ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ.
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ.
ΘΕΜΑ: Sigmund Freud: H δομή του ανθρώπινου ψυχισμού στην πρώτη και δεύτερη τοπική και η σύνδεσή τους με τη Φροϋδική ερμηνεία, για τον πολιτισμό και τα θρησκευτικά δόγματα.
Παπαδημητρίου Πηνελόπη
1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή……………………………………..……………………3 1ο Κεφάλαιο 1.1.Η πρώτη τοπική…………………………………..…………..4 1.2.Η δεύτερη τοπική….…..………………………………..…….6 2ο Κεφάλαιο 2.1.Πολιτισμός πηγή δυστυχίας…………………………………..8 2.2 Σκέψεις με αφορμή την αρχή της ανταγωνιστικότητας…..11 2.3. Η αυταπάτη των θρησκευτικών δογμάτων……………….13 2.4. Ένας κόσμος χωρίς θρησκευτικές αυταπάτες..…………..16 Συνοψίζοντας………….…………………………………….. …...18 Σημειώσεις……….………………………………….……………..20 Βιβλιογραφία…………………………………………….………...22
2
Εισαγωγή Στόχος της εργασίας είναι να παρουσιάσει αρχικά, τη δομή του ανθρώπινου ψυχισμού, έτσι όπως περιγράφεται στην πρώτη και δεύτερη τοπική και στη συνέχεια να προσδιοριστεί η σχέση αυτής της θεωρίας με τον πολιτισμό και τα θρησκευτικά δόγματα. Ειδικότερα στο πρώτο κεφάλαιο αναλύεται ο τρόπος που ο Freud αντιμετώπισε τον ανθρώπινο ψυχισμό, δηλαδή ως ένα αυτόνομο όργανο και προσπάθησε να εξηγήσει πως ορισμένες συμπεριφορές ή κάποιες αναμνήσεις μπορούν να επηρεάζουν με τη δράση τους ένα άτομο, ακόμα και αν δεν βρίσκονται στη διάθεση του. Έτσι, ανέπτυξε τη θεωρία του ασυνειδήτου, ή, αλλιώς, την πρώτη «τοπική» θεωρία. Η πρόοδος στη θεραπευτική, τον οδήγησε το 1920 σε μία γενική ανακατάταξη των όρων και των δομών του ψυχικού συστήματος και σε μία αναδιατύπωση της θεωρίας του, η οποία έγινε γνωστή ως «δεύτερη τοπική», η οποία, όμως, θεωρείται συμπληρωματική της προηγούμενης. «Σε σύγκριση με την πρώτη τοπική, η δεύτερη μεταθέτει το κέντρο βάρους από το απωθημένο περιεχόμενο, από το παθητικό στοιχείο της απώθησης, στην ενεργό δύναμη, στο υποκείμενο που απωθεί στο Εγώ». 1 Στο
δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι θέσεις του Freud που
αφορούν στον πολιτισμό και στα θρησκευτικά δόγματα και στις πιέσεις που δέχεται το άτομο στις πολιτισμένες κοινωνίες. Ο Freud ασχολήθηκε με την κοινωνική φιλοσοφία και τα προβλήματα του κοινωνικού ανθρώπου, στη δύση της ζωής του. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι θλιβερές συνέπειες του, η κλονισμένη υγεία του και ο θάνατος που τον περιτριγύριζε από το 1923 είναι κάποιοι από τους λόγους που πιθανώς να τον οδήγησαν σε άλλες πνευματικές αναζητήσεις.2 . Σε μία απ’ αυτές τις αναζητήσεις του, ασχολήθηκε με το θέμα της θρησκείας. Ένθερμος υποστηρικτής των επιστημών και πολέμιος της θρησκείας, θέλησε να δείξει μέσα από το έργο του ότι η θρησκεία δεν είναι τίποτε άλλο από μία αυταπάτη, ένα κατασκεύασμα του πολιτισμού για να αμυνθεί
ο
άνθρωπος
απέναντι
στη
υπεροχή
της
φύσης.
Λέει
χαρακτηριστικά ο Freud, «Έχω περάσει πράγματι μεγάλο κομμάτι της ζωής μου προσπαθώντας να διαλύσω τις δικές μου αυταπάτες κι εκείνες της ανθρωπότητας». 3
1ο κεφάλαιο. 1.1. Η πρώτη τοπική Με την πρώτη τοπική ο Freud
προσπαθεί να εντάξει την ψυχολογία
στο χώρο των φυσικών επιστημών και της βιολογίας, έτσι ώστε το κύρος της ψυχανάλυσης να καταστεί προφανές και αδιαμφισβήτητο. Για το λόγο αυτό,
παρατηρεί
τις
ψυχικές
διαδικασίες
σαν
καταστάσεις
προσδιορισμένες ποσοτικά από υλικά μόρια (νευρόνια) που είναι ευδιάκριτα. Ο Freud κάνει αυτό το διαχωρισμό, διότι θεωρεί πως για να ορίσουμε την ψυχική ποιότητα ενός συναισθήματος –πόνο, χαρά, φόβοαναγκαστικά θα μεταφράσουμε την ψυχολογική αυτή κατάσταση με την ποσοτική ενέργεια που δαπανάται.3 Τα κείμενα που περιλαμβάνουν τις σκέψεις της λεγόμενης πρώτης τοπικής είναι το : Σχέδιο για μιαν επιστημονική ψυχανάλυση,(χειρόγραφο του 1895), το 7ο και τελευταίο κεφάλαιο απ’ το Ερμηνεία των ονείρων, και το, Σκέψεις για τις δύο αρχές του ψυχικού μας γίγνεσθαι (1911).4 Στο Σχέδιο, ο Freud
σημειώνει πως το ψυχικό μας σύστημα
ρυθμίζεται από δύο αρχές. Η πρώτη είναι η αρχή της αδράνειας ή της ηδονής. Όπου τα νευρόνια (υλικά μόρια), προσπαθούν να απαλλαγούν από την ψυχική ενέργεια που συσσωρεύουν. Αυτή η διαδικασία εκτόνωσης αποτελεί την πρωτογενή λειτουργία του ψυχικού συστήματος. Υπάρχει όμως και η δευτερογενής λειτουργία, η οποία αφορά μια συγκεκριμένη μορφή εκτόνωσης, όπως για παράδειγμα η κίνηση. Η δεύτερη αρχή ονομάζεται νόμος της ευστάθειας, και είναι ουσιαστικά η τάση των νευρονίων
να διατηρήσουν μια ισορροπία στον όγκο των
εισερχόμενων ερεθισμάτων. Με αυτό τον τρόπο η ψυχή υπακούει στο φυσικό νόμο της διατήρησης της ενέργειας. 5 Σύμφωνα με την θεωρία αυτή, ο Freud διέκρινε στον ανθρώπινο ψυχισμό τρία συστήματα: το ασυνείδητο, το προσυνειδητό και το συνειδητό, με ξεχωριστές λειτουργίες και δικαιοδοσίες το κάθε ένα από αυτά. Για να τονίσει τη χωρική αντίληψη της θεωρίας του υποστήριξε ότι μεταξύ των συστημάτων αυτών υπάρχουν «λογοκρισίες» οι οποίες προστατεύουν την ιδιαιτερότητα των τριών συστημάτων. 6
4
Η πρώτη τοπική, αν και τριμερής, είναι ουσιαστικά δυαδική γιατί αντιπαραβάλλει το α-συνείδητο με το προ-συνειδητό/συνειδητό.7 Η ασυνείδητη σκέψη απαντάται τόσο στην ονειρική κατάσταση όσο και στην καθημερινή ζωή. Το ασυνείδητο προϋποθέτει μια ενέργεια ελεύθερη, η οποία κυκλοφορεί και διοχετεύεται ανεμπόδιστα, μετατοπίζεται χωρίς κανένα φραγμό και ρυθμίζεται μόνο από την αρχή της ηδονής. Το ασυνείδητο προσπαθεί δυσφορία
