς μ ο ν ά δ ες μ α ς, που κά λυ π τα ν το α ρ ισ τερ ό μ α ς κατά μ ή κ ο ς του Ολσάνκα, είχαν δείξει μια στιγμή αδυναμίας, η μόνη μας γρα μμ ή υποχωρήσεως θα είχε ανεπανόρθω τα διακοπεί. Δεν είχαμε διανύσει ούτε δύο χιλιόμετρα όταν πέσαμε πάνω σε οχήματα κολλη μένα στη λάσπη. Οι φάλαγγες που είχαμε καλύψει και που βρίσκονταν σε υποχώ ρηση για πολλές ώρες, είχαν αποτελματωθεί. Φ ορτηγά ήταν ακινητοποιημένα μέ σα στο δρόμο. Εκατοντάδες ανδρών έτρεχαν πυρετωδώς τριγύρω, βυθιζόμενοι στη βρω μερή λάσπη ως το μέσον των μηρών. Ελκυστήρες αχρηστεύονταν π ρ ο σ π α θώντας ν’ ανασύρουν τα βαρέα οχήματα. Ο ι Κόκκινοι μ π ο ρ ε ίν α έπεφ ταν επάνω μας ανά πάσα στιγμή. Μετά από ώρες ηρακλείου μόχθου το υλικό επανήλθε σε κατάσταση λειτουργίας και φθάσαμε στο δάσος, κατόπιν στους εκτεταμένους βαλτότοπους που έρχονταν πριν το Σταροσέλγιε. "Ηταν μία η ώρα το πρωί. Ο δρόμος τελείωσε σε ένα γιγαντιαίο λασπόλακκο. Τ α φ ορτηγά μπορούσαν να το διασχίσουν μόνον ορμώ ντας διαμέσου αυτού με τη μέγιστη ταχύτητα. Η αριστερή όχθη του Ολσάνκα στο Σταροσέλγιε κυριαρχούνταν από μια ψηλή κορυφογραμμή που υψωνόταν καθέτως α π ό το κανάλι του Ν τερενκόβετς. Ό λ ε ς οι ίσμπες επί του λόφου αυτού καίγονταν. Εκατοντάδες γυναικών που έσερναν παι διά μ αζί τους ή κουβαλούσαν γουρούνια στις αγκαλιές τους ξεχώ ριζαν τραγικά, μαύρες απέναντι στο λα μ πρό φόντο των πυρκαγιών. Εξακολουθούσαν να ξεφω νίζουν με διαπερασ τικές φωνές, κλαίγοντας, εκλιπαρώντας, κτυπώ νταςτα πόδια τους μέσα σε μ ια ατμόσφαιρα παράνοιας. Η φω τιά κυλούσε σα μ ια υπέροχη κοκκινοκίτρινη χαίτη. Έ κ α νε την κολλώδη πλαγιά, την οποία ούτε ένα φορτηγό δεν είχε καταφέρει να σκαρφαλώσει, να φέγ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
215
γει σα μάρμαρο. Με μεγάλο κόπο, πελώριοι ελκυστήρες του πυροβολικού τρά β η ξαν τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά απάνω στο λόφο διαμέσου του βορβόρου. Ό λ η τη νύκτα οι διαπερα στικές κραυγές των γυναικών αντηχούσαν με το ουρ λιαχτό των κτηνών και το έξαλλο βρισίδι των οδηγών, κατακόκκινων στο φως των πυρκαγιώ ν.Ό ταν ήλθε η μέρα ακόμα ρυμουλκούνταν οχήματα. Αλλά στα β ο ρ ειο α ν α το λ ικ ά των κα τω φ ερ ειώ ν, φ α ιά σ η μ ά δ ια π ρ ο ή λα υ να ν. Μ πορούσαμε να διακρίνουμε γραμμές ανδρών, αλόγων και υλικών. Οι Κόκκινοι έρχονταν.
Σταροσέλγιε Η γραμ μ ή τη ς υποχωρήσεω ς α πό το Σταροσέλγιε στο Ν τερενκόβετς είχε σκα φ τ ε ί α π ό χ ιλ ιά δ ε ς Ο υ κ ρ α νώ ν σ τις α ρ χ έ ς Ια ν ο υ α ρ ίο υ . Τ η ν αυγή τη ς 5ης Φ εβρουάριου του 1944 την κατείχε η Τ α ξια ρ χία Εφόδου "Βαλλονία". Η διαρρύθμιση της γραμμής είχε καλώς επιλεγεί. Εκτεινόταν από τα νοτιοανα τολικά στα βορειοδυτικά επάνω σε ψηλές κορυφ ές που δέσποζαν τη ς κοιλάδος, των ελών και του καναλιού από το Ν ρερενκόβετς ως τον Ο λσάνκα. Π έρα μ ακριά μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε να δ ια κ ρ ίν ο υ μ ε τα δ ά σ η α π ό τα ο π ο ία είχ α μ ε γ υ ρ ίσ ει α π ό το Μπελοζέργιε. Τ ο χαράκωμα, σημαδεμένο με πολυάριθμες εστίες πυρός, εκτεινόταν σε ζικ-ζακ για τριάντα χιλιόμετρα. Ατυχώς, δε διέθετε κανενός είδους ανέσεις και είχε σκα φτεί πολύ βαθύ. Ή τα ν τόσο βαθύ που μιας και μπαίναμε σε αυτό το αργιλώδες ερ πετό, δεν μπορούσαμε πια να δούμε το παραμικρό. Εάν όλη η γραμμή μάχης κατεχόταν ισχυρώς, αυτή η ακαταλληλότης θα είχε πε ριορισμένη σημασία. Αλλά είχαμε μόνον τριακόσιους πεζικάριους για να υπ ερ α σπίσουν τριάντα χιλιόμετρα. Ο 2ος Λ όχος ή τα ν να έχει λ ά β ει θέσ η δ εκ α π έν τ ε χ ιλ ιό μ ε τρ α β ο ρ είω ς του Ντερενκόβετς. Έ ν α ς άλλος από τους λόχους μας κατείχε μια γραμμή που έβλεπε στην ανατολή και η οποία έφευγε από το Σταροσέλγιε υπό δεξιά γωνία, κατευθεί αν προς το νότο. Είχαμε απομείνει με τριακόσιους πεζικάριους να κρατήσουμε την πρω ταρχική γραμμ ή έτσι είχαμε μόνον, κατά μέσον όρο, μια ομάδα δέκα ανδρών για να υπε ρασπίσουμε κάθε χιλιόμετρο του μετώπου. Τ ο υπόλοιπο τη ς τα ξια ρχία ς, οι οδη γο ί των τριακοσίω ν φορτηγώ ν μας, οι άν δρες του πυροβολικού, οι άνδρες των αντιαρματικών, οι άνδρες των αντιαεροπο ρικών και οι στρατιώ τες των επικοινωνιών είχαν ρ ιχθεί πίσω από τη γραμ μ ή της μάχης ή υπερασπίζονταν με ελαφρά όπλα τα σημεία του χαρακώ ματος που ήταν ιδιαιτέρω ς απειλούμενα. £
216
A eon Ν τεγκρελ
Ή μ α σ τα ν εξαιρετικά απαισιόδοξοι. Είχε υπάρξει αδύνατον το να εγκαταστήσουμε ένα πλήρες τηλεφω νικό δίκτυο κατά μήκος μιας τόσο εκτεταμένης γραμμής. Π ήρε δωδεκάδες χιλιομέτρων σύρ ματος μόλις για να συνδέσουμε τους σταθμούς διοικήσεως των λόχων με τη διο ί κηση της ταξιαρχίας. Αυτό το χαράκω μα, το τόσο ευάλωτο, ήταν ο μόνος προμάχω ν στα βορειοανα τολικά που μπορούσε να προφυλάξει τη γενική υποχώρηση προς την κατεύθυνση του Κσρσούν. Εάν το φράγμα μας κατέρρεε θα ήταν "ο σώζων εαυτόν οωθήτω" μέ σα στην καρδιά του Kessel. Οι άνδρες μας ήταν διεσπαρμένοι σε μ ικρές ομάδες, η καθεμιά απομονω μένη από τις άλλες. Ή τα ν εξουθενωμένοι από τις πρόσφατες μάχες, από τις νύκτες του να κουλουριάζονται κοντά-κοντά, από τις παγερές ομίχλες, από τη βασανιστική, κοπιώ δη π ο ρ εία μέσα στη σα πίσσα λάσπη. Δεν είχαν το ελάχιστο καταφύγιο. Βρώμικοι, τα πρόσωπά τους τραβηγμένα και στενοχωρημένα, παρακολουθούσαν την πεδιάδα όπου η σοβιετική εμπροσθοφυλακή μετακινούνταν θορυβωδώς. Τ ο πυροβολικό μας είχε καταντήσει άχρηστο: από το απόγευμα του Σαββάτου και μετά οι βάλτοι ήταν κατάσ ιικτοι με χίλια μπουλούκια εχθρών, τους οποίους ούτε η λάσπη, ούτε οι οβίδες μπορούσαν να σταματήσουν. £ Τ ην επόμενη μέρα διείσδυσαν στη γρα μ μ ή μας πριν την αυγή. Ο ι Κόκκινοι είχαν αναρριχηθεί στην απότομη αντι-πλαγιά κατά τη διάρκεια της νύκτας. Είχαν την καλή τύχη να πηδήξουν εντός ενός κενού χαρακώ ματος μεταξύ δύο διαφορετικώ ν φυλακίων. Αυτά απεκόπησαν, στραγγαλίσθηκαν. Οι Κόκκινοι έφθασαν σ’ ένα μύλο που δέσποζε στο λόφο μέσα σε λίγα λεπτά. Από εκεί κατη φόρισαν ορμητικά προς τον Ολσάνκα, επιτιθέμενοι σε μια ομάδα ανδρών μας α πό τα νώτα. Στις επτά η ώρα το πρω ί η αριστερή όχθη του ποταμού, στο χωριό του Σταροσέλγιε, βρισκόταν στα χέρια των Μ πολσεβίκων. Ο εχθρός τώ ρα κυριαρχούσε στην περιοχή από τους λόφους στα δυτικά. Στις ο κτώ η ώρα το πρω ί εξαπλώνονταν ήδη αρκετά χιλιόμετρα σ ια νότια. Η διοίκησή μας μόλις που μπορούσε ν’ αντιμετω πίσει αυτό το πλήγμα. Ο δ ιο ι κ η τή ς α π ο φ ά σ ισ ε α μ έσ ω ς να π ρ ο χ ω ρ ή σ ε ι μ π ρ ο σ τά . Π ή δ η ξ α μ έσ α σ ’ ένα Φολκσβάγκεν με αυτόν και, οδηγώντας διαμέσου μιας μαζικής εξόδου οδηγών α λόγων και φορτηγώ ν που έφευγαν πα νικόβλητοι, φ θ ά ο α μ ε στη δεξιά όχθη του Ολσάνκα στο Σταροσέλγιε. Μια ηρωική ομάδα τριάντα περίπου ανδρών αντιστεκόταν ακόμη επ ί των υψω μάτων της αριστερής όχθης. Ανέβηκα o ‘ ένα θωρακισμένο όχημα διοικήσεως, πέρασα το νερό, σκαρφάλω σα την πλα γιά και ενώ θηκα με τους συντρόφ ους μας. Αμέσως μπλεχθήκαμε σε μ άχη σώμα με σώμα, προχω ρώ ντας ανηφ ορικά α πό ίσμπα σε ίσμπα, κυλιόμενοι στη λάσπη ανάκατα με τους Ασιάτες.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
217
Μετά από μία ώρα μάχης είχαμε απελευθερώσει το χωριό και φ θάσει στο δυτι κό τέρμ α της πολίχνης. Ατυχώς, βρισκόμασταν υπό την κυριαρχία της ευδιάκρι της μάζας της κορυφής και του γραφικού μύλου, τα πλατιά μαύρα ιστία του να ξε κουράζονται. Οι Κόκκινοι είχαν εγκαταοτήσει φωλεές πολυβόλων εκεί και οι ε λεύθεροι σκοπευτές τους παρακολουθούσαν την κάθε μας κίνηση. Γονατίζοντας στη γωνία της τελευταίας ίσμπας, πυροβόλησα κάθε κεφάλι που ξεπρόβαλε. Αλλά η θέση μου παραήταν ορατή. Μια σφαίρα με είχε πληγώσει στο δάκτυλο. Μια άλλη π έρα σ ε ξυστά στο μηρό. Εντός δύο λεπτώ ν, ένας δεκαεξάχρονος εθελοντής που είχε αρχίσει να πυροβολεί δίπλα μου, δέχθηκε μια σφαίρα ακριβώ ς στο στόμα. Ο καημένος ο νέος σηκώθηκε πάνω για μια στιγμή, τρ ο μ ο κρατημένος, μην καταλαβαίνοντας τι του είχε συμβεί. Ανοιξε διάπλατα το στόμα του, γεμάτο με αίμα, ανίκανος πια να μιλήσει, αλλά θέλοντας π α ρ ’ όλα αυτά να εν νοήσει τι του συνέβη. Έ π εσ ε προς τα πίσω, σπαρταρώ ντας μέσα στη λάσπη, και έχοντας λόξυγκα για λίγα δευτερόλεπτα προτού πεθάνει. Π ίσω μας τα πτώ ματα των συντρόφων μας, q)Ovευθέvτωv κατά τη σοβιετική ε πίθεση την αυγή, είχαν ολοκληρωτικά σκυλευθεί στη διάρκεια της μισής ώρας που ο εχθρός ήλεγχε το δυτικό τμ ή μ α του Σταροσέλγιε. Τ α κορμιά ήταν εντελώς γυ μνά, κιτρινοκόκκινα από την παχύρρευστη λάσπη. Από τη γωνία της ίσ μπα ς μας είδαμε την πεδιά δα να γεμίζει με σοβιετικές ενι σχύσεις στα βόρεια και βορειοανατολικά. Ε γκαρσίω ςτω ν βάλτων γρα μ μ ές παραπαιόντω ν ανδρών έσερναν αντιαρματικά όπλα. Η λοφοπλαγιά και ο μύλος α πό πάνω μας έμοιαζαν απόρθητα. Ο διοικητής μας έστελνε όλους τους άνδρες που μπορούσε να συγκεντρώσει στην περιοχή. Αλλά τι μπορούσαμε να κάνουμε παρά v‘ αποτρέψ ουμε τους Κόκκινους από το να ξαναπάρουν την κωμόπολη; Τ ο ν’ αποτολμήσουμε πέρα από την ίσμπα μας, το να επιτεθούμε ένα λόφο τόσο λείο όσο κι ένα γυαλισμένο παπούτσι και χω ρίς κάλυψη, θα σήμαινε το να βυθισθούμε ως τα γόνατά μας και να προκαλέσουμε ένα γενικευμένο μακελειό. Ωστόσο, έπρεπε να πάρουμε πίσω το μύλο και την κορυφή. Εάν όχι, την επόμε νη νύκτα ο εχθρός θα συγκέντρωνε εκεί όλες του τις δυνάμεις. Έ π ρ επ ε να επαναποκαταστήσουμε τη γραμμή δίχως καθυστέρηση ή διαφ ορε τικά ν’ αντικρίσουμε μια οριστική διά ρ ρ η ξη του μετώπου, με όλες τις συνέπειες που θα έφερνε η καταστροφή εκείνη. £ Είχα ζητήσει πάντσερ. Π ίσω απ ό αυτά και κάτω από την προστασία του καθηλωτικού τους πυρός μ πορεί ίσα που να φθάναμε το μύλο και την κορυφογραμμή. Αλλά δε συνέβη το παραμικρό. Έ π ρ ε π ε να δράσουμε, να αποπροσανατολίσουμε τον εχθρό. Λίγοι εθελοντές γλίστρησαν κλεφτά εντός του μεγάλου χαρακώ μ ατος και το α
218
Λ εο ν Ν τεγκρελ
κ ολ ούθη σ α ν π ρ ο ς τα π ίσ ω κ α ι π ά νω π ρ ο ς τη ν κ α τεύ θ υ νσ η τω ν Κ όκκινω ν. Ο δηγοΰνταν από τον Ο υντερστουρμφΰρερ (Ανθυπολοχαγό) Θύσσεν, έναν ψηλό και δυνατό άνδρα, δύο μέτρα ψηλό, με ένα σαγόνι σαν του Φερναντέλ και τα σκαν δαλιάρικα μάτια ενός υπεραναπτυγμένου πιτσιρικά. Έ ρ ιξε πίσω με ευκολία όλες τις χειροβομβίδες που του πέταξαν οι Κόκκινοι. Μια σ φ α ίρα δια π έρα σ ε το α ρ ι στερό του μπράτσο. Συνέχισε, ατάραχος και γελώντας με την καρδιά του, ελευθε ρώνοντας εκατό μέτρα εδάφους. Τελικώς, στις 14:00 η ώρα τα γερμανικά άρματα μάχης κατέφθασαν. Ή τα ν μό νο δύο από εκείνα, αλλά η θορυβώ δης προώ θησή τους ήταν αρκετή για να ρίξει τους Κ όκκινους σε πανικό. Π ολλοί το έβαλαν στα πόδια . Μ πορούσαμε να τους δούμε να κατεβάζουν βιαστικά τα πολυβόλα τους, που είχαν μια κρούστα από το μαλακό τσιμέντο των προχωμάτων. Τ α άρματα βροντούσαν βαριά και υπόκωφα. Η μικρή μας φάλαγγα όρμησε να τ ’ ακολουθήσει. Στην πεδιάδα οι Σοβιετικοί κυλούσαν σαν την πλημμυρίδα, τραβώντας μαζί τους το ελαφρύ πυροβολικό τους. Εντόπισαν τα δύο πάντσερ μας να κινούνται κατά μή κος της γυμνής λοφοπλαγιάς. Αμέσως, μια χιονοστιβάδα οβίδων έπεσε βροχή α πό τα αντιαρματικά τους όπλα, εγκλωβίζοντας τα άρματά μας, αποκόπτοντας την κορυφή του προχώ ματος, φονεύοντας τους άνδρες μας. Ο μύλος ήταν ο πρώτος αντικειμενικός μας στόχος. Ο οδηγός μου, οΛ έοπολντ Βαν Νταέλε, ένας ή ρω α ςτου πολέμου του 1914-18, όρμησε στο ακάλυπτο έδα φ ος μπροσ τά ακόμα κι α π ό τα ά ρ μ α τα μάχης. Ή τ α ν Φ λαμανδός- ένας ανεμόμυλος ήταν ένα οικείο θέαμα στην π α τρ ίδα του. Ή τ α ν ο πρώτος που έφθασε ένα από τα μαύρα ιστία και θέρισε τρεις σταλινικούς με το υποπολυβόλο του. Αλλά ένας Μ ογγόλος που κρυβόταν κολλητά σ’ ένα αντέρεισμα στον πάτο του χαρακώ ματος τον σημάδεψε, το όπλο του υψωμένο. Η σφαίρα τον έπληξε με δύναμη μπαίνοντας κάτω από το σαγόνι του και βγήκε πάλι από την κο ρυφή του κρανίου του. Κατά απίστευτο τρόπο, βρήκε ακόμα τη δύναμη να βάλει το χέρι στην τσέπη του και, ως ακλόνητος Χριστιανός που ήταν, να αρπάξει το κομποσχοίνι του. Μετά έπεσε νεκρός, τα γαλάζια του μάτια ορθάνοιχτα, καρφω μέ να στο μεγάλο και δυνατό μύλο, τόσο όμοιο με τους παλαιούς μύλους επ ί των α ναχωμάτων της Μ πρυζ στη χώ ρα της Φ λαμανδίας. £ Ως τις τέσσερις η ώρα το απόγευμα είχαμε ανακαταλάβει όλον το μύλο. Τ ο χαράκωμα ήταν διάσπαρτο με χονδροκομμένους σάκκους φυσιγγίων που εί χαν π εταχθεί πέρα από το φευγάτο εχθρό. Ή τα ν , όπω ς πάντα, πα ραγεμισμ ένοι με φυσίγγια, με μπαγιάτικο μουχλιασμένο ψ ω μί και σπόρους ηλιοτροπίων. Είχαμε κάνει μια καλή "μπάζα" από πολυβόλα, αλλά η νίκη μας μάς άφησε σκε πτικούς. Τ ι περισσότερο κατείχαμε από εχθές; Τίποτα. Στην πραγματικότητα εί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
219
χαμε χάσει έναν α ρ ιθ μ ό συντρόφων μας. Τ ο να σκοτώνουμε Σοβιετικούς δεν α πέφερε κάτι θετικό. Π ολλαπλασιάζονταν σαν τις ξυλόψειρες, συνέχιζαν να ε π ι στρέφουν δίχως τελειωμό, δέκα φορές, είκοσι φορές πιο πολυάριθμοι από εμάς. Αυτά τα χιλιόμετρα χαρακωμάτων ήταν μια προστασία για τα γέλια, υπερασπι ζόμενα εδώ κι εκεί α π ό λίγες χούφτες Βαλλόνων που ήταν ανέλπιδα απομονω μέ νοι στο μέσον της ψ ιχά λα ς και του σκοταδιού που επέστρεφε. Στα αριστερά και δεξιά του κάθε φυλακίου εκτεινόταν κενό ενός χιλιομέτρου. Τ ο χαράκω μα, ποδοπατημένο και στις δύο κατευθύνσεις κατά τη διάρκεια της μάχης, είχε γίνει αηδιαστικά βρωμερό. Η κατάσταση ήταν αρκετά ξεκάθαρα α βίωτη. Τ ο δράμ α θα ξετυλιγόταν πολύ σύντομα. Δεν υπήρχε η πα ρ α μ ικ ρ ή α μ φ ι βολία σε οτιδήποτε σχετικώς με αυτό. Η νύκτα ήταν γεμάτη με αδιάκοπους και ύ πουλους ή χους. Ό λ η η λ ο φ ο π λ α γ ιά ή τα ν ζω ντα νή α π ό α ό ρ α τε ς π α ρ ο υ σ ίες. Εκατοντάδες Σοβιετικών σέρνονταν έρπην, φθάνοντας στο χαράκω μα και απλωνόμενοι κατά μήκος του. Την αυγή η τραγω δία της προηγούμενης βραδιάς άρχισε ξανά. Στις επτά η ώρα το πρωί, για δεύτερη φ ορά, η σοβιετική έφοδος υπερνίκησε και απώ θησε εκτός τους συντρόφους μας. Γνωρίζαμε ό,τι από εκεί και μετά, λόφος, χα ρά κω μ α και μύλος ήταν για πάντα χαμένα. Τ α πάντσερ μας είχαν επανακληθεί στα νότια. Τώ ρα, τι; Τ ο ερώτημα για μια πρόω ρη υποχώρηση δεν ήταν δυνατό. Χ ιλιάδες φορτηγών, χιλιάδες ανδρών έσπευδαν βιαστικά προς το Κορσούν. Τ ο πλευρό που τους είχε προστατεύσει ήταν τώρα ανοικτό.
Σκίτι Ο λόκληρη η μέρα της Δευτέρας, 7 Φ εβρουάριου του 1944, πέρασε προσπαθώ ντας να βουλώσουμε το ρή γμ α που οι Ρώσσοι είχα ν δη μ ιο υ ρ γή σ ει στη γρ α μ μ ή Σταροσέλγιε - Ντερενκόβετς. Στο ίδιο το Σταροσέλγιε τα στρατεύματά μας είχαν ανασυνταχθεί επί της δεξιάς όχθης του ποταμού Ο λσάνκα. Ο ι θέσεις ήταν καλές, ισχυρώς περιχαρακω μένες και περιφ ραγμ ένες, προστατευμένες από πολλαπλά συρματοπλέγματα και α πό νάρκες φυτεμένες στις όχθες. Στο άλλο άκρο της γραμμής, στο Ντερενκόβετς, ο 1ος Λόχος είχε υπομείνει π ο λυάριθμες εφόδους, αλλά είχε γενναία αποκρούσει τον εχθρό. Σε δεξιά γωνία, δεκαπέντε χιλιόμετρα βορείω ςτου Ν τερενκόβετς, ο 2ος Λόχος συνέχιζε τον ατέρμονο ελιγμό του υποχωρήσεως από ανατολάς προς βορράν, κα τόπιν από το βορρά προς δυομάς. Πολεμούσαν δύσκολες μάχες οπισθοφυλακής πολύ τιμημένα, χάνοντας πολύ λίγους άνδρες και ευσυνείδητα προσκολλημένοι στο καθορισμένο χρονοδιάγραμμα.
220
A eon Ν τεγκρελ
Ο διάβολος ήταν το χαίνον χάσμα στα δυτικά του Σταροσέλγιε. Τ α απομεινάρια του 4ου Λόχου μας, κατανικημένου την αυγή, είχαν πέσει πίσω στην κ α τεύθυνσ η του Ν τερ νκ ό β ετς. Άλλες δ υ ν ά μ ε ις είχα ν ενω θ εί μ α ζ ί τους. Επικουρούμενοι από στοιχεία του 1ου Λόχου είχαν αντεπιτεθεί καθ’ όλη τη δ ιά ρ κεια της ημέρας. Μα οι Σοβιετικοί βρίσκονταν με πλήρεις δυνάμεις. Ό ρ μ η σ α ν σαν κύμα δ ια μ έ σου του ρή γμ α το ς του Σταροσέλγιε και εντός του δάσους, το οποίο κατηφ όριζε προς το νότο. Στους λόχους μας στο Ντερενκόβετς και στα στρατεύματά μας στο Σταροσέλγιε εδόθη η αποστολή του να προσκολληθούν στα πλευρά αυτού του δάσους για να συγκροτήσουν τον εχθρό από το να εξέλθει. Στείλαμε περιπόλους για α ψ ιμ α χία προς κάθε κατεύθυνση και μετά να επιστρέφουν. Επιπλέον, το πυροβολικό μας είχε διατηρήσει την ισχύ πυρός του και τώ ρα π ο λεμούσε ακατάπαυοτα. Επί της γυμνής K o p u q ^ , τη μόνη δίοδο για τις σοβιετικές ενισχύσεις, εξαπέλυσε φοβερή ισχύ πυρός: δεν είχαμε πια την ελάχιστη ψ ευδαί σθηση π ερ ί του να διασώσουμε τα βαρέα όπλα μ ας από το βούρκο όταν ήλθε η ε πόμενη υποχώρηση. Κατεστραμμένα αυτοκίνητα και φορτηγά βρίσκονταν παντού μέσα οτο τέναγος. Ο πιο ισχυρός από τους ελκυστήρες μας, ένα τέρα ς με ερπύστριες σταλμένο από το Ντερενκόβετς στο Σταροσέλγιε για να βοηθήσει με τη νέα αποχώρηση, είχε ξο δέψ ει μια ολόκληρη ημέρα και νύκτα για να δια σ χίσ ει λιγότερα των τριάντα χ ι λιομέτρων. Η σιδηροδρομική γραμμή, ο τελευταίος δρόμος για το Κορσούν, ήταν σημαδε μένη με αμέτρητες φωτιές. Χ ιλιάδες φορτηγών τραντάζονταν ακανόνιστα σε μή κος της κάτω από μια βροχή οβίδων. Σ χηματίσαμε την οπισθοφ υλακή στα βορειοανατολικά. Ό σ ο πιο αργή η υπο χώρηση αυτής της πελώ ριας αυτοκινητοπομπής, τόσο περισσότερο χρόνο θα έ πρεπε να πολεμήσουμε. Η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση διατηρούσε την κατάσταση υπό έλεγχο με α σύγκριτη sang-froid. Π αρά την επίφοβη κατάσταση των πενήντα ή εξήντα χιλιά δων επιζησάντων εντός του Kessel, δεν μπορούσαμε ν’ ανιχνεύσουμε το ελάχιστο ίχνος αναστάτωσης ή βιασύνης στις διαταγές. Ο ι ελιγμοί ολοκληρώνονταν μ εθο δικά και ήρεμα. Π ουθενά δεν κατάφερε ο εχθρός ν’ αδράξει την πρωτοβουλία. Μέσα σε αυτήν την τρομερή παγίδα, τα στρατεύματα και το υλικό απεσύρθησαν ακριβώ ς σύμφωνα με τις οδηγίες που έλαβαν. Ο ι οπισθοφ υλακές και οι πλα γιο φύλακές θα πολεμούσαν ως το τελευταίο λεπτό όπως προβλεπόταν, κρατώντας το έδαφος μ έχρι την ακριβή στιγμή της ανασυντάξεως. Τ α ρήγματα κλείνονταν αμέσως, ανεξαρτήτως του τιμήματος. Ό λ ο ι ήξεραν πως το καλύτερο ήταν να κρατήσουμε το σχέδιο το σχεδιασθέν α πό το Γενικό Επιτελείο, καθώς οιαδήποτε πρώιμη αποχώρηση θα συνεπαγόταν α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νλτόλλς
221
λάνθαστα αντεπιθέσεις που θα εξακολουθούσαν μέχρι που το εγκαταλελειμμένο έδαφος να ανακαταληφθεί. Ο ι δ ια τα γές ήταν σκληρές. Αλλά αυτός δεν ήταν κα ιρ ό ς για η π ιό τη τα . Κ άθε στρατκότης γνώριζε πως είχε να επιλέξει: είτε πειθαρχημένη ανασύνταξη με την πιθανότητα μιας τελικής διασπάσεω ς, χά ρη σε μια μεθοδική απόσυρση, ή αφανισμός στο μέσον της αναταραχής μ ιας γενικής άτακτης φυγής. Φ θάσαμε στο πρωινό της Τ ρίτης, 8 Φ εβρουάριου του 1944. Τ ο Σταροσέλγιε κρατούσε ακόμη. Τ ο ίδιο και το Ντερενκόβετς. Ο κίνδυνος από το ανοιγμένο ρή γμ α είχε λίγο-πολύ εξουδετερω θεί α πό τις π ε ριπόλους μας κροΰσεως που επέμεναν στα δυτικά, νότια και νοτιοανατολικά όρια του δάσους που είχαν εισβάλει οι Σοβιετικοί. Αλλά ο ε χ θ ρ ό ς δεν ή τα ν π ια ικ α ν ο π ο ιη μ έ ν ο ς α π ό τη ν έ φ ο δ ο εκ είνη . Εξακολουθούσε να επιτίθεται οφ οδρώ ς σε όλον το περίγυρο του Kessel. Κύμα το κύμα έπληττε δυνατά το νότο, όπου ο γερμανικός στρατός βρισκόταν στο μέσον της πιο σημαντικής του αποχω ρήσεω ς. Ο λόκληρη η σοβιετική αυτοκρατορία έ πεφτε πάνω μας από τα ανατολικά από τις 2 Φεβρουάριου. Ο τομ έας μας συμπεριελάμβανε περισσότερα από τα τριάντα απλώ ς χιλιόμε τρα χαρακ(όματος από το Ν τερενκόβετς στο Σταροσέλγιε και τις προκεχω ρημένες θέσεις του 2ου Λόχου στο βόρειο τομέα. Υ περασπίζαμε επίσ η ς μια συμπλη ρω ματική γραμμή περισσότερο από μια λεύγα μήκος που άφηνε το Σταροσέλγιε υπό δεξιά γωνία προς την κατεύθυνση του μεγάλου χωριού του Σκίτι στο νότο. Τ ο ρήγμα του εχθρού μας απειλούσε κατά μέτωπο, όπο)ς επίσης και στη δεξιά και αρισ τερή μας πλευρές. Τ ο Σταροσέλγιε βρισκόταν στο τέρμ α ενός μακριού διαδρόμου. Οι εχθρικές δυνάμεις επ ί της ανατολικής μας πλευράς είχαν μόνο να ενωθούν με τις σοβιετικές δυνάμεις που μας είχαν μόλις υπερκερά σει στη δύση και οι στρατιώτες μας θα παγιδεύονταν και αφανίζονταν. Οι Βαλλόνοι που κάλυπταν τη δεξιά μας πλευρά είχαν ως γείτονες τους νεαρούς νεοσύλλεκτους της "Wiking", που είχαν α φ ιχθεί σιο μέτωπο με πολιτικά ρούχα έ να μήνα νω ρίτερα και οι ο π οίοι δεν είχαν καλά-καλά καταλάβει τα βασικά της στρατιω τικής καθοδηγήσεω ς στο μέσον της ανα ταραχής του. Ιανουαρίου. Τ α ά τυχα αγόρια ήταν φαγωμένα από την κόπωση και τις συγκινήσεις. Ο εχθρός τους επιτέθηκε το προ)ί της 8ης Φ εβρουάριου του 1944, τους εξετόπισε, ά ρπαξε τα φυλάκιά τους ένα προς ένα και κατατρόπω σε εντελώς τους επιζήσαντες. Τ ους είδα μ ε να οπισθοχω ρούν μαζί με το ρεύμα πίσω α π ό το προγεφύρω μά μας. Αυτό το ξέβρασμα δεν είχε πια κάτι να προσφέρει. Μ ερικοί από εκεί νους έκλαιγαν σαν παιδιά. Στη διάρκεια εκείνης της πανικόβλητης φυγής οι Σοβιετικοί είχαν ξεχυθεί δ ια μέσου του ρήγματος. Είχαν πά ρει τις νοτιοανατολικές μας θέσεις, διατεταγμένες ανά εκατό μέτρα κάτω από τις βελανιδιές. Οι άνδρες μας έπρεπε αναγκαστικά να
222
Λ εο ν Ν τεγκρελ
ε γ κ α τα λ είψ ο υ ν τα δ ά σ η κ α ι α κ ό μ α και το χω ρ ιό του Σ κ ίτι ε π ί του υ ψ ιπ έδ ο υ . Ή λ θ α ν κάτω στην κοιλάδα, ακολουθούμενοι από κοντά από τον αντίπαλο. Οι εχθρικές δυνάμεις από τα δύο ρήγματα είχαν σχεδόν συνενωθεί. Μόνον ο μι κρός μας σταθμός διοικήσεως, όπου βιαστικά ανασυντάξαμε τους άνδρες που υ ποχωρούσαν, παρέμενε ως μια μικρή νησίδα μεταξύ των δύο σοβιετικών πολιορ κητικών κριών. Έ π ρ επ ε να συνέλθουμε ταχέω ς και ν’ απαλλαγούμε από την πίεση κατά της θέσεώς μας αμέσως. Μ ιας ώ ρας δισταγμός και οποια δή ποτε διάσ παση θα ήταν α δύνατη. Ο εχθρός είχε ήδη καταλάβει το Σκίτι. Τ α α ντιαρμ ατικά μας όπλα αναρριχήθηκαν επάνω στο λόφο. Ο διοικητής όρμησε μπροστά, ακολουθούμενος α π ό τα παλικάρια μας, ψόφια στην κούραση, αλλά φωνάζοντας δυνατά π α ρ ’ όλα αυτά. Στις πέντε η ώρα το βράδυ ξαναπήρα μ ε το χωριό. Π ολεμώντας με νύχια και με δόντια απω θήσαμε τους Σοβιετικούς πίσω στο δάσος. Άλλη μια φ ορά η κατάστα ση είχε προσωρινώς σωθεί. Ή λ θ α ν διαταγές στο φυλάκιο διοικήσεως της ταξιαρχίας μας ν’ αρχίσουμε μια νέα αποχώ ρηση την επόμενη μέρα. Είχαμε μόνο να κρατήσουμε σταθερά για λίγες ακόμα ώρες, ένα βράδυ, μια νύ κτα και θα είχαμε σώσει όχι μόνον την τιμή μας, αλλά επίσης και τη μάζα των φ ι λιών στρατευμάτων που αποσύρονταν αργά προς τα δυτικά υπό την κάλυψη της δικής μας οπισθοφυλακής. £ Δυστυχώς οι Κομμουνιστές, που μπορούσαν να διαβλέψουν το σχέδιό μας, είχαν αποφασίσει να κάνουν μία όλα για όλα απόπειρα να καταστρέφουν τις θέσεις μας. Για να είναι αποτελεσματική η συρρίκνωση του Kessel του Τσερκάσσυ, έπρεπε να γίνεται τομέα-τομέα. Αυτό ήταν ό,τι είχε α π ο π ειρ α θεί ο εχθρός στο Μόσνυ και αποπειρούταν στα νο τιοανατολικά του Σταροσέλγιε. Αλλά ήταν εις μάτην: ολόγυρα στο Kessel εκατό επιθέσεις απέτυχαν. Τ ο Σκίτι ήταν δικό μας στις πέντε η ώρα το βράδυ. Ο διοικητής επέστρεψε στο διοικητήριο. Σε μια απλή τά φ ρο α π ό ψιλή άμμο αποθέσαμε, ο ένας επάνω στον άλλον, τους αιματοραντισμένους νεκρούς του αγωνιώδους απογεύματος. Εκείνο το απόγευμα, καθώς στήναμε το σχέδιο του επόμενου πρωινού για την α πόσυρση της ταξιαρχίας προς το Ντερνκόβετς, ένας σκοπός είδε μερικούς άνδρες διαμέσου της ψ ιχάλας να καλύπτουν την κάθοδο των στρατιωτών μας που είχαν τρ α π εί σε φυγή, για άλλη μια φορά, επ ί της ανατολικής μας πλευράς. Ο εχθρός είχε για δεύτερη φορά φανερωθεί, είχε εκδιώξει τα αγόρια μας και ξαναπάρει το Σκίτι. Κατευθυνόμενος για τα άλοη από λεύκες στην κοιλάδα και τη σύνδεση ανατολή
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νλτολας
223
- δύση, ο εχθρός θ ’ απομόνω νε το Σταροσέλγιε και θα κατέπνιγε τελικώς τον το μέα μας. Ό λ α έπρεπε να γίνουν πάλι α π ό την α ρ χή δίχω ς καθυστέρηση, με ά νδρες που είχαν νικηθεί δυο φορές μέσα σε μια ημέρα, που ήταν στραγγισμένοι και αποδεκατισμένοι. Η Μ εραρχία με διέταξε ν’ απωθήσω τον εχθρό. Έ π ρ επ ε να ανακαταλάβουμε το λόφο που προστάτευε τη γρα μμ ή της υποχωρήσεω ς και να μην τον αφήσουμε ως τις έξι η ώρα το πρωί, όταν οι δυνάμεις μας στο Σταροσέλγιε θα είχαν κατορθώσει να βγουν από το λαιμό της φιάλης. Τ ο σκοτάδι είχε έλθει. Ο λόφος ήταν σκεπασμένος με έλατα που μεγάλω ναν πολΰ κοντά το ένα με το άλλο. Μ ερικοί Κ όκκινοι ά ρχιζα ν ήδη στα κρυφά την κάθοδο. Α ναρριχηθήκαμε αργά προς τι υψίπεδο διότι τα όπλα μας ήταν βαριά και έπρεπε να προωθηθούμε όσο μακρΰτερα ήταν δυνατό χω ρίς θόρυβο ή μάχη. Ή μ α σ τα ν σαράντα όλοι κι όλοι. Συρθήκαμε για τα τελευταία εκατό μέτρα, κατόπιν πηδήξαμε πάνω. Η έφοδός μας στην εχθροκρατοΰμενη κορυφή προκάλεσε, στιγμιαία, σύγχυση. Κ αταφέραμε να χρησιμοποιήσουμε τα πολυβόλα μας στο μέγιστο και v‘ α πω θή σουμε τον εχθρό πίσω στο Σκίτι, ενώ δυο από τα αντιαρματικά μας πυροβόλα, ανεβασμένα ως την κορυφή παρά την άμμο και τη λάσπη, υποστήριζαν την έφοδό μας. Αντιμέτωποι με αυτήν την αντίδραση οι Κόκκινοι επέλεξαν να γλιστρήσουν α κόμα νοτιότερα. Αυτό ήταν ακόμα χειρότερο για εμάς. Αυτήν τη φορά η επιχείρηση που είχε αποτΰχει δίπλα μας θα επαναλαμβανόταν πίσω μας. Στις μία η ώρα το πρωί, δυο χιλιόμετρα όπισθεν του στάθμου διοικήσεως της τα ξιαρχίας μας, Σοβιετικοί και Γερμανοί μάχονταν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το δρόμο, το μοναδικό μας δρόμο. Μ ικρές ομάδες των SS από τη "Wiking", σφιχταγκαλιάζοντας τη γη σαν παρηλλαγμένα φυτά, αναχαίτιζαν τις αμέτρητες σοβιετικές κρούσεις τελείως μόνοι τους. Ακοΰσαμε τον ορυμαγδό από δο)δεκάδες μαχών με πυρά διά σ πα ρτες σε αρκετά χιλιόμετρα από την ανατολή προς τη δΰση. Ο εχθρός βρισκόταν μ προστά μας, στα δεξιά μας, στ' αριστερά μας, πίσω από τις γρ α μ μ ές μας. Η γρ α μ μ ή που είχα μ ε ν’ ακολουθήσουμε την αυγή ήταν φω τι σμένη από μια γραμμ ή φλεγομένων ισμπών. Παντού άνδρες φώναζαν. Οι ζωές μας, οι ζωές μιας χιλιάδος ανδρών, εξαρτουταν από εκείνες τις φωνές. Ευτυχώς στις πέντε η ώρα ο τομέας εξακολουθούσε να φωνάζει. Κ άψαμε τα αυτοκίνητα, μη δυνάμενοι v‘ αναλάβουμε τριάντα χιλιόμετρα σιροποειδούς βορβόρου. Τ ο μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων μ ας ολίσθησε κα τά μήκος του ποταμού Ολσάνκα προς μια ξύλινη γέφυρα την οποία οι άνδρες μας πέρασαν ακριβώς στο μέρος όπου μια χούφτα SS της "Wiking" κρατούσαν ακόμα
224
Λ εον Ν τεγκρελ
πίσο) τον εχθρό. Λίγοι από τους πολυβολητές μας υποτίθεται πως ήταν v‘ αντισταθούν μέχρι την πλήρη εκκένωση των λόχων μας. Εξετέλεσαν θαύματα για τρεις ώρες. Κ ατόπιν, με την ευλυγισία των φιδιών βρήκαν το δρόμο τους διαμέσου των π ε ριοχών με τα έλατα στο νότο μεταξύ των Σοβιετικών που είχαν ξεχυθεί μέσα από κάθε κατεύθυνση. Ούτε ένας από τους άνδρες μας δεν πιάσθηκε αιχμάλωτος. Ούτε ένα από τα πο λυβόλα μας δεν αφέθηκε πίσω. Στο μέσον ενός διαβολικού καταιγισμού σφαιρών διέσ χισ α ν, τελευ τα ίο ι α π ’ όλους, η κοιλιά στο έδ α φ ο ς, τη ν ξύλινη γέφ υ ρ α του Ολσάνκα. Τινάχθηκε πίσω μας στον αέρα σαν ένας θερμοπίδακας. Μέσα σε επικών διαστάσεω ν λάσπη οι άνδρες μας, τα άλογά μας, τα φορτηγά μας, αναρριχήθηκαν σιην απέναντι όχθη, την κολλώδη σα ρητίνη. Ή μ α σ τα ν δ ια χωρισμένοι από τον εχθρό μόνο από τα φουσκωμένα νερά του ποταμού που μετέ φ εραν χίλια επιπλέοντα α π ο μ εινά ρ ια , τιναγμένα μέσα στην κοιλάδα α πό τις ε κρήξεις.
Τριάντα Χιλιόμετρα Ο γενικός ελιγμός τη ς υποχωρήσεως της 9ης Φ εβρουάριου του 1944 ήταν τερά στιος. Ο ι περικυκλοψένες μ ερ α ρχίες άφησαν τα νότια, τα νοτιοανατολικά, τα α νατολικά και τα τρία τέταρτα των βορειοανατολικών και του βορρά του θυλάκου του Τσερκάσσυ. Α υτός ο θ ύ λα κ ο ς είχε το σ χ ή μ α τη ς Α φ ρ ικ ή ς στα τέλ η Ια ν ο υ α ρ ίο υ . Σ τις 9 Φ εβρουάριου του 1944 η "Αφρική" είχε συρρικνω θεί σε "Γουινέα", διατηρώ ντας μόνον μια διέξοδο, τόσο σημαντική όσο η λίμνη Τσαντ. Αυτή η διέξοδος ήταν το χωριό του Ντερενκόβετς. Η πρωτεύουσα της ρω σσικής μ ας Γουϊνέας ήταν το Κορσούν, σημείο της γενι κή ς σ υ να θ ρ ο ίσ εω ς τω ν σ τρ α τευ μ ά τω ν τω ν π ερ ικ υ κ λ ω μ έν ω ν α π ό τις 28 Ιανουαρίου. Ακριβώς στα νοτιοδυτικά του Κορσούν, ερχόμενα από έξω α πό το Kessel, αρκε τές εκατοντάδες "Τίγρεων" και "Πανθήρ(ον", τα ισχυρότερα γερμα νικά ά ρματα μάχης σ α ς τεθω ρακισμένες μ ερα ρχίες της νοτίου Ρωσσίας, προήλαυναν ξέφ ρε να προς τα εμάς, παρά τη σκληρή αντίσταση. Οι πενήντα ως εξήντα χιλιάδες ανδρών του Kessel απεσύρθησαν μεθοδικώς προς το Κορσούν και διέσωσαν το μέγιστο μέρος του υλικού. Δεκάδες χιλιάδες ανδροόν έπαιρνα ν τις θέσεις τους για την αποφασιστική έφ ο δο. θ α εκινούντο προς τα πάντσερ που έρχονταν προς τα πάνα) από το νότο. Οι δυ νάμεις οπισθοφυλακής θα περιόριζαν την πίεση της σοβιετικής μάζας από βόρεια και ανατολικά ή που ερχόταν ανοδικώς από τα νοτιοανατολικά και νότια.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
225
Τ ο πιο προκεχω ρημένο σημείο αντιστάσεως βορείω ςτου Κορσούν θα ήταν το Ντερενκ(5βετς, στο αριστερό άκρο της πρώην γραμμής μας. Ό λ ε ς οι δυ νά μ εις μ α ς, α π λ ω μ ένες σε πάνω α π ό τρ ιά ν τα χιλ ιό μ ετρ α α π ό το Ντερενκόβετς ως το Σταροσέλγιε και στα νότια του Σταροσέλγιε, είχαν λάβει δια τα γές ν ’ α π ο σ υ ρ θ ο ύ ν στο Ν τερ ενκ ό β ετς στη δ ιά ρ κ ε ια τη ς η μ έ ρ α ς τη ς 9ης Φεβρουάριου. Π ρος την κατεύθυνση της τοποθεσίας αυτής ήταν επίσης να υποχω ρήσει και ο 2ος Λόχος μας, από το βορρά. Από της εκκενώσεως του Λοζοβόκ ο λό χος αυτός βρισκόταν σε κίνηση σε ένα τόξο από τα ανατολικά ως τα βορειοδυτικά. Χωρίς την υποστήριξη κανενός, η ταξιαρχία μας θα καταλάμβανε τη θέση κλει δί του Ντερενκόβετς. Οι μονάδες της W ehrm acht ήταν ανεπτυγμένες επί της δυτικής όχθης της γραμ μής Ντερενκόβετς - Κορσούν. Ο δύσκολος άθλος τους ήταν ν’ αντισταθούν τα μ έ γιστα στην εχθ ρ ικ ή κρούση. Τ ο ανατολικό πλευρό θα π ρ ο σ τα τευ ό τα ν α π ό το Σύνταγμα "Nordland" της Μ εραρχίας "Wiking". Μεταξύ των δύο αυτών πλευρικών μετώπων ένας εξοχικός δρόμος οριοθετημένος από ένα ποτάμι διέτρεχε από το Ντερενκόβετς ως το Κορσούν. Η ζώνη ασφαλείαςτου δρόμου αυτού ήταν φάρδους περίπου είκοσι χιλιομέτρων από την ανα τολή ως τη δύση. Αναντίρρητα, η πιο εκτεθειμένη θέση θα ήταν η δική μας, στο βορειότερο άκρο του διαδρόμου. Έ π ρ επ ε να φράξουμε το δρόμο. Διαφορετικά ο εχθρός, ορμώ νιας σαν το κύμα από τα βορειοανατολικά και τα βόρεια, θα προσπαθούσε σίγουρα να φθάσει στο Κορσούν με την επιδίω ξη ν ’ αποτελειώ σει τα περικυκλωμένα σ τρ α τεύματα μια και καλή. $ Ο 2ος Λόχος ολοκλήρωσε το τελικό στάδιο της υποχωρήσεως στο Ντερενκόβετς χωρίς επεισόδια. Α ντιθέτως, στο άλλο άκρο η αναχώ ρησή μας, π ια σ μ ένη in extrem is καθώ ς ε χθ ρ ικ ά μπουλούκια μας παρενοχλούσαν α δ ιά κ ο π α α π ό χίλιες κατευθύνσεις, επρόκειτο να είναι μια επιχείρηση γεμάτη δράμα. Οι γερμανικές μονάδες που αποσύρονταν α πό τη νοτιοανατολική γραμ μ ή κατευθύνονταν π λ η μ μ υ ρ ο ειδώ ς πίσω στα δυτικά τον ίδ ιο χρόνο όπω ς κι εμείς, οι Κόκκινοι ακριβώς πίσω τους. Ο ποταμός Ο λσάνκα, φουσκωμένος από την τή ξη των πάγων, η γέφυρά του α νατιναγμένη, μας έδωσε λίγων λεπτών ανάπαυλα. Σύμφωνα με τα σχέδια της Ανωτάτης Διοικήσεως, υποτίθεται πως ήμασταν για να φθάσουμε στο Ν τερνκόβετς με το ν’ ακολουθήσουμε σχεδόν παραλλήλως την παλαιά μας γραμμή Σταροσέλγιε - Ντερενκόβετς. Αλλά αυτή είχε δια ρρη χθεί και κυριευθεί δύο ημέρες πριν. Ο δρυμός όπου παραμόνευε ο εχθρός επικρεμόταν (ος βρογχοκήλη με κατεύθυνση το νότο. Ο ι Σοβιετικοί είχαν βρεθεί εκεί με πλήρη ι
226
A eon Ν τεγκρελ
σχύ από τις 9 Φ εβρουάριου και είχαν εγκαταστήσει τα αντιαρματικά τους όπλα. Η φυσιολογική γραμμή υποχωρήσεως χρησιμοποιούσε το νότιο πέρας του δρυ μού αυτού. Τ α γερμανικά φορτηγά που πήγαν μπροστά από την ταξιαρχία μας εί χαν απλώς πέσει μέσα σε μια εκατοντάδα απ ό σοβιετικές σφηκοφωλιές εκεί. Έ να ς από τους επιτελικούς αξιωματικούς μας, ένας βιομήχανος από τη Γάνδη, ένας συνετά σκεπτόμενος και πολιτισμένος άνθρω πος, ευθύς σαν το σπαθί και π ι στός σαν ένας ιππότης, ο Χ αουπτστουρμφύρερ (Λοχαγός) Αντόνισσεν, είχε στα λεί σε μια αποστολή συνδέσμου στο Ν τερενκόβετς. Π ροχώ ρησε επικεφαλής της φάλαγγος. Ό τα ν αυτή έπεσε σε μια ενέδρα, αυτός αμέσως ανασύνταξε το πεζικό που συνόδευε τα πρώτα γερμανικά φορτηγά. Ατυχώς, διηύθυνε εξηντλημένους V olksdeutsche νεοσύλλεκτους τη ς "Wiking", σε υποχώ ρηση α π ό τον καιρό της μ ά χη ς του Σκίτι. Αυτά τα ερ είπ ια φ άνηκαν να προχωρούν προς την κατεύθυνση του εχθρού, κατόπιν, με τους πρώτους πυροβο λισμούς, έσπασαν σε μια άτακτη φυγή. Ο Λοχαγός Αντόνισσεν ήξερε τις παραδόσεις της Βαλλονικής Λεγεώνος. Οι άλλοι το έσκαγαν προς κάθε κατεύθυνση, μα αυτός έμεινε. Π ολέμησε με το υποπολυβόλο του μέχρι τέλους. Μια αντεπίθεση οργανω μένη από τη "Wiking" ξεκαθά ρισε το δρ ό μ ο μια ώρα αργότερα. Έ ν α κορμί κείτεται κοντά σε μια λόχμη τριάντα μέτρα στα ανατολικά του δρόμου. "Ή τα ν ένας πολύ ψηλός ά νδρ α ς που έφερε τα βελγικά χρώ μ α τα ε πάνω στο α ρισ τερό του μανίκι", μας είπε ένας Γερμανός αξιω ματικός εκείνο το βράδυ. Γιατί πολεμούσαμε, για τί είχε πολεμήσει ο Λ οχαγός Αντόνισσεν, εάν όχι για ν’ α ξ ιω ν ό μ α σ θ ε κ α θ η μ ε ρ ιν ώ ς τη ν τιμ ή του ν ’ α ν τιπ ρ ο σ ω π εύ ο υ μ ε ε π ί του Ευρωπαϊκού μετώπου μια χώ ρα μικρή αλλά παλλόμενη α π ό δόξα - το υ π ερ ή φ α νο Leo Belgiern των προγόνων μας; $ Στην ουρά της φάλαγγος, η μόνη γραμμή υποχωρήσεω ς ήταν ένα χωμάτινο μο νοπάτι χαραγμένο μέσα στον άργιλο, κολλώδες σαν πετρέλαιο καύσιμο. Τ ο έδα φος έγινε πολύ απότομο και μπορούσαμε να τραβήξουμε τα φορτηγά μόνο με ελκυστήρες. Στις κοιλάδες τα οχήματα θα ντεραπάριζαν και θα ολίσθαιναν. Είχαμε να διασχίσουμε τις πλημμυρισμένες ρεματιές, μερικώ ς καλυμμένες α κόμα με πάγο. Ο ι τροχοί θα γλιστρούσαν επάνω του, κόβοντας όλο και βαθύτερες εγκοπές. Κάθε πέρασμα αυτών των διαβολικών υδατοδρόμων θα μας κόστιζε ένα ή δύο οχήματα. Α φιχθήκαμε σ’ ένα πλάτωμα που έβλεπε στο δρυμό, ακριβώς μόλις η Μ εραρχία "Wiking" ξεκινούσε την αντεπίθεσή της. Ο ι φάλαγγές μας έπρεπε υποχρεωτικώς να χρησιμοποιήσουν έναν καρόδρομο που έστριβε πίσω προς το νότο. Στο τέρμα λίγων χιλιομέτρων στρίβαμε πάλι ανατολικά. Με το που γινόσουν μέρος αυτού του
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
227
τεράστιου αυτοκινητόφιδου δεν υπήρχε τρόπος να βγεις. Τ ο μονοπάτι ήταν οτενό και το όχημα θα κατρακυλούσε στην άβυσσο. Στη βάση του βουνού ένα χω ριό στεκόταν νωθρό μέσα στους βάλτους, κοντά σε μια λιμνούλα που έλαμπε αμυδρώς. Τ ο μονοπάτι ακολουθούσε το νερό. Γρήγορα μετετράπη σε μια παχύρρευστη, μαύρη σαν κάρβουνο, ζύμη σχεδόν μισό μέτρο β α θ ιά , εντελώ ς α π ρ ο σ π έλ α σ τη . Έ π ρ ε π ε να κ α τα φ ύ γο υ μ ε σε α κ ρ α ία μ έτρ α . Ρίξαμε όλες τις θημω νιές αχύρου και ξερού χόρτου μέσα στην κ ατηφ ορική τρύ πα, κατόπιν προσθέσαμ ε την ψ ά θα α π ό τις ίσ μπες και στην κορυφή εκείνης τις θύρες, τα παραθυρόφυλλα, τα χω ρίσματα και ακόμη και τα τραπέζια , των ο πο ί ων τα πόδια είχαμε αποκόψει. Ό λ ο το χωριό ρίχθηκε μέσα σ’ αυτήν. Ο εχθρός βρισκόταν δύο χιλιόμετρα μακριά. Δεν ήταν η ώρα να είμαστε πονό ψυχοι. Και επ ί αυτών των αθλίων χαλασμάτων, μεταξύ των αποσβολωμένων χωρικών, εκατό φορτηγά κατόρθωσαν να σύρουν έξω τους εαυτούς τους, να πάνε πίσω προς το υπερυψω μένο έδα φ ος κα ιτελικώ ς να φθάσουν στο σταυροδρόμι του δρόμου του Ντερενκόβετς. & Στις πέντε η ώρα το βράδυ ήμασταν σίγουροι ότι είχαμε διασώσει όλους σχεδόν τους άνδρες μας και, το κάλλιοτο όλων, ένα καλό μέρος των μεταφορικών μας μέ σων. Δεν τολμήσαμε να αναμένουμε πιο πολύ. Τ α αεροσκάφ η πολυβολούσαν τις ί σμ πες στο σταυροδρόμι. Είχαμε ένα α π ό θεμ α φωτοβολίδων εκεί. Τ α σοβιετικά μαχητικά το κτύπησαν. Εκατοντάδες κόκκινων, πράσινων, λευκών και βιολετί στα γονιδίων τινάζονταν γραμμοειδώ ς τριγύρω, έπεφταν στα πόδια μας και αποτρέλλαιναν τα τελευταία μας άλογα. Για να φθάσουμε στο Ν τερενκόβετς έπρεπε αναγκαστικά να προσεγγίσουμε το δυτικό σύνορο του κατεχομένου από τον εχθρό δάσους. Η φάλαγγά μ ας έκανε το γύρο του σε μια απόσταση δύο χιλιομέτρων. Η προώ θηση ήταν εκνευριστικά αργή. Π αντού, όλη την ώρα, μισό μέτρο κολ λώδους λάσπης. Γερμανικά φορτηγά που πήγαιναν στο Ντερενκόβετς για να φ θά σουν στο Κορσούν και φορτηγά της Βαλλονικής Τ αξιαρχίας, ήταν αναμεμιγμένα σε μ ια μ α κ ρ ιά , στενή γρ α μ μ ή . Κ άθε λεπτό π ερ ίπ ο υ , ένα κολλημένο ό χη μ α θα μπλόκαρε τα πάντα. Έ π ρ ε π ε να ξεριζώσουμε και κόψουμε τα μικρά κα ρποφ όρα δένδρα τη ς γειτο νικής υπαίθρου, έτσι ώστε να βοηθήσουμε να στεριωθεί ο δρόμος. Έ ν α ς αριθμός αυτοκινήτω ν είχα ν εγ κ α τα λ ειφ θ εί και α να τρ α π εί, οι μ η χα νές τους κα μμ ένες. Π ηγαίναμε πεζοί για το μεγαλύτερο μέρος, οι μύες μας καταπονημένοι από τους σωρούς της λάσπης που προσκολλούταν γερά στα πόδια μας.
228
A eon Ν τεγκρελ
Η νύκτα ερχόταν. Η νευρικότητα μας αυξανόταν. Μας πυροβολούσαν από την άκρη του δάσους. Τ α σοβιετικά αεροπλάνα μας παρενοχλούσαν χω ρίς σχεδόν διάλειμμα. Ξαφνικά, μια πελώ ρια κόκκινη σ φ α ίρ α εξερράγη απ ό το δάσος, ύστερα άλλη μία. "Πάντσερ! Πάντσερ!" ούρλιαξαν οι ξένοι οδηγοί καθώς πετάγονταν έξω από τα οχήματά τους και βάζοντάς τους φωτιά προτού το βάλουν στα πόδια. Ό χ ι, ήταν τα σοβιετικά αντιαρματικά όπλα που πυροβολούσαν επάνω στη φάλαγγά μας. Αυτή δεν ήταν μεγάλη κρίση. Τ α είχαμε δει όλα πριν. Αλλά κάποια από τα καιόμενα φ ορτηγά ανάσχεσαν μ εμ ιά ς όλη την κίνηση. Υ πήρχαν α πο θ έμ α τα χιλιά δων οβίδων και χειροβομβίδω ν στην αυτοκινητοπομπή. Οι εκρήξεις άρχισαν. Κ αθένας έπρεπε να ρίξει τον εαυτό του πρηνηδόν στα λασποχώ ραφ α. Κ ατόρθωσα να πηδήξω επάνω o ‘ ένα άλογο και πρ ο σ π ά θησ α ν’ α νασυντάξω μερικούς απ ό τους ά νδρες και π ροσ πά θησ α να σώσω λίγα ακόμα ο χήματα. Μα ήταν πολύ αργά. Ό λ ο ς ο δρόμος φλεγόταν. Π ερισσότερα α πό εκατό φ ο ρ τηγά καίγονταν απέναντι στο γκριζοβιολετί ουρανό, μια μακριά κόκκινη και ροζ ταινία, διάτρητη από μαύρους πίδακες. Ό λ α τα α ρ χεία μ α ς κα τα σ τρ ά φ η κ α ν, όλα μ α ς τα έγγρα φ α, όλο μ α ς το υλικό. Μόνον οι ένδοξες σημαίες μας ξέφυγαν. Εκείνες οι διοικητές των λόχων τις είχαν μεταφέρει τυλιγμένες γύρω από τα κορμιά τους, κάτω από τα τζάκετς τους από την πρώτη ημέρα της υποχωρήσεως. £ Εκείνη τη νύκτα αρκετές εκατοντάδες ανδρών, τα π ό δια τους τρ εμ ά μ ενα από την κούραση, παρενοχλούμενοι α π ό το σοβιετικό πυρ, εισήλθαν στο βυθισμένο δρόμο του Ντερενκόβετς. Λάσπη, σαν ένας ποταμός λάβας, έρεε προς τα κάτω σε πελώριες κορδέλες στη μικρή κοιλάδα, αποκομμένη από τη λίμνη. Η γέφυρα είχε καταστραφεί. Ο πάγος της λιμνούλας είχε λιώσει. Έ π ρ επ ε να δια σχίσουμε αυτήν τη σκιερή απλωσιά μέσα σε νερό που έφθανε ως επάνω στο στή θος μας. Ανατολικώς του Ντερενκόβετς ο εχθρός υπήρξε πολύ επιθετικός για δύο ημέρες: παρενοχλώντας το 2ο Λόχο στο βορρά, όρμησε ξαφνικά μέσα σ ιο καταφύγιο κα θώς φθάναμε εκεί. Στα νοτιοανατολικά μας βομβάρδισε με αντιαρματικές οβίδες. Μια καταρρακτώ δης βροχή είχε αρχίσει να πέφτει. Στη δ ιά ρ κ εια τη ς νύκτας, τη ς σ η μ α δεμ ένη ς με ρ ιπ ές α π ό σ οβιετικά πολυβόλα, κυλήσαμε μέσα, μισοτυφλωμένοι, πέφτοντας στο βούρκο, εμποδιζόμενοι από τα όπλα μας, σιραγγισμένοι από δύναμη και, σχεδόν, από ελπίδα.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
229
Το Προγεφΰροψα Η Τ α ξ ια ρ χία Εφόδου "Βαλλονία" είχε επιτύχει το to u r de force του ν’ ανασυ γκροτήσει τον εαυτό της στο σύνολό του στο προγεφύρω μα του Ντερενκόβετς. I I κατάστασή μας θα γινόταν κολασμένη αμέσως σχεδόν. Ή μασ ταν διατεταγμένοι πεταλοειδώς γύρω από το χωριό, με μέτωπο προς βορ ρά, βορειοανατολικά και ανατολικά. Από το εσωτερικό του πετάλου του Κορσούν ξεκινούσε ο δρόμος του Κορσούν πίσω μας με κατεύθυνση το νότο. Η ζώνη ασφαλείας αυτής της κυρίας οδού σμικρυνόταν από ώ ρα σε ώρα. Σοβιετικά ά ρμ ατα μ ά χη ς παρενοχλούσα ντις θέσεις της W ehrm acht στα δυτικά του διαδρόμου, σοβιετικοί ελεύθεροι σκοπευτές είχαν ύπουλα διεισδύσει παντού. Από το π ρ ω ί της Π έμ π τη ς οι Κόκκινοι είχαν κατορ θώ σει να πολυβ ολούν τη ν α υ το κ ιν η τ ο π ο μ π ή που κ ινο ύ τα ν β ια σ τικ ά α π ό το Ντερενκόβετς στο Κορσούν. Τ α είκοσι χιλιόμ ετρα ασφ αλείας είχαν γίνει, σε λιγότερο από μια μέρα, ένα ή δύο χιλιόμετρα. Η νοτιοανατολική και ανατολική πλευρές ήταν, θεωρητικώς, προσιατευόμενες σε μεγάλο βαθμό. Τ ο Σύνταγμα των SS "Nordland" ήταν ν’ αναχαιτίσει τον εχθρό σε αυτήν την κατεύθυνση, γύρω στα δέκα χιλιόμ ετρα απ ό την κοιλάδα. Χ άρη σ ’ αυτήν την κάλυψη το προγεφύρω μά μας στο βόρειο τέρμ α του διαδρόμου θα ή τα ν ικανό ν ’ α ντέξει για όσο θα ή τα ν α π α ρ α ίτ η το . Η γενική α να σ ύ ντα ξη στο Κορσούν μπορούσε έτσι να γίνει ομαλά. Δυστυχώς, το Σύνταγμα "N ordland" από την Π έμπτη είχε άσχημα πληγεί. Έ ν α εχθρικό παλιρροιακό κύμα το είχε ρίξει πίσω, στον τελευταίο λόφο που κάλυπτε το δρόμο μας μεταξύ Ν τερενκόβετς και Κορσούν, κάπου επτά χιλιόμετρα πίσο) μας. Σχεδόν χάσαμε τα πάντα τότε. Ο διάδρομος δεν ήταν πια περισσότερα από λί γες εκατοντάδες μέτρων φ ά ρ δο υς συνολικά. Σ φ α ίρες τον διέσχιζαν και στις δύο κατευθύνσεις. Στα νέα α υ τά ο υ π ο σ τ ρ ά τ η γ ο ς Γκίλλε θύ μ ω σ ε τ ρ ο μ ε ρ ά . Ο δ ιο ικ η τή ς του "N ordland" έλαβε μ ια θύελλα αναθεμάτω ν δια του τηλεφώ νου εκστρατείας και διετάχθη να πάρει πίσω το χαμένο έδαφος στη στιγμή. Αλλά στο μ εσ οδιάσ τη μ α τα νικ η φ όρα σοβιετικά στρατεύματα ορμούσαν στο Ν τερενκόβετς με σκοπό να μ α ς επιτεθούν εκ των νώτων. Στην αρχή του απογεύ ματος εμφανίσθηκαν στα νοτιοανατολικά, κοντά στις πιο υπερυψωμένες ίσμπες. Τ ο Ντερενκόβετς ήταν μια απλωμένη πολίχνη, τα σπίτια του στημένα πολύ μ α κριά το ένα από το άλλο. Από μια στρατηγική θεώ ρηση, οι Κόκκινοι μόλις είχαν φθάσει στην πιο σημαντική τοποθεσία. Εκείνο το βράδυ ο εξοπλισμός τους θα ε γκαθίστατο και εμείς θα πιανόμασταν στα διασταυρούμενα πυρά των σοβιετικών χειροβομβίδω ν και πυροβολικού.
230
Λ εον Ν τεγκρελ
Εξακολουθούσαμε να διαθέτουμε λίγα στρατεύματα. Κάθε πλήγμα κακοτυχίας φ έρνει και την π α ρ η γο ρ ιά του. Ο ι εκατοντάδες των χω ρίς φορτηγά οδηγών και οι χω ρίς πυροβόλα πυροβολητές α πάρτιζαν αυξανό μενες εφεδρείες καθώς ο βούρκος κατάπινε το υλικό μας. Αμέσως τους μετατρέ ψαμε σε πεζικάριους, οι οποίοι πολύ χρήσιμα ενίσχυσαν τους αποδεκατιομένους λόχους μας. Έ να ς αξιω ματικός του πυροβολικού, ο υπολοχαγός Γκράφφ, εστάλη ν’ ανακαταλάβει την πλαγιά του Ντερενκόβετς επικεφαλής περίπου πενήντα από τους πρώ ην άνδρες του. Η υπερηφ άνεια μπήκε στην υπόθεση. Ο ι ά νδρες του πυροβολικού, τους ο π ο ί ους οι στρατιώτες της πρώτης γραμμής συχνά πείραζαν, επιθυμούσαν να τους δώ σουν ένα χορταστικό θέαμα. Κ ατάφεραν στους Κόκκινους τέτοια πλήγματα, που αυτοί απεσύρθησαν δύο χιλιόμετρα στα νοτιοανατολικά. Π ήραν πολυάριθμους αιχμαλώτους και, σαν τελευταία πινελιά, κατέλαβαν ένα μύλο και ένα γεω ργικό συγκρότημα δια της βίαιης εφόδου ενός υψώματος. Οι άνδρες του "N ordland" ήταν κάπω ς αμήχα νοι όταν, κοπιάζοντας, κατά την εξέλιξη της αντεπιθέσεώς τους έφθασαν στον τομέα που είχαν χάσει πριν από α ρ κετές ώρες. Μια χούφτα λασπωμένων και εύθυμων Βαλλόνων μαδούοαν ήδη κο τόπουλα, έκοβαν μπέικον, τεμ ά χιζα ν τουρσιά , π ρ ο ετο ιμ ά ζο ντα ς, με τις χ ειρ ο βομβίδες τους σ ιις ζώνες τους, ένα διακριτικά ηρωικό φαγοπότι. $ Κράτησαν ακλόνητα τη θέση αυτή. Οι πυροβολητές μας ήταν υπερήφανοι. Και το αποτέλεσμα ήταν ωραίο. Μα παντού αλλού ο κίνδυνος τραβούσε ξανά τη θηλιά του σφικτότερα, α ιμα τη ρά. Τ α ανατολικά του Ν τερενκόβετς παρενοχλούνταν ά γρια. Ο ρδές Μογγόλων ορμούσαν μέσα a n ‘ όλες τις μεριές και ρίχνονταν σε ο μ ά δες που ούρλιαζαν επ ί των μικρών μας φυλακίων. Α πωθηθήκαμε ακριβώ ς έξω από την κωμόπολη. Τ ο βράδυ η κατάσταση ήταν αυτή: το πρ ο γεφ ύρ ω μ α στο Ν τερενκόβετς ήταν π ρ α κ τικ ώ ς α π ο κ ο μ μ έν ο . Π ίσ ω μ α ς, στο μ έσ ο ν τη ς δ ια δ ρ ο μ ή ς μ ετα ξύ Ντερενκόβετς και Κορσούν, ο διάδρομος διέθετε μόνο μια πολύ μικρή ζώνη π ρ ο στασίας να έχει α πομείνει στο χωριό του Α ρμπουσίνο. Μ πορούσε ν’ α π ο κ ο πεί ανά πάσα στιγμή, στην οποία περίπτωση, περ,ικυκλωμένοι οτο Ντερενκόβετς, η μοί ρα μας θα σφραγιζόταν. Ακόμη περισσότερο, ο εχθρός θα ήταν δυνατό να διεισδύσει από το Αρμπουσίνο στο Κορσούν, όπου πενήντα χιλιάδες άνδρες, παγιδευμένοι μέσα στο βούρκο μ α ζί με τον εξοπλισμό τους, μόλις άρχιζαν ν' ανασυντάσσονται, προσδοκώντας βοή θεια από τα νοτιοδυτικά. Τώ ρα, η βοήθεια εκείνη φαινόταν όλο και περισσότερο προβληματική. Η φ ά λαγγα των γερμανικών αρμάτων μάχης που υποτίθεται ήταν να μας απελευθερώ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
231
σει βρισκόταν ακόμη σαράντα χιλιόμετρα μακριά από το Κορσοΰν. Αυτή, επίσης, βυθιζόταν σε θάλασσες λάσπης. Τ α πράγμα τα έδειχναν κατηφή παντού. Τ α νέα ήταν όλα καταστροφικά. Τ α περικυκλωμένα στρατεύματα βρίσκονταν στο τέλος της δύναμής τους. Δεν υπήρχαν σχεδόν άλλα πυρομαχικά ή φαγητό. Ο ι άνδρες ήταν μισοπεθαμένοι από την κούραση. Π όσο πολύ ακόμα θα μπορούσ αμε ν’ αναχαιτίσουμε την κρούση ενός εχθρού που ήξερε πω ς ήμασταν γονατισμένοι; Θα συγκέντρωναν τα ά ρμ α τα μά χη ς από τη δύση αρκετή δύναμη για να διασ πάσουν την κύκλωση και την απίστευτη λ ά σπη; Στην πιο αισιόδοξη περίπτωση, δεν είχαμε περισσότερες από λίγες ημέρες π ρ ο τού να υποκύψουμε. Εκείνη τη νύκτα μια μυστική επικοινωνία από το επιτελικό γραφ είο της μ ερ α ρ χία ς προς το διοικητή της τα ξια ρ χία ς μας δεν άφησε άλλη ελπίδα. "Έ χουμε μ ό νον τέσσερις ή πέντε πιθανότητες στις εκατό του να ξεφ ύγουμετην ολοκληρωτι κή καταστροφή." Στο μικρό σταθμό διοικήσεως, μουσκεμένο από την καταρρακτώδη βροχή, κοι τάξαμε ο ένας τον άλλον, το αίμα μας να τρέχει κρύο. Ε ίδα μ ε τα π ρ ό σ ω π α των π α ιδ ιώ ν μ α ς, πολύ μ α κ ρ ιά , όπω ς σ ’ έναν α ντικ α το πτρισμό. Η ώρα που όλα θα ήταν χαμένα δεν ήταν μακριά. £ Η νύκτα της Π έμπτης 10 Φεβρουάριου, προς Π αρασκευή 11 Φ εβρουάριου, πέ ρασε με συγκεχυμένες και πολλαπλές μάχες. Δεν μπορούσαμε πια να δούμε ένα μέτρο μπροστά μας. Ο αέρας δεν ήταν παρά ατόφ ιο νερό. Τ ο έδα φ ος ήταν ένας ποταμός στον οποίο βυθιζόμασταν ως τα γό νατά μας. Σαν τους φρύνους, οι Σοβιετικοί ορμούσαν σε σμήνη παντού διαμέσου της μ αύ ρης λάσπης. Σ φ αίρες συνέχιζαν να έρχονται κάθε ένα ή δύο λεπτά από το ίδιο σημείο. Μας πήρε ένα τέταρτο της ώρας για να βρούμε το μέρος όπου πρέπει να κρυβόταν ο ε λεύθερος σκοπευτής. Τ ίποτα δεν υπήρχε εκεί παρά μια λιμνούλα όπως όλες οι άλ λες. Είχε ξεγλιστρήσει σιωπηλά π έρ α και είχε σ τηθεί σε μια άλλη, γεμάτη νερό, σκιερή τρύπα. Μόλις που είχαμε μετακινηθεί, όταν σφαίρες άρχισαν ξανά να π ερ νούν σφυρίζοντας, κοφτερές, βάρβαρες, εκνευριστικές. Ο λόγυρά μας τα βλήματα θα διασταυρώ νονταν και εκρηγνύονταν σε τοίχους, πόρτες και στέγες. Ο ι άνδρες μας, που δεν είχαν κοιμηθεί για μια εβδομάδα, τα ρούχα τους κολλη μένα στα κορμιά τους, ένιωθαν πως θα παραφρονούσαν.
232
A eon Ν τεγκρελ
Η Μ εραρχία τηλεφω νούσε στο σταθμό διοικήσεω ς κάθε ημίω ρο. "Π ρέπει να κρατήσετε! Π ρ έπ ει να κρατήσετε!" Εάν χάναμε ένα σπίτι έπρεπε να το ξαναπάρουμε αμέσως, μέσα στο σκοτάδι. Οι Κόκκινοι ξεγλιστρούσαν μέσα ανάμεσά μας. Συνεχίσαμε να τους τσακώνου με μέσα στο σκοτάδι. Θ α τους πα ίρνα μ ε στο διοικητήριο, ασουλούπωτα τέρατα του βάλτου, απω θητικά από τη λασπουριά, τα ζυγωματικά τους επίπεδα και κόκ κινα, γελώντας μέσα από τα κίτρινά τους δόντια. Ό λ ο ι τους έλεγαν πως ήταν δέκα φορές ισχυρότεροι από εμάς. Ύ στερα, θα κα τα β ρ ό χθ ιζα ν ο τιδή π ο τε, θα έπ εφ τα ν για ΰπνο ο π ο υ δ ή π ο τε, ρ ο χα λ ίζο ντα ς και μουρμουρίζοντας, μέσα σε μια αναγουλιαστική μπόχα α π ό λιγδωμένα και βρεγ μένα ρούχα.
Πέντε λεπτά πριν από τα Μεσάνυκτα Τ ην Π αρασκευή το πρω ί το Ν τερενκόβετς εξακολουθούσε να κρατάει. Η ανατολική και δυτική πλευρές του δρόμου του Κορσούν είχαν αντέξει, αν και σχεδόν παντού οι σοβιετικοί τυφεκιοφόροι είχαν ύπουλα παρεισφρύσει ανάμεσα στα βάτα και στις λόχμες κατά μήκος του δρόμου. Ο ι Σ οβιετικοί ήξεραν πολύ καλύτερα α π ό εμ άς πόσο καλά μ ας είχαν περικυκλωμένους. Για αρκετές ημέρες τα αεροσκάφη τους μας έριχναν φυλλάδια στα ο ποία μας περ ιέγρ α φ α ν, πλήρω ς στοιχειοθετημένα, την απελπιστική μ α ς κ α τά σταση. Έ δω σ α ν τον κατάλογο των κυκλωμένων μονάδων και α νέφ εραν ξεχω ρι στά τη δήθεν "Βαλλονική Μ ηχανοκίνητη Ταξιαρχία". Γίνονταν όλο και περισσότερο επινοητικοί στην τέχνη της προπαγάνδας. Τυπικά, μια λευκή σημαία θα κυμάτιζε. Έ ν α ς σοβιετικός στρατιώτης θα προχωρούσε, φέροντας ένα φάκελλο απευθυνόμενο προσωπικώς στο Στρατηγό της Μ εραρχίας ή του Σώματος Στρατού. Θα ήταν μια χειρόγραφη επιστολή από ένα Γερμανό στρα τηγό, πιασμένο αιχμάλωτο, ο οποίος είχε προσχωρήσει οτον εχθ ρ ό 2. Αυτός ο πράκτωρ θα πρότεινε επιμόνως, στο όνομα των σοβιετικών κυρίων του, την έντιμη π α ράδοση του Kessel. Κ αθημερινώ ς αποστέλλονταν φω τογραφ ίες από την ίδια ταχυδρομική υπη ρε σία, φω τογραφ ίες αιχμαλώ των πιασμένω ν την προηγούμενη μέρα, καθισμένων σ’ ένα τραπέζι μαζί με τον εν λόγω στρατηγό, τελείως ζωντανοί και καλοφροντισμένοι. Στις ένδεκα η ώρα την Π αρασκευή, 11 Φ εβρουάριου του 1944, μετά που η συ νηθισμένη λευκή σημαία είχε υφο)θεί, δύο πολύ σωστοί σοβιετικοί αξιω ματικοί εμφανίσθηκαν, φέροντες ένα μήνυμα από τη σοβιετική Ανώτατη Διοίκηοη για τον επικεφαλής διοικητή των κυκλωμένων δυνάμεων. Το μήνυμα ήταν ένα τελεσίγραφο. Οι δύο εχθροί αξιω ματικοί πέρασαν πίσω από τις θέσεις μας και έγιναν δεκτοί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
233
με ευγένεια. Τ ο σοβιετικό τελεσίγραφο ήταν κ αθαρό και σαφές: "Είτε θα π α ρ α δοθείτε και θα έχετε μεταχείριση ως γενναίοι στρατιώ τες ή η επίθεση θα εξα πο λυθεί στις 13:00 και θα εξολοθρευθείτε". Τ ο τελεσίγραφο απερρίφ θη α κ α ρ ια ίο ς και κατηγορηματικώς. Συνοδεύσαμε πί σω τους δύο σοβιετικούς αξιω μ α τικούς μέσα α π ό το βόρβορο ως τις δικές τους γραμμές, επιβιβασμένοι επ ί ενός τρανταζομένου ελκυστήρος. Οι Σοβιετικοί δεν καθυστέρησαν την ανταπόδοσή τους. Α μέσως μετά το μ εσ η μ έρι, ολόγυρα στο τρ ο μ α κ τικ ά π ερ ιο ρισ μ ένο Kessel, ο Κόκκινος Στρατός ξεπετάχθηκε α π ό την κάλυψή του. Επιτέθηκε a to προγεφύρω μά μας στο δρόμο Ντερενκόβετς - Κορσούν με οργή. Τ ο αποτέλεσμα ήταν αβέβαιο. Οι γερμανικές δυνάμεις είχαν αρχίσει να ανασυντάσσονται στο Κορσούν δύο η μέρες νωρίτερα. Γνωρίζαμε πως η τελική μ ά \η επρόκειτο ν’ αρχίσει, πως δεκάδες χιλιάδες ανδρών λάμβαναν θέσεις και θα έριχναν τους εαυτούς τους στην έφοδο με την ενεργητικότητα της απελπισίας. Έ ν α ρα διοτηλεγρά φ η μ α α πό τη γερ μ α νική Ανώτατη Δ ιοίκηση μ α ς έκανε έκκληση να συνδυάσουμε τις δυνάμεις μας. Επρόκειτο να οτείλουν, σε μ ια τελευταία π ροσ π ά θεια , όλα τα πάντσερ που τους είχαν μείνει. Θα έπρεπε να διακινδυνεύσουμε τα πάνια. Ο ι Σοβιετικοί μας πίστευαν ανεπανόρθω τα χαμένους. Για τις δύο τελευταίες εβδομάδες οι επιθέσεις τους δεν είχαν επιτύχει. Ή θελ α ν να επιταχύνουν και να εκβιάσουν το τέλος. Με το τελεσίγραφό τους να έχει απορριφ θεί ασυζητητί, η επίθεσή τους ξέσπασε α π ’ όλους τους τομείς. £ Τ ο βράδυ εκείνο ο δ ιά δ ρ ο μ ο ς του Κορσούν γινόταν όλο και στενότερος. Α \λά στο Ν τερενκόβετς η τα ξ ια ρ χ ία μας δεν είχε χάσ ει μια ίντσα κήπου ή ένα μέτρο φράκτου. Οι σιρατκότες μας ήταν μπηγμένοι σα στύλοι στο έδαφος. Από εκεί και πέρα δε μετακινούνταν με τίποτα. Π άντσερ θα μπορούσαν να είχαν πέσει από τον ουρα νό και αυτοί δε θα είχαν δείξει την πα ραμικρή έκπληξη. Είχαμε λάβει νέες διαταγές. Η σο β α ρ ό τη ςτη ς καταστάσεως ήταν τέτοια που η διά σ π α σ η θα επ ισ π ευ δό τα ν. Τ η ν επ ό μ ενη η μ έρα , Σ άββα το, 12 Φ εβρουάριου 1944, ο κυκλωμένος στρατός θα έκανε την τελευταία του α πό π ειρ α και θα έπλητ τε διαμέσου του εχθρού προς τα νοτιοδυτικά. Στις τέσσερις η ώ ρα το πρω ί θα εκ κενώναμε το Ν τερενκόβετς και θα εντασσόμασθαν στο κύμα της εφόδου στο νό τιο τέρμα του Kessel. Τ ο Σύνταγμα "Nordland" θα ενίσχυετην οπισθοφυλακή στο Αρμπουοίνο, καλύπτοντας το Κορσούν. Αλλά ήταν μόλις επτά η ώρα το βράδυ. Ή τα ν μια ατέλειωτη αναμονή!
234
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Ό λες σχεδόν οι γραμμές ήταν ροκανισμένες και διεσπασμένες. Θα μπορούσαμε να καταφέρουμε να κρατήσουμε για εννέα επιπλέον ώρες, ό πως διετόχθη; Δε θα έσπαγε ξαφνικά και υποχωρούσε μέσα σε μια τρομ ερή κα ταστροφή ολόκληρο το προγεφύρω μά μας; Σφαίρες κροτάλιζαν επάνω στο αυλακωτό μέταλλο που έσταζε κάτω από την κα ταρρακτώ δη βροχή. Π οτέ πριν δεν είχε βρέξει στη γη με τέτοια βιαιότητα. Παντού ουρλιαχτά έσχιζαν τον αέρα. Στις μ ία η ώ ρα το π ρ ω ί τα π ρ οκ εχω ρη μ ένα μ α ς φ υλάκια στα ανατολικά απεσύρθησαν. Ή δ η οι Σοβιετικοί, σαν ερπετά της λάσπης και της νύκτας, γλιστρού σαν μέσα στις ίσμπες. Μην πυροβολώντας πια, μην ανασαίνονιας μια λέξη, οι άν δρες μας πή γα ν κάτω π ρ ο ς την απλω μένη λιμνούλα, αρκετώ ν εκατοντάδων μ έ τρων πλάτους, την οποία διέσχισαν με το νερό ως πάνω στα στήθη τους, τα όπλα τους κρατημένα στα υψωμένα τους χέρια. Μέσα στο σκοτάδι κοιτάζαμε εξεταστικά το μαύρο νερό α π ό το οποίο ξεπρόβαλαν γυαλιστεροί σα φώκιες. Στα βορειοδυτικά και στα δυτικά οι πυρ ο β ο λισ μ ο ί εντάθηκαν. Σ φ α ίρ ες π ε ρ νούσαν συρίζοντας, κατόπιν χάνονταν ή πατικώνονταν επάνω σε εμπόδια. Αλλά ξαφνικά αποσβολωθήκαμε από το θορυβώδες βουητό ενός υπόκωφου βρό ντου: άρματα μάχης! Τ α σοβιετικά ά ρ μ α τα είχαν μόλις α φ ιχθ εί στα β ορειοδυτικά, αρκετές εκ α το ντάδες μέτρων μ ακριά από εμάς, κινούμενα προς την κατεύθυνση του ασφαλτο στρω μένου δρόμου όπου τα τελευταία μ α ς φ ο ρ τη γά ήταν π α ρ α τετα γμ ένα στις σκιές. Μόνον εκείνα μπορούσαν να μας σώσουν το τελευταίο λεπτό. Ή τα ν ο ήχος του θανάτου, αυτό το μεγαλοπρεπές κύλισμα των ερπυστριών. Ούτε πέντε λεπτά θα περνούσαν προτού ο όλεθρος να βρεθεί α π ό πάνω μας. Α να π ή δ η σ α π ρ ο ς ένα α ν τια ρ μ α τ ικ ό ό π λ ο α φ η μ έ ν ο κ οντά στο δ ρ ό μ ο . Βοηθούμενος από ένα στρατιώτη, το γύρισα ένα κύκλο. Αλλοι στρατιώτες προσέτρεξαν στη 4 >ωνή μου και στοχέυσαν με ένα άλλο όπλο. Εξαπολύσαμε μια κόλαση πυρός από ορμητικές οβίδες, εξαναγκάζοντας τα εχθρικά άρματα ν’ ακινητοποιηθούν. Ή τα ν μία και τριάντα το πρωί. Π ίσω από τα ά ρμ α τα μάχης, οι Ρώσσοι π εζικά ριοι είχαν συρθεί εντός κ ά μ π ο σων δωδεκάδων μέτρων από εμάς. Πυροβολούσαν στα τυφλά το μαύρο δρόμο. Έ π ρ επ ε να διατηρούμε τα φορτηγά σε κίνηση χω ρίς διακοπή, πίσω και μπρος, περιμένοντας για εκατοντάδες συντρόφων μας να σκαρφαλώσουν έξω από τη μι κρή λίμνη. Καθώς έφθαναν στο δρόμο έριχναν τους εαυτούς τους επάνο) στα οχήματα. Μα οε κάθε φόρτω μα μερικοί έπεφταν πίσω στο χώμα, θανάσιμα τραυματισμένοι. Στις 04:00 π.μ. οι άνδρες της τελευταίας διμ ο ιρία ς της οπισθοφυλακής ενώ θη καν με μας. Βιαστικά φορτώ σαμε τα δύο α ντιαρματικά μ ας όπλα επάνω στα τε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
235
λευταία φορτηγά. Τ ο προγεφ ύρω μ ά μας στο Ν τερενκόβετς είχε κρατήσει ως το τέλος δίχω ς την παραμικρή δυσκολία και επακριβώ ς στο χρονοδιάγραμμα. Τ ο Αρμπουσίνο φλεγόταν. Τ ο Σύνταγμα "Nordland" είχε ξαναλάβει κάλυψη π ί σω από την τεράστια πυρκαγιά. Π ιο μακριά, λίγα αεροπλάνα κείτονταν θλιβερά, τα ρΰγχη τους μέσα στη λάσπη. Τ ην αυγή φ θάσαμε στο Κορσούν. Η ταξιαρχία μας το έκανε ζήτημα τιμής το v‘ αποβιβ ασ θεί α π ό τα φορτηγά, να ανασυνταχθεί και να εισέλθει στην πόλη με α πόλυτη τάξη, τα κεφάλια ψηλά, τραγουδώ ντας σα σε παρέλαση.
Αναχώρηση από το Κορσούν Τ ο Κορσούν ήταν μια αξιοθαύμαστη πόλη. Λαμπρυνόταν στα νοτιοανατολικά από μια πολΰ βαθιά λίμνη, αρκετών χιλιομέ τρων μήκους. Αυτή η λίμνη, οριοθετημένη από πράσινες, γαλάζιες, λευκές και κόκ κινες ίσμπες, πλαισιωμένη από λόφους με χαλκόχρωμους θάμνους και κυκλωμέ νη α πό έναν α μ μ ώ δη δρόμο, τελείωνε σ’ ένα γιγαντιαίο φ ράγμα. Τ ο νερό κ α τη φόριζε απότομα επάνω σε πελώριους κόκκινους και πράσινους βράχους, υστέρα γύριζε κι απομακρυνόταν βρυχοΰμενο α π ό τις δυο μεριές ενός στιλπνού νησιού, το οποίο έφερε επ ί της κορυφής του ένα παλαιό, λευκό μοναστήρι με κομψούς α νατολίτικους τρούλους. Π ενήντα μέτρα πάνω από το αναπηδόν νερό, ο βαγκνερικός βρυχηθμός του κα ταρράκτη υψωνόταν σ’ ένα σκοτεινό κι επιβλητικό βράχο. Ή τα ν εκεί που όλοι οι νεκροί της Μ εραρχίας "Wiking" και της Τ α ξια ρ χία ς Εφόδου "Βαλλονία" ετάφησαν. Μ ετά από κάθε μ ά χη τους είχα μ ε φ έρ ει σ' αυτό το πα νίσχυρο και μ α κρινό ακρωτήρι, υψηλό μέρος θανάτου και δόξας. Από εκεί θα μας έβλεπαν να φεύγουμε κατά μήκος της μεγάλης λίμνης, προς τη θυσία ή την απελευθέρωση. £ Τ ο Kessel συνέχισε να συρρικνώνεται: λίγα χιλιόμετρα μετώπου στα βόρεια του Κορσούν, λίγα χιλιόμετρα στα νοτιοδυτικά: ένα διπλό παραπέτασμα προστασίας από πλευρική φρουρά. Αυτό ήταν όλο. Στην αρχή το Kessel ήταν μεγάλο όσο το Βέλγιο. Τώ ρα ήταν μικρότερο από μια γαλλική επαρχία. Ο εχθρός κτυπούσε σκληρότερα απ ό ποτέ. Ή τ α ν α πα ρ α ίτη το - καθ(ός η α π ό συρση εξελισσόταν - να πάρουμε, στα νοτιοδυτικά, τα εγκαταλελειμμένα χιλιό μετρα στα ανατολικά και βόρεια. Είχαμε αποσυρθεί από το Ντερενκόβετς. Επτά
236
A eon Ν τεγκρελ
χιλιόμετρα χάθηκαν έτσι. Τ α γερμανικά κύματα εφόδου θα όφειλαν να κατακτή σουν επτά άλλα οτα νοτιοδυτικά πριν το βράδυ· διαφορετικά οι πενήντα χιλιάδες ανδρών του Kessel θ’ ασφυκτιούσαν μέχρι θανάτου λόγω ελλείψεως χώρου για να κινηθούν. Τ ώ ρα, στις ένδεκα η ώρα το πρω ί, καθώ ς ο διοικητής και εγώ λαμβάναμε δ ια ταγές στη Μ εραρχία, είδαμε τον Γκρουππενφύρερ (Υποστράτηγο) Γκίλλε να κοκ κινίζει ενώ ήταν στο τηλέφωνό του. Είχε λάβει καταστροφικά νέα. Τ ο Αρμπουσίνο, το οποίο υποτίθεται πως ήταν για να χρησιμεύσει ως φ ραγμός μέχρι την επόμενη μέρα, είχε μόλις πέσει στα χέρια των Σοβιετικών. ΓΙροήλαυναν με πλήρη ταχύτητα κατά του ιδίου του Κορσούν. Ο υποστράτηγος άρπαξε το χονδρό του ραβδί, πήδηξε μέσα σ' ένα Φολκσβάγκεν και έφυγε βιαστικά με κατεύθυνση το Αρμπουσίνο. Ή τα ν δύσκολο ν’ αντισταθείς το θυμό του υποστρατήγου Γκίλλε. Τ ο χωριό ανακατελήφθη και ο φραγμός επανεγκατεστάθη. Πάνω στην ώρα! & Η επίθεση της μεραρχίας μας στα νοτιοδυτικά βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη για αρκετές ώρες. Δεν είχε επιτύχει τόσο καλά όσο επιθυμούσε ο Γερμανός διοικητής. Ο ι Κόκκινοι πολεμούσαν σκληρά. Έ ν α χω ριό είχε καταληφθεί έξι χιλιόμετρα α πό το Κορσούν. Π αρατηρήσαμε αρκετές προω θήσεις επ ί των πλευρών. Μα ο εχθρός μας πίεζε α πό πολύ κονϋά. Τ ώ ρ α χρειαζόμασταν ταχεία και ολο κληρωτική επιτυχία. Διαθέταμε μία ή δύο, το πολύ, ημέρες. Ζητήθηκε από τα στρατεύματα να κάνουν μια υπεράνθρω πη προσπάθεια. Και οι αξιω ματικοί και οι στρατιώτες δεν είχαν την ελάχιστη ανάπαυση για δέ κα ημέρες. Διατηρούμασταν από τη σ φ οδρή ενεργητικότητα που μόνον η άμεση γειτνίαση με το θάνατο δίνει. Από το Μόσσνυ δεν είχα κοιμηθεί μια ώρα για μια εβδομάδα. Καταπολεμούσα τον ύπνο μόνο με το να καταπίνω χά πια Π ερβιτίν, ένα φ άρμακο με το οποίο εφο διάζονταν οι πιλότοι για να τους κρατάει ξύπνιους κατά τη διάρκεια μακρο)ν π τή σεων. Στην πραγματικότητα ήταν αδύνατο να βρεις ενός λεπτού ανάπαυλα. Τ α τηλέ φωνα σιο σταθμό διοικήσεως κτυπούσαν πενήντα ή εξήντα φορές τη νύκτα, όποτε ο εχθρός διασπούοε τις θέσεις μας. Θ α έπρεπε να σπεύσω γρήγορα σ ιο κρίσι μο σημείο, να πάρω όλους τους άνδρες που μπορούσα να βρω και να ρίξω τον ε αυτό μου ψυχή τε και οώματι στην αντεπίθεση με εκείνους. Δεν έμενε από εμάς τίποτε πα ρά ένα μάτσο νεύρων. Πόσο περισσότερο μπορούσαν ν’ αντέξουν τα νεύρα μας; Τ α πυρομαχικά μας είχαν χρη σ ιμ οποιηθεί εντελώς στις σφοδρές μάχες των τε λευταίων δύο εβδομάδων. Για μια εβδομάδα ούτε ένα αεροσκάφος δεν είχε κατα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
237
φέρει να προσγειωθεί. Ή τα ν μόνο με ρίψ εις δ ι’ αλεξιπτώτου που ο περικυκλωμένος στρατός μπορούσε ακόμη να λαμβάνει τα απαρα ίτη τα για να πολεμήσει. Δεν είχαμε καλά-καλά φθάσει στο Κορσούν, όταν ακούσαμε το γουργουρητότων αεροπλάνω ν στο χαμ η λό και βρ ο χερ ό ουρανό. "Ενα σύννεφο α π ό λευκά αλεξί πτωτα έπεσε μέσα από την ψιχάλα. Νομίσαμε αρχικώ ς ότι ήταν μια σοβιετική αεραπόβαση, η τελευταία φάση του αγώνος. Κατόπιν, αντί για σώματα που να κρέμονται κάτω από τους μεταξωτούς θόλους, είδαμε χονδρά, ασημένια τσιγάρα. Καθένα τους περιέκλειε είκοσι πέντε κιλά φυ σιγγίων ή μικρά κουτιά μιας συμπυκνωμένης, πικρής σοκολάτας που βοηθούσε ν’ απομ ακρύνειςτην υπνηλία. Χ άρη σε αυτά τα δώρα του αέρος, κάθε μονάδα μπορούσε πάλι να λάβει μια λο γική μερίδα πυρομαχικών. Ο ι φ ουρνάρηδες του Κορσούν ζύμωσαν μια τελευταία φουρνιά α π ό κουραμά νες. Αυτό, μαζί με την αλεξιπτωτισθείσα σοκολάτα, ήταν το μόνο φαγητό που δ ια νεμήθηκε στα στρατεύματα την 13η Φ εβρουάριου 1944. Καθώς έπαιρνε το ψ ω μί του, κάθε στρατιώτης ήξερε πως ήταν το τελευταίο ψω μί που θα λάμβανε προτού είτε επικρατήσει είτε πεθάνει. $ Η αναχώ ρησή μας προς την κατεύθυνση της μ ά χη ς στα νοτιοδυτικά ήταν ρυθ μισμένη για τις 23:00 η ώρα. Διασκεδάσαμε ακόμα ορισμένες ψευδαισθήσεις, γιατί ο Γερμανός διοικητής εσκεμμένως έδινε κατασκευασμένη πληροφ όρηση, δηλαδή αισιόδοξη πληροφ ό ρηση. "Ηταν καλύτερα, σίγουρα, το να μη λες τα πάντα. Εάν γνω ρίζαμε την αλή θεια, θα είχαμε εγκαταλείψ ειτην προσπάθεια. Εάν ά κουγεςτου ς ανώ τερους αξιω ματικούς, η επόμ ενη μέρα, Κ υριακή, θα έ βλεπε το τέλος της δυστυχίας μας. Υ πήρχαν λίγα ακόμα χιλιόμετρα μόνο να δ ια σχίσουμε. Τ ο πιστεύαμε, διότι ο άνθρω πος οικειοθελώς πιστεύει τα πράγματα που ανταποκρίνονται στις επιθυμίες του. Από το πρω ί η βροχή είχε σταματήσει να πέφτει επάνω στο Kessel. Η σελήνη υ ψώθηκε το βράδυ. Είδαμε εκεί έναν οιωνό. Τ ο Κορσούν έλαμπε απαλά. Ο ι ασημένιες αναλαμπές στον ουρανό ήταν ντελικάτες. Ο αέρας ήταν δια περα στικός. Με τη βοήθεια λίγων χαπιώ ν ΓΤερβιτίν ήμασταν στο περίπου να φθάσου με, τελικώς, στη νίκη. Είχαμε χάσει πολλά φορτηγά. Οι νεκροί μας ήταν επίσης πολλοί· υπήρχε αφθονία χώρου επάνω στα φορτηγά που απέμεναν. Στο μέσον τη ς νύκτας η φάλαγγά μας έφθασε στη λίμνη, γαλαζόλευκη κάτω από τη σελήνη.
238
A eon Ν τεγκρελ
Ο στρατός την πέρασε επάνω σε μια ξύλινη γέφ υρα κοντά ένα χιλιόμετρο μ ά κρος, κατασκευασμένη με πολλή τόλμη επάνω από το φ ρά γμα , α π ό τους άνδρες του μηχανικού. Η γέφυρα δεν ήταν αρκετά φ α ρ δ ιά για να επιτρέψ ει την κίνηση και προς τις δύο κατευθύνσεις. Ο ι αυτοκινητοπομπές, συνεπώ ς, έπ ρ επ ε να δ ια κόπτονται ανά ώρα. Π α ρ ' όλες τις χιλιά δες των οχημ άτω ν α π ό το Kessel που έ παιρναν τη σειρά τους επάνω στη γέφυρα, το πέρασμα, απίστευτα, ολοκληρώθη κε χωρίς ατυχήματα. Ο εχθρός βρισκόταν πολύ κοντά· οι άνδρες ήταν νευρικοί, αλλά τίποτα δε διατάραξε τη σιδηρά πειθα ρ χία των Feldgendarm es. Π α ρ ’ όλη την κόπωσή μ ας δεν μπορούσαμε να μη θαυμάσουμε αυτήν την α π ο τελεσματική μηχανή, τη διοίκηση αυτή σε πλήρη έλεγχο του εαυτού της, αυτήν την απόσυρση την τόσο κανονική όσο ο συγχρονισμός ενός αγώνος ταχύτητος: η συ ντονιστική επιτροπή, η διανομή των πυρομαχικών και βενζίνης, η ροή της κυκλο φ ορίας, το τηλέφωνο, ο ασύρματος, τα πάντα δούλευαν τέλεια στη διάρκεια αυ τών των στοιχειωμένων εβδομάδο>ν. Ούτε τόσο όσο ένας κόκκος άμμου δε μόλυνε τους μηχανισμούς π α ρ ’ όλη τη συγκέντρωση των ετεροκλήτων στρατευμάτων, παρενοχλουμένων ημέρα και νύκτα, π α ρ ά την απώ λεια σημαντικού υλικού, βυθι σμένου στη λασπώδη τήξη. Ωστόσο, τη νύκτα εκείνη το παν εξαρτιόταν επ ί λίγων δω δεκάδω ν κυβικών μέ τρων από σανίδες. Εάν ένας πιλότος είχε τα κότσια να τσακίσει το αεροπλάνο του στο φ ράγμα επάνω στη λίμνη, η ξύλινη γέφυρα θα είχε καταρρεύσει. Κανένα άλ λο γερμανικό φορτηγό δε θα είχε αφήσει το Κορσούν. Αλλά κανένας α εροπ όρος του εχθρού δε δοκίμασε αυτό το εντυπωσιακό σ τρα τήγημα ή, αλλιώς, κανένας σοβιετικός στρατηγός δε το σκέφθηκε. Στις δύο η ώρα το πρω ί βρισκόμασταν επί της άλλης μεριάς του φράγματος, τα ξιδεύοντας παραλλήλω ς της απαλόφ εγγης λίμνης. Ή μ α σ τα ν κα θ’ οδόν προς τη γραμμή εφόδου στα νοτιοδυτικά. £ Κ ατορθώ σαμε να προω θηθούμε λίγα χιλιόμετρα. Τ ο κρύο δάγκωνε. Η λάσπη πάγωνε, κάτι το οποίο έκανε την κίνηση ακόμα πιο δυσχερή. Εκατοντάδες φ ο ρ τηγών υπέστησαν μηχανικές βλάβες μέσα σ’ αυτόν το στόκο, φράσσοντας το δρό μο. Π ροσπαθήσαμε παντού να τραβήξουμε έξω τα οχήματα τα κολλημένα στη λ ά σπη που σκλήραινε, ή να τα σπρώ ξουμε στα πλάγια του δρόμου. Μα ήταν τόσα πολλά. Για χιλιόμετρα, τα πιο ετερόκλητα οχήματα ήταν σταματημένα τρία ή τέσ σερα το ένα δίπλα οτο άλλο: μεγάλα κόκκινα φορτηγά του Feldpost, επιτελικά αυ τοκίνητα, αυτοκινούμενα πυροβόλα, άρματα μάχης, εκατοντάδες αμαξών συρομένων από πόνυ ή βόδια. Μοτοσυκλετιστές μάρσαραν μ άταια τις μηχανές τους. Τελικά υποχρεω θήκαμε να εγκαταλείψουμε τα φ ορτηγά μας και να πρ ο χω ρ ή
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
239
σουμε πεζοί μέσα σ’ εκείνον τον κυκεώνα, ευχόμενοι στους οδηγούς μας πολλή τύ χη και τη βοήθεια βίαιων και ευνοϊκών ανέμων. Τ ην αυγή φθάσαμε το πρώτο χωριό, παρμένο από τα χέρια των Σοβιετικών την προηγούμενη μέρα. Α πογοητευθήκαμε ακούγονταςτα νέα. Υ πήρξε αδύνατον το ν’ ανοίξει μια βαθιά ρω γμή στο εχθρικό μέτωπο. Στο χω ριό τη ς Σαντερόβκα, μετά α πό τέσσερα χιλιόμ ετρα προελάσεω ς, τα γερμα νικά στρατεύματα είχαν συναντήσει απίστευτη αντίσταση. Μόνον τα μισά χωριά είχαν καταληφθεί. Τ α τελευταία τρ ία άρματα μάχης της τα ξια ρ χία ς μας είχαν σταλεί σε μια έφ ο δο λίγο πριν την άφιξή μας και είχαν καταστραφεί. Ο διοικητής των αρμάτων μας, ένας πολύ νέος Ο μπερστουρμφ ύρερ (Υπολοχαγός) και όμορφ ος σα θεός, με λα μπερά, γαλανά, σκανδαλιάρικα μάτια, φορώ ντας υπέροχα μια ψηλή, λευκή κο ζάκικη σάπσκα που στο επάνω μ έρος της είχε τη νεκροκεφαλή των SS, είχε ανατιναχθεί στο άρ μ α του, το οποίο έλαβε μια κατευθείαν βολή στο χώρο αποθηκεύσεως των πυρομαχικώ ν. Είχε τινα χθ εί δέκα μέτρα στον αέρα και έπεσε πίσω, α καριαία νεκρός, το πρόσω πό του εντελώς απείρακτο. Η επίθεση ήταν στο περίπου να ξεκινήσει πάλι. Ό σ ο για τα γερμανικά πάντσερς που υποτίθεται ότι ήταν να έλθουν από έξω για να μας συναντήσουν, ακόμη τα περιμέναμε. Η πληροφόρηση γύρω από εκείνα ή ταν εξαιρετικά ασαφής. $ Δεν κάναμε σχεδόν καθόλου πρόοδο προς τα νοτιοδυτικά. Αλλά υποχωρούσαμε ταχέω ς στα βόρεια. Ό χ ι μόνον το Αρμπουσίνο - χαμένο το πρωί, ανακαταληφθέν το μεσημέρι - είχε χ α θ εί ξανά οριστικώς το βράδυ, δηλα δή δώδεκα ώρες πιο σύντομα, μα οι Σοβιετικοί, αρνούμενοι να ξεκολλήσουν από τα υποχωρούντα στρατεύματα, είχαν μπει στο Κορσούν. Τ ο είχαμε αφήσει στις ένδεκα η ώ ρ α το βράδυ. Οι Σοβιετικοί του επιτέθηκαν βί αια και αιφνιδιαστικά την αυγή. Έ π ρ επ ε να μετακινηθούμε στο Νόβο-Μ πούντα, το οποίο στο χάρτη προστάτευε τη Σαντερόβκα από τα ανατολικά, την κωμόπολη για την οποία είχαμε τόσο σκλη ρά πολεμήσει. Νόβο-Μ πούντα: παράξενο όνομα. Τ ο χωριό δέσποζε σε μια μακρά, απότομη κορυφογραμμή. Ξεκινήσαμε σε στοίχιση ο ένας πίσω από τον άλλον. Ό λ ο το εναπομείναν γερμανικό πυροβολικό σφυροκοπούσετη σοβιετοκατεχόμενη Σαντερόβκα. Σ τρίψ αμε αριστερά. Γερμανοί στρατιώ τες κείτονταν εδώ κι εκεί, φρεσκοσκοτωμένοι.
240
A eon Ν τεγκρελ
Ο βόρβορος ήταν αηδιαστικός. Σοβιετικά αεροπλάνα κατέβαιναν προς τα π ά νω μας, πετώ ντας χαμηλά. Θ α ριχνόμ α στα ν στο έδαφος, βυθιζόμενοι σχεδόν ε ντελώς μέσα στη λάσπη, μέχρι που το σμήνος να εξαφανιζόταν. Αυτές οι εφ ορμ ή σεις επαναλήφθηκαν δέκα φορές. Π ήρε τρ εις ώρες να διασχίσουμε τέσσερα χ ι λιόμετρα λασποχώραφων. Τελικά εισήλθαμε σ ιο Νόβο-Μ πούντα. Τ ο χωριό ήταν ήσυχο σαν ένα νεκροτα φείο. Δυο συντάγματα της W ehrm acht είχαν μόλις εκδιώξει τους Κόκκινους με μια αριστοτεχνική, αιφνιδιαστική επίθεση. Ο εχθρός είχε εγκαταλείψει μερικά ισχυ ρά πυροβόλα και γύρω oca είκοσι φ ορτηγά Φορντ, αλλά αυτή η απρόσμενη νίκη δεν ξεγέλασε κανέναν. Δ εκ α π έντε σ ο β ιετικ ά ά ρ μ α τ α μ ά χ η ς α ν η φ ό ρ ιζ α ν α π ό τα ν ο τιο δ υ τικ ά . Μ πορούσαμε να τα δούμε τέλεια καθώς προχωρούσαν προς τα πάνω στο δρόμο. Σταμάτησαν οκτακόσια μέτρα μακριά.
Νόβο - Μποΰντα Επρόκειτο ν’ αντικαταστήσουμε τα δύο γερμανικά συντάγματα που είχαν πάρει το Νόβο-Μ πούντα την επόμενη μέρα, 14 Φ εβρουάριου 1944, πριν το χάραμ α. Ο διοικητής Λ ιππέρτ κι εγώ πή γαμε να συσκεφθούμε με το συνταγματάρχη επικεφαλή του τομέως. Περνώντας δια μέσου του Νόβο-Μ πούντα μας βύθισε σε πικρούς συλλογισμούς. Ο ι βρώ μικοι δρόμοι του χωριού - δυο βυθισμένα μονοπάτια, παράλληλα και με βαθιά αναχώ ματα - ήταν ολοκληρονιικά πλημμυρισμένα. Τ ο νερό έφθανε σ’ ένα βάθος ενάμιση μέτρου ή και περισσότερο. Έ π ρ ε π ε να μένουμε στις όχθες, ολι σθηρές σα ζύμη, για να διασχίσουμε το χωριό. Εις του Γερμανού συνταγματάρχη, η ατμόσφαιρα ήταν πένθιμη. Τ ο χω ριό είχε πέσει δίχως έναν πυροβολισμό. Τ α δύο συντάγματα είχαν πλησιάσει στα κρυφά ακριβώς πριν την αυγή και ρίξει τους Σοβιετικούς, προσβεβλημένους από τα νώ τα, σε πανικό. Ο ι εχθροί το είχαν βάλει σ ια πόδια εγκαταλείποντας μέχρι και τα αντιαρματικά τους πυροβόλα. Οι Σοβιετικοί είχαν σύντομα επανακτήσει την αυτοκυριαρχία τους, ωστόσο. Η αντεπίθεσή τους είχε εδραιώσει ένα ευρύ τόξο από τα βορειοανατολικά ως τα νότια του Νόβο-Μ πούντα. Τ ο Νόβο-Μ πούντα είχε κατακτηθεί για λίγες ώρες, προκειμένου να προστατεύ σει τη φ ά λ α γγ α που ε ξ ερ χ ό τα ν του K essel, η ο π ο ία ή τα ν να κ α τα λ ά β ει τη Σαντερόβκα και να περάσει ταχέω ς προς τα νοτιοδυτικά. Μα η Σαντερόβκα δεν είχε ακόμα καταληφθεί εντελώς. Π έραν της Σαντερόβκα, είχαμε ν ’ αναμένουμε πείομονα αντίσταση τώρα που ο εχθρός είχε καταφέρει να φ ρενάρει τη γερμ α νι κή έφοδο για δύο ημέρες και μία νύκτα. Τ ο Νόβο-Μ πούντα, θέση για μία και μό νη μέρα, είχε έτσι γίνει κρίσιμης σημασίας. Εάν το Ν όβο-Μ πούντα έπεφ τε, ο ε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α ν λ ίό λ λ ς
241
χθρός θα είχε μόνο να προχωρήσει τέσσερα χιλιόμετρα δυτικά για ν' αποκόψει το δρόμο πίσω από τη Σ ανιερόβκα. Η τελειωτική καταστροφή θα ήταν επικείμενη. Ο Γερμανός συνταγματάρχης φοβόταν για τα χειρότερα. Ο τομέας μας ήταν μει ω μένος σε πέντε μόνον πάντσερ και τα τελευταία μας α ντια ρ μ α τικ ά πυροβόλα. Εκείνα ήταν σχεδόν χωρίς πυρομαχικά και ίσα-ίσα που θα μπορούσαμε να τα μ ε τακινήσουμε, τόσο πολΰς ήταν ο βόρβορος. Ο ι τρεις χιλιάδες ά νδρες των δυο συνταγμάτων από τη "Das R eich"3, οι οποίοι θα έφευγαν στο τέλος της νύκτας, ήταν ν’ αντικατασταθούν από χίλιους Βαλλόνους στρατιώτες και μια ακαθόριστη στρατιά από μάγειρες, λογιστές, οδηγούς, μ ηχα νικούς, διαχειριστές υπαξιω ματικούς και τηλεφωνητές, με πλαγιοφυλακή το νο μικό αξιωματικό, τον οδοντίατρο, το φαρμακοποιό και τον ταχυδρόμο, όλους μετατραπέντες σε ενισχύσεις για τους εννέα αποσκελετο)μένους λόχους μας. £ Οι Γερμανοί επιτελικοί αξιω ματικοί περίμεναν, οι αγκώνες επάνω στο τραπέζι, τα κεφάλια μέσα στα χέρια τους. Κανείς δεν ανάσαινε μια λέξη. Αναρωτιόνιαν κατά πόσο θα είχαν την τύχη να βγάλουν πέρα τη νύκτα χωρίς άλ λη μια αντεπίθεση. Εμείς, από την άλλη μεριά, αναρωτιόμασταν κατά πόσο θα εί χαμ ε την κακοτυχία να δούμε την επίθεση να εξαπολύεται αφού οι Γερμανοί εί χαν αποχωρήσει. Η νύκτα έπεσε. Ο ι λόχοι μας έφθασαν μέσα στην καταχνιά, εξουθενωμένοι, έ χοντας αφήσει πίσω βραδυπορούντες παντού μέσα στη λάσπη των πεδιάδων. Ο ι ά ν δ ρ ες π ή γ α ν μ έσ α σε ο π ο ια δ ή π ο τ ε ίσ μ π α που β ρ ή κ α ν στο Ν όβοΜ πούντα.οι περισσότεροί τους κατέρρευσαν σε γωνιές, πεθαμένοι σχεδόν. Οι πιο σκληροί έβγαλαν τα τζάκετς τους και τα πανιελόνια τους, που έρεαν βρωμερό νε ρό, μπροστά από τις φωτιές από πορτοκαλί μίσχους καλαμποκιού. Στις δύο η ώρα το πρω ί θυροκρουσίες και φωνές αντήχησαν από πόρτα σε πόρ τα. Δυστυχείς αγγελιοφόροι κινούνταν δύσκολα δια μέσου της λάσπης για να συναθροίσουν την ταξιαρχία. Ξαναβάλαμε τα ρούχα μας. Ή τα ν σκληρά σαν ελάσματα σιδήρου. Ο κάθε ένας κ α θ ά ρ ισ ε το το υ φ έκ ι του ή το υ π ο π ο λ υ β ό λο του όσο π ιο καλά μ π ο ρο ύ σ ε. Εκατοντάδες ανδρώ ν παρετάχθη σα ν έξω α πό τις ίσ μπες μέσα στην κρύα νύκτα, αμέσω ς και α ναπόφ ευκτα κατρακύλησαν μέσα στο νερό του βυθισμένου μ ονο πατιού και προχώ ρησαν σκουντουφλώντας και βλαστημώντας. Π ήρε δυο ώρες σχεδόν να συγκεντρώσουμε τους λόχους. Κ αημένα παλικάρια, λασπωμένα ως το κόκκαλο, εξηντλημένα, μην έχοντας φάει το παραμικρό, μην έ χοντας π ιεί π α ρ ά το βρω μερό νερό του δρόμου. Ε ίχαμε να τα οδηγήσουμε στις τρύπες από τις οποίες έβγαιναν τρικλίζοντας οι πεζικά ριοι της Μ εραρχίας "Das Reich". "Έλα γέρο, λάβε θέση, πάνω α π ’ όλα μην αποκοιμ η θείς, κράτα τα μάτια σου ανοικτά, αυτοί είναι εκεί έξω!"
