Ένας επαναστατικός οδηγός για τον
M'J=I M ik e G o n za le z
Ένας επαναστατικός οδηγός για τον
M ik e G onzalez
Ο Μαικ Γκονζάλες είναι λέκτορας στο τμήμα Ισπανικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο της Γλασκώβης. Εχει στο ενεργητικό του πολλά άρθρα και αναλύσεις για τα πολιτικά ζητήματα της Λατινικής Αμερικής. Στα ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο του Ο Τσε Γκεβάρα και η επανσοταση στην Κούβα από τις εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο. Γράφει τακτικά στο περιοδικά International Socialist Journal και είναι μέλος του Socialist Worker Party στην Βρετανία.
Φωτογραφία εξωφύλλου; ο Μάρξ σε νεανική ηλικία Μετάφραση: Κώστας Πίπας, Θανάσης Καμπαγιάννης Επιμέλεια Κώστας Πίττας ISBN: 978-960-7967-37-4 www.sek-ist.gr ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΘΗΝΑ: ΤΘ 8161 100 10, Αθήνα ΛΕΥΚΩΣΙΑ: ΤΚ 7280, Λευκωσία Τυπώθηκε το Μάρτη του 2008 σε 1500 αντίτυπα Εξώφυλλο: Παντελής Γαβριηλίδης Εκτύπωση: Αφοι Παπά ΕΠΕ, Πλαστήρα 256 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΘΗΝΑ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Φειδιου 14-16. Τ.Κ.10678, τηλ: 210 5247584
[email protected]
1. Η γέννηση ενός "βρασύτατου" επαναστάτη Ο Καρλ Μαρξ ήταν ένας επαναστάτης. Προς το τέλος της ζωής του, κάποιες φορές έλεγε ότι όταν έβλεπε τους ανθρώπους που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους "μαρξιστές", αναρωτιόταν αν ήταν μαρξιστής ο ίδιος. Υπήρξαν πολλές περιπτώσεις με τά τον θάνατο του Μαρξ το 1883, που το όνομά του χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει την τυ ραννία και την εκμετάλλευση - ισχυρισμοί που έρ χονταν σε αντίθεση με όλα όσα πίστευε. Κι όμως, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο που έγραψε με τον επιστήθιο συνεργάτη του Φρίντριχ Ένγκελς ήταν το best-seller έκπληξη στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα ο Μαρξ ήρ θε πρώτος σε ψήφους από τους ακροατές του ραδιοφώνου του BBC στην ερώτηση ποιός ήταν ο με γαλύτερος φιλόσοφος όλων των εποχών. Αλλά δεν είναι εντελώς σωστό να τον περιγρά φει κανείς σαν φιλόσοφο. Στον Μαρξ άλλωστε ανή κει η φράση "οι φιλόσοφοι έχουν μόνο ερμηνεύσει τον κόσμο, το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε ”. Αυ τή η διάσημη φράση σηματοδοτεί μια κρίσιμη στιγ μή στην ίδια την εξέλιξη του Μαρξ, τη στιγμή που ο φιλόσοφος άρχισε να μετατρέπεται σ' έναν επανα στάτη διανοούμενο.
Ο Καρλ Μαρξ γεννήθηκε το 1818, γιος μιας ευ κατάστατης εβραϊκής οικογένειας, στο Τρίερ, στη Ρηνανία της Γερμανίας. Τα στρατεύματα του Ναπολέοντα είχαν για λίγο καταλάβει την πόλη στο γύ ρισμα του αιώνα, πριν αυτή επιστρέφει crcov έλεγ χο του Πρωσικού κράτους που κυβερνιόταν από μια απόλυτη μοναρχία. Η παραμονή του Βοναπάρτη στην πόλη ήιαν σύντομη, αλλά άφησε πίσω της κάποιες από τις ιδέες της ελευθερίας και της αλλα γής που είχε εισαγάγει η Γαλλική Επανάσταση. Ο πατέρας του Μαρξ, ο Χίρσελ, ήιαν γνωστός για τα περιστασιακά δημόσια σχόλια που έκανε υποστηρίζοντας την ανάγκη ενός κανονικού αντι προσωπευτικού πολιτικού συστήματος, όσο και για την καταγγελία των διακρίσεων σε βάρος των Εβραίων στην Πρωσία. 0 Χάινριχ (είχε στο μεταξύ προσηλυτιστεί από τον Εβραϊσμό στον Προτεστα ντισμό και άλλαξε το όνομά του) δεν ήταν κάποιος επαναστάτης - αλλά δεν έμεινε και ανεπηρέαστος από τον καινούργιο άνεμο που φύσαγε σ’ ολόκλη ρη την Ευρώπη. 0 νεαρός Καρλ δεν θα μπορούσε παρά να αφομοιώσει κάποιες από τις Φιλελεύθερες ιδέες του πατέρα του. Ο πατέρας του επέμενε ότι ο Καρλ έπρεπε να σπουδάσει νομικά - ένα χρήσιμο επάγγελμα! Έτσι, το 1835, στα 17 του χρόνια, ο Μαρξ άρχισε τις νο μικές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βόννης. Αλλά τον ενδιέφερε περισσότερο η ποίηση, το κρασί και η φιλοσοφία (όχι απαραίτητα μ' αυτή τη σειρά). Αυτό ήταν εν μέρει αποτέλεσμα της επιρ ροής του Λουδοβίκου Φον Βεστφάλεν, ενός πλού
σιου φίλου της οικογένειας, που συνήθιζε να απαγ γέλλει στίχους του Σαίξπηρ και των αρχαίων Ελλή νων ποιητών στον νεαρό Καρλ. Το 1843, η κόρη του Βεστφάλεν, η Τζένη, θα γινόταν η σύζυγος και δια βίου συντρόφισσα του Μαρξ. 0 ενθουσιασμός του Μαρξ για τη φιλοσοφία δεν ήταν μόνο μια απλή ακαδημαϊκή προτίμηση. Τον καιρό που ήταν φοιτητής, οι φιλοσοφικές αντι παραθέσεις ήταν μια ευκαιρία για να ασχοληθεί κα νείς με ζητήματα σχετικά με την κοινωνία, την ιστορία και την ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπι κότητας. Ένας ξεχωριστός συγγραφέας επίσκιαζε αυτές τις παθιασμένες συζητήσεις - ο Χέγκελ. 0 Χέγκελ ήταν ένας ενθουσιώδης υποστηρικτής της Γαλλικής Επανάστασης - είχε πιστέψει ότι θα εγκαινίαζε την εποχή που η λογική θα ξεκινού σε να καθορίζει τις ανθρώπινες υποθέσεις. Αλλά τον καιρό που ο Μαρξ συνάντησε τις ιδέ ες του, ο Χέγκελ είχε γίνει ήδη ένας συντηρητικός διανοητής, πεπεισμένος ότι ο θεός αντιπροσώπευε την ύψιστη λογική - και ότι το καταπιεστικό και αυ ταρχικό πρωσικό κρότος ήταν η ύψιστη έκφρασή του. Ο Μαρξ κουβαλούσε μαζί του τις φιλελεύθε ρες ιδέες από το Τρίερ, έτσι τραβήχτηκε από μια ομάδα νεαρών φοιτητών αφοσιωμένων στο να αποκαταστήσουν τις αρχικές αντιλήψεις του δα σκάλου τους - τους νέους Χεγκελιανούς. Ήταν ο πρώιμος, ο επαναστάτης Χέγκελ με τον οποίον ταυτίζονταν. Ήταν άθεοι και φιλελεύθεροι, όπως επίσης και μποέμ και πολύ καλοί σύντροφοι στο
ποτό: ο Μαρξ το ανακάλυψε αυτό όταν μετακόμισε στο Βερολίνο και έγινε μέλος της Λέσχης τους, όπου π γ ε ν ε ιά δ α καί τα μακριά μαλλ/ά ήταν τα απαραίτητα σημάδια για έναν ριζοσπάστη διανοητή. Οι νέοι Χεγκελιανοί και όσοι βρίσκονταν δίπλα τους είχαν κοινό σημείο αναφοράς την εχθρότητά τους απέναντι στο Πρωσικό κράτος. ΓΓ αυτούς, η Γαλλική Επανάσταση του 1789 σήμαινε διαφωτισμό και αλλαγή, προοδευτικές ιδέες που θα μπορούσαν επίσης να μεταμορφώσουν τη φεουδαρχική Γερμα νία σε μια σύγχρονη καπιταλιστική δημοκρατία. 0 Μαρξ είχε ήδη προχωρήσει πέρα από τις ιδέ ες που είχε αφομοιώσει κατά τη διάρκεια των συ γκεντρώσεων στο πατρικό σπίτι του. Κι όμως, ήταν ο κύκλος των προοδευτικών επιχειρηματιών φίλων του πατέρα του και οι όμοιοι τους που χρηματοδο τούσαν τη Rheinische Zeitung (Εφημερίδα του Ρή νου), μια προοδευτική εφημερίδα που στεκόταν αντίθετη στο φεουδαρχικό Πρωσικό κράτος και την οποία ο νεαρός Καρλ άρχισε να εκδίδει με την επι στροφή του στο Τρίερ το 1841. Κατά τη διάρκεια της ζωής του Μαρξ, υπήρχε μια αλληλεπίδραση ανάμεσα στην εξέλιξη των ιδε ών του και στις εμπειρίες των πολιτικών και κοινω νικών γεγονότων που βίωνε. Ένα πρώιμο παρά δειγμα αφορούσε την κατάργηση του παραδοσια κού δικαιώματος των αγροτών να μαζεύουν ξύλα από το δάσος. Ένας νέος νόμος το βάφτιζε κλοπή, καθώς το ξύλο ήταν ατομική ιδιοκτησία. Οι βαρόνοι της γης και οι νέες βιομηχανικές τάξεις που χρημα6
τοδοιούσαν την εφημερίδα ίου Μαρξ συμφώνη σαν όχι ο νόμος ήταν απόλυτα σωστός. Έτσι, στον Μαρξ έγινε φανερό ότι μια νέα καπιταλιστική οικο νομία βασισμένη στην ατομική ιδιοκτησία θα εξα κολουθούσε να μην παρέχει καμιά εγγύηση για τους φτωχούς και τους μη-κατέχοντες. Απ’ αυτό ο Μαρξ συνειδητοποίησε επίσης όχι ένα κράτος που υπήρχε για να προστατεύει την ατομική ιδιοκτησία δεν προσέφερε καμιά προστασία στις εργαζόμενες τάξεις. Για τον Μαρξ ήταν το πρώτο βήμα προς μια κα τανόηση της κοινωνίας που είναι βασισμένη στις χάξεις. Όιαν εξέφρασε κάποιες από χις νέες χου ιδέες στην εφημερίδα, η Πρωσική κρατική λογοκρι σία βρήκε το περιεχόμενο της εφημερίδας τόσο απαράδεκτο, ώστε κινήθηκε αμέσως για να σταμα τήσει την έκδοσή της και να ξεφορτωθεί τον “ολο ένα και θρασύτερο εκδότη της". Αλλες προοδευτι κές εκδόσεις στη Γερμανία είχαν την ίδια τύχη. 0 Καρλ και η Τζένη μετακόμισαν στη Γαλλία λίγο με τά. Η αριστοκρατική οικογένεια της Τζένης δεν εντυπωσιάστηκε καθόλου από τον απένταρο και όλο και πιο ριζοσπαστικό διανοούμενο με τον οποίο η Τζένη είχε συνδέσει την τύχη της. Αλλά αυτό δεν είχε καμία σημασία για κανέναν από τους δύο.
2. Μετακομίζοντας στο Παρίσι Ένας αριθμός Γερμανών εξόριστων είχε πάει στο Παρίσι, όπου η υπόθεση των προοδευτικών ιδεών εκφραζόταν από ένα νέο περιοδικό - το Deutsche Franzosische Jachrbucher. Τον Οκτώβρη, ο Μαρξ ζήτησε από τον φιλόσοφο Λουδοβίκο Φώυερμπαχ να συνεισφέρει με ένα άρθρο του στο βα σικό του επιχείρημα ότι οι ιδέες είναι το προϊόν της κοινωνικής ύπαρξης - ότι οι πεποιθήσεις που έχουν οι άνθρωποι διαμορφώνονται από τις υλικές και κοινωνικές περιστάσεις στις οποίες ζουν. Ήταν μια ασύλληπτα σημαντική ενόραση που έδωσε στον Μαρξ την ώθηση να προχωρήσει πέρα από τον Χέ γκελ - και ακόμα και από τους νέους Χεγκελιανούς. Η συζήτηση ήταν ακόμα αρκετά αφηρημένη, αλλά σηματοδότησε την αντίληψη ότι η αλλαγή του κό σμου ήταν μια υλική διαδικασία. Αυτό που μέτραγε ήταν η επαναστατικοποίηση των ίδιων των συνθη κών της ζωής. Τότε, νέες ιδέες και νέες δυνατότη τες θα αναδύονταν σιην διάρκεια αυτής της διαδι κασίας. Η αλλαγή στη σκέψη του Μαρξ δεν ήταν απλώς ένα διανοητικό άλμα. Στην Γαλλία, ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με την πραγματικότητα μιας μαζικής εργατικής τάξης σε μια αναπτυσσόμενη
βιομηχανική κοινωνία, όπου οι κομμουνιστικές και σοσιαλιστικές ιδέες ήδη αποκτούσαν ρίζες - και όχι μόνο ανάμεσα στους Γάλλους εργάτες, αλλά και στους 40.000 και περισσότερους Γερμανούς εργά τες που είχαν μεταναστεύσει εκεί. Ο Μαρξ συγκινήθηκε από την ‘φρεσκάδα και την ευγένεια” αυτών των ακτιβιστών εργατών. «Είναι ανάμεσα σ' αυτούς τους “βάρβαρους” της πολιτισμένης κοινωνίας μας που η ιστορία προ ετοιμάζει το πρακτικό στοιχείο για την απελευθέ ρωση της ανθρωπότητας» (Καρλ Μαρξ κάι Φρίντριχ Ένγκελς, Άπαντα, τόμος 27, Μόσχα 1975, σελ. 426). Η Jachrbucher διήρκεσε μονάχα για ένα τεύ χος: τα αντίγραφα που στάλθηκαν στο τυπογρα φείο κατασχέθηκαν και προκάλεσαν την οργή της κυβερνητικής λογοκρισίας. Εντάλματα σύλληψης εκδόθηκαν για τον Μαρξ και για άλλους και οι εκ δότες τρομοκρατήθηκαν. Όχι για πρώτη φορά και σίγουρα όχι για τελευταία, ο Μαρξ βρέθηκε με πο λύ λίγες προοπτικές και με έναν οικογενειακό προϋπολογισμό που γρήγορα εξανεμιζόταν. Από μια άποψη, ήταν μια απροσδόκητη ευκαιρία να δια βάσει και να αναπτύξει τις ιδέες του μέσα σε συχνά θηριώδεις πολεμικές με άλλους μέσα στο κίνημα. Οι σημειώσεις του από εκείνη την εποχή στο Παρίσι δεν έμελλε να αποκαλυφθούν παρά αρκετά αργό τερα. όταν δημοσιεύτηκαν με τον τίτλο "Οικονομι κά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφο του 1844" (ή τα Χει ρόγραφα του Παρισιού για συντομία). Ο Μαρξ ήταν μόνο 26 χρόνων. Ωστόσο, αυτά
τα γραπτά αποτελούσαν ένα μεγάλο προχώρημα στην κατανόησή του για την εμπειρία της εργασίας σε μια καπιταλιστική κοινωνία. Η «αλλοτρίωση» δεν ήταν ένας όρος που εφηύρε ο Μαρξ: ωστόσο, ενώ προηγούμενοι φιλόσοφοι όπως ο Χέγκελ την είδαν ως μια ψυχολογική κατάσταση ή ένα στοιχείο κοινό σε όλα τα ανθρώπινα όντα που τους έλειπε η συ νείδηση, ο Μαρξ την εντόπισε στις υλικές συνθή κες της εργασίας. «0 εργάτης γίνεται ένα όλο και πιο φτηνό εμπόρευμα, όσο πιο πολλά εμπορεύματα δημιουρ γεί. Μαζί με την αυξανόμενη αξία του κόσμου των πραγμάτων προχωράει σε ευθεία αναλογία και η απαξίωση του κόσμου των ανθρώπων... η μετατρο πή της εργασίας σε πράγματα εμφανίζεται ως απώ λεια της πραγματικότητας για τον εργάτη... Η αλ λοτρίωση του εργάτη από το προϊόν του σημαίνει ότι όχι μόνο η εργασία του μετατρέπεται σε αντι κείμενο, μια εξωτερική ύπαρξη, αλλά ότι αυτή υπάρχει έξω από αυτόν... και ότι η ζωή που έδωσε σ' αυτό το αντικείμενο τον αντιμετωπίζει σαν κάτι εχθρικό και ξένο» (Καρλ Μαρξ, Οικονομικά και Φιλο σοφικά Χειρόγραφα 1844, εκδ. Διεθνής Βιβλιοθήκη, 1974, σελ. 86-87). Αυτό είναι το μεγάλο παράδοξο που είναι και ένα από τα θεμέλια της θεωρίας του Μαρξ: τα αν θρώπινα όντα αναδιαμορφώνουν τον κόσμο μέσω της εργασίας τους και δημιουργούν τα μέσα για να απελευθερωθούν. Κι όμως. στον καππαλισμό. αυτή η διαδικασία απομακρύνει τους ίδιους τους ανθρώ πους που παράγουν από τη δυνατότητα της ελευ
θερίας, γιατί τα πράγματα που παράγουν αποσπώ* νται απ' αυτούς και πωλούνται κι αγοράζονται σαν αντικείμενα - σαν εμπορεύματα - πάνω στα οποία ο εργάτης δεν έχει κανένα έλεγχο. Αυτό συμβαίνει λόγω των κοινωνικών σχέσεων που επικρατούν στην κοινωνία - το ταξικό σύστημα που δίνει στη μια τάξη την ιδιοκτησία όλων όσων παράγονται, ενώ π άλλη, η πλειοψηφία που παρά γει τα αγαθά, δεν κατέχει τίποτα άλλο εκτός από τη δυνατότητά της για εργασία, την οποία ο καπι ταλιστής αγοράζει σαν να ήταν και αυτή απλώς άλ λο ένα αντικείμενο. Και το τι παράγεται καθορίζεται από τη θέληση του καπιταλιστή να βγάλει κέρδη, όχι από τις ανάγκες της κοινωνίας. Για τους εργάτες, λοιπόν, το μόνο μέσο να υπερβούν την αλλοτρίωση είναι η πραγματική πά λη ενάντια στους καπιταλιστές. Εκείνο τον χρόνο, το 1844, οι αγώνες των υφαντουργών στη Σιλεσία της Γερμανίας έδωσαν στον Μαρξ ένα ζωντανό πα ράδειγμα τού πως οι εργάτες μπορούσαν να παλέ ψουν το σύστημα. Κοιτάζοντας πίσω στην ίδια του την χώρα, ο Μαρξ έβλεπε μια τάξη βιοτεχνών και καπιταλιστών που ήταν πολύ αδύναμοι για να τα βάλουν και να νικήσουν ένα παντοδύναμο κράτος, όπως είχαν κάνει οι Γάλλοι όμοιοι τους το 1789. Μόνο η εργατική τάξη, συνεπώς, ήταν ικανή να ανταποκριθεί σ' αυτή την πρόκληση. Όταν κάποιοι από τους συγχρόνους του επιχει ρηματολογούσαν πως οι Γερμανοί εργάτες δεν ήταν αρκετά μορφωμένοι, ο Μαρξ απαντούσε ότι είχαν άφθονη ταξική συνείδηση- και ανέφερε μία
μία τις μάχες που είχαν δώσει οι υφαντουργοί της Σιλεσίας ως την αποστομωτική απάντηση. Η παθια σμένη υπεράσπιση των υφαντουργών από τον Μαρξ σηματοδοτούσε την απόσταση που είχε δια* νύσει από τους συντρόφους του των προηγούμε νων χρόνων. Η μελέτη των Άγγλων οικονομολόγων που περιέγραψαν τις λειτουργίες του καπιταλιστικού συ στήματος παραγωγής είχε μια σημαντική συνεισφο ρά σ' αυτή τη νέα κατανόηση του Μαρξ. Καθώς τώ ρα ξεκινούσε να μιλάει για «την απελευθέρωση της εργατικής τάξης», αυτή η κατανόηση τέθηκε στην υπηρεσία του σκοπού της επανάστασης. Η Ιστορία, το γνώριζε πια, προχωρούσε από κοινωνικές δυνά μεις που επιδίωκαν οικονομικούς σκοπούς - και όχι από κάποια εξωτερική δύναμη, είτε αυτό ήταν ο θεός είτε η λογική. Στην κριτική που έκανε στη θρησκεία ο φιλό σοφος Λουδοβίκος Φώυερμπαχ είχε κι αυτός κάνει τα ίδια βήματα με τον Μαρξ. Αλλά ο Μαρξ έπρεπε να προχωρήσει ακόμα παραπέρα, μέχρι να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ιστορία κινείται μέσα από την ανθρώπινη δράση και ότι ο μετασχηματισμός της ανθρώπινης κατανόησης πραγματοποιούταν μέσα από τον αγώνα για τον μετασχηματισμό του υλικού κόσμου και των όρων της παραγωγής.
3. Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο' το 1844, ο Μαρξ κα» ο στενός συνεργάτης χου, ο Φρίντριχ Ένγκελς, συναντήθηκαν για πρώτη φο ρά2. Γιος ενός εργοσιασιάρχη, ο Ένγκελς είχε ήδη περάσει κάποιο καιρό στο εργοστάσιο του πατέρα του στο Μάντοεστερ της Βόρειας Αγγλίας και είχε δει 'την κατάσταση των εργατικών τάξεων*’ - την φτώχεια και την εκμετάλλευση στα καινούργια ερ γοστάσια, τη μιζέρια εκείνων που λειτουργούσαν την παραγωγική μηχανή ίο υ βιομηχανικού καπιτα λισμού. Και ο Ένγκελς είχε επίσης στενή επαφή με ένα αναδυόμενο μαζικό κίνημα - τον Χαρτισμό που άρχιζε να οργανώνει την αντίσταση της εργατι κής τάξης ενάντια στη φρίκη της νέας κοινωνίας. Οι δύο νέοι άντρες (ο Ένγκελς ήταν κατά τρία χρόνια νεότερος απ’ ό,τι ο Μαρξ) γνώριζαν ο ένας
1. Αυτός είναι ο τίίλος του διάσημου βιβλίου του Τζων Pnvt για τη Ρώσικη Επανάσταση. 0 Φράνοις Γουήν χον χρησιμοποιεί έξυπνο για να περιγράφει την πρώτη συνάντηση ονάμεσα στον Μαρξ και τον Ένγκελς τον Αύγουστο του 1804 (Φράνοις Γουήν, Κάρολος Μαρξ: Η ζωή του, Ωκεανίδα. Αθήνα 2001, σεη. 110). 2. Ακριβολογώντας, ήταν η δεύτερη. Είχαν ξαναουναντηθεί πριν δύο χρόνια, αλλά είχαν μόλις και μετά βίας μιλήσει.
13
τα γραπτά του άλλου προτού συναντηθούν τον Αύ γουστο στο Παρίσι. Εηρόκειτο λοιπόν για μια συνά ντηση διανοητική, το συναηάντημα δύο επαναστα τών που μοιραζόντουσαν την πίστη ότι καθήκον τους ήταν να αναπτύξουν μια νέα κομμουνιστική κοσμοθεωρία που θα συνέβαλε στον επαναστατικό αγώνα της εργατικής τάξης. Αλλά πρώτα υπήρχε μια μάχη που έπρεπε να δώσουν και να κερδίσουν μέσα στο εργατικό κίνη μα, και ειδικά με εκείνους που είχαν ακόμα κάποια επιρροή στους Γερμανούς εργάτες. Η Αγία Οικογέ νεια είναι μια μακροσκελής και συχνά δυσνόητη πολεμική, απευθυνόμενη στους νέους Χεγκελιανούς που είχαν σημαδέψει τον Μαρξ στο προγενέ στερο κομμάτι του ταξιδιού του. Τώρα ο Μαρξ και ο Ένγκελς αυτοπροσδιορίζονταν μέσω της άρνησής τους να συζητήσουν για ιδέες, παρά μονάχα στο πλαίσιο της πολιτικής. «Οι ιδέες δεν μπορούν να φέρουν σε πέρας τί ποτα απολύτως. Προκειμένου να υπάρχουν ιδέες, χρειάζονται άνθρωποι που μπορούν να ασκήσουν πραγματική δύναμη» (αναφέρεται στο August Nimtz, Marx and Engels: Their Contribution to the Democratic Breakthrough. Albany 2000, σελ.1). Απ' αυτό το σημείο και πέρα, ο Μαρξ και ο Ένγκελς ξεκίνησαν να χτίζουν την οργάνωση που θα μπορούσε να προετοιμάσει την επανάσταση, αυτό που ο Ένγκελς αποκαλούσε "ανοιχτό πόλεμο των φτωχών ενάντια στους πλούσιουςΟι δραστπριότητές τους δεν διέφευγαν της προσοχής των πρα κτόρων του κράτους, ούτε στη Γαλλία όπου ζούσε ~ΰΓ~
ακόμα ο Μαρξ, ούτε στη Γερμανία όπου ο Ένγκελς μιλούσε σε πολιτικές και εργατικές συγκεντρώσεις. Η γερμανόγλωσση εφημερίδα για την οποία έγρα φε ο Μαρξ, η Vorwarts, απαγορεύτηκε από τις γαλ λικές αρχές το 1844. Κάποιες βδομάδες αργότερα, τον Φλεβάρη του 1845, ο Μαρξ απελάθηκε από τη Γαλλία κάτω από την πίεση του γερμανικού κρά τους. 0 Ένγκελς έφυγε από τη Γερμανία δύο μήνες αργότερα, πεπεισμένος ότι η διαταγή για την απέ λασή του ήταν ήδη δρομολογημένη. Οι δύο επαναστάτες συναντήθηκαν ξανά στις Βρυξέλλες, στο Βέλγιο, όπου εφαρμοζόταν ακόμα κάποιος βαθμός πολιτικής ανοχής, αν και πάντοτε κάτω από την παρακολούθηση της αστυνομίας. 0 Μαρξ ήδη ετοίμαζε τις Θέσεις για τον Φώυερμπαχ και τη Γερμανική ιδεολογία. Οι επαναστάσεις γίνο νταν από πραγματικούς εργάτες σε συγκεκριμένες περιστάσεις - και ο Ένγκελς μπορούσε να παρέχει ζωντανές αποδείξεις τόσο των εργατικών αγώνων όσο και των υλικών συνθηκών που ο Μαρξ είχε ήδη περιγράφει γενικά στα Χειρόγραφα του 1844. Η φι λοσοφία - η προσέγγιση του κόσμου μέσω των ιδε ών - αντικαταστάθηκε τώρα από την επαναστατική πρακτική, τη σφυρηλάτηση των εργαλείων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν το τέλος του καπιτα λισμού και της αλλοτρίωσης. 0 μαρξισμός θα γινό ταν η θεωρία και η πρακτική της εργατικής επανά στασης. ο Μαρξ και ο Ένγκελς διατύπωσαν αυτό το νέο όραμα στη Γερμανική Ιδεολογία, όπου ο κομ μουνισμός οριζόταν ως «το δόγμα των συνθηκών
για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης». Οι θέ σεις για τον Φώυερμπαχ, μόλις σε τρεις σελίδες και έντεκα καθαρούς ορισμούς, εξέφρασαν με δραμα τική καθαρότητα την πελώρια τομή που έκαναν οι δυο τους. Οι νέοι Χεγκελιανοί είχαν επιχειρηματο λογήσει ότι οι ιδέες και οι συνήθειες παρήγαγαν πράξη. ΓΓ αυτό και είχαν σχολιάσει περιφρονητικά την απεργία των υφαντουργών της Σιλεσίας, γιατί δεν ήταν ακόμα "αρκετά συνειδητοί". Εξίσου περι φρονητικά, ο Μαρξ αντέτεινε ότι αλλάζοντας τον κόσμο, οι άνθρωποι αλλάζουν τη σκέψη τους. Η ιστορική διαδικασία, έλεγε, ήταν "η σύμπτωση της αλλαγής του εαυτού και της αλλαγής των συνθη κών". «Η ζωή δεν καθορίζεται από τη συνείδηση, αλ λά η συνείδηση από τη ζωή» (Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, Η Γερμανική Ιδεολογία, εκδ. Γκούτερμπεγκ). Ήταν ακόμα μια ενόραση που επέτρεψε στον Μαρξ και τον Ένγκελς να δουν πώς χρησιμοποιού νται οι ιδέες για να συντηρούν τις ταξικές διαιρέ σεις. Όπως το έθεσαν στη Γερμανική Ιδεολογία: «Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες, δηλαδή η τάξη που είναι η κυρίαρχη υλικά δύναμη σε μια κοινωνία είναι ταυτόχρονα η κυρίαρχη διανοητική δύναμη» (στο ίδιο). Όλα αυτά που παρουσιάζονται ως κοινή γνώ μη, ως οικουμενικές γενικές αλήθειες, είναι στην πραγματικότητα αυτό που ο Μαρξ αποκαλεί ιδεο λογία - με άλλα λόγια ένας τρόπος να βλέπουμε 16
και να καταλαβαίνουμε τον κόσμο από την άποψη μιας τάξης. Και ακόμα, η τάξη αυτή ελέγχει όχι μό νο τα μέσα παραγωγής, αλλά και σε μεγάλο βαθμό τα μέσα που παρουσιάζονται και ερμηνεύονται τα πράγματα. Έτσι, για παράδειγμα, ο εθνικισμός μάς λέει ότι όλοι σε μια χώρα έχουν κοινά συμφέροντα, όμως αυτό εξυπηρετεί μόνο την απόκρυψη βαθιά ριζωμένων ταξικών συγκρούσεων στην καρδιά της κοινωνίας. Η ιδεολογία συντηρεί την κοινωνική συ νοχή, τις περισσότερες φορές για τα συμφέροντα των κυρίαρχων - κρύβοντας τα υλικά συμφέροντα πίσω από μια αληθοφανή μάσκα. Αλλά αυτή η απόκρυψη δεν μπορεί να συμβαί νει χωρίς η κυρίαρχη ιδεολογία να ενισχύεται συνε χώς και επαναλαμβανόμενα από την άρχουσα τάξη. Επειδή, η καθημερινή εμπειρία υπενθυμίζει διαρκώς στους ανθρώπους ότι ζουν σ' έναν άνισο και άδικο κόσμο. Εκεί που κάποτε οι εκκλησίες έκαναν προπαγάνδα και ενδυνάμωναν την κυρίαρχη ιδεο λογία, στην σύγχρονη κοινωνία μας το καθήκον πέ φτει στην εκπαίδευση από τη μια μεριά και στη μα ζική κουλτούρα από την άλλη, ώστε να διασπείρει και να ενδυναμώσει τέτοιες ιδέες. Είναι η σύγκρου ση ανάμεσα στην εμπειρία της εκμεταλλευόμενης πλειοψηφίας και στην κυρίαρχη ιδεολογία, που γεννά δυνατότητες για τις νέες ριζοσπαστικές ιδέες να κερδίσουν έδαφος. Όταν οι εργάτες είναι σε ανοιχτή εξέγερση κόντρα στο σύστημα, εκατομμύ ρια μπορούν να κερδηθούν σε νέες ιδέες που αντανακλούν τα πραγματικά τους συμφέροντα. Έτσι, ο Μαρξ έφτασε στο περίφημο συμπέρα ?7
σμά του στο τέλος των θέσεων για τον Φώυερμπαχ ότι οι φιλόσοφοι έπρεπε να κάνουν περισσότερα από το να αναζητούν απλώς να κατανοήσουν τον κόομο - έπρεπε να είναι ενεργητικό κομμάτι στους αγώνες για τον μετασχηματισμό του. Αυτό ήταν το σχέδιο στο οποίο ο Μαρξ και ο Ένγκελς θα αφιέρω ναν τώρα τη ζωή και την ενεργητικότητά τους. Το 1845, ο Μαρξ συνόδεψε τον Ένγκελς στην Αγγλία, όπου συνάντησε τους Χαρτιστές ηγέτες και πολλούς άλλους. Μόνο μετά από δική τους επιμο νή, τον ίδιο χρόνο καλέστηκε μια συγκέντρωση σο σιαλιστών που ζούσαν στο Λονδίνο. Παρότι ούτε ο Μαρξ ούτε ο Ένγκελς μπορούσαν να παρευρεθούν, ήταν μια πρόγευση του τι θα επακολουθού σε. Και οι δυο τους είχαν μιλήσει εμφατικά για τον διεθνή χαρακτήρα του καπιταλισμού και επιχειρη ματολογούσαν για την ανάγκη μιας απάντησης της εργατικής τάξης εξίσου ικανής να υπερβαίνει τα σύνορα. Πίσω στις Βρυξέλλες, σχημάτισαν τις Επι τροπές Κομμουνιστικής Αλληλογραφίας, πρόγονο της Διεθνούς. Ο σκοπός τους ήταν να ξεκινήσουν την διαδικασία "του κερδίσματος του προλεταριά του στις πεποιθήσεις μας\ θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αυτό ήταν το σπέρμα ενός νέου πολιτικού κόμματος ικανού να σχετίζεται απευθείας με τους αγώνες της εργατικής τάξης. Όσο απλό κι αν φαίνεται αυτό, αξίζει να θυ μόμαστε πως η πεποίθηση ότι οι επαναστάτες θα έπρεπε να δουλεύουν μέσα και μαζί με την εργατι κή τάξη, της οποίας η απελευθέρωση ήταν η κινη τήρια δύναμη της επανάστασης, δεν ήταν κοινό 18~
κτήμα όλων όσων αποκαλούνιαν επαναστάτες. Σε καμιά περίπτωση! Σ' αυτό το στάδιο και ενώ, ιδιαίτερα ο Μαρξ, ποτέ δεν εγκατέλειπε το αυστηρό συγγραφικό του πρόγραμμα, ήταν τα ζητήματα της οργάνωσης που απασχόλησαν τόσο αυτόν όσο και τον Ένγκελς. Αν και κανείς δεν μπορούσε αναγκαστικά να προβλέψει τα επαναστατικά γεγονότα του 1848, υπήρχε ήδη μια αλλαγή στο κλίμα, καθώς οι δυο άνδρες ξεκινούσαν να συγκεντρώνουν τους ηγέτες του ευ ρωπαϊκού σοσιαλισμού και να ξεκαθαρίζουν την Φύση της σχέσης τους με το εργατικό κίνημα. Και το έκαναν αυτό, όπως το συνήθιζαν, με σκληρές αντιπαραθέσεις με τις άλλες τάσεις μέσα στο κίνη μα, των οποίων οι ιδέες θα είχαν οδηγήσει σε πολύ διαφορετικά είδη οργανωτικής έκφρασης. Οι ιδέες του Πιερ-2οζέφ Προυντόν, για παρά δειγμα, εξέφραζαν τις πεποιθήσεις των αυτοαπα σχολούμενων τεχνιτών και των ειδικευμένων εργα τών που επιχειρηματολογούσαν υπέρ της δημιουρ γίας συνεταιρισμών οι οποίοι θα λειτουργούσαν έξω από τα κυκλώματα του κεφαλαίου. Ο Πρου ντόν ήταν εχθρικός απέναντι στα συνδικάτα και «αντίθετος με την επανάσταση». Πιο σημαντικές ήταν οι ιδέες ανθρώπων, όπως ο ριζοσπάστης ρά φτης Βίλχελμ Βάιτλιγκ, ο οποίος, όπως και ο Γάλ λος Αύγουστος Μπλανκί, παρέμεναν σκεπτικιστές για το αν οι εργάτες ήταν ακόμα έτοιμοι να κάνουν την επανάσταση. Μέχρι να είναι έτοιμοι, έλεγαν, το καθήκον έπεφτε σε μικρές συνωμοτικές ομάδες να δράσουν για λογαριασμό των εργατών, κανένας 19
από τους δύο δεν φαινόταν να πτοείται από την αποτυχία κάθε τέτοιας απόπειρας - ιδιαίτερα από τον Μπλανκί και τους οπαδούς του - να φέρουν σε πέρας με επιτυχία μια τέτοια μέθοδο κοινωνικής αλλαγής. Για τον Μαρξ και τον Ένγκελς, αυτές οι ιδέες ήταν ένα σημαντικό εμπόδιο για την οικοδόμηση μιας επαναστατικής οργάνωσης σύμφωνα με το μο ντέλο του Χαρτισμού - μιας μαζικής οργάνωσης ερ γατών. Από τα τέλη του 1846, οι ιδέες τους κερδί ζουν νέους υποστηρικτές, ειδικά στην Ένωση των Δικαίων του Λονδίνου, που ήταν πιο ανοιχτή στην επιρροή των χαρτιστών απ’ ό,τι οι άλλοι ευρωπαϊ κοί πυρήνες της οργάνωσης. Υπήρχε, βέβαια, κάποια καχυποψία για τους «ηπειρωτικούς διανοούμε νους» που έμοιαζαν τόσο κυρίαρχοι στην Ευρώπη. Αλλά για τον Μαρξ και τον Ένγκελς, το ζήτημα τώ ρα ήταν η δημιουργία ενός κόμματος, ή έστω κά ποιος κοινής μορφής ορ^νωσης. Αυτός θα ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι ιδέες τους θα κέρδιζαν αποδοχή. Επιχειρηματολογούσαν από τις Βρυξέλ λες προτείνοντας τακτικές συγκεντρώσεις των Επι τροπών Αλληλογραφίας και ξεκίνησαν να συζητούν ζητήματα στρατηγικής και τακτικής: για παράδειγ μα, τι σχέση θα έπρεπε να έχουν οι Γερμανοί κομ μουνιστές με τους φιλελεύθερους μεταρρυθμι στές. Αυτή η δραστηριότητα ήταν η πιο αποτελε σματική απάντηση στην κατηγορία ότι ο Μαρξ και ο Ένγκελς δρούσαν απλώς ως διανοούμενοι. Καθώς η ατμόσφαιρα στην Γερμανία γινόταν 20