να αποφύγει κάθε
και η ιδιομορφία του είναι
κατάσταση που προκαλεί να επιθυμεί. Η παραπάνω
διαδικασία είναι και αυτή πρωτογενής, καθώς με αυτή πρωτοβγαίνει ο άνθρωπος στον κόσμο. Όμως ένα τέτοιο πρωτογενές σύστημα δεν μπορεί να ικανοποιεί τις ανθρώπινες ανάγκες από μόνο του, γι΄ αυτό χρειάζεται μια δεύτερη εξισορροπηστική δύναμη(δευτερογενής διαδικασία) που να αναστέλλει
και να κατευθύνει το σύνολο της ψυχικής ενέργειας. Τη
διαδικασία αυτή ο Freud πραγματικότητας»,
θα τη συμπεριλάβει στην «αρχή της
όπου σκοπός της είναι να διατηρεί το ωφέλιμο, το
πραγματικό. Έτσι, σχηματίζεται σταδιακά
στη ζωή των ανθρώπων το
προ-συνειδητό, που επικρατεί στην ώριμη ηλικία και το οποίο προϋποθέτει μια δεσμευμένη ενέργεια. Το προ-συνειδητό φροντίζει για την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών που προκύπτουν στον πραγματικό κόσμο.8 Η μετάβαση από το ηδονικό–Εγώ, στο πραγματικό, είναι συνάρτηση της σχέσης του σεξουαλικού ενστίκτου αυτοσυντήρησης. ‘Ετσι το Εγώ υποτάσσεται στην παραπάνω αρχή της πραγματικότητας. Η σεξουαλική ορμή μετά το στάδιο της αυτοερωτικής περιόδου περνάει στην αρχή της ηδονής, που είναι μια σχέση που ακολουθεί πολλές φορές το άτομο μέχρι το τέλος της ζωής του. Σε εκείνη την περιοχή εδράζει η επιθυμία για ικανοποίηση των φαντασιώσεων με τη σύμπραξη της σεξουαλικότητας, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τις νευρωτικές καταστάσεις. Η σχέση ανάμεσα στο πρωτογενές ασυνείδητο και το δευτερογενές προ- συνειδητό είναι περίπλοκη. Κάθε συνειδητή κατάσταση περιλαμβάνει πάντα μια προηγούμενη ασυνείδητη κατάσταση, ενώ από την άλλη, το ασυνείδητο μπορεί να λειτουργεί αυτόνομα διατηρώντας την ψυχική του αξία.6 Υπάρχει περίπτωση λοιπόν, ορισμένες επιθυμίες να είναι στη βάση τους ηδονικές, όμως να προκαλούν δυσάρεστα
αισθήματα στο
δευτερογενές σύστημα. Και αυτό συμβαίνει γιατί οι ανεπιθύμητες σκέψεις 5
ξεφεύγουν από τον έλεγχο της λογικής και έρχονται σε επαφή με την ελεύθερη
πρωτογενή ενέργεια του ασυνείδητου.
Η κατάσταση αυτή
δημιουργεί μια απωθημένη επιθυμία. Για να ελεγχθεί κατάσταση είναι αναγκαία η ύπαρξη
η παραπάνω
μιας συγκεκριμένης δεσμευμένης
ενέργειας της «προσοχής», που ενώνει την επιθυμία με τη γλώσσα, καθώς πρέπει η επιθυμία να λεξικοποιηθεί.10 Ο Freud στο έργο του, Η επιστήμη των ονείρων, μελέτησε τους νόμους και τους μηχανισμούς του λόγου και σημείωσε πως όλα εξαρτώνται από το λόγο (langage).11
1.2.Η δεύτερη τοπική Από το 1920 και μετά, ο Freud
δούλεψε πάνω σε μια διαφορετική
αντίληψη για την προσωπικότητα καθώς το δυαδικό σχήμα του ασυνείδητου/προ-συνειδητού περιόριζε τη θεωρία του. Έτσι η φροϋδική θεωρία υφίσταται ένα βαθύ ανασχηματισμό καθώς εισάγονται νέες τοπικές διακρίσεις που δεν συμπίπτουν πια με αυτές του ασυνείδητου και του προσυνειδητού. Η δεύτερη τοπική διαφοροποιεί λοιπόν, τα εξής τρία συστήματα: το Αυτό, το Εγώ και το Υπερεγώ. Ο ανασχηματισμός αυτός κατέστη αναγκαίος γιατί
«…είναι ο ρόλος που παίζουν οι διάφορες
ταυτίσεις στη συγκρότηση του ατόμου, καθώς και οι μόνιμοι σχηματισμοί που οι ταυτίσεις αυτές εναποθέτουν στο εσωτερικό του ( ιδεώδη, κριτικοί θεσμοί, εικόνες του εαυτού).12 Το Αυτό αποτελεί μέρος του ενορμητικού πόλου της προσωπικότητας, ενώ τα περιεχόμενά του είναι ασυνείδητα και ένα μέρος από αυτά είναι κληρονομικό, ενώ το υπόλοιπο πηγάζει από τα απωθημένα. Πρέπει να σημειωθεί πως το Αυτό και το ασυνείδητο της πρώτης τοπικής είναι κατά προσέγγιση ισοδύναμα, πάντα βέβαια με κάποιες διαφορές. Το Αυτό επικαλύπτει τα περιεχόμενα που κάλυπτε πριν το ασυνείδητο, χωρίς όμως να επικαλύπτει το σύνολο του ασυνείδητου ψυχισμού.13 Ο Freud επαναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος των ιδιοτήτων που περιέγραψε στην πρώτη τοπική για το ασυνείδητο, οι ιδιότητες αυτές λειτουργούν με βάση την πρωτογενή διαδικασία, τη συμπλεγματική οργάνωση και τη γενετική
6
διαστρωμάτωση των ενορμήσεων. Το Αυτό ανήκει στον κόσμο των ορμών και των παθών και διατηρεί τα χαρακτηριστικά του ασυνείδητου, δηλαδή υπακούει στην αρχή της ηδονής και αγνοεί το χρόνο. Στο σημείο αυτό ο Freud ανασκευάζει τη θεωρία του για το ναρκισσισμό, καθώς το απόθεμα της λίμπιντο δεν είναι το ναρκισσικό Εγώ, αλλά είναι το Αυτό. 14 Ύπ’ αυτήν την έννοια, το Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως η παρακαταθήκη της λίμπιντο και γενικότερα της ενορμητικής ενέργειας. Για το Freud το Αυτό είναι ένα χάος, η ενέργειά του προέρχεται από τις ενορμήσεις του,
δεν έχει
οργάνωση, δεν προάγει καμία βούληση, και χαρακτηρίζεται από την απουσία λογικού υποκειμένου.15 Το Αυτό μέσα από την επαφή του με τον εξωτερικό κόσμο αλλοιώνει το χαρακτήρα του και έτσι δημιουργεί το Εγώ. Το Εγώ απέκτησε μια αυστηρή ψυχαναλυτική σημασία μετά το 1920 και αυτό συνέβη γιατί ο Freud στράφηκε περισσότερο προς την πρακτική που αφορά στην ανάλυση του Εγώ και των μηχανισμών άμυνάς του, παρά στην ανάδειξη των ασυνείδητων περιεχομένων.16 Το Εγώ λοιπόν, μηχανισμός άμυνας και σε αυτό οφείλεται η δημιουργία
λειτουργεί ως δυσάρεστων
συναισθημάτων, καθώς είναι επιφορτισμένο με το ρόλο του μεσολαβητή. Το Εγώ βρίσκεται σε μια σχέση εξάρτησης με τις διεκδικήσεις του Αυτού και τις επιταγές του Υπερεγώ.