242
A e o n Ν τ ε γ κ ,ρε λ
Ν α ι, α υ το ί ή τα ν εκ εί έξω , ό χι μόνον Ε υ ρ ω π α ίο ι Ρ ώ σσοι, αλλά Μ ογγόλοι, Τ άταροι, Καλμούχοι, Κιργίσιοι, έχοντας ζήσει για εβδομάδες σαν άγρια ζώα μέ σα στη λάσπη. Είχαν κοιμ η θεί σε σύδενδρα και φ ά ει φαγητό αρπα γμένο από τα χω ράφια με καλαμπόκι και ηλιοτρόπια της περασμένης χρονιάς. Αυτοί ήταν εκεί έξω, σίγουροι για τους γεμ ιστήρες των υποπολυβόλω ν όπλων τους με τις εβδομήντα σφαίρες, σίγουροι για τους εκτοξευτές τους χειροβομβίδων, σίγουροι για τα "Αρμόνια του Στάλιν" τους, των οποίων οι βολές των πυραΰλων γέ μιζαν τη νύκτα με τρόμο. Αυτοί ήταν εκεί έξω. Και τα δεκαπέντε ά ρ μ α τα μά χη ς τους ήταν εκεί έξω. Π εριμ έναμε, σε επ α γρ ύ πνηση μέσα στο σκοτάδι, για τον ήχο των ερπυστριών τους. £ Οι ανώτεροι Γερμανοί αξιωματικοί, καθισμένοι μπροστά μας, περίμεναν για τις πέντε η ώρα. Μ ας είχαν δείξει την κατάσταση στο χάρτη. Έ να χάσμα αρκετών χιλιομέτρων εκτεινόταν στα βορειοανατολικά. Στάθηκε α δύνατον το να εγκατασταθεί ένας σύνδεσμος σ’ εκείνη την κατεύθυνση. Στα α να τολικά και νοτιοανατολικά οι θέσεις ήταν λεπτά απλωμένες στην παρυφ ή του χω ριού στο οποίο ο εχθρός είχε α π ω θη θείτη ν προηγούμενη μέρα. Μας έλειπε ξεκάθαρα ένα συνεχές μέτωπο. Είχαμε ακόμα τα πέντε παλαιά μας άρματα μάχης. Ο φείλαμε να τα εκμεταλλευθούμε κατά τον καλύτερο τρόπο. Ή τα ν σχεδόν πέντε η ώρα. Ξαφνικά, ο Γερμανός συνταγματάρχης μας διέταξε να σιωπήσουμε. Έ ν α ς παρατεταμένος υπόκωφος θόρυβος από ερπύστριες αρμάτων μάχης υψώθηκε μέσα στη νύκτα που σιγοχανόταν. Ο συνταγματάρχης σηκώθηκε, μάζεψε τους χάρτες του και έκανε ένα νεύμα στο επιτελείο του. Τ α στρατεύματά του, αντικατεστημένα α πό τα δικά μας, είχαν α φήσει ήδη την κωμόπολη. Με το να παραμείνει με μας στο αποκορύφωμα της συγκρούσεως θα διακινδύνευε v‘ α π ο κ ο π εί μ α κρ ιά απ ό τους στρατιώ τες του. Μια στιγμή αργότερα είχε εξαφανισθεί. Ο διοικητής Λ ιππέρτ, τα μάτια του καρφωμένα, άκουγε αφουγκραζόταν. Ο θό ρυβος των αρμάτων σταμάτησε. Ή τα ν πάλι σιωπή. Τ α εχθρικά άρματα είχαν με τακινηθεί, αυτό ήταν όλο. Δύο ώρες πέρασαν χω ρίς να συμβαίνει το παραμικρό. Ο ι πλαγιοφύλακές μας, τρίβοντας τα κουρασμένα μάτια τους, παρακολουθού σαν α κ ό μ α το λ ό φ ο πίσ ω α π ό το ν ο π ο ίο φ υ λ ά γο ντα ν τα ρ ω σ σ ικ ά ά ρ μ α τα . Πύραυλοι "Κατιούσα" έπλητταν την πολίχνη κάπου-κάπου. Ό φ ειλε να τελειώσει άσχημα. Στις επτά η ώρα το μεγάλο επίπεδο μούγκρισμα των αρμάτω ν μάχης γέμισε το Ν όβο-Μ πούντα για δεύτερη φ ορά. Τ α πέντε γερμα νικά πάντσ ερς έκαναν πίσω
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
243
για ν’ αλλάξουν θέση. Άνδρες έτρεχαν μέσα από τις λάσπες, βλέποντας τίποτα, ά κου γοντας τίποτα. Τ ρ εις οβίδες αρμάτω ν βληθείσες α π ό πολΰ κοντά δ ια π έρ α σ α ν τη μ ικρή μας ίσμπα. Ό λ α ήλθαν και γκρεμίσθηκαν επάνω στα κεφάλια μας· ήμασταν μισοθαμμένοι στα συντρίμμια. Είχα κ τυ π η θ εί α π ό ένα πελώ ριο κ ο μ μ ά τι λ ιθ ο δ έμ α το ς ακριβώ ς στην κοιλιά. Τ ράβηξα επάνω τον εαυτό μου με μεγάλη δυσκολία, όλος κίτρινος από τη σκόνη του λασπότοιχου. Και στις δυο μεριές του ισοπεδω μένου σπιτιού στρατιώ τες έ τρεχαν καταδιωκόμενοι από σοβιετικά άρματα μάχης. Έ ν α από αυτά μας είχε ήδη προσπεράσει.
Διακόσιοι Νεκροί Ο ι Σοβιετικοί έπεσαν σαν κύμα μέσα στο Νόβο-Μ πούντα. Α δράχνοντας δύο υποπολυβόλα όπλα, ο διο ικ η τή ς κι εγώ ορ μ ή σ α μ ε να ενω θούμε με πενήντα απ ό τους άνδρες μας. Οι δύο παράλληλοι δρόμοι μεταξύ των οποίων βρεθήκαμε γέμιζαν με την κλαγ γή των αρμάτων μάχης. Τ α δεκαπέντε εχθρ ικ ά ά ρμα τα είχαν εξαλείψ ει τις αλεπότρυπες των τυφεκιοφόρω ν μας. Ο ι ά νδρες είχαν συντρίβει μέσα στη λασπουριά κάτω α πό τις ερπύ στριες ή μ α κελευθεί α π ό τους όχλους τω ν ουρλιαζόντω ν Ασιατών που ακολου θούσαν τα Κόκκινα άρματα. Τ α πέντε γερμανικά πάντσερ είχαν αποσυρθεί στο τέρμα του χοοριού. Έ ν α από αυτά, ε π ισ τρ έφ ο ν τα ς, β ρ έθ η κ ε μύτη με μύτη με ένα σ ο β ιετικ ό ά ρ μ α μ ά χη ς. Αλληλοκαταστράφηκαν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Έ ν α άλλο σοβιετικό ά ρ μ α όρμησε καταπάνω μ ας με τέτοια ταχύτητα που δεν είχαμε το χρόνο να δούμε το παραμικρό. Π εταγμένοι στον αέρα, τα αυτιά μας να κουδουνίζουν, πέσαμε ανακατωμένα, νεκροί ή τραυματίες. Ο Γερμανός σύνδεσμος αξιω ματικός μας φυτεύθηκε κατακόρυφα σαν πάσσα λος μέσα στην παχιά λάσπη, το κεφάλι του βυθισμένο, τα πόδια του στον αέρα. Τ α άρματα συνέχισαν να βροντούν κατά μήκος των δύο δρόμων και να ισοπεδώνουν τους ταλαιπω ρημένους πεζικάριούς μας, τους οποίους κατεδίωκαν από κάθε κα τεύθυνση. Είχα καταφέρει να βουτήξω μέσα σ’ ένα χαντάκι. Έ ν α μακρύ οδοντωτό θ ρα ύ σμα, πολύ* καυτό, προεξείχε από το τζάκετ μου. Μ πορούσα να πω ότι ήμουν τραυ ματισμένος στο πλευρό και στο βραχίονα, αλλά τα πόδια μου ήταν ακόμα εντάξει. Ά νδρες έτρεχαν πανικόβλητοι π ρος τις δυτικές πλαγιές του χωριού, με την π ε ποίθηση πως όλα ήταν χαμένα. Ο ελκυστήρας ενός από τα Π ακ μας κατρακύλη σε κάτω ανάμεσά τους. Μια οβίδα από ένα σοβιετικό άρμα τον κτύπησε κάνοντάς το να φ έρει στροφή.
244
A eon Ν τεγκρελ
Έ φ θ α σ α το υ ς άνδρες στο μέσον της πλαγιάς. Είχα έναν από τους αξιωματικούς μας καβάλα σ’ ένα σκαστό άλογο να τρ έξ ει μ α κρυτερα μπροσ τά και να συγκε ντρώσει όλους όσους το είχαν βάλει στα πόδια. Τ α άρματα μάχης μας και τα αντιαρματικά πυροβόλα μας είχαν αποσυρθεί σια νότια του χωρίου. Αλλά εμάχοντο ακόμη. Εκεί ήταν που μια εστία αντίστασης όφειλε να δημιουργηθεί. £ Καθ’ όλο το μήκος των κόκκινων φρακτώ ν ά νδρες επέστρεφαν οτις οικίες, υπό το εντατικό πυρ των "Αρμονίων του Στάλιν". Η επίδραση αυτών των εκρήξεων των βομβίδων ήταν εκπληκτική. Κάθε μια από τις τριάντα έξι εκρήξεις τίναζε πάνω έ να σύννεφο σχήματος σα μιας μηλιάς. Γκρίζα αλούλλια, φασματικά αλσΰλλια, που σκόρπιζαν ματωμένα φρούτα ξεσχισμένης ανθρώ πινης σάρκας. Σε μια ίσμπα είχαμε λίγα πάντσερφάουστ, ατομικά αντιαρματικά όπλα, μόλις εισαχθέντα στο Ανατολικό μέτωπο. Εκείνον τον καιρό έπρεπε να περιμένουμε για το άρμα μάχης να έλθει πλησιάσει εντός δέκα ή δεκαπέντε μέτρων προτού πυρο δοτήσουμε ένα μεγάλο μεταλλικό αυγό, βιδωμένο επ ί του άκρου ενός κοίλου σωλήνος. Μια φλόγα τεσσάρων ή πέντε μέτρων μήκους θα πεταγόταν έξω με ορμή από το άλλο άκρο του όπλου, στηριγμένου επί του ώμου κατά τη στιγμή της πυροδοτήσεως. Ο ποιοσδήποτε άνδρα ς όπισθεν του πυροβολητού θα α π α νθρακω νό ταν ακαριαίω ς. Ή τα ν έτσι αδύνατο να χρησιμοποιήσουμε το πάντσερφάουστ α πό ένα χαράκω μ α μην τυχόν και η φω τιά α να π η δή σ ει πίσω και κάψ ει τον πυρο βολητή. Τ ο καλύτερο πράγμα ήταν να γονατίσεις πίσω από μια αχυροθημωνιά, έ να δένδρο ή ένα παράθυρο, κατόπιν να τρ α β ή ξεις τη σκανδάλη το τελευταίο λε πτό. Ή τα ν πολύ ριψ οκίνδυνο. Ακόμα και αν το ά ρ μ α ανατινασσόταν, η φλόγα του πάντσερφάουστ θα σε φανέρω νε αυτοστιγμεί στα άλλα άρματα. Η α πόκριση δε θα αργούσε να έλθει. Μα οι στρατιώ τες μας α πολά μβα να ν τα επικίνδυνα π α ιχνίδια , κα τορθώ ματα που ζητούσαν λίγη σταθερότητα και πολλή θρασύτητα. Εθελοντές κινούνταν έρποντας ανάμεσα στις ίσμπες, πανταερφάουστ στα χέρια τους, πίσω από τα δεμ ά τια των κλαδιών και τους μικρούς τοίχους. Τ α σοβιετικά άρματα μάχης βρέθηκαν περικυκλοψ ένα σε σύντομο χρόνο. Τ α γερμανικά άρματα μά χη ς και τα α ντια ρ ματικά πυροβόλα μας τα έδωσαν όλα. Με το τέλος μιας ώ ρας ολόκληρο το νότιο μέρος του χωριού ήταν δικό μας άλλη μια φ ορά και πέντε σοβιετικά άρματα μ ά χης βρίσκονταν στις φλόγες. Μια φεγγοβολούσα σ[ήλη από κόκκινο και μαύρο υψο>νόταν δέκα μέτρα επάνω από τις πλαγιές. Ο ι Σ ο β ιε τικ ο ί κ ρ α το ύ σ α ν τα α να το λ ικ ά κ α ι τα ν ο τιο α ν α το λ ικ ά του Ν όβοΜ πούντα. Τ α εννέα άρματα μάχης τα οποία είχαν ξεφύγει ήταν παρηλλαγμένα, φρουρώντας ενάντια σε κάθε αντεπίθεση.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
245
Ο ι απώλειες μας υπήρξαν φοβερές. Μέσα σε δύο ώ ρες μ άχη ς είχαμε χάσει π ε ρίπου διακάσιους άνδρες. Ο μάδες στρατιωτών που είχαν χάσει το δρόμο τους μέσα στα λασποχώ ραφα το προηγούμενο βράδυ, κατευθύνονταν προσπαθώ ντας επίπονα π ρος τα υψώματά μας. Είχα γδυθεί και με περιποιούνταν πίοω από ένα θάμνο επάνω στην κορυφογραμμή. Δύο πλευρά είχαν σπάσει από το θραύσμα, το οποίο με είχε κτυπήσει ε πίσης στο δεξί βραχίονα. Εκείνο δεν ήταν τόσο σημαντικό, διότι ο ρόλος μου πάνω α π ’ όλα ήταν εκείνος του π α ρ α κ ιν η τή . Τ α π ό δ ια , η κ α ρ δ ιά , η φ ω τιά , ή ταν ά θ ικ τα . Αυτό αρκούσε. Μ πορούσα ακόμα να συσπειρώνω άνδρες, να καθοδηγώ αξιωματικούς. Ωστόσο, όλοι είχαν απαντήσει την καταβεβλημένη παρέλαση των τραυματιώ ν και ακούσειτις ιστορίες των τραυματιοφορέων, πάντα γλαφυρές με φρικιαστικές λεπτομέρειες. Τ α "Αρμόνια του Στάλιν" έβρεχαν μία κολασμένη φωτιά. Σε κάθε κύμα πυραύ λων το φ αράγγι γέμιζε με μεγάλες γκρίζες "μηλιές" απ ό τις οποίες θα εκτινάσσο νταν τυραννισμένες κραυγές, κραυγές για βοήθεια και επιθανάτιοι ρόγχοι. Εξουθενωμένο από μισό μήνα τρόμου, το ηθικό των στρατιωτών ήταν κατά πού βαρύτερο από τα κορμιά τους. Αυτή η πολίχνη, όπου τόσο πολλά κουφ άρια κείτονταν στη λάσπη, τους τρομοκρατούσε, αλλά κάποιος όφειλε να πει λίγες λέξεις μόνο για να εκδιώξει μακριά την αγωνία τους και να σηκώσει το ηθικό τους. Τότε θα χαμογελούσαν με χαμόγελα σκεπασμένα από τη λάσπη και, επανατακτοποιώντας τον εξοπλισμό τους, θα ξαναενώνονταν με τους συντρόφους τους στον κίν δυνο. $ Ο καιρός είχε μεταβληθεί κατά πολύ. Η βροχή είχε σταματήσει να πέφτει από την πανσέληνο στο Κορσούν. Τ ο κρύο, δειλά στην αρχή, είχε γίνει αρκετά δριμύ. Ο άνεμος σφύριζε κοφτερός σα βελόνες. Κατά τη διάρκεια δύο εβδομάδω ν εξαντλητικών πορειώ ν μέσα απ ό πρω τοφ α νείς λάκκους λάσπης, οι άνδρες, με τον ιδρώ τα να τρ έχει ποτάμ ι, είχαν εγκαταλείψει το μεγαλύτερο μέρος του χειμερινού τους υλικού. Α ρνοπροβιές, καπιτοναρισμένα χιτώνια, σκελέες ύπνου, όλα είχαν πεταχθεί κομμάτι το κομμάτι, πορεία την πορεία. Οι περισσότεροι των στρατιωτών δεν είχαν πια ούτε ένα παλτό. Στην πρωινή μεγάλη συμπλοκή κανείς δεν είχε νιώσει την παγωνιά. Αλλά τώρα μαστίγωνε τα πρόσω πά τους, ροκάνιζε τα κορμιά τους κάτω από τις ελαφρές, πε ρασμένες με λάσπη στολές. Η εχθρική α ερ οπο ρ ία εκμεταλλεύθηκε αμέσως το πλεονέκτημα του καθαρού ουρανού. Τ α αεροπλάνα κατέβαιναν σε φασαριόζικα κύματα, περνώ ντας ξυστά από το γυμνό λόφο μας. Κάθε φ ορά έπρεπε να κολλήσουμε στο χώμα, ακόμη μα λακό, ενώ σφαίρες έπεφταν ολόγυρά μας, θραύοντας πέτρες και κλαδάκια.
246
A eon Ν τεγκρελ
Στην πόλη, επιθέσεις και αντεπιθέσεις ακολουθούσαν η μια την άλλη χωρίς δ ια κοπή. Δεν είχαμε σχεδόν άλλα πυρομαχικά. Τ α πολυβόλα διέθεταν κατά μέσον ό ρο πενήντα φυσίγγια ανά όπλο ν’ απομένουν, αρκετά για να βάλλουν μια ριπή λί γων δευτερολέπτων. $ Κ άμποσα αποφασισμένα αποσπάσματα προσπάθησ αν τότε να βελτιο>σουντη θέση μας με το να τολμήσουν επιδρομές εκ του συστάδην. Ο δ ιο ικ η τή ς μ α ς, Ο μ π ε ρ σ τ ο υ ρ μ π α ν φ ΰ ρ ε ρ (Α ντισ υ ντα γμ α τά ρ χη ς) Λυσιέν Λιππέρτ, που μόνος α π ’ όλους τους επιτελικούς αξιωματικούς μας ήταν ακόμα α λώβητος, οδήγησε ο ίδιος την έφοδο. Έ ν α ς νεα ρ ό ς Β έλγος α ξ ιω μ α τικ ό ς που α π ε φ ο ίτη σ ε α π ό τη Σ τρ α τιω τικ ή Α καδημία των Βρυξελλών επικεφαλής της τάξεώς του, είχε προσέλθει στην αντικομμουνιστική σταυροφορία ως ένας αφοσιωμένος Χ ρισαανός ιππότης. Είχε μια θαυμαστά αγνή μορφ ή, μια ανοικτή χροιά επιδερμίδος και σοβαρά, γαλανά μά τια. Α ντισυνταγματάρχης στα είκοσι εννέα, ζούσε μόνο για το πιστεύω του. Την ημέρα εκείνη ο Λυσιέν Λιππέρτ, ένας φύσει ήρωας, επέδειξε έναν ηρωισμό τέτοιο που θα έκανε κάποιον να αναριγήσει. Ή τα ν , π α ρ ά ταύτα, ένας πολύ ή ρ ε μος νέος άνδρας που ποτέ δε μιλούσε ή ενεργούσε ιδιοτελώς. Τώ ρα διαισθάνθηκε πως ήταν όλα ή τίποτα. Με μια χούφτα Βαλλόνων διέσχισε το κέντρο του Ν όβο-Μ πούντα και ανακατέλαβε μια ομάδα ισμπώ ν που κατηφόριζαν προς τα νοτιοανατολικά. Ο εχθρός θα κρυβόταν, κατόπιν θα επανεμφανιζόταν σε δέκα μεριές, σε κάθε γωνιά μιας παράγκας, πίσω από κάθε δένδρο ή κάθε υψωματάκι. Ελεύθεροι σκοπευτές θέριζαν τους στρατιώτες μας. Έ π ρ επ ε να διασχίσουν αρκετά ακόμα μέτρα για να φθάσουν ένα σπίτι. Ο Λυσιέν Λ ιππέρτ όρμησε μπροστά και κατάφερε να φθάσει ως την πόρτα. Εκείνο το δευτερόλεπτο έβγαλε ένα τρομακτικό ουρλιαχτό, που ακούσθηκε π α ντού, το υπεράνθρω πο ουρλιαχτό ενός ανθρώπου του οποίου η ζωή ξαφνικά αποσπάται βιαίως από αυτόν. Με το στήθος του ρημαγμένο α π ό την πελώρια τρύπα μιας εκρηκτικής σφαίρας, ο Λυσιέν Λιππέρτ έπεσε στα γόνατά του σαν πέτρα. Έ βαλε τα χέρια του σκεπάζοντας το μέτωπό του. Διέθετε ακόμη την εκπληκτι κή διαύγεια του να μαζέψει το κεπί του από το έδαφος και να το βάλει πίσω στο κε φάλι του, έτσι ώστε να πεθάνει κατά πως πρέπει. £ Η ίσμπα κοντά στην οποία είχε υποκύψει υπερασπιζόταν σφοδρώς μέχρι που οι δακρυσμένοι στρατιώτες μας είχαν τελειώσει το θάψιμό του εντός αυτής. Ο εχθρός ξαναπήρε την περιοχή, αλλά η βαλλονική λεγεών δεν ήθελε ν’ αφήσει το νεκρό δ ι ο ικ η τή τη ς στα χ έ ρ ια τω ν Κ ομμ ουνιστώ ν. Στη δ ιά ρ κ ε ια τη ς νύ κ τα ς ο Α νθυπολοχαγός Θύσσεν, ο βρα χίο νά ςτο υ να πυ ο ρ ρ ο εί δια π ερα σ μ ένο ς α π ό μια
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
247
σ φ αίρα την 6η Φ εβρουάριου, σύρθηκε έρποντας μ α ζί με τους εθελοντές, όρμησαν στον εχθρό, ανακατέλαβαν την ίσμπα, ξέθαψ αν το πτώ μα και το έφεραν π ί σω, μέσα από πυρά πολυβόλων στις θέσεις μας. Τον ξαπλώσαμε έξω μεταξύ λίγων σανιδιών. Α ποφασίσαμε να κάνουμε τη δ ιά σπαση μεταφέροντας το κορμί του μαζί μας. Εάν δεν τα καταφέρναμε, πιστοί στη μνήμη του, θα πεθαίναμε πάνω στο φέρετρό του.
Σαντερόβκα Ο βρόγχος συνέχιζε να σφίγγει γύρω από το Kessel. Την Τρίτη το πρωί, 15 Φεβρουάριου του 1944, η κατάσταση δεν είχε βελτιωθεί. Η Σαντερόβκα είχε π α ρ θεί μετά από τρεις ημέρες και δύο νύκτες φοβερής σώ μα με σώμα μάχης, μα αυτό λίγα άλλαξε. Η καυτή αναγκαιότης ήταν να διασπάσουμε τις σοβιετικές γραμμές. Τ α γερμα νικά πάντσερ έρχονταν για να μας σώσουν από τα νοτιοανατολικά και έπρεπε να τα φθάσουμε. Η μεραρχία μας δεν είχε προω θηθεί περισσότερα των τριών χιλιομέτρων νοτίως τη ς Σ α ντερ ό βκ α . Σε α ν τιδ ια σ το λ ή , ο εχ θ ρ ό ς είχε π ά ρ ε ιτ ο Κ ορσούν. Τ η 12η Φ εβρουάριου είχαμε απολέσει τρεις φορές περισσότερο έδαφ ος στα βόρεια του Kessel α π ’ όσο είχαν (απολέσει) οι Σοβιετικοί στα νότια. Ή μ α σ τα ν περιορισμένοι σε μια π εριοχή όχι μεγαλύτερη των εξήντα τετραγω νικών χιλιομέτρων, εντός της οποίας έρεε ένα ανθρώ πινο παλιρροιακό κύμα. Για κάθε άνδρα που πολεμούσε, επτά ή οκτώ άνδρες περίμεναν, στριμωγμένοι μέσα σε αυτή την τελευταία κοιλάδα. Εκεί ήταν οι οδηγοί α πό χιλιάδες φορτηγά, βυθι σμένα στη λάσπη κατά τη διά ρκεια της υποχω ρήσεω ς. Εκεί ήταν το προσω πικό των επικουρικώ ν υπηρεσιώ ν: διαχείρισ η , εφοδιασμός, νοσοκομεία, μηχανουρ γεία, το Feldpost. Τ ο χωριό της Σαντερόβκα ήταν η πρωτεύουσα αυτού του στρατού, του κυνηγη μένου για τις τελευταίες δεκαοκτώ ημέρες. Εκείνη η μικροσκοπική πρωτεύουσα, σφυροκοπημένη α πό εξήντα ώρες μάχης, είχε συρρικνω θεί σε καταρρέουσες ίσμπες και σπασμένα πα ράθυρα. Ο ι ίσμπες ήταν το διοικητήριο τη ς Μ εραρχίας "Wiking", καθενός α π ό τα συντάγματά της και της τα ξια ρχία ς μας. Τ ο διοικητή ριό μας, χω ρίς φ ω τιά ή τζά μ ια στα π α ρ ά θυ ρ α , α π α ρτιζόταν από δυο μικρά δω μάτια χω ρίς δάπεδο. Γύρω στα ογδόντα άτομα ήταν συμπιεσμένα μέσα σ’ αυτό, λ ίγοι επ ιζή σ α ν τες του επ ιτελικο ύ γρ α φ είο υ , οι θ νή σ κ ο ντες κ α ι π ο λ υ ά ρ ιθ μ ο ι Γερμανοί ξεκομμένοι α πό τις μονάδες τους. Η πληγή μου έκαιγε. Είχα έναν πυρετό 40 βαθμών Κελσίου. Ξαπλωμένος σε μια γωνιά, σκεπασμένος με μια apv o n p o ß ta, όφειλα να κατευθύνω τη βαλλονική τα ξιαρχία, η διοίκηση της οποίας μου είχε δοθεί το προηγούμενο βράδυ. Δεν υπήρ χε πια ένας υπασπιστής ή ένας επιτελάρχης. Σε κάθε ώρα της ημέρας και της νύ
248
Λ εον Ν τεγκρελ
κτας θα έφθαναν καταστροφικά νέα μαζί με υπαξιω ματικούς στα όριά τους, παραπαίοντες άνδρες να πέφτουν σα μολΰβδινα βάρη ή να κλαίνε σαν παιδιά. Ο ι δ ια τα γές ήταν α δυσώ πητες. Η τα ξ ια ρ χ ία μ α ς ήταν να π ρ ο σ κ ο λλη θεί στο Νόβο-Μ πούντα ως πλαγιοφυλακή, για όσο η διείσδυση στα νοτιοδυτικά δεν είχε ακόμη φθάσει στην τελική της φάση. Οι λόχοι, δέκα φορές απω θημένοι και δέκα φ ορές επιστρέψ αντες στην αντεπί θεση, κατείχαν θέσεις πρόχειρα διαμορφωμένες, αναλόγως της τύχης της μάχης. Είχαμε διμ οιρίες εμπεπλεγμένες μ ακριά στ’ ανατολικά. Ο ι μ ισοί από τους αγγε λ ιοφ όρους που μ ετέφ ερ α ν εντολές σ’ εκείνους σ υ νελή φ θη σ α ν σε ενέδρ α α π ό Μογγόλους. Οι αξιω ματικοί συνέχισαν να μου στέλνουν πανικόβλητα υπομνήμα τα που ανακοίνωναν ότι όλα ήταν τελειωμένα. Ό λ ο ι θα έβλεπαν δέκα άρματα μ ά χης εκεί που υπήρχαν μόνο δύο. Ή μ ο υ ν αναγκασμένος να θυμώσω και να στείλω πίσω επίσημες διαταγές και α ιχμηρά σχόλια. Ο διοικ η τή ς τη ς "Wiking" βρισκόταν στη δ ιπ λ α νή ίσμπα. Εξακολουθούσε να λαμβάνει ένα συνεχές ρεύμα απαισιόδοξω ν μηνυμάτω ν από μονάδες που πολε μούσαν κοντά στις δικές μας. Κ αταφανώς, όπως είναι το έθιμο στο στρατό, ο κα θένας έψεγε το γείτονά του για τις κακοτυχίες του δικού του τομέως. Εκλήθην από το υποστράτηγο Γκίλλε. Με ατσαλένια μάτια, τα δόντια του σφιγ μένα, μου έδωσε διαταγές σκληρές σα σίδερο. "Απαγορευμένο το να υποχω ρήσε τε! Οι αξιω ματικοί είναι υπεύθυνοι για τους στρατιώτες, εσύ είσαι υπεύθυνος για τους αξιωματικούς!" Ο άνδρας είχε δίκα ιο στο να εκδώσει σκληρές διαταγές. Μόνο μια σιδηρά θ έ ληση μπορούσε τώ ρα να μας σώσει. Δεν ήταν μια μικροπεριπέτεια. Οι διαταγές μου στους αξιωματικούς ήταν στέρεες. Κ αημένα αγόρια, όλα τόσο αφοσιωμένα και τόσο θαρραλέα, το δέρμα τους ωχρό, γκρίζο, τα μαλλιά τους α κατάστατα, τα μάτια τους βαθουλωμένα, τα νεύρα τους τρωτά, ήταν υποχρεω μέ να να συνεχίσουν να στέλνουν εκατοντάδες ανδρώ ν πίσω στη μάχη. Είχαν π ρ α γ ματικά φθάσει στα όρια της ανθρώ πινης αντοχής. Είχα καταφέρει ν ’ αποκτήσουμε άλλες πενήντα χιλιάδες φυσίγγια. Τ α γενναία Jus εξακολουθούσαν ακόμα να μας παραδίδουν πυρομαχικά, αλλά τα σύνορα του Kessel ήταν τόσο λεπτά, που ένας ειδικός τρόπος ρίψεων είχε εισαχθεί. Σε μια κα θορισμένη ώρα, ενώ τα αεροπλάνα έκαναν κύκλους από πάνω μας, φωτοβολίδες θα υψώνονταν α π ό τις τέσσερις πλευρές του Kessel. Σ η μ άδευαν τα όρια τη ς μικροσκοπικής μας περιοχής επακριβώς. Οι μεγάλοι, πλήρεις φυσιγγίων, ασημένι οι σωλήνες θα ρίχνονταν, θ α οω ζόμασιαν για αρκετές επιπλέον ώρες. Η χειρότερη κακουχία ήταν η έλλειψη φαγητού. Δεν υπήρχε άλλη πηρουνιά κρέ ατος ή μια λεπτή φέτα ψωμιού. Δεν υπήρχε το παραμικρό. Η μεραρχία είχε εξα ντλήσει τα τελευταία της α ποθέματα στο Κορσούν. Οι τρέμοντες, άυπνοι άνδρες δεν είχαν ταϊσθεί για τρεις ημέρες. Οι πιο νέοι θα λιποθυμούσαν, με τα πρόσω πά
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
249
τους επάνω στα πολυβόλα τους. $ Π εριμένοντας στο Νόβο-Μ ποΰντα, είχαμε πιστέψει πως η κρούση θα λάμβανε χώ ρα τη Δευτε'ρα. Δεν είχε ακόμα συμβεί την Τρίτη. Πότε θα συνέβαινε; Θ α λιμοκτονούσαμε, εάν μας χαρίζονταν οι σφαίρες; Δανείσθηκα τα άλογα που είχαν σΰρει άμαξες τραυματισμένω ν ανδρώ ν ως τη Σαντερόβκα. Ζήτησα απ ό τους πιο πολυμήχανους Βαλλόνους μου να τα ιπ π εύ σουν: "Εμπρός! Ψ άξτε παντού! Π ηγαίνετε στις πιο α πομ εμακρυσμ ένες ίσμπες! Σ υρθείτε κάτω ακριβώ ς α πό τις μύτες των Σοβιετικώ ν, αν π ρ έπ ει να το κάνετε! Α \λά φέρτε πίσο) κάτι με το οποίο να φτιάξουμε ψωμί! Και κάνετέ το γρήγορα!" Βρήκα μερικούς αρτοποιούς μεταξύ των στρατιωτών. Η ίσμπα μας είχε ένα μισοκατεστραμ μένο φούρνο, τον οπ ο ίο επ α νέφ ερ α ν σε κατάσταση λειτουργίας. Αρκετές οόρες αργότερα, οι ιπ π είς μ ας επέστρεψ αν με σάκκους αλευριού ρ ιγμ έ νους εκατέρωθεν των σελλών τους. Χ ρειαζόμασταν ακόμα προζύμι. Κ ανείς δεν είχε ούτε γρ α μ μ ά ρ ιο . Ο ι επ ιδ ρ ο μείς μας έφυγαν πάλι, έψαξαν παντού και τελικώς βρήκαν ένα μικρό σάκκο με ζά χαρη . Με αλεύρι και ζά χα ρη μ π ορούσ αμ ε να φ ουρνίσουμε κάτι. Η φω τιά φ ού ντωσε με μιας. Με το π έρ α ς του απογεύματος, έστειλα μερικά στρογγυλά καρβέλια, επ ίπ εδα σαν πιάτα, και με μια παρ ά ξενη γεύση, στις θέσεις. Κ αθένας έλαβε α π ό ένα τέ ταρτο του καρβελιού. Κ άποιοι άλλοι στρατιώτες μου έφ εραν λίγες αδέσποτες αγελάδες. Εσφάγησαν αμέσως και τεμαχίσθηκαν σε εκατό χονδροκομμένα κομμάτια με χειροποίητους μπαλτάδες. Ή τα ν αδύνατο να βρούμε τηγάνια. Φ τιάξαμε έξω μεγάλες φωτιές α πό τις σανιδώσεις. Οι τραυματίες και οι ασθενείς έλαβαν ο καθένας από ένα σου βλί ή μια ξιφολόγχη. Δουλειά τους ήταν να ψήσουν το κρέας. Δε δια θέτα μ ε ούτε αλάτι ούτε μ παχαρικά. Αλλά δις ημερησίως κάθε άνδρας ελάμβανετην κομμάτα του από βοδινό, λιγότερο ή περισσότερο μαγειρευμένο, την οποία ξέσχιζε με τα δόντια του σαν τίγρης. Π ροσπάθησα μέχρι και σούπα να δώσω στην ταξιαρχία. Έ να μαγειρείο εκστρατείας βρέθηκε δύο χιλιόμετρα βορείως της Σαντερόβκα, βυθισμένο στη λάσπη στο μέσον εκατοντάδων κολλημένων φορτηγών. Οι μάγει ρές μας το έσυραν έξω με τεράσ τια πρ ο σ π ά θ εια και έφτιαξαν ένα εντυπωσιακό βραστό με οτιδήποτε βρήκαν. Βρίσκοντας δύο βαρέλια για να μεταφέρουμε αυτόν τον εκλεκτό χυλό, τα φ ο ρ τώσαμε σε ένα ανατρεπόμενο φορτηγό. Π ήρε οκτώ ώρες να διασχίσει τα τρία χ ι λιόμετρα λάσπης, γινόμενης τώ ρα πολύ ιξώδους μέσα στο ψύχος. Ό τα ν το όχημα
250
A eo n Ν τεγκρελ
έφθασε στο Ν όβο-Μ πούντα στο τέλος τη ς νύκτας, τα βαρέλια, τα ρακουνημένα προς όλες τις κατευθύνσεις, ήταν άδεια κατά τα τρ ία τέταρτα. Τ ο υπόλοιπο είχε γίνει βρώμικο και παγωμένο. Μετά από αυτό προσκολληθήκαμε σε ψ ω μί και ζάχαρη και σιγοψημένο βοδινό. £ Οπουδήποτε πιάναμε θέσεις, μας υποδεχόταν το εχθρικό πυρ. Η Σαντερόβκα γι νόταν κόσκινο νυχθημερόν από το διαρκές πυρ των "Αρμονίων του Στάλιν". Παντού ήμασταν αναγκασμένοι να βαδίζουμε πάνω οε νεκρά άλογα, τσακισμένες άμαξες και νεκρά κορμιά που δεν μπορούσαμε πια να θάψουμε. Είχαμε μετατρέψει το κολχόζ σ’ ένα νοσοκομείο εκστρατείας, ανοικτό α π ’ όλες τις μεριές, αλλά όπου οι αιμορραγούντες στρατιώτες μας είχαν τουλάχιστον μια στέγη. Μ ας είχε τελειώσει το φ αρ μ α κευτικό υλικό. Δεν υπή ρχε ο π α ρ α μ ικ ρ ό ς επ ίδ ε σμος σε ολόκληρο το Kessel. Για να δέσουν τα τραύματα των στρατιωτών μας, οι ιατροί όφειλαν να γυρίσουν α νάποδα τις χω ρικές και να τους βγάλουν στα γρήγο ρα τα μακριά τους εσώρουχα, δώ ρα των Δον Ζουάν του γερμανικού στρατού. θ α τσίριζαν και θα έτρεχαν μακριά, με τα χέρια τους πατημένα επάγω στα φου στάνια τους. Έ τσι, δυο-τρεις φρικτά τραυματισμένοι άνδρες θα λάμβαναν έναν αξιοθρήνη το επίδεσμο. Τ ο αλλόκοτο αναμιγνυόταν με το τραγικό και το φρικτό. £ Ο μοβροντίες ρουκετών α π ό τα "Αρμόνια του Στάλιν" ά ρ χισ α ν να κοπανούν το κολχόζ. Η οροφή κατέρρευσε. Δ ω δεκάδες τραυματισμένω ν ανδρώ ν πέθαναν σε ματωμένες δέσμες. Αλλοι, παραφρονήσαντες, έβγαζαν τρομοκρατημένα ουρλια χτά. Έ π ρ επ ε να το εκκενώσουμε. Ο ι τραυματίες μας θα έπρεπε να παραμείνουν στην ύπαιθρο. Π ερισσότεροι των χιλίων διακοσίω ν ανδρώ ν α π ό άλλες μ ονάδες είχαν ήδη α πλωθεί έξω κάτω από τα αστέρια για αρκετές ημέρες και νύκτες, επάνω σ’ εκατο ντάδες αμαξών του χωριού, κοιμούμενοι επάνω σε άχυρα, μουσκεμένοι ως το κόκκαλο από τις βροχές της προηγουμένης εβδομάδος, τρέμοντας τώ ρα από το κρύο. Από την Τ ρίτη, η θερμοκρασία είχε μείνει στους είκοσι βαθμούς υπό το μηδέν. Εκατοντάδες τραυματιών, με πρόσω πα τίποτε άλλο από ένα φοβερό πορφυροειδή πολτό, α κ ρ ω τη ρ ια σ μ ένο ι α π ό ένα π ό δ ι ή χέρ ι, θνήσ κοντες ά ν δ ρ ες με σ π α σμωδικά μάτια, ήταν εκτεθειμένοι σε απαίσιες καταστάσεις.
Είκοσι-Τρεις Εκατοντάδες Ώ ρες. Τ η νύκτα εκείνη έπεσε χιόνι χωρίς σταματημό στη Σαντερόβκα, φθάνοντας σ’ έ να ύψος του ενός τετάρτου του μέτρου. Οι είκοσι ή τριάντα χιλιάδες άνδρες που α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
251
νέμεναν στο χω ριό μας για μια στρατιωτική λύση στο δράμα, δεν είχαν το ελάχι στο μ έρος για να ξαπλώσουν. Κ άποιος μ π ο ρ εί να νόμιζε τον εαυτό του στον πο ταμό Μ περεζίνα, με τον υποχωροΰντα στρατό του Ναπολέοντος. Παντού, παρά τον κίνδυνο, οι άνδρες μαζεύονταν γύρω από φωτιές αναμμένες μέσα στα χιόνια. Ή τα ν αδύνατο να κοιμηθείς. Τ ο να ξαπλώσεις κάτω υπαιθρίως, θα σήμαινε έναν παγωμένο θάνατο. Ί σ μ π ε ς καίγονταν σε εκτεταμένες πυρκαγιές. Στην κοιλάδα, εκατοντάδες μ ι κρών θαμνοφω τιώ ν τρεμόσβηναν, γύρω από τις οποίες ζαρω μένες σκιές, στρα τιώτες με κοκκινισμένα μάτια, με γένια δέκα ημερών, κρατούσαν τα πανιασμένα τους δάκτυλα επάνω από τις φλόγες. Περίμεναν, μα τίποτα δε συνέβαινε. Τ ο πρωινό τους βρήκε σιωπηλούς, μην ψ ά χνοντας καν για φαγητό. Τ α μάτια τους κοιτούσαν προς τα νοτιοδυτικά. Κανείς δε σκοτιζόταν καν ν’ ακούσει για φήμες. Τ α "Αρμόνια του Στάλιν" θα έσπαζαν β ά ρβ αρα την αναμονή μας. Ο κάθε ένας θα ριχνόταν στο χιόνι, κατόπιν θα σηκωνόταν οδυνηρά. Π ληγωμένοι άνδρες κραύγαζαν. Οι ια τροί τους φρόντιζαν μόνο ως ένα ζήτημα συνειδήσεως. £ Οι χίλιοι διακόσιοι τραυματίες κείτονταν ακόμη απλωμένοι επάνω στις άμαξές τους. Π ολλοί από εκείνους είχαν π α ρ α ιτη θεί απ ό τα να ζητούν οτιδήποτε, έπα υ σαν να επιθυμούν να μάθουν το παραμικρό. Ή τ α ν κουλουριασμένοι μέσα σε λε πτές κουβέρτες, επιστρατεύοντας όλη τους την ενέργεια στο να μην πεθάνουν. Εκατοντάδες υποζυγίων ήταν ανακατωμένα ανάμεσά τους, τα σκελετωμένα τους άλογα να μασουλάνε τα σανίδια των αμαξών που ήταν μπροστά τους. Εδώ κι εκεί ένας τρ α υ μ α τισ μ ένο ς ά ν δ ρ α ς θα φώ ναζε ή θα έβγαζε ένα μακρόσυρτο ρόγχο. Άνδρες που παραφρόνησαν θα σηκώνονταν στα πόδια τους, αιμορραγούντες, τα μαλλιά τους γεμάτα χιόνι. Ή τ α ν ανώφελο το να π ροσ π α θείς να θρέψ εις όλα αυτά τα δυστυχή πλάσματα. Κρατούσαν τα κεφάλια τους θαμμένα κάτω από τα σκεπάσματά τους. Κάπου-κάπου, οι οδηγοί θα παραμέριζαν το χιόνι που είχε συσσωρευθεί επάνω στα αδρανή κορμιά με τα χέρια τους. Π ολλοί κείτονταν επάνω σ’ αυτές τις άμαξες για δέκα ημέρες. Έ νιω θαν τους ε αυτούς τους να σιγοσαπίζουν. Δεν μ πορούσ αμε ν’ αμβλύνουμε τον πόνο α π ό τά τραύματά τους, ακόμα και τον φρικτότερο, με έναν και μόνο πυροβολισμό. Δε μας είχε α πομ είνειτο παραμικρό. Τ ίποτα. Έ π ρ επ ε μόνο να περιμένουμε, να περιμέ νουμε για το θάνατο ή ένα θαύμα. Η γρα μ μ ή των πτω μάτων στο χρώ μα του ελε φαντόδοντου δίπλα στις άμαξες γινόταν μακρύτερη. Τ ίποτα δε μας εξέπληττε ή μας συγκινούσε. Είχαμε δει πά ρα πολλά. Οι χειρ ό τερες φρίκες μας άφησαν αναίσθητους.
252
Λ εον Ν τεγκρελ
£ Yπεράνω του Νόβο-Μ πούντα ο εχθρός εξακολουθούσε να επιτίθεται. Τ α άρματα μάχης, λασπωμένα όλα, διαγράφονταν απέναντι στο λευκό ουρανό. Οι άνδρες κρατούσαν διότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε άλλο. Επάνω σ’ αυ τό το φαλακρό βουνό η υποχώ ρηση αναπόφευκτα θα σήμαινε το να θερισθούμε από τα σοβιετικά πολυβόλα. Οι λόχοι μας ήταν εγκατεστημένοι οε τομείς αρκετών χιλιομέτρων, πέντε άνδρες εδώ, είκοσι άνδρες εκεί. Ό χ ι τηλέφωνο. Ό χ ι ασύρματος. Ή μ α σ τα ν αναγκασμένοι να περιμένουμε για το σκοτάδι για να ούρουμε τους πληγωμένους και τις δωδεκάδες των παλικαριών με τα παγωμένα, σαν κεριού, πό δια, μέσα από τα χιόνια. Τ α υποδήματά τους, ξεσχισμένα, σόλες ανοιγμένες από τα έλη και τη λάσπη, δεν παρείχαν πια την πα ρα μικρή προστασία, και με το νερό να περνάει μέσα από παντού, είχαν τώρα γίνει παγόκυβοι. Π ήραμε αυτούς τους δυστυχισμένους κάτω, τόσο μακριά όσο η κοιλάδα. Τ ο χά ρα μ α τους αποθέσαμ ε έξω, επάνω στις άμαξες, στη θέση των άκαμπτω ν κουφά ριών, τα οποία βάλαμε κάτω δίπλα οτις ρόδες ή επάνω στις χιονισμένες όχθες. Τ α γένια τους κατεψυγμένα, σκληρά σα βελάκια, τουρτουρίζοντας ή αγανακτισμένοι, μας παρακολουθούσαν με γυάλινα μάτια. Τ ι μπορούσαμε να κάνουμε; Τ ι μπορούσαμε να πούμε; Η σωτηρία μας ακόμα να έλθει. Τ ο γνώριζαν τόσο καλά όσο κι εμείς και στο τέλος θα κουλουριάζονταν πάλι σιω πηλά. £ Τ ετάρτη απόγευμα έγινε φανερό πως τα ά ρμ α τα μάχης που έρχονταν προς τα εμάς από τα νοτιοδυτικά είτε δε θα έφ θανα ν ως εμάς, είτε θα μας έβρισκαν νε κρούς. Για τις δύο τελευταίες ημέρες δεν είχαν κάνει την π α ρα μ ικρή πρόοδο. Γιατί; Δε γνωρίζαμε. Υποτίθεται ότι ήταν να κάνουμε τη διάσπαση μέσα από τις σοβιετικές γραμμές το Σάββατο, 12 Φ εβρουάριου. Μετά, την Κυριακή. Μετά, τη Δευτέρα. Πέντε ημέρες είχαν περάσει. Τ ώ ρα πια ο καθένας μπορούσε να δει πω ς οι π ρ ο σ π ά θ ειές μας ήταν είτε ανε παρκείς ή μάταιες. Τ α γαλβανιστικά τη λεγρα φ ή μ ατα δεν ήταν τίποτε άλλο από φαντασίες. Τ α άρματα μάχης δεν είχαν έλθει. Τ α κυκλωμένα στρατεύματα είχαν κρατήσει για τόσο όσο υπήρχε ελπίδα. Το')ρα, όλα διαλύονταν σε κομματάκια. Είχαμε ξεμείνει στα τελευταία μας φυσίγγια. Από την Κυριακή, οι διαχειριστές των μονάδων δε διέθεταν καθόλου φαγητό. Οι τραυ ματίες πέθαιναν με τις εκατοντάδες από την έκθεση οτα στοιχεία της φύοεως και
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
253
την απώλεια αίματος. Ασφυκτιούσαμε κάτω από την εχθρική πίεση. Στο βορρά οι κομμουνιστικές δυνάμεις ερχόμενες από το Κορσούν είχαν ανα τρέψει τα φυλάκιά μας. Στις 16 Φεβρουάριου βρισκόμασταν τρία χιλιόμετρα α πό τη Σαντερόβκα. Στο Νόβο-Μπούντα η αντίστασή μας έπνεε τα λοίσθια. Στριμωγμένες στη στε νή κοιλάδα, οι γερμανικές μεραρχίες υποβάλλονταν στις αύξουσες τρομακτικές χιονοστιβάδες των οβίδων και των οπλοβομβίδων. Αισιόδοξες φήμες έκαναν ακόμη το γύρο των σιρατευμάτων, ριγμένες σε αυτά λόγω ευσπλαγχνίας, έτσι ώστε να συνέχιζαν να ελπίζουν. Α\λά οι αρχηγοί μας ήταν αποκαρδιωμένοι μπροστά crio φάσμα της καταοτροφής. Οφείλαμε να έχουμε μια λύση, μια άμεση λύση. £ Εκλήθην από τον υποστράτηγο Γκίλλε. Ό λοι οι ανώτεροι αξιωματικοί του τομέως της Σαντερόβκα ήταν εκεί. Δεν υπήρξε καμμία μακροσκελής συζήτηση. "Μόνο μια απελπισμένη προσπά θεια δύναται ακόμα να μας σώσει. Η αναμονή δεν έχει τίποτα το θετικό. Αύριο το πρωί στις πέντε η ώρα, οι πενήντα χιλιάδες άνδρες του Kessel πρέπει να επιτεθούν προς τα νοτιοδυτικά. Π ρέπει είτε να διασπάσουμε, είτε να πεθάνουμε. Δεν έχου με άλλη επιλογή. Αυτό το βράδυ σιις 23:00 η ώρα θα αρχίσει η κίνηση των στρα τευμάτων". Οι δύο στρατηγοί των Σωμάτων Στρατού και ο υποστράτηγος Γκίλλε είχαν λά βει μεγάλη προφύλαξη στο να μην περιγράφουν την κατάσταση πολύ ρεαλιστι κά. Το να τους ακούσεις να το λένε, όλα όσα έπρεπε να κάνουμε ήταν το να δια σχίσουμε μια ζώνη πεντέμισι χιλιομέτρων για να φθάσουμε στον απελευθερωτι κό σιρατό. Αυτός, είπαν, έχει προχωρήσει από την προηγούμενη μέρα και θα προ χωρούσε πάλι αύριο προς την κατεύθυνσή μας. Οι πενήντα χιλιάδες άνδρες μας, επιτιθέμενοι όλοι μονομιάς, θα κατόρθωναν να υπερνικήσουν τον εχθρό. Τ α νεύρα όλων, είτε διοικητού είτε στρατιώτη, είχαν τεντωθεί στα όριά τους. Τώρα, η ελπίδα σηκώθηκε μέσα μας σε καυτά κύματα. Επισιρέψαμε για να δώ σουμε τις διαταγές και να μεταδώσουμε την ιερή φωτιά της ανύψωσης του ηθικού στα στρατεύματα. £ Οι διαταγές της Ταξιαρχίας Εφόδου "Βαλλονία" δε θα ήταν εύκολο να διεκπεραιωθούν. Οφείλαμε να παραμείνουμε ως οπισθοφυλακές στο Νόβο-Μπούντα μέχρι το τέλος. Στις ένδεκα η ώρα το βράδυ, έστειλα όλους τους περιπατητικούς τραυματίες στην πορεία τους προς τα νοτιοδυτικά. Στη μία η ώρα το πρωί, οι βαλλονικές δυ νάμεις πεζικού άρχισαν ν’ απεμπλέκονται από τα ανατολικά και δυτικά, θ α έ-
254
A eo n Ν τεγκρελ
πρεπε να κρατήσουμε σταθερά στις θέσεις του Νόβο-Μποΰντα μέχρι τις τέσσερις η ώρα το πρωί. Εκείνη πια την ώρα οι δεκάδες χιλιάδες των ανδρών των συνωστισμένων εντός της κοιλάδος, θα βρίσκονταν τρία χιλιόμετρα νοτιοδυτικώς της Σαντερόβκα. Τότε και μόνον τότε μπορούσε η οπισθοφυλακή μας ν’ αποσυρθεί, φροντίζοντας να πα ραπλανήσει τον εχθρό με βαρέα πυρά μέχρι και το τελευταίο λεπτό. Η βαλλονική ταξιαρχία θα ανασυγκροτούταν ενώ θα βρισκόταν σε πορεία και θα περνούσε στην κεφαλή της φάλαγγος, ενσωματώνοντας κατά το χρόνο εκείνο τον εαυτό της με την εμπροσθοφυλακή των στρατευμάτων για τη διάσπαση. £ Είχαμε φθάσει στο σημείο όπου οτιδήποτε ήταν καλύτερο από τη στασιμότητα. Τα στρατεύματα γνώριζαν πως θα ήταν τελειωμένα εάν έμεναν εκεί γύρω για πε ρισσότερο. Δεν μπορούσαν να συνεχίσουν με τα στομάχια τους δεμένα κόμπο α πό την πείνα, τα κορμιά τους να τρέμουν από την κόπωση και τα μυαλά τους βα σανισμένα από το άγχος. Η ανακοίνωση ότι την επόμενη αυγή θα διασπούσαμε, γαλβάνισε όλη τη στρα τιά. Οι πιο αδύναμοι ένιωσαν έναν ξαφνικό πίδακα νέας ζωής. Εξηντλημένοι, σχε δόν δακρυσμένοι, ήμασταν όλοι άρρωστοι από την αγαλλίαση. Τα μάτια μας άδεια, τα σώματά μας ασταθή, συνεχίσαμε να επαναλαμβάνουμε ξανά και ξανά στους εαυτούς μας, "Αύριο θα είμαστε ελεύθεροι! Ελεύθεροι! Ελεύθεροι!"
Η Τελευταία Νΰκτα Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Το Kessel του Τσερκάσσυ έφθανε σ’ ένα τέλος. Με το που το σκοτάδι έκρυψε την κοιλάδα, οι γερμανικές φάλαγγες ξεκίνησαν την πορεία τους προς τα νοτιοδυτικά. Ό φειλαν να περάσουν δια μέσου του χωρι ού της Σαντερόβκα, κατόπιν να διασχίσουν μια γέφυρα. Πέρα από τη γέφυρα η α νοικτή στέππα εκτεινόταν τόσο μακριά, όσο δύο χωριά ευρισκόμενα τρία χιλιό μετρα γεμάτα μεταξύ τους, στα νότια και δυτικά. Αυτές οι δύο πολίχνες μόλις είχαν παρθεί σε μια μάχη έκτου σύνεγγυς. Στις πέ ντε η ώρα το πρωί, οι μεραρχίες μας θα εξαπέλυαν την επίθεση από εκεί. Το καραβάνι μας ήταν να συγκεντρωθεί στα δυτικά των δύο αυτών κωμοπόλε ων πριν το χάραμα. Τα οχήματα αυτά ήταν η εστία ενός βασάνου κάθε ώρα. Από την προίτη μέρα του Kessel, θα έπρεπε να είχαμε ξαλαφρώσειτη στρατιά από το νεκρό βάρος αυτών των δεκαπέντε χιλιάδων φορτηγών. Τότε, οι πενήντα ως εξή ντα χιλιάδες περικυκλωμένων ανδρών, δυνάμενοι να κινηθούν ελεύθερα και ορ γανωμένοι σε συμπαγείς φάλαγγες πεζικού, θα είχαν κατορθώσει να διαρρήξουν την εχθρική λαβή στραγγαλισμού αρκετά εύκολα.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
255
Αλλά, κατά πρώτον, είχαμε θελήσει να κρατήσουμε το έδαφος. Αργότερα, η Ανωτάτη Διοίκηση είχε μεταχειρισθείτη διάσωση αυτού του παραμυθένιου καραβάν-σαράι ως μία υπόθεση του κράτους. Ο υποστράτηγος Γκίλλε είχε λάβει μια κοφτή επίπληξη για την πρότασή του να τα κάψουμε. Είχαμε σπαταλήσει τρεις εβδομάδες ρυμουλκώντας εκείνες τις χι λιάδες των εξαιρέτων οχημάτων - ασυρματοφόρα, ασθενοφόρα, αυτοκίνητα διοικήσεως, πελώρια και μη πρακτικά φορτηγά κατάφορτα με εκατομμύρια κιλών από ετερόκλητα αντικείμενα, κομμάτια παλιόχαρτα, όλα τα είδη κιβωτίων, εφε δρείες μερίδων επιβιώσεως, προσωπικά αντικείμενα, πιάτα, πολυθρόνες, στρώ ματα, μέχρι και αποθέματα από ακορντεόν, φυσαρμόνικες, είδη υγιεινής και παι χνίδια του σαλονιού. Από το Πέτσαμο ως τη Μαύρη Θάλασσα, ο γερμανικός στρατός ασφυκτιούσε κάτω από το βάρος του υπεράφθονου υλικού και αποσκευών, ένα βάρος που αύ ξανε όλο και πιο πολύ κάθε χρονιά. Θα έπρεπε να είχαμε ανατινάξει τα τρία τέταρτα αυτού στον αέρα και να πολε μούσαμε σαν τους Ασιάτες, να τρώγαμε σαν τους Ασιάτες, να προελαύναμε σαν τους Ασιάτες, τόσο τραχιά όσο εκείνοι, τόσο απλά όσο εκείνοι, δίχως άνεση και δί χως άχρηστα φορτία. Σέρναμε το ελάττωμα του πολιτισμού με μας μέσα σε αντίξοο έδαφος. Η ορδή που μας καταδίωκε διέθετε την ευκινησία και τη σκληρότητα των βαρβάρων. Το κτήνος υπερνίκησε το φορτηγό, διότι το κτήνος μπορούσε να πάει εκεί όπου το φορτηγό δεν μπορούσε. Η γερμανική ήττα στα χιόνια και οτο βόρβορο της Ρωσσίας το 1943 και το 1944 ήταν κατά μεγάλο μέρος η ήττα ενός καλώς εφοδιασμένου στρατού μπλεγμένου μέσα στο φόρτο του. Ή τα ν ανώφελο να συζητήσουμε τα προβλήματα αυτά στο μέσον του Kessel με μία διοίκηση που τραβούσε ήδη τα μαλλιά της. Οι διαταγές ήταν να διασώσουμε το υλικό. Χάσαμε πολύτιμες ημέρες, επομένως, στο να σέρνουμε χιλιάδες κατα δικασμένων φορτηγών δια μέσου τρομερών λαοπόλακκων, μολονότι η κατάληξη ήταν να βυθίζονται μέσα στα τελματωθέντα μονοπάτια ή να διαλύονται μέσα σ’ έ ναν καταιγισμό οβίδων από τα σοβιετικά άρματα μάχης και το ελαφρύ πυροβο λικό. Το βράδυ της 16ης Φεβρουάριου του 1944, είχαμε ακόμη περίπου είκοσι πά ντσερ, κάτι περισσότερο από χίλια μηχανοκίνητα οχήματα ( από δεκαπέντε χι λιάδες αρχικών) και εκατοντάδες ελαφρών αμαξών, απαραιτήτων στα χωριά, επί των οποίων ήταν ξαπλωμένοι χίλιοι διακόσιοι τραυματίες. Αυτοί οι τραυματισμένοι άνδρες ήταν ιεροί. Τ α στρατεύματα δημιούργησαν έ ναν κλωβό γύρω από αυτήν τη λυπητερή φάλαγγα και την προστάτευσαν κατά τη διάρκεια της ωθήσεως προς τα νοτιοδυτικά. Οφείλαμε ν’ αποπειραθούμε τα πά ντα για να σώσουμε αυτούς τους δυσιυχείς, των οποίων το μαρτύριο είχε ξεπερά-
256
A eon Ν τεγκρελ
σει οτιδήποτε μπορεί να φαντασθεί ο νους του ανθρώπου. Εάν αύριο το βράδυ οι άνδρες αυτοί βρίσκονταν πέρα από το κολασμένο εμπόδιο, τι κατακλυσμιαία ευ χαρίστηση στις καρδιές μας! Τι ανακούφιση το να τους αποθέσουμε σε ασθενο φόρα, το να δούμε αυτά τα καημένα, ξεσχισμένα και παγωμένα κορμιά να λαμ βάνουν τελικώς φροντίδα, το να δούμε τις καρδιές αυτές που κτυπούν πονεμένα κάτω από σκεπάσματα βαριά από το χιόνι να βρίσκουν για άλλη μια φορά τον ει ρηνικό ρυθμό ανθρώπων που μπορούν να υποφέρουν με ελπίδα. $ Με το που έφθασε εννέα η ώρα το βράδυ, το μποτιλιάρισμα στη Σαντερόβκα ή ταν πέραν πάσης q:>avTaoi^. Την ώρα εκείνη ήμουν επιφορτισμένος να ρυθμίζω την αποχώρηση της ταξιαρχίας μου στο Νόβο-Μπούντα μεθοδικώς, διμοιρία τη διμοιρία, τομέα τον τομέα. Έ να ατυχές συμβάν στις θέσεις της οπισθοφυλακής μας και όλος ο ελιγμός της Σαντερόβκα θα είχε αποτύχει. Και με τα δύο άρβυλα στυλωμένα μέσα στο χιόνι, βασανισμένος από έναν πυ ρετό των 40 βαθμών Κελσίου που δεν μπορούσα να ξεφορτωθώ, απέστειλα αγγε λιοφόρους, έλαβα αναφορές και έδωσα προσοχή στην κάθε λεπτομέρεια. Ό λοι οι λόφοι ήταν φωτισμένοι από τη μάχη. Στις ένδεκα η ώρα το βράδυ προσπάθησα να διασχίσω τη Σαντερόβκα για να βοηθήσω να μετακινηθούν οι τραυματίες της ταξιαρχίας μου και να επιβεβαιώσω τις θέσεις που είχαν διαταχθεί για την επανασυγκέντρωση των στρατιωτών μας το χάραμα. Μετά από πενήντα μέτρα υποχρεώθηκα να εγκαταλείφω το τελευταίο παντός εδάφους όχημά μας. Μια qjan^^viKCov διαστάσεων φάλαγγα έφρασσε το βυθισμένο δρόμο και το χωριό. Φορτηγά, τέλεγες, ντρόσκες προσπαθούσαν ματαίως να προχωρήσουν, τέσσερα ή πέντε οχήματα πλάι-πλάι. Έ τρεξα σιις άμαξες των τραυματισμένων Βαλλόνων και ζόρισα εκείνους από τους συντρόφους μας που μπορούσαν ακόμα να χρησιμοποιήσουν τα πόδια τους για να συμμαζέψουν την τελευταία τους ενεργητικότητα και να δοκιμάσουν την τύχη τους πεζοί, όποιες κι αν ήταν οι πληγές τους και η τα λα ιπω ρία τους. Συγκεντρώνοντας γύρω στους πενήντα, ξεγλίστρησα μαζί τους μεταξύ των οχη μάτων αποσκευών και των φορτηγών. Πλησιάζαμε στο να παρακολουθήσουμε ένα φρικτό θέαμα. Ο εχθρός, ωθώντας από το βορρά, είχε καταφέρει να κινήσει τα άρματα μάχης και το πυροβολικό του ως επάνω, κοντά στη Σαντερόβκα. Από τις δέκα η ώρα το βράδυ, οι σοβιετικές πυ ροβολαρχίες είχαν αδειάσει ένα κυλιόμενο πυρ οτο κέντρο της πολίχνης. Μερικές ίσμπες είχαν αναλωθεί μέσα σιις φλόγες, φωτίζοντας πλήρως την εν εξελίξει με τακίνηση. Από την ώρα αυτήν και μετά οι σοβιετικοί πυροβολητές έκαναν μια εκδρομή. Οι οβίδες τους έπεφταν αδυσώπητα, μα μαθηματική ακρίβεια, επάνω σιην πελώρια πομπή. Τα "Αρμόνια του Στάλιν" κατάκλυζαν αυτήν τη πλημμυρίδα από κάθε εί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
257
δους όχημα με ρουκέτες. Πετρελαιοφόρα φλέγονταν. Σε όλο το μήκος του στενού δρόμου καίγονταν αυτοκίνητα. Ή μασ ταν αναγκασμένοι να ρίχνουμε συνεχώς τους εαυτούς μας σιο χιόνι, τόσο βίαιο ήταν το πυρ από τα "Αρμόνια του Στάλιν". Ανάμεσα στις δωδεκάδες των καιομένων οχημάτων, άλογα κτυπημένα κάτω στο χιόνι ηχούσαν τους επιθανάτιους ρόγχους τους μέσα σε φοβερούς σπασμούς. Κοντά τους έβηχαν ομάδες στρατιωτών κτυπημένων από πυρά πολυβόλων, πε σμένοι μπρούμυτα ή ανάσκελα. Οι φλόγες έκαναν τα πρόσωπά τους ιδιαίτερα στοιχειωμένα, κόκκινα από το αίμα, ένα γυαλιστερό κόκκινο του χαλκού που γέ μιζε κάποιον με τρόμο. Μερικοί προσπαθούσαν ακόμα να συρθούν. Οι άλλοι, σα κατεμένοι, σπαρταρώντας από πόνο, στόματα να χάσκουν φρικτά. Η πομπή δεν ήταν παρά ένα φοβερό σφαγείο, φωτισμένο από φωτιές που έλα μπαν κόκκινες απέναντι σε μια έκταση από πυκνό χιόνι. Τα φορτηγά που καίγονταν μεταξύ των πασσαλωμένων οχθών έκαναν την πρό οδο σχεδόν αδύνατη. Παρενοχλούμενοι από πυρά πολυβόλων, οι πεζικάριοι μό λις που μπορούσαν να κινηθούν μεταξύ εκείνων των πελώριων δαυλών, των κορ μιών εκείνων των θνησκόντων ανδρών, εκείνων των ξεκοιλιασμένων αλόγων, των οποίων τα εντόσθια γλιστρούσαν τριγύρω επάνω στον πάγο σα μεγάλα φαιοπρά σινα ερπετά. Οι οδηγοί μάρσαραν τους κινητήρες τους ματαίως. Λίγα μεγάλα φορτηγά προ χώρησαν σε πείσμα των πάντων, συντρίβοντας τα άλογα που πάλευαν ή πέθαιναν ανάμεσα στις φλόγες. Αυτή η άγρια επιστράτευση ενεργητικότητος ήταν, παρ’ ό λα αυτά, άχρηστη. Το μποτιλιάρισμα γινόταν όλο και πιο τερατώδες από ποτέ, επιδεινούμενο από το θόρυβο των κινητήρων, τις εκρήξεις, τις μανιασμένες κραυ γές και τις ικεσίες. Τ ελικώς είδαμε την πηγή αυτής της απίστευτης συμφορήσεως. Τ ο σύνολο του στρατού της Σαντερόβκα ήταν αναγκασμένο να διασχίσει μια ξύλινη γέφυρα, προκειμένου ν’ αφήσει την κοιλάδα. Έ να πολύ μεγάλο γερμανικό πάντσερ είχε ντελαπάρει ακριβώς επάνω σιη γέφυρα, τοακίζοντάς την και αποκόπτοντας εντελώς την κυκλοφορία προς τα νοτιοδυτικά. Ό τα ν είδαμε εκείνο το τέρας αναποδογυ ρισμένο ανάμεσα στα μπάζα των σανιδιών, σκεφθήκαμε πως αυτή τη φορά όλα ήταν χαμένα. Οι όχθες του ποταμού ήταν απότομες και απολύτως απρόσιτες. Η γέφυρα είχε δυναμιτισθεί από τους Κομμουνιστές τον καιρό της εκδκοξεώς τους, δύο ημέρες νο>ρίτερα. Οι Γερμανοί την είχαν επανοικοδομήσει βιαστικά. Τα ελαφρά άρμα τα μάχης είχαν καταφέρει να εξέλθουν της Σαντερόβκα. Έ να βαρύ άρμα μάχης πέρασε μετά χωρίς δυσκολία. Το δεύτερο βαρύ άρμα τα είχε τσακίσει όλα. Δύο ημέρες εργασίας από τους άνδρες του μηχανικού είχαν καταλήξει στο τί ποτα μέσα σ’ ένα λεπτό από αυτήν τη σαράντα δύο τόννων μάζα σιδήρου, φυτευμένη τώρα σαν παλούκι στη μέση της γέφυρας. Ή ταν φωτεινά σαν ημέρα. Οι τραυματίες και το πεζικό περνούσαν φιδογυριοτά
258
A eo n Ν τεγκρελ
πλάι από το μοιραίο πάντσερ όσο πιο καλά μπορούσαν. Από την κορυφή του φ α ραγγιού μπορούσαμε να δούμε όλη τη Σαντερόβκα, χρυσοκόκκινη στη μέση του αστραφτερού χιονιού. Κραυγές σηκώθηκαν, αμέτρητες. Από τον τρόμο των κραυ γών και των τρεμουλιαστών φλογών ξεπρόβαλλε η καυτή αντάρα της παράνοιας. Ό ταν οι τραυματίες μας ήταν από την άλλη μεριά της γέφυρας τους παρέδωσα σε έναν από τους ιατρούς μας, με διαταγές να προσκολληθούν στα στρατεύματα που ήταν τρία χιλιόμετρα προπορευόμενα από εμάς, τα οποία σχημάτιζαν την αιχ μή του δόρατος. Ξεκίνησαν μέσα από τη στέππα, όπου οι σκιές δε διεσπώντο από τις φλόγες των καιομένων φορτηγών. Με το πέρας των δύο ωρών απερίγραπτης προσπάθειας μέσα σε αυτήν την α τμόσφαιρα του ολέθρου, το γερμανικό μηχανικό κατόρθωσε ν’ ανατρέψει το άρ μα μάχης μέσα στο γκρεμό και να ρίξει μερικά ογκώδη μαδέρια σε όλο το πλάτος της χαίνουσας τρύπας. Η κυκλοφορία ξανάρχισε κάτω από ένα διαρκώς αυξανό μενο τρομερό βομβαρδισμό. Προχωρούσαμε πάνω από τους νεκρούς και τους θνήσκοντες. Μα προχωρού σαμε. Οι άνδρες θα είχαν ποδοπατήσει οποιονδήποτε προκειμένου να προχωρή σουν: ήθελαν να ζήσουν. £ Στα βορειοδυτικά, επί του παγωμένου λόφου του Νόβο-Μπούντα, οι Βαλλόνοι μας, πιστοί στις διαταγές που τους είχαν δοθεί, αντιστέκονταν ακόμη, άφοβοι και αντεπιτιθέμενοι. Είδαν το παρανάλωμα των μπλοκαρισμένων και τσακισμένων φαλάγγων στη Σαντερόβκα. Στ’ αυτιά τους ήλθε η φοβερή φασαρία των χιλιάδων ανδρών που αγωνίζονταν στο μέσον των εκρήξεων οβίδων και φλογών. Από τη μία η ώρα μέχρι τις πέντε το πρωί, οι διμοιρίες μας απεμπλάκησαν μία προς μία. Ξεγλίστρησαν πέρα σιωπηλά επάνω στο χιόνι και στο σκληρό έδαφος. Έ φθασαν μια μικρή κοιλάδα στα νοτιοανατολικά και ανασυντάχθηκαν, με τρία ακόμη χιλιόμετρα να διασχίσουν για να φθάσουν στη Σαντερόβκα. Δε χρειαζόταν να ψάξουν για το δρόμο. Πορτοκαλόφλογες δάδες χόρευαν επάνω από το λαμπρώς φωτισμένο χωριό. Οι άνδρες μας πέρασαν όσο πιο καλά μπορούσαν μεταξύ των καιομένων φορ τηγών, των νεκρών αλόγων και των παραμορφωμένων πτωμάτων, που ανατινάζο νταν ή αποτεφρώνονταν. Καθ’ όλη τη διάρκεια της νύκτας οι Βαλλόνοι κατηφόρισαν κατ’ αυτόν τον τρό πο μέσα από τη λαίλαπα, σε μικρές ταχυκίνητες ομάδες. £ Ακλόνητη, η οπισθοφ υλακή μας έμεινε στη θέση της στο Ν όβο-Μ πούντα. Πολυβόλησε τον εχθρό χωρίς διακοπή, καθηλώνοντάς τον στην κορυφογραμμή. Στις πέντε η ώρα το πρωί, εκτελώντας την τελευταία φάση του σχεδίου, ξεγλί στρησαν επιδέξια εκτός οπτικού πεδίου και προχώρησαν αργά μα σταθερά μπρο
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
259
στά για να ενταχθούν στην τελευταία γραμμή των SS, των εγκατεστημένων στη βο ρινή έξοδο της Σαντερόβκα. Κατόπιν, ακολουθώντας τα τελευταία οχήματα, διέ σχισαν την τώρα διαβόητη γέφυρα για το νότο. Μια φάλαγγα φορτηγών και αμαξών μήκους δύο χιλιομέτρων και πενήντα μέ τρων φάρδους είχε προωθηθεί ως επάνω, πολύ κοντά στη γραμμή της επιθέσεως. Είχα σκαρφαλώσει επάνω σ’ ένα φόρτωμα πυρομαχικών από το οποίο, καθώς περ νούσαν, χαιρετούσα στρατιω τικά και ανασυνέτασσα τους Βαλλόνους μου. Εξακολουθούσαν να είναι σ’ επιφυλακή, σε πείσμα των πάντων. Υπήρξε ένα φανταστικό συνονθύλευμα μονάδων και μεταφορικών. Ο ουρανός μόλις που άρχιζε να φωτίζει επάνω από αυτήν την ενεξέμπλεγκτη μάζα των αρ μάτων μάχης, αυτοκινήτων, ιππηλατών οχημάτων, συνδεδυασμένων ταγμάτων, Ουκρανών αμάχων και σοβιετικών αιχμαλώτων. Ξαφνικά, μια οβίδα έπεσε στο μέσον του συνωστισμού. Ύ στερα, δέκα οβίδες. Κατόπιν, εκατό οβίδες. Τα άρματα μάχης και τα εχθρικά πυροβόλα είχαν φθάσει τις λοφοπλαγιές της Σαντερόβκα παράλληλα σε μας. Τα είκοσι τελευταία γερμανικά πάντσερ όρμησαν έξω από τη φάλαγγα και χύμησαν προς ένα χαντάκι, ισοπεδώνοντας σαν άχυρα οτιδήποτε στο δρόμο τους. Οδηγοί φορτηγών και οδηγοί αμαξών έτρεχαν γοργά σε κάθε κατεύθυνση. Άλογα έφευγαν, αποτρελλαμένα. Αλλά, οι οπλές τους συντριμμένες από τα άρματα, χλι μίντριζαν άγρια. Χιλιάδες εκρήξεων τίναζαν γκριζόμαυρους στροβίλους, κάνο ντας κόσκινο το χιόνι με ερυθρόχρωμες σπίθες.
Δια Μέσου Όλων Οι διαταγές προκαθόρισαν την Ταξιαρχία Εφόδου "Βαλλονία" να είναι η αιχμή του δόρατος της επιθέσεως την αυγή, που θα αποφάσιζε το λυτρωμό μας ή την εξολόθρευσή μας. Στο μέσον μιας απίστευτης αναταραχής, εξαπολυμένης από τα σοβιετικά άρματα μάχης που ορμούσαν αιφνιδίως μεταξύ των τελευταίων χιλιά δων γερμανικών οχημάτων, εμείς ωθήσαμε βιαίως και ταχέως με κατεύθυνση στα νοτιοδυτικά. Πίσω μας ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός. Η Σαντερόβκα δεν είχε αντέξει πα ραπάνω από μια ώρα. Οι Κόκκινοι είχαν ήδη υπερκαλύψει το χωριό. Τα άρματά τους ωθούνταν εμπρός, προς την κατεύθυνσή μας, για το τελικό πλήγμα. Τα γερμανικά πάντσερ είχαν αποσταλεί στην αντεπίθεση ως μια μονάδα αυτο θυσίας, ένα εναντίον δέκα, ακριβώς όπως το ιππικό του Στρατάρχου Νέυ ανατολικώς του Μπερεζίνα πριν από έναν αιώ να4. Τους είδα ακριβώς πριν ρίξουν τους εαυτούς τους κατά των εχθρών. Τα πρόσω πα εκείνων των νεαρών αρματιστών ήταν αξιοθαύμαστα. Ενδεδυμένοι με κοντά μαύρα χιτώνια με ασημένια διακριτικά, τα κεφάλια και οι ώμοι τους να προεξέ
260
A eon Ν τεγκρελ
χουν από τους πυργίσκους, γνώριζαν ότι επρόκειτο να πεθάνουν. Αρκετοί έφεραν υπερήφανα την τρίχρωμη ταινία και το μεγάλο, μαύρο και α σήμι Σταυρό του Ιππότου στους λαιμούς τους, ένα λαμπρό στόχο για τον εχθρό. Ούτε ένας από εκείνους τους έξοχους πολεμιστές φαινόταν νευρικός ή έστω συγκινημένος. Όργωναν το χιόνι με τις ερπύστριές τους καθώς αποχωρούσαν δια μέσου του κυκεώνος της υποχωρούσης στρατιάς. Ούτε ένας δεν επέστρεψε. Ούτε ένα πάντσερ. Ούτε ένας άνδρας. Οι διαταγές ήταν διαταγές. Η θυσία ήταν ολοκληρωτική. Για να κερδίσουμε μία ώρα, μία οόρα που μπορεί ακόμα να έσωζε δεκάδες χ ι λιάδες στρατιωτών του Ράιχ και της Ευρώπης, τα πληρώματα των γερμανικών αρ μάτων μάχης πέθαναν ως τον τελευταίο άνδρα νοτίως της Σαντερόβκα το πρωινό της 17ης Φεβρουάριου του 1944. Προασπισμένοι από εκείνους τους ήρωες, ο στρατός όρμησε βιαστικά προς τα νοτιοδυτικά. Το χιόνι έπεφτε σε πελώριες νιφάδες. Το παχύ χιόνι θόλωσε εντελώς τον ουρα νό ως κάτω στο επίπεδο του ματιού. Με καθαρό καιρό τα εχθρικά αεροσκάφη θα μας είχαν αφανίσει όλους. Κρυμμένοι από αυτό το πέπλο των συμπαγών νιφάδων τρέξαμε, λαχανιάζοντας. Ο διάδρομος ήταν εξαιρετικά στενός. Τ α προπορευόμενα στρατεύματα, τα ο ποία είχαν ανοίξει το δρόμο πριν από εμάς, είχαν φτιάξει ένα πέρασμα λίγων ε κατοντάδων μόνο μέτρων πλάτους. Το έδαφος ήταν λοφώδες. Τρέξαμε ορμητικώς από τον ένα λόφο στον άλλο. Ο πυθμένας κάθε ρεματιάς ήταν μια φοβερή συντριβή ρημαγμένων οχημάτων και δωδεκάδθ)ν νεκρών στρατιωτών απλωμένων σε όλη την έκταση του κόκκινου χιο νιού. Τ α πυροβόλα του εχθρού σφυροκοπούσαν αγρίω ς τα π ερά σ μ ατα αυτά. Εξακολουθήσαμε να πέφτουμε επάνω σε πληγωμένους και αιμόφυρτους άνδρες. Ή μασταν αναγκασμένοι να βρίσκουμε καταφύγιο δίπλα-δίπλα στους νεκρούς. Άμαξες αναποδογύριζαν. Άλογα κουνούσαν πάνω κάτω τις οπλές τους στον αέρα, μέχρις ότου οι σφαίρες των πολυβόλων έχυναν τα ζεστά τους εντόσθια στο λερω μένο χιόνι. Μόλις που θα είχαμε περάσει τη ρεματιά προτού σκοπευτές τοποθετημένοι επί των δύο πτερύγων θ’ άνοιγαν πυρ καταπάνω μας. Άνδρες θα κραύγαζαν και θα έ πεφταν στα γόνατά τους μέσα στο χιόνι, βαστώντας τα σπλάγχνα τους. Το χιόνι γρήγορα πασπάλιζε τους θνήσκοντες. Πέντε λεπτά αργότερα μπορούσαμε ακό μα να δούμε τα μάγουλά τους, τη μύτη τους και λίγους βοστρύχους μαλλιών. Δέκα λεπτά αργότερα δε θα υπήρχε το παραμικρό παρά λευκοί σωροί επάνω στους ο ποίους άλλοι άνδρες που υποχωρούσαν θα θερίζονταν από τα πυρά. Οι τραυματίες του Kessel, μέσα στις εκατοντάδες των αμαξών τους, τραντάζο νταν φρικτά μέσα σ’ αυτόν τον αγωνιώδη αγώνα δρόμου. Άλογα αναπηδούσαν μέ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
261
σα σε παγωμένες λακούβες. Άμαξες θ’ αναποδογύριζαν, ρίχνοντας τους τραυμα τίες φύρδην-μίγδην επάνω στο έδαφος. Π αρ’ άλα αυτά, ουνολικώς, η φάλαγγα παρέμεινε αρκετά καλά σε τάξη. Ή τα ν τότε που ένα κύμα σοβιετικών αρμάτων μάχης ξεπέρασε τα τελευταία ο χήματα και καταβρόχθισε τα περισσότερα από τα μισά των μεταφορικών. Οι ο δηγοί πετάχθηκαν από τα καθίσματά τους. Είχαμε μείνει δίχως ένα άρμα μάχης. Σπεύσαμε ματαίως να συναντήσουμε αυ τά τα εχθρικά άρματα μάχης και να προσπαθήσουμε ν’ αποκρούσουμε την κατα στροφή. Τίποτε δεν τα σταματούσε. Τα σοβιετικά άρματα προήλασαν δια μέσου των αμαξών με μια τρομακτική α γριότητα, συντρίβοντάς τες μία προς μία σα σπιρτόκουτα μπροστά στα ίδια μας τα μάτια, τα άλογα το ίδιο καλά όπως τους τραυματισμένους και θνήσκοντες άν δρες. Σπρώξαμε τους περιπατητικούς τραυματίες όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο καλύψαμε τη φυγή των αμαξών που είχαν ξεφύγει των αρμάτων. Αλλά παντού οι άνδρες έπεφταν ανάσκελα με πρα'πο το κεφάλι ή βούλιαζαν στα γόνατά τους, τα πνευμόνια τους ή οι κοιλιές τους τρυπημένα από τις σφαίρες που σύριζαν μ’ ένα τρελλό pizzicato από τις δυο πλευρές του διαδρόμου.
£ Είχαμε μιας στιγμής ανάπαυλα καθώς τα σοβιετικά άρματα μάχης, μποτιλιαρισμένα στο πέρασμα, προσπαθούσαν να ξεμπλέξουν τους εαυτούς τους από το μπέρδεμα των εκατοντάδων των τσακισμένων κάτω από τις ερπύστριές τους α μαξών. Κάναμε το γύρο ενός δάσους, ένα όμορφο καστανοκόκκινο και βιολετί δά σος, και φθάσαμε μια μικρή κοιλάδα. Δεν είχαμε καλά-καλά αρχίσει ν’ ανεβαίνουμε την πλαγιά όταν, στρέφοντας πί σω, είδαμε εκατοντάδες ιππικού να κατηφορίζουν καλπάζοντας ένα λόφο στα νο τιοανατολικά. Νομίσαμε στην αρχή πως ήταν Γερμανοί ουλάνοι. Κοιτώντας μέ σα από τα κιάλια μου, μπορούσα να ξεχωρίσω καθαρά τη στολή του ιππικού. Ή τα ν Κοζάκοι. Αναγνώρισα τα νευρικά, μικρά, κα 4>ετιά άλογά τους. Έ σπευδαν ταχέως προς τα πάνω από πίσω μας, συρρέοντας από κάθε κατεύθυνση. Ή μασταν αποβλακωμένοι. Το σοβιετικό πεζικό μας πολυβολούσε. Τα σοβιετι κά άρματα μάχης μας ακολουθούσαν. Και τώρα οι Κοζάκοι έμπαιναν ορμητικώς για το αποτέλειωμα. Πότε; Πότε τα γερμανικά πάντσερ τα ερχόμενα να μας συναντήσουν από τα νο τιοδυτικά, θα εμφανίζονταν; Είχαμε ήδη πάει τουλάχιστον δέκα χιλιόμετρα και δεν είχαμε δει το παραμικρό. Θα ήμασταν αναγκασμένοι να προχωρήσουμε ακόμα γρηγορότερα. Ό πω ς πολλοί από τους τραυματίες, δεν μπορούσαν ν’ αντέξω περισσότερο. Ο
262
A eon Ν τεγκρελ
πυρετός υπέσκαπτε τη δύναμη μου. Αλλά ο αγώνας δρόμου έπρεπε να τρεχθεί πάση θυσία. Με τους Βαλλόνους μου έτρεξα στην κεφαλή της φάλαγγος για να βιά σω τους συντρόφους μου να συνεχίσουν. Η λοφοπλαγιά ήταν ολισθηρή. Στ’ αριστερά μας μια τεράστια σχισμή ανοιγό ταν, τέσσερα μέτρα πλατιά, δεκαπέντε μέτρα βαθιά. Φθάσαμε σχεδόν στην κο ρυφή του λόφου. Τότε είδαμε τρία άρματα μάχης να οδηγουνται καταπάνω μας με μεγάλη ταχύ τητα. Είχαμε ένα δευτερόλεπτο ανείπωτης αγαλλίασης. "Είναι αυτοί! Επιτέλους! Τα γερμανικά πάντσερ είναι εδώ!". Αλλά μια ομοβροντία οβίδων έπεσε πάνω μας και θέρισε τις τάξεις μας. Ή τα ν σοβιετικά άρματα. Τα εχθρικά άρματα μάχης βρίσκονταν στο κατόπι μας. Οι πεζοί στρατιώτες μας σκότωναν στις πτέρυγες. Οι Κοζάκοι εισέδυσαν στις γραμμές μας. Και τώρα, αντί της σωτηρίας, άλλα σοβιετικά άρματα υφώνονταν σαν κύμα μπροστά μας. Δεν μπορούσαμε να περιμένουμε περισσότερο. Πιασμένοι στον ύπνο επάνω σ’ αυτήν τη γυμνή πλαγιά, επρόκειτο να σαρωθούμε εντός ολίγων δευτερολέπτων. Κοίταξα στο φαράγγι και κραύγασα στους συντρόφους μου, "Κάνετε ό,τι κάνω!". Ύστερα άφησα τον εαυτό μου να πέσει από δεκαπέντε μέτρα ύψος. Υπήρχε ένα μέτρο πολύ συμπιεσμένου χιονιού στον πάτο της σχισμής. Θάφτηκα εκεί μέσα σαν τορπίλλη. Ό λοι οι σύντροφοί μου κουτρουβάλησαν εκεί μέσα ο έ νας μετά τον άλλον. $ Στη στιγμή, εκατοντάδες στρατιωτών ήταν μαζεμένοι στον πυθμένα αυτής της εδαφικής ανωμαλίας. Από λεπτό σε λεπτό περιμέναμε να δούμε τους Μογγόλους να εμφανίζονται στην κορυφή της κατωφέρειας και να ρίχνουν χειροβομβίδες ε πάνω μας. Το πλήθος μας ήταν απελπισμένο. Ξεροκέφαλα, αντιτιθέμενα, κάποιοι επιθυμούσαν ακόμη να προσπαθήσουν να προχωρήσουν. Ακολούθησαν τον πυθμένα της ρωγμής ως το νότιο άκρο της, κα τόπιν αναρριχήθηκαν στην επιφάνεια. Αμέσως κλονίσθηκαν κι έπεσαν πίσω σα ζεστοί φρικτοί όγκοι, κατακρεουργημένοι από τα πυρά των αρμάτων μάχης. Τα κουφάρια τους σχημάτισαν ένα υψωματάκι γύρω στα δύο μέτρα ψηλό, επίτου ο ποίου το χιόνι άρχισε πάλι να πέφτει. Είχα ανασυντάξειτους Βαλλόνους τριγύρω μου και τους προετοίμασα για την καταστροφή. Ή μασ ταν στριμωγμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο έτσι ώστε να μην παγώσουμε. Καθένας είχε πετάξει μακριά τα χαρτιά του, τα δακτυλίδια του, ακό μα και τις βέρες. Παρηγόρησα τους συντρόφους μου όσο πιο καλά μπορούσα. Τι ελπίδα μας είχε απομείναι να βγούμε ζωντανοί ή ελεύθεροι από αυτήν τη στε νωπό, με τα εχθρικά άρματα να φράσσουν το νότο; Το να γυρίσουμε πίσω θα σήμαινε το ν’ αντιμετωπίσουμε τα πρώτα σοβιετικά άρματα μάχης, πεζικό και ιππι κό, τα οποία εφορμούσαν προς τα κάτω από το βορρά και σάρωναν πέρα την τε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
263
λευταία αντίσταση. Ή ταν τότε που το απίστευτο συνέβη. Στη ρωγμή μας δυο εξηντλημένοι Γερμανοί στρατιώτες ήλθαν μπροστά, ο καθένας βαστώντας ένα πάντσερφάουστ. Ή τα ν τό σο στραγγισμένοι από την κόπωση που φαίνονταν να μην αντιλαμβάνονται το πα ραμικρό, και κουβαλούσαν τα πάντσερφάουστ τους μηχανικά, με τον τρόπο που έφεραν τα κεφάλια τους στους ώμους τους. Δύο πάντσερφάουστ! Πεταχθήκαμε πάνω για την ενέδρα. Έ νας Γερμανός εθελοντής κι ένας Βαλλόνος εθελοντής άδραξαν αυτά τα αντιαρματικά όπλα και αναρριχήθηκαν επάνω στην κορυφογραμμή. Είχαν το χρόνο να σημαδεύσουν χωρίς να τους δουν. Δύο φαντα στικές εκρήξεις ήχησαν. Τα δύο πλησιέστερα εχθρικά άρματα μάχης, κτυπημένα σχεδόν εξ επαφής, ανατινάχθηκαν. Έ νας νεαρός Γερμανός αξιωματικός που είχε σκαρφαλώσει επάνω στην άλλη όχθη είδε την έκρηξη. Χοροπηδούσε σα γυμνασιόπαιδο, φωνάζοντας κραυγές θριάμβου. Τον είδα ξαφνικά να εκρήγνυται, εξατομοποιημένος. Είχε δεχθεί μια οβίδα από το τρίτο άρμα όλη επάνω στο κορμί του. Κάμποσα φρικιαοτικά δευτερόλεπτα πέρασαν. Ύστερα, αμέτρητα μικρά κομ ματάκια σαρκός, όχι μεγαλύτερα από αυτιά, έπεσαν αργά πίσω στο χιόνι ολόγυ ρά μας. Πλινκ...πλονκ... Ή ταν όλα όσα έμειναν από τον αγάλλοντα ανθυπολοχαγό που εόρταζε τη στιγμιαία μας νίκη μόλις πριν. Δεν μπορούσαμε να χάσουμε ούτε δευτερόλεπτο. Άρπαξα το υποπολυβόλο μου και αναρριχήθηκα επάνω στον πελώριο σωρό των νεκρών στρατιωτών στο τέρμα του φαραγγιού. Είχα έξι γεμιστήρες των τριάντα δύο βολίδων στη ζώνη μου, έξι α κόμη μέσα στις χιονόμποτές μου και τριακόσια εφεδρικά φυσίγγια στο σακκίδιό μου. Καθώς εκατοντάδες Γερμανών και Βαλλόνων στρατιωτών άφηναν τη ρωγ μή, θα μπορούσα ν’ απωθήσω τους Κοζάκους που ήταν ήδη επί του υψιπέδου με τα πυρά μου. Στις φωνές, οι τελευταίες άμαξες των τραυματισμένων ανδρών άρχισαν να ε ξέρχονται από τον πυθμένα της πλαγιάς. Υπήρχε ακόμη ένα σοβιετικό άρμα, σα ράντα μέτρα μακριά. Θα μας ρήμαζε τρομερά. Μα δεν υπήρχε άλλη λύση. Θα ή μασταν αναγκασμένοι να ορμήσουμε ίσια μπροστά και να διασώσουμε ό,τι μπο ρούσαμε. Το να παραμείνουμε μέσα στη ρεματιά ήταν βέβαιη καταστροφή. Το να πλήξουμε μετωπικώς μας έδινε μια πιθανότητα ν’ αποφύγουμε το θάνατο. Γνώριζα το χάρτη όλης της υπαίθρου α π’ έξω. Τον είχα μελετήσει για εβδομά δες και θα είχα κατορθώσει να φθάσω στα ρουμανικά σύνορα, τριακόσια χιλιό μετρα απότοΤσερκάσσυ, δίχως τη βοήθεια κανενός. Έχοντας αποφασίσει να μην πέσω ζωντανός στα χέρια των Σοβιετικών, είχα λά βει τις προφυλάξεις μου. Κουβαλούσα τα επιπλέον σχετικά με τον τόπο για να πο λεμήσω μέσα στα δάση για μήνες αν ήταν απαραίτητο. Αφήνοντας τη ρωγμή, σημάδεψα ένα μεγάλο δάσος στην άλλη άκρη του υψιπέ
264
Λ εο ν Ν τεγκρελ
δου, του οποίου την ύπαρξη και τοποθεσία είχα μάθει από το χάρτη. Εκεί, προφυλαγμένοι από τα εχθρικά άρματα, θα μπορούσαμε τουλάχιστο να πάρουμε μια ανάσα. Οι στρατιώτες μας έτρεξαν προς εκείνο από κάθε κατεύθυνση. Οφείλαμε να δια σχίσουμε οκτακόσια μέτρα επιπέδου εδάφους πριν το φθάσουμε. Οι εναπομείνασες άμαξες είχαν κατορθώσει να μας φθάσουν. Μαζί με αυτές εκτοξευθήκαμε μπροστά. Το σοβιετικό άρμα, επίσης, είχε εκτοξευθεί μπροστά, περιτριγυρισμένο από έ να σμήνος Κοζάκων που σου πάγωναν το αίμα. Έ πρεπε να πυροβολούμε με τα υποπολυβόλα μας συνεχώς ενώ κόβαμε το δρόμο μας δια μέσου του εχθρού, ριγ μένοι κάτω μια δωδεκαριά φορές από τις οβίδες που εκρηγνύονταν ολόγυρά μας. Αγκομαχώντας, τα πνευμόνια μας να σκάνε, δεν μπορούσαμε να συνεχίσουμε. Ακριβώς μπροστά στα φρικιώντα μου μάτια το σοβιετικό άρμα οδήγησε επάνω στια άμαξες με τους τραυματίες, τις ανέτρεψε και τις ισοπέδωσε. Φρικτά ουρλια χτά αντήχησαν, οι κραυγές των θνησκόντων και οι απερίγραπτες στριγκλιές των συντριμμένων αλόγων, που πυρετωδώς κουνούσαν τις οπλές τους. Καταρρεύσαμε στο όριο του δάσους μισοπεθαμένοι. Πίσω μας, το γκρίζο χιόνι ήταν κατάσπαρτο με πτώματα. Το άρμα μάχης, μια ορδή Κοζάκων να επελαύνει τριγύρω του, αποτελείωνε την τρελλή του κονταρομαχία.
Λισιάνκα Ή τα ν αδύνατον για τα άρματα μάχης και το πολυάριθμο ιππικό που μας ακο λουθούσαν να διεισδύσουν στις πυκνές λόχμες του δάσους. Έ να μικρό μονοπάτι κατηφόριζε σ’ ένα ξέφωτο όπου ένας εξαίρετος γέρος επιτελικός συνταγματάρχης που ίππευε ένα εξηνιλημένο άλογο, προσπαθούσε μάταια να κάνει τον εαυτό του ν’ ακουσθεί. Κάμποσες χιλιάδες ανδρών είχαν καταρρεύσει στο χιόνι. Η περιοχή κάτω από τα δένδρα πολυβολούταν σε σταθερή βάση. Δεν μπορούσαμε να εγκαταλείψουμε αυτές τις χιλιάδες των στρατιωτών στη μοίρα τους μετά τους μεγάλους κινδύνους που είχαν ήδη διαφύγει. Συστήθηκα στο γέρο συνταγματάρχη και του ζήτησα ευγενικώς εάν θα μπορού σα να διευθύνω τη μάχη μέσα στο δρυμό. Φάνηκε ενθουσιασμένος με την πρότα σή μου, αφίππευσε από το άλογό του και κάθισε κάτω στο χιόνι. Βρήκα ένα νεαρό Γερμανό αξιωματικό που γνώριζε γαλλικά. Τον είχα να μου μεταφράζει το μικρό μου λόγο που έβγαλα στα στρατεύματα, μια πρόταση τη φο ρά. "Γνωρίζω επακριβώς που βρισκόμαοθε. Μας έχουν μείνει τρία μόνο χιλιόμε τρα να πάμε πριν φθάσουμε στις νότιες φάλαγγες. Το να ξεχυθούμε τοίρα προς την κατεύθυνσή τους σημαίνει το να σφαγιασθούμε. Θα αναλάβω την ευθύνη να οδηγήσω όλους σε αυτές στη διάρκεια της νύκτας. Θα επιτύχουμε. Αλλά καθώς πε-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
265
ρψένουμε για το σκοτάδι, πρέπει να σχηματίσουμε ένα τετράγωνο γΰρω από το όριο του δάσους και να μην αφήσουμε το σοβιετικό πεζικό να εισβάλλει σε αυτό." Ζήτησα εθελοντές. Δεν ήθελα κανέναν άλλον. Κάπως ζαλισμένοι, οι Γερμανοί έ καναν μπροστά σ’ ένα σώμα. Σχημάτισα ομάδες μάχης των δέκα ανδρών, μ’ ένα Βαλλόνο στην κάθε μια για να μ’ εξυπηρετεί α>ς αγγελιοφόρος. Επίταξα τα όπλα, πυρομαχικά και παντσερ φάουστ όλων εκείνων που δεν ήταν πια ικανοί να πολεμήσουν και τοποθέτησα γρήγορα τους Γερμανοΰς και Βαλλόνους στο χείλος του δάσους. Οι Σοβιετικοί που είχαμε αποκρούσει στα νοτιοανατολικά του δάσους πυροβο λούσαν σφοδρώς. Οι άνδρες μας έλαβαν διαταγές να μείνουν αυστηρώς στην ά μυνα, αφοΰ δεν ήταν προς την κατεύθυνση εκείνη που θα είχαμε ν’ απεμπλακούμε το βράδυ. Ο χάρτης έδειχνε πως μια πόλη καλούμενη Λισιάνκα ήταν να βρεθεί τρία χιλιό μετρα στα νοτιοδυτικά. Ή μουν απολύτως πεπεισμένος ότι αυτή η πόλη ήταν στα χέρια των Γερμανών. Δεν ήταν δυνατόν ότι εκείνο το μεγάλο χωριό, το οποίο βρι σκόταν είκοσι χιλιόμετρα πέραν του σημείου εκκινήσεως της εφόδου εκείνου του προοινού, θα μπορούσε να κατέχεται ακόμα από τους Σοβιετικούς. Ασφαλώς, τα απελευθερωτικά άρματα μάχης πρέπει να είχαν προελάσει τόσο μακριά. Είχα δει επί του χάρτου πως ένας ποταμός περνούσε δια μέσου της πόλεως. Θα ήταν συνεπούς αρκετό να φθάσουμε στα πρώτα σπίτια. Τότε θα βρίσκαμε ή θα στή ναμε πρόχειρα μια χειροποίητη γέφυρα. Το δάσος μας κατηφόριζε προς τη Λισιάνκα. Θα το χρησιμοποιούσαμε για όσο περισσότερο γινόταν στη νυκτερινή μας πορεία. Ή δ η οι αγγελιοφόροι αποχωρούσαν για ν’ ανιχνεύσουν αθέατοι το έδαφος. $ Διατρέξαμε τον πιο άμεσο κίνδυνο στα δυτικά του δρυμού. Από το όριο είδαμε μια άφοβη φάλαγγα σοβιετικο')ν αρμάτων μάχης επάνω στο λόφο στραμμένη προς τα εμάς, τριακόσια μέτρα μακριά, η ίδια φάλαγγα η οποία είχε αποστείλει τα τρία άρματα που μας είχαν παρά λίγο αφανίσει, μια ώρα ενωρίτερα. Αυτά τα άρματα μάχης ήταν τοποθετημένα κατά μήκος της διαδρομής που ο δηγούσε στη Λισιάνκα. Παρακολουθούσαν όλη την περιοχή από την κορυφογραμμή. Κρατούσαν το δυτικό τομέα, όπου ένα άλλο κύμα περικυκλωμένων στρα τευμάτων προχο>ρούσε, κάτω από πυρά, και επίσης ήλεγχαντη μικρή κοιλάδα που τα διαχώριζε από το δρυμό. Αυτή η απολύτως ακάλυπτη κοιλάδα ήταν ένας συνεχής πειρασμός. Οδηγούσε στη Λισιάνκα. Έ να τελευταίο άλμα και θα ήμασταν ελεύθεροι. Τ α Κόκκινα ά ρ μ α τα ήταν περ ιτρ ιγυρ ισ μ ένα από πολυάριθμ ο πεζικό. Οποιοσδήποτε προσπαθούσε να προχωρήσει δια μέσου αυτής της γυμνής κοιλάδος, θα συντριβόταν. Ή τα ν γραμμένο στο έδαφος.
266
A eo n Ν τεγκρελ
Έ κανα μια επίσκεψη σε κάθε ένα από τα φυλάκιά μου για να καταπραϋνω την ανυπομονησία των ανδρών μου. Δυστυχώς, μπορούσα να συγκρατήσω μόνον τους δικούς μου άνδρες. Επί του δεξιού μου πλευρού, ακριβώς στη βορειοδυτική γωνία του δρυμού, ένα κύμα αρκετών εκατοντάδων Γερμανών στρατιωτών που είχαν διασχίσει το υψί πεδο μετά από εμάς, εμφανίσθηκε ξαφνικά. Είχαν πάει στα κλεφτά κατά μήκος του δάσους αντί να εισέλθουν σε αυτό. Μια μεγάλη και τρομακτική κραυγή αντή χησε, συνταράσσοντάς μας ως μέσα στο μεδούλι. "Ουρρά, Γερμανία!" Ξεχύθηκαν μπροστά με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Παρακολουθήσαμε το μακελειό από τη θέση των θεατών. Ούτε ένας άνδρας, ού τε ένας και μοναδικός, δεν πέρασε. Τα άρματα μάχης του εχθρού εξαπέλυσαν έ να εξοντωτικό πυρ ανάμεσά τους. Οι δύστυχοι έπεσαν σε αρμαθιές επάνω στα χιό νια. Ή τα ν μία σφαγή. Κατόπιν, το σοβιετικό πεζικό εφόρμησε πάνω στις σωρούς των νεκρών και τραυ ματιών για την τελική λεηλασία. Ή μασταν στριμωγμένοι μέσα στις φωλιές των πολυβόλων μας κάτω από τα δέν δρα, εκατό μέτρα από τη σφαγή και δε χάσαμε την παραμικρή λεπτομέρεια της φρικιαστικής σκηνής. Οπλισμένοι με μαχαίρια, οι κομμουνιστές λαφυραγωγοί αμιλλώνταν ο ένας τον άλλον για ν’ αποκόψουν τα δάκτυλα των νεκρών και των θνησκόντων. Ή τα ν υπερβολικά μεγάλος μπελάς να βγάλουν τα δακτυλίδια τους, έτσι απέκοπταν τα δάκτυλα και τα πατίκωναν μέσα στις τσέπες τους σε ματωμένες χού φτες για να κινούνται ταχύτερα. Φρικιώντες, ήμασταν αναγκασμένοι να παρακολουθούμε αυτές τις σκηνές ωμότητος μέσα στη σιωπή. Είχα δώσει αυστηρές διαταγές να μην πυροβολήσουν. Δε θα είχε σώσει ούτε έναν από τους άνδρες που πέθαιναν οι οποίοι κείτονταν στην κοιλάδα, αλλά αντιθέτως θα είχε προκαλέσει μια γενικευμένη επίθεση κατά του δρυμού από την ορδή των μαχαιροβγαλτών. Επιθυμούσα να σώσω τις τρεις χ ι λιάδες των ανδρών για τους οποίους είχα αναλάβει την ευθύνη. Δε θα επετύγχανα σε αυτό με το να τους ρίξω τυφλά σ’ ένα μάταιο μακέλεμα χωρίς πυροβολικό ή άρ ματα μάχης, αλλά περισσότερο με το να έχω τη δύναμη να περιμένω ήρεμα για τη νύκτα, η οποία θα σκοτείνιαζε την κοιλάδα και θα εξουδετέρωνε τους κυνηγούς μέσα στα σοβιετικά άρματα. $ Το πρωί οι πενήντα χιλιάδες άνδρες του Kessel είχαν προελάσει ευθεία μ προ στά και οι μονάδες είχαν γρήγορα αναμιχθεί. Ό σο για μας, είχαμε κατορθώσει να δώσουμε καταφύγιο σε κάμποσες χιλιάδες ανδρών από τις κρούσεις των εχθρικών αρμάτων μάχης, χάρη στο πυκνό παρα πέτασμα των δένδρων του δάσους. Αυτό δεν είχε συμβεί για τη μεγάλη μάζα των γερμανικών στρατευμάτων που ε-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
267
πιτίθονταν στα δεξιά και στ’ αριστερά μας. Καταμεσής του θορΰβου της μάχης μαντεύσαμε πως ένα μεγάλο κΰμα των Γερμανών κατερχόταν στα δυτικά της δια δρομής που κατεχόταν από τα σοβιετικά άρματα μάχης, τα οποία είχαν στρέψει τους πυργίσκους τους στην κατεύθυνση της κροΰσεως και εξαπέλυσαν ένα αδιά κοπο πυρ. Έ να άλλο, ακόμη μεγαλύτερο γερμανικό κΰμα, είχε διασπάσει στα δε ξιά, νοτιοανατολικώς του δάσους μας, προσπαθώντας να φθάσει σιη Λισιάνκα α πό τη στέππα. Προσθέτοντας σε όλες τις δυσκολίες μας ήταν το πέρασμα του ποταμού. Είχα φιλόπονα μελετήσει τη διαμόρφωση αυτού του εμποδίου επί του τοπογραφικού χάρτου και είχα αποφασίσει να το αποφύγουμε και να κατέλθουμε με τη νύκτα κα τευθείαν στην πόλη της Λισιάνκα, κτισμένης επί των δύο πλευρών του νερού. Έτσι, θα διαφύλασσα τους στρατιώτες μου από την ανάγκη να περάσουν αυτό το βαθύ και γρήγορο ρεύμα νερού μέσα στην ανοικτή ύπαιθρο, με καιρό δεκαπέντε ή εί κοσι βαθμών υπό το μηδέν. Μέσα στη σύγχυση είχαμε σταθεί αρκετά τυχεροί να φθάσουμε σε αυτόν το δρυ μό της θείας πρόνοιας, επάνω στην ώρα για να ξεγλιστρήσουμε κοντά στο μεγά λο χωριό μέσα στο σκοτάδι. Θα ανέμενα για όσο ήταν απαραίτητο, αλλά θα επωφελόμουν από την προνομιούχο μας κατάσταση στο μέγιστο .όταν ο καιρός ήταν ώριμος. Δυστυχώς, οι άλλοι, εννοώντας δεκάδες χιλιάδες στρατιωτών, ήταν αναγκασμέ νοι να στραφούν στα δυτικά και νοτιοανατολικά. Η νοτιοανατολική πτέρυγα είχε διοικηθεί από ένα στρατηγό Σώματος Στρατού, ο οποίος είχε φονευθεί επικεφαλής των ανδρών του5. Ο υποστράτηγος Γκίλλε τον αντικατέστησε αμέσως. Κατά τις μία η ώρα το απόγευμα το κύμα αυτό, με τα σοβιετικά άρματα μάχης κατά πόδαςτου, διέσπασε προς τον ποταμό. Οι τρεις εβδομάδες της τήξεως είχαν κατά πολύ φουσκώσει τα νερά του. Ή τα ν τώρα δύο μέτρα φαρδύς και οκτώ πλα τύς. Τα νερά του ήταν διάσπαρτα με τεράστιους κοφτερούς όγκους πάγου από το κρύο των τελευταίων ημερών, που μεταφέρονταν κατά μήκος του ποταμού από το γρήγορο ρεύμα. Σε λιγότερο από μισή ώρα είκοσι χιλιάδες ανδρών βρήκαν τους εαυτούς τους στριμωγμένους επάνω στην όχθη του ποταμού. Τα πληρώματα του πυροβολικού που είχαν ξεφύγει την καταστροφή ήταν τα πρώτα που όρμησαν μέσα στα κύμα τα και στους κολλητούς πάγους. Η όχθη ήταν απότομη. Τα άλογα έστριψαν προς τα πίσω και πνίγηκαν. Τότε, μερικοί από τους άνδρες προσπάθησαν να κολυμπήσουν ως την άλ\η με ριά, αλλά ίσα που είχαν προβάλλει επάνω σιην άλλη μεριά του ποταμού, όταν μετετράπησαν σε παγοκολο>νες, τα ρούχα τους παγωμένα κολλητά επάνω στα κορ μιά τους. Κάποιοι έπεσαν νεκροί από ανακοπή καρδιάς.