όλο και πιο τεταμένη και καθώς το κίνημα των Χαρτιστών <πην Αγγλία συνέχισε να μεγαλώνει, οι δύο άντρες ήταν αηορροψημένοι με ζητήματα πολιτι κής οργάνωσης - και τα γραπτά τους συνεισέφεραν σ' αυτό το γενικότερο καθήκον. 0 πυρήνας της Ένωσης των Δικαίων στο Λονδί νο κάλεσε τώρα μια διεθνή συνάντηση στο Λονδίνο την 1 Μάη 1847. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς δεν ήταν ενημερωμένοι γΓ αυτό το κάλεσμα , αλλά ένας απεσταλμένος ταξίδεψε στις Βρυξέλλες για να τους πείσει να γίνουν μέλη στην Ένωση και να πα ρακολουθήσουν τη συνάντηση του Μάη. Ήταν η καθαρότερη απόδειξη της αυξανόμενης πολιτικής τους επιρροής μέσα στο κίνημα. Τελικά, η συνάντηση πραγματοποιήθηκε νωρίς τον Ιούνη του 1847: ήταν το πρώτο συνέδριο της «Κομμουνιστικής Ένωσης», όπως μετονομάστηκε η Ένωση των Δικαίων. Στο εισαγωγικό κάλεσμα αυτόπροσδιοριζόταν «με την αντίθεσή της στην υπάρχουσα κοινωνική τάξη και την ατομική ιδιοκτησία, με την επιθυμία της για κοινή ιδιοκτησία». Μόνο ο Ένγκελς και ο στενός συνεργάτης τους. ο Ουίλιαμ Βολφ. μπόρεσαν να παρευρεθούν στη συνάντηση. Κι όμως η επιρροή του «κόμματος των Μαρξ-Ένγκελς» ήταν ήδη εμφανής και θα γινόταν εμφανέ στερη καθώς πλησίαζε το δεύτερο συνέδριο της Ένωσης τον Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Κι αυτό γιατί οι στόχοι της Ένωσης γίνονταν ολοένα και πιο καθαροί. Όπως το έθετε ο Ένγκελς: «ο Κομμουνισμός δεν είναι δόγμα, αλλά κίνη μα. προχωράει όχι από αρχές αλλά από γεγονότα. 21
και cio βαθμό που είναι θεωρία, είναι η θεωρητική έκφραση της θέσης του προλεταριάτου σ' αυτή τη μόχπ... και των προϋποθέσεων της απελευθέρω σής του» (παρατίθεται στον Nimtz, ο.π., σελ.52). Το Συνέδριο του Νοέμβρη συγκέντρωσε αντι προσώπους από αρκετές χώρες, οι οποίοι συζήτη σαν και επιχειρηματολόγησαν επί δέκα μέρες για το είδος του κινήματος που επρόκειτο να χτίσουν. 0 Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν και οι δύο παρόντες και όταν η ώρα της συμφωνίας έφτασε τελικά, ήταν αυτοί που χρεώθηκαν τη συγγραφή του μανιφέ στου της νέας οργάνωσης. Στις Βρυξέλλες ο Μαρξ φάνηκε να διστάζει, ή το λιγότερο να καθυστερεί το γράψιμο - και αυτό το έκανε κάποιος που μπο ρούσε να «βομβαρδίσει» με χιλιάδες σελίδες σε ελάχιστο χρόνο. Αλλά η τελευταία διορία από το Λονδίνο του κέντρισε τη διάθεση. Τέλη Φλεβάρη 1848, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, γραμμένο σε μεγάλο βαθμό από τον Μαρξ, αλλά έχοντας τα ονόματα τόσο του Μαρξ όσο και του Ένγκελς, στάλθηκε στο τυπογραφείο. Την ώρα που έφτασε η στιγμή να κυκλοφορήσει, για την ακρίβεια μόλις λί γες μέρες αργότερα, η Ευρώπη βρέθηκε σε ανα βρασμό.
4. Κολυμπώντας μέσα στην επαναστατική πλημμυρίδα Ή ιαν ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα χου Μαρξ και του Ένγκελς ότι είχανε γράψει το Μανι φέστο, ένα έργο που εξέφρασε τόσο καθαρά το πνεύμα του 1848 πριν αυτό να έχει κάνει ακόμα την εμφάνισή του. Πρόκειται για την καταγραφή εκείνης της πολιτικής προσέγγισης και ερμηνείας του κόσμου που επίμονα παίρνει σαν αφετηρία την υλική πραγματικότητα της εποχής της και αναγνω ρίζει τις εντάσεις και τις συγκρούσεις που βρίσκο νται, συχνά σχεδόν αδιόρατες, κάτω από την επι φάνεια. Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς έβλεπαν, στην περί φημη εισαγωγική φράση του Μανιφέστου, ότι: «Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώ πη, το φάντασμα του κομμουνισμού...» (Το Μανιφέ στο του Κομμουνιστικού Κόμματος, εκδ. Θεμέλιο, σελ. 40) Δεν πρόκειται για κάποια συνηθισμένη πολιτική παμφλέτα: είναι ένα παθιαομένο μανιφέστο και ταυτόχρονα ένα όραμα. Για έναν αναγνώστη του 21ου αιώνα, και για όσους το διάβασαν στο ενδιά μεσο, ακουγόταν και ακούγεται απίστευτα σύγχρο νο. Περιγράφει έναν κόσμο που μπορούμε αμέσως να αναγνωρίσουμε σήμερα. Κι όμως, όταν γράφτη κε το Μανιφέστο, αυτός ο κόσμος ήταν ακόμα στην 23
παιδική του ηλικία. Ο βιομηχανικός καπιταλισμός, που ο Μαρξ κατανοούσε τόσο βαθειό, ήταν μονάχα σιην πρώτη φάση της αμείλικτης προόδου του. ο Μαρξ και ο Ένγκελς είχαν ήδη ξεσκεπάσει την εκ μετάλλευση πάνω στην οποία βασιζόταν ολόκληρο το σύστημα, την απανθρωποποίηση που προκαλούσε το κυνήγι του κέρδους. Κι όμως το είχαν κά νει τόσο νωρίς που δεν μπορούσαν να γνωρίζουν πόσο ανατριχιαστικά και εξαιρετικά ακριβή θα ήτανε τα λόγια τους για τις επόμενες γενιές: «Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να εηαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα εργαλεία παραγω γής, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής... γενικά όλες τις κοινωνικές σχέσεις... Ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβε βαιότητα και η κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες. Διαλύονται όλες οι σταθερές, σκουριασμένες σχέσεις... κι όλες οι και νούργιες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να γίνουν σκέλεθρα. Καθετί στέρεο και ακίνητο εξατμίζεται, καθετί ιερό βεβηλώνεται, και στο τέλος οι άνθρωποι αναγκάζονται να αντικρύσουν με νηφάλιο μάτι τη θέση τους στη ζωή και τις μεταξύ τους σχέσεις. Η ανάγκη για μια συνεχώς επειαεινόμενη αγο ρά για τα προϊόντα της κυνηγά την αστική τάξη πά νω σ' όλη την υδρόγειο. Είναι υποχρεωμένη να φωλιάζει παντού, να εγκαθίσταται παντού, να δη μιουργεί σχέσεις παντού», (στο ίδιο, σελ. 46) Χρειάζεται προσπάθεια από τη μεριά του ανα γνώστη για να θυμηθεί ότι αυτά έχουν γραφτεί πριν 24
η αναζήτηση του πετρελαίου απορροφήσει τη Μέ ση Ανατολή και να τη μετατρέψει σε πεδίο μάχης για συμφέροντα που εδρεύουν στην άλλη άκρη χου πλανήτη, πριν η Nike και η Coca-Cola σφραγί σουν με το λογότυπό τους χιλιάδες διαφορετικές κουλτούρες, πριν μια απόφαση του χρηματιστηρίου του Λονδίνου να μπορεί να καταστρέφει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων στις φτωχές χώρες. Αυτό που είναι παντοδύναμο εδώ δεν είναι απλώς η ακρίβεια της ανάλυσης, η περιγραφή της λειτουργίας και του σφυγμού του καπιταλιστικού συστήματος. Είναι ακόμα το παθιασμένο ξεσκέπασμα, η δύναμη της καταγγελίας που υπάρχει κάτω απ' αυτά τα λόγια. Αυτό εξάλλου είναι ένα κομμουνιστικό μανιφέ στο - αναγνωρίζει τον επιθετικό δυναμισμό του κα πιταλισμού, αλλά έρχεται για να θάψει το σύστημα, όχι για να το επαινέσει. Το ερώτημα είναι ποιος θα είναι ο νεκροθάφτης. Η απάντηση έρχεται λίγο αργότερα στο ίδιο το Μανιφέστο. Καθώς ο καπιταλισμός αναδύεται μέσα από την παλιό κοινωνία, το μικρομόγαζο απορροφάται από τα μεγάλα εργοστάσια, οι μικροί χωρικοί και αγρότες γίνονται εργάτες στο εντατικοποιημένο σύστημα παραγωγής των σύγχρονων αγροκτημά των που εφοδιάζουν τις σύγχρονες πόλεις, οι μι κρέμποροι τσακίζονται από τις ολοένα αυξανόμε νες μονάδες του εθνικού και διεθνούς εμπορίου οι ΒΡ και οι Halliburton αρχίζουν να σχηματίζονται. Οι εργάτες που τραβιούνται από τις ολοένα με γαλύτερες βιομηχανίες μέσα και γύρω από τις πό-
Πεις, συναντάνε μια καινούργια τυραννία: «Οι εργατικές μάζες στριμωγμένες στα εργο στάσια, οργανώνονται στρατιωτικά. Τους βάζουν σαν κοινούς βιομηχανικούς στρατιώτες κάτω από την επίβλεψη μιας ολόκληρης ιεραρχίας από υπαξιωματικούς και αξιωματικούς. Δεν είναι μονάχα σκλάβοι της αστικής τάξης, του αστικού κράτους, αλλά κάθε μέρα. κάθε ώρα υποδουλώνονται από τις μηχανές, από τον αρχιεργάτη και πριν απ’ όλα από τον ίδιο τον αστό εργοστασιάρχη». (στο ίδιο. σελ.51) Αρχικό, οι εργάτες στριμωγμένοι ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, τρομοκρατημένοι από τους εργοστασιάρχες και απειλούμενοι από τους επιστάτες, δεν προβάλλουν αντίσταση με κανέναν οργανωμένο τρόπο, αν και κατά καιρούς θα ξεσπά σουν την οργή και τον πόνο τους, σπάζοντας τις μηχανές. Η ειρωνεία, φυσικά, είναι ότι ο εχθρός δεν εί ναι η μηχανή, αλλά μόνον οι σκοποί που εξυπηρε τεί. Αυτό, όπως το είδε ο Μαρξ, είναι και το παρά δοξο. Όσο περισσότερο ικανοί είναι οι άνθρωποι να παράγουν, τόσο κοντύτερα φτάνουν στη δυνατό τητα της ελευθερίας από τη σκλαβιά της εργασίας. Κι όμως, μέσα στον καπιταλισμό, αυτή τη δυνατό τητα τούς την αρπάζουν μέσα από τα χέρια. Η μη χανή, αντί να απελευθερώνει την κοινωνία, την σκλαβώνει ακόμα περισσότερο. Αλλά συμβαίνει και κάτι άλλο. Το προλεταριάτο, η εργατική τάξη, δεν σπρώχνεται μονάχα προς τις πόλεις: συγκεντρώνε ται κιόλας όλο και περισσότερο, καθώς η παραγω 26
γή γίνεται όλο και πιο περίπλοκη και μηχανοποιη μένη. επιτρέποντας στα αφεντικά να εξάγουν ακό μα περισσότερο κέρδος. Αυτό με τη σειρά του δίνει στους εργάτες μια μεγαλύτερη συλλογική δύναμη που κάνει εφικτή την οργάνωσή τους και την ανα μέτρηση με τα αφεντικά της μηχανής. Έτσι. για τον Μαρξ, η εργατική τάξη ήταν το υποκείμενο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί ο Μαρξ εξιδανίκευε τους εργά τες με οποιονδήποτε τρόπο, ούτε τους θεωρούσε σκληρότερους ή καλύτερους μαχητές ή με κάποιον τρόπο απαλλαγμένους από τις αντιφατικές αντιλή ψεις που γεννιούνται σε μια καπιταλιστική κοινω νία. Οι εργάτες σαν άτομα μπορούν να είναι τόσο εγωιστές ή σεξιστές ή απάνθρωποι όσο και οποιοσ δήποτε άλλος. Ήταν η μοναδική θέση που κατα λάμβαναν οι εργάτες στη νέα καπιταλιστική κοινω νία, αυτή που τους έδινε τόσο το συμφέρον για την αλλαγή της κοινωνίας όσο και τη δυνητική ισχύ για να την επιχειρήσουν. Είναι μια τάξη ανθρώπων χωρίς καμιά ιδιοκτησία και που το μόνο τους όπλο είναι η ίδια τους η συλλογική δύναμη. Ο Μαρξ έγραψε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο στις Βρυξέλλες, κατά το μεγαλύτερο τμήμα του καθισμένος στο καφέ Γαλάζιος Παπαγάλος στην κεντρική πλατεία - την Place de la Ville. To Μανιφέ στο έφυγε για το τυπογραφείο τον Φλεβάρη του 1848. Και τη στιγμή που κυκλοφόρησε, έφταναν από τη Γαλλία τα νέα των οδοφραγμάτων και των οδομαχιών, ο μισητός Γκιζό, ο γάλλος πρωθυπουρ γός, παραιτήθηκε και η παραίτηση του βασιλιά ακο~
27
λούθηοε την αμέσως επόμενη μέρα. Μέσα σε λί γες βδομάδες, το πνεύμα της εξέγερσης έφτασε στο Βερολίνο και μια άλλη κυβέρνηση κατέρρεε. Ο Ένγκελς έγραφε ενθουσιασμένος: «οι φλόγες της Τιλερί και του Παλέ Ρουαγιάλ είναι η αυγή του προλεταριάτου... Παντού η εξουσία της αστικής τά ξης είναι έτοιμη να συντρίβει... Η Γερμανία, ελπί ζουμε, θα ακολουθήσει...». (Άπαντα, ο.π., σελ.356). Οι αρχές στις Βρυξέλλες τρομοκρατήθηκαν μπροστά στις φλόγες που άρχισαν να καίνε την Ευ ρώπη απ' άκρη σ’ άκρη και η ανοχή που έδειχναν στην οικογένεια Μαρξ έφτασε σε ένα απότομο τέ λος. Τον Μάρτη ο Μαρξ απελάθηκε στο Παρίσι και εκεί ανακοίνωσε ότι η πρωτεύουσα της Γαλλίας θα ήταν από εδώ και μπρος το κέντρο της κομμουνι στικής Ένωσης. Λίγο αργότερα τον συνάντησε ο Ένγκελς και οι δυο άνδρες άρχισαν να προετοιμά ζουν την επιστροφή τους στην Γερμανία. Όμως, υπήρχαν μεγάλε αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους γερμανούς εξόριστους που επέστρεφαν: κάποιοι από αυτούς ήθελαν να ιδρύσουν ένα εκστρατευτικό σώμα. μια «γερμανική λεγεώνα» που θα ξεκινού σε την ένοπλη εξέγερση. 0 Μαρξ υποστήριζε ότι αυτό ήταν λάθος. Για τον Μαρξ, το κλειδί βρισκό ταν στην προώθηση της οργάνωσης ενός εργατι κού κινήματος, αλλά μέσα στα πλαίσια του ευρύτε ρου κινήματος για την δημοκρατία. Το Απρίλη, ο Μαρξ επέστρεψε στη Γερμανία και άρχισε να ετοι μάζει την έκδοση μιας νέας καθημερινής εφημερί δας στην Κολονία, της Neue Rheinlsche Zeitung (Νέα Εφημερίδα του Ρήνου), σαν εργαλείο παρέμ28
βάσης στην πολιτική συζήτηση μέσα στο επανα στατικό κίνημα. Στις κορυφαίες στιγμές της, η εφη μερίδα έφτασε να πουλά 5.000 φύλλα. Τέσσερα χρόνια πριν, η πρώιμη εκδοχή αυτής της εφημερίδας είχε την υποστήριξη της ταραγμέ νης γερμανικής μεσαίας τάξης. Αυτή τη φορά, όμως, η μεσαία τάξη φάνηκε απρόθυμη να στηρίξει την προσπάθεια του Μαρξ, που ασκούσε μεγάλη κριτική στους νέους θεσμούς οι οποίοι επιβλήθη καν μετά την κατάρρευση του παλιού καθεστώτος - όπως η νέα Εθνοσυνέλευση. Παντού σε όλη τη Γερμανία φτιάχνονταν εργατικές ομάδες, αν και τα αιτήματά τους είχαν την τάση να εστιάζουν είτε αποκλειστικά σε άμεσα οικονομικά ζητήματα ή σε καθαρά ζητήματα δημοκρατίας. Όταν κυκλοφόρη σε η Neue Rheinische Zeitung το Ιούνη, ο Μαρξ και ο Ένγκελς την είδαν σαν τη βάση ενός οργανω τικού πόλου για τους κομμουνιστές. Τι συνέβαινε, όμως, με την Κομμουνιστική Ένωση; 0 Μαρξ κι ο Ένγκελς θεωρούσαν ότι η Ένωση ήταν πολύ μικρή για να μπορεί να ασκήσει επιρροή στα γεγονότα που παρέσερναν χιλιάδες ανθρώπους στην πολιτική δράση. Σε μια εποχή αναταραχής και ραγδαίων αλλαγών το κλειδί βρι σκόταν στο να μπορούν οι επαναστάτες να ασκούν επιρροή στο τεράστιο κίνημα, παρά να διαχωρίζουν τους κομμουνιστές από αυτό ή ακόμα χειρότερα να στρέφονται εναντίον του. Κεντρική στη νέα αντίλη ψη του Μαρξ ήταν η ιδέα ότι οι μεγάλες αλλαγές στη συνείδηση έρχονται σαν αποτέλεσμα των υλι κών αλλαγών, αλλά όχι αυτόματα. Οι νέες ιδέες 29