17
Το Εγώ είναι σε θέση να λαμβάνει τόσο
τα εξωτερικά, όσο και τα εσωτερικά ερεθίσματα. Αποτελεί το όργανο αίσθησης της ψυχής , έχει πολλές αρμοδιότητες και είναι το ενιαίο σύστημα συνείδησης/αντίληψης. Καταγράφει όλες τις ψυχικές διαδικασίες μέσα στο χρόνο, καταργεί την αρχή της ηδονής και ελέγχει την εκτόνωση των ερεθισμάτων στον εξωτερικό κόσμο. Βρίσκεται
ανάμεσα στις
απαιτήσεις του πραγματικού κόσμου και στις πιέσεις του Αυτού, βρίσκεται ουσιαστικά ανάμεσα στις ασυνείδητες και στις συνειδητές απαιτήσεις.18 Το Υπερεγώ είναι ένα σύστημα που αποχωρίστηκε από το Εγώ, κυριαρχεί πάνω σε αυτό και στόχο έχει την απαγόρευση της εκπλήρωσης των επιθυμιών. Είναι ένα είδος κριτή. Εκτελεί τις εντολές του Αυτού και βρίσκεται σε στενή επαφή με αυτό. Το Υπερεγώ γίνεται υπερβολικά αυστηρό με το Εγώ, το κακομεταχειρίζεται και του δημιουργεί ενοχές για πράξεις που έγιναν στο παρελθόν, γεννώντας αισθήματα μελαγχολίας.19 Το Υπερεγώ σχετίζεται με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, το οποίο δομείται 7
μέσα από τις απαγορεύσεις και τις απαιτήσεις των γονέων. 20 Το Υπερεγώ προκύπτει από την ταύτιση με τον πατέρα, μετά από τη διάλυση των οιδιπόδειων πόθων και συγκρατεί μόνο την αυταρχική πατρική εικόνα και όχι την αγάπη. Το Υπερεγώ των παιδιών Υπερεγώ των
γονέων και
ταυτίζεται ακούσια με το
μετατρέπεται σε
θεματοφύλακας
των
παραδόσεων, της ηθικής και των πολιτιστικών αξιών. Είναι «…επίσης ο φορέας του ιδανικού Εγώ, με του οποίου τα μέτρα του Εγώ μετρά τον εαυτό του, τείνει σ’ αυτό και προσπαθεί να εκπληρώσει τις απαιτήσεις του για μια διαρκή τελειοποίηση.».21
2ο κεφάλαιο 2.1. Πολιτισμός πηγή δυστυχίας. Ο Freud στα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του έστρεψε το ερευνητικό του ενδιαφέρον στα
ζητήματα
που αφορούσαν στα
προβλήματα που αντιμετώπιζε το κοινωνικό υποκείμενο. Αφορμή γι’ αυτή την αλλαγή στάθηκε πιθανότατα η κατάρρευση του οικονομικού και πολιτικού συστήματος στο οποίο ζούσε με το τέλος του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, καθώς και η αδυναμία του να εργαστεί, ως αποτέλεσμα των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε. 22 Αν και μέσα από τα έργα του διαφαίνεται ένας σκεπτικισμός σχετικά με τη δυνατότητα ύπαρξης μιας δίκαιης κοινωνίας, εντούτοις, θεωρούσε ότι πάντα υπάρχει ένας μέσος δρόμος, μέσω του οποίου θα μπορούσε να βελτιωθεί η τύχη της ανθρωπότητας και να οικοδομηθεί μία καλύτερη κοινωνία.23 Έτσι από το 1923 κυρίως και έπειτα, ο Freud μελετά το μέλλον, τις όψεις και τις θυσίες που επιβάλλει ο πολιτισμός και κατ’ επέκταση όλους εκείνους τους
θεσμούς που ρυθμίζουν τις σχέσεις ανάμεσα στους
ανθρώπούς. Βλέπει πως πίσω από όλες εκείνες τις αξιολογικές κρίσεις που οδηγούσαν στην ιστορία της σκέψης, κρύβονται παρανοήσεις σχετικά με τη συγκρότηση του σώματος, είτε μεμονωμένων ατόμων, είτε κοινωνικών τάξεων, είτε και ολόκληρων φυλών. Όλες αυτές οι μεταφυσικές ‘’τρέλες’’ και τα ερωτήματα με την αξία της ύπαρξης μπορούν να 8
θεωρηθούν πρώτα συμπτώματα καθορισμένων σωμάτων. Ο Freud δεν επιζητούσε νέα είδωλα, θεωρούσε
πως πρέπει να γκρεμίζονται γιατί
εξαιτίας τους παραχαράχθηκε σε μεγάλο βαθμό η αληθοφάνεια της πραγματικότητας, εμφανίζοντας ως πραγματικό έναν φαινομενικό κόσμο. Το ψεύδος του ιδανικού είναι η κατάρα της πραγματικότητας με αποτέλεσμα τα άτομα να προσκυνούν αξίες που είναι αντίθετες από εκείνες που εξασφαλίζουν την πρόοδο, την ευτυχία και την πραγματική άνθιση. Ο Freud θεωρούσε ότι ένα μέρος της αθλιότητας της ζωής μας οφείλεται στον πολιτισμό, και ότι οι άνθρωποι θα ήταν πιο ευτυχισμένοι αν επέστρεφαν σε πρωτόγονες καταστάσεις, καθώς κάθε τι από το οποίο προσπαθούνε
να προφυλαχτούνε, επειδή τους
προκαλεί πόνο,
προέρχεται από τον ίδιο τον πολιτισμό. Στο έργο του, Μέλλον μιας ψευδαίσθησης(1927), ο Freud γράφει για τον πολιτισμό, «…έχει κανείς την εντύπωση πως ο πολιτισμός είναι κατιτί που επιβλήθηκε σε μιαν αντιστεκόμενη πλειονότητα από μια μειονότητα που αντιλαμβανόταν πώς να κατέχει τα μέσα εξουσίας και καταναγκασμού».24 Για το Freud το οικοδόμημα του πολιτισμού είναι χτισμένο πάνω στις ηθικές αρχές, που υπάρχουν για να περιορίζουν τις ορμές των ανθρώπων. Ουσιαστικά ερευνά τη σχέση, τη διαπλοκή, τις συνέχειες της δομής του ασυνείδητου ψυχισμού, με τη δομή της κοινωνίας. Με
ποιον τρόπο
φιλτράρονται οι ασυνείδητες σκέψεις, εξωτερικεύονται και δημιουργούν έναν κόσμο με κανόνες, δημιουργούν πολιτισμό, απαγορεύσεις, θεούς. Αυτές οι ηθικές αρχές και οι απαγορεύσεις είναι αποτέλεσμα της έντασης ανάμεσα στο Εγώ και το Υπερεγώ. Για το λόγο αυτό ορισμένες ιδιότητες του
Υπερεγώ
μπορούν
να
αναγνωριστούν
καλύτερα
από
τις