268
A eon Ν τεγκρελ
Οι περισσότεροι των στρατιωτών προτίμησαν να γδυθούν. Μα όταν προσπάθη σαν να ρίξουν τα υπάρχοντά τους στην άλλη μεριά του νερού, συχνά οι στολές θα έπεφταν μέσα στο ρεύμα. Σύντομο, εκατοντάδες στρατιωτών, ολόγυμνοι και κόκ κινοι σαν αστακοί, συνωστίζονταν επί της άλλης όχθης. Αναπόφευκτα, τα εχθρικά άρματα έβαλ\αν μέσα στην ανθρώπινη μάζα τη φρακαρισμένη στο όριο του υδάτινου ρεύματος, ριγμένα στο αιματηρό παιχνίδι του μακελειού. Πολλοί στρατιώτες δεν ήξεραν πώς να κολυμπήσουν. Πανικόβλητοι από την προσέγγιση των σοβιετικών αρμάτο>ν, τα οποία τους βομβάρδιζαν καθώς αυτοί κατέβαιναν την πλαγιά, έριχναν τους εαυτούς τους φύρδην-μίγδην μέσα στα πα γετώδη κύματα. Πολλοί γλίτωσαν το θάνατο με το να αρπαχθούν από δένδρα βια στικά ριγμένα εγκαρσίως του νερού, αλλά εκατοντάδες πνίγηκαν. Η όχθη ήταν κατάσπαρτη με μπότες, οακκίδια, όπλα, ζωστήρες και εκατοντά δες φωτογραφικών μηχανών. Οι τραυματίες κείτονταν παντού, αδυνατούντες να διασχίσουν το ποτάμι. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του στρατού πέρασε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Υπό το πυρ των αρμάτων χιλιάδες και χιλιάδες στρατιωτών, μισοντυμένοι ή ο λόγυμνοι, στάζοντας παγωμένο νερό, έτρεχαν δια μέσου του χιονιού προς την κα τεύθυνση των μακρινών ισμπών της Λισιάνκα. Τριακόσια μέτρα μακριά από εμάς επάνω στο δρόμο, τα άρματα μάχης κρα τούσαν ακόμα τους πυργίσκους τους να στοχεύουν προς τα βορειοδυτικά, δεύτε ρη λεωφόρο διασπάσεως από το Kessel. Εκεί, επίσης, η φυγή ήταν μαζική. Αυτό απορρόφησε μερικώς τη δραστηριότη τα των σοβιετικών αρμάτων και του πεζικού για αρκετές ώρες. Αυτός ο αντιπερι σπασμός μας έσωσε. Η νύκτα έπεσε επάνω στο μεγάλο χαμό. Χιόνι έπεφτε σε μεγάλες, αργές νιφ ά δες. Σε απόσταση, στο πολύ πέρα τέρμα της στέππας, μπορούσαμε ν’ ακούμε τις αγωνιώδεις εκκλήσεις των τραυματισμένων ανδρών, των οποίων οι απελπισμένες κραυγές ξέσχιζαν τις καρδιές μας. "Σύντροφοι, σύντροφοι, ούντρο 4>οι!" Ο ι εκ κλήσεις έμειναν αναπάντητες. Καημένοι σύντροφοι του πρωινού, τους οποίους το χιόνι και η νύκτα σκέπαζαν και οι οποίοι ακόμα αγωνίζονταν, τα χέρια τους γε μάτα αίμα, ενάντια σ’ ένα φρικτό θάνατο μέσα στην αχανή στέππα. Ενώ περιμέναμε για το απόλυτο σκοτάδι, οι υπαξιωματικοί είχαν ανασυντάξει τους τρεις χιλιάδες επιζώντεςτους διεσπαρμένους μέσα στο δάσος. Κάθε είδος μονάδος και ειδικότητος ανακατεύθηκαν. Μέχρι που είχαμε σπρώξει γύρω στους τριάντα σοβιετικούς αιχμαλώτους σε ό λη τη διαδρομή μαζί μας ως και την τελευταία στιγμή του Kessel. Αναίσθητοι σε όλα, είχαν τρέξει δια μέσου των οβίδων και των Κοζάκων χωρίς να αποπειραθούν να το σκάσουν ή να μας δώσου το ελάχιστο πρόβλημα. Προστατεύαμε, επίσης, έναν αριθμό πολιτών μέσα στο δάσος, ιδιαιτέρως μερι
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
269
κών ανεμοδαρμένων νεαρών γυναικο')ν. Εκείνες οι όμορφες Ουκρανές μα τα αχνογάλανα μάτια και μαλλιά στο χρώμα του ετοιμοθέριστου σιταριού, δεν ήθελαν να ξαναπέσουν κάτω από τη σοβιετική κυριαρχία. Προτιμούσαν να ξεφύγουν μέ σα από την καταιγίδα της μάχης, παρά να επιστρέφουν σιη σκλαβιά. Έ νας αριθμός θηλυκών φυγάδων είχε θερισθεί από το πυρ των πολυβόλων. Μία από αυτές, ένα θαυμάσιο μεγαλόσωμο, ακτινοβόλο κορίτσι με μια χαρούμενη γαλαζόλευκη εσάρπα, έτρεχε ανάμεσά μας ευλύγιστη σαν ελαφίνα καθώς καβαλούσαμε την τελευταία λοφοπλαγιά. Την είδα να πέφτει κάτο) κτυπημένη σαν κορίνα του μπόουλινγκ, το κεφάλι της παρμένο εντελώς από μια οβίδα άρματος μάχης. Μερικές κρατούσαν σφικτά μικρά ξανθά νήπια στα στήθια τους, τελείως τρομο κρατημένες από τις q)pίκες και τον ορυμαγδό. Χωρίς το παραμικρό φαγητό ή ποτό, είχαμε ζήσει με χούφτες χιονιού από το πρωί, αλλά εκείνο μας είχε κάνει πιο διψασμένους από ποτέ. Οι τραυματίες που είχαμε καταφέρει να σώσουμε έτρεμαν από τον πυρετό. Στριμωχθήκαμε μαζί ό σο πιο κοντά μπορούσαμε μέσα στις φωλιές των πολυβόλων, έτσι ώστε να ζεστά νουμε λιγάκι τους εαυτούς μας. Πάνω απ’ όλα περιμέναμε με μια ροκανίζουσα ανυπομονησία γι’ αυτήν την τρα γική μέρα να τελειώσει. Μόνον τότε, όταν τα άρματα επάνω στο λόφο δε θα ήταν ικανά ν’ ανιχνεύσουν τις κινήσεις μας, θα μπορούσε η φάλαγγά μας ν’ αφήσει το καταφύγιό της. $ Στις 17:30 αναχωρήσαμε με αυστηρή τάξη. Οι πονεμένες κραυγές των εκατοντάδων θνησκόντων ανδρών των σκορπισμέ νων στη στέππα υψώνονταν ακόμη σε μακρινή απόσταση. Απ’ όλο το υψίπεδο, το σφραγισμένο από τα σοβιετικά άρματα μάχης και από τον πυθμένα των κοιλάδων τις οποίες είχαμε περάσει μόλις εκείνο το πρωινό, υψώνονταν δίχως τελειωμό οι δριμείες ικεσίες που φέρονταν σε μας από τη χιονισμένη νύκτα με τραγική ευκρί νεια: "Σύντροφοι, σύντροφοι, σύντροφοι!" Τ ι φρικτές επιθανάτιες αγωνίες κάτω εκεί! Οι εκατοντάδες των μαύρων στιγμά των είχαν αμείλικτα λευκανθεί από το χιόνι που έπεφ τε χω ρίς τελειω μό. Εκατοντάδες κορμιών υπέφεραν, εκατοντάδες ψυχών τρεμούλιαζαν μέσα σε αυ τήν την εισβολή του πάγου, μέσα σε ολοκληρωτική ερήμωση. "Σύντροφοι, σύ ντροφοι!" ξανάρχισαν οι μακρινές φωνές. Προσευχές, κραυγές πόνου, τελευταία ξαφνικά ξεσπάσματα ελπίδος χωρίς μια ηχώ μέσα στη δίχως αισθήματα στέππα. Κλείνοντας τις καρδιές μας σε αυτά τα φοβερά βογκητά, προχωρήσαμε προς το λυτρωμό, ακολουθώντας ένα μικρό δρόμο στο όριο του δρυμού. Η νύκτα έγινε κα θαρότερη. Η φάλαγγα έπεσε σε σιωπή μέσα στην καταθλιπτική ακινησία. Από αυ τήν τη μάζα των τριών χιλιάδων ανδρών ούτε καν ένα "σουτ!" δεν υψώθηκε. Δεν ακούσαμε ούτε έναν τόσο δα ψίθυρο.
270
Λ εον Ν τεγκρελ
& Άλλες οτοιχειωμένες κραυγές μας χαιρέτησαν μέσα στο λυκόφως που χανόταν. Ή λθαν από τα δεξιά μας. Εκεί, η θανατερή κοιλάδα που μας χώριζε από τα σο βιετικά άρματα μάχης, επεκτεινόταν σε τεράστιους βαλτότοπους. Κατά τη διάρ κεια της διασπάσεως εκείνο το πρωί, ένας αριθμός γερμανικών αμαξών είχαν επελάσει ανάμεσα σε όλα, με πλήρη καλπασμό, προς εκείνους τους βάλτους. Κατέληξαν να βυθίζονται μέσα σε βαθείς λασπόλακκους, παχύρρευστους σαν κόλ λα. Τα άλογα βυθίσθηκαν εντελώς μέσα στο τέναγος. Στο χλωμό φεγγαρόφως μπο ρούσαμε να δούμε μόνον τα κεφάλια και τους λαιμούς των δύστυχων κτηνών. Χλιμίντριζαν ακόμη, το μακάβριο τους χλιμίντρισμα να εναλλάσσεται με τις παραφρονημένες φωνές των οδηγών που επίσης βυθίσθηκαν μέσα στο βόρβορο. Αρπάζονταν γερά από την κορυφή των τροχών, ήδη σχεδόν τελείως καταβροχθι σμένοι. Με μια μανία γεννημένη από το ένστικτο της αυτοσυντηρήσεως, τους καταρασθήκαμε για το ότι ούρλιαζαν τόσο δυνατά που να προσελκύσουν την προσοχή των Σοβιετικών. Θα έπρεπε να είχαν αφανισθεί μέσα στη σιωπή, οι κακόμοιροι οι δυ στυχείς. Ή μασταν αναγκασμένοι ν’ αφήσουμε αυτούς τους δύστυχους ανθρώπους να βυθισθούν σ’ έναν αργό θάνατο μέσα στη νυκτερινή λασπουριά, ακριβώς όπως εί χαμε αφήσει τις σπαραξικάρδιες φωνές των τραυματισμένων στη οτέππα να σβή σουν πίσω μας, αποκομμένοι από εμάς από τον εχθρό, ο κάθε ένας και όλοι τους να πεθαίνουν μέσα σε μια μοναξιά πιο άσπλαγχνη από το ατσάλι που τους είχε πληγώσει, τη λάσπη που τους κατάπινε ή το χιόνι που ανελέητα τους σκέπαζε. £ Δύο χιλιόμετρα πιο μακριά, οδηγούμενοι από τους ανιχνευτές μας, χρησιμο ποιήσαμε ένα μονοπάτι, σημαδεμένο με παλούκια, το οποίο διέσχιζε τους βάλ τους σε μια μακριά, κυκλοτερή διαδρομή. Ακόμα κι εκεί περπατούσαμε με τη λά σπη ως το γόνατο. Ούτε ένας Ρώσσος δε μας είχε δει. Σκαρφαλώσαμε σε μια χιονισμένη πλαγιά. Επί της άλλης μεριάς ένας βραχίο νας νερού έλαμπε στο σεληνόφως. Τον περάσαμε ένας - ένας επάνω σε μια τερά στια, ολισθηρή δοκό. Μετά από άλλα πενήντα μέτρα είχαμε ένα ξάφνιασμα που μας έφερε συγκοπή. Τρεις ατσαλόκρανες σκιές υψώθηκαν απότομα μπροστά μας. Πέσαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, γελώντας, κλαίγοντας, χορεύοντας από αγαλλίαση, λες και όλη η λύπη και ο πόνος μας να είχαν πέσει από τους ώμους μας. Ή τα ν το πρώτο γερμανικό φυλάκιο στα νότια. Δεν ήμασταν άλλο πια το κυνη γημένο θήραμα. Δε ζούσαμε άλλο πια υπό αναβολή εκτελέσεως. Το Kessel τώρα δεν ήταν κάτι παραπάνω από ένα φρικτό όνειρο.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α ναγολας
271
Σωσμένοι! Ναι, σωσμένοι! Ή μασταν σωσμένοι!
Ο Λαιμός της Φιάλης Αφού αφήσαμε το προκεχωρημένο γερμανικό φυλάκιο στη Λισιάνκα, ήλθαμε σ’ ένα βυθισμένο δρόμο. Το χιόνι στροβιλιζόταν γύρω μας, μας λίχνιζε, κόβοντας την ορατότητα ως κάτω στο ένα μέτρο. Εγκατασταθήκαμε όσο πιο καλά μπορού σαμε στις γειτονικές ίσμπες. Βρισκόμασταν ακόμα πολύ κοντά στους Σοβιετικούς, αλλά που μπορούσαμε να πάμε καταμεσής στη νύκτα, τυφλωμένοι από αυτήν την θύελλα που σύριζε; Πενήντα από εμάς μπήκαν σε μια παράγκα κι έστρωσαν κάτω εκεί. Συχνά κά θε τόσο κάποιος θα πηδούσε πάνω ουρλιάζοντας, μιλώντας ασυνάρτητα διάφο ρες ανοησίες, γρονθοκοπώντας τον αέρα. Στους μήνες που ακολούθησαν, εγώ ο ί διος θα είχα φρικτούς εφιάλτες κάθε νύκτα, κραυγάζοντας, κτυπώντας τον τοίχο, τα έπιπλα, οτιδήποτε κοντά μου με τις γροθιές μου μέσα στο σκοτάδι. Κατά τη διάρκεια των τριών εβδομάδων της περικυκλώσεως είχα προσωπικώς εμπλακεί σε δεκαεπτά σώμα με σώμα μάχες. Για πολύ καιρό, στις βασανισμένες μου νύκτες, θα έβλεπα ξανά τα μορφάζοντα πρόσω πα των Τατάρω ν, των Κιργισιών, των Σαμογετών, των στραγγαλιστών Μογγόλων, εναντίον των οποίων είχα παλέψει για τη ζωή μου σχεδόν καθημερινώς. Ακόμα και τώρα καταλαμβάνομαι από κάποιο είδος ιλίγγου όταν σκέπτομαι ε κείνες τις ημέρες του τρόμου, τα στραβά, κοροϊδευτικά χαμόγελα, τα αναπηδούντα σώματα και το ρατ-α-τα-τα του καυτού υποπολυβόλου μου. £ Στις πέντε η ώρα το πρωί τους σήκωσα όλους. Αγωνιζόμενοι σκληρά δια μέσου του βαθιού χιονιού, κατηφορίσαμε το δρόμο. Στο μέσον της Λισιάνκα φθάσαμε στο ποτάμι. Φουσκωμένο από τις χιονοπτώσεις, εκτεινόταν πολύ πλατύ μεταξύ των παγωμένων οχθών του. Οι Κόκκινοι είχαν καταστρέψει τη γέφυρα, έτσι χιλιάδες ανδρών ανέμεναν τη σειρά τους να περάσουν επάνω σε μια ετοιμόρροπη σειρά σανίδων, ριγμένων εγκαρσίως ενός στοίχου μεγάλων πετρελαιοβάρελων, τα οποία εξυπηρετούσαν ως στηρίγματα. Οι διαταγές ήταν ν’ αφήσουμε αμέσως τη Λισιάνκα, ύστερα να πορευθούμε όσο ταχύτερα μπορούσαμε, όσο πιο πολύ μπορούσαμε. Σχηματίσαμε μια τεράστια κορδέλα στο χιόνι. Περίπου οκτώ χιλιάδες άνδρες είχαν πέσει στη διαδρομή της διασπάσεως, αλ λά περισσότεροι από σαράντα χιλιάδες άνδρες είχαν σώσει τις ζωές τους. Μόνο μονάδες κρούσεως όπως η Μ εραρχία SS "Wiking" και η Ταξιαρχία Εφόδου των SS "Βαλλονία" είχαν υποφέρει βαριές απώλειες. Α φιχθήκαμε στο Δνείπερο το
272
A eon Ν τεγκρελ
Νοέμβριο του 1943 με μια δύναμη γύρω στους δύο χιλιάδες άνδρες. Είχαμε απομείνει εξακόσιοι τριά ντα δύο ακριβώ ς μετά την έξοδο από το Kessel στις 18 Φεβρουάριου του 1944. Φυσικά, είχαμε κατορθώσει να εκκενώσουμε τους τραυματίες του Δεκεμβρίου και του Ιανουαρίου δι’ αεροπλάνων κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της περικυκλώσεως. Παρά ταύτα, οφείλαμε να κάνουμε τον υπολογισμό πως είχαμε απολέσει το ήμισυ των συντρόφων μας. Αυτό το ποσοστό ήταν το υψηλότερο μετα ξύ όλων των μονάδων που έλαβαν μέρος στο έπος του Τσερκάσσυ. £ Μετά την πτώση του Κορσούν οι Σοβιετικοί ήταν σίγουροι πως μας είχαν στο χέ ρι. Οι επικοινωνίες τους είχαν ήδη ανακοινώσει τη νίκη, η οποία τους φαινόταν πως ήταν εξασφαλισμένη. Μέσω μια απίστευτης κρούσεως, η οποία είχε φέρει στα χέρια τους τόσους πολλούς άνδρες όσους και στο Βατερλώ, η απελπισμένη μας προσπάθεια είχε ανοίξει τη ρωγμή προς την ελευθερία. Ο εχθρός, εξαπατημένος, προσπάθησε να ξεθυμάνει την απογοήτευσή του με το να υποβάλλει τη διαδρομή μας σ’ ένα μανιασμένο βομβαρδισμό. Το σοβιετικό πυροβολικό, τα όπλα τους παρατεταγμένα κατά μήκος και των δύο πλευρών της λεωφόρου υποχωρήσεώς μας, σφυροκοπούσε το στενό διάδρομο με μια σχεδόν κωμική μανία. Προχωρήσαμε με δυσκολία μέσα στο συμπαγές χιόνι. Αλλά όλοι έβιαζαν τα βή ματά τους, αδιάφορο του πόσο εξουθενωμένοι ήταν, διότι οι οβίδες έπεφταν πε ρίπου ανά μισό λεπτό, διαπερνώντας το χιόνι, τινάζοντας επάνω πίδακες γης. Το εχθρικό πεζικό μας καταδίωκε, επίσης. Τα γερμανικά πάντσερ της πλαγιο φυλακής, προστατεύοντας την αποχώρησή μας, διέτρεχαν διαρκώς την περιοχή. Θα παρακολουθούσαμε τα άρματα μάχης να ορμούν σ’ ένα ανάχωμα ή μια θ η μωνιά, σαράντα ή πενήντα μέτρα από το δρόμο. Οι κόκκινοι στρατιώτες θα ση κώνονταν με τα χέρια τους υψωμένα. Εμφανίζονταν κοπαδιαστά από παντού μέ σα στα χιόνια, σαν τους αρουραίους, έτοιμοι για οποιαδήποτε κακιά πράξη. Με ραβδιά στα χέρια, οι Γερμανοί σιρατηγοί πορεύονταν πεζοί ανάμεσα στους άνδρες, τρώγοντας όπως εκείνοι τον αέρα της στέππας. Είχαμε πολλά χιλιόμετρα να πάμε προτού δούμε τις πρώτες αποθήκες ανεφοδιασμού. Η διοίκηση είχε αποστείλει εσπευσμένως κινητά μαγειρεία να μας συναντήσουν, αλλά αυτά ήταν σχεδόν απρόσιτα. Ή μασταν περισσότεροι από σαράντα χιλιάδες, όλοι το ίδιο πεινασμένσι και διψασμένοι. Χίλιοι ή δυο χιλιάδες άνδρες θα πολιορκούσαν έναν ά τυχο μάγειρα, ο οποίος διακινδύνευε να κουτρουβαλήσει στον πάτο του καζανιού του κάθε λεπτό από το κύμα του πλήθους. Ή ταν άχρηστο το να χάσουμε χρόνο παρατασσόμενοι. Μόλις που θα μπορού σαμε να γεμίσουμε λίγα παγούρια στη νεροπηγή. Το νερό ήτα αναζωογονητικά παγωμένο- για τους πυρέσσοντες τραυματίες ήταν, προσωρινώς τουλάχιστον, θαυ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
273
ματουργό. Αλλά αυτό το κρύο νερό ήταν αδύνατο να το διατηρήσουμε. Μέσα σε πέντε λε πτά ο λαιμός του παγουριού θα φρασσόταν από πάγο- το νερό θα κουδούνιζε σαν κρυστάλλινη καμπάνα μέσα σ’ αυτό. Καθώς προχωρούσαμε είδαμε τι είχε επιφέρει η πρόοδος των πάντσερ που έρ χονταν από το νότο για να μας συναντήσουν. Η στέππα δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα κοιμητήριο για άρματα μάχης. Οκτακόσια σοβιετικά και τριακόσια γερμα νικά άρματα είχαν καταστραφεί οτη διάρκεια των τριών εβδομάδων μάχης για να μας απελευθερώσουν, η οποία (μάχη) είχε σχεδόν αποτύχει. Μερικά "Αρμόνια του Στάλιν", εγκαταλελειμμένα μέσα στο χιόνι, διατηρούσαν ακόμη επιδεικτικά τους διπλούς στοίχους των σωλήνων τους, στο χρώμα των νεκρών φύλλων. Κατά τη διάρκεια της τήξεως πολλά γερμανικά άρματα είχαν αποτελματωθεί μέσα στη σπογγώδη γη, βυθιζόμενα μέσα σε αυτήν ως πιο πάνω από τις ερπύστριές τους. Ο πάγος είχε επανέλθει, σκληραίνοντας και πετροποιώντας τη λά σπη, μαγκώνοντας τα πάντσερ μέσα σ’ ένα πελώριο κέλυφος πάγου. Με το που βρεθήκαμε εκτός του Kessel, ήταν ξεκάθαρο ότι ο διάδρομος ο α νοιγμένος στην κατεύθυνσή μας δε θα κρατούσε πολύ περισσότερο. Ή μασταν α ναγκασμένοι να ελευθερώσουμε τα πιασμένα στον πάγο άρματα μάχης εγκαίρως, εάν δε θέλαμε να τα εγκαταλείψουμε στους Σοβιετικούς. Οι αρματιστές έκοψαν χιόνι και χώμα, που ήταν σκληρότερα από σιδερένιες ράβδους, με τσεκούρια. Άναψαν μεγάλες φωτιές ολόγυρα από τα ακινητοποιημένα άρματα, χύνοντας βεν ζίνη επάνω οτο έδαφος, δοκιμάζοντας τα πάντα για να λιώσουν τη λάσπη και ν’ α πελευθερώσουν τις φρακαρισμένες ερπύστριες, αλλά οι προσπάθειές τους φ α ί νονταν μάταιες. Ν ιώθαμε τους εαυτούς μας καλά προστατευόμενους από τις δωδεκάδες των "Τίγρεων" και "Πανθήρων", τα ισχυρότερα γερμανικά άρματα μάχης, εξοπλι σμένα με θωράκιση στοιχειακής δυνάμεως. Χωρίς τελειωμό αποχωρούσαν για να πλήξουν τον εχθρό, ο οποίος και πίεζε τα πλευρά μας και βρισκόταν με ζήλο κα τά πόδας μας. Η θυρίδα διαφυγής ήταν ίσα-ίσα μισάνοικτη. Έ πρεπε να βιασθούμε. Οι σαράντα χιλιάδες άνδρες θα είχαν πράξει καλύτερα με το να σταματούσαν τη νύκτα. Π ερ ιπ λ α νιό μ α σ θα ν για πολύ ώρα. Μια θύελλα είχε σηκωθεί. Ξεσπάσματα χιονιού μαςτρυπούσαν με εκατομμύρια μικρών κρυστάλλων που μας δάγκωναν. Εξακολουθούσαμε να κινούμαστε προς τα μπρος, μη γνωρίζοντας κατά πόσο θα ξεστρατίζαμε στα αριστερά ή στα δεξιά. Τη δεύτερη μέρα είχαμε ακόμα να διασχίσουμε είκοσι χιλιόμετρα. Η θύελλα εί χε παύσει. Αν και το χιόνι ήταν βαθύ, ο ήλιος το έκανε ροζ και λαμπερό. Ο δ ιά δρομος φάρδαινε. Το πυροβολικό είχε σιωπήσει. Μ πορούσαμε να βλέπουμε ό μορφους ανεμόμυλους, γαλάζιους, μοβ και αχνοπράοινους, οι οποίοι ξεδίπλωναν πλατιά, μαύρα ιστία με φόντο τα λευκά λιβάδια.
274
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Φθάσαμε σ’ ε'να μεγάλο χωριό. Εκεί, ο διάδρομος τερματίσθηκε. Η γερμανική τάξη αμέσως επανεπιβεβαίωσε τον εαυτό της. Δωδεκάδες μεγαλόσωμων παλικαριών από τα μετόπισθεν, καλοταϊσμένα, τα μάγουλά τους τόσο ορεκτικά όσο οι μοσχαρίσιες μπριζόλες, κρατούσαν μεγάλες πινακίδες επί των οποίων ήταν αναγεγραμμένες οι ονομασίες κάθε μιας από τις μονάδες. Ή τα ν αναγκαίο να ξανασχηματίσουμε τις διμοιρίες και τους λόχους. Οι ισοβίτες ήδη μούγκριζαν δυνατά τις διαταγές. Εάν οι Stabsfeldwebeln κόμπαζαν μεγαλοφώνως, αυτό σήμαινε πως η περιπέτεια είχε πράγματι τελειώσει. $ Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επανασυγκέντρωσα τους Βαλλόνους μου, οι ο ποίοι, λιγότερο πειθαρχημένοι από τους Πρώσσους συντρόφους τους, απολάμ βαναν την ελευθερία τους για λίγο περισσότερο διάστημα. Υπήρξε μια αναστάτωση. Έ νας στρατηγός του Σώματος Στρατού ήλθε προς το μέρος μου. Ασουλούπωτος και περασμένος μια κρούστα παγωμένης λάσπης, στά θηκα προσοχή. "Έλα", μου είπε. "Ο Φύρερ έχει τηλεφωνήσει τρεις φορές. Σε περιμένει. Σε ψά χνουμε παντού για δυο ημέρες." Με οδήγησε μακριά. Στο πρώτο φως της ημέρας ένα Φίζελερ Στορχ εμφανίσθηκε στον ουρανό, ένα μικρούλι ανιχνευτικό αεροσκάφος, ένα χαριτωμένο ποντικοκλουβί από το οποίο μπορούσε κάποιος να μελετήσει κάθε λεπτομέρεια του εδάφους. Το αεροσκάφος γλίστρησε πάνω στα σκι του. Οι σύντροφοί μου με έσπρωξαν μέσα στο πιλοτήριο ακριβώς όπως ήμουν, πακεταρισμένος μέσα στις μεγάλες μου ενισχυμένες μπότες και το τζάκετ μου από αρνοπροβιά.
Με τον Χίτλερ Το μικρό Φίζελερ Στορχ το οποίο με είχε ανυψώσει από τη στέππα, πετούσε τώ ρα επάνω από τα μετόπισθεν του μετώπου. Οι ατέρμονες κορδέλες του υποχωρούντος στρατού ξεχώριζαν μαύρες επάνω στη λευκότητα του τοπίου. Γραμμές φορτηγών και λόχοι στρατιωτών μικρούτσικων σα μύγες αντεπιτίθονταν ενάντια στη ροή (του εχθρού). Τα χωριά έβριθαν στρατευμάτων. Ή τα ν μια αξιοθαύμαστη σκηνή, με το χιόνι ν’ ακτινοβολεί μέσα στην απεραντοσύνη, σημαδεμένο μα τις καστανοκόκκινες συ στάδες των αλσών, τα κίτρινα πλαίσια των καλαμοσκεπών, τους μακριούς φ ρά κτες από μαυρόξυλο, τα στρογγυλά εξογκώματα των πηγαδιών και, στις κορυφές των λόφίον, οι μεγάλοι μύλοι να γυρίζουν στον ασημογάλανο ουρανό. Στο Ουμάν πήρα μια θέση σ’ ένα από τα ειδικά αεροπλάνα του Φύρερ συντρο φιά με το Στρατηγό Λίιμπ του Σώματος Στρατού και τον υποστράτηγο Γκίλλε, εν-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
275
δοξο διοικητή της SS "Wiking". Το τρικινητήριο πέταξε πάνω από τη στέππα για μισή ώρα και κατόπιν υψο)θηκε πολΰ ψηλά, καταβροχθισμένο εντελώς από τα σύννεφα. Η Ουκρανία χάθηκε μακριά από κάτω από το σκάφος. Είχε τελειώσει. Ποτέ ξανά δε θα έβλεπα το λευ κό της χρυσαφένιας στέππας, αυτά τα μακρόστενα χωριά πνιγμένα από τα χιόνια του Χειμώνα ή να βουίζουν με τα τραγούδια των κουνουπιών το καλοκαίρι, ούτε τις ασβεστωμένες ίσμπες με τα πράσινα και καφετιά παραθυρόφυλλά τους τα δια κοσμημένα με περιστέρια, ούτε τα πολυτελή αμαράνθινα ηλιοβασιλέματα, ούτε τα μεγαλόσωμα κορίτσια με τα ψηλά ζυγωματικά, λουλούδια της Ασίας ανάμεσα στα εκατομμύρια των επίχρυσων ηλιοτροπίων. Περάσαμε μέσα από το οπάλινο βαμβακερό του ουρανού επάνω από τα έλη του Πριπέτ. Ο ουρανός φωτίσθηκε λιγάκι. Δια μέσου οπών στα σύννεφα μπορούσαμε κάποιες φορές να διακρίνουμε δάση από έλατα, σύδενδρα με λεύκες, ένα χωριό με κόκκινες στέγες. Η Ευρώπη ήταν από κάτω. Τελικώς είδαμε τις γαλάζιες λίμνες, διανθισμένες με λευκάζοντα νησάκια σα φεγγάρια στο νερό. Πλησιάζαμε στη Λιθουανία, μόλις βορείως του βασικού στρα τηγείου του Στρατού του Χίτλερ. £ Με ανέμεναν πρώτα οτου Χίμμλερ. Μέσα στο αυτοκίνητο που με οδήγησε από το αεροδρόμιο, μπορούσα να νιώθω εκατοντάδες ψειρών να μου καταβροχθίζουν το κορμί. Η στολή μου ήταν βρωμερή. Είχαν μαντεύσει στο στρατηγείο, όπου απασχολούνταν καθαροντυμένοι άν θρωποι μόνον, πως οι αγριάνθρωποι του μετώπου σαν και μένα μπορεί να επιθυ μούσαν να φρεσκαρισθούν με την άφιξή τους. Έ τσι μπήκα σ’ ένα λουτρό, όπου σι γόβρασα για μια ώρα σαν ένα σκληρό παλιοκόμματο κρέατος. Ο Χίμμλερ μου είχε κάνει ένα δώρο ενός πράσινου υποκαμίσου. Αυτό με γλίτω σε από την υποχρέωση να συμμαζέψω το παλιό, το οποίο, πεταγμένο σε μια γω νιά του λουτρού, ήταν περικυκλωμένο από μια φυλή γενναίων ουκρανικών ψ ει ρών, κατάπληκτων που ξαφνικά βρήκαν τους εαυτούς τους σε μια τόσο εντυπω σιακή ατμόσφαιρα. Φαίνεται πως συζητήθηκαν για πολύ καιρό μεταξύ του περι γύρου του Reichsfuhrer SS. Έ νας κατώτερος αξιωματικός επιδιόρθοοσε βιαστικά το γιακά του χιτωνίου μου, ξεσχισμένο σε σώμα με σώμα μάχη εντός του Kessel. Κράτησα τη στολή εκστρα τείας μου, την οποία απόξεσαν, βούρτσισαν και φρεσκάρισαν. Φορώντας τις με γάλες καπιτοναρισμένες μου μπότες, κάθισα εκείνο το βράδυ δίπλα στο Χίμμλερ, στο μεγάλο πράσινο αυτοκίνητο το οποίο οδήγησε ο ίδιος για τα σαράντα χιλιό μετρα από το στρατόπεδό του στον τόπο διοικήσεως του Φύρερ. Το γενικό στρατηγείο του Χίτλερ, στην ανατολική γωνιά της Πρωσσίας, ήταν έ
276
Λ εον Ν τεγκρελ
να μεγάλο γιαπί στις αρχές του 1944. Αφιχθήκαμε εκεί τα μεσάνυκτα. Προβολείς φώτιζαν εκατοντάδες ανδρών που εργάζονταν κάτω από τα έλατα. Οικοδομούσαν φανταστικά καταφύγια από σκυρόδεμα. Μια πραγματική υπόγεια Βαβυλών ορ θωνόταν μέσα στην απομόνωση αυτού του μεγάλου ελατοδάσους. Ο ίδιος ο Φ ύρερ ζούσε σ’ έναν απλό ξύλινο στρατώνα. Εισήλθαμε δ ι’ ενός τε τράγωνου προδόμου. Στα δεξιά ήταν το βεστιάριο. Τέρμα αριστερά μια φαρδιά πόρτα μας χώριζε από το γραφείο του Χίτλερ. Περιμέναμε για λίγο. Ο Χίμμλερ φλυαρούσε χαρούμενα τις λίγες γαλλικές λέξεις που ήξερε. Οι διπλές πόρτες άνοιξαν. Δεν είχα το χρόνο να κοιτάξω ή να σκεφθο) οτιδήπο τε. Ο Φύρερ ήλθε προς το μέρος μου, πήρε το δεξί μου χέρι και στα δυο του χέρια και το έσφιξε στοργικά. Φώτα μαγνησίου φώτιζαν το δωμάτιο: κάμερες κινηματογραφούσαντη συνάντηση. Εγώ ο ίδιος δεν είδα τίποτε άλλο από τα μάτια του Χίτλερ. Δεν ένιωσα τίποτε άλ λο από τα δυο του χέρια να σφίγγουν το δικό μου. Άκουσα μόνον τη φωνή του, κομ ματάκι τραχιά, να με καλωσορίζει, επαναλαμβάνοντάς μου, "Ανησυχούσα πολύ για εσάς..." Κ αθίσαμε σε ξύλινες πολυθρόνες που είχαν μέτω πο σ’ ένα πελώ ριο τζάκι. Κοίταξα το Φύρερ με κατάπληξη. Υπήρχε ακόμη η ίδια παράξενη φωτιά στα μά τια του, άμεση, σαγηνευτική. Οι αποκλειστικές ενασχολήσεις των τεσσάρων ετών του πολέμου είχαν προσδώσει στον άνδρα ένα εντυπωσιακό μεγαλείο. Τ α μαλλιά του είχαν ασπρίσει. Η ράχη του ήταν κυρτή από το να μελετά τους χάρτες δίχίος διακοπή και από το να φέρει το βάρος ενός κόσμου. Ο Φύρερ ο προ του πολέμου είχε εξαφανιοθει'· ο φλογερός Φύρερ με τα καστα νά μαλλιά, το φορμαρισμένο σώμα, τη ράχη την τόσο ίσια όπως ένα έλατο των Άλπεων. Κρατούσε ένα ζευγάρι γυαλιών με σκελετό από κέλυφος χελώνας σιο χέ ρι του. Ό λα όσα σχετίζονταν με αυτόν ακτινοβολούσαν περίσκεψη και έγνοια. Αλλά η ενεργητικότητά του ήταν ακόμα αστραπιαία. Μου είπε για τη θέλησή του να υπερισχύσει, όποιες κι αν ήταν οι δοκιμασίες, κατόπιν με έβαλε ν’ ανακαλέσω κάθε σκηνή της τραγωδίας μας, λεπτομέρεια την λεπτομέρεια. Συγκέντρωσε τις σκέψεις του για πέντε λεπτά, μη λέγοντας λέξη. Μόνον το σα γόνι του κινούνταν αμυδρώς, ως να θρυμμάτιζε για κατάποση ένα εμπόδιο μέσα στη σιωπή. Ό λοι έκαναν ησυχία. Ύστερα ο Φύρερ έπαυσε το συλλογισμό του και επέοτρεψε στις ερωτήσεις του. £ Μας οδήγησε στους χάρτες του μετώ που, ούτως ώστε να κατανοήσει την Οδύσσεια του Τσερκάσσυ με πλήρη ακρίβεια. Μας έβαλε ν’ ανακαλέσουμε τις κι νήσεις των κυκλωμένων στρατευμάτων, μέρα τη μέρα, ακολουθώντας κάθε πο ρεία επί του χάρτου. Το τεράστιο δωμάτιο γέμιζε μόνο με τη φωνή του, ήρεμα ε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
277
ξεταστική, και τις φωνές μας ν’ απαντούν με ανεπαρκώς κατεσταλμένη συγκίνη ση. Κάθε λεπτομέρεια της μελέτης του απεκάλυπτε μια ζωή απλότητος και τάξεως: τα μακριά τραπέζια από λευκό ξύλο, οι γυμνοί τοίχοι, σαν εκείνους του ενδιαιτή ματος ενός μοναχού, οι λάμπες με τα πρασινοβαμμένα μεταλλικά κελύφη, αιωρούμενες επάνω από τους χάρτες με τεμπέλικες τσιμπίδες χρωμίου. Ο Φύρερ εργαζόταν για ολόκληρες νύκτες μέσα σε βαθιά περισυλλογή. Θα βη μάτιζε στους σιρατώνες, στοχαζόμενος, προετοιμάζοντας τις διαταγές του. Τα μό να πράγμα τα που κινούνταν κοντά του ήταν η φω τιά μέσα στο ευρύ τζάκι, ε μπνευσμένο από τη γερμανική προϊστορία και ένα ωραίο καστανόξανθο σκυλί που κοιμόταν μέσα σ’ ένα κιβώτιο στο άκρο του τραπεζιού. Το ευγενές θηρίο συ νόδευε σιωπηλά τον αφέντη του, ο οποίος βημάτιζε αργά, σκυφτός και γκριζαρισμένος, ωριμάζοντας τις έννοιες του και τα όνειρά του μέσα στη νύκτα. Ο Χίτλερ μου απένειμε, κρεμώντας την κορδέλα του γύρω από το λαιμό μου, το Σταυρό του Ιππότου. Είχα πολεμήσει ως ένας αληθινός στρατιώτης. Ο Φύρερ το ανεγνώρισε αυτό 6. Ή μουν υπερήφανος, μα αυτό που με ενθουσίαζε υπεράνω ό λων τη νύκτα αυτή της μεγάλης συγκινήσεως ήταν το γόητρο που οι στρατιώτες μου είχαν κερδίσει στα μάτια του Χίτλερ. Μου είπε πως όλοι οι αξιωματικοί του Kessel προάγονταν ένα βαθμό και ότι απένεμε εκατόν πενήνια Σιδηρούς Σταυρούς στους συντρόφους μου. Είχαμε φύγει για την Αντιμπολσεβικική Σταυροφορία προκειμένου το όνομα της μητρικής μας χώρας, κηλιδωμένο το Μάιο του 1940, να αντηχήσει, ένδοξο και τιμημένο, άλλη μια φορά. Στρατιώτες της Ευρώπης, επιθυμούσαμε η παμπάλαιά μας χώρα να προβάλλει ξανά τόσο λαμπρή όσο πριν μέσα στη νέα Ευρώπη, η ο ποία τόσο επώδυνα γεννιόταν. Ή μ α σ τα ν οι ά νδρ ες της χώ ρας του Κ αρλομάγνου, των δουκών της Βουργουνδίας και του Καρόλου του Πέμπτου. Μετά από είκοσι αιώνες ψυχεγερτικής ακτινοβολίας η χώρα αυτή δεν μπορούσε να επιτραπεί να βυθισθεί στη με τριότητα ή στη λήθη. Είχαμε σπεύσει να εναγκαλισθούμε το μαρτύριο, έτσι ώστε η μεγαλοσύνη και το σωστό θα ανέβλυζαν πάλι ζωντανά από τη θυσία μας. Στους στρατώνες αυτούς, μπροστά σε αυτήν τη μεγαλοφυΐα στον κολοφώνα της ισχύος της, είπα στον εαυτό μου πως την επόμενη μέρα όλος ο κόσμος θα ήξερε τι είχαν κάνει οι Βέλγοι στο Τσερκάσσυ. Θα ήξερε το λαμπερό σεβασμό που το Ράιχ, έθνος στρατιωτών, τους είχε αποδώσει. Ένιωσα τον εαυτό μου τσακισμένο, καταβροχθισμένο, από εκείνες τις τρομερές εβδομάδες. Α\λά η ψυχή μου τραγουδούσε! Δόξα υπήρχε, δόξα για την ηρωική λεγεώνα μας, δόξα για τη μητέρα χώρα μας, στο δρόμο της για την ανάσταση. £
278
A eon Ν τεγκρελ
Την αυγή ένα από τα αεροσκάφη του Χίτλερ με πήρε στο Βερολίνο, όπου μίλη σα σε μια συγκέντρωση των Ευρωπαίων δημοσιογράφων. Αυτοί με τη σειρά τους θ’ ανέφεραν τα κατορθώματα της Ταξιαρχίας Εφόδου "Βαλλονία" στους αναγνώστες μιας εκατοντάδος καθημερινών εφημερίδων. Κατόπιν πήγα στο Παρίσι, όπου μίλησα μπροστά σε δέκα χιλιάδες ανθρώπους στο Σεϊλό Παλάς. Οι γαλλικές ημερήσιες εφημερίδες ξεχείλιζαν από την ιστορία της οδύσσειάς μας. Η "L’Oeuvre" τύπωσε αυτές τις απλές λέξεις στην τρίστηλη επικεφαλίδα της: "Ο Λεόν Ντεγκρέλ έχει κάνει το Βέλγιο υπερήφανο." Ή τα ν αλήθεια για το Βέλγιο. Δεν ήταν αλήθεια για μένα, διότι η νίκη είχε πληρωθεί με το μαρτύριο όλων των στρατιωτών μου και με τη θυσία όλων των νεκρών μας. Στον τρανταζόμενο από την καταιγίδα ουρανό του 1944, ωστόσο, το όνομα του λαού μας έλαμπε ξανά.
Βρυξέλλες Κατά τη διάρκεια της νύκτας 20-21 Φεβρουάριου, απεκόμισα μια υπόσχεση α πό τον Φύρερ, πως η Ταξιαρχία Εφόδου "Βαλλονία" θα ελάμβανε είκοσι ημέρες αδείας. Τηλεγράφησα τις διαταγές από το Γενικό Στρατηγείο. Ή ξερα πως τα πα λικάρια μου ήταν καθ’ οδόν και δεν ανησύχησα τόσο πολύ γι’ αυτά. Εκείνη η άδεια ήταν θεόσταλτη. Γιατί, δεν είχαν καλά-καλά οι επιζήσαντές μας επιβιβασθεί στο τραίνο των αδειούχων στρατιωτών, όταν ολόκληρο το ουκρανικό μέτωπο σχίσθηκε όπως μια γέρικη βελανιδιά κτυπημένη από κεραυνό. Αυτό δε με εξέπληξε. Είχα δει πόσο δύσκολο ήταν για την κραταιά δύναμη των γερμανικών αρμάτων μάχης επί του νοτίου μετώπου να εκκαθαρίσουν ένα μονο πάτι για εμάς, δίχως καν να μας φθάσουν. Είχαμε αναγκασθεί ν’ ανοίξουμε το δρό μο μας συντρίβοντας διαμέσου του εχθρού, προκειμένου να διασχίσουμε τα τε λευταία είκοσι χιλιόμετρα, μπροστά στα οποία τα άρματα μάχης του Ράιχ υπήρ ξαν ανίσχυρα. Τα απελευθερωμένα στρατεύματα του Kessel μόλις που είχαν φθάσει στα κα ταλύματα όπου ήταν ν’ αντικατασταθούν, όταν το σοβιετικό κύμα διέσπασε (το μέ τωπο), βυθίζοντας όλη την Ουκρανία, υπερχείλισε προς κάθε κατεύθυνση και έφθασε το Δνείστερο στα ρουμανικά σύνορα μέσα σε λίγες ημέρες. Ή τα ν ένα παλιρροιακό κύμα. Ό λη η Ουκρανία, η όμορφη Ουκρανία με τα τεράστια χρυσαφένια λιβάδια της, τα λευκογάλαζα χωριά της στημένα στη μέση των σοδειών σαν καλάθια με λου λούδια, η Ουκρανία που ξεχείλιζε από καλαμπόκι και σιτηρά, προικισμένη με ε κατοντάδες νέων βιομηχανιών μέσα στα τελευταία δύο χρόνια, εκείνη η Ουκρανία πνιγόταν κάτω από το γρυλίζον κύμα των Μογγόλων και των Καλμούχων με τα μουσκεμένα μουστάκια και τα ατσάλινα δόντια, φερόντων υποπολυβόλων με πε πλατυσμένους στρογγυλούς γεμιστήρες 7, κατάπληκτοι από του να έχουν διατρέ-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
279
ξει από το Βόλγα ως τη Γαλικία και τη Βεσσαραβία μέσα σε ενόμιση χρόνο. Οι τσέπες τους ήταν γεμάτες με χρυσά δακτυλίδια, έτρωγαν καλά και είχαν σκοτώ σει σωρούς από "Φριτς". Ή τα ν ευτυχισμένοι άνθρωποι. $ Μετά από πολλές δυσχέρειες βρήκα τους άνδρες μου στα σύνορα της παλαιός Πολωνίας, στη Βλοντάβα. Οι κόκκινοι βρίσκονταν ήδη απέναντι από εμάς, ξεχυνόμενοι από τα έλη του Πριπέτ σε μια πραγματική αμφίβια εισβολή. Κάναμε μια στάση στο βαυαρικό στρατόπεδο του Βιλντφλέκεν, από το οποίο εί χαμε αναχωρήσει στις 11 Νοεμβρίου του 1943. Επιστρέψαμε μια ακρω τηρια σμένη ταξιαρχία, αλλά για άλλη μια φορά μια λεγεών νέων Βαλλόνων εθελοντών για να πάρουν τη θέση των τραυματιών και των νεκρών ανέμενε τους νικητές του Τσερκάσσυ. Σε δύο εβδομάδες η νέα Ταξιαρχία Εφόδου "Βαλλονία" θα ήταν α κόμα ισχυρότερη από την παλαιό και θα συμπεριελάμβανε τρεις χιλιάδες άνδρες, ενθουσιώδεις όπως οι παλαίμαχοι, ήδη σκληρυμένοι από τις ασκήσεις μάχης, φλέ γόμενοι v‘ αναδειχθούν και να πολεμήσουν. Προτού αναζητήσουμε νέα πεδία μαχών, οφείλαμε ακόμη να πορευθούμε μέ σα σιην πατρίδα μας, όπου η δόξα η κερδισμένη από τους Βαλλόνους εθελοντές στο Τσερκάσσυ είχε αναζωπυρώσει έντονα την εθνική υπερηφάνεια. Δεν ήμασταν αγαπητοί, σίγουρα, από τους αγγλόφιλους και τους κομμουνιστές, αλλά οι ίδιοι οι δυσφημιστές μας δεν μπορούσαν ν’ αρνηθούν πως οι στρατιώτες μας υπήρξαν πι στοί στη στρατιωτική τιμή και στις παραδόσεις γενναιότητος του λαού μας. Στις 2 Απριλίου 1944, αργά το πρωί, φθάσαμε στα Ολλανδο-Βελγικά σύνορα. Η πορεία μας διαμέσου της χώρας ξεκίνησε εκεί. Η τεθωρακισμένη μας φάλαγγα είχε δεκαεπτά χιλιόμετρα μάκρος 8. Από επά νω από τα δυνατά σχήματά τους οι νεαροί στρατιώτες μας χαμογελούσαν κάτω στα χαριτωμένα μας χωριά με τις γαλάζιες τους στέγες. Ή τα ν γι’ αυτές τις ευχά ριστες κωμοπόλεις, αυτήν την αρχαία γη, που εκείνοι είχαν διασχίσει τις στέππες, υπομείνει τέτοια ταλαιπωρία και προκαλέσει το πεπρωμένο. Η Ταξιαρχία έκανε την ζωηρή είσοδό της στη βιομηχανική πόλη του Σαρλερουά το μεσημέρι και ανανέωσε τον όρκο της τής πίστεως στο Εθνικοσοσιαλιστικό ιδε ώδες εκεί στη Γκραν-Πλας. Κατόπιν, οι εκατοντάδες των τεθωρακισμένων κύλη σαν ταχέω ς δια μέσου του βαλλονικού Μ πραμπάντ, το μεγάλο λιοντάρι του Βατερλώ να μας παρακολουθεί να περνάμε από την κορυφή του υψώματος του. Συλλογισθήκαμε όλους τους ήρωες που είχαν πολεμήσει μάχες σε αυτά τα πλού σια χωράφια σε ημέρες περασμένες, όπως εκείνες που είχαμε μόλις πολεμήσει μέσα στη ρωσσική λάσπη. Εκείνη η λάσπη ήταν πολύ μακριά, ωστόσο. Τα τεθω ρακισμένα μας ήταν φορτωμένα με άνθη. Στέμματα από κλαδιά βελανιδιάς, δύο μέτρα ψηλά, κοσμούσαν τα τεθωρακισμένα. Σειρές από καλωσορίζοντα νεαρά κορίτσια με ζωηρά μάτια μας περίμεναν στις παρυφές των Βρυξελλών.
280
A eon Ν τεγκρελ
To κέντρο της πρωτεύουσας ήταν μια θάλασσα από πρόσωπα και σημαίες. Τα πάντσερ μόλις που μπορούσαν να περάσουν ανάμεσα στις δεκάδες χιλιάδες αν θρώπων που είχαν σπευσει να δουν και να επευφημίσουν ξέφρενα τους στρατιώ τες μας. Το πλήθος στριφογύριζε σαν τη θάλασσα, φωνάζοντας και ρίχνοντας χι λιάδες ρόδων, τα πρώτα, τα γλυκύτερα και τα πιο τρυφερά ρόδα, που προαγγέλουν τις λαμπρές ημέρες της Ανοίξεως. Τα τεθωρακισμένα μου σταμάτησαν μπροστά στις πύλες της Μπουρς. Σήκωσα όλα μου τα συνεπαρμένα παιδιά μέσα στο όχημα. Ένιωσα τα μικρά, ζεστά τους χέρια μέσα στα δικά μου. Παρακολούθησα αυτόν το θαυμάσιο εορτασμό, την κοι νωνία των στρατιωτών μου και αυτού του λαού του τόσο ευαίσθητου στη δόξα. Νέα άρματα μάχης κινήθηκαν βαριά και με θόρυβο επάνω στον ανθοστροομένο δρό μο χωρίς σταματημό. Τ α Αγγλο-Αμερικανικά άρματα μάχης θα έμπαιναν στις Βρυξέλλες δια της ιδίας ακριβώς διαδρομής πέντε μήνες αργότερα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε Π ΤΑ
Τ ο Ε π ο ς Τ η ς Ε ς θ ο ν ια ς
ο Μάιο του 1944 η Λεγεών μας είχε πάει στην Πολωνία για αναδιοργά νωση στο τεράστιο σ τρατόπεδο της Ν τέμ πικα, μεταξύ Κρακόβ και Λέμπεργκ. Περισσότεροι από οκτακόσιοι Βέλγοι εργάτες από τις βιομη χανίες του Ράιχ είχαν εθελοντικώς καταταγεί στην ταξιαρχία μας στη διάρκεια του καλοκαιριού, μετά τις στομφώδεις ομιλίες μου *. Το πρώτο άγημα, τριακόσιοι από αυτούς τους συμπατριώτες, είχαν μόλις φθάσει στο στρατόπεδο τον Ιούλιο του 1944, όταν η νέα σοβιετική επίθεση εξαπολύ θηκε. Πέρασαν σαρωτικώς διαμέσου του Μινσκ. Μέσα σε δύο εβδομάδες ένα παλιρροϊκό κύμα κατέκλυσε το γερμανικό μέτωπο, διασπώντας παντού και εξαπλούμενο για τριακόσια χιλιόμετρα. Τον ίδιο εκείνο μήνα οι σοβιετικές στρατιές έφθασαν στα σύνορα της Λιθουανίας και Πρωσσίας και κατέλαβαν τη μισή Πολωνία, φθάνοντας στα προάστια της Βαρσοβίας. Ο δρόμος για το Βερολίνο ήταν ανοι κτός. Η Μ εραρχία "Wiking", με τα καινούργια της άρματα μάχης να μην έχουν καν στρωθεί, απεστάλη στη Βαρσοβία, τώρα κομματιασμένη από τον ξεσηκωμό του Πολωνικού Πατριωτικού Στρατού. Έ να δεύτερο, τρομερό πλήγμα από το σοβιετικό πολιορκητικό κριό κτύπησε το μέτωπο. Τ η φορά αυτή ταρακούνησε τον εσθονικό τομέα του ανατολικού μετώ που, κάτωθεν του Κόλπου της Φινλανδίας. Η απόμερη θέση της Νάρβα εκρατείτο από ένα επίλεκτο σώμα των SS, το Τρίτο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, φτιαγ
282
Λ εο ν Ν τεγκρελ
μένη από γερμανικής κατα γω γή ς2 εθελοντές από πολλές χα5ρες: Φ λαμανδία, Ολλανδία, Δανία, Σουηδία, Νορβηγία, Εσθονία, Λεττονία. Ό λοι είχαν πολεμήσει γενναία, μα είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες. Εκεί, επίσης, οι τρύπες χρειαζόταν κατεπειγόντως να βουλωθούν. & Αλλά να βουλωθούν με τι; Ορισμένα γραφεία στο Βερολίνο κουμάνταραν το γαϊδούρι από την ουρά και έ στελναν ανήκουστα τηλεγραφήματα στους άνδρες που ανέμεναν στις πτέρυγες. Το στρατόπεδο της Ντέμπικα συγκεκριμένα, έλαβε διαταγές να επιβιβάσει τους τριακόσιους νέους μας Βαλλόνους εθελοντές, οι οποίοι είχαν μόλις αφιχθεί και να τους στείλει στο εσθονικό μέτωπο την ίδια εκείνη μέρα. Εκατό ανάμεσά τους είχαν καταταγεί στο σύνταγμα μόνο τέσσερις ημέρες πριν. Τ α άλλα δύο τρίτα είχαν στρατωνισθεί για μόνο δύο εβδομάδες και δεν ήξεραν καλά-καλά πώς να χρησιμοποιούν το όπλο. Κανένας τους δεν είχε ρίξει ποτέ με πολυβόλο. Τον καιρό αυτό είχα ανακληθεί στο Βέλγιο, όπου ο αδελφός μου είχε μόλις δο λοφονηθεί αγρίως από τρομοκράτες. Ό ταν ένα μήνυμα με πληροφόρησε περί αυ τών των τρελλών οδηγιώ ν, τα τρ ια κόσ ια α γόρια μας ήδη κυλούσαν προς τη Βαλτική Θάλασσα, συνοδευόμενα από περίπου εκατό βετεράνους που θα είχαν γίνει οι καθοδηγητές τους σιην Ντέμπικα. Ό λοι είχαν φορτωθεί ανάκατα. Τους είχαν δοθεί πολυβόλα το τελευταίο λεπτό, με διαταγές να μάθουν κατά τη δ ια δρομή επάνω στο τραίνο πώς να χρησιμοποιούν αυτά τα περίπλοκα όπλα. Αρχικώς δεν ήθελα να πιστέψω πως είχαν φύγει. Τηλεφώνησα στο Βερολίνο. Τα νέα επιβεβαιώθηκαν. Άλλες μονάδες βρίσκονταν στην ίδια ακριβώς κατάσταση. Οι Φλαμανδοί εθελοντές είχαν αποσταλεί κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως οι Βαλλόνοι. Ή μουν εξουδετερωμένος. Αυτοί οι τριακόσιοι νέοι στρατιώτες επρόκειτο να με περάσουν για ανόητο. Είχαν έλθει στη λεγεώνα μας με εμπιστοσύνη σε μένα και, πριν καλά-καλά αφιχθούν, προσδοκώντας με καλή πίστη στο να λάβουν σοβαρή στρατιωτική εκπαίδευση, εστάλησαν εσπευσμένως σε ένα παρανοϊκό τόλμημα. Εκείνο που προσέθετε στη στενοχώ ρια μου ήταν το γεγονός πως μετά το Τσερκάσσυ ο Χίτλερ είχε απαγορεύσει την επιστροφή μου στο μέτωπο. Τ ι μπο ρούσα να κάνω για να σώσω τους νέους στρατιώτες μου ή τουλάχιστο να συμμερισθώ τη μοίρα τους με τιμή; Τηλεγράφησα στο επιτελικό γραφείο του Χίτλερ, διαμαρτυρόμενος σφοδρώς κατά της αναχωρήσεως αυτής, αιτούμενος την ανάκλη ση της διαταγής ή, εάν όχι, την εξουσιοδότηση να επανενωθώ με τους άνδρες μου. Καμμία απόκριση. Άρχισαν να με τρώνε τα πόδια μου. Μετά τρεις ημέρες αναμονής έστειλα ένα νέο τηλεγράφημα: "Με ή χωρίς εξουσιοδότηση θα φύγω αύριο για το εσθονικό μέτωπο."
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
283
Το Βερολίνο μου έοτειλε μια κοφτή απάντηση: "Αυτό είναι ένα παράπτωμα προς στρατοδικείο." Ξανάστειλα: "Είναι επίσης ένα παράπτωμα προς στρατοδικείο το να στέλνεις τεσσάρων ημερών νεοσύλλεκτους στη μάχη." Τη νύκτα εκείνη η τελική επικοινωνία έφθασε από το Βερολίνο: "Πράξετε όπως επιθυμείτε." Τ ο αυτοκίνητό μου ήταν έτοιμο την αυγή. Το βράδυ εκείνο έφ θασα στο Βερολίνο, το οποίο προσεκτικά περιέτρεξα για το φόβο του να λάβω μια προσω πική ανάκληση. Κύλησα ως το Ντάνζιγκ. Ό τα ν έφθασα εκεί έμαθα ότι οι στρα τιώτες μου είχαν περάσει εντός της λιθουανικής επικρατείας ακριβώς πριν η σι δηροδρομική γραμμή της Ρίγα κοπεί από τους προω θημένους φρουρούς των Σοβιετικών. Δεν ήταν πλέον δυνατό να φθάσω στην Εσθονία δια της οδού των Βαλτικών χωρών. Ούτε υπήρχε κάποιο αεροπλάνο διαθέσιμο. Τελικώς ανακάλυψα μια σκαμπανεβάζουσα γέρικη μπανιέρα που έφευγε για Φ ινλανδία, σε μια αποβάθρα. Στην επιστροφή της ήταν να πάει ως επάνω στο Ρεβάλ. Στάθμευσατην παλαιά μου Σιτροέν επάνω στη γέφυρα (του πλοίου) μετά από πολλή λογομαχία. Το μεσημέρι το καράβι μας σήκωσε άγκυρα και άφησε το επιβλητικό λιμάνι, ενώ επάνω από το στενό κανάλι ένα σοβιετικό σμήνος εμφανίσθηκε στο χρυσογάλανο ουρανό.
Μπροστά από τη Νάρβα Το πλοίο μας, μια παλαιά μπανανόβαρκα από τη Γουινέα, ξεκίνησε αργά προς τα βορειοανατολικά, προσκολλημένη στην πρωσσική ακτή. Ή τα ν ένα από τα τε λευταία καράβια που επέστρεφαν στη Φινλανδία, η οποία λίγες ημέρες αργότε ρα θα συνθηκολογούσε. Υπήρχαν χίλιοι άνδρες επάνω στο πλοίο, από τους πιο διαφορετικούς εν υπη ρεσία κλάδους. Εξετάσαμε προσεκτικά την ήρεμη θάλασσα, στο χρώμα του στήθους ενός περι στεριού. Μερικές φορές, αντί για μια γοργόνα, θα εμφανιζόταν ξαφνικά ένα πε ρισκόπιο, κατόπιν ένα υποβρύχιο βρεγμένο σαν τη ράχη μιας φάλαινας. Ή ταν έ να φιλικό σκάφος του βυθού που έστεκε φρουρός. Τα υποβρύχια είναι, ωστόσο, όπως οι άνθρωποι. Υπάρχουν περισσότερα κακά από ό,τι καλά. Περισσότερα του ενός μεταφορικών στρατευμάτων είχαν βυθισθεί στη Βαλτική. Ή μασταν φορτωμένοι με ζωστά σωσίβια και κοιμόμασταν παντού όπου υπήρχε χώρος, σα μεγάλοι πιγκουΐνοι, πολύ κοντά στις θυρίδες εξόδου επά νω στη γέφυρα. Ταξιδεύαμε σε μήκος της Λιθουανίας και της Λεττονίας. Την τελευταία νύκτα
284
A eo n Ν τεγκρελ
το ακτοπλοϊκό μας έλαβε τη διαταγή να διακόψει το ταξίδι και να μπει στο λιμά νι του Ρεβάλ, όπου εκατοντάδες τραυματιών χρειάζονταν να επιβιβασθούν δίχίος καθυστέρηση. Στις πέντε η ώρα το πρωί εισήλθαμε σ’ ένα ήρεμο στο γαλάζιο του ατσαλιού όρ μο απέναντι α πό την πρω τεύουσα της Εσθονίας, το π ερ ίφ η μ ο Ρ εβ ά λ 3 των Τευτόνων Ιπποτών. Κουρνιασμένη επάνω σε μια λοφοπλαγιά, η ένδοξη πόλη σκιαγραφείτο από μυτερά κωδωνοστάσια και εκυριαρχείτο από τους ισχυρούς της προμαχώνες. Κάθε αρχαία πόλη των Βαλτικών χωρών έφερε το σημάδι του παρελθόντος. Κάθε μία διέθετε το μεγαλοπρεπές της κάστρο από το οποίο ο γερμανικός πολι τισμός και τάξη είχαν ακτινοβολήσει ανά τους αιώνες. Κάθε μία είχε τις λευκές της εκκλησίες με τα γαλάζια κωδωνοστάσια να υψώνονται σα βέλη, τα μεγάλα πέτρι να σπίτια του εμπορίου με την πατίνα εκατό Χειμώνων, αξιαγάπητα σκαλισμέ νων, αυστηρές και όμορφες όπως οι αδελφές τους πόλεις της Λύμπεκ, Μπρέμεν ή της Μ πρυζ, τελευταία άνθη του στεφανιού των αγαθο^ν και της τέχνης της Χανσεατικής4. Η αποβάθρα του Ρεβάλ απλώνεται σε μια παραμυθένια κοιλάδα η οποία είναι καμπυλωμένη μια λεύγα γύρω-γύρω, στρωμένη με πελώριες κοκκινωπές πέτρες. Πέρα μακριά στα χρυσαφένια λιβάδια διαγράφονται τα βρυίόδη ερείπια μιας γοτ θικής σιταποθήκης, τέτοια που μπορούν ακόμη να ειδωθούν επάνω στην ακτο γραμμή της Φλαμανδίας. Έ νας στρατηγός μου είπε που όφειλαν να βρίσκονται οι στρατιώτες μου, κάπου πριν τη Νάρβα. Μια ώρα πιο αργότερα γύρισα πίσω διασχίζοντας την ύπαιθρο κατά μήκος του Κόλπου της Φινλανδίας, μέσω ενός αμμώδους και αυλακωμένου δρόμου στην κατεύθυνση του Λένινγκραντ. Η ύπαιθρος ήταν πτωχή - βαλτότοποι και συστάδες καστανιών, συστάδες πεύ κων, άλση με λεύκες, έλη με καλαμιές και αγριολούλουδα σα ροζ πουλιά. Κάπουκάπου μπορούσα να δω τη γαλανή και αστραφτερή θάλασσα. Τα σπίτια ήταν στε γασμένα με μικρές, ξύλινες ταβανόπλακες. Οι κάτοικοι ήταν λιγοστοί, αλλά τα κο ρίτσια ήταν υπέροχα, μεγαλόσωμες με γερά πόδια κοπέλες με φρέσκα φουστάνια από λεπτή μουσελίνα ή οργάντα. Μετά από ώρες σκόνης είδα ένα οδόφραγμα από περίπου πενήντα μεγάλα πετρελαιοβάρελα. Φύλαγαν ένα μεγάλο εργοστάσιο όπου οι Γερμανοί μηχανικοί διασπούσαν σχιστίτη και εξήγαγαν άφθονες ποσότητες πετρελαίου. Ακριβώς ό πως είχαμε πολεμήσει για καύσιμα αεροσκαφών στον Καύκασο, εδώ πολεμού σαμε για πετρέλαιο για τα υποβρύχια. Το μέτωπο ήταν κοντά. Τα χωριά που είχα περάσει είχαν συρρικνωθεί σε στά χτες. Τα δένδρα κατά μήκος της διαδρομής είχαν οχισθεί, κομματιασθεί, ή καεί. Ο ουρανός είχε ένα γκρίζο χρώμα. Βίαιος κανονιοβολισμός μπορούσε ν’ ακουσθεί. Τελικώς, βρήκα τους στρατιώτες μου. Ή τα ν στρατωνισμένοι δέκα χιλιόμετρα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
285
από τις γραμμές. Ο αξιωματικός που τους είχε φέρει ήξερε πως οι Βαλλόνοι δεν είχαν μπει ποτέ σε μάχη δίχως εγώ να είμαι μαζί τους. Σίγουρος για τον εαυτό του, είχε πει στο διοικητή του Σώματος Στρατού ότι θα κατέφθανα ανά πάσα στιγμή, πα)ς οι άνδρες δεν ήταν έτοιμοι και πως αποποιούταν πάσης ευθύνης καθώς ανέ μενε την ά φ ιξή μου. Ο διοικ ητής του Σ.Σ. ήταν ένας θαυμ άσιος άνδρας, ο Ομπεργκρουππενφύρερ (Αντιστράτηγος) Στάινερ. Είχαμε γνωρίσει ο ένας τον άλ λο στον Καύκασο. Αποφάσισε να περιμένει. Έ φ θασα στο διοικητήριό του το σούρουπο. Φορώντας ένα λευκό φουλάρι σαν του Πιέρ Λαβάλ, πολύ της μόδας, ακόμα στην τρίχα και αρωματισμένος, με αγκά λιασε διαχυτικά. Τη νύκτα εκείνη, όταν επέστρεψα στους άνδρες μου, είχα κερδί σει για εκείνους τριών εβδομάδων αναβολή και την επιλογή των εκπαιδευτών. Στρατοπεδεύσαμε στην κορυφή ενός ψηλού και απότομου αμμόλοφου, από τον οποίο το μεγαλειώδες θέαμα του Κόλπου της Φινλανδίας μπορούσε να ειδωθεί. Εκατό μέτρα ίσια κάτω από τα πόδια μας μια παράξενη ταινία μαύρων δένδρων, πιασμένων γερά ως την άκρη της ακτής, εκτεινόταν καθ’ όλο το μήκος του νερού. Μέσα στη ζεστή αυγουστιάτικη νύκτα κατηφορίσαμε σ’ ένα λαμπερό όρμο. Σφριγηλοί και γυμνοί ριχθήκαμε μέσα στο νερό, κολυμπώντας ατελείωτα μέσα στην τραγουδιστή θάλασσα.
Ο Κόλπος της Φινλανδίας Το εσθονικό μέτωπο ήταν ένα τυχερό παιχνίδι. Οι Κόκκινοι βρίσκονταν οτις πύ λες της Βαρσοβίας και αρκετές δεκάδες χιλιάδες εθελοντών από όλες τις γερμα νικές χώ ρες ήταν ακόμα γερά γρ απω μ ένοι στα ρημ αγμ ένα δάση κοντά στο Λένινγκραντ. Η Νάρβα σηματοδοτούσε το σύνορο της παλαιάς Ευρώπης με την Ανατολή. Οι δύο κόσμοι υψώνονταν επί της κάθε πλευράς του μικρού ποταμού, ο οποίος έκο βε την πόλη στη μέση. Στη δυτική όχθη βρισκόταν το παλαιό με επάλξεις κάστρο των Τευτόνων Ιπποτών. Ακριβούς απέναντι επί της άλλης πλευράς του νερού η ρωσσική πόλη ύψωνε τις σειρές των πράσινων του κρεμμυδιού θόλων των Ορθόδοξων εκκλησιών της 5. Το 3ο Γερμανικό Σ.Σ., στο οποίο οι Γερμανοί ήταν μόνο μια μειοψηφία, στεκό ταν φρουρός επάνω σ’ αυτήν την πόλη. Είχε σχεδόν τσακίσει τον Ιούλιο του 1944. Εκατοντάδες σοβιετικών αρμάτων μάχης είχαν καταστραφεί στην εξέλιξη μα νιασμένων μαχών. Οι λεγεώνες των Ευρωπαίων εθελοντών είχαν ασπρίσει από την αιμορραγία. Έ να από τα δύο ολλανδικά συντάγματα είχε διασώσει μόνο είκοσι άνδρες όλους κι όλους, από τις τρεις χιλιάδες. Οι άλλοι, περικυκλωμένοι για αρ κετές ημέρες, είχαν μακελευθεί εκεί όπου αντιστέκονταν. Η σοβιετική επίθεση είχε αποτύχει. Το 3ο Σ.Σ. είχε παραχωρήσει μόνο γύρω στα δεκαπέντε χιλιόμετρα συνολικώς.
286
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Αλλά νέο αίμα χρειαζόταν. Το δικό μας ήταν εκεί, εντελώς φρέσκο, για τις επερχόμενες μάχες. £ Πυρά κανονιών βροντούσαν ασταμάτητα. Στη διάρκεια της νύκτας φαίνονταν να έρχονται κοντύτερα. Συχνά σοβιετικά πλοία θα εμφανίζονταν, στρέφοντας τις πρύμνες τους προς τη Φινλανδία. Τ α πυροβόλα μας θα άνοιγαν πυρ, εξαναγκά ζοντας τα καταδρομικά να υποχωρήσουν. Οι παράκτιες πυροβολαρχίες ήταν εξόχως καλά παρηλλαγμένες. Ή τα ν απλω μένες σε μεγάλο εύρος. Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί φώλιαζαν μέσα σε τέ λεια καταφύγια, σκαμμένα επάνω στη θάλασσα. Πενήντα ή ογδόντα μέτρα κάτω από αυτές τις αετοφωλιές, τα κύματα ορμούσαν μόνα τους επάνω στην άμμο και έσκαγαν επάνω στα δένδρα. Η θάλασσα άστραφτε τόσο μακριά όσο έφθανε το μάτι. Σε απόσταση, όταν ο ήλιος ήταν στη λαμπρότερή του ώρα, η γραμμή ενός λευκού νησιού μπορούσε να διακριθεί, λεπτοκαμωμένη σα φτερό γλάρου. Τα λυκόφωτα ήταν μια απίστευτη λάμψη φλεγόμενου πορτοκαλί και πελώριων μαζών ροζ και χρυσών συννέφων. Αυτά τα ιριδίζοντα βράδια που πέθαιναν μέσα σε μια αναταραχή από κόκκινα και πορφυρά, αυτά τα βράδια τα διάσπαρτα με αστέρια που καλούσαν το ένα το άλλο, η δροσερή μοναξιά των κρυστάλλινων αυγών, ήταν αναμφίβολα δοσμένα σ’ εμάς τους στρατιώτες, στο καθήκον μάρτυρες του κάλλους, για ν’ αναζωπυρώσουν τα πνεύματά μας πριν από τις ωρυόμενες ημέρες, όταν κορμιά θα ξεσχίζονταν σε κομμάτια και ψυχές θα βογκούσαν στο κατώφλι των μεγάλων αναχωρήσεων. $ Στα μέσα Αυγούστου οι Κόκκινοι ξεκίνησαν μια ευρεία κίνηση για να συντρί ψουν την Εσθονία οριστικώς. Έχοντας αποτύχει να διασπάσουν το μέτωπο μετα ξύ Νάρβα και του νοτίου σημείου της λίμνης Πέιπους, εξαπέλυσαν μια πολύ με γάλη επίθεση στο νότιο άκρο της λίμνης, αρχίζοντας από τη συνοριακή πολίχνη του Πσκοβ. Καταφανώς, στόχος τους ήταν να καταλάβουν δι’ εφόδου την εσθονική πόλη του Ντορπάτ, κατόπιν από εκεί το Ρεβάλ, παίρνοντας όλον τον τομέα του Κόλπου της Φινλανδίας από τα νώτα. Καθημερινώς, τα αεροσκάφη του Ράιχ παρακολουθούσαν τη μαζική μετακίνη ση της σοβιετικής δυνάμεως από τη Νάρβα. Το 3ο Σ.Σ. έλαβε τη διαταγή να μιμηθείτην κίνηση και να προσκολληθεί στον εχθρό. Ή τα ν να σταλεί μια ισχυρή K am pfgruppe στο νότο αμέσως, η οποία θα εγκαθιοτούσε τον εαυτό της εγκαρσίωςτων κόκκινων στρατιών, οι οποίες, προελαύνοντας με σύντονες πορείες προς τα βορειοανατολικά, δε συναντούσαν σχεδόν την παραμικρή αντίσταση. Ο αντιστράτηγος Στάινερ συνέταξε τους υπολογισμούς του. Ή τα ν υποχρεωμέ νος να χρησιμοποιήοει ο,τιδήποτε διαθέσιμο και εμάς το ίδιο όπως τους άλλους.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
287
Αποφάσισε ν’ αφήσουμε τους λιγότερο εκπαιδευμένους νεοσύλλεκτους μας υπό καθοδήγηση για λίγες ημέρες. Αλλά οι τριακόσιοι άνδρες που ήταν κατ’ ουσίαν έ τοιμοι, εισήλθαν στις καταστάσεις δυνάμεως. Στη διάρκεια της νύκτας της 15-16 Αυγούστου έλαβα τις διαταγές πορείας μας. Στις πέντε η ώρα το πρωί τα φορτηγά μας πήραν μακριά. Τραγουδώντας τα π α μπάλαια τραγούδια της χώρας μας κυλήσαμε προς την κατεύθυνση του μικρού ε ρυθρού στίγματος επί του χάρτου, το οποίο στα γερμανικά αποκαλούταν Ντορπάτ και στα εσθονικά Τάρτου. Τάρτου! Η αρχαία πρωτεύουσα της μαθήσεως στις Βαλτικές χώρες. Το Τάρτου, του οποίου η φημισμένη βιβλιοθήκη, του οποίου οι όμορφα βαμμένες οικίες, του οποίου τα κέντρα τέχνης, τα τυπογραφεία και το παμπάλαιο Π ανεπιστήμιο θα βλέπαμε να γίνονται παρανάλωμα του πυρός τον ίδιο εκείνο μήνα, γιγάντιοι μαύ ροι δαυλοί πλέοντες για μια εβδομάδα μεταξύ της καπνίζουσας γης και του δίχως αισθήματα ουρανού.
Πρόσωπο με Πρόσωπο Η λίμνη Πέιπους, οτα δυο άκρα της οποίας η ζωή της Εσθονίας κρέμεται, είχε για καιρό διαχωρίσει τη χώρα αυτή από την περιοχή της Ε.Σ.Σ.Δ. Η λίμνη συνδε όταν με την πόλη της Νάρβα επί του Κόλπου της Φινλανδίας μέσω του ποταμού Νάρβα. Σχημάτιζε μια αληθινή ηπειρωτική θάλασσα, διασχιζόμενη από πλοία των οποίων τα σκαριά στο χρώμα της σκουριάς μπορούσαν να ειδωθούν κινούμε να πάνω- κάτω στα χρυσαφένια νερά του Αυγούστου του 1944. Η λίμνη Πέιπους μπορούσε να προσεγγισθεί από το βορρά πηγαίνοντας δια μέ σου δρυμών από ευωδιαστά έλατα, παρδαλά από ροζ αναλαμπές και ξέχειλα από άγρια βατόμουρα. Η λίμνη οριοθετούνταν από μια ξηρή παραλία από χαλίκια, ό που μεγάλωναν ψηλόλιγνα φυτά. Λίγα μεγάλα χωριά φώλιαζαν μέσα στα κοιλώ ματα των αστραφτερών κόλπων κάτω από τον τυρκουάζ ουρανό, αλλά τα σπίτια τους είχαν κατεδαφισθεί από τα αεροπλάνα. Τίποτα δεν έμενε παρά λίγες τσακι σμένες βάρκες και ερείπια, ανάμεσα στα οποία ήταν στημένα τα γερμανικά φυ λάκια. Η λίμνη συνιστούσε ουσιαστικώς το μακρύτερο τμήμα του εσθονικού μετώπου. Οι Κόκκινοι βρίσκονταν στην άλλη μεριά του νερού. Μιας νύκτας κωπηλασία θα ήταν αρκετή για να τους φθάσουμε. Η άμυνα της όχθης μας ήταν σα να μην υ πήρχε. Πρόχειρα πολυβολεία από κορμούς δένδρων μπορούσαν να ειδωθούν ε δώ κι εκεί και μια σταλιά χαρακώματος στην άμμο, αλλά στρατεύματα σχεδόν δεν υπήρχαν. Ό ταν ήμασταν στο ακραίο νότιο όριο της λίμνης, η αριστερή πλευ ρά μας θα ήταν στο έλεος μια Σοβιετικής αποβάσεως. Σύμφωνα με τις διαταγές της Ανωτάτης Διοικήσεως, η πρωταρχική γραμμή της Kampfgruppe υποτίθεται πως εκτεινόταν από τη λίμνη Βιρτζ, στο μέσον σχεδόν
288
Λ εο ν Ν τεγκρελ
της Εσθονίας, ως τα νοτιοδυτικά της λίμνης Πέιπους. Ο ποταμός Έ μπαχ, ο οποί ος συνέδεε τις δυο λίμνες, θα ήταν η φυσική γραμμή μάχης εάν ο εχθρός επετύγχανε στο να προσεγγίσει την περιοχή του Ντορπάτ. Πήγα στο δημαρχείο της παλαιός πανεπιοτημιουπόλεως για νέα. Μια αντιδικία βρισκόταν εν εξελίξει μεταξύ ορισμένων από τους ανώτερους αξιωματικούς. Η κατάσταση ήταν εξαιρετικά συγκεχυμένη. Ο επικεφαλής της K am pfgruppe, Μπριγκαντεφύρερ (Ταξίαρχος) Βάγκνερ των Waffen SS, κατέφθασε. Ο άνθρω πος ήταν ένας γίγαντας, κάτοχος του Σταυρού του Ιππότου, ως συνήθως, με μια καλώς εδραιωμένη φήμη ως μαχητού, με τόσο ξεκάθαρο νου όσο ήταν και τολ μών, ρωμαλέος σα Landsknecht, ένας πραγματικός αναγεννησιακός κοντοττιέρος, εύθυμος, δυνατός, κοινωνικός, ακούραστος, εν συντομία, ο άνθρωπος που χρειαζόταν για το σκληρό αγώνα που ερχόταν 6. Η φάλαγγα της K am pfgruppe Βάγκνερ ήταν εξαπλωμένη για πάνω από τρ ιά ντα χιλιόμετρα, μια φάλαγγα τεθωρακισμένων αναγνωριστικών αυτοκινήτων, πά ντσερ και μηχανοκίνητων στρατευμάτων κρούσεως. Ο ταξίαρχος έφερνε κατ’ ου σία λίγο κόσμο, αλλά όλοι ήταν μαχητές πρώτης τάξεως. Στο Ντορπάτ θα έπρεπε να συνδυάσουμε εσπευσμένως μειωμένης δυνάμεως και ανόμοιες ενισχύσεις - ένα συνονθύλευμα από διεσπαρμένες γερμανικές μονάδες και εσθονικές φρουρές με πολιτικές ενδυμασίες, περιβραχιόνια επάνω στα μανί κια τους, κατα 4)θάνουοες ατάκτως, πτωχά οπλισμένες, οι σύζυγοί τους μαζί τους, ιδροκοπο>ντας από την κούραση και το φόβο, επάνω στους σκονισμένους δρόμους. Ο ταξίαρχοςς Βάγκνερ αποφάσισε συνετώς να σταματήσει τη φάλαγγά του βορείωςτου Ντορπάτ, για να μελετήσει πρώτα το έδαφος και τη λίστα των ετοιμο πόλεμων. $ Τα φορτηγά μας σταμάτησαν σ’ ένα χωριό αποκαλούμενο Μαρία-Μανταλένα. Την αυγή ένας αγγελιοφόρος με ξύπνησε. Ή τα ν μα μετακινηθούμε αμέσως. Έ νας στρωμένος δρόμος ξεκινούσε έξω από το Ντορπάτ προς τα νοτιοανατολι κά, προς την κατεύθυνση του Πσκοβ. Έ νας άλλος πήγαινε προς τα νοτιοδυτικά, στην κατεύθυνση της Ρίγα. Απέστειλα έξι προκεχωρημένα φυλάκια είκοσι πέντε χιλιόμετρα από το Ντορπάτ και τον ποταμό Έ μ παχ, στο τρίγωνο το σχηματιζόμενο από τους δύο αυτούς δρόμους. Ποτέ δεν είχαμε δεχθεί μια αποστολή τόσο περίπλοκη. Ροίτησα ποιος θα βρι σκόταν μεταξύ των φυλακίων μου και της εχθρικής μάζας που προήλαυνε. Η α πόκριση ήταν ανησυχητική. Θεωρητικώς, δύο φίλιες μεραρχίες βρίσκονταν σε ε παφή. Στην πράξη, κανείς δε γνώριζε ο,τιδήποτε γύρω από αυτές. Είχαν, πιθανόν, αποσυντεθεί κάπου εκεί πάνω οτα δυτικά, προς τη διεύθυνση της Ρίγα. "Εν πάση περιπτώσει", πρόσθεσαν, "μην υπολογίζεις σε αυτές και να είσθε έτοιμοι". Έ τοιμοι να σφραγίσουμε έναν τομέα σαράντα χιλιομέτρων εύρους όπως πετά-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
289
ει το κοράκι με έξι χούφτες ανδρών! Ό λο το υπόλοιπο του μετώπου έπρεπε να οργανωθεί με ό,τι υπήρχε, κατά π α ρόμοιο τρόπο. Η Ο μάδα Μάχης Βάγκνερ έστειλε περιπόλους τεθωρακισμένων ανιχνευτικών αυτοκινήτων για να συναντήσουν τον εχθρό. Καταπονήθηκαν μέχρι αχρηστίας οργώνοντας μπρος και πίσω, ημέρα και νύκτα, επάνω σιους πολλούς δρόμους επί των οποίων οι εμπροσθοφυλακές των Σοβιετικών εκινούντο. Αντί να γλιστρήσουν μεταξύ των δύο πρωταρχικών δρόμων, οι εχθροί επετέθησαν ευθεία μπροστά, μη μένοντας ποτέ μακριά από τη λίμνη Π έιπους και την ε θνική οδό Πσκοβ - Ντορπάτ. Ψάχνοντας για το πιο αδύναμο σημείο, το βρήκαν ανατολικώς αυτής της διαδρομής και τη Δευτέρα, 19 Αυγούστου 1944, δημιούρ γησαν μία σφήνα οκτώ χιλιομέτρων βάθους και δέκα πλάτους, εντός βολής τυφε κίου από την αριστερή μας πτέρυγα. Φορτηγά έπαιρναν μπρος βρυχώμενα την ίδια ώρα που ένας μοτοσυκλετιστής αγγελιοφόρος μου έφερε τη διαταγή να επιτεθούμε. Στις πέντε η ώρα το βράδυ ή ταν να επιτεθώ από τα δυτικά προς τα ανατολικά, εγκαρσίως του ρήγματος του α νοιγμένου από τους Σοβιετικούς, με όλους τους άνδρες που διέθετα. Γερμανικά στρατεύματα ερχόμενα από τα ανατολικά προς τα δυτικά θα μας συ ναντούσαν σ’ ένα σημείο στα μισά του δρόμου. Επρόκειτο να κάνουμε την επαφή στο χωριό της Πάτσκα, ψηλά στην κορυφή ενός φαλακρού λόφου. Πέντε πάντσερ θα μας ενίσχυαν. Ή ταν μια πολύ καλή ιδέα για μάχη. Ο εχθρός συνωστιζόταν μέσα στο άνοιγμα. Εάν η αντεπίθεση επετύγχανε, η επίθεσή του θα διαλυόταν για αρκετές ημέρες. Τώρα χρειαζόμασθαν να κερδίσουμε κάμποσο χρόνο. Οι άνδρες του γερμανι κού μηχανικού και χιλιάδες πολιτών έκτιζαν βιαστικά μια οχυρωμένη γραμμή σε ημισέληνο, γύρω στα οκτώ χιλιόμετρα νοτίως του Ντορπάτ. Η διοίκηση ήθελε να σχηματίσει ένα προγεφύρωμα εκεί, το οποίο θα έφρασσε την πρόσβαση προς την πόλη. Αυτό θα προστατευόταν στα ανατολικά και στα δυτικά από τον ποταμό Έ μπαχ, ένα βαθύ, φυσικό φραγμό. Ωστόσο, αυτές οι άμυνες δεν ήταν περατωμένες. Ενισχύσεις βρίσκονταν καθ’ ο δόν, αλλά δε θα ήταν στις θέσεις τους για αρκετές ημέρες. Η πρωινή σφήνα είχε φ έρει τον εχθρό εντός ολίγων χιλιομέτρων από τα έργα. Αύριο ή μ εθαύριο οι Κόκκινοι θα κατέφθαναν, εκτός και μια βίαιη αντεπίθεση τσάκιζε την ορμητικότητά τους. £ Στις τέσσερις η ώρα το απόγευμα τα φορτηγά ξεφόρτωσαν τους άνδρες μου έξι χιλιόμετρα από την Πάτοκα. Διέθετα μερικούς θαυμάσιους νεαρούς αξιωματικούς, μόλις αποφοιτήσαντες α πό τη στρατιωτική σχολή του Μπαντ Τολτζ στη Βαυαρία 7. Ανυπομονούσαν να δεί ξουν την αξία τους.
290
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Τα πάντσερ μας περίμεναν, κρυμμένα σ’ ένα άλσος με μηλιές. Κατέστρωσα το σχέδιο της επιθέσεως. Στις πέντε η ώρα ακριβώς, συνοδευόμενοι από τα τέσσερα άρματα μάχης, θα επιτιθέμεθα. Οι λόχοι ήταν να λάβουν θέσεις μάχης αμέσως, χωρίς ν’ αφήσουν τους εαυτούς τους να ειδωθούν. Ο εχθρός ήταν ένα χιλιόμετρο μακριά. Καθόρισα ένα σημείο ενάρξεως για την έφοδο για κάθε ένα διοικητή λόχου. Οι στρατιώτες μας σύρθηκαν κλεφτά ανάμεσα στο ώριμο σιτάρι που ξεραινό ταν μέσα στο καυτό απόγευμα.
Ο Μΰλος της Πάτσκα Τα λεπτά ακριβώς πριν από μια σώμα με σώμα μάχη πάντοτε ζυγίζουν βαριά. Πόσα από τα παλικάρια που περιμένουν θα κείτονται εντός ολίγου ανάσκελα στο χώμα, τα μάτια ν’ ατενίζουν κενά; Πόσα άλλα θα σέρνουν τα αιμορραγούντα κορ μιά τους μόνα τους, προσπαθώντας να ξεφύγουν το πυρ των πολυβόλων; Μ πορούσαμε ν’ ακούμε το θόρυβο της εχθρικής προελάσεως. Οι Κόκκινοι έ πρεπε ήδη να μπορούν να βλέπουν τους πύργους του Ν τορπάτ. Τ ο χω ριό της Πάτσκα, στην κορυφή της πλαγιάς, φαινόταν να κατέχεται ισχυρώς. Γλίστρησα πίσω από μια λόχμη από πουρνάρια, από την οποία ακολούθησα το πέρασμα των σοβιετικών δυνάμεων με τα κιάλια μου. Απλωμένα επάνω σε μια α πόσταση πέντε χιλιομέτρων, μεγάλα κόκκινα αποσπάσματα, υποστηριζόμενα α πό πυροβολικό, κατείχαν και τις δυο πλευρές του δρόμου που ήταν να καταλά βουμε. Το πεδίο ήταν εντελώς γυμνό, αλλά οι λόφοι οι κατεχόμενοι από τον εχθρό στα δεξιά κι αριστερά ήταν δασωμένοι. Οι στρατιώτες μου ήταν κρυμμένοι στις πλευ ρές του δρόμου μέσα στο σιτάρι, τόσο ακίνητοι και σιωπηλοί σα νεκρά ξύλα. Στις πέντε η ώρα προωθήθηκα με τα άρματα μάχης. Οι άνδρες μου έλαβαν θέ ση και πήδησαν έξω. Στον ήχο των πάντσερ να προχωρούν επάνω στο πεδίο, υ πήρξε μια αναταραχή μεταξύ των εχθρικών στρατευμάτων. Κόκκινοι στρατιώτες έτρεξαν στα χαρακώματα, στα πυροβόλα και στους όλμους. Έ νας γίγας Ρώσσος αξιωματικός έκανε την αντίστασή του έξω στα ανοικτά επάνω στην κορυφή, δ ί νοντας τις διαταγές του, αψηφώντας μας όλους. Οι πρώτες οβίδες από τα άρματά μας πέτυχαν ένα κατευθείαν πλήγμα στο μύ λο. Ο Ρώσσος αξιωματικός δεν έδωσε την παραμικρή σημασία. Ό λ α τα σπίτια στην περιοχή ανατινάχθηκαν, το ένα μετά το άλλο. Ο γίγας παρέμεινε ήρεμος. Ό ταν ο καπνός καθάρισε μπορούσαμε να τον δούμε να στέκεται ακόμα εκεί σαν ένας όγκος ξύλου. Οι λόχοι μας αναρριχήθηκαν στην πλαγιά. Μια καταιγίδα από μέταλλο έπεσε βροχή επάνω στα άρματα μάχης μας. Τα σοβιετικά πολυβόλα θέρισαν την πλα γιά. Έ να πάντσερ έλαβε ένα κατευθείαν πλήγμα, αλλά συνέχισε όπως και να είχε.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
291
Οι στρατιώτες μας έτρεξαν σαν τον άνεμο προς τα πάνω εννιακόσια μέτρα ελαφρώς κεκλιμένης πλαγιάς. Ο μΰλος υπερασπιζόταν σκληρά. Δύο από τους αξιω ματικούς μας τον έφθασαν, ορμώντας μέσα α π’ όλα. Και οι δύο έπεσαν ακριβώς στην είσοδο του κτιρίου, ο ένας φονευθείς ακαριαίως, ο άλλος σοβαρά τραυματι σμένος. Αλλά ο λόχος όρμησε πάνω από τα κορμιά τους· ο Ρώσσος γίγας έπεσε με τη σειρά του' ο μύλος ήταν δικός μας. Ο άλλος λόχος, ο οποίος αναρριχούνταν από τη δεξιά πλευρά, επιτέθηκε εντός των εχθρικών θέσεων με ισάξια ορμητικότητα και με το ίδιο κόστος. Ο διοικητής αυτού του λόχου τραυματίσθηκε τρεις φορές. Αδυνατώντας να κινηθεί περαιτέ ρω, προσκολλήθηκε επάνω σ’ ένα αντιαρματικό πυροβόλο παρμένο από τους Κόκκινους και το έστρεψε εναντίον τους, σε μια τελική προσπάθεια. Αυτός έβαλ λε για άλλα είκοσι λεπτά προτού πεθάνει επάνω σ’ ένα σωρό άδειων καλύκων. Σε πενήντα λεπτά η σφήνα μας είχε διεισδύσει πέντε χιλιόμετρα. Η Πάτσκα ή ταν αλωμένη κι εκκαθαρισμένη. Καταλάβαμε τη σοβιετική πυροβολαρχία. £ Ατυχώς, δε λάβαμε καθόλου νέα από την επίθεση υποστηρίξεως, η οποία υπο τίθεται πως ήταν να μας συναντήσει από τα ανατολικά και να ενωθεί μαζί μας στο μύλο. Δεν μπορούσαμε ν’ αφήσουμε τον εχθρό να συνέλθει. Οδήγησα τους άνδρες μου πέρα από την Πάτσκα, εισερχόμενος την ζώνη των πέντε χιλιομέτρων, η οποία εί χε αφεθεί για τους συνεργάτες μας για να επιτεθούν. Η επιχείρηση της Πάτσκα δεν ωφελούσε εκτός και αν μπορούσαμε ν’ αποκόψουμε την εχθρική αιχμή του δόρατος εντελώς. Εάν όχι, ήμασταν εμείς που διακινδυνεύαμε ν’ αποκοπούμε. Διασχίσαμε επτά από τα δέκα χιλιόμετρα κατ’ αυτόν τον τρόπο. Οι απώλειές μας ήταν αβάστακτες. Από τους τέσσερις καινούργιους μου αξιωματικούς από το Μπαντ Τολτζ, τρεις ήταν σκοτωμένοι και ο τέταρτος βαριά τραυματισμένος. Στα Waffen SS ο μέσος όρος ζωής ενός αξιωματικού στο μέτωπο ήταν τρεις μήνες. Ο υπασπιστής μου είχε διακομισθεί, το αριστερό του μπράτσο διαμπερώς πυροβολημένο. Εκατό από τους στρατιώτες μου είχαν φονευθεί ή τραυματισθεί. Τ ι είχε συμβεί στα στρατεύματα που υποτίθεται ότι ήταν να έλθουν για να μας συναντήσουν την ώρα της εφόδου μας; Πολεμούσαμε μανιασμένα επί των δύο πλευρών, ο εχθρός να προσπαθεί αδιά κοπα να μας στραγγαλίσει. Εάν εξακολουθούσαμε να προσπαθούμε ν’ ανοίξουμε δρόμο μπροστά, επρόκειτο τελικώς να πέσουμε μέσα σε μια παγίδα. Το γεγονός πως το κύμα από την ανατολή δεν είχε έλθει με στενοχωρούσε τρομερά. Στις οκτώ η ώρα το βράδυ ήμασταν ακόμα μόνοι. Καλεσμένα αλλού, τα άρματα μάχης μας έπρεπε να μας αφήσουν. Στις εννέα η ώρα πληροφορήθηκα περί της πλήρους αποτυχίας της υποστηρι κτικής επιθέσεως. Διαταχθήκαμε να κρατήσουμε δυτικώς του χωριού της Πάτσκα.
292
Λ εον Ν τεγκρελ
Από εκεί μπορούσαμε τουλάχιστο να φράξουμε το πέρασμα στις νέες σοβιετικές ενισχύσεις. Π αρ’ όλα αυτά, η εμπροσθοφυλακή της ρωσσικής επιθέσεως δεν είχε αποκοπεί. Με το που ήλθε το βράδυ, αυτή η δύναμη γύρισε για να μας σφυροκοπήσει. Οι πλευρές μας φυλάσσονταν από πολυβόλα μόνον. Δεν είχαμε το παραμικρό κομμάτι ελαφρού πυροβολικού. Τα άρματα μάχης δεν είχαν επιστρέφει. Ο εχθρός ανεκίνησε τα "Αρμόνια του Στάλιν", τα οποία μας βομβάρδισαν κατά τη διάρκεια της νύκτας με την τριάντα έξι πυραύλων τους διπλή βροχή (ρωτιάς. Η αυγή ήλθε. Ξεπαγιάζαμε επάνω σε χορτάρι υγρό από την πάχνη. Τοποθέτησα μία σειρά πολυβόλων στην άκρη ενός άλσους από σημύδες, που δέσποζε της σο βιετικής διαδρομής διεισδύσεο^ς προς το Ντορπάτ. Τα "Αρμόνια του Στάλιν" πε τσόκοβαν το μικρό δάσος, μέτρο το μέτρο. Αλλά, χωμένοι μέσα οε στενές τρύπες στη γη, δεν παραχωρήσαμε το έδαφος. Ο εχθρός εξακολουθούσε να μην μπορεί να περάσει δια μέσου της Πάτσκα. Φροντίσαμε να εκκαθαρίζουμε συνεχώς τον ε κτεθειμένο δρόμο με τα πυρά μας. Οι αγγελιοφόροι μου έφεραν μερικά περίεργα νέα. Οι Κόκκινοι βρίσκονταν ή δη αρκετά χιλιόμετρα πίσω μας στα δυτικά. Μας είχαν εντελώς πλευροκοπήσει, συρρέοντας κατά ομάδες παντού έξω από το άκρο του δάσους. Αρκετοί κόκκινοι στρατιώτες είχαν φονευθεί ακριβώς επάνω στο δρόμο, τρία χιλιόμετρα πίσω μας. Ο ταξίαρχος Βάγκνερ μας έστειλε ενθουσιώδη συγχαρητήρια, ανακοινώνοντας πως θα μνημονευόμασθαν στο ανακοινωθέν του προς το Γενικό Στρατηγείο. Μα οφείλαμε να ουνεχίσουμε να πολεμούμε, καθώς η διοίκηση έβαζε τις τελευταίες πινελιές στον αποκλεισμό της νοτίως του Ντορπάτ. Αποσπασθήκαμε από τις έννοιες μας από εκατοντάδες ασημένιων αλεπούδων που έτρεχαν ανάμεσα στα πόδια μας. Υπήρχε ένα εκτροφείο από περίπου δύο χι λιάδες από αυτά τα χαριτωμένα ζώα στα δεξιά μας. Οι ιδιοκτήτες είχαν ανοίξει ό λες τις πόρτες των κ\ουβιών, προτού το βάλουν στα πόδια. Θαυμαστά ευλύγιστες, οι αλεπούδες έκαναν έναν αγώνα δρόμου ανάμεσα στις εκρήξεις, βουρτσίζοντας το έδαφος με τις μακριές, λαμπερές ουρές τους. Στα δυτικά, ο εχθρός είχε επεκτείνει την έφοδό του. Το απόγευμα εκείνο ο δρό μος του Πσκοβ έπεσε. Ακόμα δυτικότερα της εθνικής οδού, στο ίδιο το κέντρο του τομέα>ς του Βάγκνερ, οι επιτιθέμενοι επέτυχαν να ωθήσουν μια σφήνα δια μέσου του, ως ένα χωριό ονομαζόμενο Κάμπγια. Το βράδυ, ένας μοτοσυκλετιστής εκτινάχθηκε μέσα από το βρίθον από εχθρούς δάσος και μας έφερε διαταγές να καταλάβουμε την Κάμπγια και τα περίχωρά της αμέσως, όπου ο κίνδυνος μιας κόκκινης διασπάσεως γινόταν όλο και περισσότε ρο εμφανής. Ξεγλιστρήσαμε σιωπηλά από λόχμη σε λόχμη. Στις δύο η ώρα το πρωί, μετά α πό μια κυκλική πορεία είκοσι χιλιομέτρων, βρήκαμε τους εαυτούς μας μύτη με μύ τη με το άλλο κύμα των Κόκκινων, ήδη αφεντικών του χωριού της Κάμπγια και φα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
293
νερά αποφασισμένων να πιέσουν μπροστά για να ενωθούν με τις νικηφόρες δυ νάμεις τους στα ανατολικά και νοτιοανατολικά.
Κάμπγια Το πρωί της 2 1ης Αυγούστου του 1944, η κατάσταση στο εσθονικό μέτωπο ήταν ως ακολούθως: η προκεχω ρημένη άμυνα του Ν τορπάτ, μεταξύ τη ς λίμνης Πέιπους και του δρόμου του Ντορπάτ, είχε αποκοπεί. Οι Σοβιετικοί μέχρι και που έκαναν απόβαση νε ισχυρές δυνάμεις στη δυτική όχθη της λίμνης. Η κεντρική θέ ση είχε πληγεί βιαίως από τα σοβιετικά κύματα, τα οποία είχαν καταλάβει την Κάμπγια. Η δυτική πτέρυγα του μετώπου, από την Κάμπγια ως τη διαδρομή Ρίγα - Ντορπάτ και από τη διαδρομή αυτή στη λίμνη Βιρτς, ήταν ακόμα ειρηνική. Εν συντομία, όταν ο ταξίαρχος Βάγκνερ κοίταξε προς τον εχθρό, είδε την αρι στερή του πτέρυγα τσακισμένη και το κέντρο του σοβαρά απειλούμενο. Μόνον η δεξιά του πτέρυγα απολάμβανε ακόμη μια τελευταία ανάπαυλα, μιας και ήταν η πιο απομεμακρυσμένη από το σημείο ενάρξεωςτης σοβιετικής επιθέσεως. Έ νας εξοχικός δρόμος συνέδεε την Κάμπγια με την εθνική οδό του Πσκοβ, πε ρίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα νοτίως του Ντορπάτ. Αλλά η ίδια διακλάδωση απει λούταν από τις σοβιετικές δυνάμεις που ερχόταν από τα νοτιοανατολικά. Είχα - πρώτη αποστολή - να συγκροτήσω τον εχθρό στην Κάμπγια με πεντακό σιους πεζικάριους, μια διμοιρία όλμων και κάμποσα κομμάτια γερμανικού πυ ροβολικού. Έ πρεπε - δεύτερη αποστολή - να διασφαλίσω την προστασία της διασταυρώσεωςτων δρόμων Πσκοβ - Ντορπάτ και Κάμπγια - Ντορπάτ. Ο νικών ε χθρός είχε έλθει εντός ενός χιλιομέτρου από αυτήν τη διασταύρωση, η οποία ήταν τελείως επίπεδη κι εκτεθειμένη. Το εχθρικό πυροβολικό, όλμοι και "Αρμόνια του Στάλιν" κατείχαν το δάσος στα αριστερά μας. Διέθετα τρία μόνον αντιαρματικά πυροβόλα για να φράξω τη διάβαση με αυτά. Εγκατέστησα το διοικητήριό μου σ’ ένα μικρό αγρόκτημα δίπλα στο σταυρο δρόμι. Εκεί ραντιζόμασθαν ανά ώρα με πυρά πολυβόλων και πολυβολούμασθαν από σοβιετικά αεροπλάνα. Κατά τη διάρκεια της νύκτας αναμέναμε τα μπολσε βίκικα ά ρ μ α τα μάχης να εισέλθουν στην αυλή με το κάθε λεπτό. Αρβυλοφορεμένοι, χειροβομβίδες και υποπολυβόλα σε απόσταση χειρός, κοιμη θήκαμε ένα μέγιστο των δέκα λεπτών τη φορά. Τρεις ή τέσσερις φορές την ημέρα ή τη νύκτα έτρεχα από τις θέσεις μας στη δια σταύρωση ως την Κάμπγια, τέσσερα χιλιόμετρα στα νοτιοδυτικά. Οι Κόκκινοι πε ριφέρονταν σε ομάδες παντού. Το μικρό μου Φολκσβάγκεν έτρεχε έξαλλα μαζί μου μέσα από σφαίρες που σύριζαν σαν κουνούπια. Εάν βρισκόμουν στην Κάμπγια, έτρεμα για τα αντιαρματικά πυροβόλα στη διασιαύρωση. Εάν βρισκόμουν στο σταυροδρόμι, φοβόμουν μια καταστροφή στην Κάμπγια και παρακολουθούσα το δρόμο με τρόμο, πάντοτε περιμένοντας να δω
294
A eo n Ν τεγκρελ
τα συντρίμμια της μονάδος μου να μπαίνουν σε αυτόν αγεληδόν, με ένα φρενια σμένο όχλο από Κιργίσιους και Καλμούχους να τους ακολουθούν κατά πόδας. £ Πίσω μας το θέαμα ήταν σπαραξικάρδιο. Ολόκληρη η Εσθονία έφευγε πανικό βλητη μπροστά στους Κόκκινους. Ούτε μια ψυχή δεν έμεινε στο καλύβι της. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν γνωρίσει τους Σοβιετικούς, όχι εκείνους του 1918, αλλά τους αποκαλούμενους πολιτισμένους, βελτιωμένους κι εκδημοκρατισμένους Σοβιετικούς του 1940. Διατηρούσαν έναν τρομερό φόβο για εκείνους. Αυτός ο γενικός πανικός μας έμαθε περισσότερα απ’ όλες τις πολιτικές ομιλίες. Δεν ήταν οι αστοί μόνον που έφευγαν γοργά, αλλά δεκάδες χιλιάδες εργατών, χειρονακτών, μικροαγροτών και ξυλοκόπων περνούσαν γρήγορα τα σύδενδρα α πό πεύκα. Οι γυναίκες θα εξουθένωναν τους εαυτούς τους στους δρόμους, τραβώ ντας μαζί τους ένα γουρούνι και δυο ή τρία πρόβατα. Τα πόδια των καημένων των κτηνών θα αιμορραγούσαν. Έ να κορίτσι έσπρωχνε ένα γουρούνι μπροστά του ό πως μια χειράμαξα, κρατώντας το από τα πίσω πόδια του. Τα ζώα ήταν όλα μαζί ανακατωμένα, ουρλιάζοντας. Πολλά ψόφησαν. Έ κανε υπερβολική ζέστη. Οι γριές γυναίκες ήταν πεθαμένες στην κούραση. Ξαφνικά, τα σοβιετικά καταδιωκτικά αεροπλάνα έφθασαν, εφόρμησαν επάνω στις φάλαγγες των πολιτών και τους πολυβόλησαν αγρίως στο μέσον των τρομο κρατημένων κραυγών των γυναικών και των παιδιών και του οξέως χλιμιντρίσματος των αλόγων, οι πυροβολημένες κοιλιές τους γεμάτες από τρύπες, τα οποία εί χαν πέσει ανάμεσα στους σπασμένους τροχούς των αχυράμαξων. Σκασμένα παπλώματα, τρόφιμα, όλα τα πενιχρά υπάρχοντα πενήντα οικογε νειών κείτονται σκορπισμένα τριγύρω; επάνω στον ηλιοψημένο δρόμο. Τ α δύ στυχα πλάσματα σφουγγίζουν τον ιδρώτα τους. Γυναίκες, αγκαλιάζοντας σπα σμωδικά τα μωρά τους, έτρεχαν προς τα μακρινά κωδωνοστάσια με τα πετσο κομμένα τους πόδια. Γέροντες, μαζεύοντας χάλκινα κατσαρολικά καιτραβολογώντας αγελάδες που βρίσκονταν στο τέρμα των δυνάμεών τους, κουνούσαν τα κε φάλια τους. Που πήγαιναν; Ή , μάλλον, που θα πέθαιναν; Διότι, τα ίδια τα ίδια πλήθη σε φυγή εξαπλώνονταν από τη μια άκρη της χώρας ως την άλλη. Τ α ίδια καταδιωκτικά τους ρήμαζαν. Μετά που είχα κάνει την αναφορά μου εις του ταξίαρχου Βάγκνερ σ’ ένα προά στιο του Ντορπάτ, για να επιστρέφω στο διοικητήριό μου ήμουν αναγκασμένος να οδηγήσω πίσω δια μέσου αυτών των πομπών της αγωνίας, η θέα των οποίων μου ράγιζε την καρδιά. Τα πάντα μπροστά μου βρίσκονταν στις φλόγες: τα μεγάλα τετράγωνα αγρο τόσπιτα με τις εκατοντάδες των ασπρόμαυρων αγελάδων, τα πλούσια χωριά, τα ωραία λευκά κάστρα κοντά στις γαλάζιες λίμνες, οι φίνες στέγες από ελατοσανί δες των σιταποθηκών, μέχρι και οι κήποι των κοιμητηρκον οι διαγραμμισμένοι ε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
295
πάνω στις Λοφοπλαγιές, που ξεχώριζαν από τα άλση από κυπαρίσσια και εφο διασμένοι με απλοϊκά παγκάκια, από τα οποία οι ζώντες είχαν τόσο συχνά παρα κολουθήσει ειρηνεμένοι τα λιβάδια, ενώ σκέπτονταν τους νεκρούς τους. Μια χώρα πέθαινε. Οι υπέροχες αυγουστιάτικες νύκτες κηλιδώνονταν από τους μεγάλους κόκκινους πυρσούς των χωριών που καίγονταν. Αγελάδες, γουρούνια, κόττες και χήνες: όλα ήταν παρατημένα στα αγροκτήματα και στα βοσκοτόπια. Ψυχή ζώσα δε σάλευε. Ό λοι προτιμούσαν την έξοδο και το πυρ των πολυβόλων α πό τη σοβιετική υποδούλωση. £ Έ λαβα μια τρίτη αποστολή - ν’ ανατινάξω τη σιδηροδρομική γραμμή από το Πσκοβ στο Ντορπάτ. Αυτή ήταν άλλη μια τέχνη που δεν είχα ακόμα μάθει. Έ νας ατρόμητος νεαρός Γερμανός αξιωματικός και μια χούφτα αποφασισμένων ανδρών του μηχανικού είχαν αποσταλεί για να με βοηθήσουν στη δουλειά. Ναρκοθέτησαν τη γραμμή ανά δέκα μέτρα και περίμεναν ύστερα για εντολές για ν’ ανατινάξουν διακόσια ή διακόσια πενήντα μέτρα γραμμής. Δεν έπρεπε να θυσιάσω τη σιδηροτροχιά παρά ως τελευταία καταφυγή. Η διοί κηση στο Ντορπάτ ήλπιζε ακόμα να ξεκινήσει μια αντεπίθεση, κάποια μέρα. Έτσι ήταν να περιμένω μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. Αλλά δεν έπρεπε ούτε και να το αφήσω να μου ξεγλιστρήσει, μην τυχόν και οι Κόκκινοι καταλάβουν άθικτη τη γραμμή. Οι εκρήξεις που έρχονταν η μία μετά την άλλη ήταν μυστηριακές, ειδικά τη νύ κτα. Μέσα σε λίγες ημέρες ανατίναξα αρκετές γέφυρες, γραμμές, σταθμούς, ισό πεδες διαβάσεις, προστατευτικά κιγκλιδώματα και συντομεύσεις, για να κουφαθώ για το υπόλοιπο της ζωής μου. Αλλά έπρεπε να κερδίσουμε χρόνο. Πάντα αυτή η ίδια μικρή πρόταση ερχόμε νη δια του τηλεφωνικού σύρματος - κερδίστε χρόνο. Κερδίστε χρόνο δια της θυ σίας απροσμέτρητων αγαθών και, αλίμονο, αμέτρητων ανθρωπίνων ζωών. Δέκα χιλιόμετρα πίσω μας ο πληθυσμός του Ντορπάτ είχε περατώσει το σκάψι μο της μεγάλης αμυντικής του ζώνης. Ή τα ν έτοιμη πάνω στην ώρα. Αλλά ήμουν ανήσυχος όταν την πέρασα με το να δω τις ορδές των υπερασπιστών που ωθούνταν εντός αυτών των μακρών, μαύρων χαρακωμάτων. Τάγματα χωροφυλακής, αστυ νομικοί και οι πιο ακατάλληλοι πολίτες, (κρατικοποιημένοι δια του μέσου ενός α καθορίστου κίτρινου ραφτού εμβλήματος για το χέρι και ενός παλαιού γαλλικού τυφεκίου από τον καιρό του Ναπολέοντοςτου 2ου. Υπομέναμε την πίεση τεραστίων σοβιετικών δυνάμεων. Πότε σοβαρές στρα τιωτικές δυνάμεις, πραγματικές μεραρχίες, θα κατέφθαναν για να τους αντισταθούν; $
296
A eo n Ν τεγκ ρελ
Τα σοβιετικά άρματα μάχης φοβούνταν τα Πακ, τα οποία έβαλλαν με μεγάλη ακρίβεια. Το σταυροδρόμι κρατούσε καλώς. Έμενα περισσότερο στην Κάμπγια, διότι οι άνδρες μας πιέζονταν σκληρά εκεί. Κρατούσαμε τις παρυφές επάνω από το βορινό δρόμο εκτός του χωριού, όπου υ πομέναμε το συντριπτικό πυρ των "Αρμονίων του Στάλιν". Αλλά οι άνδρες μας ήταν μαχητές που δε θα άφηναν τους εαυτούς τους να κατα βληθούν. Είχαν τοποθετήσει καλά τα πολυβόλα τους. Οι όλμοι μας, τέλεια παρηλλαγμένοι μέσα στις πυκνές τούφες του σιταριού, έκαναν ολοκληρωμένη δουλειά. Το ηθικό ήταν πολύ ψηλό. Παρασημοφόρησα τους γενναιότερους τραυματίες μας ακριβώς επάνω στο χώμα όπου έπεσαν. Το να κτυπηθούν από εκρηκτικές σφαίρες, οι οποίες έσκαζαν φρικτές τρύπες σ’ αυτούς, ακόμα δεν τους απέτρεπε από το ν’ αστειεύονται και να συνεχίζουν να τραβούν τα τσιγάρα που τα φιλαρά κια τους έβαζαν ανάμεσα στα χείλη τους, περιγραμμισμένα με κόκκινο αίμα. Αυτά τα παλικάρια ήταν ανίκητα. Οπουδήποτε τοποθετούνταν, οι Σοβιετικοί σταματούσαν. Ή μουν βαθιά συγκινημένος μπροστά στην απλή και χαμογελαστή τους γενναιότητα, γιατί αν τα σχόλιά τους ήταν αστεία, ήταν εξαιτίας της μετριο φροσύνης, για να κάνουν πλάκα στους εαυτούς τους, την ίδια ακριβώς στιγμή που εξυψώνονταν στον καθαρό ηρωισμό. Οι Κομμουνιστές έπρεπε να σταματήσουν. Τους σταμάτησαν. Δεν τους άφησαν να περάσουν στις 21 Αυγούστου. Δεν τους ά φησαν να περάσουν ούτε και στις 22 Αυγούστου. Ό ταν οι στρατιώτες μας αντικαταστάθηκαν την 22α Αυγούστου το μεσημέρι, οι Κόκκινοι δεν είχαν καταφέρει να κερδίσουν δέκα μέτρα εδάφους βορείωςτης Κάμπγια. Είχαν αναγκασθεί μέχρι και να εγκαταλείψουν το χωριό, το οποίο οι όλμοι μας και το γερμανικό πυροβο λικό που ήταν στη διάθεσή μου, έκαναν κομμάτια.
2 Οι εκατόν πενήντα νεοσύλλεκτοι που είχαμε αφήσει υπό καθοδήγηση κοντά στηνΤόιλα, αφίχθησαν στη βάση ανεφοδιασμού μας. Έ λαβα διαταγές να ενισχύσω ό,τι απέμενε από τα στρατεύματά μου με εκείνους. Συναντηθήκαμε στη Μαρία-Μανταλένα. Οεωρητικώς, θα έπαιρνε μια εβδομάδα για να ξανακτίσω τη στρατιωτική δύ ναμη και ενσωματώσω τους καινούργιους άνδρες εντός της μονάδος. Μόλις που είχαμε αφήσει τον κεντρικό τομέα, ωστόσο, προτού το δυτικότατο τμήμα της γερμανικής δεξιάς πτέρυγος δεχθεί επίθεση. Οι Σοβιετικοί έφθασαν και απέκοψαν την εθνική οδό από τη Ρίγα στο Ντορπάτ. Η αντιαρματική διμοι ρία μας δεν είχε καν το χρόνο ν’ απεμπλακεί προς τη Μ αρία-Μανταλένα. Ή δ η διατασσόμουν να οπεύσω στην κρίσιμη περιοχή. Το ίδιο εκείνο βράδυ τα πυρο βόλα μας μπήκαν στη μάχη στην είσοδο μιας κωμοπόλεως που είχε ένα παράξε νο όνομα, Νου. Μετά το β ραδινό συσσίτιο, πήγα στο σταθμό διοικήσ εω ς του τα ξίαρχου
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
297
Βάγκνερ. Τα μάτια του ήταν φρικτά κοκκινισμένα. Έστελνε διαρκώς τα ελαφρά άρματα μάχης του στους δευτερεύοντες δρόμους που κατακλύζονταν από τη βί αιη σοβιετική προσβολή. Δε διέθετε άλλο κατάλληλο, άξιο λόγου, πεζικό, αλλά ξε χείλιζε από χιλιάδες Εσθονών κάθε είδους, που του στέλνονταν σε γεμάτα qwpTi]γά, αναστατωμένοι, στολισμένοι με λοφιοφόρα ή πλατύγυρα καπέλα, οπλισμένοι με κυνηγετικά τυφέκια και αεροβόλα, όλοι τους τρελλαμένοι για να φύγουν μα κριά. "Grosse Scheisse! Grosse Scheisse!", φώναζε ακούραστα ο ταξίαρχος. "Grosse Scheisse! Grosse Scheisse!", έδινε έμφαση ο αρχηγός του επιτελείου του. "Grosse Scheisse! Grosse Scheisse!", επανέλαβε ο αντάξια καταφατικός υπασπι στής που μας έφερε ψωμί και βούτυρο. Είχα την πολύ έντονη εντύπωση πως οι λόχοι μου δεν επρόκειτο να προλάβουν να σχηματοποιηθούν στη Μαρία-Μανταλένα. Επιθυμούσα να φύγω την ίδια εκείνη νύκτα για το δρόμο της Ρίγα, προκειμένου να επισκεφθώ τα πληρώματα των αντιαρματικοίν μου πυροβόλων στο Νου. Αλλά, ακολουθώντας τη μνημόνευσή μου στο ανακοινωθέν, ο ταξίαρχος Βάγκνερ είχε μόλις λάβει ένα πολύ αυστηρό τηλεγράφημα από το Χίμμλερ που τον καθιστού σε υπεύθυνο για τη ζωή μου. Το χρησιμοποίησε ως μια δικαιολογία για να απ α γορεύσει επισήμωςτην προταθείσα νυκτερινή μου επιδρομή. Π ροσποιήθηκα πως υπακούω. Μα ό,τι ίσχυε για τη νύκτα δεν ίσχυε για την η μέρα. Η πολιτική μου είχε διδάξει την τέχνη της ακριβολογίας και δεν ήταν άσχετο το ότι ήμουν ανιψιός και δισανιψιός έξι Ιησουιτών ιερέων. Επέστρεψα αθορύβως στη Μαρία-Μανταλένα. Στις πέντε η ώρα το πρωί τελείω σα την υπαγόρευση διαταγών για την άμεση αναδιοργάνωση του τάγματος. Στις έ ξι η ώρα, φρεσκοξυρισμένος, οδήγησα δια μέσου του Ντορπάτ πάλι προς τα νότια. Για να πράξω ορθώς θα έπρεπε να έχω πάει στου ταξίαρχου Βάγκνερ για ν’ ανακαλύψω κατά πόσον η κατάσιαση είχε μεταβληθεί στη διάρκεια της διαδρομής της νύκτας. Αλλά σ’ εκείνη την περίπτωση ήμουν βέβαιος πως θα ήμουν το αντι κείμενο ενός νέου εδίκτου, έτσι, μη διακινδυνεύοντας μία επίσκεψη, οδήγησα το μικρό μου Φολκσβάγκεν τυφλά επάνω στο δρόμο της Ρίγα. Μα κάτι νέο είχε συμβεί. Την αυγή οι Κόκκινοι είχαν καταλάβει το Νου. Μέχρι που ήταν και πιο πέρα (από το Νου) για τα καλά. Βρισκόμουν σε πορεία συγκρούσεως με εκείνους χωρίς να το γνωρίζω.