μπορούν να υιοθετηθούν μόνο στο βαθμό που εί ναι παρούσες μέσα σιο κίνημα. Αυτό ήταν το επι χείρημα που χαρακτήρισε την οργισμένη πολεμική του Μαρξ ενάντια σε έναν άλλο γερμανό σοσιαλι στή ηγέτη, τον Gottschalk, του οποίου οι ιδέες υποστήριζαν ότι οι εργάτες έπρεπε να μείνουν έξω από το ευρύτερο επαναστατικό κίνημα. Στην πραγματικότητα, το γερμανικό εργατικό κίνημα βρισκόταν σε μια φάση ανάπτυξης όπου διεκδικούσε την κατάκτηση των δημοκρατικών του δικαιωμάτων. Στην Βρετανία, αντιθέτως, το κίνημα των Χαριιστών είχε φτάσει στο αποκορύφωμα της επιρροής του - και σίγουρα ο Μαρξ κι ο Ένγκελς το έβλεπαν σαν την πρωτοπορία του εργατικού κινή ματος στην Ευρώπη. Αλλά εξίσου, ήταν απόλυτα ξεκάθαροι ότι η κοινή δράση με τα φιλελεύθερα στοιχεία δεν έπρεπε ποτέ να σημαίνει την παραχώ ρηση σε αυτά της πολιτικής ηγεσίας του κινήματος. Την ώρα που διανέμονταν τα πρώτα φύλλα της Neue Rheinische Zeitung τα γεγονότα στην Ευρώ πη έμπαιναν για μια ακόμα φορά σε μια νέα φάση. Στην Γαλλία, οι δημοκρατικές υποσχέσεις της φιλε λεύθερης κυβέρνησης που αντικατέστησε τη μο ναρχία τον Φλεβάρη, αποδείχθηκαν ψεύτικες. Οι άμεσες κατακτήσεις του Φλεβάρη, βρέθηκαν κάτω από την επίθεση της νεοεκλεγμένης Εθνοσυνέλευ σης στην οποία πλειοψηφούσε η δεξιά. Τον Ιούνη καταργήθηκαν τα εθνικά εργαστήρια που εξασφά λιζαν στους εργάτες των πόλεων την στοιχειώδη επιβίωση, αφήνοντάς τους στη μοίρα τους. Οι μά ζες ξεχύθηκαν στους δρόμους του Παρισιού. Αυτή 30
τη φορά συνάντησαν την βάρβαρη καταστολή. Όταν ο Μαρξ κατάγγειλε τη θρασύδειλη συμπερι φορά της γαλλικής αστικής τάξης, οι γερμανοί αστοί είδαν αυτές τις επικρίσεις σαν να κατευθύνονται εξίσου εναντίον τους κι απέσυραν την υποστή ριξη στην εφημερίδα του Μαρξ. Τον Ιούλιο, στη Γερμανίο η σχετικά φιλελεύθε ρη κυβέρνηση σντικαταστάθηκε από μια άλλη που ήταν πολύ πιο φιλική προς την αντίδραση και η έκ δοση της εφημερίδας απαγορεύτηκε πάνω από μια φορά τους μήνες που ακολούθησαν. Καθώς από τη Βιέννη μέχρι το Βερολίνο τα δημοκρατικά δικαιώ ματα απειλούνταν όλο και περισσότερο, ο Μαρξ και η εφημερίδα του έγιναν οι κύριοι υπερασπιστές των εργατικών δικαιωμάτων. Έριξε όλο το βάρος που του έδινε το κύρος του σε μια στρατηγική που απέβλεπε να κτίσει την επιρροή του ανάμεσα στους εργάτες - κάτι που αργότερα θα αποκαλού* σε «επανάσταση σε διάρκεια». Αλλά ταυτόχρονα επιχειρηματολογούσε ενεργά ενάντια σε πρόωρες πράξεις που θα μπορούσαν να φέρουν την κατα στολή της αντίδρασης πριν ακόμα το κίνημα είναι έτοιμο να αντισταθεί. Ήταν μια εποχή, όπως την ονόμασαν ο Μαρξ κι ο Ένγκελς, «επαναστατικής αυτοσυγκράτησης». Επειδή ήταν φανερό και στους δυο ότι η αντεπανάσταση προετοιμαζόταν για αντεπίθεση. Γτη Βιέννη το κίνημα αντιμετώπισε την κατα στολή στους δρόμους. Σε πολλά μέρη της Γερμανί ας έγιναν μαζικές διαδηλώσεις συμπαράστασης στους αυστριακούς συντρόφους. Τον Οκτώβρη δια31
φαινόταν ήδη η ήττα του κινήματος, αλλά η αντε πανάσταση χρειάστηκε ακόμα δυο μήνες πριν δια κηρύξει τη νίκη της στο Βερολίνο και τη Γερμανία συνολικά, πραγματοποιώντας ένα πραξικόπημα που έθεσε επικεφαλής του Πρωσικού κράτους τον Φρειδερίκο τον 4ο. Όλους τους επόμενους μήνες ο Μαρξ κι ο Ένγκελς δούλεψαν ακούραστα, ειδικά μέσα από την εφημερίδα τους, για να συσπειρώ σουν τις δημοκρατικές δυνάμεις, να σφυρηλατή σουν συμμαχίες ανάμεσα στους εργάτες και τους αγρότες και πάνω απ' όλα να αναλύσουν και να κα τανοήσουν το κίνημα στη Γερμανία σαν κομμάτι μι ας παγκόσμιας εικόνας. Παρά τις αλλεπάλληλες υποχωρήσεις στη Γερ μανία, οι συνεχιζόμενοι αγώνες σε άλλα μέρη στην Ευρώπη ενθάρρυναν τον Μαρξ να είναι αισιόδοξος για τις επαναστατικές δυνατότητες που υπήρχαν και να δώσει την υποστήριξή του σε εκείνες τις ορ γανώσεις, όπως τις περιφερειακές συνελεύσεις Φρανκφούρτης και του Μπάντεν. που εξακολου θούσαν να προβάλουν κάηοια αντίσταση. Από τα μέσα του 1849 το επαναστατικό κίνημα ήταν σε πλήρη υποχώρηση. Η ουγγρική εξέγερση είχε συντρίβει από το στρατό της Τσαρικής Ρωσίας. Στη Γερμανία η αντίδραση είχε επικρατήσει καθαρά. Στις 16 Μαϊου ο Μαρξ διατάχθηκε να εγκαταλείψει την Κολονία και έφυγε για το Παρίσι την επόμενη μέρα. Στο μεταξύ, ο Ένγκελς κατατάχθηκε στο στρατό των εξεγερμένων του Μπάντεν. Πριν φύ γουν, το τελευταίο τεύχος της Neue Rheinische Zeitung τυπώθηκε όλο με κόκκινο μελάνι: 32~
«Αναγκαστήκαμε να παραδώσουμε το φρούριό μας. αλλά αποχωρήσαμε με τον οπλισμό και τις αποσκευές μας, με την μπάντα να παίζει και τη ση μαία να κυματίζει... Η τελευταία μας λέξη πανιού και πάντα θα είναι: απελευθέρωση της εργατικής τάξης», (αναφέρεται από τον Nimtz, σελ.101).
5. Κοιτάζοντας πίσω, κοιτάζοντας μπρος Η φήμη του Μαρξ ως αγκιτάτορα και ως θεω ρητικού ηγέτη του ανερχόμενου επαναστατικού κι νήματος σήμαινε πως οι αρχές τον αντιμετώπιζαν με καχυποψία όπου κι αν πήγαινε. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Παρίσι και να επιστρέφει με την οικογένειά του στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1849. Λίγο αργότερα τον συνάντησε εκεί ο φίλος και σύ ντροφός του Φρίντριχ Ένγκελς. Το παρατσούκλι του Ενγκελς στους κύκλους των επαναστατών ήταν «ο στρατηγός», λόγω του αυξανόμενου ενδια φέροντος που έδειχνε στα ζητήματα της οργάνω σης της επαναστατικής εξέγερσης με βάση την εμπειρία του από τη Γερμανία. Αν και τα επαναστατικά κινήματα στην Ευρώπη βρίσκονταν σε υποχώρηση, και οι δυο όνδρες ήταν αρκετά αισιόδοξοι στην προοπτική νέων ξεσηκω μών στη Γερμανία και στη Γαλλία. Η οικογένεια Μαρξ, όπως φαίνεται καθαρά στην αλληλογραφία της Τζένι, βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάστα ση. Όσα λεφτά τούς είχαν απομείνει τα ξόδεψαν για την περίθαλψή των πολιτικών συντρόφων τους που έρχονταν κυνηγημένοι από τη Γερμανία και για την έκδοση ενός ακόμα περιοδικού που το πρώτο από τα πέντε τεύχη του κυκλοφόρησε τον Ιανουά 34~
ριο του 1850. Το σκοτεινό φθινοπωρινό Λονδίνο βρήκε την Τζένι έγκυο και τον Μαρξ να προσπαθεί να της συμπαρασταθεί, ενώ ταυτόχρονα είχε το μυαλό του στην προοπτική να κτίσει ένα κίνημα στηριγμένο στα σημαντικά γεγονότα που είχαν εξε λιχθεί το 1848-9. Το 1848 ο Μαρξ και ο Ένγκελς υποστήριζαν ότι η κομμουνιστική Ένωση έπρεπε να αυτοδιαλυθεί και ήταν πιο επείγον για τους σοσιαλιστές να συμ μετέχουν στα πλατύτερα κινήματα που εμφανίζο νταν μέσα στις επαναστατικές συνθήκες και να πα λέψουν για την ιδεολογική ηγεμονία μέσα σε αυτά. Από τις αρχές του 1850, όμως, είχε γίνει πια καθα ρό ότι τα βασικά καθήκοντα ήταν πια διαφορετικά. Έτσι άρχισαν να επιχειρηματολογούν ξανά για την αναγκαιότητα της επανίδρυσης της Ένωσης. Ανα γνώριζαν ότι η μεγαλύτερη συνεισφορά στην επό μενη φάση του κινήματος ήταν η δημιουργία μιας επαναστατικής οργάνωσης που να μπορεί να κατα νοεί και να διδάσκεται από τα γεγονότα που ήταν ακόμα φρέσκα στη μνήμη των ακτιβιστών της εργα τικής τάξης και των σοσιαλιστών στην Ευρώπη. ο Μαρξ ανέλυσε αυτά τα γεγονότα σε τρία ιστορικά κείμενά του. Την Διακήρυξή του προς την ανανεωμένη Κομμουνιστική Ένωση (τον Μάρτη και Ιούνη του 1850) και σε μια σειρά άρθρα που δήμοσιεύθηκαν στο σύντομο διάστημα που κυκλοφόρη σε το περιοδικό τους (ανάμεσα στον Ιανουάριο και τον Οκτώβριο) και που αργότερα εκδόθηκαν με τον τίτλο 0/ Ταξικοί Αγώνες στη Γαλλία 1848Ί850. Το τρίτο κείμενο που εξιστορεί αυτά τα γεγονότα, Η 35
18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπόρτη είναι ίσως ίο πιο λαμπρό ιστορικό γραπτό του Μαρξ. Και τα τρία κείμενα δεν αποτελούν ακαδημαϊκές ερμη νείες ενός αντικειμενικού και εξωτερικού παρατη ρητή. Ο Μαρξ ήταν εκλεγμένος πρόεδρος της Κομ* μουνιστικής Ένωσης και είχε αφιερωθεί στο κτίσιμο μιας σοσιαλιστικής οργάνωσης που θα μπορούσε να διδαχθεί από τις επαναστάσεις του 1848 και να στηριχθεί στην παράδοσή τους. Όπως έλεγε «Η επανάσταση είναι νεκρή, Ζήτω η επανάσταση!». Τα συμπεράσματα και οι οι αντιλήψεις που έβγαλε ο Μαρξ από τις επαναστάσεις του 1848 για μια ακόμα φορά ξένισαν του σύγχρονούς του. Σε αντίθεση με πολλούς άλλους σχολιαστές που δη μοσίευσαν τις δικές τους εκδοχές για τα γεγονότα, ο Μαρξ τα αντιμετώπισε από τη σκοπιά της εργατι κής τάξης και της προσπάθειας να εξαχθούν οι πο λιτικές και οργανωτικές συνέπειές τους για τους σοσιαλιστές του μέλλοντος. Το πρώτο συμπέρασμα ήταν ότι σε κάθε περί πτωση η επανάσταση αρχικά έφερε σημαντικές με ρίδες της μεσαίας τάξης σε κοινή πάλη με την ερ γατική τάξη. Όμως, αυτή η κοινή δράση αποδείχθη κε πολύ προσωρινή και στη Γερμανία και στη Γαλ λία. Και στις δυο περιπτώσεις, η αστική τάξη που θα ήταν η κύρια ωφελημένη από την εγκαθίδρυση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας - το κύριο άμε σο κέρδος των επαναστάσεων του 1848 - φοβόταν ότι η διαδικασία δεν θα σταματούσε εκεί και ότι η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της θα προχωρού σαν τα πράγματα πολύ μακρύτερα απειλώντας την 36
-
ίδια την ύπαρξη της ατομικής ιδιοκτησίας. Έτσι στράφηκαν ενάντια στους πρώην συμμάχους τους
και επιδίωξαν συμβιβασμό και συμφωνίες σε πολΑές περιπτώσεις με τις παλιές άρχουσες τάξεις που μόλις πρόσφατα ήθελαν να ανατρέφουν. Με δοσμένο, λοιπόν, ότι ο μετασχηματισμός της καπιταλιστικής κοινωνίας δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει σε πέρας από μια τάξη που έχει στόχο τη διατήρησή της, γίνεται επιτακτικό για την εργατική τάξη να μπορέσει να συνεχίσει τον Μετασχηματι σμό ανεξάρτητα από τους χθεσινούς συμμάχους της. Το συμφέρον της αστικής τάξης ήταν να κλεί σει την επανάσταση όσο πιο γρήγορα γίνεται, «ενώ το δικό μας συμφέρον, και δικό μας καθήκον, είναι να κάνουμε την επανάσταση διαρκή». Η ιδέα της διαρκούς επανάστασης έχει ταυτιστεί με τη σκέψη του Λέον Τρότσκι. Αλλά οι καταβολές της βρίσκο νται εδώ, στις εκτιμήσεις του Μαρξ από την επανα στατική εμπειρία του 1848. Ταυτόχρονα, ο Μαρξ είχε εμπλακεί και σε μια σκληρή αντιπαράθεση με τους Μπλανκιστές οι οποίοι, έχοντας παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην εξέγερση του Παρισιού, προπαγάνδιζαν την άποψη ότι η επανάσταση έπρεπε να είναι αποτέλεσμα μι ας συνωμοτικής δράσης. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν κάθετοι σε αυτό το σημείο. Ήταν κρίσιμο για την εργατική τάξη να οργανωθεί ανεξάρτητα από την αστική τάξη, έχοντας επίγνωση ότι αργά ή γρή γορα η αστική τάξη θα επιχειρούσε να σταματήσει το κίνημα. Η ανεξάρτητη οργάνωση θα μπορούσε να επιτευχθεί στο βαθμό ηου το εργατικό κίνημα 37