συμπεριφορές που διατηρεί η πολιτιστική κοινωνία παρά τα άτομα μεμονωμένα. Το πολιτιστικό Υπερεγώ διαμορφώνει μια μαζική ηθική, στην οποία σε όλες τις εποχές δόθηκε τόσο μεγάλη αξία σαν να περίμεναν οι άνθρωποι από αυτή πολύ σημαντικά αποτελέσματα. Ειδικότερα, το Υπερεγώ ως φορέας της παράδοσης, αναπαράγεται δια μέσου των γενεών, είναι ένα είδος φυσικού κληρονόμου, κληρονομεί αυστηρότητα και
μόνον την
τα ίδια δικαιώματα από τους γονείς. Το αποτέλεσμα
αυτής της καταπίεσης πάνω στα άτομα εμφανίζεται με τη μορφή 9
νευρώσεων, καθώς τα υποκείμενα
δεν είναι σε θέση να ελέγξουν το
βαθμό στέρησης που τους επιβάλλει η κοινωνία για χάρη πολιτιστικών ιδανικών. Η σύλληψη και ο διαχωρισμός του συνειδητού και του ασυνείδητου εσωτερικού κόσμου από το Freud
έφερε τα αποτυπώματα μιας νέας
διαδικασίας σκέψης, κουλτούρας, ύφους, η οποία αμφισβήτησε το νόημα που μέχρι τότε έδινε ο άνθρωπος στη συνείδηση του εαυτού του, στην εξέλιξη της ιστορίας και κατ’ επέκταση στο σκοπό του πεπρωμένου του. Τροποποιεί λοιπόν, τη μέθοδο και την ανάγνωση του ιστορικού υποκειμένου και αλλάζει τον τρόπο γραφής της ιστορίας, καθώς και την αντίληψη του τι μπορεί να αποτελέσει ιστορική αλήθεια. Η ανθρωπότητα δεν ζει ποτέ μόνο στο παρόν. Το παρελθόν, οι παραδόσεις, επιζούν στις ‘‘ιδεολογίες’’ του Υπερεγώ. Γι’ αυτό και ο Freud πιστεύει πως είναι λάθος των ιστορικών υλιστικών αντιλήψεων η αποδοχή μόνο των οικονομικών σχέσεων, καθώς οι ιδεολογίες που επενεργούν στο Υπερεγώ παίζουν στη ζωή του ατόμου έναν ισχυρό ρόλο, γεγονός που καθιστά ανεπαρκή την θεωρία ότι οι οικονομικές σχέσεις είναι ο μοναδικός τρόπος εξήγησης της ιστορίας. Ο Ε. Fromm επισημαίνει, σε σχέση με τα παραπάνω, πως ο Freud αν και έτρεφε μια συμπάθεια για τις φιλελεύθερες και σοσιαλιστικές ιδέες δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει την εικόνα που είχε η μεσαία τάξη του 19ου αιώνα για τον άνθρωπο. Στην πραγματικότητα η δομή του ψυχολογικού του συστήματος στηρίζεται σε μια συγκεκριμένη κοινωνική φιλοσοφία. Ότι ο άνθρωπος είναι βασικά επιθετικός και ανταγωνιστικός, εισάγει για το λόγο αυτό την έννοια της μετουσίωσης ή εξύψωσης, για να εξηγήσει τα αποτελέσματα της μη ικανοποίησης των ενστικτωδών αναγκών , που στην περίπτωση των ελίτ σε αντίθεση με το πλήθος, οδηγεί στην αποταμίευση εκείνου του φυσικού κεφαλαίου που απαιτείται για τα πολιτιστικά επιτεύγματα. Έτσι ο πλούτος είναι προϊόν αποταμίευσης, ενώ η κουλτούρα, είναι προϊόν διάψευσης των ενστίκτων. Ο Freud σημειώνει πως η επιθετική ωμότητα του ανθρώπου καραδοκεί και όταν υπάρξουν εκείνες οι ευνοϊκές συνθήκες, όπου οι δυνάμεις του πνεύματος παύουν να λειτουργούν, τότε οι άνθρωποι φέρονται σαν άγρια ζώα. Η φυσική επιθετικότητα οδηγεί στην έμφυτη ανταγωνιστικότητα. Ακόμα και αν οι 10
οικονομικές
ανισότητες
εξαλειφθούν
υπάρχει
μια
πτυχή
της
ανταγωνιστικότητας, η ισχυρότερη όλων. Είναι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα αρσενικά για την κατάκτηση των γυναικών.25 Ο Freud θεωρεί πως η παραπάνω σχέση έχει τις ρίζες της στην
τοτεμική εποχή. Οι
γιοί
σκότωσαν τον αρχηγό πατέρα, καθώς ήθελαν να έχουν όπως και ο πατέρας τους, όλες τις γυναίκες για τον εαυτό τους. Αφού, αρχικά ικανοποίησαν το μίσος και την επιθυμία για ταύτιση, ακολούθησε το συναίσθημα της καταπιεσμένης αγάπης, που στη συνέχεια μετατράπηκε σε
ενοχή με τη μορφή της μεταμέλειας. Έτσι εξαιτίας του αισθήματος
ενοχής, εκ των υστέρων, αποκήρυξαν την πράξη τους και δημιούργησαν το υποκατάστατο του πατέρα, το τοτέμ. Κανείς δεν μπορούσε να σκοτώσει το τοτέμ και για το λόγο αυτό απαρνήθηκαν τα οφέλη της πράξης τους. Αυτή είναι η κομβική στιγμή όπου δημιουργήθηκαν τα δύο βασικά ταμπού του τοτεμισμού: η προστασία του ζώου-τοτέμ και η απαγόρευση της αιμομιξίας. Με τα δύο αυτά ταμπού αρχίζει, για τον Freud η εποχή της ηθικότητας.26
2.2 Σκέψεις με αφορμή την αρχή της ανταγωνιστικότητας. Με την εδραίωση των πατρικών θεοτήτων η κοινωνία σιγά-σιγά μετατράπηκε σε πατριαρχική. Που βρίσκεται όμως, μέσα σε αυτή την εξελικτική πορεία η θέση των μητρικών θεοτήτων, που πιθανόν προηγήθηκαν των πατρικών; Ο Freud απαντά, πως αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να προσδιορίσει. Αναφέρεται, λοιπόν,
μόνο στην περίπτωση των ανδρών, δεν
περιλαμβάνει στη θεωρία του την αντίδραση των γυναικών. Είναι ένα ερώτημα αυτό. Δεν τις περιλαμβάνει γιατί δεν ακολουθούν την αρχή της ανταγωνιστικότητας; Επομένως με την κατάργηση αυτής της επιθυμίας από το φάσμα του γυναικείου ψυχισμού, ο Freud, θα έπρεπε να παρουσιάσει
ένα
αντίστοιχο
της
ανδρικής
σεξουαλικής
ανταγωνιστικότητας, εξίσου ισχυρό, για να καλύψει επαρκώς το κενό που 11
δημιουργείται. Υπάρχει βέβαια η περίπτωση της απλής παράληψης ή η εκδοχή του να θεωρεί πως δεν υπάρχει κάτι ανάλογο. Αν συμβαίνει το δεύτερο τότε μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι
η υλιστική θεωρία μπορεί
να επαληθευτεί στην περίπτωση των γυναικών. Αφού η κατάργηση της ιδιοκτησίας, όπως σημειώνει και ίδιος ο Freud, απαλύνει εν μέρει επιθετικότητα του ατόμου και αφού