Λεμνάστι Θα θυμάμαι το πρωινό της 23ης Αυγούστου 1944 μέχρι να πεθάνω. Αμέσως με το που άφησα το Ντορπάτ εξεπλάγην από τον αριθμό των φορτηγών τα οποία είδα να κινούνται ταχέως προς την πόλη. Στρατιώτες κρέμονταν επάνω τους με κάθε τρόπο.
298
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Κατόπιν διασταυρώθηκα με μερικούς μεμονωμένους άνδρες που έτρεχαν έ ξαλλα. Σφαίρες περνούσαν συρίζοντας. Μία από αυτές έσκασε σχεδόν στο ύψος του ώμου, ακριβώς στο μπροστινό τζάμι. Πήδηξα κάτω από το Φολκσβάγκεν μου και τοποθετήθηκα εγκαρσίως του δρό μου, το υποπολυβόλο στα χέρια μου. Φορούσα την κορδέλα με το Ritterkreuz γύ ρω από το λαιμό μου. Αυτό έκανε πάντοτε κάποια ελαφρά εντύπωση. Με τη βοή θεια της απειλής από το υποπολυβόλο, το πρώτο φορτηγό σταμάτησε. Ο οδηγός, τα μάτια του να πετάγονται έξω από το κεφάλι του, μου ούρλιαξε, "Οι Ρώσσοι είναι εκεί! Οι Ρώσσοι είναι εκεί!" "Που είναι το εκεί;" αποκρίθηκα. "Πεντακόσια μέτρα μακριά! Είναι παντού σε όλο το μέρος!" Πεντακόσια μέτρα μακριά. Σε μια αναλαμπή είδα την καταστροφή. Ό χ ι μόνον οι Κόκκινοι είχαν πάρει το Νου, δεκαπέντε χιλιόμετρα νοτιοδυτικώς του Ντορπάτ, αλλά έρχονταν με πλήρη καλπασμό ίσια μέσα στο Ντορπάτ. Η γραμμή αμύνης είχε αλωθεί και ήδη ξεπερασθεί. Πως; Δε γνώριζα και δεν είχα το χρόνο να το ανακαλύψω. Είδα μόνον ένα πράγμα. Ή τα ν ότι το Ντορπάτ ήταν γεμάτο με εκατοντάδες υποχωρούντων φορτηγών και τίποτε δεν είχε εκκενωθεί για τον επαρκή λόγο ότι κα τά τη διάρκεια της νύκτας δεν είχε υπάρξει η παραμικρή μάχη ακόμα και δέκα χι λιόμετρα από τα προάστια. Σε μισή ώρα οι μουζίκοι θα εισέρχονταν στο Ντορπάτ, θα καταλάμβαναν τα πάντα, θα έκαναν ένα απρνιδιαστικό πέρασμα του Έ μ παχ και θα επετύγχαναν στο να πλαγιοκοπήσουν όλον τον σε αταξία τομέα. Έκανα όλους τους στρατιώτες να κατεβούν από το φορτηγό και μετά από τα δύο φορτηγά τα οποία ακολουθούσαν. Ευτυχώς, υπήρχε ένας Γερμανός κατώτερος α ξιωματικός ο οποίος καταλάβαινε θαυμάσια τα γαλλικά. Τον είχα να μεταφράζει τις διαταγές μου. "Πρόκειται ν’ αντεπιτεθούμε αμέσως. Θα υπάρχουν Σίδηροί Σταυροί αυτό το ίδιο βράδυ για εκείνους που είναι οι πιο γενναίοι. Οι Κόκκινοι δεν περιμένουν από εμάς ν’ αντιδράσουμε τόσο σύντομα. Είναι η καλύτερη ώρα να τους ορμήσουμε. Θα δείτε. Το παν εξαρτάται από την τόλμη μας. Εμπρός, σύ ντροφοι!" Φέρνοντας πίσω πιασμένους από το σβέρκο κάπου εξήντα στρατιώτες που πέ ντε λεπτά ενωρίτερα βρίσκονταν σε φυγή, έσπευσα προς τους Κόκκινους που προήλαυναν επί των αναχωμάτων του δρόμου. Σύμφωνα με το παλαιό μου συνήθειο, κουβαλούσα δώδεκα γεμιστήρες φυσιγ γίων, έξι στη μέση, έξι στις μπότες μου, γύρω στα τετρακόσια φυσίγγια. Αρκετοί για να ρίξω λίγες ωραίες ριπές. Μετά δεκαπέντε λεπτά, τα σοβιετικά στρατεύμα τα, τα οποία ήταν δυνατά μόνο διότι δεν είχαν συνανιήσει εμπόδια, ξεκαθάριζαν περά μπροστά μας, πετσοκομμένα. Φθάσαμε στη ζώνη των οχυρώσεων όπου ε κείνο το πρωί οι χιλιάδες των πολιτών με τα περιβραχιόνια και τα φτερά είχαν εγκαταλείψ ειτη μάχη σε λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο. Με οφοδρότητα εξε-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
299
διώξαμε τους Κόκκινους στα χαρακώματα, ανακαταλαμβάνοντας το σύνολο του δυτικού τομέως του προγεφυρώματος του Ντορπάτ στην εξέλιξη της εφόδου μας. Αλλά τι κατάσταση! Να που βρισκόμουν εντός του μισού χιλιομέτρου χαρακώ ματος που υποτίθεται πως θα είχε συγκροτήσει μια εχθρική επίθεση δια του δρό μου της Ρίγα, ηγούμενος μιας επιτόπου οργανωθείσης αμύνης κατά τύχη, διοι κώντας ανόμοιες ομάδες από Γερμανούς και Εσθονούς, συναθροισμένους από τα μετατοπιζόμενα ρεύματα του πανικού. Αμέσως κατήχησα αρκετούς από τους πιο επινοητικούς άνδρες και τους έσεειλα να καταδιώξουν τους Κόκκινους μέσα από τα γειτονικά βοσκοτόπια και λόχμες. Βρήκα ένα ωραίο, μεγάλο ρωσσικό κανόνι, άψογα τοποθετημένο πέντε μέτρα δεξιά της διαδρομής από τους Γερμανούς κτίστες των θέσεων της οπισθοχωρήσεως. Δέσποζε ανελέητα στην πρόσβαση του δρόμου. Δυστυχώς - ποτέ δεν είναι κανένα πράγμα τέλειο επάνω σ’ αυτή τη γη - δεν είχε ούτε μια οβίδα. Ή τα ν ανα κουφιστικό το να το κοιτάς, αλλά αυτό ήταν όλο. Κάποια απόσταση μακρύτερα εντόπισα δύο κανόνια να τρέχουν γρήγορα κι α νάλαφρα δια μέσου των λιβαδιών. Έ βιαοα το Φολκσβάγκεν μου προς εκείνα με τη διαταγή να επιστρέφουν αμέσως. Γύρισαν βιαστικά. Κι εκείνα έφευγαν επίσης, διότι έφευγαν και όλοι οι άλλοι. Τα έταξα σε πυροβολαρχία- διέθεταν ακόμη εί κοσι πέντε βλήματα. Ή ταν θαυμάσιο. Αυτό που ήταν λιγότερο θαυμάσιο ήταν ό,τι είχε συμβεί. Τ η νύκτα εκείνη οι Κόκκινοι είχαν διειοδύσει κρυφά μεταξύ Νου και Ντορπάτ. Ύ στερα, αναστρέφοντας από το βορρά, είχαν πάρει το Νου από τα νώτα και το είχαν περικυκλώσει, σπέρνοντας μια τρομερή αταξία μεταξύ των σταθμευμένων αυτοκινητοπομπών. Οι οδηγοί κοιμούνταν ειρηνικά, νομίζοντας τους εαυτούς τους προστατευμένους από την πρώτη γραμμή. Ο αιφνιδιασμός ήταν καταστροφικός. Οι άνδρες ήλθαν τρέχοντας σε μας μέσα από τους βάλτους και τα ελατοδάση, δραπετεύοντας από το ίδιο το Νου. Δεν υπήρχε αμφιβολία. Η πόλη ήταν απρο στάτευτη. Ή ταν πολύ δύσκολο να γνωρίζω επακριβώς την έκταση της συμφοράς. Η γραμ μή που είχαμε μόλις ανακαταλάβει κατηφόριζε απότομα μέσα σε μια μικρή κοι λάδα με ένα γυαλιστερό ποταμάκι στον πυθμένα της. Κανείς δεν είχε σκεφθεί ν’ ανατινάξει τη γέφυρα την ώρα της σοβιετικής διασπάσεως. Τώρα ήταν πολύ αρ γά. Τ α λίγα μικρά αγροκτήματα, οι φράκτες και οι συστάδες ολόγυρά μας κατέχονταν από τους εχθρούς. Το να ανακαταλάβουμε αυτή την κοιλάδα σε σ(6μα με σώμα μάχη με το ανομοιογενές μικρό μου στράτευμα ήταν αδύνατον. Θα είχα στείλει τα τρία τέταρτα των ανδρών μου στο θάνατό τους, μόνο για να χάσω το σύ νολο της γραμμής μια ώρα αργότερα. Ο δρόμος έκοβε την εξοχή στα δύο. Κατηφορίζοντας σε μια ευρεία καμπύλη, περνούσε το ποτάμι επάνω από το λευκό τόξο της απείρακτης γέφυρας, σκαρφάλο>νε ξανά επάνω στο λόφο πίσω από τα σπίτια, περνούσε τα χωράφια και έμπαι
300
A eo n Ν τεγκρελ
νε στο δάσος απέναντι μας. Οι Σοβιετικοί είχαν οργανωθεί σε άμυνα κοντά οτο νερό. Ή ληιζα ακόμα πως τα υποχωρούντα στρατεύματα που έρχονταν από το Νου θα έβγαιναν από το δάσος στα νοτιοδυτικά. Μαζί τότε θα είχαμε καταφέρει να ισοπεδώσουμε τους εχθρούς στην κοιλάδα, μα οι επιζήσαντες μας είπαν ότι θα ήταν αδύνατον για τις δυνάμεις στο Νου να υποχωρήσουν, πο)ς ο εχθρός βρισκόταν παντού. Έ πρεπε να προειδοποιήσουμε τονταξίαρχο Βάγκνερ αμέσως. Ή ξερε; Εν πά- · ση περιπτώσει, τίποτα δεν ερχόταν από το Ντορπάτ. Έ νας στρατιώτης βρήκε ένα τηλεφωνικό καλώδιο. Οι πυροβολητές διέθεταν ό λα τα χρειαζούμενα για να συνδέσουν μία προέκταση. Π ήρα το σταθμό διοικήσεως, κατόπιν τον υποστράτηγο, τελείως έκπληκτο με το να μάθει τι γινόταν και πως βρισκόμουν εκεί. Ή ξερ α όπως ήξερε πως η μοίρα του Ντορπάτ κρεμόταν α πό το λόφο μου. Δε χρειαζόταν να μου εξηγήσει πάρα πολλά. Υποσχέθηκα αυτό, όσο ζούσα οι Κόκκινοι δε θα περνούσαν. Μπορούσα να υπερνικηθώ, ωστόσο. Τα σοβιετικά άρματα μάχης θα κατέφθαναν από λεπτό σε λεπτό. Χρειαζόμασθαν άνδρες και άρματα μάχης γρήγορα και σε μεγάλους αριθμούς. "Κρατήστε! Κρατήστε!" ο ταξίαρχος Βάγκνερ φώναζε στο τηλέφωνο, ξεχύνοντας κατακλυσμούς από "Grosse Scheisse! Grosse Scheisse!", περισσότερο ταιριαστούς από ποτέ στην περίπτωση & Οργάνωσα τους άνδρες μου δίχως χρονοτριβή. Τελικώς, με όλους τους φυγάδες που είχα μαζέψει με τη σκούπα, είχα εκατό άν δρες στα γεμάτα. Τους σχηματοποίησα σε δύο διμοιρίες τις οποίες τοποθέτησα εγκαρσίως του δρόμου. Η αριστερή πτέρυγα εδιοικείτο από ένα νεαρό αξιωματι κό του εφοδιασμού ο οποίος είχε πιαοθεί στον κυκλώνα όταν, χωρίς την παραμι κρή έγνοια στον κόσμο, έκανε τη βόλτα του καταμεσής του πρωινού για να πάρει εκατοντάδες καρβελιών ψωμιού στο Νου. Δεν είχε πυροβολήσει ποτέ με όπλο στο μέτωπο. Έ νας Γερμανός υπασπιστής διοικούσε τη δεξιά πτέρυγα. Έστειλα δύο περιπόλους κάπως μακριά στα ανατολικά και δυτικά για να κρυ φθούν στα πυκνώματα και στο δάσος από φουντουκιές που προστάτευαν τα πλευ ρά μας. Αδέιασα τα φορτηγά και επέταξα τα πολυβόλα και τα πυρομαχικά τους. Οι στρατιώτες μου είχαν ανακτήσει την αυτοπεποίθησή τους. Π ήγα από τον έναν στον άλλο, ενθαρρύνοντάς τους με μια αργκό από μιοο-γαλλικά και μισο-γερμανικά. Οι περισσότεροί τους είχαν δει τη φωτογραφία μου στις εφημερίδες και συ νήθιζαν στην ιδέα πως η υπόθεση έπαιρνε μια πρωτότυπη τροπή. Οι Κόκκινοι μας πολυβολούσαν σταθερώς. Φύτεψα τον εαυτό μου επάνω οτο παραπέτο του χαρακώματος έτοι ώστε κανένα από τα παλικάρια μου να μη χάσει
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
301
την αυτοκυριαρχία του. Η ζωή μου δεν άξιζε δυο λεπτά εκεί, μα υπάρχουν ημέρες όταν κάποιος ξέρει εξ οριομοΰ πως αυτή δεν είναι η μέρα που αυτός πρόκειται να πεθάνει. Αυτή ήταν η περίπτωσή μου. Μπορούσαν να πυροβολούν όσο τους έκα νε κέφι κάθε φορά δε θα με πετύχαιναν. Δεν είχα την ελάχιστη αμφιβολία. Είχα τσιμπήσει έναν Εσθονό αξιωματικό, θ α το προτιμούσα να τον χρησιμο ποιήσω για να διοικήσει τους συμπατριώτες του τους διασκορπισμένους ανάμε σα στα στρατεύματά μου, αλλά ήταν καταφαγωμένος από πανικόβλητο φόβο. Έγινε πράσινος ακούγονταςτις σφαίρες να περνούν σφυρίζοντας και σωριάσθη κε κάτο), κολλητά στις μπότες μου, άκαμπτος σα σανίδα. Μια σφαίρα, αντί να κτυπήσει εμένα στο πόδι, τον έπληξε για τα καλά οτο πρόσωπο, πέρασε από μέσα του από τη μια άκρη ως την άλλη και βγήκε μεταξύ των γλουτών του. Στριφογύρισε σαν ένα σκουλήκι, έφτυσε, φώναξε, αφόδευσε. Ή τα ν πολύ αργά. Είχε χωνέψει πολύ γρήγορα τη σφαίρα. Δέκα λεπτά αργότερα ήταν νεκρός. $ Οι Κόκκινοι ελάμβαναν όλο και περισσότερες ενισχύσεις, αφικνούμενες από τα σημυδοδάση στα νοτιοανατολικά σε μικρές ομάδες, έξι άνδρες, επτά άνδρες, ο κτώ άνδρες, που έρχονταν στα κλεφτά κατά μήκος του ποταμιού. Είχα απηγορεύσειτους μη απαραίτητους πυροβολισμούς. Οφείλαμε να εξοικονομήσουμε τα πυρομαχικά μας για μια έκτου συστάδην μάχη που ήταν στο περίπου για ν’ αρχί σει ανά πάσα στιγμή. Ξαφνικά, στις ένδεκα η ώρα το πρωί, είδα κάτι να εξέρχεται από το δάσος στο νότο. Έ να πάντσερ! Ή θελα να πιστέψω πως ήταν ένα γερμανικό πάντσερ που ξέφυγε από το Νου. Πίσω του ένα δεύτερο πάντσερ ακολουθούσε. Ύ στερα κι άλλο ένα. Σύντομα υπήρχαν οκτώ. Ρωσσικά; Γερμανικά; Δεν μπορούσαμε να πούμε από αυτή την α πόσταση. Κρατήσαμε την αναπνοή μας. Τα άρματα μάχης κατηφόριζαν τη λοφοπλαγιά. Σύντομα θα ξέραμε τι να νομίσουμε. Εάν το σοβιετικό πεζικό που συνωστιζόταν μέσα στο λεκανοπέδιο άνοιγε πυρ εναντίον τους, αυτό θ’ απεδείκνυε πως ήταν γερ μανικά άρματα. Τ α άρματα έφθασαν το πρώτο σπίτι πίσω από το νερό. Ούτε ένας πυροβολισμός! Ή ταν σοβιετικά άρματα μάχης. Δευτερόλεπτα παγωμάρας! Είχαν μόνον τα δύο ελεεινά μου κανόνια. Άφησα τα άρματα μάχης να πλησιάσουν. Ή τα ν φανερά σίγουρα για τους εαυτούς τους. Μόνον όταν ήταν ακριβώς κάτω από τη μύτη μου επάνω στο δρόμο και με το φως του ήλιου πλήρες και το πρώτο κόκκινο άρμα μάχης βρισκόταν λίγα μέτρα από τη γέφυρα, διέταξα τα δύο κομμάτια του πυροβολικού μου να βάλλουν εντελώς μέσα στη φάλαγγα. Το προπορευόμενο άρμα μάχης, πληγέν εντός του πρώτου λεπτού, σταματήθηκε ακαριαίως. Τ α άλλα έφυγαν μέσα από τα μικρά αγροκτήματα καθώς δωδεκά
302
A eon Ν τεγκρεα
δες οβίδων έπεσαν επάνω τους. Έ να από εκείνα έκανε μια έξοχη τούμπα και προ σγειώθηκε με το πυροβόλο του κολλημένο μέσα στο βούρκο. Δε σταμάτησα να ρί χνω καταπάνω τους, μέχρι που ήταν ξεκάθαρο πως ο αποπροσανατολισμένος ε χθρός έψαχνε για καταφύγιο μόνον. Και ακόμα και τότε άφησα να πετάξει μια τε λευταία ομοβροντία οβίδων επάνω στις οικίες για να δείξω ότι διαθέταμε πυρομαχικά για ξόδεμα. Στην πραγματικότητα, είχα μείνει ακόμα με δώδεκα ακριβώς από τα εκατόν εί κοσι βλήματά μου. Είχα προσποιηθείτον πλούσιο. Εάν χειροπιαστή βοήθεια δεν ερχόταν συντόμως, μοιάζαμε σα να ήμαστε χαμένοι. £ Φυσικά, ελάμβανα ενισχύσεις. Στο Ντορπάτ, όπου τα νέα αυτών των συμβάντων είχαν το αποτέλεσμα ενός V-1, το Επιτελικό Γραφείο συγκέντρωνε με όλη τη βιά ση οτιδήποτε που φορούσε μία στολή και το έστελνε εμ π ρ ό ς προς τη Ρίγα. Κληρονόμησα μια αποπληκτική συλλογή από γέροντες βετεράνους ταγματάρχες, αξιωματικούς εφοδιασμού, φύλακες στρατώνων, αποθηκάριους, άτομα που παρήλαυναν μία ημέρα το χρόνο, προσωπικό διοικητικής μερίμνης. Έ τριζαν μέσα στις στολές τους, στάζοντας ιδρώτα κάτω από τους φόρτους τους, ψόφιοι στην κού ραση με το να έχουν κάνει οκτώ χιλιόμετρα πεζοπορίας. Μια συρροή διοπτροφό ρων γραμματέων και ορδιναντσών έτρεχαν ανάλαφρα τριγύρω τους. Π αρ’ όλα αυ τά, ήταν όλοι πολύ θαρραλέοι και πολύ άξιοι, ζητώντας μόνο να πράξουντο κα θήκον τους. Ωστόσο, δεν μπορούσα και πολύ καλά να φαντασθώ αυτούς τους ει δικούς στη διεκπεραίωση εγγράφων να σταματούν τα έξι άρματα μάχης που μού γκριζαν απέναντι μας. Χάρη σε αυτούς τους νεοσύλλεκτους ενίσχυσα τα πλευρά μου. Τους έστειλα να καταλάβουν την πιο απομεμακρυσμένη κατά το δυνατόν γραμμή, έτσι ώστε ν’ α ποφύγω το να προσβληθώ εκ των νώτων από το σοβιετικό πεζικό. Ζόρισα τον ταξίαρχο Βάγκνερ στο τηλέφωνο. "Πάντσερ και Στούκας, για τ’ όνομα του Θεού!" "Κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σε βοηθήσουμε, αλλά χρειαζόμασθε χρόνο. Κρατήστε! Κρατήστε!" μου αντιφώναξε. Φυσικά! Θα κρατούσαμε. Αλλά όταν οι τελευταίες δώδεκα οβίδες είχαν βληθεί, τι θα γινόταν τότε; Ή τα ν 12:30. Είχα σταθεί επί του παραπέτου για πέντε ώρες, βαδίζοντας μπρος και πίσω, ενθαρρύνοντας τους Γερμανούς και Εσθονούς μου. Ατένισα τα κάμποσα μικρά αγροκτήματα στην κοιλάδα, οι Κόκκινοι είχαν παραπάνω από μια ώρα, αρκετός χρόνος για να προσέξουν ότι δεν μπορούσαμε να είμασθε πολύ ισχυροί. Έ να σοβιετικό άρμα μάχης πρόβαλε κοντά στο πρώτο αγρόκτημα, κουβαλώ ντας γύρω στους είκοσι στρατιώτες. Τα άλλα πέντε άρματα ακολούθησαν. Μόλις που είχα το χρόνο να φωνάξω δια του τηλεφώνου στον ταξίαρχο Βάγκνερ, "Αυτό
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
303
ήταν! Τ α ρωσσικά άρματα έρχονται!" Νάτα εκεί. Π έρασαντη γέφυρα με πλήρη ταχύτητα και σκαρφάλωσαν τη λοφοπλαγιά. Στα τριάντα μέτρα από εμάς το ε χθρικό πεζικό πήδηξε στο έδαφος. Ή τα ν η τελική έφοδος. Δεν είχε μείνει άλλο τίποτα να κάνουμε παρά να πυροβολήσουμε όλα τα πυρομαχικά που μας είχαν απομείνει, κατόπιν να πεθάνουμε. Ακριβώς μόλις οι τελευ ταίες μου οβίδες εκρηγνύονταν, ένας φοβερός βρυχηθμός ταρακούνησε τον ου ρανό. Γερμανικά Στούκας εμφανίσθηκαν ξαφνικά. Σαράντα Στούκας! Σαράντα βούτηξαν ουρλιάζοντας προς τη γη. Ό λ α τινά χθη κ α ν επάνω , στον αέρα. Ριχθήκαμε κάτω προς όλες τις κατευθύνσεις, διότι τα εχθρικά άρματα μάχης ή ταν επάνω μας και τα Στούκας βομβάρδιζαν την αγέλη σα δαίμονες. Τρία σοβιε τικά άρματα έγιναν παρανάλωμα του πυρός. Τ α άλλα απεχώρησαν, σκαρφάλω σαν πίσω την απέναντι πλαγιά και το έσκασαν μέσα στο δάσος. Εκείνα από τα πο λυβόλα μας που είχαν γλιτώσει τη λαίλαπα θέρισαν το κατατροπωμένο σοβιετικό πεζικό. Ουρλιάζαμε σαντρελλοί. Είχαμε κερδίσει την αναμέτρηση. £ Γερμανικά πάντσερ, πελώριοι "Τίγρεις", κατέφθασαν με τη σειρά τους. Στη διάρ κεια της βραδιάς το άνθος όλων των τμημάτω ν ήταν εκεί. Έ να ς Γερμανός συ νταγματάρχης με αντικατέστησε. Εκλήθην στο σταθμό διοικήσεως του ταξίαρχου Βάγκνερ. Οι στρατηγοί, μέχρι επάνω στην κορυφή των βαθμιδών, είχαν απνευστί παρακολουθήσει τη μονομαχία μας, επάνω στην οποία η μοίρα του Ντορπάτ, του Έ μ παχ και της Εσθονίας εξαρτιόταν. Τα μεσάνυκτα ένα τηλεγράφημα από το κυρίως Στρατηγείο του Φύρερ ανεκοίνωσε ότι ο Χίτλερ μου απένεμε τα Φύλλα Δρυός (επί του Σταυρού του Ιππότου). Έ τσι τελείωσε μια αμέριμνη βόλτα επί της εθνικής οδού Εσθονίας - Λεττονίας την 23η Αυγούστου 1944.
Ο Έ μ παχ Τ ι είχαν α πογίνει τα τρ ία αντια ρμ α τικ ά μας πυροβόλα και η δ ιμ ο ιρ ία της "Βαλλονία" η οποία τα χειριζόταν εξ αρχής στο Νου; Υποθέσαμε ως χαμένα εκεί να τα παλικάρια κι εκείνα τα πυροβόλα. Έ νας μοναχικός επιζήσας είχε φθάσει ως εμάς στο όριο του Λεμνάστι, έχοντας εκτοξευθεί στο μέσον μιας φρικιαστικής σώ μα με σώμα μάχης. Ωστόσο, οι άνδρες μας δεν είχαν κατανικηθεί. Είχαν καλά πολυβόλα και ήταν επίφοβοι με τα τρία αντιαρματικά τους πυροβόλα σε εξ επαφής απόσταση. Την αυγή της 24ης ο Ουντερστουρμφύρερ (Ανθυπολοχαγός) Ζιλλίς, ο οποίος τους δι οικούσε, μου γνωστοποίησε πως οι άνδρες του και τα κανόνια του είχαν διασπάσει το σοβιετικό κλοιό και βρίσκονταν σε θέση μπροστά στον ποταμό Έ μ π αχ στα δυτικά του Ντορπάτ.
304
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Ή τα ν πολΰ υπερήφανοι για το κατόρθωμά τους και περίμεναν μόνον την ευ καιρία να επιτύχουν άλλο ένα. Σύντομα ικανοποιήθηκαν. Στις τέσσερις η ώρα το απόγευμα, δέκα ή περισσότερα βαρέων βαρών σοβιετικά άρματα μάχης, δέκα "Ιωσήφ Στάλιν", κίνησαν γι’ αυτούς. Άρματα μάχης τέτοιου είδους ήταν σχεδόν ά τρωτα. Ο Ζιλλίς, γέρικη αλεπού του ρωσσικού μετώπου, τα άφησε να πλησιάσουν εντός είκοσι μέτρων. Το κανόνι του ήταν καλώς παρηλλαγμένο. Οι Σοβιετικοί νό μιζαν τους εαυτούς τους ήδη κυρίους του περάσματος του Έ μπαχ. Ό ταν ήταν σχε δόν σίδερο επάνω στο σίδερο τα τρία πυροβόλα μας εκπυρσοκρότησαν. Ή ταν μία αγρίως βίαιη μάχη. Τα ρ(οσσικά άρματα σφυροκοπούσαντις ομάδες μάχης μας. Έ να από τα αντιαρματικά μας πυροβόλα ανατινάχθηκε. Κατόπιν, το δεύτερο ανατινάχθηκε καταμεσής των κατακρεουργημένων πτωμάτων των ανδρών μας. Ο ανθυπολοχαγός Ζιλλίς κάηκε άσχημα. Μα συνέχισε να φωνάζει διαταγές. Αρπαγμένοι γερά στο τελευταίο όπλο, οι επιζήσαντες πυροβόλησαν, μανιασμένοι, αποφασισμένοι να πουλήσουν ακριβά τις λίγες ζωές που απέμεναν ακόμη. Τα άρματα μάχης δεν αγαπούν τις παρατεταμένες συμπλοκές με αντιαρματικά πυροβόλα. Δύο "Ιωσήφ Στάλιν" έπιασαν φωτιά, μια μεγάλη απώλεια για τον εχθρό. Τα άλλα άρματα απεμπλάκησαν από τη μάχη και κατευθύνθηκαν προς τα δυτι κά. Δε μας είχε απομείνει ούτε ένα κανόνι. Οι περισσότεροι των χειριστών βρί σκονταν οτο χώμα, φονευμένοι ή τραυματισμένοι. Μα η τιμή μας ήταν άθικτη. Τα σοβιετικά πάντσερ δεν είχαν επικρατήσει. Ό ταν ο Ζιλλίς εξήλθε από το νοσοκομείο αρκετούς μήνες αργότερα, τα μάτια του προστατεύονταν από μεγάλα μαύρα γυαλιά, φορούσε γύρω από το λαιμό του το Σταυρό του Ιππότου, τον οποίο του είχε απονείμει ο Χίτλερ για το κατόρθωμά του 8. £ Τόσο μακριά όσο τριάντα χιλιόμετρα βορείως του Ντορπάτ, η ζωή είχε γίνει κό λαση. Η σοβιετικά αεροπορία, ανύπαρκτη τις πρώτες ημέρες, ήταν τώρα κύριος των ουρανών. Διέθεταν αμερικανικά αεροσκ 04>η σε αφθονία. Τα σμήνη τους εμ φανίζονταν ομαδόν σε όλη την έκταση της χώρας σα σφήκες, περιφερόμενα άγρια επάνω από κάθε δρόμο. Παντού δεν υπήρχε τίποτε άλλο από πυρκαγιές, τα συ ντρίμμια φορτηγών πυρομαχικών ή καυσίμων και ελεεινές άμαξες χωρικών τσα κισμένες ανάμεσα σε άλογα πρησμένα σαν μπαλόνια. Το χωριουδάκι θα δεχόταν επίθεση δέκα φορές την ημέρα. Ακόμα και μακριά από τους δρόμους, στη μέτρια κωμόπολη της Μαρία-Μανταλένα, περάσαμε πε ρισσότερη (όρα κολλημένοι στη γη παρά όρθιοι. Τα αεροπλάνα εφορμούσαν καθέτως ακροβατικά γύρω από το κωδωνοστάσιο, εξαπολύοντας ριπές εμπρηστι κών σφαιρών, αναρριχώμενα κατόπιν καθέτως προς τα πάνω, γρήγορα σα χελι δόνια μέσα σ’ έναν υπέροχο ήλιο διακοπούν. Μπορούσαμε να πούμε που βρίσκονταν τα χωριά για μια ακτίνα είκοσι χιλιο μέτρων, απλώς παρακολουθώντας τις πελώριες γκριζόμαυρες στήλες που υψώ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π ρο ς Α ν α τ ο α α ς
305
νονταν κατακόρυφες προς τα πάνω απέναντι στο γαλανό ουρανό. Ή μασταν τόσο παρενοχλούμενοι από αέρος και υπήρχαν τόσο πολλά εμπόδια, που η κίνηση ή ταν πρακτικώς αδύνατη. Εκατοντάδες οβίδων έφρασσαν το δρόμο γύρω από τα κατατρυπημένα και κοκκινίζοντα φορτηγά. Με δυσκολία έφθασα στο διοικητήριο του ταξίαρχου Βάγκνερ. Τα επιτελικά του αυτοκίνητα ήταν παρηλλαγμένα μέσα σ’ ένα σύδενδρο από έλατα πίσω από το Ντορπάτ. Συνειδητοποίησα πως η κατάσταση πήγαινε από το κακό στο χειρότε ρο, γιατί το "Grosse Scheisse! Grosse Scheisse!" έπεφτε σα στοίβες πιάτων. Ενημερώθηκα γρήγορα επ ίτη ς παρούσης (καταστάσεως). Η σοβιετική επίθε ση αρμάτων μάχης που είχε συντρίβει το απόγευμα από την επική αντίσταση της αντιαρματικής μας διμοιρίας, είχε ξαναρχίσει τέσσερα χιλιόμετρα πιο πέρα, στα δυτικά. Υπήρχε εκεί μια σημαντική γέφυρα επάνω από τον Έ μπαχ, φρουρούμενη από περισσότερους των χιλίων Εσθονών. Δύο φάλαγγες από άρματα μάχης "Ιωσήφ Στάλιν" είχαν εμφανισθεί αιφνιδιαστικώς. Οι χίλιοι άνδρες έφυγαν πανι κόβλητοι δίχως καν να καταστρέφουν τη γέφυρα. Τα εχθρικά άρματα είχαν περάσει το ποτάμι. Στις επτά η ώρα το βράδυ κατείχαν ήδη ένα σταυροδρόμι π ε ντακόσια μέτρα βορείως του Έ μ πα χ. Δύο τάγματα σοβιετικού πεζικού τα ακο λούθησαν και από κει και μετά σχημάτισαν ένα προστατευτικό τετράγωνο γύρω τους. Διετάχθην να διορθώσω την κατάσταση. Υποτίθεται πως ήταν να φθάσω στο σταυροδρόμι με τη νύκτα, υποστηριζόμενος από κάμποσα γερμανικά άρματα μά χης, να στείλω τους άνδρες μου στη γέφυρα και να την ανατινάξω. "Η γέφυρα πρέπει ν’ ανατιναχθεί! Κατάλαβες; Ανατιναχθεί!" "Grosse Scheisse! Grosse Scheisse! Grosse Scheisse!" επανέλαβε οτα ξίαρχος Βάγκνερ σ’ ένα μονόλογο, τα μάτια του πιο κόκκινα από ποτέ. & Ή ταν ευκολότερο να λέγεται από το να γίνει. Έ πρεπε να επιστρέφω στη ΜαρίαΜανταλένα, να συνεγείρω το τάγμα στο μέσον της δεύτερης ημέρας του ανασυγκροτήσεως και να το φορτώσω επάνω στα φορτηγά (τα οποία μου τα είχαν υποσχεθεί για τις δέκα η ώρα το βράδυ). Μόνον τότε μπορούσε η φάλαγγά μας να φύ γει για τα δυτικά. Θα ήταν δύσκολο να έλθουμε σ’ επαφή με τον εχθρό πριν από τα μεσάνυκτα ή τις μία η ώρα το πρωί. Που θα βρίσκονταν τότε οι Κόκκινοι; Κάποια ώρα πριν το χάραμα δύο τάγματα και περίπου δεκαπέντε σοβιετικά άρ ματα μάχης είχαν φθάσει σ’ ένα ζωτικό σταυροδρόμι πεντακόσια μέτρα από τον Έ μπαχ. Εκείνο ήταν όλα όσα απολύτως γνωρίζαμε. Ο τοπογραφικός χάρτης της περιοχής το έκανε εύκολο να φαντασθούμε τι ακο λουθούσε, (οστόσο. Έ νας δρόμος διέτρεχε δια μέσου ενός δάσους από έλατα στην κατεύθυνσή μας για δέκα χιλιόμετρα και μέσα από αρκετές κωμοπόλεις. Από τις επτά η ώρα το βράδυ και μέχρι τα μεσάνυκτα, ο εχθρός θα είχε σίγουρα βελτιο)-
306
A eon Ν τεγκρελ
σει τη θέση του με το να καταλάβει τολμηρά αυτό το δάσος και τα χωριά και τις πολίχνες που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως μια αμυντική γραμμή, αν υπήρχε ανάγκη. Ή ταν ουσιώδες για εκείνους να κατακτήσουν αυτή τη ζώνη ασφαλείας ό σο το δυνατόν ενωρίτερα, έτσι ώστε να επιτρέψουν το πέρασμα ανδρών και βαρέως υλικού κατά τη διάρκεια όλης της νύκτας. Πήρα την ευκαιρία να κάνω μια ερώτηση στον ταξίαρχο Βάγκνερ. "Έχει κάνει κάποιος ως τώρα κάτι για να σταματήσει τους Κόκκινους; Υπάρχουν φίλιες δυνά μεις οι οποίες τους αποτρέπουν από το να διευρύνουν το προγεφύρωμά τους προς την κατεύθυνση του δάσους ;" Η μόνη απάντηση που πήρα ήταν μια νέα πλημμύ ρα από "Grosse Scheisse!" Το ρήγμα ήταν μία χαίνουσα οπή! Οι Κόκκινοι χωρίς αμφιβολία δεν έχαναν το χρόνο τους πίσω εκεί στα μεγάλα ελατοδάση. & Στις εννέα η ώρα το βράδυ το τάγμα μας ήταν επανενωμένο. Πολλοί από τους άνδρες μου ήταν νεοσύλλεκτοι, αλλά είχαν μια σφοδρή επιθυμία να μπουν κι αυ τοί στη συμπλοκή. Οι παλαίμαχοι μετέδωσαν την ιερή φωτιά της εμψυχώσεως στους καινούργιους μας άνδρες. Τη νύκτα εκείνη το ηθικό ήταν ιδιαιτέρως φορ τισμένο. Είχα έναν κατά το μάλλον ειδικό τρόπο του να ξεκινώ μια μάχη, ο οποίος άφ η νε άναυδους τους Γερμανούς που μας συνόδευαν για να χειρίζονται τον ασύρμα το και να διατηρούν την επαφή. Πρώτα απ’ όλα οργάνωνα μια συνάθροιση. Οι άν δρες μας μαζεύονταν στον ανοικτό χώρο. Η μέρα πέθαινε, αλλά παντού οι φλόγες από τα καιόμενα χωριά υψώνονταν σαν τεράστιες κόκκινες γλαδιόλες κόντρα στον ουρανό. Από την κορυφή του αναχώματος προέτρεψα τους συντρόφους μου να φανούν αντάξιοι της παλαιάς μας Λεγεώνος. "Οι Ρούσκις πρόκειται να δουν με τι μοιάζει μια βαλλονική αντεπίθεση." Άλλη μια φορά επρόκειτο να εξορμήσουμε σε μια έκτου συστάδην μάχη. Αυτή τη φορά θα ήταν στο μέσον της νύκτας, σε όλη την έκταση κατηφορικής υπαίθρου για την οποία δε γνωρίζαμε τίποτα σχετικώς, σε σκοτάδι μέσα στο οποίο δεν μπο ρούσες να δεις το παραμικρό. Η πομπή των φορτηγών ξεκίνησε και είδαμε αμέ σως πως αυτή δε θα ήταν μια εύκολη δουλειά.
Η Νύκτα της Νοέλα Μια επίθεση δεν είναι ποτέ μια εύκολη επιχείρηση. Καθώς τα φορτηγά μας κυ λούσαν προς τα δυτικά οτο χωριό της Νοέλα, προσπάθησα να ξεδιπλώσω το σχέ διο μου μάχης. Βρισκόμουν σε πλήρη άγνοια για το τι είχε συμβεί από την ώρα που τελείωσε η μέρα. Που γύρω ψαχούλευε ο εχθρός; Ποια ήταν τώρα η δύναμή του; Τελείως μυστήριο. Η σοβιετική αεροπορία διέκοπτε τους συλλογισμούς μου. Έ ριξε μια αλληλου
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
307
χία φωτιστικών αλεξιπτώτων σε όλο το μήκος του δρόμου που στιγματιζόταν από τα μεγάλα φορτηγά μας. Ή τα ν φωτεινά σαν ημέρα. Είχαμε δέκα δευτερόλεπτα το πολΰ για να ρίξουμε τους εαυτοΰς μας πρηνηδόν στα χωράφια. Εκατοντάδες βομβών έπεσαν, τραυματίζοντας άνδρες, προξενώ ντας βλάβες σε οχήματα. Ξεκάθαρο, η μετακίνησή μας είχε ανακαλυφθεί. Είδαμε παρόμοια αλεξίπτωτα να ταλαντεύονται πάνω α π ’ όλη την περιοχή. Εκρήξεις συγκλόνιζαν την ύπαιθρο. Χωριά καίγονταν, σκιαγραφώντας τις δοκούς των σκεπών κόντρα σ’ ένα χορευτό φόντο από κόκκινο και χρυσό. Στις ένδεκα η ώρα το βράδυ συναντήσαμε τη μισή δωδεκάδα των γερμανικών αρμάτων μάχης τα οποία ήταν να υποστηρίξουν την έφοδό μας σε μια διασιαύρωσητου δρόμου. Βρήκα επίσης έναν υπασπιστή εκεί, που κοντανάσαινε πολύ, τον οποίο είχα στείλει ν’ αναγνω ρίσ ει το έδαφ ος. Είχε πέσει επάνω στους Σοβιετικούς, οι οποίοι είχαν ήδη προχωρήσει περισσότερο από δέκα χιλιόμετρα πέρα από τη γέφυρα του Έ μπαχ. Είχαν έλθει ανεμπόδιστοι δια μέσου του μεγά λου ελατοδάσους και καταλάβει τα τρία χωριά κατά μήκος της διαδρομής. Τα άρ ματα μάχης τους, πολυάριθμα, κινούνταν με τη νύκτα. Είχαν εμ 4>ανιοθεί χωρίς προειδοποίηση στο χωριό της Νοέλα, ακριβώς μπροστά μας. Το μόνο πράγμα που ακόμα ανέστελλε την προώθησή τους ήταν η ετοιμότης των χειριστών μιας α ντιαεροπορικής πυροβολαρχίας στο δρόμο που εξερχόταν του χωριού, οι οποίοι είχαν αμέσως οριζοντιώσει τα πυροβόλα τους και βάλλει κατά των αρμάτων. Είχα ένα πολύ εξελιγμένο ασυρματοφόρο φορτηγό. Τηλεγραφώντας αυτά τα α ξιοσημείωτα νέα στο επιτελικό γραφείο της Kampfgruppe, έλαβα μετά από λίγο την αναπόφευκτη απάντηση, "Επιτεθείτε! Επιτεθείτε αμέσως!" Οι τέσσερις λόχοι μου, ο καθένας δυνάμεως εξήντα ανδρών, έλαβαν μόνοι τους θέσεις στην είσοδο του χωριού. Εξήγησα στους αξιωματικούς μου τους άμεσους αντικειμενικούς σκοπούς. Πρώτα απ ’ όλα οφείλαμε να ξαναπάρουμε τη Νοέλα. Κατόπιν, θα έπρεπε να καταλάβουμε το δρόμο ο οποίος οδηγεί στο δεύτερο χω ριό. Η διαδρομή αυτή εισερχόταν κατευθείαν μέσα στο δάσος. Οι αξιωματικοί θα καθόριζαν το ρυθμό και οδηγούσαν την έφοδο επικεφαλής των ανδρών τους. Επιβαλλόταν να γίνει ταχέως. Επιτεθήκαμε. Ή τα ν μία η ώρα το πρωί. Υποστηριγμένοι από τα έξι πάντσερ μας, οι άνδρες μας ανέτρεψ α ν τα πρώ τα εχθρ ικά αποσ πά σ μ α τα . Τ α άρ μ α τα μ ά χη ς των Κόκκινων υπεχώρησαν, μη γνωρίζοντας πραγματικά την ισχύ της αντεπιθέοεως. Με τη συνήθη ταχύτητά τους οι λόχοι μας ειοέδυσαν ορμητικώς στη Νοέλα, κα ταλαμβάνοντας οικίες με μια επίθεση χειροβομβίδων και παίρνοντας πολυάριθ μους αιχμαλώτους. Ή ταν γκαργκόυλ με πλακουτσωτά κεφάλια, βασικά δεκαεξάχρονα, εξουθενω μένα από τις πορείες τους και την έλλειψη ύπνου. Είχαν έλθει από το Πσκοβ με τα πόδια, διασχίζοντας διακόσια χιλιόμετρα οε τέσσερις ημέρες, κτυπημένα από
308
A eo n Ν τεγκρελ
τους υποκόπανους το>ν τυφεκίων των κομισσαρίων αμέσως μόλις αργούσαν τα βή ματά τους. Έ δειχναν αχρεία. Τα περισσότερα φορούσαν ποικιλόχρωμους επενδύτες του γερμανικού στρατού. Τους είχαν δολίως ρίξει επάνω τους για να παρα πλανήσουν τους στρατιώτες του Ράιχ. Η δολιότης ήταν κατάφωρη, αλλά ήταν πάρα πολύ νέα και πάρα πολύ φοβισμένα. Τους είπα να κοιμηθούν. Έ πεσαν σαν τα κουτάβια ο’ ένα σωρό. Τα πάντσερ μας σφυροκοπούσαν σκληρά τα εχθρικά άρματα μάχης. Αρκετά α πό εκείνα τυλίχθηκαν στις φλόγες. Τα υπόλοιπα απεχώρησαν με μεγάλη ταχύτη τα. Έ πρεπε να επωφεληθούμε όσο περισσότερο γινόταν από τη σύγχυση. Έδωσα τη διαταγή να προχωρήσουμε στη δεύτερη φάση της μάχης, να καταλάβουμε το δρόμοτου δρυμού. Το Κόκκινο πεζικό κρατούσε σταθερά στο άκρο του δάσους. Ή τα ν επίφοβα σκοτεινά. Μόλις που μπορούσαμε να διακρίνουμε τα πολυβόλα τα οποία έφτυναν τους ασημοκοκκινωπούς τους πίδακες απ’ όλες τις λόχμες. Κραυγάζοντας, οι σιρατιώτες μας επιτέθηκαν στον εχθρό. Έ νας από τους νεα ρούς μου ανθυπολοχαγούς, ένας διμοιρίτης το οποίο είχα επιπλήξει την προη γούμενη μέρα, μου είχε αποκριθεί, "Σας ορκίζομαι πως θα επανορθώσω για εκεί νο". Ή ταν ένας γίγας με χρο3μα κόκκινο του τούβλου, μαλλί σα χνούδι και μεγάλα γαλανά μάτια. Ό ρμησε εμπρός σαν ένας μετεωρίτης, πέρασε μέσα απ’ όλα και έ πεσε κάθετα επάνω σ’ ένα σοβιετικό πολυβόλο μέσα στη μαυρίλα σαν ένας κατακτητής. Μα ήταν διάτρητος σαν κόσκινο, κτυπημένος στο βραχίονα, στο στήθος και στα πόδια. Είχε κρατήσει το λόγο του και ανοίξει το ρήγμα δια μέσου του ο ποίου ξεχύνονταν τώρα οι άνδρες του. Ψαχουλεύοντας, στερέωσα το Σιδηρούν Σταυρό στο χιτώνιό του, που κολλούσε από το αίμα. Οι Κόκκινοι έφευγαν ατάκτως. Οι άνδρες μας προχώρησαν τροχάδην επί των δύο πλευρών του δρόμου. Τα άρματα μάχης μας, ασφαλισμένα στα πλευρά τους, εκκαθάρισαν το δρόμο για μια μακρά απόσταση. Στις τρεις η ώρα το πρωί φθάσαμε τη δεύτερη πολίχνη, περάσαμε σαρωτικά από μέσα της και εξεδιώξαμε τους υπερασπιστές της. Είχαμε ξαναπάρει τα δύο χωριά από τα τρία και καταλάβει το ήμισυ του εδά φους από τους Σοβιετικούς. Πέντε επιπλέον χιλιόμετρα προσπάθειας, ένα ακόμη χωριό να καταλάβουμε με υποπολυβόλο και χειροβομβίδα και θα μπορούσαμε να επιτεθούμε στη γέφυρα. Απλώς ήταν δυνατό να γίνει εάν εκμεταλλευόμασθαν αμέσως την επιτυχία μας, αλλά αυτό θα απαιτούσε τουλάχιστον πεντακόσιους άνδρες. Είχαμε ήδη χάσει ο γδόντα μέσα σε δύο ώρες. Είχα μείνει με μόλις περισσότερους από εκατόν πενή ντα. Είκοσι πάντσερ θα απαιτούνταν, επίσης. Διέθετα έξι για να ξεκινήσω. Έ να α πό αυτά είχε ανατιναχθεί κατά τη διάρκεια της συμπλοκής στη Νοέλα, και ερχό μασταν σε μεγαλύτερα εμπόδια. Αυτή η νυκτερινή μάχη είχε επιτύχει μόνο διότι ο εχθρός, ο οποίος είχε αφιχθεί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
309
μετά από μια μακρά κι επίπονη προσπάθεια, είχε απω θηθεί στην εξε'λιξη της επιθέσεως. Αν και ήμασταν μια χούφτα μόνον, μπορεί παρ’ όλα αυτά να είχαμε επιτύχει τον αντικειμενικό σκοπό που είχε αρχικώς τεθεί. Ο στόχος μας, πράγματι, δεν ήταν ν’ αφανίσουμε τον εχθρό. Ή τα ν να περάσουμε δια μέσου του και να φθάσουμε στη γέφυρα, έστω και με είκοσι άνδρες μόνον, έστω και με δέκα άνδρες μόνον. Στο ση μείο αυτό κάθε μια από τις διμοιρίες μας ήταν να κάνει από μόνη της την από πειρα, αδιάφορο του τι συνέβαινε στις άλλες. Τους έδωσα τις νάρκες τις απαραί τητες για την καταστροφή (της γέφυρας). Γνωρίζαμε απόλυτα καλά πως θυσιαζόμασθαν σ’ αυτή την αποστολή κρούσεως. Ή μασταν έτοιμοι. Υπήρχαν δέκα φορές περισσότεροι εθελοντές ανάμεσά μας α π’ όσοι ήταν απαραίτητοι για το τελικό τολμηρό πλήγμα. Ο οίστρος της μάχης, το σκοτάδι, η επίδραση του αιφνιδιασμού, ή ο πανικός του εχθρού μπορούσαν με κάποιο τρόπο να μας κάνουν να περάσουμε. Δυστυχώς, κολλήσαμε προσωρινώς στη διαδρομή μας στην έξοδο του χωριού. Αρκετά σοβιετικά αντιαρματικά πυροβόλα ήταν τοποθετημένα εκεί. Μας κανο νιοβόλησαν. Έ πρ επε αναγκαστικώς να διεξαγάγουμε μια αποφασιστική εκ του σύνεγγυς μάχη στο κατώφλι του ελατοδάσους, με τις χίλιες εκρηκτικές μικροπαγίδες του. Οι μισοί αξιωματικοί μας έπεσαν. Οι υπόλοιποι ξεσήκωσαν τους στρατιώτες για άλλη μια προσπάθεια. Για μισή ώρα ήταν μια συμπλοκή με τα όλα της. Τα σοβιετικά άρματα μάχης πλησίαζαν απειλητικώς από παντού. Έ να δεύτερο γερμανικό άρμα μάχης εξερράγη. Η γερμανική διοίκηση είχε γίνει πολύ μίζερη με το υλικό της. Οι διοικητές των πάντσερ είχαν διαταγές να είναι προσεκτικοί. Για να επιτύχουμε τώρα εδώ, οφείλαμε να είμασθε έτοιμοι να διακινδυνεύσουμε και, πιθανώς, να χάσουμε τα τέσσερα άρματα μάχης που μας είχαν απομείνει. Τότε μόνον μπορούσαν λίγοι από τους άνδρες μας να επιτύχουν, ίσως, να φθάσουν στη γέφυρα και να την ανατινάξουν. Είδαμε με σιενοχώρια τα τέσσερα γερμανικά άρματα μάχης να υποχωρούν, πυ ροβολώντας ακόμη. Οι νεκροί μας ήταν σκόρπιοι παντού εδώ κι εκεί επάνω στο δρόμο, οι τραυματίες μας έσερναν τους εαυτούς τους δίχως ένα παράπονο. Οι Κόκκινοι, βλέποντας την υποχώρηση των αρμάτων μας, αναθάρρησαν πάλι. Μετά τα παιδιά - στρατιώτες από την προηγουμένη, είχαμε τώρα ν’ αντιμετωπί σουμε ένα ειδικό τάγμα καταδίκων δολοφόνων, θανατερούς γίγαντες με ξυρισμέ να κεφάλια. Παρ’ όλα αυτά, τα παλικάρια μας, πεισματάρικα σα μουλάρια, δε θα συμπτύσ σονταν μπροστά στο φύραμα εκείνων. Μ ατα σοβιετικά άρματα μάχης ύψωσαν το βρυχηθμό τους, ο άγριος ρυθμός τους να βροντά στον αέρα. Εισήλθαν πάλι, δε καπέντε από εκείνα, στο καιόμενο χο>ριό. Τα γερμανικά άρματα μάχης δεν αντέδρασαν. Δε σταμάτησαν καθόλου καθώς άφησαν το χωριό. Έσπευσαν βιαστικούς προς τη Νοέλα, επιθυμοίντας ν’ απαλλα-
310
Λ εο ν Ν τεγκρελ
γοΰν από το μακρύ κι επικίνδυνο δρόμο το χαραγμένο μεταξύ των ελάτων, όσο πιο γρήγορα ήταν δυνατόν. Ή δ η η λάμψη του χαράματος άρχιζε να λευκαίνει τα ξέφωτα. Οι στρατιώτες μας, τους οποίους τα εχθρικά άρματα είχαν ήδη ξεπεράσει σε αρ κετό δρόμο, είχαν τη μέγιστη δυσκολία στο να επιστρέψουν δια μέσου των τριών χιλιομέτρων από δάση κωνοφόρων στο χωριό από το οποίο η έφοδός μας είχε ξε κινήσει. Τα τέσσερα γερμανικά άρματα μάχης λαχάνιαζαν εκεί, κάνοντας όλα ό σα μπορούσαν για να περιορίσουν τη σφήνα των κόκκινων αρμάτων. Κοντά τους έκτισα έναν πρόχειρο φραγμό. Είχαμε αποτύχει. Είχα μείνει με εκατόν δέκα άνδρες μόνον. Τ α τέσσερα γερ μανικά άρματα μάχης συνιστούσαντη μόνη μας βαρεία δύναμη. Ανέκρινα αιχ μαλώτους από διαφορετικά εχθρικά τάγματα. Ανέφεραν με προθυμία πως πε ρισσότερα των πενήντα σοβιετικών αρμάτων μάχης είχαν περάσει τον ποταμό Έ μπαχ στη διάρκεια της νύκτας. Κάπου δεκαπέντε από εκείνα ανατίναξαν τα σπίτια δίπλα στα οποία πολεμού σαμε, ένα προς ένα, λες κι έπαιζαν.
Τριάντα Δυο Η ημέρα της 25ης Αυγούστου 1944 ήταν η δραματικότερη της μάχης για το Ντορπάτ. Ή τα ν μόλις τέσσερις και τριάντα το πρωί. Π αρά τη νυκτερινή μας α ντεπίθεση, οι,άνδρες και το υλικό των Σοβιετικών είχαν νικήοει. Μοίραζαν τώρα μανιασμένα πλήγματα πολιορκητικού κριού δέκα χιλιόμετρα βορείωςτου Έμπαχ. Το Ντορπάτ βρίσκεται στη βόρεια όχθη του ποταμού. Τα πάντα κατευθύνονταν προς ασυνήθεις δυσκολίες. Πως επρόκειτο εμείς, ε κατό άνδρες στην προχειροφτιαγμένη γραμμή της Νοέλα, ν’ αντισταθούμε; Και ακόμα κι αν αντιστεκόμασθαν, δε θα μας υπερκερούσαν; Αλλοι δρόμοι προέβαλλαν από το δρυμό, μακριά στα δεξιά μας. Έστειλα μηνύματα με τον ασύρματο, σηματοδοτώντας την κρίσιμη κατάστασή μας στον τα ξία ρ χο Β άγκνερ. Κ αμμία α π όκρισ η , και δικ α ιο λ ο γη μ ένο ς. Οι Σοβιετικοί είχαν μόλις περάσει τον Έ μπαχ ξανά, στα ανατολικά του τομέως αυτή τη φορά. Στις εννέα η ώρα το πρωί το Ντορπάτ, το κέντρο της αντιστάσεως, είχε αλωθεί αστραπιαίως από τους Σοβιετικούς. Οι Κόκκινοι όρμησαν χωρίς να στα ματήσουν στην άλλη μεριά του ποταμού. Εμείς οι ίδιοι ήμασταν βυθισμένοι σε μια σύγκρουση τόσο άγρια που σχεδόν δεν είχαμε το χρόνο να σκεφθούμε το υπόλοιπο του μετώπου. Τ ο διοικητήριό μου ανατινάχθηκε δύο φορές εντός δύο ωρών. Εξήλθα από αυτό με τίποτα σοβαρότερο από σοβάδες ριγμένους επάνω στο κράνος μου, αλλά ο ασύρματος εξοπλισμός μου ήταν διαλυμένος. Το αυτοκίνητό μου ήταν άχρηστο, όλες και οι τέσσερις ρόδες του κόσκινο από τις τρύπες.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
311
Εγκαταστάθηκα σ’ ένα χωράφι, μη δυνάμενος πια να κατευθύνω τα απομεινάρια του λόχου μου εκτός μέσω αγγελιοφόρων οι οποίοι έτρεχαν βιαστικά κατά μή κος των φρακτών και των ελάτων. Είδα τα καημένα τα παλικάρια μου να περνούν το ένα μετά το άλλο, πληγωμέ να, ακρωτηριασμένα, καλυμμένα με αίμα, αλλά παρ’ όλα αυτά χαμογελαστά. Ο δρόμος Ντορπάτ - Ρεβάλ ξετυλιγόταν πίσω μας. Έσερναν εκεί τους εαυτούς τους και σκαρφάλωναν επάνω στα φορτηγά τα οποία έφευγαν ατάκτως κατά εκατο ντάδες μέσα σε γκρίζους ανεμοστρόβιλους. Κάθε λόχος σχημάτισε ένα cheval-de-frise για ν’ ανακόψει την πρόοδο των Κόκκινων. Εργάζονταν σα δαίμονες, σέρνοντας τα αντιαρματικά πυροβόλα μέσα από τα έλατα με τα χέρια, για να τα εγκαταστήσουν στα νώτα μας. Το ουσιαστικό για εμάς ήταν να φράξουμε τις κύριες οδούς. Έ νας στρατός δεν έλκει το βαρύ του υλικό δια μέσου δασών κωνοφόρων και φαραγγιών. Μόνο δύο σοβιετικά άρματα μάχης κατόρθωσαν να περάσουν. Εξήλθαν σαν ελέφαντες στα αριστερά μας, είκοσι μέτρα μακριά. Τα αφήσαμε να περάσουν δίχως να τα εξορ γίσουμε και πολύ, επιδιώκοντας να τα ξεμοναχιάσουμε. Μετά που απέκοψαν το δρόμο από το Ντορπάτ για λίγο, τελικώς κατεστράφησαν. Το απόγευμα ήλθε. Πολεμούσαμε ακόμη καθ’ όλο το μήκος της κορυφογραμ μής που ήλεγχε το δρόμο που εξερχόταν της Νοέλα, οι πλάτες μας σύρριζα στο δρόμο Ντορπάτ - Ρεβάλ. Έ νας αγγελιοφόρος μου έφερε μια επείγουσα διαταγή ν’ αναφέρω στο διοικητήριο του ταξίαρχου Βάγκνερ. Το θέαμα που βρήκα ένα χιλιόμετρο πίσω από τις θέσεις μας ήταν της αποκαλύψεως. Ό σ ο μακριά μπορούσε να δει το μάτι υπήρχε ο φρικτότερος πανικός. Ό λοι οι Εσθονοί στρατιώτες το έβαζαν στα πόδια κατά μήκος των αμμωδών δρό μων 9. Χιλιάδες ανδρών είχαν βγάλει τα υποδήματά τους και τριγύριζαν. Χιλιάδες άμαξες αγροτών ήταν ανακατεμένες μεταξύ των φορτηγών. Παντού στο δρόμο υπήρχαν πυρκαγιές. Οι γυναίκες έκλαιγαν και κτυπούσαν τις αγελάδες τους, που δεν μπορούσαν να πάνε παραπέρα, με ραβδιά. Η άκρη του δρόμου ήταν κατά σπαρτη με σάκκους πυρομαχικών, δέματα, τσίγκινα κατσαρολικά, κάδους, ψ ό φια πρόβατα, κλουβιά πουλιών. Δια μέσου αυτού του κυκεώνοςτο καταβεβλημέ νο ανθρώπινο ποτάμι - πολίτες, στρατιώτες, Εσθονοί - κυλούσε ολολύζοντας προς το Ρεβάλ. Στρατηγοί Σωμάτων Στρατού κινούνταν ασταμάτητα τριγύρω σα νεαροί διοι κητές λόχων για να ανασυντάξουν τα τελευταία γερμανικά αποσπάσματα που ή ταν ακόμη ικανά να προτάξουν αντίσταση. Εις του ταξίαρχου Βάγκνερ, μια νέα πυρόσβεση με ανέμενε. Επιπροσθέτωςτης υπερασπίσεως της Νοέλα, επρόκειτο εγώ να οργανώσω αμέσως μία γραμμή των Πάρνα - Λόμπι - Κεέρντου, επί του υψιπέδου του Ντορπάτ. Οι Σοβιετικοί από τα δυτικά και εκείνοι από τα ανατολικά προσπαθούσαν να συνδεθούν. Οποιοσδήποτε γινόταν να βρεθεί στο κέντρο υποδοχής νεοσυλλέκτων επρόκειτο να τεθεί σε δρά
312
Λ εον Ν τεγκρελ
ση επίτου υψιπέδου αυτοΰ, το ίδιο εκείνο βράδυ. Δε μου είχαν απομείνει παρά οι περιπατητικοί τραυματίες και το προσωπικό των αξιωματικών. Σπεύσαμε στη Μαρία-Μανταλένα κατά μήκος ό μ ο ρ φ ο ι γαλά ζιων λιμνών που άστραφταν με όλες τις φωτιές του καλοκαιριού, αναίσθητες στην πανικόβλητη φυγή που εξαπλωνόταν παραδίπλα τους. Ή θελα εθελοντές μόνον. Ό λοι σι γενναίοι παλαιοί μας σύντροφοι από τις διοικητικές υπηρεσίες βγήκαν μπροστά. Στην προκειμένη περίπτωση, ποια χρησιμότης υπήρχε εκεί για μια δια χείριση επίτου παρόντος; Οι λογιστές έκλεισαν τα κατάστιχά τους. Λεγεωνάριοι μεγαλύτεροι από εξήντα ετών, οι οποίοι έκοβαν λουκάνικα και μετρούσαν καρ βέλια ψωμιού από το 1941, άφησαν τους μπαλτάδες τους για ν’ αναλάβουν πα ντσερφάουστ. Το ήρεμο κουράγιο τους έφερε δάκρυα σια μάτια μου. Ό λοι οι τραυματίες μας που μπορούσαν ακόμα να περπατούν παρετάχθησαν μπροστά από το πρεσβυτέ ριο. Από τους δύο μόνον αξιωματικούς που μου είχαν μείνει, ο ένας είχε το βραχίονά του διαμπερούς πυροβολημένο από μία σφαίρα, ο άλλος είχε πληγεί στο στή θος από μια χειροβομβίδα. Α\λά και οι δύο έκαναν το βήμα μπροστά στην πρώτη γραμμή αυτού του ηρωικού, μικρού στρατεύματος. Ή τα ν εξήντα όλοι κι όλοι. Τους οδήγησα μακριά. Δύο ώρες αργότερα βρίσκο νταν σ’ επαφή με τους Σοβιετικούς, σκάβοντας με βιάση ατομικά ορύγματα, κρύ βοντας τους εαυτούς τους πίσω από αχυροθημωνιές. Η νύκτα ήταν σχεδόν εκεί. Ή τα ν έτοιμοι. Το απόγευμα όλα προμήνυαν μια γρήγορη κι ολοκληρωτική κατάρρευση επά νω στην κορυφογραμμή της Νοέλα. Μετά που επιστράτευσα τους τραυματίες μας, τους λοχίες-διαχειριστές μας και τους λογιστές μας, έσπευσα με πολλή βιασύνη στο λόφο όπου είχαμε ένα τόσο τρομερό πρωί. Οι στρατιώτες μου της γραμμής (α μύνης), επίφοβα αποδεκατισμένοι, κρατούσαν ακόμα. Το σκοτάδι ήλθε. Το φράγμα μας παρέμεινε ακλόνητο. Στο μεταξύ, η Διοίκηση είχε κατορθώσει να στείλει φρέσκα στρατεύματα στις δύο πτέρυγές μας. Από το Ρεβάλ, ο,τιδήποτε που η πρωτεύουσα της Εσθονίας διέθετε που εμπόδιζε τους Γερμανούς μαχητές, μετεφέρθη εσπευσμένως με φορτηγά. Τη νύκτα, αναντίρρητα, η κατάσταση βελτιώθηκε. Οι ίδιοι οι Σοβιετικοί έμοια ζαν εξηντλημένοι. Σίγουρα δεν υφίστατο πια το ελάχιστο θέμα του να καταφέ ρουμε να φθάσουμε στην περίφημη γέφυρα του Έμπαχ, αλλά μια καταστροφή εί χε αποτραπεί. Ο σκληρός αγώνας είχε κοστίσει σε όλους ακριβά, οι Κόκκινοι που είχαν θερισθεί από το πυρ σε σωρούς, οι Γερμανοί και οι στρατιοκες μας, οι οποίοι είχαν συ γκροτήσει τον εχθρό μόνο με το να επιτρέψουν στους εαυτούς τους να κατακομματιασθούν για περισσότερες από είκοσι ώρες. £
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
313
Ό ,τι απέμεινε από τους τέααερις λόχους μου στη Νοέλα προσκολλήθηκε στα θερά για οκτώ μερόνυκτα επί της κορυφής αυτής της λοφοπλαγιάς. Τελικώς, μό νον τριάνια δύο άνδρες απέμειναν, τριάντα δύο από τους διακόσιους εξήντα τους οποίους στις μία η ώρα το πρωί της 25ης Αυγούοτου είχα σύρει στην έφοδο μέσα από την ύπουλη νύκτα. Ή τα ν αδύνατον για τις θέσεις των πολυβολητοόν και των τυφεκιοφόρων να υπερνικηθούν στη διάρκεια της ημέρας. Είχαν πρόσωπα στο χρώμα της γης, σκε πασμένα με γένια σκληρά σα βελάκια. Ή ταν οχυρωμένοι μέσα σε τρύπες πλήρεις αχύρου μαζεμένου οπαδιακώς από τις γειτονικές αχυροθημωνιές κατά τη διάρ κεια του σκότους- μπορούσε κανείς να τις έχει πει φωλιές κατοικούμενες από επί φοβα νυκτοπούλια. Ο στρατηγός που διοικούσε το Σοόμα Στρατού, έκθαμβος από τα επιτεύγματά τους, απένειμε σε όλους, μαζικοος - μια χειρονομία μοναδική σχεδόν σιο μέτωπο - το Σιδηρούν Σταυρό. Έ ρποντας καθ’ όλο το μήκος της κορυφογραμμής, το μετέφερα σ’ εκείνους μία βροχερή νύκτα. Γλίοπρησα μέσα σε κάθε όρυγμα. Ο άνδρας θα βρισκόταν σ’ επι φυλακή, τουρτουρίζοντας επάνοο στο υγρό άχυρο. Οι Κόκκινοι ήταν δέκα μέτρα μακριά. Καρφίτσωσα την ταινία και το Σταυρό. Φίλησα τα σκληρότριχα μάγου λα. Θα ψιθύριζαν στ’ αυτιά μου ότι θα κρατούσαν για όσο διάστημα ήταν ανα γκαίο, ότι δεν είχα να στενοχοοριέμαι, ότι οι Κόκκινοι δε θα περνούσαν. Δέκα χιλιόμετρα μακριά, ο άλλος ανάπηρος λόχος των τραυματιών, γέρων μα γείρων, των γραμματέων εφοδιασμού και λογιστών, μειωμένος στη δύναμη μιας μικρής διμοιρίας, στεκόταν σ’ επιφυλακή με την ίδια πίστη και με τα ακτινοβόλα μάτια των ανδρών που έχουν καθυποτάξει άλλους, αλλά οι οποίοι, πάνω απ’ όλα, έχουν καθυποτάξει τους εαυτούς τους.
Ρόμμελ και Μοντγκομερΰ Στο τέλος μιας σκληρής μάχης, γενικώς, αυτός που θα νικήσει και αυτός που θα χάσει βρίσκονται και οι δύο κοντά στο να πέσουν οχτα γόνατά τους. Νικά τότε ε κείνος που σφίγγει τα δόντια του με τη μέγιστη ενεργητικότητα, εκείνος που υπε ρεκτείνει τα νεύρα του σε μια τελευταία προσπάθεια. Έτσι ήταν επάνοο οτιο υψίπεδο του Ντορπάτ τις τελευταίες ημέρες του Αυγούοτου του 1944. οι Μπολσεβίκοι είχαν πάρει το χωριό' είχαν περάσει τον Έ μ π α χ' είχαν καταλοχβει μια περιοχή κάπου δέκα χιλιόμετρα στα βόρεια του ποταμού αυτού. Α\λά αυτός δεν ήταν ο αντικειμενικός σκοπός της εκστρατείας τους. Ο οχτόχος τους - τα προπαγανδκχτικά τους φυλλάδια το είχαν αρκετά συχνά διακηρύξει - ήταν να ορμήσουν εντός του Ρεβάλ, να περιτρέξουν το μέτωπο της Νάρβα, να ρίξουν τις γερμανικές στρατιές χωρίς τυμπανοκρουσίες στη θάλασσα ή να τις εξαναγκάσουν να παραδοθούν. Τα εσθονικό στρατεύματα είχαν παραχωρήσει έδαφος και δια-
314
A eo n Ν τεγκρελ
σκορπισθεί μέσα σε μια αξιομνημόνευτη πανικόβλητη φυγή. Τ α σοβιετικά άρ ματα μάχης ξεπρόβαλαν ομαδόν παντού. Χιλιάδες κόκκινων στρατιωτών σκαρ φάλωναν στους λόφους, φθάνοντας στα κέντρα των επικοινωνιών. Νικούσαν και με διαφορά. Παρ’ όλα αυτά, στην πραγματικότητα, έχασαν - διότι αποκλείσθηκαν. Είχαν να τα βγάλουν πέρα με μια ασύγκριτη γερμανική διοίκηση, απόλυτο κύριο του εαυ τού της, μην κάνοντας ποτέ μια κίνηση βιαστικά, μη χαλαρώνοντας ποτέ έστω και μια στιγμή, παρά τα πενιχρά της μέσα. Στο αρχηγείο του ταξίαρχου Βάγκνερ κανείς δεν είχε κοιμηθεί για μια εβδομά δα. Τα επιτελικά φορτηγά ήταν σκορπισμένα κάτω από τα έλατα. Ο εχθρός ήταν μισό χιλιόμετρο μακριά. Συστοιχίες πυραύλων από τα "Αρμόνια του Στάλιν" έπε φταν παντού τριγύρω από το σταθμό διοικήσεως. Τα φορτηγά έμειναν. Ο ταξίαρχος έμεινε. Και τελικώς η νίκη έμεινε, στα χέρια του πιο ευφυούς και του πιο επίμονου, $ Οι γερμανικές δυνάμεις ήταν αριθμητικώς ασθενείς, μα πολύ υψηλής ποιότητος. Οι μονάδες πεζικού, τώρα αποσκελετωμένες, ήταν διασκορπισμένες όπως ε μείς και, όπως εμείς, εκτεθειμένες σε αγριότατες εφόδους. Θαυμασίως χειριζόμενος βαρύς εξοπλισμός μας υποστήριζε. Πάντσερ και θωρακισμένα ανιχνευτικά οχήματα βρίσκονταν στη μάχη νυχθη μερόν καθ’ όλη την εβδομάδα, τρέχοντας προς τα ανατολικά, επιστρέφοντας στα βορειοδυτικά, ασταμάτητα σε επαφή σε μικρές ομάδες των τεσσάρων ή έξι ενα ντίον δεκαπέντε ή είκοσι αντιπάλων. Το ήμισυ του γερμανικού τεθωρακισμένου εξοπλισμού είχε καταστραφεί ή τε θεί εκτός μάχης με το να κατρακυλάει από την κορυφή στον πάτο της κοιλάδος. Μα το άλλο ήμισυ δεν άφηνε ούτε μιας στιγμής ανάπαυλα στο λιγότερο συνετό, λιγότερο επιδέξιο αντίπαλο, του οποίου οι απώλειες είχαν γίνει τεράστιες. Το πεδίο μάχης του Ντορπάτ ήταν διάσπαρτο με τα μαυρισμένα κουφάρια των σοβιετικών αρμάτων μάχης. Οι τεθωρακισμένες μονάδες του εχθρού ήταν εντελώς διασκορ πισμένες και αποδιοργανωμένες. Εκείνο μέτρησε πολύ στην ήττα των Σοβιετικών. Οι απτόητοι άνδρες μας δεν είχαν ακόμα κορεσθεί. Αγαπούσαν το να πηδούν ε πάνω στα γερμανικά άρματα μάχης, που έμπαιναν σα μαχαιριές δια μέσου των σοβιετικών θέσεων, και τα σάρωναν όλα με χειροβομβίδες. Τα προσεκτικά πληρώματα των πάντσερ του Ράιχ και οι δυναμικοί Βαλλόνοι πεζικάριοι συμμερίσθηκαν μια μεγάλη συντροφικότητα: όλοι οι Γερμανοί ήξεραν πως οι Βαλλόνοι ήταν οι πιο φλογεροί εθελοντές επί του Ανατολικού μετώπου. Έ καναν τους εαυτούς τους κατανοητούς ο ένας στον άλλο με αστείες μιμήσεις, τραβούσαν μακρές συζητήσεις σχετικές με κορίτσια και κατεργαριές.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
315
Μιλούσαν γοργά και με ευφράδεια, χρησιμοποιώ ντας μια απίθανη ΡωσσοΓερμανική Volapuek, τη νέα Εσπεράντο του Ανατολικού μετώπου. Κάθε μάχη ενίσχυε αυτή την αδελφοποιτή φιλία. & Ενώ κάθε χιλιόμετρο του μετώπου του Ντορπάτ άντεχε, αρκετά υπολογίσιμες γερμανικές δυνάμεις είχαν καταστεί ικανές να κατέλθουν από το βορρά. Οφείλαμε ν’ αντέξουμε για άλλη μια εβδομάδα. Ύ στερα, η αντεπίθεση ήταν έ τοιμη και μας προσπέρασε. Γαλλικά στρατεύματα μπήχθηκαν σα μαχαίρια μέσα από τους Σοβιετικούς, απωθώντας τους εντός ολίγων ημερών ως πίσω στον ποτα μό Έ μπαχ. Απώθησαν τις σοβιετικές συμμορίες, σε πλήρη φυγή, πέρα από το νε ρό. Παρά την αρχική τους επιτυχία, οι Κόκκινοι είχαν για τα καλά και αληθινά χά σει τη μάχη του Ντορπάτ. Αργότερα, οι Γερμανοί εκκένωσαν την Εσθονία βάσει διαταγής του Χίτλερ, ο ο ποίος επιθυμούσε να ανασυντάξει τις υπερεκτεταμένες του δυνάμεις. Αλλά υπο χώρησαν με την άνεσή τους, παίρνοντας ένα μήνα για να επανεπιβιβάσουν με ρ α ρ χίες και βαρέα όπλα που προορίζονταν για το μέτω πο του Ράιχ και το Λιθουανικό μέτωπο. Η Kampfgruppe Βάγκνερ έδωσε τη θέση της σε νέες μονάδες. Είχε ενδόξως εκ πληρώσει την αποστολή της, σώζοντας την Εσθονία τη στιγμή κατά την οποία η ξαφ νική της πτώση - με μία συνακόλουθη συνθηκολόγηση στρατευμάτων και απώλεια οπλισμού - θα είχε υπάρξει μια συντριπτική ανατροπή για το γερμανικό στρατό. Δεν απέμειναν πολλά, αλίμονο, από τους ηρωικούς μας λόχους των αρχών του Αυγούοτου. Κοιτάζοντας για τελευταία φορά στο υψίπεδο του Ντορπάτ, τα χα μηλά έλατα, τα χωράφια να γκριζάρουν, την πόλη που ακόμα κάπνιζε με τους τσα κισμένους της πύργους, είδα μόνο μια χούφτα συντρόφων δίπλα μου. Είχα χάσει το ογδόντα τοις εκατό των στρατιωτών μου σε φονευμένους και σε τραυματίες εκκενωθέντες στα νοσοκομεία, χωρίς να μιλάμε καν για τους πολυάριθμους επιφανειακώς τραυματισθέντες οι οποίοι είχαν αρνηθεί να μεταφερθούν στα μετόπι σθεν. Στην πράξη, μέσα σε λίγες εβδομάδες το ενενήντα έξι τοις εκατό των ανδρών μας είχε πληγεί από εχθρικά πυρά. Το θάρρος τους είχε σκεπάσει το όνομά μας με τιμή. Ο αντιστράτηγος Στάινερ, ο οποίος στη διάρκεια αυτών των επικών εβδομάδων τους είχε μνημονεύσει τρεις φορές στην ημερήσια διαταγή του Σώματος Στρατού, τους είχε απονείμει διακόσιους σχεδόν Σιδηρούς Σταυρούς. Ή θελε να παρασημοφορήσει ο ίδιος τους στρα τιώτες. Τελείωσε το λόγο του με αυτή την επίσημη δήλωση: "Ένας Βαλλόνος αξί ζει όσο χίλιοι άλλοι στρατιώτες." Ή τα ν κομμάτι μεγαλοποιημένο. Αλλά για τε τρακόσιοι πενήντα άνδρες, οι εθελοντές μας είχαν κάνει τεράστιο έργο. Δεν αυτοϋπερηφανεύονταν επ’ αυτού. Είχαν μόνον πράξει ό,τι οι Βαλλόνοι στο Ν τονιέτς, στο Χ άρκοβο, στον Ντον, στον Κ αύκασο, στην Κ ριμέα και στο
316
Λ εον Ν τεγκρελ
Τσερκάσσυ είχαν πράξει. Ξεχνώντας ήδη τα βάσανά τους και τη δόξα τους, έπαιζαν κάνοντας παλαβομάρες σαν παιδιά, ρωτώντας τον αντιστράτηγο Στάινερ αν γνώριζε τα ονόματα των δυο τελευταίων στρατιωτών που είχε μόλις παρασημοφορήσει. Ο ένας ονο μαζόταν Ρόμμελ. Οι πρόγονοι του Γερμανού στρατάρχη είχαν καταγωγή από τις μεγάλες μας Κάτω Χώρες. Το μνημείο τους, που φέρει οτο θυρεό τους το Λέοντα της Φλαμανδίας, είναι ακόμα στη Μπρυζ. Ο άλλος ονομαζόταν Μοντγκομερύ, ό πως ο Άγγλος στρατάρχης. Ή ταν οι δύο διασημότητες της ώρας στη Λεγεώνα, οι Ρόμμελ και Μοντγκομερύ, Βαλλόνοι εθελοντές, λαμβάνοντες το Σιδηρούν Σταυρό Δευτέρας Τάξεως δίπλα-δίπλα στο Ανατολικό Μέτωπο. & Οι στρατιώτες μας κατήλθαν πίσο) προς το Ρεβάλ. Οι εφημερίδες της Εσθονίας ήταν γεμάτες από τα κατορθώματά τους. Μέθυσαν με μπουκάλες σαμπάνιας, τις οποίες ήπιαν ευτυχείς επάνω στο πλοίο καθώς έπλεαν πίσω στο Ράιχ. Ο Χίτλερ με κάλεσε να παραλάβω τα Φύλλα Δρυός από τα χέρια του, καθώς ε πίσης και το Διακριτικό εις Χρυσούν της Εκ του Συστάδην Μάχης, την πιο υψηλή τιμή του πεζικού, χορηγούμενη στους πιστοποιηθέντες πενήντα μαχών σώμα με σώ μα10. Απογειώθηκα μέσα σ’ ένα Φίζελερ Στορχ κοντά στην Τόιλα. Είδα- το τελευταίο αντίο - τα λευκά βράχια και τα χλωμά γαλανά νερά του Κόλπου της Φινλανδίας να λάμπουν στην αυγή. Τα θλιμμένα και απέραντα πευκοδάση, οι ασημένιες φλό γες των οημυδοαλσών, τα σύδενδρα γύρω από τα μεγάλα μενίρ, οι καλύβες οι χα μένες μέσα στο πράσινο και καστανοκόκκινο τοπίο και οι ξύλινες ταβανόπλακες λίγων μοναχικών αγροκτημάτων γλίστρησαν μακριά κάτω από το μικροσκοπικό αεροπλάνο. Κάποιες φορές ένα μεγάλο καφέ στίγμα κι ένα μεταλλικό κουφάρι α νακαλούσε τη βασανιστική παρουσία εχθρικών καταδιωκτικών. Το αεροσκάφος πετούσε χαμηλά, περνώντας χοροπηδώντας τους μικρούς λόφους σαν ένας λαγός. Κατόπιν ήταν η Ρίγα, το αεροπλάνο του Φύρερ, η καμπυλότητα γύρω από τις α κτές μιας Λιθουανίας σχεδόν εντελώς κατεχομένης από τους Σοβιετικούς και, τελικώς, το αεροδρόμιο του κυρίου Αρχηγείου. Πίσω εκεί, στο πέρα άκρο των Βαλτικών χο>ρών, παρέμεναν οι νεκροί μας, για να φέρουν αιώνια μαρτυρία πως στον τραγικό, ζωής και θανάτου αγο')να για την Ευρώπη, οι γιοί του λαού μας είχαν πράξει το καθήκον τους, μη ζητώντας το πα ραμικρό και μη προσδοκώντας το παραμικρό. Δεν είχαμε την ελάχιστη γη να κερδίσουμε, ούτε υλικά συμφέροντα να εξασφα λίσουμε πίσω εκεί. Ή μασταν από πολλούς παρεξηγημένοι, μα αποφασισμένοι και ευτυχείς. Γνωρίζαμε ότι μια αγνή και φλογερή ιδεολογία είναι ένα θαυμαστό αγαθό, για το οποίο ένας νέος άνδρας με μια δυνατή καρδιά θα έπρεπε να λαχτα ρά, ν’ αγωνίζεται και να πεθαίνει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο Κ Τ Ω
Η ΒΑΛΒΙΔΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΡΔΕΝΝΩΝ
ον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1944, ενώ η μάχη για την Εσθονία μαινόταν, το σύνολο του Δυτικού μετώπου είχε καταρρεΰσει. Στα μικρά μας φυλάκια στο πεδίο ακούσαμε τα ραδιοφωνικά δελτία: Μάχη του Σέιν η κατάληψη του Παρισιού· η ώθηση των αμερικανικών αρμάτων μάχης προς το Σομ και τη Ρεϊμς. Το Βέλγιο είχε πληγεί: Τουρναί, Μονς, Βρυξέλλες. Καθένας α πό τους στρατιώτες μας σκεπτόταν το σπίτι του. Τ ι είχαν απογίνει οι οικογένειές μας εκεί πίσω; Κατόπιν η Λιέγη υπερνικήθηκε. Ό ταν ήλθα μπροστά στο Φύρερ, οι Σύμμαχοι συνωστίζονταν στην Ολλανδία, στην Αλσατία - Λωραίνη και προ του Άαχεν. Τους βρήκα όλους ευδιάθετους, πα ρ ’ όλα αυτά. Ο Χίμμλερ έκανε αστεία στο τραπέζι και στη διάρκεια των δέκα λεπτών ακριβώς που του πήρε για να φάει ένα σπαρ τιάτικο γεύμα και λίγα πρέτζελ, που τα βοήθησε να κατέβουν με ένα ποτήρι νερό μονορούφι, ενδιαφέρθηκε για τρεις δωδεκάδες σημεία των λεπτομερειών. Ο υπασπιστής του Φύρερ, ο Μάρτιν Μπόρμαν, ζωηρός, παχουλός καιχαζόφατσα, αντιδικούσε θορυβώδους με τον Ομπερστγκρουππενφύρερ (Στρατηγό) Σεππ Ντήτριχ των SS, ο οποίος είχε αq)ιχθεί μέσα σ’ ένα ανεμόπτερο από το Δυτικό μέτο)πο. Τα πόδια του σε διάσταση, το πρόσωπό του κόκκινο σα γογγύλι, ο Σεππ μα κρηγορούσε εκτενώς επί της ισχύος της Αγγλο-αμερικανικής αεροπορίας και επί των φθορών των Tieffliegers. Αλλά δεν ήταν ιδιαίτερα στενοχωρημένος. Έ δινε σε όλους γεμάτα κτυπήματα στην πλάτη, έπινε κονιάκ με κάθε ανάσα και πήγε πίσω σιο δωμάτιό του στις πέντε η ώρα το πρωί, στιβαρώς υποστηριζόμενος από τέσ-
318
A eo n Ν τεγκρελ
αερις γίγαντες της φρουράς. Ο Χίμμλερ προπαρασκεύαζε κάπου είκοσι νέες μεραρχίες των Waffen SS. Μου έδωσε τη διοίκηση της Μεραρχίας "Βαλλονία" - η 28η Μεραρχία των SS - η οποία θα περιελάμβανε, εκτός από την ταξιαρχία μας κροΰσεως, χιλιάδες Ρεξιστών οι οποίοι είχαν δραπετεύσει από τη Συμμαχική κατοχή και περιπλανοΰνταν σε όλο το Ράιχ. Γενικώς, ο περίγυρος του Χίμμλερ συμφωνούσε πως η υποχώρηση στηΔΰση υ πήρξε δύσκολη. Μια αντεπίθεση προετοιμαζόταν μέσα σε μυστικότητα και σιωπή. Το βράδυ εκείνο ο Χίμμλερ απεσύρθη για να κάνει τη χωρίς τελειωμό νυκτερι νή του εργασία και να δεχθεί τα δεκαπέντε ή είκοσι πρόσωπα που περίμεναν - κάποιες φορές ως το πρωί - τη σειρά τους για μία ακρόαση. Τότε, οι ανώτατοι αξιω ματικοί συζήτησαν μαζί μου με χαμηλωμένες φωνές σχετικά με τις μαζεμένες εκ πλήξεις από τα νέα όπλα. Προσκολλοΰνταν σε διαβεβαιώσεις όπως, "Σε δύο ή τρεις μήνες από τώρα, η Γερμανία θα καταφέρει ένα μεγάλο πλήγμα". Η ατμόσφαιρα ήταν μια ατμ ό σφαιρα πίστεως. £ Εξεπλάγην ιδιαιτέρω ς ο ίδιος με το να δω πόσο ο Χίτλερ είχε ανακτήσει νέο σφρίγος εντός έξι μηνών. Ο βηματισμός του ήταν ήρεμος και σίγουρος, το παρουσιαστικό του ξεκούραστο κι εκπληκτικά νεανικό. Από την αρχή του πολέμου είχε γκριζάρει πολύ και η ράχη του είχε κυρτώσει, αλλά τα πάντα επάνω του ακτι νοβολούσαν ζωή, μια μετρημένη και πειθαρχημένη ζωή. Με παρασημοφόρησε. Κατόπιν με οδήγησε προς ένα μικρό, στρογγυλό τραπέ ζι. Έ δινε την εντύπωση πως καμμία οξεία ή επείγουσα έγνοια δεν τον αναστάτω νε. Ούτε η παραμικρή λέξη απογοητεύσεως δεν άφηνε κάποιον να συμπεράνει ό τι αυτός είχε την ελάχιστη αμφιβολία στον κόσμο για μια τελική αποκατάσταση. Άφησε γρήγορα την αξιολόγηση των στρατιωτικών θεμάτων και πέρασε στο ζή τημα του αστικού φιλελευθερισμού. Με μια θαυμαστή διαύγεια μου εξήγησε για τί η πτώση του (του α.φ.) ήταν αναπόφευκτη. Τα μάτια του έλαμπαν από καλή διάθεση. Ριχνόταν με πάθος σε μια αντιπαρα βολή επίτου μέλλοντος του σοσιαλισμού. Το πρόσο)πότου, αξιοθαύμαστα περιποιημένο, δονούταν. Έκανε απλές μα σφοδρές χειρονομίες με τα λεπτά και αψε γάδιαστα χέρια του, τους ζωηρούς συντρόφους του ρήτορος. Η συζήτηση μου έδωσε αυτοπεποίθηση. Εάν ο Χίτλερ στοιχειωνόταν από κοι νωνικά προβλήματα σε σημείο που να τα ζούσε και εξέθετε λεπτομερώς επί αυτών με τέτοια σαφήνεια για μία ολόκληρη ώρα του απογεύματος, ήταν διότι διέθετε σοβαρές εξασφαλίσεις σχετικώς με όλα τα άλλα. Π αρ’ όλα αυτά, την εβδομάδα ε κείνη οι αερομεταφερόμενες μεραρχίες του Τσώρτσιλ προσπάθησαν να βάλουν πόδι στην Ολλανδία κοντά στοΆρνεμ.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
319
Ακριβούς μόλις αποχωρούσε, σα να επιθυμούσε να χαράξει μια πιο προσωπική ανάμνηση παντοτινά στην καρδιά μου, ο Χίτλερ γύρισε πίσω και πήρε το χέρι μου μέσα και στα δυο τα δικά του. "Εάν είχα ένα γιο", μου είπε αργά και στοργικά, "θα τον ήθελα να είναι σαν εσένα". Κοίταξα στα καθαρά του μάτια, τα τόσο ευαίσθητα, με την απλή και ακτινοβόλα τους φλόγα. Έφυγε μακριά κάτω από τα έλατα, από έ να δρόμο σπαρμένο με κλαράκια. Κοιτούσα προς το μέρος του για πολλή ώρα.
Coup de Theatre Στα επίπεδα και λασπωμένα χωριά του Αννόβερου, χιλιάδες Βέλγων φυγάδων που το είχαν βάλει στα πόδια μπροστά στα Αγγλο-αμερικανικά άρματα μάχης, εί χαν κατά κάποιον τρόπο εγκατασταθεί. Είχα φροντίσει σχετικώς όπως η νέα μου μεραρχία έκανε την εκπαίδευσή της σε αυτήν την επαρχία του Ράιχ, έτσι ώστε ο κάθε ένας από τους στρατιώτες μου θα μπορούσε να προσφέρει, επιπλέον της υ πηρεσίας του, τη μέγιστη δυνατή ανακούφιση στην εξόριστη οικογένειά του. Ξαφνικά υπήρξε μια εξέλιξη που προκάλεσε αίσθηση. Είχα μόλις μιλήσει στην καταπληκτική συνεδρίαση του Συνεδρίου του Ευρωπαϊκού Τύπου στη Βιέννη. Μια εβδομάδα νωρίτερα είχα μια μακρά συνάντηση με τον Υπουργό των Εξωτερικών, φον Ρίμπεντροπ, ο οποίος, ιδιαίτερα εγκάρδιος, μου είχε εκμυστηρευθεί σ’ ένα μυστηριοίδη τόνο, "Θυμηθείτε καλά τι σας λέω. Ποτέ δε βρισκόμασταν τόσο κο ντά στη νίκη". Νόμισα πως αστειευόταν. Δεν υπήρχε το παραμικρό που θα οδηγούσε κά ποιον στο να προσδοκά μια επικείμενη μεταβολή της καταστάσεως. Θυμήθηκα, ασφαλώς, τι μου είχε ειπωθεί στον περίγυρο του Φύρερ δύο μήνες νωρίτερα. Α\λά ο Χειμώνας ήταν ήδη εδώ. Χιόνιζε. Ποιά νέα εξέλιξη ήταν πιθανό να λάβει χώρα; Στην επιστροφή μου από τη Βιέννη κατέλυσα στο ξενοδοχείο "Αντλόν" στο Βερολίνο. Το βράδυ εκείνο διασταυρώθηκα με έναν υψηλά ιστάμενο αξιωματούχο από το Υπουργείο Εξωτερικών. Ακτινοβολούσε. "Δεν ξέρεις;" μου είπε. "Βριοκόμασθε ακριβούς στο μέσον μίας επιθέσεως". "Επίθεση; Μια επίθεση που;" "Μα, στην πατρίδα σου! Στο Βέλγιο! Τ α στρατεύματά μας βρίσκονται ήδη στο μέσον των Αρδεννών". £ Την επόμενη μέρα τα κέντρα των δημοσίων υπηρεσιών του Βερολίνου βρίσκο νταν σε έναν απίσιευτο αναβρασμό. Απίστευτες λεπτομέρειες ξεφουρνίζονταν: η Λιέγη είχε πέσει. Οκτώ χιλιάδες νέα γερμανικά αεροσκάφη επιτίθονταν. Μου προσκόμισαν ένα τηλεγράφημα από τον Χίμμλερ. "Ηταν μια διαταγή να φυγω για το Βέλγιο με τη μεραρχία μου, ακριβώς εκείνη τη στιγμή. Περάσαμε υ πό την τακτική διοίκηση του Στρατάρχη Μόντελ, ο οποίος διηύθυνε την επίθεση
320
Λ εο ν Ν τεγκρελ
και εκείνης του Στρατηγού Σεππ Ντήτριχτων Waffen SS, ο οποίος διοικούσε μια στρατιάJ. Ή ταν επισήμως απηγορευμένο το να μας στείλουν σε μάχη εντός της δικής μας χώρας. Πηγαίναμε κατ’ αυτόν τον τρόπο ν’ αποφύγουμε τα σφάλματα της γερμα νικής κατοχής του 1940-1944. Φλαμανδοί και Βαλλόνοι θα είχαν την επίπονη α ποστολή της αναδιοργανώσεωςτου Βελγίου. Το αυτοκίνητό μου κύλησε όλη τη νύκτα. Το πρωί, φορτηγά από το Αννόβερο q)0pTü)oav ένα πρώτο μεγάλο απόσπασμα στρατιωτών, οι οποίοι ήταν για να με συνοδεύσουν αμέσως προς τα σύνορα. Το υπόλοιπον της μεραρχίας θ ’ ακολου θούσε με ταχέα τραίνα. Οι πρόσφυγές μας έσπευσαν οτα κατώφλια τους, κλαίγοντας από αγαλλίαση στη σκέψη του να επιστρέφουν σύντομα στη χώρα τους. Καημένοι άνθρωποι! Σε τι κα τάσταση θα την έβρισκαν έξι μήνες αργότερα! Την αυγή περάσαμε μέσα από την Κολωνία.
Χριστούγεννα στο Βέλγιο Το μήνα του Δεκεμβρίου του 1944 δεν έμενε τίποτε από την Κολωνία, παρά ένα πεδίο ερειπίων. Συνάντησα το Γκαουλάιτερ Γκρόχε μέσα σ’ ένα καταφύγιο στις παρυφές της πόλεως, σ’ ένα πάρκο όπου τα δένδρα είχαν ρημαχθεί και διαμελισθεί σε χίλια κομμάτια. Η αισιοδοξία σε αυτά τα υπόγεια ήταν λιγότερο ζωηρή απ’ ότι στο Βερολίνο στη Βιλχελμστράσσε. "Οι Αγγλο-Αμερικάνοι; Ω, είναι τριάντα δύο χιλιόμετρα μακριά!" Και έτσι ακριβώς ήταν. Ο Συμμαχικός θύλακος του Άαχεν εκτεινόταν στα λίγα χιλιόμετρα δυτικούς του Ρήνου. Ο Γκαουλάιτερ προσκολλήθηκε στην πραγματι κότητα. Άλλη μια κρούση στον τομέα του και τα άρματα μάχης των γιάνκηδων μπορούσαν μια χαρά να βρίσκονται μπροστά στη μικρή του τσιμεντένια σκάλα την ίδια εκείνη μέρα. Ο καθένας πιστεύει ότι το κατώφλι της εξώπορτάς του είναι το κατώφλι ολό κληρου του κόσμου. Ωστόσο, εάν τα συμμαχικά τζιπ βρίσκονταν τριάντα λεπτά οτα βορειοδυτικά του Καθεδρικού της Κολωνίας την 24η Δεκεμβρίου του 1944, οι Αμερικάνοι και οι Βρετανοί προχωρούσαν σαρώνοντας από τη δυτική και νο τιοδυτική Ρηνανία, στην κατεύθυνση των ποταμών Μεύση και Σεμουά. Ο Γκαουλάιτερ μας είπε που ήταν ο σταθμός διοικήσεως του Σεππ Ντήτριχ, στο άκρο σχεδόν του βελγικού συνόρου. Με τις καρδιές μας να βρονιούν, ξεκινήσαμε την πορεία μας. Είχαμε μόνο σύντομες αναλαμπές του ήλιου. Μπορούσαμε ν’ ακούμε τις γουγουριστές μηχανές το>ν βρετανικών Tiefflieger, αλλά, προφυλαγμένοι από το συννεφιασμένο ουρανό, κινηθήκαμε γρήγορα προς τα νοτιοδυτικά. Προσεγγίσαμε τους λόφους του Άκρελ. Η διαδρομή γλιστρούσε μέσα από μια
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
321
συναρπαστικά όμορφη κοιλάδα. Οι πολίχνες κατά μήκος του ρεύματος, με τα πα λαιό τους σπίτια, τα μεσαιωνικά τους τείχη, τις συμπαγείς τους πύλες και τα πα ρατηρητήρια, ήταν ακόμα άθικτες σχετικά. Οι μικρές δημόσιες πλατείες, στριμωγμένες μεταξύ των λιθόκτιστων αγροικιών που επιδείκνυαν ταμπέλες με επι χρυσωμένα μακρά ρολά περγαμηνής, ξεχώριζαν από τα δημαρχεία με τα παχιά τόξα από ογκώδεις πελεκημένες πέτρες. Στα κοιλώματα των κοιλάδων έλαμπαν βιολετί σχιστολιθικές στέγες και γαλά ζιοι πύργοι με ωρολόγια. Το χιόνι ήταν καθαρό και άοτραφτε στα λιβάδια. Κάθε λόφος που δέσποζε του δρόμου στεφανωνόταν με ισχυρές αντιαεροπορικές πυ ροβολαρχίες. Ή μασ ταν θετικώς εντυπωσιασμένοι. Οι φάλαγγες των φορτηγών προχώρησαν δίχως πρόβλημα. Στις τέσσερις η ώρα το απόγευμα φθάσαμε στου Σεππ Ντήτριχ. Επέστρεφε α πό επιθεώρηση. Ο Σεππ απείχε πολύ από το να επιβεβακόσειτις εκθαμβωτικές φήμες που σα χίμαιρες διέτρεχαντο Βερολίνο. Η Λιέγη οπωσδήποτε δεν είχε ανακαταληφθεί, αλλά τα γερμανικά άρματα μάχης είχαν φθάσει στο Λιμπραμόν και στο Σεν Χουμπέρ. Είχαν πάρει τις Λα Ρος και Μαρτς. Πέραν αυτών των πόλε ων, έχοντας εκκαθαρίσει τις Αρδέννες, βρίσκονταν για τα καλά εντός δεκαπέντε χιλιομέτρων από τις Ν αμύρ και Ντυνάν. Είχαν διασχίσει όλο το υψ ίπεδο των Αρδεννών μέσα σε τρεις ημέρες. Ο Ουρθ είχε περασθεί χωρίς να ριχθεί ένας πυ ροβολισμός. Ο ταχύς αγώνας δρόμου προς το Μεύση είχε υπάρξει τόσο γρήγορος όπως το Μάιο του 1940. Κοιμήθηκα σ’ ένα κρύο σαν πάγο σπίτι, επάνω από το οποίο οι κοκκινόουροι κο μήτες των γερμανικών πυραύλων V-1 συνέχιζαν σταθερά να περνούν μ’ ένα δια βολικό συριγμό. Υπήρχε σκληρός πάγος. Παρευρέθηκα στη Χριστουγεννιέτικη λειτουργία στις δέκα η ώρα το πρωί. Εξήλθαμε όλοι ανακατεμένοι, γέροι αγρότες, παιδιά με κόκ κινες μύτες, ονειροπολούντες στρατιώτες. Ί σ α που είχαμε το χρόνο να ρίξουμε τους εαυτούς μας κάτω στο χιόνι. Αγγλο-αμερικάνικα μαχητικά έκαναν κύκλους γύρω από την τοποθεσία. Τα βομβαρδιστικά έφτιαχναν ραβδώσεις στον ψυχρό αέρα με μακριά λευκά ίχνη επάνω από τις ταπεινές εξοχικές αγροικίες, συντρίβοντας τις οικογένειες. Αγροκτήματα καίγονταν. Γυναίκες και μικρά κοριτσάκια, κίτρινα από τους σοβάδες και στάζοντας αίμα και σκόνη, ξεθάβονταν. Η Συμμαχική αντεπίθεση είχε μόλις αρχίσει. Ό χ ι επίτου εδάφους, αλλά στον ουρανό, μέσα σε ένα κρυστάλλινο φως. Για τις επόμενες δέκα ημέρες ο ίδιος βα σιλικός ήλιος θα έλαμπε από την αυγή ως το σούρουπο. Οι νύκτες ήταν διαυγείς, διαγράφοντας ευδιάκριτα κάθε τοίχο και κάθε αγροικιά σε φωτεινούς κύβους, λευ κούς σαν καθαρή μπουγάδα που στεγνώνει οτο λιβάδι. Ο ήλιος θα ήταν περισσότερο θανατηφόρος για τους Γερμανούς, παρά οι δύο χιλιάδες αρμάτων μάχης που ετοιμάζονταν για αντεπίθεση. Χάρη σε αυτόν, χ ι λιάδες Συμμαχικών αεροπλάνων θα σq)υpoκoπoύσαv συστηματικά τους δρόμους,
322
A eon Ν τεγκρελ
τα χωριά, τα σταυροδρόμια και τα αντιαεροπορικά όπλα που προσπαθούσαν να τα σταματήσουν. £ Την ημέρα των Χριστουγέννων ο σταθμός διοικήσεως του Σεππ Ντήτριχ μετα κόμισε μεταξύ Μαλμεντύ και Σεν Βιθ. Εμείς, επίσης, τεθήκαμε σε κίνηση. Ο ήλιος είχε σηκωθεί λίγες μόνον ώρες. Ή δ η η καταστροφή ήταν απροσμέτρητη. Σίγουρα οι πιο πολλές από τις βόμβες έπεσαν δίπλα στους στόχους τους, προκαλώντας μόνο τεράστιους γκρίζους κρατήρες στα χιονισμένα λιβάδια ή ισοπε δώνοντας σειρές από έλατα. Ωστόσο, έπεφταν τόσες πολλές βόμβες που εκατο ντάδες κτυπούσαν τα σωστά μέρη, όπως και να είχε. Αυτοκίνητα αναλώνονταν μέ σα στις φλόγες. Χαίνουσες τρύπες είχαν κομματιάσει το δρόμο κατά μήκος του ψηλού, απότομου βράχου. Σπίτια, ξεδιπλωμένα σαν ακορντεόν, έφρασσαν εντε λώς το δρόμο. Ο βομβαρδισμός είχε προβλεφθεί. Κοπάδια Ρώσσων και Ιταλών αιχμαλώτων είχαν σταλεί σε όλα τα καίρια σημεία. Ξεκαθάρισαν τα μπάζα και γέμισαν τις τρύ πες, αλλά πήρε χρόνο. Οι φάλαγγες των φορτηγώ ν ήταν ακινητοποιημένες. Tiefflieger βουτοΰσαν καταπάνω τους πυρπολώντας πολυάριθμα φορτηγά, τα ο ποία προσέθεταν ακόμη περισσότερο στους μπελάδες μας. Από εκείνη την ημέ ρα και μετά έπρεπε να υπολογίζουμε ότι οι μεταφορές δεν μπορούσαν να γίνονται χωρίς δυσκολία. Χρησιμοποιούσα ένα μεγάλο, παντός εδάφους όχημα διοικήσεως. Ή ταν ιδιαί τερα ισχυρό, σκαρφαλώνοντας επάνω στα πάντα σαν ένα άρμα μάχης, αλλά αυτό κατάπινε εβδομήντα λίτρα βενζίνης στα εκατό χιλιόμετρα. Σε μία φιλονικία για να πάρω ένα δοχείο βενζίνης σ’ ένα σταθμό ανεφοδιασμού καυσίμων, έχασα πέ ντε λεπτά. Η καθυστέρηση έσωσε τη ζωή μου. Χωρίς εκείνη θα είχα βρεθεί στο Σεν Βιθ τη στιγμή ακριβώς που η πόλη ανατινασσόταν ως τα ουράνια. Βρισκόμουν ακόμα τριακόσια μέτρα περίπου από αυτήν την όμορφη, μικρή πό λη. Εξερχόμουν από το δάσος, κατηφορίζοντας τις φουρκετοειδείς καμπύλες της απότομης πλαγιάς, όταν είδα τα Συμμαχικά σμήνη στον εναέριο χώρο από πάνω μας. Μ πορείνα ήταν τέσσερις και τριάντα το απόγευμα. Έμοιαζε σα μια σκηνή από το τέλος του τέλους του κόσμου. Μόλις που είχε βλη θεί μια φωτοβολίδα όταν, όλως αιφνιδίως, μια ολόκληρη οδός τινάχθηκε στον α έρα. Ό χ ι ένα σπίτι. Ό χ ι πίδακες από χαλάσματα. Αλλά η οδός ολόκληρη, όλη με μιας. Υψώθηκε όλη μαζί, κατόπιν ξανάπεσε πίσω μέσα σ’ ένα φρικτό βρυχηθμό. Για είκοσι λεπτά τα σμήνη ακολουθούσαν το ένα το άλλο. Σε απόσταση, άνδρες έτρεχαν με δρασκελιές μέσα από τα λιβάδια, μικρά γαλάζια στίγματα στα χιόνια. Ύ στερα, το μεγάλο βουητό γύρισε κι απομακρύνθηκε προς το δύοντα ήλιο που μόλις έξυνε τις κορυφές των ελάτων. Πόδια, χέρια και κορμοί γυναικών ή στρατιωτών μπορούσαν να ειδωθούν να ξε-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
323
κολλουν από τις μπερδεμένες δοκούς. Γραμμές ολόκληρες οικιών κείτονταν στο χώμα σα σειρές από ριγμένα τραπουλόχαρτα. Καταφέραμε να πριονίσουμε αρκετά μεγάλα δένδρα που είχαν πέσει από τη μια άκρη του λιθόστρωτου ως την άλλη, απέναντι από τα πρώτα σπίτια, αλλά ήταν σύ ντομα φανερό πως οι προσπάθειές μας ήταν μάταιες. Τα πάντα είχαν καταρρεύσει σ’ ένα συνονθύλευμα χαλασμάτων. Ή τα ν αδύνατον για τον οποιονδήποτε, α διάφορο του ποιος ήταν, να περάσει από ανάμεσα. Το παντός εδάφους αυτοκί νητό μου αναγκάσθηκε να τα παρατήσει όπως και τα υπόλοιπα. Εκείνα τα είκοσι λεπτά είχαν τόσο ρημάξει την πόλη του Σεν Βιθ, που θα παρέμενε αδιάβατη για όλη την επίθεση. £ Προσπαθήσαμε να πάμε γύρω από αυτά τα ερείπια της αποκαλύψεως, μέσα α πό τα λιβάδια. Το αυτοκίνητό μου αναπηδούσε δια μέσου των γραμμών των φρα κτών, μοχθώντας μέσα στο χιόνι. Κατέληξα σ’ ένα χαράκωμα επί της δυτικής κο ρυφής του Σεν Βιθ, Υπήρχε μια σειρά από νεαρούς Αμερικάνους εκεί, νεκρούς. Ή ταν ακόμη άψογα ευθυγραμμισμένοι. Εξακολουθούσαν να διαθέτουν το ωραίο μπρούτζινο χρώμα των καλοταϊσμένων παλικαριών που έχουν μαυρίσει στον α νοικτό αέρα. Είχαν θερισθεί από πυρά αρμάτων μάχης. Τα πρόσωπα δύο είχαν ι σοπεδωθεί σα φάκελλοι, αλλά αυτά τα δισδιάστατα πρόσωπα διέθεταν ακόμη μια εντυπωσιακή ευγένεια. Δεν υπήρχε ο ελάχιστος ελεύθερος χώρος εντός του χαρακώματος. Καθένα από τα αγόρια αυτά είχε ακλόνητα σταθεί στη θέση του παρά το κύμα των πενήντα ή εκατό αρμάτων μάχης που τους επιτίθονταν τα ίχνη των ερπυστριών μπορούσαν ακόμα ν’ ανιχνευθούν στο παχύ χιόνι. Θέλαμε να φθάσουμε στο βορινό δρόμο που έβγαζε από το Σεν Βιθ για να πάμε στο Μαλμεντύ, αλλά όλες οι έξοδοι ήταν φραγμένοι. Οι Feldgendarm es ήταν υπερνικημένοι και δε γνώριζαν ούτε έναν έστω δευτερεύοντα δρόμο από τον οποίο θα μπορούσαν οι φάλαγγες να παρακάμψουν. Περάσαμε τη νύκτα χρησιμοποι ώντας μονοπάτια του δάσους όπου παρεμβάλλονταν παρηλλαγμένα φορτηγά. Η καθυστέρηση έμοιαζε ατελείωτη. Μόνον την αυγή αφιχθήκαμε τελικώς σ’ ένα χαμένο χωριουδάκι στο τέρμα μιας κοιλάδος γύρω στα οκτώ χιλιόμετρα από το Σεν Βιθ. Η μικρή εκκλησία, κτισμένη επάνω σ’ ένα ύψωμα, ήταν περικυκλωμένη από απλούς τάφους χωρικών, σεση μασμένους με ωραίους γαλάζιους σταυρούς από λαξευμένο σχιστόλιθο. Το βόρειο μέτωπο ήταν κοντά. Μπορούσαμε ν’ ακούμετο βίαιο βρυχηθμό του κανονιού. Τη νύκτα, το αμερικάνικο πυροβολικό ήλθε κι έβαλλε από το άκρο του δάσους. Ο Σεππ Ντήτριχ βρισκόταν σ’ ένα απομονωμένο λευκό σπίτι επάνω από την πο λίχνη. Συνάντησα το Στρατάρχη Μόντελ εκεί. Ή τα ν ένας γεροδεμένος, νευρώδης,
324
A eo n Ν τεγκρελ
κοκκινοπρόσωπος κοντός άνδρας με ζωηρά μάτια. Αυτοκτόνησε το 1945, προκειμένου να μην επιβιώσει της ήττας του έθνους του 2. Η αντίσιαση στο βορρά, από το Μαλμεντΰ ως το Μονσκάου, κατέληξε να είναι σκληρή. Ο περίφημος Ομπερστουρμπανφύρερ (Αντισυνταγματάρχης) Σκορτσένυ, ο οποίος είχε απελευθεροίσει το Μουσσολίνι τον Αύγουστο του 19433 και τον με ταφέρει μέσα σ’ ένα αεροπλάνο, είχε αποπειραθεί να εισέλθει αιφνιδιαοτικώς στο Μαλμεντύ με λίγες εκατοντάδες ανδρών που είχε ειδικά εκπαιδεύσει για σκληρό αγώνα. Έχασε ένα μεγάλο αριθμό των στρατιωτών του σε αυτήν τη σύγκρουση, χω ρίς πολλά αποτελέσματα και τραυματίσθηκε. Είχε ένα γδάρσιμο εγκαρσίως του μετώπου του. Έ να φρικτό μαύρο μάτι έδινε μια ακόμα περισσότερο μακάβρια ό ψη στο άσχημα κτυπημένο του πρόσωπο, το αρμολογημένο από ουλές μονομαχιών. Οι V -1 περνούσαν ουρλιάζοντας ακούραστα ημέρα και νύκτα, ξεδιπλώνοντας τις μακριές ουρές τους από κόκκινη φωτιά. Έ νας από αυτούς στριφογύρισε δύο φορές επάνω από το χωριό σε μια κατάσταση παροξυσμικήςτρέλλας, κατόπιν, αηδιασμένος απ’ όλα, βούτηξε με τη μύτη σ’ ένα γειτονικό χωράφι. Επί των χαρτών, η κατάσταση δεν είχε προοδεύσει πολύ μέσα σε τρεις ημέρες. Ή τα ν πάντα τα ίδια ονόματα: Μπαστόν, Σεν Χουμπέρ, Μαρς, Ντινάν, Σινεϋ. Τα γερμανικά σχέδια ήταν σε μεγάλη κλίμακα. Μ πορεί να είχαν εντελώς αντιστρέ φει την κατάσταση στη δύση, τουλάχιστο για αρκετούς μήνες. Ή τα ν ένας τριπλός ελιγμός. Κινούμενοι ταχέω ς ως το Μεύση και τη Βόρειο Θάλασσα δεν ήταν ο μόνος στόχος του σχεδίου, αν και εκείνη ήταν μία από τις σχεδιασθείσες επιχειρήσεις. Μια δεύτερη επιχείρηση σκόπευε να προσβάλλει από τα νώτα και να περικυκλώσειτις Συμμαχικές δυνάμεις οι οποίες ήταν συγκεντρω μένες στα ανατολικά της Λιέγης, στο προγεφύρωμα του Άαχεν. Αυτή θα ήταν μία δύσκολη αποστολή των δυνάμεων του Σεππ Ντήτριχ, των παρατεταγμένων στα βόρεια των Αρδεννών. Μια τρίτη επιχείρηση συνίστατο στο να καθηλώσει το Συμμαχικό στρατό στην Αλσατία. Εκεί επίσης το γερμανικό μέτωπο ήταν έτοιμο για την έφοδο. Ο Χίμμλερ βρι σκόταν στο Ρήνο προσωπικώς, αναμένοντας την επιτυχία του σφηνοειδούς πλήγ ματος στη Λιέγη και στο Σεντάν, στο να επαναλάβει τον ελιγμό του 1940 στη γραμ μή Μαζινό. Η (όθηση προς τη Λιέγη (επιχείρηση υπ’ αριθμόν δύο) δεν είχε γνωρίσει κάποια αποφασιστική επιτυχία στις πρώτες ημέρες. Η γραμμή από τη Λιέγη ως το Άαχεν είχε αντισταθεί. Οι δυνάμεις του Σεππ Ντήτριχ επρόκειτο να επαναλάβουντην επιχείρηση πιο πάνα) στον ποταμό, επίτου Μεύση. Ο ποταμός έπρεπε να περασθεί στο Χουί. Μόνο μετά από αυτό η πραγματική μάχη θα λάμβανε χώρα, η οποία θα απέκοπτε τις διακόσιες χιλιάδες Αγγλο-Αμερικάνους του τομέως του Άαχεν από τα στρατεύματά τους των μετόπισθεν και θα τους περικύκλωνε με όλον τον εξοπλισμό τους.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Ι Ι ρο ς Α ν α τ ο α α ς
325
Ο Σεππ Ντήτριχ μου κατέδειξε την περιοχή Τονγκρ -Σεν-'Γροντ επί του χάρτου, δυτικώςτης Λιέγης. "Δες!", είπε, "Εδώ είναι που θα τους στριμώξω!". Ύ στερα, με μάτια που έλαμπαν, έβαλε το μεγάλο του αντίχειρα κάτω από το όνομα του Άαχεν, την ιερή πόλη της Α υτοκρατορίας. "Άαχεν! Το μήνα Ιανουάριο θα είμαι στο Άαχεν." Το ίδιο εκείνο βράδυ οι μεραρχίες κρούσεως των Waffen SS γλίστρησαν προς τα βορειοδυτικά και απλώθηκαν απέναντι από το Μπορβώ και το Λιερνώ. Ο σταθ μός διοικήσεως του Σεππ Ντήτριχ ήταν εγκατεστημένος στο μΰλο ενός μεγάλου χωρίου, επί ενός δευτερεύοντος δρόμου μεταξύ Χουφαλέζ και Λα Ρος. $ Ή μ α σ τα ν τόσο σ υνεπα ρμένοι με τον σκληρό αγώ να, όσο και οι θεατές. Περάσαμε δια μέσου των δυο Αρδεννοχωριών με τα λευκά τους αγροκτήματα, ε πάνω στους τοίχους το^ν οποίων το "REX" μπορούσε ακόμα να διαβασθεί με με γάλα γράμματα, ζωγραφισμένα τις δονούμενες ημέρες των μεγάλων πολιτικών μας μαχών. Κατήλθαμε τόσο μακριά όσο το χωριό του Στάινμπαχ, λίγα χιλιόμετρα στα βο ρειοανατολικά της Χου 4>αλέζ. Έ να παμπάλαιο κάστρο βρισκόταν εκεί, παγερό κι ερημωμένο, στο οποίο σταματήσαμε τη μικρή μας q>0.\aYYa. Οι Αρδεννοί α γρότες εξήλθαν από τα σπίτια τους και μας καλωσόρισαν με συγκινητική απλό τητα. Ο καθένας τους θυμόταν τους παππούδες μου, οι οποίοι είχαν ζήσει σ’ αυ τήν την περιοχή, ή ανακαλούσαν τις συναντήσεις που είχα κάνει. Μας πήραν να φάμε στις χαμηλοτάβανες αγροικίες τους που φωτίζονταν από αρχαίες πετρελαιόλαμπες. Πατάτες τηγανισμένες σε λαρδί άχνιζαν επάνω σε χαριτωμένα λουλου δάτα πιάτα, όπως στα γεύματα της παιδικής μου ηλικίας. Αυτά τα σκληρά κι ευγενικά πρόσωπα, σμιλεμένα από τη δουλειά στα χωράφια, ήταν τα αγαπημένα πρόσωπα των δικών μας ανθρώπων. Ανασαίναμε ελεύθερα. Τα πνεύματά μας ακτινοβολούσαν. Μέσα στις ζεστές αγροικίες, τις γεμάτες από σκιές, δίπλα στην ξυλοφωτιά που έτριζε γύρω από τις πυροστιές, παραδώσαμε τους εαυτούς μας στη γλυκύτητα του να έχουμε ξαναβρεί τη χ<ύρα μας και τους αν θρώπους μας πάλι.