θα είχε μια ξεκάθαρη κατανόηση των ταξικών του συμφερόντων, των συμφερόντων των άλλων κοι νωνικών τάξεων και του πώς θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η επανάσταση. Ήταν ζωτικής ση μασίας ζήτημα ότι τουλάχιστον ένα τμήμα των ερ γατών θα το είχε καταλάβει αυτό πριν από το επό μενο επαναστατικό ξέσπασμα. Άρα, το τωρινό καθήκον ήταν το κτίσιμο ενός επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Ίσως ο Μαρξ να ήταν υπερβολικά αισιόδοξος για την άμεση προοπτική της επανάστασης σε αυτή τη φάση (όπως αναγνωρίζει ο Ένγκελς στον πρόλογο μιας κατοπινής έκδοσης των Ταξικών Αγώνων που εκδόθηκε μετά το θάνατο του Μαρξ). Αλλά είχε απόλυτο δίκιο να επιμένει ότι το καθήκον για τους επαναστάτες ήταν να κτιστεί το κόμμα που θα μπο ρούσε να κερδίσει την ηγεσία του επαναστατικού κινήματος και να το οδηγήσει στον τελικό του στό χο. Και ο στόχος, όπως τον προσδιορίζει εδώ, είναι «η δικτατορία του προλεταριάτου». Λίγες από τις λέξεις που χρησιμοποίησε ο Μαρξ έχουν παρεξηγπθεί όσο οι παραπάνω. Η λέξη «δικτατορία» έχει ταυτιστεί με τη δολοφονική φρίκη ενός κόσμου που γνώρισε το Ναζισμό, τον Σταλινι σμό και τις ατέλειωτες εκδοχές των τυραννικών κα θεστώτων που έχει δημιουργήσει ο καπιταλισμός τα προηγούμενα εκατό και πάνω χρόνια. Όταν χρη σιμοποιούσε τη λέξη ο Μαρξ, δεν είχε το ίδιο νόη μα. Στην πραγματικότητα, αναφερόταν σε όλες τις μορφές του κράτους, ανεξάρτητα από το βαθμό δημοκρατίας που τις χαρακτήριζε. Για τον Μαρξ. 38
κάθε κράτος ήταν ένα όργανο ταξικής κυριαρχίας. Στη Γαλλία και τη Γερμανία το μετεπαναστατι* κό κράτος, που πολλοί από τους υπουργούς του εί χαν υπάρξει βραχυπρόθεσμα σύμμαχοι της εργατι* κής τάξης στον αγώνα για δημοκρατία, στράφηκαν ενάντια στους εργάτες με απίστευτη αγριότητα. Τι είδους κράτος, ρωτούσε ο Μαρξ, θα προστάτευε τα συμφέροντα της πλειοψηφίας; Και η απάντηση που έδινε ήταν: «η αποκλειστική πολιτική κυριαρχία της εργατικής τάξης με όλες τις επαναστατικές αλλα γές των κοινωνικών συνθηκών που συνεπάγεται». (Άπαντα, σελ. 298) Μόνο ένα τέτοιο κράτος θα μπορούσε να υπερασπίσει τις νίκες των εργατών και να επιβάλλει τον μετασχηματισμό των κοινωνι κών συνθηκών που θα τις εξασφάλιζαν. Σε αυτή τη φάση, ο Μαρξ είχε μόνο μια γενική ιδέα - μια θεω ρία - για το πώς θα ήταν η συνέχεια. Το 1871, η Πα ρισινή κομμούνα του αποκάλυφε την πραγματικό τητα. Για έναν επαναστάτη υλιστή σαν τον Μαρξ, ήταν ξεκάθαρο ότι «οι ιδέες δεν αλλάζουν την ιστορία» εκτός αν ενσαρκωθούν, αποκτήσουν φο ρέα στις ζωντανές κοινωνικές δυνάμεις που παλεύ ουν μέσα στις υλικές συνθήκες που κάνουν δυνατή αυτή την αλλαγή. Το να κατανοήσει κανείς τις δυ νάμεις που κινούν τον καπιταλισμό και ποιες είναι οι συνθήκες που δημιουργούν κρίση, ήταν ένα θε μελιακό καθήκον για τον Μαρξ, τόσο όσο και η δη μιουργία οργανώσεων της εργατικής τάξης και η πολιτική προετοιμασία των μελών τους.
ό. «Μια νέα επιστημονική αντήληψη» Από τα μέσα της δεκαετίας του 1850 στον Μαρξ είχε γίνει πια καθαρό ότι η επανάσταση δεν ήταν πλέον στην ημερήσια διάταξη. 0 ευρωπαϊκός καπιταλισμός έμπαινε σε μια περίοδο ανάπτυξης και επέκτασης, αλλά η αστική δημοκρατία ελάχιστα και με αρκετή δυσκολία απαλλασσόταν από τα υπολείμματα της παλιάς τάξης πραγμάτων. (Όπως έδειξαν και οι διώξεις των γερμανών κομμουνιστών στην Κολωνία, μετά από μια αποτυχημένη απόπει ρα δολοφονίας ενάντια στον αυτοκράτορα της Πρωσίας). Μέσα στην Κομμουνιστική Ενωση ξέσπασαν σκληρές αντιπαραθέσεις. Υπήρχαν πολλοί στην ηγεσία της οργάνωσης που ήταν πεισμένοι πως η επανάσταση ήταν μια άμεση δυνατότητα και το μό νο που χρειαζόταν ήταν ένοπλη ετοιμότητα και ισχυρή αφοσίωση στο στόχο. Σαν επακόλουθο, επί σης, των κινημάτων του 1848, η διαμάχη άρχισε να αποκτά και εθνικιστικό χαρακτήρα, καθώς οι Γερμα νοί σύντροφοι τόνιζαν ιδιαίτερα τον ριζοσπαστισμό της δικής τους εθνικής εργατικής τάξης. Επομένως, για τον Μαρξ και τον Ένγκελς διακυβεύονταν δύο ζητήματα: πρώτον, το επαναστα τικό κίνημα, όπως τόσο ξεκάθαρα τόνιζαν στο Κομ 40
μουνιστικό Μανιφέστο, έπρεπε να έχει διεθνιστικό χαρακτήρα. Και δεύτερον, η επανάσταση θα ξεσπά σει μέσα από ένα συνδυασμό υποκειμενικών παρα γόντων (η συνείδηση των εργατών και η ηγεμονία ανάμεσα τους των επαναστατικών ιδεών) και αντι κειμενικών παραγόντων (οι κρίσεις του συστήμα τος). «Η παγκόσμια προοπτική που χαρακτήριζε το Μανιφέστο υποκαταστάθηκε από ένα γερμανικό εθνικό σημείο αναφοράς, ενώ ταυτόχρονα άρχισαν να ενθαρρύνονται τα εθνικιστικά συναισθήματα των γερμανών τεχνιτών. Η υλιστική αντίληψη του Μανιφέστου έδωσε τη θέση της στον ιδεαλισμό. Η επανάσταση δεν αντιμετωπίζεται σαν προϊόν μιας πραγματικής κατάστασης, αλλά ως αποτέλεσμα μι ας προσπάθειας της θέλησης. Ενώ εμείς λέμε στους εργάτες: έχετε μπροστά σας 15, 20. 50 χρό νια ταξικού πολέμου με στόχο να αλλάξετε την κα τάσταση και να εκπαιδευτείτε για να εξασκήσετε την εξουσία ΐαυτοί λένε] πρέπει να πάρουμε την εξουσία αμέσως, αλλιώς ας πάμε να πέσουμε για ύπνο στα κρεβάτια μας» (αναφέρεται από τον Nimtz, σελ.143-44) Οι καιροί δεν ήταν εύκολοι για τον Μαρξ. Η οι κονομική του κατάσταση ήταν τρισάθλια και ήταν αναγκασμένος να αλλάζει συνέχεια σπίιια με την οικογένεια του. Η ανιδιοτελής και αδιάκοπη οικονο μική υποστήριξη από τον Ένγκελς ήταν το μόνο πράγμα που τράβηξε πολλές φορές την οικογένεια Μαρξ από την άκρη του γκρεμού. Στο τέλος του χρόνου πέθανε ο πολυαγαπημένος τους γιος, ο ~ 4Ϊ
Χάίνριχ. Έξι μήνες αργότερα, η καμαριέρα τους γέννησε ένα αγόρι, τον Φρέντι, του οποίου ο πατέ ρας ήταν σχεδόν σίγουρα ο Μαρξ - αν και ποτέ δεν τον αναγνώρισε. Στην πραγματικότητα, ο Ένγκελς αποδέχθηκε την πατρότητα για να προστατεύσει τον φίλο και σύντροφό του - δεν ήταν ούτε η πρώ τη. ούτε η τελευταία θυσία του» 0 Μαρξ τώρα εγκαταστάθηκε στη συνηθισμένη του θέση στο αναγνωστήριο του Βρετανικού Μου σείου. Ξεκινούσε την εξαιρετικά φιλόδοξη εργασία του (φιλόδοξη για τον καθένα εκτός από το Μαρξ), να ερευνήσει και να περιγράφει τα γενικά χαρακτη ριστικά του καπιταλιστικού συστήματος σαν σύνο λο. Μερικοί μέσα στο κίνημα τον κατηγόρησαν ότι με αυτό τον τρόπο ηαραιτείται από την πολιτική. Όμως ο Μαρξ κι ο Ένγκελς ποτέ δεν έκαναν πίσω από το στόχο της πολιτικής οργάνωσης - δεν εγκατέλειψαν ποτέ την ιδέα της οικοδόμησης ενός κόμματος, έστω και με άτυπους τρόπους μέχρι τη δημιουργία της Διεθνούς το 1864. Ο Μαρξ ούτε μια στιγμή δεν αποσύρθηκε από τις πολεμικές με άλλους σοσιαλιστές, ούτε έπαψε να γράφει τακτικά άρθρα και παμφλέτες. Στην ανά παυλα που ακολούθηοε την διάσπαση της Κομμου νιστικής Ενωσης, αυτές οι αντιπαραθέσεις και οι πολεμικές ήταν κομμάτι της διαδικασίας του κτισί ματος ενός νέου κόμματος. Όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτή τη φάση ο Μαρξ θεωρούσε τις μελέτες και τις έρευνές του για το καπιταλιστικό σύστημα ως το κύριο πολιτικό του καθήκον. Δεν ήταν απλά ένα ζήτημα 42
να γνωρίσει καλύτερα τον εχθρό. Σκοπός του ήταν να κατανοήσει τις κινητήριες δυνάμεις του καπιτα λιστικού συστήματος και τις αντιθέσεις και εντάσεις που παρήγαγε η ανάπτυξή του. Και με δεδομένο ότι η κρίση ήταν αναπόφευκτη, ήταν σημαντικό να την προβλέψεις, πότε και πού θα εμφανίζονταν οι ρωγμές. Όλα αυτά ήταν κομμάτι της δουλειάς της προετοιμασίας των κομμουνιστών για τις μελλοντι κές μάχες της ταξικής πάλης. Το καθήκον που έβαλε στον εαυτό του ήταν να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο ο καπιταλι σμός σαν ένα παγκόσμιο σύστημα λειτουργεί και αναπτύσσεται μέσα στο χρόνο - να αποκαλύψει, όπως έλεγε, «τους νόμους της κίνησής του». Αλλά αυτό δεν ήταν όλο. Το πρόβλημα είναι πως αυτό που εμφανίζεται στην επιφάνεια μπορεί κάλλιστα να μην είναι στην πραγματικότητα η εσωτερική κι νητήρια δύναμη. Σε τελευταία ανάλυση, ο Μαρξ εί χε αναλύσει επί μακράν σε προηγούμενες εργασίες του τρόπο με τον οποίο οι ιδέες και οι ερμηνείες των μηχανισμών και των νόμων του καπιταλισμού, συχνά έκρυβαν ή παρερμήνευαν αυτό που πραγμα τικά συνέβαινε - αυτό ήταν που εννοούσε με τον όρο «ιδεολογία». Γνωρίζουμε από το τι συμβαίνει και σήμερα, για παράδειγμα, πόσο συχνά οικονομικές αποφά σεις που παίρνονται από ισχυρούς παράγοντες για τα δικά τους συμφέροντα, παρουσιάζονται στον κόσμο σαν φυσικά φαινόμενα. Όταν προς το τέλος κάθε δελτίου ειδήσεων βομβαρδιζόμαστε με εκεί να τα διαγράμματα που αναφέρονται «στις κινήσεις 43
της αγοράς» ή στη άνοδο και την πτώση του τάδε χρηματιστηριακού δείκτη, τέτοια ρεπορτάζ μοιά ζουν συχνά σαν να ζουλιούνται ανάμεσα σε ρεπορ τάζ για καταστροφές και το δελτίο καιρού, σαν να ανήκουν όλα αυτά στο βασίλειο των ουρανών όπου δεν έχουμε κανένα έλεγχο. «(Οι αστοί] οικο νομολόγοι εκφράζουν τις σχέσεις της αστικής πα ραγωγής... ως παγιωμένες, αμετάλλακτες, αιώνιες κατηγορίες» αποφασισμένες και καθορισμένες από τα συμφέροντα μιας τάξης σε αντίθεση με εκείνους που παράγουν τον πλούτο της. αλλά που δεν έχουν καμιά εξουσία πάνω στο σύστημα και τον τρόπο που αυτό λειτουργεί» (Καρλ Μαρξ Η αθλιό
τητα της φιλοσοφίας). ο Μαρξ στα δικά του νεανικά έργα έχει περι γράφει την εμπειρία των εργατών στον καπιταλι σμό - αυτή την αλλοτρίωση που παράγει το συναί σθημα αδυναμίας που αισθάνονται οι περισσότεροι από τους εργάτες και αυτή τη βαθιά αίσθηση ότι οι μηχανές με τις οποίες δουλεύουν έχουν μια δική τους ζωή. Το ερώτημα ήταν το ποιες συγκεκριμέ νες συνθήκες στον καπιταλισμό παρήγαγαν αυτή τη σχέση ανάμεσα στους κατόχους του κεφάλαιου και στους παραγωγούς του πλούτου. Και ποιες ήταν οι πραγματικές κινητήριες δυνάμεις που κι νούν το σύστημα σαν σύνολο προς τα μπρος, σε αντίθεση με τα μεμονωμένα παραδείγματα της συ μπεριφοράς του ενός ή του άλλου καπιταλιστή προς τους εργάτες του. ποια ήταν η παγκόσμια σχέση ανάμεσα στην τάξη των καπιταλιστών και την τάξη των εργατών σε ένα καπιταλιστικό σύστη 44
μα; Η απάντηση προφανώς δεν επρόκειτο να βρε θεί σε μια αφηρημένη φόρμουλα. Ο Μαρξ ήταν υλι στής. Επομένως η προσέγγισή του στηριζόταν στην παρατήρηση της συμπεριφοράς των πραγματικών ζώντων δυνάμεων στον πραγματικό ιστορικό χρό νο. Όπως σε κάθε τι που έκανε, η δοκιμασία της θεωρίας θα φαινόταν στην πράξη, ερμηνεύοντας την υλική πραγματικότητα και την εξέλιξή της. και εδώ, όπως σε κάθε ιστορική κίνηση, η διαδικασία έπρεπε να είναι διαλεκτική - παραγωγή αντιθέσεων και συγκρούσεων που θα μπορούσαν να λυθούν μόνο με την αλλαγή της κοινωνίας. Τέτοιες τάσεις εκφράζονται οι ίδιες μέσα στις περιοδικές κρίσεις του καπιταλισμού. Ήταν ζωτικής σημασίας για το επαναστατικό κίνημα να κατανοήσει τη φύση τους, να τις προβλέψει και να είναι οργανωτικά προετοι μασμένο για να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που θα παρουσιάζονταν. Επομένως, για τον Μαρξ δεν υπήρχε αμφιβολία ότι αυτή η περίοδος μελέτης και έρευνας αποτελούσε μια άμεση και υλική συνει σφορά σε αυτό το ουσιαστικά πολιτικό έργο. «Το κόμμα μας θεωρούσε ευτυχές το γεγονός ότι υπήρξε ένα διάστημα ειρήνης που έδωσε δυνα τότητα για μελέτη. Είχε πια το μεγάλο πλεονέκτη μα ότι το θεωρητικό του θεμέλιο ήταν μια νέα επι στημονική αντίληψη, η επεξεργασία της οποίας το κράτησε αρκετά απασχολημένο. Και μόνο γΓ αυτό το λόγο, δεν θα πέσει ποτέ σε τέτοια βαθιά απογο ήτευση όπως έχουν πέσει οι 'μεγάλοι άνδρες' της εξορίας». (Άπαντα, σελ. 470-71) 45
Λέγοντας «το κόμμα μας» ο Μαρξ εννοούσε ουσιαστικά τον εαυτό του και τον Ένγκελς. και έλεγε την αλήθεια - παρά τις ελάχιστα υποσχόμε νες άμεσες προοπτικές του κινήματος το ηθικό τους δεν έπεσε ποτέ. Ειδικά το κουράγιο του Μαρξ ήταν αξιοσημείωτο παίρνοντας υπόψη τις μαύρες μέρες της φτώχειας και της ανασφάλειας που περνούσε αυτός και η οικογένειά του, τις ατέλειωτες μετακομίσεις από σπίτι σε σπίτι, τις συχνές αρρώ στιες στην οικογένεια, συμπεριλαμβανομένων και του ίδιο του Μαρξ και της Τζένι και τον θάνατο ενός ακόμα παιδιού τους, του μικρού Έντγκαρ. Μό νο η ανιδιοτελής και πιστή υποστήριξη του Ενγκελς τους κράτησε στην ύπαρξη. Ο Μαρξ πέρασε πολλά από τα επόμενα 20 χρό νια γράφοντας Το Κεφάλαιο - αλλά το πρώτο μέ ρος του δεν δημοσιεύτηκε πριν το 1867 και δεν ήταν εντελώς διαθέσιμο στο αναγνωστικό κοινό παρά μόνο μετά το θάνατό του. Το πρώτο μέρος που δημοσιεύτηκε ήταν η Συνεισφορά στην Κριτική
της Πολιτικής Οικονομίας.