την
οι γυναίκες δεν ακολουθούν την
ισχυρότερη αρχή, αυτή της σεξουαλικής ανταγωνιστικότητας, άρα με την παύση των πολιτιστικών υλικών στοιχείων δεν θα εκδηλώσουν επιθετικές τάσεις, σε αντίθεση με τους άνδρες. Επομένως στο γυναικείο Υπερεγώ οι οικονομικές σχέσεις μοιάζει να επενεργούν διαφορετικά και ίσως να παίζουν ισχυρότερο ρόλο. Στο έργο του, Πολιτισμός πηγή δυστυχίας, γράφει, πως οι σεξουαλικές σχέσεις θα συνεχίζουν να υπάρχουν πέρα από τους υλικούς συσχετισμούς και «θα διεγείρουν την πιο μεγάλη κακία και την πιο βίαιη έχθρα ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες, που θα ήταν διαφορετικά ίσοι μεταξύ τους.»27 Με την έκφραση του ¨που διαφορετικά θα ήταν ίσοι μεταξύ τους¨ ο Freud θίγει ένα ακόμη τεράστιο ζήτημα, αυτό της ισότητας των φύλων. Κατά την εκτίμηση του δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική ισότητα εξαιτίας της μεγάλης σεξουαλικής έντασης και έχθρας ανάμεσα στα δύο φύλα. Προκρίνει λοιπόν τις
σεξουαλικές
σχέσεις , έναντι όλων των άλλων, ως τον κύριο ρυθμιστή που διατηρεί την ανισότητα και
αφού οι σχέσεις των γυναικών με τους άνδρες
ακολουθούν στην ιστορία την ίδια αρχή και αφού μόνο οι άντρες ακολουθούν
την
αρχή
της
σεξουαλικής
ανταγωνιστικότητας,
άρα,
σύμφωνα με το παραπάνω σχήμα, δεν υπάρχει περίπτωση να επιτευχθεί ποτέ πραγματική ισότητα. Ο θηλυκός πληθυσμός αποδέχτηκε ή μάλλον κατά το ορθότερο, του επιβλήθηκαν τουλάχιστον δύο βασικοί
κανόνες:
της απαγόρευσης της αιμομιξίας και της προστασίας του τοτέμ, στων οποίων τη δημιουργία δεν είχε ενεργό δράση. Και όπως σημειώνει ο Φρόυντ για τους δύο παραπάνω νόμους, είναι εκείνοι που αποτελούν την αφετηρία της εποχής της ηθικότητας. Άρα και όσοι νόμοι απορρέουν από αυτούς π.χ. μοιχεία, είναι επίκτητοι κανόνες δεν προκύπτουν άμεσα από τον γυναικείο ψυχισμό.
12
Τα παραπάνω είναι ζητήματα που αφήνουν κενά και ερωτήματα στη θεωρία του Freud, και δεν είναι τα μόνα, και στην περίπτωση του οιδιπόδειου, αρκετά αργότερα, προσθέτει για να
το σύμπλεγμα της Ηλέκτρας,
περιγράψει ορθότερα τις ασύνειδες γυναικείες συμπεριφορές,
προσπαθώντας ταυτόχρονα. να δώσει μια απάντηση σε όσους τον κατηγορούν ότι δεν υπήρξε το ίδιο συνεπής στην ανάλυση του ψυχισμού των δύο φύλων.
2.3. Η αυταπάτη των θρησκευτικών δογμάτων. Ο Freud πιστεύει πως το βασικότερο χαρακτηριστικό ενός πολιτισμού είναι η καλλιέργεια των ανώτερων διανοητικών δραστηριοτήτων και η θέση που κατέχουν οι
ιδέες μέσα σε αυτή. Την πρώτη θέση σε αυτές τις
ιδέες διατηρεί σε όλες τις κοινωνίες η
θρησκεία.28
Ο Freud σε όλη τη διάρκεια της ζωής του παρέμεινε πιστός στις προσωπικές του αξίες και αρχές. Μία από αυτές τις αρχές αφορούσε και στην επιστήμη καθώς τη θεωρούσε το μοναδικό δρόμο που οδηγεί στην αλήθεια. Αυτή η θέση καθορίζει και τη σχέση του με τη θρησκεία, η οποία είναι αδιάλλακτη. Τοποθετεί τη θρησκεία στο χώρο των ονείρων σαν ένα παράδειγμα «εκπλήρωσης των επιθυμιών» και δεν παραλείπει να τοποθετήσει μία σειρά από θρησκευτικά δόγματα, στην κατηγορία των ψευδαισθήσεων. Το άτομο σκέφτεται, αισθάνεται και ενεργεί εντελώς διαφορετικά όταν εντάσσεται σε ένα ανθρώπινο πλήθος, καθώς αποκτά τις ιδιότητες μιας ψυχολογικής μάζας. Τι είναι όμως μάζα; Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη μαζών, μάζες φευγαλέες και μάζες ιδιαίτερα ανθεκτικές στο χρόνο, φυσικές μάζες και τεχνητές, πρωτόγονες και υπεροργανωμένες’ μάζες με οδηγό και μάζες χωρίς. Ο Freud επιλέγει για την έρευνά του τις διαρκείς, υπεροργανωμένες, τεχνητές μάζες με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τέτοιου συνδυασμού την εκκλησία.29 Το άτομο μέσα σε μια μάζα, οδηγείται συχνά σε μια ριζική αλλαγή της ψυχικής του δραστηριότητας, ενώ 13
παρατηρείται
αύξηση
της
συναισθηματικότητας
και
αναστολή
της
διανοητικής επίδοσης του. Υπάρχει μια μεταδοτικότητα μέσα στη μάζα και είναι αυτή η επιρροή της, που εξαναγκάζει το άτομο να υπακούει σε μια απομιμητική τάση. Η μάζα διακρίνεται για μια ιδιαίτερη δεκτικότητα στην υποβολή, καθώς η υποβολή είναι δομικό χαρακτηριστικό την ανθρώπινης ψυχικής ζωής. Οι
σχέσεις αγάπης αποτελούν την ουσία της μαζικής
ψυχής.30 Ο Freud
βρίσκει τα πρώτα σημάδια θρησκευτικής οργάνωσης στις
πρωτόγονες κοινωνίες και ξεδιπλώνει αυτή του τη σκέψη μέσα από το έργο, Τοτέμ και ταμπού. Όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενο κεφάλαιο, ο τοτεμισμός μπορεί να θεωρηθεί μια πρώτη προσπάθεια για θρησκεία. Γιατί εκεί εμφανίστηκαν ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία εξακολουθούν να έχουν καθοριστική επίδραση στη φύση των θρησκειών. Ο Freud υποστήριξε πως η ανάπτυξη των θρησκειών στηρίχτηκε στην αίσθηση της ενοχής το γιου να μπει στη θέση του θεού πατέρα (οιδιπόδειο) και στην εκ των υστέρων υπακοή. Ο θεός ισοδυναμεί με τον εξιδανικευμένο πατέρα.31 Βέβαια