Τ α Απολεσθέντα Δρομολόγια Έ νας τεράστιος ήλιος συνέχισε να ξεχύνει το χρυσαφένιο του φως επάνω στις μικρές, λευκές κοιλάδες και το μεγάλο καστανοκόκκινο και βιολετί δάσος που σκαρφάλωνε τις πλαγιές των λόφων. Η Συμμαχική αεροπορία ήλθε για να σφυροκοπήσει κάθε εξοχικό δρόμο, κάθε στενό σταυροδρόμι, με όλο και αυξανόμε νη βιαιότητα. Τα βομβαρδιστικά ελίσσονταν με τις εκατοντάδες, γυαλίζοντας σαν ψάρια.
326
A eo n Ν τεγκρελ
Ο Γερμανικός Στρατός είχε προξενήσει μια αισθητή διάσπαση, αλλά δεν είχε αδράξει καμμία από τις δύο πρωταρχικές γραμμές συγκοινωνίας προς βορρά και νότο, τους δρόμους από το Άαχεν στη Λιέγη και από την Τ ριέρ στην Αρλόν. Τα εννιακόσια άρματα μάχης και οι τριακόσιες χιλιάδες άνδρες που έλαβαν μέ ρος στη γερμανική επίθεση είχαν κάνει μια ώθηση κατευθείαν μπροστά από δευτερεύοντες δρόμους, πολύ αργούς για κυκλοφορία. Αυτά τα δρομολόγια είχαν κατακομματιασθεί από τις ερπύστριες των αρμάτων, κατόπιν επικαλυφθεί από το πολύ χιόνι. Το να διασχίσεις τα μικρά χωριά ήταν δύσκολο. Υπήρχαν πολυάριθ μες στροφές μεταξύ των αγροικιών, που ήταν συσσωρευμένες η μία σχεδόν επά νω στην άλλη. Χιλιάδες βομβών έπεσαν επάνω σ’ αυτούς τους δρόμους, κάνοντας εκατό τρύπες σ’ αυτούς και κατακρημνίζοντάς τους σε κάθε πλαγιά. Ύ στερα, τα χωριά και οι αξιολάτρευτες μικρές πόλεις των Αρδεννών ανατινάχθηκαν. Η Χουφαλέζ, που είχε παραμείνει απολύτως ανέπαφη στην πίσω μεριά της απότομης κοιλάδος της, ανάμεσα στους μεγάλους βράχους της κοντά στο τρα γουδιστό ποτάμι της, δέχθηκε επίθεση δύο φορές και συνετρίβη. Μετά την πρώ τη επιδρομή, η πρωταρχική οδός μπορούσε ακόμη να χρησιμοποιηθεί. Τα σπί τια ήταν χαίνουσες τρύπες, αλλά μονοπάτια δια μέσου των ερειπίων είχαν ξεκαθαρισθεί αρκετά γρήγορα. Τ α Συμμαχικά βομβαρδιστικά επέστρεψαν ένα άλλο πρωινό και το μακελειό ήταν πλήρες. Ο δρόμος που κατερχόταν από τα ανατολι κά σε μια καμπύλη ψηλά πάνω από την κοιλάδα, σαρώθηκε από το βράχο. Έμεινε ξεκρέμαοτος επάνω από το γκρεμό. Στην κοιλότητα της μικρής κοιλάδος, μια απομονωμένη αγροικία, περικυκλωμένη από τεράστιες τρύπες βομβών, είχε τη στέγη της σκεπασμένη από χώμα σαν κήπος. Τα έλατα είχαν γίνει γκρίζα και βρώμικα. Η Χουφαλέζ ισοπεδώθηκε. Δεν ήταν πια δυνατό να περάσεις από μέσα της. Στη Λα Ρος, τα ατάκτως υποχωρούντα αμερικάνικα στρατεύματα είχαν αφήσει τη γέφυρα άθικτη. Τα Συμμαχικά αεροσκάφη ήλθαν κατόπιν για να διορθώσουν αυτήν τη μικρή παράλειψη. Οι βόμβες τους μετέτρεψαν τη γοητευτική πόλη σ’ έ ναν τερατώδη σωρό χαλασμάτων, με σωρευμένους νεκρούς πολίτες από κάτω τους. Οι Αρδέννες ισοπεδώθηκαν εντός λίγων ημερών. Ούτε μια πόλη, ούτε ένας δρό μος προς κάπου αλλού, ούτε ένα σταυροδρόμι δεν ξέφυγαν. Ή ταν ένας τρυφερός τρόπος του να διεξάγεις πόλεμο, εις βάρος των γυναικών και των παιδιών που τσακίζονταν στα κελλάρια τους. Αλλά τα μέσα αυτά, τα οποία οι Αγγλο-Αμερικάνοι χρησιμοποίησαν δίχως την παραμικρή αναστολή, απεδείχθησαν συντόμως να είναι αποφασιστικά. Στο τέλος μιας εβδομάδος όλοι οι δρόμοι που χρησιμοποιούνταν από τις φάλαγγες του Ράιχ είχαν γίνει σχεδόν αδιάβατοι. Τεράστιες εφοδιοπομπές συσσιτίων, πυρομαχικών και βενζίνης ήταν υποχρεω μένες να δοκιμάσουν την τύχη τους σε δρόμους φτιαγμένους από κορμούς δέν δρων, στενούς δρόμους όπου τα φορτηγά ολίσθαιναν οτο χιόνι, προξενώντας α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
327
τέλειωτα μποτιλιαρίσματα. Οι Γερμανοί έχασαν τη μάχη των Αρδεννών όχι επί των παρυφών του Μεύση ή της Μπαστόν, αλλά σε αυτά τα δάση από έλατα και οξιές που έβριθαν από χιλιά δες μπλοκαρισμένων οχημάτων. Έ νας στρατός μπορεί να θριαμβεύσει μόνον ό ταν ο εξοπλισμός, το φαγητό, τα πυρομαχικά και τα καύσιμα ακολουθούν ταχέως και σε τακτική βάση. $ Μία πρώτη ήττα απεικόνισε αυτήν τη στοιχειώδη αλήθεια από την αρχή-αρχή. Τα άρματα μάχης που είχαν διεισδύσει προς τη Ντινάν και που θα έπρεπε να εί χαν καταλάβει εύκολα την πόλη, αναγκάσθηκαν να σταματήσουν στο χωριό του Σελλ, οκτώ χιλιόμετρα από το Μεύση, όχι, όπως η γελοία ιστορία διατείνεται ε πειδή μια μέγαιρα που φορούσε γυαλιά τα σταμάτησε, αλλά διότι ξέμειναν εντε λώς από βενζίνη. Τ α γερμανικά άρματα μάχης περίμεναν δύο ημέρες. Οι ασύρ ματοί τους έστελναν ματαίως έκκληση την έκκληση. Ούτε μια τόση δα σταγόνα βενζίνης δεν ήλθε. Στο τέλος, ήταν αναγκασμένοι να πυρπολήσουν τα εξαιρετικά πάντσερ τους. Καθημερινώς το πρόβλημα χειροτέρευε. Εκμεταλλευόμενοι τον αιφνιδιασμό, θα έπρεπε να είχαν διασπάσει από τη μια άκρη ως την άλλη, όπως ο Ρόμμελ το 1940. Ο καρπός ήταν ώριμος. Τα Συμμαχικά μετόπισθεν ήταν κενά: δεν υπήρχε ούτε ένας φραγμός με το που θα περνούσαν τις Αρδέννες. Τα άρματα μάχης του Ράιχ θα είχαν πάρει το Σεντάν και το Σαρλερουά εντός σαράντα οκτώ ωρών. Η βενζίνη δεν ήλθε αν και υπήρχε μια υπεραφθονία αυτής στα σύνορα. Υπήρχαν σταθμοί ανεφοδιασμού αρκετών εκατομμυρίων λίτρων όχι μακράν του Σεν Βιθ. Οι νικηφόρες μεραρχίες της αιχμής του δόρατος βρήκαν τις εαυτούς τις απομο νωμένες κι αποστερημένες καυσίμων, επειδή ο εκτυφλωτικός ήλιος που πλημμύ ριζε τις Αρδέννες από το πρωί ως το βράδυ για δέκα ημέρες, επέτρεψε σε μια α φάνταστη αρμάδα αμερικανικών βομβαρδιστικών να συντρίψουν όλα τα κέντρα επικοινωνιών. Δέκα ημέρες ομίχλης, κάτι που είναι φυσιολογικό στις ομιχλώδεις Αρδέννες, θα είχαν υπάρξει αρκετές για τους Γερμανούς για να μεταβάλλουν την κακή τους τύ χη. Μα η τύχη είχε εγκαταλείψειτο Ράιχ. Και ένας αυγουστιάτικος ήλιος δεν ά φησε ποτέ τα χιονισμένα τοπία του Δεκεμβρίου. & Μέχρι και η επικοινωνία δι’ αγγελιοφόρων ή δια μεμονωμένων μεταφορικών μέ σων είχε καταστεί ουσιαστικά αδύνατη στη διάρκεια της ημέρας. Ίσ α που θα ξε μύτιζε κάποιο επάνω σ’ ένα δρόμο προτού τα Tiefflieger να βουτούσαν κατά του οχήματος. Θα περιφέρονταν σε ζεύγη, ακολουθούμενα από δύο ακόμη, κατόπιν ακόμα δύο για ν’ αποτελειώσουν τη δουλειά. Κάθε χιλιόμετρο δρόμου επιτηρού ταν. Τ α δρομολόγια ήταν κατάσπαρτα με καμμένα φορτηγά και αυτοκίνητα.
328
A eon Ν τεγκρελ
Ή ταν ένα φοβερό θέαμα. Μην έχοντας καθόλου νέα από τη γερμανική διοίκηση για αρκετές ημέρες, προ σπάθησα να φθάσω στο διοικητήριο του Στρατηγού Ντήτριχ από το δρόμο. Μόλις που είχα το χρόνο ν’ ατενίσω το θαυμάσιο γαλάζιο, καφετί και λευκό πανόραμα του υψιπέδου των Αρδεννών, στα μισά του δρόμου μεταξύ Χουφαλέζ και Μπαράκ - Φρετούρ, όταν ένα Tiefflieger ήλθε καταπάνω μας, επιτιθέμενο σχεδόν στο ύψος του κεφαλιού. Δύο σφαίρες μεγάλες σαν τον αντίχειρά μου πέρασαν δια μέσου του κινητήρος· μια άλλη έξυσε το κράνος μου· μια τέταρτη διαπέρασε τα έγγραφά μου, περνώντας ακριβώς μεταξύ των πλευρών μου και του αριστερού μου βραχίονος. Έ να φορτηγό που συναντήσαμε έκανε μια τρελλή πιρουέτα επάνω στην όχθη και μετετράπη σ’ έναν πυρσό. Καταφέραμε να σύρουμε ένα στρατιώτη έξω από τα συντρίμμια, λίγο-πολύ ο λόκληρο. Οι άλλοι, τσακισμένοι κάτω από το βάρος του αυτοκινήτου, κάηκαν ζω ντανοί. Μπορούσαμε να δούμε τους μηρούς τους να τριζοβολούν. Για ένα τέταρ το της ώρας το Tiefflieger εξακολουθούσε να έρχεται πίσω και μπρος με σφοδρό μίσος, πλήττοντάς μας με εμπρηστικές βόμβες εξ επαφής την κάθε φορά. Καθ’ όλο το μήκος των δρόμων ήταν το ίδιο κυνηγητό ανθρώπου και οχήματος.
Ημέρες Αναμονής Π εράσαμετην παραμονή της Πρωτοχρονιάς ανάμεσα στους Αρδεννέζους μας στο Στάινμπαχ. Παντού οι στρατιώτες μου ήταν μέρος της οικογένειας. Οι αγρότες τους φώνα ζαν με τα μικρά τους ονόματα. Μοιράζονταν τα πάντα. Αυτοί οι άξιοι άνθρωποι αποζητούσαν ένα μόνο πράγμα, ειρήνη. Να τους αφήσουν να εργασθούν! Να μην ακούν πια για πολιτική! Να τους αφήσουν στην ησυ χία τους στο σπιτικό τους να νοιασθούν για την οικογένειά τους, τα ζωντανά τους και τα χωράφια τους! Είχαν αρκετό δίκιο και απλώς επαναλάμβαναν στη δική τους απαλή, μακρόσυρτη προφορά τα παράπονα και τις προσδοκίες όλων των αγροτο>ν από της αρχαιότητος. Πήγα να φάω τις πρωτοχρονιάτικες τηγανίτες μαζί τους. Φιλήθηκαν όλοι τα με σάνυκτα χωρίς τελετουργικά, τραχιά φιλιά ηλιοκαμμένων αγροτών και γυναικό κοσμου με φαβορίτες. Αλλά παρακολούθησα τους συντρόφους μου να τραγουδούν με μια βαριά καρ διά. Σκεπτόμουν σχετικά με τα χιόνια, όπου άνδρες αντιπολεμούσαν εκεί μπρο στά στν Μ παστόν, καθ’ όλο το μήκος του Ουρθ, στο Λιερνώ και στο δάσος του Σταβελό. Σκεπτόμουν τις Αρδέννες, κομματιασμένες και καιόμενες μέσα στη λευ κή και ροζνύκτα. Που θα μας έβγαζε αυτός ο νέος χρόνος;
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
329
& Την επόμενη μέρα ε'πρεπε να παραδώσουμε το παγωμένο κάστρο μας σ’ ένα νο σοκομείο εκστρατείας που δεν ήξερε που αλλοΰ να πάει. Οι τραυματίες συνέρεαν από τον τομέα της Μπαστόν. Μετακινηθήκαμε σ’ ένα χωριό τρία χιλιόμετρα μα κριά που ονομαζόταν Λιμέρλ. Θεωρητικώς, ήταν να έχω αναλάβειτη διοικητική αναδιοργάνωση αυτών των περιοχών. Ο επικεφαλής διοικητής των στρατιωτικών επιχειρήσεων, Στρατάρχης Μόντελ, μου είχε μεταφέρει επισήμως και γραπτώς όλη την πολιτική εξουσία στη βελγική επικράτεια που είχε ανακαταληφθεί από τους Συμμάχους. Αλλά πανιού οι δημόσιες υπηρεσίες είχαν φύγει ατάκτως. Οι ιερείς των ενοριών είχαν πράξει το ίδιο. Τρομοκρατημένες από τους Αγγλο-αμερικάνικους βομβαρ δισμούς, οι οικογένειες είχαν ζήσει από τις αρχές Ιανουαρίου όσο πιο καλά μπο ρούσαν, τις πιο πολλές φορές τρυπωμένες στο πίσω μέρος των κελλαριών τους. Εκείνη δεν ήταν η στιγμή να κάνεις διατάγματα και να μεταρρυθμίσεις το σύ νταγμα. Ό λα όσα έπραξα ήταν να δώσω στους κατοίκους της Λιμέρλ και του Στάινμπαχ την παρηγοριά της Λειτουργίας. Ο ιερέας μας των SS, ένας άγιος Τραπιστής του αββαείου του Φορζ-λε-Σιμέ, ο σεβάσμιος Πάτερ Στοκμάνς, βρισκόταν μαζί μας. Και, παρά τα Tiefflieger, οι καμπάνες της εκκλησίας του χωριού κουδούνισαν για να συγκεντρώσουν πολίτες και στρατιώτες σιην ίδια αγάπη, στα πόδια του βωμού του Θεού της ειρήνης και του ελέους. £ Είχα στείλει αγγελιοφόρους σε όλες τις κατευθύνσεις για να πληροφορηθούν σχετικά με την κατάσταση στις περιφέρειες, ν’ απελευθερώσουν τους φυλακισμέ νους συμπατριώτες μας και να συγκεντροόσουν φακέλλους της "Moniteur"4 και άλ λων εφημερίδων. Οι αναφορές των απελευθερωθέντων συντρόφων μας έκαναν το αίμα μας να πα γώσει. Μας περιέγραψ αντη βάρβαρη μεταχείριση που χιλιάδες ανδρών και γυ ναικών από τη μια άκρη του Βελγίου ως την άλλη είχαν εξαναγκασθεί να υποστούν στο όνομα της "δημοκρατίας": φυλακισμένοι υπό απεχθείς συνθήκες, ξυλοκοπημένοι, βασανισμένοι, κατάφορτοι από ατίμωση, όπως επίσης και δολοφονημένοι, διότι είχαν διαφ ορετικές πολιτικές ιδέες από εκείνες των "ελευθερωτών" του Σεπτεμβρίου του 1944. Οι εφημερίδες των Βρυξελλών, της Λιέγης και της Αρλόν, τις οποίες οι α π ε σταλμένοι μας έφεραν πίσω σε μας, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από πλήρεις μί σους και βαρβάρων εκκλήσεων προς το κατώτατο ένστικτο του όχλου. Διένεμαν ως ζωοτροφή στους αναγνώστες τους ατέλειωτες λίστες εντίμων ανθρ(όπων κλει δωμένων σια κελιά των νικητών πολιτικών, μόνο για το ότι είχαν κάποτε συμμερισθείτις απόψεις μας, είτε από κονιά είτε από απόοταση, ή γιατί είχαν εγγράφει'
330
A eon Ν τεγκρελ
ως συνδρομητές στα έντυπά μας. Συνωστίζονταν φΰρδην-μίγδην μέσα σε φυλακές και στρατώνες στον αριθμό των εκατό χιλιάδων περίπου και παραδίνονταν στις βρυχούμενες κτηνωδίες φρενιασμένων φρουρών. Απολΰτως παράνομα, περισσό τεροι του μισού εκατομμυρίου Βέλγων διώκονταν επισήμως κατ’ αυτόν τον τρόπο. Το πιο συγκινητικό θέαμα που μας δόθηκε κατόπιν η ευκαιρία του να γίνου με μάρτυρες ήταν η άφιξη δεκαπέντε περίπου πολύ νέων παλικαριών που δραπέ τευσαν από την ποινική φυλακή στην πόλη του Σεν Χουμπέρ. Αυτό το σωφρονι στικό οίκημα για εγκληματίες και έφηβους παραβάτες είχε μια διαβολική φήμη από πέρα ως πέρα στις Αρδέννες. Ή τα ν εκεί, ωστόσο, που ένας ορισμένος αριθ μός παιδιών οικογενειών Ρεξιστών ήταν επονειδίστως φυλακισμένα. Τα παιδιά αποκόπηκαν από το οικογενειακό περιβάλλον, αντιμετωπίσθηκαν ως πνευματικώς διαταραγμένα παιδιά και εστάλησαν ν’ αναμιχθούν με τους πιο απαίσιους παρα βάτες. Το να έχεις πολιτικές ιδέες διαφορετικές από τις ιδέες εκείνων στην εξουσία εί χε καταστεί έγκλημα τιμωρούμενο με δίωξη και θάνατο. Νέες γυναίκες οδηγούνταν αγεληδόν στη φυλακή για να ξυρισθούν (τα κεφάλια τους), ξυλοκοπηθούν και, συχνά, βιασθούν. Μητέρες μεγάλων οικογενειών αποκόπτονταν βιαίως από τα παιδιά τους και ρίχνονταν βάρβαρα σε υπερπληρωθείσες φυλακές. Γέροι άν δρες ρίχνονταν σε κελιά για το έγκλημα της πατρότητος και αφανίζονταν εκεί εξαιτίας των στερήσεων και της βασανιστικής θλίψης. Αλλά ήταν τα παιδιά τα ο ποία ήταν τιμωρημένα κατά τον κακοηθέστερο τρόπο. Στο όνομα της δημοκρα τίας παίρνονταν εκδίκηση επάνω στις οικογένειες με το να προσπαθούν να μετα τρέψουν τα παιδιά τους, που δεν ήξεραν το παραμικρό από πολιτική, σε βρωμε ρά, διεφθαρμένα και διεστραμμένα πλάσματα. Ό λα αυτά στο όνομα της δικαιο σύνης και του πολιτισμού! Μπορούσαμε να είχαμε εξεγερθεί εναντίον αυτής της αχρειότητος και να τους κάνουμε να εξιλεωθούν γι’ αυτά τα εγκλήματα, τα οποία βοούσαν γι’ ανταπόδοση. Αλλά, ορκιζόμασθε ενώπιον του Θεού, βρισκόμασταν υπεράνω της οργής. Δε χύ σαμε την παραμικρή σταγόνα αίματος κατά τη διάρκεια αυτών των εβδομάδων ό ταν, παρ’ όλα αυτά, οι ψυχές μας θόλωναν από αγανάκτηση. Από τότε, οτιδήποτε σπιλώνει καλλιτέχνες μπορεί να έχει ειπωθεί σχετικά με υποτιθέμενες εκτελέσεις διεκπεραιωμένες από εμάς στις βελγικές Αρδέννες ή με τη σύμφωνη γνώμη μας, σ’ ένα αστυνομικό σενάριο και την πιο απεχθή διαβολή. Γίναμε μάρτυρες του μαρτυρίου των συμπατριωτών μας των συντετριμμένων κά τω από τους Συμμαχικούς βομβαρδισμούς και των περικυκλωμένων από τη μάχη. Δεν επιθυμούσαμε να προσθέσουμε κι άλλα σε μια τόσο μεγάλη δυστυχία. Γνωρίζαμε επίσης πως τίποτα το μεγάλο δεν μπορεί να κτισθεί επάνω στην εκδί κηση. Επιθυμούσαμε να συμβιβάσουμε τα διαφορετικά στοιχεία του λαού μας, να καταπραϋνουμετα μίση αντί να τα παρατείνουμε με αιματηρά αντίποινα. Ούτε έ νας και μοναδικός ανάμεσά μας δεν παραβίασε αυτές τις εντολές της αδελφοσύνης.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α ν α ίό λ α ς
331
Έ να Πρωινό Η ουσία για τους Γερμανούς στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1944 ήταν το ν’ απο κόψουν, να περικυκλώσουν εγκαίρως και να συντρίψουν το Συμμαχικό στρατιω τικό δυναμικό επί του Δυτικού μετώπου. Η μάχη αφανισμού διέφυγε της γερμα νικής διοικήσεως με το τέλος της μιας εβδομάδος. Εξήντα ώρες είχαν υπάρξει αρκετές για τα μηχανοκίνητα στρατεύματα του Ράιχ στο να επιτύχουν μια εκθαμβωτική διείσδυση δια μέσου του συνόλου του υψιπέ δου των Αρδεννών. Είχαν φ θά σει στη μεγάλη σ ιδη ρ ο δ ρ ο μ ικ ή γραμ μ ή Λουξεμβούργου - Βρυξελλών, στη Ζεμέλ. Με μέτωπο προς δυσμάς, είχαν διασχί σει τους δρυμούς και τα βουνά από το ένα άκρο ως το άλλο. Οι γερμανικές μ ε ραρχίες είχαν ξεχυθεί μέσα στις εκτεταμένες πεδιάδες της Κοντρόζ και της Λα Φαμέν. Η Συμμαχική άτακτη φυγή βρισκόταν ακόμη στην κορύφωσή της μετά από τρεις ημέρες. Εάν οι Γερμανοί είχαν καταφέρει ν’ ανεφοδιάσουν τα πάντσερ τους και τις μηχανοκίνητες μεραρχίες τους με καύσιμα και πυρομαχικά, μπορούσαν εύκολα να έχουν κρατήσει την πλεονεκτική τους θέση μέχρι τέλους στη μέγιστη ταχύτητα. Ακόμα και στα τέλη του 1944, αυτές οι μεραρχίες ήταν αξιόλογα εξοπλισμένες. Φυσικά, υπήρχαν μονάδες αντικαταστάσεως για τη συνήθη δουλειά, ιδιαιτέρως προσωρινής εμπλοκής στρατεύματα από γκριζόστολους Μογγόλους, οι οποίοι αποδεκατίσθηκαν μέσα σε ορυμαγδό στα χιόνια της Μπαστόν. Τα άρματα μάχης του Στρατηγού Μαντώυφελ, ωστόσο, που είχαν προελάσει ως το κατώφλι της Ντινάν, οι "Τίγρεις" του Σεππ Ντήτριχ, τα ολοκαίνουργια φορτη γά των μηχανοκίνητων στρατευμάτων: ήταν όλα ακόμη ικανά να φέρουν εις πέ ρας μια τολμηρή κι εντυπωσιακή επιδρομή. Υπήρχαν μόνον εννιακόσια άρματα μάχης για την έφοδο όλα κι όλα, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά πόσα είχε ο Ρόμμελ στην Α μπεβίλτο 1940 και στο Ελ Αλαμέιντο 1942; Πόσα είχαν οι Βρετανο-αμερικάνοι κατά την είσοδό τους στις Βρυξέλλες και στο Άντβερπ την 3η και 4η Σεπτεμβρίου του 1944; Ο αιφνιδιασμός των Συμμάχων στις Αρδέννες υπήρξε πλήρης. Οι δρόμοι ήταν ορθάνοικτοι. Πενήντα χιλιάδες μηχανοκίνητοι στρατιώτες πλήττοντας σφηνοειδώς στα Ναμύρ, Αντέν και Χουίτην 26η ή 27η του Δεκεμβρίου θα ήταν ικανοί να έχουν αμέσως διασφαλίσει το πέρασμα του Μεύση. Ή ταν ακριβώς την ώρα αυτή που η Συμμαχική αεροπορία, κάτω από έναν καυ τό ήλιο, τσάκισε τη δυνατότητα των μαζικών κινήσεων και της μεταφοράς καυσί μου επί της γης. Η δυσχέρεια χειροτέρευε καθημερινώς. Η Γερμανία έχασε τη χρήση των κινη τήρων της. Δεν μπορούσε πια να καταφέρει καν να εξασφαλίσει προμήθειες στα στρατεύματα τα σταλμένα εκατόν πενήντα χιλιόμετρα μπροστά από τη γραμμή
332
Λ εον Ν τεγκρελ
Ζίγκφριντ. Η κατάσταση αυτών των μεραρχιών θα γινόταν πσλΰ γρήγορα απελ πιστική. Εάν ο Σεππ Νήτριχ δεν είχε κατορθώσει να συντρίψει το βόρειο θύλακο μέσα σιη σιδερένια του γροθιά, οΰτε και ο Στρατηγός Μαντώυφελ είχε καταφέρει να εκ καθαρίσει το αριστερό του πλευρό στα νότια της Μπαστόν. Θα έπρεπε να είχαν αναγκασθεί να καταλάβουν τις Αρλόν και Βιρτόν δίχως να επιφέρουν το παραμι κρό πλήγμα, για να μεγεθύνουν τη ζώνη ασφαλείας. Εκεί, όπω ς στο Μ αλμεντΰ, βρέθηκαν αρκετές χιλ ιά δες πεισμ ατάρη δω ν Συμμάχων, οι οποίοι τους αντιμετώπισαν μ’ ένα θάρρος προς το οποίο κάθε στρα τιώτης είναι ευαίσθητος. Αντί να υποχωρήσει ατάκτως, παίρνει παράδειγμα από πολλούς άλλους. Άφησαν τους εαυτούς τους να κυκλωθούν, άντεξαν το πλήγμα και κέρδισαν τις ημέρες που χρειάζονταν. Η αντίσταση στη Μπαστόν επιβάρυνε όλη την αριστερή πτέρυγα της επιθέσεως του Ράιχ. Η Μπαστόν, όπως το Μαλμεντύ, μπορούσε να έχει εύκολα παρθεί, εάν οι τεθωρακισμένες μεραρχίες, επανεφοδιασμένες εγκαίρως, είχαν καταφέρει να εκμεταλλευθούντην αρχική κρούση, να κινηθούν πάρα πολύ, σπέρνοντας σύγχυ ση, καταλαμβάνοντας αποθήκες υλικού, αφανίζοντας δυνητικές ανασυντάξεις και αντεπιθέσεις. Επειδή ο ήλιος έβαλε τους Γερμανούς σε μια καταστροφική κατά σταση από την τρίτη ημέρα και μετά, το Μαλμεντύ και η Μπαστόν, απομονωμέ να σημεία αντιστάσεως που θα είχαν καταδικασθεί με την κανονική εξέλιξη των γεγονότων, κατάψεραν να παίξουν έναν κυρίαρχο ρόλο. Με το τέλος μιας μόλις εβδομάδος, η ζωή είχε γίνει τελείως αφόρητη για το Στρατάρχη Μόντελ. Οι μεραρχίες του ήταν εμπεπλεγμένες στα νοτιοδυτικά, στο τέρμα ενός περάσματος μάκρους εκατόν πενήντα χιλιομέτρων, το οποίο μπορού σε ν’ αvεq>oδιασθεί από δευτερεύοντες δρόμους μόνον, σφυροκοπουμένων τώρα μεθοδικώς, ή από χιονισμένα μονοπάτια που ήταν απερίγραπτα μποτιλιαρισμένα. Κατά μήκος των πλευρών αυτού του αδιεξόδου, πολύ πίσω των προκεχωρημένων γερμανικών στρατευμάτων, η Αγγλο-αμερικάνικη μέγγενη των Μαλμεντύ - Μπαστόν έσφιγγε όλο και περισσότερο καθημερινώς. Το Συμμαχικό σχέδιο για μία διπλή έκτων πλαγίων αντεπίθεση στο εγγύς μέλ λον ήταν ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Δεν υπήρχε πια η παραμικρή αμφιβολία όσον αφορά το αποτέλεσμα της μονομαχίας. Οι Γερμανοί ήταν πραγματιστές. Η κίνηση της αποσύρσεως ξεκίνησε αμέσως. Συνοδευόταν από τη λεπτόλογη ακρίβεια και τέλεια ψυχραιμία που πάντοτε χα ρακτήριζαν τις διαταγές της Ανωτάτης Διοικήσεως του Ράιχ. Οι μεραρχίες των Waffen SS τοποθετήθηκαν επί αμφοτέρων των πλευρών οτα πιο αμq)ίppoπα σημεία, ενώ οι νικητές των Χριστουγέννων απεμπλέκονταν μεθο δικούς, οταδιακώς, απάτην περιοχή της Μασάν, κατόπιν από τα Σεν Χουμπέρ και Μαρς, ύστερα από την κοιλάδα του Ουρθ. Οι αμερικάνικες δυνάμεις ανερχόμενες από το νότο και οι βρεταννικές δυνάμεις
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
333
κατερχόμενες από ο βορρά πλησίαζαν όλο και πιο κοντά μεταξύ τους, απειλώντας διαρκώς να κόψουν στα δύο, ακριβώς στη με'ση, την κορδέλλα τριακοσίων χιλιά δων υποχωρούντων Γερμανών στρατιωτών που εκτεινόταν από τον Ουρθ ως το Άιφελ. Στην αρχή της δεύτερης εβδομάδος του Ιανουαρίου μόνον ένας διάδρομος πλά τους είκοσι περίπου χιλιομέτρων παρέμενε μεταξύ των δύο κυμάτων των επιδρο μέων, των βρεταννικών και των αμερικανικών δυνάμεων. Στο τέλος, ένας και μόνο δρόμος παρέμεινε, δια του οποίου ο γερμανικός ελιγ μός μπορούσε να συνεχίσει. Ζούσαμε μέσα σε ημέρες και νύκτες αφόρητης εντάσεως. Α\Λά το συναίσθημα που κυριαρχούσε σε μας ήταν ο θαυμασμός. Ούτε ένα τάγμα δεν έχασε το ηθικό του. Οι στρατιώτες, διαπαιδαγωγημένοι με το ασύγκριτο ήθος της πειθαρχίας του γερμανικού λαού, αποδέχθηκαν αυτήν την απόσυρση ως και με την ίδια διάθεση που είχαν επιδείξει δύο εβδομάδες νωρίτερα, στην ώθηση πέρα από τις όχθες του Ουρθ. Δια μέσου των παγερών νυκτών, καθώς το απροσμέτρητο γιάνκικο και βρετανι κό πυροβολικό βροντούσε ολόγυρα, χιλιάδες Γερμανών στρατιωτών ξεγλίστρη σαν προς τα ανατολικά. Άρματα μάχης σε επιφυλακή τοποθετήθηκαν σε κάθε δια κλάδωση του δρόμου σαν πελώ ρια σκυλιά φύλακες μέσα στο σκοτάδι. Ασθμαίνοντας, πυροβολούσαν τις γλο^σσες τους από φωτιά προς τα πίσω. Οι φ ά λαγγες προχωρούσαν μέσα στο χιόνι, σκυφτά, σιωπηλά, σε τάξη. Είχε τελειώσει. Είχαμε προσπαθήσει. Είχαμε αποτύχει. Οι στρατιώτες έφυγαν όπως είχαν έλθει, προς νέες μάχες, ο Θεός μόνο γνώριζε που, προς νέες κακουχίες, ο Θεός μόνο γνώριζε πόσο μεγάλες. Ούτε το ελάχιστο μουρμουρητό δεν ακουγόταν. Το καθήκον ήταν καθήκον. Dienst ist Dienst. £ Ενώ ο Στρατάρχης Μόντελ έλισσε τις έξοχες μεραρχίες του της W ehrmacht και των Waffen SS στις Αρδέννες, άλλες, ισοδύναμα δοκιμασμένες και ισάξια καλοεξοπλισμένες μεραρχίες, περίμεναν μάταια καθ’ όλο το πλάτος της Αλσατίας για τη διαταγή να προελάσουν δια μέσου του ανατολικού τμήματος του γαλλικού ε δάφους. Ο Χίμμλερ επέμεινε σ’ αυτό το σχέδιο. Προσκολλήθηκε γερά σε αυτό ως το τέ λος, ακόμη και μετά που η υποχώρηση από τις Αρδέννες είχε αρχίσει. Για κάθε παρενόχληση των σχεδίων του αντιπάλου, ακόμα και με μεγάλο κόστος, κάθε α ταξία στη σχολαστική επεξεργασία των εξακοντισμένων του επιθέσεων, προσέφερε ένα ανυπολόγιστο πλεονέκτημα για το Ράιχ, τώρα περισσότερο από ποτέ. Εάν μπορούσαμε να κερδίσουμε δύο ή τρκον μηνών αναβολή, μπορεί ακόμα να
334
A eon Ν τεγκρελ
καταφέρναμε να δημιουργήσουμε και χρησιμοποιήσουμε νέα όπλα ακριβώς ε πάνω στην ώρα για ν’ αντιστρέφουμε την κατάσταση. Με έναν υπεράνθρωπο η ρωισμό, η Γερμανία προσπάθησε τα πάντα, ωθούμενη από αυτήν την τελευταία ελπίδα. Έτσι, η αλσατική επίθεση έμεινε στο πρόγραμμα. Η εξαπόλυσή της ορίσθηκε για τα μέσα Ιανουαρίου του 1945. Σε αυτήν ακριβώς τη στιγμή, ένα παλιρροιακό κύμα σοβιετικώ ν α ναπήδησ ε πάνω από τη Β αρσοβία και ρ ίχθη κ ε κατά των Ντάνζιγκ, Πόζεν και Μπρεσλάου. Το Βερολίνο βρισκόταν σε θανάσιμο κίνδυνο. Το μεγάλο όνειρο της απελευθερώοεως της Δύσεως κατέρρευσε. Και οι μεραρ χίες που επέστρεφαν από τις Αρδέννες, όπως επίσης κι εκείνες που ανέμεναν για δράση στην Αλσατία, έφυγαν βιαστικά για το απεχθές σφαγείο της Ανατολής. Μείναμε στο Λίμερλε μέχρι που τα Συμμαχικά άρματα μάχης ήταν κοντά. Για τις τελευταίες τρεις ημέρες, η γερμανική διοίκηση είχε επανεγκατασταθεί επί του εδάφους του Ράιχ. Ό σ ο για μας, ήταν η γη της καταγωγής μας που έπρεπε ν’ αφήσουμε, η χώρα μας, οι άνθρωποί μας. Δεν μπορούσαμε να ξεκολλήσουμε τους εαυτούς μας από αυτό το τελευταίο χωριό. Π αρ’ όλα αυτά, δεν είχε μείνει απολύτως τίποτα για να κάνουμε εκεί. Ό λη η ελπίδα για να σώσουμε την κατάσταση ήταν νεκρή. Περιπλανηθήκαμε στο χιόνι γύρω από το σπίτι για να κοιτάξουμε στα λιβάδια που άσπριζαν, ο καπνός να υψώνεται μακριά από τις στέγες των μικρών αγροι κιών, το κωδωνοστάσιο από σχιστόλιθο, όπως τα γαλάζια κωδωνοστάσια της παι δικής μας ηλικίας. Οφείλαμε να πάρουμε την απόφαση. Φιλήσαμε την καλή γριά Αρδεννέζα μαμά η οποία μας προσέφερε στέγη. Ή τα ν το τελευταίο φιλί της χώρας μας. Κάναμε το γύρο μιας ακόμη μακριάς ροζ αγροικίας και κατά μήκος των μαύρων ελάτων. Τα σύνορα ήταν κλειστά. Γιοίτης Ευρώπης, ήμασταν επίσης γιοίτη ς δικής μας μ ι κρής πατρίδος. Οι καρδιές μας ξεσχισμένες, κλείσαμε τα μάτια μας έτσι ώστε να μη βλέπουμε άλλο πια.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΝΕΑ
Μ α χ η Μ έ χ ρι Θ α ν α τ ο υ Σ τ η ν Π
ο μ ε ρ α ν ια
πανίσχυρη σοβιετική ώθηση στα μέσα Ιανουαρίου του 1945 σημάδεψε τοτέλοςτου πολέμου στηΔΰση. Υπήρχε ακόμα μάχη. Υπήρχαν απελ πισμένοι, σκληροί αγώνες μεταξύ του Άαχεν και του Ρήνου όταν οι Σύμμαχοι, συνελθόντες από την αξιομνημόνευτη σπρωξιά του Δεκεμβρίου του 1944, προχώρησαν πάλι εμπρός. Αλλά ο κίνδυνος στην Ανατολή ήταν τέτοιος που η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση ήταν αναγκασμένη να διαλέξει. Θυσίασε το Δυτικό Μέτωπο, το οποίο απογύμνωσε από τις ισχυρές μεραρχίες του και ένα ση μαντικό μέρος των αρμάτων μάχης του. Δεν απέμεινε τίποτα στην αριστερή όχθη του Ρήνου παρά ένα παραπέτασμα στρατευμάτων. Οτιδήποτε μετρούσε ρίχθηκε στον ανηλεή αγώνα που διεξαγόταν μεταξύ του Βιστούλα και του Ό ντερ. Ποτέ οι Σοβιετικοί δεν είχαν στείλει μια τέτοια δύναμη στη μάχη, ούτε μια τέ τοια άσωτη ποσότητα υλικού. Τ α πάντα έσπαζαν σα σάπιο ξύλο στο πέρασμά τους. Το Αοτζ έπεσε. Το Πόζεν έπεσε. Τ α ρωσσικά τεθωρακισμένα κυλούσαν με τις χιλιάδες προς τα Μ πρόμπεργκ και Μπρεσλάου. Η ανατολική Πρωσσία συνετρίβη. Το λείψανο του προέδρου Χίντεμπουργκ διεσώθη βιαστικά, προτού το πε ρίφημο μνημείο του Τάνενμπεργκ ανατιναχθεί. Αυτό το παλιρροιακό κύμα εξαπλωνόταν. Χιλιάδες χωριών καίγονταν και το ά γριο μουγκρητό των αρμάτων μάχης αντηχούσε ακόμα και εντός του εδάφους του Ράιχ, σπέρνοντας τον τρόμο. Ο Χ ειμώ νας ήταν ιδια ίτερ α σκληρός εκείνον το μήνα. Μ προστά στους
Η
336
A eo n Ν τεγκρελ
Κομμουνιστές, την ασπλαγχνία των οποίων κάθε Γερμανός φοβόταν, οι κάτοικοι των απειλουμένω ν περιοχώ ν έφευγαν πανικόβλη τοι κατά εκατομμύρια. Επιζήσαντες που είχαν δει την εξουσία της σοβιετικής κατοχής απαριθμούσαν τις αισχρότητες που είχαν δ ια π ρ α χ θ ε ί στα χω ριά που ήταν ακόμη ανέγγιχτα. Επαρχίες ολόκληρες έφευγαν πανικόβλητες. Οι πληθυσμοί των μεγάλων κέντρων φορτώθηκαν σε όλα τα βαγόνια που μπο ρούσαν να κινηθούν και έμεναν ακόμα στους σταθμούς. Δεκάδες χιλιάδες γυναι κοπαιδών ήταν αναγκασμένα να μείνουν έξω στη θύελλα για ημέρες και νύκτες κάθε φορά, πενήντα ή ογδόντα άτομα να στέκονται επάνω σε ανοικτά βαγόνια. Πολλοί πέθαναν από το ψύχος στην πορεία. Σε κάθε οχηματοπομπή μωρά πά γωναν κολλημένα στα στήθη των μανάδων τους. Τα αναχώματα των σιδηροδρο μικών γραμμών ήταν διάσπαρτα με ξυλιασμένα κουφάρια, πεταμένα από τα τραί να για να κάνουν μια σταλιά χώρο για άλλους ασθμαίνοντες φυγάδες. Επάνω σιη γραμμή, κοντά σιο Μπρεσλάου, ένα τραίνο είχε εγκαταλειφθεί εκα τόν σαράντα δύο πτώματα μικρών αγοριών και κοριτσιών κείτονταν παγωμένα ε πάνω στα ακάλυπτα βαγόνια. Το κάτωχρο καραβάνι που είχε βρεθεί στους δρόμους για μια ή δυο εβδομάδες καθοδηγήθηκε να προσπεράσει το Βερολίνο από την περιφερική εθνική οδό, έ τσι ώστε να μην τρομάξει τον πληθυσμό της πρωτεύουσας. $ Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1945, η Μεραρχία μας έλαβε επίσης τη διαταγή να φύγει για το Ανατολικό Μέτωπο μέσω του Στεττίν. Ο μεγάλος αυτοκινητόδρομος (υπερ-εθνική οδός) από το Βερολίνο ως το Στεττίν δεν ήταν παρά ένα γιγαντιαίο μονοπάτι μαρτυρίων. Υπήρχαν ίσως διακόσιες ή τριακόσιες χιλιάδες γυναικοπαιδών επί αυτού, αναμαλλιασμένα, τα πρόσωπά τους ρημαγμένα από το δριμύ ψύχος. Οι φάλαγγες των χιλιάδων των κάρων μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη δεξιά μόνον πλευρά της εθνικής οδού, διότι ένας πόλεμος συνεχιζόταν. Συνεχιζόταν σε μια τέτοια έκταση, που φοβερά σμήνη σοβιετικών αεροσκαφών εξακολουθούσαν σταθερά να έρχονται για να μασιιγώσουν αυτές τις αξιολύπητες γραμμές, αδια φορώντας για την καταφανή τους αοπλία. Τα κάρα ήταν τόσο κοντά το ένα με το άλλο που κάθε ριπή βομβών προξενούσε μια νοσηρή σφαγή. Τα άλογα παράπαιαν ανάμεσα στ’ αναποδογυρισμένα κάρα, τα ζεστά τους εντόσθια σκορπισμένα στο χιόνι. Γυναίκες και μικρά έμεναν κολ λημένοι στα συντρίμμια, καφέ τρύπες στις πλάτες τους. Το αίμα έπεφτε σε μεγά λες σταγόνες επάνω στις μαύρες κάλτσες τους. Κόκκινα του αίματος παπλώματα με πούπουλα φτερούγιζαν στον αέρα. Αυτοί οι βασανισμένοι άνθρωποι βρίσκονταν κοντά στο να κατέλθουν μήνα με το μήνα οτα απώτατα βάθη της χειριστής των τραγωδιών, τη φρικτότερη που εί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
337
χε γνωρίσει ποτέ ο κόσμος. Είχαν υπομείνει χρόνια στερήσεων και αφάνταστου βομβαρδισμού. Είχαν μά θει για το θάνατο ενός γιού, δύο γιων, του πατέρα τους, που έπεσαν ποιος ξέρει που στα ρωσσικά χιόνια. Το5ρα ήταν κατά εκατομμύρια κυνηγημένοι στους δρόμους, έχοντας χάσει τα πάντα, παγώνοντας μέχρι θανάτου. Τώρα, ριπές από εμπρηστι κές σφαίρες αποτελείωναν τη δουλειά της ανεύρεσης και παρακολούθησής τους, καταδιώκοντάς τους, ακρωτηριάζοντάς τους. Εάν μόνον είχαν φθάσει τουλάχιστον στο τέρμα των μαρτυρίων τους. Αλλά κα θώς παρακολουθούσαμε την τραγική τους παρέλαση ν’ απλώνεται δίχως τελειω μό, σκεπτόμασθαν για τις χιλιάδες των σοβιετικών αρμάτων μάχης που τους ακο λουθούσαν κατά πόδας. Γνωρίζαμε ότι σήμερα ή αύριο θα κατέληγαν πέφτοντας στα χέρια των βαρβάρων όπως και να είχε, ότι αυτά τα νεαρά κορίτσια, τα τόσο α γνά και υγιή, θα βιάζονταν, μιαίνονταν, μολύνονταν, ότι χιλιάδες μωρών θα πέθαιναν από έλλειψη γάλακτος, ότι αυτές οι γιαγιάδες που αγωνίζονταν σκληρά ε νάντια στο βορινό άνεμο θα ήταν μια ημέρα μονάχα άψυχα μαύρα δεμάτια στο τέρμα όλης της αθλιότητος και των στερήσεων. Τι το καλό θα έβγαινε με το να το βάλεις στα πόδια; Έ πρεπε να σταματήσεις και να περιμένεις, να περιμένεις για τους Σοβιετικούς οι οποίοι θα άνοιγαν δια της βίας τα πόδια σου, να περιμένεις να δεις τη στέγη σου να καίγεται. Το ένστικτο της επιβιώσεως, ωστόσο, τις ωθούσε, πεισματάρικες και θρηνού σες, στους χαώδεις δρόμους. Πέρασα τον Ό ντερ και πήρα το δρόμο προς ανατολάς στα δεξιά. Επάνω στις ό χθες και στους λόφους χιλιόμετρα χαρακωμάτων κατασκευάζονταν πυρετωδώς στην άμμο που αμέσως υποχωρούσε. Φορτηγά ξεφόρτωναν χιλιάδες καινούργιων φτυαριών σε χιλιάδες επιστρατευμένων γυναικών. Άρχισα να προσπερνώ τους στρατιώτες μου, αποβιβασθέντες στο σταθμό του Στεττίν, οι οποίοι άνοιγαν το δρόμο τους προς το Στάργκαρντ. Και ήταν, πράγ ματι, ένας πολύ άσχημος δρόμος. Τραβούσαν τα οχήματά τους σαν επιταγμένα ζώα. Τα άλογά μας δεν είχαν φθάσει στην ώρα τους. Οι στρατιώτες είχαν αναλάβει το κουράγιο τους και στα δυο τους χέρια, είχαν βάλει τους εαυτούς τους στο ζυ γό, γελώντας, και με τον τρόπο εκείνο κάλυψαν τα τριάντα δύο χιλιόμετρα του χιο νιού που μας χώριζαν ακόμα από τον εχθρό. Οι στρατιώτες επευφημούσαν το Φολκσβάγκεν μου καθώς περνούσα, ευτυχείς που έφθανα στη μάχη και ξέροντας πως ήμουν μαζί τους. Ακολούθησα κατά μήκος της λίμνης Μάντουε, η οποία εκτεινόταν αρκετά μ α κριά προς το νότο, κατόπιν είδα τους μεγαλοπρεπείς πύργους, τετράγωνους και κόκκινους, των εκκλησιών του Στάργκαρντ. Οι παμπάλαιες πύλες της πόλεως, ε πίσης από τούβλο, διέθεταν μια υπέροχη χάρη και μεγαλοπρέπεια. Η πόλη χρονολογούταν από τον ύστερο Μ εσαίωνα. Ό λ η η ύ π α ιθρ ο ς της Πομερανίας είχε μια γοητεία που ήταν εκ βαθέων, δυνατή και θλιμμένη, με τους
338
A eo n Ν τεγκρελ
όμορφα πολυκαιριασμένους τοίχους, τον πολύχρωμο ουρανό, τους καλυμμένους με έλατα βάλτους, τις ωχρές λιμνούλες όπου πλατσούριζαν βάρκες. Το σύνολο του πληθυσμού βρισκόταν στη διαδικασία της φυγής. Το Στάργκαρντ ήταν σα μια πολύβουη υπαίθρια αγορά. Άνθρωποι έσπευδαν βιαστικοί από πα ντού. Κατέληξα σ’ ένα σχολείο στο σταθμό διοικήσεως του στρατηγού του επιφορτι σμένου με την υπεράσπιση της περιοχής. "Να ’σαι!" φώναξε. Συνολικώς, διέθετε δύο άρματα μάχης, τα απομεινάρια κάποιων αταίριαστων στρατευμάτων και λίγα τάγματα των γηραιών κυρίων της Volkssturm ^ Το πρωι νό εκείνο οι Σοβιετικοί βρίσκονταν δεκαπέντε χιλιόμετρα μακριά.
Προ του Στάργκαρντ Μέσα στο δεύτερο ήμισυτου Ιανουαρίουτου 1945, οι στρατιές της Ε.Σ.Σ.Δ. όρμησαν εντός της γερμανικής επαρχίας της Πομερανίας με τη βιαιότητα ενός ανε μοστρόβιλου.Τους νομίζαμε ακόμα στο Μ πρόμπεργκ, όταν ένα από τα ανιχνευτικά τους άρματα μάχης, που προήλασε μπροστά σαντρελλό, εμφανίσθηκε στο σταθμό του Σχνάιντεμουλ. Η σοβιετική επίθεση είχε τρεις αιχμές που γρήγορα μπήχθηκαν σα λόγχες μέ σα στην α ρ χα ία π ομ ερανικ ή γη: μία προς τα ανατολικά για ν’ α π ο κ ό ψ ει το Ντάντσιχ από το Ράιχ· μια άλλη προς τη φημισμένη πόλη του Κόλμπεργκ, επί της Βαλτικής· η τρίτη προς το Στεττίν. Το Στάργκαρντ ήταν η τελευταία μεγάλη πόλη που έμενε να καταληφθεί επί της οδού του Στεττίν, μόλις τριάντα έξι χιλιόμετρα από τον κάτω Ό ντερ. Ό τα ν φθάσαμε στο Στάργκαρντ το πρωί της 6ης Φεβρουάριου του 1945, η κατάσταση ήταν σχεδόν απελπιστική. Τα σοβιετικά άρματα μάχης είχαν διεισδύσει βαθιά στα νό τια, νοτιοανατολικά και νοτιοδυτικά της πόλεως. Η άμυνα ήταν μόλις κάπου στο μηδέν, έχοντας εναποτεθεί στα χέρια των θαρ ραλέων γερο-"μπαμπάδων" της Volkssturm, οι οποίοι έκαναν τα πάντα που μπο ρούσαν, μα έδρεπαν περισσότερη βρογχίτιδα α π ’ όση νίκη. Ή τα ν σημαντικό το να βουλώσουμε τη χαίνουσα οπή στο νότο. Σταλθήκαμε α μέσως στα Κρέμτζοβ και Ρέππλιν, πόλεις ευρισκόμενες δέκα χιλιόμετρα από το Στάργκαρντ, επί της οδού του Αρνσβάλντε. Ο δρόμος διέσχιζε μια απλωμένη έκταση από πού ομαλά κυματιστά λιβάδια, λί γων μόνο χιλιομέτρων πλάτους και κατοικούμενης από έξι χωριά μεταξύ των δύο ποταμών του Ί ν α - τον κανονικό Ίν α που πήγαινε μονότονα την πορεία του χωρίς την παραμικρή έξαρση πνεύματος και τον πολύ περισσότερο συμπαθή τεμπέλι κο Ίνα , ο οποίος ονειροπολούσε στην πορεία τόυ και έκανε καλοκάγαθες καμπύ λες, είτε λόγω αφηρημάδος, είτε γιατί είχε εντοπίσει μια μικρή τοποθεσία πιο χα ριτωμένη από τις άλλες. Παρά τη διαφορετικότητα του χαρακτήρος, οι δύο Ίν α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
339
ενώνονταν μαζί στο τέρμα της διαδρομής τους, όπως ένα ζευγάρι αργά στη ζωή συμφιλιωμένο. Ο μονός Ίν α κατόπιν έρεε δια μέσου των βορείων δασών για να ε κβάλλει στο Στεττίνερ Χαφφ. Είχα λάβει ρητές διαταγές. Στηρίζονταν επάνω μας. Μέσα σε λίγες ημέρες τα γερμανικά άρματα μάχης θα ήταν εκεί. Στο μεταξύ, το Στάργκαρντ όφειλε να σω θεί. Εάν ήταν να παραχωρήσουμε έδαφος, τα σοβιετικά άρματα μάχης θα σάρω ναν την πόλη μέσα σε μια ώρα. Από το πρώτο κιόλας λεπτό έστειλα άνδρες στο ακρότατο όριο του τομέως, στο χω ριό του Ρέππλιν. Έ να σοβιετικό απόσπασμα κατέφθασε εκεί λίγο μετά από εμάς. Η θέση ήταν καλή και για ους δυο, εκείνους κι εμάς, διότι δέσποζε σ’ όλα τα πε ρίχωρά της. Μία περίπολος Κομμουνιστών υποτίθετο πως θα το είχε ασφαλίσει αρκετές ώρες ενωρίτερα, ενώ η κωμόπολη ήταν ακόμα άδεια. Έτσι, το εχθρικό α πόσπασμα έκανε ξένοιαστα τη βόλτα του. Οι άνδρες μας άφησαν τα οχήματα και τους στρατιώτες να διεισδΰσουν βαθιά εντός του χωρίου, υστέρα τους επιτέθηκαν από κάθε κατεύθυνση. Έ νας και μοναδικός κόκκινος στρατιώτης διέφυγε μέσα από το νεκροταφείο. Η πρώτη αψιμαχία φόρμαρε τους παράτολμούς μου και μας έδωσε σαράντα ο κτώ ώρες για να οργανωθούμε. Η ομίχλη έγινε πυκνότερη. Άρχισε να βρέχει. Μια λάσπη σα μαστίχα κολλού σε και ρουφούσε τα άρβυλά μας. Περιχαρακώσαμε τους εαυτούς μας μέσα σε μα κριά σιλό για τευτλόριζες για ν’ αποφύγουμε το νερό που μαζευόταν μέσα στα α τομικά ορύγματα. Οι Κομμουνιστές έκαναν επικίνδυνη πρόοδο στα νοτιοδυτικά, καταλαμβάνο ντας μεγάλα χωριά επί της δεξιάς μας πτέρυγος. Οι φωτιές έφτιαχναν βρώμικες ροζ μουντζούρες στις βροχερές νύκτες. Η θρασύτης των σοβιετικών τεθωρακισμένων ήταν απίστευτη. Επιστρέφοντας από το Στάργκαρντ όπου είχα μεταβεί για διαταγές, είδα ένα να κατηφορίζει κα ταπάνω μου. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή βρισκόμουν επτά χιλιόμετρα πίσω από τις θέσεις μας. Το άρμα μάχης είχε έλθει μέσα από την εξοχή ως τον ασφαλτοστρω μένο μας δρόμο. Προχωρούσε στα ανοικτά, ολομόναχο. Έ νας Γερμανός που ευ τυχώς έφερε ένα παντσερφάουστ κρύφθηκε σ’ ένα σύδενδρο και το ανατίναξε κα θώς περνούσε. Στο πορτοφόλι του νεαρού Ρώσσου αξιωματικού, ο οποίος είχε χαθεί μαζί με το άρμα μάχης, βρήκα μια επιστολή την οποία πρέπει μόλις να είχε γράψει. Έ γραφε θριαμβευτικά στην οικογένειά του, "Αυτές τις τελευταίες ημέρες έχω λιώσει ένα σωρό Φριτς κάτω από τις ερπύστριές μου. Σύντομα η Κόκκινη σημαία θ’ ανεμίσει επάνω από το Βερολίνο!". Κατόπιν προσέθεσε αυτό το συγκινητικό επιστέγασμα, "Ύστερα μπορούμε να γυρίσουμε στα χωριά μας". Αίγα γερμανικά πάντσερ έφθασαν τελικοίς στον τομέα μας. Ή τα ν αποφ ασι σμένο ότι το χάραμα της Παρασκευής, 9 Φεβρουάριου του 1945, μια αντεπίθεση
340
Λ εον Ν τεγκρελ
θα λάμβανε χώρα μεταξύ της λίμνης Μάντουε και του ποταμού Ίνα . Αποστολή μας ήταν να διασχίσουμε τον τεμπέλικο Ίν α , να στείλουμε ένα από τα τάγματά μας σε μια νοτιοδυτική κατεύθυνση και να πάρουμε δι’ εφόδου πρώ τα του λόφους, κατόπιν το σταυροδρόμι του Λίντενμπεργκ, δια μέσου του οποίου οι φάλαγγες το>ν εχθρικών αρμάτων μάχης περνούσαν τακτικώς. Στις πέντε και τριάντα το πρωί, μέσα σε απόλυτη ησυχία, ξεκινήσαμε.
Λίντενμπεργκ Οι σοβιετικές ορδές που σάρωνα από άκρη σε άκρη την Π ομερανία και π ρ ο σπαθούσαν να παραβιάσουν το πέρασμα του Στάργκαρντ, διέθεταν πανίσχυρα ό πλα και χιλιάδες θαρραλέων στρατιωτών, ενθαρρυμένων από αδιάκοπες νίκες. Η αντεπίθεση της 9ης Φεβρουάριου 1945 είχε μόνον έναν περιορισμένο αντι κειμενικό σκοπό - να σπάσει την ορμή των Κόκκινων, να επανακτήσει λίγα χιλιό μετρα εδάφους και να ανακαταλάβει το σταυροδρόμι στο Λίντενμπεργκ. Ή μασταν υποχρεωμένοι να διασχίσουμε οργωμένα χωράφια κονιά σιο χωριό του Στρέμπελοβ. Ό σο για τα γερμανικά άρματα μάχης, εκκινώντας από τη λίμνη Μάντουε στα βορειοδυτικά, θα έπαιρναν αρκετά χωριά δι’ εφόδου προτού επανενωθούν με μας οτο σταυροδρόμι. Προστατευόμενοι από μικρές ομάδες πολυβολητών οι οποίοι, σύμφωνα με τη μέθοδό μας, είχαν κρυφά διεισδύσει εντός των εχθρικών γραμμών πριν την αυγή, θα μπορούσαμε ν’ αναρριχηθούμε σχετικά εύκολα επάνω σ’ ένα μακρύ, απότομο, αργιλώδη βράχο, από τον οποίο μπορούσαμε να δούμε το ελατόδασος να καλύ πτει το σταυροδρόμι του Λίντενμπεργκ, δύο χιλιόμετρα πιο μπροστά. Ο εχθρός ήταν κρυμμένος στις λόχμες στ’ αριστερά, αλλά το αστραπιαίο στυλ των Βαλλόνων υπήρξε πάντοτε ένα αποφασιστικό στοιχείο σε μια επίθεση. Το πυ ροβολικό μας βρυχήθηκε. Οι νεαροί διοικητές των λόχων μας κατηφόρισαν ο ρ μητικά μπροστά από τις μονάδες τους, ανεπτυγμένες λες και σ’ επελάσεις παλαι ών χρόνων. Ή μουν οπλισμένος μ’ ένα ραβδί μόνον. Χάριν παλικαριάς, οι αξιω ματικοί μου με μιμήθηκαν. Η δουλειά δεν τράβηξε σε μάκρος. Π αρά τη λάσπη, ήμασταν κύριοι του κέντρου της κυκλοφορίας στις εννέα και τριάντα πέντε. Τα σοβιετικά άρματα μάχης, σφυροκοπημένα από τα αντιαρματικά μας όπλα, απεμπλάκησαν και ετράπησαν σε φυγή προς το νότο. Οδήγησα το πρώτο κύμα εφόδου σια άκρα του δάσους από κωνοφόρα. Έστειλα δύο ομάδες μάχης πιο πέρα από το σταυροδρόμι και τοποθέτησα βιαστικά τα α ντιαρματικά μου πυροβόλα. Ο εχθρός θ’ αναχαιτιζόταν κι εμείς θα προοτατευόμασθαν από μία κρούση των σοβιετικών αρμάτων μάχης εάν τα γερμανικά πάντσερ, νικηφόρα, τους ωθούσαν πίσω προς την κατεύθυνσή μας. Οι περίπολοι επέστρεψαν εγκαίρως. Κάποια αλσύλλια οκτακόσια μέτρα μακριά μας έκρυβαν έναν ανοικτό χώρο γεμάτο με εχθρικά άρματα μάχης. Οι άνδρες μας
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
341
είχαν σημειώσει μια έντονη δραστηριότητα. Αυτό δεν προμήνυε κάτι το ιδιαίτε ρα ειρηνικό. Το σταυροδρόμι δε βρισκόταν σε άσχημη τοποθεσία. Οι δρόμοι διασταυρώνονταν πίσω μας και τερμάτιζαν κοντά σ’ ένα λατομείο. Το έδαφος ήταν υπερυψω μένο, οριοθετημένο στα δυτικά από μια απότομη ρεματιά. Το σύνολο του υψώματος ήταν σκεπασμένο από έλατα. Στα νοτιοανατολικά, το έδαφος ήταν βαλτώδες. Ατυχώς, πέρα από αυτό το δασωμένο ΰψωμα δεν υπήρχε άλλη κάλυψη. Ό λα γύ ρω μας ήταν γυμνά σαν κόκκαλο.Εάν απωθούμαοταν έξω από το δάσος των κα)νοφόρων, το μοναδικό μας μονοπάτι υποχωρήσεως θα ήταν τα τέσσερα χιλιόμε τρα της λασπερής πεδιάδος από την οποία είχαμε έλθει. Μια τέτοια υποχώρηση, στο φως της ημέρας, ακολουθούμενοι από εχθρικά άρ ματα, θα ήταν αδύνατη. Τώ ρα που βρισκόμασταν εκεί, ήμασταν αναγκασμένοι να προσκολληθούμε γερά στο ύψωμα του Λίντενμπεργκ και ν' αναμένουμε τα γερ μανικά άρματα μάχης να καταφθάσουν. £ Είχαμε καταλάβει το έδαφος πολύ νωρίς. Παρακολουθούσαμε με αγωνία τη σκληρή μάχη των πάντσερ του Ράιχ που έρχονταν από το βορρά. Είχαν φθάσει στο χωριό που ήταν κοντύτερα στο σταυροδρόμι μας. Τα Στούκας βουτούσαν κατά σειρές ουρλιάζοντας καταπάνω στα σοβιετικά άρματα μάχης και πυροβολικό. Εκείνοι ένιωθαν τους εαυτούς τους να είναι σε τρομερό κίνδυνο. Ή ταν αποκομμένοι από τη φυσική τους νοτιοανατολική οδό υποχωρήσεως. Δε δοκίμασαν να γυρίσουν πίσω προς την κατεύθυνσή μας. Τα άρματα μάχης ακρο βολίζονταν ήδη επί μιας διαδρομής κατευθείαν προς τα νότια, ρουθουνίζοντας, πυροβολώντας. Τ α Στούκας κοπανούσαν το χωριό με αφάνταστη βιαιότητα. Τα πάντα καίγονταν. Υπήρξαν δύο ή τρεις διακοπές αρκετών λεπτών, στη διάρκεια των οποίων π ι στέψαμε πως οι Γερμανοί είχαν τελικώς τσακίσει την αντίσταση. Κάθε φορά η μά χη άρχιζε ανανεωμένη. Το μεσημέρι η μάχη λυσσομανούσε με την ίδια σφοδρότητα. Με τα κιάλια μας μπορούσαμε να δούμε τα άρματα μάχης να κινούνται εδώ κι εκεί μέσα στην κοκκινόχρυση θύελλα του φλεγόμενου χωριού. Τα εχθρικά αντιαρματικά πυροβόλα δε σταματούσαν καθόλου να βάλλουν. Η φάλαγγα των σοβιετικών αρμάτων , ε κτός του χωριού, μας έδωσε με την υποχώρησή της υπέρμετρες ελπίδες, κατόπιν επέστρεψε στην επίθεση. Στις ένδεκα η ώρα το πρωί δύο εχθρικά άρματα μάχης εξήλθαν από ένα σύδενδρο στα νοτιοδυτικά κι έβαλαν εναντίον μας. Έ νας από τους άνδρες μας τα πλη σίασε ύπουλα με ένα παντσερφάουστ κι έπληξε το ένα από τα άρματα. Η αψιμα χία τερματίσθηκε.
342
A eon Ν τεγκρελ
Μια ώρα αργότερα ακούσαμε τον ανέκαθεν ανησυχητικό, υπόκωφο θόρυβο ερπυσιριών. Ανάμεσα στα έλατα είδαμε πέντε άρματα μάχης να ορμοΰν προς τα ε μάς, ταχέως ακολουθούμενα από τρία ακόμη. Την ίδια στιγμή τα "Αρμόνια του Στάλιν" άρχισαν να ξεχύνουν μια βροχή από πυραύλους επάνω στο μικρό μας δά σος, θερίζοντας με τις εκρήξεις τους κάτω τα κλαδιά με τις εκατοντάδες. Τραυματισμένοι άνδρες μούγκριζαν. Τα άρματα μας έριχναν οβίδες εξ επαφής. Ή ταν αδύνατον σχεδόν να σηκώσουμε τα κεφάλια μας, αλλά έπρεπε κι εμείς ν’ α νταποδώ σουμε το ίδιο με πυρά και ν’ α ντιπολεμήσουμε με παντσερφάουστ. Διαφορετικά, τα άρματα θα έκαναν το γύρο ή θα περνούσαν δια μέσου του άλσους και θα μας περικύκλωναν. Έ τρεξα από τη μια ομάδα στην άλλη για να ξεκολλήσω από το χώμα όσους εί χαν ριχθεί με τα μούτρα στη γη, τρομοκρατημένοι από τον κατακλυσμό, ή που ή ταν στριμωγμένοι στα χαρακώματα, κουλουριασμένοι σα σκαντζόχοιροι. Τα έλατα, γερά και πολύ πυκνά φυτρωμένα, μας προστάτευαν μερικώς. Χάρη σ’ εκείνα, τα άρματα μάχης δεν μπορούσαν να έλθουν ευθέως καταπάνω μας και να μας συντρίψουν κάτω από το βάρος τους. Τα αντιαρματικά πυροβόλα μας έ βαλαν συνεχώς. Τέσσερις φορές τα εχθρικά άρματα έφ θασανλίγα μέτρα από τις τρύπες μας στην ακρογραμμή των ελάτων. Τέσσερις φορές αναγκάσθηκαν να γυρίσουν πίσω. Δύο σοβιετικά άρματα έλαβαν άμεσα πλήγματα. Έ να από τα αντιαρματικά μας πυροβόλα διαλύθηκε. Πολυάριθμοι νεκροί και τραυματίες κείτονταν τριγύρω, μα δεν είχαμε αποκοπεί ούτε και περικυκλωθεί. Οφείλαμε να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας. Στα αριστερά εκτεινόταν ο βόρ βορος των βάλτων. Στα δεξιά, ο ψηλός βράχος έπεφτε απότομα είκοσι μέτρα. Το να υποχωρήσουμε σήμαινε το να πεθάνουμε. Στις τρεις η ώρα το απόγευμα οι θόρυβοι σιγόσβησαν προς την κατεύθυνση της λίμνης Μάντουε. Το χωριό, δύο χιλιόμετρα βορειοδυτικώς από τη σχήματος Υ δια σταύρωση, δεν είχε παρθεί. Τα γερμανικά πάντσερ είχαν καταλάβει το σταθμό και τμήμα της μικρής πόλης, αλλά οι Κόκκινοι αντιστέκονταν φανατικώς και έ φρασσαν το δόμο. Η μεταξύ μας σύνδεση γινόταν όλο και περισσότερο προβλη ματική. Η επιτυχία μας θα ήταν αποτελεσματική μόνον εάν το σύνολο του μετώπου προήλαυνε μαζί με τη νίκη των αρμάτων μάχης και διασφάλιζε μια νέα γραμμή. Αλλά εάν υποχρεωνόμασθαν να παραμείνουμε σ’ ένα κενό, αφημένοι στους εαυ τούς μας επάνω στο απομονωμένο μας ύψωμα, αργά ή γρήγορα θα κυκλωνόμασθαν και θα αφανιζόμασθαν. Μια ψιλή βροχή έπεφτε, περονιάζοντάς μας ως το κόκκαλο και η νύκτα ερχό ταν. Το τηλέφωνο εκστρατείας στρίγκλισε. Ή τα ν ο στρατηγός στο Στάργκαρντ. Με την επίθεσή τους να έχει αποτύχει, τα γερμανικά άρματα μάχης δε θα ήταν ι κανά να μας συναντήσουν και επρόκειτο να υποχωρήσουμε κάτω από την κάλυ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
343
ψη του σκότους. Στις 23:00 ήταν να επανακτήσουμε σιωπηλώς τις θέσεις μας του πρωινού. Δεν είχαμε καλά-καλά ολοκληρώσει την επιστροφή αυτή μετά από κοπιώδη προσπάθεια δια μέσου των κολλωδών λιβαδιών, όταν έλαβα τη διαταγή να στείλω έναν από τους λόχους μου στο χωριό του Κρουέσσοβ, ευρισκόμενο στο δεξιό μας πλευρό, που κατεχόταν από λίγες ισχνές μονάδες της Volkssturm. Αυτή η μικρή πόλη βρισκόταν ιππαστί της οδού Λίντενμπεργκ - Στάργκαρντ. Εκεί αναμενόταν μία κρούση Ο εχθρός ήταν αποθρασυμένος από τη νικηφόρα α ντίσταση της προηγούμενης ημέρας. Τ α αγόρια μας έφθασαν στο Κρούεσσοβ α κριβώς την ίδια ώρα με τα σοβιετικά άρματα μάχης, τα οποία τους προσέβαλαν από διάφορες μεριές, κατόπιν τους πέταξαν στην άλλη μεριά του ποταμού Τνα. Ή τα ν ένα ατυχές γεγονός. Ο διοικητής του λόχου οργάνο>σε την άμυνα επάνω στη δεξιά όχθη. Δεν ήταν δι κό του σφάλμα εάν είχαν αποσταλεί στο Κρουέσσοβ πολύ καθυστερημένα. Το χωριό ήταν σημαντικό, ωστόσο. Οι αξιωματικοί μας δεν έπαιρναν την απο τυχία με ελαφριά καρδιά. Ή ταν υπερήφανοι. Χωρίς πολλή φασαρία, αλλά με βα ριά καρδιά, ο νεαρός μας διοικητής του λόχου τακτοποίησε το σχηματισμό του. Μου τηλεφώνησε την πρόθεσή του, κατόπιν έτρεξε ολομόναχος κατά μήκος του δρόμου προς το Κρουέσσοβ και πέθανε μπροστά στους τοίχους του. Έ νας περιττός θάνατος, μα ένας θάνατος για τη δόξα και την τιμή της σημαίας του. £ Με μια δωδεκάδα αρμάτων μάχης και όλα τα διαθέσιμα Στούκας, η γερμανική διοίκηση προσπάθησε ματαίως να ανακαταλάβει το Κρουέσσοβ την επόμενη μέ ρα. Ό λες οι απόπειρες απέτυχαν. Το κάστρο κάηκε. Το χωριό ανατινάχθηκε. Και ο εχθρός έμεινε γερά κολλημένος στα αντιαρματικά του πυροβόλα, δίπλα στα άρ ματα μάχης του, κρυμμένος μέσα στα ερείπια. Στο μεταξύ, η σ ημαντική πόλη του Ν τάμμιτζ έπεσε. Τ α νέα χειροτέρευαν. Εκλήθην στο Π άνκε, στο τρ α ίνο όπου βρισκόταν το επιτελικό γρ α φ είο της Σ τρ α τιά ς2. Ο στρατηγός διοικη τή ς τη ς δεν ήταν άλλος από τον Ομπεργκρουππενφύρερ (Αντιστράτηγο) Στάινερ, τον προηγούμενο αρχηγό μας στο μέτωπο της Εσθονίας, της Νάρβα και του Ντορπάτ. Με αυτοπεποίθηση μου είπε για μια επικείμενη προσπάθεια για ν’ αναστρέ ψουμε την κατάσταση. Μια μεγάλη γερμανική επίθεση στην Ανατολή ήταν έτοι μη. Την καθορισμένη μέρα, δύο πελώριες λαβίδες θα προήλαυναν, μία από την Πομερανία, η άλλη ανερχόμενη από τα σλοβάκικά σύνορα. Ο Σεππ Ντήτριχ ήταν έτοιμος και περίμενε στο Μπρεσλάου! Ό σ ο για την Ομάδα Στρατιών όπου υπαγόμασθαν, αυτή θα ήταν υπό την προσωπική διοίκηση του Χίμμλερ. Αρκετές τεθωρακισμένες μεραρχίες ήταν ν’ αφιχθούν στον τομέα μας. Ο πρώ
344
Λ εον Ν τεγκρελ
τος αντικειμενικός σκοπός τους θα ήταν το να κάνουν μία τολμηρή κρούση από το Στάργκαρντ στο Λάντσμπεργκ. Μια δεύτερη επιχείρηση ήταν να μας πάρει από το Λάντσμπεργκ για να συνενωθούμε με την επίθεση από τα σλοβάκικά σύνορα. Ένιωσα να καταβροχθίζομαι από μια διακαή επιθυμία. Σίγουρα επρόκειτο να διακινδυνεύσουμε τα πάντα. Αλλά η Ανώτατη Διοίκησή μας αντιδρούσε με μια τέ τοια δύναμη θελήσεως! Παρενοχλούμενη από συντριπτικά πυρά από κάθε κα τεύθυνση, ανταπαντούσε με στρατιωτική επιστημοσύνη και σιδερένια θέληση. Πόση αίσθηση θα προκαλούσε το αν οι συντονισμένες στρατιές σε βορρά και νό το μπορούσαν να συνδεθούν ταχέως και επιτύχουν στο να περικυκλώσουν και σα ρώσουν την κυρία σοβιετική δύναμη, ακριβώς όπως το καλοκαίρι του 1941. Οι κινήσεις εκρατούντο μυστικές το ίδιο καλά, όπω ς και η επ ίθεσ η των Αρδεννών. Ο Γκαίρινγκ ήλθε να επισκεφθεί τις προωθημένες θέσεις με την ιδιότητα ενός ενθουσιώδους - όχι δίχως κάμποση τόλμη. Είχε μεγάλη επιτυχία σιους στρατιώ τες μας, προς τους οποίους απευθύνθηκε με ζωηρή προσήνεια. Ή τα ν αρκετά ο γκώδης, καλυμμένος με στιβάδες παλτών σ’ ένα καταπληκτικό κιτρινόφαιο και έ μοιαζε σα μια πελώρια παραμάνα, ντυμένη σα Σέρβος στρατηγός. Τραβούσε έξω από τον κόρφο του πούρα μεγάλα σαν μπιμπερό. Ό λοι έκαναν το απόθεμά τους από αυτήν τη λαμπρή πηγή. Τη νύκτα της 15ης-16η Φεβρουάριου 1945, έγινε ξα 4>νικά φανερό πως επέκειντο μεγάλες επιχειρήσεις. Τρεις τεθωρακισμένες μεραρχίες κατέφθασαν στη στε νή μας εξέδρα εκτοξεύσεως σε μια αδιατάρακτη ροή αρμάτων μάχης, πυροβόλων και φορτηγών. Μέχρι εκείνη τη στιγμή τα συντάγματα των Βαλλόνων μας δε γνώριζαν το πα ραμικρό για το σχέδιο της επιθέσεως. Οι στρατιώτες αρχικώς αλληλοκοιτάζονταν, οι γλώσσες δεμένες, τα μάτια γουρλωμένα. Τι συνέβαινε; Ύ στερα, σύντομα, μια χαρωπή ζέση τους ζωήρεψε όλους. Την αυγή τα άρματα μάχης κίνησαν μπροστά. Ή τα ν μία επίθεση!
Η Τελευταία Επίθεση Η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση απέστειλε όλα όσα απέμειναν από τις μηχανο κίνητες δυνάμεις της, ιδιαίτερα τα άρματα μάχης της, στην αντεπίθεση της 16ης Φεβρουάριου στο Ανατολικό Μέτο)πο. Ο Χίμμλερ απηύθυνε μια εκθαμβωτική διακήρυξη στα στρατεύματα, στην ο ποία επανέλαβε δυναμικώς, "Εμπρός! Εμπρός μέσα από τη λάσπη! Εμπρός μέσα από το χιόνι! Εμπρός με την ημέρα! Εμπρός με τη νύκτα! Εμπρός ν’ απελευθερώ σουμε τη γη του Ράιχ!" Με την άφιξή μας στο Λάντσμπεργκ επρόκειτο να προσβάλλουμε την τεράστια σοβιετική στρατιά, η οποία είχε ήδη φθάσει και διασχίσει τον Ό ντερ, αντίκρυ α
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
345
πό το Βερολίνο, από τα νώ τα.Ε άν η επίθεσ η του Σ εππ Ν τήτριχ πίσω από το Μπρεσλάου πετυχαίνε, εάν, για να συντομολογούμε, όλοι μας ενωνόμασθαν στην Πολωνία κοντά στο Λοντζ, οι αντίκτυποι αυτής της χειμερινής νίκης θα ήταν ανυ πολόγιστοι. Ο Χίμμλερ ήθελε να επιτύχει εδώ με την επιχείρηση η οποία είχε αποτύχει στο δυτικό μέτωπο στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1944. Στη θέση των λαβίδων των Αρδεννών - Αλσατίας, αυτές θα ήταν οι λαβίδες της Πομερανίας - Σλοβακίας. Ο στρατηγός Στάινερ, του οποίου το Σώμα Στρατού ήταν να εξαπολύσει το ι σχυρότερο, τύπου πολιορκητικού κριού, πλήγμα, αγαλλιούσε την παραμονή της μάχης. "Αυτή τη χρονιά θα είμαστε στο Δνείπερο ξανά!" μου επαναλάμβανε, ενώ μου έδινε μεγάλα, στοργικά κτυπήματα στην πλάτη. Οι δυσχέρειες μπορούσαν να ειδωθούν με μια γρήγορη ματιά πιο καλά στα ε πιτελικά γραφεία. Η ατμόσφαιρα ήταν εκείνη του Μονιμιρεϊλ όταν ο Ναπολέων εξακόντισε τα τελευταία του αστροπελέκια, τα πιο συναρπαστικά, μα και τα πιο εφήμερα. Οι τεχνοκράτες δε συγκεντρώνονταν και τόσο πολύ σε τέτοιους συλλο γισμούς. Αλλά ο καθένας, ειδικός ή μη, ένιωθε πως οφείλαμε να ρίξουμε τα τε λευταία μας χαρτιά επάνω στο αιματοβαμμένο τραπέζι. Ό χ ι πια μηχανοκίνητοι, οι Βαλλόνοι δεν ήταν να συμμετάσχουν στην εναρκτή ρια κρούση. Επρόκειτο ν’ αφήσουμε το κύμα εφόδου να μας προσπεράσει και να δώσουμε ένα χέρι σε περίπτωση μιας πλευρικής αντεπιθέσεως του εχθρού. Επί του δυτικού πλευρού του σημείου εκκινήσεω ς,η γερμ α νικ ή Ανώτατη Διοίκηση εφοβείτο μια σοβιετική αντίδραση στοχεύουσα στο ν’ αποκόψει τις τε θωρακισμένες μεραρχίες του Ράιχ, μετά που θα ξεκινούσαν την επίθεσή τους στο νότιο άκρο του διαδρόμου. Για ν’ αποκρούσουμε τον κίνδυνο αυτό, τη νύκτα της μεγάλης επιθέσεως λάβαμε διαταγές να μεγεθύνουμε τη ζώνη ασφαλείας και, πιο συγκεκριμένα, να ανακαταλάβουμε την κορυφογραμμή στο Λίντενμπεργκ, την ο ποία είχαμε πάρει δι’ εφόδου την αυγή της 9ης Φεβρουάριου και εκκενώσει τη νύ κτα που ακολούθησε. Η επιχείρηση πέτυχε μια δεύτερη φορά. Έ νας ενισχυμένος λόχος εγκατεστάθη στέρεα επάνω στα υψώματα. Εδιοικείτο από έναν ήρωα του εσθονικού μετώπου, τον Ομπερστουρμφύρερ (Υπολοχαγό) Καπέλλ, ένα νεαρό γίγαντα, ροδοκόκκινο, επίμονο, μετριόφρονα, ακτινοβολούντο τα υψηλότερα ιδανικά. Οι πλαγιοφύλακές μας είχαν επίσης μετακομίσει στο νοτιοδυτικό τέρμα της κοί της του δρόμου και ανακαταλάβει ένα στρατηγικό σημείο από τον εχθρό, δύο χ ι λιόμετρα πέραν της κυρίας γραμμής. Οι αντικειμενικοί μας στόχοι είχαν ταχέθ)ς επιτευχθεί μέχρι τις δέκα η ο5ρα το πρωί. Μπορούσα τότε να πάω στο Ρέππλιν, όπου οι μηχανοκίνητες μεραρχίες ή ταν να έχουν εκκινήσει. Είχα μια άσχημη εντύπωση από την αρχή-αρχή. Η έφοδος δεν είχε λάβει χώρα στις 05:00 π.μ., όπως καθόριζαν οι διαταγές : μόνο στις δέκα η ώρα είχαν τα ά ρ
346
A eon Ν τεγκρελ
ματα μάχης πάρει μπροστά Εγκαταστάθηκα σε μια από τις φωλιές των πολυβόλων μας και δεν έχασα την ε λάχιστη λεπτομέρεια, τα γερμανικά άρματα εξακολουθούσαν να διαθέτουν σπου δαίο στυλ. Ή ταν πιο φειδωλά με το υλικό τους, αλλά υπέροχα μέσα στην αρμονία με την οποία εργάζονταν. Ο εχθρός διέθετε έναν τεράστιο αριθμό αντιαρματικών πυροβόλων3. Αρκετά α πό τα άρματα μάχης μας κάηκαν, μοιάζοντας σαν ολάνθιστα καρποφόρα δένδρα, προτού φθάσουν το δάσος που κάλυπτε την απέναντι πλαγιά. Ό μως, άλλα πάντσερ προήλαυναν επί των πλευρών. Διέσχισαν το μεγάλο δάσος. Η στιγμή είχε έλθει για το πεζικό να κινηθεί μπροστά με το ίδιο σθένος. Το πεζικό απεδείχθη μαλθακό. Αυτά δεν ήταν πια τα στρατεύματα διασπάσεως του παρελθόντος. Μερικά εκατομμύρια ανδρών είχαν πέσει στην ανατολή. Είχαμε αναγκασθεί να κλείνουμε τρύπες στις μεραρχίες που είχαν ασπρίσει από την α ι μορραγία, όχι πολύ ικανοποιητικά, με το να ξεφορτώνουμε κρουνηδόν φρουρούς στρατώνων και εφέδρους που δεν είχαν την υγεία, το σφρίγος, την πίστη, την τε χνική εκπαίδευση των νικητών των πρώτων καλοκαιριών. Οι εξαιρετικοί υπαξιωματικοί του 1941 και του 1942 δεν ήταν πια εκεί για να διοικήσουν και οδηγήσουν τους νεοφερμένους. Έ πρεπε να περιμένουμε ως τις δύο η ώρα το απόγευμα για να πέσει το πρώτο χωριό, το Μπράλλεντιν, το οποίο κανονικά θα όφειλε να είχε παρθεί δι’ εφόδου ό χι πιο αργά από την αυγή. Εξαιτίας της τόσης αναποφασιστικότητος, χάσαμε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Αρχής γενομένης από τα μεσάνυκτα ήδη, που βροντούσαν υπόκωφα από το θό ρυβο των εν κινήσει γερμανικών αρμάτων μάχης, είχαμε υποκλέψει ρωσσικά μη νύματα ασυρμάτου που ζητούσαν επειγόντως βοήθεια. Ώ ρ ες είχαν περάσει, επι τρέποντας στον εχθρό ν’ ανασυνταχθεί. £ Η ανάκριση των αιχμαλώτων, επίσης, μας έδωσε κάτι για να σκεφθούμε σχετικώς. Σύμφωνα με εκείνους, ο πρώτος σοβιετικός φραγμός στο Μπράλλεντιν υπο στηριζόταν από άλλους δύο το ίδιο ισχυρούς φραγμούς αρμάτων μάχης, σε διά στημα είκοσι χιλιομέτρων ο ένας από τον άλλο. "Υπάρχουν εκατοντάδες από αυ τά", είπαν οι αιχμάλωτοι. Έ δω σαν τα ονόματα των χωριών όπου αυτά ήταν συ γκεντρωμένα και παρείχαν ακριβείς λεπτομέρειες που επιβεβαίωσαν την αληθινότητά τους. Δεν μπορούσα και πολύ καλά να δω τις εφεδρείες αυτού του πρωινού ν’ ανταποκρίνονται επιθετικά σε όλα εκείνα. Διαθέταμε πολυάριθμα πάντσερ. Εξήντα από εκείνα είχαν εκκινήσει για τη γενικευμένη προώθηση από τον τομέα μας. Στην Πομερανία, άλλα διακόσια πενή ντα γερμανικά πάντσερ είχαν συγχρόνως διεισδύσει δια μέσου των σοβιετικών
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
347
γραμμών. Αλλά οι Σοβιετικοί επρόκειτο να φέρουν δυο ή τρεις φορές τόσα πολλά εναντίον τους, εάν τους δινόταν ο χρόνος να συνέλθουν. Ή τα ν μακράν οι πιο ισχυροί, όσον αφορά το υλικό. Μπορούσαν να ηττηθούν μόνον δια της ταχΰτητος, και η μάχη ξεκινούσε άσχημα. Δυο ακόμη χωριά έπεσαν πριν τη νύκτα. Η κρούση έτσι εισχώρησε γύρω στα δέ κα χιλιόμετρα στο νότο. Ή ταν ένα επίτευγμα. Αλλά ήδη το κέντρο διοικήσεως ανέφερε πολύ βίαιες εχθρικές αντεπιθέσεις. Οι Κόκκινοι είχαν εισέλθει μα πλήρη ισχύ στο τρίτο χωριό, όπου μια μανιασμένη μο νομαχία λάμβανε χώρα. Αμέσως με το που σκοτείνιασε, η σοβιετική αεροπορία εστάλη στο κέντρο της επιθέσεως, στο Στάργκαρντ. Στις 22:00 η ώρα, με το φως των εκτυφλωτικών δι’ α λεξιπτώτων φωτοβολίδων, το σφυροκόπημα άρχισε. Σύντομα, πελώριες φωτιές ξεσπούσαν. Μια αποθήκη, περιέχουσα οκτακόσιες χιλιάδες φιάλες σναπς, το πε ρίφημο Μάμπε σναπς, κάηκε. Κατόπιν, ένα απόθεμα εκατό εκατομμυρίων τσι γάρων έπιασε φωτιά. Ύ στερα, όλες οι οδοί. Ο από αέρος βομβαρδισμός συνέχι σε χωρίς διακοπή, κύμα πάνω στο κύμα, για ώρες. Μπορούσαμε να νιώσουμε τη γη κάτω από τα μικρά μας φυλάκια, δέκα χιλιό μετρα νοτίωςτης μικρής πόλεως, να δονείται σαν τυμπανομεμβράνη. Ο ουρανός ήταν κόκκινος επάνω από τα κεφάλια μας στα δεξιά. Ολόκληρη η εξοχή ήταν φω τισμένη. Στις δύο η ώρα το πρωί εκλήθην στο σταθμό διοικήσεως του Σ.Σ. και αναγκά σθηκα να οδηγήσω μέσα από βρυχώμενες φλόγες με το Φολκσβάγκεν μου. Ο στρατηγός ήταν εγκατεστημένος σε μία βίλλα επάνω από το Στάργκαρντ. Έ λαβα τις διαταγές μου. Εξήλθα από τη μεριά του κήπου. Από κάτω μου η πόλη ήταν σαν ένα μεγάλο πλοίο που φλεγόταν. Οι αρχαίοι τετράγωνοι πύργοι των μεσαιωνικών εκκλησιών ξεχώριζαν σκοτεινοί και ίσιοι επάνω από τους γιγάντιους δαυλούς. Άντεχαν μέσα σε αυτήν τη λαίλαπα σα να ήθελαν να στείλουν επάνω προς τον ουρανό άλλη μια δέηση από τους πολιτισμένους αιώνες που πέθαιναν μέσα στη φωτιά. Ή τα ν θλιβεροί, μαύροι απέναντι σ’ ένα κόκκινο και χρυσό βάθος. Ποτέ δεν εί χαν υ πάρξει τόσο ωραίοι. Π οτέ δεν είχαν φ έρει μια τόσο επίσημη μαρτυρία. Καημένοι πύργοι του Στάργκαρντ, μαυρισμένα κατάρτια του καιγόμενου πλοίου, το οποίο είχε κυματίσει την ευγενή σημαία της Χριστιανικής Ευρώπης. Αυτή η Ευρώπη, η οποία καιγόταν ζωντανή, ήταν η χώρα του καθενός από εμάς. Αυτοί οι αυστηροί τετραγωνισμένοι πύργοι της Ανατολής ήταν τα αδέλφια των με γάλων γκρίζω ν πύργω ν του Σεν Ρυμπέ, της Μ αλίν και του καμ παναριού της Μπρυζ. Ό λες οι χώρες μας της Ευρώπης απαντούσαν η μια στην άλλη, όπως έκα ναν οι πύργοι με τα ωρολόγια. Μπορούσα ν’ ακούσω το τραννό μοιρολόι αυτών των καταστροφών ν’ αντηχεί μέσα στην καρδιά μου. Και δεν μπορούσα να κρα τήσω τον εαυτό μου από το να θρηνήσει, μόνος επάνω στην ερυθρω πή πλακό-
348
A eo n Ν τεγκρελ
στρωτή αυλή, με το πρόσωπο σ’ εκείνη την παμπάλαια πόλη που περισφιγγόταν, με το πρόσωπο σ’ εκείνους τους υπερήφανους πΰργους που στέκονταν ακόμη, τό σο μαύροι και δυνατοί μέσα στη δυσιυχία τους. £ Η ημέρα της 17ης Φεβρουάριου 1945 θα ήταν αποφασιστική. Εάν η σοβιετική ανταπόδοση είχε υπάρξει τόσο γρήγορη και άγρια στον ουρανό, δεν τολμούσαμε να χάσουμε άλλο λεπτό στο έδαφος. Είτε θα εκμεταλλευόμασθαν αμέσως τη μισοεπιτυχία μας και όσο πήγαινε, είτε θα λαμβάναμε με τη σειρά μας ένα πλήγμα ως απάντηση. Τα γερμανικά άρματα μάχης που είχαν επιτεθεί από τη λίμνη Μάντουε είχαν ε πίσης επιτύχει κάποια πρόοδο. Σύμφωνα με το σχέδιο της επιθέσεως, τα άρματα από τα βορειοδυτικά θα έπρεπε να είχαν κάνει τη σύνδεσή τους με τα άρματα του Ράιχ που έρχονταν από τα νοτιοανατολικά κατά την πρώ τη βραδιά. Τοιουτοτρόπως, όλες οι κομμουνισιικές δυνάμεις μεταξύ του Ίν α και της λίμνης Μάντουε θα είχαν περικυκλωθεί, χωρίς να έχουν το χρόνο ν’ αντιδράσουν. Στην πραγματικότητα, η μερική επιτυχία της προηγούμενης ημέρας ήταν μια αποτυχία, μιας και ο ελιγμός της περικυκλώσεως είχε τηλεγραφηθεί προ της ολοκληρώσεώς του. Ο εχθρός είχε όλη τη νύκτα για να στήσει ένα φραγμό και στις δύο κατευθύνσεις. Η αργοπορημένη επίθεση θα ήταν σίγουρα δυσκολότερη, μα το παιχνίδι δεν ή ταν ακόμα χαμένο. Η διαταγή να κάνουμε τη σύνδεση με οποιοδήποτε κόστος δό θηκε στις μονάδες. Η αυγή χάραζε, όταν η μονομαχία έφθασε στο αποκορύφωμά της. Δωδεκάδες αρμάτων μάχης φλέγονταν στο πεδίο της μάχης. Τ α Στούκας περνούσαν σε με γάλα σμήνη, κατόπιν βουτούσαν μπροστά μας σα βέλη από τον ουρανό.
Ή ττα Κανονικά, τα σοβιετικά στρατεύματα και το υλικό, απειλούμενα από δύο πελώ ριους οπλισμένους αρμούς που συνέκλιναν πίσω τους, έπρεπε να έχουν αμέσως α ποσυρθεί από το θύλακο του Στάργκαρντ, ο οποίος ήταν ήδη σχεδόν κλειστός. Ο διάδρομος εξόδου των Σοβιετικών είχε κοπεί στη μέση την προηγούμενη μέ ρα. Ή τα ν τώρα λιγότερο από είκοσι χιλιόμετρα φαρδύς, το μέγιστο. Αυτά τα εί κοσι χιλιόμετρα θα αποκόπτονταν, αναμφιβόλως, με το πρωινό της δεύτερης η μέρας της επιθέσεως. Κατά τη διάρκεια της νύκτας οι παρατηρητές μας είχαν τεντώσει τ’ αυτιά τους για να πιάσουν οποιεσδήποτε ενδείξεις μιας εχθρικής υποχωρήσεως. Τα σοβιετι κά άρματα μάχης που είχαν εμπλακεί στο Κρουέσσοβ, όπως επίσης και το βαρύ υλικό, σίγουρα θα γυρνούσαν πίσο) υπό την κάλυψη του σκότους.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
349
Στην πραγματικότητα, η νυκτερινή κυκλοφορία ήταν πολΰ έντονη, αλλά οι θό ρυβοι που ακοΰσαμε υπεδείκνυαν προθέσεις οι οποίες ήταν το ακριβώς αντίθετο των προσδοκιών μας και των επιθυμιών μας. Η κυκλοφορία εκινείτο από τα νότια προς τα ανατολικά. Αντί ν’ αποτραβιοΰνιαι προς τα έξω, οι Σοβιετικοί έφερναν ε νισχύσεις εντός του ημι-Kessel. Επρόκειτο ν’ ανταπαντήσουν στη γερμανική απειλή στα νώτα τους με το να α πειλήσουν τους Γερμανούς στα δικά τους νώτα. Με το τέλος της νύκτας επιτέθη καν, με τρομερή βιαιότητα, δεκαπέντε χιλιόμετρα πίσω από τις μεραρχίες εφό δου του Ράιχ. Ή τα ν η άτυχη βάση μας στο Λ ίντενμπεργκ που θα ελάμβανε το σκληρότερο πλήγμα. $ Εκείνο ήταν αναμενόμενο. Ο ποιοσδήποτε κρατούσε τις κορυφογραμμές του Λίντενμπεργκ, κρατούσε αρκετές από τις γραμμές επικοινωνίας της περιοχής υ πό τον έλεγχό του. Οι Κόκκινοι, εκδιωχθέντες από το λόφο αυτό, πρέπει να το εί χαν σκεφθεί ότι σύντομα αυτός θα εξυπηρετούσε ως ένα σημείο εκκινήσεως για μια νέα επίθεση, της οποίας ο αντικειμενικός σκοπός θα ήταν το να τεμαχίσει το Kessel μόλις είχε στεγανώς κλείσει στα νότια. Οι δύο αντίπαλοι διέτρεχαν αμφότεροι τους πιο μεγάλους κινδύνους, λες και μό νο για την ευχαρίστηση του να τους διατρέχουν : οι επιτιθέμενοι, στο να συγκε ντρώσουν όλες τους τις προσπάθειες επί του νοτίου άκρου, και οι αμυνόμενοι στο να ενισχύσουν τα ανατολικά, ακριβώς στο μέσον ενός τομέως κατά τα τρία τέταρ τα περικυκλωμένου. Αυτή η σοβιετική επίδειξη δε θα είχε υπάρξει δυσάρεστη στη γερμανική διοί κηση, εάν ένιωθαν σίγουροι για την επιτυχία. Εκείνο που επιθυμούσαν ήταν το να κατασψέψουν κι αιχμαλωτίσουν ένα μέγιστο στρατευμάτο)ν και υλικού. Την αυ γή, τα σοβιετικά στρατεύματα και υλικό βρίσκονταν ακόμη εντός του ημι-Kessel σε τέτοιο βαθμό, που μπορούσαμε να τους βλέπουμε να κατευθύνονται καταπά νω μας, βροντώντας και ουρλιάζοντας. Δεν ετίθετο ζήτημα υποχο)ρήσεως. Ρώσσοι και Γερμανοί έδιναν αμφότεροι το μέ γιστο των δυνατοτήτων τους καθ’ όλη την ημέρα. Ο νικητής θα ήταν αυτός ο οποί ος θα μπορούσε να προωθήσει το τελευταίο άρμα μάχης και τον τελευταίο άνδρα. Η γερμανική διοίκηση του Στάργκαρντ αντελήφθη πως η μοίρα που περίμενε τα εκατόν εβδομήντα αγόρια μας στη λοφογραμμή του Λίντενμπεργκ θα ήταν ι διαίτερα άσπλαγχνη. Δεν υπήρχαν πάντσερ να τους υποστηρίξουν. Ό λ α τα άρ ματα μάχης, όλα τα αντιαρματικά πυροβόλα και όλο το πυροβολικό βρίσκονταν στα νότια. Το να φέρουμε πίσω εξοπλισμό για αμυντικές επιχειρήσεις επί των πλευρών, θα σήμαινε το να περιορίσουμε τις πιθανότητες του να κλείσουμε το Kessel και το να παίξουμε το παιχνίδι του εχθρού. Τη 17η Φεβρουάριου διέθετα, όσον αφορά τα βαρέα όπλα, μόνο δύο τεθωρα
350
A eo n Ν τεγκρελ
κισμένα τραίνα της Luftwaffe. Δεν μπορούσαν να πάνε άλλο πιο μακριά στο νότο, διότι η σιδηροδρομική γραμμή ήταν κομμένη. Είχαν τεθεί στην υπηρεσία μας. Μας συνέδραμαν πολΰ αποτελεσματικά, πα ρ ’ όλο που εντοπίσθηκαν και υπερ καλύφθηκαν με εκατοντάδες ρουκετών από τα "Αρμόνια του Στάλιν". Αλλά δεν μπορούσαν να σταματήσουν το αναπόφευκτο. Τα σοβιετικά άρματα μάχης κατεδίωξαν κατά πόδας τους συντρόφους μας από κάθε κατεύθυνση. Μετά το πέρασμα λίγων ωρών ήταν αδύνατο να τους εφοδιά σουμε. Τεράστιες τρύπες λάσπης εκτείνονταν πίσω τους και στο πλευρό τους. Οι σπάνιες διαβάσεις που λειτουργούσαν, κυριαρχούνταν πλήρως από τα άρματα μάχης "Στάλιν". Οι τραυματίες του πρωινού διακομίζονταν με μεγάλη μόνο δυ σκολία, συρόμενοι δια μέσου της παχιάς λάσπης, κάτω από ένα αδιάκοπο πυρ πο λυβόλων. Προσπαθήσαμε να στείλουμε ενισχύσεις. Μισή μόνο δωδεκάδα ανδρών κατάφεραν να ξεπεράσουν το φραγμό του σοβιετικού πυρός. Οι υπόλοιποι θερίσθηκαν ή καθηλώθηκαν στους βάλτους. Ο υπολοχαγός Καπέλλ διατήρησε μια άψογη ψυχραιμία. Κάθε δεκαπέντε λε πτά έστελνε δ ι’ ασυρμάτου μια σύντομη εικόνα της καταστάσεως σε μας. Τα σο βιετικά άρματα κρατιόνταν επιδέξια εκτός του βεληνεκούςτων παντσερφάουοτ. Κονιορτοποιούσαν τις θέσεις μας μέτρο το μέτρο. Υπήρχαν πάρα πολλοί θάνα τοι, αλλά η αντίσταση των συντρόφων μας ήταν απίστευτη. Ο Καπέλλ είχε λάβει διαταγές να παραμείνει στην κορυφογραμμή για είκοσι τέσσερις ώρες, οι είκοσι τέσσερις ώρες που έπρεπε ν’ αποφασίσουν την επιτυχία ή αποτυχία της γενικής επιχείρησης της περικυκλώσεο)ς. Τα σοβιετικά άρματα μάχης προξένησαν τόση πολλή καταστροφή που εθελο ντές ήταν αναγκασμένοι ν’ αφήσουν τις τρύπες τους των ελευθέρων σκοπευτών και να συρθούν κατά μήκος έξω στα ανοικτά, οπλισμένοι με παντσερφάουοτ, για ν’ α ντιμετωπίσουν τα εχθρικά άρματα μάχης. Ένας από τους νεαρούς αξιωματικούς έδωσε ένα έξοχο παράδειγμα στους στρα τιώτες. Δύο φορές πληγωμένος και ξέροντας πως είναι τελειωμένος, προτίμησε να θυσιάσει τον εαυτό του παρά να περιμένει το θάνατο. Έ συρε τον εαυτό του, αιμορραγώντας ακατάσχετα, ακριβώς μέχρι ένα άρμα μάχης "Ιωσήφ Στάλιν" και πυροδότησε το παντσερφάουοτ του, αλλά το βλήμα δε διέτρησε τη θωράκιση του άρματος, το οποίο με τη σειρά του ανατίναξε με το πυροβόλο του τον ήρωά μας. Ερχομένης της νύκτας, ο Καπέλλ κρατούσε ακλόνητα. Δύο εχθρικά άρματα μά χης είχαν πληγεί. Αλλά τα άρματα είχαν συντρίψει και καταλάβει αρκετές από τις θέσεις μας. Στο νότο, οι γερμανικές λαβίδες δεν είχαν ακόμα κλείσει. Τα πάντσερτου Ράιχ είχαν κάνει κάποια πρόοδο. Μ ατα "Ιωσήφ Στάλιν" ήταν σχεδόν άτρωτα. Έ να, μεγάλο σα δένδρο μπάομπαπ, εντελώς από μόνο του, στάθηκε για μια ώ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
351
ρα φράσσοντας την έξοδο από ένα κατεκτημένο χωριό. Έ κανε την άμυνά του α κριβώς εντός ενός κτιρίου και κανείς δεν κατόρθωσε να το εκδιώξει. Τα Στοΰκας όφειλαν να παρέμβουν. Το σύνολο του δρόμου έξω από το χωριό βομβαρδίσθηκε. Ό λοι ήταν βέβαιο πως αυτή τη φορά κανονίσθηκε το πρόβλημα με το "Ιωσήφ Στάλιν". Το σύννεφο της σκόνη ξανάπεσε στη γη. Και τι είδαμε; Τα ερείπια τρεμούλιασαν και το "Στάλιν" ξέμπλεξε τον εαυτό του και ρουθούνισε πε ριφρονητικά. Σκεπασμένο με τα χαλάσματα των τοίχων και της στέγης, προχώ ρησε κατά μήκος της οδού. Το λούσαμε με οβίδες. Συνέχισε το δρόμο του άβλαφτο και εξαφανίσθηκε σ’ ένα σύδενδρο στα νότια. Με τη νύκτα, υπήρχαν ακόμα τέσσερα χιλιόμετρα που έμεναν να διασχίσουμε. Μόνον τέσσερα χιλιόμετρα. Αλλά όπως και να έχει, τέσσερα χιλιόμετρα. Τα γερμανικά άρματα μάχης ανέλαβαντην έφοδο δέκα φορές, είκοσι φορές, ερχόμενα από τα ανατολικά και από τα δυτικά. Τα σοβιετικά άρματα, αντιαρμα τικά πυροβόλα και πεζικό δεν παραχώρησαν ούτε μία ίντσα. Ή μασταν αναγκα σμένοι να σταματήσουμε και άλλη μια φορά ν’ αναβάλλουμε πάλι το τελικό σού βλισμα, μέχρι την επόμενη μέρα. Τ α γερμανικά άρματα δεν επρόκειτο να βοη θήσουν. Η ημέρα της 18ης πέρασε με απελπισμένο, κοπιώδη αγώνα. Αντί να διασχίσουμε τα τελευταία τέσσερα χιλιόμετρα και να κλείσουμε τελικώς τον κύκλο, οι δύο γερμανικές αιχμές του δόρατος έχασαν έδαφος από την αυγή. Οι εχθρικές ενισχύσεις είχαν αρκετό χρόνο για να σπεύσουν. Σε σαράντα οκτώ ώρες τα σοβιετικά άρματα μάχης και αντιαρματικά πυροβόλα είχαν καταφθάσει, σε πλήρη ισχύ. Υπερνίκησαν τους εξουθενωμένους Γερμανούς και τους απώ θη σαν από αρκετά χωριά που είχαν πάρει με μεγάλο κόστος. Ό χι μόνον έπρεπε να εγκαταλείψουμε την έφοδο επί του Λάντσμπεργκ, αλλά ως και αυτή η πρώτη φάση της επιθέσεως, το αρχικό Kessel, δεν είχε πραγματοποι ηθεί. Η μέγγενη ξεσφιγγόταν. Από δω κι εμπρός η επιχείρηση ήταν καταδικα σμένη σε αποτυχία. £ Επάνω στο λασπερό τους αντέρεισμα, στο Λίντενμπεργκ, οι άτυχοι σύντροφοί μας είχαν άτεγκτα υπακούσει τις διαταγές. Ούτε ένας ανάμεσά τους δε θα είχε α νεχθεί από οποιονδήποτε να καταστεί δυνατό να πει κάποια μέρα πως είχαν αποτύχει να κάνουν την υπέρτατη θυσία, προκειμένου να επιτρέψ ουν στους Γερμανούς συντρόφους τους, σκληρά αγωνιζόμενους στο νότο, να κάνουν άλλη μια προσπάθεια. Οι τραυματίες μας πολεμούσαν όπως και οι άλλοι, αιμορραγώντας, μα προτι μώντας να πεθάνουν στη μάχη, παρά να δολοφονηθούν με κτυπήματα από ένα κοντάκι όπλου ή σκαπάνης.
352
A eon Ν τεγκρελ
Ο υηολοχαγός Καπέλλ είχε ακόμη εβδομήντα άνδρες. Σφαγιάζονταν εκεί όπου έσιεκαν, από την αυγή ως τις τρεις η ώρα το απόγευμα. Ο Καπέλλ μας επεσήμανε ήρεμα από τον ασύρματο τις τελευταίες φάσεις της αγωνίας του θανάτου. Τα σοβιετικά άρματα μάχης βρίσκονταν πανι:ού. Μικρές νησίδες ανδρών πολεμού σαν πεισματωδώς. Τελικώς, μόνον η νησίδα του σταθμού διοικήοεως απέμεινε, κυκλωμένη από μια ουρλιάζουσα ορδή χασάπηδων. Ό ταν η σώμα με σώμα μάχη τελείωσε, ο Καπέλλ, βαριά τραυματισμένος αλλά πυροβολώντας ακόμα με το πιστόλι του, σηκώθηκε όσο πιο καλά μπορούσε, α ντιμετωπίζοντας τους Κόκκινους οι οποίοι ορμούσαν καταπάνω του. Ό ταν ήταν ακριβώς ενάμισι μέτρο μπροστά του, τίναξε τα μυαλά του στον αέρα. Μόνον τέσσερις τραυματισμένοι άνδρες, βυθισμένοι μέχρι τους λαιμούς τους στο βόρβορο, παρακολούθησαν τα τελευταία λεπτά του δράματος. Έ συραν τους εαυτούς τους μέσα στη φρικτή λάσπη στη διάρκεια της νύκτας. Δύο από αυτούς πέθαναν από την εξάντληση. Οι άλλοι δύο ανευρέθησαν από μια περίπολο, σχε δόν πεθαμένοι. Η ολοκληρωτική θυσία των Βαλλόνων σιο Λίντενμπεργκ ξεσήκωσε μεγάλα συ ναισθήματα μεταξύ των γερμανικών μεραρχιών της Πομερανίας. Μια ημερήσια διαταγή, εξυμνούσα την ηρωική τους δράση, διαβάσθηκε στα στρατεύματα όλης της Στρατιάς. Μνημονεύθηκαν στο ανακοινωθέν του Κεντρικού Στρατηγείου. Ο Καπέλλ επροτάθη για ένα μεταθανάτιο Σταυρό του Ιππότου. Μετριοφρόνως, αφανώς, όπως οι εξακόσιοι Φραγκομόνδιοιτης βελγικής ιστο ρίας 4, άφησαν τους εαυτούς τους να θερισθούν εκεί όπου στέκονταν, για την τιμή του να υπακούς και του να είσαι πιστός. $ Στο νότο, η ήττα απεδείχθη πέραν πάσης διορθώσεως. Η τελευταία γερμανική απόπειρα να επανασταθεροποιήσουν το Ανατολικό Μέτωπο είχε αποτύχει. Π αρ’ όλα αυτά, μπορούσαμε πάντοτε να ελπίζουμε πως οι απώλειες του εχθρού σε υλι κό θα επιβράδυναν την επίθεσή του κατά του Στάργκαρντ. Η ελπίδα απεδείχθη φρούδα. Τ α κατεσιραμμένα σοβιετικά άρματα μάχης αντικαταστάθηκαν από έναν ακόμα μεγαλύτερο αριθμό αρμάτων. Θα υπερνικού σαν συνιόμωςτις λασπώδεις θέσεις μας. Από την άλλη μεριά, οι τεθωρακισμένες μεραρχίες του Ράιχ έφυγαν όσο γρήγο ρα είχαν έλθει. Έ χο ν τα ς εγκα τα λ ειφ θεί το σχέδιο να διεισδύσουν στο Αάντσμπεργκ, τα φορτηγά και άρματα μάχης εξαφανίσθηκαν τη νύκτα που ακο λούθησε. Χρειάζονταν στο Κίεστριν. Μας άφησαν με βαθιές αυλακώσεις, κενές θέσεις ιιυροβολικού και μια χάσκουσα απειλή στο νότο. Το γερμανικό ανακοινωθέν μόλις που έκανε μια έμμεση avaq>opö σε αυτήν την αποτυχημ ένη επίθεσ η, η οποία υπήρξε η τελευταία ελπίδα του Ανατολικού Μετώπου. Avεq>έpθη αμυδρώς σε λίγες γραμμές ως μια τοπική αντεπίθεση.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
353
Αναλάβαμε πάλι τα παλαιό μας χαρακώματα. Στα μετόπισθεν μας, η ρημαγμέ νη και σακατεμένη πόλη του Στάργκαρντ ήταν μελαγχολική σαν ένα ερειπωμένο κοιμητήριο.