7. Προσδιορίζοντας το τέρας του καπιταλισμού Ποιες ήταν οι κεντρικές ιδέες που οδήγησαν και διαμόρφωσαν αυτό το εξαιρετικό έργο; «Η σύγ χρονη αστική κοινωνία που φύτρωσε από τα ερεί πια της φεουδαρχικής κοινωνίας δεν απάλειψε τους ταξικούς ανταγωνισμούς. Το μόνο που έκανε ήταν να εγκαθιδρύσει νέες τάξεις, νέες συνθήκες καταπίεσης, νέες μορφές αγώνα στη θέση των πα λιών» (Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, σελ. 42). Πρώτον, ο καπιταλισμός αηοτελούσε μόνο ένα στάδιο ανάπτυξης σε μια μεταβαλλόμενη Ιστορία (και όχι, όπως υποστηρίζουν κάποιοι σύγχρονοι αστοί θεωρητικοί «το τέλος της ιστορίας»!). Αναδύ θηκε μέσα σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες και όπως όλες οι προηγούμενες ταξικές κοινωνίες χαρακτηρίζεται από εσωτερικές αντιθέσεις. Δεύτε ρον, η ακατάπαυστη τάση για δημιουργία κέρδους παρήγαγε τεχνολογική πρόοδο και μια αναζήτηση μέσων για να γίνουν οι εργάτες όλο και περισσότε ρο παραγωγικότεροι. Από αυτό προκύπτει και η φράση «συνεχής εηαναστατικοποίηση της παραγω γής» που ο Μαρξ αναφέρει τόσο ποιητικά στο Κομ μουνιστικό Μανιφέστο. Τρίτον, η πηγή του κέρδους είναι η ίδια η εργασία, ή μάλλον η εκμετάλλευση της εργασίας. Ο σύγχρονος κόσμος έχει την τάση 47
να βλέπει την εκμετάλλευση ως ένα ηθικό ζήτημα ο ως μια κατάχρηση εξουσίας. 0 Μαρξ χρησιμοποίη σε τον όρο με μια πιο συγκεκριμένη και τεχνική έν νοια: για να περιγράφει τη σχέση ανάμεσα στο κε φάλαιο και την εργασία μέσα στην οποία το κεφά λαιο επιδιώκει να ξεζουμίσει από τον εργαζόμενο όλο και μεγαλύτερα ποσά αξίας πέρα από αυτά που του κοστίζει για να διατηρεί τον εργαζόμενο σε λειτουργία - με άλλα λόγια υπεραξία. Επομένως, για τον Μαρξ ο καπιταλισμός ήταν μια ταξική κοινωνία στην οποία μια μειοψηφική τά ξη κατείχε τα μέσα παραγωγής (την αποκάλεσε μπουρζουαζία, αν και σήμερα καλύτερα θα ήταν να την λέμε καπιταλιστική τάξη) και όπου οι υπόλοιποι (η μεγάλη πλειοψηφία) είχαν στην κατοχή τους μό νο την ικανότητά τους να δουλεύουν (και αυτοί ήταν το προλεταριάτο ή η εργατική τάξη). Στο εσωτερικό της κάθε τάξης υπήρχε μεγάλη ποικιλία - καταγωγής, φυλής, εμφάνισης. Ανάμεσα σιους καπιταλιστές υπήρχαν αφεντικά φιλάνθρω ποι και αφεντικά τύραννοι, ρατσιστές και φιλελεύ θεροι, εθνικιστές και κοσμοπολίτες. Ανάμεσα στους εργάτες υπήρχαν άλλοι που ήταν μορφωμένοι κι άλλοι αγράμματοι, κάποιοι ειδικευμένοι κάποιοι όχι, άλλοι μαύροι άλλοι λευκοί, κάποιοι άνδρες και κάποιες γυναίκες. Όμως. ανήκαν σε τάξεις εξαιτίας της σχέσης τους με τις πηγές του πλούτου αυτής της κοινωνίας και του τρόπου που ήταν οργανωμέ νες. Οι αστοί, όλοι τους, δρούσαν σαν ένας άνθρω πος για να υπερασπιστούν την κατοχή του πλούτου της κοινωνίας. Κι ακόμα περισσότερο, χρήσιμο48
ποιούσαν τη δύναμη και την εξουσία τους για να οργανώσουν την παραγωγή προς το δικό τους όφε λος. «Συσσωρεύατε, συσσωρεύατε. Αυτό είναι ο Μωυσής και οι προφήτες» (Το Κεφάλαιο, τομος 1) Με μια απλή φράση ο Μαρξ συνόψισε τη δύνα μη που κινεί τον καπιταλισμό. Αυτοί που κατέχουν ία μέσα παραγωγής ανήκουν στην ίδια τάξη. αλλά είναι ταυτόχρονα εχθροί μεταξύ τους που ανταγω νίζονται για να κυριαρχήσουν στην αγορά και να αυξήσουν το επίπεδο των κερδών τους. Ένας καπι ταλιστής δεν είναι απλό κάποιος που κατέχει τα μέ σα παραγωγής. Είναι κάποιος ή κάποια που χρησι μοποιεί αυτά τα μέσα παραγωγής για να κερδίσει περισσότερα και να πάρει κεφάλι από τους αντα γωνιστές του. Ο καπιταλισμός είναι ο τρόπος που είναι οργανωμένο το σύστημα για να καταστήσει δυνατή την παραπάνω λειτουργία. Αυτό το σύστημα οργάνωσης (ο Μαρξ το αποκάλεσε τρόπο παραγωγής) είναι πολύπλοκο, βέ βαια. Απαιτεί, όχι μόνο ένα συγκεκριμένο τρόπο για την διαμόρφωση της ίδιας της παραγωγής, αλλά και ένα φάσμα άλλων μορφών και δομών που θα εξασφαλίζουν τη συνέχειά του: από τα μεταφορκά μέσα που θα πηγαινοφέρνουν τους ανθρώπους προς και από τον τόπο εργασίας τους και την εκ παίδευση που θα τους διδάξει πώς θα χρησιμο ποιούν τις μηχανές, μέχρι την δημιουργία μιας σει ράς ιδεολογικών μηχανισμών που θα πείθουν εκεί νους που παράγουν ότι αυτός ο κόσμος είναι ο κα λύτερος απ' όλους, παρά τη φτώχεια τους. Ο Μαρξ 49
ανέλυσε όλες αυτές τις όψεις του συστήματος. Αλλά ο πυρήνας όλων αυτών ήταν η παραγω γή. Πώς έβγαζαν οι καπιταλιστές τα κέρδη τους; Επένδυαν τα λεφτά τους. αγόραζαν μηχανές, προσλάμβαναν ανθρώπους και αποφάσιζαν τι και πόσο θα παράγουν. Αλλά η πραγματική δημιουργία πραγμάτων γινόταν από εργάτες που πληρώνονταν με ένα μισθό για να δουλεύουν τις μηχανές. Την εποχή του Μαρξ ο αριθμός των ανθρώπων που έκαναν ακριβώς αυτό, μεγάλωνε συνεχώς. Σίγουρα θα είχε πλάσει με τη φαντασία του τα τεράστια ερ γοστάσια του 20ου αιώνα όπου χιλιάδες παρήγαγαν προϊόντα σε απέραντες γραμμές παραγωγής. Τότε, όπως και τώρα. η παραγωγή είναι μια πε ρίπλοκη διαδικασία στην οποία συμμετέχουν όλων των ειδών οι άνθρωποι. Οι κλωστοϋφαντουργίες του 19ου αιώνα χρησιμοποιούσαν βαμβάκι που μά ζευαν σκλάβοι στην Ινδία και την Αίγυπτο. Τερά στιοι αριθμοί ανθρώπων μεσολαβούσαν για να φτόσει αστό το βαμβάκι στο Λανκασάιρ. Άλλοι άνθρω ποι (λιγότεροι τότε απ' ό,τι σήμερα) δούλευαν για να θρέψουν, να εκπαιδεύσουν και να περιθάλψουν τα εργατικά χέρια των εργοστασίων. Από εκείνη την εποχή μέχρι σήμερα έχουμε δημιουργήσει στρατιές ανθρώπων που ασχολούνται με τις «παρά πλευρες» απώλειες ενός βάρβαρου και απάνθρω που συστήματος. Εκείνο που ένωνε και ενώνει όλους αυτούς τους ανθρώπους στα διαφορετικά σημεία της παραγωγικής αλυσίδας - από τις τηλε φωνήτριες μέχρι τις κοινωνικές λειτουργούς και τους οδηγούς των λεωφορείων - είναι η σχέση 50
τους με το σύστημα. Πουλούν την εργατική τους δύναμη για ένα μισθό σε αυτούς που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Το κλειδί της καπιταλιστικής παραγωγής, όμως, ήταν το γεγονός ότι οι εργάτες παράγουν πολύ πε ρισσότερα απ’ όσα παίρνουν πίσω σαν μισθούς. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτά που παράγουν και τα λεφτό που παίρνουν σαν μισθό - η υπεραξία - nrv γαίνει στις τσέπες των καπιταλιστών. Βέβαια, τα αφεντικά πάντα υποστηρίζουν ότι είναι νόμιμο γΓ αυτούς να παίρνουν αυτά τα λεφτά επειδή είναι αναγκασμένοι να τα ξαναεπενδύουν και να αποζημιώνονται για τα «ρίσκα» που παίρνουν προκειμένου να κάνουν αυτές τις επενδύσεις. Αλ λά όταν οι επενδύσεις πέφτουν έξω και οι εργάτες χάνουν τις δουλειές τους οι μάνατζερ και οι διευ θυντές αποζημιώνονται πλουσιοπάροχα και - σε αντίθεση με τους εργάτες - είναι απόλυτα προστατευμένοι από τις συνέπειες των «ρίσκων». Γτην πραγματικότητα, αφού έχουν ανανεώσει τις μηχανές και έχουν αποπληρώσει τις τράπεζες, αυτό που μένει είναι κέρδος, μέρος του οποίου κα ταλήγει στο να εξασφαλίζει τη διατήρηση του λάιφ στάιλ της αστικής τάξης. Αλλά και ένα άλλο μέρος του χρησιμοποιείται επίσης για την αγορά νέων και καλύτερων μηχανών που θα εξασφαλίσουν την πα ραγωγή ακόμα μεγαλύτερης υπεραξίας από τους εργάτες και θα δώσουν στον επενδυτή μεγαλύτερα πλεονεκτήματα απέναντι στους ανταγωνιστές του. Επειδή, όμως, ο κάθε καπιταλιστής κάνει προφα νώς το ίδιο πράγμα, τι είναι τελικά αυτό που τον 51
φέρνει πάνω από τους ανταγωνιστές του; Η απά ντηση είναι αρκετά απλή: κερδίζει ο καπιταλιστής που θα καταφέρει να ξεζουμίσει περισσότερη πα ραγωγή από τους εργάτες που απασχολεί. Αλλά επειδή σε κάθε εργάτη αναλογούν όλο και περισσότερες μηχανές, η ίδια η πηγή του κέρ δους - η ζωντανή εργασία του εργάτη - όλο και μειώνεται σαν ποοοστό της συνολικής παραγωγι κής διαδικασίας. Αυτό οδηγεί στην τάση του ποσο στού κέρδους να πέφτει, ακόμα κι αν ο συνολικός όγκος των κερδών μεγαλώνει. Κι αυτό αποτελεί μακροπρόθεσμα μια σοβαρή απειλή για τον καπιτα λισμό. Έτσι, η καπιταλιστική παραγωγή κινείται από την ατέλειωτη, απεγνωσμένη ανάγκη της συσσώ ρευσης κερδών σε βάρος άλλων καπιταλιστών. Οι λέξεις κλειδιά είναι η συσσώρευση κι ο ανταγωνι σμός. Και εάν ο εργάτης σε ένα εργοστάσιο παρά γει περισσότερα από τον εργάτη του διπλανού ερ γοστάσιου για τους ίδιους μισθούς, τότε τα κέρδη αυτού του εργοστάσιου θα μεγαλώνουν. Στην πρά ξη αυτό έχει σημάνει την αρπαγή όλο και περισσό τερων πλουτοπαραγωγικών πηγών της γης - με την κατανάλωση και την καταστροφή τους - σε αυτόν το αγώνα δρόμου της αγοράς. Ολόκληρα δάση θε ρίζονται, πετρέλαιο και φυσικό αέριο εξάγονται από το υπέδαφος, ορυκτά καύσιμα καίγονται, οι καλλιέργειες εντατικοποιούνται και όλο και περισ σότερη γη καταστρέφεται σε αυτή τη διαδικασία. Όμως τα εργοστάσια του σήμερα - κάποτε υπήρ χαν μόνο στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, τώ 52
ρα υπάρχουν και στην Κίνα, την Κορέα ή το Μεξικό - χρησιμοποιούν και εξαντλούν τις πηγές του αύ ριο. Γιατί δεν το βλέπουν αυτό - γιατί ο Τζόρτζ Μπους αρνείται να αναγνωρίσει αυτό που είναι φα νερό σε εκατομμύρια ανθρώπους; Στον αγώνα δρό μου του ανταγωνισμού ο μεμονωμένος καπιταλι στής δεν στέκεται να σκεφθεί για ίο μέλλον - του λάχιστον πέρα από την επόμενη μέρα - επειδή όλοι οι υπόλοιποι σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο με αυτόν. Είναι ένα από τα ειρωνικά χαρακτηριστικά της κινητήριας δύναμης που ο Μαρξ ταύτισε με τον καπιταλισμό - ότι ο καπιταλισμός είναι μακροπρό θεσμα καταστροφικός. Αλλά, η Τζένεραλ Μότορς και η Χαλιμπάρτον δεν ενδιαφέρονται για την επό μενη χρονιά. Αυτό που τους νοιάζει είναι τα βιβλία τους να δείχνουν ότι είναι κερδοφόρες τώρα. Αυ τός είναι ο Μωυσής και οι προφήτες! Υπάρχει και μια άλλη ερώτηση που πρέπει ν* απαντήσουμε; για ποιους ηαράγονται αυτά τα αγα θά; Σε μια κοινωνία όπου η παραγωγή ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ανθρώπων, οι αποφάσεις που αφορούν στο τι θα παράγεται πρέπει να καθορίζο νται από αυτές τις ανάγκες - τα εργοστάσια πρέπει να παράγουν τρόφιμα για τους πεινασμένους, ασθενοφόρα για τους άρρωστους. Όμως είναι απολύτως προφανές ότι κάποιες άλλες προτεραιότη τες κυριαρχούν στον καπιταλισμό - έτσι ώστε οι ελλείψεις σε ασθενοφόρα συνδυάζονται με πλεο νάσματα οπλικών συστημάτων και εκατομμύρια πε θαίνουν από έλλειψη βασικής τροφής, ενώ παρό53
γονται απίστευτες ποσότητες περιττών και αζήτητων τροφίμων που. όχι και λίγες φορές, πετιοϋνται στις χωματερές. Αυτό ουμβαίνει γιατί τα εμπορεύ ματα αγοράζονται και πουλιούνται στην αγορά. Δεν υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στον παραγωγό και τον καταναλωτή. Και οι αποφάσεις για το τι και πό σο ηαράγεται ηαίρνονται με αποκλειστικό κριτήριο το τι παράγει κέρδος. Μια άλλη συνέπεια της παραγωγής για την αγορά στον καπιταλισμό είναι ότι δεν υπάρχει κα μιά συνολική προσπάθεια να συντονιστεί η παρα γωγή με τις ανάγκες της κοινωνίας. Όπως το έθεσε ο Μαρξ, ο δεσηοιισμός μέσα στο κάθε ξεχωριστό εργοστάσιο αντισταθμίζεται από το αντίθετό του, την αναρχία στην οικονομία σαν σύνολο. Μέσα στο κάθε ξεχωριστό εργοστάσιο υπάρχει σχεδιασμός, αλλά συνολικά το σύστημα λειτουργεί χωρίς κανέ να σχέδιο. Αυτό είναι που κάνει την αστάθεια, τις κρίσεις, τις ανθήσεις και τις υφέσεις, χαρακτηριστι κά της ίδιας της φύσης του καπιταλισμού σαν οικο νομικό σύστημα, και όχι κάποια τυχαία συμπτώμα τα, όπως υποστηρίζουν οι απολογητές του. Επομέ νως, ο καπιταλισμός είναι από τη φύση του ένα σύ στημα που βασίζεται στην σύγκρουση, στις αντιθέ σεις και τις αντιφάσεις. Κι έτσι έχουμε το εξής παράδοξο. Από τη μια μεριά, ο καπιταλισμός συνεχώς επινοεί τρόπους για να κάνει την παραγωγή πιο «αποτελεσματική», κι νούμενος διαρκώς σε αναζήτηση φτηνής εργασίας, αναπτύσσοντας τεχνολογίες που κάνουν αναγκαί ους λιγότερους εργάτες, παλεύοντας να κρατήσει 54
χαμηλά τις τιμές των πρώτων υλών. Και από την άλλη, πολλοί εργάτες σήμερα περνούν στο χώρο δουλειάς τους περισσότερες ώρες από οποτεδήπο τε άλλοτε και βρίσκονται αντιμέτωποι με την προο πτική να δουλέψουν κι άλλα χρόνια πριν πάρουν τις μικρές συντάξεις που μια προηγούμενη εποχή τους υποσχέθηκαν απρόθυμα. Έτσι, αν και ο καπι ταλισμός δημιούργησε τις δυνατότητες να υπάρχει τροφή, στέγη και περίθαλψη στον πληθυσμό του πλανήτη, η ίδια η φύση του συστήματος εγγυάται ότι δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε αυτές τις βασικές ανάγκες. Στον καπιταλισμό, αυτό που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει την απελευθέρωση των ανθρώπινων όντων από την εργασία, στην πράξη έχει το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα.