ο Freud
δεν είναι σίγουρος για το
πως από το ζώο-τοτέμ
δημιουργήθηκε η ιδέα του θεού και πως έγινε το πέρασμα από το πατρικό υποκατάστατο στον θεό-πατέρα, που ξανακέρδισε τα ανθρώπινα του χαρακτηριστικά. Στην χριστιανική θρησκεία ο Χριστός θυσίασε τη ζωή του για να απαλλάξει τους πιστούς από το προπατορικό τους αμάρτημα. Η θρησκεία του γιου παραγκωνίζει τη θρησκεία του πατέρα. Ωστόσο, ο Χριστιανισμός αποτελούσε πρόοδο για την ιστορία των θρησκειών, τουλάχιστον αναφορικά με την επιστροφή και την εμφάνιση των απωθημένων στοιχείων. Ο
Freud
πιστεύει
ότι
δημιουργήθηκαν νέα
συστήματα επαφής και στην πορεία του χρόνου άλλαξε η σχέση με τον πατέρα και ίσως η σχέση με τα ζώα. Παρόλα αυτά το πατρικό στοιχείο παραμένει η βάση για την ιδέα του θεού.32 Η κοινωνική-θρησκευτική ηθική για το Freud είναι ίσως το πιο τρωτό σημείο κάθε πολιτισμού, καθώς αντιμετωπίζεται ως η θεραπεία για την αμοιβαία επιθετικότητα των ανθρώπων.
Γι’ αυτό το λόγο παρουσιάζει
ιδιαίτερο ενδιαφέρον η εντολή του πολιτιστικού Υπερεγώ: Αγάπα τον πλησίον σου σαν εαυτό σου. Η εντολή αυτή αποτελεί «την ισχυρότερη απόκρουση της ανθρώπινης
επιθετικότητας και είναι ένα εξαίσιο 14
παράδειγμα για την αψυχολόγητη ενέργεια του πολιτιστικού Υπερεγώ.» Το Υπερεγώ εκδίδει μια εντολή χωρίς να ενδιαφέρεται αν
μπορεί να
ακολουθηθεί από τους ανθρώπους και χωρίς να ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις
που θα έχει στην ανθρώπινη ψυχική ιδιοσυγκρασία. Η αξία
μιας εντολής μεγαλώνει με το βαθμό δυσκολίας που αυτή παρουσιάζει κατά την
τήρησή της. Στο Πολιτισμός πηγή δυστυχίας, ο Freud,
χαρακτηρίζει την παραπάνω εντολή ως ακατανόητη, διερωτάται, πως είναι δυνατόν να μοιράζεις κάτι τόσο πολύτιμο όσο η αγάπη χωρίς σκέψη και πως είναι δυνατόν μια τέτοια γενική αγάπη προς όλους να είναι ολοκληρωτική και ουσιαστική. Είναι αδύνατο για το άτομο να αγαπήσει τον άλλον περισσότερο από τον εαυτό του, αυτό ξεπερνά κάθε νόμο λογικής, είναι απλά απραγματοποίητη. Είναι αδύνατη η ύπαρξη αδελφικής αγάπης.33 Για το Freud
όσοι προσπαθούν να ακολουθήσουν τις
κοινωνικές και θρησκευτικές εντολές το μόνο που καταφέρνουν είναι να βλάπτουν τον ίδιο τους τον εαυτό και να γίνονται τελικά δυστυχισμένοινευρωτικοί. Αν και η θρησκεία έχει προσφέρει πολλά στον πολιτισμό και στον δαμασμό των α-κοινωνικών ορμών
απέτυχε τελικά να κάνει τους
ανθρώπους ευτυχισμένους, αλλιώς δεν θα ονειρεύονταν μια καλύτερη ζωή.34 Γιατί όμως οι άνθρωποι
έχουν την ανάγκη να πιστεύουν στην
ψευδαίσθηση της ύπαρξης του θεού;
Για
το Freud
οι άνθρωποι
επιχειρούν να διασφαλίσουν την ευτυχία τους με αυτό τον τρόπο και να αποφύγουν τον πόνο με την «ψευδαισθητική αναδιαμόρφωση της πραγματικότητας».35 Θεωρούν πως η θεία πρόνοια είναι αυτή που τους θωρακίζει έναντι της συντριπτικής
υπεροχής της φύσης,
από τους
κινδύνους της μοίρας και των προβλημάτων μέσα στην κοινωνία. Ο δρόμος προς τον θεό
οδηγεί στην τελειοποίηση της ανθρώπινης ουσίας,
ενώ ο θάνατος δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα εξελεγκτικό στάδιο.36 Σύμφωνα με τα παραπάνω οι θρησκείες και τα δόγματα για το Freud δεν είναι προϊόντα της εμπειρικής γνώσης, ούτε αποτελούν πορίσματα σκέψης, αλλά είναι αυταπάτες που εκπληρώνουν τις παλαιότερες και ισχυρότερες επίκτητες επιθυμίες των ανθρώπων. Την αυταπάτη αυτή όμως δεν την αναγνωρίζει κανείς καθώς είναι δέσμιος της. Τα θρησκευτικά δόγματα
αποτελούν
δηλώσεις
της
εσωτερικής
ή
της
εξωτερικής 15
πραγματικότητας νόμων, οι οποίοι
παρουσιάζοντας
ένα σύνολο κανόνων και θεϊκών
δεν χρήζουν απόδειξης, απαιτούν όμως πίστη. Το
αναπόδεικτο των θρησκευτικών δογμάτων στηρίζεται σε: προγονικά κληροδοτήματα για την εικόνα του
θεού, ιερά κείμενα των οποίων η
προέλευση και εγκυρότητα είναι δύσκολο να πιστοποιηθεί, και τέλος στην απαγόρευση ερωτήσεων που αφορούν στην πιστοποίηση.37 Για τον Freud, λοιπόν, οι αλήθειες των θρησκευτικών δογμάτων είναι καλυμμένες και παραμορφωμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να απομακρύνονται τα άτομα από την πραγματικότητα
2.4. Ένας κόσμος χωρίς θρησκευτικές αυταπάτες. Όμως, θα μπορούσε ο άνθρωπος να επιζήσει χωρίς τη θρησκεία; Για το Freud, μπορεί να επιτευχθεί αυτό. Αρκεί ο άνθρωπος να μάθει να στηρίζεται στις δυνάμεις του και να τις χρησιμοποιεί σωστά. Εξάλλου, ο άνθρωπος είχε τα μέσα για να το πετύχει, αφού η εξέλιξη της επιστήμης τον είχε βοηθήσει να συνειδητοποιήσει τη δύναμη του και να την αυξήσει. «Γιατί η επιστήμη δεν είναι αυταπάτη. Θα ήταν όμως αυταπάτη να πιστεύαμε ότι θα μπορούσαμε να πάρουμε από αλλού (π.χ. από τη θρησκεία) ότι δεν μπορεί να μας δώσει».38 Ο Freud αναγνωρίζει
τη