Η Πλημμυρίδα Τ ο μόνο έπαθλο που πα ρ έμεινε από τη γερμ α νικ ή επίθεσ η της 16ης Φεβρουάριου του 1945 προς την κατεύθυνση του Λάντσμπεργκ, από την παρέλα ση των αρμάτων μάχης, φορτηγών και πυροβόλων της οποίας είχαμε γίνει μάρ τυρες για ημέρες, ήταν το μέτριο χωριό του Μπράλλεντιν και λίγα χωριουδάκια. Μιλώντας επί της ουσίας, ο πόλεμος είχε γίνει αστήρικτος. Στη δύση η μεγάλη προσπάθεια των Αρδεννών - Αλσατίας είχε αποτύχει. Δεν επεξεργαζόταν καν άλ λη πιθανότης ανακτήσεως επί του δυτικού μετώπου. Στην ανατολή, η αντεπίθεση που συνέλαβε η σκέψη του Χίμμλερ δοκίμασε μια αναγνωρισμένη ήττα. Η τελε σίδικη απόδειξη είχε γίνει πως οποιοσδήποτε σχεδιασμός ν’ αποκοπούν οι σοβιε τικές δυνάμεις ήταν μάταιος. Οι Κομμουνιστές ήταν δέκα φορές ισχυρότεροι απ’ όσο εμείς σε άνδρες και, ει δικά, σε υλικό. Από δω και πέρα, εξαιρώντας τη χρήση στο τελευταίο μόλις λεπτό ενός υπερόπλου, η νίκη είχε κερδηθεί από τους Κομμουνιστές και τους ΑγγλοΑμερικάνους υποστηρικτές τους. Το Ράιχ τώρα κρατούσε μια τίγρη από την ουρά. Η δύση είχε εκκενωθεί από στρατεύματα. Η ανατολή είχε τελείως διαλυθεί. Λίγες τεθωρακισμένες μεραρχίες έτρεχαν ακόμη πάνω κάτω, εδώ κι εκεί, από το Στεττίν στο Κίεστριν και από το Κίεοτριν στη Δρέσδη, ριψοκινδυνεύοντας τα πάντα. Εκτός από εκείνες, το μέτω πο πια δεν αποτελούνταν παρά από στρατεύματα που είχαν ασπρίσει από την αι μορραγία, που δέχονταν πλήγματα καθημερινώς, με μηδαμινά πυρομαχικά κι α σήμαντο αριθμό αρμάτων μάχης. Μια εξαιρετικά αυστηρή τηλεγραφική διαταγή μου απηγόρευσε, όπως και σε όλους τους διοικητές μεραρχιών του πομερανικού μετώπου, να χρησιμοποιώ πε ρισσότερες από έξι οβίδες καθημερινώς, ή δέκα, εξαρτωμένου του διαμετρήμα τος των όπλων. Στην περίπτωση μιας σοβιετικής επιθέσεως, το πυροβόλο μας θα έβαλε για λίγα λεπτά και ύστερα θα έπρεπε να μείνει σιωπηλό υποχρεωτικά, ως την επόμενη μέρα. Τα στρατεύματα, κομματιασμένα από αφάνταστο πυρ πολυβόλων, όφειλαν να υπομείνουν τα πλήγματα εχθρικών στρατευμάτων που ήταν σχεδόν πλήρους δυναμικότητος και περιβαλλόμενα από άρματα μάχης πέντε φορές, δέκα φορές ή είκοσι φορές πιο πολυάριθμα των δικών μας. Σε κάθε τομέα, η μονομαχία δινόταν υπό τις ίδιες συνθήκες. Λίγες εκατοντάδες ανδρών, στερημένοι απ’ όλα, εξουθενωμένοι, μέσα σιη λάσπη, είχαν ν’ αντιμετω πίσουν μια χιονοστιβάδα αντιπάλων σκαρφαλωμένων επάνω σε αναρίθμητα άρ
354
A eon Ν τεγκρελ
ματα μάχης, που μούγκριζαν, τσάκιζαν, συνέτριβαν τα πάντα στο δρόμο τους. & Μετά την ήττα της τελευταίας επιθε'σεως, βρήκαμε τους εαυτούς μας περισσό τερο μόνους από ποτέ άλλοτε. Ο τομέας μας είχε πάρει το σχήμα ενός μακριού ψαροκόκκαλου. Η ουρά βρι σκόταν στο Στάργκαρντ, το κεφάλι στα χωράς Κρέμτσοβ και Ρέππλιν στο νότο. Το αριστερό μας πλευρό (ανατολικά) οριοθετούταν από τον κυρίως Ί ν α και την ε θνική οδό από το Στάργκαρντ στο Σχένεμπεργκ. Το δεξιό πλευρό (δυτικά) οριζό ταν από τον τεμπέλικο Ί ν α , τα χω ριά του Στρέμπελοβ και το χω ριουδάκι του Κολλίν. Και οι δύο αυτές τελευταίες πολίχνες είχαν αδιαλείπτως σφυροκοπηθεί από τό τε που οι κορυφογραμμές του Λίντενμπεργκ είχαν πέσει ξανά πίσω στα χέρια των Σοβιετικών. Οι στέγες είχαν καταρρεύσει προς τα μέσα, τα τελευταία ζώα νεκρά μέσα στους στάβλους. Οι συνδέοντες δρόμοι ήταν σχεδόν αδιάβατοι. Ή τα ν κατάστικτοι από εκατο ντάδες κρατήρων. Ή μασταν υποχρεωμένοι να τρέχουμε με τα Φολκσβάγκεν μας με γελοίες ταχύτητες, ενώ τα πυρά έκαναν κόσκινο το δρόμο. Οι Κόκκινοι ενισχύονταν όλο και περισσότερο. Μπορούσαμε να το βλέπουμε. Μπορούσαμε να το νιώσουμε, αλλά επακριβώς δε γνωρίζαμε το παραμικρό. Δεν είχαμε πιάσει ούτε έναν και μοναδικό αιχμάλωτο για μια εβδομάδα. Οι Κόκκινοι, αφιονισμένοι από τις επιτυχίες τους, καλώς προστατευόμενοι από τις φάλαγγες των αρμάτων μάχης τους, είχαν γίνει ασύλληπτοι. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων του πολέμου στη ανατολή το 1945, ήμασταν αναγκασμένοι να χάσουμε περισσότερους στρατιώτες για να αιχμαλω τίσουμε ένα Μογγόλο, α π ’ όσους έπαιρνε για να καταλάβουμε μια επαρχία της Ε.Σ.Σ.Δ. το 1941, αλλά κάθε Μογγόλος με στρογγυλά ζυγωματικά, ωχρόφαιος Καλμούχος, ή κάθε Σιβηριανός κατάδικος ήταν απαραίτητος στη διοίκηση. Έ τσι ήταν που λάβαμε διαταγές από το Σ.Σ. να ετοιμάσουμε μιας μεγάλης κλίμακος αποστολή στο απόλυτο σκοτάδι, στην οποία διακόσιοι από τους άνδρες μας θα εμπλέκονταν, με κανέναν άλλο στόχο παρά τη σύλληψη ενός και μοναδικού Κόκκινου, Έ να μεγάλο αγρόκτημα αποκαλούμενο Κάρλσμπουργκ, τοποθετημένο στα δυ τικά του Στρέμπελοβ, ορίσθηκε ως ο αντικειμενικός μας σκοπός, ένά εκτεταμένο τετράπλευρο, τούβλινο κτίριο με μακριούς στάβλους κι εξωτερικά κτίσματα, όπου ο εχθρός ήταν ισχυρώς εγκατεστημένος. Επρόκειτο να προσβάλλουμε τους Κόκκινους από τα νώτα και να τους απωθή σουμε έξω σε μάχη σώμα με σώμα, χάνοντας δέκα ή είκοσι άνδρες εάν ήταν απα ραίτητο, προκειμένου ένας ή δύο αποβλακωμένοι, ασουλούπωτοι αιχμάλωτοι, ζέχνοντες σαν ασβοί, να μπορέσουν να έλθουν και να πουν στο στρατηγείο τι σχε-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
355
διασμοί βρίσκονταν στο στάδιο της εκκολάψεως. £ Η επιχείρηση έλαβε χώρα ένα βράδυ, στις εννέα η ώρα. Έ να μέρος των στρα τιωτών μας στο Κολλίν πήρε το δρόμο του με τον ερχομό του σκοταδιού. Σύρθηκαν έρποντας μέσα από τους βάλτους. Δυτικώς του Κάρλσμπουργκ, δηλαδή στα νώτα του εχθρού, έπρεπε να κινηθούν με απόλυτη σιωπή. Ως την ώρα εκείνη το υπό λοιπο των δυνάμεών μας των συμμετεχουσών στην έφοδο, θα είχε ολοκληρώσει μια παρόμοια κίνηση δια της βορινής οδού. Τα αντιαεροπορικά μας πυροβόλα θα έβαλλαν αρχικώς κατευθείαν στο αγρό κτημα, μα σκοπό να το πυρπολήσουν και πανικοβάλλουν τους εχθρούς. Δέκα λε πτά πριν τις εννέα η ώρα ένας από τους λόχους μας, ο οποίος βρισκόταν μπροστά στο Κρούεσσοβ, ξεκίνησε μια παραπλανητική επιχείρηση. Οι Βαλλόνοι ήταν στο ανατολικό μέτωπο ασυναγώνιστοι σε αυτές τις πέραν του δυνατού κρούσεις. Ρίχθηκαν στον εχθρό, γρήγοροι σα γάτες. Η επιτυχία ήταν σχε δόν αναπόφευκτη. Στις 20:45 η ώρα τα αντιαεροπορικά μας πυροβόλα άνοιξαν πυρ κατά της ορ δής του Κάρλσμπουργκ. Έ νας αχυρώνας έπιασε φωτιά. Ο αέρας ήταν εξαιρετι κά δυνατός εκείνο το βράδυ. Οι αποθήκες, οι οποίες περιείχαν τεράστιες ποσό τητες μαλλιού, άρχισαν ν’ ακτινοβολούν ένα υπέροχο κόκκινο. Ο άνεμος έστειλε εκατομμύρια σπιθών να πετάξουν ψηλά στον ουρανό. Μετά, οι άνδρες μας επιτέθηκαν από το βορρά και τη δύση για να ωθήσουν τον εχθρό προ τις γραμμές μας. Αυτός υπερασπίσθηκε τον εαυτό του με φανατισμό μέσα στο καμίνι. Οι λαμπερές ριπές από τα υποπολυβόλα μπορούσαν να ειδωθούν ν’ αστράφτουν ολόγυρα από τα κτίρια. Σιλουέτες έτρεχαν, αναπηδούσαν κι έπεφταν. Στις 21:45 μια πράσινη φωτοβολίδα έφυγε ψηλά, ειδοποιώντας πως μερικοί αιχ μάλωτοι είχαν παρθεί και πως οι άνδρες μας επρόκειτο να γυρίσουν στις γραμμές μας. Είχαμε υποστεί σχετικά υψηλές απώλειες. Και πάλι όμως θα μπορούσαμε να μην έχουμε πιάσει κανέναν και να δούμε τις επιθέσεις μας να υποχωρούν προ της εχθρικής θέσεως. Μόνον η σφοδρότης των ανδρών μας και η ακατανίκητη ορμή τους μας είχαν επιτρέψει να τα φέρουμε εις πέρας. Ό π ω ς επίσης κι ένα αστείο συμβάν. Δύο Μογγόλοι, παρά τα πυρά, τον θόρυβο των αντιαεροπορικών όπλων και τις ομοβροντίες των πυροβολισμών, εξακολουθούσαν να κοιμούνται βαθιά στις σκοπιές τους μπροστά από το αγρόκτημα. Έ πρεπε να τους ξυπνήσουμε για να τους κάνουμε να ξεκινήσουν το ταξίδι προς τις θέσεις μας. Τ ο Κάρλσμπουργκ καιγόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της νύκτας, καθώς μια κα ταιγίδα σάρωνε τον ορίζοντα από άκρη σ’ άκρη. £
356
A eo n Ν τεγκρελ
Πήγα στο στρατηγό διοικητή του Σώματος Στρατού για να παραδώσω τους αιχμαλώτους που τόσο πολύ χρειαζόταν. Οι ανακρίσεις ήταν αποφασιστικής ση μασίας. Πληροφόρησαν τη γερμανική διοίκηση πως η έφοδος κατά της πόλεως του Στάργκαρντ ήταν έτοιμη και το πλήγμα θα έκανε τη βασική του κρούση ανατολικώς του Ίνα. Τ ην αμέσω ς επόμενη μέρα οι Κ όκκινοι ουσιαστικούς κατέκλυσαν τα Μ πράλλεντιν και Ρέππλιν, τα οποία υπερασ πίζοντα ν από Γερμανούς και Ολλανδούς SS. Πέρασαν τον κυρίως Ίν α και προσέγγισαν το Σχένεμπεργκ, γύρω στα είκοσι χιλιόμετρα νοτιοδυτικώς του Στάργκαρντ. Πο)ς μπορούσε να έχει αντέξειτο μέτωπο, αποστερημένο από κάθε βαρεία άμυ να; Το Σχένεμπεργκ έπεσε. Λίγα γερμανικά πάντσερ, χαμένα σε αυτό το τριάντα χιλιομέτρων ρήγμα, προσπάθησαν μάταια ν’ ανακόψουν την πλημμυρίδα. Αυτή ξεχύθηκε δια μέσου του ρήγματος. Τα σοβιετικά άρματα μάχης ξεκοίλιασαν το σύ νολο του τομέως στα ανατολικά των θέσεών μας και εκκίνησαν επάνω στην εθνική οδό Σχένεμπεργκ - Στάργκαρντ σα να ήταν σ’ έναν αγώνα αυτοκινήτων. Διαχωριζόμαοθαν από εκείνα μόνον από τον κυρίως Ίν α και μια ομαλή πλαγιά. Τ α λασποψένα εχθρικά άρματα ανεπτύχθησαν μπροστά στα μάτια μας και έφθασαν στο ίδιο ύψος με το σταθμό διοικήσεώς μας, το ένα μετά το άλλο. Από τη δεύτερη μέρα, η μάχη διεξαγόταν πίσω μας. Έ π ρ επε να στρέψουμε πίσο> προς τα βορειοδυτικά για ν’ ακολουθήσουμε την πρόοδο των σοβιετικών αρμάτο>ν μάχης. Οι οχυρώσεις μας στο Κόλλιν, στη νοτιοδυτική γωνία, είχαν αντέξει παρά τη θυελλώδη επίθεση. Το βομβαρδισμένο χωριό, οι ερημωμένοι δρόμοι κατάσπαρτοι από σωρούς ερειπίων, μύριζαν όλεθρο και θάνατο. Αλλά οι άνδρες μας δεν είχαν αφήσει τους εαυτούς τους ν’ απωθηθούν έξω από τις κατεδαφισμέ νες οικίες, ούτε από τις φωλιές των πολυβόλων τους. Ό πω ς και να χει, ευχόμενο ήταν το να σκεπτόμασθε πως μπορεί να ήμασταν ι κανοί να διορθώσουμε την κατάσταση. Λάβαμε δ ιαταγές να εκκενώσουμε τα Κόλλιν και Στρεμπέλοβ και να φέρουμε τις δυνάμεις μας από τα νώτα των χωριών αυτο>ν πίσω στο Κρέμτσοβ, το προγεφύρωμα το οποίο προσιάτευε το δεύτερο δρό μο του Στάργκαρντ. Εναπόθεσα την άμυνα της θέσεως στα χέρια ενός από τους πιο δημοφιλείς παλαίμαχούς μας του Ν τονιέτς και του Καυκάσου, του διοικητού Ζουλς Ματιέ. Απέναντι σε όλες τις αντιξοότητες κράτησε με το σύνταγμά του σε αυτήν τη μεγά λη κωμόπολη, την τόσο σοβαρώς ασφυκτιούσα. Ο εχθρός ήθελε να πάει γύρω από το Κρέμτσοβ μέσα από τα λιβάδια στα δυτι κά. Σκάψαμε εκεί τις θέσεις μας με μεγάλη βιασύνη, τελείως εκτεθειμένες στην ύ παιθρο. Δέκα φορές αυτές κατεκλύοθησαν, διεσπάοθησαν και κατακομματιάσθηκαν. Δέκα φορές ανακατελήφθησαν σε μάχη σώμα με σώμα. Πτώματα κείτονταν παντού στο βούρκο, τον άμορφο και σα μολύβι βαρύ. Μόνον άρματα μάχης θα μπορούσαν να μας έχουν ξαλαφρώσει.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
357
Τελικώς, κανόνισα με το Σ.Σ.όπως τέσσερα γερμανικά πάντσερ - τέσσερα! - θα έρχονταν να μας δώσουν ένα χέρι. Οφείλαμε να τα εφοδιάσουμε εκ των προτέρων με όλα τα καύσιμα που ακόμη είχαμε. Δεν είχαν καλά-καλά λάβει θέση στο Κρέμτσοβ, όταν δύο πάρθηκαν πάλι μακριά. Τα άλλα δύο διέθεταν από τέσσερα βλήματα έκαστο. Ό πω ς εξελίχθηκε, δεν είχαν την περίσταση να τα χρησιμοποιήσουν, καθώς κι αυτά επίσης ανεκλήθησαν, μαζί με τα πενιχρά τους πυρομαχικά, αφήνοντας μας να τα βγάλουμε πέρα από μόνοι μας. Απεσύρθησαν διότι το άνοιγμα στο δρόμο του Σχένεμπεργκ γινόταν κάθε ώρα και πιο επικίνδυνο. Τα πάντα κατέρρεαν. Από το σταθμό διοικήσεοίς μας δε χά σαμε την παραμικρή λεπτομέρεια της παραστάσεως. Τα σοβιετικά άρματα μά χης προήλαυναν περνώντας μερικά σπίτια κι ένα κοιμητήριο. Ό ταν ήταν αρκετά χιλιόμετρα πέραν του τομέως μας, μας δόθηκε η διαταγή να εγκαταλείψ ουμε το Κρέμτσοβ και λίγο-πολύ να ευθυγραμμισθούμε. Ψευδαισθητική ευθυγράμμιση... Διότι όχι μόνον τα σοβιετικά άρματα μάχης βρο ντούσαν στα μετόπισθέν μας, αλλά πυροβολισμοί κροτούσαν επίσης. Το πεζικό που συνόδευε τα εχθρικά άρματα είχε μόλις διασχίσει με τη νύκτα τον κυρίως Τνα. Δύσκολα υπήρχε πια και η ελάχιστη αμφιβολία ότι θα περικυκλωνόμασταν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Το Στάργκαρντ στα Χέρια των Σοβιετικών Το Σάββατο, 3 Μαρτίου 1945, είδε την κατάρρευση του Στάργκαρντ. Μεταξύ της αρχαίας πομερανικής πόλεως και της προχειροφτιαγμένης γραμμής μας δεν έμενε τίποτε άλλο από ένα μεγάλο χωριό, το Βίττιχοβ, και το σταυροδρόμι στο Κλούτζοβ, όπου έστεκε μια βιομηχανία ζαχάρεως. Δύο εβδομάδες νωρίτερα, τα προαύλια και οι αποθήκες αυτής της βιομηχανίας έβριθαν από ομάδες γερμανικών αρμάτων μάχης, που βρίσκονταν εκεί για την ε πίθεση. Τώρα, δεν ήταν παρά ένας άδειος χώρος, διασχιζόμενος μόνον από το μι κρό μου Φολκσβάγκεν, που έτρεχε από το ένα μέρος στο άλλο, αναλόγως της καταστάσεως. Εκείνο το πρωινό, τα εχθρικά άρματα μάχης ξεκίνησαν προς την κατεύθυνση των νοτιοανατολικών προαστίων του Στάργκαρντ. Το σοβιετικό πεζικό πέρασε για δεύτερη φορά τον Ίνα , πολύ κοντά στην πόλη, και απέκοψε το χαλικόσιρωτο δρόμο προς το Βίττιχοβ στα νώτα μας. Έστειλα αμέσως ένα λόχο. Πολύ αργά. Ο δρόμος ήταν χαμένος. Σφαίρες με τις εκατοσταριές σφύριζαν γύρω μας. Μια από εκείνες πέρασε δια μέσου του κολλάρου του πανωφοριού μου και έγδαρε το σβέρκο μου. Παντού πολεμούσαμε εκ του σύνεγγυς. Τα πρόσωπα των ανδρο')ν μου ήταν γκρίζα και ρυτιδωμένα από την εξάντληση
358
Λ εον Ν τεγκρελ
και την ανησυχία. ΓΙολυβολοΰσαν τους εχθρούς στηριγμένοι επάνω στις ιξώδεις όχθες ή στο χαλίκι του δρόμου, ή μισοθαμμένοι στα κιτρινόγκριζα σιλό των τεύτ λων που μύριζαν μούχλα. Ο εχθρός εξήλθε σε σμήνη των εκατοντάδων από τους λασπόλακκους, σα σύν νεφα κοαζόντων, φαιοκόκκινων αμφιβίων. Η ψυχή της αντιστάσεως στο Βίττιχοβ ήταν ένας πρώην αξιωματικός του βελγι κού στρατού, ο Στουρμπανφύρερ (Ταγματάρχης) Ελεμπώ, ο τότε επικεφαλής του επιτελικού γραφείου της μεραρχίας μας, γενναίος και απόλυτα πιστός. Γιος και εγγονός δύο Βέλγων στρατηγών που και οι δύο υπήρξαν Υ πουργοί Πολέμου, έφερε το Στρατιωτικό Σταυρό, τον οποίο είχε κερδίσει στο Υσέρ το 1918, δίπλα στο Σιδηρούν Σταυρό Πρώτης Τάξεως επάνω στη γκρίζα στολή του. Εμψυχωμένοι από τη γενναιότητά του, οι στρατιώτες μας οι νοτίως του Βίττιχοβ δεν αποτραβήχθηκαν φοβισμένοι, παρ’ όλο που βρίσκονταν οκτώ χιλιόμετρα μό νον μακριά από τα τείχη του Στάργκαρντ, τα οποία έπλητταν ισχυρώς από το πρωί τα εχθρικά άρματα μάχης. Οι τελευταίοι που απέμειναν στο νότιο και νοτιοανα τολικό τομέα, αρπάχθηκαν γερά από το έδαφος, το οποίο ήταν ολοκληρωτικά κατακλυσμένο από τον εχθρό στα ανατολικά και αδιακόπως επαπειλούμενο στα νο τιοδυτικά. Οι λόχοι μας υπέμεναν τον αφανισμό με στωϊκότητα, ο ένας μετά τον άλλο. Κτυπημένος στην κοιλιά από μια εκραγείσα χειροβομβίδα, ο υποδιοικητής της Ρεξιστικής Νεολαίας υπέφερε μέσα στη λάσπη. Ή τα ν ο Ουντερστουρμφύρερ (Ανθυπολοχαγός) Πωλ Μεζεττά, ποιητής, μια παθιασμένη ψυχή, ο οποίος προσέφερε τον εαυτό του ως ένας αληθινός ιππότης και ο οποίος, παρά τα τρομερά τραύματα που υπέστη στον Καύκασο, είχε θελήσει να πάρει τη θέση του στον α γώνα ξανά. Από το τάγμα του Ντερίξ, ίσα που είχαν απομείνει εκατό άνδρες όλοι κι όλοι. Έ βριζαν, πυροβολούσαν, αντεπιτίθονταν, κυλιόνταν στο ματωμένο βούρκο με τους Κιργίσιους και τους Μογγόλους. Τίποτε δεν μπορούσε να τους κάνει να εγκαταλείψουν.
2 Από τους θορύβους της μάχης των αρμάτων, συνειδητοποιήσαμε πως οι Κόκκινοι πρέπει τώρα να πολεμούσαν στις ίδιες τις πύλες του Στάργκαρντ. Η θέση μας ήταν αδιανόητη. Να που βρισκόμασταν, μια απομονωμένη στο νό το μονάδα αμύνης, υπό μια όλο και περισσότερο άμεση απειλή περικυκλώσεως, και δεν είχαμε λάβει την ελάχιστη πληροφόρηση ή διαταγές από το διοικητήριο της μεραρχίας από την αρχή του απογεύματος. Ή λθε πέντε η ώρα. Δύσκολα μπορούσαμε ν’ αποτύχουμε στο να πέσουμε στα χέ ρια των Σοβιετικών. Δεν μπορούσα να φαντασθώ ότι θα εγκαταλειπόμασθαν με τέ τοιον τρόπο. Πήδηξα μέσα στο Φολκσβάγκεν μου για να πάω να βρω το στρατηγό.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
359
Μη βάζοντας ποτέ στο μυαλό μου έστω και για ένα λεπτό πως όλα ήταν τελειωμένα, εισήλθα στο Στάργκαρντ. Μόλις που είχα το χρόνο να γυρίσω απότομα το τιμόνι μου 180 μοίρες και να επιταχύνω για τα προάστια. Σοβιετικά άρματα μά χης είχαν μόλις μπει βιαίως στις οδούς. Ομάδες νεκρών γυναικών κείτονταν ανά μεσα στις βαλίτσες τους κοντά στη γέφυρα του σταθμού, θερισμένες από τα πυρά των αρμάτων. Στα βορειοδυτικά της πόλεως τα σοβιετικά άρματα παρατάσσονταν σε σχηματισμό μάχης επί των δύο πλευρών του δρόμου του Στεττίν. Έ μ α θ α από το Σ.Σ., αρκετά χιλιόμ ετρα από εκεί, πως το σ τρατηγείο του Στάργκαρντ, στο οποίο υφιστάμεθα, είχε σκεπασθεί από το εχθρικό κύμα κατά τη διάρκεια του απογεύματος. Ο στρατηγός είχε εξαφανισθεί ως δια μαγείας. Το Σώμα μας είχε στείλει αργοπορημένες διαταγές ν’ αποσυρθούμε, αλλά ο μοτοσυκλετιστής πρέπει να είχε απαχθεί στη διαδρομή. Γύρισα τρέχοντας πίσω μέσα από την εξοχή στην κατεύθυνση του Βίττιχοβ. Ή μουν αρκετά τυχερός στο να εντοπίσω μια από τις τηλεφωνικές γραμμές. Την έκοψα, συνέδεσα ένα φορητό τηλέφωνο και κατόρθωσα έτσι να διευθύνω την υ ποχώρηση των δυνάμεών μου εγκαίρως. Ξεκινώντας από τα νοτιοδυτικά, θα εκτελούσαν μια μεγάλη κυκλική κίνηση α πό τα δυτικά και βορειοδυτικά κατά μήκος της λίμνης Μάντουε, προκειμένου να ξεφύγουν της εχθρικής αρπάγης. Από εκεί θα έστριβαν πίσω στην κατεύθυνση του Στάργκαρντ και θα λάμβαναν θέσεις στα βορειοδυτικά της πόλεως. Αποστραγγισμένοι από εκείνες τις δέκα ημέρες και νύκτες της μάχης, τα καη μένα τα παιδιά θα έπρεπε να πορευθούν είκοσι πέντε χιλιόμετρα στο σκοτάδι, μέ σα από κολλώδη λάσπη ή κινούμενη άμμο, απειλούμενα ν’ αποκοπούν ή συλληφθούν κάθε λεπτό από τον ενεδρεύοντα εχθρό. £ Μια από τις διμοιρίες, η οποία είχε σκληρά παλέψει με τον αμμώδη δρόμο του Βίττιχοβ μέχρι το σούρουπο, δεν είχε επακριβώς κατανοήσει την προφορική δια ταγή ή συνειδητοποιήσει την κατάσταση. Προτιμώντας να κόψει δρόμο, πορεύθηκε αφελώς ίσια προς το Στάργκαρντ το ίδιο, ακριβώς όπως είχα κάνει εγώ στο τέλειωμα του απογεύματος. Προχώρησαν στοιχισμένοι, τα όπλα τους επ’ ώμου, δια μέσου της πόλεως, η οποία βρισκόταν στα χέρια των Σοβιετικών από αρκετών ωρών. Ή τα ν βροχερά και το σκοτάδι ήταν αδιαπέραστο. Κόκκινοι στρατιώτες ήταν τοποθετημένοι επάνω από τη σιδηροδρομική γέφυρα. Νόμισαν τους άνδρες μας για σοβιετικούς στρατιώτες. Οι δικοί μας τους πήραν για Γερμανούς. Πέρασαν μέσα απ’ όλη την πόλη και βγήκαν ξανά στα βορειοδυτικά, χωρίς κανένας να τους κάνει ερωτήσεις. Ύ στερα είδαν τη γραμμή από φλόγες από τις εξατμίσεις των ε χθρικών αρμάτο)ν μάχης. Πήγαν από γύρω τους με τη χρήση της πυξίδος, μέσα α πό τα μαύρα πεδία της λάσπης.
St
360
A eon Ν τεγκρελ
Έ φθασα στο νέο τομέα μας στις εννέα η ώρα το βράδυ για να βρω όλον τον τό πο σε μια κατάσταση αναρχίας. Δυο τάγματα του Οργανισμού Τοντ 5, απεσταλ μένα στην περιοχή για να οικοδομήσουν μια νέα γραμμή, υπεχώρησαν, oq)oöp0 ταραγμένα. "Οι Ρώσσοι είναι εδώ! Οι Ρώσσοι είναι εδώ!", κραύγαζαν οι σκαφτιά δες με όλη τη δύναμη των πνευμόνων τους. Έ να γερμανικό πάντσερ, επιστρέφοντας από τα ανατολικά, είχε περασθείγια ένα σοβιετικό άρμα μάχης. Ή τα ν ο στόχος μαζικών πυροβολισμών. Το να λάβεις πληροφόρηση ήταν πολύ περίπλοκο. Οι Σοβιετικοί πρέπει πραγματικά να είχαν κατακλύσει μία ευρεία έκταση βορειοδυτικώςτου Στάργκαρντ. Είχα μαζί μου δύο άνδρες όλους κι όλους, συν έναν αγγελιοφόρο μοτοσυκλετιστή. Εγκατέστησα το σταθμό διοικήσεώς μου σύμφωνα με τις διαταγές που είχα λάβει και τοποθέτησα το μοτοσυκλετιστή μου επί της εγκαταλελειμμένης δ ια δρομής, τρία χιλιόμετρα προ του χωριού, έτσι ώστε να μπορέσει να κρυφθεί, πρηνηδόν, και να με ειδοποιήσει περί της αφίξεως τίποτα εχθρικών αρμάτων μάχης. Την αυγή οι δρόμοι εξακολουθούσαν να είναι ερημωμένοι. Οι άνδρες μας αφικνούντο από τα δυτικά σε αγνώριστες ομάδες, βρώμικοι από την κορυφή ως τα νύ χια, ταλαντευόμενοι σα μετρονόμοι, μη γνωρίζοντας πια το παραμικρό ή α ν α λαμβανόμενοι το παραμικρό. Το Σ.Σ. επέμενε όπως τους τοποθετήσω σε θέση μά χης εντός μιας ώρας. Μ πορείτο ίδιο καλά ακριβώς να έχω παρατάξει χαλίκια στην κορυφή των λο φίσκων. Αυτοί οι άνδρες δεν ήταν ικανοί για μάχη έστω και για ένα λεπτό πια. Τους τα κτοποίησα στα κενά αγροκτήματα. "Φάτε, πιείτε, κοιμηθείτε και μη νοιάζεστε!" Σύντομα, όλη η λεγεών ροχάλιζε, ηχώντας σαν ένα σμήνος από Γιούνγκερς. Έβαλα αρκετούς υπαξιωματικούς με μέτωπο προς τα νοτιοανατολικά, ως ένα συμβολικό μέτρο. Οι εχθροί πρέπει να ήταν ψόφιοι στην κούραση επίσης, καθότι μέχρι το σού ρουπο δε συνέβη τίποτα. Την επόμενη μέρα στις οκτώ το πρωί, ώθησα τους άνδρες μας προς τα παρατη ρητήριά τους, κάπως φρεσκαρισμένους. Δεν είχαν καθόλου χρόνο να βαρεθούν. Έ να κύμα δεκαπέντε σοβιετικών αρμάτων μάχης, κατόπιν είκοσι ενός, χίμησαν καταπάνω μας.
Καταδιωκόμενοι από τα Άρματα Μάχης Την 5 η Μαρτίου του 1945, ήμασταν κατ’ αυτόν τον τρόπο ακόμη επί του Ίνα . Αντί να βρισκόμασθε νοτίως του Στάργκαρντ, στο λασπώδη βάλτο που διαχώριζε τους δύο βραχίονες του ποταμού, ήμασταν τώρα τοποθετημένοι στα βόρεια της χαμένης πόλεως, ιππαστί του επανενωμένου Ίνα . Μια τσουχτερή λιακάδα είχε ε πιστρέφει.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
361
Δύο χωριά, τα Λιοΰεμποβ και Σάαροβ, αντίκριζαν το ένα το άλλο από τις δυο με ριές των νερών. Η αριστερή όχθη, μερικώς δενδροσκεπής, δέσποζε του ποτάμι ου. Η δεξιά όχθη ήταν ακάλυπτη. Μόνον ένα σιδηροδρομικό ανάχωμα πέραν των οικιών του Λιούεμποβ έκοβε τη μονοτονία της καφετιάς, ήπια κυματιστής γης. Το πρώτο κύμα των σοβιετικών αρμάτων μάχης εμφανίσθηκε στο κατώφλι αυ τής της κωμοπόλεως. Βρισκόμουν στη διαδικασία του ελέγχου των θέσεών μας στο Σάαροβ όταν ξέσπασε η κόλαση. Είχαμε μόνον το σκελετό ενός τάγματος επί κά θε όχθης. Δεν υπήρχε οΰτε ένα γερμανικό άρμα μάχης στον τομέα μας. Τα δεκαπέντε μεγάλα εχθρικά άρματα μάχης επιτέθηκαν αμέσως κατά πλάτος του Λιούεμποβ. Οι άνδρες μας υπερασπίσθηκαν τους εαυτούς τους από σπίτι σε σπίτι. Εκατό μέτρα μακριά τους, από την άλλη μεριά του νερού, είχα όλους τους όλμους μας στο Σάαροβ ν’ αρχίσουν να βάλλουν για ν’ αναχαιτίσουν το σοβιετικό πεζικό το οποίο ακολουθούσε τα άρματα μάχης. Μετά από μισή ώρα οι άνδρες μας είχαν ριχθεί πίσω στην πεδιάδα πέρα από τα αγροκτήματα. Μπορούσαμε να τους δούμε να τρέχουν, προσπαθώντας να φθάσουν στο σιδηροδρομικό ανάχωμα για να οργανώσουν μια νέα γραμμή αμύνης. Μα οι οβίδες των αρμάτων μάχης ανατίναζαν το έδαφος ολόγυρά τους. Δύο ή τρεις άνδρες θ’ αφήνονταν πίσω κάθε φορά, πράσινες στάμπες ξαπλωμένες επάνω στην κοκκινωπή γη. Μερικοί άλλοι Βαλλόνοι, στριμωγμένοι στην άκρη του νερού, επιβιβάσθηκαν σε κάποιες σκάφες πλυστρών ως έσχατη λύση ανάγκης. Ο πρόχειρος στόλος τους κατόρθωσε να έλθει στην ακτή στη μεριά μας. $ Τώρα, είκοσι ένα σοβιετικά άρματα μάχης εμq>αvίσθηκαv ξαφνικά στην είσο δο του Σάαροβ. Στο χρόνο που πήρε να παρακολουθήσουμε τους τοίχους να κα ταρρέουν τριγύρω μας, τα τέρατα βρίσκονταν στο κέντρο της κωμοπόλεως. Έ νας από τους άνδρες μας, κρυμμένος στη μισάνοικτη θύρα της εκκλησίας, έ σωσε την κατάσταση για λίγα δευτερόλεπτα με το ν’ ανατινάξει το προπορευόμενο άρμα μάχης με ένα παντσερφάουστ. Α\λά τι μπορούσαμε να κάνουμε; Μόνον εκείνοι που έζησαν δια μέσου εκείνων των φοβερών εβδομάδων στα τέλη του πολέμου οτην Ανατολή μπορούν να φαντασθούν το μακελειό που έλαβε χώρα. Δεν υπήρχε πια τεθωρακισμένο υλικό ά ξιο λόγου. Το Σώμα Στρατού μας, το 3ο Τεθωρακισμένο Σώμα των Waffen SS, φη μισμένο κάποτε για τις εκατοντάδες των αρμάτων μάχης του, διέθετε τριάντα και θα κατέληγε με δώδεκα μόνον. Νυχθημερόν αυτά τα λίγα πάντσερ όφειλαν να κα λύπτουν έναν τομέα άνω των εβδομήντα χιλιομέτρων. Σε αντιδιαστολή, των Σοβιετικών προπορεύονταν τέσσερις χιλιάδες αρμάτων μάχης, επί του πομερανικού μετίόπου μόνον. Εκείνη τη Δευτέρα, μόνο για τα δυο μας χωριουδάκια, ήλθαν τριάντα έξι. Και για να τα σταματήσουμε, τίποτα - τίπο
362
A eon Ν τεγκρελ
τα, δηλαδή, εκτός από παντσερφάουστ και ανθρώπινα στήθη. Οι μονομαχίες των παντσερφάουστ είναι όλες πολύ καλές στις ταινίες. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι επιτυχίες είναι σπάνιες. Π ρέπει υποχρεωτικώς να περιμένεις μέχρι που το άρμα μάχης να είναι σε απόσταση εξ επαφής, προτού τραβήξεις τη σκανδάλη. Εάν το άρμα μάχης είναι μόνο του και το βλήμα το πλήξει κατά τΰχη σ’ ένα ζω τικό σημείο, είναι το τέλειο, αλλά συχνά το άρμα δεν ανατινάσσεται. Επιπλέον, τα άρματα μάχης έρχονται πάντοτε σε κύματα και σαρώνουν το έδα φος εκ των προτέρων. Η πέντε μέτρων μήκους φλόγα προδίδει την παρουσία του σκοπευτή. Ακόμα και αν πετΰχει ένα άρμα μάχης, ένα άλλο άρμα θα τον πολυβολήσει σε κομματάκια μισό λεπτό αργότερα. Κάθε μονάδα διέθετε υπέροχους ήρωες οι οποίοι εξουδετέρωναν σοβιετικά άρ ματα μάχης με παντσερφάουστ μέχρι και την τελευταία ημέρα. Ή τα ν αναγκα σμένοι, διότι δε διαθέταμε τίποτε άλλο πια. Αλλά ο άνδρας που έθετε σε κίνδυνο τον εαυτό του στη μονομαχία αυτή ήταν σχεδόν σίγουρο ότι θα πέθαινε. £ Οι διαταγές ήταν Δρακοντείου σοβαρότητος. Δεν υπολόγιζαν οιεσδήποτε συ ναισθηματικές, ψυχολογικές ή πολιτικές παραμέτρους. Το μόνο που μετρούσε ή ταν το σκληρό γεγονός: κρατήστε. Δεν μπορούσαμε να εγκαταλείψουμε. Ακόμα και αν κατακλυζόμασθαν από κά θε κατεύθυνση οφείλαμε να κρατήσουμε το πεδίο, να προσκολληθούμε γερά σε αυτό, να σφαγιασθούμε. Έ νας στρατηγός που θα παραχωρούσε έδαφος θα υπο βιβαζόταν ή και θα συλλαμβανόταν ακόμα. Σε ένα μήνα μάχης στην Πομερανία η διοίκηση είχε αλλάξει δεκαοκτώ φορές. Διοικητές Στρατιών, Σωμάτων Στρατού και Μεραρχιών πετούσαν στον αέρα σαν μπαλλάκια του τέννις. Καταλήξαμε στο να χάσουμε τις κατευθύνσεις μας, μη γνω ρίζοντας πια από ποιους εξαρτώμεθα. Αλλά κάθε στρατηγός, νιώθοντας τη αστά θεια της θέσεώς του, έστελνε αδυσώπητες διαταγές είτε ήταν εφικτές είτε όχι. Με το τάγμα μου στο Λιούεμποβ, καταδιωγμένο από άρματα μάχης και μισοαφανισμένο, αποκλεισθήκαμε επάνο) στη δεξιά όχθη του Ίνα . Δεν είχα περισσότε ρους των εκατόν πενήντα ανδρών, οι οποίοι είχαν υποχωρήσει από το Σάαροβ και ούτε ένα και μοναδικό άρμα μάχης για υποστήριξη. Ο σταθμός διοικήσεώς μου ήταν σ’ ένα χωριό αμέσως βορειοδυτικώς των δύο προσβεβλημένων χωριών. Το χωριό ήταν αδύνατον να υπερασπισθεί με τη χού φτα των στρατιωτών που μου είχαν απομείνει. Οι διαταγές, ωστόσο, ήταν να το υπερασπισθούμε. Το ανοικτό πεδίο ήταν κατάσπαρτο με τους τραυματίες μας. Παρακολουθήσαμε το μακέλεμά τους, έξαλλοι από θλίψη και μανία. Οι σοβιετικοί πεζικάριοι προ χώρησαν ανάμεσα στα άρματα μάχης και τσάκισαν τα κεφάλια των άτυχων συ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
363
ντρόφων μας με πτυοσκάπανα. Έ νας από εκείνους ανέμιοε ένα λευκό μαντήλι ε πάνω από το κεφάλι του, ματαίως. Το πρόσωπό του συνετρίβη όπως και των άλ λων από τους μακελάρηδες. Υπήρχαν ακόμα λίγα γερμανικά πυροβόλα στον τομέα μας. Τ α τοποθέτησα στην είσοδο προς το χωριόκαι, σύμφωνα με την παλαιά μου συνήθεια, διέταξα να περιμένουν μέχρι το έσχατο λεπτό για να εξαπολΰσουν το πυρ τους εξ επαφής στα εχθρικά άρματα. Κάτω από αυτήν την καταιγίδα του σιδήρου, τα άρματα μάχης των Κόκκινων έσπευσαν ταχέως να καλυφθούν σ’ ένα αλσύλλιο από βελανιδιές και άρχισαν να σφυροκοποΰντην πολίχνη. Τ α σπίτια κατέρρευσαν επάνω στους επιτελικούς α ξιωματικούς μου και στους τηλεφωνητές μου. Οι άνδρες μας έκτισαν ένα πρόχειρο οδόφραγμα στη νοτιοανατολική είσοδο του χωριού. Το ηθικό τους ήταν απίστευτο, παρά τη σοβαρότητα της καταστάσεως. Π είραζαν ο ένας τον άλλον και αστειεύονταν όταν τους έστειλα όλους τους λου φαδόρους της περιοχής, οποιαδήποτε ήταν η εθνικότητά τους. Τους υιοθέτησαν και τους μοιράσθηκαν αναμεταξύ τους. Πληροφορούσα τακτικώς το νέο επιτελικό αξιωματικό για την πορεία των γε γονότων. Ή τα ν ένας μάλλον πολυμήχανος άνθρωπος με τον οποίο είχαμε μόλις συνδεθεί - για λίγες ώρες κατά πάσα πιθανότητα. Επέμενε ζηλότυπα στα δώδεκα άρματα μάχης, τα εγκατεστημένα στο νοτιοανατολικό και νότιο τομέα. Μας ικα νοποιούσε με έξοχες και κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις μέσω του τηλεφώνου εκστρατείας : "Δεν υπάρχουν πια σοβιετικά άρματα μάχης απέναντι μας. Ό λα εί ναι εντάξει". Μα ενώ μιλούσε μπορούσα να δω με τα ίδια μου τα μάτια τους τραυματισμένους άνδρες μας να καταδιώκονται με σφοδρότητα από βλήματα αρμάτων μάχης. Έ ριξαν τους εαυτούς τους στο έδαφος και προσπάθησαν να σωθούν, αλλά ο βομ βαρδισμός δεν ελαττωνόταν. Εάν οι εχθροί μπορούσαν να σπαταλούν τόσα πολ λά πυρομαχικά σε αυτά τα άοπλαγχνα παιχνίδια, τι θα συνέβαινε αργότερα; Στον επιτελικό αξιωματικό της υπόθεσης έστειλα έναν από τους νεαρούς μου υ πασπιστές , το σοβαρά ανάπηρο και με πολύ κοφτερό μυαλό Ουντερστουρμφύρερ (Ανθυπολοχαγό) Τονύ Γκομπέρτ. Θεωρητικώς, ήταν για να υπηρετεί ως σύνδε σμος αξιωματικός, αλλά στην πράξη κυρίως θα άκουγε και θα κρατούσε τα μάτια του ανοικτά. Καθώς ελάμβανα ένα μήνυμα δια τηλεφώνου πως δεν είχαμε λόγο να στενοχωριόμασθε, τα γερμανικά αναγνωριστικά αεροπλάνα είχαν μόλις επισημάνει στον επιτελικό αξιωματικό πως μια φάλαγγα σαράντα ενός αρμάτων μάχης κατευθυνόταν μουγκρίζοντας προς τα εμάς. Σαράντα ένα! Ο αξιωματικός μας πήδησε σιη μοτοσυκλέτα του και έσπευσε τά χιστα να με προειδοποιήσει. Αλλά ήδη αγωνιζόμαοθαν στη μέση των χαλασμά των των πεσμένων οικιών. Τα άρματα βρίσκονταν επάνω μας απ’ όλες τις μεριές.
364
Λ εον Ν τεγκρελ
Είχαμε μόλις υπερνικηθεί από άλλον έναν αιφνιδιασμό. Προσπαθώντας ν’ αποκαταοτήσει το σύνδεσμο με τη δεξιά μας πτέρυγα, μία από τις περιπόλους μας δεν είχε βρει τίποτε άλλο από κενό χώρο. Οι Κόκκινοι ορμοΰσαν δια μέσου αυτοΰ του χάσματος στο νοτιοδυτικό μέτωπο. Στα ανατολικά, η αριστερή μας πτέρυγα, επίσης, είχε πλήρως κατακλυσθεί από ένα τάγμα σοβιετικού πεζικού το οποίο είχε περάσειτον ποταμό Ίν α αρκετά μα κριά πίσω από τη γραμμή μας, με το σούρουπο. Ή ταν υπό τις συνθήκες αυτές που δεχθήκαμε τη θορυβώδη μάζα των σαράντα ενός εχθρικών αρμάτων μάχης. Σε δέκα λεπτά είχαν σπάσει το φραγμό μας σε εί κοσι μεριές. Διαλυμένοι σε πολλές μικρές ομάδες, οι άνδρες μας πυροδοτούσαν τα τελευταία τους παντσερφάουοτ ενόσω προσπαθούσαν να φθάσουν το δυτικό τμήμα του δρυμού στο μέσον των πυρών. Οι Κόκκινοι επετέθησαν μέσα από τους δρόμους της πολίχνης. Στο τηλέφωνο, ο επιτελικός αξιοκρατικός εξακολουθούσε να επαναλαμβάνει χωρίς τελειωμό, "Είστε υπεύθυνος για το χωριό! Πρέπει να κρατήσετε απαραιτήτως!" Με τον ερχομό του σκότους γίναμε μάρτυρες ενός εκπληκτικού θεάματος. Τ α σοβιετικά άρματα άναψαν τους προβολείς τους, ακριβώς όπως τα αυτοκίνητα στην εθνική οδό προ του πολέμου. Ξεκίνησαν ευθεία για το δάσος οτο οποίο οι γερμα νικές πυροβολαρχίες είχαν υποχωρήσει αρκετές ώρες ενωρίτερα. Ο εχθρός διεύθυνε ένα χορό δαιμόνων εντός του χωριού. Είχαν καταλάβει όλα τα αγροκτήματα. Έ μεναν μόνο δεκαπέντε από εμάς. Ή μ ασ ταν γερά προσκολλημένοι στη βορινή έξοδο του χωριού, στο όριο του δάσους. Κατάφερα με κάποι ον τρόπο να σώσω τον ασύρματό μου. Κάλεσα στο μέσον της κοσμοχαλασιάς. "Το σοβιετικό πεζικό πλημμυρίζει από κάθε κατεύθυνση. Το μέτωπο έχει εντελούς διαρραγεί. Το πιστεύετε ή όχι, αλλά υ πάρχουν σαράντα ένα άρματα μάχης εδώ και εμείς διαθέτουμε ένα μόνον πυρο βόλο για να φράξουμε την είσοδο του δάσους. Τα άρματα πρόκειται να διέλθουν όποτε τους κάνει κέφι. Το αντιλαμβάνεσθε αυτό;" Οι μόνες λέξεις που έλαβα σε απάντηση ήταν, "Κρατήστε!" Κρατήστε! Ιναι σταματήστε σαράντα ένα βαρέα άρματα μάχης με ένα φύσημα του αέρα! & Στις οκτώ η ώρα το βράδυ εξακολουθούσαν να υπάρχουν τέσσερις από εμάς. Ο ασύρματός μου, επίσης, είχε μόλις αποβιώοει. Κάθε επαφή είχε εντελώς διακο πεί. Αρκετά άρματα μάχης όρμησαν εναντίον μας για να είναι πρώτα απάτην άλλη μεριά του οδοφράγματος, οτο δρόμο για το δρυμό. Θυσιάσαμε το τελευταίο παντοερφάουοτ που μας είχε απομείνει. Το πλήγμα μας ανταποδόθηκε αμέσως. Μια οβίδα φόνευσε έναν από τους επιζώντες μου και τραυμάτισε έναν άλλο.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
365
Έ πρεπε να κάνω κάθε προσπάθεια για να ανασυντάξω τους στρατιώτες μου, οι οποίοι είχαν απω θηθεί κάτω από τα πεύκα, Ο οδηγός μου ε'συρε τον τραυματι σμένο άνδρα και το νεκρό στο Φολκσβάγκεν μου, το οποίο ήταν κρυμμένο σε μια συστάδα δένδρων. Ενώθηκα μαζί τους, πυροβολώντας καθώς ερχόμουν. Δια μέ σω του δρυμού, που τριζοβολούσε από τα πυρά των όπλων, φθάσαμε ένα χωριό σ’ ένα μεγάλο ξέφωτο, πέντε χιλιόμετρα οτα βορειοδυτικά. Δεν είδαμε κανένα στρατιωτικό φυλάκιο ούτε σε ένα από τα αντιαρματικά ε μπόδια κατά μήκος της διαδρομής. Δεν υπήρχαν καθόλου υπερασπιστές, τίποτα για να φράξει τα χάσματα. Το χωριό εκτεινόταν ένα ή δύο χιλιόμετρα σε μήκος. Ή τα ν πλήρες εξοπλι σμού νοσοκομείων εκστρατείας και επιτελείων των μονάδων οι οποίες είχαν διασκορπισθεί ή σαρωθεί. Κανείς δε φαινόταν να είναι ούτε κατ’ ελάχιστο στενοχω ρημένος. Σε κάθε αγρόκτημα ο καθένας έτρωγε με μια θαυμάσια όρεξη. Η σούπα άχνιζε πάνω στο τραπέζι. Ή θελα ακόμη να ελπίζω ότι τα σοβιετικά άρματα μάχης δε θ’ αναλάμβαναν το πέρασμα αυτού του εκτεταμένου, αγνώστου δρυμού σιο μέσον της νύκτας. Έξω, χιόνι είχε αρχίσει να πέφτει σε πυκνές νιφάδες. Τ ι συνέβαινε στους στρα τιώτες μου; Πως θα ξέφευγαν των κυνηγών; Θα έφθαναν στην κωμόπολη του Αουγκουστενβάλντε, στην άλλη μεριά του δρυμού, εγκαίρο)ς; Είχα δώσει διατα γές στους αξιωματικούς μου να ανασυντάξουν εκεί τους άνδρες τους εάν αποκοβόμασθαν από τα άρματα μάχης στο σκοτάδι. Τους φαντάσθηκα να ξεγλιστρούν κλεφτά μέσα από το λαβύρινθο των ελάτων, αρκετών χιλιομέτρων βάθους, με τη βοήθεια των πυξίδων. Κατόπιν, είδα ξανά με το νου μου τα άρματα μάχης με τους πελώριους προβο λείς τους. Που βρίσκονταν;
Αουγκουστενβάλντε Ή τα ν 11:00 μ.μ. Η μάχη δημιουργούσε ένα φοβερό θόρυβο, αλλά δεν ήταν και η πρώτη πολυάσχολη νύκτα που είχαμε ποτέ μας. Επιθυμούσαμε να ξεκουρασθούμε για λίγες ώ ρες προτού q)θάσoυμε στο Αουγκουστενβάλντε την αυγή, ύστερα στο Άλτνταμ, όπου σύμφωνα με τις διατα γές που είχα μόλις λάβει από το Σ.Σ., επρόκειτο να επανασχηματίσουμε τα συ ντρίμμια της μεραρχίας μας. Χιόνι έπεφτε όλο και πιο πυκνό. Ο οδηγός ήλθε μέσα κάμποσες φορές για να πει ότι σ4>αίρες εξοοτρακίζονταν στον τοίχο. Ξαφνικά ένας επίφοβος υπόκωφος θόρυβος ξέσπασε ακριβοδς κοντά στο σπίτι μας. Πόσο καλά γνωρίζαμε αυτό το μουγκρητό! Μόνον τα άρματα μάχης έκαναν
366
A eo n Ν τεγκρελ
αυτούς τους κοφτούς, ξερούς κρότους. Π ήδησα ως την πόρτα. Στο δρόμο εντός του χωρίου φλόγες ξεπετάγονταν σαν κόκκινες γλώσσες από τα στόμια των καννών. Τα άρματα μάχης είχαν ήδη διασχίσει τα πέντε χιλιόμετρα του δρυμού. Νυκτερινά μπουκέτα λουλουδιών μπορούσαν να ειδωθούν να βλαστάνουν πα ντού. Η ύπαιθρος φλεγόταν. Εκατοντάδες φορτηγών έσπευδαν βιαστικά και στις δύο κατευθύνσεις. Μια γερμανική μεταφορική φάλαγγα ερχόμενη από την εθνι κή οδό πορευόταν ίσια επάνω στα εχθρικά άρματα μάχης. Μια άλλη φάλαγγα προσπαθούσε απελπισμένα να πάει αντίθετα στο ρεύμα της κυκλοφορίας. Ο δρό μος ήταν στενός. Σφαίρες κτυπούσαν ή εξοστρακίζονταν επάνω στους τοίχους ή στις μεταλλικές πλάκες των φορτηγών. Οι φωταψίες από τις πυρκαγιές και τις ε κρήξεις έκαναν τη νύκτα φωτεινή σαν ημέρα σχεδόν. Ολόκληρο το καραβάνι επρόκειτο να κατακομματιασθεί, δεν υπήρχε η ελάχι στη σκιά α μ φ ιβολίας. Τ α σοβιετικά άρ μ α τα οδηγούσαν ίσια επάνω μας. Τρομακτικές κραυγές υψώθηκαν. Κατορθώσαμε να σπρώξουμε το χιλιοκτυπημένο μου Φολκσβάγκεν στα χιονι σμένα χωράφια. Κατρακυλώντας μέσα από το κάθε τι, φθάσαμε στην εθνική οδό πριν από τους Σοβιετικούς. Πίσω μας τίποτε άλλο από κόκκινους πυρσούς, κραυ γές, τον κρότο από το πυρ των σοβιετικών αρμάτων και εκρήξεις. Τ ι είδους αντί σταση μπορούσε να υπάρξει από αυτήν τη συγχυσμένη ορδή ιατρών, φορτηγα τζήδων, ορδιναντσών και γραμματέων, όλοι να τρέχουν γύρω-γύρω ανάκατα μέ σα στη νύκτα; Τα μεγάλα φορτηγά από το διοικητήριο του Σ.Σ. είχαν νιώσει από που φυσούσε ο άνεμος και εξαφανίσθηκαν ένα τέταρτο της ώρας νωρίτερα. Τα υπόλοιπα ήταν ανέλπιδα χαμένα. Δε θα είχα δώσει δεκάρα για τις εκατοντάδες των οχημάτων των συσσωρευμένων στο λεκανοπέδιο, με τα σοβιετικά άρματα μάχης να ξεχύνονται μανιασμένα καταπάνω τους. Η παρέλαση της συμφοράς εξαπλώθηκε επί της εθνικής οδού, όλο και πιο φρικιαστική. Δεκάδες χιλιάδες γυναικοπαιδών είχαν έλθει σε μια στασιμότητα στα μικρά τους κάρα, τα σκεπασμένα με φρέσκο χιόνι. Καταβεβλημένοι, μερικοί πα ρακολουθούσαν το φλεγόμενο ουρανό. Περίμεναν. Τα εχθρικά άρματα επρόκειτο να τους προφθάσουν, αλλά δε φαίνονταν να αντιλαμβάνονται πια. Τα μάτια τους ήταν άδεια Τα άλογα, τα μάτια τους μισόκλειστα, στέκονταν ακίνητα. Ξάπλωσα κάτω σ’ ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι λίγα χιλιόμετρα μακριά, στο μέ σον ενός αρχομένου σμήνους στρατιωτών. Την αυγή πήγα πίσω όσο πιο μακριά μπορούσα προς την κατεύθυνση του εχθρού, προκειμένου να βοηθήσω οιουσδήποτε των στρατιωτών μου οι οποίοι μπορεί να είχαν ένα ατύχημα. Ό λα ήταν ήσυ χα στην εθνική οδό. Σίγουρα οι Σοβιετικοί πρέπει να είχαν στραφεί παραπλεύρως και συνεχίσει την προέλασή τους δι’ ενός συντόμου δρόμου δια μέσου του δρυμού. Αλλά τα μονοπάτια του δρυμού ήταν οπωσδήποτε αδιάβατα. Δυσκολεύθηκα να φαντασθώ πως τα άρματα μάχης θα είχαν αποτολμήσει να προελάσουν κάτω α-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
367
πό τα δένδρα, κατά μήκος των στενών, αμμωδών μονοπατιών που λίγα αντιαρ ματικά πυροβόλα θα μπορούσαν να φράξουν στεγανώς. Τα σοβιετικά άρματα έπρεπε να είναι κάπου, ωστόσο, και δεν ήταν επάνω στην εθνική οδό. Στις δέκα η ώρα το πρωί έφθασα στο Αουγκουστενβάλντε. Αυτό το μεγάλο χω ριό βρισκόταν στο βορειοδυτικό άκρο του δρυμού, γύρω στα δώδεκα χιλιόμετρα ανατολικώς του Στεττίν. Φαινόταν τόσο καλά προστατευμένο από τα δάση που οι αξιωματικοί από το Σ.Σ. είχαν αποσυρθεί σε αυτό το προηγούμενο βράδυ. Σ ταμάτησα δίπλα στο στρατηγείο. Ο α ρ χη γό ς του επιτελείου του, Συνταγματάρχης Φον Μ πόκελσμπεργκ, μου έκανε νοήματα απελπισίας καθώς καμπούριαζε πάνω από το τηλέφωνό του. Ό π ω ς λάμβανε τις αναφορές μου κατέδειξε επί του χάρτου, "Είκοσι άρματα μάχης εδώ! Δεκαπέντε άρματα μάχης ε δώ! Τ ρ ιά ντα άρ μ α τα μάχης εδώ!" Σκούπισε το μέτω πό του για ένα λεπτό. Βρίσκονται παντού, έρχονται από παντού". Από το Δνείπερο ήμασθαν εξοικειωμένοι με ημέρες όπου τα πάντα κατέρρεαν. Τα φ ορτηγά του Σ.Σ. ήταν εκεί, έτσι δεν ήταν ιδ ια ίτερ α καταστροφ ικά. Α νασυνέταξα μέρος των ανδρώ ν μου και των αξιω ματικώ ν τους στο χω ριό. Πουλερικά, επιμελώς σφικτοδεμένα, έβραζαν ήδη κατά την καλύτερη στρατιω τική παράδοση. Χαρούμενα βαλθήκαμε ν α τ’ απολαύσουμε. & Αίγες σφαίρες εποστρακίσθηκαν στην πρόσοψη του κτίσματος. Μια άλλη έσπασε έναν υαλοπίνακα παραθύρου και προσγειώθηκε στο κοινό τραπέζι. "Σκοτώνουν κοτόπουλα", παρατήρησε ατάραχα ο ταγματάρχης Ελλεμπώ. Τριάντα ή σαράντα σφαίρες αργότερα πρόσθεσα : "Νομίζω ότι σκοτώνουν κο τόπουλα με το σωρό". Συνέχισαν όλοι να μασουλάνε. Νέες βολές οβίδων τράνταξαν ολόκληρο το κτίριο. Έδωσα έμφαση στην παρατήρησή μου, "Σκοτώνουν τα κοτόπουλα ως και με άρ ματα μάχης". Και πέρασα στο διπλανό μου ένα δίσκο με νοστιμότατα φρούτα παρ μένα από ένα βάζο που βρέθηκε στο κελλάρι του φυγά ιδιοκτήτη. Κοίταξα έξω. Παντού άνδρες έτρεχαν πάνω-κάτω. Πήγαμε στην εξώπορτα ό που είδαμε μια άνευ προηγουμένου αναταραχή. Τ α μεγάλα ασυρματοφόρα φορ τηγά του Σ.Σ. έφευγαν δίχως καν να κατεβάσουν τις ύψους δέκα μέτρων κεραίες τους. Άνδρες πυροβολούσαν προς όλες τις κατευθύνσεις. Στρατιώτες ούρλιαζαν προς τα εμάς καθώς περνούσαν, "Είναι εδώ! Είναι σαράντα άρματα μάχης!" Για να πούμε την αλήθεια, είχαν τρέξει ακριβώς δια μέσω του δρυμού. Τα σο βιετικά άρματα δεν είχαν συναντήσει το παραμικρό εμπόδιο σε μια απόσταση τριάντα χιλιομέτρων. Γρήγοροι σα σκίουροι οι άνδρες μας πήδησαν επάνω στα φορτηγά του Σ.Σ. Ο ε
368
A eon Ν τεγκρελ
χθρός είχε ήδη φθάσει το σταθμό στα νοτιοδυτικά. Σάρωναν το δρόμο επί του ο ποίου επισπευδόταν όλο το υλικό το αποθηκευμένο στο Αουγκουστενβάλντε. Τα αυτοκίνητα εξακολουθούσαν να σταματούν απότομα, ρίχνοντας τους επιτελικούς αξιωματικούς που ήταν κολλημένοι στις σκεπές τους με τα μούτρα στο λασπερό χιόνι. Ή ταν αδύνατο να στήσουμε μια πρόχειρη αντίσταση. Δεν υπήρχε ένα γερμανι κό άρμα μάχης, αντιαρματικό ή αντιαεροπορικό πυροβόλο εκεί γύρω. Ό λη η πε ριοχή είχε κατακλυσθεί. Ο ίδιος ο δρόμος Αουγκουστενβάλντε - Στάργκαρντ. Από εκεί πήγαμε στο Άλτνταμ, όπου το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτών μας περίμενε εμάς. Η υποχώρηση επετεύχθη με επιδεξιότητα. Λίγοι χάθηκαν στη νυκτερινή πορεία. Η μεραρχία μας βρισκόταν σε αξιοθρήνητη κατάσταση. Ή δ η στο Στάργκαρντ τα δύο συντάγματά μας ήταν αναγκασμένα να συγχωνευθούν. Τώρα, τα δύο τάγ ματα αυτού του συνδυασμένου συντάγματος δεν αριθμούσαν περισσότερους από τετρακόσιους περίπου άνδρες. Πολλοί αξιωματικοί είχαν φονευθεί. Ούτε ένας λό χος δεν εξακολουθούσε να είναι επιχειρησιακός. Ο εχθρός είχε επιτύχει μια εντυπωσιακή διάσπαση. Τώρα θα έπαιρνε λίγες η μέρες προτού το υλικό τους μπορέσει να διασχίσει το δρυμό. Αντεπιθέσεις ξεκι νούσαν από το Άλτνταμ. Έτσι, θα υπήρχε μια μικρή ανάπαυλα. Εξασφάλισα μία εβδομάδα για να αναδιοργανώσω τις σακατεμένες μου δυνά μεις και να τις ομογενοποιήσω με τις ενισχύσεις που είχαν μόλις αφιχθεί στο σιαθμό του Στεττίν. Επιθυμούσα να κρατήσω μόνον τους σκληροτράχηλους μαζί μου. Συγκέντρωσα όλους τους άνδρες και τους ευχαρίστησα για την εξαίρετη συμπε ριφορά τους. Τους είπα (ομά για την κατάσταση και τις σοβαρές μάχες που μας περίμεναν ακόμα. "Ο κάθε ένας είναι ελεύθερος να επιστρέφει στη γραμμή του πυρός ή να παραμείνει με έναν πιο ασφαλή λόχο". Ό λ ο ι είχαν προσέλθει στη Λεγεώνα ως εθελοντές. Δεν απέμενε σχεδόν η παραμικρή ελπίδα. Δεν επρόκειτο να δεχθώ το αίμα τους παρά μόνον εάν προσφερόταν με ελεύθερη βούληση. Δε θα λεγόταν πως στον τελικό σκληρό αγώνα έστω κι ένας Βαλλόνος έπεσε παρά τη θέ λησή του. Ογδόντα άνδρες προτίμησαν να μη γυρίσουν στη μάχη. Τους μεταχειρίσθηκα με τόση στοργή όση και πριν. Δεν ήμουν ένας δουλέμπορος. Επιπλέον, τα περισ σότερα από αυτά τα αγόρια βρίσκονταν στο τέρμα των δυνάμεών τους. Τους κρά τησα στεγασμένους καιταϊσμένους με φροντίδα τριάντα χιλιόμετρα βορειοδυτι κούς του Όντερ. Με τους άλλους εξακόσιους, τους επιζώντες αυτού του τρομερού μηνός και τους νεοελθόντες, επανασχημάτισα ένα τάγμα εφόδου. Πριν την αυγή της έκτης ημέ ρας ξεκινήσαμε, τραγουδώντας, προς τις αποβάθρες και τις γέφυρες του Στεττίν. Ο διοικητής αυτού του τάγματος των ηρώων ήταν ο ταγματάρχης Ντερίξ, ένας καταπληκτικός άνδρας ο οποίος είχε έλθει από τα παρθένα δάση του Κονγκό πια
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
369
χιόνια της στέππας. Τ ο κεπί του να συνεχίζει στον αυχένα του , σύμφωνα με τον τρόπο των πιονιέρο^ν, ήταν ο γενναιότερος των γενναίω ν6, ένα είδος "Λοχαγού Κάναν" με τον τρόπο της Κατάνγκα. Είχε την καρδιά ενός παιδιού και προσέφερε την αφοσίωσή του με μια ανιδιοτέλεια και αίσθημα που συχνά έφερνε δάκρυα στα μάτια του. Το μέτωπο όπου οδήγησα το τάγμα του είχε μοναδικά συρρικνωθεί μέσα στην τελευταία εβδομάδα. Το μέτωπο φρουρούσε μέρος του Στεττίνερ Χαφ βορειοανατολικώς του Στεττίν, διατρέχοντας σε μήκος την εθνική οδό δυτικώς του Αουγκουστενβάλντε, καλύ πτοντας το Άλτνταμ και εκτεινόμενο πέραν της μεγάλης τσιμεντένιας γέφυρας της εθνικής οδού. Λάβαμε θέσεις στο κέντρο περίπου του μετώπου μπροστά στο Φινκενβάλντε, μια μακριά συστοιχία οικιών η οποία επιμήκυνε τα προάστια του Άλτνταμ προς νότο. Ο εχθρός κατείχε πολυάριθμες κορυφογραμμές επί της δεξιάς όχθης του Όντερ, επιτηρώντας τη γραμμή μας. Είχαν στήσει άνω των χιλίων τεμαχίων πυροβολικού εκεί, το οποίο συνέτριβε τις θέσεις, τα σπίτια και τις οδούς του Άλτνταμ και του Φινκενβάλντε, όπως επίσης και τις τρεις γέφυρες, με ένα συνεχές πυρ. Ποτέ από το 1941 δεν είχαμε γίνει μάρτυρες ενός τέτοιου σφυροκοπήματος.
Η Γέφυρα του Στεττίν Στα μέσα Μαρτίου του 1945 η ζωή είχε γίνει εντελώς αφόρητη στο προγεφύρω μα του Στεττίν επί της δεξιάς όχθης του Ό ντερ. Τα σπίτια του Άλτνταμ και του Φινκενβάλντε είχαν καταρρεύσει και γκρεμισθεί σε χαλάσματα καθ’ όλο το πλά τος των οδών. Οι στύλοι των γραμμών της διαδρομής του τραμ είχαν πέσει. Τα δένδρα ήταν κατακομματιασμένα ή κλαδευθεί σε σκέτα κούτσουρα. Τρύπες από οβίδες μας σταματούσαν παντού. Το σοβιετικό πυροβολικό σφυροκοπούσε κάθε οδό και ακολουθούσε κάθε μας κίνηση. Για να φθάσουμε στις θέσεις μας έπρεπε να διασχίσουμε το αεροδρόμιο, όπου τίπο τα δεν έμενε εκτός από τα μαυρισμένα κουφ άρια των αεροπλάνω ν. Μπορούσαμε ακόμα ν’ ανεβούμε μια σκάλα διάσπαρτη με σπασμένα γυαλιά στην ταράτσα του πύργου ελέγχου, από όπου μπορούσαμε να δούμε έξω σ’ ένα α π ί στευτο πανόραμα. Μπορούσαμε να δούμε το κάθε ένατων κόκκινων αρμάτων μά χης παρατεταγμένο στην άκρη του δάσους στα ανατολικά, κάθε μια από τις ε χθρικές πυροβολαρχίες τις κουρνιασμένες επί των κορυφογραμμών. Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν κατείχαν πια την ελαχιστότερη περιοχή βορείως του Άλτνταμ στη γέφυρα της εθνικής οδού, εκτός μιας μακριάς κορδέλας γης πλά τους τριών ή τεσσάρων χιλιομέτρων μόνο. Οι Κόκκινοι επετέθησαν φρενιασμένα προκειμένου να μας αποκόψουν και απωθήσουν στον Ό ντερ.
370
A eon Ν τεγκρελ
Ακόμα και τη νΰκτα η επαφή με τα στρατεύματα ήταν πρακτικώς αδύνατη εξαιτίαςτων χιλιάδων βλημάτων που έπεφταν. Κάθε σταθμός διοικήσεως λόχου, ταχέως εντοπισμένος από όλα τα πήγαινε κι έλα, ήταν το αντικείμενο ενός αφ ά νταστου κοπανήματος. Οι δρόμοι ήταν κατάσπαρτοι με πτώματα στρατιωτών. Οι διαταγές ήταν αξεπέραστα άκαμπτες. Οι λιποτάκτες κρεμιούνταν επιτόπου. Είχαν κρεμασθεί από τους Feldgendarmes στην είσοδο της γέφυρας που ένωνε το Άλτνταμ με το Στεττίν. Ή τα ν φ ρικτό να βλέπεις τα κοκκαλωμένα κουφ άρια αυτών των όμορφω ν Γερμανών παλικαριών, φυσικώς τσακισμένων από εκείνες τις εβδομάδες της φρί κης, που είχαν μια στιγμιαία αδυναμία. Τ α πτώματά τους αιωρούνταν με μια πι νακίδα γΰρω από το λαιμό τους που έλεγε : "Δειλός". Ωχροί, οι γλώσσες τους σκλη ρές και μπλε, έκαναν έναν νοσηρό χορό στην άκρη των σχοινιών τους, κλονιζόμε νοι από τις αναρίθμητες εκρήξεις οι οποίες έριχναν καταπάνω τους τα σύρματα των γραμμών του τραμ. Κάθε στρατιώτης γνώριζε τι τον περίμενε εάν πισωπατούσε. Ή τα ν καλύτερα το να μείνεις έξω στο μέτωπο υπό το πυρ των πολυβόλων και στο μέσον του βρυχηθ μού των αρμάτων μάχης. & Οι απώλειες ήταν επίφοβες. Σε τρεις ημέρες το εξήντα τοις εκατό των υπερα σπιστών του τομέως μας σκοτώθηκαν ή τραυματίσθηκαν. Περιχαρακωμένοι στα ατομικά τους ορύγματα με μόνον το κεφάλι και τα χέρια τους να προεξέχουν, θα τραυματίζονταν, το πιθανότερο στο πρόσωπο, από τις εκρήξεις των οβίδων και των χειροβομβίδων. Θα διακομίζονταν στο μικρό μου σταθμό με μια τερατώδη ματωμένη τρύπα α ντί για κάτω σιαγόνα. Συχνά οι γλώσσες τους θα έπαλαν ακόμη, πυρετικά ροζ και κρεμάμενες από την πληγή. Είκοσι πέντε ή τριάντα τραυματίες θα κατέφθαναν με μιας. Κάποιοι οι οποίοι είχαν κτυπηθεί ενώ έτρεχαν είχαν ατσάλινα θραύσματα φυτεμένα στα γεννητικά τους όργανα. Έ τρεμαν φρικτά, το χρώμα τους να έχει γίνει γαλάζιο. Εξακολουθούσα να οφείλω να διοικώ και να φροντίζω για τα πάντα, στο μέσον των οσμών του πηγμένου αίματος και των μιαινόντων περιττωμάτων, μεταξύ όλων των μουσκεμένων από ιδρώτα σεντονιών. Τα καταφύγια ισοπεδώνονταν ένα προς ένα. Την πρώτη κιόλας ημέρα ο σταθ μός διοικήσεώς μου επλήγη στο κέντρο και μετετράπη σε σκόνη μόλις δυο λεπτά αφού τον είχα αφήσει. Το κατεψυγμένο κελλάρι στο Φινκενβάλντε όπου πέρασα το τελευταίο βράδυ διευθύνοντας τη μάχη με το φως ενός κεριού, επλήγη από μια οβίδα η οποία πέρασε ακριβώς από τη στέγη και προσγειώθηκε στη μέση των θε ατών χωρίς να εκραγεί. Έσπευσα γρήγορα στα μικρά προκεχωρημένα φυλάκιά μας, γιατί στη μία η ώ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
371
ρα το πρωί οι Σοβιετικοί είχαν μόλις διασπάσει τη γραμμή στη δεξιά μας πτέρυγα. Οι άνδρες μας πολεμούσαν αξιοθαύμαστα, γερά κολλημένοι στην όχθη της σι δηροδρομικής γραμμής. Δε θα ενέδιδαν. Τρία γερμανικά άρματα μάχης ενός πο λύ παλαιού τύπου, αλλά χειριζόμενα από ηρωικά πληρώματα, έσπευσαν μπροστά στο πλευρό μας. Μόνον οι κάννες των πυροβόλων τους εξείχαν επάνω από την ό χθη. Σε μισή ώρα διέλυσαν πέντε από τα σοβιετικά άρματα μάχης που είχαν έλθει από την άλλη μεριά της σιδηροδρομικής γραμμής. Έ νας άνθρωπος μπορούσε να έχει φωνάξει από το ένα άρμα μάχης στο άλλο. Ή μασταν εντελώς τυφλωμένοι α πό τα ασημένια φώτα των λάμψεων των καννών. & Στο τέλειωμα της νύκτας ο στρατηγός που διοικούσε την άμυνα μου καθόρισε έ να άλλο κελλάρι στο Φινκενβάλντε ως σταθμό διοικήσεως, εγγύτερα στο δικό του, αλλά εγκατεστημένο ακριβώς στο νότιο άκρο των βαλλονικών θέσεων. Μύτη με μύτη με τους Κόκκινους, θα είχα πολλές επιπλοκές στην αποκατάσταση επαφής με τους άλλους σταθμούς διοικήσεως των λόχων μου. Έστειλα αμέσως αγγελιοφόρους για να βρουν ένα επιτελείο, τηλεφωνητές και έναν ασύρματο. Σφαίρες έρχονταν από κάθε κατεύθυνση. Πρώτα είδα τη γέφυρα της εθνικής οδού ν’ ανατινάσσεται. Κατόπιν, οι Σοβιετικοί γλίστρησαν κρυφά δια μέσου του Φινκενβάλντε στα δεξιά μου. Έ φθασαν τόσο μακριά ως τον Ό ντερ. Τα πολυβόλα τους, τα αντιαρματικά τους πυροβόλα και τα άρματα μάχης τους δια τηρούσαν τη γραμμή υποχοιρήσεώς μας υπό τα πυρά τους. Ο στρατηγός, που είχε το σταθμό του πεντακόσια μέτρα πίσω από το δικό μου μια ώρα νωρίτερα, δεν έδειχνε σημεία ζωής. Δεν απαντούσε πια στο τηλέφωνό του. Ή μουν αφημένος μόνος και ανεπιχειρησιακός, αναρωτούμενος τι συνέβαινε. Παρέμεινα σταθερός στις διαταγές μου, αλλά αυτές παρά λίγο να μου κοστίσουν τη ζωή. Σώθηκα το τελευταίο λεπτό μόνον από την ετοιμότητα του πνεύματος ενός Φλαμανδού μοτοσυκλετιστή. Περνώντας το στρατηγό, ο οποίος αποσυρόταν, του υπενθύμισε τολμηρά ότι εγώ ήμουν ακόμη αναγκασμένος να επανδρώνω το απομεμακρυσμένο μου φυλάκιο. Ο στρατηγός έβγαλε ένα δυνατό επιφώνημα. Με εί χε ξεχάσει μέσα σε όλη την κοσμοχαλασιά. Ο μοτοσυκλετιστής γύρισε πίσω μέσα απ’ όλα και με πήρε στη μηχανή από πίσω του. Πολυάριθμοι Γερμανοί στρατιώ τες κείτονταν με το πρόσωπο κάτω μέσα στην άμμο επάνω στο μικρό δρόμο, πυροβολημένοι καθώς αποσύρονταν. Υπό το πυρ των πολυβόλων από τα άρματα μά χης, φθάσαμε στο καταφύγιο του στρατηγού ακριβώς στην ώρα για να μάθουμε πως είχε μόλις καθαιρεθείτης διοικήσεώς του.
£ Το πρωί εκείνο φαινόταν πως ήταν όλα χαμένα. Π αρά ταύτα, λάβαμε διαταγές από τον καινούργιο αρχηγό μας να κρατήσουμε στο έδαφος που απέμενε.
372
A eon Ν τεγκρελ
Ή τα ν συνετός. Μια μαζική οπισθοχώρηση κάτω από έναν ανοικτό ουρανό και υπό ενός τέτοιου τύπου σψυροκόπημα θα επέφερε μόνο μια σφαγή. Οι θέσεις του διοικητοΰ ήταν oco να παραμείνουν άπαντες επί της δεξιάς όχθης. Ο ίδιος ο στρα τηγός παρέμεινε εκεί. Η σιδηροδρομική γέφυρα ανατινάχθηκε με τη σειρά της. Τώρα, μόνον η γέφυ ρα προς την ίδια την πόλη του Στεττίν έμενε. Το σοβιετικό πυροβολικό τη διέλυε και τη σάρωνε δίχως ανάπαυλα. Βλήματα εξοστρακίζονταν επάνω στο δρόμο καθ’ όλο το πλάτος της γέφυρας. Άλλα θα έστελναν πελώρια σύννεφα θραυσμάτων γύ ρω από τα τόξα ή κουνούσαν τους κρεμασμένους άνδρες σα να ήταν φωτομοντέλα. Η σοβιετική αεροπορία μας μπλάστρωσε με εκατοντάδες βομβών. Τ α σμήνη βουτούσαν, επανέρχονταν και έξυναντις στέγες. Ολόκληρες πλευρές κτιρίων κατέρρευσαν. Πίσω μας ο σταθμός εκστρατείας του Ερυθρού Σταυρού υποχώρησε προς τα μέσα. Οι φρικτές κραυγές το>ν τραυματιών, οι οποίοι είχαν θαφτεί ζω ντανοί, υψώθηκαν από τους σωρούς των χαλασμάτων. Στην κορυφή της σιδηροδρομικής γραμμής του Φινκενβάλντε οι στρατιώτες μας, υποστηριζόμενοι από κάμποοα άρματα μάχης, κρατούσαν με έναν ηρωισμό συγκρινόμενο με εκείνο των Γερμανών ουντρόφο)ν τους, των προσκολλημένων γε ρά στα ερείπια του Άλτνταμ. Ό πω ς πάντα, όταν το παιχνίδι ήταν απελπιστικό, οι Βαλλόνοι διεκρίθησαν για την αποφασιοτικότητά τους και το καλό τους χιούμορ. Ξεγλίστρησαν κλεφτά περ νώντας από τις αποθήκες στον εχθρικό τομέα. Μερικοί είχαν πιασθεί αιχμάλωτοι, π α ρ μ ένοι από τους Κ ομμουνιστές σε κάποιους δασω μένους λόφους. Χρησιμοποίησαν το πλεονέκτημα ενός βιαίου βομβαρδισμού από το γερμανικό πυροβολικό για να ξεφύγουν. Κατόρθωσαν όλοι να γυρίσουν πίσω στις γραμμές μας, όλοι εκτός ενός που σκοτώθηκε στο δρόμο. Οι υπαξιωματικοί έδωσαν τα πιο ξεχωριστά παραδείγματα. Είχαμε ένα χλωμό και λεπτό νεαρό αξιω ματικό στο τά γμ α του Ν τερίξ, τον Ουντερστουρμφύρερ (Ανθυπολοχαγό) Λερουά από το Μπιντς, έναν εθελοντή στα δεκαέξι του χρόνια, ο οποίος είχε χάσει το δεξίτου βραχίονα και το αριστερό του μάτι ένα χρόνο νωρίτερα, τον καιρό των μαχών του Τσερκάσσυ. Είχε με απολυ τότητα επιμείνει σιο να επανέλθει πίσω στο αντισοβιετικό μέτωπο. Εξεπλήρωνε τις δραστηριότητες του συνδέσμου αξιωματικού. Η παρουσία αυτού του σοβαρώς αναπήρου αξιωματικού μεταξύ των στρατιωτών ήταν όσο δεν πήγαινε άλλο συ γκινητική. Έ νας από τους αδελφούς του Λερουά ήταν αρχηγός διμοιρίας. Σκοτώθηκε επί της όχθης του Φινκενβάλντε τρεις ημέρες προ του τέλους της μάχης του Όντερ. Ο ακρωτηριασμένος νεαρός μας αντί ν’ αφεθεί να κατακλυοθεί από την οδύνη, ζή τησε αμέσως να πάρει τη θέση του νεκρού. Δέχθηκα. Και είδαμε το άξιο θαυμα σμού θέαμα αυτού του τρ ομ ερά αναπήρου ανδρός, ο κορμός του όλος συνε στραμμένος, να πολεμά εκ του ουοτάδην μάχες για τρεις ημέρες και τρεις νύκτες,
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
373
πυροβολώντας με ένα υποπολυβόλο το οποίο χειριζόταν πολΰ επιδέξια με το αρι στερό του χέρι 7. Μία από τις Βελγίδες νοσηλεύτριές μας, μια άξια θαυμασμού χήρα, είχε τους τρεις γιους της σε μάχιμα καθήκοντα. Πέθαναν όλοι με ισάξιο ηρωισμό. Η μητέ ρα. μαχαιρωμένη από τέτοια θλίψη, δεν αποδέχθηκε στιγμή την ιδέα του να εγκαταλείψει το έργο της. Αντιθέτως, επιθυμώντας ν’ αφιερώσει τον εαυτό της στο ίδιο ακριβώς σημείο όπου τα παλικάρια της είχαν πέσει, με ικέτευσε να την αφήσω να συνεχίσει την αποστολή της στις πρώτες γραμμές. Μέσα στη λαίλαπα των πυρών των πολυβόλων βοήθησε τους τραυματίες μας με τέτοιο ξεχωριστό κουρά γιο που κέρδισε το Σιδηρούν Σταυρό. $ Η επιμονή των ανδρών μας ήταν τέτοια που όταν η δεξιά όχθη του Ό ντερ εκκε νώθηκε, ήταν οι Βαλλόνοι εθελοντές που είχαν την τιμή του να διασφαλίσουν την ασφάλεια του Φινκενβάλντε στη διάρκεια της τελευταίας νύκτας. Έ πρεπε να αντέξουν για άλλες τρεις ώρες μετά απ’ όλους τους άλλους κατά μήκος του σιδηρο δρομικού αναχώματος, ενώ οι τρεις μεραρχίες αποσύρονταν. Αυτές οι μεραρχίες δεν αριθμούσαν πια περισσότερους των χιλίων ανδρών όλες μαζί. Ο αγώνας για το Στάργκαρντ και τον Ό ντερ είχε διαρκέσει πέντε εβδομάδες. Στη διάρκεια εκείνων των τριάντα πέντε ημερών οι Κόκκινοι είχαν υποχρεωθεί να εξαπολύσουν εκατό επιθέσεις, να χάσουν μια τεράστια ποσότητα υλικού και να θυσιάσουν περισσότερα των τετρακοσίων αρμάτων μάχης προκειμένου να δια σχίσουν τα 35 χιλιόμετρα που τους χίόριζαν από το Στεττίν. Η νύκτα της υποχωρήσεως ήταν ιδιαίτερα καταθλιπτική. Βοηθούμενοι από δύο άρματα μάχης, οι εθελοντές μας προσποιήθηκαν μια ιδιαίτερα επιθετική δραστηριοποίηση. Οι αντιπυροβολαρχίες του Ράιχ έστειλαν έναν καταιγισμό οβίδων στον εχθρό από την αριστερή όχθη του ποταμού. Κάτω από αυτήν την προστασία οι επιζήσαντες των τριών μεραρχιών, με όλο τους το υλικό και όλα τους τα όπλα, ξεγλίστρησαν προς τον Ό ντερ και έφθασαν την πρώτη γέ4?υρα μέσα στη σιωπή. Ανέλαβαντις θέσεις τους επί της άλλης μεριάς του νερού, κρυμμένοι μεταξύ των τεραστίων ξύλινων αποθηκών οι οποίες κάλυ πταν την προ'κη χερσόνησο. Φωτισμένες από τις πυρκαγιές, οι οκταόροφες και δεκαόροφες τσιμεντένιες προβλήτες του μεγάλου λιμανιού έστεκαν ακόμη, εις μάτην διάτρητες από τις τρύ πες των σοβιετικών βλημάτων. Στα σκοτεινά κελλάρια τους, όπου ήταν εγκατε στημένος ο σταθμός διοικήσεως, χιλιάδες Ρώσσων και Πολωνών αμάχων ήταν ξα πλωμένοι επάνω σε παλαιά σακκίδια, άνδρες και γυναίκες ανακατεμένοι όλοι μα ζί. Ο Ό ντερ χωριζόταν σε πέντε βραχίονες με την είσοδό του στο Στεττίν. Μόνον η γέφυρα επάνω από τον πρώτο βραχίονα, τον πλατύτερο, επρόκειτο ν’ ανατιναχθεί
374
Λ εον Ν τεγκρελ
στο τέλος της νύκτας. Στις 03:00 π.μ. κάθε μονάδα βρισκόταν στη θέση της στο νέο της τομέα. Η τε λευταία διμοιρία των εθελοντών μας, οι οποίοι μέχρι τη στιγμή εκείνη είχαν δια τηρήσει επαφή (με τον εχθρό) τρία χιλιόμετρα πέραν του ποταμού, σκαρφάλω σαν επάνω στα δύο τελευταία άρματα μάχης τα οποία είχαν σταθεί ώμο με ο>μο με εκείνους ως το τέλος, και απεμπλάκησαν με τη μέγιστη ταχύτητα. Πέρασαν ορμητικώς τη μεγάλη ατσαλένια γέφυρα, η οποία έπεσε μέσα στο ταραγμένο νερό πίσω τους με έναν τρομερό ορυμαγδό. £ Ή τα ν αυγή. Π αραδίπλα, τα ρωμαλέα στο χρώμα της σκουριάς σκάφη των με γάλων πλοίων, που είχαν καεί, κείτονταν στις στεγανές νηοδόχους τους. Επάνω στην άλλη πλευρά του κόλπου, αρκετοί χαριτωμένοι τούβλινοι πύργοι με ωρολό για στέκονταν ακόμα στο Άλτνταμ. Σύννεφα καπνού υψώνονταν. Μερικοί καθυστερημένοι Γερμανοί, οι οποίοι είχαν αποκοιμηθεί στα ερείπια του Φινκενβάλντε και δε γνώριζαν σχετικά με την υποχώρηση, εμφανίσθηκαν ε πί της άλλης όχθης, φωνάζοντας δυνατά. Οι Σοβιετικοί τους ακολουθούσαν κατά πόδας. Ρίχθηκαν στο νερό. Κάποιοι κατάφεραν να κολυμπήσουν ως εμάς, αλλά οι άλλοι σαρώθηκαν μακριά από το ρεύμα. Μπορούσαμε να βλέπουμε τους Κόκκινους να πλησιάζουν τον Ό ντερ σε μικρές ομάδες σα να εφοβούντο μια ενέδρα. Π αρ’ όλα αυτά η μάχη είχε τελειώσει οριστικώς. Λίγες ώρες αργότερα το πυροβολικό κι από τις δύο μεριές έπαυσε πυρ. Ή τα ν λιακάδα. Ο Haff μας έφερε το άρωμα της θάλασσας. Στην είσοδο της γέφυρας, τρεις κρεμασμένοι άνδρες που η έκρηξη δεν είχε ε κτοπίσει, διαγράφονταν ακόμη στο άκρο των ατσάλινων δοκών τους, πράσινοι και απαίσιοι στο εκθαμβωτικό φως. Μεταξύ του εχθρού και ημών εκείνοι μόνον παρέμεναν, με τις λευκές τους πινα κίδες, τα θολά τους μάτια και τις παραμορφωμένες, πρησμένες, μοβ γλώσσες τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑ
Η Α γ ω ν ία Τ η ς Β α λ τ ικ ή ς
α τέλη του Μ αρτίου του 1945 είδαν την τελική διάλυση του Δυτικοΰ Μετώπου.Τον καιρό εκείνο οι μεραρχίες στην Π ομερανία ανασυγκρο τούνταν μεταξύ Στεττίν και Πάσεβαλκ, προφυλασσόμενες από τον Όντερ, μια μάζα πανίσχυρων υδάτων ήδη ταραγμένων από τις πλημμύρες. Οι δύο στρα τοί ήταν για την ώρα ακίνητοι. Ακούγαμε το ραδιόφωνο με αυξανόμενο άγχος. Η Ρηνανία είχε αλωθεί- ο Ρήνος είχε περασθεί- το Ρουρ είχε κατακλυσθεί- τα αμερικάνικα άρματα μάχης ωθού σαν προς την κατεύθυνση του Κάσσελ. Εξακολουθούσαμε να έχουμε πολυάριθμ ους Βαλλόνους στρατιώ τες στο Αννόβερο, νεοσύλλεκτους υπό εκπαίδευση και αναρρω νύοντες τραυματίες. Επιπλέον, επτακόσιοι άνδρες από το σύνταγμα πυροβολικού μας και διακόσιοι άνδρες από το τάγμα μηχανικού μας υπό εκπαίδευση στην περιοχή της Πράγας είχαν προφανώς τεθεί σε κίνηση προς το κέντρο υποδοχής των νεοσυλλέκτων μας. Επιθυμούσα να συγκεντρώσω εγκαίρως όλους αυτούς τους άνδρες μαζί. Άφησα τους άνδρες μου να ξεκουρασθούν και έσπευσα να επιβλέψω τη βάση μας στο Αννόβερο. Δε βρήκα την περιοχή σε μεγάλη αναστάτωση. Ο ερχομός των Συμμάχων φαινόταν στον πληθυσμό να είναι μόνο μια μακρινή πιθα νότη ς γύρω από την οποία , επιπλέον, θα ήταν α π ρ επ ές να ομιλούν. Ο Kreisleiter του Σπρίνγκεν προετοίμαζε γαλήνια το γάμο του, καθορισμένο για την Κυριακή 31 Μαρτίου. Αλλά την 29η τα αμερικάνικα άρματα μάχης έκαναν ένα ξαφνικό άλμα εκατόν δέκα χιλιομέτρων. Το βράδυ εκείνο βρίσκονταν 40 χιλιόμε
376
Λ εον Ν τεγκρελ
τρα από το Βέζερ. Άλλο ένα άλμα και θα σφυροκοποΰοαν τις οδούς των χωριών του Αννοβέρου. Στο Γκρονάου, μια βιομηχανική πόλη όπου οι στρατώνεςτου του συντάγματος μας εντοπίζονταν, α πεδείχθη αδύνατον το να εκκενώσουμε τους τραυματίες. Ανέλαβα ο ίδιος την ευθύνη ν’ αποστρατεύσω όλους τους αναρρωνύοντες δίχως καθυστέρηση. Από εκεί έσπευσα προς τα νότια κοντά στο Χολτζμίντεν όπου, βάσει μιας δια ταγής από την K om m andatur του Αννοβέρου, διακόσιοι νεαροί Βαλλόνοι νεο σύλλεκτοι είχαν τεθεί σε θέσεις μάχης οπλισμένοι με παντσερφάουστ. Τα αγόρια εκείνα είχαν καταταγεί για να πολεμήσουν κατά του Κομμουνισμού και δεν ήταν υποχρεωμένα ν’ αποσταλούν ν’ αντιμετωπίσουν τους Αμερικάνους. Η απόσυρσή τους αποφασίσθηκε μόνο μετά από μια ολόκληρη μέρα συζητή σεων. Κατάφερα να τους βάλω στο τραίνο το οποίο στο τελευταίο μόλις λεπτό μου είχε φέρει τους διακόσιους μου άνδρες του μηχανικού και τους επτακόσιους μου πυροβολητές στο σταθμό του Γκρονάου. Αμέσως έστειλα την ολοκληρωμένη πο μπή στο Στεττίν. Ή δ η ο βρυχηθμός των συμμαχικών αρμάτων μάχης, που προσπαθούσαν να ε ξαναγκάσουν ένα πέρασμα επάνω από το Βέζερ, μπορούσε ν’ ακουσθεί. Δεν μπο ρούσαμε πια να προσδοκούμε από το Ράιχ ν’ αντέξει στη Δύση. Μεταξύ των Αμερικανών και του Βερολίνου όλα ήταν ολοκληρωτικά εγκαταλελειμμένα. Το μέτωπο είχε εξαφανισθεί. Τίποτα δεν ξεπρόβαλε πια για να αντιμε τωπίσει τους γιάνκηδες. Οι εθνικές οδοί ήταν άδειες. Από την άλλη μεριά, το Ανατολικό Μέτωπο θα υπερασπιζόταν μέχρι του τελευ ταίου δευτερολέπτου. Η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση είχε αποφασίσει ν’ αγωνισθεί εκεί με αμείλικτη αποφασιστικότητα. Ξανανενώθηκα βιαστικά με τους στρατιώτες μου κοντά στο Στεττίν. Ο Ό ντερ άστραφτε στον ήλιο σαν ένα μεγάλο κοιμισμένο ερπετό. Το μέτωπο ήταν ήσυχο. Τα αγροκτήματα είχαν εκκενωθεί. Κυνήγι έτρεχε στα όμορφα καφετιά λιβάδια. Ο αέρας ήταν απαλός και ζεστός, γεμάτος με τα τραγούδια των πουλιών. Ο σκληρός μέχρι θανάτου αγώνας πλησίαζε μέσα σ’ ένα υγρό άρωμα κινέζικων πασχαλιών και κυκλάμινων. Τα Συμμαχικά άρματα μάχης πλημμύρισαν τη Βαυαρία στις αρχές του Απριλίου του 1945. Έ φ θασαν στον Έ λβα και έστριψαν προς τα πάνω, προς τη Βρέμη και το Αμβούργο. Απέναντι σε μας ο Κόκκινος στρατός μένει καλυμμένος. Η μάχη της Πομερανίας είχε κοστίσει ακριβά στους Σοβιετικούς. Είχαν αναγκασθεί ν’ αποσύρουν όλους τους άνδρες τους εκτός του τομέως του Κίεστριν νοτίως του Στάργκαρντ τον και ρό της γερμανικής αντεπιθέσε(ος στα μέσα Φεβρουάριου του 1945. Για πέντε ε βδομάδες είχαν διεξαγάγει πολύ σκληρές μάχες για να μας ξεσκαλώσουν και κα ταλάβουν τη δεξιά όχθη του Ό ντερ γύρω από το Άλτνταμ. Επί του παρόντος έ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
377
γλειφαν τις πληγές τους και ετοίμαζαν τον εξοπλισμό τους για δράση. Το Στεττίν είχε οργανωθεί ως ένα αυτόνομο προγεφύρωμα δυνάμεως δεκαοκτώ ταγμάτων. Στο 3ο Τεθωρακισμένο (Γερμανικό) Σώμα Στρατού των Waffen SS, στο οποίο ανήκαμε, είχε δοθεί η περιοχή του Πενκούν ως ζώνη δράσεώς του. Ο τομέ ας που θα είχαμε να υπερασπίσουμε ήταν, ως συνήθως, υπερβολικά μακρύς. Αλλά η Ανωτάτη Διοίκηση δεν είχε εγκαταλείψει τις ονειροπολήσεις. Στα μέσα Απριλίου του 1945, τρεις εβδομάδες προ της συνθηκολογήσεως, ο αντιστράτηγος Στάινερ ανακοίνωσε την πλήρη αναδιοργάνωση της μεραρχίας μου. Επρόκειτο να λάβω ως ενισχύσεις ένα σύνταγμα πυροβολικού και ένα σύνταγμα πεζικού, οικειοποιημένα από γερμανικές μονάδες. Η μεραρχία μου θ’ αποκτούσε την πλή ρη της ισχύ. Επιπροσθέτως, είχε αποφασισθεί για το εγγύς μέλλον να σχηματίσω ένα Σώμα Στρατού, το "Occident" (Δύση), αποτελούμενο από τις μ εραρχίες "Σαρλεμάν" (Γαλλία), "Βαλλονία" και "Φλαμανδία". Θα ανελάμβανα τη γενική διοίκηση. Παρέμεινα σκεπτικιστής. Μου άρεσε να μένω γερά κολλημένος στην πραγμα τικότητα. Με τους επιζώντες μου από την Π ομερανία, τους χωρίς πυροβόλα πυ ροβολητές μου και τους δίχως γεφυροσκευή άνδρες του μηχανικού μου, μόλις που διέθετα πάλι αρκετούς άνδρες για να επανασχηματίσω ένα σοβαρό σύνταγμα πε ζικού. Ανέμιξα το υπόλοιπο της μεραρχίας μου σ’ ένα δεύτερο σύνταγμα, ένα σύνταγ μα αναπληρωματικό, συνιστώμενο από τους ασθενείς, τους προσωρινώς ανίκα νους για υπηρεσία και τους παλαιούς λεγεωνάριους οι οποίοι δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στις γραμμές του μετώπου. Αυτή η μονάδα ενσωμάτωσε επίσης προσωρινώς εκατό περίπου συμπατριώτες οι οποίοι εργάζονταν στις βιομηχανίες του Ράιχ και τους οποίους ένας σκυθρωπός γραφειοκράτης μας είχε αποστείλει σε μια στιγμή παράνοιας, όλους ντυμένους στο γκρι εκστρατείας, μην έχοντας συμβουλευθεί για τις επιθυμίες τους σχετικώς με το θέμα. Ή μασταν μια λεγεών εθελοντών. Για κανένα τίμημα δεν είχα θελήσει να οτείλω ευπρεπείς συνανθρώπους στη μάχη, ή ακόμα και να τους κρατήσω ένστολους, ε άν δε συμμερίζονταν τα πισιεύω μας και δεν είχαν προσέλθει με τη δική τους ε λεύθερη βούληση. Τους έβγαλα ένα μικρό λόγο και τους είπα ότι ήταν ελεύθεροι να φύγουν. Τους εξασφάλισα τριών ημερών προμήθειες για όλους και κάμποσα τσιγάρα. Έ νας από τους αξιωματικούς μου τους καθοδήγησε πίσω στα μετόπισθεν, εφο διασμένους με εντολές αποστρατεύσεως. Λίγο αργότερα αποφάσισα να εκκενώσω τους ασθενείς κι εκείνους με ελαφρά τραύματα. Η αντίσταση του Ράιχ πλησίαζε το τέλος του σχοινιού της. Ή ταν προ τιμότερο να σώσω εκείνους που μπορούσαν να μας επιβαρύνουν μόνο στη διάρ κεια των τελικών μαχών και να τους βγάλω εγκαίρως από το δρόμο της σοβιετικής
378
A eo n Ν τεγκρελ
αβύσσου. Δεν υπήρχε στους κανονισμούς, αλλά το αγνόησα αυτό και υπέγραψα μια δεσμίδα φύλλων πορείας. Διακόσιοι ακατάλληλοι άνδρες πήραν έτσι το δρό μο για το Ροστόκ, το αρχαίο λιμάνι επάνω στη Βαλτική Θάλασσα. Διακριτικώς, αλλά με κάθε δυνατό τρόπο, απέρριψα νεκρό βάρος και προσπά θησα να περιορίσω τις τελικές απώλειες.
Βερολίνο, 20 Απριλίου Έ τρεμα στη σκέψη της μοίρας που περίμενε τους χίλιους ή παραπάνω επιζώντες της μεραρχίας οι οποίοι, ικανοί για μάχη, έμειναν στο πλευρό μου κοντά στον Όντερ. Βρισκόμασταν στο απομεμακρυσμένο άκρο του Ανατολικού Μετώπου. Σε μια- δυο ημέρες άτυχης μάχης μπορούσαμε να συντριβούμε ή περικυκλωθούμε από τους Σοβιετικούς. Οι Αμερικάνοι και οι Βρεταννοί, επιπλέον, έρχονταν όλο και πιο κοντά στα μετόπισθέν μας. Η γερμανική διοίκηση στον τομέα μας παρακολουθούσε την πρό οδό τους με μάτι σ υμπ αθείας. Μ έχρι που πίστευε πω ς ήταν πολύ αργοί. Εξακολουθούσαν να έχουν τις πιο εκπληκτικές ψευδαισθήσεις και περισσότεροι του ενός Γερμανοί στρατηγοί φαντάζονταν με συγκινητική ευπιστία πως οι ΑγγλοΑμερικάνοι επρόκειτο να κάνουν πόλεμο κατά της Ε.Σ.Σ.Δ. ανά πάσα στιγμή. Ό ταν οι Σύμμαχοι έφθαναν στον Ό ντερ, όλα θα εξελίσσονταν περίφημα χωρίς αμφιβολία. Σε κάθε βαθμίδα, η Ανώτατη Διοίκηση δεν έλαβε το ελάχιστο προληπτικό μέτρο για να καλύψει τον εαυτό της. Ο αντιστράτηγος Στάινερ μέχρι που μιλούσε σχετι κά με το στήσιμο πελώριων πινακίδων πίσω από τις γραμμές μας που θα κοιτού σαν προς τα δυτικά, φέρονταςτην επιγραφή: "Αντισοβιετικό Μέτωπο!" Δεν ήμουν τόσο αισ ιόδοξος όσο εκείνοι οι Γερμανοί αξιω μ ατικοί. Εκμεταλλευόμενος του πλεονεκτήματος της προσωρινής γαλήνης του τομέως, έσπευσα στο Βερολίνο ένα πρωί για να φορτωθώ στον Υπουργό των Εξωτερικών, τον φον Ρίμπεντροπ, για να ερωτήσει δια μέσου ενός ουδετέρου κράτους ή του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, συγκεκριμένα σχετικώς με την τύχη που προοριζό ταν για τους εθελοντές μας, σε περίπτωση που θα έπεφταν στα χέρια των ΑγγλοΑμερικανικών στρατιών καθώς αυτές ωθούσαν προς τα ανατολικά. Έ λαβα την επίσημη απόκριση στο διοικητήριό μου μια εβδομάδα αργότερα. Ή τα ν ξεκά θαρη. Εάν οι στρατιώ τες μας πιάνονταν αιχμ άλω τοι από τους Βρεταννούς ή τους Αμερικάνους, θα είχαν τη μεταχείριση ακριβώς ως αιχμάλω τοι πολέμου. Εκείνο θα ίσχυε για τα στρατεύματα του Βλασσόφ και για όλους τους Ευρωπαίους εθελοντές του Ανατολικού Μ ετώπουχ. Αυτό ήταν φυσιολογικό. Τα νέα αυτά καθησύχασαν τα αγόρια μας. Έτσι, τον καιρό της συμφοράς ένας ορισμένος αριθμός αναμεταξύ τους βασί ζονταν με όλη την καλή τους πίστη επάνω στην τιμιότητα της Αγγλο-Αμερικανικής
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
379
στρατιωτικής διοικήσεως. Αλίμονο! Δεν είχαν καθόλου τη μεταχείριση στρατιω τών. Αυτοί οι ήρωες του ρωσσικοΰ μετώπου, οι περισσότεροι των οποίων είχαν τραυματισθεί μία ή αρκετές φορές στη μάχη, παρεδόθησαν όλοι στην τρομερή βελγική πολιτική αστυνομία, φορτώθηκαν την περιφρόνηση του κόσμου, ρίχθηκαν σε μπουντρούμια ή στρατόπεδα συγκεντρώσεως, σα διεθνείς κοινοί εγκλη ματίες. Εκατοντάδες καταδικάσθηκαν σε θάνατο και αρκετές χιλιάδες σε δωδεκάδες ε τών φυλακίσεως από έκτακτα δικαστήρια, των οποίων η αμβλΰνοια και κραυγα λέα προκατάληψη έφθαναν στην παράνοια. Είχαν υπάρξει ηρωικοί στρατιώτες. Υπήρξαν στρατιώτες και μόνο. Σχεδόν όλοι έφεραν πολεμικά παράσημα τα οποία είχαν ενδόξως και οδυνηρώς κερδίσει. Είχαν πολεμήσει καθαρά και τιμημένα για ένα αγνό ιδανικό με παντελή έλλειψη ιδιοτέλειας. Η παράδοση αυτών των ηρώων από τους Συμμάχους στους πολίτι κους βασανιστές ήταν ηθικώς ευτελής και στρατιωτικώς ανέντιμη. & Την παραμονή της τελικής σοβιετικής εφόδου η λεγεών μας έλαβε μια διπλή α ποστολή. Το πρώτο μας τάγμα, δυνάμεως εξακοσίων πενήντα ανδρών, είχε προσωρινώς αποσπασθεί από τη διοίκησή μου και τεθεί σε μια πλευρική γραμμή έξι χιλιόμετρα δυτικώς της βομβαρδισμένης επάνω από τον Ό ντερ γέφυρας της ε θνικής οδοΰ. Κατείχε ένα μικρό χωριό ευρισκόμενο ανάμεσα στους λόφους. Εάν απαιτείτο θα υποστήριζε ένα γερμανικό σύνταγμα τοποθετημένο επί της αριστε ρής όχθης του ποταμού. Μου είχε αναταθεί η διοίκηση της δεύτερης γραμμής αμύνης δεκαπέντε χιλιό μετρα δυτικώς του Όντερ. Αυτή η γραμμή διέτρεχε για τέσσερις λεύγες πιο ψηλά από ένα ευρύ ελώδες κοίλωμα. Για να την κατέχω διέθετα μόνον το δεύτερο τάγ μα μου πεζικού και ένα σύνταγμα Φλαμανδών εθελοντών αποσπασμένων από τη μεραρχία τους και τιθέντων υπό τις διαταγές μου. Προς τα μέσα Απριλίου οι Σοβιετικοί ρίχθηκαν στην τελική έφοδο. Ο βόρειος τομέας - ο δικός μας - από το Στεττίν ως το κανάλι Χοχεντζόλλερν παρέμεινε παράξενα σιωπηλός για αρκετές ημέρες ακόμα. Αλλά η Σαξονία είχε διαπερασθεί και η διάσπαση διευρυνόταν μπροστά από το Βερολίνο. Στους χάρτες του Σ.Σ. του αντιστράτηγου Στάινερ είδα τη σοβιετική πρόοδο προς την κατεύθυνση της πρωτεύουσας του Ράιχ. Εάν το φράγμα έσπαζε - και έ σπασε - πως μπορούσαν χιλιάδες σοβιετικών αρμάτων μάχης να αποτραπούν α πό το να φθάσουν δια της βίας στο Βερολίνο; Το βράδυ της 19ης Απριλίου 1945 ο αντιστράτηγος Στάινερ μου έδειξε την έ κταση της καταστροφής. Τα κόκκινα άρματα είχαν σχεδόν φθάσει στο Δακτύλιο, τη φημισμένη εθνική οδό η οποία έκανε το γύρο της πόλεως.
380
Λ εον Ν τεγκρελ
Έ νας ορισμένος αριθμός συντρόφων μας βρισκόταν σε αποστολή οτο Βερολίνο. Εκεί, την ίδια την παραμονή της περικυκλώοεως, με αφάνταστη ψυχραιμία, εξα κολουθούσαν ακόμη να εκδίδουν την καθημερινή γαλλόφο>νη εφημερίδα μας ”L’ Avenir”. Πήδηξα στο Φολκσβάγκεν μου για να τους ενημερώσω απλώς για το πό σο σοβαρός ήταν ο κίνδυνος. Το Βερολίνο ήταν μισή ώρα μακριά από το διοικη τήριό μου. Πηγαίνοντας πίσω, προσπερνώντας τις κουρελιασμένες φάλαγγες των προσφύγων που έφευγαν πανικόβλητοι προς κάθε κατεύθυνση, εισήλθα σιην π α μπάλαια πρωσσική μητρόπολη στις εννέα η (όρα το βράδυ. Τ ο ξενοδοχείο Άντλον λειτουργούσε ακόμη παρά τις βόμβες και τις οβίδες που έπεφταν καταμεσής των οδών. Στο λαμπρά φωτισμένο εστιατόριο σερβιτόροι με σμόκιν και m aitre d ’ hotel με φράκο συνέχιζαν με επισημότητα και απάθεια να σερβίρουν βασιλικά πορφυρές φέτες από kohlrobi μέσα στα τεράστια πιάτα για τις κρατικές περιστάσεις. Ό λα βρίσκονταν σε τάξη, διακριτικώς, δίχως μια δια περαστική λέξη ή ένα σημάδι βιασύνης. Αύριο ή μεθαύριο το κτίριο ήταν πιθανό να γινόταν παρανάλωμα του πυρός. Ή , αλλιώς, κάποιος πλατυπόδαρος βάρβαρος θα έμπαινε ορμητικά μέσα στη χρυσοποικίλιτη αίθουσα. Αλλά η bon ton ήταν ακόμα bon ton. Ή τα ν εντυπωσιακό. Η συμπεριφορά του γερμανικού λαού, η αυτοκυριαρχία τους και η αυτοπειθαρχία τους μέχρι στις πιο ήσσονος σημασίας μικρές λεπτομέ ρειες και ως την τελευταία στιγμή, θα είναι μια ευγενής ανάμνηση του ανθρω πί νου είδους για όλους εκείνους οι οποίοι έζησαν το τέλος του Τρίτου Ράιχ. Ούτε το ελάχιστο σημάδι πανικού δε (ράνηκε οτο Βερολίνο κατά την κατάρρευση. Π αρ’ όλα αυτά, ποιος μπορούσε ακόμα να έχει αμφιβολίες για το αποτέλεσμα της μάχης; Οι αμυντικές οχυρώσεις στα προάστια ήταν αστείες. Οι δυνάμεις πε ζικού ήταν μικροσκοπικές. Ο αριθμός των αρμάτων μάχης ήταν ασήμαντος. Ο αληθινός κυματοθραύστης είχε κτισθεί απέναντι στο Κίεστριν. Είχε διασπαοθεί. Ο δρόμος ήταν ανοικτός. Γύρισα οδηγώντας τη βομβαρδισμένη πόλη τη νύκτα εκείνη. Πήγα μάλιστα τό σο μακρά ως το Πότσνταμ. Ούτε ένα ίχνος λεηλασίας. Ούτε μια φωνή πανικού. Οι ηλικιωμένοι άνδρες της Volkssturm και τα αγόρια της Χιτλερικής Νεολαίας περίμεναν για τον εχθρό, τα παντσερψάουστ στα χέρια τους, τόσο σοβαροί όσο οι σπουδαίοι Τεύτονες Ιππότες. Το πρωί το ηλεκτρικό ρεύμα κόπηκε και τα τηλέφωνα έπαυσαν να λειτουργούν. Εκατοντάδες εχθρικών αεροπλάνων πέταξαν επάνω από τις στέγες αφήνοντας πολλαπλές λευκές γραμμές. Οβίδες έπεφταν από παντού. Οι χιλιάδες των σοβιε τικών όπλων του πυροβολικού δημιουργούσαν μια παρανοϊκή φασαρία. Τ α ά ρ ματα μάχης βρυχήθηκαν σια προπύλαια της πόλεως. Φυγάδευσα τους άνδρες μου. Στη μία η ώρα το απόγευμα άφησα το Άντλον. Έ νας από τους Γερμανούς φίλους μου, ένας σοβαρά ανάπηρος άνδρας (ο οποίος είχε δεχθεί είκοσι μία σφαίρες στο
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
381
σώμα στη Μόσχα το 1941), είχε έλθει να με αποχαιρετήσει κάτω από το πυρ των πολυβόλων. Συνοδευόταν από κάποιες γοητευτικές κοπέλες από το Βερολίνο, κα τάφορτες με τις ποιητικές εσοδείες της Ανοίξεως. Διακόσμησαν όλη την πρόσο ψη του μικρού μου Φολκσβάγκεν με κόκκινες τουλίπες και εκατοντάδες πορφυρών πανσέδων με χρυσαφένιο κέντρο. Χαμογελούσαν, απλές και θαρραλέες. Το Ράιχ εξανεμιζόταν το Βερολίνο έπεφτε- οι χειρότεροι εξευτελισμοί περίμεναν την κάθε μια από εκείνες, αλλά με ζήλο, λεπτεπίλεπτες και όμορφες, εξακολουθού σαν να q^pvouv άνθη. Έφθασα στην παμπάλαιη διαδρομή από το Πρεντζλάου στο Στεττίν μόνο με με γάλη δυσχέρεια. Η εθνική οδός είχε ήδη κοπεί από τους Σοβιετικούς. Τα εχθρικά άρματα κτυπούσαν σκληρά. Η σύγχυση των χιλιάδων αμαξών των προσφύγων ή ταν απερίγραπτη. Ή τα ν χαμένοι. Οι Ρώσσοι επίσπευδαν. Ό ταν πλησίασα το Μπρούεσσοβ, όπου εντοπιζόταν το διοικητήριο, είδα μεγά λα σύννεφα καπνού να υψώνονται προς τον ουρανό από άκρη σ’ άκρη μιας πε ριοχής εύρους τριάντα χιλιομέτρων. Ο τελευταίος άθικτος τομέας του Ανατολικού Μετώπου είχε μόλις δεχθεί τη χαριστική βολή. Ακριβώς απέναντι από τους βάλτους μας οι Ρώσσοι εξέρχονταν από τις άμμους της αριστερής όχθης του Ό ντερ.