8. Κρίση και ευκαιρίες Εξετάζοντας ξανά τη χρονιά του 1848, ο Μαρξ την αντιμετώπισε σαν μια περίοδο καπιταλιστικής κρίσης που είχε παράγει μια επαναστατική κατά σταση. Έστω κι αν το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ήλπιζε, η κατάσταση είχε δείξει την δύναμη που είχε η εργατική τάξη, αλλά ταυτόχρονα και την βαρβαρότητα της άρχουσας τάξης. Τα διδάγματα του 1848 ήταν σημαντικά για αυτό που επρόκειτο να συμβεί στην επόμενη κρίση - μια κρίση που οι αναλύσεις του Μαρξ αποκάλυπταν ότι θα ήταν αναπόφευκτη συνέπεια της αναρχικής φύσης του καπιταλιστικού συστήματος. Και σε αυτή την επό μενη φάση το εργατικό κίνημα έπρεπε να είναι έτοιμο. Και, όντως, το 1857 η κρίση ήρθε. Από μια ει ρωνεία της τύχης, την προηγούμενη χρονιά η Τζένι πήρε μια μικρή κληρονομιά που τους επέτρεψε να πληρώσουν τα χρέη τους και να μετακομίσουν σε ένα καλύτερο σπίτι. Όμως, τελικά η κρίση του 1857 δεν είχε σαν αποτέλεσμα μια άνοδο των αγώνων. Παρόλα αυτά, υπήρχαν ενδείξεις κινητικότητας του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη. Η εργατική τά ξη μεγάλωνε αριθμητικά στην Γαλλία και τη Γερμα νία και εμφανίστηκαν νέες πολιτικές οργανώσεις
που άρχισαν να καλύπτουν το πολιτικό κενό που άφησε η διάλυση της πιο ριζοσπαστικής οργανωμέ νης έκφρασης της εργατικής τάξης - των Χαρτιστών. Το 1863 στη Βρετανία, πραγματοποιήθηκαν μαζικά εργατικά συλλαλητήρια για συμπαράσταση των Βορείων στον αμερικάνικο εμφύλιο πόλεμο και ενάντια στην πρόθεση της Βρετανικής κυβέρνησης να επέμβει για να υποστηρίξει τις δουλοκτητικές πολιτείες του Νότου. Για τον Μαρξ, αυτές οι κινη τοποιήσεις είχαν μακροπρόθεσμα πολύ βαθιές συ νέπειες. Την ίδια περίοδο έγιναν στο Λονδίνο συ γκεντρώσεις για να υποδεχθούν τον ιταλό ριζοσπά στη Γκαριμπάλντι, όπως επίσης και εκδηλώσεις συ μπαράστασης σε μια εξέγερση στην Πολωνία. Όλες αυτές οι κινητοποιήσεις οργανώθηκαν από το Ερ γατικό Κέντρο του Λονδίνου, με το οποίο ο Μαρξ και ο Ένγκελς συνεργάζονταν όλα τα προηγούμε να χρόνια. τον Σεπτέμβρη του 1864. η ομάδα των εργα τών που είχε οργανώσει τις κινητοποιήσεις του 1863 κάλεσε μια διεθνή σύσκεψη για να προωθή σει την αλληλεγγύη πέρα από εθνικά σύνορα, έτσι ώστε να εξασφαλίσει ότι οι εργάτες δεν θα στρέ φονταν ο ένας ενάντια στον άλλο σαν πιόνια στα χέρια των καπιταλιστών. 0 Μαρξ προσκλήθηκε να πάρει μέρος στη σύσκεψη, αν και δεν συμμετείχε από την αρχή στις διαδικασίες για τη δημιουργία μι ας οργάνωσης που επρόκειτο να εξελιχθεί στην Διεθνή Ένωση των Εργατών. Έστω κι αν τα προη γούμενα δυο χρόνια δεν είχε ανακατευτεί ενεργά 57
στο εργατικό κίνημα, ο Μαρξ άρπαξε την ευκαιρία επειδή, όπως έλεγε, αυτή τη φορά οι πρωτοβουλί ες οργανώνονται «από ανθρώπους που μετράνε πραγματικά», δηλαδή από εργατικούς ηγέτες - μο λονότι όσοι παρακολούθησαν τη σύσκεψη δεν ήταν όλοι εργάτες, ούτε αφοσιωμένοι υποστηριχτές του εργατικού διεθνισμού. "Οταν ζητήθηκε από τον Μαρξ να γράψει τις βασικές αρχές και το καταστατικό της νέας διε θνούς οργάνωσης, εκείνος κατάλαβε ότι έπρεπε να εξαντλήσει όλη την ευελιξία που διέθετε. Ακόμα και εκείνοι που αναγνώριζαν τον κεντρικό του ρόλο στο κίνημα και του είχαν ζητήσει να πάρει μέρος στη σύσκεψη, έβλεπαν με καχυποψία την ιδέα του σοσιαλισμού και δεν ήταν καθόλου πεισμένοι για την ανάγκη της επανάστασης. Για τους ηγέτες των βρετανικών συνδικάτων ο στόχος ήταν να κερδί σουν το δικαίωμα ψήφου για τους εργάτες. Οι αντι πρόσωποι από τπ Γαλλία επηρεάζονταν εξαιρετικά από τον Προυντόν, τον παλιό αντίπαλο του Μαρξ. Στους Ιταλούς κυριαρχούσαν οι ιδέες του ριζοσπα στικού εθνικισμού του Ματσίνι. Ήταν μια εξαιρετική πολιτική ευκαιρία, μια στιγμή που δινόταν η δυνατότητα να αποκτήσουν οι επαναστατικές ιδέες κυρίαρχη επιρροή ανάμεσα στους ηγέτες του εργατικού κινήματος - έστω και αν σε αυτή τη φάση έμοιαζε μάλλον με κίνημα στην εμβρυακή μορφή του. Όμως, οι μελέτες που έκανε Μαρξ για την ανάπτυξη του καπιταλισμού προκειμένου να γράψει το κεφάλαιο, είχαν βαθύνει την αντίληψή του για τον τρόπο με τον οποίο η άν 58
θηση ίου ευρωπαϊκού καπιταλισμού ταυτιζόταν επίσης με μια περίοδο αριθμητικής ανάπτυξης της εργατικής τάξης και με την αναπόφευκτη όξυνση της σύγκρουσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την ερ γασία. Ο απολογισμός της εμπειρίας των εργατικών αγώνων στην Διακήρυξη για τη Διεθνή έδειχνε πώς το κίνημα είχε αναπτυχθεί από το 1848 και μετά. Αυτό που έβγαινε σαν συμπέρασμα από μια τέτοια ανάλυση ήταν η απόλυτη και θεμελιακή πεποίθηση πως ο διεθνισμός του κινήματος της εργατικής τά ξης είναι, ακόμα και σε αυτή την πρώιμη φάση, αδιαχώριστος από την πάλη για το σοσιαλισμό. Υπήρχε σιο καταστατικό μια πολύ προσεκτική διατύπωση από τον Μαρξ ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι ίδιοι συγκεντρωτικοί κανόνες στα διάφορα τμήματα της Διεθνούς. Αλλά, ήταν εξίσου ξεκάθαρο και στον Μαρξ και στον Ένγκελς ότι η ανάγκη για μια κεντρική και ενιαία κατεύθυνση στο κίνημα θα εμφανιζόταν πολύ γρήγορα στις αντιπα ραθέσεις μέσα στη Διεθνή. Στην πραγματικότητα, η εισαγωγική παράγραφος στο καταστατικό απηχεί την πιο κεντρική απ’ όλες τις ιδέες του Μαρξ: «Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης πρέπει να επιτευχθεί από την ίδια την εργατική τάξη... η πάλη για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης δεν σημαίνει πάλη για προνόμια ή μονοπώλια, αλλά για ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, για την κατάργη ση κάθε ταξικής κυριαρχίας». Η διακήρυξη έδινε έμφαση ότι ο στόχος είναι «η κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από την εργα τική τάξη», μια φράση που οι διάφοροι παριστάμε59
νοι στη σύσκεψη την καταλάβαιναν με πολύ διαφο ρετικούς τρόπους. Αυτό το γεγονός άφηνε χώρο για αντιπαράθεση και ελιγμούς. Αλλά, όταν ένα χρόνο αργότερα μερικοί γάλλοι αντιπρόσωποι αμ φισβήτησαν το δικαίωμα του Μαρξ να είναι παρών στη Διεθνή, ένας άγγλος εργάτης αντιπρόσωπος τούς υπενθύμισε πως «ο πολίτης Μαρξ έχει αφιε ρώσει όλη τη ζωή του στο θρίαμβο των εργαζόμε νων τάξεων» και ένας άλλος απαίτησε πως «όλοι όσοι έχουν μελετήσει πολιτική οικονομία από τη σκοπιά της εργατικής τάξης πρέπει να παρευρίσκονται με οποιοδήποτε τρόπο στα Συνέδριά μας». Η αντιπολίτευση στον Μαρξ ήρθε από τους οπαδούς του Προυντόν, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν εργάτες, αλλά που στην πλειοψηφία τους δεν δούλευαν στις μεγάλες βιομηχανίες του σύγχρονου καπιταλισμού. Προέρχονταν από επαγ γέλματα εξειδικευμένων χειροτεχνιών και επηρε άζονταν ακόμα σε μεγάλο βαθμό από τις ιδέες του Προυντόν που πρότεινε τη δημιουργία συνεταιρι σμών αλληλοβοήθειας σαν ένα είδος παράλληλης εναλλακτικής λύσης στον καπιταλισμό. Μια τέτοια αντίληψη ήταν σε πλήρη διάσταση με την επιμονή του Μαρξ στην ανάγκη της δημιουργίας μια επανα στατικής οργάνωσης εργατών που θα προετοιμάσει τη σύγκρουση με την αστική ταξική εξουσία και θα οικοδομήσει μια διαφορετική κοινωνία όπου θα κυ ριαρχούν τα συμφέροντα της πλειοψηφίας και τα κέρδη δεν θα είναι πια η κινητήρια δύναμη που θα καθορίζει τη συνολική δομή της κοινωνίας. (Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι ο Προντόν υποστήριζε 60
πως η εργασία των γυναικών είναι «εκφυλιστική» και η θέση ιης γυναίκας είναι στο σπίτι. Ο Μαρξ συγκρούσχηκε και με αυτή τη θέση, που τελικά δεν πέρασε στη Διεθνή). Στη Γερμανία η μάχη δόθηκε ενάντια στους οπαδούς του Φερδινάνδου Λασάλ. Τελικά, η ίδρυ ση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος από τον Βίλχελμ Λίμπγκνεχτ αποτέλεσε ένα μεγάλο βήμα για τη δημιουργία ενός κόμματος όπως το είχε συλλάβει ο Μαρξ.