δύναμη της θρησκείας, καθώς έχει καταφέρει να εξουσιάζει για πολλούς αιώνες την ανθρώπινη κοινωνία. Η θρησκεία, σημειώνει ο Freud, ότι έχει χάσει την επίδραση της, η αξιοπιστία της έχει κλονισθεί και αυτό οφείλεται στην επικράτηση της επιστήμης, η οποία προσφέρει ένα συγκεκριμένο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, βασισμένο στην εμπειρία και την απόδειξη.39 Θεωρεί ότι ο άνθρωπος θα μπορέσει να λυτρωθεί από τα δεσμά της θρησκείας, αλλά και γενικότερα από την ανάγκη του να έχει ένα αποκούμπι, μία παρηγοριά, μόνο όταν αποφασίσει να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις που του προσφέρει η επιστήμη και να σταθεί στις δικές του δυνάμεις. Αν το καταφέρει αυτό, τότε θα πάψει να είναι δογματικός, θα
16
καταφέρει να αναγνωρίζει τις απαγορεύσεις και θα μπορέσει ν’ αναπτύξει κριτική σκέψη. Όμως το νέο παράδειγμα θα γεννηθεί από το παλιό και αφού δεν υπάρχει παρθενογένεση, θα υιοθετήσει, θα απορρίψει κάποιες
αξίες,
νόμους και θεωρίες. Ουσιαστικά θα δημιουργηθεί μια νέα κατασκευή η οποία θα δομηθεί σε μια νέα ιδέα, στην ιδέα της λυτρωτικής δύναμης της επιστήμης, αποδομώντας όμως την παλαιά, αλλά με κομμάτια από το παρελθόν. Επομένως με τη σύλληψη της έννοιας των κοινωνικών κανόνων, του θεού, των εθνών, εξ ορισμού ότι δημιουργείται αποτελεί μία κατασκευή που οπωσδήποτε θα κρύβει υποκειμενικότητες και αυτό δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, γιατί δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία κάθετη τομή που να αποκόβει τελείως από το παρελθόν τους ανθρώπους ώστε να μεταπηδάνε στη νέα εποχή χωρίς καμία εγγραφή, ως taboula rasa. Επίσης δεν υπάρχει ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας από την εποχή των τοτέμ μέχρι σήμερα, κανένα σύνολο κοινωνικό που να μην έχει μετατρέψει υποκειμενικότητες
σε
αντικειμενικότητες,
φυσικοποιώντας
τες,
μετατρέποντας τες σε νόμους καθολικής γενικής παραδοχής και πέραν κάθε αμφισβήτησης. Μπορεί να υποτεθεί ότι είναι εγγενώς χαραγμένο στη φύση του ανθρώπου να ζει σε οργανωμένα σύνολα με γενικές αρχές, κανόνες, απαγορεύσεις. Και όπως σημειώνουν οι Μπέργκερ και Λούκμαν στο έργο τους, Η κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας, είναι, «Το παράδοξο ο άνθρωπος να είναι ικανός να παράγει έναν κόσμο τον οποίο κατόπιν βιώνει ως κάτι διαφορετικό από ένα ανθρώπινο προϊόν…».40 Με ποιο τρόπο λοιπόν θα λυθεί το ζήτημα των παρανοήσεων που αφορά στα κοινωνικά προϊόντα και στους θρησκευτικούς νόμους; Πως μπορεί να γίνει η μετάβαση σε μια κοινωνία της επιστήμης; Για το Freud η λύση βρίσκεται στην αλλαγή του τρόπου
εκπαίδευσης των παιδιών.
Καθώς τα θρησκευτικά δόγματα επιβραδύνουν τη σεξουαλική ανάπτυξη και οδηγούν σε διανοητική αδυναμία όσους αποδέχονται χωρίς κριτική τους παραλογισμούς της. Ελπίζει πως οι γενιές που θα ακολουθήσουν δεν θα έχουν δεχτεί στην παιδική ηλικία την επίδραση της θρησκείας και θα καταφέρουν να θέσουν τα πρωτεία της λογικής πάνω από την ορμική ζωή. Παράλληλα
η
αλλαγές
στην
επιστήμη
θα
σημαίνουν,
συνεχείς
ανακαλύψεις, αναθεωρήσεις, θα οδηγήσουν στην πρόοδο και στην εξέλιξη. 17
Για το Freud αν και τα πρωτεία της επιστήμης βρίσκονται πολύ μακριά, η απόσταση όμως δεν είναι ατελείωτη, καθώς οι αυταπάτες χάνουν σιγά σιγά την ισχύ τους. Τίποτα δεν μπορεί να αντισταθεί στο Λόγο και στην εμπειρία.41
Συνοψίζοντας Μέσα από το έργο του ο Freud προσπαθεί να εντάξει την ψυχολογία στο χώρο των επιστημών και να προσδώσει στην ψυχανάλυση τίτλους της φυσικής και της βιολογίας. Στην πρώτη τοπική μελετά κυρίως τη σχέση ασυνείδητου/ προσυνειδητού, ενώ στη δεύτερη προχωράει πιο πέρα και προσθέτει το Υπερεγώ που το χαρακτηρίζει ως ηθικό και στυγνό, το Αυτό που είναι ηθικά ουδέτερο και αδιάφορο, και τέλος το Εγώ που προσπαθεί να είναι ηθικό. Θεωρεί πως οι
αρχές που διατρέχουν
την κοινωνία είναι
δημιουργήματα που στηρίζονται όχι στην εμπειρική μελέτη του κόσμου αλλά στις αυταπάτες. Η θρησκεία είναι για το Freud ίσως μία από τις σημαντικότερες μαζικές αυταπάτες,
που στερεί
στους ανθρώπους τη
δυνατότητα να αντιληφθούν την πραγματικότητα για τον κόσμο και για τον εαυτό τους. Τα άτομα βρίσκονται παγιδευμένα ανάμεσα στις αξίες της κοινωνίας,
όπου χρωστάνε την επιτυχία τους, στον προσωπικό τους
αγώνα και στο θεό, όπου η επιτυχία είναι σημάδι της χάρης Του. Και αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στο αίσθημα απεριόριστης δύναμης σχετικά με τον καθορισμό της τύχης τους και στο αίσθημα απόλυτης αδυναμίας. Όσο πιο ισχυρή είναι η καταπίεση των ορμών, τόσο μεγαλύτερη είναι η πολιτιστική ανάπτυξη. Ο αισθησιασμός νικήθηκε προοδευτικά από την πνευματικότητα προκαλώντας στους ανθρώπους αίσθημα περηφάνιας, προόδου και αυτοϊκανοποίησης. Και κάποια στιγμή η πνευματικότητα νικιέται από το μυστηριώδες συγκινησιακό φαινόμενο της πίστης. «Είναι το περίφημο Gredo quia Absurdum και εκείνος που το θεωρεί ως μια παραίτηση από το λόγο, το θεωρεί ωστόσο ως μια υπέρτατη πραγματοποίηση.