Αποχαιρετισμός στον Ό ντερ Την 20η Απριλίου του 1945, ημέρα γενεθλίων του Χίτλερ, στις έξι η ώρα το πρωί, το σοβιετικό πυροβολικό άνοιξε ένα άνευ προηγουμένου πυρ επάνω στις γερμα νικές θέσεις που υπεράσπιζαν τα ερείπια της παλαιάς γέφυρας της εθνικής οδού νοτίως του Στεττίν. Για τις τρεις τελευταίες ημέρες είχαμε επισημάνει μια ασυνήθη δραστηριότη τα επί της δεξιάς όχθης του Ό ντερ. Οι Σοβιετικοί είχαν εγκατασταθεί επάνω σε μια νήσο που περιτριγύριζε το πρώτο τόξο της κατεστραμμένης γέφυρας. Είχαν φέρει εκεί βαρύ εξοπλισμό με τη βοήθεια πλοιαρίων, βαρκο>ν χωρίς καρίνα και παλαιών φορτηγίδων. Μια επίθεση ήταν βεβαία. Τα στρατεύματα που υπεράσπιζαν αυτόν τον ιδιαιτέρως απειλούμενο τομέα δεν αποτελούντο από τίποτε άλλο από αστυνομικούς. Περισσότερα των χιλίων εχθρι κών πυροβόλων συγκέντρωσαν ξαφνικά το πυρ τους επάνοί τους. Απλώς δεν μπο ρούσαν να συγκροτήσουν τους ισχυρούς σοβιετικούς καταδρομείς οι οποίοι, εκ μεταλλευόμενοι το αρχικό τους πλεονέκτημα, έστειλαν αρκετά τάγματα κρούσεως στην άλλη πλευρά του νερού μέσα σε μικρές βάρκες. Eq>’ όσον δεν ήταν υγιεινό το να ανακοινώνεις ήττες, ο διοικητής το)ν ασιπνομικών ένιωσε πως ήταν προτιμότερο να μην κάνει γνωστή την ήττα των δυνάμεών του συντομότερα α π ’ όσο ήταν απαραίτητο. Το αποτέλεσμα: την ώρα πια που η μεραρχία πληροφορήθηκε για την τραγωδία οι Κομμουνιστές βρίσκονταν ήδη
382
A eon Ν τεγκρελ
για τα καλά στα δυτικά του ποταμού και είχαν κάνει αρκετά περισσότερες απο βάσεις. Η συμφορά συνέβη πριν τις επτά η ώρα το πρωί. Πολλά τάγματα πεζικού, τα ο ποία σχημάτιζαν τις μεραρχιακές εφεδρείες, εκλήθησαν μόνο στις δυο η ώρα το απόγευμα. Στις τρεις η ώρα εστάλησαν στην αντεπίθεση.
£ Μελετώντας το έδαφος προ της 20ης Απριλίου, οι αξιωματικοί μου κι εγώ φθάσαμε στο συμπέρασμα πως εάν η αριστερή όχθη του Ό ντερ χανόταν, μια αντεπί θεση θα ήταν σχεδόν σίγουρα καταδικασμένη σε αποτυχία εάν δεν οργανωνόταν εξαιρετικά έγκαιρα. Πράγματι, πέραν των λόφων της αριστερής όχθης του Ό ντερ, το έδαφος κατη φόριζε προς τα δυτικά σε ευρείς, αμμώδεις βαλτότοπους, χωρίς πτυχώσεις ή φυ σικά κωλύματα. Επιτιθέμενοι κατά πλάτος αυτού του χερσότοπου για ν’ απω θή σουμε τον εχθρό τον τοποθετημένο επάνω στις κορυφογραμμές θα σήμαινε το να σπεύδουμε ταχέως σε ένα σφαγιασμό. Κατόπιν, με τις τρεις η ώρα του απογεύματος της 20ης Απριλίου 1945, αρκετές χιλιάδες Κόκκινων είχαν στεριώσει επί της αριστερής όχθης, διασχίσει την αμ μώδη ζώνη και φθάσει τις υπώρειες των λόφων έξι χιλιόμετρα στα δυτικά. Τακτικώς, τα τάγμα εκείνο των Βαλλόνων δεν ανήκε πια στη μ εραρχία μου. Έλαβε πολύ σκληρές διαταγές από μερεμετετζήδες, οι οποίοι δεν είχαν τους λό γους μου για να είναι φειδωλοί με τους άνδρες. Επρόκειτο να πάνε στην επίθεση γι’ αυτά τα χαμένα χιλιόμετρα στο μέσον του απογεύματος, εγκαρσίως του ακά λυπτου εδάφους και να ανακαταλάβουν την αριστερή όχθη του Ό ντερ. Τα γενναία παλικάρια μας, δίχως μια λέξη αποθαρρύνσεως, υπάκουσαν με τη συνήθη τους αφοσίωση. Μέχρι την τελευταία ημέρα θα μεριμνείτο έτσι ώστε ο όρ κος τους να μην είχε υπάρξει απλώς κενές λέξεις. Η αντίκρουση θα έπρεπε τουλάχιστο να έχει διευκολυνθεί από μια προεργασία πυρών του βαρέος πυροβολικού. Αλλά πως θα μπορούσα να βάλλω; Με τι πυρομαχικά; Στο Στάργκαρντ, δύο μήνες ενωρίτερα, δεν μπορούσαμε πια να πυροβολούμε περισσότερες των έξι ή δέκα βολών ανά όπλο ανά ημέρα. Γι’ αυτήν την τελευταία μάχη του Ό ντερ οι διαταγές που μόλις είχαμε λάβει ήταν ακόμα πιο δρακόντειες. Το πυρ περιοριζόταν σε μια οβίδα την ημέρα ανά κάννη. Μία οβίδα! Μόνο μία! Οι περιορισμοί ήταν σχεδόν το ίδιο αυστηροί για τους βαρείς όλμους : δύο βο λές την ημέρα! Στην π ρ ά ξ η : μηδέν. Ο εχθρός απέναντι κατείχε χίλια κομμάτια πυροβολικού και μια απεριόριστη ποσότητα πυρομαχικών. Η ζώνη του μετώπου ήταν εντελώς πνιγμένη από το κα-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
383
τακλυσμιαίο πυρ χων σοβιετικών πολυβόλων. Δε μας είχε απομείνει τίποτα για να το αντιπαλέψουμε παρά λίγα, χωρίς ζωή, βαρέα όπλα. Το τάγμα μας ήταν αναγκασμένο να διεξαγάγει τις μάχες του με ατομικά μόνον όπλα. Στην αρχή της δράσεως μόνο μια δωδεκάδα φιλίων αρμάτων μάχης υπο στήριζαν την κρούση - αλλά εξ αποστάσεως και με προφυλάξεις. Αυτό δεν απέτρεψε τον εχθρό από το να εκδιωχθεί. Τ ρία χιλιόμετρα εδάφους ξαναπάρθηκαν σε σώμα με σώμα μάχη σε λιγότερο από μία ώρα. Οι απο')λειές μας ήταν ήδη εξαιρετικά υψηλές. Το τάγμα μας θα προσέγγιζε τις θίνες του Όντερ. Η μάχη διήρκεσε ως τη νύκτα. Οι Σοβιετικοί είχαν το χρόνο να βάλουν φωλεές πολυβόλων σε κάθε υψωματάκι. Οι σύντροφοί μας συνετρίβησαν από το πλήρες βάρος του πλήγματος του πυρός του πυροβολικού τους. Έσπευσα βιαστικά στο διοικητήριο του τάγματος ίσα-ίσα για να ενθαρρύνω τους άνδρες μας. Αλίμονο! Είχαν αποσπασθεί από τη μονάδα μας. Στη διάρκεια της εξελίξεως της βραδιάς είδα περισσότερους των εκατό τραυματισμένων ανδρών να σέρνουν τους εαυτούς τους σε μας. Πολλοί από τους υπαξιωματικούς μας είχαν αφανισθεί. Π αρ’ όλα αυτά η επίθεση συνέχισε με μανιασμένη αποφασιστικότητα. 'Ενας από τους λόχους μας έφθασε τελικώς στο χωριό που δέσποζε του Ό ντερ. Οι στρατιώτες μας μπόρεσαν να σταθούν πεισμαχικώς επάνω στην κορυφή των αμμωδών κορυφογραμμών διακόσια μέτρα από το νερό. Είχαν πα ρ ’ όλα αυτά φθάσει το ποτάμι, εκτελώντας με φανατισμό τις διαταγές τους. Μα τι μπορούσαν τα καημένα τα αγόρια να κάνουν ολομόναχα κοντά σε αυτήν την απότομη όχθη του ποταμού; Αρκετές χιλιάδες ανδρών θα έπρεπε να έχουν με ταφερθεί από πίσω τους και, πάνω απ’ όλα, οι εχθρικές πυροβολαρχίες όπως επί σης και τα νέα σοβιετικά στρατεύματα τα οποία αποβιβάζονταν συνεχώς, θα έ πρεπε να έχουν σφυροκοπηθεί από πυροβολικό και αεροπορία. Επάνω στα αμμώδη μονοπάτια στα νώτα τους αρκετά λετχονικά τάγματα έρχο νταν μαζί προς την κατεύθυνση του ποταμού. Αλλά τι μπορούσαν εκείνες οι πενι χρές ενισχύσεις να κάνουν; Ό σ ο γι’ αυτές, τα σοβιετικά αεροπλάνα τις παρενοχλούσαν. Ό λα τα σταυροδρόμια φλέγονταν. Γκριζοκόκκινοι πυρσοί υψώνονταν στο λυκόφο)ς από κάθε χωριό στην περιοχή. Το πυρ των πολυβόλων έπεφτε σα χα λαζοθύελλα. Δεν ξέραμε πια που να προφυλάξουμε καν τους τραυματίες. Κάθε οδός ήταν συντετριμμένη από τρύπες οβίδων. Κάθε οικία ήταν κόσκινο α πό θραύσματα, τόσο μακριά όσο έξι ή επτά χιλιόμετρα από το πεδίο της μάχης.
£ Εκείνη τη νύκτα ο εχθρός πέρασε μια τεράστια μάζα στρατευμάτων και ξεφόρ τωσε καραβιές από εφόδια κι εξοπλισμό. Είχαν πρακτικώς ελεύθερο το πέρασμα του ποταμού. Το πυροβολικό μας δίχως πυρομαχικά και τα αεροπλάνα μας δίχως
384
Λ εον Ν τεγκρελ
καΰσψα δεν μπορούσαν πια ν’ αντιδράσουν. Ό ταν επήλθε η αυγή τα σοβιετικά άρματα μάχης, μακριά σαν αλλιγάτορες, βρί σκονταν στη δική μας πλευρά του νερού, προσεκτικά ακόμα, μην προχωρώντας ακόμα, αλλά σχηματίζοντας ένα επίφοβο φράγμα μπροστά από την αποβάθρα της ουντριμμένης γέφυρας της εθνικής οδού. Στη διάρκεια των μαχών της νύκτας ο λόχος που είχε σκαρφαλώσει στις κορυφογραμμές επάνω από τον Ό ντερ είχε χάσει τα τέσσερα πέμπτα των δυνάμεών του. Κάθε μέτρο άμμου είχε δεχθεί μια οβίδα ή μια χειροβομβίδα. Οι διαταγές ήταν, ωστόσο, αδυσο)πητες. Έ πρεπε ν’ αντεπιτεθούν πάλι! Ή ταντρέλλα! Προκειμένου να επιτύχουν μ’ εκείνο τον τρόπο, έξω στα ανοικτά, η υποστήριξη ισχυρού πυρός πυροβολικού, πάντσερ, Στούκας και μισής δωδεκάδος ταγμάτων κρούσεως θα είχε υπάρξει περισσότερο απαραίτητη από ποτέ. Αλλά δεν επρόκειτο να μην υπακούσουμε ύστερα από τέσσερα χρόνια υπακοής. Οι λόχοι μας επετέθησαν για άλλη μια φορά και αποδεκατίσθηκαν φρικτά την κάθε φορά. Ο Χαουπτοτουρμφύρερ (Λοχαγός) Θύσσεν, ο αξέχαστος Θύσοεντου Kessel του Τσερκάσσυ, ένας από τους εξοχότερους ειδικούς μας στην εκ του σύ νεγγυς μάχη, κτυπήθηκε από τρεις σφαίρες. Υπέκυψε στην κορυφή μιας σωρού σοβιετικών πτωμάτων. Ο Ουντερστουρμφύρερ (Ανθυπολοχαγός) Ρεζιμπώ, ήδη τραυματισθείς επτά φορές στο Ανατολικό Μέτωπο, τραυματίσθηκε πολλαπλώς α πό εκρηγνυόμενες οβίδες. Ό λο του το κορμί ανέβλυζε αίμα. Ο ανθυπολοχαγός Άλμπερτ Βερπούρτεν, ένας δυναμικός νεαρός συγγραφέας γεμάτος χιούμορ, κοκκάλωοε στα μιοά του άλματός του. Το μέτωπό του πληγώθηκε αλλά δεν αντελήφ θητα υπόλοιπα. Ή θελε να το σφουγγίσει. "Δεν έχω χέρι πια!" ούρλιαξε, φρικιώντας. Ύ στερα κατέρρευσε. Έ ξι φορές στην πορεία αυτής της τρομερής ημέρας της 21 ης Απριλίου 1945 οι Βαλλόνοι έλαβαν διαταγές να επαναλάβουν την επίθεσή τους κατά της αριστερής όχθης του Ό ντερ. Έ ξι φορές όρμησαν μέσα στην κόλαση του πυρός. Τίποτα δεν μπορείν’ αφηγηθεί τον ηρωισμό τους καλύτερα από αυτόν το φοβε ρό αριθμητικό υπολογισμό: από τους εξακόσιους πενήντα άνδρες τους εμπεπλεγμένους την προηγούμενη μέρα σε σώμα με σώμα μάχη στους αμμόλοφουςαυτούς, τριάντα πέντε μόνον παρέμεναν άθικτοι το βράδυ της 21 ης Απριλίου. Οι άλλοι εξακόσιοι δέκα πέντε οι οποίοι ήταν φονευμένοι ή τραυματισμένοι - με άλλα λόγια το ενενήντα τέσσερα τοις εκατό του τάγματος - έπεσαν κτυπημένοι για ένα σκοπό που όλοι ήξεραν τότε πως είναι κατ’ ουσία χαμένος. Αλλά πίστευαν στην αθανασία του ιδανικού τους. Επιθυμούσαν να υπακούσουν ακριβώς ως το τέλος, να είναι πιστοί ως το τέλος - και οι τελευταίοι μαχητές, εάν ήταν απαραίτητο, επάνω οε γη που δεν ήταν καν δική τους. £
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
385
Είχα περάσει την ημέρα μου προσπαθώντας να διατηρήσω τη δεύτερη γραμμή, είκοσι χιλιομέτρω ν πλάτους, που είχα να υπερασ πισ θώ στα ανατολικά του Μπρούεσσοβ, μα ο τομέας ήταν σύντομα κενός για τα καλά. Λόχο με λόχο, όλοι οι σύντροφοί μας στο φλαμανδικό σύνταγμα πάρθηκαν από εμένα για να ριχθούν με τη σειρά τους επάνω από τα πτώματα των Βαλλόνων στρατιωτών μας κοντά στον Όντερ. Έτσι, μια δεύτερη γραμμή αμύνης έγινε απολύτως μία ψευδαίσθηση. Ό λα όσα μας είχαν μείνει για να σφραγίσουμε είκοσι χιλιόμετρα εδάφους σ' έναν εχθρό που αποβιβα ζόταν τώ ρα σε στολίσκους, ήταν ένα τελευταίο τά γμ α αξιόμαχω ν Βαλλόνων εθελοντών. Μια γέφυρα είχε ρ ιχ θ εί επάνω από τον Ό ν τερ από το ρω σσικό μηχανικό. Εκατοντάδες αρμάτων μάχης και τεμαχίων πυροβολικού, όπως επίσης και ολό κληρες μεραρχίες, περνούσαν από πάνω της σαν τυφώνας. Επιπροσθέτως, αρκε τά χιλιόμετρα στον άνω ρου οι Σοβιετικοί είχαν εγκαταστήσει άλλα δυο προγεφυ ρώματα, ακόμα ευρύτερα από εκείνο της autobahn. Ποιος μπορούσε τώρα να σταματήσει τον κατακλυσμό; Η γερμανική διοίκηση ήταν ακόμη προσκολλημένη στις αυστηρές διαταγές : κρατήστε! Αλλά δεκάδες χιλιάδες Ρώσσων κατέκλυζαν τους βάλτους μας! Ό λη η ύπαιθρος γύρω μας ήταν στις φλόγες! Διατηρήσαμε τη θέση μας ακλόνητοι στη γραμμή του Μπρούεσσοβ την 22α, 23η, 24η και 25η του Απριλίου, μιας και τέτοιες ήταν οι διαταγές. Η σοβιετική α ερ ο π ο ρ ία ασκούσε μια απόλυτη δικ τα το ρ ία στον ουρανό. Σχίζοντας το γεμάτο στάχτη αέρα, τα ασιροσημασμένα αεροπλάνα βουτούσαν κροταλίζοντας καταπάνω μας, τσακίζοντας τοίχους, μεσοτοιχίες και πόρτες. Το διοικητήριο ήταν κατ’ εξακολούθηση κοσκινισμένο από σφαίρες. Την 25η μια ο λόκληρη πτέρυγα του κτιρίου έγινε παρανάλωμα του πυρός. Κατόπιν το κέντρο του Μπρούεσσοβ έγινα παρανάλωμα του πυρός. Τα ζώα ούρλιαζαν. Γυναίκες διαμπερώς πυροβολημένες από μακριές, εμπρηστικές σφαίρες σπαρταρούσαν επά νω σιο χώμα, τα δάκτυλά τους κίτρινα, τα νύχια τους γυρισμένα σα σπιρούνια πε τεινού. Κάθε τέταρτο της ώρας τα πυρά των πολυβόλων θα άρχιζαν ξανά. Στις πέντε η ώρα το βράδυ έφθασε ένας αγγελιοφόρος μοτοσυκλετιστής. Το Σ.Σ. εγκατέλειπε ο π ο ια δή π ο τε περ α ιτέρ ω χρήση της γρ α μ μ ή ς αμύνης του Μπρούεσσοβ, την οποία ο εχθρός είχε προσπεράσει επί μακρόν και οτις δύο πτέ ρυγες. Ή τα ν να υποχωρήσουμε πίσω σε νέες θέσεις στα βορειοδυτικά της πόλε ως του Πρεντζλάου. Έ θεσα αμέσως τους άνδρες μου σε πορεία, αλλά η ζωή είχε γίνει αφόρητη. Έ να αεροσκάφος πυροβόλησε το Φολκσβάγκεν μου και έσκασε τρία λάστιχα. Το επι διόρθωσα βιαστικά, ενώ ξετρελλαμένα γουρούνια από κάποια καιόμενα χοιρο στάσια έτρεχαν προς όλες τις κατευθύνσεις.
386
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Οι Σοβιετικοί έβριθαν παντού σε μπουλούκια, σαν τα λέμμινγκ. Οι πλημμυροθυρίδες ήταν ορθάνοικτες. Πως θα κρατιόμασταν από του να πνιγούμε στον τελικό κυκλώνα;
Προς τη Λύμπεκ Το Πρεντζλάου ήταν μια παμπάλαια πόλη με τουβλόκτιστες εκκλησίες, συ μπαγείς σαν υπόγεια κελλιά μα ελαφρές και αέρινες από κατασκευής λόγωτων α ξιοθαύμαστων, λεπτοκαμωμένων γοτθικών τόξων. Ό ταν περάσαμε δια μέσου του την 25η Απριλίου 1945, η αγωνία του θανάτου είχε μόλις αρχίσει γι’ αυτό, επίσης. Για αρκετές ημέρες η σοβιετική α ερο π ο ρία έπληττε με δύναμη τις οδούς. Γκρεμισμένα σπίτια έφρασσαν την οδική κυκλοφορία. Κοπάδια από καταβεβλη μένους πολίτες έφευγαν με πανικό. Τρεις χιλιάδες αξιωματικοί του βελγικού στρατού είχαν μόλις αφήσει τους στρα τώνες του Πρεντζλάου, όπου είχαν εγκλεισθεί ακολούθως της συνθηκολογήσεως της 28ης Μ αϊου του 1940. Α γκομαχούσαν και ιδρω κοπούσ αν στο δρόμο. Ροδομάγουλοι στρατηγοί με τα κεπί τους λοξά θα σφούγγιζαν τους εαυτούς τους επάνω στα αναχώ ματα ή, σαν παχιές, αναψ οκοκκινισμένες νταντάδες, θα έ σπρωχναν καροτσάκια μωρών παραγεμισμένα με υπάρχοντα. Μεγάλα επιτεύγματα καρτερικότητος δεν ήταν να προσδοκούνται από εκείνους. Οι Ρώσσοι σύντομα θα τους μαδούσαν. Ή μ α σ τα ν για να λάβουμε θέσεις αρκετά χιλιόμ ετρα βορειοδυτικώ ς του Πρεντζλάου. Έστησα το σταθμό διοικήσεώς μου στο κάστρο Χόλτσεντορφ, όπου συνέρεαν κοπάδια τρεμουλιαζόντων προσφύγων. Οι περισσότεροί τους είχαν εκ κενωθεί προς τα ανατολικά από τη Ρηνανία. Τώρα οι Κομμουνιστές επιτίθονταν και τους κατεδίωκαν πίσω προς τα δυτικά. Ή τα ν εξουθενωμένοι από την τόση πολλή ψυχολογική επιβάρυνση. Οι εκδη λώσεις πολλών από τις γυναίκες ήταν συνταρακτικές. Μία από εκείνες είχε τρία μικρά ξανθά παιδάκια αρπαγμένα γερά από τα φουστάνια της. Περίμενε ένα τέ ταρτο μωρό και πήγαινε σπρωχνόμενη εδώ κι εκεί. Τη βραδιά εκείνη παραφρό νησε. Πεσμένη κάτω ανάσκελα έκλαιγε και βογκούσε, αρνούμενη κάθε συνδρο μή. Τα σοβιετικά αεροπλάνα θα την έδιωχναν την αυγή, παραζαλισμένη, να ενω θεί με την τρομοκρατημένη ανθρωποπλημμύρα που επεκτεινόταν απεριόριστα προς το βορρά και τη δύση. £ Από κει και πέρα οι Φλαμανδοί εθελοντές ανακατεύθηκαν με τους Βαλλόνους στο τελικό τόλμημα. Τ ην επόμενη μέρα προσπάθησα να επαναουνδεθώ με το Γερμανό επιτελικό αξιωματικό στον οποίο ήμασταν, άπαντες, τακτικώς υφιστά μενοι. Τον βρήκα μακριά στα δυτικά, σ' ένα άσχημο τούβλινο κάστρο κρυμμένο
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
387
στα βάθη ενός δρυμού. Οι διαταγές, προφανώς, ήταν να κρατήσουμε. Εκείνο ήταν όλα όσα μπόρεσα ν’ ανακαλύψω. Επέστρεψα στο διοικητήριό μου στο Χόλτσεντορφ πηγαίνοντας κα τά μήκος του φλεγομένου Πρεντζλάου. Πελώριες ανοικτόγκριζες στήλες καπνού υψώνονταν ίσια πάνω απέναντι στο χρυσαφένιο λυκόφως. Στις εννέα η ώρα το βράδυ ο θόρυβος της μάχης στα νοτιοδυτικά έγινε ιδιαιτέ ρως βίαιος. Τα τζάμια από τα παράθυρά μας έπεσαν από τις θέσεις τους προς τα έξω. Τα σοβιετικά άρματα μάχης ορμίζονταν στην είσοδο του Πρεντζλάου. Η πό λη μόλις που υπερασπίζονταν. Δεν κράτησε περισσότερο από μια ώρα. Το πρωί οι παρατηρητές μας μου επεσήμαναν πως εχθρικά άρματα περιφέρο νταν μακριά στα νοτιοδυτικά, αρκετά χιλιόμετρα πέραν της γραμμής μας. Μου είχαν υποσχεθεί ένα κλειστό όχημα που θα μπορούσε να λαμβάνει κι εκ πέμπει δι’ ασυρμάτου. Δεν είχε έλθει. Δε γνώριζα την παραμικρή από τις αποφά σεις της Α νωτάτης Δ ιοικήσεω ς. Τ ελικώ ς, στις ένδεκα η ώρα το πρω ί, ένας Γερμανός μοτοσυκλετιστής μου κόμισε τη διαταγή ν' αποσυρθούμε χρονολογη μένη την προηγούμενη βραδιά πριν τις 20:00 η ώρα. Ο αγγελιοφόρος είχε περιπλανηθεί πίσω από τις εχθρικές γραμμές και χαθεί. Είχε αφιχθεί με αργοπορία δεκαπέντε ωρών. Είχαμε πραγματικά και για τα καλά υπερκερασθεί από την προηγούμενη νύκτα. Δε θα ήταν εύκολο να βγάλουμε τώρα τους εαυτούς μας από τη σφηκοφωλιά. Οι άνθρωποί μας είχαν πολεμήσει από το ξημέρωμα με ένα θαυμαστό ηρωισμό για άλλη μια φορά. Είχαν κάνει απελπισμένες αντεπιθέσεις για ν’ απελευθερω θούν από τη βίαιη εχθρική διείσδυση. Έ νας από τους νεαρούς αξιωματικούς μας είχε ορμήσει ολομόναχος με το υποπολυβόλο του μέσα σ' ένα σπίτι το οποίο οι Σοβιετικοί είχαν μετατρέψει σε πολυβολείο. Προξένησε μια φοβερή σφαγή εκεί και στο τέλος είχε τον ένα βραχίονά του κατακρεουργημένο. Από το να επιμείνουν κατά αυτής της πείσμονος αντιστάσεως, οι Κόκκινοι π α ραμέρισαν και προχώρησαν βαθιά επί των δύο πτερύγων. Δεν ήταν πια δυνατό να υποχωρήσουμε προς τα δυτικά. Ο εχθρός βρισκόταν δέκα χιλιόμετρα δυτικώς του Πρεντζλάου. Π ήραμε μια κατεύθυνση προς βορρά, η οποία φαινόταν η ελάχιστα επαπειλούμενη. Ή δ η οι μικρές πόλεις είχαν συμπληρώσει τους αντιαρματικούς φραγ μούς. Τόσο το χειρότερο για τους δυστυχείς οι οποίοι, όπως εμείς, πολεμούσαν ως οπισθοφυλακές. Είχαμε μια απαίσια χρονική περίοδο κάνοντας το γύρο σωρών από ερείπια για να περάσουμε με τα τελευταία μας Φολκσβάγκεν, τα μοναδικά μας μέσα επαφής (μεταξύ των τμημάτων) ανάμεσα στα εχθρικά άρματα μάχης που βρυχούνταν κατά πόδας μας. Ο Γερμανός διοικητής μου επεσήμανε στις διαταγές του για υποχώρηση πως με τακόμιζε το σταθμό διοικήσεώς του στο άκρο ενός δρυμού είκοσι χιλιόμετρα δυ τικώς του Πρεντζλάου. Έ φθασα εκεί στις τρεις η ώρα το απόγευμα, μετά από α
388
A eon Ν τεγκρελ
τέλειωτες παρακάμψεις και περιπέτειες. Φυσικά, δεν απέμενε κανείς στο προκαθορισμένο μέρος εκτός από τα σοβιετι κά άρματα που προήλαυναν κατά μήκος των υπωρειοίν του δρυμού. Ο κινητήρας του μικρού μου αυτοκινήτου ήταν καυτός σε σημείο εκρήξεως με το να έχει μο χθήσει σκληρά για ώρες μέσα από λιβάδια κι αναχώματα. Δεν είχαμε λάβει μια οτταγόνα βενζίνης για την τελευταία εβδομάδα. Μπορούσα να συνεχίζω μόνον α δειάζοντας δοχεία πατατο-οινοπνεύματος στοτεπόζιτό μου αγορασμένα επί τό που, ένα πτωχό και αποπνικτικό καύσιμο. Κρυμμένοι πίσω από μια λόχμη έπρε πε να περιμένουμε για ένα τέταρτο της ώρας να επισκευασθεί η ταινία του ανεμιστήρος ενώ ο κινητήρας ψυχραινόταν. Τα σοβιετικά άρματα μάχης έρχονταν, ίσια μπροστά και ταχέως. Φθάσαμε στη διασταύρωση του Σκαρπίν από μικρούς, σκονισμένους δρόμους. Εκεί, πεντακόσιοι Γάλλοι εθελοντές με ωραία γαλάζια, λευκά και κόκκινα ραφτά εμβλήματα αντιστέκονταν σθεναρώς, με πολύ υψηλό ηθικό, παρ’ όλο που δε διέ θεταν άλλο από τυφέκια για να εναντιωθούν στα κύματα των αρμάτων μάχης της Ε.Σ.Σ.Δ. Το επιτελικό γραφείο για το οποίο έψαχνα φαινόταν να είναι κοντά. Το βρήκα τη νύκτα εκείνη μετά από μεγάλη δυσκολία. Νέες διαταγές υποχωρήσεως με ανέ μεναν. Αυτή τη φορά οφείλαμε να περάσουμε πενήντα χιλιόμετρα με ένα και μό νον άλμα στα βόρεια της γραμμής Νόιστερλιτζ - Νοϊμπράντεμπουργκ. Ή ξερ α πως οι άνδρες μου ήταν εξουθενωμένοι, αλλά θα έπρεπε να συμμαζέψουμε όλη μας τη δύναμη. Βόρεια! Βόρεια! Ξεφύγετε από τους Σοβιετικούς! Οι σύνδεσμοι αξιωματικοί μου δε χρειαζόταν να τους εξηγήσουν το πρόβλημα δύο φορές. Ομάδες νεαρών γυναικών που έφευγαν έμειναν με μας. Τ ι μπορούσαμε να κά νουμε! Δεν υπήρχε πια τίποτα που να τις προφυλάξει από το να πέσουν στα χέρια των μπολσεβίκων. Τα μικρά τους ήταν εξηντλημένα. Πέθαιναν από πείνα και δίψα. Οι νεαρές μητέρες, όμορφες ακόμα στη δοκιμασία τους, ήξεραν τι τις περίμενε. £ Ή τα ν 28 Απριλίου του 1945. Τα πλήθη στο δρόμο είχαν γίνει τεράστια. Χιλιάδες πολιτικών εξορίοτων ανεμίγνυαν τις γαλαζόλευκες, ριγωτές στολές τους με τη συρροή των φορτηγών και των κάρων, τις εκατοντάδες χιλιάδες γυναικοπαιδών και τις φάλαγγες των στρατιωτών με τα πιο ετερόκλητα όπλα. Τ α δύο τελευταία μας τάγματα πεζικού προχο)ρησαν μπροστά με δυσκολία. Αλλά πέρασαν, ωστόσο, δια μέσου του γιγαντιαίου ανακατώματος. Στις οκτώ η ώρα το βράδυ η πολίχνη του Νόιστερλιτζ εξερράγη μέσα σε πελοίριες πορτοκαλί φλόγες απέναντι σ ' έναν ουρανό φρενοκομείου, πίσω μας. Μέσα σε τέσσερα χρόνια νομίζαμε ότι είχαμε δει τα μέγιστα όσον αφορά τις καταστρο φές. Αλλά το Νόιστερλιτζ έσπασε όλα τα ρεκόρ εκείνη τη νύκτα. Κανένα έξοδο δεν
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοααε
389
υπολογίσθηκε για τα τελικά πυροτεχνήματα του πολέμου. Φοβερές εκρήξεις ξέ σπασαν στο μέσον μιας εκκωφαντικής φασαρίας όπως του τέλους του κόσμου. Βγήκαμε πάνω στην αποβάθρα μιας μικρής, γκρίζας λίμνης, γραμμωμένης α πό τις φλεγόμενες αντανακλάσεις του θεάματος. Έ να μαύρο πλοιάριο περιπλα νιόταν εκεί. Το σκοτάδι μύριζε βρύα, μη-με-λησμόνει και φρέσκα φύλλα. Ή ταν ένας αξιοθαύμαστος τόπος, φτιαγμένος ακριβώς για ψιθυριστή ποίηση προς μια κυρία με ασημένια μαλλιά. Αλλά αυτό ήταν ένα σύμπαν φωτιάς που εκτίνασσε τη ζωή της στα ουράνια, για να ξαναπέσει σε στροβιλιστούς καταρράκτες, ταρακουνώντας αυτή την ανοιξιάτικη βραδιά στο διηνεκές. Οι εχθροί θα ήταν εδώ το πρωί. Ή λθαν οι διαταγές μας. Ή ταν ν’ αποτραβηχθούμε ακόμα περισσότερο προς τα βορειοδυτικά και διασχίσουμε ακόμα εξήντα χιλιόμετρα με μια αδιάκοπη πορεία. Τα άκρα μας ήταν βαριά από την εξάντληση. Μα ο κίνδυνος έδινε στον καθένα αρκετή δύναμη για να καταφέρει άλλη μια προσπάθεια. Ζωντανέψαμε ταρακουνώντας τα γέρικα Φολκσβάγκεν μας, αν και είχαν πλη γεί από θραύσματα πάνω από είκοσι φορές. Στα νοτιοδυτικά όλος ο ουρανός καιγόταν και κοκκίνιζε όλο και περισσότερο. Έ πρεπε να φθάσουμε στην πολίχνη του Βάρεν στο Μέκλενμπουργκ την αμέσως επόμενη μέρα, να περάσουμε πέραν των μεγάλων λιμνο")ν της περιοχής και να λά βουμε προσωρινώς θέση στον τομέα Τόττινερ Χιούτε. Πολλοί πρόσφυγες σωριάσθηκαν για τη νύκτα επί των δύο πλευρών του οδο στρώματος. Δεκάδες χιλιάδες γυναικών, παιδιών και αξιοθρήνητων γερόντων τυ λιγμένων σε κουβέρτες μαζεύθηκαν κοντά-κοντά ο ένας με τον άλλο μέσα στην ο μίχλη, κάτω από τα έλατα. Τρεις γραμμές οχημάτων έσπευδαν μαζί τους σε κλειστό σχηματισμό, οδηγούμενα συχνά από αφοσιωμένους Γάλλους αιχμαλώτους, οι οποίοι εμφανώς ένιω θαν τους εαυτούς τους να είναι μέρος των γερμανικών οικογενειών που συνωστί ζονταν επάνω στις άμαξες. Οι στρατιώτες μου βρίσκονταν σε καλή κατάσταση. Δεν έχασαν χρόνο καθώς ξεγλιστρούσαν σβέλτα ανάμεσα στις φρακαρισμένες ομάδες, διατηρώντας τέλειο, καλό χιούμορ. Συμβούλευσα τον καθένα να επιταχύνει το βηματισμό του. Δεν είχα τις ελάχιστες ψευδαισθήσεις. Κρατούσα ένα μικρό ραδιόφωνο που δούλευε με μπαταρίες α νάμεσα στα πόδια μου στο Φολκσβάγκεν μου. Οι βρεταννικές αναμεταδόσεις μας υποχρέωναν ανακοινώνοντας ποια ήταν η κατάσταση ώρα με την ώρα. Τώρα, το βρεταννικό μέτωπο στη Γερμανία είχε αρχίσει πάλι να κινείται από δύο ημέρες πριν. Οι Τ όμμ υδες είχαν περάσει τον Έ λβα στα νοτιοδυτικά του Αμβούργου. Δεν υπήρχε ούτε σκιά αμ 4>ιβολίας πως κατευθύνονταν στη Λύμπεκ. Εάν έφθαναν πρώτοι στο λιμάνι αυτό της Βαλτικής, θα στραγγαλιζόμασθαν από τους Σοβιετικούς.
390
A eo n Ν τεγκρελ
Επιβαλλόταν να ξεμπλέξουμε τα στρατεύματα με οποιοδήποτε κόστος, να κρα τήσουμε ανοικτά τα μάτια μας και να φθάσουμε στη Λύμπεκ εγκαίρως. Ύστερα, θα βλέπαμε. Έ πρεπε να είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην ενδώσουμε στην απελ πισία, να παραδοθούμε προσκυνώντας όπως τα αποβλακωμένα κοπάδια που κα τέρεαν σε όλο το μήκος των δρόμων και περίμεναν με σταχτιά πρόσωπα για την άνευ όρων εξουσία του κατακτητού. Από τη Λύμπεκ μπορεί ίσως να κατορθώναμε να μετακινηθούμε πιο πέρα στο βορρά. Ώ θησα τους άνδρες μου όσο πιο πολύ μπορούσα, αλλά βρισκόμασθαν α κόμα μακριά από τη Βαλτική και τα γεγονότα έτρεχαν γοργά. Την 30η Απριλίου 1945, στις οκτώ η ώρα το πρωί, άκουσα κάποια εκπληκτικά νέα από το Ράδιο Λονδίνο : "Ο Χίμμλερ διαπραγματεύεται μία συνθηκολόγηση!" Οι συζητήσεις λάμβαναν χώρα, κατά τα φαινόμενα, στην περιοχή της Λύμπεκ. Ο διοικητής της φλαμανδικής μεραρχίας επανενώθηκε μαζί μου στο Τόττινερ Χιούτε. Αυτός κι εγώ είχαμε προσπαθήσει για δύο ημέρες να αποκαταστήσουμε ξανά επαφή με το Σ.Σ., εις μάτην. Η υποχώρηση επισπευδόταν γοργά με τέτοια ταχύτητα και επάνω σε δρόμους τόσο συμφορημένους, που οι σύνδεσμοι είχαν κα ταστεί αδύνατοι για πρώτη φορά στον πόλεμο, παρ’ όλη την ηρεμία της Ανωτάτης Διοικήσεως. Ή τα ν απολύτως αδύνατο να γνωρίζω τι θα έπρεπε να πράξει η με ραρχία μας, ή ακόμη και το που ήταν ευρισκόμενος ο επιτελικός αξιωματικός του Σ.Σ. Τα ασυρματοφόρα φορτηγά είχαν εξαφανισθεί. Ούτε ένας αγγελιοφόρος δεν μπορούσε να επιστρέφει αντίθετα σε αυτήν την πλημμυρίδα των αμαξών και των προσφύγων. Είχαμε ολοκληρωτικώς αφεθεί στη μοίρα μας. Η Φασιστική Ιταλία είχε μόλις καταρρεύσει. Ο Μουσσολίνι είχε δολοφονηθεί με απεχθή σαδισμό. Το πτώμα του κρεμόταν στο μέσον της πόλεως του Μιλάνο, στεριωμένο (ανάποδα) από τα πόδια σαν ένα νεκρό ζώο. Έκανα επιμελείς προετοιμασίες για να προσφέρω τη μέγιστη βοήθεια στους κινδυνεύοντες στρατιώτες μου. Προτού αφήσω το Βερολίνο στις 20 Απριλίου, είχα αρκετές χιλιάδες καρτών ξένων εργατών παραδοθείσες σε μένα στην περίπτωση που θα συνέβαινε το χείριστο. Είχε έλθει ο καιρός να δράσουμε για την επιβίωσή μας. Το πρωί της 30ης Απριλίου είχα εμπιστευτικώς διανείμει τις κάρτες στους διοι κητές της μονάδος μου. Έ τσι, εάν ορισμένοι λόχοι βρίσκονταν διασκορπισμένοι τον καιρό του τελικού πλήγματος, οι άνδρες εκείνοι που δεν ήθελαν να παραδο θούν μπορούσαν ακόμα να γλιστρήσουν μέσα σε παλαιά ενδύματα, να μεταμφιεσθούν ως μεταφερμένοι (στη Γερμανία) εργάτες, ν’ αποφύγουν τα στρατιωτικά στρατόπεδα εγκλεισμού και, χάρη σε αυτά από τη θεία πρόνοια χαρτιά, να γυρί σουν πίσω στο σπίτι ενός φίλου στο Βέλγιο ή στο Ράιχ, ή να βρουν άσυλο σιο εξω τερικό, όπως περισσότεροι των τριών χιλιάδων εξ εκείνων έπραξαν. $
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
391
Για τις τελευταίες εκατό ώρες οι εθελοντές μας είχαν βαδίσει νυχθημερόν. Δεν τους έδωσα την ελάχιστη ανάπαυλα. Ή τα ν ουσιώδους σημασίας το να μη χαλα ρώσουμε, ούτε να χάσουμε την αυτοκυριαρχία μας, αλλά αντιθέτως να προσκολληθούμε γερά στις πιθανότητες για επιβίωση, να προσπαθήσουμε να φθάσουμε στη Δανία, κατόπιν στο νορβηγικό παγετώνα, όπου ίσως ο αγώνας μπορείνα συ νεχιζόταν - σε κάθε περίπτωση να αποπειραθούμε ο,τιδήποτε δυνατόν για να διασώσουμε τους στρατιώτες μας από μια μελαγχολική κατάρρευση μέσα στην ανω νυμία της ήττας. Δεν μπορούσαμε πια να ελπίζουμε πως ένα θαύμα μπορεί ν’ ανέκοπτε τη σοβιε τική πλημμύρα. Η αντίστασή μας είχε τελικώς φθάσει σ’ ένα τέρμα. Το να επιμείνουμε άλλο πια θα ήταν αυτοκτονία. Συνέταξα διαταγές για απόσυρση στη Λύμπεκ για τους διοικητές μου του συ ντάγματος και των ταγμάτων. Ή τα ν να χρησιμοποιήσουν κάθε μεταφορικό μέ σον για να μεταφέρουν τα στρατεύματα. Εγκατέστησα τους Βαλλόνους Feldgendarmes μου σε όλα τα σταυροδρόμια για να οδηγήσουν τους συντρόφους μας από στάδιο σε στάδιο, να σπιρουνίσουν τους χασομέρηδες και να τους προφυλάξουν από οποιεσδήποτε επιπλοκές. Είχα αποφασίσει να δω το Χίμμλερ με οποιοδήποτε κόστος, να επιτύχω σαφείς διαταγές από εκείνον για τη μεραρχία μου και για τη φλαμανδική μεραρχία, να του υπενθυμίσω περί της υπάρξεως των δεκάδων χιλιάδων ξένων εθελοντών, των γενναιοτέρων των γενναίων. Θα εξακολουθούσαν αυτοί να είναι στα υπ' όψιν στις συζητήσεις της Λύμπεκ; Ή θα αφήνονταν να βυθισθούν μέσα στην άβυσσο; Για όσο υπήρχε μια ευκαιρία για να σώσω τα παλικάρια μου, ήθελα να τη δοκι μάσω. Κόβοντας δρόμο μέσα από τα λιβάδια, προσπερνώντας ταχέως κάθε έναν προπορευόμενο, έτρεξα το Φολκσβάγκεν μου προς τη Λύμπεκ και το Χίμμλερ.
"Ο Χίτλερ Είναι Νεκρός" Ο δρόμος της Λ ύμπεκ έδινε μια ακριβή εικόνα τη ς καταστάσεω ς την 30η Απριλίου του 1945. Μακριά ως το Σχβέριν η πλημμυρίδα των αμάχων και των στρατιών από την α νατολή εξακολουθούσε να κυλά, τεράστια, θορυβώδης. Η μοιραία συμβολή βρισκόταν στο Σχβέριν. Μοναχικό επάνω από τα χρώματος σχιστολίθου νερά, το κάστρο των δουκών απέπνεε τη γαλήνη των λίθων οι οποίοι έχουν δει ανθρώπους και αιώνες να περνούν. Το υπόλοιπο της μικρής πόλεως ξε χείλιζε από τα πλήθη από ανατολή και δύση. Ή ταν εκεί που το επικείμενο του τέλους του πολέμου για τη Γερμανία έγινε μια εκτυφλωτική πραγματικότης για εμάς. Έ να ανθρώπινο ποτάμι που κατηφόριζε από το Βάρεν αύξανε σε ορμητικότητα καθώς έφευγε πανικόβλητο από τα σοβιε τικά άρματα μάχης. Άλλο ένα ανθρώπινο ποτάμι ξεχυνόταν από τον Έλβα, φεύ
392
Λ εον Ν τεγκρελ
γοντας πανικόβλητο από τους Βρεταννούς. Οι δυο Συμμαχικές επιθέσεις έρχονταν όλο και πιο κοντά η μία στην άλλη, σα διπλές θύρες που κλείνουν. Η εγγΰτης των Βρεταννών γραφόταν στον ουρανό. Από το Σχβέριν και μετά, σμή νη Tiefflieger περιπολούσαν όλους τους δρόμους με άγρια αποφασιστικότητα. Τα βρεταννικά αεροσκάφη θα βουτοΰσαν επί των φαλάγγων και ακαριαίως δέκα ή δεκαπέντε σύννεφα καπνού θα υψώνονταν από εκείνες. Τα τεπόζιτα των καυσί μων καίγονταν. Τα λάστιχα καίγονταν. Οι αποσκευές καίγονταν. Παντού υπήρχε φωτιά, πυκνή, σχεδόν συμπαγής, συρραμμένη από εκρήξεις. Ο ρουχισμός των γυναικών που έφευγαν πανικόβλητες κείτονταν τριγύρω από τις τσακισμένες άμαξες. Ατέλειωτες φάλαγγες (οχημάτων) είχαν εγκαταλειφθεί. Τ ο Φολκσβάγκεν μου κι εκείνο του αρχηγού του επιτελείου μου άνοιξαν το δρόμο τους με εξαιρετική δυσκολία μεταξύ των σωρών των χαλασμάτων και των πυρκα γιών. Ή μασταν αναγκασμένοι να βουτάμε προς τα κάτω από τα αναχώματα κά θε πέντε λεπτά, ενώ τα πυροβόλα των Tiefflieger κροτάλιζαν επάνω από τα κεφά λια μας. Οι τραυματισμένοι στρατιώτες δημιουργούσαν το πιο τραγικό θέαμα. Τ α νο σοκομεία της περιοχής είχαν εκκενωθεί με βιάση, αλλά δεν υπήρχαν πια άλλα α σθενοφόρα. Εκατοντάδες ανδρών με επιδέσμους στα χέρια ή στα στήθη τους εί χαν αφεθεί έξω επάνω στους δρόμους, τα κεφάλια τους καλυμμένα με επιδέσμους. Πολλοί περπατούσαν με πατερίτσες. Ό φειλαν να φθάσουν σιη Βαλτική με τον τρόπο εκείνο, πεζοί, κάτω από το πυρ των πολυβόλων, δια μέσου των φλεγομένων φορτηγών και του γενικού πανικού. Έ φ θ α σ α επιτέλους στη Λύμπεκ το απόγευμ α, στο επιτελικό γρ α φ είο του Μεγάλου Ναυάρχου Νταίνιτς. Έ νας από τους στενούς του συνεργάτες με πήρε σε μία γωνία του γραφείου - ή ταν 30 Απριλίου του 1945, πέντε και τριάντα το βράδυ - και ψιθύρισε ένα μυστικό που έκανε το αίμα μου να παγώσει. "Ακούστε, ο θάνατος του Φύρερ θ’ ανακοινωθεί αύριο". Ή τα ν ο Χιτλερ πραγματικά νεκρός; Προσπαθούσαν να κερδίσουν χρόνο προ τού ανακοινώσουν αυτά τα φρικτά νέα; Ή κάτι άλλο προετοιμαζόταν; Εν πάση περιπτώσει, μια ολόκληρη ημέρα πριν την ιστορική διακήρυξη του Μεγάλου Ναυάρχου Νταίνιτς: "Σήμερα, 1η Μαϊου, στις δύο και τριάντα το από γευμα, ο Φύρερ έπεσε ως ήρωας κατά την εξέλιξη της μάχης του Βερολίνου", τα νέα του θανάτου του Χίτλερ ψιθυρίζονταν στο αυτί μου, ακριβώς στο επιτελικό γραφείο του Μεγάλου Ναυάρχου. Πείσθηκα ακόμη περισσότερο πως το τέλος ήταν κοντά όταν έφθαοα στο επι τελικό γραφείο των Waffen SS στα βόρεια της Λύμπεκ, επί της ακτογραμμής του γραμμωτού από τη βροχή κόλπου. "Βιασθείτε και δείτε το Χίμμλερ", μου είπαν. "Είναι μόνον ένα ζήτημα ωρών τώρα". Μα κανείς δε γνώριζε επακριβώς που μπο ρούσε να βρεθεί ο Reichsfuhrer SS.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
393
Μπορούσαν μόνο να μου καταδείξουν επί του χάρτου το κάστρο όπου το διοι κητήριό του υποτίθεται ότι βρισκόταν. Για να το φθάσω επιβαλόταν να επιστρέ φω στη Λυμπεκ πρώτα, ύστερα να πάω πίσω ανηφορίζοντας τον ανατολικό δρό μο κατά μήκος της Βαλτικής για περίπου σαράντα χιλιόμετρα στην κατεύθυνση του Βίσμαρ. Μέσα στη μελανί νύκτα ήταν πολύ δύσκολο να σημειώσουμε πρόοδο απένεντι στη ροή των χιλιάδων φορτηγών που πίεζαν προς τα βορειοδυτικά. Βρισκόμασθαν μονίμως σε κίνδυνο του να τσακισθούμε από εκείνα τα τέρατα. Στις δύο η ώρα το πρωί, όταν εισερχόμασθαν στην περιοχή του Κλάντοβ, κλονί σθηκα από ένα εκπληκτικό φαινόμενο. Οι μακριές, λευκές ακτίνες ενός προβολέως φώτιζαν τη γειτονική πλαγιά και τον ουρανό. Πρέπει να ήταν το αεροδρόμιο του Χίμμλερ. Αλλά εάν επεδείκνυαν ένα φωτισμό σαν κι εκείνο, θα έπρεπε να ή ταν διότι ο εχθρός τους ανεχόταν. Φαντάσθηκα το Χίμμλερ να πετάει σε αυτή την ώρα της σκοτεινής νύκτας. Κάτι το οποίο, στην πραγματικότητα, έπραττε. Το κάστρο ήταν σχεδόν εγκαταλελειμμένο όταν έφθασα σ’ αυτό. Ή ταν ένα σκυ θρωπό κτίριο σε απομίμηση γοτθικού τύπου, εποχής 1900, τέλειο σκηνικό για μια ταινία μυστηρίου. Οι αμυδρώς φωτισμένοι διάδρομοι και σκάλες ήταν διαβολι κοί. Χανσεατικές σημαίες κρέμονταν, τεντωμένες, όπως σ’ ένα παρεκκλήσι κη δειών. Στην τραπεζαρία βρίσκονταν πίνακες μοντέρνας ζωγραφικής που έδειχναν όλες τις κατηγορίες των φαγάδων, ακουσίως σατιριζόμενοι σε ύφος Πικάσσο. Καθ’ όλο το μήκος των κοκκινότουβλων επάλξεων και κάτω από τις λεύκες στο πάρκο, αστυνομικοί2 βρίσκονταν ο ' επαγρύπνηση, τα πρόσωπά τους μακριά, ρημαγμέ να καισταχτιά. Δε βρήκα κανένα στα άδυτα των κτιρίων παρά τον επικεφαλής του ειδικού τραί νου του Χίμμλερ, έναν πάντα υποχρεωτικό bon vivant, το πρόσωπό του διάστικτο με εκατοντάδες γκρίζων στιγμάτων, λες και μια αποικία μυϊγών να το είχε χρησι μοποιήσ ει για δοκιμ ασ τικό πάγκο. Με συνάντησε στο γρ α φ είο ενός Στανταρτενφύρερ (Συνταγματάρχη) με ξεπλυμένα, κουρασμένα μάτια. Τον χαιρέτησα με το σύνηθες "Χάιλ Χίτλερ!" Κανένα "Χάιλ Χίτλερ!" δεν ήλθε σε απάντηση. Θεώρησα αλλόκοτη αυτή την παράλειψη. Προσεκτικά, διερευνησα. Ό λοι έδειχναν αρκετά αναστατωμένοι. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ο Χίτλερ εί χε γίνει ένα απηγορευμένο προς συζήτηση αντικείμενο σε αυτές τις σηραγγώδεις αίθουσες. Κανείς δεν μπορούσε να μου πει πότε θα επέστρεφε ο Χίμμλερ. Είχε φύγει με το αεροπλάνο "για το βορρά". Επανεμφανίσθηκε το πρωί όπως ένας ανεμοστρόβιλος, αλλά έμεινε για λίγα μό νο λεπτά. Δεν είχαμε καν το χρόνο να τον δούμε. Ό τα ν φθάσαμε σιη σκάλα είχε ήδη 4>ύγει πάλι, ωχρός και αξύριστος. Ό λα όσα είδαμε ήταν τρία αυτοκίνητα να κατηφορίζουν τρανταζόμενα τον αμμώδη δρόμο. Εν πάση περιπτώσει, ο Χίμμλερ είχε χωρίς δισιαγμό υπογράψει τη διαταγή την
394
A eon Ν τεγκρελ
οποία είχαν συντάξει τη νΰκτα εκείνη για την απόσυρση των Μ εραρχιών "Βαλλονία" και "Φλαμανδία" προς το Μπαντ Σέντεμπεργκ, μια μικρή πόλη του Σλέσβιγκ - Χολστάιν, στα βορειοδυτικά της Λύμπεκ. Επρόκειτο να ψάξω για κα ταλύματα στην περιοχή και να περιμένω για την επιστροφή του. Έστειλα αμέσως τον αρχηγό του επιτελείου μου σ’ ένα από τα δύο Φολκσβάγκεν μας, μεταφέρωντην επίσημη διαταγή, να συναντήσει τα βαλλονικά και φλαμανδικά στρατεύματα στο δρόμο του Σχβέριν. Την ίδια ώρα έστειλα το δεύτερο υπα σπιστή μου στο Μπαντ Σέντεμπεργκ με το δεύτερο αυτοκίνητο, ούτως ώστε πρό σφορα καταλύμματα να ήταν έτοιμα να καλωσορίσουν τους εξουθενωμένους στρατιώτες μας. Επιπροσθέτως ο αξιωματικός αυτός ήταν να πληροφορήσει τους σταθμούς των Feldgendarmes και το διοικητή της Λύμπεκ σχετικώς με τις διατα γές του Χίμμλερ. Βρέθηκα μόνος πάλι για άλλη μια φορά. Βρήκα στέγη στο μικρό σπίτι ενός σι δηρουργού στο δρόμο του Βίσμαρ. Πήρα μια καρέκλα και πήγα έξω στο κατώφλι όπως το συνήθιζα να κάνω τα βράδια όταν ήμουν νέος και ζούσα με τους γονείς μου στη μικρή πόλη όπου γεννήθηκα. Εκατοντάδες φορτηγών περνούσαν. Περισσότερο από ποτέ, τα Tiefflieger κυ ριαρχούσαν στους δρόμους. Πυρά όπλων θα κροτάλιζαν στα ανατολικά, βόρεια και δυτικά, επάνω από χωρίς τελειωμό σειρές κοκκινόγκριζων φωτιών. Έ πεσα σε ονειροπόληση. Τα μάτια μου περιπλανήθηκαν στο διάστημα λες και ο κόσμος οτον οποίο τόσο έντονα είχα ζήσει να είχε ήδη σταματήσει ν' ανασαίνει και να διαλύεται σε μελαγχολικές τούφες καπνού. Η Βαλτική Θάλασσα βρισκόταν μισή ώρα μακριά, στο τέρμα μερικών οργωμέ νων χωραφιών όπου το απριλιάτικο σιτάρι βλάστανε. Το σούρουπο πήγα εκεί έ ξω και κάθισα επάνω σ’ ένα μεγάλο, καφέ βράχο. Το βραδινό χρωματιζόταν με ροζ. Τίποτα δεν μπορούσε ν’ ακουσθεί από τη θορυβώδη κυκλοφορία. Κάπου-κάπου ένα γερμανικό αεροσκάφος θα πετούσε παράλληλα με τη θάλασσα, ξυστά με τα κύματα για ν’ αποφύγειτον εντοπισμό. Το όνειρό μου, επίσης, πέθαινε όπως αυτός ο ωχρός ουρανός που δεχόταν την εισβολή της νύκτας; Σηκώθηκα επάνω και επέστρεψα μέσα από τα σπαρμένα χωράφια. Στο σπίτι ξάπλωσα εντελώς ντυμένος μέσα στη σκοτεινιά. Στις 02:00 π.μ. υπήρξε ένα τρομακτικό βροντοκόπημα στην πόρτα. Έσπευσα γρήγορα V ανοίξω. Το λιτό δωμάτιο φωτίσθηκε ανομοιόμορφα από ένα κερί. Έ νας νεαρός Γερμανός συνταγματάρχης σταλμένος από το Χίμμλερ στεκόταν σε άκαμπτη προσοχή εμπρός μου, τα χαρακτηριστικά του τραβηγμένα. Κατάλαβα προτού πει μια λέξη. Στάθηκα προσοχή. "Ο Φύρερ είναι νεκρός", ψιθύρισε.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
395
Κανείς από τους δυο μας δεν είπε το παραμικρό. Ο σιδηρουργός, επίσης, ήταν σιωπηλός. Κατόπιν, δυο δάκρυα, τα δάκρυα μιας αγνής καρδιάς, έτρεξαν στα γέρικα, ηλιοκαμμένα του μάγουλα.
Μάλεντε Ο Γερμανός συνταγματάρχης ο οποίος μου είπε για το θάνατο του Χίτλερ προ σέθεσε πως ο Χίμμλερ θα άφηνε την περιοχή την ίδια εκείνη νύκτα και θα εγκα θίστατο βορείως της Λΰμπεκ στην κατεύθυνση του Κίελ, στο Μάλεντε. Αυτό το κολ λώδες όνομα είχε όλη την ατονία του πυρετού. Ο Χίμμλερ ζήτησε όπως μεταβώ ε κεί σε αυτόν στις τρεις η ώρα το απόγευμα της 2ας Μαϊου. Πέρασα το υπόλοιπο της νύκτας σκεπτόμενος γύρω από το Χίμμλερ. Δε γνώριζα τους όρους της Διακηρύξεως του Ναυάρχου Νταίνιτς, η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό ψεύτικη. Έτσι, καμμία αμφιβολία περί του θανάτου του Φύρερ δεν μπορούσε να έχει ενσκύψει τότε σε μένα. Τον είδα ξανά, μια απλή, ευαίσθητη καρδιά, γεμάτη από ιδιοφυία και δύναμη. Ο λαός του τον είχε αγαπήσει και ακολουθήσει ως το τέλος. Κατά τη διάρκεια ό λου του πολέμου κανένα πλήγμα δεν είχε κλονίσει τη θαυμαστή αφοσίωση των γερμανικών μαζών προς έναν άνδρα του οποίου την τιμιότητα, την ανιδιοτέλεια, το ενδιαφέρον του για το κοινό καλό και την αίσθηση του γερμανικού μεγαλείου όλοι εγνώριζαν. Ή ταν ένα γεγονός μοναδικό σχεδόν στην ιστορία του κόσμου. Κατακτυπημένος, συντετριμμένος, παραδομένος στο χείριοτο μαρτύριο που ένας λαός έχει ποτέ υποστεί, αυτός ο λαός δεν έβγαλε το ελαχιστότερο μουρμουρητό εναντίον του ηγέ τη ο οποίος είχε ξεκινήσει και τους είχε βαστάξει επάνω σε αυτό το τρομερό μο νοπάτι. Ή μουν σίγουρος πως σε κάθε σπίτι και σε κάθε άμαξα επάνω στους δρόμους άνθρωποι θρηνούσαν ή προσεύχονταν τη στιγμή αυτή. Αλλά ήμουν βέβαιος πως κανείς δεν ξεφυσούσε ούτε μία λέξη μομφής. Κανείς δεν ένιωθε λύπη για τον ε αυτό του. Ή τα ν για τον Χίτλερ που ένιωθαν λυπημένοι. Εξαφανίσθηκε μέσα σε μια αποθέωση κατανικημένων θεών, καταμεσής μιας α ντάρας όπως στο τέλος του κόσμου, το οποίο φαινόταν να επέρχεται εκρηκτικό μέσα σε μια Βαγκνερική χορωδία. Το να τελειώσει κατά τον τρόπο αυτό σήμαινε το να είναι ήδη αναστημένος στη φαντασία των ανθρώπων, με μια υπεράνθρωπη σφοδρότητα, μορφοποιημένη σ’ ένα έπος που ποτέ δε θα εξαλειφόταν. $ Αλλά τι θα συνέβαινε αύριο; Πως θα ήταν η πρώτη μέρα η επηρεασμένη από έ να τέτοιο κενό;
396
A eon Ν τεγκρελ
Με το Φύρερ να έχει πεθάνει, το Βερολίνο ήταν χαμένο. Στο νότο το Ράιχ ήταν γονατιομένο. Ο βορράς σαρωνόταν από ένα τεράστιο παλιρροϊκό κύμα. Οι στρατιές δεν πολεμούσαν πια, όχι επειδή τους έλειπε το θάρρος ή η πειθαρ χία, αλλά διότι δεν υπήρχε καθόλου μέτωπο, καθόλου πάντσερ, καθόλου πυρομαχικά και καθόλου σύνδεσμος (μεταξύ τους). Οι δρόμοι ήταν χιλιόμετρα ταλαι πωρίας, πείνας και αίματος. Ο θάνατος του Χίτλερ σήμαινε το τέλος του σκληρού αγώνος στη Γερμανία. Στις πέντε η ώρα το πρωί το μικρό μου Φολκσβάγκεν σταμάτησε μπροστά στην ταμπέλα του σιδηρουργού. Πίσω στο Μπαντ Σέντεμπεργκ, ο δεύτερος υπασπισιής μου είχε ακούσει το ανακοινωθέν του θανάτου του Χίτλερ στο ραδιόφωνο. Ακαριαίως είχε καταλάβει πώς όλα ήταν στο περίπου να διαλυθούν. Είχε γυρίσει πίσω και, για μια δεύτερη φορά, είχε πάει αντίθετα στην πλημμυρίδα της υποχωρήσεως μέσα στη νύκτα για να με σώσει. Μετά από οκτώ ώρες μόχθου είχε επιτύ χει στο να κάνει τα σαράντα χιλιόμετρα. Ξεκίνησα αμέσως το ταξίδι. Χιλιάδες φορτηγών είχαν συγκρουσθεί σιους δρόμους. Ό σ ο πιο κοντά ερχόμασθαν στη Λύμπεκ, τόσο δυσκολότερο ήταν το να κινη θούμε. Τα Συμμαχικά άρματα μάχης ωθούσαν στα νώτα μας σαντρελλά. Δέκα χιλιόμετρα από τη Λύμπεκ ο δρόμος πήγαινε δια μέσου ενός δρυμού προ τού μπει στην πόλη. Ό λα ήταν ανακατεμένα. Φάλαγγες από πελώρια γαλαζόλευκα φορτηγά του σουηδικού Ερυθρού Σταυρού προσπαθούσαν να κινηθούν προς τα ανατολικά για να βοηθήσουν τους ελευθερωμένους πολιτικούς κρατούμενους οι οποίοι έφευγαν βιαστικά μακριά από το Βάρεν και το Σχβέριν. Κι εκείνοι, επί σης, έφευγαν πανικόβλητοι από τα στρατεύματα της Ε.Σ.Σ.Δ. Με τους πάντες να θέλουν να περάσουν το δρυμό από τη μια άκρη ως την άλλη, κανείς δεν μπορούσε πια να το διανύσει. Π ήρα έκτακτα μέτρα και ανέβασα το Φολκσβάγκεν μου στην κορυφή του αναχώματος της τοπικής γραμμής του τραμ η οποία περνούσε εκεί κοντά. Έτσι διασχίσαμε τα τελευταία χιλιόμετρα σα βαδιστές επάνω σε τεντωμένο σχοινί, κραδαζόμενοι κατά μήκος των αρμών των ραγών. £ Ο ήλιος έλαμπε στη Λύμπεκ. Η περήφανη χανσεατική πόλη είχε υποφέρει σχετικώς λίγα από τους βομβαρδισμούς3. Τα αριστοκρατικά της σπίτια από πολυκαιριασμένο τούβλο και τα γοτθικά της κτίρια από τους ένδοξους αιώνες, όταν τα ποντοπόρα πλοία της Τευτονικής Χάνσα λεύκαιναν τα νερά της Βαλτικής και της Βόρειας θάλασσας, έστεκαν ακόμα ανα'κρυ οτο λαμπρό ουρανό. Σε κάθε διασταύρωση οι Feldgenchirmes μου περίμεναντους Βαλλόνους και Φλαμανδούς εθελοντές για να τους κατευθύνουν προς το Μπαντ Σέντεμπεργκ. Βρήκα ένα πρώτο, μεγάλο απόσπασμα από εκείνους οτους σιρατώνες της Λύμπεκ.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
397
Αμέσως μόλις το μεγαλύτερο με'ρος των στρατευμάτων ενωνόταν μαζί μας θα σχη ματίζαμε ένα συμπαγές τετράγωνο στο Μπαντ Σέντεμπεργκ για οποιοδήποτε σκο πό που μπορεί αυτό να χρειαζόταν. Διότι είχα πάρει μια ακλόνητη απόφαση. Είτε η μοίρα των αντιμπολσεβίκων ε θελοντών θα διευθετούταν επακριβώς τον καιρό της συνθηκολογήσεο^ς, είτε, ως μία ξένη μονάδα, δε θα θεωρούσαμε τους εαυτούς μας δεσμευμένους από τους Γερμανούς διαπραγματευτές. Θα πολεμούσαμε σα δαιμονισμένοι για όσο περισ σότερο γινόταν, μέχρι που να μας έχουν εγγυηθεί μια ανθρώπινη και έντιμη πα ράδοση. Για να συνδράμω προςτην κατεύθυνση αυτή, αφού εγώ ήμουν ο ιδρυτής της Λεγεώνος, απεφάσισα να παραδώσω τον εαυτό μου στη βελγική πολιτική α στυνομία - αλλά με την προϋπόθεση πως το αίμα μου, προσφερμένο ως αντίτιμο στο μίσος, θα εξαγόραζε τη σω τηρία των συντρόφων μου του Ανατολικού Μετώπου. Διαφορετικά θα συνεχίζαμε να πολεμάμε με όλα όσα διαθέταμε και με τά τη συνθηκολόγηση. Οι σφατιώτες μου δεν ήταν αμελητέοι. Η τελευταία μας αντίσταση θα ήταν μνη μειώδης. Αλίμονο! Λίγες ώρες αργότερα η καταιγίδα που μαζευόταν τσάκισε τα σχέδιά μου. Προσπάθησα πάλι να τα επιτύχω στην Κοπεγχάγη και στο Ό σλο ακόμα, μα ένας τυφώνας μας σκόρπιζε τώρα όλους μακριά. & Έμεινα στους στρατώνες της Λύμπεκ ως την αρχή του απογεύματος. Έ στειλα ένα πρώτο απόσπασμα αξιωματικών και στρατιωτών στο Μπαντ Σέντεμπεργκ. Θα ενωνόμουν μαζί τους αργότερα, μετά τη συνάντησή μου με το Χίμμλερ. Κατόπιν έφυγα για το Μάλεντε. Η εξοχή που ανεβοκατέβαινε μαλακά ήταν δροσερή κι αρμονική: αλσύλλια πεύ κων, δάση από σημύδες, πλατιά και βαθυπράσινα βοσκοτόπια, γαλάζιες και μαύρες λίμνες που συνόρευαν με εξοχικές κατοικίες και ξενοδοχεία. Πέρασα πρώτα δια μέ σου της χαριτωμένης, μικρής πόλεως του Ώυτιν. Βρήκα το αρχηγείο του Χίμμλερ σ’ ένα αγρόκτημα, σε κάποια απόσταση από το Μάλεντε. Ο Χίμμλερ δεν ήταν εκεί. Τα νέα ήταν ιδιαιτέρως καταστροφικά. Οι Βρεταννοί εί χαν πάρει το Σχβέριν και αποκόψ ει το στρατό που επέστρεφε από το Μέκλενμπουργκ. Η ατμόσφαιρα της οικίας ήταν μακάβρια. Υψηλοί αξιωματούχοι της αστυνομίας, οι ράχες τους κυρτές, βημάτιζαν και ψιθύ ριζαν στα δωμάτια της αγροικίας. Μου εξήγησαν σοβαρά ότι ο Χίμμλερ είχε φύγει, κανείς δε γνώριζε που, και πως κανείς δεν ήξερε κατά πόσον θα επέσιρεφε ποτέ. Γύρισα στο Φολκσβάγκεν μου. Εμείς οι Βαλλόνοι βρισκόμασθαντώρα μόνοι μας. Και ξεκίνησα πάλι το ταξίδι προς το νότο από τους δρόμους της Λύμπεκ και του Μπαντ Σέντεμπεργκ. $
398
A eo n Ν τεγκρελ
Ή ταν τέσσερις η ώρα το απόγευμα. Είχα μόλις περάσει δια μέσου των ρουμανιών στο Μάλεντε και φθάσει στην ε θνική οδό του Ώυτιν, όταν είδα περισσότερα προβλήματα. Κάθε χιλιόμετρο είχε ανατιναχθεί με οργιαστική μανία από τα βρεταννικά Tiefflieger. Δυστυχισμένες γυναίκες και κοριτσάκια με τα ποδαράκια τους γυρισμένα, κνήμες σπασμένες α πό τις φρικτές εμπρηστικές σφαίρες, κείτονταν στα αναχώματα και στα κατώφλια των σπιτιών, περιμένοντας ματαίως για βοήθεια. Ή ταν μια σκηνή αποκαλύψεως από τη Λΰμπεκ ως το Ώυτιν. Εκατοντάδες αμα ξών προσφυγών και εκατοντάδες στρατιωτικών φορτηγών ήταν στις φλόγες. Δεν απέμενε τίποτα από την εθνική οδό εκτός από μια κολόνα φωτιάς. Ό λοι οι οδηγοί των οχημάτων βρίσκονταν οριζοντιωμένοι στα αναχώματα ή έτρεχαν στα λιβάδια. Μπορούσες να διαβάσεις τους οδικούς χάρτες της περιοχής κοιτώντας απλώς στον ουρανό. Τα Tiefflieger βουτοΰοαν σε σειρές των έξι τη φορά, πυροβολώντας, κάνο ντας μια ευρεία στροφή και ξεκινώντας τη διαβολοδουλειά τους άλλη μια φορά. Προχώρησα μπροστά μέχρι το λεπτό που τα Tiefflieger άρχισαν τη βύθισή τους. Τότε οδήγησα το Φολκσβάγκεν μου ανάμεσα σε δυο φορτηγά που καίγονταν. Ή τα ν το καταλληλότερο μέρος. Το όχημα ήταν λίγο - πολύ κρυμμένο μέσα στον ανεμοστρόβιλο των φλογών και του καπνού. Με το που σταμάτησαν τα πυρά πήδηξα πάλι μέσα στο αυτοκίνητο και κέρδισα πεντακόσια μέτρα προτού η νέα επί θεση εφορμήσει. Έ νας Γερμανός οδηγός μου είπε πως οι Βρεταννοί ήταν στηΛύμπεκ. Δεν τον πί στεψα. Τα γερμανικά στρατεύματα κατείχαν ακόμα το Αμβούργο εκείνο το πρωί. Ό χι, ήταν ανοησίες. Δεν ήταν δυνατόν. Φθάσαμε στη διχοτόμηση του δρόμου του δρόμου του Μπαντ Σέντεμπεργκ. Τα πυρά των πολυβόλων εκεί ήταν τρομακτικά. Στρατιώτες έρχονταν από τους πα ράπλευρους δρόμους τρέχοντας σαν τρελλοί. Πήγα κοντά σ’ έναν ταγματάρχη που τους ανέκρινε. Είχαν όλοι τους φορτηγά που καίγονταν παραδίπλα. Ό λοι ανέφεραν τα ίδια νέα. Η Λύμπεκ είχε παραδο θεί στις τέσσ ερις η ώρα το απόγευμα χω ρ ίς να ρ ιχ θ ε ί ένας πυροβολισμός. Υπήρχαν περισσότεροι των είκοσι χιλιάδων τραυματιών στα νοσοκομεία της πόλεως. Οι γέφυρες είχαν καταληφθεί άθικτες. Τα βρεταννικά άρματα μάχης έρχο νταν, ακριβώς μπροστά μας. "Και το Μπαντ Σέντεμπεργκ;" Εκείνη ήταν η χαριστική βολή. Το Μπαντ Σέντεμπεργκ είχε επίσης πέσει. Το Αμβούργο είχε κηρυχθεί μια ανοχύρωτη πόλη εκείνο ακριβώς το πρωί. Τα βρεταννικά άρματα είχαν περάσει από μέσα του και συνεχίσει στα βόρεια για πε ρισσότερα των εκατό χιλιομέτρων δίχως την παραμικρή μάχη. Τα Tiefflieger κατέσιρεφαν τα πάντα μπροστά τους. Το Μπαντ Σέντεμπεργκ είχε καταληφθεί στη διάρκεια της εξελίξεως του απογεύματος. Ή μουν αποσβολωμένος. Το μεσημέρι βρισκόμουν με τους συντρόφους μου οι
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
399
οποίοι είχαν διαφύγει από το Μέκλενμπουργκ. Εντός ωρών βρισκόμασταν χωρι σμένοι δια της βίας. Δεν μπορούσα να τους σώσω ή να υπομείνω τις ώρες αυτές της αγωνίας μαζί τους. Δε μου είχε απομείνει τίποτα εκτός από δυο αξιωματικούς κι ένα στρατιώτη. Ό λα είχαν καταρρεΰσει. Η καταστροφή με είχε κτυπήσει όπως έ νας πύργος που καταρρέει επάνω σ’ έναν περαστικό. Δεν έμενε τίποτε άλλο παρά το να ξεφύγουμε από την προελαύνουσα λαίλαπα. £ Σε πείσμα όλων αυτών ήλπιζα να βρω κάποια από τα παλικάρια μου στη Δανία. Διακόσιοι από τους άνδρες μας είχαν σταλεί στο Ροοτόκ εγκαίρως. Σίγουρα εί χαν καταφέρει να βγουν στη θάλασσα από εκεί4. Άλλοι, οι οποίοι δεν είχαν κατορθώσει να φθάσουν στη Λύμπεκ εγκαίρως, πρέ πει επίσης να είχαν φθάσει στην ακτή. Οι άνδρες μου είχαν γίνει αριστοτέχνες της επινοητικότητος. Εκεί όπου κανείς άλλος δεν περνούσε, αυτοί πάντοτε περνού σαν. Αλλά βρισκόμουν τετρακόσ ια χιλιόμ ετρ α από την Κ οπεγχάγη. Το Φολκσβάγκεν παράπαιε, με μόνον τριάντα λίτρα πατατο-οινοπνεύματος σε από θεμα, και ο δρόμος φλεγόταν. Για όσο ήμουν ζωντανός απεφάσισα να ελπίζω και ν’ αγωνίζομαι. Κατευθύνθηκα βόρεια. Τα πυρά των όπλων των Tiefflieger απειλούσαν να καταστρέψουν το μικρό μου αμάξι. Αρκετές σφαίρες το είχαν ήδη διαπεράσει χωρίς να βλάψουν κάτι ζωτικό. Εκατοντάδες καιομένων φορτηγών έφρασσαν το δρόμο. Ο Σπέερ, ο υπουργός, του οποίου το αυτοκίνητο πιάσθηκε μέσα στον κυκεώνα, προσπαθούσε από μό νος του να καθαρίσει το δρόμο. Περιβαλλόταν από τα μέλη του επιτελικού γρα φείου του Οργανισμού Τοντ, όλοι τους φορώντας καταπληκτικές στο χρώμα του φυστικιού πράσινες στολές άπειρων νεοσυλλέκτων, σαν εορτάζοντες του Μάρντι Γκρας. Μια αλλόκοτη πινελιά σε μια χαοτική σκηνή. Οδήγησα κατά μήκος του παράπλευρου λιβαδιού και έκανα λίγα χιλιόμετρα δια μέσου των αυλακιών. Ξαφνικά, ένα μακρύ, μαύρο αυτοκίνητο εξήλθε από έναν παράπλευρο δρόμο. Έ νας πολύ ωχρός άνδρας με έντονα χαρακτηριστικά, φο ρώντας ένα δερμάτινο κράνος, βρισκόταν στο τιμόνι. Τον ανεγνώρισα. "Ηταν ο Χίμμλερ. Ό ρμησα ξωπίσω του.
Κίελ - Κοπεγχάγη Δε θα τα είχα καταφέρει να μείνω σ’ επαφή με το ισχυρό αμάξι του Χίμμλερ, αλ λά είχα εντοπίσει την κατεύθυνσή του. Αυτός πήγαινε στο Μάλεντε. Το παραπαίον μου Φ ολκσβάγκεν τα κατάφ ερε να φ θά σει στο προαύλιο τη ς βίλλας του Reichsfuhrer SS ακριβώς ενώ κάποιοι αξιωματούχοι της αστυνομίας έμπαιναν
400
A eon Ν τεγκρελ
στα αυτοκίνητά τους. Ο Χίμμλερ έδινε διαταγές σε δυο στρατηγούς των SS. Ανεγνώρισα σε έναν από εκείνους έναν πολύ καλό φίλο, το διάσημο Κ αθηγητή Γκέμπχαρντ, ιατρό του Βέλγου βασιλέως, Λεοπόλδου του 3ου. Καθο5ς πλησίασα, ο Χίμμλερ συμπερι φέρθηκε προς εμένα με τον πιο φιλικό τρόπο. Η αυτοκυριαρχία του ήταν εντυπωσιακή. Ό λα ήταν χαμένα, ιδίως για εκείνον, αλλά επεδείκνυε αξιοσημείωτη ψ υχραιμία. Το ρώτησα τι σχεδίαζε να πράξει. "Είμαι Γερμανός", αποκρίθηκε. "Δε θα αφήσω τη γερμανική γη". Κράτησε το λό γο του. Κάπου στο μήκος του δρόμου κοντά στο Λίνεμπουργκ το κορμί του κείτεται στην αγκαλιά εκείνης της γερμανικής γης σήμερα. Με συμβούλευσε να φθάσω αμέσαις στην Κοπεγχάγη και να ανασυντάξω εκεί τους στρατιώτες μου. Ο Γερμανός κυβερνήτης της Δανίας, ο Δρ. Μπεοτ, ήταν του αμέσου περιβάλλοντος του. Του είχε δώσει όλες τις οδηγίες επί του θέματος. Τα έξυπνα, μικρά του μάτια τρεμόσβηναν στο ημίφως του σούρουπου. Εκείνος, ο οποίος είχε πάντοτε υπάρξει τόσο κοφτός και τόσο διακριτικός όσον αφορά τα συναισθήματά του, πήρε με δύναμη τα χέρια μου. "Υπήρξατε μεταξύ των πιστών, εσείς και οι Βαλλόνοι σας", είπε. "Ή σασταν οι τελευταίοι που παραμείνατε στο πλευρό μας δια μέσου της μάχης και της κακοτυχίας. Μια ημέρα η Γερμανία θα ενθυμηθεί". Έδωσε μερικές σύντομες διαταγές και έπιασε το τιμόνι. Ακριβώς με το που ξε κινούσε κατέβασε ξαφνικά το πα ράθυρο και μου εντύπωσε αυτές τις λέξεις, "Ντεγκρελ, θα παραστεί μια ημέρα η ανάγκη σας. Ό λ α σύντομα θ' αλλάξουν. Κερδίστε έξι μήνες για τον εαυτό σας. Π ρέπει να ζήσετε". Ξεκίνησε το ταξίδι του. Κάπου δεκαπέντε μεγάλα αυτοκίνητα μπήκαν σε σειρά πίσω του, πηγαίνοντας βόρεια. £ Μια ώρα αργότερα έφθασα πάλι τη συνοδεία του. Ο δρόμος ήταν κομμένος α πό μια εκατοντάδα τρύπες οβίδοον. Ο κόσμος γύριζε πίσο) προς τα νότια. Τέσσερα χιλιόμετρα μπροστά μας ένας μεγάλος αεροπορικός στόλος βρισκόταν επάνω α πό το Κίελ. Ο Χίμμλερ κατηύθυνε τα αυτοκίνητα σ’ ένα μικρό παράπλευρο δρόμο. Βόμβες ξεχύνονταν προς τα κάτω, επάνω στο λιμάνι. Υπήρξε μια απότομη στάση. Η πομπή ξεκίνησε πάλι το ταξίδι. Έ να νέο κύμα Συμμαχικών βομβαρδιστικών εμφανίσθηκε. Ή μασταν στο κατώφλι της πόλεως. Έ πρεπε αναγκαστικώς ν’ αφήσουμε τα αυτοκίνητα επάνω στο οδόστρωμα και να ριχθούμε στους λασπωμένους κήπους. Οι δύο γραμματείς του Χίμμλερ, η μία ένα ψηλόλιγνο σκουρόμαλλο κορίτσι με αδύνατα πόδια και η άλλη μικρόσωμη και γε ροδεμένη, έτρεχαν γοργά κι ανάλαφρα τριγύρω, ανάμεσα σε στρατηγούς κι α στυνομικούς. Τα καημένα τα κορίτσια είχαν καταφανώς χάσει τα υποδήματά τους
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
401
μέσα στην ιξώδη λάσπη. Για να επαναφέρει κάποια τάξη μέσα στην αποστολή, ο Χίμμλερ παραίνεσε: "Πειθαρχία, άνδρες, πειθαρχία!" Διέταξε τους ανθρώπους του να επιστρέφουν στα μεγάλα αυτοκίνητα. Έφυγαν άλλη μια φορά σε αναζήτηση καταφυγίου. Είχα χωρίσει με το Χίμμλερ για πάντα. & Το κοπάνημα του Κίελ συνέχισε για αρκετές ώρες. Βόμβες έπεφταν σε εκατο ντάδες πολύ κοντά σε μας. Η γη εδονείτο σα μανιασμένη θάλασσα. Γιγαντιαίες λάμψεις φώτιζαν τον ουρανό. Τελικώς, καταφέραμε να γλιστρήσουμε μέσα από τους σωρούς των χαλασμάτων, τις ξηλωμένες γραμμές του τραμ και το πλήθος που εξερχόταν από τα καταφύγια μέσα σε μια επικήδειο σιωπή. Περάσαμε τη μεγάλη γέφυρα του Κίελ. Το Φολκσβάγκεν μου άρχισε να παθαί νει πρόωρες αναφλέξεις επανειλημμένως. Είχε δει πάρα πολλά και κάνει υπερ βολικά πολλά. Στο τέλος σταμάτησε, με το ζήλο του νεκρό, με τους στρόφαλούς του μαγκωμένους. Ή τα ν περίπου τρεις η ώρα το πρωί. Οι Σύμμαχοι θα πρέπει να προήλαυναν σε όλους τους δρόμους. Θα νικιόμασταν από μια μηχανική βλάβη; Έ χοντας έλλειψη ενός χάρτη της περιοχής, είχαμε παραστρατήσει μέσα στο σκοτάδι. Βρήκαμε τους εαυτούς μας σ’ ένα μικρό, ερημωμένο δρόμο. Ευτυχώς, έ να αυτοκίνητο πέρασε το ξημέρωμα. Σκαρφαλώσαμε πάνω στους προφυλακτή ρες. Το καημένο μου Φολκσβάγκεν έστεκε θλιβερά επάνω στο δρόμο, έχοντας χά σει τον πόλεμο, περιμένοντας για τους Βρεταννούς. Στη διάρκεια του πρωινού αφιχθήκαμε στο Φλένσμπουργκ, όπου ένας στρατη γός μου έδωσε ένα άλλο Φολκσβάγκεν. Στη μία η ώρα το απόγευμα βρισκόμασταν στη Δανία, ανάμεσα σε πλούσιους και χρυσαφένιους βαλτότοπους, με συστάδες δένδρων, μύλους και λευκές αγροικίες με μικρά γαλάζια, πράσινα και κόκκινα πα ραθυρόφυλλα να διαγράφονται από απόσταση. £ Στη Δανία μπορούσαμε, το ίδιο καλά, να νιώσουμε ότι το τέλος του πολέμου εί χε επέλθει. Τα υποχωρούντα γερμανικά στρατεύματα ήταν απολύτως απηγορευμένο να δια σχίσουν τα Γερμανο-Δανικά σύνορα. Είχαμε καθηλωθεί για μια ώρα από τους τε λωνειακούς. Είχε χρειασθεί ένα τηλεφώνημα από το στρατάρχη Κάιτελ για να πεί σει τους αξιωματούχους να μας αφήσουν να συνεχίσουμε στην πορεία μας. Μπροστά μας μια γραμμή αυτοκινήτων του σουηδικού Ερυθρού Σταυρού μετέ φερε εκατοντάδες πολιτικών κρατουμένων απελευθερωμένων από τα γερμανικά στρατόπεδα ουγκεντρώσεως. Το μικρό μας αυτοκίνητο των SS, στην ουρά της πο ρείας, δεν απόλαυσε ακριβώς και μιας λαμπρής επιτυχίας. Οι άνδρες μας έδει χναν τις γροθιές τους και οι γυναίκες ανασήκωναν την πίσω μεριά των φουστανιών τους.
402
A eon Ν τεγκρελ
Ή μασταν σι μοναδικοί ένστολοι, ανακατεμένοι αρκετά ακουσίως με αυτές τις συνεχιζόμενες επιδείξεις. Ή τα ν αδύνατο να προσπεράσουμε την αυτοκινητοπομπή. Οφείλαμε να περάσουμε δια μέσου της χλοερής Γιουτλαντ γι' αυτό, να δια σχίσουμε το μικρό Μπελτ επάνω από την υπέροχη γέφυρα της Φρεντερίκια και υ στέρα να πάμε καθ' όλο το πλάτος ολόκληρης της νήσου της Φυν, μέχρι του λιμένοςτου Νίμποργκ. Η πολίχνη του Ν ίμποργκ βρισκόταν ουσιαστικώς ήδη σε μια κατάσταση π ο λιορκίας. Τα γερμανικά στρατεύματα κρατούσαν τους εαυτούς τους πίσω από πυ κνά παραπετάσματα συρματοπλεγμάτων, όπως σα να ήθελαν να αυτοφυλακισθούν. Είχαμε τώρα υποχρεωτικώς να περάσουμε από το Μεγάλο Μπελτ με πλοίο. Η ατμόσφαιρα ήταν τρομερά ηλεκτρισμένη. Π ολυάριθμα γερμανικά πλοία φ ορ τωμένα με δεκάδες χιλιάδες προσφύγων από το Ράιχ περίμεναν στο λιμάνι, αλλά δε διακινδύνευαν ν’ αποβιβάσουν τον κόσμο τους. Ά ρχισαν με το να φορτώ νουν τα πρώ τα φ ορτηγά του σουηδικού Ερυθρού Σταυρού επάνω στο πρώτο πλοίο. Οι απελευθερωμένοι κρατούμενοι επευφημήθηκαν και σκεπάσθηκαν με άνθη. Το πλήθος τραγούδησε ύμνους. Εμείς οι ίδιοι περιμέναμε να μας ρίξουν μέσα στο Μεγάλο Μπελτ από το ένα λεπτό στο άλλο. Η αναμονή κράτησε τέσσερις ώρες. Τελικώς, κάναμε το πέρασμα. Οι άνδρες του πληρώματος ήταν εξαιρετικά απότομοι. Η νύκτα ήταν πολύ σκοτεινή όταν α ποβιβασθήκαμε στη νήσο της Σγιάελαντ. Η ύπαιθρος έβριθε ανταρτών. Εξακολουθούσαμε να έχουμε περισσότερα των εκατό χιλιομέτρων να διασχίσουμε προτού φθάσουμε στην Κοπεγχάγη. Ή τα ν δύο η ώρα το πρωί όταν περάσαμε από τους φράκτες του συρματοπλέγματος οι οποί οι απέτρεπαν την πρόσβαση στα γερμανικά κτίρια της πλατείας της πόλεως. Οι υπολογισμοί μου είχαν αποδειχθεί ακριβείς. Μια ομάδα Βαλλόνων στρα τιωτών οι οποίοι είχαν έλθει δια θαλάσσης βρίσκονταν ήδη στην Κ οπεγχάγη. Συναντήσαμε ο ένας τον άλλο με μεγάλες φωνές ευχαρίστησης. Είχαμε μια συμφωνία με τον Ομπεργκρουππενφύρερ (Αντιστράτηγο) Πάνκε, διοικητή των SS στη Δανία, πως καθώς αφικνούνταν οι άνδρες μας θα στέλνονταν στη Νορβηγία, όπου θα ανασυντασσόμασθαν και θ’ αντιμετωπίζαμε τα γεγονότα. Εκεί, το τελευταίο αντικομμουνιστικό μέτωπο επρόκειτο να εδραιωθεί. Οι τρια κόσιες χιλιάδες Γερμανών στρατιωτών που ήταν εκεί συγκεντρωμένοι ήταν καλώς οπλισμένοι κι εφοδιασμένοι. Θα ήταν ικανοί να πολεμήσουν για πολύ καιρό. Η παράδοσή τους θα ήταν η τελευταία και, πιθανώς, θα είχε το ευεργέτημα των κα λύτερων συνθηκών. Τακτοποίησα όλες τις λεπτομέρειες για τη μεταφορά των ανδρών μου. Ή τα ν συμφωνημένο πως η αναχώρηση των Βαλλόνων για το Ό σλο θα άρχιζε την αμέ σως επόμενη μέρα. Αυτές οι προπαρασκευές μας ηρέμησαν. Ο ήλιος ήταν καυτός. Σκύβαμε στα πα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
403
ράθυρα, στηριγμένοι στους αγκώνες μας. Η πλατεία της πόλεως της Κοπεγχάγης βούιζε από δραστηριότητα. Ή ταν ημέρα λαϊκής αγοράς. Ζογκλέρ έκαναν γύρους, κάνοντας μιμήσεις. Παρακολουθούσαμε το πολύχρωμο θέαμα με τα διασκεδάζοντα μάτια των τουριστών. $ Ο στρατηγός των SS είχε προσφέρει να με εγκαταστήσει στο εξοχικό του σπίτι, την οικία Viking, παραθαλασσίως στο δρόμο που έβγαζε από την πόλη. Το σπίτι ήταν άδειο. Θα κατάφερνα να ξεκουρασθώ μια στάλα. Το επόμενο πρωί ένα αε ροπλάνο θα με έπαιρνε στο Όσλο. Το απόγευμα ήταν θαυμάσιο. Η βίλλα ήταν του απολύτου γούστου μου. Στο τέρ μα της πρασιάς η θάλασσα απλωνόταν γκριζογάλανη και ειρηνική, με μικρά κυματάκια. Το βράδυ εκείνο σερβιρισθήκαμε ένα πλούσιο δείπνο. Π αρ’ όλο τον πόλεμο, η Δανία ζούσε καλά: ζυμαρικά, βούτυρο, κρέμα, αυγά, μπέικον, οι πιο ετερόκλητες νοστιμιές ήταν όλες σε αφθονία. Ο νους μου ήταν σ’ επαγρύπνηση, ωστόσο. Άκουσα το ραδιόφωνο. Ή τα ν εννέα και τριάντα, ίσως. Σε μια γερμανική αναμετάδοση υπήρξε λόγος σχετικώς με τη συνθηκολόγηση της Δανίας. Γύρισα βιαστικά από σταθμό σε σταθμό και τελικώς άκουσα τη μοιραία πρόταση, "Οι Στρατιές της Δανίας έχουν παραδοθεί άνευ ό ρων. Θα εναποθέσουν τα όπλα τους αύριο το πρωί στις οκτώ η ώρα." Προσπάθησα να τηλεφωνήσω στο γραφείο των SS. Δεν μπορούσα ν’ ακούσω τί ποτα στο τηλέφωνο εκτός από το ουρλιαχτό ενός παραληρούντος πλήθους να ε πιτίθεται στα κτίρια. Ό λες οι καμπάνες στην πόλη κουδούνιζαν. Πόσο καλό που μας είχε κάνει το να φύγουμε! Η ποντικοπαγίδα είχε κλείσει.
Αντάρτες και Άγγλοι Ή τα ν το βράδυ της Παρασκευής, 4 Μαϊουτου 1945. Συμμαζέψαμε τους υπολογισμούς μας, οι δύο υπασπιστές μου, ο οδηγός κι εγώ. Η παράδοση των στρατιών του βορείου Ράιχ και της Δανίας ήταν μία πραγματικότης. Βρισκόμασθαν μόνοι στο απώτατο άκρο της Κοπεγχάγης, σε μια εντελώς άγνωστη περιφέρεια. Κατείχαμε το εξοχικό του στρατηγού των SS, κάτι το οποίο σίγουρα δε βελτίωνε την κατάστασή μας. Ο πιο νεαρός από τους αξιωματικούς μου ήταν νευρικός. "Αύριο", συνέχισε να επαναλαμβάνει, "θα είναι πολύ αργά. Οφείλουμε να βρού με μια λύση αμέσως. Πηγαίνω στο γερμανικό Επιτελικό Γραφείο." Πήρε τον οδηγό και φύτεψε ένα υποπολυβόλο ανάμεσα στα γόνατά του. Έ να τέταρτο της ώρας αργότερα, στο κέντρο της πόλεως, έπεσε μέσα σ' ένα όργιο τα
404
A eo n Ν τεγκρελ
ραχών. Επιτίθονταν σε μεμονωμένους στρατιώτες οι οποίοι δεν είχαν εγκαίρως εξαφανισθεί. Ο αξιωματικός, ο οδηγός και το αυτοκίνητο υπέκυψαν βιαίως σε αυ τή την αφανή τραγωδία. Στις ένδεκα η ώρα τη νύκτα ο λογαριασ μ ός ήταν ακόμα πιο ξεκάθαρος. Υπήρχαν δύο μόνον από εμάς. Δεν είχαμε πια αυτοκίνητο. Δεν είχαμε κανενόςτη διεύθυνση. £ Έ να κλειδί έτριξε στην κλειδαριά. Η πόρτα άνοιξε. Έ νας άνδρας μπήκε. Ή ταν ένας Γερμανός πολίτης σε ανάρρωση στην Κοπεγχάγη. Κατοικούσε - δεν είχαμε ιδέα γι' αυτό - σιην ίδια βίλλα που ήμασταν κι εμείς. Αυτός ο συνάνθρωπος είχε φύγει από το μεσημέρι για να κάνει έναν περίπατο κατά μήκος της θάλασσας. Επέστρεφε μέσα για να κοιμηθεί. Ο πόλεμος τελείω σε; Αυτό δεν ήταν δουλειά του. Δεν ήταν στρατιώτης. Επομένως θα περίμενε τα γε γονότα φιλοσοφικώς. Έβγαλε τα ενδύματά του, έβαλε κάποιες αχνοπράσινες πιτζάμες και συνέχισε για να φάει τους μεζέδες που είχαμε αφήσει. Τον επαναφέραμε στην πραγματικότητα. Η υπόθεσή μας του φαινόταν λίγο πε ρισσότερο περίπλοκη απ' ότι η δική του. "Δε γνωρίζετε έστω κι ένα άτομο το οποίο μπορεί να ζει στην περιοχή;" τον ρω τήσαμε. Μασούλησε αργά ένα αυγό με μαγιοννέζα, κάνοντας πάλι μια παύση. "Ναι", εί πε, "ο Γερμανός κυβερνήτης της Δανίας ζει πέντε λεπτά από εδώ." Δεν τον κάναμε να το επαναλάβει. Ο τελευταίος μου υπασπιστής έβαλε πολιτι κή ενδυμασία κι έφυγε αμέσως για την κατοικία του Δρος. Μπεστ. Το βρήκαμε να στέκεται σκυφτός στην κουζίνα του πίσω από δεκαεννέα βαλίτσες και μάλλον α πελπισμένο. Δεν μπορούσε να δει έστω κι έναν τρόπο για να μας βγάλει από τη σφηκοφωλιά της Κοπεγχάγης. "Πρόκειται να προσπαθήσω τα πάντα", είπε. "Εάν είναι ακόμα δυνατόν, ένας α ξιωματικός του ναυτικού θα έλθει για εσάς σε μία ώρα και θα προσπαθήσει να σας βάλει σ’ ένα πλοίο." Περιμέναμε όλη τη νύκτα ξαπλωμένοι σ’ έναν προθάλαμο. Δεν ήλθε κανείς. Το πρωί κόκκινες και λευκές σημαίες πετούσαν σας κορυφές των κόντων σε ό λα τα εξοχικά σπίτια της γειτονιάς. Μια βενζινάκατος περιπολούσε μπροστά από την πλακόστρωτη αυλή μας εκατό μέτρα πιο έξω στη θάλασσα. Φορτηγά γεμάτα με κρανοφόρους "αντάρτες" με πολυβόλα σια χέρια τους περνούσαν σαν ανεμο στρόβιλοι κατηφορίζοντας τη λεωφόρο. Ό λοι κατεδείκνυαντην Οικία Viking. Σίγουρα θα δεχόμασθαν επίθεση προτού περάσει πολλή ώρα. & Οι υπηρέτες είχαν πάει για πληροφορίες. Η πόλη βρισκόταν σε πλήρη ανατα
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
405
ραχή. Γερμανοί είχαν δολοφονηθεί από το πλήθος. Αρκετές χιλιάδων ανταρτών ήταν οι κύριοι των δρόμων. Οι γερμανικές υπηρεσίες στο κέντρο της Κοπεγχάγης είχαν περικυκλωθεί από ένα μανιασμένο όχλο. Σχεδόν ζηλεύαμε τους συντρόφους μας οι οποίοι πολιορκούνταν πίσω εκεί. Αυτοί τουλάχιστο ήταν μαζί και μπορούσαν να μείνουν ενωμένοι ως την άφιξη των βρεταννικών στρατευμάτων. Εμείς οι δύο ήμασταν υποκείμενοι λυντσαρίσματος ανά πάσα στιγμή. Από την πόλη έφθασαν βίαιοι θόρυβοι μάχης. Υπήρχαν πυρά πολυβόλων, μέ χρι και πυρά κανονιού. Ή ταν μία μάλλον θορυβώδης παράδοση. Αναρωτηθήκαμε πότε και που εμείς θα υπερκαλυπτόμασθαν από το κύμα του πλήθους. Ξαφνικά, μια γαλάζια λιμουζίνα με δανέζικες πινακίδες σταμάτησε μπροστά στη θύρα. Έ νας άνδρας έσπευσε βιαστικά. "Βάλετε πολιτικές ενδυμασίες τώρα αμέσως και χωθείτε στ αμάξι μου." Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα είχαμε βάλει παντελόνια και ένα πολιτικό τζάκετ ε πάνω από τις στολές μας. "Πρόκειται ν' αποπειραθούμε να περάσουμε δια μέσου της πόλεως", ο οδηγός, ένας πολύ κομψά ντυμένος κύριος δύο μέτρα ψηλός, είπε σε μας. "Και αν δεχθούμε επίθεση;" "Τότε δεν υπάρχει τίποτε για να κάνουμε. Πρέπει ν’ αφήσετε όλα σας τα όπλα ε δώ, ακόμα και τα πιστόλια σας. Τα στρατεύματα της Δανίας έχουν συνθηκολογή σει. Πρέπει να σεβασθούμε το λόγο του Ράιχ." Αδειάσαμε τις τσέπες μας. Το αμάξι ξεκίνησε το ταξίδι προς τα κάτω στη λεωφόρο. $ Ο οδηγός μας ήταν ένας αξιωματικός με πολιτική ενδυμασία. Ο Δρ. Μπεστ είχε πιστά πράξει το παν για να μας σώσει. Διακινδύνευε πολλά. Κάποια γερμανικά πλοία εξακολουθούσαν να καταλαμβάνουν μια γω νιά του λιμανιού της Κοπεγχάγης. Επρόκειτο να προσπαθήσουμε να φθάσουμε σε εκείνα. Θα έπρεπε αναγκαστικούς να οδηγήσουμε δια μέσου όλης της πόλεως προτού τα φθάσουμε. Μόλις που είχαμε ξεκινήσει στη λεωφόρο, όταν συναντήσαμε τα πρώτα οδο φράγματα. Έ ξι παρτιζάνοι με οριζοντιωμένα πολυβόλα απέκοπταντο δρόμο α πό τη μια διασταύρωση ως την επόμενη. Ο οδηγός μας προσποιήθηκε πως θα σταματήσει, κατόπιν έκανε ένα φιλικό χαι ρετισμό με το χέρι του στους σκοπούς. Αυτοί νόμισαν ότι είχαν να κάνουν με τον έναν ή τον άλλον από τους μεγάλους αρχηγούς των παρτιζάνω ν. Εκμεταλλευόμενος τον αιφνιδιασμό τους, ο Γερμανός αξιωματικός μας πάτησε αμέσως το γκάζι. Περάσαμε μισή δωδεκάδα οδοφράγματα με τον τρόπο εκείνο. Ό σο μακρύτερα πηγαίναμε στο κένιρο της πόλεως, τόσο πιο έντονη γινόταν η συμφόρηση. Ό λη η Κοπεγχάγη ήταν στους δρόμους. Το αυτοκίνητο προχωρού
406
A eon Ν τεγκρελ
σε με μεγάλη μόνο δυσκολία. Ο κόσμος μας έριχνε περίεργες ματιές. Στρίψαμε σε αρκετούς παράπλευρους δρόμους και καταλήξαμε επανερχόμενοι πίσω οτιη λεωφόρο, πενήντα μέτρα μακριά από ένα πλήθος που γρύλιζε, το οποίο επιτιθόταν σε ένα κτίριο. Τραβούσαν πολίτες έξω, επάνω σιους δρόμσυς. Ομάδες παρτιζάνων έφρασσαν το δρόμο. Είχαμε μόνον ένα δευτερόλεπτο για να σπεύσουμε σ' ένα πλαϊνό δρομάκι. Ό ταν το αυτοκίνητο είχε πια στρίψει μέσα σ’ αυτό ήταν πολύ αργά για να γυρίσουμε πί σω. Είχαμε μόλις εισέλθει εντός του προαυλίου ενός στρατώνος κατεχομένου από την "Αντίσταση". Ο οδηγός μας, ατάραχος, οδήγησε ίσια μπροστά, έκανε μία ιλιγγιώδη στροφή, έξυσε ένα τσιμεντένιο αντιαρματικό εμπόδιο και εξήλθε της φωλιάς με άψογη φυ σικότητα. Περάσαμε κοντά στο πλήθος που παραληρούσε και κατευθυνθήκαμε στα γειτονικά δρομάκια με το γκάζι πατημένο στο τέρμα. £ Ο οδηγός μας ήξερε θαυμάσια την Κοπεγχάγη. Πέτυχε στο να πλησιάσει τη συ νοικία του λιμανιού, οδηγώντας από δρομάκι σε δρομάκι. Κάπου-κάπου θα βρίσκαμε τους εαυτούς μας ν’ αντιμετωπίζουν ένα τεράστιο πλήθος να λαφυραγωγεί το σπίτι ενός "συνεργάτη". Θα φόρτωναν τους μισοαποβλακωμένους πολίτες σε κλειστά φορτηγάκια. Κάθε φορά έπρεπε να στρίψουμε απότομα για ν’ αποφύγουμε να πέσουμε στο μέσον της αγέλης. Δυστυχώς, οφείλαμε να περάσουμε πάνω από ένα σταθμό της Κοπεγχάγης για να φθάσουμε στο λιμάνι. Πως θ’ αποφεύγαμε στο να παγιδευθούμε όταν θα προ σπαθούσαμε να διασχίσουμε μια από τις φρουρούμενες μακριές γέφυρες οι οποίες βρίσκονταν ιππαστί των γραμμών; Ή ταν τότε που η πρότερη καλή μου τύχη.για άλλη μια φορά κατηύθυνε τη μοί ρα μου. Βαρύ πυρ πολυβόλων είχε ξεσπάσει εκείνο ακριβώς το λεπτό. Οι Δανοί κομμουνιστές είχαν αποπειραθεί να καταλάβουν το απόθεμα πετρελαίου του λι μανιού, λίγες εκατοντάδες μέτρων πιο πέρα. Οι Γερμανοί είχαν αντισταθεί βιαίως με όλα τα στη διάθεσή τους όπλα, περιλαμβανομένων αντιαεροπορικών πυ ροβόλων. Υπήρξε μια απελπισμένη πάλη. Πολίτες, τρομοκράτες και παρτιζάνοι σκοποί το έβαλαν στα πόδια, σπεύδοντας με βιάση μέσα στα σπίτια. Το δευτερό λεπτο του Θεού! Το αυτοκίνητό μας όρμησε μπροστά, διέσχισε τα τριάντα ή σα ράντα μέτρα της στενής γέφυρας σαν ένα βέλος, έκανε μία ευρεία καμπύλη, έπε σε πάλι κάτω και σταμάτησε μπροστά σε μια πύλη. Σωθήκαμε. Βρισκόμασθαν στην είσοδο του λιμανιού.
£ Ακόμα κι εκεί Δανοί παρτιζάνοι με περίστροφα στα χέρια τους κι αφοπλισμένοι Γερμανοί στρατιώτες ανακατεύονταν ο ένας με τον άλλο. Διακριτικώς επέδειξα το
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
407
παράσημό μου με τα Φΰλλα Δρυόςτου, το οποίο είχα κρατήσει κρυμμένο στην πα λάμη του χεριού μου, σ’ έναν αξιωματικό του ναυτικού. Με έναν αέρα αθωότητος με έβαλε να καθίσω σ’ ένα πλοίο που μας πήρε, τον υπασπιστή μου κι εμένα, στο πλοίο ενός διοικητοΰ δεκαοκτώ ναρκαλιευτικών. Το αγκυροβολιό της Κ οπεγχάγης ήταν ένα συγκινητικό θέαμα. Στραμμένος προς αυτή την πόλη που παραφρόνησε, ένας ολόκληρος γερμανικός στόλος, συ μπεριλαμβάνουν έξοχα πλοία όπως το "Prinz Eugen", ήταν αραγμένος στο γαλανό κόλπο. Οι σημαίες του Kriegsmarine εξακολουθούσαν να κυματίζουν υπερήφα να σϋην κορυφή των ιστών. Είκοσι χιλιάδες άνδρες βρίσκονταν επάνω στα πλοία. Α\λά αυτά τα υπέροχα πλοία, ήδη αλυσοδεμένα σε προσδιορισμένα αγκυροβο λιά, θα ήταν λεία των Συμμάχων εκείνο το βράδυ ή αύριο. Είχα διαφύγει από τους τρομοκράτες για να σαρωθώ τώρα στο αγκυροβολιό από τους Βρεταννούς; Ο διοικητής των ναρκαλιευτικών ήταν ένας αποφασισμένος αξιωματικός. "Οι νορβηγικές στρατιές μας δεν περιελήφθησαν στη συνθηκολόγηση", επανέλαβε. "Ίσως υπάρχει μία πιθανότης να φθάσουμε εκεί." Μα ο ναύαρχος, ενημερωμένος, απήντησε πως οποιαδήποτε ιδέα του να φύ γουμε για Νορβηγία, όφειλε υποχρεωτικώς να εγκαταλειφθεί. £ Η πόλη άστραφτε στον ήλιο. Στις τρεις το απόγευμα ο διοικητής μου έδειξε ένα ραδιοτηλεγράφημα. Μια βρεταννική αερομεταφερόμενη μεραρχία επρόκειτο να προσγειωθεί. Έ να τέταρτο της ώρας αργότερα ένα βρεταννικό αεροπλάνο πέρασε πάνω από τους ιστούς μας, γύρισε και προσγειώθηκε μπροστά στα μάτια μας στο αεροδρόμιο της Κοπεγχάγης. Στις πέντε η ώρα το βράδυ ο ουρανός ήταν γεμάτος με ένα τεράστιο μπουμπου νητό. Εκατοντάδες βρεταννικών μεταγωγικών αεροπλάνων προσγειώνονταν στο αεροδρόμιο, λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά μας. Έ ξι η ώρα το βράδυ. Μοτοσυκλέτες και τζιπ ξεφορτώνονταν από τις πελώριες καμπίνες. ΟιΤόμμυδες ξεκίνησαν προς την πόλη. Το πλήθος τους επευφημούσε παραληρώντας. Ανά πά σα στιγμή θα τους βλέπαμε να ξεπροβάλλουν επάνω στους μόλους. Τα μάτια του διοικητού γυάλιζαν. Με έπιασε αδελφικά από τους ώμους. "Όχι, όχι", ανεφώνησε, "Δε θα ειπωθεί πως η Γερμανία σας εγκατέλειψε." Χαιρέτησε το νεαρό κυβερνήτη ενός ναρκαλιευτικού. "Πρόκειται να εκβιάσεις ένα πέρασμα δια μέσου του κλοιού", του είπε. "Θέλω α πό εσένα να φθάσεις στο Ό σλο μαζί με τον Ντεγκρέλ." Έ να καλοφτιαγμένο πολεμικό πλοίο πλησίασε, γκρίζο σαν το νερό και στενό μακρο σα λαγός. Φόρεσα ένα μεγάλο πανωφόρι από προβατόδερμα και πέρασα στο δεξί μέρος του πλοίου. Στις έξι και τριάντα το βράδυ, ακριβώς μπροστά στους Βρεταννούς, οι οποίοι ε
408
A eo n Ν τεγκρελ
πιδεικνύονταν στις οδούς και στις αποβάθρες, βάλαμε πλώρη με πλήρη ταχύτητα προς την ακτή της Σουηδίας, κατόπιν ίσια στα βόρεια.