9. Μια νέα εξουσία: Η Παρισινή Κομμούνα Το 1871 η ιστορία έμελλε να προσδώσει ένα δραματικό χαρακτήρα σε αυτές τις αντιπαραθέσεις. Τον Ιούλη του 1870, ο Λουδοβίκος Βοναπόρτης (Ναπολέων ο 3ος) της Γαλλίας απάντησε στις προ κλήσεις του Πρώσου ηγέτη Βίσμαρκ, κηρύσσοντάς του τον πόλεμο. Τον Σεπτέμβρη ο Ναπολέων ήταν ήδη αιχμάλωτος στα χέρια του Βίσμαρκ. Στο Παρίσι η κυβέρνηση ανακήρυξε την αβασίλευτη δημοκρα τίας υπό μία κυβέρνηση εθνικής άμυνας. Η αντίστα ση που προέβαλε κράτησε πολύ λίγο. Όμως, από τον Φλεβάρη του 1871 είχε εκλεχθεί μια Εθνοσυ νέλευση με μοναδικό συγκεκριμένο σκοπό να δια πραγματευτεί τους όρους της ειρήνης με την προσφάτως ενοποιημένη Γερμανία. Η κυβέρνηση, που επικεφαλής της ήταν ο αντι δραστικός θιέρσος, είχε την έδρα της στις Βερσαλ λίες. μακριά από το Παρίσι. Η πρωτεύουσα, πολιορκπμένη από τους Πρώσους, εγκαταλείφθηκε από την κυβέρνηση και τους πλούσιους. Μόνο η Εθνο φυλακή, η πολιτοφυλακή, προστάτευσε την πόλη. Όταν ο Θιέρσος, τρομαγμένος από την απειλή των οπλισμένων λαϊκών μαζών, επιχείρησε να καταλά βει το πυροβολικό της Εθνοφυλακής στη Μονμάρτη, οι κάτοικοι της πρωτεύουσας αντιστάθηκαν και 62
ανακήρυξαν την εγκαθίδρυση της Κομμούνας. Σε όλους τους δύο μήνες της ύπαρξής της ο Μαρξ ήταν προσηλωμένος κοι εντυπωσιασμένος από την Κομμούνα. Οι κριτικές και οι καταγγελίες που είχε ασκήσει ενάντια στην Δεύτερη Γαλλική Δημοκρατία του Λουδοβίκου Βοναπάρτη ήταν τόσο αιχμηρές όσο και οι προβλέψεις του πως μια νέα επανάσταση ήταν σίγουρο ότι θα ξεσπάσει στη Γαλλία. Για να πούμε την αλήθεια, οι συνθήκες δεν ήταν και οι καλύτερες για μια εργατική εξέγερση, μετά από πολιορκία μηνών και ελλείψεις. Επίσης, ο Μαρξ φοβόταν ότι η απομόνωση των εργατών του Παρισιού θα οδηγούσε στην ήττα, εκτός κι αν αυτοί βάδιζαν ενάντια στις Βερσαλλίες, και γνώριζε ακό μα ότι αυτή η εξέγερση ήταν απίθανο να μη γίνει πεδίο επιβολής όλης της βαρβαρότητας ενός αστι κού κράτους - και ότι ο ταξικός εχθρός δεν θα είχε καθόλου ενδοιασμούς να το κάνει. Αλλά στην εμπνευσμένη ανάλυσή του για την Κομμούνα, ο Μαρξ βλέπει το όραμα της εργατικής εξουσίας, τα προβλήματα που θ’ αντιμετωπίσει, τα όρια που πρέπει να ξεπεράσει και τη δημιουργικό τητα που μπορεί να επιδείξει οικοδομώντας μια νέα και διαφορετική τάξη πραγμάτων. Μια νέα εξουσία γεννήθηκε με την Παρισινή Κομμούνα το Μάρτη του 1871. Ο Μαρξ την υπερασπίστηκε πα θιασμένα, ξεχνώντας όλους τους προηγούμενους φόβους και τις ανησυχίες του. Στην πραγματικότη τα. ο Μαρξ έστειλε τον γαμπρό του Πολ Λαφάργκ στο Παρίσι για να παλέψει μαζί με τους Κομμουνά· ρους. 63
Ποιο ήταν το καινούργιο που έφερε η Κομμού να; Ο Μαρξ στο βιβλίο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλ λία, όπου αναλύει τα γεγονότα του Παρισιού δίνει απάντηση σε ένα βασικό ερώτημα της γενιάς του και των επόμενων γενιών σοσιαλιστών. «Στην ουσία η Κομμούνα ήταν μια κυβέρνηση της εργατικής τά ξης... η πολιτική μορφή που επιτέλους ανακαλύ φθηκε και με την οποία μπορούμε να επεξεργα στούμε την οικονομική απελευθέρωση της εργασί ας». Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι η Κομμούνα κατάργησε τα εργαλεία της αστικής κυριαρχίας. Καταργήθηκε ο μόνιμος στρατός και αντικαταστάθηκε από την λαϊκή πολιτοφυλακή, έναν «οπλισμένο λαό». Οι θεσμοί της αστικής δημοκρατίας αντικαταστάθηκαν από μια άμεση δημοκρατία όπου όλοι οι εκλεγμένοι μπορούσαν άμεσα να ανακληθούν από τις θέσεις τους και να γίνουν νέες εκλογές (ένα δι καίωμα που ξαναγεννήθηκε στις ρωσικές επανα στάσεις του 1905 και του 1917). Οι εκλεγμένοι δεν είχαν κανένα επιπλέον προνόμιο ως αποτέλεσμα των πολιτικών καθηκόντων που ασκούσαν - «οι δη μόσιες υπηρεσίες πρέπει ν' αμείβονται με μισθούς εργατών». Αυτό ήταν το νέο κράτος. Το παλιό κρά τος, που όπως θα έλεγε ο Λένιν στηριζόταν πάντα «σαν τελευταία επιλογή στην βίαια καταστολή της πλειοψηφίας», αντικαταστάθηκε στο Παρίσι με ένα νέο είδος κυβέρνησης που δεν ήταν ούτε διαχωρι σμένη, ούτε πάνω από την πλειοψηφία του κό σμου, αλλά υποταγμένη σ' αυτήν. Αυτή ήταν η δι κτατορία του προλεταριάτου που είχε φανταστεί ο
Μαρξ από πολύ παλιότερα. Στους μόλις και μετά βίας δύο μήνες ζωής, οι Κομμουνάροι δεν είχαν αρκετό χρόνο για να ενερ γοποιήσουν τη νέα κατάσταση - να διακηρύξουν τη χειραφέτηση των γυναικών, να καταργήσουν την εκμετάλλευση, να δημιουργήσουν συλλογικές δο μές της κοινωνικής ζωής. Όπως έγραψε ο Μαρξ «το μεγαλύτερο επίτευγμα της Κομμούνας ήταν η ίδια η ύπαρξή της». Και από την ύπαρξη της Κομμούνας ο Μαρξ έβγαλε το πιο βαθύ του συμπέρασμα: «Η εργατική τάξη δεν μπορεί απλά να πάρει έτοιμο τον παλιό κρατικό μηχανισμό και να τον χρησιμοποιήσει για τους δικούς της σκοπούς» (Μαρξ, Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία, εκδ. Στοχα στής, 1976, σελ. 75) Το αστικό κράτος υπάρχει για να υπερασπίζεται και να διατηρεί την κυριαρχία της καπιταλιστικής τάξης. Μια κοινωνία που έχει στόχο την αναδιανο μή του πλούτου, την ισότητα και το τέλος της εκ μετάλλευσης απαιτεί το δικό της όργανο εξουσίας, το εργατικό κράτος. Στο Παρίσι, εκείνους τους δύο μήνες, η ιστορία έδωσε μια μικρή μόνο γεύση του πώς θα έμοιαζε μια τέτοια κοινωνία, πώς μπορού σαν να οικοδομηθούν όργανα εργατικής δημοκρα τίας, αλλά και πόσο τρομερό είναι το τίμημα της ήττας. Στη Συνέλευση της Κομμούνας υπήρχαν 17 μέ λη της Διεθνούς (και μόνο μια μειοψηφία από αυ τούς ήταν οπαδοί του Μαρξ). Τα 92 μέλη της Συνέ λευσης κάλυπταν ένα πλατύ φάσμα απόψεων και πέρα από την άμυνα της κομμούνας και την καταγ 65
γελία της αντιδραστικής Δημοκρατίας ελάχιστα πράγματα ήταν ξεκάθαρα. Οι οπαδοί του Προυντόν διασπάστηκαν - υπήρχαν και μερικοί που όλο αυτό τον καιρό καθόντουσαν σκεφτικοί στις Βερσαλλίες και περίμεναν. Άλλα μέλη της Συνέλευσης ήταν οπαδοί του Μπλανκί και του Μιχαήλ Μπακούνιν, του Ρώσου αναρχικού που θα διαφωνούσε με τον Μαρξ πάνω στο ποια είναι η κληρονομιά της Κομμούνας - μια διαμάχη που οδήγησε στη διάλυση αυτής της κλη ρονομιάς, της Πρώτης Διεθνούς. Ο Μπακούνιν ήταν ένας ενθουσιώδης συνωμότης κι ένας αφοσιωμένος εχθρός του κράτους. Αλλά δεν ήταν καθόλου φιλικός προς την εργατική τάξη. Αυτό που έλεγε ήταν ότι η εργατική τάξη δεν έπρεπε να οργανω θεί, ούτε να προετοιμάζει τη δική της έφοδο στην εξουσία. Κάτι τέτοιο είναι εξουσιαστικό. Αντίθετα και εδώ είναι η ειρωνεία - η επίθεση στο κράτος πρέπει να ξεκινήσει από μυστικούς συνωμοτικούς πυρήνες, υπόλογους σε κανένα και καθόλου υπο χρεωμένους να δίνουν απαντήσεις σε εκείνους που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν. Το πιο σημαντικό είναι πως ο Μπακούνιν συγκρούστηκε με την πιο κεντρική και πολύτιμη αρχή του Μαρξ - ότι «η απελευθέρωση της εργατικής τά ξης πρέπει να είναι έργο της ίδιας της εργατικής τάξης*. Ο Μπακούνιν στο επόμενο συνέδριο της Διεθνούς το 1872, επιτέθηκε στην πρόταση για μια πειθαρχημένη και συγκεντρωτική οργάνωση. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς απάντησαν με εμφατικό τρό πο: η Διεθνής, είπαν, είναι «μια παντοδύναμη μη
χανή για την επανάσταση και όχι μία λέσχη συζητή σεων... είναι μια ένωση για την οργάνωση των αγώνων και όχι για θεωρητικολογία». (Αναφέρεται από τον Nimtz, σελ. 251) Η Κομμούνα είχε φανερώσει τη δύναμη και τη δημιουργικότητα της εργατικής τάξης, είχε δώσει μια γεύση της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας και εί χε διακηρύξει, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, την αναγκαιότητα της κατάργησης του αστικού κρά τους για να φτάσουμε σε μια τέτοια κοινωνία. Και με την ήττα της και την εκδικητική μανία που ακο λούθησε από μια τρομαγμένη αστική τάξη (δολοφονήθηκαν δεκάδες χιλιάδες Κομμουνάροι), έβαλε ξεκάθαρα το ζήτημα της ανάγκης για μια Διεθνή των εργατών. Η Κομμούνα έπεσε, έγραφε ο Μαρξ, «επειδή δεν εμφανίστηκε σε όλες τις μεγάλες πόλεις, στο Βερολίνο, τη Μαδρίτη κλπ, ένα επαναστατικό κίνη μα που να ανταποκριθεί στη εξέγερση του παρισι νού προλεταριάτου». (Αναφέρεται από τον Nimtz, σελ. 231) Το καθήκον για το μέλλον ήταν να διδα χθούμε και να εξασφαλίσουμε ότι την επόμενη φο ρά η εξέγερση θα ήταν πολύ πλατύτερη. Οι εσωτερικές αντιθέσεις ανάμεσα στον Μπακούνιν και τον Μαρξ, σήμαιναν ότι αυτή η Διεθνής δεν μπορούσε να είναι ένα τέτοιο εργαλείο. Ήταν οι ίδιοι οι Μαρξ και Ένγκελς που «απάλλαξαν το κτήνος απ' τη δυστυχία του». Από το 1876 και μετά η Διεθνής έπαψε να υπάρχει και επίσημα. Ο Μαρξ πέθανε το 1883. Κατά ένα παράδοξο τρόπο τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν υπέ 67
φερε τόσο από τις οικονομικές πιέσεις που ταλάνι ζαν τη ζωή του και τη ζωή της Τζένης και των παι διών. Αλλά ακόμα και αυτή η σχετική άνεση δεν μπορούσε να τον αποζημιώσει για τη θλίψη από το θάνατο της Τζένης και των παιδιών δυο χρόνια νω ρίτερα. Ο Ένγκελς φυσικά ήταν στο προσκέφαλό του, όπως ήταν μαζί του σε κάθε βήμα του επανα στατικού δρόμου που διάλεξαν να βαδίσουν μαζί από τη στιγμή που συναντήθηκαν. Ο Ένγκελς έζη· σε άλλα 12 χρόνια, που τα αφιέρωσε στο να δια· σπείρει το έργο του φίλου, συνεργάτη και συντρό φου του. Με χαρακτηριστική μετριοφροσύνη όσον αφορά στην προσφορά του ίδιου, ο Ένγκελς διακή ρυξε πως «με το θάνατο του Μαρξ η ανθρωπότητα ήταν κοντύτερη κατά ένα κεφάλι». Συνέχισε, λέγο ντας τα εξής για τον παλιό του φίλο: «Ο Μαρξ ήταν πάνω απ’ όλα επαναστάτης. Η πραγματική αποστολή του στη ζωή ήταν να συνει σφέρει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην ανα τροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας και των κρατι κών θεσμών που αυτή δημιούργησε, να συνεισφέ ρει στην απελευθέρωση του σύγχρονου προλετα ριάτου... Η πόλη ήταν το στοιχείο του. Και πάλευε με πάθος, ένταση και επιτυχία που λίγοι μπορούν να τον συναγωνιστούν».
10. Ο Μαρξ σήμερα Πάντα υπάρχουν αυτοί που εν χορώ επανα λαμβάνουν πως «ο Μαρξ δεν έχει τίποτα να μας πει στον 21ο αιώνα». Και πάντα υπήρχαν εκείνοι, που υποστήριζαν σε κάθε φάση πως πέρασε εποχή αυ τών των ιδεών, ό,τι είχαν να πουν το είπαν τότε, ανήκουν στο παρελθόν. Η κατάρρευση του «Κομ μουνισμού» υποτίθεται ότι είναι η οριστική απόδει ξη ότι ο Μαρξ σήμερα είναι περιττός. Είναι αλήθεια ότι τα καθεστώτα της Ανατολι κής Ευρώπης κατέρρευσαν διαδοχικά και ραγδαία το 1989. Αυτο-αποκαλούνταν σοσιαλιστικά, όμως αυτό που αποκαλύφθηκε όταν κατέρρευσαν είναι ότι σε αυτές τις κοινωνίες η εργατική τάξη δεν είχε κανένα έλεγχο, ούτε τα συμφέροντά της καθόριζαν το πώς θα χρησιμοποιηθεί ο πλούτος της χώρας. Συνέβαινε το αντίθετο. Η κεντρική ιδέα του Μαρξ ότι η επανάσταση είναι η αυτοαπελευθέρωση της εργατικής τάξης - βρέθηκε με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω με στόχο να δικαιολογήσει βάρβαρα τυραννικά καθεστώτα στα οποία μια μικρή μειοψη φία κυβερνώντων εξυπηρετούσε τα δικά της συμ φέροντα σε βάρος της πλειοψηφίας. Σε καθένα απ' αυτά τα κράτη, εκείνο που επικρατούσε ήταν η λο γική του κεφάλαιου - συσσώρευση με κάθε κό στος, ανταγωνισμοί ανάμεσα στα κράτη. Όμως, αυ
τά είναι τα καθοριστικά γνωρίσματα του καπιταλι σμού, όχι του σοσιαλισμού. Για να κατανοήσουμε τα κίνητρα και τους νό μους που ερμηνεύουν πώς λειτουργεί ο καπιταλι σμός στρεφόμαστε ξανά και ξανά στο Μαρξ. Το ασταμάτητο κυνήγι της υπεραξίας εξακολουθεί ακόμα να βασιλεύει πάνω από όλες τις άλλες προ τεραιότητες και ο κόσμος διαμορφώνεται, ή μάλ λον παραμορφώνεται, από την κυριαρχία του κεΦάλαιου. Η εμφάνιση της εργασιακής διαδικασίας αλλά ζει, οι αστοί ντύνονται διαφορετικά ή προτιμούν δι αφορετικούς τρόπους ζωής μεταξύ τους, πολλοί εργάτες μπορεί να φορούν άσπρες ποδιές ή στο λές αντί για τις παλιές εργατικές φόρμες και στα εργοστάσια μπορεί να επικρατεί ησυχία, εκεί που άλλοτε σε ξεκούφαιναν οι μηχανές. Αλλά η σχέση ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν, ελέγχουν και διευθύνουν τον πλούτο και τις παραγωγικές πηγές αυτής της κοινωνίας και αυτούς που η επιβίωσή τους εξαρτάται από τους μισθούς που πληρώνονται για να παράγουν αυτό τον πλούτο, παραμένει ακρι βώς η ίδια όπως την περιέγραψε ο Μαρξ. Η αλήθεια είναι ότι ο καπιταλισμός μοιάζει στον 21ο αιώνα πε ρισσότερο με την εικόνα που έδωσε ο Μαρξ, απ' όσο έμοιαζε την ίδια την εποχή του Μαρξ. Η εργα τική τάξη μόνο της Νότιας Κορέας σήμερα είναι με γαλύτερη από εκείνη του Βικτωριανού κόσμου που γνώρισε ο Μαρξ. Είναι πολύ ευκολότερο να μιλάς σήμερα για την παγκόσμια εργατική τάξη, απ’ ότι την εποχή το Μαρξ. 70
Όμως ο Μαρξ ενδιαφερόιαν να κατανοήσει τον καπιταλισμό και τη βαρβαρότητά του όχι για να κάνει ηθική κριτική, αλλά για να προετοιμαστεί για τις ανάγκες που έβαζε η απελευθέρωση της εργα τικής τάξης. Όπως ο καπιταλισμός δεν γνωρίζει σύ νορα και φραγμούς στην επέκτασή του, έτσι και το επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης πρέπει να είναι διεθνές. Η οργανωμένη ισχύς του κάποια μέρα θα σαρώσει τις δομές εξουσίας και κυριαρχίας και θα φέρει και το θάνατο του ίδιου του κράτους τελικά. Όμως αυτό δεν θα γίνει αυτόματα, αλλά μέσα από την πάλη των εργατών. Και στην πορεία αυτού του αγώνα, όχι μόνο θα αμφισβητηθεί και θα ξεπεραστεί η εξουσία του κεφάλαιου, αλλά θα γεν νηθεί μια νέα κοινωνία στην οποία οι πηγές του πλούτου της ανθρωπότητας θα χρησιμοποιηθούν για να φέρουν την ανθρώπινη ελευθερία. Το καθήκον αυτό, ποτέ δεν ήταν τόσο επιτα κτικό, απ' όσο σήμερα.
Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν ακούσει για τον Καρλ Μ αρξ. Αλλά πόσοι αλήθεια γνωρίζουν τι πραγματικά υποστήριζε; Για τους εχθρούς του, ο Μ αρξ,ήταν ένα τέρας που ευθύνεται για τις ιδέες που οδήγησαν στη σταλινική δικτατορία στη Ρωσία. Αλλά ακόμα και αρκετούς από τους οπαδούς του, που γνωρίζουν ότι αυτή η κατηγορία είναι ψέμα, ο Μ αρ ξ αντιμετωπίζεται σαν ένας φιλόσοφος που περνούσε τον καιρό του διαβάζοντας και γράφοντας στη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μ ουσείου. Όμως, ο Μ α ρ ξ ήταν κάτι πολύ περισσότερο από ένας συγγραφέας. Πάνω απ' όλα ήταν ένας επαναστάτης. Σε αυτό το μικρό βιβλίο, ο Μ άικ Γκονζάλες επιχειρεί να μας δώσει μια εισαγωγή στις ιδ έες του Μ α ρ ξ και πώς αυτές αναπτύχθηκαν μέσα από τους μεγάλους αγώνες του 19ου αιώνα για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης. Και καταλήγει με τη διαπίστωση ότι πάνώ σε αυτές τις επαναστατικές ιδ έες και στην εμπειρία από τη δράση του Μ α ο ξ μπορούμε να στηριχθούμε σήμερα -160 χρόνια από το γράψιμο του Κομμουνιστικού Μανιφέστου- για ν' αλλάξουμε τον κόσμο.