Ίσως
όλες
αυτές
οι
ψυχολογικές
καταστάσεις 18
συνεπάγονται ένα άλλο κοινό σημείο, ίσως ο άνθρωπος αποδίδει μεγαλύτερη αξία σ' ό,τι δυσκολότερα κατορθώνει να πετύχει κι η περηφάνια του οφείλεται σ' ένα ναρκισσισμό, που επαυξάνεται από την υπερνικηθείσα δυσκολία».42 Το παρελθόν, οι παραδόσεις, επιζούν στις ‘’ιδεολογίες’’ του Υπερεγώ. Η σύνδεση
της ιστορικότητας με την ψυχοσύνθεση του ατόμου
απασχόλησε το Freud και ήταν από τους πρώτους που προσπάθησαν να κάνουν τέτοιου είδους συνδέσεις. Μελέτησε τον ψυχισμό του ατόμου για να καταλάβει πως εκφράζονται οι εσωτερικές ψυχικές επιταγές στον εξωτερικό κόσμο και πως οι ατομικές επιλογές παίρνουν κάποτε τη μορφή συλλογικών επιταγών και
τελικά γίνονται απαραβίαστοι κανόνες. Στο
ζήτημα της εξέλιξης του πολιτισμού και κυρίως της θρησκείας
του
ασκήθηκε κριτική, καθώς μοιάζει να μην υπήρξε το ίδιο συνεπής στην ανάλυση του ψυχισμού των δύο φύλων. Για παράδειγμα με τον τρόπο που παρουσιάζει ο Freud την εξέλιξη της θρησκείας από το τοτέμ, μέχρι τον Μωυσή και το Χριστό είναι ουσιαστικά σαν να περιγράφει την εξέλιξη του άνδρα στην πορεία της ιστορίας, όπου οι γυναίκες αποτέλεσαν απλά, το μήλο της έριδας(τοτέμ) και
έπαιξαν σε όλη την ιστορία δευτερεύοντα
ρόλο. Βάσει αυτού του συλλογισμού, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πως η ιστορία, το παρόν, είναι σε απόλυτο βαθμό ανδρικό δημιούργημα. Πέρα όμως από τις διαφωνίες, η συμβολή του
Freud, στην
επιστήμη της ψυχανάλυσης, στην ερμηνευτική και αναλυτική επεξεργασία των πολιτιστικών και κοινωνικών προβλημάτων είναι ανεκτίμητη. Και όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Αλτουσέρ: ο Μαρξ, ο Νίτσε και ο Φρόυντ ήταν τρία «Φυσικά» παιδιά(εξώγαμα), του 19ου αιώνα, που κανείς δεν περίμενε να γεννηθούν. Με την έννοια ότι αποτέλεσαν προσβολή στον κανόνα, παιδιά χωρίς πατέρα, που όμως γέννησαν επιστήμες ή κριτική των επιστημών.43
19
Σημειώσεις 1. Μ. Κρανάκη, Διαβάζοντας τον Φρόυντ., Αθήνα 2000, σ.162 2. S. Hughes, Συνείδηση και κοινωνία, Πάτρα 2002, σ.106 3. Μ. Κρανάκη, ό.π. σ.118 4. Στο ίδιο, σ.113 5. Στο ίδιο, σ.118 6. J. Laplanche, J.B. Pontalis, Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης, Αθήνα 1986, σ.σ. 498-499 7. Μ. Κρανάκη, ό.π. σ.121 8. Στο ίδιο, σ.σ. 119-122 9. Στο ίδιο, σ. 124 10. Στο ίδιο, σ. 13 11. Λ. Αλτουσέρ, Θέσεις, Αθήνα 1999, σ.26 12. J. Laplanche, J.B. Pontalis, ό.π, σ.501 13. Στο ίδιο, σ. 501 14. Μ. Κρανάκη, ό.π. σ.σ.163-164 15. J. Laplanche, J.B. Pontalis, ό.π, σ.108 16. Στο ίδιο, σ. 145 17. Στο ίδιο, σ. 144 18. Μ. Κρανάκη, ό.π. σ. 165 19. Σ. Φρόυντ, Νέες εισαγωγικές μελέτες για την ψυχανάλυση, Αθήνα 1993, σ.63 20. J. Laplanche, J.B. Pontalis, ό.π, σ.511 21. Σ. Φρόυντ, Νέες εισαγωγικές… ό.π. σ.67 22. S. Hughes, ό.π. σ.106 23. Στο ίδιο, σ.107 24. Στο ίδιο, σ. σ.107-108 25. Ε. Φρομ, Η αποστολή του Φρόυντ, Αθήνα 1975, σ.σ.102-103 26. Σ. Φρόυντ, Τοτέμ και ταμπού, Αθήνα 1978, σ.180 27. Ε. Φρομ, ό.π. σ.103 20
28. Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας, Αθήνα 1994, σ.31 29. Σ. Φρόυντ, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ, Αθήνα, σ.41 30. Στο ίδιο, σ.σ.33-34 31. Σ. Φρόυντ, Τοτέμ… ό.π. σ.182 32. Σ. Φρόυντ, Ο Μωυσής και ο μονοθεϊσμός,?, σ.σ.72-73 33. Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός…ό.π. σ.σ.117-120 34. S. Hughes, ό.π. σ.109 35. Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός…ό.π. σ.21 36. Στο ίδιο, σ.89 37. Στο ίδιο, σ.σ.95-98 38. Στο ίδιο (1974), σ.σ. 113-118 39. Στο ίδιο (1974), σ.105 40.Π.Μπέργκερ,Τ.Λούκμαν, Η κοινωνική πραγματικότητας , Αθήνα 2003, σ.121 41. Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός…ό.π. σ.σ.187-197
κατασκευή
της
42. Σ. Φρόυντ, Ο Μωυσή…ό.π. σ.σ.123-124 43. Λ. Αλτουσέρ, ό.π. σ.σ.15-16
21
Βιβλιογραφία Μ. Κρανάκη, Διαβάζοντας τον Φρόυντ, Εστία, Αθήνα 2000. S. Hughes, Συνείδηση και κοινωνία, ΕΑΠ, Πάτρα 2002. J. Laplanche και J.B. Pontalis,
Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης,
Κέδρος, Αθήνα 1986. Λ. Αλτουσέρ, Θέσεις, Θεμέλιο, Αθήνα 1999. Σ. Φρόυντ, Νέες εισαγωγικές μελέτες για την ψυχανάλυση, Επίκουρος, Αθήνα1993. Ε. Φρομ, Η αποστολή του Φρόυντ, Μπουκουμάνη, Αθήνα 1975. Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας, Επίκουρος, Αθήνα 1994. Σ. Φρόυντ,
Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ,
Επίκουρος, Αθήνα. Σ. Φρόυντ, Ο Μωυσής και ο μονοθεϊσμός, μετφρ Σ.Σταύρου,?, (scribd). Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας, Επίκουρος, Αθήνα 1974. Π.Μπέργκερ,Τ.Λούκμαν, Η κοινωνική πραγματικότητας , Νήσος, Αθήνα 2003.
κατασκευή
της
22