Ό σλο, 7 Μαϊου 1945 Επάνω στην πλώρη του πολεμικού πλοίου επί του οποίου δραπέτευα από την Κοπεγχάγη in extremis, βρήκα ένα αναζωογονητικό βάλσαμο στο αψύ άρωμα της θάλασσας. Επάνω στη σουηδική ακτογραμμή χάνονταν οι αντανακλάσεις του ηλιοβασιλέ ματος. Η παραλία ήταν πολύ κοντά. Κοίταξα τους σοβατισμένους τοίχους, τις ψη λές ροζ καμινάδες και τους λόφους που σκοτείνιαζαν. Επάνω στη δανέζικη ακτή οι πράσινες στέγες της Ελσινόρης5 διαγράφονταν απέναντι στο λυκόφως, πιο ρο μαντικές από ποτέ άλλοτε. Η θάλασσα δεν ήταν τώρα παρά ένας πλατύς ποταμός. Βιαζόμουν να βγω από εκείνη τη στενωπό και να φθάσω στο Κάτεγκατ, να δω τα χρώματα του εχθρικού ουρανού να σβήνουν. Το βραδινό ήλθε χωρίς το πλοίο μας να έχει προφθασθεί από βρεταννικά αε ροσκάφη. Η αύρα ήταν δροσερή. Στηρίχθηκα στους αγκώνες μου ακριβώς στην κορυφή της πλώρης για να ονειρευθώ, να πιάσω το τραχύ χάδι του βορείου ανέ μου και των λεπτών σταγονιδίων και να παρατηρήσω τα φώτα ενός εκατομμυρί ου αστεριών. Η θάλασσα λαμπύριζε, τρεμόσβηνε και έλαμπε στο άπειρο. Ή τα ν γαλήνια και καταπραϋντικά. Το πολεμικό μας πλοίο ήταν γρήγορο. Εάν θέλαμε ν' αποφύγουμε μια μαζική α εροπορική επίθεση, έπρεπε να φθάσουμε στα φ ιο ρ δτη ς Ν ορβηγίας ενωρίς το πρωί. Κανείς επάνω στο πλοίο δεν είχε την άδεια να κοιμηθεί, διότι μπορεί να πέφτα με επάνω σε κάποιες νάρκες σε κάθε λεπτό. Δεν κτυπήσαμε ούτε μία. Τρεις φορές στη διάρκεια της νύκτας Συμμαχικά αεροπλάνα ήλθαν περιφερό μενα ύποπτα επάνω από τους ιστούς. Έ νας ναύτης μας είπε πως η παρενόχληση στη θάλασσα ήταν το ίδιο σφοδρή με της ξηράς. Η νύκτα ήταν καθάρια. Τα βρεταννικά αεροπλάνα συναγωνίζονταν τους εαυτούς τους με το να έρχονται αρκετά χαμηλά, σχεδόν στο επίπεδο του νερού. Προσεκτικά συγκροτηθήκαμε α πό του να δείξουμε οποιαδήποτε αντίδραση. Θα πρέπει να διερωτούνταν για το τι κάναμε στο Κάτεγκατ όταν ο πόλεμος στη Δανία είχε τελειώσει, αλλά δεν επέμειναν. Ή μασταν ευγενικοί και μιμηθήκαμε τη διακριτικότητά τους. Στις οκτώ η ώρα το πρωί είδαμε τους μεγάλους καφέ και μαύρους βράχους της Νορβηγίας. Εισήλθαμε στο εκθαμβωτικό φιορδ του Όσλο. Ούτε ένα πλοίο στον ορίζοντα. Το νερό ήταν στο γαλαζωπό του πάγου και λείο σα μέταλλο. Στις όχθες, εξοχικές κατοικίες κτισμένες με ξύλο και βαμμένες γαλάζιες, καφέ, λευκές ή σκου-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
409
ροπράσινες, ήταν μισοκρυμμένες στα έλατα. Σκεπτόμουν γύρω από τον αποβατικό στόλο του Ράιχ, να προχωρά ένα ισάξια φωτισμένο πρωινό τον Απρίλιο του 1940, καθώς οι μαύροι βράχοι του φιορδ αντανακλούνταν στο αστραφτερό νερό. Προχωρήσαμε για δυο ώρες. Με την είσοδο του λιμανιού πίσω μας, στέγες, κωδωνοστάσια εκκλησιών, γερα νοί και ανελκυστήρες πρόβαλαν. Όσλο. Ή ταν δέκα η ώρα το πρωί. Μια σειρήνα μας απάντησε. Αράξαμε δίπλα και παραλλήλως με δύο υποβρύχια τσέπης, μόλις μεγαλύτερα από κανώ και κίτρινα σαν αποξηραμένα φύλλα καπνού. Η πόλη του Ό σλο είναι στημένη στο τέρμα ενός από τους πιο κατάφωτους όρ μους στην Ευροίπη. Η πόλη κοιμόταν ακόμη. Ή τα ν Κυριακή. Έ να περιστασιακό τραμ θα περνούσε. Τηλεφωνήσαμε κι ένα αυτοκίνητο ήλθε για εμάς. Μας πήρε προς την κατεύθυνση των βουνών τα οποία όριζαν το φιορδ του Ό σλο στα νοτιο δυτικά. Ο καιρός ήταν τέλειος. Χιλιάδες από κοπέλες με υπέροχες κορμοστασιές που διαγράφονταν από τις ε λαφριές φόρμες τους με τα λαμπυρίζοντα χρώματα, οδηγούσαν ποδήλατα κατά μήκος των οδών, των γκρίζω ν και καφέ βράχω ν και των μαύρω ν ελάτων. Κατευθύνονταν προς τους δασωμένους λόφους. Σταματήσαμε δύο φορές για να ρωτήσουμε το δρόμο. Οι ποδηλάτισσες μας κοί ταζαν. Κάθε κεφάλι κουνιόταν "όχι". Παρά την εξοχή, τις ξανθές κοτσίδες, τα φ ι λάρεσκα κόκκινα ή γαλάζια παντελόνια αυτών των γοητευτικών κοριτσιών, παρά τον ήλιο και τη λαμπρότητα της Ανοίξεως, ο πόλεμος και η σκυθρωπή του αγένεια είχαν διέλθει πρώτοι. Φθάσαμε στο κάστρο του Πρίγκηπος του Στέμματος Ό λαφ, στην κορυφή ενός βουνού, όπου ήταν να συναντήσω το Γερμανό κυβερνήτη της Νορβηγίας, Δρα. Τερμπόβεν. Με δέχθηκε αμέσως, το πρόσωπό του μη εμπνέον εμπιστοσύνη, τα μικρά του μάτια να μισοκλείνουν όπως εκείνα του Χίμμλερ. Ανέλυσα το σχέδιό μου σ’ αυτόν. Επιθυμούσα να ενταχθώ στο βόρειο μέτωπο της Νορβηγίας εγκαίρως. Για όσο συνέχιζε ο πόλεμος εναντίον του Κομμουνισμού, θέλαμε να επιβεβαιώσουμε την παρουσία της Λεγεώνος μας στον αγώνα. Αλλοι Βαλλόνοι θα επανενώνονταν μαζί μας δίχως καθυστέρηση. Ο Δρ. Τερμπόβεν πρέπει να είχε λάβει ιδιαιτέρως αποθαρρυντικά νέα. Κούνησε το κεφάλι του. Μου μίλησε για τη Σουηδία και την Ιαπωνία. Εγώ είχα κάνει σκέ ψεις εκφραζόμενος για το Νάρβικ και το βόρειο ακρωτήριο. Είχε ένα παλαιό γαλλικό κονιάκ που έβγαλε και μου προσέφερε μερικά πολύ ι κανοποιητικά σάντουιτς. Από το πλακόστροπο του κάστρου η θέα εκτεινόταν ε πάνω από τον κόλπο, μια τεράστια, αξέχαστη ουμ 4χονία σκουρογάλαζων, λευκών, φαιών και πραοίνων. Με την πλάση τόσο όμορφη, γιατί τόση πολλή μανία ρήμα
410
Λ εον Ν τεγκρελ
ζε τις καρδιές των ανθρώπων; Ο Δρ. Τερμπόβεν είχε κρατήσει ένα διαμέρισμα για εμένα στο Όσλο. Θα με κρατούσε ενήμερο των γεγονότων. Ε πέσ ψ εψ α κάτω στην ιριδίζουσα κοιλάδα. Δεν μπορούσα πια να δω πως επρόκειτο να ξεφΰγω από αυτήν. $ Έ κανα ένα μπάνιο και άκουσα το ραδιόφωνο. Οι Σύμμαχοι ήταν γεμάτοι α γαλλίαση, αλλά εγώ ήμουν εξουθενωμένος κι έπεσα για ΰπνο. Την επόμενη μέρα, Δευτέρα, 7 Μαϊου 1945, άκουσα τους πολεμισιές του "Ράδιο Λονδίνο" να γαβγίζουν δυνατά. Σάλπιζαν το τέλος του κυνηγιού. Η γενική παρά δοση του Ράιχ κανονίσθηκε. Δεν ήταν πια ζήτημα ωρών, ίσως μόνο λεπτών. Ο Νορβηγός Πρωθυπουργός, ο Κουΐσλινγκ, τον οποίο δεν είχα ακόμα συνα ντήσει, με είχε προσκαλέσει στο Βασιλικό Ανάκτορο. Έ φθασα στις ένδεκα και τριάντα, μετά από έναν περίπατο στους δρόμους. Το ανάκτορο δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Δύο μεγάλοι και εντυπωσιακοί τάπητες τοί χου κρέμονταν στη μεγάλη σκάλα από λευκό μάρμαρο. Η βασιλική επίπλωση ή ταν φθαρμένη. Μπροστά στο ανάκτορο ένας κλασσικός βροντερός μονάρχης, διά στικτος από κουτσουλιές πουλιών, καβαλίκευε ένα συμπαγές πράσινο άτι από ο ρείχαλκο. Ο Κουΐσλινγκ φαινόταν συντετριμμένος από τη μοίρα. Κάναμε μια μικρή συ ζήτηση για μισή ώρα. Ο Τερμπόβεν μου είχε ζητήσει να τον ηρεμήσω, κάτι το ο ποίο απάλειψε τα περισσότερα αντικείμενα συζητήσεως. Έ δωσε την εντύπωση ότι κατατρωγόταν από μέσα του. Το πρόσωπό του ήταν πρησμένο, τα μάτια του περιπλανούνταν προς κάθε κατεύθυνση, τα δάκτυλά του κτυπούσαν στο τραπέζι. Ο άνθρωπος ένιωθε χαμένος. Ή μουν ο τελευταίος του επισκέπτης. Το απόγευμα εκείνο έσπευσε με βιάση στα σουηδικά σύνορα, τον γύρισαν πίσω και επέστρεψε στο Ό σλο τη νύκτα εκείνη, μη ξέροντας πια σε πιο φιορδ να ρίξει τον εαυτό του. Τουφεκίσθηκε λίγους μήνες αρ γότερα. £ Τα γεγονότα αυτά δεν είχαν κλονίσει τη βουργουνδική κάβα του ξενοδοχείου. Ή π ια μια ωραία φιάλη από αυτή στο γεύμα, μα το ραδιόφωνο δε με άφησε να την ευχαριστηθώ πλήρως. Στις δύο η ώρα το απόγευμα ανακοίνωσε μια δήλωση από το νέο Υπουργό των Εξωτερικών του Ράιχ. Μια ομιλία από τον άνθρωπο αυτό υπό τέτοιες συνθήκες; Μάντεψα κάθε π α ράγραφό της προτού έστω και μια λέξη να έχει ειπωθεί. Η παράδοση εκτός του Ράιχ ήταν απόλυτη: στη Βοημία, στη Λιθουανία, στην Κρήτη, στα γαλλικά λιμά νια του Ατλαντικού Ωκεανού. Οι τριακόσιες χιλιάδες άνδρες της Νορβηγίας πα ραδίνονταν όπως οι υπόλοιποι. Γιατί θα έπρεπε η Γερμανία να είχε εξακολουθή σει να πολεμά και να είχε θυσιάσει γερμανικές ζωές, τώρα που τα τελευταία μέ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
411
τρα της γης της ήταν κατεκτημένα, από το Σχλέσβιγκ ως τη Σουδητία; Τα στρατεύματα του Ράιχ στη Σκανδιναβία είχαν σωστή μεταχείριση - επαναπατρισθέντα και απελευθερωθέντα. Οι γερμανικές δυνάμεις στην Κρήτη απέσπασαν μέχρι και πολεμικές τιμές. Επέστρεψαν πίσω στη χώρα τους οπλισμένες 6. Αλλά για εμάς, τους τελευταίους ξένους εθελοντές, ήταν η άβυσσος. Στάθηκα σιο παράθυρο όλο το απόγευμα. Τι το καλό έκανε το να νιώθεις λυπη μένος; Είχα πράξει ό,τι μπορούσα. Είχα αντέξει ακριβώς ως το τέλος, με πείσμα, δίχω ς ν’ αποτραβηχθώ . Δεν υπήρχε νόημα στο να πάω ξανά προς βορρά. Το Βόρειο Ακρωτήριο, επίσης, είχε συνθηκολογήσει. Το πλήθος μαζευόταν στις οδοΰς, πιο εξευγενισμένα α π ’ ότι στην Κοπεγχάγη. Οι κοπέλες ανέμιζαν σημαίες. Γερμανοί στρατιώτες τριγύριζαν ακόμη χωρίς να τους επιτίθεται κανείς Νορβηγός. Οι ξυλοδαρμοί, οι εκτελέσεις και οι αυτοκτο νίες άρχισαν μόνο με την άφιξη των παρτιζάνων, οι οποίοι κατήλθαν από τα γει τονικά βουνά την επόμενη μέρα. ΓΊερίμενα γα νέα από το Δρα. Τερμπόβεν. Στις έξι η ώρα το βράδυ με είχε κα λεσμένο στο ανάκτορο του Πρίγκηπος Ό λαφ. £ Ο Δρ. Τερμπόβεν με καλωσόρισε συντροφιά με το φίλο του, το στρατηγό Ρεέντις. Ή τα ν ηρωικώς ψ ύχραιμοι. Π αρά ταύτα και οι δύο θα βρίσκονταν το επόμενο πρωινό, ξεματωμένοι, πιστόλια στα παγωμένα τους χέρια, μην έχοντας κανένας από τους δυο τους θελήσει να παραδώσει τη Νορβηγία στους νικητές. Ατενίσαμε ξανά, μαζί, το εκθαμβωτικό τοπίο. Έ να ς αρχισερβιτόρος με φράκο σέρβιρε ποτά σα να ήταν σ’ ένα υπαίθριο πάρτυ, ένα αθώο ανοιξιάτικο απόγευμα. Ο Δρ. Τερμπόβεν μου είπε τότε με μια πολύ σοβαρή φωνή, "Έχω ζητήσει από τη Σουηδία να σας δώσει άσυλο. Έ χει αρνηθεί. Έ να υποβρύχιο μπορούσε ίσως να σας έχει πάρει μακριά όσο η Ιαπωνία, μα η συνθηκολόγηση είναι απόλυτη. Τα υ ποβρύχια δεν μπορούν πια ν’ αποχωρήσουν." "Στο αεροδρόμιο στις υπώρειες του βουνού υπάρχει ακόμα ένα ιδιωτικό αερο πλάνο. Ανήκει στον Υπουργό Σπέερ. Θέλετε να το διακινδυνεύσετε και να α πο πειραθείτε να φθάσετε στην Ισπανία απόψε;" Κάναμε μερικούς υπολογισμούς. Από το Ό σλο ως τα Πυρηναία ήταν περίπου δύο χιλιάδες εκατόν πενήντα χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή. Στη θεωρία, το αερο πλάνο είχε μια αυτονομία δύο χιλιάδων εκατό χιλιομέτρων. Με το να πετάει πολύ ψηλά για να εξοικονομήσει καύσιμο δεν ήταν απίθανο το να φθάσει εκεί. Δεν είχα επιλογή. Δέχθηκα. Είχα διακινδυνεύσει τη ζωή μου καθημερινώς για δύο εβδομάδες. Θα τη δ ια κινδύνευα μια τελευταία φορά. $
412
A eo n Ν τεγκρελ
Για άλλη μια φορά επέοτρεψα στο Όσλο, το κατακλύζόμενο από ένα τεράστιο πλήθος. Το ξενοδοχείο είχε αδειάσει εντελώς. Ό λες οι πόρτες ήταν ορθάνοικτες. Ακόμα και το προσωπικό είχε εξαφανισθεί. Ό φειλα να περιμένω- δεν μπορούσαμε να κινήσουμε προτού βραδιάσει εντε λώς. Θα έπρεπε να φθάσω εντός του αεροδρομίου με μυστικότητα. Στις ένδεκα η ώρα το βράδυ ένας έξοχος σγουρομάλλης πιλότος με χέρια μεγάλα σα βατραχοπέδιλα, παρασημοφορημένος με το Γερμανικό Σταυρό εις Χρυσούν7, έφερε ένα μικρό αυτοκίνητο ως επάνω μπροστά στο ξενοδοχείο. Μαζί με τον τε λευταίο μου αξιωματικό μπήκα μέσα. Το πλήθος διαδήλωνε παντού στους δρόμους. Βρισκόμουν ακόμη μέσα στη στο λή ενός Στανταρτενφύρερ (Συνταγματάρχου) των Waffen SS, φορώντας την κορ δέλα με το Σταυρό του Ιππότου μετά Φύλλων Δρυός γύρω από το λαιμό μου. Δεκάδες χιλιάδες ψηλών ξανθών αγοριών και κοριτσιών με τέλειο παρουσιαστικό συνωστίζονταν στους δρόμους, αλλά παραμέριζαν χαμογελώντας για ν’ αφήσουντο αυτοκίνητο να περάσει. Ούτε ένα αντιαρματικό οδόφραγμα δεν είχε στηθεί έξω από το Όσλο. Ο πιλό τος μας μάς μετέφερε ως κάτω από τα φτερά του αεροπλάνου μέσα στο σκοτάδι, χωρίς κανείς να μας αντιληφθεί. Το βοηθητικό προσωπικό πήρε τις θέσεις του. Έ να λεπτό αργότερα ήμασταν στον ουρανό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑ
A l e a I a c t a E st
o πρώτο μου συναίσθημα όταν το αεροπλάνο άφησε τη νορβηγική γη ή ταν αυτό της ανακουφίοεως. Με το ν’ απογειωθούμε είχαμε κόψει τα τε λευταία παλαμάρια αβεβαιότητος. Τώρα ήταν όλα ξεκάθαρα. Ό τα ν το αεροπλάνο προσγειωνόταν είτε θα είχαμε επιτύχει είτε θα ήμασταν ανεπανόρ θωτα χαμένοι. Alea Iacta E stι. Ζωή ή θάνατος! Θα μαθαίναμε σύντομα ποιο από τα δυο θα ή ταν, οριστικώς. Δεν ήμασταν υποχρεωμένοι να κάνουμε περαιτέρω σκέψεις, σχεδιασμοΰς και υπολογισμούς. Ή ταν σχεδόν μεσάνυκτα. Ο πόλεμος είχε στην πράξη τερματισθεί από την ώρα της γερμανικής ραδιοφο)νικής μεταδόσεως στις 14:00. Ωστόσο η συνθηκολόγη ση δε θα ήταν επισήμως σε ισχύ μέχρι την επόμενη μέρα, 8 Μαϊου 1945. Βρισκόμασθαν μεταξύ πολέμου και ειρήνης, όπως μεταξύ γης και ουρανού. Πετάξαμε για κάμποση ώρα επάνω από το Σκάγκερακ. Από την ώρα εκείνη και μετά μόνον η πυξίδα επάνω στον πίνακα οργάνων και η θαυμαστή δεξιοτεχνία του πιλότου θα μας καθοδηγούσαν μέσα στην καταιγίδα. Φυσικά, δεν μπορούσαμε να λαμβάνουμε τον προσανατολισμό μας από τον ασύρματο. Δε διαθέταμε καν έ να χάρτη της Ευρώπης. Ό λα όσα είχαν οι αεροπόροι μας ήταν ένας έξοχος χάρτης...της Νορβηγίας. Έ νας από αυτούς είχε επιπλέον ένα μικροσκοπικό χάρτη της Γαλλίας, ο οποίος προερχόταν από έναν άτλαντα τσέπης. Επεδείκνυε παραστατικώς τρεις ποταμούς: το Σαϊν, το Λουάρ και το Ρον.
T
414
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Αναρριχηθήκαμε στα τέσσερις χιλιάδες μέτρα προκειμένου να εξοικονομή σουμε καύσιμο, αλλά μια καταιγίδα γρήγορα μας εξανάγκασε να πετάμε αρκετά χαμηλά. £ Εμφανώς, ένα μεμονωμένο αεροπλάνο ξαμολυμένο έτσι σ’ ένα εύρος δύο χιλιά δων χιλιομέτρων κατεχομένου εδάφους, δίχως την παραμικρή προστασία, θα διέτρεχε είκοσι φορές τον κίνδυνο να καταρριφθεί. Η μόνη μας πιθανότης σωτηρίας ενέκειτο στον τεράστιο εορτασμό ο οποίος είχε εξακολουθήσει ολόκληρο το από γευμα στο Συμμαχικό στρατόπεδο. Σε όλα τα αεροδρόμια της Δύσεως οι νικητές ήταν στη διαδικασία του απλήστου ρουφήγματος της σαμπάνιας και του ουϊσκυ. Χιλιάδες Βρεταννών και Αμερικανών πιλότων, απελευθερωμένων από το άγχος των νυκτερινών αποστολών, θα βρ ί σκονταν στην κόψη - ή στα βάθη - της μέθης, την ώρα που το Χέινκελ μας διέσχι ζε τις ζώνες επιτηρήσεώς τους. Απ' όλες τις νύκτες, αυτή ήταν η νύκτα για να τα κα ταφέρουμε. Εν παρόδω, ποιος θα φανταζόταν πως ένα μοναχικό αεροσκάφος, φέρον ακό μη υπερ ή φ α να τις Σβάστικές του, θα τολμούσε να πετάξει επάνω α πό την Ολλανδία, το Βέλγιο και το σύνολο της Γαλλίας, τώρα που ο πόλεμος ήταν τελειωμένος; Πάνω απ' όλα, ποιος θα φανταζόταν ότι ένα από τα αεροπλάνα του Ράιχ θα ξεπρόβαλλε από τη Βόρειο Θ άλασσα κατά μήκος της ακτής της Σκωτίας; Είχαμε μεριμνήσει, στην πραγματικότητα, να εφαρμόσουμε το στρατήγημα αυ τό, κατευθυνόμενοι πρώ τα ίσια στην Αγγλία, προσεγγίζοντας κατόπιν την Ευρωπαϊκή ήπειρο σα να ερχόμασθε από τα βρεταννικά παράλια. Παρακολούθησα τις σκοτεινές εκτάσεις από κάτω. Αυτοκίνητα έτρεχαν βιαστι κά κατά μήκος τους με τους προβολείς τους αναμμένους. Μικρές πόλεις έλαμπαν σαν κουτιά από καιόμενα σπίρτα. Παντού άνθρωποι θα τραγουδούσαν και θα έ πιναν. Ή τα ν ίσως μία και τριάντα το πρωί, όταν πρόσεξα ένα ανησυχητικό φαινόμε νο. 'Ενας μεγάλος προβολέας είχε ανάψει πίσω μας και διερευνούσε τον ουρανό. Η καρδιά μου άρχισε να κτυπά γρηγορότερα. $ Π αρ’ όλους τους εορτασμούς στο έδαφος, είχαμε εντοπισθεί. Π ροβολείς ανίχνευαντο5ρα στο υψόμετρό μας. Άλλοι άναβαν μακριά μπροστά μας. Τα αερο δρόμια διαγράφονταν σε μεγάλα τετράγωνα από φως. Οι διάδρομοι απο-, προ σγειώσεων έλαμπαν σα λευκά σεντόνια. Το αεροσκάφος μας πετούσε όσο γρήγορα μπορούσε για να διαφύγει από εκεί να τα καταραμένα φώτα, αλλά πάντοτε οι προβολείς άναβαν και υψώνονταν προς τα εμάς, λες και για να μας αρπάξουν. Αναλαμπές φωτός πιτσίλιζαν τα φτερά μας.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
415
Ο ασύρματος άρχισε να τρίζει. Οι Σύμμαχοι παρατηρητές μας κάλεσαν: "Ποιοί είσθε; Τι κάνετε;" Δεν αποκριθήκαμε. Πετάξαμε, ζορίζοντας το αεροπλάνο όλο και περισσότερο. £ Το Βέλγιο ήταν από κάτω μου. Το Άντβερπ βρισκόταν εκεί, λάμποντας μέσα στην πρώτη νύκτα του γυρισμοΰ της ειρήνης. Συλλογίσθηκα σχετικά με τα ποτά μια μας, τους δρόμους μας, σχετικά με όλες τις μικρές πόλεις όπου είχα ομιλήσει, τις πεδιάδες, τους λόφους, τα παμπάλαια σπίτια που τόσο πολύ αγαπούσα. Αυτοί οι άνθρωποι που ήταν εκεί, κάτω από το αεροπλάνο, αυτοί οι άνθρωποι που είχα θελήσει ν’ αφυπνίσω, να εξευγενίσω, να φέρω πίσω στα μονοπάτια της δόξας. Στα αριστερά μου είδα τα φώτα των Βρυξελλών, τη μεγάλη μαύρη πιτσιλιά του δρυ μού του Σουάν, το οποίο είχε επί μακρόν υπάρξει το αγαπημένο μου σπίτι. Αχ! Η δυστυχία του να είσαι ηττημένος και να βλέπεις το όνειρο κάποιου να πε θαίνει! Έ σφιξα τα δόντια μου για να συγκροτηθώ από του να χύσω δάκρυα. Ή ταν μέσα στη νύκτα και στον άνεμο, καταδιωκόμενος από μια μοίρα πικρή, που είχα το τελευταίο μου αντάμωμα με τον ουρανό της πατρίδος μου. Δεν είχαμε περάσει τη Λιλ. Πάντα οι προβολείς των αεροδρομίων μας παρενοχλούσαν. Μα όσο μακρύτερα νότια διεισδύαμε, τόσο περισσότερη ελπίδα είχαμε να ξε γελάσουμε το θάνατο. Πλησιάσαμε το Παρίσι, επάνω από το οποίο το Χέινκέλ μας πέταξε σ' ένα πολύ χαμηλό ύψος. Μπορούσα να διακρίνω τις οδούς και τις πλατείες, ασημωπές σαν περιστέρια. Ή μ α σ τα ν ακόμα ζω ντανοί. Π ετάξαμ ε πάνω από την Μ πώς, το Λουάρ, τη Βανδέα. Σύντομα θα φθάναμε στον Ατλαντικό. Οι πιλότοι, ωστόσο, αντήλασσαν ανήσυχες ματιές. Σίγουρα τώρα διατρέχαμε μικρότερο κίνδυνο από του να καταρριφθούμε από τα Συμμαχικά αντιαεροπορι κά πυροβόλα ή τα νυκτερινά μαχητικά. Αλλά τα καύσιμα εξαντλούνταν. Η νύκτα ήταν τρομερά σκοτεινή. Έ ψ α ξα αγωνιωδώςτο έδαφος. Οι φωσφορίζοντες δείκτες (του ωρολογίου) έ δειξαν πέντε η ώρα το πρωί. Μια εφήμερη αναλαμπή απάλυνε το σκοτάδι. Την α ναγνώρισα αμέσως. Ή τα ν η εκβολή του ποταμού Ζιρόντ. Βρισκόμασθαν στη σω στή πορεία. Ακολουθήσαμε κατά μήκος της θάλασσας. Μόλις που μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε την αναπηδώσα γραμμή των κυμάτων στο άκρο της παραλίας. Στα ανατολικά, στο απώτατο άκρο του ουρανού, ο ορίζο ντας λαμπύριζε ανεπαίσθητα σχεδόν. Τα καύσιμά μας σώνονταν όλο και πιο πολύ. Μέσω των γαλαζωπών φώτων του πίνακα ελέγχου εξήτασα προσεκτικώς τα τρα
416
A eon Ν τεγκρελ
βηγμένα χαρακτηριστικά των πιλότων. Το αεροπλάνο επιβράδυνε και κατέβηκε. Περάσαμε απέναντι από την Αρκανσόν. Είχα ζήσει κάποτε εκεί, κάτω από τα α ρωματικά πεύκα. Το λιμάνι ήταν φωτισμένο όπως για την ημέρα της Βαστίλλης. Από απόσταση ακολουθήσαμε τη μαύρη μάζα του Λαντς, διακεκομμένη από τη λαμπυρίζουσα λίμνη του Μπισκαρός. Το Χέινκελ έκανε διαλείψεις κάμποσες φορές. Ένας από τους πιλότους μας έφερε γιλέκα θαλάσσης (σωσίβια). Ο μετρητής καυ σίμων έδειξε άδειο. Μ πορεί να πέφταμε στη θάλασσα ανά πάσα σαγμή. Με μια ένταση που κατάτρωγε τα νεύρα μου μελέτησα την πιθανή γραμμή των Πυρηναίων. Το χάραμα λαμπύριζε ασθενικά. Οι κορυφές των βουνών όφειλαν να είναι ορατές. Δεν μπορούσαμε να τις δούμε. Το αεροπλάνο έκανε διαλείψεις με όλο και πιο δυνατό θόρυβο. Στα νοτιοανατολικά, μια μακρινή γαλαζωπή καμπύλη στρίφωνε τον ουρανό. Η αλυσίδα των Πυρηναίων ήταν εκεί. Μα, μπορούσαμε να μείνουμε στον αέρα για τόσο μακριά όσο η ισπανική ακτή; Εξαιτίας της καταιγίδος είχαμε πετάξει σχεδόν δύο χιλιάδες τριακόσια χιλιό μετρα. Έ π ρ επ ε αναγκαστικούς να κλίνουμε το αεροπλάνο επάνω στο αριστερό φτερό, κατόπιν επάνω στο δεξί φτερό, για να κάνουμε τα τελευταία λίτρα από τα τεπόζιτα να ρέουν εντός των κινητήρων. Γνώριζα την περιοχή του Μ πιαρρίτς και του Σεν Ζαν ντε Λυζ. Μόλις που μπο ρούσα να διακρίνω τη λευκάζουσα κα μ π ή των Π υρηναίω ν στο στόμιο του Μπιντασσόα. Αλλά το αεροπλάνο δεν άντεχε άλλο και είχε κατέλθει σχεδόν στο επίπεδο του νερού. Επρόκειτο να πεθάνουμε είκοσι χιλιόμετρα από την Ιβηρική ακτή. Έ πρεπε να ρίξουμε τις κόκκινες φωτοβολίδες ναυαγίου. Δύο στρατιωτικά περι πολικά πλοία κατευθύνθηκαν προς τα εμάς, ερχόμενα από τη γαλλική ακτή. Τ ι τραγωδία! Και να σκεφθείς πως ένας προβολέας τρεμόσβηνε τώρα σε από σταση, ένας ισπανικός προβολέας! Ή ταν παράδοξο να βλέπεις τις λευκοσκεπείς κορυφές των κυμάτων και τη θά λασσα να παφλάζει πολύ κοντά από κάτω μας, έτοιμη να μας καταπιεί. Ακόμα δεν είχαμε πέσει μέσα. Η ακτή ερχόταν κοντύτερα, σπρώχνοντας τους υφάλους και τα βράχια της προς τα εμάς και τις πράσινες και μαύρες κορυφές της, ίσα-ίσα ξεχο>ρισμένες από τις σκιές. Ξαφνικά ο πιλότος σήκωσε το αεροπλάνο κατακορύφως, σχεδόν αναποδογυρί ζοντας το εντελώς, και φουλάροντας τους κινητήρες έτσι που να πιάσουν τις τε λευταίες σταγόνες (καυσίμου). Κατόπιν εφόρμησε επάνω από ένα βραχώδη λόφο και με έναν απαίσιο θόρυβο ξύρισε αρκετές κόκκινες στέγες. Δε διαθέταμε πια το χρόνο να σκεφθούμε. Είχαμε δει μια κοντή λο>ρίδα άμμου σ’ ένα ξέφωτο. Το Χέινκελ, το οποίο δεν εί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
417
χε χαμηλώσει το μηχανισμό προσγειώσεώς του, ολίσθησε επάνω στην άτρακτό του στα διακόσια πενήντα χιλιόμετρα την ώρα. Είδα το δεξιό κινητήρα να εκρήγνυται, ακτινοβολώντας οα μια πύρινη σφαίρα. Τ ο σκάφος έστριψε, όρμησε α πότομα προς τη θάλασσα, έπεσε στα κύματα και συνετρίβη. Το νερό πλημμύρισε την πίσω καμπίνα και υψώθηκε ως τις μέσες μας. Είχα πέ ντε κατάγματα. Στην παραλία στο Σαν Σεμπάστιαν οι πολιτοφύλακες με τα μαύ ρα δίκωχα πηλίκια έτρεχαν μπρος και πίσω σε σύγχυση. Μερικοί Ισπανοί, γυμνοί οαν Ταϊτινοί, κολύμπησαν στα ανοικτά ως το διαλυμένο μας αεροπλάνο. Μας τράβηξαν έξω επάνω σ’ ένα δικινητήριο φτερό, ύστερα μέσα σ’ ένα κανώ. Έ να ασθενοφόρο ήλθε παραδίπλα. Αυτή τη φορά ο πόλεμος πραγματικά τελείωσε. Ή μασταν ζωντανοί. Ο Θεός μας είχε σώσει. Τα ίδια μου τα τραύματα ήταν μια ευλογία. Πέρασα μήνες σ’ ένα κρεβάτι νοσοκομείου, αλλά είχα διατηρήσει τη δύναμή μου και την πίστη μου. Δεν είχα υποοτεί την εμπειρία της πικρίας του να πέσω άχρηστα στα χέρια των εχθρών μου. Παρέμεινα ένας μάρτυρας των επιτευγμάτων των στρατιωτών μου. Μπορούσα να τους υπερασπισθώ από τα ψεύδη αντιπάλων αναισθήτων προς τον ηρωισμό. Μπορούσα ν’ αφηγηθώ το έπος τους επί του Ντονιέτς και του Ντον, στον Καύκασο και στο Τσερκάσσυ, στην Εσθονία, στο Στάργκαρντ, επί του Όντερ. Μία ημέρα τα ιερά ονόματα των νεκρών μας θα επαναληφθούν με υπεργφάνεια. Ο λαός μας, ακούγοντας αυτές τις ιστορίες δόξας θα ένιωθε το αίμα του να ζω ντανεύει. Και θ’ αναγνώριζε τους γιούς του. Ασφαλώς είχαμε ηττηθεί. Είχαμε διασπαρεί και καταδιωχθεί στις τέσσερις γω νιές του κόσμου. Αλλά μπορούσαμε να κοιτάζουμε στο μέλλον με κεφάλια κρατημένα ψηλά. Η ι στορία ζυγιάζει την αξία των ανθρώπων. Υπεράνωτης παγκοσμίου κατωτερότητος είχαμε προσφέρει τη νιότη μας σε ολοκληρωτική θυσία. Είχαμε πολεμήσει για την Ευρώπη, την πίστη της, τον πολιτισμό της. Είχαμε φθάσει το απώτατο ύψος της ανιδιοτέλειας και της θυσίας. Αργά ή γρήγορα η Ευρώπη και ο κόσμος θα όψειλαν ν’ αναγνωρίσουν το δίκαιον του σκοπού μας και την αγνότητα της π ρ ο σφοράς μας. Διότι το μίσος πεθαίνει, πεθαίνει από ασφυξία από την ίδια του τη βλακεία και μετριότητα, αλλά το μεγαλείο είναι αιώνιο. Και εμείς ζήσαμε στο μεγαλείο.
Λ ε ξ ιλ ό γ ιό
Abteilungen: Πληθυντικός του Abteilung, κυβερνητικό τμήμα ή τομέας, μπορεί να σημαίνει και παραστρατιωτικό τμήμα. Αμπρί: Ατομικό στρατιωτικό όρυγμα. Οι Σοβιετικοί ήταν δεξιοτέχνες στην κατα σκευή τους. Autobahn: Εθνική οδός. Βασιβουζούκοι: Ατακτοι στρατιώτες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τον 19ο αιώνα, διαβόητοι για την κτηνωδία τους. Bon ton: Ευρυθμία (γαλ.) Cheval-de-frise: Εμπόδιο για άλογα, καλούμενο και εχίνος, αποτελούμενο από κορμό δένδρου με μπηγμένες επάνω του αιχμηρές μεταλλικές ράβδους ή πασσά λους. Εδώ εννοείται το στήσιμο μιας πολυμέτωπης αμυντικής, βασικώς αντιαρ ματικής, θέσεως. Γκαργκόυλ: Δαιμονικές μορφές από πέτρα που κοσμούν τα γείσα καθεδρικών να ών και άλλων γοτθικής τεχνοτροπίας κτιρίων. Grosse Scheisse!: Σκατά! (με έμφαση). Dienststelle: Στο γερμανικό στρατό, γραφείο ή τμήμα. Dokument: Επίσημο έγγραφο (γερμ.) Feldgendarmes: Οι άνδρες της γερμανικής στρατιωτικής αστυνομίας, συχνά ε μπλεκόμενοι ως στρατεύματα πρώτης γραμμής και με εξαιρετικές επιδόσεις μά λιστα. Αποκαλούμενοι "Αλυσοδεμένα Σκυλιά" από τους άλλους στρατιώτες, λόγω της μεταλλικής, ημισεληνοειδούς πλάκας που έφεραν κρεμασμένη με αλυσίδα γύ ρω από το λαιμό. Βλέπε σχετικώς το "German Military Police Units, 1939-1945" (Osprey Military, Men-At-Arms Series 213).
420
A eon Ν τεγκρελ
Feldgrau: Το χρώ μα της στολής εκ σ τρατεία ς των χερσαίω ν δυνάμεω ν της W ehrmacht. Feldpost: Η ταχυδρομική υπηρεσία του γερμανικού στρατού. Intourist: Ο κρατικός σοβιετικός οργανισμός που ήλεγχε τον τουρισμό και τους τουρίστες. Haff: Ο Κόλπος (γερμ.) Ίσμπα: Η αγροικία στα ρωσσικά. Ισοβίτες: Οι μόνιμοι υπαξιωματικοί στη στρατιωτική αργκό. "Ιωσήφ Στάλιν": Οικογένεια βαρέων σοβιετικών αρμάτων μάχης. Το "Ι.Σ. I" απεσύρθη σύντομα ως μη ιδιαίτερα επιτυχημένο, ενώ το "Ι.Σ. III" ήλθε πολύ αργά για να έχει κάποια άξια λόγου πολεμική δράση. Το "Ι.Σ. II" ήταν αυτό που είχε ευρεία δράση στο Ανατολικό Μέτωπο από τον Απρίλιο του 1944 και μέχρι το τέλος του πολέμου, ένα ισχυρό άρμα μάχης 50 τόννων, ψέρον πυροβόλο των 122 χιλιο στών και μετωπική θωράκιση 12 εκατοστών. Για τις τεθωρακισμένες δυνάμεις των Σοβιετικών υπάρχει το "Russian Tanks o f W orld W ar II" των Tim Bean & Will Fowler (Ian Allan Publ.) Jus: Γερμανική συντομογραφία της "Σιδερένιας Άννι" ή "Θείας Ju (Γιου)", δηλα δή του διάσημου γερμανικού μεταφορικού αεροπλάνου Junkers Ju 52/ 3m. Η πιο γνωστή, τρικινητήρια παραλλαγή του πρωτοπέταξε το 1932 και συνέχισε να κα τασκευάζεται και μεταπολεμικώς από κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες έ μεινε σε υπηρεσία ως το 1975 (!) Kampfgruppe: Ομάδα Μάχης. Γερμανική πολεμική επινόηση, συνήθως για α ντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων, όπου συνεκροτείτο επί του μετώπου ένας μά χιμος σχηματισμός αποτελούμενος από άνδρες και εξοπλισμό διαφόρων όπλων τεθωρακισμένων, πεζικού, μηχανικού, κλπ. - και διαφορετικών, πολλές φορές, μο νάδων. Η ισχύς της Ο.Μ. ποίκιλε, από λίγων εκατοντάδων ανδρών μέχρι και επι πέδου μεραρχίας. Kessel: Ο θύλακος που προκύπτει με την πλήρη περικύκλωση στρατευμάτων. Κολχόζ: Συντομογραφία του "Kollektivnoye Khozyaynstvo", οι δημουργηθείσες και απολύτως ελεγχόμενες από το σοβιετικό καθεστώς αναγκαστικές αγροτο-κτηνοτροφικές κοινότητες, κολλεκτίβες μόνο στο όνομα. Τα μέσα παραγωγής και η παραγωγή ανήκαν σε κρατικούς φορείς και η ανταμοιβή των συμμετεχόντων γι νόταν, υποτίθεται, βάσειτης εργασίας τους. Κοντοττιέρος: Στρατιώτης υπό συμβόλαιο (κοντόττα = συμβόλαιο στα ιταλικά), μισθοφόρος.Στα γερμανικά λέγονταν Landsknecht (βλ. παρακάτω). Kreisleiter: Ο πολιτικός διοικητής (leiter) ενός επαρχιακού διαμερίσματος (Kreis). Kriegsmarine: Πολεμικό Ναυτικό. Landsknecht: Έ να είδος επαγγελματία στρατια'κη, πρώτη φορά χρησιμοποιηθέντος υπό του αυτοκράτορος Μαξιμιλιανού του Α' κατά τον ύστερο 15ο αιώνα και που ήκμασετο 16ο αιώνα. Μ έχρι τη θεμελίω σητου μονίμου αυτοκρατορικού
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
421
στρατού περί τα 1620, οι Landsknechte (πληθ.) αποτελοΰσαν τη ραχοκοκκαλιά των ενόπλων δυνάμεων της αυτοκρατορίας και έμειναν διάσημοι για τα στρατιω τικά τους επιτεύγματα και τον όχι και τόσο εγκρατή τρόπο ζωής τους. Η 10η μά λιστα Τεθωρακισμένη Μεραρχία των SS "Frundsberg" είχε το όνομα ενός από τους πιο "διάσημους" εξ αυτών. Λάρβα: Σκουλήκι το οποίο γίνεται έντομο (μΰγα). L’ Avenir: Το Μέλλον. Leo Belgicus: Ο βελγικός λέων, εραλδικό σύμβολο αμφοτέρων των κοινοτήτων του Βελγίου, Φλαμανδών και Βαλλόνων. Οι Φλαμανδοί Waffen SS μάλιστα το έ φεραν ραμμένο στο αριστερό μανίκι της στολής τους. Μάμκα: Μαμάκα, ουκρανικό υποκοριστικό που υποδηλώνει μεγάλη στοργή. Μερντ: Σκατά (γαλ.) Μουζίκοι: Οι ακτήμονες, οι πτωχότεροι των Ρώσσων αγροτών. Μπαομπάπ: Τεράστιο αφρικανικό δένδρο. Νχρόσκα: Ανοικτή, τετράτροχη άμαξα, συρόμενη από άλογα (ρωσ.) Ουλάνοι: Βαρύ ιππικό, ή λογχοφόροι. Η λέξη, από το τουρκικό για το "αγόρι" ή "παλικάρι", χρησιμοποιήθηκε αρχικώς για να δηλώσει τις πολωνικές μονάδες ιππικούτου 16ου αιώνος. Α πότο 1734υπήρχαν πρωσσικάσυντάγματα Ουλάνων. Μετά το 1918ο διαχω ρισμός του γερμανικού ιππικού σε ελαφρό (Δραγώνοι, Ουσσάροι, ανιχνευτές /επιδρομείς) και βαρύ (Θωρακοφόροι, Ουλάνοι) καταργήθηκε. Μονάδες ιππικού χρησιμοποιήθηκαν από τους στρατούς πολλών εθνών κατά το Β' Π.Π., με τους Σοβιετικούς να αναφέρεται να έχουν φθάσει σε άνω του μισού εκατομμυρίου ιππείς (!). Τα Waffen SS διέθεταν κι αυτά μεραρχίες ιππικού στο Ανατολικό Μέτωπο. Παν: Το "κύριος" σια ουκρανικά, λεγόμενο με σεβασμό. Πάνθηρ (Panzerkampfwagen V): Το κορυφαίο μέσο άρμα μάχης του πολέμου, έ νας εξαίρετος συνδυασμός ευκινησίας, ταχύτητος, ισχύος πυρός και θωρακίσεως. Η βιβλιογραφία είναι πολύ μεγάλη, αλλά για αρχή υπάρχει το πολύ καλό βιβλίο ανα φ ορ ά ς "Encyclopedia o f G erm an T anks o f W orld W ar Two" (Arms and Armour) και το πλούσιο σε φωτογραφίες "Panther in Action" (Squadron / Signal Publications, Armor No. 11). Πακ: Ή PAK (γερμ.), συντομογραφία του PanzerAbwehrKanone (αντιαρματικό κανόνι), του μακρύκαννου πυροβόλου με τη μεγάλη αρχική ταχύτητα βλήματος που μπορούσε να βάλλει τόσο αντιαρματικά όσο και υψηλής εκρηκτικότητος ο βίδες. Γνωσιότερα, και αποτελεσματικότερα, ήταν εκείνα των 50 (ΡΑΚ 38) και 75 χιλ. (ΡΑΚ 40), αλλά και το αντιαεροπορικό πυροβόλο Flak 18 των 88χιλ. που διέπρεψε σε αντιαρματικό ρόλο. Παντσερφάουσχ: "Αρματογροθιά" (γερμ.), το πρώτο μιας χρήσεως αντιαρματι κό όπλο για χρήση έκτου σύνεγγυς από μεμονωμένους πεζικάριους ή ομάδες κυνηγίόν αρμάτων μάχης. Παρήχθησαν διάφοροι τύποι σε μεγάλους αριθμούς, που
422
A eo n Ν τεγκρελ
διέφεραν στην αντιαρματική τους ισχύ και στο δραστικό βεληνεκές τους. Για πε ρισσότερα : "Tank Killers (History of the T ank D estruction Badge)", R. Jam es Bender Publishing. Πολιτρούκι: Πληθ. του "πολιτρούκ", τίτλος σοβιετικού πολιτικού αξιωματούχου, επιφορτισμένου με μια σειρά καθηκόντων όσον αφορά τα στρατεύματα, περιλαμβανομένωντης πολιτικής επιτηρήοεως και καθοδηγήσεως. Γνωστότεροι ως "κομισσάριοι". Ritterkreuz: Ο Σταυρός του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού, ίσως το σημαντικότε ρο πολεμικό παράσημο όλων των εποχών. Η βιβλιογραφία είναι αρκετά ογκώδης. Για τους άνδρες των Waffen SS κατόχους του παρασήμου αυτού υπάρχει το "Their H onor Was Loyalty!" (R. James Bender Publishing), ενο) ο πλήρης κατάλογος των κατόχων του παρασήμου μαζί με κάποιες πολύ χρήσιμες πληροφορίες γι’ αυτό, υ πάρχουν στο "Elite of the T h ird Reich" του W alther-Peer Fellgliebel (Helion & Company, 1986). Sangfroid: Ψυχρό αίμα, ψυχραιμία. Σάπσκα: Το γνωστό και πολύ δημοφιλές απ’ όλους τους εμπολέμους ρωσσικό γού νινο κάλυμμα της κεφαλής, με τα προστατευτικά για τα αυτιά μακρόστενα κα λύμματα. Σαραμπάντα: Είδος πολύ "ζωηρού" χορού του 18ου αιώνος. Σοβχόζ: Σοβιετικό κρατικό αγρόκτημα, παρόμοιο με το κολχόζ, αλλά γενικώς οργανωθέντος επί ενός κατασχεθέντος τσιφλικιού. Stabsfeldwebel: Γερμανός υπαξιωματικός, ανάλογου βαθμού με τον επιλοχία ή αρχιλοχία. Συνήθως μονίμου θητείας. Σχούκα: Η συντομογραφία του Sturzkampfflugzeug ή "Βομβαρδιστικού Καθέτου Εφορμήσεως". Αν και δεν ήταν το μόνο, ο όρος ταυτίσθηκε με το πασίγνωστο Junkers 87, το αεροσκάφος του πιο πολυπαρασημοφορημένου Γερμανού στρα τιωτικού, του θρυλικού Χανς Ούλριχ Ρουντέλ. Sturmgeschutze: Πληθ. του Sturmgeschütz, σημαίνει πυροβόλο εφόδου και ήταν μία κατ’ εξοχήν - και πολύ επιτυχημένη - γερμανική επινόηση που αφορούσε το συνδυασμό του πυροβόλου των 75 χιλ. επί τεθωρακισμένου τήγματος Panzer Mark III ή IV. Για μια σύντομη, φωτογραφική κυρίως, αναφορά : "Sturmgeschütz III in Action" (Squadron / Signal Publications, Armor No. 14). Τέλεγα: Πρωτόγονη ρωσσική άμαξα χωρίς σούστες. Τίγρης (Panzerkampfwagen VI): Το θρυλικό βαρύ γερμανικό άρμα μάχης, που έφερε το εξαίρετο πυροβόλο-φόβητρο των 88 χιλ. Οι πιο σημαντικοί τύποι ήταν εκείνοι του Tiger Ε (ή Ι)των 57 τόνων (η πιο γνωστή) και του Tiger Β (ή II) των 68 τόνων (Königstiger / Βασιλικός Τίγρης), αυτό το δεύτερο να χαρακτηρίζεται ενίοτε ως υπερ-βαρύ άρμα μάχης. Η βιβλιογραφία είναι, πραγματικά, εντυπωσιακή. Για τη δράση των σχηματισμών των εξοπλισμένων με αυτό το όπλο-σύμβολο : "Tigers In Combat I & II" του Wolfgang Schneider (Stackpole Books) και το "Tigers in the
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
423
mood" του Otto Carius (Stackpole Books). Tiefflieger: Η γερμανική ονομασία των εχθρικών αεροσκαφών εγγΰς υποστηρίξεως που επίσ ης αποκαλοΰνταν "Jabos" (Jagd - B om ber = Κ αταδιω κτικό Βομβαρδιστικό) και αποτελοΰσαν τη μάστιγα των χερσαίων δυνάμεων του Ράιχ, ιδιαιτέρως στο Δυτικό Μέτωπο. Τρόικα: Η "κλασσική" ρωσσική άμαξα. Volapuek: Μια "διεθνής" γλώσσα επινοημένη α π ό τ ο Γερμανό ιερέα Τζ. Μ. Σλέγιερ το 1897, με την αυταπάτη πως μια κοινή γλώσσα για την ανθρωπότητα θα υπέθαλπτε την ειρήνη και την ανοχή. Volksdeutsche: Ορολογία που χαρακτήριζε τα άτομα γερμανικής καταγωγής, γλώσσας και πολιτιστικής παραδόσεως που διαβιούσαν εκτός των ορίων του γερ μανικού Ράιχ, κυρίως σε κοινότητες της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης και των Βαλτικών χωρών. Προσέφεραν εξαιρετικά στην οικονομία και στον πολιτι στικό πλούτο των χωρών όπου ζούσαν, ευρισκόμενοι εκεί πολλές φορές πρνντον ερχομό των κυριάρχων των χωρών αυτών. Κατά το τελευταίο, κυρίως, έτος του πο λέμου η πλειοψηφία τους εξεδιώχθη βιαίως από τις γαίες τους, η μεγαλύτερη ε θνοκάθαρση όλων των εποχών, με άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων βιαίως εκδιωχθέντων και τριών εκατομμυρίων δολοφονηθέντων Volksdeutsche. Ό σοι από τους Γερμανούς του Βόλγα επέζησαν, εξορίσθηκαν στις κεντροασιατικές σοβιε τικές δημοκρατίες, ενώ εκείνοι της Ανατολικής Γερμανίας (Πρωσσία, Πομερανία, Σιλεσία), των Βαλκανίων, της Σουδητίας, κλπ. βρήκαν καταφύγιο στα εδάφη της Γερμανίας. Φριχς: Το γενικό "υποκοριστικό" των Γερμανών στρατιωτών από τους αντιπάλους τους. Ανπστοίχως, οι Ρώσσοι (Σοβιετικοί) αποκαλούνταν "Ιβάν" ή "Ποπόφ", οι Άγγλοι "Τόμμυδες", οι Ιάπωνες "Τόγιο", κλπ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Πρόλογος 1. Οι Βαλλόνοι είναι οι γαλλόφωνοι Βέλγοι και οι Φλαμανδοί είναι οι γερμανικής καταγωγής ολλανδόφωνοι κάτοικοι της Φλαμανδίας (Φλάνδρας). Οι Βαλλόνοι, παρ’ ότι μειοψηφούν πληθυσμιακώς, είχαν την προκοκαθεδρία λόγω του ισχυρού "Γάλλου γείτονος", με αποτέλεσμα να έχει αναπτυχθεί ένα πολύ ισχυρό αυτονομιστικό κίνημα μεταξύ των Φλαμανδών. Τα βαλλονικά είναι η διάλεκτος που ομιλείται στις γαλλόφωνες περιοχές του Βελγίου. Η λέξη προέρχεται από μια γερ μανική ρίζα και υποδηλοί τον ξένο, αρχικώς για τους Κέλτες και αργότερα τους λιγότερο ή περισσότερο εκρωμαϊσμένους πληθυσμούς χωρών από τη Δακία (ση μερινή Ρουμανία) ως τη Βρεταννία. Ο χαρακτηρισμός μιας περιοχής ως Βαλλονία δεν καθιερώθηκε παρά μετά το 1858. Παρ’ όλα αυτά, μεγάλο μέρος των Βαλλόνων θε(ορούν εαυτούς βουργουνδικής, δηλ. γερμανικής, καταγωγής. Ανάμεσα σ’ αυ τούς και ο ίδιος ο Ντεγκρέλ, του οποίου η παρότρυνση προς τους άνδρες του στη μάχη ήταν το "Εμπρός Βουργουνδοί!" (βλ. επίσης και το μήνυμα του ιδίου για την 30η επέτειο της μάχης τουΤσερκάσσυ όπου αποκαλείτους Βαλλόνους "...οι γαλ λόφωνοι γερμανικής καταγω γής Βαλλόνοι σύντροφοι", στη σελ. 19 του "The "Wallonien" - T he History of the 5th SS-Sturm brigade and 28th SS V olunteer P an zerg ren ad ier Division" των R ichard L andw ehr και άλλων, W eapons and W arfare Publ. & Siegrunen Mag.) Οι Φλαμανδοί εθελοντές, ως γερμανικής κα ταγωγής πληθυσμός, έγιναν εξ αρχής δεκτοί στα Waffen SS. Για την ιστορία των Φλαμανδών Waffen SS υπάρχουν τα πολύ καλά "Lions of Flanders" του Richard Landwehr (Shelf Books, 1996) και "The Last Knight of Flanders" του Allen Brandt
426
A eo n Ν τεγκρελ
(Schiffer Publishing Ltd., 1998). 2 . Η ονομασία του πολιτικού κ ινήματος του Ν τεγκρελ ήταν "C hristus Rex" (Χριστός Βασιλεύς), ή απλώς "Rex" και ιδρύθηκε από τον ίδιο το 1935. Ό πω ς, πο λύ ορθά, αναφέρει ο Στάνλεϊ Π έιν : "Ο Ρεξισμός ήταν καθολικός, αυταρχικός και κορπορατιστικός με τάσεις προς την άμεση δράση, αλλά δεν ανήκε στα φασιστι κού τύπου κινήματα." ("Η Ιστορία του Φασισμού", εκδόσεις Φιλίστωρ, 2000). 3 .Σ το Μ πεχτερσγκάντεν βρισκόταν το ορεινό ενδια ίτη μ α του Χ ίτλερ, το Μπέργκχοφ, επί των Άλπεων, κοντά στο Σάλτζμπουργκ. Πολλές σημαντικές συνανιήσεις έλαβαν εκεί χώρα στα προ του πολέμου χρόνια.
Κεφάλαιο Έ να 1. Οπωσδήποτε δεν είναι ο σκοπός του συγκεκριμένου βιβλίου να αναλύσει τις α φορμές και τις αιτιολογίες και τους χειρισμούς που οδήγησαν στην έκρηξη του Β' Π .Π. Εδώ ο Ντεγκρέλ κάνει απλώς μια πολύ γενική εισαγωγή στα γεγονότα και τις καταστάσεις που είχαν προηγηθεί της εισόδου των Βαλλόνων εθελοντών στο Ανατολικό Μέτωπο. ΙΥ αυτό το πολύ σημαντικό θέμα υπάρχει ουσιαστικώς ένα (!) μόνο βιβλίο που το - αρκετά ογκώδες και όχι "εύκολο" - περιεχόμενό του βασίζε ται επί αδιαμφισβήτητων στοιχείων και μόνον: "The Forced War" του David L. Hoggan (Institute for Historical Review, 1989). Η πολιτική βαρύτης και το ενδια φέρον του έργου αυτού συμβαδίζουν, δυστυχώς, με τη δυσχέρεια σήμερα ευρέσεώς του. 2 . Αν και ο Ντεγκρέλ υποβαθμίζει το σοβιετικό ρόλο στη συνωμοσία κατά της νο μίμου κυβερνήσεωςτης Γιουγκοσλαβίας, δεν υπάρχει σήμερα η παραμικρή αμ φιβολία πως οι μυστικοί - και όχι τόσο μυστικοί - π ρ ά κ το ρ ες τη ς Μ εγάλης Βρεταννίας και των Η .Π .Α ., περιλαμβανομένου και του "Wild Bill" Ντόνοβαν, πρώτου επικεφ αλής του διαβόητου Γραφείου Στρατηγικώ ν Υ πηρεσιώ ν των Η.Π.Α. (Ο.S.S., μεταπολεμικώς C.I.A.), έπαιξαν εξ αρχής έναν πολύ καθοριστικό ρόλο στην οργάνωση και εκτέλεση του πραξικοπήματος. Σχετικώς : "The Last E uropean War" του Τζον Λούκατς, "The Shadow W arriors" του Μπράντλεϋ Φ. Σμιθ, "The Fall of Yugoslavia" του ΙλίαΑούκιτς, κά. 3. Οι Βρεταννοί εθελοντές των Waffen SS σίγουρα υπήρξαν ολιγάριθμοι, αλλά οπίοσδήποτε περισσότεροι της "δωδεκάδος" που αναφέρει εδώ ο Ντεγκρέλ. Η πιο εμπεριστατωμένη, αν όχι μοναδική, μονογραφία σχετικά με αυτούς είναι εκείνη του Richard Landwehr "British Volunteers of the Waffen-SS, 1943-1945" (εκδό σεις Siegrunen, 1992). 4 . Λέμπεργκ είναι η γερμανική ονομασία της μεγάλης πόλεως, πρωτεύουσας της Γαλικίας, που είναι επίσης γνωστή ως Λβοφ (ρωοσικά), Λβκρ (ουκρανικά) και Αβόουφ (πολωνικά). Από την περιοχή της Γαλικίας προήλθαν και οι περισσότε ροι εθελοντές της 14ης Μ εραρχίας Γρεναδιέρων των Waffen SS.
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατοαας
427
5. Αυτό τα χαρακτηριστικό γεγονός δείχνει πως η θέση του Ντεγκρέλ στη μονάδα των Βέλγων εθελοντών δεν ήταν απλώς του υπαξιωματικού - πολυβολητού, αλλά και εκείνη του υπευθύνου "πολιτικής καθοδηγήσεως", γεγονός διόλου παράδοξο αφού η συντριπτική πλειοψηφία των ανδρών της Λεγεώνος ήταν μέλη ή οπαδοί του κόμματός του τού Rex. Η συνεκτική λοιπόν παρουσία του Ντεγκρέλ και η συ νολική ιδεολογική ομοιογένεια των ανδρών απήλλαξε τις μονάδες των Βαλλόνων από τις πολιτικές προστριβές και δυσλειτουργίες από τις οποίες βρέθηκαν να πά σχουν οι στρατιωτικοί σχηματισμοί των Δανών, Φλαμανδών και Νορβηγών εθε λοντών των SS. 6. Αυτή είναι η φοβερή περίοδος της λάσπης, η "ρασπουτίτσα". Έ να ουκρανικό γνωμικό μάλιστα λέει πως στην ουκρανική στέππα ένας κουβάς χώμα και μια κουταλιά νερό φτιάχνουν έναν κουβά λάσπη. Γερμανοί αξιωματικοί ανέφεραν κατη γορηματικούς ότι η περίοδος αυτή και όχι το ψύχος του Χειμώνα που ακολούθη σε, στάθηκε μ οιραία για την ταχύτητα των επιχειρήσεω ν τη ς W ehrm acht το Φθινόπωρο του 1941. 7. Οι κουλάκοι, οι αγρότες της Ρωσσίας και της Ουκρανίας οι οποίοι ήταν οι ίδι οι ιδιοκτήτες των κτημάτων τους και είχαν τη δυνατότητα ν’ απασχολούν εργάτες γης, αφανίσθηκαν συστηματικώς και αμειλίκτως σε μαζική κλίμακα από τους μη χανισμούς καταστολής της κομμουνιστικής εξουσίας τη δεκαετία του ’30. Οι πε ριουσίες τους κατεσχέθησαν, οι ίδιοι και οι οικογένειές τους εξορίσθηκαν και εγκλείσθηκαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, εξετελέσθησαν σε με γάλους αριθμούς ως "αντισοβιετικά στοιχεία" και, κυρίως, υπέστησαν την οργα νωθείσα υπό του κράτους λιμοκτονία που είχε δεκάδες εκατομμυρίων θυμάτων, πραγματικά. Η "Δύση" μερίμνησε ώστε να μείνει "απληροφόρητη" επ’ αυτού και άλλων πολλών, σχετικών συμβάντων. Για μια μετριοπαθή, "προσεκτική" αναφο ρά : "Η Μαύρη Βίβλος του Κομμουνισμού" των Στ. Κουρτουά και λοιπών, εκδό σεις Εστία, 2001).
Κεφάλαιο Δυο 1. GPU : G osudarstvennoye Polititsheskoye U pravleniye (Κρατική Πολιτική Διοίκησις). Αυτολεξεί εξηγεί τη λειτουργία της υπηρεσίας αυτής εντός της ΕΣ.Σ.Δ. πολύ καλύτερα κι επαρκέστερα από το απλοϊκό "σοβιετική μυστική αστυνομία". Κατά τη διάρκεια του πολέμου έγινε γνωστή ως NKVD και μεταπολεμικώς έγινε αυτό που οι περισσότεροι θυμούνται ως KGB, χωρίς κατά βάσιν να μεταβληθεί ο ρόλος της και οι δραστηριότητέςτης. Φυσικά, ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτών των δραστηριοτήτων ελάμβαναν χώρα και εκτός Ε.Σ.Σ.Δ. 2. Ούγγροι και Ρουμάνοι φιλονικούν από αιώνες για το θέμα της Τρανσυλβανίας, της γης που ορίζεται από βόρεια, ανατολικά και νότια από τον επιβλητικό όγκο των Καρπαθίων ορέων και που σήμερα ανήκει στη Ρουμανία. Πούσζτα είναι η
428
A eon Ν τεγκρελ
ουγγρική ονομασία των εκτεταμένων πεδιάδων της Ουγγαρίας. 3 . Οι επίλεκτες σιβηριανές μονάδες των Σοβιετικών ήταν ευρέως γνωστές ως "Χαμπαρόφσκ". Αποτελοΰνταν από σκληροτράχηλους Ασιάτες, καλώς εκπαιδευ μένους και εξοπλισμένους, ιδιαιτέρως για χειμερινό πόλεμο. Η βεβαιότηςτων σο βιετικών περί μη επεμβάσεως των Ιαπώνων εξ ανατολών, τους επέτρεψε να μετα φέρουν εσπευσμένως το σύνολο των δυνάμεων αυτών στα δυτικά και να αναχαιτί σουν, αρχικώς, τη γερμανική επίθεση προ των πυλών της Μόσχας και, κατόπιν, ν’ αντεπιτεθούν στις α ρχές Δεκεμβρίου του 1941. Η μη ταυτόχρονη με τους Γερμανούς ανάληψις έστω και περιορισμένων επιθετικών ενεργειών εκ μέρους της Ιαπωνίας αποτελεί, ίσως, ένα από τα σημαντικότερα στρατηγικά σφάλματα του Άξονος. Θα μπορούσε το προηγούμενο της Σοβιετο-Ιαπωνικής συρράξεως του ποταμού Καλκίν-Γκολ του 1939 να βαρύνει τόσο αποτρεπτικά στο ιαπωνικό επι τελείο το 1941; 4 . Το Μ παρινάζ ήταν μια σημαντική περιοχή ορυχείων του Αινώ, στη γαλλική πλευρά των συνόρων με το Βέλγιο. Η εξώρυξις άνθρακος έχει πια καταστεί α σύμφορη λόγω γεωλογικών παραγόντων. 5 . Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήταν θυγατέρα ενός πλούσιου εβραίου εμπόρου, που γεννήθηκε στο Ζαμόοτςτης Πολωνίας το 1870. Έ γινε γνωστή ως μαρξίστρια τα ραχοποιός η οποία έτρεφε μια βαθιά αντιπάθεια για τα Ευρωπαϊκά έθνη και, ιδι αιτέρως, εκείνο της Γερμανίας. Ωστόσο, ή ίσως για τον ανωτέρω ακριβώς λόγο, η σημαντικότερη δραστηριότητά της έλαβε χώρα εντός του Ράιχ. Ως εξέχουσα προ σωπικότητα των μπολσεβίκων Σπαρτακιστών, μαζί με τον επίσης εβραίο δικηγό ρο Καρλ Λίμπκνεχτ, αποπειράθηκαν να εγκαθιδρύοουν δια της βίας κομμουνι στικού τύπου εξουσία στο Βερολίνο, μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Συνελήφθη και εξετελέσθη από άνδρες των γερμανικών Ελευθέρων Σωμάτων (Freikorps), ό πως και ο συνεργός της Λίμπκνεχτ. 6 . Πρόκειται για την περίφημη 5η μεραρχία των Waffen SS, τότε Μηχανοκίνητη, αποτελούμενη από τα συντάγματα Γρεναδιέρω ν "G erm ania" (Γερμανοί), "Nordland" (Σκανδιναβοί) και "Westland" (Ολλανδοί και Φλαμανδοί), ενώ υπήρ χαν και εθελοντές από Φινλανδία, Βρεταννία, τις Βαλτικές χώρες και άλλοι. Έγινε αργότερα η 5η Τεθωρακισμένη Μ εραρχία των SS. Για την ιστορία της μονάδος αυτής υπάρχει το δίγλωσσο (γερμανικά & αγγλικά) "P anzergrenadiere - Der Panzerdivision "Wiking" im Bild" (M unin Verlag Gmbh), με εξαιρετικό φωτο γραφικό υλικό. 7. Οι απώλειες των στρατιών του Ράιχ και των συμμάχων τους από το ψύχος του Χειμώνατου 1941-42,του βαρύτερου της τελευταίας εκατονταετίας, ήταν υπερ διπλάσιες από εκείνες που προξενήθηκαν από τον εχθρό. Στο αρκτικό μέτωπο της Καρελίας όμως, οι απώλειες από το ψύχος των Γερμανών ήταν πολύ χαμηλότερες σε σύγκριση με τα νοτιότερα τμήματα του μετώπου, μάλλον λόγω της στενής συ νεργασίας τους με τα έμπειρα σε αυτό το είδος πολέμου στρατεύματα των σκλη
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
429
ροτράχηλω ν Φ ινλανδών. Οι στρατιανυες που έλαβαν μέρος στις μ άχες του Ανατολικού Μετώπου εκείνου του Χειμώνα, έλαβαν το ειδικό για την περίσταση Μετάλλιο του Ανατολικού Μετώπου, αποκαλοΰμενο από τους στρατιοχιες και "Μετάλλιο του Κατεψυγμένου Κρέατος". 8. Ανάμεσα στους παρασημοψορηθέντες με το Σιδηροΰν Σταυρό Β' Τάξεως ήταν και ο ίδιος ο Λεόν Ντεγκρέλ. Ημερομηνία απονομής η 13η Μαρτίου (κατά άλλες πηγές η 3η Μαρτίου) του 1942.
Κεφάλαιο Τρία 1. Για τη μη έγκαιρη και επαρκή χορήγηση χειμερινού εξοπλισμού στα στρατεύ ματα του Ανατολικού Μετώπου, η απάντηση υπάρχει στη σελ. 380 του "Goebbels, Mastermind of the T hird Reich" του David Irving (Focal Point, 1996). Βασικός υ πεύθυνος αποδεικνύετα ι πως ήταν ο αντιχιτλερικός συνω μότης σ τρατηγός Έντουαρντ Βάγκνερ, ο επικεφαλής της επιμελητείας της W ehrmacht, ο οποίος δεν απεκαλύφθη παρά μόνον μετά τα γεγονότα της 20ης Ιουλίου του 1944. 2 . Τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε γεωγραφικό πλάτος σαράντα εννέα μοιρών βόρεια. 3 . Η Πύλη του Β ραδεμβούργου σ χεδιά σθηκε και κτίσθηκε από τον Καρλ Λάνγκχανς μεταξύ 1788-1791, στην είσοδο της μεγάλης λεωφόρου Ούντερ ντεν Λίντεν (Υπό τας Φιλλύρας) του Βερολίνου. Ο Λάνγκχανς αναπαρέστησε κατ’ αυ τόν τον τρόπο τα Προπύλαια, τη μεγάλη πύλη της Ακροπόλεως των Αθηνών. Το τεράστιο τέθριππο άρμα επί της πύλης σχεδιάσθηκε από το Γκέοργκ φον Σχάντοβ με πρότυπο τα άρματα επί των οποίων οι Ρωμαίοι στρατηγοί, θριαμβεύοντες, ει σέρχονταν στη Ρώμη. 4 . 0 Λεόν Ντεγκρέλ - φέρων το βαθμό του Ανθυπολοχαγού από την 1η Μα'ί'ου του 1942 - έλαβε το Σιδηρούν Σταυρό Λ 'Τάξεω ς για τις μάχες στο λεκανοπέδιο του Ντονιέτς, με επίσημη ημερομηνία απονομής την 21η Μαϊουτου 1942. Ο Σιδηρούς Σταυρός καθιερώθηκε ως πολεμικό παράσημο κατά τη διάρκεια του Γερμανικού Απελευθερωτικού Πολέμου από το βασιλέα Φρήντριχ Βίλχελμ τον 3ο το 1813. Η ισχύς του παρασήμου ανανεώθηκε κατά το Γαλλο-Πρωσσικό πόλεμο και παρέμεινε και κατά τον Α' και Β' Παγκοσμίους Πολέμους.
Κεφάλαιο Τέσσερα 1 . Ο Π έτερ Μπρύχελ ο Πρεσβύτερος (1526 ή 1531 - 1569) υπήρξε περίφημος Φλαμανδός ζα)γράφος, που μεταξύ άλλων, έμεινε γνωστός και για τους πίνακές του όπου απεικονίζει με εύθυμο και σατιρικό τρόπο γλέντια χωρικών ("Γαμήλιο Λείπνο", "Χορός στην Εξοχή"). 2 . Η πόλη της Καπύης ιδρύθηκε σπην Καμπανίατης ιταλικής χερσονήσου από το
430
A eon Ν τεγκρελ
λαό των Ετροΰσκων και έμεινε στην αρχαιότητα συνώνυμη με τη χλιδή και τον έ κλυτο τρόπο ζωής των κατοίκων της. Ανάλογου φήμης στην αρχαία Ελλάδα ήταν η πόλη της Κορίνθου. 3 . 0 Φρανσουά Ραμπελαί (1494-1553) ήταν ένας πολυμαθής Γάλλος επιστήμων που έμεινε γνωστός για το συγγραφικό του έργο, όπου παρωδεί την επική και ιπποτική λογοτεχνία και σατιρίζει με οξύτητα το σχολαστικισμό της εκπαιδεύσεως και την υποκρισία του κλήρου, εξυμνώντας συγχρόνως τις υλικές και πνευματικές χαρές της ζωής και την ελευθερία του πνεύματος. Κεντρικά πρόσωπα των έργων του είναι ο γνωστός γίγας Γαργαντούα και ο γιος του Πανταγκρυέλ. 4 . 0 Α ρταμπάν ήταν ένας χ α ρ α κ τή ρ α ς στο μυθισ τόρημα του Γκασκόν Λα Καλπρενίντ "Κλεοπάτρα" (1647), διάσημος για την υπεροψία του. 5 . 0 Βατέλ ήταν ένας πολύ διάσημος Γάλλος μάγειρας, ο maitre d ’ hotel του με γάλου αριστοκράτη Κοντέ, και ο οποίος έμεινε θρυλικός για την αυτοκτονία του εξ αιτίας κάποιων ήσσονος σημασίας παραλείψεων σ’ ένα λαμπρό συμπόσιο που είχε ετοιμάσει κατ’ εντολή του Κοντέ προς τιμήν του βασιλέως Λουδοβίκου του Μου το 1671. 6. Οι Vieux Grognards (γερο-γκρινιάρηδες) ήταν οι παλαίμαχοι που συγκροτού σαν τον πυρήνα της περίφημης Παλαιάς Φρουράς του Ναπολέοντος. 7 . Ο ι Γερμανοί αποκαλούσαν τις μ ερ α ρ χίες τους ορεινώ ν καταδρομ ώ ν ως Gebirgsjäger, δηλ. Ορεινούς Κυνηγούς. Επρόκειτο για πραγματικά επίλεκτα στρα τεύματα που είχαν πολύ έντονη δράση καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Τα Waffen SS είχαν κι αυτά τις δικές τους μεραρχίες των Ορεινών Κυνηγών, με ση μαντικότερες τις 6. SS-Gebirgs-Division "Nord" και 7. SS-Freiwilligen-GebirgsDivision "Prinz Eugen". Για περισσότερα: "German Mountain & Ski Troops, 193945" (Osprey Military, Elite Series No. 63) και "Hitler’s Mountain Troops" του James Lucas (Arms and Armour, 1992). 8 . Φ υσικά, η σκηνή αυτή λαμ βάνει χώ ρα στην "Κ άθοδο των Μυρίων" του Ξενοφώντος και όχι στην "Κύρου Ανάβασις". 9 . Η επιχείρηση "Πυρσός" έλαβε χώρα στις αρχές Νοεμβρίου του 1942, με τα Αμερικανικά στρατεύματα ν’ αποβιβάζονται στη γαλλική Βόρειο Αφρική, δηλα δή στα νώτα των δυνάμεων του Άξονος, χω ρίς ουσιώδη γαλλική αντίδραση. Ο Ναύαρχος Νταρλάν - που διευκόλυνε τα μέγιστα την εισβολή των Συμμαχικών δυ νάμεων - δολοφονήθηκε λίγες εβδομάδες μετά από έναν γκωλλικό, ο οποίος με τη σειρά του "δικάσθηκε" και τυφεκίσθηκε τάχιστα. Ο Τσώρτσιλ "ομολογεί'" στ’ απο μνημονεύματά του: "Η δολοφονία του Νταρλάν, όσο εγκληματική κι αν υπήρξε, απήλλαξε τους Συμμάχους από τη στενοχώρια του να συνεργάζονται μαζί του και συγχρόνως τους άφησε όλα τα πλεονεκτήματα που είχε κατορθώσει να τους πα ραχωρήσει κατά τις ζωτικές ώρες των Συμμαχικών αποβάσεων."
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
431
Κεφάλαιο Πέντε 1. Η πλήρης ονομασία της μονάδος είναι τώρα 5. SS-Freiwilligen-Sturmbrigade "Wallonien", με το βαρύτερο οπλισμό της ν’ αποτελείται από τα πυροβόλα εφόδου (Sturmgeschutze)TOU 9ου Λόχου (Πυροβολαρχίας). Ο Ντεγκρέλ φέρει τώρα το βαθμό του Ομπερστουρμφύρερ (Υπολοχαγοΰ) και είναι, τυπικώς, ο αξιωματικός Επιμελητείας της Ταξιαρχίας. Θα προαχθείσε Χαουπτστουρμφύρερ (Λοχαγό) την 30η Ιανουαρίου του 1944. 2 .Τ ον Ιούλιο του 1943 έλαβε χώρα η μάχη του Κουρσκ, το πραγματικά κρίσιμο σημείο του πολέμου στο Ανατολικό Μέτωπο. Η αποτυχία της γερμανικής επιθέσεως έφερε οριστικώς τους Γερμανοΰς στη θέση του αμυνομένου και την επιχει ρησιακή και στρατηγική πρωτοβουλία στην απόλυτη κυριαρχία των Σοβιετικών. Περισσότερα για τη μάχη του Κουρσκ στα : "Operation "Zitadelle" /July 1943, The Decisive B attle o f W orld W ar II" του πολυγραφ ότατου Franz Kurowski (J.J Fedorowicz Publishing, 2003) και "The Battle o f Kursk" των David M. Glantz & Jonathan M. House (University Press of Kansas, 1999). Πολύ καλό είναι και το βι βλίο του G eorge Μ. N ip e jr . "Decision in the U k ra in e / Sum m er 1943" (J.J. Fedorowicz Publ., 1996), που καλύπτει με λεπτομερή και ευανάγνωστο τρόπο τη δράση του 2ου Τεθωρακισμένου Σ.Σ. των SS και του 3ου Τ.Σ.Σ. κατά τη μάχη του Κουρσκ και την ακόλουθη γενικευμένη σοβιετική αντεπίθεση, που επέφερε την οριστική απώλεια της νοτίου Ουκρανίας και του Χαρκόβου για το 3ο Ράιχ. 3. Το όριο ηλικίας κατατάξεως στα Waffen SS για τους εθελοντές ήταν τα 17 χρό νια, αν και δεν ήταν σπάνιες οι φορές που 15χρονοι και 16χρονοι Ευρωπαίοι εθε λοντές βρέθηκαν στις τάξεις τους. 4 . "Αρμόνια του Στάλιν" ήταν η ονομασία που είχε δοθεί σε αυτό το επίφοβο όπλο από τους στρατιώτες του Ράιχ, ενώ οι σοβιετικοί στρατιώτες το αποκαλοΰσαν χαϊδευτικώς "Κατιούσα". Η επίσημη ονομασία του ήταν Ρουκετοβόλο Χοστίκωβ και επρόκειτο για πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών των 122mm φερομένων επί φορ τηγών. Το αντίστοιχο γερμανικό όπλο ήταν το πολύ αποτελεσματικό Nebelwerfer. 5. Εδώ ο Ντεγκρέλ εννοεί τους blancs bees (κατά γράμμα "λευκά ράμφη"), τους πο λύ νεαρούς σ τρατιώ τες που υπηρέτησαν ως δραγώ νοι στο σύνταγμα του Π ρίγκηπος Σαρλ Ζοσέφ ντε λα Λιν κατά τον Επταετή Πόλεμο. Διεκρίθησαν ιδ ι αιτέρως στις μάχες της Πράγας, του Κόλιν και του Λώυδεν στα 1757 εναντίον των Πρώσσων του Φρειδερίκου του Μέγα. Την ονομασία blancs bees τους την έδωσε ο αυστριακός στρατάρχης Ντάουν, λόγω του αμούστακου, στην κυριολεξία, της εμφανίσεώς τους. Έλαβαν από την Αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία ένα λάβαρο ό που υπήρχε κεντημένο ένα μπουμπούκι τριαντάφυλλου εντός ενός δακτυλίου α πό αγκάθια και το ρητό "Qui s’y frotte s’y pique" (Ό π ο ιο ς με θυμώσει τρυπιέται).Το ίδιο ρητό βρισκόταν κεντημένο και σε ένα από τα λάβαρα των Βαλλόνων Εθελοντών 6 . Περικυκλωμένα στο θύλακο του Τσερκάσσυ βρέθηκαν το XI Σώμα Στρατού
432
A eon Ν τεγκρελ
(Στρατηγός του Π υροβολικού Βίλχελμ Στέμμερμαν) και το ΧΧΧ Χ ΙΙ Σώμα Στρατού (Αντιστράτηγος Τέο-ΧέλμουτΛίιμπ). Τα Σώματα αυτά είχαν τις 57η, 72α, 88η και 389η Μ εραρχίες Πεζικού καθώς και το Α πόσπασμα Σώματος Β (υπο λείμματα των 112ης, 255ης και 167ης Μεραρχιών) και τις μονάδες των Waffen SS "Wiking" (5η Μ εραρχία Θ ω ρακισμένω ν Γρεναδιέρω ν) και "W allonien" (5η Ταξιαρχία Εφόδου Εθελοντών). Συνολικώς, 55-60 χιλιάδες ανδρών στην αρχή της πολιορκίας. Για μια σύντομη, αλλά επαρκή αναφορά στη μάχη του Τσερκάσσυ, βλέπε το σχετικό άρθρο του Μ. Μαστοράκου στο περιοδικό "Πόλεμος & Ιστορία", τ. 18, Απρίλιος 1999.
Κεφάλαιο Έ ξι 1. Η γενική διεύθυνση των επιχειρήσεων προς απελευθέρωση των περικυκλωμένων στο Τ σερκάσσυ στρατευμάτω ν ανήκε στο γνωστό Σ τρα τάρχη Έ ρ ιχ φον Μανστάιν, υφιστάμενος του οποίου ήταν ο μονόχειρ Στρατηγός Χανς Χούμπε. Ο Χούμπε ήταν ένας από τους λαμπρότερους Γερμανούς στρατηγούς, ο οποίος α πολάμβανε και της εξαιρετικής εκτιμήσεως και του ίδιου του Χίτλερ. Ή τα ν ένας από τους 27 μόλις άνδρες των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων που έλαβε τους Αδάμαντες στο Σταυρό του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού. Η απονομή έλαβε χώ ρα την 20η Απριλίου του 1944. Την επόμενη μέρα ο Στρατηγός Χούμπε τραυμα τίσθηκε θανάσιμα όταν το αεροπλάνο που τον μετέφερε στο Βερολίνο κατέπεσε στο Ομπερσάλτσμπεργκ. Σύντομο βιογραφικό του υπάρχει στο "Knights of the Reich" του Cxunther Fraschka (SchifferPubl., 1994). Αναφορά στην όλη επιχείρη ση υπάρχει στο σ πουδα ίο βιβλίο του φον Μ ανστάιν "Ν ίκαι Α πολεσθείσαι" (Εκδόσεις Γ.Ε.Σ., Αθήνα 1962). 2 . Η "Εθνική Επιτροπή για μια Ελεύθερη Γερμανία" (N ationalkom itee Freies Deutschland) αποτελούνταν από ανώτατους (κυρίως) και ανώτερους αξιωματι κούς της W ehrmacht που είχαν συλληφθεί αιχμάλωτοι από τους Σοβιετικούς και χρησιμοποιούνταν τώρα κατά της πατρίδος τους. Προέρχονταν κατά βάσιν από την ομάδα των αριστοκρατικής καταγωγής αξιωματικών που ανέκαθεν αντιτίθονταν στον Χίτλερ και στον Εθνικοσοσιαλισμό. Τυπικώς, επικεφαλής της επιτρο πής ήταν ο Ταξίαρχος Βάλτερ φον Ζέυντλιτς Κύρτσμπαχ, αλλά τον ουσιαστικό έ λεγχο ασκούσαν κυρίως κομμουνιστές φυγάδες από τη Γερμανία (Γερμανοί και μη) και η NKVD. Άλλο "επιφανές" μέλος της επιτροπής αυτής ήταν ο Στρατάρχης Φρήντριχ φον Πάουλους, πρώην διοικητής της τραγικής 6ης Στρατιάς στη μάχη του Στάλινγκραντ. 3 . Η αναφορά στην "Das Reich" είναι οπωσδήποτε εσφαλμένη, καθώς δεν υπήρ χαν στρατεύματα της συγκεκριμένης μονάδος εντός του θυλάκου του Τσερκάσσυ, ούτε και έλαβε μέρος στην προσπάθεια απεγκλωβισμού των περικυκλωμένων. Μεταξύ 16ης Ιανουαρίου και 18ης Φεβρουάριου στο Ανατολικό Μέτωπο υπήρχε
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
433
μόνο μια Ο μάδα Μ άχης (K am pfgruppe) της "Das Reich", υπό την ηγεσία του Ομπερφΰρερ Χάιντς Λάμμερντινγκ. Αυτή η Ομάδα Μάχης κατείχε θέσεις σ’ ένα σχετικώς ήσυχο τομέα βορείως της γραμμής Μπρατάλοφ - Γκρινόβτσυ, μήκους περίπου 12-15 χιλιομέτρων. Το υπόλοιπον της μεραρχίας ανασυνεκροτείτο στη Γαλλία. 4 . Το πέρασμα του ποταμού Μπερεζίνα έλαβε χώρα στις 26-28 Νοεμβρίου του 1812, με τα κ αταρρα κω μένα υπολείμμ ατα της Μ εγάλης Σ τρα τιάς του Ναπολέοντος να καταδιώκονται απηνώς από τις ρωσσικές στρατιές και ιδιαιτέ ρως τους σκληροτράχηλους και ανελέητους Κοζάκους ιππείς. Η ολοκληρωτική πανωλεθρία απεφεΰχθη χάρη στη δράση της αποφασισμένης οπισθοφυλακής του στρατάρχη Νέυ, του "Γενναιότερου των Γενναίων" όπως τον αποκαλοΰσε ο ίδιος ο Ναπολέων. 5 . 0 Στρατηγός του Πυροβολικού Βίλχελμ Στέμμερμαν έπεσε νεκρός από έκρη ξη οβίδος τα ξημερώματα της 17ης Φεβρουάριου του 1944. Σε αντίθεση με τους Βαλλόνους SS που μετέφεραν ως το τέλος τη σωρό του νεκρού διοικητού τους, το πτώμα του Στέμμερμαν εγκατελείφθη στον εχθρό. 6 . Στην ίδια τελετή ο Έ ρ μ π ε ρ τ Ό ττο Γκίλλε έλαβε τα Ξίφη στο Σταυρό του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού και οι Λίιμπ και Στέμμερμαν (αυτός μεταθανατίως) τα Φύλλα Δρυός στο Σταυρού του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού. Ο Σταυρός του Ιππότου είχε απονεμηθεί στους Λίιμπ και Στέμμερμαν την 7η Φεβρουάριου του 1944, μεσούσης δηλαδή της πολιορκίας του Τσερκάσσυ. Ο Γκίλλε, προαχθείς στο μεταξύ οε Ο μπεργκρουππενφύρερ (Αντιστράτηγο) θα γινόταν στις 20 Απριλίου του ιδίου έτους ο 12ος - από 27 συνολικώς - άνδρας των γερμανικών ενόπλων δυ νάμεων που θα λάμβανε τους Αδάμαντες στο Σταυρό του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού. Σύντομα βιογραφικάτου Γκίλλε υπάρχουν οτα : "Knights of the Reich" (βλ. σημείωση (1) παραπάνω) και στον πρώτο τόμο του εξαιρετικού δίτομου έρ γου του Mark C. Y erger "Waffen-SS C om m anders" (Schiffer Publishing Ltd., 1997). 7 .Τ ο υποπολυβόλο PPSH με τον τυμπανοειδή γεμιστήρα χωρητικότητος εβδο μήντα ενός φυσιγγίων των 7,62 mm εξόπλισε μαζικώςτους άνδρες του Κόκκινου Στρατού, όχι μόνον τους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, αλλά και τους απλούς στρατιώτες. Επρόκειτο για ένα όπλο αξιόπιστο, φθηνό και αποτελεσματικό σε μι κρές αποστάσεις, κατάλληλο για την εκ του ουστάδην μάχη. 8 .Τον κύριο όγκο της πορείας τον αποτελούσαν άνδρες και τεθωρακισμένα οχή ματα του 1ου Τ εθω ρακισ μένου Σώ ματος Στρατού των W affen SS (Τεθ/νες. Μεραρχίες SS 1η "Leibstandarte" και 12η "Hitlerjugend") το οποίο συνεκροτείτο τον καιρό εκείνο στο Βέλγιο.
Κεφάλαιο Επτά 1. Αρκετές εκατοντάδες Βέλγων εργατών απασχολούνταν στη γερμανική βιομη
434
A eo n Ν τεγκρελ
χανία. Πολλοί εξ αυτών είχαν βρεθεί εκεί πριν το ξέσπασμα του πολέμου, καθώς η εξαιρετικά αναπτυσσόμενη γερμανική βιομηχανία είχε μεγάλη ανάγκη από ερ γατικά χέρια. Πολλοί περισσότεροι προσήλθαν, εθελοντικώς ή όχι, για εργασία στις βιομηχανίες και τα ορυχεία του Ράιχ μετά την κατάληψη της χώρας τους. 2. Πρόκειται για το 3ο (γερμανικό) Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού των SS, αποτελούμενο κατά βάσιν από την 11η Μ εραρχία Εθελοντών Θ ω ρακισμένω ν Γρεναδιέρων SS "Nordland" και την 4η Τ αξιαρχία Εθελοντών Θ ω ρακισμένοι Γρεναδιέρων SS "Nederland". Η πλήρης ιστορία του Σώματος αυτού παρατίθεται στο "Tragedy of the Faithful / A History of the III. (germanisches) SS-PanzerKorps"TOU W ihelmTieke (J.J. Fedorowicz Publ., 2001) 3 . Η πολύ παλαιά πρωτεύουσα της Εσθονίας ονομάζεται Ταλίνν (Φρούριο των Δανών) από τους Εσθονούς και Ρεβάλ από τους Γερμανούς. 4 . Η γερμανική Χάνσα (Hanse) ή Χανσεατικός Σύνδεσμος ήταν η σπουδαία γερ μανική εμπορική συνομοσπονδία των Μεσαιωνικών Χρόνων, με τις πόλεις - μέλη να απλώνονται απότηΛ υβέκη και το Ρεβάλ της Βαλτικής, ως κάτω στη Ρηνανία και ανατολικώς μέχρι το Κράκαου. Η Χάνσα ήκμασε μέχρι που επισκιάσθηκε α πό την εμπορική εξάπλωση της Αγγλίας και της Ολλανδίας κατά το 17ο αιώνα. 5 . Στην πόλη της Νάρβα δέσποζαν δύο κάστρα, το φτιαγμένο από τους Ρώσσους "Ιβάνγκοροντ" και το κτισμένο από τους Τεύτονες Ιππότες "Χερμάνια" επί της εσθονικής πλευράς του ποταμού Νάρβα. Τα δύο παμπάλαια κάστρα στέκονταν α ντικριστά με το Νάρβα να κυλάει ανάμεσά τους, στην πόλη όπου εδόθη "Η Μάχη των Ευρωπαϊκών SS". 6 . 0 Γιούργκεν Βάγκνερ κέρδισε το Σταυρό του Ιππότου τον Ιούλιο του 1943, ως Ομπερφύρερ και διοικητής του Συντάγματος "Germania" της Μεραρχίας "Wiking" και τα Φύλλα Δρυός το Δεκέμβριο του 1944 για τη διοίκηση της Τ α ξ ια ρ χ ία ς "Nederland" κατά τον Αύγουστο του 1944. Π αρεδόθη μεταπολεμικώς από τους Αμερικανούς στη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση και κρεμάσθηκε στο Βελιγράδι τον Ιούνιο του 1947, για αδιευκρίνιστα (!) "εγκλήματα πολέμου". Σύντομη βιογραφία του και φ ω τογραφ ικό υλικό υπ ά ρ χει στο δεύτερο τόμο του "Waffen-SS Commanders" (βλ. σημ. (6) του 6ου Κεφαλαίου). 7. Η "SS-Junkerschule-Tolz" ήταν η γνωστότερη Σχολή Αξιωματικών των Waffen SS, ιδρυθείσα το Σεπτέμβριο του 1934 στο Μπαντ Τόλτζ της Βαυαρίας. Για π ε ρισσότερα στοιχεία και καλό φ ω τογραφ ικό υλικό υ π ά ρ χει το "In Perfect Form ation / SS Ideology an d the SS-Junkerschule-T olz" του Jay H athew ay (Schiffer Publishing Ltd., 1999). 8 . Ο Λεόν Ζιλλίς γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1913 στο Γκουρντίν του Βελγίου. Από τους εθελοντές της Βαλλονικής Λεγεώνος, έλαβε το Σιδηρούν Σταυρό Α 'Τάξεωςτην 26η Αυγούστουτου 1942. Το Καλοκαίρι του 1944 ήταν ανθυπολοχαγός (Ο υντερστουρμφύρερ) διμ ο ιρ ίτη ς του λόχου αντιαρμ ατικώ ν του 1ου Τάγματος της "Wallonien". Ο Σταυρός του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού του α-
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
435
πενεμήθη στις 30 Σεπτεμβρίου του 1944. Ο Ζιλλίς επιβίωσε του πολέμου και πέθανε στις 24 Μαρτίου του 1977 στις Βρυξέλλες. 9 . Οι εσθονικές μονάδες και οι Εσθονοί στρατιώτες στους οποίους αναφέρεται αρκετά υποτιμητικώς ο Ντεγκρέλ δεν ήταν στρατεύματα πρώτης γραμμής, αλλά μάλλον μονάδες πολιτοφυλακής - εσωτερικής ασφαλείας μειωμένης, φυσικά, μα χητικής αξίας. Ωστόσο, οι Εσθονοί είχαν και πολύ καλής μαχιμότητος μονάδες, με προεξάρχουσα τη 20η Μεραρχία Γρεναδιέρων των SS (Estnische Nr. 1) και οι Εσθονοί που κέρδισαν το Σταυρό του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού οπωσδήπο τε ήταν περισσότεροι των Βαλλόνων. Η αγγλική βιβλιογραφία είναι, δυστυχώς, αποσπασματική, εκτός από το "Estonian Wikings" του Richard Landwehr (Shelf Books Ltd., 1999).Στη σελ. 51 μάλιστα του ανωτέρω βιβλίου ανας>έρεται πως το εσθονικό τάγμα εθελοντών των Waffen SS "Narwa" - υπαγόμενο κι αυτό οργανικώς στη Μ εραρχία "W iking - σ υμμετείχε από το Ν οέμ βριο του 1943 ως το Φ εβρουάριο του 1944 σε μ ά χες στο δάσος του Τ εκλίνο και στο θύλακο του Τσερκάσσυ, συχνά σε γειτονία με τους άνδρες της Τ αξιαρχίας "Wallonien". Ο ί διος ο Ντεγκρέλ μάλιστα τους αναφέρει προς το τέλος του 5ου Κεφαλαίου, λανθασμένως, ως Λεττονούς. Στοιχεία για τους Εσθονούς R itterkreuzträger στο κα τατοπιστικό "Their Honor was Loyalty!" του Jost W. Schneider (R. James Bender Publishing, 1993). Αναφορές και σπάνιο φωτογραφικό υλικό υπάρχουν και στον 4ο τόμο της κλασσικής σειράς "Foreign Legions of the T h ird Reich" του David Littlejohn (R. James Bender Publishing, 1994). 1 0 . To N ahkam pfspange (Καρφιτσωτό Διακριτικό για την Εκ Του Συοτάδην Μάχη) καθιερώθηκε για τους στρατιώτες που συμμετείχαν για αρκετές ημέρες σε εκ του συστάδην (σώμα με σώμα) μάχες με τον εχθρό, χωρίς να διαθέτουν υπο στήριξη τεθωρακισμένων. Είχε τρεις βαθμίδες : Μπρούτζινο για τις 15 ημέρες, Αργυρό για τις 30 ημέρες και Χρυσό για τις 50 ημέρες. Το γόητρο που απολάμ βανε η διάκριση αυτή ήταν πολύ υψηλό, το Χρυσό Nahkampfspange εθεωρείτο ι σάξιο του Σταυρού του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού, τουλάχιστον. Αυτό φαίνε ται και από το ότι οι κάτοχοι του Σταυρού του Ιππότου στα Waffen SS ήταν περί τους τετρακόσιους δέκα ενώ οι SS κάτοχοι του Χρυσού Nahkampfspange μόλις ε κατόν εννέα (ή εκατόν δέκα). Μόνον εκατόν οκτώ άνδρες απ’ όλους τους κλάδους της W ehrm acht (Heer, Waffen SS, Gebirgsjäger, Fallschirmjager) που ήταν κά τοχοι του Σταυρού του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού ήταν και κάτοχοι του Χρυσού Nahkampfspange. Ο ίδιος ο Λεόν Ντεγκρέλ ήταν επισήμως πιστοποιη μένος για 75 (!) ημέρες σώμα με σώμα μάχης.
Κεφάλαιο Οκτώ 1. Η 6η Τεθωρακισμένη Στρατιά των SS συγκροτούσε το βόρειο κέρας της επιθέσεως των Αρδεννών το Δεκέμβριο του 1944. Αποτελείτο από το 1ο Τεθ/νο Σώμα
436
A eon Ν τεγκρελ
Στρατοΰτων SS (Τεθ/νες Μεραρχίες SS 1η "Leibstandarte SS Adolf Hitler" και 12η "H itlerjugend" + 3η Μ εραρχία Αλεξιπτωτιστών και 12η και 277η Μ εραρχίες Λαϊκών Γρεναδιέρων) και το 2ο Τεθ/νο Σ.Σ. των SS (Τεθ/νες Μεραρχίες SS 2α "Das Reich" και 9η "Hohenstaufen" + 18η και 62α Μ εραρχίες Λαϊκών Γρεναδιέρων). Διοικητής της Στρατιάς ήταν ο γνωστός Ομπερστγκρούππενφύρερ (Στρατηγός) Γιόζεφ "Σεππ" Ντήτριχ. Η βιβλιογραφία για τη μάχη των Αρδεννών είναι τεράστια και ποικίλης ποιότητος... Για τον Ν τήτριχ, υπάρχει η βιογραφ ία του με τίτλο "Hitler’s Gladiator" του Charles Messenger (Brassey’s Defence Publishers, 1988). 2 . 0 Βάλτερ Μόντελ, γεννηθείς το 1891, ήταν ένας από τους 27 άνδρες των γερ μανικών ενόπλων δυνάμεων που έλαβε τους Αδάμαντες στο Σταυρό του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού. Δυναμικός, σκληροτράχηλος, δραστήριος, απαιτητικός με τους υφισταμένους του και προσιτός στους απλούς στρατιώτες της πρώτης γραμ μής, έγινε γνωστός ως "Ο Λέων της Αμύνης", καθώς ήταν πολύ αποτελεσματικός στην σταθεροποίηση καταστάσεων που έμοιαζαν απελπιστικώς δυσχερείς για τη Wehrmacht. Έφθασε το βαθμό του Στρατάρχου και αυτοκτόνηοε στις 21 Απριλίου του 1945 σ’ ένα δάσος πλησίον του Ντούισμπουργκ, πιστός στην αρχή πως ένας Στρατάρχης του Ράιχ δεν επιτρέπεται να πέσει ζωντανός στα χέρια του εχθρού. 3 . Η επ ιχείρ η σ η απελευθερώ σεω ς του Μ ουοσολίνι έλαβε χώ ρα στις 12 Σεπτεμβρίου του 1943 και όχι τον Αύγουστο του 1943. Πρόκειται για την πιο τολ μηρή σε σύλληψη και εκτέλεση - όσο και επιτυχημένη και αναίμακτη - επιχείρη ση καταδρομικού τύπου που έγινε ποτέ. Για το συγκεκριμένο γεγονός, αλλά και για το θρυλικό Ό ττο Σκορτσένυ υπάρχουν τα : "Commando Extraordinary" του Charles Foley (The N oontide Press, 1992) και, κυρίως, το auTOßlOYpaqnKO "My Commando Operations" του ιδίουτου Σκορτσένυ (Schiffer Publishing Ltd., 1995). 4 . H "Le Moniteur" ήταν Ρεξιοτική εφημερίδα κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Κεφάλαιο Εννέα 1. Η Volkssturm αποτελείτο από τις τελευταίες εφεδρείες του άρρενος δυναμικού του Ράιχ, ηλικίας από 16 ως 60 ετών. Αναλόγως των συνθηκών και των μέσων που διέθεταν, έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν για την υπεράσπιση της πατρίδος τους. 2 . Πρόκειται για το III. (germanisches) SS-Panzerkorps, του οποίου τη διοίκηση ανέλαβε πάλι τον Α πρίλιο του 1945 ο Φ ήλιξ Σ τάινερ, έχοντας το βαθμό του Ομπεργκρούππενφύρερ (Αντιστρατήγου) των SS. 3 . "Pak-Front" ονομάζονταν τα πολύ αποτελεσματικά αντιαρματικά φράγματα που συγκροτούσαν ταχύτατα οι Σοβιετικοί προς ανάσχεση των γερμανικών τεθω ρακισμένων αντεπιθέσεων. Κύριο ρόλο έπαιζε σ’ αυτά το πολύ ευρέως χρησιμο ποιούμενο και επίφοβο αντιαρματικό πυροβόλο των 76,2 mm. 4 . Οι εξακόσιοι άνδρες του Φρανοιμόντ, κάστρο και έδρα των πριγκήπων / αρ χιεπισκόπων της Λιέγης, α π ’ όπου εξόρμησαν το 1648 για να υπερασπίσουν τις
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
437
αρχαίες ελευθερίες τους κατά των βασιλέων Καρόλου του 11ου της Γαλλίας και Καρόλου του Τολμηρού της Βουργουνδίας, οι οποίοι επιδίωκαν την προσάρτηση της χώρας τους. Ηττήθηκαν και εξοντώθηκαν μέχρις ενός και η Λιέγη κατελήφθη από τους Βουργουνδούς. Το παράδειγμα της θυσίας των εξακοσίων έμεινε ζω ντανό για να εμπνέει τους πατριώτες των Κάτω Χωρών. 5 . 0 "Οργανισμός Τοντ" πήρε το όνομά του από τον Υπουργό του Ράιχ Φριτς Τόντ (1891-1942). Επρόκειτο για μια κολοσσιαία τεχνική εταιρεία κρατικών συμφε ρόντων που ήταν υπεύθυνη για την κατασκευή πληθώρας έργων κοινής ωφελείας στην επικράτεια του Ράιχ. Παραλλήλως, τομέας ευθύνης της ήταν και η κατα σκευή στρατιωτικών οχυρωματικών έργων, εργοστασίων παραγωγής πολεμικού υλικού, κλπ. 6 . Πραγματικά, οι περιπέτειες του ήρωατου Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ,του περίφη μου Κόναν του Κιμμέριου, διαβάζονταν με ζέση από την αμερικανική κι ευρω παϊκή νεολαία κατά τη δεκαετία του ’30, όπως και σήμερα. 7·ΟΖακΑερουάγεννήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου του 1924 στο Μπιντ (Μπιντς)του Βελγίου. Ο Σιδηρούς Σταυρός Α'Τάξεως του απενεμήθητην 8η Ιουλίου του 1944. Ο Σταυρός του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού του απενεμήθη την 20η Απριλίου του 1945 για τη δράση του ως ανθυπολοχαγού (Ουντερστουρμφύρερ) διοικητού του 1ου Λόχου του 69ου Συντάγματος Θωρακισμένων Γρεναδιέρων των SS της 28ης Μεραρχίας των SS "Wallonien". Ο Λερουά επιβίωσε του πολέμου.
Κεφάλαιο Δέκα 1 .0 Ρώσσος στρατηγός Αντρέι Αντρέιεβιτς Βλασσόφ, ο αποκαλούμενος από τους Σοβιετικούς και "Σωτήρας της Μόσχας" κατά τη γερμανική επίθεση του 1941, συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Γερμανούς και η 2η Στρατιά Κρούσεως που διοι κούσε κατεστράφητο 1942. Διορίσθηκε επικεφαλής της σκιώδους "Ρωσσικής Επιτροπής" από τους Γερμανούς, αλλά πέρασε πολύτιμος χρόνος ανεκμετάλλευ τος προτού η επιτροπή αυτή αφεθείνα πράξει κάτι το ουσιαστικό. Μόλις το 1945 μπόρεσε ο Βλασσόφ να προχωρήσει στη δημιουργία μονάδων (ΡΟΑ) αποτελούμενων από Ροδσσους αιχμαλώτους πολέμου των Γερμανών για να πολεμήσουν κα τά των προελαυνόντων Σοβιετικών. Χωρίς να έχουν κάποια άξια λόγου ανάμιξη στον πόλεμο, οι μονάδες αυτές προσπάθησαν να διαφύγουν προς τα δυτικά και να παραδοθούν στους Αμερικανούς, οι οποίοι τους παρέδω σαν με τη σειρά τους στους Σοβιετικούς. Ο Βλασσόφ εξετελέσθη στη Μόσχα λίγους μήνες μετά, ενώ α νάλογη τύχη είχε και το σύνολο των ανδρών του. Αυτό που δεν μπορούσε τότε να γνωρίζει ο Ντεγκρέλ ήταν πως και η μοίρα των Γερμανών αιχμαλώτων πολέμου δεν ήταν και πολύ καλύτερη στα χέρια των Αμερικαν(όν. Χαρακτηρισμένοι από τους Αμερικάνους όχι ως "Αιχμάλωτοι Πολέμου" αλλά ως "Μη Ένοπλοι Εχθροί"(!), περί το 1,5 εκατομμύριο εξ αυτών εξοντώθηκαν συστηματικώς, όπως απεκαλύ-
438
A eo n Ν τεγκρελ
φθη πολλά χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Τ α αδιαμφισβήτητα γεγονότα π α ρουσιάζονται στο εξαιρετικά τεκμηριωμένο βιβλίο του Καναδού Jam es Basque "Other Losses" (Stoddard Publ., 1989). 2 . Σίγουρα η φρουρά του Χίμμλερ και του επιτελείου του δεν ήταν απλοί "αστυ νομικοί" όπως τους αναφέρει - μάλλον με υποτιμητική διάθεση - ο Ντεγκρέλ, αλ λά άνδρες της SD (Sicherheitsdienst), της Υπηρεσίας Ασφαλείας των SS. 3 .Αν και η Λύμπεκ βομβαρδίσθηκε με εμπρηστικές βόμβες από τη R.A.F. στις 24 Μαρτίου του 1942, η χαρακτηριστική της αρχιτεκτονική με τα επτά ψηλά κωδω νοστάσια και τις συμπαγείς, γιγαντιαίες πύλες της ήταν σχετικώς άθικτη, διατη ρώντας έτσι ένα σημανιικό μέρος της παραδοσιακής όψεως της πόλεως. 4 . Κατά παρόμοιο τρόπο με τους Βαλλόνους διέφυγαν και πλήθη άλλων, μαχίμων και μη, ανάμεσά τους και οι λίγες εκατοντάδες Έλληνες εθελοντές των Waffen SS που είχαν πολεμήσει στη Δυτική ΓΙρωσσία και στο Ντάτσιγκ. Σίγουρα ο πιο "ά γνωστος" σχηματισμός των Waffen SS. 5 . Η Ελσινόρη του Άμλετ αποκαλείται Χέλσινγκορ στη σύγχρονη δανέζικη γλώσσα. 6. Ως γνωστόν τα γερμανικά στρατεύματα είχαν αποχωρήσει με τάξη από την η πειρωτική χώρα από τον Οκτώβριο του 1944. Λόγω της στρατηγικής σημασίας της Κρήτης και του κινδύνου αποχωρήσεώς τους από εκεί δια μέσου ενός Αιγαίου κυριαρχουμένου από τις αεροναυτικές δυνάμεις των Συμμάχων, η ισχυρή φρουρά της νήσου απεχώρησε ανενόχλητη μετά τη συνολική παράδοση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων το Μάιο του 1945. 7 . 0 Γερμανικός Σταυρός εις Χρυοούν εθεωρείτο ενδιαμέσου βαθμίδος παράση μο, μεταξύ Σιδηρού Σταυρού Α 'Τάξεω ς και Σταυρού του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού. Για την απονομή του απαιτούνταν έξι ξεχωριστές πράξεις ικανές ν’ α ποφέρουν η κάθε μία το Σιδηρού Σταυρό Α'Τάξεως. Επρόκειτο για αρκετά ευμέγεθες κι εντυπωσιακό παράσημο που φερόταν επί της δεξιάς τσέπης του χιτωνίου και αποκαλούνταν από τους στρατιώτες "Αυγό-Μάτι Παράσημο". Π αρά τον κα λοπροαίρετα ειρωνικό χαρακτηρισμό του, απολάμβανε σημαντικού γοήτρου με ταξύ των στρατιωτών της πρώτης γραμμής.
Κεφάλαιο Ένδεκα 1. "Ο Κύβος Ερρίφθη". Η περίφημη φράση του Γαϊου Ιουλίου Καίσαρος καθώς οδήγησε τις λεγεώνες του να περάσουν τον ποταμό Ρουβικώνα, τη διαχωριστική γραμμή της καθαυτό ρωμαϊκής επικράτειας με την εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία. Οι νόμοι της ρωμαϊκής δημοκρατίας απηγόρευαν αυστηρώς την παρουσία μεγά λων ενόπλων σχηματισμών στην επικράτειά της, παρά μόνον προα αντιμετώπιση ξένου εισβολέως. Η φράση πια σημαίνει την αναπότρεπτη, την τελεσίδικα ορι στική απόφαση και ό,τι αυτή μπορείνα επιφέρει.
Π
ε ρ ιε χ ό μ ε ν α
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ
7
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΛΕΟΝ ΝΤΕΓΚΡΕ
11
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑ ΕΞΟΡΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΥΟ ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΣΤΟ ΝΤΟΝΙΕΤΣ
35
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΑ Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΧΑΡΚΟΒΟΥ
77
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΤΟΝ ΚΑΥΚΑΣΟ ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ
103
ΚΕΦΑΑΛΙΟ ΠΕΝΤΕ ΟΧΥΡΩΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΔΝΕΙΠΕΡΟ
161
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΞΗ ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΜΕΝΌΙ ΣΤΟ ΤΣΕΡΚΑΣΣΥ
201
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΠΤΑ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ
281
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΚΤΩ Η ΒΑΛΒΙΔΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΡΔΕΝΝΩΝ
317
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΝΕΑ ΜΑΧΗ ΜΕΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΜΕΡΑΝΙΑ
335
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑ Η ΑΓΩΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΛΤΙΚΗΣ
375
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑ ALEA IACTA EST
413
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
419
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
425
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
441
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
A eon Ν τεγκρελ
442
Ο Λεόν Ντεγκρέλ ως ηγέτης του "REX", με στολή του κόμματος, σε προπολεμική φωτογραφία
Καλοκαίρι του 1941. Παρουσίαση της σημαίας της Βαλλονικής Λεγεώνος με το Σταυρό του Αγίου Ανδρέα ή Βουργουνδικό Σταυρό. Ο Άγιος Ανδρέας είναι ο προστάτης άγιος της Βαλλονίας
Ο Ντεγκρέλ ως υπαξιωματικός της ΒαλλονικήςΛεγεώνος. Στο αριστερό του μανίκι διακρίνεται καθαρά το τρίχρωμο ασπίδιο με τη λέξη "Wallonie" που έφεραν όλοι οι Βαλλόνοι εθελοντές καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
Άνδρες της Βαλλονικής Λεγεώνος φορτώνουν τις σημαίες της μονάδος στο βαγόνι του τραίνου που θα τους μεταφέρει στο Ανατολικό Μέτωπο. Ο λοχίας με το κράνος είναι ο Γιαν Χαγκεμάνς, πρώην αρχηγός της Ρεξιστικής Νεολαίας, που θα πέσει μαχόμενος στον Καύκασο το 1942
443
444
A eon Ν τεγκρελ
Το Μετάλλιο για την υπηρεσία στο Ανατολικά Μέτωπο κατάτο Χειμώνατου 1941-42. Σχεδιάσθηκε από ένα μάχιμο στρατιώτη της πρώτης γραμμής, τον Ουντερσαρφΰρερ των Waffen SS Κράουζε
Ο Ντεγκρέλ ως δεκανέας πολυβολητής
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατοαας
445
446
A eo n Ν τεγκρελ
Καύκασος, Φθινόπωρο του 1942. Ο Ντεγκρέλ ως βετεράνος πια ανθυπολοχαγός, με εμφανή τα σημάδια της κοπώσεως λόγω των σφοδροτάτων μαχών, στο πρόσωπό του
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Γ Ιρ ο ς Α ν α το λ α ς
Ο Λεόν Ντεγκρέλ σε προπαγανδισιική φωτογραφία ως υπολοχαγός. Στο πηλίκιό του των Αλπινιστών (Bergmutze) διακρίνεταιτο Εντελβάις των Ορεινών Κυνηγών (Gebirgsjäger)".
447
Ο Λυσιέν Λιππέρτ με το βαθμό του Στουρμπανφΰρερ (Ταγματάρχου) των Waffen SS, ως διοικητής τώρα της 5ης Ταξιαρχίας Εφόδου των SS "Wallonien"".
448
A eon Ν τεγκρελ
Προπαγανδιστική ταχυδρομική κάρτα για κατάταξη στην Ταξιαρχία Εφόδου των SS "Βαλλονία". Φυσικά, η μονάδα ποτέ δε διέθετε άρματα μάχης "Τίγρης" όπως αυτό της κάρτας
Πυροβόλο Εφόδου (StuG III ausf G) των Waffen SS σε κάποιο χωριό της Ουκρανίας. Ανάλογου τύπου ήταν και τα Πυροβόλα Εφόδου της βαλλονικής Ταξιαρχίας Εφόδου των SS
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
Βαλλόνοι SS στο Τσερκάσσυ, με το ηθικό τους ακμαίο. Πρώτος από αριστερά είναι ο Ομπερστουρμφΰρερ (Υπολοχαγός) Ανρί Ντερΐξ
Βετεράνοι Βαλλόνοι SS. Ορισμένοι εξ αυτών φέρουν στο δεξίτους μανίκι το Edelweiss (υπόδειγμα Wehrmacht) των Ορεινών Κυνηγών' κάτι που υ ποδηλώνει πως έλαβαν μέρος με τη Λεγεώνα στις μάχες του Καυκάσου το 1942 υπό τη γενική διοίκηση της 97ης Μ εραρχίας Ορεινών Κυνηγών
449
450
A eon Ν τεγκρελ
Ο Ντεγκρέλ λαμβάνει το Σταυρό του I ππότου του Σίδηρου Σταυροΰ από τον ίδιο τον Χίτλερ, 23 Φεβρουάριου του 1944. Στο μέσον ο Γκρουππενφύρερ Γκίλλε και στο βάθος ο Μπριγκαντεφΰρερ Χέρμαν Φεγκελέιν, σύνδεσμος αξιωματικός του Χίμμλερ στο Στρατηγείο του Χίτλερ
Σαρλερουά, 1η Απριλίου 1944. Οι σημαίες του Λόχου Διοικήσεως και του Επιτελικού Λόχου, φερόμενες από τους Ομπερστουρμ φύρερ Θΰσσεν (ο ψηλός) και Χαουπτσαρφύρερ Μποβύ
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
45 !
Άνδρες της "Wallonien" επί ενός τεθωρακισμένου "Stummel" (SdKfz. 251/9) εισέρχονται στις Βρυξέλλες επευφημούμενοι από το πλήθος, 2 Απριλίου 1944
452
A eon Ν τεγκρελ
Ο Ντεγκρέλ χαιρετά τους Βαλλόνους SS που περνούν από μπροστά του, έχοντας γύρω του τρία από τα παιδιά του. Βρυξέλλες, 2 Απριλίου 1944
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
453
Εσθονία, Αύγουστος 1944. Ο Στουρμπανφύρερ Ντεγκρέλ, διοικητής της Ομάδος Μάχης των SS "Wallonien" με τον Μπριγκαντεφύρερ (Ταξίαρχο) Γιούργκεν Βάγκνερ (αριστερά), διοικητήτης 4ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας των SS "Nederland" και της Ομάδος Μάχης των SS "Wagner". Δεξιά είναι ο Υπασπιστής του Βάγκνερ, Ομπερστουρμφυρερ Σέφερ
Ο Ουντερστουρμφύρερ Λεόν Ζιλλίς, ο δεύτερος Βαλλόνος σιον οποίο απενεμήθη ο Σταυρός του Ιππότου του Σιδηρού Σταυρού
454
Λ εον Ν τεγκρελ
Ο Χίτλερ απονέμει τα Φύλλα Δρυός επί του Σταυροΰ του Ιππότου στον Ντεγκρέλ, Αύγουστος του 1944. Στο μέσον ο Ομπεργκρουππενφύρερ Φήλιξ Στάινερ
Ο Γιόζεφ "Σεππ" Ντήτριχ, εδώ με το βαθμό του Ομπεργκρουππενφύρερ. Θα τελείωνε τον πόλεμο με το βαθμό του Ομπερατγκρουππενφύρερ και ως ένας από τους δύο μό νον άνδρες των Waffen SS που θα παρασημοφορούταν με τους Αδάμαντες επί του Σταυρού του Ιππότου (μετά Φύλλων Δρυός και Ξιφών)
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρο ς
Α νατολας
455
Νεαρότατοι άνδρες της 28ης Μεραρχίας Εθελοντών Τεθωρακισμένων Γρεναδιέρων των SS "Wallonien" στο Στεττίν. Δεύτερος από αριστερά είναι ο Ουντερστουρμφύρερ Ζακ Λερουά, ο τρίτος Βαλλόνος που κέρδισε το Σταυρό του Ιππότου. Στο μέσον είναι ο Ουντερστουρμφύρερ Αντρέ Ρεζιμπώ και πρώτος από δεξιά ο Γάλλος εθελοντής Τουγιέ
Ο Λεόν Ντεγκρέλ στην εξορία, 1975. ΓΙίσ(οτου διακρίνονται οι σημαίες των Βαλλόνων εθελοντών, οι οποίες διεοο)θησαν και φυγαδεύτηκαν μεταπολεμικώς κι αυτές στην Ισπανία
456
Λ εο ν Ν τεγκρελ
Προπαγανδιστικές αψίσες των Ευρωπαίων εθελοντών κατάταξη στα WAFFEN SS 1. Βαλλώνοι 2.Φλαμανδοί 3. Γάλλοι 4. Νορβηγοί 5. Ολλανδοί
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
457
458
A eon Ν τεγκρελ
§ § 0 ^ iM
Ε κ σ τ ρ α τ ε ία Π
ρος
Α νατολας
459
«...Δεν έχω καμμιά αμφιβολία ότι οι θυσίες και οι απίστευτοι άθλοι των WAFFEN SS θα βρούν τους δικούς τους επικούς ποιητές του αναστήματος ενός SCHILLER. Αυτό που ξεχώ ριζε τα SS ήταν η μεγαλωσύνη τους μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες. Ο πέπλος της σιωπής έπεσε πάνω στα WAFFEN SS μετά τον πόλεμο, αλλά τώρα όλο και περισσότεροι νέοι καταφέρνουν ναι μάθουν για την ύπαρξή τους, για τα κατορθώματα τους. Η φήμη τους μεγαλώνει σιγά σιγά και οι νέοι απαιτούν να μάθουν περισσότερα. Σε εκατό χρόνα όλα τα ψέμματα θα έχουν ξεχαστεί. αλλά το μεγαλείο και τον ηρωισμό των WAFFEN SS θα τα θυμούνται. Θα είναι η ανταμοιβή ενός έπους»
WALLONIE'
«I Vi .Viens a nous! L L n;..;.
ΚΙ;„Λ,,,. . . U / A l l f t M I t
LEON DEGRELLE ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΑΣ
ISBN: 960-89100-3-X